Σχετικό έγγραφο:
Διορθ. Σφ.
Attachment | Size |
---|---|
ΦΕΚ 244Α_2020 | 570.71 KB |
1. Τις διατάξεις των παρ. 1, 2, 3 του άρθρου 1 και παρ. 3 και 4 του άρθρου 5, του ν. 1338/1983 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (Α’ 34), όπως το άρθρο 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του ν. 1892/1990 (Α’ 101) και το άρθρο 4 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 του ν. 1440/1984 (Α’ 70) και τροποποιήθηκε εν τέλει με το άρθρο 50 του ν. 4342/2015 (Α’ 143).
2. Τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 2, του άρθρου 41 και της παρ. 1 του άρθρου 73 του «Κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων» (εφεξής Κ.Ν.Υ.Α.Ε.), ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3850/2010 «Κύρωση του Κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων» (Α’ 84).
3. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (Α’ 98).
4. Την υπό στοιχεία Υ 70/30.10.2020 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών, Θεόδωρο Σκυλακάκη» (Β’ 4805).
5. Την υπ’ αρ. 02/17.07.2020 γνώμη του Συμβουλίου Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων (Σ.Υ.Α.Ε.).
6. Την υπ’ αρ. οικ. 28753/1562/14.07.2020 εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
7. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
8. Την υπ’ αρ. 187/2020 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, μετά από πρόταση των Υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Εσωτερικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, αποφασίζουμε:
1. Σκοπός του παρόντος διατάγματος είναι:
α) η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων προς τις διατάξεις της οδηγίας 2000/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 2000 «για την προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία (έβδομη ειδική οδηγία κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 16 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου)» (ΕΕ L262, σελ. 21, της 17.10.2000), όπως έχει τροποποιηθεί με τις διατάξεις:
αα) της οδηγίας 2019/1833/ΕΕ της Επιτροπής, της 24ης Οκτωβρίου 2019 «για την τροποποίηση των παραρτημάτων I, III, V και VI της οδηγίας 2000/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά καθαρά τεχνικές προσαρμογές» (ΕΕ L 279, σελ. 54 της 31.10.2019) και
αβ) της οδηγίας 2020/739/ΕΕ της Επιτροπής, της 3ης Ιουνίου 2020 «για την τροποποίηση του παραρτήματος III της οδηγίας 2000/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη συμπερίληψη του ιού SARS-CoV-2 στον κατάλογο των βιολογικών παραγόντων για τους οποίους είναι γνωστό ότι προσβάλλουν τον άνθρωπο, και για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2019/1833 της Επιτροπής» (ΕΕ L 175, σελ. 11 της 04.06.2020), και
β) η κωδικοποίηση σε ενιαίο κείμενο των διατάξεων του εθνικού δικαίου για την προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία, δεδομένου ότι με την οδηγία 2000/54/ΕΚ κωδικοποιήθηκαν σε ενιαίο κείμενο οι διατάξεις της οδηγίας 90/679/ΕΟΚ, όπως είχε τροποποιηθεί από τις οδηγίες 93/88/ΕΟΚ, 95/30/ΕΚ, 97/59/ΕΚ και 97/65/ΕΚ, και οι διατάξεις των οδηγιών αυτών έχουν ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο με τα:
βα) π.δ. 186/1995 «Προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις οδηγίες του Συμβουλίου 90/679/EOK και 93/88/EOK» (Α’ 97),
ββ) π.δ. 174/1997 «Τροποποίηση π.δ. 186/1995 "Προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 90/679/EOK και 93/88/EOK" (A ΄97) σε συμμόρφωση με την οδηγία 95/30/EK» (Α’ 150) και
βγ) π.δ. 15/1999 «Τροποποίηση του π.δ. 186/1995 "«Προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 90/679/EOK και 93/88/EOK" (A ΄97) , όπως τροποποιήθηκε με το π.δ. 174/1997 (Α΄ 150),σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 97/59/EK και 97/65/ΕΚ της Επιτροπής» (Α’ 9).
2. Το παρόν προεδρικό διάταγμα έχει ως αντικείμενο την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλειά τους, συμπεριλαμβανομένης της πρόληψης των κινδύνων που προέρχονται ή μπορούν να προέλθουν από την έκθεση, κατά τη διάρκεια της εργασίας σε βιολογικούς παράγοντες. Oι διατάξεις του εφαρμόζονται επιπλέον των γενικών διατάξεων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων που ισχύουν κάθε φορά.
3. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται σε όλες
τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, ανεξαρτήτως κλάδου οικονομικής δραστηριότητας στον οποίο κατατάσσονται, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 2 του «Κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων» (Κ.Ν.Υ.Α.Ε.), ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3850/2010 «Κύρωση του Κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων» (Α’ 84).
4. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των κείμενων διατάξεων βάσει των οποίων γίνεται εναρμόνιση του εθνικού δικαίου με τις διατάξεις της οδηγίας 2009/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για την περιορισμένη χρήση γενετικώς τροποποιημένων μικροοργανισμών» (με τη οποία καταργήθηκε η οδηγία 90/219/ΕΟΚ και οι τροποποιήσεις αυτής) και της οδηγίας 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον και την κατάργηση της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου», όπως ισχύει (με τη οποία καταργήθηκε η οδηγία 90/220/ΕΟΚ και οι τροποποιήσεις αυτής)
1. Για τους σκοπούς του παρόντος νοούνται ως:
α) Βιολογικοί παράγοντες: Οι μικροοργανισμοί, μεταξύ των οποίων και οι γενετικά τροποποιημένοι, οι κυτταροκαλλιέργειες και τα ενδοπαράσιτα του ανθρώπου, που είναι δυνατόν να προκαλέσουν οποιαδήποτε μόλυνση, αλλεργία ή τοξικότητα.
β) Μικροοργανισμός: Η μικροβιακή οντότητα, κυτταρική ή μη κυτταρική που είναι ικανή να αναπαράγεται ή να μεταφέρει γενετικό υλικό.
γ) Κυτταροκαλλιέργεια: Η in-vitro ανάπτυξη κυττάρων που προέρχονται από πολυκύτταρους οργανισμούς.
δ) Aρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας: οι αρμόδιες υπηρεσίες σύμφωνα με το άρθρο 69 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε.
2. Οι βιολογικοί παράγοντες κατατάσσονται σε τέσσερις ομάδες κινδύνου, ανάλογα με το βαθμό του κινδύνου μόλυνσης:
α) Βιολογικός παράγοντας της ομάδας 1: Είναι ο βιολογικός παράγοντας που είναι απίθανο να προκαλέσει ασθένεια στον άνθρωπο.
β) Βιολογικός παράγοντας της ομάδας 2: Είναι ο παράγοντας που μπορεί να προκαλέσει ασθένεια στον άνθρωπο και ενδέχεται να συνιστά κίνδυνο για τους εργαζόμενους, ενώ δεν υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να εξαπλωθεί στο κοινωνικό σύνολο. Γενικώς υπάρχει αποτελεσματική προληπτική ή θεραπευτική αγωγή.
γ) Βιολογικός παράγοντας της ομάδας 3: Είναι ο παράγοντας που μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ασθένεια στον άνθρωπο και συνιστά σοβαρό κίνδυνο για τους εργαζόμενους. Ενδέχεται να υπάρχει κίνδυνος να διαδοθεί στο κοινωνικό σύνολο, αλλά, γενικώς υπάρχει αποτελεσματική προληπτική ή θεραπευτική αγωγή.
δ) Βιολογικός παράγοντας της ομάδας 4: Είναι ο παράγοντας που προκαλεί σοβαρή ασθένεια στον άνθρωπο και συνιστά σοβαρό κίνδυνο για τους εργαζόμενους, ενδέχεται να παρουσιάζει υψηλό κίνδυνο διάδοσης στο κοινωνικό σύνολο και για τον οποίο συνήθως δεν υπάρχει αποτελεσματική προληπτική ή θεραπευτική αγωγή.
3. Αν ένας αξιολογούμενος βιολογικός παράγοντας δεν είναι δυνατόν να καταταχθεί σαφώς σε μία από τις ομάδες της παρ. 2 πρέπει να κατατάσσεται στην υψηλότερη εξεταζόμενη ομάδα κινδύνου.
1. Για κάθε δραστηριότητα που ενδέχεται να συνεπάγεται κίνδυνο έκθεσης σε βιολογικούς παράγοντες, ο εργοδότης οφείλει να έχει στη διάθεσή του μια γραπτή εκτίμηση των υφισταμένων κατά την εργασία κινδύνων, σύμφωνα με το άρθρο 43 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε.
2. Στην εκτίμηση αυτή προσδιορίζεται η φύση, ο βαθμός και η διάρκεια της έκθεσης των εργαζομένων, ώστε να είναι δυνατό να εκτιμούνται όλοι οι κίνδυνοι για την ασφάλεια ή την υγεία των εργαζομένων και να καθορίζονται τα ληπτέα μέτρα.
3. Για τις δραστηριότητες που συνεπάγονται έκθεση σε βιολογικούς παράγοντες διαφόρων ομάδων, ο κίνδυνος εκτιμάται με βάση τον κίνδυνο που παρουσιάζουν όλοι οι επικίνδυνοι βιολογικοί παράγοντες που είναι παρόντες.
4. Η εκτίμηση πρέπει να επαναλαμβάνεται τακτικά και, οπωσδήποτε, όταν μεταβάλλονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο οι συνθήκες που επηρεάζουν την έκθεση των εργαζομένων στους βιολογικούς παράγοντες.
5. Ο εργοδότης οφείλει να παρέχει στην αρμόδια επιθεώρηση εργασίας τα στοιχεία στα οποία βασίζεται η εκτίμηση της παρ. 1.
6. Κατά τη διενέργεια της εκτίμησης κινδύνου που προβλέπεται στην παρ. 1, λαμβάνονται υπόψη όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων:
α) η κατάταξη των βιολογικών παραγόντων οι οποίοι συνιστούν ή ενδέχεται να συνιστούν κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου, όπως αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙΙ.
β) οι συστάσεις της αρμόδιας επιθεώρησης εργασίας, σύμφωνα με τις οποίες ο βιολογικός παράγοντας πρέπει να ελέγχεται για να προστατεύεται η υγεία των εργαζομένων, στην περίπτωση που οι εργαζόμενοι εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν στον βιολογικό αυτόν παράγοντα λόγω της εργασίας τους.
γ) οι πληροφορίες για τις ασθένειες οι οποίες ενδέχεται να προσβάλλουν τους εργαζόμενους λόγω της εργασίας τους.
δ) οι αλλεργικές ή τοξικές συνέπειες που είναι δυνατόν να έχει η εργασία τους.
ε) η γνώση μιας ασθένειας που έχει διαγνωσθεί σε έναν εργαζόμενο και η οποία συνδέεται άμεσα με την εργασία του.
1. Οι διατάξεις των άρθρων 5 έως 17 του παρόντος διατάγματος δεν εφαρμόζονται, εάν από τα αποτελέσματα της εκτίμησης των υφισταμένων κατά την εργασία κινδύνων που προβλέπεται στο άρθρο 3 αποδεικνύεται ότι η έκθεση ή η ενδεχόμενη έκθεση αφορά βιολογικό παράγοντα της ομάδας 1, με κίνδυνο για την υγεία των εργαζομένων που δεν μπορεί να προσδιοριστεί. Θα πρέπει, ωστόσο, να τηρούνται οι προβλέψεις του σημείου 1 του παραρτήματος VI.
2. Εάν από τα αποτελέσματα της εκτίμησης κινδύνου του άρθρου 3 προκύπτει ότι ενώ το αντικείμενο της δραστηριότητας δεν περιλαμβάνει ηθελημένη πρόθεση χειρισμού ή χρήσης κάποιου βιολογικού παράγοντα, εντούτοις η άσκηση της δραστηριότητας μπορεί να οδηγήσει σε έκθεση των εργαζομένων σε κάποιο βιολογικό παράγοντα, όπως κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων, ενδεικτικός κατάλογος των οποίων περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι, τότε εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 5, 7, 8, 10, 11, 12, 13 και 14, με την επιφύλαξη αν βάσει των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης στο άρθρο 3 εκτίμησης κινδύνου, η εφαρμογή τους δεν κρίνεται αναγκαία.
Ο εργοδότης αποφεύγει τη χρήση επιβλαβών βιολογικών παραγόντων, εφόσον αυτό επιτρέπεται από τη φύση της δραστηριότητας, αντικαθιστώντας τους από βιολογικούς παράγοντες οι οποίοι υπό τις συνθήκες χρήσης τους και βάσει των υπαρχουσών γνώσεων είναι ακίνδυνοι ή λιγότερο επικίνδυνοι για την υγεία των εργαζομένων.
1. Η έκθεση των εργαζομένων σε βιολογικούς παράγοντες πρέπει να προλαμβάνεται όταν, από τα αποτελέσματα της εκτίμησης των υφισταμένων κατά την εργασία κινδύνων που προβλέπεται στο άρθρο 3, προκύπτει ότι υπάρχει κίνδυνος για την υγεία ή την ασφάλειά τους.
2. Εάν δεν είναι τεχνικά δυνατή η εξάλειψη του κινδύνου της έκθεσης των εργαζομένων σε βιολογικό παράγοντα, ο εργοδότης, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της δραστηριότητας και την εκτίμηση κινδύνου που προβλέπεται στο άρθρο 3, διασφαλίζει ότι ο κίνδυνος έκθεσης περιορίζεται στο ελάχιστο ώστε να προστατεύεται επαρκώς η υγεία και η ασφάλεια των εργαζομένων, λαμβάνοντας προστατευτικά και προληπτικά μέτρα βάσει των αποτελεσμάτων της εκτίμησης κινδύνου. Στα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:
α) Περιορισμός στο ελάχιστο δυνατόν, του αριθμού των εργαζομένων που εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο.
β) Σχεδιασμός των μεθόδων εργασίας και των μηχανικών μέτρων προστασίας έτσι ώστε να αποφεύγεται ή να ελαχιστοποιείται η απελευθέρωση βιολογικών παραγόντων στο χώρο εργασίας.
γ) Μέτρα συλλογικής προστασίας ή/και μέτρα ατομικής προστασίας, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η έκθεση δεν μπορεί να αποφευχθεί με άλλα μέσα.
δ) Μέτρα υγιεινής συμβατά με την πρόληψη ή τον περιορισμό της λόγω λάθους μεταφοράς ή απελευθέρωσης κάποιου βιολογικού παράγοντα από το χώρο εργασίας.
ε) Χρήση του σήματος βιολογικού κινδύνου που περιγράφεται στο παράρτημα ΙΙ και άλλων σχετικών προειδοποιητικών σημάτων.
στ) Εκπόνηση σχεδίων για την αντιμετώπιση ατυχημάτων στα οποία εμπλέκονται βιολογικοί παράγοντες.
ζ) Έλεγχος, όπου απαιτείται και είναι τεχνικώς εφικτό, της παρουσίας βιολογικών παραγόντων εκτός του χώρου του πρωτογενούς φυσικού περιορισμού.
η) Μέσα για την ασφαλή συλλογή, αποθήκευση και απομάκρυνση των αποβλήτων από τους εργαζόμενους, ύστερα από τυχόν απαιτούμενη κατάλληλη επεξεργασία. Στα μέτρα αυτά συμπεριλαμβάνεται η χρήση σφραγισμένων και επισημασμένων δοχείων, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, με τρόπο ευανάγνωστο, σαφή και ευδιάκριτο.
θ) Μέτρα για τον ασφαλή χειρισμό και μεταφορά των βιολογικών παραγόντων στο χώρο εργασίας.
1. Ο εργοδότης οφείλει να παρέχει στην αρμόδια επιθεώρηση εργασίας κάθε στοιχείο που αφορά την εκτίμηση κινδύνου, καθώς και πληροφορίες σχετικά με:
α) Τα αποτελέσματα της εκτίμησης κινδύνου που προβλέπεται στο άρθρο 3 β) Τις δραστηριότητες κατά τις οποίες οι εργαζόμενοι έχουν εκτεθεί ή ενδέχεται να έχουν εκτεθεί σε βιολογικούς παράγοντες.
γ) Τον αριθμό των εργαζομένων που έχουν εκτεθεί.
δ) Το ονοματεπώνυμο και τα τυπικά προσόντα του τεχνικού ασφάλειας και του ιατρού εργασίας της επιχείρησης.
ε) Τα προστατευτικά και προληπτικά μέτρα που λαμβάνονται, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών και μεθόδων εργασίας.
στ) Σχέδιο έκτακτης ανάγκης για την προστασία των εργαζομένων από έκθεση σε βιολογικό παράγοντα της ομάδας 3 ή της ομάδας 4, η οποία θα μπορούσε να προκληθεί από βλάβη του φυσικού περιορισμού.
2. Ο εργοδότης πρέπει να πληροφορεί αμέσως την αρμόδια επιθεώρηση εργασίας για οποιοδήποτε ατύχημα το οποίο ενδέχεται να οδήγησε σε απελευθέρωση κάποιου βιολογικού παράγοντα και θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρή μόλυνση ή/και ασθένεια στον άνθρωπο.
3. Σε περίπτωση παύσης της λειτουργίας της επιχείρησης, ο κατάλογος που προβλέπεται στο άρθρο 11 και ο ιατρικός φάκελος που προβλέπεται στο άρθρο 14 αποστέλλονται με μέριμνα του εργοδότη στον αρμόδιο ασφαλιστικό οργανισμό, ενώ επίσης αντίγραφα αυτών των φακέλων αποστέλλονται στη Δ/νση Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για ερευνητικούς σκοπούς
1. Για κάθε δραστηριότητα κατά την άσκηση της οποίας υπάρχει κίνδυνος για την υγεία ή την ασφάλεια των εργαζομένων λόγω της εργασίας με βιολογικούς παράγοντες, ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίζει ότι:
α) Οι εργαζόμενοι να μην τρώνε και να μην πίνουν στους χώρους εργασίας στους οποίους υπάρχει κίνδυνος μόλυνσης από βιολογικούς παράγοντες.
β) Χορηγείται στους εργαζόμενους κατάλληλος προστατευτικός ιματισμός ή άλλος κατάλληλος ειδικός ιματισμός.
γ) Τίθενται στη διάθεση των εργαζομένων κατάλληλες και πλήρεις εγκαταστάσεις λουτρών και χώρων υγιεινής, καθώς και ενδεχομένως συστήματα για την πλύση των ματιών ή/και αντισηπτικά του δέρματος.
δ) Ο αναγκαίος προστατευτικός εξοπλισμός
δα) διατηρείται κατάλληλα σε καθορισμένο χώρο,
δβ) ελέγχεται και καθαρίζεται, αν είναι δυνατόν, πριν, και οπωσδήποτε, μετά από κάθε χρήση,
δγ) επιδιορθώνεται, αν είναι ελαττωματικός, ή αντικαθίσταται πριν από νέα χρήση.
ε) Έχουν καθοριστεί διαδικασίες για τη λήψη, το χειρισμό και την επεξεργασία δειγμάτων ανθρώπινης ή ζωικής προέλευσης.
2. Τα ενδύματα εργασίας και ο προστατευτικός εξοπλισμός, συμπεριλαμβανομένου του προστατευτικού ιματισμού που προβλέπεται στην παρ. 1, που ενδέχεται να έχουν μολυνθεί από βιολογικούς παράγοντες, πρέπει να αφαιρούνται κατά την αποχώρηση από το χώρο εργασίας και, πριν ληφθούν τα μέτρα που αναφέρονται στη παράγραφο 3, να αποθηκεύονται χωριστά από τον υπόλοιπο ιματισμό.
3. Ο εργοδότης οφείλει να φροντίζει για την απολύμανση και τον καθαρισμό ή εφόσον είναι απαραίτητο, την καταστροφή του ιματισμού και του προστατευτικού εξοπλισμού που προβλέπεται στη παρ. 1.
4. Το κόστος των μέτρων που προβλέπονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 δεν βαρύνει τους εργαζομένους.
1. Στο πλαίσιο της εκπαίδευσης των εργαζομένων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ο εργοδότης λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα ώστε οι εργαζόμενοι ή/και οι εκπρόσωποί τους στην επιχείρηση ή την εγκατάσταση να λαμβάνουν κατάλληλη και επαρκή εκπαίδευση, βάσει όλων των διαθέσιμων πληροφοριών, ιδίως με τη μορφή ενημέρωσης και οδηγιών, σχετικά με:
α) τους ενδεχόμενους κινδύνους για την υγεία,
β) τις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται για την πρόληψη της έκθεσης,
γ) τις απαιτήσεις υγιεινής,
δ) τη χρήση του προστατευτικού εξοπλισμού και ιματισμού,
ε) τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται από τους εργαζόμενους σε περίπτωση ατυχήματος και για την πρόληψη ατυχημάτων.
2. Η εκπαίδευση αυτή πρέπει:
α) να παρέχεται κατά την έναρξη της εργασίας που συνεπάγεται επαφή με βιολογικούς παράγοντες,
β) να προσαρμόζεται στην εξέλιξη των κινδύνων και στην εμφάνιση νέων κινδύνων,
γ) να επαναλαμβάνεται περιοδικά, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο.
1. Στο πλαίσιο της ενημέρωσης των εργαζομένων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ο εργοδότης οφείλει να παρέχει γραπτές οδηγίες στο χώρο εργασίας και, εφόσον απαιτείται, να αναρτούνται αφίσες στις οποίες ορίζεται τουλάχιστον η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται στην σε περίπτωση:
α) σοβαρού ατυχήματος ή περιστατικού που σχετίζεται με τον χειρισμό βιολογικού παράγοντα,
β) χειρισμού βιολογικού παράγοντα της ομάδας 4.
2. Οι εργαζόμενοι οφείλουν να αναφέρουν αμέσως κάθε ατύχημα ή περιστατικό που σχετίζεται με τον χειρισμό βιολογικού παράγοντα στον εργοδότη, στον τεχνικό ασφάλειας και στο γιατρό εργασίας.
3. Ο εργοδότης οφείλει να ενημερώνει αμέσως τους εργαζόμενους ή/και τους εκπροσώπους τους για κάθε ατύχημα ή περιστατικό το οποίο ενδέχεται να έχει προκαλέσει απελευθέρωση βιολογικού παράγοντα και το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρή ανθρώπινη μόλυνση ή/και ασθένεια. Επιπλέον ο εργοδότης οφείλει να ενημερώνει τους εργαζόμενους ή/και τους εκπροσώπους τους στην επιχείρηση ή την εγκατάσταση το ταχύτερο δυνατόν για τα σοβαρά ατυχήματα ή περιστατικά, για τις αιτίες τους και για τα μέτρα που λαμβάνονται ή που θα ληφθούν για να επανορθωθεί η κατάσταση.
4. Κάθε εργαζόμενος έχει πρόσβαση στις πληροφορίες του καταλόγου που προβλέπεται στο άρθρο 11 και οι οποίες τον αφορούν προσωπικά.
5. Οι εργαζόμενοι ή/και οι εκπρόσωποί τους στην επιχείρηση ή την εγκατάσταση έχουν πρόσβαση σε ανώνυμες συλλογικές πληροφορίες.
6. Ο εργοδότης παρέχει στους εργαζόμενους ή/και τους εκπροσώπους τους, ύστερα από σχετική αίτησή τους, τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 7.
1. Ο εργοδότης τηρεί κατάλογο των εργαζομένων που εκτίθενται σε βιολογικούς παράγοντες της ομάδας 3 και 4. Ο κατάλογος αυτός αναφέρει το είδος της εκτελούμενης εργασίας, και εφόσον είναι δυνατόν, το βιολογικό παράγοντα στον οποίο έχουν εκτεθεί οι εργαζόμενοι, καθώς και τα στοιχεία τα σχετικά με την έκθεση, τα ατυχήματα και τα περιστατικά, ανάλογα με την περίπτωση.
2. Ο κατάλογος που προβλέπεται στην παρ. 1 διατηρείται επί δέκα (10) τουλάχιστον έτη μετά από το πέρας της έκθεσης.
3. Ο κατάλογος που προβλέπεται στην παρ. 1 διατηρείται επί σαράντα έτη (40) μετά από την τελευταία γνωστή έκθεση στις παρακάτω περιπτώσεις έκθεσης οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν σε μόλυνση:
α) από βιολογικούς παράγοντες που είναι γνωστό ότι μπορούν να προκαλέσουν μόνιμες ή λανθάνουσες μολύνσεις,
β) που δεν μπορεί να διαγνωσθεί, με βάση τις σημερινές γνώσεις, παρά μόνο όταν εκδηλωθεί η ασθένεια, μετά την παρέλευση πολλών ετών,
γ) που εμφανίζει ιδιαίτερα μεγάλες περιόδους επώασης πριν από την εκδήλωση της ασθένειας,
δ) που οδηγεί σε ασθένεια η οποία εμφανίζει κατά καιρούς υποτροπές επί μεγάλο χρονικό διάστημα παρά την θεραπευτική αγωγή,
ε) που μπορεί να έχει σοβαρές μακροπρόθεσμες συνέπειες.
4. Πρόσβαση στον κατάλογο της παραγράφου 1 έχουν:
α) Ο τεχνικός ασφάλειας και ο ιατρός εργασίας ή/και ο ιατρός του ασφαλιστικού οργανισμού στον οποίο είναι ασφαλισμένος ο εργαζόμενος, καθώς και η αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας
β) κάθε εργαζόμενος για τις πληροφορίες που περιέχονται στον κατάλογο αυτό και οι οποίες τον αφορούν προσωπικά.
Στο πλαίσιο της διαβούλευσης και της συμμετοχής των εργαζομένων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ο εργοδότης ζητά τη γνώμη των εργαζομένων ή/και των εκπροσώπων τους και διευκολύνει τη συμμετοχή τους, αναφορικά με τα θέματα που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος.
1. Κοινοποιείται εκ των προτέρων στην αρμόδια επιθεώρηση εργασίας η χρήση για πρώτη φορά:
α) των βιολογικών παραγόντων της ομάδας 2,
β) των βιολογικών παραγόντων της ομάδας 3,
γ) των βιολογικών παραγόντων της ομάδας 4.
Η κοινοποίηση γίνεται τουλάχιστον τριάντα ημέρες πριν από την έναρξη των εργασιών.
Με την επιφύλαξη της παρ. 2, κοινοποιείται εκ των προτέρων και η χρήση για πρώτη φορά κάθε επιπλέον βιολογικού παράγοντα της ομάδας 4 και κάθε νέου επιπλέον βιολογικού παράγοντα της ομάδας 3, όπου ο ίδιος ο εργοδότης προσωρινά κατατάσσει αυτόν το βιολογικό παράγοντα.
2. Από τα εργαστήρια που παρέχουν διαγνωστικές υπηρεσίες που έχουν σχέση με παράγοντες της ομάδας 4 απαιτείται μόνο αρχική κοινοποίηση της πρόθεσής τους.
3. Κοινοποίηση εκ νέου πρέπει να γίνεται σε περίπτωση που υφίστανται ουσιώδεις αλλαγές, σημαντικές για την ασφάλεια ή την υγεία στο χώρο εργασίας, στις μεθόδους και τις διαδικασίες, οι οποίες καθιστούν ανεπαρκή την προγενέστερη κοινοποίηση.
4. Η κοινοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο αυτό, περιλαμβάνει:
α) το όνομα και τη διεύθυνση της επιχείρησης ή/και της εγκατάστασης,
β) το ονοματεπώνυμο και τα τυπικά προσόντα του τεχνικού ασφάλειας και του ιατρού εργασίας της επιχείρησης,
γ) τα αποτελέσματα της εκτίμησης κινδύνου που προβλέπεται στο άρθρο 3,
δ) το είδος του βιολογικού παράγοντα,
ε) τα προβλεπόμενα προληπτικά και προστατευτικά μέτρα.
1. Εάν τα αποτελέσματα της εκτίμησης κινδύνου που προβλέπεται στο άρθρο 3 καταδεικνύουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των εργαζομένων, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση:
α) Να χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες ιατρού εργασίας, όπως αυτός ορίζεται στον «Κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων» (εφεξής Κ.Ν.Υ.Α.Ε.), ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3850/2010 «Κύρωση του Κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων» (Α’ 84), ανεξάρτητα από τον αριθμό εργαζομένων στην επιχείρηση ή/και την εγκατάσταση.
β) Να εξασφαλίζει σύμφωνα με τις υποδείξεις του ιατρού εργασίας, ότι κάθε εργαζόμενος πριν από την έκθεση και στη συνέχεια σε τακτά χρονικά διαστήματα, υπόκειται σε ιατρική εξέταση για την εκτίμηση της κατάστασης της υγείας του.
2. O εργοδότης, κατά την εκτίμηση που προβλέπεται στο άρθρο 3, αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή στις ενδεχόμενες επιπτώσεις όσον αφορά την ασφάλεια ή την υγεία των ιδιαίτερα ευαίσθητων εργαζομένων που απασχολούνται σε εργασίες με βιολογικούς παράγοντες, λαμβάνοντας υπόψη το ενδεχόμενο να απαιτούνται ειδικά προστατευτικά μέτρα, μεταξύ άλλων εξετάζοντας τη δυνατότητα να μην εργάζονται οι εργαζόμενοι αυτοί
σε ζώνες όπου μπορούν να έλθουν σε επαφή με επικίνδυνους βιολογικούς παράγοντες.
3. Με μέριμνα του εργοδότη, κατόπιν υπόδειξης του ιατρού εργασίας, διατίθενται, όταν χρειάζεται, αποτελεσματικά εμβόλια στους εργαζόμενους που δεν έχουν ήδη ανοσοποιηθεί κατά του βιολογικού παράγοντα στον οποίο εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν, λαμβάνοντας υπόψη το συνιστώμενο κώδικα συμπεριφοράς που περιέχεται στο παράρτημα VΙΙ.
4. Όταν, ως αποτέλεσμα της επίβλεψης της υγείας, διαπιστώνεται ότι ένας εργαζόμενος πάσχει από μόλυνση ή/και ασθένεια που θεωρείται από τον ιατρό εργασίας ή την αρμόδια επιθεώρηση εργασίας ότι ενδέχεται να οφείλεται στην έκθεσή του σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία, ο ιατρός εργασίας ή/και αρμόδια επιθεώρηση εργασίας μπορούν να ζητούν και άλλοι εργαζόμενοι που έχουν επίσης εκτεθεί στους ίδιους βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία να υποβληθούν σε επίβλεψη της υγείας τους. Στην περίπτωση αυτή, με μέριμνα του εργοδότη, πραγματοποιείται επικαιροποίηση της εκτίμησης κινδύνου του κινδύνου έκθεσης, που προβλέπεται στο άρθρο 3.
5. Για κάθε εργαζόμενο, ο οποίος υποβάλλεται σε επίβλεψη της υγείας του τηρείται ατομικός ιατρικός φάκελος, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και ο ιατρός εργασίας ή/και η αρμόδια επιθεώρηση εργασίας υποδεικνύουν κάθε προστατευτικό ή προληπτικό μέτρο που πρέπει να λαμβάνεται για την προστασία της υγείας των εν λόγω εργαζομένων. Ο ατομικός ιατρικός φάκελος τηρείται για τουλάχιστον δέκα έτη (10) μετά από το τέλος της έκθεσης. Στις ειδικές περιπτώσεις που αναφέρονται στην παρ. 3 του άρθρου 11, ο ατομικός ιατρικός φάκελος τηρείται για διάστημα σαράντα ετών (40) από την τελευταία γνωστή έκθεση.
6. Ο ιατρός εργασίας ή/και ο ιατρός του ασφαλιστικού οργανισμού στον οποίο είναι ασφαλισμένος ο εργαζόμενος, προτείνει τα τυχόν προστατευτικά ή προληπτικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν για κάθε εργαζόμενο.
7. Ο εργοδότης εξασφαλίζει ότι παρέχονται πληροφορίες και συμβουλές στους εργαζόμενους σχετικά με την τυχόν συνέχιση της επίβλεψη της υγείας στην οποία ενδέχεται να υποβάλλονται μετά την παύση της έκθεσης.
8. Οι εργαζόμενοι έχουν πρόσβαση στα αποτελέσματα της ιατρικής παρακολούθησης που τους αφορούν. Επανεξέταση των αποτελεσμάτων της επίβλεψη της υγείας μπορούν να ζητούν ο εργοδότης και οι εν λόγω εργαζόμενοι.
9. Πρακτικές συστάσεις για την επίβλεψη της υγείας των εργαζομένων δίνονται στο παράρτημα ΙV.
10. Όλες οι περιπτώσεις ασθενείας ή θανάτου εργαζομένων, μετά την διαδικασία ολοκλήρωσης της διάγνωσης με την οποία διαπιστώνεται ότι οφείλονται σε έκθεση σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία, αναγγέλλονται άμεσα από τον ιατρό εργασίας μέσω της επιχείρησης ή/και από τον ασφαλιστικό οργανισμό στην αρμόδια επιθεώρηση εργασίας.
1. Κατά την εκτίμηση των υφισταμένων κατά την εργασία κινδύνων που προβλέπεται στο άρθρο 3, πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στα ακόλουθα σημεία:
α) στην αβεβαιότητα σχετικά με την παρουσία βιολογικών παραγόντων στον οργανισμό των ασθενών ανθρώπων ή ζώων και σε υλικό ή δείγματα που λαμβάνονται από αυτούς,
β) στους κινδύνους από βιολογικούς παράγοντες για τους οποίους είναι γνωστό ή υπάρχουν υπόνοιες ότι υπάρχουν στον οργανισμό των ασθενών ανθρώπων ή ζώων και το υλικό ή δείγματα που έχουν ληφθεί από αυτούς,
γ) στους κινδύνους που συνεπάγεται η φύση της εργασίας.
2. Οι αρμόδιες υγειονομικές και κτηνιατρικές υπηρεσίες λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων. Τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων:
α) Τον καθορισμό κατάλληλων μεθόδων καθαρισμού και απολύμανσης.
β) Τον καθορισμό μεθόδων για τον ασφαλή χειρισμό και αποκομιδή των μολυσμένων απορριμμάτων.
3. Στην περίπτωση μονάδων απομόνωσης στις οποίες υπάρχουν ασθενείς άνθρωποι ή ασθενή ζώα για τους οποίους ή τα οποία είναι γνωστό ή υπάρχει υπόνοια ότι έχουν μολυνθεί από βιολογικούς παράγοντες της ομάδας 3 ή της ομάδας 4, τα μέτρα περιορισμού πρέπει να επιλέγονται μεταξύ των μέτρων που αναφέρονται στο παράρτημα V στήλη Α, προκειμένου να μειώνεται στο ελάχιστο ο κίνδυνος μόλυνσης.
4. Οι αρμόδιες υγειονομικές και κτηνιατρικές υπηρεσίες ενημερώνουν άμεσα τις κεντρικές υπηρεσίες τους για τα μέτρα που αναφέρονται στις παρ. 2 και 3.
1. Στα εργαστήρια, συμπεριλαμβανομένων των διαγνωστικών εργαστηρίων, και στους χώρους που προορίζονται για πειραματόζωα τα οποία έχουν σκόπιμα μολυνθεί από βιολογικούς παράγοντες των ομάδων 2, 3 ή 4 ή τα οποία είναι, ή υπάρχουν υποψίες ότι είναι φορείς των παραγόντων αυτών πρέπει να λαμβάνονται τα ακόλουθα μέτρα:
α) Τα εργαστήρια που εκτελούν εργασίες οι οποίες προϋποθέτουν το χειρισμό βιολογικών παραγόντων των ομάδων 2, 3 ή 4 για ερευνητικούς, αναπτυξιακούς, εκπαιδευτικούς ή διαγνωστικούς σκοπούς, καθορίζουν τα μέτρα περιορισμού σύμφωνα με το παράρτημα V, προκειμένου να μειώνεται στο ελάχιστο ο κίνδυνος μόλυνσης.
β) Μετά την εκτίμηση κινδύνου που προβλέπεται στο άρθρο 3, αφού καθοριστεί το επίπεδο φυσικού περιορισμού που απαιτείται για τους βιολογικούς παράγοντες ανάλογα με το βαθμό του κινδύνου, καθορίζονται μέτρα σύμφωνα με το παράρτημα V. Οι δραστηριότητες που περιλαμβάνουν το χειρισμό κάποιου βιολογικού παράγοντα πρέπει να εκτελούνται:
βα) Μόνον σε ζώνες εργασίας που ανταποκρίνονται τουλάχιστον στο επίπεδο περιορισμού 2 για βιολογικό παράγοντα της ομάδας 2.
ββ) Μόνον σε ζώνες εργασίας που ανταποκρίνονται τουλάχιστον στο επίπεδο περιορισμού 3 για βιολογικό παράγοντα της ομάδας 3.
βγ) Μόνον σε ζώνες εργασίας που ανταποκρίνονται τουλάχιστον στο επίπεδο περιορισμού 4 για βιολογικό παράγοντα της ομάδας 4.
γ) Τα εργαστήρια, τα οποία το αντικείμενο δραστηριοτήτων τους δεν περιλαμβάνουν εργασίες με βιολογικούς παράγοντες (δηλαδή να τους καλλιεργήσουν ή να τους συγκεντρώσουν), αλλά χειρίζονται υλικά για τα οποία υπάρχει αβεβαιότητα ως προς την παρουσία βιολογικών παραγόντων ικανών να προκαλέσουν ασθένεια στον άνθρωπο, πρέπει να εφαρμόζουν τουλάχιστον επίπεδο περιορισμού 2. Πρέπει να εφαρμόζονται, ανάλογα με την περίπτωση, τα επίπεδα περιορισμού 3 και 4, όταν είναι γνωστό ή υπάρχει υπόνοια ότι είναι απαραίτητα, εκτός εάν οι οδηγίες των αρμοδίων υπηρεσιών ορίζουν ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, επαρκεί χαμηλότερο επίπεδο περιορισμού.
2. Όσον αφορά τις βιομηχανικές μεθόδους που χρησιμοποιούν βιολογικούς παράγοντες των ομάδων 2, 3 ή 4 πρέπει να λαμβάνονται τα ακόλουθα μέτρα:
α) Οι αρχές περιορισμού οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1, στοιχείο β, δεύτερο εδάφιο, πρέπει να ισχύουν και για τις βιομηχανικές μεθόδους, βάσει των πρακτικών μέτρων και των καταλλήλων διαδικασιών που αναφέρονται στο παράρτημα VI.
β) Σε συνάρτηση με την εκτίμηση του κινδύνου που συνεπάγεται η χρησιμοποίηση των βιολογικών παραγόντων των ομάδων 2, 3, ή 4, τα Υπουργεία Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Ανάπτυξης και Επενδύσεων μετά από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων μπορούν να αποφασίζουν κατάλληλα μέτρα που πρέπει να εφαρμόζονται κατά τη βιομηχανική χρήση αυτών των βιολογικών παραγόντων.
γ) Για όλες τις δραστηριότητες που καλύπτονται από το παρόν άρθρο και για τις οποίες δεν υπήρξε δυνατότητα οριστικής αξιολόγησης ενός βιολογικού παράγοντα, αλλά είναι πιθανό η ενδεχόμενη χρήση του παράγοντα αυτού να συνεπάγεται σοβαρό κίνδυνο για την υγεία των εργαζομένων, οι δραστηριότητες αυτές πρέπει να εκτελούνται μόνον σε χώρους εργασίας που ανταποκρίνονται τουλάχιστον στο επίπεδο περιορισμού 3.
Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του παρόντος τα παρακάτω παραρτήματα:
1. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι που αναφέρεται στην παρ. 2 του άρθρου 4.
2. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ που αναφέρεται στο εδάφ. ε της παρ. 2 του άρθρου 6.
3. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ που αναφέρεται στο εδάφ. α της παρ. 6 του άρθρου 3.
4. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV που αναφέρεται στην παρ. 9 του άρθρου 14.
5. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V που αναφέρεται στην παρ. 3 του άρθρου 15 και στα εδάφ. α και β της παρ. 1 του άρθρου 16.
6. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙ που αναφέρεται στην παρ. 1 του άρθρου 4 και στο εδάφ. α της παρ. 2 του άρθρου 16
7. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙ που αναφέρεται στην παρ. 3 του άρθρου 14.
Ο έλεγχος της εφαρμογής του παρόντος ανατίθεται στα αρμόδια όργανα, τα οποία καθορίζονται από το άρθρο 69 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε.
1. Σε περίπτωση παραβάσεων των διατάξεων του παρόντος επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 71 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. Μετά την επιβολή κύρωσης κατά την παρ. 2 του άρθρου 71 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. δεν επιβάλλεται κύρωση κατά την παρ. 1 του άρθρου αυτού για την ίδια παράβαση.
2. Ως προς την ποινική ευθύνη για παραβάσεις του παρόντος, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 72 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε.
3. Οι διοικητικές κυρώσεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 71 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. δεν επιβάλλονται εφόσον ο φερόμενος ως παραβάτης αποδείξει ότι έχει ήδη καταδικαστεί ή αθωωθεί με τελεσίδικη απόφαση ποινικού δικαστηρίου για ποινικό αδίκημα, το οποίο ταυτίζεται με το παράπτωμα, το οποίο αφορούν οι διοικητικές κυρώσεις.
1. Οι διατάξεις του παρόντος ισχύουν από 24 Νοεμβρίου 2020.
2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος διατάγματος καταργούνται τα π.δ. 186/1995 (Α’ 97), 174/1997 (Α’ 150) και 15/1999 (Α’ 9).
3. Στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων αναθέτουμε τη δημοσίευση και την εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.
Αθήνα, 30 Νοεμβρίου 2020
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ
Οι Υπουργοί
Αναπληρωτής Οικονομικών ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΚΥΛΑΚΑΚΗΣ |
Ανάπτυξης και Επενδύσεων ΣΠΥΡΙΔΩΝ - ΑΔΩΝΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ |
Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΡΟΥΤΣΗΣ |
Υγείας ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΙΚΙΛΙΑΣ |
Εσωτερικών ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΘΕΟΔΩΡΙΚΑΚΟΣ |
Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ ΒΟΡΙΔΗΣ |
The social partners body for health and safety at work