Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 201 - 250, σε σύνολο 974
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Permanent residence
Μετάφραση:
Μόνιμη διανομή
Όρος:
Permanent storage
Μετάφραση:
Μόνιμη αποθήκευση
Όρος:
Permanent workplaces
Μετάφραση:
Μόνιμες θέσεις εργασίας
Όρος:
permanganates
Μετάφραση:
Υπερμαγγανικά
Όρος:
Permeability
Μετάφραση:
Διαπερατότητα
Όρος:
Permeate
Μετάφραση:
Διαπερνώ, διεισδύω, διαποτίζω
Όρος:
Permeation
Μετάφραση:
Διαποτισμός
Όρος:
Permethrin
Μετάφραση:
Περμεθρίνη
Συντομογραφία:
PEL
Όρος:
Permissible exposure limit (OSHA)
Μετάφραση:
Όριο Επιτρεπτής Έκθεσης (του OSHA)
Όρος:
Permit
Μετάφραση:
Άδεια
Όρος:
Permitted limit
Μετάφραση:
Επιτρεπόμενο όριο
Όρος:
Peroxide
Μετάφραση:
Υπεροξείδιο
Όρος:
Peroxyacetic acid
Μετάφραση:
Υπεροξικό οξύ (C2H4O3)
Όρος:
Peroxyacids
Μετάφραση:
Υπεροξέα (RCOOOH)
Όρος:
Peroxybenzoic acid
Μετάφραση:
Υπεροξυβενζοϊκό οξύ (C7H6Ο3)
Όρος:
Peroxyformic acid
Μετάφραση:
Υπεροξυμυρμηκικό οξύ
Όρος:
Persistency
Μετάφραση:
Ανθεκτικότητα
Όρος:
Persistent
Μετάφραση:
Ανθεκτικός
Όρος:
Persistent foaming
Μετάφραση:
Έμμονος αφρισμός
Συντομογραφία:
POPs
Όρος:
Persistent Organic Pollutants
Μετάφραση:
Παραμένοντες Οργανικοί Ρύποι, Έμμονοι Οργανικοί Ρύποι (ΕΟΠ)
Συντομογραφία:
PBT
Όρος:
Persistent, Bioaccumulative and Toxic substance
Μετάφραση:
Ανθεκτική, βιοσυσσωρεύσιμη και τοξική ουσία (ΑΒΤ)
Συντομογραφία:
POAC
Όρος:
Person in overall advisory control
Μετάφραση:
Πρόσωπο με γενικό συμβουλευτικό έλεγχο
Όρος:
Personal buoyancy aids
Μετάφραση:
Ατομικά βοηθήματα επίπλευσης
Όρος:
Personal computer
Μετάφραση:
Προσωπικός υπολογιστής
Όρος:
Personal data
Μετάφραση:
Προσωπικά δεδομένα
Όρος:
Personal eye-protection
Μετάφραση:
Μέσα ατομικής προστασίας ματιών
Συντομογραφία:
PHP
Όρος:
Personal hearing protectors
Μετάφραση:
Ατομικά μέσα προστασίας της ακοής
Όρος:
Personal hygiene
Μετάφραση:
Ατομική υγιεινή
Όρος:
Personal monitoring
Μετάφραση:
Ατομική παρακολούθηση
Όρος:
Personal protection
Μετάφραση:
Ατομική προστασία
Συντομογραφία:
PPE
Όρος:
Personal protective equipment
Μετάφραση:
Μέσα ατομικής προστασίας (ΜΑΠ)
Όρος:
Personnel
Μετάφραση:
Προσωπικό
Όρος:
Personnel downsizing
Μετάφραση:
Μείωση του προσωπικού
Όρος:
Personnel selection
Μετάφραση:
Επιλογή του προσωπικού
Όρος:
Personnel turnover
Μετάφραση:
Κινητικότητα προσωπικού
Όρος:
Persons with special needs
Μετάφραση:
Άτομα με ειδικές ανάγκες
Όρος:
Persulfates
Μετάφραση:
Υπερθειικά άλατα
Όρος:
Pervasiveness
Μετάφραση:
Διαχυτικότητα
Όρος:
Pesticide
Μετάφραση:
Φυτοφάρμακο
Συντομογραφία:
PHED
Όρος:
Pesticide handler exposure database
Μετάφραση:
Όρος:
Petrol
Μετάφραση:
Βενζίνη
Όρος:
Petrol stations
Μετάφραση:
Πρατήρια καυσίμων
Όρος:
Petroleum coke see asphalt
Μετάφραση:
Όρος:
Petroleum ether
Μετάφραση:
Πετρελαϊκός αιθέρας
Όρος:
Petroleum jelly
Μετάφραση:
Βαζελίνη
Όρος:
Petroleum or gas oil
Μετάφραση:
Πετρέλαιο
Όρος:
Petroleum products
Μετάφραση:
Πετρελαϊκά προϊόντα, Παράγωγα πετρελαίου
Όρος:
Petroleum spirit
Μετάφραση:
Πετρελαϊκός αιθέρας
Όρος:
pH neutraliser
Μετάφραση:
Εξουδετερωτής pH
Όρος:
Phagocytosis
Μετάφραση:
Φαγοκυττάρωση
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
Page
1
Page
2
Page
3
Page
4
Current page
5
Page
6
Page
7
Page
8
Page
9
…
Next page
››
Last page
τελευταία »