Βλέπετε τις εγγραφές : 101 - 150, σε σύνολο 1147
Ανάμιγμα
Ορισμός 1: Είναι η ποσότητα σκυροδέματος που προκύπτει από μια φόρτωση, ανάμιξη και αποφόρτωση του αναμικτήρα. Η ποσότητα αυτή πρέπει να είναι μικρότερη ή το πολύ ίση με εκείνη που επιτρέπουν οι Προδιαγραφές λειτουργίας του αναμικτήρα.
Αναμικτήρας
Ορισμός 1: Μηχάνημα μέσα στο οποίο αναμιγνύονται τα υλικά του σκυροδέματος, ώστε να παραχθεί ομοιόμορφο μίγμα.
Αναμικτήρας βίαιης ανάμιξης
Ορισμός 1: Ακίνητος κάδος με κατακόρυφο ή οριζόντιο άξονα οπλισμένο με πτερύγια, που περιστρέφεται περί τον εαυτό του ή και πλανητικά, ή οριζόντιος σωληνωτός κάδος με ελικοφόρο περιστρεφόμενο άξονα, που αναμιγνύοντας βίαια το μίγμα το ωθεί στην έξοδο (αναμικτήρας συνεχούς ροής).
Αναμικτήρας ελεύθερης πτώσης
Ορισμός 1: Περιστρεφόμενος οριζόντιος η κεκλιμένος κάδος με εσωτερικά πτερύγια τα οποία ανασηκώνουν το μίγμα και το αφήνουν να πέσει δια βαρύτητας.
Αναπνευστική συσκευή
Ορισμός 1: Εξάρτημα το οποίο εξασφαλίζει σ’ αυτόν που τη φέρει, συνεχή παροχή αμόλυντου αέρα μέσω μιας μάσκας προσώπου, κράνους ή αναπνευστήρα στόματος.
Αναπτυξιακή τοξικολογία
Ορισμός 1: Η μελέτη των δυσμενών επιδράσεων στον αναπτυσσόμενο οργανισμό, που μπορεί να προκύψουν από την έκθεση πριν από τη σύλληψη, κατά τη διάρκεια της προγεννητικής ανάπτυξης ή μεταγεννητικώς μέχρι την εποχή της σεξουαλικής ωρίμανσης. Στις σημαντικότερες εκδηλώσεις της τοξικότητας στην ανάπτυξη περιλαμβάνονται
1. ο θάνατος του οργανισμού
2. ανατομικές ανωμαλίες
3. μη φυσιολογική αύξηση του οργανισμού και
4. λειτουργική ανεπάρκεια.
Η αναπτυξιακή τοξικολογία αναφερόταν συχνά στο παρελθόν ως τερατολογία.
Αναρτημένα διαγράμματα σύνδεσης ή αναρτημένα διαγράμματα
Ορισμός 1: α διαγράμματα τα οποία αποτυπώνουν τον τρόπο σύνδεσης του σταθμού με το Σύστημα ή το Δίκτυο και τα οποία αναρτώνται σε κατάλληλη γεωπληροφοριακή πλατφόρμα από τον αρμόδιο Διαχειριστή.
Αναρτημένα ικριώματα
Ορισμός 1: Κινητά δάπεδα, κλωβοί, κάλαθοι και άλλα παρόμοια μέσα εξ ανθεκτικών υλικών, αναρτώμενα καταλλήλως εις σταθερά σημεία.
Αναρτημένα ικριώματα
Ορισμός 1: Κινητά δάπεδα, κλωβοί, κάλαθοι και άλλα παρόμοια μέσα εξ ανθεκτικών υλικών, αναρτώμενα καταλλήλως εις σταθερά σημεία.
Ανατρεπόμενο όχημα
Ορισμός 1: Το αυτοπροωθούμενο τροχοφόρο ή ερπυστριοφόρο μηχάνημα με ανοικτό αμάξωμα, το οποίο είτε μεταφέρει και απορρίπτει ή διασκορπίζει υλικό. Τα ανατρεπόμενα οχήματα ενδέχεται να είναι εξοπλισμένα με ενσωματωμένη διάταξη αυτοφόρτωσης.
Ανεκτός («acceptable»)
Ορισμός 1: Όσον αφορά στην διακινδύνευση, σημαίνει επίπεδο διακινδύνευσης για το οποίο ο χρόνος, το κόστος ή η προσπάθεια περαιτέρω μείωσής του θα ήταν κατάφωρα δυσανάλογα προς τα οφέλη από αυτή τη μείωση. Κατά την εκτίμηση του κατά πόσον ο χρόνος, το κόστος ή η προσπάθεια θα ήταν κατάφωρα δυσανάλογα του οφέλους από την περαιτέρω μείωση της διακινδύνευσης, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα επίπεδα διακινδύνευσης της βέλτιστης πρακτικής που είναι συμβατά με τη δραστηριότητα αυτή.
Ανελκυστήρας
Ορισμός 1: Το ανυψωτικό εκείνο μέσον το οποίον χρησιμοποιείται για την κατακόρυφη μεταφορά ανθρώπων ή πραγμάτων.
Ανελκυστήρας πυροσβεστών
Ορισμός 1: Ειδικά σχεδιασμένος και κατασκευασμένος ανελκυστήρας που χρησιμοποιείται από τους πυροσβέστες σε περίπτωση πυρκαγιάς.
Ανεξάρτητη επαλήθευση
Ορισμός 1: Σημαίνει αξιολόγηση και επιβεβαίωση της εγκυρότητας συγκεκριμένων γραπτών δηλώσεων οντότητας ή οργανωτικής μονάδας του διαχειριστή ή του ιδιοκτήτη Μ.Π.Εγκ. Η ανεξάρτητη επαλήθευση δεν υπόκειται στον έλεγχο ή στην επιρροή της οντότητας ή της οργανωτικής μονάδας που κάνει χρήση των εν λόγω δηλώσεων.
Ανήλικος
Ορισμός 1: Κάθε πρόσωπο ηλικίας κάτω των 18 ετών το οποίο απασχολείται με οποιαδήποτε μορφής σύμβαση εργασίας ή σχέση εργασίας ή με σύμβαση έργου ή με σύμβαση ανεξαρτήτων υπηρεσιών ή αυτοαπασχολείται, πλην των απασχολουμένων με σχέση ναυτικής εργασίας στον ναυτιλιακό και τον αλιευτικό τομέα. (βλέπε νέος).
Ανθεκτικότητα
Ορισμός 1: Η ικανότητα ενός συστήματος ή μιας κοινωνίας, εν δυνάμει εκτεθειμένης σε πιθανούς κινδύνους, να αντιστέκεται ή να προσαρμόζεται, με στόχο να διατηρήσει ένα αποδεκτό επίπεδο λειτουργίας και συνοχής.
Ορισμός 2: Η ικανότητα των αλληλένδετων κοινωνικών, οικονομικών και οικολογικών συστημάτων να αντιμετωπίζουν ένα επικίνδυνο συμβάν ή τάση ή διαταραχή, μέσω της απόκρισης ή αναδιοργάνωσής τους με τρόπους που διατηρούν την κύρια λειτουργία, ταυτότητα και δομή τους.
Ανθιστάμενο σε πυρκαγιά
Ορισμός 1: Το υλικό που εκ της κατασκευής του ανθίσταται στο πέρασμα της φλόγας από μια άκρη στην άλλη εντός χρονικής περιόδου τουλάχιστον είκοσι λεπτών.
Ανθρακικό αποτύπωμα
Ορισμός 1: Η συνολική ποσότητα των αερίων του θερμοκηπίου, εκφρασμένων σε ισοδύναμους τόνους διοξειδίου του άνθρακα, που εκπέμπονται άμεσα ή έμμεσα από ένα ή περισσότερα άτομα, μια γεωγραφική περιοχή, έναν φορέα, ή μια παραγωγική διαδικασία.
Ανθρωπογενείς εκπομπές
Ορισμός 1: Οι ατμοσφαιρικές εκπομπές ρύπων που συνδέονται με ανθρώπινες δραστηριότητες.
Ανοικτό δοχείο
Ορισμός 1: Η χαμηλότερη θερμοκρασία στην οποία η εφαρμογή μιας μικρής φλόγας προκαλεί στο πετρελαιοειδές ανάφλεξη όταν θερμαίνεται υπό καθορισμένες συνθήκες σε ένα ανοικτό δοχείο. Σχετικές π.χ. οι μέθοδοι ΙΡ 35 και 36).
Ανοικτό εμπορευματοκιβώτιο(Open container)
Ορισμός 1: Είναι ένα εμπορευματοκιβώτιο ανοιχτής οροφής ή εμπορευματοκιβώτιο με βάση εξέδρα.
Ανοικτό όχημα (open vehicle)
Ορισμός 1: Όχημα του οποίου η εξέδρα δεν έχει υπερκατασκευή ή έχει απλώς πλευρικά και οπίσθια σανιδώματα.
Ανοργανοποίηση
Ορισμός 1: Η πλήρης αποικοδόμηση μιας οργανικής ενώσεως σε CO2, H2O υπό αερόβιες συνθήκες και CH4, CO2 και H2O υπό αναερόβιες συνθήκες. Στην παρούσα μέθοδο δοκιμής, όταν χρησιμοποιείται επισημασμένη με 14C ένωση, ανοργανοποίηση σημαίνει εκτεταμένη αποικοδόμηση κατά την οποία επισημασμένο άτομο άνθρακα οξειδώνεται με απελευθέρωση αντίστοιχης ποσότητας 14C.
Ανταλλακτικό
Ορισμός 1: Χωριστό μέρος ενός ΗΗΕ, το οποίο μπορεί να αντικαταστήσει ένα μέρος ενός ΗΗΕ. Ο ΗΗΕ δεν μπορεί να λειτουργήσει σύμφωνα με τον προορισμό του χωρίς αυτό το μέρος του ΗΗΕ. Η λειτουργικότητα του ΗΗΕ αποκαθίσταται ή βελτιώνεται όταν το μέρος αντικαθίσταται με ένα ανταλλακτικό.
Αντίδραση στη φωτιά (πυραντίδραση)
Ορισμός 1: Συμπεριφορά δοκιμίου όταν εκτίθεται σε φωτιά σε καθορισμένες συνθήκες σε μια δοκιμή φωτιάς.
Αντιμετώπιση
Ορισμός 1: Περιλαμβάνει τις δράσεις, κατά τη διάρκεια ή αμέσως μετά την καταστροφή, για την προστασία της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, για την αντιμετώπιση άμεσων αναγκών διαβίωσής τους και για τη διασφάλιση παροχής αρωγής και υποστήριξης για τον μετριασμό των επιπτώσεων της καταστροφής.
Αντιπροσωπευτικό Δείγμα Δοκιμής
Ορισμός 1: Ένα δείγμα επαρκούς ποσότητας με σκοπό τη δοκιμή των φυσικών και χημικών ιδιοτήτων του φορτίου ώστε να ανταποκρίνεται στις καθορισμένες απαιτήσεις.
Αντίσταση στη δίοδο της θερμότητας (πυρομόνωση)
Ορισμός 1: Η ικανότητά ενός δομικού στοιχείου, όταν εκτίθεται σε φωτιά στη μία πλευρά, να περιορίζει την άνοδο της θερμοκρασίας στη μη εκτεθειμένη πλευρά για καθορισμένο χρονικό διάστημα, σε τυπική δοκιμή αντίδρασης σε φωτιά.
Αντίστοιχος εργαζόμενος αορίστου χρόνου
Ορισμός 1: Κάθε φυσικό πρόσωπο που έχει σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου στον ίδιο φορέα ή επιχείρηση και απασχολείται σε ίδια ή παρεμφερή ειδικότητα, λαμβανομένων υπόψη των προσόντων ή των δεξιοτήτων του. Όπου δεν υπάρχει «αντίστοιχος εργαζόμενος αορίστου χρόνου» στον ίδιο φορέα ή επιχείρηση, η σύγκριση γίνεται με αναφορά στην οικεία συλλογική σύμβαση ή όταν δεν υπάρχει τέτοια, με αναφορά στην εκάστοτε Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας ή, εάν δεν υπάρχει, στην κείμενη νομοθεσία.
Αντλησιμότητα
Ορισμός 1: Είναι η ικανότητα του νωπού σκυροδέματος να μεταφέρεται μέσα από σωλήνες, ωθούμενο με κατάλληλη πίεση, χωρίς να χάνει την ομοιογένεια και την εργασιμότητα του.
Ανυψωτικά μέσα
Ορισμός 1: Ο όρος αυτός περιλαμβάνει γερανούς, βαρούλκα, ιστούς φορτωτήρων φορτωτήρες, ανελκυστήρες φορτίου και προσώπων, ως και κάθε άλλο μηχάνημα ή συσκευή, η οποία χρησιμοποιείται προς ανύψωση και φόρτωση ή εκφόρτωση φορτίου ή εφοδίων.
Ανυψωτικά μηχανήματα και μηχανήματα διακινήσεως φορτίων
Ορισμός 1: Όλα τα ανυψωτικά μηχανήματα ή μηχανήματα διακινήσεως φορτίων, τα οποία κινούνται με ηλεκτρική, υδραυλική ή με κάθε άλλου είδους μηχανική κίνηση, όπως ανελκυστήρες, ανελκυστήρες και αναβατόρια υλικών εργοταξίου, ανελκυστήρες φορτίων, γερανοί, μεταφορικές ταινίες και αυτοκίνητα βιομηχανικά οχήματα.
Ανυψωτική εργασία
Ορισμός 1: Εργασία μετακίνησης μοναδιαίων φορτίων που συνίστανται σε πράγματα και/ή πρόσωπα, για την οποία απαιτείται, σε δεδομένη χρονική στιγμή, μεταβολή επιπέδου.
Ανυψωτικό εξάρτημα
Ορισμός 1: Δομικό στοιχείο ή εξοπλισμός που δεν συνδέεται με το μηχάνημα ανύψωσης, επιτρέπει τη συγκράτηση του φορτίου και τοποθετείται είτε μεταξύ του μηχανήματος και του φορτίου, είτε επί του ιδίου του φορτίου, είτε προορίζεται να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του φορτίου και διατίθεται χωριστά στην αγορά˙ ως ανυψωτικά εξαρτήματα θεωρούνται επίσης οι αρτάνες και τα δομικά τους στοιχεία.
Ανυψωτικό μηχάνημα
Ορισμός 1: Είναι μηχάνημα που προορίζεται για την ανύψωση και μετατόπιση στο χώρο φορτίων αναρτημένων σε άγκιστρο ή με τη βοήθεια άλλης διάταξης ανάρτησης ή ανύψωσης.
Ανυψωτικό όχημα, με κινητήρα εσωτερική καύσης, αντισταθμιζόμενο
Ορισμός 1: Τροχοφόρο ανυψωτικό όχημα με κινητήρα εσωτερικής καύσης, με αντίβαρο και εξοπλισμό ανύψωσης (ιστός, τηλεσκοπικός βραχίονας ή αρθρωτός βραχίονας). Πρόκειται για:
- οχήματα ανωμάλου εδάφους (τροχοφόρα αντισταθμιζόμενα οχήματα που προορίζονται πρωτευόντως για λειτουργία σε μη βελτιωμένο φυσικό έδαφος και αναμοχλευμένο έδαφος, π.χ. εργοταξίων),
- λοιπά τροχοφόρα αντισταθμιζόμενα οχήματα. Εξαιρούνται τροχοφόρα αντισταθμιζόμενα οχήματα ειδικά κατασκευασμένα για τη διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων.
Ανώτατη οριακή τιμή έκθεσης σε καρκινογόνο ή μεταλλαξιγόνο παράγοντα
Ορισμός 1: Η τιμή την οποία δεν επιτρέπεται να ξεπερνά η μέση χρονικά σταθμισμένη έκθεση του εργαζόμενου στον καρκινογόνο ή μεταλλαξιγόνο παράγοντα, μετρημένη στον αέρα της ζώνης αναπνοής του, κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε δεκαπεντάλεπτης περιόδου μέσα στο χρόνο εργασίας του, έστω και αν τηρείται η οριακή τιμή έκθεσης.
Ανώτατη οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης ή Ανώτατη οριακή τιμή έκθεσης σε χημικό παράγοντα
Ορισμός 1: Η τιμή την οποία δεν επιτρέπεται να ξεπερνά η μέση χρονικά σταθμισμένη έκθεση του εργαζόμενου στον χημικό παράγοντα, μετρημένη στον αέρα της ζώνης αναπνοής του, κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε δεκαπεντάλεπτης περιόδου μέσα στο χρόνο εργασίας του, έστω και αν τηρείται η οριακή τιμή έκθεσης.
Ανώτατο όριο ανάφλεξης
Ορισμός 1: Σχετική παράγραφος 1.2.3. (γ) (δηλ. όπου η αναλογία των αερίων στο μίγμα είναι κάτω του 1% του όγκου το μίγμα δεν αναφλέγεται και καλείται πολύ φτωχό προς ανάφλεξη ή κάτω του κατωτέρου ορίου ανάφλεξης. Όταν η αναλογία των αερίων στο μίγμα είναι πάνω από 8% του όγκου, το μίγμα πάλι δεν αναφλέγεται αλλά καλείται πολύ πλούσιο προς ανάφλεξη ή πάνω από το ανώτερο όριο ανάφλεξης).
Ανώτατο όριο φορμαλδεΰδης
Ορισμός 1: Το όριο περιεχόμενης, ή εκλυόμενης φορμαλδεΰδης, για την κατάταξη του προϊόντος σε κλάση φορμαλδεΰδης Ε1 όπως ορίζεται στο πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ 13986:2005 “Wood−based panels for use in construction – Characteristics, evaluation of conformity and marking” (Πετάσματα με βάση το ξύλο για δομική χρήση – Χαρακτηριστικά, αξιολόγηση της συμμόρφωσης και σήμανση) και προσδιορίζεται αντίστοιχα σύμφωνα με τις μεθόδους δοκιμών που αναφέρονται στο σημείο (4) (μέθοδοι δοκιμών) του παρόντος άρθρου.
Αξιολόγηση
Ορισμός 1: Οποιαδήποτε μέθοδος υπολογισμού, πρόβλεψης, εκτίμησης ή μέτρησης της τιμής ενός δείκτη θορύβου ή των σχετικών επιβλαβών επιδράσεων.
Αξιολόγηση από ομότιμους
Ορισμός 1: Διαδικασία αξιολόγησης ενός εθνικού οργανισμού διαπίστευσης από άλλους οργανισμούς διαπίστευσης με βάση τις απαιτήσεις του Ευρωπαϊκού Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 765/2008 και, όπου είναι εφαρμοστέο, με βάση πρόσθετες τομεακές τεχνικές προδιαγραφές.
Αξιολόγηση της συμμόρφωσης
Ορισμός 1: Η διαδικασία που διεξάγεται από τους κοινοποιημένους οργανισμούς, σύμφωνα με το άρθρο 15, με την οποία αποδεικνύεται κατά πόσον ο εξοπλισμός πλοίων πληροί τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση.
Ορισμός 2: Η διαδικασία με την οποία αποδεικνύεται αν πληρούνται οι ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας της παρούσας σχετικά με έναν ανελκυστήρα ή ένα κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες.
Ορισμός 3: Η διεργασία αξιολόγησης με την οποία αποδεικνύεται κατά πόσον πληρούνται οι ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας της παρούσας οδηγίας που αφορούν ένα εκρηκτικό.
Ορισμός 4: Η διαδικασία με την οποία αποδεικνύεται κατά πόσον πληρούνται οι ειδικές απαιτήσεις που αφορούν προϊόν, διαδικασία, υπηρεσία, σύστημα, πρόσωπο ή φορέα.
Ορισμός 5: Η διαδικασία με την οποία καταδεικνύεται κατά πόσον πληρούνται οι σχετικές με τον ΗΗΕ απαιτήσεις του παρόντος.
Αξιοπιστία υποκατάστατου
Ορισμός 1: Η πιθανότητα ότι ένας ΗΗΕ που χρησιμοποιεί ένα υποκατάστατο θα επιτελέσει μια απαιτούμενη λειτουργία χωρίς αστοχία υπό δεδομένες συνθήκες και για δεδομένη χρονική περίοδο.
Αξιοποίηση
Ορισμός 1: Το σύνολο των εργασιών του έργου που γίνονται με σκοπό την παραγωγή εμπορεύσιμων προϊόντων από τις ορυκτές ύλες που περιλαμβάνονται στους αντίστοιχους μεταλλευτικούς ή λατομικούς χώρους καθώς και οι εργασίες, εκμετάλλευσης και διαχείρισης του γεωθερμικού δυναμικού.
Απαγορευτικό σήμα
Ορισμός 1: Κάθε σήμα που απαγορεύει κάποια συγκεκριμένη συμπεριφορά που μπορεί να προκαλέσει κίνδυνο.
Απαεριωμένο
Ορισμός 1: Δεξαμενή, δοχείο ή περιοχή θεωρείται ότι είναι απαεριωμένη όταν η συγκέντρωση εύφλεκτου και τοξικού αερίου, που τυχόν περιέχει, είναι εντός των καθορισμένων ορίων ασφαλείας για την είσοδο ατόμων.
Απαερίωση
Ορισμός 1: Η εργασία απομάκρυνσης εύφλεκτων ή τοξικών αερίων από μια δεξαμενή, δοχείο ή περιοχή.
Απαιτούμενη αντοχή σχεδιασμού παραγωγής σκυροδέματος σε θλίψη, fασ
Ορισμός 1: Είναι η τιμή της μέσης αντοχής, για την οποία το σκυρόδεμα του έργου έχει μια ορισμένη πιθανότητα αποδοχής, όταν εξετάζεται με τα Κριτήρια συμμόρφωσης του Κανονισμού αυτού. Οι αναλογίες υλικών της μελέτης σύνθεσης πρέπει να εξασφαλίζουν μέση αντοχή τουλάχιστον ίση με την απαιτούμενη αντοχή σχεδιασμού παραγωγής fασ.
Απαλλαγή από περιβαλλοντική αδειοδότηση
Ορισμός 1: Η χορήγηση βεβαίωσης απαλλαγής από την αρμόδια περιβαλλοντική αρχή, εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την υποβολή του αιτήματος. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας των είκοσι (20) ημερών από την υποβολή του σχετικού αιτήματος τεκμαίρεται αυτοδικαίως η απαλλαγή από την υποχρέωση περιβαλλοντικής αδειοδότησης, με την προσκόμιση από τον ενδιαφερόμενο του αριθμού πρωτοκόλλου του σχετικού αιτήματος.