Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 1801 - 1850, σε σύνολο 12265
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Centrifuge spinet electrical
Μετάφραση:
Ηλεκτρική φυγόκεντρος μηχανή
Όρος:
Centrifuge spinet mechanical
Μετάφραση:
Φυγόκεντρος μηχανή
Όρος:
Centrifuging
Μετάφραση:
Φυγοκέντρηση
Όρος:
Centromeric
Μετάφραση:
Κεντρομερίδιο
Όρος:
Cerium
Μετάφραση:
Δημήτριο, σέριο
Όρος:
Certificate
Μετάφραση:
Πιστοποιητικό
Όρος:
Certificated person
Μετάφραση:
Πιστοποιημένο πρόσωπο
Όρος:
Certification
Μετάφραση:
Πιστοποίηση
Όρος:
Certification body
Μετάφραση:
Φορέας πιστοποίησης
Όρος:
Certification of competence
Μετάφραση:
Πιστοποίηση ικανότητας
Όρος:
Certification of conformity
Μετάφραση:
Πιστοποιητικό συμμόρφωσης
Όρος:
Certification process
Μετάφραση:
Διεργασία πιστοποίησης
Όρος:
Certification scheme
Μετάφραση:
Σχήμα πιστοποίησης
Όρος:
Certified body
Μετάφραση:
Πιστοποιημένος φορέας
Συντομογραφία:
CRM
Όρος:
Certified reference material
Μετάφραση:
Πιστοποιημένο υλικό αναφοράς
Όρος:
Certified value
Μετάφραση:
Πιστοποιημένη τιμή
Όρος:
Cesium
Μετάφραση:
Καίσιο
Όρος:
Cesium hydroxide
Μετάφραση:
Υδροξείδιο του καισίου
Όρος:
Cetane or hexadecane
Μετάφραση:
Κητάνιο ή δεκαεξάνιο
Όρος:
Chain
Μετάφραση:
Αλυσίδα
Όρος:
Chain mail gloves
Μετάφραση:
Γάντια από μεταλλικό πλέγμα
Όρος:
Chain saw
Μετάφραση:
Αλυσοπρίονο
Όρος:
Chain sling
Μετάφραση:
Αλυσιδωτός αορτήρας
Όρος:
Chalcone
Μετάφραση:
Καλκόνη ή 2-βενζαλακετοφαινόνη ή 1,3-διφαινυλο-1-προπεν-3-όνη
Όρος:
Chalk
Μετάφραση:
Κιμωλία
Όρος:
Chamber
Μετάφραση:
Θάλαμος
Όρος:
Chamber of Small Business and Trade
Μετάφραση:
Επαγγελματικό και Βιοτεχνικό Επιμελητήριο
Όρος:
Change cause
Μετάφραση:
Μεταβαλλόμενη αιτία
Όρος:
Change in operation
Μετάφραση:
Μεταβολή της λειτουργίας
Όρος:
Change room
Μετάφραση:
Αποδυτήριο
Όρος:
Changing world of work
Μετάφραση:
Μεταβαλλόμενο περιβάλλον της εργασίας
Όρος:
Channelling
Μετάφραση:
Διοχέτευση
Όρος:
Character of workplaces
Μετάφραση:
Φύση των θέσεων εργασίας
Όρος:
Characteristic value
Μετάφραση:
Χαρακτηριστική τιμή
Όρος:
Charcoal
Μετάφραση:
Ξυλάνθρακας
Όρος:
Charge
Μετάφραση:
Γόμωση
Όρος:
Charging
Μετάφραση:
Χρέωση (οικονομική) / φόρτιση (ηλεκτρική, μηχανική)
Συντομογραφία:
CLH dossier
Όρος:
Charmonised classification and labelling dossier
Μετάφραση:
Φάκελος εναρμονισμένης ταξινόμησης και επισήμανσης
Όρος:
Charring
Μετάφραση:
Απανθράκωση
Όρος:
Chartered engineer
Μετάφραση:
Μηχανικός με άδεια άσκησης επαγγέλματος
Όρος:
Chase-cutting
Μετάφραση:
Αυλάκωση, διάνοιξη
Όρος:
Check standard
Μετάφραση:
Πρότυπο ελέγχου
Όρος:
Check up see medical examination
Μετάφραση:
Όρος:
Checking compliance with the exposure scenario
Μετάφραση:
Έλεγχος της συμβατότητας με το σενάριο έκθεσης
Όρος:
Checklist
Μετάφραση:
Λίστα ελέγχου, πίνακας ελέγχου, κατάλογος ελέγχου
Όρος:
Checklist for the prevention of accidents in laboratories
Μετάφραση:
Λίστα ελέγχου για την πρόληψη ατυχημάτων σε εργαστήρια
Όρος:
Chelating agents
Μετάφραση:
Χηλικός παράγοντας
Όρος:
Chelating properties
Μετάφραση:
Χηλικές ιδιότητες
Όρος:
Chelation
Μετάφραση:
Χηλικότητα
Όρος:
Chemical
Μετάφραση:
Χημικό προϊόν
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
33
Page
34
Page
35
Page
36
Current page
37
Page
38
Page
39
Page
40
Page
41
…
Next page
››
Last page
τελευταία »