Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 145 - 150 of 150
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Γυαλί
Αγγλικός όρος:
Glass
Μετάφραση:
Glass
Ελληνικός όρος:
Γυαλιά ασφαλείας
Αγγλικός όρος:
Safety glasses
Μετάφραση:
Safety glasses
Ελληνικός όρος:
Γυαλιστικά πατωμάτων
Αγγλικός όρος:
Floor polishes
Μετάφραση:
Floor polishes
Ελληνικός όρος:
Γυναίκες στην εργασία
Αγγλικός όρος:
Women at work
Μετάφραση:
Women at work
Ελληνικός όρος:
Γυροπυξίδα
Αγγλικός όρος:
Gyrocompass
Μετάφραση:
Gyrocompass
Ελληνικός όρος:
Γύψος
Αγγλικός όρος:
Gypsum
Μετάφραση:
Gypsum
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
Page
1
Page
2
Page
3
Page
4
Current page
5