Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 501 - 550, σε σύνολο 604
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Building
Μετάφραση:
Κτήριο
Όρος:
Building element
Μετάφραση:
Στοιχείο κατασκευής, οικοδομικό στοιχείο
Όρος:
Building equipment
Μετάφραση:
Μηχανολογικός εξοπλισμός κτιρίου
Όρος:
Building fires
Μετάφραση:
Πυρκαγιές κτηρίων
Όρος:
Building materials
Μετάφραση:
Υλικά οικοδομών
Όρος:
Building pit
Μετάφραση:
Θεμέλια
Όρος:
Building protection
Μετάφραση:
Προστασία κτιρίων
Συντομογραφία:
BRI
Όρος:
Building related illness
Μετάφραση:
Ασθένεια σχετιζόμενη με το κτίριο
Όρος:
Bulb squeeze
Μετάφραση:
Πουάρ απορρόφησης
Όρος:
Bulk
Μετάφραση:
Όγκος
Όρος:
Bulk carrier
Μετάφραση:
Πλοίο μεταφοράς χύδην φορτίου
Όρος:
Bulk chemical code
Μετάφραση:
Κώδικας χημικών χύδην
Όρος:
Bulk container
Μετάφραση:
Εμπορευματοκιβώτιο για μεταφορά χύμα Εμπορευματοκιβώτιο για χύδην φορτίο
Συντομογραφία:
BLU-code
Όρος:
Bulk loading and unloading code
Μετάφραση:
Κώδικας φόρτωσης και εκφόρτωσης φορτίου χύδην
Όρος:
Bulk sample
Μετάφραση:
Όρος:
Bulk sampling
Μετάφραση:
Δειγματοληψία σωρού, χονδρική δειγματοληψία
Όρος:
Bulky
Μετάφραση:
Χύδην
Όρος:
Bulky waste
Μετάφραση:
Ογκώδη απόβλητα
Όρος:
Bulldozer
Μετάφραση:
Μπουλντόζα ή προωθητήρας γαιών
Όρος:
Bullying
Μετάφραση:
Εκφοβισμός (εργαζομένου)
Όρος:
Bump
Μετάφραση:
Πρόσκρουση ή χτύπημα
Όρος:
Bundle of cylinders
Μετάφραση:
Δέσμη κυλίνδρων
Όρος:
Buoyant aid
Μετάφραση:
Βοήθημα άντωσης, σωσίβιο
Όρος:
Burden of the Past
Μετάφραση:
Φορτίο του παρελθόντος
Συντομογραφία:
BT
Όρος:
Bureau Technique
Μετάφραση:
Τεχνικό Γραφείο
Όρος:
Burette
Μετάφραση:
Προχοΐδα
Όρος:
Burette stand
Μετάφραση:
Στήριγμα προχοϊδας
Όρος:
Burn
Μετάφραση:
Έγκαυμα
Όρος:
Burned finger hypothesis
Μετάφραση:
Υπόθεση των καμένων δακτύλων
Όρος:
Burner Bunsen
Μετάφραση:
Λύχνος Bunsen
Όρος:
Burning off
Μετάφραση:
Καύση
Όρος:
Burning rate
Μετάφραση:
Ρυθμός καύσης
Όρος:
Burnishing
Μετάφραση:
Λούστρο
Όρος:
Burnout
Μετάφραση:
Επαγγελματική εξουθένωση
Όρος:
Butadiene
Μετάφραση:
Βουταδιένιο
Όρος:
Butadiene diepoxide
Μετάφραση:
διεποξυβουτάνιο 1,2,3,4-
Όρος:
butanal
Μετάφραση:
Βουτυλική αλδεϋδη ή βουτυλαλδεϋδη ή βουτανάλη
Όρος:
Butanal see butylaldehyde
Μετάφραση:
Όρος:
Butane
Μετάφραση:
Βουτάνιο
Όρος:
Butanedioic acid see succinic acid
Μετάφραση:
Όρος:
butanediol 1,4-
Μετάφραση:
βουτανοδιόλη 1,4-
Όρος:
butanethiol
Μετάφραση:
Βουτυλομερκαπτάνη
Όρος:
Butanoic acid or butyric acid
Μετάφραση:
Βουτανικό οξύ, Βουτανοϊκό οξύ ή βουτυρικό οξύ
Όρος:
Butanol or butyl alcohol or methyl propanol
Μετάφραση:
Βουτανόλη ή βουτυλική αλκοόλη ή μεθυλοπροπανόλη
Όρος:
butanone
Μετάφραση:
βουτανόνη
Όρος:
butanone 2- see methyl vinyl ketone
Μετάφραση:
Όρος:
butenal 2- see crotonaldehyde
Μετάφραση:
Όρος:
Butene
Μετάφραση:
Βουτένιο
Όρος:
butenedioic acid cis- see maleic acid
Μετάφραση:
Όρος:
butenedioic acid trans- see fumaric acid
Μετάφραση:
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
5
Page
6
Page
7
Page
8
Page
9
Page
10
Current page
11
Page
12
Page
13
Next page
››
Last page
τελευταία »