Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 1 - 50, σε σύνολο 314
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
O, O-diethyl ethylthiomethyl phosphorodithioate
Μετάφραση:
Όρος:
Oak
Μετάφραση:
Δρύς ή βελανιδιά
Όρος:
Oak dust
Μετάφραση:
Σκόνη βελανιδιάς
Όρος:
Oat
Μετάφραση:
Βρώμη
Όρος:
Obesity
Μετάφραση:
Παχυσαρκία
Όρος:
Objective Evidence
Μετάφραση:
Αντικειμενικά στοιχεία
Όρος:
Obligate aerobes
Μετάφραση:
Υποχρεωτικώς αερόβια
Όρος:
Obligate anaerobes
Μετάφραση:
Υποχρεωτικώς αναερόβια
Όρος:
Obligation
Μετάφραση:
Υποχρέωση
Όρος:
Obligation to carry out investigations
Μετάφραση:
Υποχρέωση διεξαγωγής ερευνών
Όρος:
Observation
Μετάφραση:
Παρατήρηση
Όρος:
Obstruction
Μετάφραση:
Απόφραξη
Όρος:
Obstructive respiratory diseases
Μετάφραση:
Αποφρακτική πνευμονοπάθεια
Όρος:
Obtain special instructions before use
Μετάφραση:
Εφοδιαστείτε με τις ειδικές οδηγίες πριν από τη χρήση
Όρος:
Occasional workstation
Μετάφραση:
Περιστασιακή θέση εργασίας
Όρος:
Occular
Μετάφραση:
Οφθαλμικός
Όρος:
Occupation
Μετάφραση:
Επάγγελμα
Όρος:
Occupational
Μετάφραση:
Επαγγελματικός
Όρος:
Occupational accident
Μετάφραση:
Επαγγελματικό ατύχημα
Συντομογραφία:
OAR
Όρος:
Occupational Air Requirement
Μετάφραση:
Προδιαγραφές του αέρα στο περιβάλλον εργασίας
Όρος:
Occupational disease
Μετάφραση:
Επαγγελματική ασθένεια
Όρος:
Occupational disease case definition
Μετάφραση:
Κριτήρια οριοθέτησης της ιατρικής της εργασίας
Όρος:
Occupational environment
Μετάφραση:
Εργασιακό περιβάλλον ή περιβάλλον εργασίας
Όρος:
Occupational exposure
Μετάφραση:
Επαγγελματική έκθεση
Συντομογραφία:
OEL CL
Όρος:
Occupational Exposure Limit - Control Limit (South Africa)
Μετάφραση:
Όριο Επαγγελματικής Έκθεσης- Ελεγχόμενο Όριο (Ν. Αφρική)
Συντομογραφία:
OELV
Όρος:
Occupational Exposure Limit Value
Μετάφραση:
Οριακή Τιμή Επαγγελματικής Έκθεσης
Συντομογραφία:
OEL RL
Όρος:
Occupational Exposure Limit-Recommended Limit (South Africa)
Μετάφραση:
Όριο Επαγγελματικής Έκθεσης- Προτεινόμενο Όριο (Ν. Αφρική)
Συντομογραφία:
OEL
Όρος:
Occupational Exposure Limit
Μετάφραση:
Όριο Επαγγελματικής Έκθεσης, Οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης
Συντομογραφία:
VLEs
Όρος:
Occupational Exposure Limits (Portugal)
Μετάφραση:
Οριακές Τιμές Επαγγελματικής Έκθεσης (Πορτογαλία)
Συντομογραφία:
OES
Όρος:
Occupational Exposure Standard (UK)
Μετάφραση:
Πρότυπο Επαγγελματικής Έκθεσης (Η.Β)
Όρος:
Occupational exposure standards
Μετάφραση:
Πρότυπα επαγγελματικής έκθεσης
Όρος:
Occupational hazard
Μετάφραση:
Επαγγελματικός κίνδυνος
Όρος:
occupational health and safety management
Μετάφραση:
διαχείριση της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία
Όρος:
Occupational health nurse
Μετάφραση:
Νοσοκόμος εργασίας
Όρος:
Occupational health physician
Μετάφραση:
Ιατρός εργασίας
Όρος:
Occupational health surveillance
Μετάφραση:
Επιτήρηση της υγείας στην εργασία
Συντομογραφία:
OH
Όρος:
Occupational health
Μετάφραση:
Επαγγελματική υγεία ή εργασιακή υγεία ή υγεία στην εργασία
Όρος:
Occupational hearing loss
Μετάφραση:
Επαγγελματική βαρηκοΐα
Όρος:
Occupational hygienist
Μετάφραση:
Υγιεινολόγος εργασίας
Όρος:
Occupational integration
Μετάφραση:
Επαγγελματική ένταξη
Όρος:
Occupational medicine
Μετάφραση:
Ιατρική της Εργασίας
Όρος:
Occupational medicine specialty
Μετάφραση:
Ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας
Όρος:
Occupational mobility
Μετάφραση:
Επαγγελματική κινητικότητα
Όρος:
Occupational noise
Μετάφραση:
Επαγγελματικός θόρυβος
Όρος:
Occupational nursing
Μετάφραση:
Βοηθητικό προσωπικό για την Ιατρική της Εργασίας
Όρος:
Occupational physician
Μετάφραση:
Γιατρός εργασίας
Όρος:
Occupational physiology
Μετάφραση:
Φυσιολογία της εργασίας
Όρος:
Occupational psychology
Μετάφραση:
Ψυχολογία της εργασίας, επαγγελματική ψυχολογία
Όρος:
Occupational Risk Prevention in Aerosol Therapy
Μετάφραση:
Πρόληψη κινδύνων στην εργασία κατά τη θεραπεία με αερολύματα
Όρος:
Occupational safety
Μετάφραση:
Επαγγελματική ασφάλεια ή εργασιακή ασφάλεια ή ασφάλεια στην εργασία
Pagination
Current page
1
Page
2
Page
3
Page
4
Page
5
Page
6
Page
7
Next page
››
Last page
τελευταία »