Τροποποιήθηκε από:
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 204Α_2019 | 326.12 KB |
1. Οι προμηθευτές καυσίμων οφείλουν να παραδίδουν στα πλοία καύσιμο πετρέλαιο σε συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του Κανονισμού 4.2.1. του Κεφαλαίου ΙΙ της Διεθνούς Σύμβασης για την Ασφάλεια Ζωής στη Θάλασσα (SOLAS) 74 και του Κανονισμού 18 του Παραρτήματος VI της Διεθνούς Σύμβασης για την Πρόληψη της Ρύπανσης από Πλοία (MARPOL) 73/78, όπως ισχύουν μετά την ενσωμάτωσή τους στο εθνικό δίκαιο.
2. Στους παραβάτες της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου υποχρέωσης επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 17 του ν. 3054/2002 (Α΄ 230) «Οργάνωση της αγοράς πετρελαιοειδών και άλλες διατάξεις».
3. Διά του παρόντος γίνεται αποδεκτή η από 14.06.2019 Απόφαση MSC.465 (101) της Επιτροπής Ασφαλείας του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ-ΙΜΟ), με την οποία καλούνται τα κράτη-μέλη του Οργανισμού να λάβουν μέτρα κατά των προμηθευτών καυσίμων για τη διασφάλιση και ενίσχυση της ασφάλειας των πλοίων αναφορικά με τη χρήση καυσίμου, το οποίο πρέπει να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του Κανονισμού 4.2.1. του Κεφαλαίου ΙΙ της Διεθνούς Σύμβασης για την Ασφάλεια Ζωής στη Θάλασσα (SOLAS) 74, όπως ισχύει με την ενσωμάτωσή της στο εθνικό δίκαιο, λαμβάνοντας υπόψη και τις διατάξεις του Κανονισμού 18.9.6 του Παραρτήματος VI της Διεθνούς Σύμβασης για την Πρόληψη της Ρύπανσης από Πλοία (MARPOL) 73/78, όπως ισχύει με την ενσωμάτωσή της στο εθνικό δίκαιο, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το παραδοτέο καύσιμο δεν συμμορφώνεται προς τις προδιαγραφές που ορίζονται στους παραπάνω Κανονισμούς, με σκοπό την ευρύτερη δυνατή εφαρμογή του επικαιροποιημένου προτύπου (ISO) και την επίτευξη της ασφάλειας ναυσιπλοΐας αναφορικά με την προμήθεια υγρών καυσίμων, από τους προμηθευτές αυτών.
Με απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ρυθμίζονται θέματα και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2, ιδίως αναφορικά με τη δήλωση του προμηθευτή περί συμμόρφωσης του παραδοτέου καυσίμου με τις προδιαγραφές που ορίζονται στους παραπάνω Κανονισμούς, τη διενέργεια των σχετικών ελέγχων, την επιβολή των κυρώσεων, καθώς και τις λοιπές υποχρεώσεις έναντι του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού.
1. Tο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 108 του ν. 4504/2017 (Α΄ 184) καταργείται.
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 108 του ν. 4504/2017 (Α΄ 184) αντικαθίσταται ως εξής:
«3. α) Από 1ης.1.2020 η διακίνηση καυσίμων ναυτιλίας με πλοία ανεφοδιασμού, δεξαμενόπλοια, σλέπια και εν γένει πετρελαιοφόρα και πετρελαιοφορτηγίδες χωρητικότητας μεγαλύτερης από 600 dwt γίνεται αποκλειστικά με πλοία, τα οποία συμμορφώνονται με τα οριζόμενα στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 530/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2012.
β) Τα πλοία της προηγούμενης περίπτωσης με χωρητικότητα μικρότερη των 600 dwt επιτρέπεται να διακινούν, από την 1η.1.2022, καύσιμα ναυτιλίας που ορίζονται ως βαρέα κλάσματα πετρελαίου, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 12 του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 530/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2012, εφόσον αυτά συμμορφώνονται με τις διατάξεις περί διπλού κύτους που καθορίζονται στην παράγραφο 8 (β) του άρθρου 3 του προαναφερόμενου Κανονισμού.»
Από τη δημοσίευση του παρόντος απαγορεύεται η χορήγηση αδειών ίδρυσης και λειτουργίας πρατηρίων αμιγώς υγραερίου (LPG) ή μικτών πρατηρίων υγρών και καυσίμων και υγραερίου (LPG), σε ισόγεια πολυώροφων κτισμάτων, όπου στους άνωθεν αυτών ορόφους στεγάζονται όσες χρήσεις αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του Ν. 2801/2000 (Α΄ 46), όπως ισχύει [κατοικίες (πλην μονοκατοικιών ή διπλοκατοικιών, εφόσον αυτές χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για ιδιοκατοίκηση του ίδιου του εκμεταλλευτή του πρατηρίου και της οικογένειάς του), καταστήματα, εκπαιδευτήρια, νοσηλευτήρια, οίκοι ευγηρίας, γηροκομεία, Θέατρα ή κινηματογράφοι ή λοιποί χώροι συνάθροισης κοινού, γραφεία και ξενοδοχεία].
Ομοίως, δεν επιτρέπεται η προσθήκη εγκαταστάσεων υγραερίου (LPG) στις περιπτώσεις λειτουργούντων πρατηρίων υγρών καυσίμων που χωροθετούνται στα ισόγεια πολυώροφων κτισμάτων, όπου στους άνωθεν αυτών ορόφους στεγάζονται όσες χρήσεις αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του Ν. 2801/2000 (Α΄ 46), όπως ισχύει.
Οι άδειες λειτουργίας μικτών πρατηρίων υγρών καυσίμων και υγραερίου (LPG), όπου στους άνωθεν αυτών ορόφους στεγάζονται όσες χρήσεις αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του Ν. 2801/2000 (Α΄ 46), όπως ισχύει, που χορηγήθηκαν προ ή μετά της έκδοσης του Ν. 4530/2018 (Α΄ 59), εξακολουθούν ισχύουσες, υπό τους όρους και προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκαν.
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η παράγραφος 5 του άρθρου 70 του Ν. 4530/2018 (Α΄ 59).
1. Στους επιθεωρητές εργασίας και στο προσωπικό με σχέση εργασίας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου των υπηρεσιών του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) και των υπηρεσιών της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, που διενεργούν τους ελέγχους, καταβάλλεται ελεγκτική αποζημίωση ύψους τριάντα (30) ευρώ ανά έλεγχο και μέχρι του ποσού των τριακοσίων (300) ευρώ μηνιαίως.
Η ελεγκτική αποζημίωση δεν περιλαμβάνεται στην έννοια των τακτικών αποδοχών των δικαιούχων αυτής, δεν υπόκειται σε ασφαλιστικές κρατήσεις και στους περιορισμούς των ορίων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 21 του Ν. 4354/2015 (Α΄176) και υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 4172/2013 (Α΄167).
2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις συμμετοχής στα κλιμάκια ελέγχου και καταβολής της εν λόγω αποζημίωσης.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Οικονομικών μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ποσά της ελεγκτικής αποζημίωσης ανά έλεγχο, καθώς και το ανώτατο μηνιαίο όριο αυτής.
4. Η παρούσα αποζημίωση συμψηφίζεται με οποιοδήποτε άλλο ελεγκτικό επίδομα, ελεγκτική αποζημίωση ή άλλη σχετική με την άσκηση των ελεγκτικών τους αρμοδιοτήτων παροχή, που καταβάλλεται στους υπαγομένους στις διατάξεις του παρόντος.
1. α) Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του π.δ. 48/2018 (Α΄ 90), όπως αυτά προστέθηκαν με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 78 του ν. 4582/2018 (Α΄ 208), αντικαθίστανται ως εξής:
«Μέχρι τις 22 Μαΐου 2020, η άδεια αλίευσης ειδών ολοθούριων του γένους Holothuria spp, χορηγείται εφόσον το σκάφος διαθέτει σε ισχύ μόνο αλιευτική άδεια με στατικά εργαλεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του β.δ. 666/1966 και του π.δ. 261/1991. Μετά τις 22 Μαΐου 2020, η ως άνω άδεια χορηγείται εφόσον το σκάφος έχει επιπλέον εγκατεστημένη και σε πλήρη λειτουργία συσκευή δορυφορικής παρακολούθησης (VMS), ανεξαρτήτως του μήκους του και τηρείται ηλεκτρονικό ημερολόγιο αλιείας (ERS).»
β) Η ισχύς της περίπτωσης α΄ αρχίζει από τις 23 Μαΐου 2019.
2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 5 του β.δ. 666/1966 (Α΄160) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. α) Οι άδειες που χορηγούνται σύμφωνα με το άρθρο 1, ανανεώνονται ανά διετία κατά το τελευταίο τρίμηνο του δεύτερου έτους της ισχύος τους, από τις αρμόδιες αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 3, εφόσον κατά τη διετή περίοδο ισχύος τους και μέχρι την έναρξη του τριμήνου οι αλιείς έχουν ανταποκριθεί στην υποχρέωσή τους για υποβολή στοιχείων της δραστηριότητάς τους σχετικά με την αλιεία, τα αλιευθέντα είδη και τη συνολική παραγωγή, σύμφωνα με το άρθρο 4 της
2287/40083/7.4.2015 (Β΄ 695) απόφασης. Η Γενική Διεύθυνση Αλιείας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) ενημερώνει, πριν από την 1η Οκτωβρίου εκάστου έτους, τις αρμόδιες αρχές για τα υπόχρεα αλιευτικά σκάφη που εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις τους και μπορούν να ανανεώσουν την ισχύ της άδειας τους.
β) Η ανωτέρω απαίτηση της τήρησης της υποχρέωσης υποβολής στοιχείων για την ανανέωση των αδειών επαγγελματικών σκαφών αναστέλλεται έως 30.09.2021, για όλα τα επαγγελματικά αλιευτικά σκάφη με ολικό μήκος δέκα (10) μέτρων και άνω. Οι άδειες των εν λόγω αλιευτικών επαγγελματικών σκαφών που τυχόν δεν έχουν ανανεωθεί κατά το τελευταίο τρίμηνο του έτους 2019, λόγω μη τήρησης της υποχρέωσης υποβολής στοιχείων, μπορούν να ανανεώνονται έως 10.04.2020.
γ) Άδειες αλιευτικών επαγγελματικών σκαφών με ολικό μήκος μικρότερο των δέκα (10) μέτρων που δεν ανανεώνονται κατά το τελευταίο τρίμηνο του έτους 2019, λόγω μη τήρησης της υποχρέωσης υποβολής στοιχείων, μπορούν να ανανεώνονται έως 10.04.2020, εφόσον έχουν υποβληθεί στοιχεία αλιευτικής δραστηριότητας για τα έτη 2018-2019, μέσω του Ολοκληρωμένου Συστήματος Παρακολούθησης και Καταγραφής Αλιευτικών Δραστηριοτήτων (ΟΣΠΑ) του ΥΠΑΑΤ, από τις 01.10.2019 έως και τις 15.3.2020.
δ) Κατά παρέκκλιση της διάταξης του δευτέρου εδαφίου της περίπτωσης α΄ η Γενική Διεύθυνση Αλιείας του ΥΠΑΑΤ μπορεί να ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές από 1.10.2019 έως και 10.4.2020 για τα αλιευτικά σκάφη της περίπτωσης γ΄ που εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις τους.
ε) Οι άδειες αλιευτικών επαγγελματικών σκαφών των περιπτώσεων β΄ και γ΄ που δεν ανανεώθηκαν κατά το τελευταίο τρίμηνο του έτους 2019 θεωρούνται ότι βρίσκονται σε ισχύ μέχρι και τη 10η.04.2020.»
1. Στο τέλος του άρθρου 124 του ν. 4495/2017 (Α΄ 167) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Για τις περιπτώσεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 88 του παρόντος νόμου, κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την επιλογή των φορέων είσπραξης του ενιαίου ειδικού προστίμου, το ποσό της αμοιβής και των διατραπεζικών εξόδων που θα καταβάλλονται προς τους φορείς είσπραξης ανά τύπο συναλλαγής, την απόδοση των ποσών στο Πράσινο Ταμείο, τη διαδικασία καταβολής των αμοιβών και των διατραπεζικών εξόδων προς τους φορείς είσπραξης, τον τρόπο ενημέρωσης περί καταβληθέντων ποσών και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα, ιδίως συναφές με τη διαδικασία είσπραξης και απόδοσης του ενιαίου ειδικού προστίμου, ρυθμίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας.»
2. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 88 του ν. 4495/2017 (Α΄ 167) αντικαθίσταται ως εξής:
«Για τις περιπτώσεις υπαγωγής του ν. 3843/2010 (Α΄ 62), για τις οποίες δεν έχει ολοκληρωθεί η πληρωμή του συνολικού ποσού προστίμου, το υπολειπόμενο ποσό καταβάλλεται εφάπαξ, με χρήση του κωδικού πληρωμής σε τράπεζα που αντιστοιχούσε στην υπαγωγή, μέχρι τις 30.6.2020.»
1. Στους επιθεωρητές του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας που διενεργούν ελέγχους στο πλαίσιο της αποστολής αυτών, καταβάλλεται ελεγκτική αποζημίωση ύψους τριάντα (30) ευρώ ανά ημέρα ελέγχου και μέχρι του ποσού των τριακοσίων (300) ευρώ μηνιαίως. Η ελεγκτική αποζημίωση δεν περιλαμβάνεται στην έννοια των τακτικών αποδοχών των δικαιούχων αυτής, δεν υπόκειται σε ασφαλιστικές κρατήσεις και στους περιορισμούς των ορίων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 21 του Ν. 4354/2015 (Α΄ 176).
2. Το ύψος της ελεγκτικής αποζημίωσης της προηγούμενης παραγράφου και το ανώτατο μηνιαίο όριο αυτής προσαυξάνονται σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) εάν οι προαναφερόμενες κατηγορίες προσωπικού έχουν κατά τη διενέργεια των ελέγχων την ιδιότητα του ανακριτικού υπαλλήλου. Με απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Οικονομικών μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ποσά της ελεγκτικής αποζημίωσης ανά ημέρα ελέγχου, το ανώτατο μηνιαίο όριο αυτής, καθώς και η προσαύξηση του προηγούμενου εδαφίου.
Στο τέλος του άρθρου 93 του ν. 4001/2011 (Α΄ 179) προστίθεται παράγραφος ως εξής: «Μέρος του απαιτούμενου εσόδου της Βασικής Δραστηριότητας Εγκατάστασης Αποθήκευσης Φυσικού Αερίου δύναται να ανακτάται μέσω διακριτής χρέωσης από την εσωτερική αγορά Φυσικού Αερίου βάσει μεθοδολογίας που περιγράφεται στον Κανονισμό Τιμολόγησης της υπόγειας Εγκατάστασης Αποθήκευσης Φυσικού Αερίου, καλύπτοντας μέρος των κεφαλαιουχικών δαπανών και των δαπανών για τη λειτουργία και συντήρηση της υπόγειας Εγκατάστασης Αποθήκευσης Φυσικού Αερίου. Το ποσοστό της ανάκτησης αυτής καθορίζεται με απόφαση της ΡΑΕ κατόπιν εισήγησης του Διαχειριστή της υπόγειας Εγκατάστασης Αποθήκευσης Φυσικού Αερίου με κριτήριο τη συμβολή της υπόγειας Εγκατάστασης Αποθήκευσης Φυσικού Αερίου στην ασφάλεια εφοδιασμού και στη μείωση του ενεργειακού κόστους.»
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 16 Δεκεμβρίου 2019
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ