Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 3260Β_2013 | 355.95 KB |
1. Τις διατάξεις:
α. Του άρθρου 22 του Ν. 4053/2012 «Ρύθμιση λειτουργίας της ταχυδρομικής αγοράς, θεμάτων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 44/Α/7−3−2012).
β. Του άρθρου 28 του Ν. 1733/1987 «Μεταφορά τεχνολογίας, εφευρέσεις, τεχνολογική καινοτομία και σύσταση Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας» (ΦΕΚ 171/Α/22−9−1987).
γ. Της υπ' αριθ. 17176/14−11−1988 κοινής υπουργικής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας «Αρμοδιότητες και λειτουργία του Δ.Σ. της Ε.Ε.Α.Ε.» (ΦΕΚ 832/Β/15−11−1988).
δ. Του π.δ. 404/1993 «Οργανισμός της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας (Ε.Ε.Α.Ε.)» (ΦΕΚ 173/Α/5−10−1993).
ε. Των άρθρων 4 και 30 παρ. 2, 3, 9 και 10 του Ν. 4070/2012 «Ρυθμίσεις Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, Μεταφορών, Δημοσίων Έργων και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 82/Α/10−4−2012).
στ. Του άρθρου 5 της υπ’ αριθ. 53571/3839/1−9−2000 κοινής υπουργικής απόφασης των Υπουργών Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Υγείας και Πρόνοιας και Μεταφορών και Επικοινωνιών «Μέτρα Προφύλαξης του Κοινού από τη Λειτουργία Κεραιών εγκατεστημένων στη ξηρά» (ΦΕΚ 1105/Β/6−9−2000).
ζ. Της υπ’ αριθ. 2300 ΕΦΑ (493)/6−2−2008 κοινής υπουργικής απόφασης των Υπουργών Ανάπτυξης και Μεταφορών και Επικοινωνιών «Τρόπος διενέργειας των μετρήσεων για την τήρηση των ορίων ασφαλούς έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία από κάθε κεραία» (ΦΕΚ 346/Β/3−3−2008).
η. Του π.δ. 118/2013 «Τροποποίηση του π.δ. 85/2012 (Α΄ 141) − Ίδρυση Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και μετονομασία των Υπουργείων Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Παιδείας, Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού σε Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και σε Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων αντιστοίχως» (ΦΕΚ 152/Α/25−6−2013).
θ. Του π.δ. 119/2013 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 153/Α/25−6−2013).
ι. Της υπ’ αριθ. 329/3−7−2013 (ΦΕΚ 1655/Β/4−7−2013) κοινής απόφασης του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων «Καθορισμός αρμοδιοτήτων Υφυπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Μιχαήλ Παπαδόπουλου», όπως ισχύει.
ια. Του π.δ. 293/1999 «Οργανισμός του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών» (ΦΕΚ 263/Α/26−11−1999), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
ιβ. Του π.δ. 248/1989 «Οργανισμός της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας» (ΦΕΚ 116/Α/10−5−1989), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
ιγ. Της υπ’ αριθ. 36755/4927/24−7−2013 (ΦΕΚ 1840/Β/29−7−2013) απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, «Μεταβίβαση δικαιώματος υπογραφής «με εντολή Υπουργού» ή «με εντολή Υφυπουργού» στους: Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Γενικό Γραμματέα Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων και στους Προϊστάμενους Γενικών Διευθύνσεων, Προϊσταμένους Διευθύνσεων και Προϊσταμένους Τμημάτων του π.δ. 293/99 (Α΄263) όπως ισχύει».
ιδ. Του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα» (ΦΕΚ 98/Α/2005).
2. Τις αποφάσεις της 212ης/29−6−2012 και της 215ης/8−2−2013 Συνεδρίασης του Δ.Σ. της Ε.Ε.Α.Ε., με τις οποίες το Δ.Σ. της Ε.Ε.Α.Ε. εισηγείται την έκδοση της παρούσας.
3. Τις προτάσεις και τις παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, εταιρείες και πολίτες κατά τη δημόσια διαβούλευση, που πραγματοποιήθηκε στο διάστημα από 6 έως 31 Αυγούστου 2012 με το υπ’ αριθ. 35117/703/3−8−2012 έγγραφο του Γενικού Γραμματέα Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων στον ιστοχώρο «OpenGov.gr», οι οποίες συνεκτιμήθηκαν για τη σύνταξη του τελικού κειμένου της παρούσας.
4. Το γεγονός ότι για να εγκατασταθεί και να λειτουργήσει επαρκώς το Δίκτυο του Εθνικού Παρατηρητηρίου Ηλεκτρομαγνητικών Πεδίων, που στόχο έχει τον συνεχή έλεγχο της τήρησης των θεσμοθετημένων ορίων ασφαλούς έκθεσης του κοινού και την έγκυρη και διαρκή ενημέρωση του, θα πρέπει να καθοριστούν τα θέματα οργάνωσης, εγκατάστασης, ανάπτυξης, επέκτασης, συντήρησης και λειτουργίας του.
5. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:
Με την παρούσα απόφαση καθορίζονται θέματα οργάνωσης, εγκατάστασης, ανάπτυξης, επέκτασης, συντήρησης και λειτουργίας του Εθνικού Παρατηρητηρίου Ηλεκτρομαγνητικών Πεδίων.
Για τον σκοπό της παρούσας απόφασης, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) «Αβεβαιότητα μέτρησης»: Η διαφορά που υπάρχει μεταξύ της πραγματικής τιμής μιας υπό μέτρηση ποσότητας και του τελικού αποτελέσματος μιας διαδικασίας μέτρησης.
β) «Αδιατάραχτο πεδίο»: Πεδίο που υπάρχει πριν την παρουσία του ανθρώπου στη θέση αυτή.
γ) «Αισθητήρας μέτρησης»: Η μονάδα εισόδου ενός συστήματος μέτρησης, συνήθως ανεξάρτητη μονάδα, που μετατρέπει την μετρούμενη ποσότητα σε μια κατάλληλη τιμή εξόδου.
δ) «Διάστημα εμπιστοσύνης 95%»: Το σύνολο τιμών εντός του οποίου είναι 95% πιθανό να βρίσκεται η τιμή μιας στατιστικά εκτιμούμενης ποσότητας, όπως μιας ποσότητας που εκτιμάται μέσω μιας διαδικασίας μέτρησης.
ε) «Δίκτυο»: Ένα διασυνδεδεμένο σύστημα σταθμών επεξεργασίας και σταθερών, κινητών και φορητών σταθμών μέτρησης των τιμών της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας.
στ) «Ένταση ηλεκτρικού πεδίου (Ε)»: Ένα διανυσματικό μέγεθος που εκφράζει το λόγο της δύναμης που ασκείται σε ένα ηλεκτρικό πεδίο επί ενός ακίνητου στοιχειώδους ηλεκτρικά φορτισμένου σωματιδίου προς το φορτίο αυτό εκφράζεται σε βολτ ανά μέτρο (V/m).
ζ) «Ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία»: Η ενέργεια που διαδίδεται μέσω του ελευθέρου χώρου με τη μορφή ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων.
η) «Ηλεκτρομαγνητικό πεδίο»: Ο χώρος εντός του οποίου ασκούνται δυνάμεις στα ηλεκτρικά φορτισμένα σωματίδια της ύλης. Ένα ηλεκτρομαγνητικό πεδίο χαρακτηρίζεται από μια ηλεκτρική συνιστώσα και μια μαγνητική συνιστώσα που σχετίζονται με την δύναμη επί ενός ακίνητου και κινουμένου ηλεκτρικά φορτισμένου σωματιδίου, αντίστοιχα.
θ) «Ισοδύναμη πυκνότητα ισχύος»: η πυκνότητα ισχύος που θα είχε ένα επίπεδο κύμα ίσης έντασης ηλεκτρικού ή μαγνητικού πεδίου.
ι) «Κατασκευή κεραίας»: Το σύστημα των κεραιών εκπομπής και λήψης ραδιοσημάτων μετά των κατασκευών στήριξης τους, εξαρτημάτων και παρελκομένων. Τα παθητικά κάτοπτρα ανάκλασης ραδιοσημάτων θεωρούνται επίσης ως κατασκευές κεραίας.
ια) «Λόγος έκθεσης»: Ένας καθαρός αριθμός που χρησιμοποιείται για να σταθμιστεί η επιβάρυνση στην έκθεση του κοινού από διάταξη/διατάξεις που λειτουργούν σε μία σχετικά στενή περιοχή συχνοτήτων (π.χ. στην συχνότητα εκπομπής μιας συγκεκριμένης κεραίας ή στην φασματική περιοχή που χρησιμοποιείται από μια συγκεκριμένη υπηρεσία) σε μία συγκεκριμένη θέση.
ιβ) «Πυκνότητα ισχύος (S) ή ηλεκτρομαγνητική πυκνότητα ροής ισχύος»: Ισχύς ανά μονάδα επιφάνειας κάθετη στη διεύθυνση της διάδοσης ενός ηλεκτρομαγνητικού κύματος εκφράζεται σε βατ ανά τετραγωνικό μέτρο (W/m2). Γενικά δίνεται από την σχέση: S = | Ε χ Η | όπου, η ένταση ηλεκτρικού πεδίου (Ε) και η ένταση μαγνητικού πεδίου (Η) εκφράζονται αντιστοίχως σε V/m και A/m και η πυκνότητα ισχύος (S) σε W/m2.
ιγ) «Σταθμός»: Ένας ή περισσότεροι πομποί ή δέκτες ή συνδυασμός πομπών και δεκτών μετά των πρόσθετων συσκευών, που είναι αναγκαίοι σε ορισμένη θέση για τη διεξαγωγή (διενέργεια) συγκεκριμένης υπηρεσίας ραδιοεπικοινωνίας ή για την υπηρεσία ραδιοαστρονομίας. Κάθε σταθμός χαρακτηρίζεται από το είδος της υπηρεσίας στην οποία συμμετέχει και από το αν είναι μόνιμος ή προσωρινός.
ιδ) «Συνολικός λόγος έκθεσης»: Το άθροισμα των σχετικών λόγων έκθεσης που προκύπτουν για το ίδιο φυσικό μέγεθος (ηλεκτρικό ή μαγνητικό πεδίο) και την ίδια επίδραση (ηλεκτροδιεγερτική ή θερμική) σε μία θέση μέτρησης μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ο συνολικός λόγος έκθεσης χρησιμοποιείται στην παρούσα απόφαση για να εκτιμηθεί κατά πόσον υπερβαίνονται τα επίπεδα αναφοράς για την έκθεση σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία.
Α. Σκοπός και αντικείμενο του Δικτύου
1. Σκοπός του Δικτύου είναι ο διαρκής αδιάβλητος, διαφανής και αξιόπιστος έλεγχος της τήρησης των θεσμοθετημένων ορίων έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία όπως αυτά καθορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία.
2. Το αντικείμενο του Δικτύου περιλαμβάνει την εγκατάσταση σταθερών σταθμών και τη χρήση κινητών σταθμών μέτρησης των επιπέδων της υψίσυχνης ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας σε όλη τη χώρα. Τα δεδομένα των σταθμών μέτρησης μεταφέρονται στο Κέντρο Διαχείρισης, το οποίο συμπεριλαμβάνει όλα τα υποσυστήματα και τις εφαρμογές που είναι αναγκαία για να συλλέξουν, να διαχειριστούν, να επεξεργαστούν και να αναλύσουν τα δεδομένα των μετρήσεων από το σύνολο των σταθμών μέτρησης του Δικτύου και στη συνέχεια να παράγουν αποτελέσματα και να προσφέρουν υπηρεσίες προς τους πολίτες, τους δημόσιους φορείς κλπ. Η σύνδεση και επικοινωνία των σταθμών μέτρησης του Δικτύου με το Κέντρο Διαχείρισης γίνεται οποιαδήποτε χρονική στιγμή ή σε προκαθοριζόμενα χρονικά διαστήματα, ενώ η συλλογή των στοιχείων των μετρήσεων πραγματοποιείται μέσω ειδικού λογισμικού κατάλληλου για τη συλλογή, ανάλυση, επεξεργασία και προβολή των αποτελεσμάτων.
3. Η διασύνδεση των σταθμών μέτρησης ανά την Ελλάδα απαιτεί ένα δίκτυο ικανό να μεταφέρει με γρήγορο, αξιόπιστο και ασφαλή τρόπο όλα τα δεδομένα στο σταθμό συλλογής των μετρήσεων. Ο κεντρικός εξοπλισμός στο Κέντρο Διαχείρισης συγκεντρώνει όλες τις συνδέσεις με ασφαλή τρόπο. Για τις ανάγκες του Δικτύου χρησιμοποιούνται πολλαπλοί τρόποι διασύνδεσης.
Συγκεκριμένα, όταν ο σταθμός μέτρησης τοποθετείται σε δημόσιο ή άλλο κτίριο το οποίο διαθέτει διασύνδεση στο Εθνικό δίκτυο ΣΥΖΕΥΞΙΣ ή άλλο δημόσιο δίκτυο, τότε χρησιμοποιείται η εν λόγω σύνδεση. Στη περίπτωση που ο σταθμός μέτρησης τοποθετείται σε περιοχή ή κτίριο που δεν υπάρχει πρόσβαση στα ανωτέρω δίκτυα, σε αυτή τη περίπτωση γίνεται χρήση εναλλακτικών ασύρματων δικτύων (πχ GSM ή GPRS ή 3G, κλπ).
4. Οι σταθμοί μέτρησης είναι εξειδικευμένα διακριβωμένα όργανα μέτρησης ηλεκτρομαγνητικού πεδίου και καταγράφουν πεδία που εκπέμπονται στο σημαντικότερο μέρος του ραδιοφάσματος, στο οποίο λειτουργούν οι σταθμοί κεραιών που παρέχουν πάσης φύσεως τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες. Ελέγχεται σε κάθε περίπτωση η συνολική έκθεση του κοινού στα υψίσυχνα ηλεκτρομαγνητικά πεδία που εκπέμπονται από τους ανωτέρω σταθμούς κεραιών. Αυτό πραγματοποιείται μέσω της μέτρησης της έντασης του ηλεκτρικού πεδίου και του υπολογισμού της ισοδύναμης πυκνότητας ισχύος και του συνολικού λόγου έκθεσης που χρησιμοποιείται για να εκτιμηθεί κατά πόσον υπερβαίνονται τα επίπεδα αναφοράς για την έκθεση σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία.
5. Οι σταθμοί μέτρησης μετρούν σε προκαθοριζόμενα εύρη συχνοτήτων και καταγράφουν δεδομένα ανά τακτά χρονικά διαστήματα (π.χ 6 λεπτά). Οι μετρήσεις στέλνονται σε καθορισμένα χρονικά διαστήματα στο Κέντρο Διαχείρισης.
6. Η τοποθέτηση των σταθμών γίνεται αποκλειστικά σε εξωτερικούς χώρους, κατά προτίμηση, σε ταράτσες δημοσίων κτιρίων. Στη συνέχεια είτε μέσω καλωδίωσης που καταλήγει στο εσωτερικό του κτιρίου και στη συνέχεια στο δικτυακό εξοπλισμό, είτε ασύρματα, μεταφέρουν τα δεδομένα στο Κέντρο Διαχείρισης.
7. Οι μετρήσεις που συγκεντρώνονται από όλους τους σταθμούς μέτρησης του Δικτύου δημοσιοποιούνται σε μία Δικτυακή Πύλη σχεδιασμένη ειδικά για τις ανάγκες και τους σκοπούς του Δικτύου.
Αναλυτικότερα, μέσω της Δικτυακής Πύλης προβάλλονται τα αποτελέσματα των μετρήσεων και άλλες σχετικές πληροφορίες για την ενημέρωση των πολιτών και παρέχεται πρόσβαση σε διάφορες υπηρεσίες. Η πύλη παρέχει μέσω Διαδικτύου επιλεγμένες πληροφορίες οι οποίες είτε αφορούν παλαιότερα δεδομένα σε ψηφιακή μορφή, είτε παράγονται από τα συστήματα επεξεργασίας και ανάλυσης του Δικτύου σε σχεδόν πραγματικό χρόνο. Η δικτυακή εφαρμογή διαθέτει λειτουργία αναζήτησης και προβολής σύνθετων ερωτημάτων, όπως ενδεικτικά αναφέρεται η πληροφόρηση για:
− μέγιστες και ελάχιστες τιμές μετρήσεων, με δυνατότητα ειδοποίησης των κατά νόμο αρμόδιων φορέων, σε περίπτωση που μία τιμή σε μία περιοχή ξεπεράσει το ανώτερο επιτρεπτό όριο
− πληροφορίες (κείμενο, μετρήσεις, χάρτες κλπ.)
− ενότητα σχετική με την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία και λοιπές εξειδικευμένες πληροφορίες κλπ.
− δυνατότητα εγγραφής σε ψηφιακές υπηρεσίες
− διασύνδεση με το δικτυακό τόπο της Ε.Ε.Α.Ε.
Β. Γενικές Αρχές Σχεδιασμού του Δικτύου και των υποσυστημάτων αυτού
1. Οι σταθμοί μέτρησης του Δικτύου εγκαθίστανται με σκοπό την όσο το δυνατό μεγαλύτερη και πιο αντιπροσωπευτική κάλυψη της χώρας, σύμφωνα με διαδικασία που θα καθοριστεί από τον Κανονισμό Λειτουργίας του Εθνικού Παρατηρητηρίου Ηλεκτρομαγνητικών Πεδίων.
Οι σταθμοί πραγματοποιούν (ανάλογα με τον τύπο τους και κατά περίπτωση) δύο είδη μετρήσεων, ευρυζωνικές μετρήσεις και συχνοεπιλεκτικές μετρήσεις. Οι σταθμοί μέτρησης δύνανται να μετακινούνται σε σημεία της ευρύτερης περιοχής κάθε Δήμου ή Διοικητικής Περιφέρειας της χώρας, με στόχο την κάλυψη μεγάλων γεωγραφικών τμημάτων μέσω μετρήσεων σε πολλές θέσεις εγκατάστασης. Παράλληλα, στο πλαίσιο του Δικτύου, ενσωματώνονται και κινητοί σταθμοί μέτρησης (σε ειδικά διαμορφωμένα οχήματα). Η λειτουργία τους είναι αντίστοιχη των εγκατεστημένων σε σταθερά σημεία, με τη διαφορά ότι εγκαθίστανται επί οχημάτων.
Επιπλέον, τα οχήματα μπορούν να φέρουν και άλλου είδους φορητό μετρητικό εξοπλισμό ηλεκτρομαγνητικών πεδίων και φορητούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές για την επί τόπου επεξεργασία και παρουσίαση των αποτελεσμάτων και τη σύνδεση τους με το Κέντρο Διαχείρισης. Στους κινητούς σταθμούς μέτρησης είναι εφικτή και επιθυμητή η επί τόπου προβολή και επίδειξη των αποτελεσμάτων των μετρήσεων, στην εκάστοτε θέση, καθώς και όλου του συστήματος. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων που πραγματοποιούνται από τον μετρητικό εξοπλισμό των οχημάτων, δημοσιεύονται στη Δικτυακή Πύλη του Δικτύου.
2. Οι ακριβείς τοποθεσίες εγκατάστασης των σταθμών του Δικτύου επιλέγονται με στόχο την κατά το δυνατό ομοιογενή κάλυψη του Ελληνικού χώρου, λαμβάνοντας υπόψη παραμέτρους που σχετίζονται με την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, τη μορφολογία, τις τεχνολογικές υποδομές, την ασφάλεια και την προσβασιμότητα κάθε περιοχής.
3. Η σύνδεση και επικοινωνία των σταθμών είναι δυνατόν να γίνεται οποιαδήποτε χρονική στιγμή επιθυμεί το Κέντρο Διαχείρισης του Δικτύου ή σε προκαθοριζόμενα χρονικά διαστήματα, για το σκοπό αυτό υφίσταται υπηρεσία ασφαλούς διασύνδεσης των σταθμών με το Κέντρο Διαχείρισης.
4. Οι σταθμοί διασυνδέονται σε ένα κλειστό δίκτυο και τα δεδομένα κάθε σταθμού συλλέγονται, επεξεργάζονται και αναλύονται από το Κέντρο Διαχείρισης ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Το σύνολο των παραγόμενων αποτελεσμάτων δημοσιεύεται στη δικτυακή πύλη του Δικτύου, μέσω της οποίας υλοποιούνται ηλεκτρονικές υπηρεσίες ειδοποίησης και πληροφόρησης πολιτών και φορέων καθώς και υπηρεσίες συλλογής δεδομένων.
5. Επίσης, υφίσταται σύστημα αποθήκευσης δεδομένων το οποίο αποθηκεύει τα δεδομένα κάθε σταδίου επεξεργασίας και ανάλυσης, εγγυάται την ακεραιότητα τους, διασφαλίζει την αρχειοθέτηση και ανάκτηση τους και λαμβάνει αυτοματοποιημένα αντίγραφα ασφαλείας των σημαντικότερων εξ αυτών με τη δυνατότητα επαναφοράς του συστήματος σε παρελθούσα κατάσταση σε πιθανή απώλεια δεδομένων.
Γ. Λειτουργικές Απαιτήσεις Υποσυστημάτων του Δικτύου
Στο πλαίσιο του Δικτύου πραγματοποιείται:
α. η διασύνδεση των σταθμών μέτρησης σε ένα κλειστό δίκτυο δεδομένων που επικοινωνεί με το Κέντρο Διαχείρισης
β. η συλλογή των πρωτογενών δεδομένων από τους σταθμούς και η μεταφορά τους στο Κέντρο Διαχείρισης ανά τακτά χρονικά διαστήματα προκειμένου να υποστούν επεξεργασία
γ. η επεξεργασία και ανάλυση των δεδομένων των πρωτογενών δεδομένων των μετρήσεων με σκοπό την παραγωγή τελικών δεδομένων και αποτελεσμάτων σε διάφορες μορφές (σύνολα δεδομένων, χάρτες, εικόνες κλπ.)
δ. η υλοποίηση δικτυακής πύλης με στόχο την πρόσβαση των ενδιαφερόμενων στις υπηρεσίες του συστήματος, τη δημοσίευση των δεδομένων των μετρήσεων και την παροχή ψηφιακών υπηρεσιών ειδοποίησης και ενημέρωσης σε κάθε ενδιαφερόμενο, και
ε. το Γεωγραφικό Σύστημα Απεικόνισης του Δικτύου Μετρήσεων (GIS), με το οποίο τα αποτελέσματα των μετρήσεων παρουσιάζονται σε έναν γεωγραφικό χάρτη της χώρας, με δυνατότητα επιλογής και προβολής συγκεκριμένων χαρακτηριστικών.
Α. Σταθμοί μέτρησης του Δικτύου
1. Για την πραγματοποίηση των μετρήσεων, ο κάθε σταθμός μέτρησης αποτελείται από τον αισθητήρα μέτρησης, ο οποίος αποκρίνεται στο ηλεκτρομαγνητικό πεδίο, καθώς επίσης και από τή βασική μονάδα μέτρησης, η οποία επεξεργάζεται το σήμα που λαμβάνει από τον αισθητήρα και παρέχει την τιμή της μετρούμενης έντασης του πεδίου. Διακρίνονται δύο είδη σταθμών, αυτοί που πραγματοποιούν ευρυζωνικές μετρήσεις και αυτοί που πραγματοποιούν συχνοεπιλεκτικές μετρήσεις.
2. Ο κάθε σταθμός μέτρησης του Δικτύου είναι διακριβωμένος στο σύνολο του ως ενιαίο σύστημα κατά την εγκατάσταση του.
3. Ο κάθε σταθμός μέτρησης φέρει διεπαφή ενσύρματου δικτύου Ethernet, καθώς και διεπαφή ασύρματου δικτύου GSM ή GPRS ή 3G ή ανώτερης τεχνολογίας, καθώς επίσης και αισθητήρα εντοπισμού θέσης (GPS) και έχει τη δυνατότητα καταγραφής των γεωγραφικών συντεταγμένων του σταθμού μέτρησης και τη δυνατότητα τροφοδοσίας μέσω του δικτύου παροχής ηλεκτρικού ρεύματος. Ο κάθε σταθμός μέτρησης έχει κατάλληλη αδιαβροχοποίηση και μηχανική προστασία έναντι των δυσμενών περιβαλλοντικών συνθηκών (θερμοκρασία, υγρασία, βροχόπτωση, άνεμος, κ.λπ.) που ενδέχεται να υπάρξουν στη θέση εγκατάστασης και έχει τη δυνατότητα εγκατάστασης επί αυτοστηρίκτου ιστού.
Επίσης, φέρει αισθητήρα θερμοκρασίας και αισθητήρα υγρασίας και έχει τη δυνατότητα μέτρησης και καταγραφής της θερμοκρασίας και της υγρασίας. Ο κάθε σταθμός μέτρησης διαχειρίζεται την αυτοματοποιημένη λήψη και καταγραφή των μετρήσεων, έτσι ώστε η διαδικασία να είναι συνεχής και αδιάλειπτη. Ο κάθε σταθμός μέτρησης, μετά την εγκατάσταση και την έναρξη της λειτουργίας του, δύναται να λειτουργεί αυτόνομα, χωρίς εξωτερική παροχή ρεύματος, με χρήση ηλιακού συλλέκτη και επαναφορτιζόμενης μπαταρίας.
Β. Αισθητήρας σταθμού μέτρησης
1. Ο αισθητήρας μέτρησης παρέχει μέτρηση για την ένταση του πεδίου σε ένα ευρύ φάσμα συχνοτήτων.
Η φασματική περιοχή ευρυζωνικής καταγραφής μετρήσεων εκτείνεται στο σημαντικότερο μέρος του ραδιοφάσματος, στο οποίο λειτουργούν οι σταθμοί κεραιών που παρέχουν πάσης φύσεως τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες.
2. Χρησιμοποιείται αισθητήρας που καλύπτει τη φασματική περιοχή ενδιαφέροντος, με γνωστή ισοτροπική απόκλιση και απόκριση συχνότητας για κάθε φασματική περιοχή.
3. Οι μετρούμενες τιμές πεδίου πρέπει να αντιστοιχούν σε αδιατάραχτο πεδίο.
4. Κατά τη λειτουργία του σταθμού μέτρησης, ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στο να αποφεύγονται τα εξής:
− λανθασμένη εγκατάσταση ενός αισθητήρα ή της αλληλεπίδρασης δύο αισθητήρων μέτρησης στην ίδια θέση
− ανεπιθύμητη σύζευξη του αισθητήρα μέτρησης με διάφορα τμήματα του μετρητικού εξοπλισμού, καλώδια, μεταλλικά αντικείμενα, ηλεκτρονικό εξοπλισμό ή και γειτνιάζοντα ηλεκτροφόρα καλώδια
− εσφαλμένη ρύθμιση του αισθητήρα
Γ. Βασική μονάδα σταθμού μέτρησης
1. Η λειτουργία της βασικής μονάδας μέτρησης είναι η επεξεργασία του σήματος που λαμβάνει από τον αισθητήρα και ο υπολογισμός του πεδίου με βάση τις πληροφορίες που λαμβάνει από τον αισθητήρα μέτρησης.
2. Επιπλέον, η βασική μονάδα χειρίζεται την αυτοματοποίηση των μετρήσεων για την εξασφάλιση της συνέχειας αυτών στην καθορισμένη συχνότητα δειγματοληψίας και χρονική περίοδο υπολογισμού των μέσων τιμών των μετρήσεων.
3. Η βασική μονάδα μέτρησης πρέπει να έχει επαρκή χωρητικότητα αποθήκευσης δεδομένων μετρήσεων. Η βασική μονάδα μέτρησης είναι επίσης υπεύθυνη για την παρακολούθηση της κατάστασης του συστήματος, μεταδίδοντας ειδοποιήσεις σε οποιασδήποτε περίπτωση ανωμαλίας στη λειτουργία.
Δ. Είδη σταθμών μέτρησης
Διακρίνονται δύο είδη σταθμών, αυτοί που πραγματοποιούν ευρυζωνικές μετρήσεις και αυτοί που πραγματοποιούν συχνοεπιλεκτικές μετρήσεις.
1. Ευρυζωνικές μετρήσεις
Οι αισθητήρες μέτρησης του σταθμού που πραγματοποιεί ευρυζωνικές μετρήσεις, μετρούν τιμές πεδίου, χωρίς πληροφορίες για το φασματικό περιεχόμενο του υπό μέτρηση πεδίου. Η τιμή που προκύπτει, η οποία είναι συνολική για όλες τις φασματικές συνιστώσες του μετρούμενου πεδίου, συγκρίνεται με την ελάχιστη−αριθμητικά μικρότερη τιμή των ορίων έκθεσης του κοινού, στο μετρούμενο εύρος συχνοτήτων.
Ο αισθητήρας μέτρησης και η βασική μονάδα μέτρησης, πρέπει να κάνουν συνεχή καταγραφή. Για τις ευρυζωνικές μετρήσεις, λαμβάνονται υπόψη τα αναφερόμενα στην παράγραφο 8 της Σύστασης ITU−T Κ.83 «Παρακολούθηση της στάθμης των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων», σύμφωνα με το εδάφιο [1] του Παραρτήματος.
2. Συχνοεπιλεκτικές Μετρήσεις
Για την πραγματοποίηση συχνοεπιλεκτικών μετρήσεων, ο σταθμός μέτρησης έχει τη δυνατότητα καθορισμού, υπο−περιοχών συχνοτήτων μέτρησης. Το πλήθος των υπο−περιοχών μέτρησης πρέπει να είναι επαρκές, προκειμένου να καλύπτονται όλες οι τηλεπικοινωνιακές υποδομές της χώρας.
Το αποτέλεσμα των μετρήσεων είναι η συνολική τιμή πεδίου για τη συνολική φασματική περιοχή λειτουργίας και για τις επί μέρους υποπεριοχές (απόλυτη τιμή σε V/m και ως % ποσοστό των ορίων της κείμενης ελληνικής νομοθεσίας − λόγοι έκθεσης).
Για τις συχνοεπιλεκτικές μετρήσεις, λαμβάνονται υπόψη τα αναφερόμενα στην παράγραφο 7 της Σύστασης ITU−T K.83 «Παρακολούθηση της στάθμης των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων», σύμφωνα με το εδάφιο [1] του Παραρτήματος.
Ε. Οχήματα τοποθέτησης των κινητών σταθμών του Δικτύου
1. Στο Δίκτυο ενσωματώνονται ειδικά διαμορφωμένα οχήματα στα οποία τοποθετούνται οι κινητοί σταθμοί μέτρησης καθώς και κάθε άλλος φορητός εξοπλισμός που υποστηρίζει τη διαδικασία μετρήσεων. Το κάθε όχημα έχει επαρκή χώρο και κατάλληλη διαμόρφωση για τη μόνιμη και ασφαλή εγκατάσταση και αποθήκευση του ανωτέρω εξοπλισμού μέτρησης ηλεκτρομαγνητικών πεδίων.
2. Οι κινητοί σταθμοί μέτρησης καθώς και κάθε άλλος φορητός εξοπλισμός μέτρησης των οχημάτων, πραγματοποιούν συχνοεπιλεκτικές μετρήσεις.
ΣΤ. Υπολογισμός Αβεβαιοτήτων Μέτρησης των Σταθμών του Δικτύου
Ο υπολογισμός της αβεβαιότητας γίνεται σύμφωνα με τις μεθόδους που αναγράφονται στα σχετικά ευρωπαϊκά πρότυπα μετρήσεων καθώς και στον Οδηγό ISO/IEC για την έκφραση της αβεβαιότητας στις μετρήσεις, σύμφωνα με το εδάφιο [5] του Παραρτήματος. Για την εκτίμηση της αβεβαιότητας καταγράφονται αρχικά όλοι οι παράγοντες που εισάγουν κάποιο σφάλμα στη μέτρηση των πεδίων, είτε αυτοί είναι εξωτερικοί σε σχέση με το μετρητικό σύστημα είτε εσωτερικοί. Η συνεισφορά στη συνολική αβεβαιότητα μπορεί να υπολογίζεται από μετρήσεις στον εξοπλισμό, ή σύμφωνα με τις προδιαγραφές του κατασκευαστή. Ο κάθε παράγοντας αβεβαιότητας καταχωρείται σε πίνακα ισοζυγίου αβεβαιότητας με το όνομα του, την κατανομή πιθανότητας, τον συντελεστή ευαισθησίας και την τιμή του. Η διευρυμένη αβεβαιότητα σε διάστημα εμπιστοσύνης 95% δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 4 dB. Για την αβεβαιότητα και την εκτίμηση αυτής, λαμβάνονται υπόψη τα αναφερόμενα στην παράγραφο 9 της Σύστασης ITU−T K.83 «Παρακολούθηση της στάθμης των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων», σύμφωνα με το εδάφιο [1] του Παραρτήματος.
Α. Όρια ασφαλούς έκθεσης του κοινού
Τα όρια ασφαλούς έκθεσης του κοινού ορίζονται στις παραγράφους 9 και 10 (κατά περίπτωση) του άρθρου 30 του Ν. 4070/2012 και στα άρθρα 2−4 της κοινής υπουργικής απόφασης υπ’ αριθ. 53571/3839/1−9−2000 (ΦΕΚ 1105/Β/6−9−2000). Με απόφαση της Ε.Ε.Α.Ε. διευκρινίζεται ο τρόπος εφαρμογής των συντελεστών μείωσης (70% ή 60% κατά περίπτωση) στις τιμές που καθορίζονται στα άρθρα 2−4 της υπ' αριθ. 53571/3839/1−9−2000 κοινής υπουργικής απόφασης, όπως προβλέπεται στις παραγράφους 9 και 10 του άρθρου 30 του Ν. 4070/2012.
Β. Συμπέρασμα σύγκρισης
Ανάλογα με την τιμή που υπολογίζεται για κάθε συνολικό λόγο έκθεσης και την αβεβαιότητα αυτού (σε διάστημα εμπιστοσύνης 95%) κατασκευάζεται το διάστημα εμπιστοσύνης 95% για τον συνολικό λόγο έκθεσης καθορίζοντας το κάτω και το άνω άκρο αυτού. Ανάλογα με τις τιμές των άκρων του διαστήματος εμπιστοσύνης 95% για τον συνολικό λόγο έκθεσης, συνάγονται τα ακόλουθα συμπεράσματα:
1) Αν το άνω άκρο του διαστήματος αυτού είναι μικρότερο από την μονάδα, τότε συνάγεται το συμπέρασμα ότι τηρούνται τα όρια ασφαλούς έκθεσης της ελληνικής νομοθεσίας στη θέση που πραγματοποιήθηκαν οι μετρήσεις.
2) Αν το άνω άκρο του διαστήματος αυτού είναι μεγαλύτερο ή ίσο με την μονάδα και το κάτω άκρο του διαστήματος αυτού είναι μικρότερο από την μονάδα, τότε συνάγεται το συμπέρασμα ότι είναι πιθανό να υπερβαίνονται τα όρια ασφαλούς έκθεσης της ελληνικής νομοθεσίας στη θέση που πραγματοποιήθηκαν οι μετρήσεις.
3) Αν το κάτω άκρο του διαστήματος αυτού είναι μεγαλύτερο ή ίσο με την μονάδα, τότε συνάγεται το συμπέρασμα ότι δεν τηρούνται τα όρια ασφαλούς έκθεσης της ελληνικής νομοθεσίας στη θέση που πραγματοποιήθηκαν οι μετρήσεις. Στις περιπτώσεις 2 και 3 μεταβαίνει άμεσα συνεργείο της Ε.Ε.Α.Ε. για τη διεξαγωγή συχνοεπιλεκτικών μετρήσεων. Σε περίπτωση διαπίστωσης υπέρβασης των επιτρεπόμενων ορίων έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, εφαρμόζονται οι κυρώσεις που προβλέπει η υπ’ αριθ. 53571/3839/1−9−2000 κοινής υπουργικής απόφασης.
Τα όρια ασφαλούς έκθεσης του κοινού ορίζονται στις παραγράφους 9 και 10 (κατά περίπτωση) του άρθρου 30 του Ν. 4070/2012 και στα άρθρα 2−4 της κοινής υπουργικής απόφασης υπ’ αριθ. 53571/3839/1−9−2000 (ΦΕΚ 1105/Β/6−9−2000). Με απόφαση της Ε.Ε.Α.Ε. διευκρινίζεται ο τρόπος εφαρμογής των συντελεστών μείωσης (70% ή 60% κατά περίπτωση) στις τιμές που καθορίζονται στα άρθρα 2−4 της υπ' αριθ. 53571/3839/1−9−2000 κοινής υπουργικής απόφασης, όπως προβλέπεται στις παραγράφους 9 και 10 του άρθρου 30 του Ν. 4070/2012.
Ανάλογα με την τιμή που υπολογίζεται για κάθε συνολικό λόγο έκθεσης και την αβεβαιότητα αυτού (σε διάστημα εμπιστοσύνης 95%) κατασκευάζεται το διάστημα εμπιστοσύνης 95% για τον συνολικό λόγο έκθεσης καθορίζοντας το κάτω και το άνω άκρο αυτού. Ανάλογα με τις τιμές των άκρων του διαστήματος εμπιστοσύνης 95% για τον συνολικό λόγο έκθεσης, συνάγονται τα ακόλουθα συμπεράσματα:
1) Αν το άνω άκρο του διαστήματος αυτού είναι μικρότερο από την μονάδα, τότε συνάγεται το συμπέρασμα ότι τηρούνται τα όρια ασφαλούς έκθεσης της ελληνικής νομοθεσίας στη θέση που πραγματοποιήθηκαν οι μετρήσεις.
2) Αν το άνω άκρο του διαστήματος αυτού είναι μεγαλύτερο ή ίσο με την μονάδα και το κάτω άκρο του διαστήματος αυτού είναι μικρότερο από την μονάδα, τότε συνάγεται το συμπέρασμα ότι είναι πιθανό να υπερβαίνονται τα όρια ασφαλούς έκθεσης της ελληνικής νομοθεσίας στη θέση που πραγματοποιήθηκαν οι μετρήσεις.
3) Αν το κάτω άκρο του διαστήματος αυτού είναι μεγαλύτερο ή ίσο με την μονάδα, τότε συνάγεται το συμπέρασμα ότι δεν τηρούνται τα όρια ασφαλούς έκθεσης της ελληνικής νομοθεσίας στη θέση που πραγματοποιήθηκαν οι μετρήσεις. Στις περιπτώσεις 2 και 3 μεταβαίνει άμεσα συνεργείο της Ε.Ε.Α.Ε. για τη διεξαγωγή συχνοεπιλεκτικών μετρήσεων. Σε περίπτωση διαπίστωσης υπέρβασης των επιτρεπόμενων ορίων έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, εφαρμόζονται οι κυρώσεις που προβλέπει η υπ’ αριθ. 53571/3839/1−9−2000 κοινής υπουργικής απόφασης.
Α. Έλεγχοι καλής λειτουργίας των σταθμών μέτρησης του Δικτύου
1. Η καλή και ορθή λειτουργία του εξοπλισμού ελέγχεται περιοδικά, από συνεργεία της Ε.Ε.Α.Ε. μέσω κατάλληλων μεθόδων, όπως με χρήση γνωστών πηγών εκπομπής ή με σύγκριση των αποτελεσμάτων με χρήση φορητού εξοπλισμού συχνοεπιλεκτικών μετρήσεων. Πραγματοποιούνται περιοδικές συχνοεπιλεκτικές μετρήσεις με φορητό εξοπλισμό στις θέσεις εγκατάστασης των σταθερών σταθμών μέτρησης, κάθε 6 μήνες τουλάχιστον, από κλιμάκια της Ε.Ε.Α.Ε. ή από συνεργεία άλλων φορέων που έχουν ειδικά προς τούτο εξουσιοδοτηθεί από αυτήν. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων αυτών δημοσιεύονται στη Δικτυακή Πύλη του Δικτύου. Η εγκυρότητα των μετρήσεων των σταθερών σταθμών μέτρησης ελέγχεται επίσης κατ' αναλογία με τις μετρήσεις του φορητού μετρητικού εξοπλισμού των οχημάτων.
2. Επίσης, μπορούν να διεξάγονται μετρήσεις με δύο σταθμούς μέτρησης, τα αποτελέσματα των οποίων πρέπει κατά βάση να συμφωνούν μεταξύ τους.
3. Οι μετρήσεις επίσης συγκρίνονται με τα αποτελέσματα που λαμβάνονται από τον ίδιο σταθμό μέτρησης σε όμοιες συνθήκες (π.χ. την ίδια ώρα διαφορετικών ημερών).
Σε περίπτωση διαπίστωσης αποκλίσεων (με βάση συγκεκριμένα για κάθε προαναφερθέντα έλεγχο, στατιστικά κριτήρια) με οποιαδήποτε από τις ανωτέρω μεθόδους, πραγματοποιείται εντοπισμός των αιτίων απόκλισης και ορίζονται οι κατάλληλες κατά περίπτωση, διορθωτικές ενέργειες με σκοπό τη διασφάλιση της καλή και ορθής λειτουργία του εξοπλισμού. Σε κάθε τέτοια περίπτωση, τα δεδομένα των μετρήσεων των σταθμών μέτρησης του Δικτύου θεωρούνται και σημαίνονται ως μη έγκυρα.
Β. Έλεγχος εγκυρότητας των αποτελεσμάτων των μετρήσεων
Τα δεδομένα των μετρήσεων ελέγχονται και σημαίνονται ως έγκυρα στο Κέντρο Διαχείρισης και κατόπιν δημοσιεύονται στη Δικτυακή Πύλη του Δικτύου. Στη Δικτυακή Πύλη δημοσιεύονται μόνον ελεγμένα και έγκυρα δεδομένα μετρήσεων. Τα δεδομένα μετρήσεων δεν αλλάζουν σε καμία περίπτωση και τα μη έγκυρα δεδομένα αποθηκεύονται για στατιστικούς λόγους. Σε περίπτωση που εντοπιστεί αστοχία υλικού του εξοπλισμού μέτρησης, τα αντίστοιχα δεδομένα μετρήσεων θεωρούνται
μη έγκυρα.
α. Έλεγχος και επικύρωση μεμονωμένων συνόλων δεδομένων μετρήσεων
Βασίζεται στις συνθήκες λειτουργίας του μετρητικού εξοπλισμού, σε ένα σαφώς προσδιορισμένο χρονικό διάστημα. Για παράδειγμα, η δραστηριότητα του ασύρματου μόντεμ του μετρητικού εξοπλισμού στις περιπτώσεις που αυτό χρησιμοποιείται, προκαλεί μη εγκυρότητα των δεδομένων, διότι, σε αυτά τα χρονικά διαστήματα μετράται και η εκπεμπόμενη από το μόντεμ ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία. Στην περίπτωση αυτή, τα δεδομένων των μετρήσεων χαρακτηρίζονται αυτόματα από το Κέντρο Διαχείρισης ως «μη έγκυρα».
Άλλες περιπτώσεις όπου τα δεδομένα των μετρήσεων χαρακτηρίζονται ως «μη έγκυρα» από το Κέντρο Διαχείρισης, μπορεί να είναι ημιτελή σύνολα δεδομένων μετρήσεων ή λανθασμένο format δεδομένων, δεδομένα μετρήσεων εκτός της σωστής χρονικής ακολουθίας ή δεδομένα μετρήσεων που εμφανίζουν ασυνήθιστες διακυμάνσεις σε περιπτώσεις όπως χαμηλή τάση μπαταρίας του σταθμού ή ακραίες θερμοκρασίας ή υγρασίας του περιβάλλοντος.
β. Έλεγχος και επικύρωση ευρέων συνόλων δεδομένων μετρήσεων
Αυτή η φάση επικύρωσης συνίσταται στον έλεγχο των δεδομένων που λαμβάνονται σε ένα προκαθορισμένο χρονικό διάστημα (συνήθως μία ημέρα) για να βρεθούν οι πιθανές αποκλίσεις σε σχέση με τα αναμενόμενα δεδομένα.
Γνωστά αίτια των αποκλίσεων αυτών, μπορεί να είναι:
− Εκπομπές από πηγές εκπομπής, όπως κεραιοδιατάξεις ραδιοερασιτεχνικών σταθμών ή άλλων ραδιοδικτύων που δεν εκπέμπουν συνεχώς αλλά μόνο όταν τίθενται σε λειτουργία από τον κάτοχο τους. Τα δεδομένα αυτά, αν και δεν είναι τυπικά, θεωρούνται έγκυρα.
− Εκπομπές από πηγές, όπως κινητά ή ασύρματα (DECT) τηλέφωνα ή τηλεχειριστήρια που ενδέχεται λειτουργήσουν περιστασιακά στο άμεσο περιβάλλον του σταθμού μέτρησης. Πηγές εκπομπής αυτού του είδους προκαλούν δεδομένα μετρήσεων που πρέπει να θεωρούνται «μη έγκυρα», επειδή είναι εκτός του αντικειμένου και του σκοπού του Δικτύου.
Όταν η αιτία της απόκλισης στα δεδομένα των μετρήσεων δε μπορεί να καθοριστεί, τα δεδομένα των μετρήσεων θεωρούνται έγκυρα, αν και μπορεί να είναι αναντίστοιχα άλλων δεδομένων που καταγράφηκαν το ίδιο χρονικό διάστημα.
Η Ε.Ε.Α.Ε. μεριμνά με αποφάσεις της για την εφαρμογή των προτύπων, οδηγιών και συστάσεων που αναφέρονται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης, όπως αυτά εκάστοτε ισχύουν, καθώς και νέων σχετικών προτύπων, κανονισμών, οδηγιών και συστάσεων, εφόσον εκδοθούν.
Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευση της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παράρτημα Πρότυπα − Αναφορές
Στην παρούσα απόφαση λαμβάνονται υπόψη τα κάτωθι πρότυπα και οδηγίες:
1) Σύσταση ITU−T K.83: Παρακολούθηση της στάθμης των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων.
2) ΕΛΟΤ 1422−3: Συνεγκατάσταση κεραιών ραδιοεπικοινωνιών − Μέρος 3: Τεχνικές Δοκιμών και Μετρήσεων −Όρια.
3) ΕΛΟΤ ΕΝ 50413: Βασικό πρότυπο διαδικασιών μέτρησης και υπολογισμού για την έκθεση του ανθρώπου σε ηλεκτρικά, μαγνητικά και ηλεκτρομαγνητικά πεδία (0 Ηζ−300 GHz).
4) ΕΛΟΤ ΕΝ 50492: Βασικό πρότυπο για την επιτόπια μέτρηση της έντασης του ηλεκτρομαγνητικού πεδίου σε σχέση με την έκθεση του ανθρώπου σε γειτνίαση με σταθμούς βάσης.
5) Οδηγός ISO/IEC για την έκφραση της αβεβαιότητας στις μετρήσεις.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 12 Δεκεμβρίου 2013
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ |
ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ |
ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ