Attachment | Size |
---|---|
ΦΕΚ 429Β_72 | 301.26 KB |
∆ια του παρόντος Προτύπου καθορίζονται αι βασικαί απαιτήσεις της κατασκευής των εν τη χώρα κυκλοφορούσων φορητών πυροσβεστήρων ύδατος.
Αι απαιτήσεις δίδονται κατά τρόπον, ώστε να παρέχηται εις την Βιοµηχανίαν η ευχέρεια να διαµορφώση, κατόπιν µελέτης ιδικά της σχέδια και µορφάς πυροσβεστήρων ικανοποιούντων τας παρούσας προδιαγραφάς.
∆ια των πυροσβεστήρων ύδατος επιδιώκεται η κατάσβεσις µικρών πυρκαϊών κατηγορίας Α (ιδέ προδιαγραφήν ΝΗS 10/1971), ήτοι επι στερεών καυσίµων, απουσία ηλεκτρικού ρεύµατος.
Η εκτόσευσις του ύδατος επι της πυράς διενεργείται τη βοηθεία ενός αερίου υπο πίεσιν (διοξείδιον άνθρακος, άζωτον ή αήρ).
Καθορίζεται εν (1) µέγεθος πυροσβεστήρος ύδατος.
Φορητός πυροσβεστήρ ύδατος περιεκτικότητος 10 λίτρων ή δυνάµενος να φέρη γόµωσις ύδατος 10 λίτρων.
Αναλόγως του τρόπου αποθηκεύσεως του υπό πίεσιν αερίου, διακρίνονται εις δύο τύπους:
-Πυροσβεστήρ µετά φιαλιδίου. Τύπος είς τον οποίον το υπό πίεσιν αέριον ευρίσκεται εντός φιαλιδίου τοποθετηµένο εντός ή εκτός του σώµατος του πυροσβεστήρος. Το εν λόγω αέριον δέον να είναι διοξείδιον του άνθρακος.
-Πυροσβεστήρ συνεχούς πιέσεως. Τύπος εις τον οποίον το υπο πίεσιν αέριον ευρίσκεται εναποθηκευµένον µετά της γοµώσεως εντός του σώµατος του πυροσβεστήρος ευρισκοµένου υπό συνεχή πίεσιν. Το εν λόγω αέριον δέον να είναι άζωτον ή αήρ.
Ο Πυροσβεστήρ ύδατος αποτελείται από τα ακολούθως περιγραφόµενα τµήµατα.
3.1. Σώµα.
Το κυρίως σώµα του πυροσβεστήρος εις το οποίον τίθεται η εξ ύδατος γόµωσις (δοχείον πιέσεως) είναι κυκλικού σχήµατος κατασκευάζεται εκ χαλυβδοελάσµατος των ακολούθων προδιαγραφών.
Χηµική ανάλυση χαλυβδοελάσµατος.
C : 0.17 % µέγιστον
Mn : 0.20 %- 0.50%
Si : 0.10 % µέγιστον
P : 0.05 % µέγιστον
S : 0.05 % µέγιστον
Μηχανικαί Ιδιότητες χαλυβδοελάσµατος.
Αντοχή εις εφελκυσµόν, ελαχίστη 28 Kgf/cm².
Επιµήκυνσις, επι δοκιµίου 80Χ20mm ελαχίστη 24%.
Αι ανωτέρω ιδιότητες του χαλυβδοελάσµατος δέον όπως αναφέρωνται εις το πιστοποιητικόν του εργοστασίου κατασκευής αυτού.
Τα χρησιµοποιούµενα χαλυβδοελάσµατα δέον όπως είναι καλώς εξηλασµένα, απηλλαγµένα φυσαλίδων, ρωγµών αναδιπλώσεων ή λοιπών ελαττωµάτων. Πάσα επισκευή προς κάλυψιν τυχόν ελαττωµάτων του χαλυβδοελάσµατος απαγορεύεται.
Το σώµα εκάστου πυροσβεστήρος συναρµολογείται δια συγκολλήσεως είτε δύο πυθµένων διαµορφουµένων δια βαθείας κοιλάνσεως (διµερής τύπος), είτε ενός κυλινδρικού τµήµατος, συνήθως συγκεκολληµένου κατά την γενέτειραν,µετά δύο πυθµένων διαµορφουµένων δια κοιλάνσεως (τριµερής τύπος).
Αι συγκολλήσεις αι απαιτούµεναι δια την συναρµολόγησιν του σώµατος του πυροσβεστήρος, δέον όπως επιτελούνται δια µιάς των κάτωθι µεθόδων.
α) συγκόλλησις δια φλογός οξυγόνου – ασετυλίνης µετά σιδηρούχου υλικού συγκολλήσεως.
β) αυτόµατος ηλεκτροσυγκόλλησις δια τόξου εµβαπτισµένου εντός ηλεκτραγωγού συλλιπάσµατος ή εντός ουδετέρας ατµοσφαίρας αερίου.
γ) ηλεκτροσυγκόλλησις δια χειρός τη βοηθεία επενδεδυµένου ηλεκτροδίου.
δ) συγκόλλησις δι΄αντιστάσεως.
ε) σκληρά συγκόλλησις (Brazing) ένθα το χρησιµοποιούµενον πληρωτικόν κράµα είναι µη σιδηρούχον και έχει σηµείον τήξεως υψηλότερον των 425°C αλλά χαµηλότερον του σηµείου τήξεως των προς συγκόλλησιν υλικών.
Οι πυθµένες του κυλινδρικού δοχείου θα είναι κυρτού σχήµατος εξωτερικώς, µε ακτίνα µη υπερβαίνουσαν την διάµετρον του κυρίως σώµατος.
Η εσωτερική γωνιακή ακτίς των άκρων, εις το σηµείον συναντήσεως του κυλινδρικού τµήµατος, δέον όπως είναι µεγαλυτέρα του ενός δεκάτου της εσωτερικής διαµέτρου του σώµατος.
Το κυλινδρικόν δοχείον, εκ χαλύβδοελάσµατος, δέον όπως έχη εις οιονδήποτε σηµείον πάχος µεγαλύτερον των 1,3 χιλιοστοµέτρων.
Το κυρίως σώµα του πυροσβεστήρος µετά φιαλιδίου, δέον όπως σχεδιασθή και κατασκευασθή κατά τοιούτον τρόπον, ώστε η πίεσις θραύσεως να µη είναι µικροτέρα του πενταπλασίου της µεγίστης εν τω θαλάµω ανατπτυσσοµένης πιέσεως, κατά την λειτουργίαν, υπό συνθήκας κλειστού εκτοξευτήρος, εις θερµοκρασίαν 21°C, του πυροσβεστήρος και του φιαλιδίου φερόντων την κανονικήν γόµωσιν.
Το κυρίως σώµα του πυροσβεστήρος τύπου συνεχούς πιέσεως, δέον όπως σχεδιασθή και κατασκευασθή κατά τοιούτον τρόπον, ώστε η πίεσις θραύσεως να µη είναι µικροτέρα του εξαπλασίου της µεγίστης εν τω θαλάµω αναπτυσσοµένης πιέσεως κατά την λειτουργίαν, υπό συνθήκας κλειστού εκτοξευτήρος, εις θερµοκρασίαν 21°C, του πυροσβεστήρος φέροντας την κανονικήν γόµωσιν.
3.1.1. Στόµιον πληρώσεως.
Το στόµιον πληρώσεως του πυροσβεστήρος συνίσταται εξ ενός δακτυλίου ισχυράς κατασκευής εκ χάλυβος, ορειχάλκου ή κρατερώµατος (µπρούντζου) συγκεκολληµένου επι του σώµατος πυροσβεστήρος.
Η ελαχίστη εσωτερική διάµετρος του ως άνω στοµίου δέον όπως είναι 34 χιλιοστόµετρα, εις τους εκ τούτων δε υπό συνεχή πίεσιν το εν λόγω στόµιον δύναται να είναι 28 χιλιοστόµετρα κατ΄ελάχιστον.
Εις περίπτωσιν καθ΄ήν ήθελε γίνει χρήσις πώµατος καλύψεως του άνω στοµίου µε εξωτερικόν σπείρωµα, τότε το στόµιον δέον όπως έχη ικανόν ύψος, ίνα εµποδίζηται η επαφή του καλύµµατος µετά του θόλου του σώµατος του πυροσβεστήρος όταν αφαιρήται το παρέµβυσµα (ιδέ παράγρ.3.3.).
3.1.2. Τρόπος στηρίξεως.
Εις περίπτωσιν καθ΄ην το κυλινδρικόν σώµα του πυροσβεστήρος, εις το κατώτερον τµήµα αυτού, φέρει στεφάνην στηρίξεως, αύτη δέον όπως κατασκευάζηται εκ χαλυβδοελάσµατος πάχους κατ΄ελάχιστον 1,3 χιλιοστοµέτρων, διαµέτρου ίσης προς την του κυλίνδρου ή κατά ελάχιστον ίσης προς το 80% αυτής.
Η στεφάνη εις το κατώτερον τµήµα αυτής δέον όπως είναι ενισχυµένη ίνα προστατεύηται εκ κτυπηµάτων.
3.1.3. Αντιδιαβρωτική προστασία.
α) Εσωτερικαί επιφάνειαι.
Το σώµα του πυροσβεστήρος δέον όπως εχη απάσας τας εσωτερικάς επιφανείας του πλήρως προφυλαγµένας έναντι της διαβρώσεως µέσω καταλλήλων µεταλλικών ή και οργανικών επικαλύψεων. Αι προστατευτικαί επικαλύψεις δέον όπως είναι ικαναί ν΄ανταπεξέλθουν τας ακολούθους δοκιµάς άνευ εµφανίσεως ρωγµών της εσωτερικής επιφανείας ή απωλείας της συναφείας µεταξύ της επικαλύψεως και του σώµατος.
1. ∆οκιµήν κρούσεως εφαρµοζοµένην ως εν Παραρτήµατι 1 της παρούσης περιγράφεται και εν συνεχεία.
2. ∆οκιµήν αντοχής εις διάβρωσιν εφαρµοζοµένην ως εν Παραρτήµατι 2 της παρούσης περιγράφεται.
β) Εσωτερικά εξαρτήµατα.
Απαντα τα εξαρτήµατα τα κατεσκευασµένα εξ υλικού µη ανθεκτικού εις την διάβρωσιν τα ευρισκόµενα εντος του σώµατος του πυροσβεστήρος δέον όπως είναι προφυλαγµένα καθ΄όµοιον τρόπον ως και το σώµα ή δια µεθόδου διδούσης ίσην προστασίαν και µη συµβαλλούσης εις την διάβρωσιν του σώµατος.
γ) Εξωτερικαί επιφάνειαι.
Απασαι αι εξωτερικαί επιφάνειαι των χαλυβδίνων τµηµάτων του πυροσβεστήρος δέον όπως είναι επεξειργασµέναι και κεκαλυµµέναι ούτως ώστε να αντέχουν εις την συνήθη επίδρασιν της ατµοσφαίρας.
3.2. Πώµα στοµίου πληρώσεως.
Το πώµα καλύψεως του στοµίου πληρώσεως θα είναι κατεσκευασµένον εξ΄ανοξειδώτου χάλυβος, κρατερώµατος (µπρούντζου), ορειχάλκου, κραµµάτων αλουµινίου και ψευδαργύρου ή πλαστικής ύλης, δυναµένων να ανταπεξέλθουν εις τας δοκιµασίας ασφαλείας και λειτουργίας του πυροσβεστήρος.
Το οιονδήποτε πώµα θα συγκρατήται επι του στοµίου πληρώσεως δια τεσσάρων πλήρων σπειρωµάτων κατ΄ελάχιστον όριον, µε το παρέµβυσµα εις την θέσιν του. Κατά την αποκοχλίωσιν του πώµατος, δέον όπως είναι δυνατή η εκτόνωσις τυχόν παραµενούσης πιέσεως, η πίεσις δε θα µειούται καθ΄ην στιγµήν τουλάχιστον δύο σπειρώµατα θα ευρίσκωνται εισέτι κοχλιωµένα.
3.3. Παρέµβυσµα στοµίου πληρώσεως.
Το παρέµβυσµα του στοµίου πληρώσεως δέον όπως είναι κατεσκευασµένον εξ ελαστικού ή άλλου παρεµφερούς υλικού, απροσβλήτου από το περιεχόµενον του πυροσβεστήρος.
Ελάχιστον πάχος παρεµβύσµατος 2.5ΜΜ.
3.4. Χειρολαβή.
Επί του πυροσβεστήρος δέον όπως είναι προσηρµοσµένη χειρολαβή η οποία θα επιτρέπη την άνετον και ασφαλή µεταφοράν αυτού. Η τοιαύτη χειρολαβή δύναται να αποτελή µέρος του πώµατος πληρώσεως ή της δικλείδος εκτοξεύσεως.
3.5. Μέσα αναρτήσεως επι του πυροσβεστήρος.
Ο πυροσβεστήρ δέον όπως είναι εφωδιασµένος δια συστήµατος αναρτήσεως του ως π.χ. κρίκου αναρτήσεως ή βραχίονος αναρτήσεως. Η θέσις αυτών δέον όπως είναι τοιαύτη ώστε όταν είναι ανηρτηµένος ο πυροσβεστήρ η πινακίς των οδηγιών χρήσεως να είναι ορατή. Η ισχύς του συστήµατος αναρτήσεως, δέον όπως είναι τοιαύτη ώστε να ανθίσταται εις τας συνήθεις καταπονήσεις.
Η ανάρτησις του πυροσβεστήρος δέον όπως είναι τοιαύτη ώστε να είναι εύκολος, ασφαλής και ταχεία η απόσπασίς του προς χρησιµοποίησιν.
3.6. Μηχανισµός θέσεως εις λειτουργίαν.
Τα στοιχεία του µηχανισµού λειτουργίας εξαιρέσει των µη εκτεθειµένων εις την επίδρασιν της γοµώσεως ελατηρίων και πείρων, δέον όπως κατασκευάζωνται εξ ανοξειδώτου χάλυβος ή µη σιδηρούχου µετάλλου, ανθεκτικού εις τα καταπονήσεις και τας συνήθως απαντωµένας διαβρωτικάς επιδράσεις.
3.7. Σωλήν εκτοξεύσεως.
Ο πυροσβεστήρ θα είναι εφωδιασµένος δι΄ευκάµπτου σωλήνος, ίνα διευκολύνηται η κατεύθυνσις της εκτοξεύσεως. Το µήκος του ως άνω σωλήνος θα είναι κατ΄ελάχιστον ίσον προς το ολικόν ύψος του πυροσβεστήρος και κατά µέγιστον 100 εκατοστόµετρα, ώστε να αποφεύγηται έµφραξις ή έτερον εµπόδιον εις την εκτόξευσιν του ύδατος, όταν ο πυροσβεστήρ λειτουργή υπο διαφόρους θέσεις υπο τας οποίας πιθανώς θα χρησιµοποιηθή εν τη πράξει.
Ο εύκαµπτος σωλήν δέονόπως εχη ονοµαστικήν εσωτερικήν διάµετρον ούχί µικροτέραν των 8 χιλιοστοµέτρων. Ούτος δέον όπως είναι ικανός να αντέχη επι 5 λεπτά της ώρας άνευ διαρρήξεώς του εις υδροστατικήν πίεσιν τριπλασίαν της εις τον πυροσβεστήρα αναπτυσσοµένης τοιαύτης, υπο συνθήκας λειτουργίας κλειστού εκτοξευτήρος, αφού διενεργηθή η πλήρωσίς του εις την προδιαγεγραµµένην ποσότητα ύδατος και αερίου εκτοξεύσεως, εις θερµοκρασίαςν 21° C.
Εάν ο σωλήν δεν φέρη εις το άκρον του δικλείδα διακοπής εκτοξεύσεως, τότε ελέγχεται ως προηγούµενως, αλλά εις υδροστατικήν πίεσιν 30 Kgf/cm².
Εις τας εν λόγω δοκιµασίας δέον όπως ανταποκρίνηται ο σωλήν µετά των συνδέσµων του. Ο εύκαµπτος σωλήν δέον όπως είναι συνδεδεµένος εις τρόπον ώστε να µην ευρίσκεται υπο συνεχή πίεσιν και να δύναται να αντικατασταθεή ευκόλως εάν παραστή ανάγκη.
3.8. ∆ικλείς εκτοξεύσεως.
Οι πυροσβεστήρες δέον όπως είναι εφωδιασµένοι δια δικλείδος ελεγχοµένης εκτοξεύσεως αυτοµάτως κλεισµένης.
Αι τοιαύται δικλείδος δύνανται να είναι ενσωµατωµέναι επι του πυροσβεστήρος ή στερεωµέναι εις το άκρον του ευκάµπτου σωλήνος. Η δικλείς εκτοξεύσεως καθώς και τα εξαρτήµατος αυτής δέον όπως είναι κατεσκευασµένα εξ υλικού ανθεκτικού εις την διάβρωσιν.
3.9. Θλιβόµετρον.
Ο πυροσβεστήρ του τύπου συνεχούς πιέσεως, ο οποίος περιλαµβάνει θάλαµον κοινόν δια το ύδωρ και δια το αέριον εκτοξεύσεως, δέον όπως είναι εφωδιασµένος δια θλιβοµέτρου, δεικνύοντος την εντος του θαλάµου πίεσιν.
Το θλιβόµετρον δέον όπως αντέχη εις την διαβρωτικήν επίδρασιν του πυροσβεστικού υλικού.
Η περιοχή ενδείξεως θλιβοµέτρου θα είναι περίπου διπλασία της δεικνυοµένης πιέσεως υπο θερµοκρασίαν 21° C.
H κλίµαξ του θλιβοµέτρου θα δεικνύη την περιοχήν της λειτουργικής πιέσεως του πυροσβεστήρος, δια χρώµατος πρασίνου.
Η περιοχή της κλίµακος η οριζοµένη εκ του σηµείου µηδέν, µέχρι του σηµείου ενάρξεως της περιχής της λειτουργικης πιέσεως, δέον όπως είναι χρώµατος ερυθρού. Εις ην περίπτωσιν ο δείκτης του θλιβοµέτρου ευρίσκεται εντός της ερυθράς ταύτης περιοχής, ο πυροσβεστήρ δέον όπως ελεγχθή και αναγοµωθή.
Η περιοχή της λειτουργίας πιέσεως καθορίζεται ούτως ώστε να περιλαµβάνη τας µεταβολάς της πιέσεως, τας οφειλοµένας εις τας συνήθεις καιρικάς διακυµάνσεις της θερµοκρασίας.
3.10. Ασφάλεια υπερπιίσεως.
Εκαστος πυροσβεστήρ δέον όπως φέρη ασφάλειαν υπερπιέσεως, µη επιτρέπουσαν την εντός του πυροσβεστήρος ανάπτυξιν πιέσεως µεγαλύτέρας του 90% της αντιστοίχου τοιαύτης υδραυλικής δοκιµασίας αυτού.
Η πίεσις κατά την οποίαν τίθενται εν λειτουργία η ασφάλεια υπερπιέσεως, δέον όπως µη είναι µικροτέρα της πιέσεως λειτουργίας ηυξηµένης κατά 25%.
3.11. Φιαλίδιον διοξειδίου του άνθρακος.
Το εντός του φιαλιδίου διοξείδιον του άνθρακος, χρησιµοποιείται δια την εκτόξευσιν της γοµώσεως του πυροσβεστήρος.
Τα φιαλίδια έχουν χωρητικότητα εις ύδωρ έως 0,47 λίτρων, ήτοι χωρητικότητα εις διοξείδιον του ανθρακος, υπο σχέσιν γοµώσεως 75% (ιδέ προδιαγραφήν πυροσβεστήρων διοξειδίου του άνθρακος, παρ.14) εως 350 γραµµάρια.
Τα φιαλίδια διοξειδίου του άνθρακος κατασκευάζονται και ελέγχονται ως εις Εθνικόν Ελληνικόν Πρότυπον NHS 20/1972 καθορίζεται.
4.1. Ειδη γοµώσεων.
∆ιακρίνοµεν τα κάτωθι είδη γοµώσεων, αναλόγως του προορισµού των αντιστοίχων πυροσβεστήρων.
α) πόσιµον ύδωρ δια την περίπτωσιν πυροσβεστήρων χρησιµοποιουµένων εις θερµοκρασίαν +1°C και άνω.
β) πόσιµον ύδω περιέχον ειδικάς ανοργάνους αντιπηκτικάς ουσίας δια την περίπτωσιν πυροσβεστήρων χρησιµοποιουµένων εις θερµοκρασίας –30°C και άνω.
γ) πόσιµον ύδωρ περιέχον ειδικάς ουσίας αυξανούσας την διαβρεκτικήν ικανότητα τούτου (διαβρεκτικά υλικά) δια την περίπτωσιν πυροσβεστήρων χρησιµοποιουµένων δια την κατάσβεσιν πυρκαϊών εις υλικά απαιτούντα διαβρεκτικότητα δια τούτο π.χ. κλινοστρωµναί, υφάσµατα, δέµατα βάµβακος και παρόµοια υλικά.
δ) πόσιµον ύδωρ περιέχον αντιπηκτικάς και διαβρεκτικάς ουσίας δια την περίπτωσιν πυροβεσβεστήρων δια την γόµωσιν των οποίων απαιτούνται αµφότεραι αι ανωτέρω ιδιότητητες.
4.2. Ογκος γοµώσεως.
Εις απάσας τας περιπτώσεις ο όγκος της γοµώσεως όπως είναι 10 λίτρα.
4.3.Ιδιότητες προσθέτων ουσιών γοµώσεως.
Αι εις την παράγραφον 4.1. αναφερόµεναι αντιπηκτικαί και διαβρεκτικαί ουσίαι δέον όπως έχουν τας κατωτέρω ιδιότητας.
α. να µη είναι διαβρωτικαί δια τα υλικά του πυροσβεστήρος µετά των οποίων έρχονται εις επαφήν.
β. να µην είναι επικίνδυνοι λόγω τοξικότητος κατά την χρήσιν του πυροσβεστήρος.
γ. να µη προσβάλλουν τα προς κατάσβεσιν αντικείµενα.
Η ποσότης του εκτοξευτικού αερίου δέον όπως είναι τοιαύτη ώστε η λειτουργία και η απόδοσις του πυροσβεστήρος να ανταποκρίνωνται προς τας απαιτήσεις του παρόντος Προτύπου, ως και του τοιούτου περί των τεχνικών απαιτήσεων των φορητών πυροσβεστήρων N.H.S. 10/1971.
H ποσότης του διοξειδίου του άνθρακος εις χιλόγραµµα εντός των φιαλιδίων δέον όπως µη υπερβαίνη το 75% της χωρητικότητος αυτών εις λίτρα.
Η λειτουργία απάντων των πυροσβεστήρων ύδατος νοείται εις θέσιν ορθίαν άνευ ανατροπής του πυροσβεστήρος.
Η εκτόξευσις του ύδατος δέον όπως είναι ελεγχόµενοι ήτοι να υφίστατια δικλείς επιτρέπουσα την στιγµιαίαν διακοπήν και επανάληψιν της εκτοξεύσεως κατά βούλησιν ύδωρ δέον όπως εκτοξεύηται µέσω ευκάµπτου σωλήνος.
7.1. Υδραυλική δοκιµασία.
Έκαστον πλήρες σώµα πυροσβεστήρος άνευ της δικλείδος και του ευκάµπτου σωλήνος, δέον όπως δοκιµάζηται υπό του κατασκευαστού εις την καθορισθείσαν υδραυλικήν πίεσιν επι εν πρώτον λεπτόν της ώρας κατ΄ελάχιστον να εµφανίζη διαρροήν ή µόνιµον παραµόρφωσιν.
Η υδραυλική δοκιµασία η αφορώσα τους πυροσβεστήρας µετά φιαλιδίου, δέον όπως γίνεται υπο πίεσιν κατ΄ελάχιστον διπλασίαν της πιέσεως λειτουργίας, ουχί όµως µικροτέραν των 20 Kgf’cm².
Η πίεσις λειτουργίας του πυροσβεστήρος προδιορίζεται ως η τοιαύτη υπό κλειστήν δικλείδα εκτοξεύσεως, υπό κανονικήν γόµωσιν υπο θερµοκρασίαν 21°C.
7.2. ∆οκιµασία διαρροής.
Απαντες οι πυροσβεστήρες του τύπου συνεχούς πιέσεως µετά την γόµωσιν αυτών, εναποθηκεύονται επι 21ηµέρας, εν συνεχεία δε θα ελέγχωνται προς εξακρίβωσιν της απώλειας αερίου.
7.3. ∆οκιµασία διαρρήξεως.
∆ι΄εκάστην οµάδα πυροσβεστήρων ελέγχεται εις πυροσβεστήρ άνευ εξαρτηµάτων, εις υδραυλικήν δοκιµασίαν διαρρήξεως.
Η πίεσις διαρρήξεως (θραύσεως) αναφέρεται εις παράγραφον 3.1.
Η αύξησις του όγκου του δοχείου ευθύς προς της διατάξεως δέον όπως είναι µεγαλυτέρα του 6%.
Η διάρρηξις δέον όπως µη λάβη χώρα κατά µήκος του κορδονίου συγκολλήσεως, είτε είς την µάζαν αυτού, είς τας παρυφάς αυτού, εκτός εις την περίπτωσιν φιάλης διµερούς τύπου µιάς περιφερειακής συγκολλήσεως, καθ΄ην περίπτωσιν ,η θραύσις δύναται να συµβή επι της περιφερείας συγκολλήσεως αλλά µόνον κατά την κάθετον διεύθυνσιν πρός αυτήν.
Γενικώς το ρήγµα δέον όπως λάβη χώρα κατά την έννοιαν της γενετείρας.
7.3.1.Εις ήν περίπτωσιν πυροσβεστήρ εκ των υποστάντων δοκιµασίαν διαρρήξεως, δεν ανταποκριθή εις τας γενοµένας δοκιµασίας, τότε η οµάς, εξ ής ελήφθη το δείγµα, χωρίζεται είς δυο ίδας υποοµάδας και εξ αυτών λαµβάνεται τυχαίως ανά εν νέον δείγµα πυροσβεστήρος προς επανάληψιν των δοκιµασιών.
Εάν εις εκ των ούτω ληφθέντων πυροσβεστήρων ήθελεν αποτύχει εις τας δοκιµασίας, η υποοµάς εξ΄ης ούτος ελήφθη απορρίπτεται.
7.3.2. Εάν η απόρριψις δεν οφείλεται εις ελαττωµατικότητα του χαλυβδοελάσµατος, κακήν διαµόρφωσιν αυτού κλπ, αλλ’εις επανορθώσιµα αίτια, ήτοι εις ατελή συγκόλλησιν ή ανόπτησιν ο κατασκευαστής δύναται αφού επανορθώση ταύτα, να επαναφέρη την απορριφθείσαν ποσότητα προς εξ υπ΄αρχής έλεγχον, της ποσότητος ταύτης θεωρουµένης ως αυτοτελούς οµάδος.
7.3.3. Οι τελικώς, εξ οιασδήποτε αιτίας, απορριπτόµενοι πυροσβεστήρες καταστρέφονται παρουσία του ενδιαφεροµένου παραλήπτου ή του ελεγκτού, δι΄ανοίγµατος οπής επι του σώµατος του πυροσβεστήρος, διαµέτρου µεγαλυτέρας των 20 χιλιοστοµέτρων.
7.3.4.Εκαστον εργοστάσιον παραγωγής των εν λόγω πυροσβεστήρων δέον όπως διατηρή ειδικόν βιβλίον κατασκευών και δοκιµασιών, δεόντως θεωρηµένον, ως αναφέρεται εις NHS 10/1971, άρθρον 8.1., παρ. ε΄.
7.4.∆οκιµασία ευκάµπτου σωλήνος.
Ο εύκαµπτος σωλήν µεθ΄ολων των επ΄αυτου συνδέσµων δέον όπως ελέγχεται ως εις το άρθρον 3.7.
7.5.∆ικλείς εκτοξεύσεως.
Η δικλείς εκτοξεύσεως δέον όπως εργάζηται άνευ εµπλοκής εις τας συνήθεις θερµοκρασίας λειτουργίας.
7.6.Ελεγχος θλιβοµέτρων.
Εκάστη µερίς χρησιµοποιηθησοµένων θλιβοµέτρων δέον όπως υφίσταται έλεγχον, βάσει προτύπου οργάνου µετρήσεως.
Τα δείγµατα δέον όπως επιλέγωνται συµφώνως προς το επόµενον πρόγραµµα διπλής διεγµατοληψίας (ΠΙΝΑΞ 1).
α) συµφώνως προς το µέγεθος µερίδος (στήλη 1), λαµβάνεται τυχαίως εν δείγµα του υποδεικνυοµένου µεγέθους (στήλη 2).
β) εις περίπτωσιν καθ΄ήν ο αριθµός των ελαττωµατικών θλιβοµέτρων είναι ίσος ή µικρότερος του αριθµού του εµφαινοµένου εις την στήλη 3, η µερίς γίνεται αποδεκτή.
γ) εάν ο αριθµός των ελαττωµατικών θλιβοµέτρων είναι ίσιος ή µεγαλύτερος του αριθµού του δεικνυοµένου εις την στήλην 4, η µερίς απορρίπτεται (ή υπόκειται εις επιθεώρησιν δια το 100 επι τοις εκατόν).
δ) εάν ο αριθµός ελαττωµατικών θλιβοµέτρων κείται µεταξύ του αριθµού της στήλης 3 και εκείνου της στήλης 4, λαµβάνεται νέον µέγεθος ως δεικνύεται εις την στήλην 5.
ε) το δεύτερον δείγµα θα αποδώση συγκεντρωτικόν µέγεθος δείγµατος, ως εµφαίνεται εις την στήλην 6.
στ) εν περιπτώσει, καθ΄ην ο αριθµός των ελαττωµατικών θλιβοµέτρων εµφανίζεται ίσος ή µικρότερος του αριθµού της στήλης 7 η µερίς γίνεται αποδεκτή.
ζ) εάν ο συγκεντρωτικός αριθµός ελαττωµατικών θλιβοµέτρων αποδειχθή ίσος ή µεγαλύτερος εκείνου όστις εµφαίνεται εις την στήλην 8, η µερίς απορρίπτεται (ή υπόκειται αύτη εις επιθεώρησιν δια το 100 επι τοις εκατόν).
Η) τα ελαττωµατικά θλιβόµετρα, άτινα διαπιστούνται κατά την δειγµατοληψίαν θα απορρίπτωνται (ήτοι δεν θα επιστρέφωνται εις την µερίδα), έστω και αν η εν λόγω µερίς δύναται να γίνη αποδεκτή.
Το σφάλµα εις την ένδειξιν πιέσεως δέον όπως µη υπερβαίνη το ±28 επι τοις εκατόν της πραγµατικής τοιαύτης.
ΠΙΝΑΞ 1.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ∆ΙΠΛΗΣ ∆ΙΕΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ ΘΛΙΒΟΜΕΤΡΩΝ
7.7. Ελεγχος αποδόσεως λειτουργίας πυροσβεστήρων.
7.7.1. Ελεγχος χαρκτηριστικών εκτοξεύσεως υπο κανονικάς συνθήκας.
Ο πυροσβεστήρ υπό κανονικήν γόµωσιν και θέσιν λειτουργίας εις θερµοκρασίαν περιβάλλοντος 15-30 βαθµών Κελσίου, δέον όπως µετά την εκτόξευσιν αφήνει εντός αυτού υπόλοιπον ύδατος µικρότερον των 0,8 λίτρων.
Το µήκος εκτοξεύσεως δέον όπως διατηρήται τουλάχιστον ίσον προς 9 µέτρα επί χρόνον τουλάχιστον ίσον προς 40 δευτερόλεπτα εφ΄όσον ο πυροσβεστήρ λειτουργεί µε το ακροφύσιον υπό γωνίαν 45° ως προς το οριζόντιον επίπεδον και εις ύψος 1 µέτρου από του εδάφους. Ο ολικός χρόνος εκτοξεύσεως του ύδατος υπο συνεχή ροήν δέον όπως είναι µεγαλύτερος των 45 δευτερολέπτων και µικρότερος των 120.
7.7.2. Ελεγχος χαρακτηριστικών εκτοξεύσεως εις –30 C°.
Εις τον έλεγχον τούτον υποβάλλονται οι πυροσβεστήρες µετά γοµώσεως περιεχούσης αντιπηκτικόν.
Ο πυροσβεστήρ παραµένει επι 24 τουλάχιστον ώρας εις θερµοκρασίαν –30°C και µετά ταύτα ελέγχεται αµέσως ο χρόνος εκτοξεύσεως, όστις δέον όπως είναι µικρότερος των 120 δευτερολέπτων. Το υπόλοιπον του ύδατος εντος του πυροσβεστήρος δέον όπως µη υπερβαίνη τα 0.8 λίτρα.
7.7.3. Κατασβεστική ικανότης.
Η κατασβεστική ικανότης και ο έλεγχος αυτής περιγράφεται εις την προδιαγραφήν «Τεχνικαί απαιτήσεις φορητών πυροσβεστήρων NHS/10/1971.
7.7.4. Απόκλισις επι της ποσότητος γοµώσεως.
Η επιτρεποµένη απόκλισις επι της γοµώσεως του ύδατος είναι το πολύ –0,2 λίτρα (βλέπε NHS, 10/1971 «Τεχνικαί απαιτήσεις φορητών πυροσβεστήρων»).
Η σήµανσις του πυροσβεστήρος διενεργείται, ως αναφέρεται εις την προδιαγραφήν «Τεχνικαί απαιτήσεις φορητών πυροσβεστήρων NHS 10/1971, µε επί πλέον προσθήκην ενδείξεως στάθµης εξωτερικών του σώµατος και εις την περίπτωσιν γοµώσεως µετά διαβρεκτικών ουσιών της αναγραφής της φράσεως «ΠΕΡΙΕΧΕΙ ∆ΙΑΒΡΕΚΤΙΚΟΝ».
Eις τους εν Ελλάδι κυκλοφορούντας Πυροσβεστήρας δέον όπως τα΄ανωτέρω αναγράφωνται εις την Ελληνικήν.
Πέραν των προαναφερθέντων ουδεµία πινακίς ή εκτύπωσις επιτρέπεται.
Εκαστος πυροσβεστήρ δέον όπως παραδίδεται πλήρης ή κενός ύδατος και συσκευασµένος εις ίδιον χαρτοκιβώτιον µετά του τυχόν απαιτουµένου φιαλιδίου διοξειδίου άνθρακος.
Ο εύκαµπτος σωλήν εκτοξεύσεως µετά του ακροφυσίου ή δικλείδος εκτοξεύσεως, εφ΄όσον αύτη ευρίσκεται εις το άκριον του σωλήνος, δύναται να συσκευάζηται, αποσυνδεδεµένος εκ του πυροσβεστήρος, αλλά πάντοτε εντός του χαρτοκιβωτίου.
Εκαστος πυροσβεστήρ συνοδεύεται απαραιτήτως υπό ειδικού συστήµατος αναρτήσεως, όπερ στερεούται εις την κατάλληλον θέσιν εις ήν θα αναρτηθεί ο πυροσβεστήρ. Το σύστηµα αναρτήσεως τούτο δύναται να συσκευασθή εντός του αυτού χαρτοκιβωτίου.
Εκαστος πυροσβεστήρ συνοδεύεται απαραιτήτως υπό ειδικού συστήµατος αναρτήσεως, όπερ στερεούται εις την κατάλληλον θέσιν εις ή θα αναρτηθεί ο πυροσβεστήρ. Το σύστηµα αναρτήσεως τούτο δύναται να συσκευασθεί εντός του αυτού χαρτοκιβωτίου µετά του πυροσβεστήρος ή και κεχωρισµένως.
1. Σκοπός.
Το παρόν παράρτηµα 1 του Εθνικού Ελληνικού Προτύπου NHS 21/1972 «Φορητοί Πυροσβεστήρες Υδατος», σκοπόν έχει τον καθορισµόν της µεθόδου της δοκιµής κρούσεως δια τον έλεγχον της συναφείας των προστατευτικών καλύψεων της εσωτερικής επιφανείας του σώµατος του Πυροσβεστήρος ύδατος.
2.Συσκευή.
απαιτείται βάρος 4,5 KGF µε ηµισφαιρικόν άκρον διαµέτρου 25 ΜΜ και οιαδήποτε συσκευήν πίπτοντος βάρους επιτρέπουσα την ελευθέραν πτώσιν τουτου επί αποστάσεως 45 εκατοστοµέτρων.
3.Εκτέλεσις της δοκιµής.
Ο υπό δοκιµήν πυροσβεστήρ γοµούται κανονικώς και αφίεται να παραµείνη επί 24 ώρας εις συνήθη θερµοκρασία δωµατίου (16-19°C), κατόπιν ο πυροσβεστήρ εκκενούται, ξηραίνεται πλήρως εσωτερικώς και τοποθετείται είς το πλευρόν του επί σταθεράς επιφανείας.
Το βάρος δέον να αφεθή να πέση εις το µέσον της εκτεθειµένης επιφανείας του πυροσβεστήρος, και εις απόστασιν 5 περίπου εκατοστοµέτρων από τυχόν εκεί υπαρχούσης ραφής.
Ο πυροσβεστήρ ανοίγεται και κατά την εξέτασιν όπως µη ευρεθή ρωγµή της εσωτερικής επιφανείας ή διαχωρισµός των εσωτερικών επικαλύψεων εκ του σώµατος του πυροσβεστήρος.
1. Σκοπός
Το παρόν Παράρτηµα 2 του Εθνικού Ελληνικού Προτύπου NHS 21/1972 «Φορητοί Πυροσβεστήρες Ύδατος», σκοπόν έχει τον καθορισµόν της µεθόδου της δοκιµής αντοχής είς διάβρωσιν των εσωτερικών επιφανειών και εξαρτηµάτων των πυροσβεστήρων ύδατος.
2. Εκτέλεσις της δοκιµής
Ο πυροσβεστήρ γοµούται κανονικώς δια υδατικού διαλύµµατος 3% (κατά βάρος) χλωριούχου νατρίου και αφίεται εις θερµοκρασίαν δωµατίου επι 24 ώρας. Εις τους πυροσβεστήρας συνεχούς πιέσεως εφαρµόζεται η πίεσις λειτουργίας αυτού.
Εις τους πυροσβεστήρας µετά φιαλιδίου δέον όπως έχουν τοποθετηθή άπαντα τα εσωτερικά εξαρτήµατα και να έχουν κλεισθεί δια της βαλβίδος των.
Μετά ταύτα οι πυροσβεστήρες δέον όπως εκκενούνται αλλά να µη ξηραίνωνται εσωτερικώς και να αφίωνται επί 24 ακόµη ώρας εις κανονικήν θερµοκρασίαν δωµατίου (16-19°C).
Οι πυροσβεστήρες ανοίγονται και εις εξέτασιν, ισχυράς φωτεινής πηγής, δέον όπως µη ανευρίσκωνται σηµεία διαβρώσεως εντός του σώµατος αυτών.
The social partners body for health and safety at work
2025 © EL.IN.Y.A.E.