Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 73 - 108 of 109
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Ήλος
Αγγλικός όρος:
Nail
Μετάφραση:
Nail
Ελληνικός όρος:
Ημερήσια ατομική ηχοέκθεση εργαζομένου
Αγγλικός όρος:
Daily personal noise exposure of a worker
Μετάφραση:
Daily personal noise exposure of a worker
Ελληνικός όρος:
Ημερήσια έκθεση
Αγγλικός όρος:
Daily exposure
Μετάφραση:
Daily exposure
Ελληνικός όρος:
Ημερήσια έκθεση σε κραδασμούς
Αγγλικός όρος:
Daily vibration exposure
Μετάφραση:
Daily vibration exposure
Ελληνικός όρος:
Ημερολόγιο
Αγγλικός όρος:
Log book
Μετάφραση:
Log book
Ελληνικός όρος:
Ημερομηνία έκδοσης
Αγγλικός όρος:
Issue date
Μετάφραση:
Issue date
Ελληνικός όρος:
Ημερομηνία λήξης
Αγγλικός όρος:
Expiration date
Μετάφραση:
Expiration date
Ελληνικός όρος:
Ημιαγωγός
Αγγλικός όρος:
Semiconductor
Μετάφραση:
Semiconductor
Ελληνικός όρος:
Ημιάκαμπτος σωλήνας
Αγγλικός όρος:
Semi-rigid hose
Μετάφραση:
Semi-rigid hose
Ελληνικός όρος:
Ημιακετάλη
Αγγλικός όρος:
Hemiacetal
Μετάφραση:
Hemiacetal
Ελληνικός όρος:
Ημιθειοακετάλη
Αγγλικός όρος:
Hemithioacetal (ESCH(OH)R)
Μετάφραση:
Hemithioacetal (ESCH(OH)R)
Ελληνικός όρος:
Ημικρανία
Αγγλικός όρος:
Migraine
Μετάφραση:
Migraine
Ελληνικός όρος:
Ημιμελλιτόλιο
Αγγλικός όρος:
Hemimellitene
Μετάφραση:
Hemimellitene
Ελληνικός όρος:
Ημιτονοειδής
Αγγλικός όρος:
Sinusoidal
Μετάφραση:
Sinusoidal
Ελληνικός όρος:
Ήπαρ
Αγγλικός όρος:
Liver
Μετάφραση:
Liver
Ελληνικός όρος:
Ηπατικές παθήσεις
Αγγλικός όρος:
Liver diseases
Μετάφραση:
Liver diseases
Ελληνικός όρος:
Ηπατίτιδα
Αγγλικός όρος:
Hepatitis
Μετάφραση:
Hepatitis
Ελληνικός όρος:
Ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα
Αγγλικός όρος:
Hepatocellular carcinoma
Μετάφραση:
Hepatocellular carcinoma
Ελληνικός όρος:
Ηπατοτοξικά
Αγγλικός όρος:
Hepatotoxicants
Μετάφραση:
Hepatotoxicants
Ελληνικός όρος:
Ηπατοτοξικολογία
Αγγλικός όρος:
Hepatotoxicology
Μετάφραση:
Hepatotoxicology
Ελληνικός όρος:
Ηπατοτοξικότητα
Αγγλικός όρος:
Hepatotoxicity
Μετάφραση:
Hepatotoxicity
Ελληνικός όρος:
Ήπια εκκίνηση
Αγγλικός όρος:
Soft start
Μετάφραση:
Soft start
Ελληνικός όρος:
Ηρεμιστικό
Αγγλικός όρος:
Tranquillizers
Μετάφραση:
Tranquillizers
Ελληνικός όρος:
Ηρωΐνη
Αγγλικός όρος:
Heroin or diamorphine
Μετάφραση:
Heroin or diamorphine
Ελληνικός όρος:
Ηφαιστειακός
Αγγλικός όρος:
Volcanic
Μετάφραση:
Volcanic
Ελληνικός όρος:
Ηχητική πηγή
Αγγλικός όρος:
Sound source
Μετάφραση:
Sound source
Ελληνικός όρος:
Ηχητική πίεση κορυφής
Αγγλικός όρος:
Peak sound pressure
Μετάφραση:
Peak sound pressure
Ελληνικός όρος:
Ηχητική στάθμη
Αγγλικός όρος:
Sound pressure level
Μετάφραση:
Sound pressure level
Ελληνικός όρος:
Ηχοανακλαστικό επίπεδο
Αγγλικός όρος:
Reflecting plane
Μετάφραση:
Reflecting plane
Ελληνικός όρος:
Ηχοδοσίμετρο
Αγγλικός όρος:
Sound dose meter
Μετάφραση:
Sound dose meter
Ελληνικός όρος:
Ηχοέκθεση
Αγγλικός όρος:
Noise exposure
Μετάφραση:
Noise exposure
Ελληνικός όρος:
Ηχόμετρο
Αγγλικός όρος:
Sound level meter or echometer
Μετάφραση:
Sound level meter or echometer
Ελληνικός όρος:
Ηχομόνωση
Αγγλικός όρος:
Sound insulation, sound proofing
Μετάφραση:
Sound insulation, sound proofing
Ελληνικός όρος:
Ηχοπέτασμα
Αγγλικός όρος:
Sound sceen
Μετάφραση:
Sound sceen
Ελληνικός όρος:
Ηχορύπανση
Αγγλικός όρος:
Noise pollution
Μετάφραση:
Noise pollution
Ελληνικός όρος:
Ήχος
Αγγλικός όρος:
Sound
Μετάφραση:
Sound
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
Page
1
Page
2
Current page
3
Page
4
Next page
››
Last page
τελευταία »