Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 11901 - 11950, σε σύνολο 12265
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Viscosity modifier
Μετάφραση:
Ρυθμιστής ιξώδους
Όρος:
viscosity modifying admixtures
Μετάφραση:
Πρόσθετα ρύθμισης ιξώδους, ρυθμιστές ιξώδους
Όρος:
viscous liquid
Μετάφραση:
Ιξώδες υγρό
Όρος:
Visibility clothing
Μετάφραση:
Ενδυμασία υψηλής ευκρίνιας
Όρος:
Visible
Μετάφραση:
Ορατό
Όρος:
Visible light
Μετάφραση:
Ορατό φώς
Όρος:
Vision
Μετάφραση:
Όραση
Όρος:
Vision testing
Μετάφραση:
Έλεγχος της όρασης
Όρος:
Visitor
Μετάφραση:
Επισκέπτης
Όρος:
Visual
Μετάφραση:
Οπτικός
Όρος:
Visual danger signal
Μετάφραση:
Οπτικό σήμα κινδύνου
Συντομογραφία:
VDU
Όρος:
Visual Display Units
Μετάφραση:
Μονάδες οπτικής απεικόνισης (ΜΟΑ),
Όρος:
Visual evaluation
Μετάφραση:
Οπτική αξιολόγηση
Όρος:
Visual fatigue
Μετάφραση:
Οπτική κόπωση
Όρος:
Visual field
Μετάφραση:
Οπτικό πεδίο
Συντομογραφία:
VMC
Όρος:
Visual meteorological conditions
Μετάφραση:
Μετεωρολογικές συνθήκες εξ όψεως
Όρος:
Vital dye MTT
Μετάφραση:
Χρωστική ζωτικής χρώσης
Όρος:
Vitamin
Μετάφραση:
Βιταμίνη
Όρος:
Vitamin B1 see thiamine
Μετάφραση:
Όρος:
Vitamin C see ascorbic acid
Μετάφραση:
Όρος:
Vitamin D2 see ergocalciferol
Μετάφραση:
Όρος:
vitamin D3
Μετάφραση:
βιταμίνη D3, Χολικαλσιφερόλη
Όρος:
Vitamin D3 see cholecalciferol
Μετάφραση:
Όρος:
Vitrified waste
Μετάφραση:
Υαλοποιημένα απόβλητα
Όρος:
Vitriol blue see copper sulphate
Μετάφραση:
Όρος:
Vitriol see sulfuric acid
Μετάφραση:
Όρος:
Vocational education
Μετάφραση:
Επαγγελματική εκπαίδευση
Όρος:
Vocational information
Μετάφραση:
Επαγγελματική πληροφόρηση
Όρος:
Vocational training
Μετάφραση:
Επαγγελματική κατάρτιση
Όρος:
Volatile
Μετάφραση:
Πτητικός
Συντομογραφία:
VOCs
Όρος:
Volatile organic compounds
Μετάφραση:
Πτητικές οργανικές ενώσεις
Όρος:
Volatile substance
Μετάφραση:
Πτητική ουσία
Όρος:
Volatility
Μετάφραση:
Πτητικότητα
Όρος:
Volcanic
Μετάφραση:
Ηφαιστειακός
Όρος:
Volt
Μετάφραση:
Βολτ
Όρος:
Voltage
Μετάφραση:
Ηλεκτρική τάση
Όρος:
Voltage drop
Μετάφραση:
Πτώση τάσεως
Όρος:
Voltage regulator
Μετάφραση:
Ρυθμιστής τάσης
Όρος:
Voltammeter
Μετάφραση:
Βολτάμετρο
Όρος:
Volume
Μετάφραση:
Όγκος
Όρος:
Volume per volume
Μετάφραση:
Όγκος κατ’ όγκο
Όρος:
Volumetric flask
Μετάφραση:
Ογκομετρική φιάλη
Όρος:
Vomiting
Μετάφραση:
Εμετός
Όρος:
VRM in vitro Cat
Μετάφραση:
Κατηγορία in vitro κατά τη VRM
Όρος:
Vulcanising agents
Μετάφραση:
Παράγοντες βουλκανισμού
Όρος:
Vulcanization
Μετάφραση:
Βουλκανισμός
Όρος:
Vulcanized rubber
Μετάφραση:
Βουλκανισμένο καουτσούκ
Όρος:
Vulnerability
Μετάφραση:
Τρωτότητα
Με σχετικά Links:
Ν. 4662/2020 (ΦΕΚ 27/Α` 7.2.2020)
(άρθρο 1§2)
Όρος:
Vulnerable group
Μετάφραση:
Ευπαθής ομάδα
Όρος:
Wagon
Μετάφραση:
Φορτάμαξα, Βαγόνι
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
235
Page
236
Page
237
Page
238
Current page
239
Page
240
Page
241
Page
242
Page
243
…
Next page
››
Last page
τελευταία »