Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 1 - 50, σε σύνολο 914
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Συντομογραφία:
AST
Όρος:
Abate see temephos
Μετάφραση:
Όρος:
Abbreviation
Μετάφραση:
Συντομογραφία
Όρος:
Abdomen
Μετάφραση:
Κοιλιακή χώρα
Όρος:
Abietic acid
Μετάφραση:
Αβιετικό οξύ
Όρος:
Ability
Μετάφραση:
Ικανότητα
Όρος:
Abiotic
Μετάφραση:
Αβιοτική
Όρος:
Abiotic degradation
Μετάφραση:
Αβιοτική αποδόμηση
Όρος:
Abnormality
Μετάφραση:
Ανωμαλία
Όρος:
Abrasion
Μετάφραση:
Τριβή, γδάρσιμο, λείανση
Όρος:
Abrasion resistant
Μετάφραση:
Ανθεκτικό στην τριβή
Όρος:
Abrasion test
Μετάφραση:
Δοκιμή αντοχής σε τριβή
Όρος:
Abrasive blasting equipment
Μετάφραση:
Εξοπλισμός αμμοβολής
Όρος:
Abrasive wheel
Μετάφραση:
Λειαντικός τροχός
Όρος:
Abrasives
Μετάφραση:
Λειαντικά μέσα
Όρος:
Abrupt change
Μετάφραση:
Απότομη αλλαγή
Όρος:
Abscess
Μετάφραση:
Απόστημα
Όρος:
Absence of exposure
Μετάφραση:
Μηδενική έκθεση
Όρος:
Absence of mycoplasma
Μετάφραση:
απουσία μυκοπλάσματος
Όρος:
Absent
Μετάφραση:
Μηδενική
Όρος:
Absenteeism
Μετάφραση:
Απουσιασμός
Όρος:
Absenteeism recording
Μετάφραση:
Καταγραφή απουσιών από την εργασία
Όρος:
Absolute entries
Μετάφραση:
Απόλυτες καταχωρήσεις
Όρος:
Absolute error
Μετάφραση:
Απόλυτο σφάλμα
Όρος:
Absolute method
Μετάφραση:
Απόλυτη μέθοδος
Όρος:
Absolute risk
Μετάφραση:
Απόλυτος κίνδυνος
Όρος:
Absorb spillage to prevent material damage
Μετάφραση:
Σκουπίστε τη χυμένη ποσότητα για να προλάβετε υλικές ζημιές
Όρος:
Absorbance
Μετάφραση:
Απορροφητικότητα
Όρος:
Absorbed dose
Μετάφραση:
Απορροφούμενη δόση
Όρος:
Absorbed dose index
Μετάφραση:
Δείκτης απορροφούμενης δόσης
Όρος:
Absorption (sound-)
Μετάφραση:
Απορρόφηση (ηχο-)
Όρος:
Absorption coefficient (a)
Μετάφραση:
Συντελεστής απορρόφησης Συντελεστής ηχοαπορρόφησης
Όρος:
Absorption maximum
Μετάφραση:
Μέγιστο απορρόφησης
Όρος:
Absorption tube
Μετάφραση:
Δοχείο απορρόφησης
Όρος:
Absorption tube U-form
Μετάφραση:
Δοχείο απορρόφησης τύπου-U
Όρος:
Absorption tube U-form with side arms
Μετάφραση:
Δοχείο απορρόφησης τύπου-U με πλευρικούς απαγωγούς
Όρος:
Absorption wavelength
Μετάφραση:
Μήκος κύματος απορρόφησης
Συντομογραφία:
ADME
Όρος:
Absorption, distribution, metabolism, and excretion
Μετάφραση:
Συντομογραφία:
ABS
Όρος:
Absorption
Μετάφραση:
Απορρόφηση
Όρος:
Abstraction
Μετάφραση:
Απόσπαση
Όρος:
Abuse
Μετάφραση:
Κατάχρηση (π.χ. ουσιών) / κακοποίηση, κακομεταχείρηση
Όρος:
Acampsia
Μετάφραση:
Ακαμψία
Όρος:
Acaricides
Μετάφραση:
Ακαρεοκτόνα
Όρος:
Acceleration
Μετάφραση:
Επιτάχυνση
Όρος:
Accelerator
Μετάφραση:
Επιταχυντής
Όρος:
Acceptability criteria
Μετάφραση:
Κριτήρια αποδοχής
Όρος:
Acceptable cells for analysis
Μετάφραση:
Αποδεκτά για εξέταση κύτταρα
Συντομογραφία:
ADI
Όρος:
Acceptable daily intake
Μετάφραση:
Αποδεκτή ημερήσια πρόσληψη για τον άνθρωπο
Συντομογραφία:
AECs
Όρος:
Acceptable Exposure Concentrations
Μετάφραση:
Συντομογραφία:
AEL
Όρος:
Acceptable exposure level
Μετάφραση:
Συντομογραφία:
AOEL
Όρος:
Acceptable Operator Exposure Level
Μετάφραση:
Αποδεκτό επίπεδο έκθεσης του χρήστη
Pagination
Current page
1
Page
2
Page
3
Page
4
Page
5
Page
6
Page
7
Page
8
Page
9
…
Next page
››
Last page
τελευταία »