Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 9201 - 9250, σε σύνολο 12265
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Pure chance theory
Μετάφραση:
Θεωρία της απλής τύχης
Όρος:
Pure time preference
Μετάφραση:
Καθαρή χρονική προτίμηση
Όρος:
Pure tone air conduction audiometers
Μετάφραση:
Καθαροτονικά ακοόμετρα αέρινης αγωγής
Όρος:
Pure tone vibrator
Μετάφραση:
Δονητής καθαρού τόνου
Όρος:
Purging
Μετάφραση:
Εκκένωση
Όρος:
Purine
Μετάφραση:
Πουρίνη
Όρος:
Purity
Μετάφραση:
Καθαρότητα
Όρος:
Purple Book
Μετάφραση:
μωβ βιβλίο
Όρος:
Purpose
Μετάφραση:
Σκοπός ή πρόθεση
Όρος:
Purpose flag
Μετάφραση:
Ειδική ένδειξη επισήμανσης, Επισήμανση σκοπού
Όρος:
Pushing
Μετάφραση:
Ώθηση, σπρώξιμο
Όρος:
Putting into service
Μετάφραση:
Έναρξη χρήσης
Όρος:
Pylon
Μετάφραση:
Πυλώνας
Όρος:
Pyloroplastry
Μετάφραση:
Πυλωροπλαστική
Όρος:
Pyran
Μετάφραση:
Πυράνιο
Όρος:
Pyranose
Μετάφραση:
Πυρανόζη
Όρος:
Pyranoside
Μετάφραση:
Πυρανοζίτης
Όρος:
Pyrazole or 1,2-diazole
Μετάφραση:
Πυραζόλιο
Όρος:
Pyrene
Μετάφραση:
Πυρένιο
Όρος:
Pyrethrins see pyrethrum
Μετάφραση:
Όρος:
Pyrethroids
Μετάφραση:
Πυρεθροειδή
Όρος:
Pyrethrum or pyrethrins
Μετάφραση:
Πύρεθρο
Όρος:
Pyridine
Μετάφραση:
Πυριδίνη
Όρος:
pyridinecarboxylic acid 3- see nicotinic acid
Μετάφραση:
Όρος:
Pyridinium chlorocromate
Μετάφραση:
Χλωροχρωμική πυριδίνη
Όρος:
Pyridoxine hydrochloride
Μετάφραση:
Υδροχλωριωμένη πυριδοξίνη
Όρος:
Pyrimidine
Μετάφραση:
Πυριμιδίνη
Όρος:
Pyrocatechol or 1,2-dihydroxybenzene
Μετάφραση:
Πυροκατεχόλη ή 1,2-διυδροξυβενζόλιο
Όρος:
Pyrogallol or 1,2,3-trihydroxybenzene
Μετάφραση:
Πυρογαλλόλη ή 1,2,3-τριυδροξυβενζόλιο
Όρος:
Pyrolysis
Μετάφραση:
Πυρόλυση
Όρος:
Pyrolysis products
Μετάφραση:
Προϊόντα πυρόλυσης
Όρος:
Pyrophoric liquid
Μετάφραση:
Πυροφορικό υγρό
Όρος:
Pyrophoric solid
Μετάφραση:
Πυροφορικό στερεό
Όρος:
Pyrotechnic article
Μετάφραση:
Πυροτεχνικό αντικείμενο
Όρος:
Pyrotechnic substance
Μετάφραση:
Πυροτεχνική ουσία
Όρος:
Pyroxilin
Μετάφραση:
Πυροξιλίνη
Όρος:
Pyrrole
Μετάφραση:
Πυρρόλιο
Όρος:
Pyrrolidine
Μετάφραση:
Πυρρολιδίνη
Όρος:
pyrrolidinecarboxylic acid 2- see proline
Μετάφραση:
Όρος:
Pyrroline
Μετάφραση:
Πυρρολίνη
Όρος:
Pyruvate
Μετάφραση:
Πυρουβικό
Όρος:
Pyruvic acid or 2-oxopropanoic acid
Μετάφραση:
Πυρουβικό οξύ, πυροσταφυλικό οξύ, 2-οξοπροπανοϊκό οξύ
Όρος:
Qualified experts
Μετάφραση:
Ειδικευμένοι εμπειρογνώμονες
Όρος:
Qualified opinion
Μετάφραση:
Σύμφωνη γνώμη με εξαιρέσεις
Όρος:
Qualitative analysis
Μετάφραση:
Ποιοτική ανάλυση
Όρος:
Qualitative and quantitative characteristics
Μετάφραση:
Ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά
Όρος:
Qualitative elemental analysis
Μετάφραση:
Ποιοτική στοιχειακή ανάλυση
Όρος:
Qualitative method
Μετάφραση:
Ποιοτική μέθοδος
Όρος:
Quality
Μετάφραση:
Ποιότητα
Όρος:
Quality assessment
Μετάφραση:
Εκτίμηση ποιότητας
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
181
Page
182
Page
183
Page
184
Current page
185
Page
186
Page
187
Page
188
Page
189
…
Next page
››
Last page
τελευταία »