Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 12101 - 12150, σε σύνολο 12265
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Winches
Μετάφραση:
Βαρούλκα
Όρος:
Winding
Μετάφραση:
Τύλιγμα
Όρος:
Winding temperature sensors
Μετάφραση:
Ανιχνευτές προστασίας περιελίξεων
Όρος:
Wiping
Μετάφραση:
Σκούπισμα
Όρος:
Wire
Μετάφραση:
Σύρμα ή καλώδιο
Όρος:
Wiring
Μετάφραση:
Συρμάτωση ή καλωδίωση
Όρος:
Within-laboratory reproducidility
Μετάφραση:
Ενδοεργαστηριακή αναπαραγωγιμότητα
Όρος:
Wobbe Index
Μετάφραση:
Δείκτης Wobbe
Όρος:
Wolfram see tungsten
Μετάφραση:
Όρος:
Women at work
Μετάφραση:
Γυναίκες στην εργασία
Όρος:
Wood
Μετάφραση:
Ξύλο
Όρος:
Wood dust
Μετάφραση:
Ξυλόσκονη ή σκόνη ξύλου
Όρος:
Wood preservatives
Μετάφραση:
Συντηρητικά ξύλου
Όρος:
Wood pulp
Μετάφραση:
Ξυλοπολτός
Όρος:
Wood rosin
Μετάφραση:
Ξυλοκολοφώνιο
Όρος:
Wooden barrel
Μετάφραση:
Ξύλινο βαρέλι
Όρος:
Wooden IBC
Μετάφραση:
Ξύλινο IBC
Όρος:
Woodworking machinery
Μετάφραση:
Ξυλουργικά μηχανήματα
Όρος:
Wool
Μετάφραση:
Μαλλί, έριο
Όρος:
Work ability
Μετάφραση:
Ικανότητα εργασίας
Όρος:
Work accident
Μετάφραση:
Εργατικό ατύχημα
Όρος:
Work adjustment training
Μετάφραση:
Επιμόρφωση με στόχο την προσαρμογή στην εργασία
Όρος:
Work capacity evaluation
Μετάφραση:
Εκτίμηση της ικανότητας εργασίας
Όρος:
Work demands
Μετάφραση:
Εργασιακές απαιτήσεις
Όρος:
Work environment
Μετάφραση:
Περιβάλλον εργασίας
Όρος:
Work equipment
Μετάφραση:
Εξοπλισμός εργασίας
Συντομογραφία:
WG
Όρος:
Work group
Μετάφραση:
Ομάδα εργασίας
Όρος:
Work Inspection Body
Μετάφραση:
Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ)
Όρος:
Work instructions
Μετάφραση:
Οδηγίες εργασίας
Όρος:
Work load
Μετάφραση:
Φόρτος εργασίας
Όρος:
Work motivation
Μετάφραση:
Παρακίνηση για εργασία
Όρος:
Work organization
Μετάφραση:
Οργάνωση εργασίας
Όρος:
Work overload
Μετάφραση:
Υπερβολικός φόρτος εργασίας
Όρος:
Work permit
Μετάφραση:
Άδεια εργασίας
Όρος:
Work places
Μετάφραση:
Χώροι εργασίας
Όρος:
Work position
Μετάφραση:
Θέση εργασίας
Όρος:
Work processes
Μετάφραση:
Διεργασίες παραγωγής
Συντομογραφία:
WP
Όρος:
Work programme
Μετάφραση:
Πρόγραμμα εργασιών (ΠΕ)
Όρος:
Work shift
Μετάφραση:
Βάρδια
Όρος:
Work station
Μετάφραση:
Σταθμός εργασίας
Όρος:
Work systems design
Μετάφραση:
Σχεδιασμός συστημάτων εργασίας
Όρος:
Work underload
Μετάφραση:
Μειωμένος φόρτος εργασίας
Όρος:
Work with visual display units
Μετάφραση:
Εργασίες σε μηχανήματα με οθόνες οπτικής απεικόνισης
Συντομογραφία:
WHC
Όρος:
Work-home conflicts
Μετάφραση:
Ισορροπία μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής
Όρος:
Work-related health risks
Μετάφραση:
Κίνδυνοι για την υγεία στην εργασία
Όρος:
Work-related musculoskeletal disorders
Μετάφραση:
Μυοσκελετικές παθήσεις που σχετίζονται με την εργασία
Όρος:
Work-related stress
Μετάφραση:
Εργασιακό στρες
Όρος:
Workability
Μετάφραση:
Εργασιμότητα
Όρος:
workability
Μετάφραση:
εργασιμότητα
Όρος:
Worker
Μετάφραση:
Εργάτης, Εργαζόμενος
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
238
Page
239
Page
240
Page
241
Page
242
Current page
243
Page
244
Page
245
Page
246
Next page
››
Last page
τελευταία »