Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 6551 - 6600, σε σύνολο 12267
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Lighting requirements
Μετάφραση:
απαιτήσεις φωτισμού
Όρος:
Lightning protection
Μετάφραση:
Προστασία από κεραυνό
Συντομογραφία:
LPS
Όρος:
Lightning Protection System
Μετάφραση:
Σύστημα Αντικεραυνικής Προστασίας (ΣΑΠ)
Όρος:
Lightweight aggregate concrete
Μετάφραση:
Ελαφροβαρές αδρανές σκυρόδεμα
Όρος:
Lignite or brown coal
Μετάφραση:
Λιγνίτης
Όρος:
Lignoceric Acid, tetracosanoic acid
Μετάφραση:
Λιγνοκηρικό, Εικοσιτετρανοϊκό
Όρος:
Ligroin (light naphtha)
Μετάφραση:
Λιγροΐνη (ελαφρά ναφθένια)
Όρος:
Likelihood of exposure
Μετάφραση:
Πιθανότητα έκθεσης
Όρος:
Limestone
Μετάφραση:
Ασβεστόλιθος
Όρος:
limestone, marble
Μετάφραση:
Ανθρακικό ασβέστιο
Όρος:
liming waste
Μετάφραση:
Απόβλητα ασβέστωσης
Όρος:
Limit
Μετάφραση:
Όριο
Συντομογραφία:
LOL
Όρος:
Limit of linearity
Μετάφραση:
Όριο γραμμικότητας
Συντομογραφία:
LOQ
Όρος:
Limit of quantitation
Μετάφραση:
Όριο ποσοτικοποίησης
Όρος:
Limit test
Μετάφραση:
Έλεγχος ορίου, Οριακή δοκιμή
Όρος:
Limit value
Μετάφραση:
Οριακή τιμή
Όρος:
Limitation on scope
Μετάφραση:
Περιορισμός του εύρους (του έργου)
Όρος:
Limitation to valid of claim
Μετάφραση:
Περιορισμός της ισχύος του αιτήματος
Όρος:
Limited evidence of a carcinogenic effect
Μετάφραση:
Ύποπτο καρκινογένεσης
Όρος:
Limited evidence of a carcinogenic effect
Μετάφραση:
Ύποπτο καρκινογένεσης
Όρος:
Limited exposure
Μετάφραση:
Περιορισμένη έκθεση
Όρος:
Limited movement control device
Μετάφραση:
Τερματικός διακόπτης
Συντομογραφία:
LQ
Όρος:
Limited quantities
Μετάφραση:
Περιορισμένες ποσότητες
Όρος:
Limiter
Μετάφραση:
Περιοριστής
Όρος:
Limiting device
Μετάφραση:
Τερματικό
Όρος:
Limiting oxygen concentration
Μετάφραση:
Οριακή συγκέντρωση οξυγόνου
Όρος:
Limonene see dipentene
Μετάφραση:
Όρος:
Linalol
Μετάφραση:
Λιναλόλη
Όρος:
Linalool
Μετάφραση:
Λιναλοόλη
Όρος:
Linalyl acetate
Μετάφραση:
Οξικό λιναλύλιο
Συντομογραφία:
HCH γ-
Όρος:
Lindane or gamma-Hexachlorocyclohexane, BHC γ-
Μετάφραση:
Λινδάνιο ή γ-εξαχλωροκυκλοεξάνιο
Όρος:
Line printer
Μετάφραση:
Εκτυπωτής γραμμών
Όρος:
Linear circuit
Μετάφραση:
Γραμμικό κύκλωμα
Όρος:
Linear combination
Μετάφραση:
Γραμμικός συνδυασμός
Όρος:
Linear dynamic range
Μετάφραση:
Γραμμική δυναμική περιοχή
Συντομογραφία:
LLDPE
Όρος:
Linear Low Density Polyethylene
Μετάφραση:
Γραμμικό χαμηλής πυκνότητας πολυαιθυλένιο
Συντομογραφία:
LMS
Όρος:
Linear multistage model
Μετάφραση:
Όρος:
Linear regression
Μετάφραση:
Γραμμική συμμεταβολή
Όρος:
Linearity
Μετάφραση:
Γραμμικότητα
Όρος:
Liner
Μετάφραση:
Επένδυση
Όρος:
Lines of authority
Μετάφραση:
Ιεραρχία
Όρος:
Lining
Μετάφραση:
Επένδυση
Όρος:
Linkage
Μετάφραση:
Διαρροή
Όρος:
Linoleic acid or cis,cis-9,12-octadecadienoic acid
Μετάφραση:
Λινελαϊκό οξύ ή cis,cis-9,12-δεκαοκταδεκανοϊκό οξύ
Όρος:
Linoleic acid, octadec-cis-9,cis-12-dienoic acid
Μετάφραση:
Λινελαϊκό οξύ, cis-cis-9,12-δεκαοκταδιενοϊκό
Όρος:
Linolenic acid
Μετάφραση:
Λινολενικό οξύ
Όρος:
Linseed oil
Μετάφραση:
Λινέλαιο
Όρος:
Lipophilic
Μετάφραση:
Λιποφιλικό
Όρος:
Lipophilic see hydrophobic
Μετάφραση:
Όρος:
Lipoprotein
Μετάφραση:
Λιποπρωτεΐνη
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
128
Page
129
Page
130
Page
131
Current page
132
Page
133
Page
134
Page
135
Page
136
…
Next page
››
Last page
τελευταία »