Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 10051 - 10100, σε σύνολο 12265
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
sectoral technical committee
Μετάφραση:
τεχνική επιτροπή τομέα
Όρος:
Security
Μετάφραση:
Ασφάλεια (φύλαξη)
Όρος:
Security control
Μετάφραση:
Έλεγχος ασφαλείας
Όρος:
Security inspector
Μετάφραση:
Επιθεωρητής ασφαλείας
Όρος:
Security measures
Μετάφραση:
Μέτρα ασφάλειας
Όρος:
Security program
Μετάφραση:
Πρόγραμμα Ασφαλείας
Όρος:
Security supervisor
Μετάφραση:
Επόπτης ασφάλειας
Όρος:
Sedative
Μετάφραση:
Καταπραϋντικό
Όρος:
Sedentary work
Μετάφραση:
Καθιστική εργασία
Όρος:
Sediment toxicity
Μετάφραση:
Τοξικότητα ιζημάτων
Όρος:
See … on this label
Μετάφραση:
βλέπε … στην ετικέτα
Όρος:
Seeding
Μετάφραση:
Ανακαλλιέργεια
Όρος:
Segment
Μετάφραση:
Τεμάχιο
Όρος:
Segment
Μετάφραση:
Τμήμα
Όρος:
Segregation
Μετάφραση:
Διαχωρισμός
Όρος:
segregation
Μετάφραση:
απόμιξη
Όρος:
Segregation of goods
Μετάφραση:
Διαχωρισμός των εμπορευμάτων
Όρος:
Seizure
Μετάφραση:
Αποπληξία ή αιφνιδιαστική προσβολή ή παροξυσμός
Συντομογραφία:
SIM
Όρος:
Selected ion monitoring
Μετάφραση:
Παρακολούθηση επιλεγμένου ιόντος
Όρος:
Selection
Μετάφραση:
Επιλογή
Όρος:
Selection bias
Μετάφραση:
Συστημικό σφάλμα επιλογής
Όρος:
Selection rules
Μετάφραση:
Κανόνες επιλογής
Όρος:
Selectivity
Μετάφραση:
Επιλεκτικότητα ή εκλεκτικότητα
Όρος:
Selenium
Μετάφραση:
Σελήνιο
Όρος:
Selenium hexafluoride
Μετάφραση:
Εξαφθοριούχο σελήνιο
Όρος:
Selenium hydride see hydrogen selenide
Μετάφραση:
Όρος:
Self –reactive substances
Μετάφραση:
Αυτοαντιδρώσες ουσίες
Συντομογραφία:
SADT
Όρος:
Self-accelerating decomposition temperature
Μετάφραση:
Θερμοκρασία αυτόεπιταχυνόμενης διάσπασης
Όρος:
Self-assessment
Μετάφραση:
Αυτοαξιολόγηση
Συντομογραφία:
SCBA
Όρος:
Self-contained breathing apparatus
Μετάφραση:
Αυτόνομη αναπνευστική συσκευή
Όρος:
Self-contained mask
Μετάφραση:
Αυτόνομη, αυτοτελής μάσκα
Όρος:
Self-employed
Μετάφραση:
Αυτοαπασχολούμενος
Όρος:
Self-employed person'
Μετάφραση:
Ελεύθερος επαγγελματίας
Όρος:
Self-heating in large quantities; may catch fire
Μετάφραση:
Σε μεγάλες ποσότητες αυτοθερμαίνεται: μπορεί να αναφλεγεί
Όρος:
Self-heating substance
Μετάφραση:
Αυτοθερμενόμενη ουσία
Όρος:
Self-heating: may catch fire
Μετάφραση:
Αυτοθερμαίνεται: μπορεί να αναφλεγεί
Όρος:
Self-heating: may catch fire
Μετάφραση:
Αυτοθερμαίνεται: μπορεί να αναφλεγεί
Όρος:
Self-inspection
Μετάφραση:
Αυτοέλεγχος
Όρος:
Self-operating ventilation valve
Μετάφραση:
Αυτενεργή βαλβίδα εξαερισμού
Όρος:
Self-reactive mixture
Μετάφραση:
Αυτοαντιδρών μείγμα
Όρος:
Self-reactive substance
Μετάφραση:
Αυτενεργή ουσία Αυτοαντιδρώσα ουσία
Όρος:
Self-rescue
Μετάφραση:
Αυτοδιάσωση
Όρος:
self−operating ventilation valve
Μετάφραση:
αυτενεργή βαλβίδα εξαερισμού
Όρος:
Semi-rigid hose
Μετάφραση:
Ημιάκαμπτος σωλήνας
Όρος:
Semicarbazide
Μετάφραση:
Σεμικαρβαζίδιο
Όρος:
Semicarbazone
Μετάφραση:
Σεμικαρβαζόνη
Όρος:
Semiconductor
Μετάφραση:
Ημιαγωγός
Όρος:
Seminar
Μετάφραση:
Σεμινάριο
Όρος:
Sendiment
Μετάφραση:
Ίζημα
Όρος:
Senior executive
Μετάφραση:
Ανώτερο στέλεχος
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
198
Page
199
Page
200
Page
201
Current page
202
Page
203
Page
204
Page
205
Page
206
…
Next page
››
Last page
τελευταία »