Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 601 - 650, σε σύνολο 12265
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Anisic acid or p-methoxybenzoic acid
Μετάφραση:
Ανισικό οξύ ή p-μεθοξυβενζοϊκό οξύ
Όρος:
Anisidine or methoxyaniline
Μετάφραση:
Ανισιδίνη ή μεθοξυανιλίνη
Όρος:
Anisole or methyl phenyl ether or methoxybenzene
Μετάφραση:
Ανισόλη ή μεθυλοφαινυλοαιθέρας ή μεθοξυβενζόλιο
Όρος:
Ankle
Μετάφραση:
Αστράγαλος
Όρος:
Annex
Μετάφραση:
Παράρτημα
Όρος:
Announcement
Μετάφραση:
Γνωστοποίηση
Συντομογραφία:
AA
Όρος:
Annual average
Μετάφραση:
Ετήσια μέση τμή
Όρος:
Annual dose
Μετάφραση:
Ετήσια δόση
Όρος:
Annual report
Μετάφραση:
Ετήσια έκθεση
Όρος:
Annualized cost
Μετάφραση:
Ετησιοποιημένο κόστος
Όρος:
Anodic stripping analysis
Μετάφραση:
Ανοδική αναδιαλυτική ανάλυση
Συντομογραφία:
ASV
Όρος:
Anodic stripping voltametry
Μετάφραση:
Ανοδική αναδιαλυτική βολταμετρία
Όρος:
Anodizing
Μετάφραση:
Ανοδίωση, ανοδική οξείδωση
Όρος:
Anomalous error
Μετάφραση:
Ανώμαλο λάθος
Όρος:
Anomer
Μετάφραση:
Ανωμερές
Όρος:
Anosmia
Μετάφραση:
Ανοσμία
Όρος:
Anoxia
Μετάφραση:
Ανοξία
Όρος:
Anthophyllite
Μετάφραση:
Ανθοφυλλίτης
Όρος:
Anthracene
Μετάφραση:
Ανθρακένιο
Όρος:
Anthracite
Μετάφραση:
Ανθρακίτης
Όρος:
Anthracosis
Μετάφραση:
Ανθράκωση
Όρος:
Anthranilic acid
Μετάφραση:
Ανθρανιλικό οξύ
Όρος:
Anthraquinone
Μετάφραση:
Ανθρακινόνη
Όρος:
Anthrone
Μετάφραση:
Ανθρόνη
Όρος:
Anthropometric data
Μετάφραση:
Ανθρωπομετρικά δεδομένα
Όρος:
Anti-inflammatories
Μετάφραση:
Αντιφλεγμονώδη
Όρος:
Antibacterial
Μετάφραση:
Αντιβακτηριδιακό
Όρος:
Antibacterial work socks
Μετάφραση:
Αντιβακτηριακές κάλτσες εργασίας
Όρος:
Antibiotic
Μετάφραση:
Αντιβιοτικό
Όρος:
Antibodies
Μετάφραση:
Αντισώματα
Όρος:
Anticoagulant
Μετάφραση:
Αντιπηκτικό
Όρος:
Anticorrosive coating
Μετάφραση:
Αντιδιαβρωτικό επίστρωμα
Όρος:
Antidote
Μετάφραση:
Αντίδοτο
Όρος:
Antifoamer or defoamer
Μετάφραση:
Αντιαφριστικό ή αποαφριστικό
Όρος:
antifreeze fluids
Μετάφραση:
Αντιψυκτικά υγρά
Όρος:
Antigen
Μετάφραση:
Αντιγόνο
Όρος:
Antiknock
Μετάφραση:
Αντικροτικό
Όρος:
Antimicrobial attributes
Μετάφραση:
Αντιμικροβιακές ιδιότητες
Όρος:
Antimony
Μετάφραση:
Αντιμόνιο
Όρος:
Antimony hydride see stibine
Μετάφραση:
Στιβίνη, υδρίδιο του αντιμονίου
Συντομογραφία:
ATO
Όρος:
Antimony Trioxide
Μετάφραση:
Τριοξείδιο του αντιμονίου
Όρος:
Antineoplastic agent
Μετάφραση:
Αντινεοπλασματικός παράγοντας
Όρος:
Antioxidant
Μετάφραση:
Αντιοξειδωτικό
Όρος:
Antioxidant enzyme
Μετάφραση:
Αντιοξειδωτικό ένζυμο
Όρος:
Antipyrine see phenazone
Μετάφραση:
Όρος:
Antiseptic
Μετάφραση:
Αντισηπτικό
Όρος:
Antistatic additive
Μετάφραση:
Αντιστατικό πρόσθετο
Όρος:
Antistatic gloves
Μετάφραση:
Γάντια αντιστατικά
Όρος:
Anxiety
Μετάφραση:
Άγχος
Όρος:
Anxiety disorders
Μετάφραση:
Αγχώδεις διαταραχές
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
9
Page
10
Page
11
Page
12
Current page
13
Page
14
Page
15
Page
16
Page
17
…
Next page
››
Last page
τελευταία »