Σχετικό έγγραφο:
Καταργήθηκε από :
Attachment | Size |
---|---|
ΦΕΚ 405Β_2000 | 168 KB |
1. Τις διατάξεις του άρθρου δεύτερου του Ν. 2077/1992 «Κύρωση Συνθήκης για την Ευρ. Ενωση ...» (Α' 136) και τις διατάξεις του άρθρου 1 (παρ. 1,2, 3 και 4) και του άρθρου 2 (παρ.1ζ) του Ν.1338/1983 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (Α’ 34) όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του Ν. 1440/1984 «Συμμετοχή της Ελλάδας στο κεφάλαιο, στα αποθεματικά και στις προβλέψεις της Ευρ. Τράπεζας Επενδύσεων κ.λπ.» (Α' 70) και του άρθρου 65 του Ν. 1892/1990 (Α' 101).
2. Τις διατάξεις των άρθρων 15 (παρ. 3 και 4) 28,29 και 30 του Ν. 1650/1986 ’»Για την προστασία του περιβάλλοντος» (Α' 160) όπως το άρθρο 30 τροποποιήθηκε με το άρθρο 98 (παρ. 12) του Ν. 1892/1990 «για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις» (Α’101).
3. Τις διατάξεις των άρθρων 23 (παρ.1) και 24 του Ν. 558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα» (Α' 137) και των 9 και 13 του Π. Δ/τος 473/1985 «Καθορισμός και ανακατανομή των αρμοδιοτήτων των Υπουργείων» (Α' 157).
4. Τις διατάξεις του άρθρου 11 (παρ. 2, 3 και 12) και του άρθρου 13 του Ν. 1515/1985 «ρυθμιστικό σχέδιο και πρόγραμμα προστασίας περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας» (Α’18) όπως το άρθρο 13 τροποποιήθηκε με την παρ.6 του άρθρου 31 του Ν. 1650/1986.
5. Τις διατάξεις του άρθρου 11 (παρ. 2,3 και 12) και του άρθρου 13 του Ν. 1561/1985 «ρυθμιστικό σχέδιο και πρόγραμμα προστασίας περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης και άλλες διατάξεις» (Α' 148) θρου 31 του Ν. 1650/1986.
6. Τις διατάξεις του Ν.2516/1997 (Α' 159) «Ίδρυση και λειτουργία βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων και άλλες διατάξεις».
7. Τις διατάξεις του Ν. 2344/95 (Α' 212) «Οργάνωση πολιτικής προστασίας και άλλες διατάξεις» όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 30 του Ν. 2347/95 (Α' 221).
8. Τις διατάξεις του Ν. 2218/1994 «Ιδρυση Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, τροποποίηση διατάξεων για την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση και την περιφέρεια και άλλες διατάξεις» (Α' 90) όπως συμπληρώθηκε με το Ν. 2240/1994 «Συμπλήρωση διατάξεων για τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση κ.ά.» (Α' 153).
9. Τις διατάξεις του Ν. 1568/1985 «Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων (Α' 177) όπως ισχύουν και των Προεδρικών Διαταγμάτων που εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότησή του καθώς και του Ν. 2639/1998 «Ρύθμιση εργασιακών σχέσεων, σύσταση Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και άλλες διατάξεις» (Α' 205)
10. Τις διατάξεις της υπ' αριθ. 59388/3363/1988 κοινής Υπουργικής Απόφασης «Τρόπος, όργανα και διαδικασία επιβολής και είσπραξης των διοικητικών προστίμων του άρθρου 30 του Ν. 1650/86 (Β' 638).
11. Τις διατάξεις του άρθρου 1 (παραγ. 28 και 29) του Π.Δ/τος 28/28.1.1993 «Καθορισμός αρμοδιοτήτων που διατηρούνται από τον Υπουργό και τις περιφερειακές υπηρεσίες διανομαρχιακού επιπέδου του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημ. Εργων» (Α' 9).
12. Τις διατάξεις του Π.Δ/τος 8/1991 «Οργάνωση και λειτουργία των υπηρεσιών του Πυροσβεστικού Σώματος» (Α'5) και ειδικότερα τις διατάξεις του άρθρου 1 (παρ.2 περιπτ. β).
13. Τις διατάξεις της υπ. αριθ. 69269/5387/1990 κοινής Υπουργικής Απόφασης «κατάταξη έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες περιεχόμενο μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ κ.λπ.) (Β' 678).
14. Τις διατάξεις της υπ'αριθ. 75308/5512/1990 Κοινής Υπουργικής Απόφασης «Καθορισμός τρόπου ενημέρωσης των πολιτών και φορέων εκπροσώπησής τους για το περιεχόμενο της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων κλπ (Β' 691).
15. Τις διατάξεις της Απόφασης του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου (ΑΧΣ) 378/94 «ταξινόμηση, επισήμανση, συσκευασία των επικίνδυνων ουσιών» (Β' 705), όπως ισχύει.
16. Τις διατάξεις της Απόφασης του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου (ΑΧΣ) 1197/1989 «ταξινόμηση, επισήμανση, συσκευασία των επικίνδυνων παρασκευασμάτων» (Β'567/90), όπως ισχύει.
17. Την οδηγία 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 1996 των Ευρ. Κοινοτήτων «για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζομένων με επικίνδυνες ουσίες » (EEL 10/13/1997)
18. Τις διατάξεις του άρθρου 29Α του Ν. 1558/1985 όπως αυτό συμπληρώθηκε με το άρθρο 27 του Ν.2081/1992 (Α' 154) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 (παρ. 2α) του Ν. 2469/1997 (Α' 38).
19. Την υπ. αριθμ.8211/8.3.1999 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εσωτερικών, Δημ. Διοίκησης και Αποκέντρωσης «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εσωτερικών, Δημ. Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Γεώργιο Φλωρίδη» (Β' 138).
20. Την υπ’ αριθ. 1107147/1239/0606 Α/4.10.1996 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Οικονομικών» (Β' 922).
21. Την υπ. αριθμ. 5803/13.11.1998 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Υγείας και Πρόνοιας, Νικόλαο Φαρμάκη και Θεόδωρο Κοτσώνη» (ΦΕΚ 1178 Β').
22. Την υπ’ αριθμ. Δ17α/03/99/Φ221/1996 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημ. Έργων «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημ.Εργων Θεόδωρο Κολιοπάνο και Χρήστο Βερελή» (Β' 1006), αποφασίζουμε:
Με την απόφαση αυτή αποσκοπείται η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 15 (παρ.3 και 4) του Ν. 1650/1986 με την αντικατάσταση των υπ’ αριθ. 18187/272/1988 (Β' 126) και 77119/4607/1993 (Β' 532) κοινών Υπουργικών αποφάσεων (ΚΥΑ) και συγχρόνως η εναρμόνιση με τις διατάξεις της Οδηγίας 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 1996 των Ευρ.Κοινοτήτων «για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζομένων με επικίνδυνες ουσίες» που έχει δημοσιευθεί στην Ελληνική γλώσσα στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρ. Κοινοτήτων (EEL 10/13/14.1.1997) ώστε με τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για την πρόληψη των ατυχημάτων μεγάλης έκτασης που σχετίζονται με επικίνδυνες ουσίες και των συνεπειών τους στην υγεία και στο περιβάλλον να εξασφαλίζεται υψηλού επιπέδου εθνική και διακοινοτική προστασία.
1. Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στις εγκαταστάσεις, όπου υπάρχουν επικίνδυνες ουσίες κατά την έννοια του άρθρου 3 (παρ. 9) σε ποσότητες ίσες ή ανώτερες από τις αναφερόμενες στο παράρτημα I (μέρη 1 και 2 στήλη 2) του άρθρου 20, πλην των άρθρων 8, 9 και 13, τα οποία εφαρμόζονται σε κάθε εγκατάσταση όπου υπάρχουν επικίνδυνες ουσίες σε ποσότητες ίσες ή ανώτερες από τις αναφερόμενες στο παράρτημα I (μέρη 1 και 2 στήλη 3) του άρθρου 20 αυτής.
2. Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της κείμενης νομοθεσίας για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων.
Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης νοούνται ως:
1. .α) "εγκατάσταση", η υπό έλεγχο συνολική ζώνη του ασκούντος την εκμετάλλευση, στην οποία υπάρχουν μία ή περισσότερες επικίνδυνες μονάδες, συμπεριλαμβανομένων των κοινών ή συναφών υποδομών ή δραστηριοτήτων
2. β) "μονάδα", ένα τεχνικό υποσύνολο μιας εγκατάστασης όπου γίνεται παραγωγή, χρησιμοποίηση, χειρισμός ή αποθήκευση επικίνδυνων ουσιών. Περιλαμβάνεται όλος ο εξοπλισμός, οι κατασκευές, οι αγωγοί, οι μηχανές, τα εργαλεία, οι ιδιωτικές σιδηροδρομικές διακλαδώσεις και οι αποβάθρες φορτοεκφόρτωσης που εξυπηρετούν την μονάδα, οι προβλήτες, οι αποθήκες ή παρόμοιες κατασκευές, πλωτές ή μη, αναγκαίες για τη λειτουργία της.
3. "ασκών την εκμετάλλευση", κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκμεταλλεύεται ή κατέχει την εγκατάσταση ή τη μονάδα, ή, είναι κατά νόμο, υπεύθυνο για τη διαχείριση και λειτουργία της εγκατάστασης.
4. "επικίνδυνες ουσίες", οι ουσίες, μίγματα ή παρασκευάσματα του παραρτήματος I μέρος 1, ή τα οποία πληρούν τα καθοριζόμενα στο παράρτημα I (μέρος 2) του άρθρου 20 κριτήρια, υπό μορφή πρώτης ύλης προϊόντων, παραπροϊόντων, καταλοίπων ή ενδιαμέσων προϊόντων συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που ευλόγως αναμένεται να προκύψουν σε περίπτωση ατυχήματος.
5. "μεγάλο ατύχημα", συμβάν, όπως μεγάλη διαρροή, πυρκαγιά ή έκρηξη που προκύπτει από ανεξέλεγκτες εξελίξεις κατά τη λειτουργία οποιασδήποτε εγκατάστασης καλυπτόμενης από την παρούσα απόφαση, το οποίο προκαλεί μεγάλους κινδύνους, άμεσους ή απώτερους, για την ανθρώπινη υγεία, εντός ή εκτός της εγκατάστασης, ή/και για το περιβάλλον, και σχετίζεται με μία ή περισσότερες επικίνδυνες ουσίες
6. "κίνδυνος", η εγγενής ιδιότητα μιας επικίνδυνης ουσίας ή φυσικής κατάστασης που ενδέχεται να βλάψει την ανθρώπινη υγεία ή/και το περιβάλλον.
7. "επικινδυνότητα", η πιθανότητα μιας συγκεκριμένης επίπτωσης εντός δεδομένης χρονικής περιόδου ή υπό συγκεκριμένες συνθήκες.
8. "αποθήκευση", η παρουσία μιας ποσότητας επικίνδυνων ουσιών με σκοπό την εναποθήκευση, την παράδοση προς ασφαλή φύλαξη ή την αποθεματοποίηση.
9. "ύπαρξη επικίνδυνων ουσιών", νοείται η πραγματική ή προβλεπόμενη παρουσία τους στην εγκατάσταση ή η παρουσία ουσιών που τεκμαίρεται ότι μπορούν να δημιουργηθούν από μια χημική βιομηχανική διαδικασία εκτός ελέγχου, σε ποσότητες ίσες ή ανώτερες από τα όρια που αναφέρονται στα μέρη 1 και 2 του παραρτήματος I του άρθρου 20 της παρούσας απόφασης.
10. "αδειοδοτούσα αρχή", είναι η αρμόδια για τη χορήγηση της άδειας εγκατάστασης ή και λειτουργίας κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης ή η υπηρεσία Βιομηχανίας της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης στην οποία υπάγεται η εγκατάσταση ή η μονάδα, με τους όρους και τις προϋποθέσεις της παρούσας απόφασης.
Εξαιρούνται της παρούσας απόφασης:
α) Οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις, μονάδες ή αποθήκες.
β) Οι κίνδυνοι από ιοντίζουσα ακτινοβολία.
γ) Η οδική, σιδηροδρομική, εσωτερική πλωτή, θαλάσσια ή αεροπορική μεταφορά και ενδιάμεση προσωρινή αποθήκευση επικίνδυνων ουσιών, συμπεριλαμβανομένης της φόρτωσης, εκφόρτωσης και μεταφόρτωσης από και προς άλλο μεταφορικό μέσο στις αποβάθρες, προβλήτες και σιδηροδρομικούς σταθμούς διαλογής, εκτός των εγκαταστάσεων που καλύπτονται από την παρούσα απόφαση.
δ) Η μεταφορά επικίνδυνων ουσιών μέσω αγωγών, συ-μπεριλαμβανομένων των σταθμών άντλησης, εκτός των εγκαταστάσεων που καλύπτονται από την παρούσα απόφαση.
ε) Οι εργασίες των βιομηχανιών εξόρυξης, που ασχολούνται με την ανίχνευση και την εκμετάλλευση μεταλλευμάτων σε ορυχεία και λατομεία και μέσω γεωτρήσεων.
στ) Οι χώροι υγειονομικής ταφής απορριμμάτων.
Γενικές υποχρεώσεις του ασκούντος την εκμετάλλευση
1. Ο ασκών την εκμετάλλευση είναι υποχρεωμένος:
α) Να λαμβάνει όλα τα μέτρα τα επιβαλλόμενα σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις της κείμενης Νομοθεσίας, και ειδικότερα του Ν. 1650/86 «Για την προστασία του Περιβάλλοντος» (ΦΕΚ 160 Α), της νομοθεσίας για την υπηρεσία και ασφάλεια των εργαζομένων, τις αντίστοιχες υγειονομικές διατάξεις και αυτές που προβλέπονται ειδικότερα στην παρούσα απόφαση, για την πρόληψη των ατυχημάτων μεγάλης έκτασης και για τον περιορισμό των συνεπειών τους για τον άνθρωπο και το περιβάλλον .
β) Να αποδεικνύει κάθε στιγμή στις αρμόδιες για τη διενέργεια επιθεωρήσεων ή ελέγχων (τακτικών ή εκτάκτων) αρχές σύμφωνα με το άρθρο 16 της παρούσας απόφασης, ότι προσδιόρισε τους υφιστάμενους κινδύνους ατυχημάτων μεγάλης έκτασης, έλαβε τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας και πληροφόρησε, εκπαίδευσε και εξόπλισε τα άτομα που εργάζονται στον τόπο της εγκατάστασης για την ασφάλεια τους, κατ' εφαρμογή των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων της κείμενης Νομοθεσίας, και ειδικότερα του N. 1650/86, της νομοθεσίας για την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων και της παρούσας Απόφασης.
2. Για την πρόληψη ατυχημάτων μεγάλης έκτασης ο ασκών την εκμετάλλευση μιας εγκατάστασης υποχρεούται να υποβάλλει στην αδειοδοτούσα αρχή μέσα στις προθεσμίες που προβλέπονται στα σχετικά άρθρα:
α) Προκειμένου για εγκατάσταση στην οποία υπάρχουν οι επικίνδυνες ουσίες που αναφέρονται στο Παράρτημα I (Μέρος 1 και 2, στήλες 1,2 και 3) του άρθρου 20 της παρούσας απόφασης, την κοινοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 6.
β) Προκειμένου για εγκατάσταση στην οποία υπάρχουν οι επικίνδυνες ουσίες που αναφέρονται στο Παράρτημα I (Μέρος 1 και 2 στήλες 1 και 2) του άρθρου 20 της παρούσας απόφασης, την πολιτική πρόληψης μεγάλων ατυχημάτων σύμφωνα με το άρθρο 7.
γ) Προκειμένου για εγκατάσταση στην οποία υπάρχουν οι επικίνδυνες ουσίες που αναφέρονται στο Παράρτημα I (Μέρος 1 και 2 στήλες 1 και 3) του άρθρου 20 της παρούσας απόφασης
- την μελέτη ασφαλείας σύμφωνα με το άρθρο 8
- τα σχέδια έκτακτης ανάγκης σύμφωνα με το άρθρο 9
Ο ασκών την εκμετάλλευση είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για το περιεχόμενο της κοινοποίησης ή/και της μελέτης ασφαλείας, ως προς την ακρίβεια, πληρότητα και ορθότητα των επιλεγόμενων μεθόδων προσδιορισμού των αιτίων που ενδέχεται να προκαλέσουν ατύχημα μεγάλης έκτασης, καθώς και για την ορθότητα και πληρότητα των εκτιμήσεων των συνεπειών στον άνθρωπο και στο περιβάλλον από ενδεχόμενο ατύχημα.
3. Σε περίπτωση μεγάλου ατυχήματος, ο ασκών την εκμετάλλευση υποχρεούται στη παροχή πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 14 της παρούσας απόφασης.
1. Ο ασκών την εκμετάλλευση μιας εγκατάστασης στην οποία υπάρχουν οι επικίνδυνες ουσίες που αναφέρονται στο Παράρτημα I του άρθρου 20, είναι υποχρεωμένος να υποβάλλει κοινοποίηση σε εννέα (9) αντίγραφα προς έλεγχο στην αδειοδοτούσα αρχή, στις ακόλουθες προθεσμίες:
Η αδειοδοτούσα αρχή αποστέλλει την κοινοποίηση στα Υπουργεία Ανάπτυξης, ΠΕΧΩΔΕ, Υγείας και Πρόνοιας, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Γεωργίας, στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος και στο Γενικό Χημείο του Κράτους, για ενημέρωσή τους σε χρονικό διάστημα ενός μηνός.
2. Η κοινοποίηση περιέχει:
α) Το όνομα και την εμπορική επωνυμία του ασκούντος την εκμετάλλευση, και την πλήρη διεύθυνση της σχετικής εγκατάστασης.
β) Την έδρα του ασκούντος την εκμετάλλευση και πλήρη διεύθυνση.
γ) Το όνομα, τηλέφωνο (σε 24ωρη βάση) και fax του υπεύθυνου της εγκατάστασης, αν δεν είναι ο αναφερόμενος στο στοιχείο α), καθώς και το όνομα, τηλέφωνο (σε 24ωρη βάση) και fax του τεχνικού ασφαλείας
δ) Επαρκείς πληροφορίες (material safety data sheet, καθώς και άλλα διαθέσιμα στοιχεία) για τις επικίνδυνες ουσίες που υπάρχουν στην εγκατάσταση ή παράγονται κατά την παραγωγική διαδικασία ή που είναι δυνατόν να προκύψουν από ενδεχόμενα ατυχήματα.
ε) Την ποσότητα και τη φυσική μορφή των επικίνδυνων ουσιών του στοιχείου δ).
στ) Την περιγραφή της δραστηριότητας που ασκείται ή προβλέπεται στην εγκατάσταση ή στο χώρο αποθήκευσης.
ζ) Πληροφορίες και στοιχεία για το άμεσο περιβάλλον της εγκατάστασης (γειτονικές εγκαταστάσεις, περιγραφή χρήσεων γης της ευρύτερης περιοχής).
η) εκτίμηση της πιθανότητας πρόκλησης ατυχήματος μεγάλης έκτασης, λόγω της θέσης της εγκατάστασης και της εγγύτητάς της με άλλες επικίνδυνες εγκαταστάσεις (φαινόμενο domino).
3. Επί υφισταμένων εγκαταστάσεων, για τις οποίες ο ασκών την εκμετάλλευση έχει ήδη υποβάλλει στην αδειοδοτούσα αρχή τις ως άνω προβλεπόμενες πληροφορίες σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, που ίσχυε πριν την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας απόφασης, δεν απαιτείται υποβολή της κοινοποίησης.
4. Σε περίπτωση:
α) Ο ασκών την εκμετάλλευση εγκαταστάσεων του Παραρτήματος I, (στήλες 1 και 2) του άρθρου 20, συντάσσει υποχρεωτικώς και υποβάλλει εγγράφως στην αδειοδοτούσα αρχή έκθεση, σε εννέα (9) αντίγραφα στην οποία αναφέρεται η οικεία πολιτική πρόληψης μεγάλων ατυχημάτων, καθώς και οι όροι και οι μέθοδοι διασφάλισης της ορθής εφαρμογής της. Η πολιτική αυτή αποβλέπει σε υψηλό επίπεδο προστασίας του ανθρώπου και του περιβάλλοντος με τα κατάλληλα μέσα, δομές και συστήματα διαχείρισης.
Η έκθεση υποβάλλεται μαζί με την κοινοποίηση ή την εκάστοτε τροποποίησή της και
σε κάθε περίπτωση ανά πενταετία.
Η αδειοδοτούσα αρχή αποστέλλει την έκθεση στις συναρμόδιες αρχές, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 6 (παρ.1) σε χρονικό διάστημα ενός μήνα.
β) Η έκθεση λαμβάνει υπόψη τις αρχές του παραρτήματος III του άρθρου 20 και τίθεται στη διάθεση των αρμοδίων αρχών ενόψει, μεταξύ άλλων της εφαρμογής του άρθρου 5 παράγραφος 1 και του άρθρου 16 της παρούσας απόφασης.
γ) Το παρόν άρθρο δεν αφορά τις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 8.
Α. Περιεχόμενο - Προϋποθέσεις υποβολής
1. Για τις εγκαταστάσεις του Παραρτήματος I (στήλες 1 και 3) του άρθρου 20, ο ασκών την εκμετάλλευση, προκειμένου να του χορηγηθεί άδεια εγκατάστασης ή/και λειτουργίας, για ίδρυση, επέκταση ή εκσυγχρονισμό της εγκατάστασης υποχρεούται να υποβάλλει στην αδειοδοτούσα αρχή μελέτη ασφαλείας, με την οποία καταδεικνύεται ότι:
α) Εφαρμόζεται, σύμφωνα με τα στοιχεία του παραρτήματος III, μια πολιτική πρόληψης μεγάλων ατυχημάτων και ένα σύστημα διαχείρισης ασφαλείας προς υλοποίησή της.
β) 'Εχουν επισημανθεί οι κίνδυνοι μεγάλου ατυχήματος και έχουν ληφθεί τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη και τον περιορισμό των συνεπειών τους στον άνθρωπο και το περιβάλλον.
γ) Ο σχεδιασμός, η κατασκευή, η λειτουργία και η συντήρηση των εγκαταστάσεων, των χώρων αποθήκευσης του εξοπλισμού και της υποδομής που συνδέονται με τη λειτουργία της, οι οποίες έχουν σχέση με τους κινδύνους μεγάλου ατυχήματος εντός της εγκατάστασης, παρέχουν επαρκή αξιοπιστία και ασφάλεια.
δ) Υπάρχουν εσωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης και παρέχονται τα στοιχεία που επιτρέπουν την εκπόνηση του εξωτερικού σχεδίου, ώστε να λαμβάνονται αναγκαία μέτρα σε περίπτωση μεγάλου ατυχήματος.
ε) Εχει εξασφαλισθεί επαρκής πληροφόρηση των αρμόδιων αρχών, ώστε να μπορούν να αποφασίζουν για την εγκατάσταση των δραστηριοτήτων ή για διευθετήσεις γύρω από υπάρχουσες εγκαταστάσεις.
στ) Σε περίπτωση εγγύτητας της εγκατάστασης με άλλες επικίνδυνες εγκαταστάσεις (φαινόμενο domino) έχει συνεκτιμηθεί δεόντως η φύση και η έκταση ενός συνολικού κινδύνου ατυχήματος μεγάλης έκτασης
2. Η μελέτη ασφαλείας περιέχει τουλάχιστον τα στοιχεία που απαριθμούνται στο παράρτημα II του άρθρου 20 και, επιπλέον, ενημερωμένο κατάλογο των επικίνδυνων ουσιών που υπάρχουν στη εγκατάσταση.
Επιτρέπεται να συνδυάζονται μελέτες ασφαλείας, ή μέρη μελετών, ή άλλες ισοδύναμες μελέτες συντασσόμενες σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, σε μια ενιαία μελέτη ασφαλείας για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, όταν έτσι αποφεύγεται περιττή επανάληψη πληροφοριών και επικάλυψη των εργασιών που εκτελούνται από τον ασκούντο την εκμετάλλευση ή την αρμόδια κατά περίπτωση αρχή, υπό τον όρο ότι πληρούνται όλες οι απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.
3. Η μελέτη ασφαλείας υποβάλλεται σε έντεκα (11) αντίγραφα στην αδειοδοτούσα αρχή:
- για τις νέες εγκαταστάσεις με την αίτηση για χορήγηση άδειας εγκατάστασης,
- για τις υπάρχουσες εγκαταστάσεις που δεν υπάγονταν πριν στις καταργούμενες ΚΥΑ 18187/272/88, 77119/4607/93, το αργότερο μέχρι τις 3/2/2002,
- για τις άλλες εγκαταστάσεις, που υπάγονταν πριν στις καταργούμενες ΚΥΑ 18187/272/88, 77119/4607/93, το αργότερο ως τις 3.2.2001,
- για τις προβλεπόμενες στο άρθρο 5 (παρ.1) περιοδικές επανεξετάσεις, χωρίς καθυστέρηση
Σε περίπτωση εγκαταστάσεων στις οποίες υπάρχουν επικίνδυνες ουσίες που χαρακτηρίζονται ως φυτοπροστατευτικά προϊόντα ή/και λιπάσματα, η μελέτη ασφαλείας υποβάλλεται σε δώδεκα (12) αντίγραφα.
4. Παράλληλα με την μελέτη ασφαλείας, ο ασκών την εκμετάλλευση υποβάλλει απ' ευθείας στην αρμόδια για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης Υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Εργων, ένα αντίγραφο της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων.
5.1. Η αδειοδοτούσα αρχή:
i) Εάν πεισθεί ότι, συγκεκριμένες ουσίες που υπάρχουν στη εγκατάσταση ή σε οποιοδήποτε μέρος της δεν ενέχουν κίνδυνο μεγάλου ατυχήματος, μπορεί, σύμφωνα με τα εναρμονισμένα κριτήρια που περιλαμβάνονται στην Απόφαση 98/433/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 1998 των Ευρ. Κοινοτήτων (EEL 192/19/8.7.98) κατ' εφαρμογή του άρθρου 9 (παραγ.6β) της οδηγίας 96/82/ΕΚ, να περιορίζει τις απαιτούμενες στις μελέτες ασφαλείας πληροφορίες σε όσες σχετίζονται με την πρόληψη των υπόλοιπων κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων και τον περιορισμό των συνεπειών τους για τον άνθρωπο και το περιβάλλον.
ii) Κοινοποιεί στο ΥΠΕΧΩΔΕ έως τις 31 Iαvoυαρίoυ κάθε έτους κατάλογο με αιτιολογία της εξαίρεσης των εγκαταστάσεων που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο (i).
5.2. To ΥΠΕΧΩΔΕ αποστέλλει στην Επιτροπή των Ε.Κ. τον παραπάνω κατάλογο έως τις 28 Φεβρουάριου κάθε έτους.
Β. Διαδικασία αξιολόγησης
1. Η αδειοδοτούσα αρχή αποστέλλει αντίγραφα της μελέτης ασφαλείας μέσα σε ένα (1) μήνα από την παραλαβή της, στις ακόλουθες αρμόδιες αρχές:
ά) Από ένα (1) αντίγραφο της μελέτης ασφαλείας στα Υπουργεία Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημ. Εργων, Υγείας και Πρόνοιάς, Γεωργίας (σε περίπτωση εγκαταστάσεων στις οποίες υπάρχουν επικίνδυνες ουσίες που χαρακτηρίζονται ως φυτοπροστατευτικά προϊόντα ή/και λιπάσματα) στο Γενικό Χημείο του Κράτους, στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος και στην Τοπική Πυροσβεστική Υπηρεσία.
β) Από δύο (2) αντίγραφα μελέτης ασφαλείας στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
2. Μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την παραλαβή της μελέτης ασφαλείας:
α) Το Γενικό Χημείο του Κράτους αποστέλλει στην αδειοδοτούσα αρχή, με κοινοποίηση στις ως άνω αρμόδιες αρχές πιστοποίηση σχετικά με την ταξινόμηση των επικίνδυνων ουσιών που περιγράφονται στο Παράρτημα I του άρθρου 20.
Η πιστοποίηση αυτή αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την περαιτέρω προώθηση της αξιολόγησης των μελετών ασφαλείας από τις αρμόδιες αρχές.
β) Εφόσον στην εγκατάσταση υπάρχουν επικίνδυνες ουσίες που χαρακτηρίζονται ως φυτοπροστατευτικά προϊόντα ή/και λιπάσματα, το Υπουργείο Γεωργίας αποστέλλει στην αδειοδοτούσα αρχή με κοινοποίηση στις ως άνω αρμόδιες αρχές, πιστοποίηση ότι στην μελέτη ασφαλείας συμπεριλαμβάνονται οι εν λόγω επικίνδυνες ουσίες (ποιοτικά και ποσοτικά).
γ) Το Υπουργείο Ανάπτυξης :
i) εξετάζει τη μελέτη ασφαλείας και ειδικότερά την περιλαμβανόμενη σ' αυτήν ανάλυση των κινδύνων ατυχήματος και των προληπτικών μέσων σύμφωνά με το Παράρτημα II (παραγ. IV) του άρθρου 20, ως προς την πληρότητα των σεναρίων, ατυχημάτων και αξιολογεί την αναγκαιότητα ή μη υποβολής από τον ασκούντα την εκμετάλλευση της εγκατάστασης πρόσθετων σεναρίων ατυχημάτων και
ii) γνωστοποιεί εγγράφως στις αρμόδιες αρχές του εδάφιου 1 και στην αδειοδοτούσα αρχή την αναγκαιότητά ή μη υποβολής πρόσθετων σεναρίων. Περαιτέρω τηρείται η ακόλουθη διαδικασία:
γ.1. Σε περίπτωση που διαπιστώνεται πληρότητά των σεναρίων ατυχημάτων, οι κάτωθι αρμόδιες αρχές μέσα σε προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών από την παραλαβή του ως άνω σχετικού εγγράφου του Υπουργείου Ανάπτυξης, προβαίνουν στην αξιολόγηση της μελέτης ασφαλείας και αποστέλλουν στην αδειοδοτούσα αρχή σχετικές γνωμοδοτήσεις για τα στοιχεία της μελέτης ασφαλείας που αναφέρονται σε θέματα αρμοδιότητας τους. Ειδικότερά γιά τά στοιχεία της μελέτης ασφαλείας που αναφέρονται:
Οι ως άνω γνωμοδοτήσεις πρέπει να είναι πλήρεις και σαφείς και να αναφέρονται στη διαπίστωση της πληρότητας της μελέτης ασφαλείας, ώστε να είναι δυνατή η καταχώρησή της σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου Γ του παρόντος άρθρου. Στις γνωμοδοτήσεις αυτές είναι δυνατόν να περιλαμβάνεται και η επιβολή πρόσθετων όρων, καθώς και η πρόβλεψη μέτρων για την πρόληψη ατυχημάτων μεγάλης έκτασης και τον περιορισμό των συ¬νεπειών τους στην Υγεία και την ασφάλεια των ανθρώπων και στο περιβάλλον. Η τήρηση των πρόσθετων αυτών όρων και μέτρων, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας της βιομηχανικής δραστηριότητας.
Αν η προθεσμία των τεσσάρων (4) μηνών παρέλθει άπρακτη για κάποια από τις ως άνω αρμόδιες αρχές, η μελέτη ασφαλείας καταχωρείται χωρίς τη συγκεκριμένη γνωμοδότηση, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου Γ του άρθρου αυτού.
γ.2. Σε περίπτωση που το Υπουργείο Ανάπτυξης διαπιστώνει την αναγκαιότητα υποβολής πρόσθετων σεναρίων ατυχημάτων, αποστέλλει το έγγραφο γνωστοποίησης που προβλέπεται στο εδάφιο 2 (γ) και στον ασκούντα την εκμετάλλευση της εγκατάστασης, τάσσοντας σ' αυτόν εύλογη προθεσμία, προκειμένου να υποβάλλει στην αδειοδοτούσα αρχή τα απαιτούμενα πρόσθετα σενάρια.
Μετά την υποβολή των σεναρίων αυτών, η αδειοδοτούσα αρχή τα αποστέλλει άμεσα στις αρμόδιες αρχές του εδαφίου 1 της παραγράφου αυτής. Στην προκειμένη περίπτωση η τετράμηνη προθεσμία αξιολόγησης της μελέτης ασφαλείας από τις συναρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το εδάφιο 2(γ.1), αρχίζει από την παραλαβή των εν λόγω πρόσθετων σεναρίων ατυχημάτων.
3. Συμπληρωματικά στοιχεία
Σε περίπτωση που κάποια από τις αρμόδιες αρχές του εδαφίου 2 (γ.1), κρίνει ότι απαιτούνται συμπληρωματικά ή διευκρινιστικά στοιχεία, ενημερώνει την αδειοδοτούσα αρχή, με κοινοποίηση στις συναρμόδιες αρχές, υποχρεωτικά μέσα σε ένα (1) μήνα από τη λήψη του εγγράφου που προβλέπεται στο εδάφιο 2 (γ). Στην περίπτωση αυτή η αδειοδοτούσα αρχή αναμένει έως τη λήξη της μηνιαίας προθεσμίας, ώστε να συγκεντρώσει πιθανά σχετικά αιτήματα άλλων Υπουργείων και στη συνέχεια τάσσει εύλογη προθεσμία στον ασκούντο την εκμετάλλευση, προκειμένου να προσκομίσει τα ως άνω απαιτούμενα συμπληρωματικά στοιχεία. Τα στοιχεία αυτά υποβάλλονται από τον ασκούντο την εκμετάλλευση στην αδειοδοτούσα αρχή ενσωματωμένα στην αρχική μελέτη ασφαλείας, σε αριθμό αντιγράφων, σύμφωνα με την παράγραφο Β(εδ.1) του παρόντος άρθρου, η οποία στη συνέχεια τα διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές προς τελική αξιολόγηση και ακολουθείται η διαδικασία του εδαφίου 2(γ.1) της παραγράφου αυτής (Β).
4. Η αδειοδοτούσα αρχή μέσα σε εύλογο χρόνο από την παραλαβή των γνωμοδοτήσεων των συναρμόδιων Υπουργείων επί της μελέτης ασφαλείας και πριν την οριστική καταχώρησή της σύμφωνα με την παράγραφο (Γ)
5. ανακοινώνει στον ασκούντο την εκμετάλλευση τα συμπεράσματά της με βάση τις γνωμοδοτήσεις που της έχουν σταλεί από την εξέταση της μελέτης ασφαλείας, αφού ζητήσει ενδεχομένως συμπληρωματικά στοιχεία σύμφωνα με το εδάφιο 3.
6. απαγορεύει την έναρξη λειτουργίας ή τη συνέχιση της λειτουργίας της εν λόγω εγκατάστασης, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 19 της παρούσας απόφασης.
Γ. Καταχώρηση
1. Η καταχώρηση της μελέτης ασφαλείας γίνεται από την αδειοδοτούσα αρχή, με βάση τις αναφερόμενες στην παράγραφο Β (εδάφιο 2 γ.1) γνωμοδοτήσεις και γνωστοποιείται εγγράφως στον ασκούντο την εκμετάλλευση, με κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο Β(εδ.1).
Η καταχώρηση της μελέτης ασφαλείας γίνεται μέσα σε προθεσμία ενός (1) μήνα, από την παραλαβή και της τελευταίας γνωμοδότησης που έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου Β (εδάφιο 2 γ.1) του παρόντος άρθρου.
2. Η καταχώρηση της μελέτης ασφαλείας δεν συνιστά έγκριση του περιεχομένου της, δεδομένου ότι τα στοιχεία της μελέτης αυτής τελούν υπό διαρκή έλεγχο, συμπλήρωση και βελτίωση, αποτελεί όμως προϋπόθεση για τη χορήγηση της άδειας ίδρυσης ή λειτουργίας της εγκατάστασης.
3. Η καταχώρηση της μελέτης ασφαλείας γίνεται ανεξάρτητα από τον χρόνο ανανέωσης της ως άνω άδειας λειτουργίας. Εάν κατά το στάδιο της καταχώρησης, προ- κύψει η ανάγκη επιβολής στον ασκούντο την εκμετάλλευση πρόσθετων μέτρων ασφάλειας, τα μέτρα αυτά επιβάλλονται με τροποποίηση της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης.
4. Μέσα σε ένα (1) μήνα από την οριστική καταχώρηση της μελέτης ασφαλείας, η αδειοδοτούσα αρχή αποστέλλει από ένα (1) αντίγραφο της μελέτης ασφαλείας: α) στην υπηρεσία Περιβάλλοντος της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, προκειμένου να μεριμνήσει για την ενημέρωση και πληροφόρηση του κοινού, σύμφωνα με το άρθρο 13 και β) στην υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, προκειμένου να μεριμνήσει για την κατάρτιση του ειδικού σχεδίου έκτακτης ανάγκης, σύμφωνα με το άρθρο 9 (παραγ. Γ εδάφιο 2).
Δ. Επανεξέταση της μελέτης ασφαλείας
Η μελέτη ασφαλείας επανεξετάζεται περιοδικά και, εν ανάγκη, ενημερώνεται:
- τουλάχιστον κάθε πέντε (5) χρόνια,
- οποτεδήποτε με πρωτοβουλία του ασκούντος την εκμετάλλευση ή μετά από αίτημα της αδειοδοτούσας αρχής, όταν το δικαιολογούν νέα δεδομένα ή προκειμένου να ληφθούν υπόψη νέες τεχνικές γνώσεις σχετικά με την ασφάλεια, οι οποίες προέρχονται π.χ. από την ανάλυση ατυχημάτων ή, κατά το δυνατόν, «παρ' ολίγον ατυχημάτων» και την εξέλιξη των γνώσεων σχετικά με την εκτίμηση των κινδύνων,
- σε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 11
Τα συμπεράσματα από τις επενεξετάσεις υποβάλλονται από τον ασκούντο την εκμετάλλευση στην αδειοδοτούσα αρχή.
Α. ΓΕΝΙΚΑ
Τα σχέδια έκτακτης ανάγκης επιδιώκουν:
- τον περιορισμό και τη θέση υπό έλεγχο περιστατικών, έτσι ώστε να ελαχιστοποιούνται οι επιπτώσεις τους και να περιορίζονται οι ζημιές που προκαλούνται στον άνθρωπο, στο περιβάλλον και στα αγαθά,
- την εφαρμογή των αναγκαίων μέτρων προστασίας του ανθρώπου και του περιβάλλοντος από τις επιπτώσεις ατυχημάτων μεγάλης έκτασης,
- την ανακοίνωση των αναγκαίων πληροφοριών στο κοινό και στις οικείες Υπηρεσίες ή Αρχές της περιοχής,
- την αποκατάσταση και τον καθαρισμό του περιβάλλοντος κατόπιν ατυχήματος μεγάλης έκτασης.
Τα σχέδια έκτακτης ανάγκης διακρίνονται σε α) εσωτερικά και β) εξωτερικά σχέδια και περιέχουν τις πληροφορίες που παρατίθενται στο παράρτημα IV του άρθρου 20 της παρούσας απόφασης.
Β. Εσωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης
1. Η αδειοδοτούσα αρχή μεριμνά, ώστε για όλες τις εγκαταστάσεις οι οποίες εμπίπτουν στο άρθρο 8:
α) Ο ασκών την εκμετάλλευση, σε συνεργασία με το προσωπικό της εγκατάστασης, να καταρτίζει εσωτερικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης, το οποίο θα συνυποβάλλεται στην αδειοδοτούσα αρχή με τη μελέτη ασφαλείας και θα αναφέρεται στα μέτρα που λαμβάνονται στη εγκατάσταση.
β) Τα εσωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης να επανεξετάζονται, να δοκιμάζονται και ενδεχομένως να αναθεωρούνται και να εκσυγχρονίζονται τουλάχιστον κάθε τρία (3) χρόνια. Η επανεξέταση αυτή λαμβάνει υπόψη τις μετατροπές στις σχετικές εγκαταστάσεις, τις οικείες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, τις νέες τεχνικές γνώσεις και τις γνώσεις όσον αφορά στην αντιμετώπιση μεγάλων ατυχημάτων.
γ) Τα εσωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης να εφαρμόζονται χωρίς καθυστέρηση από τον ασκούντο την εκμετάλλευση και τις εμπλεκόμενες σε αυτά αρμόδιες αρχές, σε περίπτωση:
- μεγάλου ατυχήματος
- ανεξέλεγκτου συμβάντος τέτοιου, ώστε ευλόγως να αναμένεται ότι θα καταλήξει σε μεγάλο ατύχημα.
2) Το Πυροσβεστικό Σώμα μεριμνά για την πραγματοποίηση ασκήσεων ετοιμότητας σε συνεργασία με τον ασκούντο την εκμετάλλευση, για την εφαρμογή και εκ-παίδευση στα εσωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης.
Γ. Εξωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης (Σχέδια Αντιμετώπισης Τεχνολογικών Ατυχημάτων Μεγάλης Εκτασης (Σ.Α.Τ.Α.Μ.Ε.)
1) Γενικό Σχέδιο Εκτακτης Ανάγκης
Το Υπουργείο ΠΕΧΩΔΕ μέσω της Κεντρικής Διεύθυνσης ΠΣΕΑ (Πολιτικού Σχεδιασμού Εκτάκτου Ανάγκης) :μεριμνά για την κατάρτιση ενός γενικού σχεδίου έκτακτης ανάγκης (Γενικό Σ.Α.Τ.Α.Μ.Ε.) για την αντιμετώπιση ατυχήματος μεγάλης έκτασης από δραστηριότητες σχετιζόμενες με επικίνδυνες ουσίες, σε συνεργασία με τα Υπουργεία Ανάπτυξης, Εθνικής Αμυνας, Υγείας και Πρόνοιας, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος και άλλους κατά περίπτωση συναρμόδιους φορείς.
Το σχέδιο αυτό που αναφέρεται στο χώρο έξω από τις εν λόγω εγκαταστάσεις, υπογράφεται από τον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ και κοινοποιείται εν συνεχεία στα ως άνω Υπουργεία και στο Αρχηγείο Πυροσβεστικού Σώματος καθώς και σε όλες τις υπηρεσίες Πολιτικής Προστασίας των Περιφερειών και των Υπηρεσιών Πολιτικής Προστασίας των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων της Χώρας, προ- κειμένου να συνταχθούν τα Ειδικά Σ.Α.Τ.Α.Μ.Ε., όπως προβλέπεται παρακάτω στο εδάφιο 2 της παραγράφου αυτής (Γ). Το Γενικό Σ.Α.Τ.Α.Μ.Ε. αποτελεί προσθήκη στο παράρτημα Α του Γενικού Σχεδίου Πολιτικής Προστασίας «ΞΕΝΟΚΡΑΤΗΣ»
(Β' 12/19.1.1998), που έχει εγκριθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών Δημ.Διοίκησης και Αποκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο τρίτο (παραγ. 10γ) του Ν. 2347/1995) (Α' 221), που τροποποιεί το άρθρο 18 του Ν.2344/1995 (Α'212).
2) Ειδικό Σχέδιο Εκτακτης Ανάγκης:
α) Ο ασκών την εκμετάλλευση παρέχει στην Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης τις αναγκαίες πληροφορίες, ώστε αυτή να διευκολυνθεί στην κατάρτιση του εξωτερικού σχεδίου έκτακτης ανάγκης μέσα στις ακόλουθες προθεσμίες:
- για τις νέες εγκαταστάσεις, πριν από την έναρξη λειτουργίας τους
- για τις υπάρχουσες εγκαταστάσεις που δεν καλύπτονται προηγουμένως από τις ΚΥΑ υπ'αριθμ.18187/272/88 και υπ'αριθ. 77119/4607/1993, το αργότερο ως τις 3/2/2002
- για τις λοιπές εγκαταστάσεις, το αργότερο ως τις 3/2/2001
β) Η Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης μεριμνά ώστε:
γ) Για την εφαρμογή του εξωτερικού σχεδίου έκτακτης ανάγκης, αρμόδια είναι η Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Σε περίπτωση που οι δυνατότητες της Υπηρεσίας αυτής δεν επαρκούν για την καταστολή του ατυχήματος, αρμόδια για την εφαρμογή του εξωτερικού σχεδίου έκτακτης ανάγκης είναι η Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας της οικείας Περιφέρειας. Εάν η έκταση και οι επιπτώσεις του ατυχήματος είναι ανεξέλεγκτες, η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας αξιολογεί, αν το αρμόδιο όργανο αντιμετώπισής του θα είναι το Συντονιστικό Νομαρχιακό Οργανο (ΣΝΟ) ή το Συντονιστικό Διυπουργικό Οργανο (ΣΔΟ).
δ) Η Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης μπορεί, παραθέτοντας τους σχετικούς λόγους, να αποφασίσει μετά από σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας υπηρεσίας Περ/ντος του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ, με βάση τις πληροφορίες της μελέτης ασφαλείας, ότι δεν εφαρμόζεται η παράγραφος Γ (εδ.2α και β) του παρόντος άρθρου σχετικά με την υποχρέωση κατάρτισης εξωτερικού σχεδίου έκτακτης ανάγκης.
1. Η αδειοδοτούσα αρχή, βασιζόμενη στις πληροφορίες που παρέχει ο ασκών την εκμετάλλευση σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 8, καθορίζει τις εγκαταστάσεις ή ομάδες εγκαταστάσεων, όπου η πιθανότητα και η δυνατότητα ή οι συνέπειες μεγάλου ατυχήματος μπορεί να αυξάνονται, λόγω της θέσης και της εγγύτητας αυτών των εγκαταστάσεων και των ειδών και ποσοτήτων επικίνδυνων ουσιών που διαθέτουν.
2. Η αδειοδοτούσα αρχή μεριμνά ώστε για αυτές τις εγκαταστάσεις:
α) Να ανταλλάσσονται καταλλήλως σχετικές πληροφορίες, που επιτρέπουν στις εγκαταστάσεις αυτές να συνεκτιμούν δεόντως τη φύση και έκταση του συνολικού κινδύνου μεγάλου ατυχήματος, στις οικείες πολιτικές πρόληψης σοβαρών ατυχημάτων και στα συστήματα διαχείρισης ασφαλείας, στις μελέτες ασφαλείας (άρθρο 8) που συντάσσουν και στα σχέδια έκτακτης ανάγκης (άρθρο 9 παραγ. Γ)
β) Σε συνεργασία με τις κατά περίπτωση αρμόδιες Νομαρχιακές υπηρεσίες, να παρέχονται σχετικές πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές κατά την εκπόνηση των εξωτερικών σχεδίων έκτακτης ανάγκης (άρθρο 9 παρ.Γ2) και να ενημερώνεται το κοινό (άρθρο 13).
3. Η αδειοδοτούσα αρχή ενημερώνει για όλα τα ανωτέρω τις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 6 (παρ.1).
Σε περίπτωση μετατροπών μιας εγκατάστασης, μονάδας, αποθήκης, διαδικασίας παραγωγής ή της φύσης και των ποσοτήτων επικίνδυνων ουσιών, που μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στους κινδύνους μεγάλου ατυχήματος, ο ασκών την εκμετάλλευση:
Οι αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις για τον χωροταξικό, περιβαλλοντικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, μεριμνούν ώστε οι στόχοι της πρόληψης μεγάλων ατυχημάτων και του περιορισμού των συνεπειών τους να λαμβάνονται υπόψη:
α) Κατά τη κατάρτιση των σχεδίων χρήσεων γης μέσα από τις κείμενες διαδικασίες σχεδιασμού του χώρου, και β) Κατά τη διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Για την υλοποίηση αυτών των στόχων ελέγχεται:
α) Η ίδρυση νέων εγκαταστάσεων.
β) Οι μετατροπές στις υπάρχουσες εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 11.
γ) Τα νέα έργα και οι γενικώτερες δραστηριοτήτες (έργα διευθέτησης του χώρου, χώρων όπου συχνάζει το κοινό, άξονες μεταφοράς, ζώνες κατοικίας κ.λ.π.) που λόγω της θέσης και της γειτνίασης τους με αυτές τις εγκαταστάσεις, ενδέχεται να αυξήσουν τον κίνδυνο μεγάλου ατυχήματος ή να επιδεινώσουν τις συνέπειές του.
Ειδικότερα οι ως άνω αρμόδιες για το σχεδιασμό του χώρου αρχές, μεριμνούν ώστε, αφενός να διατηρούνται μακροπρόθεσμα οι δέουσες αποστάσεις μεταξύ των εγκαταστάσεων που καλύπτονται από τη παρούσα απόφαση και των ζωνών κατοικίας, των έργων ή δραστηριοτήτων που προσελκύουν ή χρησιμοποιούνται από μεγάλο αριθμό ατόμων και των ζωνών που παρουσιάζουν ιδιαίτερο φυσικό ενδιαφέρον ή είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες και αφετέρου για τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις, να λαμβάνονται συμπληρωματικά τεχνικά μέσα, σύμφωνα με το άρθρο 5, ώστε να μην αυξάνονται οι κίνδυνοι για το κοινό.
1. Η Υπηρεσία Περιβάλλοντος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, κάθε φορά που της διαβιβάζεται μελέτη ασφαλείας για εγκατάσταση από την αδειοδοτούσα αρχή, σύμφωνα με το εδάφιο 4 της παραγράφου Γ του άρθρου 8 και το ειδικό Σ.Α.Τ.Α.Μ.Ε. που έχει καταρτισθεί σύμφωνα με την παράγραφο Γ2 του άρθρου 9, αποστέλλει μέσα σε ένα (1) μήνα στο οικείο Νομαρχιακό Συμβούλιο πληροφορίες τουλάχιστον με τα στοιχεία που περιγράφονται στο παράρτημα V του άρθρου 20 της παρούσας απόφασης.
Η συμπλήρωση των στοιχείων αυτών γίνεται σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, καθώς και με εκπρόσωπο της εγκατάστασης.
Οι αναφερόμενες πληροφορίες διαβιβάζονται και στην αρμόδια Κεντρική Δ/νση του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ.
2. Το Νομαρχιακό Συμβούλιο μεριμνά:
3. Οι πληροφορίες, οι οποίες περιέχουν τουλάχιστον τα στοιχεία που περιγράφονται στο Παράρτημα V του άρθρου 20, επανεξετάζονται ανά τριετία από την Υπηρεσία Περιβάλλοντος της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης και, εάν απαιτείται, ανανεώνονται και ενημερώνονται, τουλάχιστον σε περίπτωση μετατροπής της εγκατάστασης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 11. Οι πληροφορίες βρίσκονται μόνιμα στη διάθεση του κοινού. Το μέγιστο χρονικό διάστημα μεταξύ δυο ανανεώσεων της πληροφόρησης του κοινού δεν υπερβαίνει τα πέντε χρόνια.
4. Οταν μία εγκατάσταση, για την οποία έχει υποβληθεί η προβλεπόμενη στο άρθρο 8 μελέτη ασφαλείας περικλείει κινδύνους ατυχημάτων μεγάλης έκτασης με διασυνοριακές επιπτώσεις στον άνθρωπο και στο περιβάλλον, ομόρων με την Ελλάδα Κρατών Μελών της Ε.Ε., οι Ελληνικές αρχές πραγματοποιούν διαβουλεύσεις με το όμορο Κράτος Μέλος, στο πλαίσιο των διμερών σχέσεών τους, ως προς τα μέτρα που λαμβάνονται και από τις δύο πλευρές για την πρόληψη των ατυχημάτων αυτών, καθώς για τον περιορισμό των συνεπειών τους στον άνθρωπο και στο περιβάλλον. Σε περίπτωση νέων εγκαταστάσεων οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται πριν από την ανάλη¬ψη αυτών των δραστηριοτήτων.
Στα πλαίσια πραγματοποίησης των ως άνω διαβουλεύσεων, οι Ελληνικές αρχές κοινοποιούν προς το άνω όμορο Κράτος Μέλος, τις απαραίτητες πληροφορίες που του έχουν παρασχεθεί. Αντίστοιχα σε περίπτωση που η εγκατάσταση βρίσκεται στο έδαφος του όμορου Κράτους Μέλους, το ΥΠΕΧΩΔΕ παραλαμβάνει τις απαραίτητες πληροφορίες από το όμορο Κράτος Μέλος.
5. Οταν μια εγκατάσταση ευρισκόμενη κοντά στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, δεν δημιουργεί κίνδυνο μεγάλου ατυχήματος πέραν της περιμέτρου της και δεν απαιτείται εξωτερικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης σύμφωνα με το άρθρο 9 (παράγραφος Γ2 γ), η αδειοδοτούσα αρχή ενημερώνει σχετικά το άλλο κράτος μέλος.
6. Η αδειοδοτούσα αρχή μεριμνά ώστε η μελέτη ασφαλείας να δημοσιοποιείται. Ο ασκών την εκμετάλλευση μπορεί να ζητά από την αδειοδοτούσα αρχή να μη δημοσιοποιούνται ορισμένα μέρη της έκθεσης, για λόγους βιομηχανικού, εμπορικού ή προσωπικού απορρήτου, όπως αυτό προσδιορίζεται από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, καθώς επίσης και για λόγους δημόσιας ασφάλειας ή εθνικής άμυνας. Στις περιπτώσεις αυτές, και κατόπιν συμφωνίας της αδειοδοτούσας αρχής, ο ασκών την εκμετάλλευση παρέχει στην αρχή, και διαθέτει στο κοινό, μια τροποποιημένη μελέτη ασφαλείας χωρίς τα μέρη αυτά.
7. Η αδειοδοτούσα αρχή μεριμνά, ώστε το κοινό να μπορεί να δίδει τη γνώμη του στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- στον σχεδιασμό για νέες εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 8,
- στην μετατροπή υφιστάμενων εγκαταστάσεων κατά την έννοια του άρθρου 11, όταν οι προβλεπόμενες μετατροπές υπόκεινται στις χωροταξικές απαιτήσεις της παρούσας απόφασης,
- στην διαρρύθμιση των χώρων γύρω από τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις .
8. Στην περίπτωση εγκαταστάσεων που εμπίπτουν στο άρθρο 8, η Υπηρεσία Περιβάλλοντος της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης μεριμνά, ώστε να τίθεται στη διάθεση του κοινού ο κατάλογος των επικίνδυνων ουσιών, που προβλέπεται στο άρθρο 8, (παράγραφος 2).
1. Ο ασκών την εκμετάλλευση ύστερα από ένα μεγάλο ατύχημα, ενημερώνει άμεσα την αδειοδοτούσα αρχή και μεριμνά ώστε να παρέχει σ'αυτήν μέσα σε χρονικό διάστημα ενός (1) μήνα:
α) Πληροφορίες σχετικά με:
- τις περιστάσεις του ατυχήματος
- τις ενεχόμενες επικίνδυνες ουσίες,
- τα διαθέσιμα στοιχεία για την εκτίμηση των επιπτώσεων του ατυχήματος για τον άνθρωπο και το περιβάλλον και
- τα ληφθέντα μέτρα έκτακτης ανάγκης
β) Ενημέρωση για τα προβλεπόμενα μέτρα σχετικά με:
- την αντιμετώπιση των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων επιπτώσεων του ατυχήματος,
- την αποφυγή επανάληψης τέτοιου ατυχήματος,
γ) να ενημερώσει τις παρεχόμενες πληροφορίες, εάν μια διεξοδικότερη έρευνα αποκαλύψει πρόσθετα στοιχεία, τα οποία μεταβάλλουν τις πληροφορίες αυτές ή τα σχετικά συμπεράσματα
2. Παράλληλα η Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης σε συνεργασία με τις Υπηρεσίες Περιβάλλοντος, Βιομηχανίας, Υγείας της εν λόγω Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης και την Τοπική Πυροσβεστική Υπηρεσία και την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων:
3. εξασφαλίζει, μετά από κοινή εισήγηση των υπηρεσιών αυτών, τη λήψη:
i) των επειγόντων μέτρων που προβλέπονται στα σχέδια έκτακτης ανάγκης τα οποία καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 9 (παραγ.Γ) της παρούσας απόφασης, συνεκτιμώντας και το ενδεχόμενο των πολλαπλασιαστικών φαινομένων (φαινόμενο domino) καθώς και
ii) των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων που κρίνονται απαραίτητα για τον περιορισμό των επιπτώσεων του ατυχήματος και την αποφυγή επανάληψής του
iii) ενημερώνει τον ή τους ΟΤΑ της περιοχής όπου συνέβη το ατύχημα
3. Αρμόδιος υπάλληλος του Υπουργείου Ανάπτυξης ή και άλλου συναρμόδιου Υπουργείου ή των αντίστοιχων Περιφερειακών υπηρεσιών, ή των αρμοδίων υπηρεσιών της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, παρακολουθεί τις ενέργειες καταστολής του ατυχήματος μέσα στο χώρο της βιομηχανικής εγκατάστασης και ενημερώνει συνεχώς τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας μέσω της υπηρεσίας Πολιτικής Προστασίας της εν λόγω Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Η αδειοδοτούσα αρχή, σε συνεργασία με λοιπές συναρμόδιες αρχές (Υπουργεία και Υπηρεσίες της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης) κατά περίπτωση:
α) Συλλέγει, μέσω επιθεωρήσεων, ερευνών ή άλλως, τις απαραίτητες πληροφορίες για την πλήρη ανάλυση των τεχνικών, οργανωτικών και διαχειριστικών πτυχών του με-γάλου ατυχήματος.
β) Προβαίνει στις ενδεδειγμένες ενέργειες, ώστε να εξασφαλίζει ότι ο ασκών την εκμετάλλευση λαμβάνει τα απαιτούμενα θεραπευτικά μέτρα και
γ) Διατυπώνει συστάσεις για μελλοντικά προληπτικά μέτρα.
4. Μετά την καταστολή του ατυχήματος μεγάλης έκτασης, η αδειοδοτούσα αρχή μετά από γνώμη των υπηρεσιών Περιβάλλοντος, Υγείας, και Πολιτικής Προστασίας της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης καθώς και της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων είναι δυνατόν να απαγορεύει την επαναλειτουργία της εγκατάστασης.
1. Το ΥΠΕΧΩΔΕ ενημερώνει την Επιτροπή των Ε.Κ., το συντομότερο δυνατό, σχετικά με τα μεγάλα ατυχήματα που συνέβησαν στην Ελλάδα και πληρούν τα κριτήρια του παραρτήματος IV του άρθρου 20 και της παρέχει τις ακόλουθες διευκρινίσεις:
α) Τα κράτος μέλος, την ονομασία και τη διεύθυνση της αρχής που είναι υπεύθυνη για την έκθεση.
β) Την ημερομηνία, την ώρα και τον τόπο του μεγάλου ατυχήματος, μαζί με το πλήρες ονοματεπώνυμο του ασκούντος την εκμετάλλευση και τη διεύθυνση της συγκεκριμένης εγκατάστασης.
γ) Σύντομη περιγραφή των περιστάσεων του ατυχήματος, με μνεία των ενεχόμενων επικινδύνων ουσιών, και των άμεσων επιπτώσεων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον.
δ) Σύντομη περιγραφή των ληφθέντων μέτρων έκτακτης ανάγκης και των απαραίτητων αμέσων προφυλάξεων για την αποφυγή επανάληψης του ατυχήματος.
2. Μετά τη συλλογή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 14, το ΥΠΕΧΩΔΕ ενημερώνει την Επιτροπή των Ε.Κ. για τα αποτελέσματα της ανάλυσής τους και διατυπώνει συστάσεις, χρησιμοποιώντας ένα έντυπο το οποίο καταρτίζεται από την Επιτροπή των Ε.Κ.
Το ΥΠΕΧΩΔΕ μπορεί να καθυστερήσει την κοινοποίηση των πληροφοριών αυτών, μόνον για να επιτρέψει να περατωθούν δικαστικές διαδικασίες, όταν η κοινοποίηση εν-δέχεται να επηρεάσει τις διαδικασίες αυτές.
3. Το ΥΠΕΧΩΔΕ γνωστοποιεί στην Επιτροπή των Ε.Κ κατάλογο εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι είναι σε θέση να συμβουλεύσουν τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών, πού πρέπει να επέμβουν σε περίπτωση μεγάλου ατυχήματος.
1. Η αδειοδοτούσα αρχή οργανώνει, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες αρχές, σύστημα επιθεωρήσεων ή άλλων μέτρων ελέγχου ανάλογα με τον τύπο της εγκατάστασης. Αυτές οι επιθεωρήσεις ή τα μέτρα ελέγχου δεν εξαρτώνται από την παραλαβή της μελέτης ασφαλείας, ή άλλων υποβαλλόμενων στοιχείων και πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να επιτρέπουν οργανωμένη και συστηματική εξέταση των τεχνικών, οργανωτικών και διαχειριστικών συστημάτων της εγκατάστασης ώστε:
- Ο ασκών την εκμετάλλευση να μπορεί να αποδείξει ότι, για τις δραστηριότητες της εγκατάστασης, έχει λάβει τα ενδεδειγμένα μέτρα για την πρόληψη κάθε μεγάλου ατυχήματος.
- Ο ασκών την εκμετάλλευση να μπορεί να αποδείξει, ότι έχει προβλέψει ενδεδειγμένα μέσα για τον περιορισμό των συνεπειών μεγάλων ατυχημάτων εντός και εκτός της εγκατάστασης του.
- Τα δεδομένα και οι πληροφορίες που περιέχει η μελέτη ασφαλείας ή άλλα υποβαλλόμενα στοιχεία, να αντικατοπτρίζουν πιστά την κατάσταση στην εγκατάσταση.
- Να παρέχονται στο κοινό οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1.
2. Το σύστημα των επιθεωρήσεων προβλέπει:
α. Την κατάρτιση από την αδειοδοτούσα αρχή προγράμματος επιθεωρήσεων για όλες τις εγκαταστάσεις. Το πρόγραμμα πρέπει να προβλέπει μια επιτόπια επιθεώρηση καθε 12 μήνες, σε κάθε εγκατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 8, εκτός εάν η αδειοδοτούσα αρχή έχει καθορίσει πρόγραμμα επιθεωρήσεων κατόπιν συστηματικής εκτίμησης των κινδύνων μεγάλου ατυχήματος στην εγκατάσταση, λαμβάνοντας υπόψη την επικινδυνότητα της εγκατάστασης, στοιχεία και πληροφορίες από προηγούμενους ελέγχους ή επιθεωρήσεις ή ενδεχομένως μετατροπές στην εγκατάσταση. Στο πρόγραμμα επιθεωρήσεων περιλαμβάνονται εκτός των άλλων και:
i) Έλεγχοι στον ασκούντα την εκμετάλλευση που αναφέρονται στην επανεξέταση και ενημέρωση από αυτόν με νέα στοιχεία των πληροφοριών που έχουν δοθεί στο κοινό, καθώς και των εσωτερικών και εξωτερικών σχεδίων έκτακτης ανάγκης.
ii) Παρακολούθηση των συμπερασμάτων των επιθεωρήσεων, ώστε να επιβεβαιώνεται ότι οι προτεινόμενες ενέργειες εκτελούνται από τον ασκούντα την εκμετάλλευση της εγκατάστασης.
iii) Έλεγχοι των τηρούμενων από την επιχείρηση στοιχείων, που αναφέρονται σε ελέγχους της εγκατάστασης, εκπαίδευση προσωπικού κ.λπ.
β. Την σύνταξη εκθέσεως, η οποία κοινοποιείται από την αδειοδοτούσα αρχή σε όλες τις συναρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 6 (παραγ.1). Η έκθεση αυτή περιέχει εκτός των άλλων και:
iv) το σκοπό της επιθεώρησης των επιλεγμένων εγκαταστάσεων
v) τα συμπεράσματα για την εκτίμηση των συστημάτων της εγκατάστασης που επιθεωρήθηκαν
vi) το σχέδιο ενεργειών που συμφωνήθηκε με τον ασκούντα την εκμετάλλευση της εγκατάστασης και
vii) τα συμπεράσματα για ενέργειες που θα ακολουθήσουν
γ. Εφόσον κρίνεται αναγκαίο, την παρακολούθηση κάθε επιθεώρησης που διενεργείται από την αδειοδοτούσα αρχή, και από τον ασκούντα την εκμετάλλευση της εγκατάστασης.
3. Οι επιθεωρήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1, διενεργούνται από την αδειοδοτούσα αρχή σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Υπηρεσίες της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και εκπροσώπου της Τοπικής Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και αν απαιτείται με εκπροσώπους των αρμόδιων Υπουργείων και του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος.
Για τη διενέργεια των επιθεωρήσεων, η αδειοδοτούσα αρχή είναι δυνατόν να συνεργάζεται με εμπειρογνώμονες της ημεδαπής και αλλοδαπής, με εξειδικευμένες γνώσεις σε θέματα ασφάλειας των εγκαταστάσεων.
4. Η αδειοδοτούσα αρχή μπορεί να ζητά από τον ασκούντα την εκμετάλλευση όλες τις συμπληρωματικές πληροφορίες που είναι αναγκαίες, για να εκτιμήσει σωστά την πιθανότητα μεγάλου ατυχήματος, να προσδιορίσει την ενδεχόμενη αυξημένη πιθανότητα ή/και τις ενδεχόμενες βαρύτατες συνέπειες μεγάλων ατυχημάτων, να καταστεί δυνατή η κατάρτιση εξωτερικού σχεδίου έκτακτης ανάγκης, και να ληφθούν υπόψη οι ουσίες, που ως εκ της φυσικής μορφής, των ιδιαίτερων συνθηκών ή της θέσης τους, μπορούν να απαιτούν ειδική προσοχή.
5. Τα αποτελέσματα και συμπεράσματα των επιθεωρήσεων κοινοποιούνται και στο προσωπικό της εγκατάστασης.
6. Είναι δυνατόν οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 6 (παρ.1), να διενεργούν τακτικούς και εκτάκτους ελέγχους στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους, σύμφωνα με την παρούσα απόφαση.
7. Ο ασκών την εκμετάλλευση διενεργεί τακτικούς και εκτάκτους ελέγχους με εκπροσώπους του προσωπικού της εγκατάστασης, για τη διαπίστωση της τήρησης των οριζομένων στις διατάξεις της παρούσας απόφασης.
8. Πριν από την έναρξη λειτουργίας της εγκατάστασης, πραγματοποιείται έλεγχος από την αδειοδοτούσα αρχή προκειμένου να διαπιστωθεί, αν τηρούνται οι διατάξεις της παρούσας απόφασης. Τα αποτελέσματα του ελέγχου αυτού κοινοποιούνται εγγράφως στον ενδιαφερόμενο. Καμία εγκατάσταση δεν μπορεί να αρχίσει την λειτουργία της, εάν προηγουμένως δεν λάβει ο ασκών την εκμετάλλευσή της θετικό πόρισμα από τον διενεργηθέντα έλεγχο.
Το ΥΠΕΧΩΔΕ ορίζεται ως αρμόδιος φορέας:
1. Για την εκπροσώπηση της χώρας στην Επιτροπή των Ε.Κ.
2. Για την ενημέρωση της Επιτροπής των Ε.Κ. σχετικά με τις κτηθείσες εμπειρίες στον τομέα της πρόληψης ατυχημάτων μεγάλης έκτασης και του περιορισμού των συνεπειών τους. Οι πληροφορίες αυτές αναφέρονται κυρίως στη λειτουργικότητα των μέτρων που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση.
3. Για την ενημέρωση από την Επιτροπή των Ε.Κ για τα ατυχήματα μεγάλης έκτασης τα οποία συνέβησαν στην επικράτεια των κρατών μελών, με στόχο:
α) Την ταχεία διάδοση, προς όλες τις συναρμόδιες αρχές, των πληροφοριών που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1.
β) Τη γνωστοποίηση προς όλες τις συναρμόδιες αρχές της ανάλυσης των αιτίων των μεγάλων ατυχημάτων και των σχετικών διδαγμάτων που έχουν συναχθεί.
γ) Την ενημέρωση των συναρμόδιων αρχών σχετικά με τα προληπτικά μέτρα που έχουν ληφθεί.
δ) Την παροχή πληροφοριών σχετικά με τους εμπειρογνώμονες που είναι σε θέση να παράσχουν συμβουλές ή πληροφορίες, σχετικά με την πραγματοποίηση, την πρόληψη και τον περιορισμό των συνεπειών μεγάλων ατυχημάτων.
Το σύστημα πληροφόρησης περιλαμβάνει τουλάχιστον:
α) Τις πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη προς την Επιτροπή των Ε.Κ σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1.
β) Την ανάλυση των αιτίων των ατυχημάτων.
γ) Τη γνώση και την απόκτηση εμπειρίας που αποκομίσθηκαν από τα ατυχήματα.
δ) Τα προληπτικά μέτρα που απαιτούνται για να μη συμβεί και άλλο ατύχημα.
Με την επιφύλαξη του άρθρου 18, η πρόσβαση στο σύστημα πληροφοριών είναι ελεύθερη για όλες τις αρμόδιες αρχές, τις βιομηχανικές και εμπορικές ενώσεις, τα συνδικάτα, τους μη κυβερνητικούς οργανισμούς που ασχολούνται με την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και για τους άλλους διεθνείς ή ερευνητικούς οργανισμούς που αναπτύσσουν δραστηριότητες στον εν λόγω τομέα.
4. Για την υποβολή κάθε τρία χρόνια στην Επιτροπή των Ε.Κ. έκθεσης για τις εγκαταστάσεις που προβλέπονται στα άρθρα 6 και 8, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στις κείμενες διατάξεις για την τυποποίηση και τον εξορθολογισμό των εκθέσεων, που αφορούν στην εφαρμογή ορισμένων οδηγιών για το περιβάλλον.
5. Για τη συγκρότηση επιτροπής από εκπροσώπους των συναρμοδίων αρχών και την σύγκλησή της όταν κάποια από τις συναρμόδιες αρχές το ζητήσει. Η επιτροπή έχει ως έργο την εκπόνηση γνωμοδοτήσεων, εισηγήσεων προς τους συναρμόδιους Υπουργούς για την επίλυση και την από κοινού αντιμετώπιση θεμάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.
1. Οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται κατ' εφαρμογή της παρούσας απόφασης, είναι στη διάθεση κάθε αιτούντος φυσικού ή νομικού προσώπου. Ορισμένες πληροφορίες εξ αυτών μπορούν να τηρούνται εμπιστευτικές, εάν είναι δυνατόν να θίξουν:
- την εμπιστευτικότητα των συζητήσεων των αρμόδιων αρχών της Ελλάδας με την Επιτροπή των Ε.Κ.
- την εμπιστευτικότητα των διεθνών σχέσεων και της εθνικής άμυνας
- τη δημόσια ασφάλεια,
- το απόρρητο της ανάκρισης ή άλλης εν εξελίξει δικαστικής διαδικασίας
- το εμπορικό ή βιομηχανικό απόρρητο, συμπεριλαμβανομένης της πνευματικής ιδιοκτησίας
- τα στοιχεία ή/και τα αρχεία που αφορούν την ιδιωτική ζωή
- τα στοιχεία που παρέχονται από τρίτο, εφόσον αυτός ζητά να παραμείνουν εμπιστευτικά.
2. Η παρούσα απόφαση δεν εμποδίζει τη σύναψη, μεταξύ της Ελλάδας και τρίτων χωρών, συμφωνιών σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών τις οποίες διαθέτουν σε εσωτερικό επίπεδο.
Α. Η αδειοδοτούσα αρχή απαγορεύει τη λειτουργία ή την έναρξη λειτουργίας μιας εγκατάστασης, μονάδας ή αποθήκης, ή τμήματός τους, εάν τα μέτρα που έλαβε ο ασκών την εκμετάλλευση, με σκοπό την πρόληψη ή μείωση των κινδύνων μεγάλου ατυχήματος, είναι σαφώς ανεπαρκή.
Η αδειοδοτούσα αρχή είναι δυνατόν να επιβάλλει τις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 17 του Ν. 2516/97 (ΦΕΚ 159/Α), για παραβίαση των όρων ή περιορισμών που τίθενται στις άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας μιάς εγκατάστασης, μονάδας, αποθήκης ή τμήματος τους, εάν ο ασκών την εκμετάλλευση δεν έχει υποβάλει εμπροθέσμως την κοινοποίηση, τη μελέτη ασφαλείας ή άλλα στοιχεία και πληροφορίες που απαιτούνται βάσει της παρούσας απόφασης.
Β. Κατά τα λοιπά σε όποιον γίνεται αίτιος παραβίασης των διατάξεων της παρούσας απόφασης με πράξη ή παράλειψη, επιβάλλονται οι αστικές, ποινικές και διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 28, 29 και 30 του Ν. 1650/1986, όπως το τελευταίο άρθρο τροποποιήθηκε με το άρθρο 98 (παρ.12) του Ν.1892/1990..
Γ. Οι κυρώσεις που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους, επιβάλλονται ανεξάρτητα από τις κυρώσεις που προβλέπονται σε άλλες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας όπως, σε σχετικές διατάξεις του Α.Ν. 2580/1940 «περί υγειονομικών διατάξεων» (237 Α') ή του Ν. 1568/1985 όπως ισχύουν.
ΕIΣΑΓΩΓΗ
1. Το παρόν παράρτημα αφορά την παρουσία επικίνδυνων ουσιών σε οιαδήποτε μονάδα, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 της παρούσας και προσδιορίζει τα της εφαρμογής των σχετικών άρθρων.
2. Τα μείγματα και τα παρασκευάσματα αντιμετωπίζονται όπως οι καθαρές ουσίες, υπό τον όρο ότι παραμένουν μέσα στα όρια συγκέντρωσης τα οποία καθορίζονται, ανάλογα με τις ιδιότητές τους στις διατάξεις της κείμενες νομοθεσίας για την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών και παρασκευασμάτων ή τις τελευταίες προσαρμογές τους στην τεχνική πρόοδο, εκτός αν δίδεται ειδικά ποσοστιαία σύνθεση ή άλλη περιγραφή.
3. Οι οριακές ποσότητες που ορίζονται κατωτέρω αναφέρονται σε καθεμία μονάδα.
4. Οι ποσότητες που πρέπει να ληφθούν υπόψη για την εφαρμογή των σχετικών άρθρων είναι σε μέγιστες ποσότητες οι οποίες ευρίσκονται ή μπορεί να ευρεθούν σ’ έναν τόπο καθ’ οιαδήποτε στιγμή. Οι επικίνδυνες ουσίες που υπάρχουν σε μια μονάδα μόνο σε ποσότητες το πολύ ίσες προς το 2 % της σχετικής οριακής ποσότητας δεν λαμδάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της συνολικής υπάρχουσας ποσότητας εφόσον ευρίσκονται σε τέτοιο σημείο της μονάδας, ώστε να μην μπορούν να αποτελέσουν το έναυσμα μεγάλου ατυχήματος σε άλλο. σημείο του τόπου.
5. Οι κανόνες που αναφέρονται στο μέρος 2 σημείωση 4, που διέπουν την πρόσθεση επικινδύνων ουσιών ή κατηγοριών επικινδύνων ουσιών, ισχύουν όπου ενδείκνυται.
Όταν μια ουσία ή ομάδα ουσιών που αναγράφεται στο μέρος 1 εμπίπτει επίσης σε κατηγορία του μέρους 2, οφείλουν να λαμβάνονται υπόψη οι οριακές ποσότητες του μέρους 1.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Νιτρικό αμμώνιο (350/2500)
Ισχύει για νιτρικό αμμώνιο και μείγματα που περιέχουν νιτρικό αμμώνιο, στα οποία η περιεκτικότητα σε άζωτο που προκύπτει από το νιτρικό αμμώνιο είναι μεγαλύτερη από 28 % κατά βάρος (πλην εκείνων που καλύπτονται από τη σημείωση 2), και για υδατικά διαλύματα νιτρικού αμμωνίου, στα οποία η συγκέντρωση νιτρικού αμμωνίου είναι μεγαλύτερη από 90% κατά βάρος.
2. Νιτρικό αμμώνιο (1250/5000)
Ισχύει για απλά λιπάσματα με βάση το νιτρικό αμμώνιο, τα οποία πληρούν τους όρους της κείμενης σχετικής νομοθεσίας και για σύνθετα λιπάσματα, στα οποία η περιεκτικότητα σε άζωτο που προκύπτει από το νιτρικό αμμώνιο είναι μεγαλύτερη από 28 % κατά βάρος (ένα σύνθετο λίπασμα περιέχει νιτρικό αμμώνιο μαζί με φωσφορικά άλατα ή/και ανα8ρακικό κάλιο).
3. Πολυχλωροδιβενζοφουράνια και πολυχλωροδιβενζοδιοξίνες
Οι ποσότητες πολυχλωροδιβενζοφουρανίων και πολυχλωροδιδενζοδιοξινών υπολογίζονται με τους ακόλουθους στα8μιστικούς συντελεστές:
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Οι ουσίες και τα παρασκευάσματα ταξιομούνται σύμφωνα με τις υπ’ αριθ. 378/1994 (Β/ 705) και 1197/1989 (Β' 567) αποφάσεις του Ανωτάτου Χημικού Συμβουλίου όπως ισχύουν, με τις οποίες ενσωματώνονται στην Εθνική Νομοθεσία οι ακόλουθες Κοινοτικές οδηγίες.
- οδηγία 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27 Ιουνίου 1967, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικινδύνων ουσιών όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 93/10/ΕΟΚ.
- οδηγία 88/379/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 7 Ιουνίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικινδύνων παρασκευασμάτων.
- οδηγία 78/631/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1978, για την προσέγγιση της νομοθεσίας των κρατών μελών σχετικά με την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικινδύνων παρασκευασμάτων (παρασιτοκτόνων) όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/32 Ε.Ο.Κ.
Στην περίπτωση ουσιών και παρασκευασμάτων που δεν έχουν ταξινομηθεί ως επικίνδυνα με βάση τις ανωτέρω αποφάσεις του Α.Χ.Σ., αλλά που εντούτοις υπάρχουν, ή ενδέχεται να υπάρχουν, σε μια μονάδα και που εμφανίζουν, ή ενδέχεται να εμφανίσουν, υπό τις συνθήκες που επικρατούν στη μονάδα, ισοδύναμες ιδιότητες όσον αφορά τη δυνατότητα πρόκλησης μεγάλων ατυχημάτων, τηρούνται οι διαδικασίες για προσωρινή ταξινόμηση σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των αποφάσεων αυτών.
Στην περίπτωση ουσιών και παρασκευασμάτων με ιδιότητες που επιτρέπουν ταξινόμηση σε περισσότερες της μιας κατηγορίες για τους σκοπούς της παρούσας ισχύουν τα χαμηλότερα όρια.
Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης καταρτίζεται, ενημερώνεται τακτικά και εγκρίνεται, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 22 της οδηγίας 96/82/ΕΚ που παρέχει πληροφορίες για τις ουσίες και τα παρασκευάσματα.
2. Ως «εκρηκτικά» νοούνται:
α) i) οι ουσίες ή τα παρασκευάσματα που δημιουργούν κίνδυνο έκρηξης με την κρούση, την τριβή, τη φωτιά ή άλλες πηγές ανάφλεξης (φράση κινδύνου R 2).
ii) πυροτεχνικές ουσίες είναι οι ουσίες (ή τα μείγματα ουσιών) που προορίζονται να, παράγουν θερμικό φωτεινό, ηχητικό, αεριώδες ή καπνογόνο αποτέλεσμα ή συνδυασμό τέτοιων αποτελεσμάτων, μέσω μη εκρηκτικών, αυτοσυντηρούμενων και εξώθερμων χημικών αντιδράσεων, ή
iii) Οι εκρήξεις ή πυροτεχνικές ουσίες ή παρασκευάσματα που περιέχονται σε αντικείμενα.
β) Οι ουσίες ή παρασκευάσματα που δημιουργούν με-γάλους κινδύνους έκρηξης με την κρούση, την τριβή, τη φωτιά ή άλλες πηγές ανάφλεξης (φράση κιδνύνου R 3).
3. Ως «εύφλεκτες», «πολύ εύφλεκτες» και «εξαιρετικά εύφλεκτες» ουσίες (κατηγορίες 6, 7 και 8) νοούνται:
α) εύφλεκτα υγρά:
ουσίες και παρασκευάσματα που έχουν σημείο ανάφλεξης ίσο ή μεγαλύτερο από 210C και μικρότερο ή ίσο προς 55 0C (φράση κινδύνου R 10) και συντηρούν την καύση.
β) πολύ εύφλεκτα υγρά:
1. - Ουσίες και παρασκευάσματα που μπορεί να θερμανθούν και, τελικά, να αναφλέγουν σε επαφή με τον αέρα σε θερμοκρασία περιβάλλοντος χωρίς παροχή ενέργειας (φράση κινδύνου R 17).
- Ουσίες που έχουν σημείο ανάφλεξης κατώτερο από 55 ώθ και που παραμένουν σε υγρά κατάσταση υπό πίεση, στις περιπτώσεις όπου ιδιαίτερες συνθήκες επεξεργασίας, όπως υψηλή πίεση και υψηλή θερμοκρασία μπορεί να προκαλέσουν κινδύνους μεγάλου ατυχήματος.
2. Ουσίες και παρασκευάσματα με σημείο ανάφλεξης κατώτερο από 21 0C και που δεν είναι εξαιρετικά εύφλεκτες (φράση κινδύνου R 11 δεύτερη περίπτωση).
γ) Εξαιρετικά εύφλεκτα αέρια και υγρά:
1. υγρές ουσίες και παρασκευάσματα που έχουν σημείο ανάφλεξης από 00C και των οποίων το σημείο βρασμού (ή, στην περίπτωση κλίμακας θερμοκρασιών βρασμού, το αρχικό σημείο βρασμού) είναι, υπό κανονική πίεση, μικρότερο ή ίσο προς 35 0C, (φράση κινδύνου R 12 πρώτη περίπτωση), και
2. Αέριες ουσίες και παρασκευάσματα που είναι εύφλεκτα σε επαφή με τον αέρα σε θερμοκρασία και πίεση περιβάλλοντος (φράση κινδύνου R 12 δεύτερη περίπτωση), είτε διατηρούνται σε αέρια ή υγρά κατάσταση υπό πίεση, είτε όχι, εξαιρουμένων των εξαιρετικά εύφλεκτων υγροποιημένων αερίων (συμπεριλαμβανομένου του υγραερίου) και του φυσικού αερίου για τα οποία γίνεται λόγος στο μέρος 1, και
3. Υγρές ουσίες και παρασκευάσματα που διατηρούνται σε θερμοκρασία υψηλότερη από το σημείο βρασμού τους.
4. Το άθροισμα επικινδύνων ουσιών, για να προσδιορισθεί η ποσότητα που υπάρχει σε μια μονάδα, υπολογίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο κανόνα:
εάν το άθροισμα είναι:
qi/Q + q2/Q + q3/Q + q</Q + qi/Q + > 1.
όπου qx = η υπάρχουσα ποσότητα της επικίνδυνης ουσίας x (ή κατηγορίας επικίνδυνων ουσιών) που εμπίπτει στα μέρη 1 και 2 του παρόντος παραρτήματος,
Q = η σχετική οριακή ποσότητα που αναφέρουν τα μέρη 1 και 2,
τότε η μονάδα καλύπτεται από τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας απόφασης.
Ο κανόνας αυτός εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Για ουσίες και παρασκευάσματα που περιλαμβάνονται στο μέρος 1 και υπάρχουν σε ποσότητες μικρότερες από τις προβλεπόμενες για την καθεμία οριακές ποσότητες, μαζί με ουσίες του μέρους 2 που υπάγονται στην ίδια κατηγορία, καθώς και για την πρόσθεση ουσιών και παρασκευασμάτων του μέρους 2 που υπάγονται στην ίδια κατηγορία.
β) Για την πρόσθεση των κατηγοριών 1,2 και 9, που συνυπάρχουν στην ίδια μονάδα.
γ) Για την πρόσθεση των κατηγοριών 3, 4, 5, 6, 7α, 7δ και 8, που συνυπάρχουν στην ίδια μονάδα.
Ι. Πληροφορίες σχετικά με το σύστημα διαχείρισης και οργάνωσης της μονάδας για την πρόληψη των μεγάλων ατυχημάτων
Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να καλύπτουν τα στοιχεία που περιέχονται στο παράρτημα III.
II. Παρουσίαση του περιβάλλοντος της μονάδας
Α. Περιγραφή του τόπου και του περιβάλλοντος του, στην οποία συμπεριλαμβάνονται η γεωγραφική θέση της μονάδας, τα μετεωρολογικά, γεωλογικά και υδρογραφικά στοιχεία, και ενδεχομένως το ιστορικό.
Β. Προσδιορισμός των εγκαταστάσεων και άλλων δραστηριοτήτων της μονάδας που ενδέχεται να εγκλείουν κίνδυνο μεγάλου ατυχήματος.
Γ. Περιγραφή των περιοχών όπου μπορεί να συμβεί μεγάλο ατύχημα.
III. Περιγραφή της εγκατάστασης
Α. Περιγραφή των κυριότερων δραστηριοτήτων και παραγομένων προϊόντων, των μερών της μονάδας που έχουν σημασία από την άποψη της ασφαλείας, των πηγών κινδύνων μεγάλου ατυχήματος και των συνθηκών υπό τις οποίες 8α μπορούσε να επισυμβεί το εν λόγω μεγάλο ατύχημα, συνοδευόμενη από περιγραφή των ληφθέντων προληπτικών μέτρων.
Β. Περιγραφή των διαδικασιών παραγωγής, ιδίως δε των μεθόδων λειτουργίας.
Γ. Περιγραφή των επικίνδυνων ουσιών, και δη:
1. Απογραφή των επικίνδυνων ουσιών, με αναγραφή:
- της ταυτότητας τους: χημική ονομασία, αριθμός CAS, όνομα σύμφωνα με την ονομασία IUPAC,
- της μέγισης ποσότητας της ουσίας ή των ουσιών που υπάρχουν ή που ενδέχεται να υπάρχουν εκεί.
2. Φυσικά, χημικά, τοξικολογικά χαρακτηριστικά και ένδειξη των κινδύνων, τόσο άμεσων όσο και απώτερων, για τον άνρθωπο και το περιβάλλον.
3. Χημική και φυσική συμπεριφορά υπό κανονικές συνθήκες χρήσεως ή υπό προβλέψιμες συνθήκες ατυχήματος.
IV. Αναγνώριση και ανάλυση των κινδύνων ατυχήματος και προληπτικά μέσα
Α. Λεπτομερής περιγραφή των σεναρίων για τα πιθανά μεγάλα ατυχήματα και των πιθανοτήτων τους ή των συνθηκών υπό τις οποίες μπορούν να συμβούν, μαζί με περιληπτική έκθεση των συμβάντων που μπορούν να συντελέσουν στην πρόκληση καθενός, είτε πρόκειται για ενδογενή είτε για εξωγενή ως προς την εγκατάσταση αίτια.
Β. Εκτίμηση της έκτασης και της μεγαλότητας των συνεπειών των επισημασμένων μεγάλων ατυχημάτων.
Γ. Περιγραφή των τεχνικών παραμέτρων και του εξοπλισμού που έχει εγκατασταθεί για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων.
V. Μέτρα προστασίας και επέμβασης για τον περιορισμό των συνεπειών ενός ατυχήματος
Α. Περιγραφή του εξοπλισμού του εγκαταστημένου επιτόπου για τον περιορισμό των συνεπειών των τυχόν μεγάλων ατυχημάτων.
Β. Οργάνωση του συναγερμού και της επέμβασης.
Γ. Περιγραφή των κινητοποιήσιμων εσωτερικών και εξωτερικών μέσων.
Δ. Συγκεφαλαιωτική παρουσίαση των ανωτέρω στοιχείων Α, Β και Γ, αναγκαία για να συγκροτηθεί το εσωτερικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης που προβλέπεται στο άρθρο 9 της παρούσας απόφασης.
Για την εφαρμογή της πολιτικής πρόληψης μεγάλων ατυχημάτων και του διαχειριστικού συστήματος ασφαλείας του ασκούντος την εκμετάλλευση, λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία. Οι προδιαγραφές που διατυπώνονται στο έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 7 8α πρέπει να είναι ανάλογες με τους κινδύνους μεγάλου ατυχήματος που παρουσιάζει η μονάδα.
α) Η πολιτική πρόληψης μεγάλων ατυχημάτων θα, πρέπει να διατυπώνεται εγγράφως και να περιλαμβάνει τους γενικούς στόχους και αρχές δράσης που καθορίζει ο ασκών την εκμετάλλευση για τον έλεγχο των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων.
β) Το διαχειριστικό σύστημα ασφαλείας θα, πρέπει να ενσωματώνει το τμήμα του γενικού διαχειριστικού συστήματος το οποίο περιλαμβάνει την οργανωτική δομή, τις αρμοδιότητες, τις πρακτικές, τις διαδικασίες, τις διεργασίες και τους πόρους για τον καθορισμό και την εφαρμογή της πολιτικής πρόληψης μεγάλων ατυχημάτων.
γ) Στα πλαίσια του διαχειριστικού συστήματος ασφαλείας θίγονται τα ακόλουθα θέματα:
i) οργάνωση και προσωπικό - ρόλοι και αρμοδιότητες του προσωπικού που συμμετέχει στη διαχείριση μεγάλων κινδύνων σε όλα τα επίπεδα της οργάνωσης. Προσδιορισμός των εκπαιδευτικών αναγκών του προσωπικού αυτού και παροχή της σχετικής εκπαίδευσης. Σύμπραξη των «εργαζομένων και, ενδεχομένως, των υπεργολάβων,
ii) προσδιορισμός και αξιολόγηση των κινδύνων μεγάλου ατυχήματος - θέσπιση και εφαρμογή διαδικασιών για το συστηματικό προσδιορισμό κινδύνων μεγάλου ατυχήματος που προκύπτουν από την κανονική και τη μη κανονική λειτουργία, και αξιολόγηση της πιθανότητας και της μεγαλότητάς τους,
iii) έλεγχος λειτουργίας - θέσπιση και εφαρμογή διαδικασιών και οδηγιών για την ασφαλή λειτουργία, συμπεριλαμβανομένων των όσων αφορούν της συντήρηση της εγκατάστασης τις διεργασίες τον εξοπλισμό και τις προ-σωρινές διακοπές λειτουργιών,
iv) διαχείριση των αλλαγών - θέσπιση και εφαρμογή διαδικασιών για το σχεδιασμό τροποποιήσεων στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις διεργασίες ή αποθηκευτικούς χώρους ή για το σχεδιασμό νέων εγκαταστάσεων, διεργασιών ή αποθηκευτικών χώρων,
ν) σχεδιασμός για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης - θέσπιση και εφαρμογή διαδικασιών για τον προσδιορισμό προβλέψεων καταστάσεων έκτακτης ανάγκης μέσω της συστηματικής ανάλυσης και για την προετοιμασία, τη δοκιμή και την αναθεώρηση σχεδίων έκτακτης ανάγκης γαι την αντιμετώπιση των καταστάσεων αυτών,
vi) παρακολούθηση επιδόσεων - θέσπιση και εφαρμογή διαδικασιών για τη συνεχή αξιολόγηση της τήρησης των στόχων της πολιτικής πρόληψης μεγάλων ατυχημάτων του ασκούντος την εκμετάλλευση και του διαχειριστικού συστήματος ασφαλείας καθώς και των μηχανισμών για τη διερεύνηση και τα διορθωτικά μέτρα σε περίπτωση μη τήρησης τους. Οι διαδικασίες θα πρέπει να καλύπτουν το σύστημα του ασκούντος την εκμετάλλευση για την αναφορά μεγάλων ατυχημάτων ή ατυχημάτων που παρ’ ολίγον να συμβούν, ιδίως δε εκείνων στα οποία παρατηρήθηκε αστοχία των προστατευτικών μέτρων, καθώς και τη διερεύνηση του και τη συνέχεια που δόθηκε με βάση των αποκομισθέντων διδαγμάτων,
vii) έλεγχος και επανεξέταση - θέσπιση και εφαρμογή διαδικασιών για την περιοδική συστηματική αξιολόγηση της πολιτικής πρόληψης μεγάλων ατυχημάτων και της αποτελεσματικότητας και καταλληλότητας του διαχειριστικού συστήματος ασφαλείας Τεκμηριωμένη επανεξέταση, εκ μέρους των διευθυντικών στελεχών, των επιδόσεων της πολιτικής πρόληψης μεγάλων ατυχημάτων και του διαχειριστικού συστήματος ασφαλείας και ενημέρωση του.
1. Εσωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης:
α) Ονοματεπώνυμο ή θέση των προσώπων που είναι εξουσιοδοτημένα να θέσουν σε κίνηση τις διαδικασίες έκτακτης ανάγκης και του προσώπου του επιφορτισμένου με τις επιτόπου ανασχετικές δράσεις και το συντονισμό τους.
β) Ονοματεπώνυμο ή θέση του προσώπου του επιφορτισμένου με ευθύνες συνδέσμου με την υπεύθυνη αρχή για το εξωτερικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης.
γ) Για προβλέψιμες καταστάσεις ή περιστατικά που 8α μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγάλο ατύχημα, περιγραφή των δράσεων που πρέπει να αναληφθούν για τον έλεγχο των καταστάσεων ή των περιστατικών και τον περιορισμό των συνεπειών τους συμπεριλαμβανομένης και μιας περιγραφής του εξοπλισμού ασφαλείας και των διαθεσίμων πόρων.
δ) Ρυθμίσεις για τον περιορισμό των κινδύνων των ατόμων που εργάζονται στη μονάδα, συμπεριλαμβάναμε-» νου και του συστήματος προειδοποίησης και των ενεργειών στις οποίες πρέπει να προβούν μετά την ειδοποίησή τους.
ε) Ρυθμίσεις για την έγκαιρη ειδοποίηση της υπεύθυνης για την εφαρμογή του εξωτερικού σχεδίου έκτακτης ανάγκης αρχής, τύπος των πληροφοριών που πρέπει να περιέχει η αρχική ειδοποίηση και ρυθμίσεις για την παροχή περισσότερο εμπεριστατωμένων πληροφοριών μόλις είναι διαθέσιμες.
στ) Ρυθμίσεις για την επιμόρφωση του προσωπικού στα καθήκοντα που αναμένεται να αναλάβουν και, όπου χρειάζεται, συντονισμός των εν λόγω ενεργειών με τις εξωτερικές υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης.
ζ) Ρυθμίσεις για την υποστήριξη των εξωτερικών ανασχετικών δράσεων.
2. Εξωτερικά σχέδια έκτακτης ανάγκης
α) Ονοματεπώνυμο ή ιδιότητα των προσώπων που είναι εξουσιοδοτημένα να θέσουν σε κίνηση τις διαδικασίες έκτακτης αάγκης και προσώπων εξουσιοδοτημένων να αναλάβουν και να συντονίσουν εξωτερικές δράσεις.
β) Ρυθμίσεις σχετικά με τη λήψη των σημάτων έγκαιρης ειδοποίησης για τυχόν συμβάντα και διαδικασίες συναγερμού και κλήσης ενισχύσεων.
γ) Ρυθμίσεις για το συντονισμό των απαιτουμένων μέσων προς εφρμογή του εξωτερικού σχεδίου έκτακτης ανάγκης.
δ) Ρυθμίσεις για την υποστήριξη των επιτόπου ανασχετικών δράσεων.
ε) Ρυθμίσεις για εξωτερικές ανασχετικές δράσεις.
στ) Ρυθμίσεις για την παροχή στο κοινό ειδικών πληροφοριακών στοιχείων σχετικά με το συμβάν, καθώς και σχετικά με την ενδεδειγμένη συμπεριφορά του κοινού.
ζ) Ρυθμίσεις για την παροχή πληροφοριών στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης άλλων κρατών μελών, σε περίπτωση μεγάλου ατυχήματος με ενδεχόμενες διασυνοριακές συνέπειες.
1. Ονοματεπώνυμο του ασκούντος την εκμετάλλευση και διεύθυνση της μονάδας.
2. Στοιχεία ταυτότητας (ιδιότητα) του προσώπου που παρέχει τις πληροφορίες.
3. Επιβεβαίωση ότι η μονάδα υπόκειται στις κανονιστικές διατάξεις της παρούσας απόφασης έχει υποβληθεί στην αρμόδια αρχή η κοινοποίηση του άρθρου 6 παράγραφος 3 ή η έκθεση ασφαλείας που αναφέρει το άρθρο 8 παράγραφος 1.
4. Επεξηγηματικό σημείωμα, σε απλή γλώσσα, σχετικά με τις δραστηριότητες της μονάδας.
5. Η κοινή ονομασία ή, σε περίπτωση επικινδύνων ουσιών που καλύπτονται από το μέρος 2 του παραρτήματος I, η γενική ονομασία ή η γενική κατηγορία κινδύνου των ουσιών και παρασκευασμάτων που ευρίσκονται στη μονάδα και οι οποίες θα μπορούσαν να προξενήσουν μεγάλο ατύχημα, με ένδειξη των κυρίων επικινδύνων χαρακτηριστικών τους.
6. Γενικές πληροφορίες σχετικά με τη φύση των κινδύνων μεγάλου ατυχήματος, συμπεριλαμβανομένων και των ενδεχομένων επιπτώσεων επί του πληθυσμού και του περιβάλλοντος.
7. Επαρκείς πληροφορίες για τους τρόπους προειδοποίησης και ενημέρωσης του σχετικού πληθυσμού σε περίπτωση μεγάλου ατυχήματος.
8. Επαρκείς πληροφορίες για τις ενδεδειγμένες ενέργειες του πληθυσμού και για την ενδεδειγμένη συμπεριφορά σε περίπτωση μεγάλου ατυχήματος.
9. Επιβεβαίωση ότι ο ασκών την εκμετάλλευση υποχρεούται να προβεί στις αναγκαίες επιτόπιες ρυθμίσεις, και ιδιαίτερα να συνεργαστεί με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση των μεγάλων ατυχημάτων ώστε να περιορισθούν, στο ελάχιστο, οι επιπτώσεις τους.
10. Αναφορά στο εξωτερικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης που έχει καταρτισθεί για την αντιμετώπιση των εξωτερικών συνεπειών από το ατύχημα, συνοδευόμενη από συμβουλές συνεργασίας όσον αφορά οδηγίες ή υποδείξεις των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης κατά τη στιγμή του ατυχήματος
11. Λεπτομέρειες σχετικά με τις υπηρεσίες παροχής πρόσθετων σχετικών πληροφοριών, υπό την επιφύλαξη των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας που προβλέπει η εθνική νομοθεσία.
Ι. Τα ατυχήματα που εμπίπτουν στο σημείο 1 ή που έχουν τουλάχιστον μία από τις συνέπειες που περιγράφονται στα σημεία 2, 3, 4 και 5 πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
1. Εμπλεκόμενες ουσίες
Πυρκαγιά ή έκρηξη ή τυχαίες απορρίψεις επικίνδυνων ουσιών που αφορούν ποσότητα τουλάχιστον ίση προς το 5% της οριακής ποσότητας που προβλέπεται στη στήλη 3 του παραρτήματος Ι.
2. Θύματα και οχλήσεις
Ατύχημα το οποίο αφορά άμεσα επικίνδυνη ουσία και οδηγεί σε:
- θάνατο,
- τραυματσμό έξι ατόμων εντός της μονάδας και εισαγωγή τους σε νοσοκομείο επί 24 τουλάχιστον ώρες,
- εισαγωγή ενός ατόμου εκτός της μονάδας σε νοσοκομείο επί 24 ώρες,
- ζημίες και ακαταλληλότητα προς χρήση μιας ή περισσοτέρων κατοικιών εκτός της εγκατάστασης ως συνέπεια του ατυχήματος
- απομάκρυνση ή περιορισμός ατόμων για περισσότερες από δύο ώρες (άτομα x ώρες): τιμή τουλάχιστον ίση προς 500,
- διακοπή των υπηρεσιών πόσιμου ύδατος ηλεκτρικού ρεύματος φωταερίου, τηλεφώνου για περισσότερες από δύο ώρες (άτομα x ώρες): τιμή τουλάχιστον ίση προς 1000.
3. Άμεσες βλάβες στο περιβάλλον
- Μόνιμες ή μακροπρόθεσμες βλάβες χερσαίων οικοτόπων - 0,5 ή περισσότερα εκτάρια οικοτόπου σημαντικού από την άποψη του περιβάλλοντος ή της διατήρησης της φύσης και προστατευόμενου από τη νομοθεσία,
- 10ή περισσότερα εκτάρια πιο εκτεταμένου οικοτόπου, συμπεριλαμβανομένων των γεωργικών γαιών.
- Ουσιαστικές ή μακροπρόθεσμες βλάβες οικοτόπων επιφανειακών ή θαλάσσιων υδάτων(*)
- 10 ή περισσότερα χιλιόμετρα ποταμού, ρυακιού ή καναλιού,
- 1 ή περισσότερα εκτάρια λίμνης ή έλους
- 2 ή περισσότερα εκτάρια δέλτα,
- 2 ή περισσότερα εκτάρια παράκτιας ζώνης ή θάλασσας.
- Ουσιαστικές βλάβες υδροφόρου ορίζοντα ή υπογείων υδάτων(*)
- 1 εκτάριο και άνω.
4. Υλικές ζημίες
- υλικές ζημίες στην εγκατάσταση: 2 εκατομμύρια Ecu και άνω,
- υλικές ζημίες εκτός της εγκατάστασης 0,5 εκατομμύρια Ecu και άνω.
5. Διασυνοριακές ζημίες
Τα ατυχήματα που αφορούν άμεσα μία επικίνδυνη ουσία με συνέπειες εκτός της επικράτειας.
II. Τα ατυχήματα ή «οιονεί ατυχήματα» τα οποία θεωρούνται ότι παρουσιάζουν ιδιαίτερο τεχνικό ενδιαφέρον για την πρόληψη των μεγάλων ατυχημάτων και για τον περιορισμό των συνεπειών τους και δεν ανταποκρίνονται στα προαναφερθέντα ποσοτικά κριτήρια 5α πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή, E.K.
(*) Για την εκτίμηση μιας δεδομένης βλάβης μπορεί να γίνει αναφορά στις κείμενες διατάξεις για τους ποιοτικούς στόχους των νερών από απορρίψεις επικίνδυνων ουσιών καθώς και για τις οριακές τιμές απορρίψεων επικίνδυνων ουσιών στα νερά ή στην Lc50 για τα είδη τα αντιπροσωπευτικά του θιγόμενου περ/ντος όπως ορίζονται στην οδηγία 92/932/ΕΟΚ για το κριτήριο «επικίνδυνο για το περιβάλλον».
Πυρκαγιά ή έκρηξη ή τυχαίες απορρίψεις επικίνδυνων ουσιών που αφορούν ποσότητα τουλάχιστον ίση προς το 5% της οριακής ποσότητας που προβλέπεται στη στήλη 3 του παραρτήματος Ι.
Ατύχημα το οποίο αφορά άμεσα επικίνδυνη ουσία και οδηγεί σε:
- θάνατο,
- τραυματσμό έξι ατόμων εντός της μονάδας και εισαγωγή τους σε νοσοκομείο επί 24 τουλάχιστον ώρες,
- εισαγωγή ενός ατόμου εκτός της μονάδας σε νοσοκομείο επί 24 ώρες,
- ζημίες και ακαταλληλότητα προς χρήση μιας ή περισσοτέρων κατοικιών εκτός της εγκατάστασης ως συνέπεια του ατυχήματος
- απομάκρυνση ή περιορισμός ατόμων για περισσότερες από δύο ώρες (άτομα x ώρες): τιμή τουλάχιστον ίση προς 500,
- διακοπή των υπηρεσιών πόσιμου ύδατος ηλεκτρικού ρεύματος φωταερίου, τηλεφώνου για περισσότερες από δύο ώρες (άτομα x ώρες): τιμή τουλάχιστον ίση προς 1000.
- Μόνιμες ή μακροπρόθεσμες βλάβες χερσαίων οικοτόπων - 0,5 ή περισσότερα εκτάρια οικοτόπου σημαντικού από την άποψη του περιβάλλοντος ή της διατήρησης της φύσης και προστατευόμενου από τη νομοθεσία,
- 10ή περισσότερα εκτάρια πιο εκτεταμένου οικοτόπου, συμπεριλαμβανομένων των γεωργικών γαιών.
- Ουσιαστικές ή μακροπρόθεσμες βλάβες οικοτόπων επιφανειακών ή θαλάσσιων υδάτων(*)
- 10 ή περισσότερα χιλιόμετρα ποταμού, ρυακιού ή καναλιού,
- 1 ή περισσότερα εκτάρια λίμνης ή έλους
- 2 ή περισσότερα εκτάρια δέλτα,
- 2 ή περισσότερα εκτάρια παράκτιας ζώνης ή θάλασσας.
- Ουσιαστικές βλάβες υδροφόρου ορίζοντα ή υπογείων υδάτων(*)
- 1 εκτάριο και άνω.
(*) Για την εκτίμηση μιας δεδομένης βλάβης μπορεί να γίνει αναφορά στις κείμενες διατάξεις για τους ποιοτικούς στόχους των νερών από απορρίψεις επικίνδυνων ουσιών καθώς και για τις οριακές τιμές απορρίψεων επικίνδυνων ουσιών στα νερά ή στην Lc50 για τα είδη τα αντιπροσωπευτικά του θιγόμενου περ/ντος όπως ορίζονται στην οδηγία 92/932/ΕΟΚ για το κριτήριο «επικίνδυνο για το περιβάλλον».
- υλικές ζημίες στην εγκατάσταση: 2 εκατομμύρια Ecu και άνω,
- υλικές ζημίες εκτός της εγκατάστασης 0,5 εκατομμύρια Ecu και άνω.
Τα ατυχήματα που αφορούν άμεσα μία επικίνδυνη ουσία με συνέπειες εκτός της επικράτειας.
II. Τα ατυχήματα ή «οιονεί ατυχήματα» τα οποία θεωρούνται ότι παρουσιάζουν ιδιαίτερο τεχνικό ενδιαφέρον για την πρόληψη των μεγάλων ατυχημάτων και για τον περιορισμό των συνεπειών τους και δεν ανταποκρίνονται στα προαναφερθέντα ποσοτικά κριτήρια 5α πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή, E.K.
Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει μετά από δύο μήνες από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 16 Μαρτίου 2000
The social partners body for health and safety at work