Πρακτικοί οδηγοί :
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 145Α_2010 | 814.68 KB |
1. Τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1, 2, 3 και 5 του ν.1338/1983 (ΦΕΚ Α΄ 34), όπως η παρ. 1 τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν.1440/1984 (ΦΕΚ Α΄ 70), του άρθρου 3 του ν.1338/1983, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του ν.1892/1990 (ΦΕΚ Α΄ 101), του άρθρου 4 του ίδιου νόμου 1338/1983, όπως τελικώς ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 48 του ν.3427/2005 (ΦΕΚ Α΄ 312).
2. Τις διατάξεις του άρθρου δεύτερου του ν.2077/1992 «Κύρωση της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και των σχετικών πρωτοκόλλων και δηλώσεων που περιλαμβάνονται στην τελική Πράξη» (ΦΕΚ Α΄ 136).
3. Τις διατάξεις των άρθρων 41 και 73 παρ. 1 του «ΚΩΔΙΚΑ ΝΟΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ» (Κ.Ν.Υ.Α.Ε.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.3850/2010 «Κύρωση του Κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων» (ΦΕΚ Α΄ 84).
4. Την υπ’ αριθ. 6/14.7.2009 γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (Σ.Υ.Α.Ε.).
5. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (ΦΕΚ Α΄ 98).
6. Ότι με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος δεν θα προκληθεί πρόσθετη δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού ή προϋπολογισμού ν.π.δ.δ.
7. Την υπ’ αριθ. 129/2010 γνωμοδότηση του Συμβουλίου Επικρατείας, μετά από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, αποφασίζουμε:
1. Σκοπός του παρόντος διατάγματος είναι η εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας περί ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων προς τις διατάξεις της οδηγίας 2006/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2006 (Ε.Ε. L 114/38/27.4.2006) «Περί των ελαχίστων προδιαγραφών υγείας και ασφάλειας όσον αφορά στην έκθεση των εργαζομένων σε κινδύνους προερχόμενους από φυσικούς παράγοντες (τεχνητή οπτική ακτινοβολία) (δέκατη ένατη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παρ. 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)».
Το παρόν προεδρικό διάταγμα εφαρμόζεται στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και καθορίζει τις ελάχιστες προδιαγραφές όσον αφορά στην προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία τους, οι οποίοι προκύπτουν ή ενδέχεται να προκύψουν λόγω της έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία κατά την εργασία τους.
2. Οι διατάξεις του παρόντος διατάγματος αφορούν στους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, που οφείλονται σε δυσμενή αποτελέσματα στα μάτια και το δέρμα λόγω έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία.
3. Ο «ΚΩΔΙΚΑΣ ΝΟΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ» (Κ.Ν.Υ.Α.Ε.) εφαρμόζονται πλήρως στους τομείς που αναφέρονται στην παρ. 1, με την επιφύλαξη των αυστηρότερων ή/και ειδικότερων διατάξεων του παρόντος διατάγματος.
Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) οπτική ακτινοβολία: κάθε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία στην περιοχή μήκους κύματος μεταξύ 100nm και 1mm. Το φάσμα της οπτικής ακτινοβολίας υποδιαιρείται σε υπεριώδη ακτινοβολία, ορατή ακτινοβολία και υπέρυθρη ακτινοβολία:
i) υπεριώδης ακτινοβολία: οπτική ακτινοβολία στην περιοχή μήκους κύματος μεταξύ 100nm και 400nm. Η υπεριώδης περιοχή του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος υποδιαιρείται σε UVA (315-400nm), UVB (280-315nm) και UVC (100-280nm),
ii) ορατή ακτινοβολία: οπτική ακτινοβολία στην περιοχή μήκους κύματος μεταξύ 380nm και 780nm,
iii) υπέρυθρη ακτινοβολία: οπτική ακτινοβολία στην περιοχή μήκους κύματος μεταξύ 780nm και 1mm. Η υπέρυθρη περιοχή του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος υποδιαιρείται σε IRA (780-1400nm), IRB (1400-3000nm) και IRC (3000nm- 1mm),
β) λέιζερ (ενίσχυση φωτός με εξαναγκασμένη εκπομπή ακτινοβολίας): κάθε διάταξη που μπορεί να εξαναγκασθεί να παράγει ή να ενισχύει ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία στην περιοχή μήκους κύματος της οπτικής ακτινοβολίας κυρίως μέσω της διεργασίας της ελεγχόμενης εξαναγκασμένης εκπομπής,
γ) ακτινοβολία λέιζερ: οπτική ακτινοβολία που προέρχεται από λέιζερ,
δ) ασύμφωνη ακτινοβολία: κάθε οπτική ακτινοβολία που δεν είναι ακτινοβολία λέιζερ,
ε) οριακές τιμές έκθεσης: όρια έκθεσης σε οπτική ακτινοβολία τα οποία βασίζονται άμεσα σε διαπιστωμένες επιπτώσεις στην υγεία και σε βιολογικές μελέτες. Η τήρηση των ορίων αυτών διασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι που εκτίθενται σε τεχνητές πηγές οπτικής ακτινοβολίας προστατεύονται από όλες τις γνωστές δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία,
στ) ακτινοβολισμός ή πυκνότητα ισχύος (Ε - irradiance): η ισχύς ακτινοβολίας που προσπίπτει πάνω σε μια επιφάνεια, ανά μονάδα επιφανείας. Εκφράζεται σε βατ ανά τετραγωνικό μέτρο (W∙m-2),
ζ) έκθεση σε ακτινοβολία (Η - radiant exposure): το ολοκλήρωμα χρόνου του ακτινοβολισμού. Εκφράζεται σε τζάουλ ανά τετραγωνικό μέτρο (J∙m-2),
η) ακτινοβόληση (L - radiance): η ροή ή ισχύς ακτινοβολίας που διαδίδεται ανά μονάδα στερεάς γωνίας και ανά μονάδα επιφανείας. Εκφράζεται σε βατ ανά τετραγωνικό μέτρο και ανά στερακτίνιο (W∙m-2∙sr-1),
θ) επίπεδο: ο συνδυασμός ακτινοβολισμού, έκθεσης σε ακτινοβολία και ακτινοβόλησης στον οποίον εκτίθεται ένας εργαζόμενος.
1. Οι οριακές τιμές έκθεσης σε ασύμφωνη ακτινοβολία, πλην της εκπεμπόμενης από φυσικές πηγές οπτικής ακτινοβολίας, καθορίζονται στο παράρτημα I του άρθρου 11 του παρόντος διατάγματος.
2. Οι οριακές τιμές έκθεσης σε ακτινοβολία λέιζερ καθορίζονται στο παράρτημα II του άρθρου 11 του παρόντος διατάγματος.
1. Ο εργοδότης, ανταποκρινόμενος στις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 42 παρ. 8 και στο άρθρο 43 παρ. 1 και 2 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. και προκειμένου περί εργαζομένων που εκτίθενται σε τεχνητές πηγές οπτικής ακτινοβολίας, εκτιμά και, αν είναι αναγκαίο, μετρά ή/ και υπολογίζει τα επίπεδα οπτικής ακτινοβολίας στα οποία ενδέχεται να εκτεθούν οι εργαζόμενοι, ώστε να είναι δυνατόν να καθοριστούν και να εφαρμοστούν τα μέτρα που απαιτούνται για να περιοριστεί η έκθεση στα αντιστοίχως προβλεπόμενα όρια. Η μεθοδολογία που ακολουθείται κατά την εκτίμηση, τη μέτρηση και τους υπολογισμούς ακολουθεί τα πρότυπα της Διεθνούς Ηλεκτροτεχνικής Επιτροπής (IEC) όσον αφορά στην ακτινοβολία λέιζερ και τις συστάσεις της Διεθνούς Επιτροπής Φωτισμού (CIE) καθώς και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τυποποίησης (CEN) όσον αφορά στην ασύμφωνη ακτινοβολία. Σε περιπτώσεις έκθεσης που δεν καλύπτονται από τα ανωτέρω πρότυπα και συστάσεις και εν αναμονή κατάλληλων προτύπων ή συστάσεων της Ε.Ε., η εκτίμηση, η μέτρηση ή/και οι υπολογισμοί διενεργούνται βάσει των διαθέσιμων εθνικών ή διεθνών επιστημονικώς τεκμηριωμένων κατευθυντήριων οδηγιών. Και στις δύο περιπτώσεις έκθεσης, κατά την εκτίμηση είναι δυνατόν να λαμβάνονται υπόψη τα δεδομένα που παρέχουν οι κατασκευαστές του εξοπλισμού όταν αυτός καλύπτεται από οικείες κοινοτικές οδηγίες.
2. Η εκτίμηση, η μέτρηση ή/και οι υπολογισμοί που αναφέρονται στην παρ. 1 σχεδιάζονται και διενεργούνται, ανά κατάλληλα χρονικά διαστήματα, από τις προβλεπόμενες στις διατάξεις του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. αρμόδιες υπηρεσίες ή πρόσωπα [άρθρα 8, 9 και 23 (όπως το άρθρο 23 συμπληρώνεται με το π.δ. 95/1999 «Όροι ίδρυσης και λειτουργίας Υπηρεσιών Προστασίας και Πρόληψης» (ΦΕΚ Α' 102)] λαμβανομένου υπόψη και του άρθρου 46 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. για τις διαβουλεύσεις και τη συμμετοχή των εργαζομένων. Τα δεδομένα που προκύπτουν από τις εκτιμήσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προκύπτουν από τη μέτρηση ή/και τον υπολογισμό του επιπέδου έκθεσης που αναφέρονται στην παρ. 1, καταγράφονται ή/και φυλάσσονται σε κατάλληλη μορφή ώστε να είναι δυνατόν να τα συμβουλευθεί κανείς σε μεταγενέστερο στάδιο.
3. Σύμφωνα με το άρθρο 42 παρ. 8 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε., ο εργοδότης αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή, κατά τη διενέργεια της εκτίμησης των κινδύνων, στα εξής:
α) στο επίπεδο, την περιοχή μήκους κύματος και τη διάρκεια της έκθεσης σε τεχνητές πηγές οπτικής ακτινοβολίας,
β) στις οριακές τιμές έκθεσης που αναφέρονται στο άρθρο 3 του παρόντος διατάγματος,
γ) σε οποιεσδήποτε επιπτώσεις επί της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων οι οποίοι ανήκουν σε ιδιαίτερα ευαίσθητες ομάδες κινδύνου,
δ) σε κάθε ενδεχόμενη επίπτωση στην υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων που προκύπτει από αλληλεπιδράσεις, στο χώρο εργασίας, μεταξύ οπτικής ακτινοβολίας και φωτοευαισθητοποιών (photosensitizing) χημικών ουσιών,
ε) σε οποιεσδήποτε έμμεσες επιπτώσεις, όπως προσωρινή τύφλωση, έκρηξη ή πυρκαγιά,
στ) στην ύπαρξη εναλλακτικού εξοπλισμού σχεδιασμένου για τη μείωση των επιπέδων έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία,
ζ) σε κατάλληλες πληροφορίες που συγκεντρώνονται από την επίβλεψη της υγείας, συμπεριλαμβανομένων, στο μέτρο του δυνατού, και των σχετικών δημοσιευμένων πληροφοριών,
η) στις πολλαπλές πηγές έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία,
θ) σε ταξινόμηση των λέιζερ σύμφωνα με το οικείο IEC πρότυπο και, όσον αφορά σε τεχνητές πηγές που ενδέχεται να προκαλέσουν βλάβες παρόμοιες με εκείνες από λέιζερ κατηγορίας 3Β ή 4, σε κάθε ανάλογη ταξινόμηση,
ι) σε πληροφορίες που παρέχουν οι κατασκευαστές πηγών οπτικής ακτινοβολίας και συναφούς εξοπλισμού εργασίας σύμφωνα με τις οικείες κοινοτικές οδηγίες.
4. Ο εργοδότης πρέπει να έχει στη διάθεση του μια εκτίμηση των κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 1 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. και να επισημαίνει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6 του παρόντος διατάγματος. Η εκτίμηση αυτή πρέπει να καταγράφεται σε κατάλληλο μέσο και μπορεί να περιλαμβάνει αιτιολόγηση εκ μέρους του εργοδότη για το ότι η φύση και η έκταση των κινδύνων που σχετίζονται με οπτική ακτινοβολία καθιστούν μη αναγκαία μια περαιτέρω λεπτομερή εκτίμηση των κινδύνων. Η εκτίμηση των κινδύνων πρέπει να επικαιροποιείται, τακτικά ιδίως όταν έχουν επέλθει σημαντικές μεταβολές που μπορεί να την καθιστούν ξεπερασμένη ή αν το επιβάλλουν τα αποτελέσματα της επίβλεψης της υγείας.
1. Λαμβάνοντας υπόψη την τεχνική πρόοδο και τα διαθέσιμα μέτρα ελέγχου του κινδύνου στην πηγή προέλευσης, οι κίνδυνοι που προκύπτουν από την έκθεση σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία πρέπει να εξαλείφονται ή να μειώνονται στο ελάχιστο.
Η μείωση αυτών των κινδύνων γίνεται βάσει των γενικών αρχών πρόληψης που καθορίζονται στον Κ.Ν.Υ.Α.Ε.
2. Όταν η εκτίμηση των κινδύνων που διενεργείται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 παρ. 1 για εργαζόμενους που εκτίθενται σε τεχνητές πηγές οπτικής ακτινοβολίας υποδεικνύει οιαδήποτε πιθανότητα υπέρβασης των οριακών τιμών έκθεσης, ο εργοδότης καταρτίζει και εφαρμόζει σχέδιο δράσης, το οποίο περιλαμβάνει τεχνικά ή/και οργανωτικά μέτρα πρόληψης της υπέρβασης των οριακών τιμών έκθεσης, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη:
α) άλλες μεθόδους εργασίας που μειώνουν τον κίνδυνο από οπτική ακτινοβολία,
β) την επιλογή εξοπλισμού εργασίας που εκπέμπει χαμηλότερων επιπέδων οπτική ακτινοβολία, λαμβάνοντας υπόψη την προς εκτέλεση εργασία,
γ) τεχνικά μέτρα για τη μείωση της εκπομπής οπτικής ακτινοβολίας, συμπεριλαμβανομένης, όπου χρειάζεται, της χρήσης συστημάτων αυτόματης απενεργοποίησης, θωράκισης ή παρόμοιων μηχανισμών προστασίας της υγείας,
δ) κατάλληλα προγράμματα συντήρησης του εξοπλισμού εργασίας, των χώρων εργασίας και των συστημάτων της θέσης εργασίας,
ε) το σχεδιασμό και τη διαμόρφωση των χώρων και θέσεων εργασίας,
στ)τον περιορισμό της διάρκειας και του επιπέδου της έκθεσης,
ζ) τη διαθεσιμότητα κατάλληλου εξοπλισμού ατομικής προστασίας,
η) τις οδηγίες του κατασκευαστή του εξοπλισμού εφόσον αυτός καλύπτεται από οικείες κοινοτικές οδηγίες.
3. Με βάση την εκτίμηση των κινδύνων που διενεργείται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4, οι χώροι εργασίας, στους οποίους οι εργαζόμενοι ενδέχεται να εκτεθούν σε επίπεδα οπτικής ακτινοβολίας από τεχνητές πηγές που υπερβαίνουν τις οριακές τιμές έκθεσης, επισημαίνονται με κατάλληλη σήμανση σύμφωνα με το π.δ. 105/1995 «Ελάχιστες προδιαγραφές για την σήμανση ασφάλειας ή/και υγείας στην εργασία σε συμμόρφωση με την Οδηγία 92/58/ΕΟΚ» (ΦΕΚ Α' 67). Οι εν λόγω χώροι προσδιορίζονται και η πρόσβαση σ’ αυτούς περιορίζεται όπου αυτό είναι τεχνικώς εφικτό και όταν υπάρχει κίνδυνος ενδεχόμενης υπέρβασης των οριακών τιμών έκθεσης.
4. Σε καμία περίπτωση η έκθεση των εργαζομένων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις οριακές τιμές έκθεσης. Αν, παρά τα μέτρα που λαμβάνει ο εργοδότης κατ’ εφαρμογή του παρόντος διατάγματος, όσον αφορά στις τεχνητές πηγές οπτικής ακτινοβολίας, σημειώνεται υπέρβαση των οριακών τιμών έκθεσης, ο εργοδότης λαμβάνει αμέσως τα κατάλληλα μέτρα ώστε να μειωθεί η έκθεση σε επίπεδα χαμηλότερα των οριακών τιμών έκθεσης. Ο εργοδότης προσδιορίζει τους λόγους υπέρβασης των οριακών τιμών έκθεσης και προσαρμόζει αναλόγως τα μέτρα προστασίας και πρόληψης, ώστε να αποφευχθεί η εκ νέου υπέρβαση των τιμών αυτών.
5. Ιδιαίτερα ευαίσθητες ομάδες κινδύνου πρέπει να προστατεύονται από τους κινδύνους που τις αφορούν ειδικότερα. Για το σκοπό αυτό ο εργοδότης προσαρμόζει τα μέτρα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο προς τις απαιτήσεις των εργαζομένων που ανήκουν σε ιδιαίτερα ευαίσθητες ομάδες κινδύνου.
Με την επιφύλαξη των άρθρων 47 και 48 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε., ο εργοδότης διασφαλίζει ότι στους εργαζόμενους οι οποίοι εκτίθενται σε κινδύνους από τεχνητή οπτική ακτινοβολία κατά την εργασία ή/και στους εκπροσώπους τους, παρέχεται κάθε αναγκαία πληροφόρηση και εκπαίδευση σε σχέση με το αποτέλεσμα της εκτίμησης των κινδύνων που προβλέπεται στο άρθρο 4 του παρόντος διατάγματος, και ιδίως σχετικά με:
α) τα μέτρα που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή του παρόντος διατάγματος,
β) τις οριακές τιμές έκθεσης και τους συναφείς δυνητικούς κινδύνους,
γ) τα αποτελέσματα της εκτίμησης, της μέτρησης ή/ και των υπολογισμών των επιπέδων έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία που διενεργούνται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 του παρόντος διατάγματος, με παράλληλη εξήγηση της σημαντικότητάς τους καθώς και των δυνητικών κινδύνων,
δ) τις μεθόδους εντοπισμού και αναφοράς των δυσμενών επιπτώσεων επί της υγείας λόγω της έκθεσης,
ε) τις περιστάσεις υπό τις οποίες οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα επίβλεψης της υγείας τους,
στ) τις ασφαλείς εργασιακές πρακτικές για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων από την έκθεση,
ζ) την ορθή χρήση κατάλληλου εξοπλισμού ατομικής προστασίας.
Οι διαβουλεύσεις και η συμμετοχή των εργαζομένων ή/και των εκπροσώπων τους πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 46 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. για τα θέματα που καλύπτονται από το παρόν διάταγμα.
1. Αν τα αποτελέσματα της εκτίμησης κινδύνου, που προβλέπεται στο άρθρο 4, παρ. 1, του παρόντος διατάγματος και στο άρθρο 43 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε., καταδεικνύουν κίνδυνο για την υγεία των εργαζομένων, διενεργείται επίβλεψη της υγείας των εργαζομένων σύμφωνα με τις ισχύουσες σχετικές ρυθμίσεις στη νομοθεσία για την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων.
Όταν τα αποτελέσματα της εκτίμησης κινδύνου είναι σημαντικά για την επίβλεψη της υγείας, ο εργοδότης πρέπει να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα ώστε να έχουν πρόσβαση σε αυτά όσοι σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις είναι υπεύθυνοι για την επίβλεψη της υγείας.
Η επίβλεψη της υγείας αποσκοπεί στην πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση κάθε πάθησης που συνδέεται με την έκθεση σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία.
2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 19 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε., η επίβλεψη της υγείας διενεργείται όπως ορίζεται από την ισχύουσα νομοθεσία για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, και σύμφωνα με τις σύγχρονες επιστημονικές πρακτικές της ιατρικής της εργασίας.
3. Για κάθε εργαζόμενο ο οποίος υπόκειται σε επίβλεψη της υγείας όπως καθορίζεται στην παρ.2, πρέπει να τηρείται και να ενημερώνεται ατομικός ιατρικός φάκελος.
Οι ατομικοί ιατρικοί φάκελοι περιλαμβάνουν περίληψη των αποτελεσμάτων της επίβλεψης της υγείας. Τηρούνται υπό κατάλληλη μορφή έτσι ώστε να είναι δυνατό να τους συμβουλεύεται κανείς αργότερα, χωρίς να θίγεται το ιατρικό απόρρητο. Η τήρηση και ενημέρωση των ατομικών ιατρικών φακέλων των εργαζομένων, καθώς και η επεξεργασία του περιεχομένου τους, τελούν υπό τις προϋποθέσεις των άρθρων 6 και 7 του ν.2472/1997 «Προστασία ατόμου από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων» (ΦΕΚ Α' 50).
Ο ατομικός ιατρικός φάκελος περιλαμβάνει τα εξής τουλάχιστον στοιχεία:
α) το ονοματεπώνυμο και το είδος της εργασίας του εργαζόμενου,
β) τους λόγους για τους οποίους ασκείται η ιατρική επίβλεψη,
γ) τις ημερομηνίες διενέργειας των ιατρικών εξετάσεων,
δ) τα αποτελέσματα των κλινικών εξετάσεων,
ε) την ερμηνεία των αποτελεσμάτων,
στ) τα στοιχεία από το ιατρικό και επαγγελματικό ιστορικό του εργαζόμενου και
ζ) τα μέτρα που λήφθηκαν με βάση τα αποτελέσματα των εξετάσεων.
Τα παραπάνω στοιχεία καταχωρούνται το συντομότερο δυνατό και πάντως μέσα σε δέκα πέντε (15) ημέρες από τη διενέργεια των αντίστοιχων ελέγχων και εξετάσεων και τηρούνται για είκοσι (20) τουλάχιστον χρόνια.
Μετά την παρέλευση του διαστήματος αυτού, οι φάκελοι αποστέλλονται με μέριμνα του εργοδότη στο Κέντρο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (Κ.Υ.Α.Ε.) για ερευνητικούς σκοπούς χωρίς να θίγεται το ιατρικό απόρρητο.
Αντίγραφα των ατομικών ιατρικών φακέλων παρέχονται στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας και στο Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κατόπιν σχετικής αίτησης.
Κάθε εργαζόμενος, κατόπιν σχετικής αίτησης, έχει πρόσβαση στον ατομικό του ιατρικό φάκελο.
Σε περίπτωση κατά την οποία μια επιχείρηση παύει τις δραστηριότητες της, οι ατομικοί ιατρικοί φάκελοι παραδίδονται στο Κ.Υ.Α.Ε.
4. Σε κάθε περίπτωση που διαπιστώνεται έκθεση των εργαζομένων πάνω από τις οριακές τιμές που αναφέρονται στα παραρτήματα I και II, πρέπει να παρέχεται, σε όσους εργαζόμενους έχουν εκτεθεί, κατάλληλη ιατρική επίβλεψη της υγείας τους.
Κατάλληλη ιατρική επίβλεψη της υγείας παρέχεται επίσης και σε κάθε εργαζόμενο που πάσχει από διαγνώσιμη ασθένεια ή έχει υποστεί δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία του, οι οποίες, κατά την εκτίμηση του ιατρού εργασίας ή ιατρού με συναφή ειδικότητα προς την πάθηση, είναι αποτέλεσμα της έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία κατά την εργασία.
Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, όταν γίνεται υπέρβαση οριακών τιμών ή διαπιστώνονται αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία (συμπεριλαμβανομένων ασθενειών):
α) ο εργαζόμενος ενημερώνεται από τον ιατρό εργασίας ή από την αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας για το αποτέλεσμα που τον αφορά προσωπικά και του παρέχονται πληροφορίες και συμβουλές οι οποίες αφορούν την επίβλεψη της υγείας στην οποία θα πρέπει να υπόκειται, μετά το τέλος της έκθεσης,
β) ο εργοδότης ενημερώνεται για κάθε σημαντικό εύρημα στο πλαίσιο της επίβλεψης της υγείας, χωρίς να θίγεται το ιατρικό απόρρητο
γ) ο εργοδότης:
- επανεξετάζει την εκτίμηση των κινδύνων η οποία πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 4,
- επανεξετάζει τα μέτρα που προβλέπονται για την εξάλειψη ή τη μείωση των κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 5,
- λαμβάνει υπόψη τη γνώμη του ιατρού εργασίας και του τεχνικού ασφάλειας ή τις υποδείξεις των αρμοδίων οργάνων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, προκειμένου να εφαρμόσει τα μέτρα τα οποία απαιτούνται για την εξάλειψη ή τη μείωση των κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 5, (συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας τοποθέτησης του εργαζομένου σε άλλη θέση εργασίας όπου δεν υπάρχει κίνδυνος έκθεσης του) και
- μεριμνά για τη συνεχή επίβλεψη της υγείας και λαμβάνει μέτρα για την επανεξέταση της κατάστασης της υγείας οποιουδήποτε άλλου εργαζομένου που έχει υποστεί παρόμοια έκθεση. Στις περιπτώσεις αυτές, ο ιατρός εργασίας ή τα αρμόδια όργανα του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μπορούν να προτείνουν την υποβολή σε ιατρική εξέταση των ατόμων που υφίστανται έκθεση.
Ο έλεγχος της εφαρμογής του παρόντος ανατίθεται στις αρμόδιες υπηρεσίες του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.). Για τις επιχειρήσεις των μεταλλείων, λατομείων, ορυχείων, ο έλεγχος του παρόντος διατάγματος ανατίθεται στις Επιθεωρήσεις Μεταλλείων της Γενικής Γραμματείας Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
1. Σε περίπτωση παραβάσεων των διατάξεων του παρόντος επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 71 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε.. Μετά την επιβολή κύρωσης κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 71 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. δεν επιβάλλεται κύρωση κατά την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού για την ίδια παράβαση.
2. Ως προς την ποινική ευθύνη για παραβάσεις του παρόντος, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 72 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε..
Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του παρόντος διατάγματος το παράρτημα Ι «Ασύμφωνη οπτική ακτινοβολία» και το παράρτημα ΙΙ «Οπτική ακτινοβολία λέιζερ».
Οι τιμές έκθεσης που σχετίζονται με βιολογικές επιπτώσεις εκ της οπτικής ακτινοβολίας δύνανται να προσδιοριστούν βάσει των παρακάτω τύπων. Οι χρησιμοποιητέοι τύποι εξαρτώνται από την περιοχή μήκους κύματος της ακτινοβολίας που εκπέμπεται από την πηγή, τα δε αποτελέσματα θα πρέπει να συγκρίνονται με τις αντίστοιχες οριακές τιμές έκθεσης που περιλαμβάνονται στον πίνακα 1.1. Για μια δεδομένη πηγή οπτικής ακτινοβολίας μπορεί να έχουν έννοια περισσότερες της μιας τιμές έκθεσης και αντίστοιχες οριακές τιμές έκθεσης.
Η αρίθμηση α) έως ιε) παραπέμπει στις αντίστοιχες σειρές του πίνακα 1.1.
Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, οι παραπάνω τύποι δύνανται ν' αντικατασταθούν από τις παρακάτω μαθηματικές εκφράσεις και τη χρησιμοποίηση διακριτών τιμών, όπως αυτές καθορίζονται στους παρακάτω πίνακες:
Πίνακας 1.2
S (λ) [άνευ διαστάσεων], 180 nm έως 400nm
Οι τιμές έκθεσης που σχετίζονται με βιολογικές επιπτώσεις εκ της οπτικής ακτινοβολίας δύνανται να προσδιοριστούν βάσει των παρακάτω τύπων. Οι χρησιμοποιητέοι τύποι εξαρτώνται από το μήκος κύματος και τη διάρκεια έκθεσης σε ακτινοβολία που εκπέμπεται από την πηγή, τα δε αποτελέσματα θα πρέπει να συγκρίνονται με τις αντίστοιχες οριακές τιμές έκθεσης που περιλαμβάνονται στους πίνακες 2.2 έως 2.4. Για μια δεδομένη πηγή οπτικής ακτινοβολίας λέιζερ μπορεί να έχουν έννοια περισσότερες της μιας τιμές έκθεσης και αντίστοιχες οριακές τιμές έκθεσης.
Οι συντελεστές που υπεισέρχονται στους υπολογισμούς των πινάκων 2.2 — 2.4 έχουν καταχωρηθεί στον πίνακα 2.5, οι δε διορθώσεις για επαναλαμβανόμενη έκθεση στον πίνακα 2.6.
Πίνακας 2.6
Διορθώσεις για επαναλαμβανόμενη έκθεση
Σε όλες τις περιπτώσεις επαναλαμβανόμενης έκθεσης που προέρχεται από συστήματα λέιζερ επαναληπτικών παλμών ή από συστήματα λέιζερ σάρωσης θα πρέπει να εφαρμόζονται οι εξής τρεις γενικοί κανόνες:
1. Η έκθεση που προέρχεται από ένα μόνον παλμό μιας παλμοσειράς δεν πρέπει να υπερβαίνει την οριακή τιμή έκθεσης που ισχύει για ένα μόνον παλμό ίσης διάρκειας.
2. Η έκθεση που προέρχεται από κάθε ομάδα παλμών (ή υποομάδα παλμών μιας παλμοσειράς) που εκπέμπονται εντός χρονικού διαστήματος t δεν πρέπει να υπερβαίνει την οριακή τιμή έκθεσης που ισχύει για χρονικό διάστημα t.
3. Η έκθεση που προέρχεται από ένα μόνον παλμό εντός μιας ομάδας παλμών δεν πρέπει να υπερβαίνει την οριακή τιμή έκθεσης που ισχύει για ένα μόνον παλμό πολλαπλασιασμένη επί ένα συντελεστή αθροιστικής θερμικής διόρθωσης Cp=N-0,25, όπου N είναι ο αριθμός των παλμών. Ο κανόνας αυτός ισχύει μόνον για τις οριακές τιμές έκθεσης που αποσκοπούν στην προστασία από θερμική βλάβη, όπου όλοι οι παλμοί που εκπέμπονται εντός χρονικού διαστήματος μικρότερου του Tmin λογίζονται σαν ένας και μόνον παλμός.
Η ισχύς του παρόντος διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Στoν Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης αναθέτουμε τη δημοσίευση και την εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.
Αθήνα, 31 Αυγούστου 2010
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ |
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΩΡΓ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ |
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΛΟΥΚΙΑ−ΤΑΡΣΙΤΣΑ ΚΑΤΣΕΛΗ |
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΜΠΙΡΜΠΙΛΗ |
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΒΕΡΔΟΣ |
ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΜΑΡ.−ΕΛ. ΞΕΝΟΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ |