Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 2201 - 2250, σε σύνολο 12265
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Cofferdam
Μετάφραση:
Χώρος ασφαλείας
Όρος:
Cohesive tachiness
Μετάφραση:
Αυτοκολλητικότητα
Όρος:
Cohort studies or prospective studies
Μετάφραση:
Προοπτικές μελέτες
Όρος:
Coil
Μετάφραση:
Πηνίο
Όρος:
Coke
Μετάφραση:
Οπτάνθρακας (κοκ)
Όρος:
Coke ovens
Μετάφραση:
Εγκαταστάσεις οπτανθρακοποίησης
Όρος:
Cold
Μετάφραση:
Κρύος
Όρος:
Cold fusion
Μετάφραση:
Ψυχρή σύντηξη
Όρος:
Cold stores
Μετάφραση:
Ψυκτικές αποθήκες
Όρος:
Cold stress
Μετάφραση:
Καταπόνηση λόγω ψύχους
Όρος:
Cold vapour
Μετάφραση:
Ψυχρός ατμός
Όρος:
Cold work
Μετάφραση:
Ψυχρή εργασία
Όρος:
Cold zone
Μετάφραση:
Ψυχρή ζώνη
Όρος:
Colic
Μετάφραση:
Κολικός
Όρος:
Colitis
Μετάφραση:
Κολίτιδα
Όρος:
Collaborative study
Μετάφραση:
Συλλογική μελέτη
Όρος:
Collaborative test
Μετάφραση:
Συνεργητική δοκιμή
Όρος:
Collagen
Μετάφραση:
Κολλαγόνο
Όρος:
Collect
Μετάφραση:
Συλλέγω
Όρος:
Collect spillage
Μετάφραση:
Μαζέψτε τη χυμένη ποσότητα
Όρος:
Collect spillage
Μετάφραση:
Μαζέψτε τη χυμένη ποσότητα.
Όρος:
collection
Μετάφραση:
συλλογή
Όρος:
Collective agreement
Μετάφραση:
Συλλογική σύμβαση εργασίας
Όρος:
Collective bargaining
Μετάφραση:
Συλλογικές διαπραγματεύσεις
Όρος:
Collective entry
Μετάφραση:
Ομαδική καταχώριση, Συνολική καταχώρηση
Όρος:
Collective labour agreements
Μετάφραση:
Συλλογικές συμβάσεις εργασίας
Όρος:
Collector
Μετάφραση:
Συλλέκτης
Όρος:
Collision frequency
Μετάφραση:
Συχνότητα σύγκρουσης
Όρος:
Colloidal cotton
Μετάφραση:
Κολλωδιοβάμβακας
Όρος:
Colloids
Μετάφραση:
Κολλοειδείς ουσίες
Όρος:
Colonisation
Μετάφραση:
αποικισμό
Συντομογραφία:
CFU
Όρος:
Colony-forming unit
Μετάφραση:
Μονάδα σχηματισμού αποικίας
Όρος:
Color or colour
Μετάφραση:
Χρώμα
Όρος:
Colorant
Μετάφραση:
Χρωστική
Όρος:
Colorimetric method
Μετάφραση:
Χρωματομετρική μέθοδος
Όρος:
Colour Index number
Μετάφραση:
Αριθμός χρωματικού δείκτη
Όρος:
Colourless
Μετάφραση:
Άχρωμο
Συντομογραφία:
CC
Όρος:
Column Chromatography
Μετάφραση:
Χρωματογραφία στήλης
Όρος:
Column efficiency
Μετάφραση:
Απόδοση στήλης
Όρος:
combating the risks at source
Μετάφραση:
καταπολέμηση των κινδύνων στην πηγή τους
Όρος:
Combination
Μετάφραση:
Συνδυασμός
Όρος:
combination chemotherapy regimen
Μετάφραση:
χημειοθεραπευτικό σχήμα
Όρος:
Combination of R-phrases
Μετάφραση:
Συνδυασμός των R-φράσεων
Όρος:
Combination of S-phrases
Μετάφραση:
Συνδυασμός των S - φράσεων
Όρος:
Combination packaging
Μετάφραση:
Μεικτή συσκευασία, συνδυασμένη συσκευασία
Όρος:
Combined exposure, Cumulative
Μετάφραση:
Όρος:
Combined filters
Μετάφραση:
Φίλτρα συνδυασμού, σύνθετα φίλτρα
Συντομογραφία:
CN code
Όρος:
Combined Nomenclature codes
Μετάφραση:
Κωδικοί συνδυασμένης ονοματολογίας ή Κωδικός ΣΟ
Όρος:
Combustible
Μετάφραση:
Καύσιμο
Όρος:
Combustible liquids
Μετάφραση:
Καύσιμα υγρά
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
41
Page
42
Page
43
Page
44
Current page
45
Page
46
Page
47
Page
48
Page
49
…
Next page
››
Last page
τελευταία »