Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 181 - 207 of 207
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Ισχύς οξέος
Αγγλικός όρος:
Acid strength
Μετάφραση:
Acid strength
Ελληνικός όρος:
Ιχνηθετημένος
Αγγλικός όρος:
Labeled
Μετάφραση:
Labeled
Ελληνικός όρος:
Ιχνηλασιμότητα
Αγγλικός όρος:
Traceability
Μετάφραση:
Traceability
Ελληνικός όρος:
Ιώδιο
Αγγλικός όρος:
Iodine (I)
Μετάφραση:
Iodine (I)
Ελληνικός όρος:
Ιωδιούχο αργίλιο
Αγγλικός όρος:
Aluminium iodide
Μετάφραση:
Aluminium iodide
Ελληνικός όρος:
Ιωδιούχο αρσενικό
Αγγλικός όρος:
Arsenic iodide
Μετάφραση:
Arsenic iodide
Ελληνικός όρος:
Ιωδιούχο ασβέστιο
Αγγλικός όρος:
Calsium iodide
Μετάφραση:
Calsium iodide
Ελληνικός όρος:
Ιωδιούχο βηρύλλιο
Αγγλικός όρος:
Beryllium iodide
Μετάφραση:
Beryllium iodide
Ελληνικός όρος:
Ιωδιούχο βόριο
Αγγλικός όρος:
Boron iodide
Μετάφραση:
Boron iodide
Ελληνικός όρος:
Ιωδιούχο ισοπροπύλιο
Αγγλικός όρος:
2-iodopropane, isopropyl iodide
Μετάφραση:
2-iodopropane, isopropyl iodide
Ελληνικός όρος:
Ιωδιούχο κάδμιο
Αγγλικός όρος:
Cadmium iodide
Μετάφραση:
Cadmium iodide
Ελληνικός όρος:
Ιωδιούχο κοβάλτιο
Αγγλικός όρος:
Cobalt iodine
Μετάφραση:
Cobalt iodine
Ελληνικός όρος:
Ιωδιούχο φαινυλοτριμεθυλοαμμώνιο
Αγγλικός όρος:
Phenyltrimethylammonium iodide
Μετάφραση:
Phenyltrimethylammonium iodide
Ελληνικός όρος:
Ιωδιούχο χρώμιο
Αγγλικός όρος:
Chromium iodine
Μετάφραση:
Chromium iodine
Ελληνικός όρος:
Ιωδιούχος μόλυβδος
Αγγλικός όρος:
Lead iodide
Μετάφραση:
Lead iodide
Ελληνικός όρος:
Ιωδιούχος χαλκός
Αγγλικός όρος:
Copper iodine
Μετάφραση:
Copper iodine
Ελληνικός όρος:
Ιωδο-2-μεθυλοβουτάνιο 2-
Αγγλικός όρος:
2-iodo-2-methylbutane, tert-pentyl iodide
Μετάφραση:
2-iodo-2-methylbutane, tert-pentyl iodide
Ελληνικός όρος:
Ιωδοαιθάνιο
Αγγλικός όρος:
Iodoethane, ethyl iodid
Μετάφραση:
Iodoethane, ethyl iodid
Ελληνικός όρος:
Ιωδοανιλίνη
Αγγλικός όρος:
Iodoaniline
Μετάφραση:
Iodoaniline
Ελληνικός όρος:
Ιωδοβενζόλιο
Αγγλικός όρος:
Iodobenzene
Μετάφραση:
Iodobenzene
Ελληνικός όρος:
Ιωδομεθυλοπροπάνιο
Αγγλικός όρος:
Iodomethylpropane
Μετάφραση:
Iodomethylpropane
Ελληνικός όρος:
Ιωδοναφθαλίνιο
Αγγλικός όρος:
Iodonaphthalene
Μετάφραση:
Iodonaphthalene
Ελληνικός όρος:
Ιωδοπροπάνιο 2-
Αγγλικός όρος:
2-iodopropane, isopropyl iodide
Μετάφραση:
2-iodopropane, isopropyl iodide
Ελληνικός όρος:
Ιωδοτολουόλιο
Αγγλικός όρος:
Iodotoluene
Μετάφραση:
Iodotoluene
Ελληνικός όρος:
Ιωδοφαινόλη
Αγγλικός όρος:
Iodophenol
Μετάφραση:
Iodophenol
Ελληνικός όρος:
Ιωδοφόρμιο
Αγγλικός όρος:
Iodoform, triiodomethane
Μετάφραση:
Iodoform, triiodomethane
Ελληνικός όρος:
Ιώσεις
Αγγλικός όρος:
Viral diseases
Μετάφραση:
Viral diseases
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
Page
1
Page
2
Page
3
Page
4
Page
5
Current page
6