Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 401 - 450, σε σύνολο 1013
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Skin toxicity
Μετάφραση:
Δερματική τοξικότητα
Όρος:
Skin toxicology
Μετάφραση:
Τοξικολογία του δέρματος
Όρος:
Slag
Μετάφραση:
Σκωρία
Όρος:
Slate
Μετάφραση:
Σχιστόλιθος
Όρος:
Slaughterhouse
Μετάφραση:
Σφαγείο
Όρος:
Sledge hammers
Μετάφραση:
Βαριές
Όρος:
Sleep disorders or sleep problems
Μετάφραση:
Διαταραχές ύπνου
Όρος:
Sleepiness
Μετάφραση:
Υπνηλία
Όρος:
Sleeplessness or insomnia
Μετάφραση:
Αϋπνία
Όρος:
Sleeve
Μετάφραση:
Μανίκι
Όρος:
Slicing machine
Μετάφραση:
Μηχανή κοπής σε φέτες
Όρος:
Slide
Μετάφραση:
Αντικειμενοφόρος πλάκα
Όρος:
Slight
Μετάφραση:
Ελαφρός ή ασήμαντος
Όρος:
Slime
Μετάφραση:
Λάσπη ή βούρκος
Όρος:
Slings
Μετάφραση:
Αρτάνες
Όρος:
Slippery floors
Μετάφραση:
Ολισθηρά δάπεδα
Όρος:
Slippery surfaces
Μετάφραση:
Ολισθηρές επιφάνειες
Όρος:
Slipping
Μετάφραση:
Ολίσθηση
Όρος:
Slit
Μετάφραση:
Σχισμή
Όρος:
Slop
Μετάφραση:
Έκπλυμα
Όρος:
Slope
Μετάφραση:
Κλίση
Όρος:
Slope detector
Μετάφραση:
Ανιχνευτής κλίσης
Όρος:
Sludge
Μετάφραση:
Κατάλοιπα πετρελαίου
Όρος:
Sludge
Μετάφραση:
Λάσπη κατάλοιπα πετρελαίου πλοίων
Όρος:
Sludges from washing and cleaning
Μετάφραση:
Λάσπες από πλύσιμο και καθαρισμό
Όρος:
sludgy discards in soils
Μετάφραση:
απόρριψη ιλύος στο έδαφος
Όρος:
slump
Μετάφραση:
κάθιση
Όρος:
Slurry tanker
Μετάφραση:
Δεξαμενή υδαρών αποβλήτων
Συντομογραφία:
SME
Όρος:
Small and medium-sized enterprise
Μετάφραση:
Μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ)
Όρος:
Small bowel
Μετάφραση:
Λεπτό έντερο
Όρος:
Small Business and Trades Insurance Fund
Μετάφραση:
Ταμείο (Ασφαλίσεως) Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Ελλάδος (ΤΕΒΕ)
Όρος:
Small container
Μετάφραση:
Μικρό εμπορευματοκιβώτιο
Όρος:
Small receptacle container gas
Μετάφραση:
Φυσίγγιο αερίου, Δοχείο μικρής χωρητικότητας που περιέχει αέριο
Όρος:
Smallpox
Μετάφραση:
Ευλογιά
Όρος:
Smell
Μετάφραση:
Οσμή
Όρος:
Smoke
Μετάφραση:
Καπνός
Όρος:
Smoke detector
Μετάφραση:
Ανιχνευτής καπνού
Όρος:
Smoke detector system
Μετάφραση:
Σύστημα ανίχνευσης καπνού
Όρος:
Smoke test
Μετάφραση:
Δοκιμασία καπνού
Όρος:
Smoking
Μετάφραση:
Κάπνισμα
Όρος:
Smoothing
Μετάφραση:
Λειότριψη
Όρος:
Smothering
Μετάφραση:
Σύστημα κατασβέσεως πυρκαϊάς
Όρος:
Smouldering point or smoldering point
Μετάφραση:
Σηµείο ανάφλεξης
Όρος:
Soaking
Μετάφραση:
Ενυδάτωση
Όρος:
Soap
Μετάφραση:
Σάπωνας ή σαπούνι
Όρος:
Soapstone
Μετάφραση:
Σαπωνίτης
Όρος:
Social Accountability
Μετάφραση:
Κοινωνική ευθύνη
Όρος:
Social actors
Μετάφραση:
Κοινωνικοί φορείς
Όρος:
Social costs
Μετάφραση:
Κοινωνικές δαπάνες
Όρος:
Social impacts
Μετάφραση:
Κοινωνικές επιπτώσεις
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
5
Page
6
Page
7
Page
8
Current page
9
Page
10
Page
11
Page
12
Page
13
…
Next page
››
Last page
τελευταία »