Τροποποιήθηκε από :
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 102Α_2013 | 1.2 MB |
1. Στο άρθρο 126 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (ν.δ. 187/1973, Α΄ 261), το εδάφιο μόνο αριθμείται ως παράγραφος 1 και προστίθεται παράγραφος 2 ως ακολούθως:
«2. Ο έλεγχος και η θεώρηση ναυτιλιακών εγγράφων, στο πλαίσιο της διαδικασίας του κατάπλου και απόπλου κατηγοριών πλοίων που δραστηριοποιούνται στις θαλάσσιες ενδομεταφορές, εκτός αυτών που εκτελούν δρομολόγια με σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, δύνανται να διενεργούνται περιοδικά από τις Λιμενικές Αρχές. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παρούσας.»
2. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 157 του Κώδικα Δημόσιου Ναυτικού Δικαίου αντικαθίσταται ως εξής:
«Πριν από την έκδοση των ανωτέρω αποφάσεων, οι παραβάτες καλούνται με έγγραφη πρόσκληση της Λιμενικής Αρχής σε απολογία. Η απολογία υποβάλλεται στη Λιμενική Αρχή εντός πέντε (5) ημερών από την κοινοποίηση της κλήσης».
3. Η παρ. 1 του άρθρου 39 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. α) Η πιστοποίηση πλοίων, καθώς και πλοιοκτητριών και διαχειριστριών εταιριών, η γενική ή μερική επιθεώρηση, ο έλεγχος και η έγκριση σχεδίων, μελετών, εγχειριδίων, εξοπλισμού και υλικών, η έκδοση αδειών ναυπήγησης και μετασκευής, η παρακολούθηση των αντίστοιχων εργασιών, η αναγνώριση επιβατηγών πλοίων ως ελληνικών, καθώς και κάθε άλλη πράξη απαραίτητη για τη διαπίστωση συμμόρφωσής τους με την ισχύουσα νομοθεσία, δύναται να ανατεθούν στο σύνολό τους ή εν μέρει σε εξουσιοδοτημένους από την Ελλάδα οργανισμούς με γραπτή συμφωνία. Οι οργανισμοί αυτοί τελούν υπό την εποπτεία του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου.
β) Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις παροχής εξουσιοδότησης προς τους ανωτέρω οργανισμούς, καθώς και το ειδικότερο περιεχόμενο αυτής.»
4. Η παρ. 1 του άρθρου 45 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με την επιφύλαξη της περιπτώσεως του άρθρου 44, για κάθε παράβαση των διατάξεων του Κεφαλαίου αυτού και των προεδρικών διαταγμάτων που εκδίδονται σε εκτέλεσή του και ανεξάρτητα εάν συντρέχει ποινική ή πειθαρχική δίωξη, επιβάλλεται, με αιτιολογημένη απόφαση του Προϊσταμένου του αρμοδίου Κλάδου του Αρχηγείου Λιμενικού Σώματος − Ελληνικής Ακτοφυλακής ή του Προϊσταμένου της Λιμενικής ή Προξενικής Αρχής, κατά λόγο αρμοδιότητάς τους, πρόστιμο τριακοσίων (300) ευρώ έως πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ. Υπόχρεοι για την καταβολή τoυ προστίμου είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρο ο πλοιοκτήτης, ο διαχειριστής, ο εφοπλιστής, ο πράκτορας και ο πλοίαρχος του πλοίου. Ειδικότερα για τις παραβάσεις του Διεθνούς Κώδικα Ασφαλούς Διαχείρισης (ISM Code), με αιτιολογημένη απόφαση του Προϊσταμένου του αρμόδιου Κλάδου του Αρχηγείου Λιμενικού Σώματος − Ελληνικής Ακτοφυλακής, επιβάλλεται το πρόστιμο του προηγούμενου εδαφίου στον πλοιοκτήτη ή στην «εταιρία», όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 1.1.2. του Μέρους Α΄ του Διεθνούς Kώδικα Ασφαλούς Διαχείρισης (ISM Code), όπως ισχύει.»
5 α. Στην παρ. 2 του άρθρου 87 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (ν.δ. 187/1973, Α’ 261) προστίθεται περίπτωση δ΄ ως εξής:
«δ) επί επιβατηγών πλοίων που εκτελούν πλόες αναψυχής και περιήγησης άνω των τριάντα (30) ν.μ. από το λιμένα αφετηρίας έως τον τελικό λιμένα προορισμού και συνολικής διάρκειας μικρότερης του εικοσιτετραώρου».
β. Στο άρθρο 87 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου προστίθεται παράγραφος 3, ως εξής:
«3. Ομοίως, κατ’ εξαίρεση, με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου καθορίζεται η οργανική σύνθεση του προσωπικού επιβατηγού ή επιβατηγού/οχηματαγωγού πλοίου που εκτελεί πλόες:
α) Μεταξύ ελληνικών λιμένων και λιμένων της αλλοδαπής ή μεταξύ λιμένων της αλλοδαπής.
β) Δρομολογιακούς μεταξύ ελληνικών λιμένων συνολικής απόστασης από το λιμένα αφετηρίας μέχρι τον τελικό λιμένα προορισμού έως και 30 ν.μ. και είναι κλειστού τύπου.
γ) Μεταξύ ελληνικών λιμένων ή μεταξύ ελληνικών λιμένων και λιμένων της αλλοδαπής ή μεταξύ λιμένων της αλλοδαπής, όταν αυτό εμπίπτει στην εφαρμογή του Κώδικα Ταχυπλόων Πλοίων του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ) ή του Κώδικα Δυναμικώς Υποστηριζομένων Σκαφών του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ).
Η οργανική σύνθεση για την ως άνω περίπτωση α΄ διαμορφώνεται με βάση τον απαιτούμενο αριθμό ναυτικών για το χειρισμό και τη στελέχωση των σωστικών μέσων του πλοίου, όπως ο αριθμός αυτός καθορίζεται, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, λαμβάνοντας υπόψη και τις αντίστοιχες απαιτήσεις της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας, 2006 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, η οποία κυρώθηκε με το ν. 4078/2012 (Α΄ 179).»
6. α. Τα δύο πρώτα εδάφια του άρθρου 164 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, όπως ισχύει, αριθμούνται ως παράγραφος 1.
β. Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 164 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, όπως ισχύει, αριθμείται ως παράγραφος 2 και αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται στα επιβατηγά πλοία, για τα οποία εφαρμόζεται το άρθρο 3 της Οδηγίας 98/18 (EEL 144/1998), όπως ενσωματώθηκε με το άρθρο 3 του π.δ. 103/1999 (Α΄ 110) και ισχύει, υπό τους όρους ότι τα πλοία πληρούν τις κατά περίπτωση απαιτήσεις του άρθρου 6(α) της Οδηγίας 98/18/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 2003/24 (EEL 123/2003) ΕΚ και όπως ενσωματώθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 2 του π.δ. 66/2005 (Α΄ 100) και ισχύει, καθώς και των απαιτήσεων των άρθρων 6, 8 και 9 της Οδηγίας 2003/25/ΕΚ, όπως ενσωματώθηκαν με τα άρθρα 6, 8 και 9 του π.δ. 52/2005 (Α΄ 79) και ισχύει.»
γ. Στο άρθρο 164 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου προστίθεται παράγραφος 3 ως ακολούθως:
«3. Oι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού δεν εφαρμόζονται στα επιβατηγά και επιβατηγά οχηματαγωγά πλοία, για τα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται ομοίως στα επιβατηγά και επιβατηγά / οχηματαγωγά πλοία, που εκτελούν πλόες μέχρι είκοσι (20) ναυτικά μίλια από την ακτογραμμή, εφόσον ικανοποιούνται οι πρόσθετες διαδικασίες ελέγχου και πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις που καθορίζονται για το σκοπό αυτόν με διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου. Με τις διατάξεις του διατάγματος αυτού οφείλουν να εναρμονιστούν εντός μεταβατικής περιόδου που θα προβλέπεται στο διάταγμα αυτό και τα επιβατηγά και επιβατηγά οχηματαγωγά πλοία, στα οποία έχει γίνει εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού.»
7. Η υποπερίπτωση iii της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 168A του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, όπως ισχύει, τροποποιείται ως ακολούθως:
«iii). Το πλοίο και ο πλοιοκτήτης πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις των περιπτώσεων α΄, β΄ και δ΄ της παραγράφου 2 και των παραγράφων 3, 4, 5 και 6 του άρθρου τρίτου του ν. 2932/2001, όπως ισχύουν».
8.α. Στο άρθρο 165 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, όπως ισχύει, προστίθεται νέα παράγραφος 5 ως ακολούθως:
«5. Στα ελληνικά επιβατηγά πλοία, στα υπό κοινοτική σημαία επιβατηγά πλοία και στα επιβατηγά πλοία που είναι εγγεγραμμένα στα νηολόγια των κρατών – μελών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και φέρουν τη σημαία τους, τα οποία έχουν το δικαίωμα περιηγήσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3 περίπτωση α΄ και β΄ και 4 του παρόντος άρθρου, παρέχεται το δικαίωμα παραλαβής επιβατών και από τους ενδιάμεσους ελληνικούς λιμένες, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) ο λιμένας της οριστικής αποβίβασης των επιβατών είναι ο ελληνικός λιμένας επιβίβασής τους και
β) η διάρκεια του κυκλικού περιηγητικού ταξιδιού από το λιμένα επιβίβασης των επιβατών έως και το λιμένα αποβίβασής τους είναι κατ’ ελάχιστον σαράντα οκτώ (48) ώρες.»
β. Οι παράγραφοι 5, 6 και 7 του άρθρου 165 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, όπως ισχύει, αναριθμούνται σε 6, 7 και 8 αντιστοίχως.
γ. Οι διατάξεις του π.δ. 122/1995 (Α΄ 75), όπως ισχύει, κατά το μέρος που ρυθμίζουν με τρόπο διαφορετικό τα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 165 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, καταργούνται.
9. α. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου συγκροτείται μη αμειβόμενη Επιτροπή για την τροποποίηση και κωδικοποίηση του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (ΚΔΝΔ), της οποίας προΐσταται ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου, με αναπληρωτή τον Νομικό Σύμβουλο του Κράτους στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Αιγαίου. Στην Επιτροπή συμμετέχουν εκπρόσωποι των αρμοδίων Διευθύνσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου, δικαστικοί λειτουργοί, καθηγητές ΑΕΙ, εκπρόσωποι του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και άλλων επαγγελματικών οργανώσεων, καθώς και πρόσωπα εγνωσμένου κύρους και εμπειρίας στο σχετικό αντικείμενο. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται θέματα λειτουργίας και γραμματειακής υποστήριξης της Επιτροπής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
β. Με όμοια απόφαση συγκροτείται μη αμειβόμενη Επιτροπή, αντίστοιχης συνθέσεως, για τον εκσυγχρονισμό και την κωδικοποίηση του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου (ΚΙΝΔ). Με την ως άνω απόφαση ρυθμίζονται θέματα λειτουργίας και γραμματειακής υποστήριξης της Επιτροπής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
1. Στο άρθρο 2 του ν. 3622/2007 (Α΄ 281) προστίθεται παράγραφος 16 ως ακολούθως:
«16. Φορέας διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα: Κάθε φορέας που έχει, κατά νόμο, την ευθύνη της διοίκησης και της εκμετάλλευσης του λιμένα».
2. Οι παράγραφοι 12, 13 και 14 του άρθρου 2 του ν. 3622/2007 αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«12. Λιμένας: Η προσδιορισμένη περιοχή ξηράς και ύδατος, στην οποία βρίσκονται μία ή περισσότερες λιμενικές εγκαταστάσεις, πλην στρατιωτικών, τα όρια της οποίας καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 10 του παρόντος και δεν συμπίπτουν κατ’ ανάγκη με τα όρια της ζώνης λιμένα, κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 2971/ 2001, όπως ισχύει, η οποία περιλαμβάνει έργα και εξοπλισμό που προορίζονται για την εξυπηρέτηση των εργασιών εμπορικών θαλάσσιων μεταφορών.
13. Συντονιστικό Κέντρο: Η Διεύθυνση Ελέγχου Διαχείρισης Ασφάλειας Πλοίων και Λιμενικών Εγκαταστάσεων.
14. Κέντρο Αναφορών Ασφάλειας: Το Κέντρο Επιχειρήσεων Λιμενικού Σώματος − Ελληνικής Ακτοφυλακής, το οποίο λειτουργεί ως Κέντρο Λήψης Αναφορών Ασφάλειας και ενημέρωσης των υπευθύνων ασφάλειας λιμένων, λιμενικών εγκαταστάσεων, πλοίων και εταιριών για τις μεταβολές των επιπέδων ασφάλειας, σύμφωνα με τις οδηγίες των αρμόδιων Υπηρεσιών του Υπουργείου.
Επίσης, λειτουργεί ως σημείο επαφής με τα πλοία σύμφωνα με τον κανόνα 7 του Κεφαλαίου ΧΙ−2 της Διεθνούς Σύμβασης SOLAS και με τους υπεύθυνους ασφάλειας των πλοίων, των εταιριών τους και των λιμενικών εγκαταστάσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 4.16 του Β΄ Μέρους του Κώδικα ISPS.»
3. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 4 του ν. 3622/2007 αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«1. Η Ενιαία Αρμόδια Αρχή συντονίζει, εποπτεύει και ελέγχει την τήρηση των διαδικασιών και την εφαρμογή των μέτρων ασφάλειας που προβλέπει ο νόμος αυτός.
Ειδικότερα:
α) Το Συντονιστικό Κέντρο ασκεί τις αρμοδιότητες που περιγράφονται στις επιμέρους διατάξεις του παρόντος και λειτουργεί ως σημείο επαφής για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα κράτη − μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και τα κράτη που έχουν συμβληθεί στη Διεθνή Σύμβαση για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα (SOLAS 74) και έχουν κυρώσει τις τροποποιήσεις της Διεθνούς αυτής Σύμβασης που υιοθετήθηκαν στη Διάσκεψη των Συμβαλλόμενων Κυβερνήσεων της Διεθνούς Σύμβασης στις 12 Δεκεμβρίου 2002, προκειμένου να διευκολύνει, παρακολουθεί και ενημερώνει αυτούς, όσον αφορά στην εφαρμογή των μέτρων για την ασφάλεια στη θάλασσα που προβλέπονται στον Κανονισμό 725/2004/ΕΚ. Επιπροσθέτως, έχει ως αποστολή τη διευκρίνιση, την παρακολούθηση, τη λήψη, τη διαχείριση και την παροχή πληροφοριών για την εφαρμογή των μέτρων ενίσχυσης της ασφάλειας πλοίων, λιμενικών εγκαταστάσεων και λιμένων.
β) Η Γενική Γραμματεία Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων ασκεί τις αρμοδιότητες που περιγράφονται σε επιμέρους διατάξεις του παρόντος και συνεργάζεται με τους φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμενικών εγκαταστάσεων και λιμένων στην υλοποίηση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος.
2. α) Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου συγκροτείται, κατά περιοχή ευθύνης κάθε Λιμενικής Αρχής, ανεξαρτήτως του αριθμού των υπόχρεων λιμένων αρμοδιότητάς της, μια Αρχή Ασφάλειας Λιμένα, η οποία είναι υπεύθυνη για την παρακολούθηση της κατάρτισης του Σχεδίου ή των Σχεδίων Ασφάλειας Λιμένα ή Λιμένων από το φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα, καθώς και για την εφαρμογή τους. Επίσης, εισηγείται τον ορισμό του Υπεύθυνου Ασφάλειας Λιμένα και του αναπληρωτή του.
β) Η Αρχή Ασφάλειας Λιμένα απαρτίζεται από: α) τον Προϊστάμενο της Λιμενικής Αρχής, ως πρόεδρο, β) έναν εκπρόσωπο της οικείας Αστυνομικής Αρχής, γ) έναν εκπρόσωπο της οικείας Τελωνειακής Αρχής, δ) έναν εκπρόσωπο του Γραφείου Πολιτικής Προστασίας της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, ε) τους κατά το άρθρο 9 οριζόμενους υπεύθυνους ασφάλειας των υπόχρεων εφαρμογής του Κανονισμού λιμενικών εγκαταστάσεων που βρίσκονται σε κάθε λιμένα και που συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της Αρχής μόνο για τα θέματα του συγκεκριμένου λιμένα που κατά περίπτωση απασχολούν την Αρχή Ασφάλειας Λιμένα, ως τακτικά μέλη. Με την ίδια Απόφαση ορίζονται τα αναπληρωματικά μέλη που, σε περίπτωση κωλύματος ή απουσίας, αναπληρώνουν τα τακτικά μέλη, καθώς και ο Υπεύθυνος Ασφάλειας Λιμένα και ο αναπληρωτής του εκ των υπεύθυνων ασφάλειας των λιμενικών εγκαταστάσεων που βρίσκονται στον κάθε υπόχρεο λιμένα.
Σε περίπτωση ύπαρξης λιμενικών εγκαταστάσεων δημόσιου χαρακτήρα στο λιμένα, ορίζονται ως Υπεύθυνος Ασφάλειας Λιμένα και αναπληρωτής του εκ των υπεύθυνων ασφάλειάς τους και των αναπληρωτών τους αντίστοιχα. Το χρονικό διάστημα, για το οποίο ορίζεται ο Υπεύθυνος Ασφάλειας Λιμένα και ο αναπληρωτής του, δεν δύναται να είναι μικρότερο του έτους.
Στις συνεδριάσεις της Αρχής Ασφάλειας Λιμένα δύνανται να συμμετέχουν άνευ ψήφου και κατόπιν σχετικής προσκλήσεως της Αρχής για τη συζήτηση συγκεκριμένων θεμάτων ή την παροχή πληροφοριών που θα ήταν χρήσιμες για την Αρχή, οι υπεύθυνοι ασφάλειας των τμημάτων του λιμένα και των παρακείμενων περιοχών του που επηρεάζουν την ασφάλειά του, όπως αυτές έχουν καθορισθεί βάσει των πορισμάτων της αξιολόγησης ασφαλείας του λιμένα.
γ) Δεν απαιτείται συγκρότηση Αρχής Ασφάλειας για λιμένα που από την προβλεπόμενη κατά το άρθρο 7 του παρόντος νόμου αξιολόγηση ασφάλειάς του προκύψει ότι τα όριά του καλύπτονται από τα όρια της
μιας μόνης υπάρχουσας σε αυτόν υπόχρεης λιμενικής εγκατάστασης.»
4. Η παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 3622/2007 καταργείται, οι δε παράγραφοι 4, 5, 6, 7, 8, και 9 αναριθμούνται σε 3, 4, 5, 6, 7 και 8 αντιστοίχως.
5. Οι παράγραφοι 1 και 3 του άρθρου 5 του ν. 3622/2007 αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«1. α) Οι φορείς διαχείρισης και εκμετάλλευσης υπό ελληνική σημαία πλοίων και οι φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμενικών εγκαταστάσεων της Επικράτειας ορίζουν Υπεύθυνους Ασφάλειας για την εταιρία, το πλοίο και τη λιμενική εγκατάσταση, αντιστοίχως, εκτός αν άλλως ορίζεται σε έγγραφες συμφωνίες είτε μεταξύ του κυρίου των λιμενικών εγκαταστάσεων και του φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης αυτών είτε μεταξύ του τελευταίου και τρίτου (υπομισθωτή).
β) Οι ανωτέρω φορείς έχουν την ευθύνη για την πραγματοποίηση αξιολόγησης ασφάλειας των πλοίων τους και των λιμενικών εγκαταστάσεών τους, τη σύνταξη και εφαρμογή των απορρεόντων από την αξιολόγηση σχεδίων ασφάλειας, τις αναθεωρήσεις αυτών και γενικότερα συμμορφώνονται προς τις διατάξεις του Κώδικα ISPS και του Κανονισμού, διαθέτοντας τους απαραίτητους προς τούτο πόρους. Επίσης, διαθέτουν πόρους και μέσα για την υλοποίηση των μέτρων ασφάλειας που προβλέπονται στα εγκεκριμένα σχέδια ασφάλειας των πλοίων ή λιμενικών εγκαταστάσεων που διαχειρίζονται.
γ) Οι φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα έχουν την ευθύνη για την πραγματοποίηση αξιολόγησης ασφάλειας των λιμένων τους, τη σύνταξη των σχεδίων ασφάλειας, τις αναθεωρήσεις αυτών και γενικότερα την υποχρέωση συμμόρφωσης προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2005/65/ΕΚ, διαθέτοντας τους απαραίτητους προς τούτο πόρους. Επίσης, οι εν λόγω φορείς διαθέτουν πόρους και μέσα για την υλοποίηση των μέτρων ασφάλειας που προβλέπονται στα εγκεκριμένα σχέδια ασφάλειας των λιμένων που διαχειρίζονται.
δ) Σε περίπτωση που οι αξιολογήσεις και τα σχέδια ασφάλειας λιμένων, καθώς και οι αναθεωρήσεις αυτών, δεν έχουν καταρτιστεί εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, αυτές πραγματοποιούνται με ευθύνη της Γενικής Γραμματείας Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων και με δαπάνες των φορέων διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένων. Η σχετική δαπάνη εγγράφεται υποχρεωτικά στους προϋπολογισμούς των φορέων αυτών.
ε) Κάθε φορέας διοίκησης και εκμετάλλευσης παρακείμενων του λιμένα περιοχών ή σε περίπτωση απουσίας του, ο κύριος των εν λόγω περιοχών, που έχουν επίπτωση στην ασφάλεια του λιμένα, όπως καθορίσθηκαν βάσει των πορισμάτων των αξιολογήσεων ασφαλείας του λιμένα, ορίζουν υπεύθυνους ασφάλειας για τα τμήματα και τις περιοχές αντίστοιχα και εφαρμόζουν με δικούς τους πόρους και μέσα τα προβλεπόμενα στο Σχέδιο Ασφάλειας Λιμένα μέτρα και διαδικασίες ασφαλείας στα τμήματα και στις περιοχές αυτές, εντός τριμήνου από την ημερομηνία έγκρισης του σχεδίου ασφάλειας.
Οι επιμέρους οικονομικά δραστηριοποιούμενοι σε χώρους των τμημάτων του λιμένα φορείς, συμπεριλαμβανόμενων και των διαχειριστών των εξυπηρετούμενων σε αυτά πλοίων, ορίζουν υπευθύνους ασφαλείας των εν λόγω χώρων, καθώς και των πλοίων, και εφαρμόζουν τα προβλεπόμενα στο Σχέδιο Ασφάλειας Λιμένα μέτρα και τις διαδικασίες ασφαλείας στους χώρους ευθύνης τους, με δικούς τους πόρους και μέσα, εντός τριμήνου από την ημερομηνία έγκρισης του Σχεδίου.»
«3. α) Οι φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης υπόχρεων για την εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα ISPS και του Κανονισμού λιμενικών εγκαταστάσεων, οι φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης υπόχρεου εφαρμογής της Οδηγίας λιμένα ή παρακείμενων περιοχών που έχουν επίπτωση στην ασφάλειά του και οι επιμέρους φορείς που δραστηριοποιούνται οικονομικά σε τμήματα υπόχρεου εφαρμογής της Οδηγίας λιμένα μπορεί να αναθέτουν και σε ιδιωτικές εταιρίες παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, που είναι εφοδιασμένες με την προβλεπόμενη από το νόμο άδεια, την άσκηση των προβλεπόμενων από τα εγκεκριμένα σχέδια ασφάλειας ελέγχων. Μεταξύ των ελέγχων αυτών συμπεριλαμβάνονται ιδίως οι έλεγχοι προσώπων, αποσκευών και φορτίων, οι έλεγχοι πρόσβασης και η επιτήρηση ασφάλειας των λιμενικών εγκαταστάσεων, τμημάτων λιμένα και παρακείμενων αυτού περιοχών που έχουν επίπτωση στην ασφάλειά του.
β) Η άσκηση των παραπάνω δραστηριοτήτων προϋποθέτει την έκδοση άδειας αστυνομικής φύσεως από την οικεία Λιμενική Αρχή και τελεί υπό τον άμεσο έλεγχο του φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης και της Αρχής Ασφάλειας Λιμένα. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου ρυθμίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την έκδοση της άδειας του προηγούμενου εδαφίου.»
6. Το άρθρο 7 του ν. 3622/2007 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 7
Αξιολογήσεις ασφάλειας
1. Για τις λιμενικές εγκαταστάσεις και τους λιμένες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 του παρόντος, εκπονούνται μελέτες αξιολόγησης ασφάλειας από εξουσιοδοτημένους προς τούτο Αναγνωρισμένους Οργανισμούς Ασφάλειας (Α.Ο.Α.). Η Ενιαία Αρμόδια Αρχή διατηρεί το δικαίωμα εκπόνησης μελετών αξιολογήσεων ασφάλειας λιμενικών εγκαταστάσεων και λιμένων.
Κατά την εκπόνηση των εν λόγω μελετών λαμβάνονται υπ’ όψιν οι απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 15.3 και 15.4 του Μέρους Β΄ του Κώδικα ISPS, όσον αφορά στις λιμενικές εγκαταστάσεις και στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας όσον αφορά στους λιμένες. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου μεταφέρεται στο εθνικό δίκαιο το Παράρτημα Ι της Οδηγίας και ρυθμίζεται το ανάλογο θέμα.
2. Οι μελέτες αξιολόγησης ασφάλειας λιμένα λαμβάνουν επιπλέον υπ’ όψιν τις ιδιαιτερότητες των διάφορων τμημάτων κάθε λιμένα, καθώς και των παρακείμενων περιοχών, εάν οι περιοχές αυτές έχουν επίπτωση στην ασφάλειά του. Επίσης, λαμβάνουν υπόψη τις εγκεκριμένες αξιολογήσεις ασφάλειας των επιμέρους λιμενικών εγκαταστάσεων εντός των ορίων του εν λόγω λιμένα.
Στην περίπτωση που από την αξιολόγηση ασφάλειας λιμένα, εντός του οποίου βρίσκεται μια μόνο υπόχρεη λιμενική εγκατάσταση, προκύψει ότι τα όριά του συμπίπτουν με τα όρια της λιμενικής εγκατάστασης αυτής, υπερισχύουν οι διατάξεις του Κανονισμού.
3. Οι μελέτες αξιολόγησης ασφάλειας λιμενικών εγκαταστάσεων και οι αναθεωρήσεις αυτών εγκρίνονται από το Συντονιστικό Κέντρο. Οι μελέτες αξιολόγησης ασφάλειας λιμένων και οι αναθεωρήσεις αυτών εγκρίνονται από το Συντονιστικό Κέντρο, κατόπιν εισηγήσεως της Αρχής Ασφάλειας Λιμένα, στις περιπτώσεις που αυτή απαιτείται να έχει συγκροτηθεί, καθώς και γνώμης της Γενικής Γραμματείας Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου.»
7. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 8 του ν. 3622/2007 αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«1. Βάσει των πορισμάτων που προκύπτουν από τις μελέτες αξιολόγησης ασφάλειας του προηγούμενου άρθρου, εκπονούνται σχέδια ασφάλειας, για τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν τουλάχιστον οι απαιτήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 9.2 του Μέρους Β΄ του Κώδικα ISPS σε ό,τι αφορά στα πλοία, στις παραγράφους 16.3 και 16.8 του Μέρους Β΄ του ίδιου Κώδικα σε ό,τι αφορά στις λιμενικές εγκαταστάσεις και στο Παράρτημα ΙΙ της Οδηγίας σε ό,τι αφορά στους λιμένες. Δεν απαιτείται κατάρτιση σχεδίου ασφάλειας για λιμένα που από την προβλεπόμενη κατά το άρθρο 7 του παρόντος νόμου αξιολόγηση ασφάλειάς του προκύψει ότι τα όριά του συμπίπτουν με τα όρια της μίας μόνης υπάρχουσας σε αυτόν υπόχρεης στον Κανονισμό λιμενικής εγκατάστασης. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου μεταφέρεται στο εθνικό δίκαιο το Παράρτημα ΙΙ της Οδηγίας και ρυθμίζεται το ανάλογο θέμα.
2. Τα σχέδια ασφάλειας λιμένα λαμβάνουν επιπλέον υπόψη τις ιδιαιτερότητες διαφόρων τμημάτων αυτού, ενσωματώνουν τα εγκεκριμένα σχέδια ασφάλειας των λιμενικών εγκαταστάσεων εντός των ορίων του και αναπτύσσονται από Α.Ο.Α.. Για καθένα από τα επίπεδα ασφάλειας, τα σχέδια ασφάλειας λιμένα προσδιορίζουν: α) τις ακολουθητέες διαδικασίες, β) τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν και γ) τις ενέργειες που πρέπει να πραγματοποιηθούν.
Εφόσον και καθ’ ο μέρος απαιτείται, τα σχέδια ασφάλειας λιμένα περιλαμβάνουν μέτρα ασφάλειας, που εφαρμόζονται στους επιβάτες και στα οχήματα που πρόκειται να επιβιβασθούν σε επιβατηγά − οχηματαγωγά (Ε/Γ−Ο/Γ) πλοία, εσωτερικών ή διεθνών γραμμών.
Τα μέτρα αυτά εφαρμόζονται κατά τρόπο που να μη παρακωλύεται, κατά το δυνατόν, η ροή της εργασίας.»
8. Το άρθρο 9 του ν. 3622/2007 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 9
Ορισμός υπεύθυνου ασφάλειας
1. Για κάθε υπόχρεο ελληνικό πλοίο ορίζονται από τον φορέα διαχείρισης και εκμετάλλευσής του, ο Υπεύθυνος Ασφάλειας Εταιρίας (ΥΑΕ) και ο Αξιωματικός Ασφάλειας Πλοίου (ΑΑΠ), ως και οι αναπληρωτές αυτών. Για κάθε υπόχρεη λιμενική εγκατάσταση της χώρας, προτείνεται από το φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης αυτής και εγκρίνεται από το Συντονιστικό Κέντρο ο Υπεύθυνος Ασφάλειας Λιμενικής Εγκατάστασης (ΥΑΛΕ), ως και ο αναπληρωτής του, οι οποίοι διαθέτουν: α) πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, β) εμπειρία στον τομέα ελέγχου ασφάλειας εμπορικών λιμενικών εγκαταστάσεων ή εμπορικών πλοίων και γ) τις προβλεπόμενες από τον Κανονισμό γνώσεις. Για κάθε υπόχρεο λιμένα, ορίζεται ο Υπεύθυνος Ασφάλειας Λιμένα (ΥΑΛ), σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3622/2007.
2. Οι υπεύθυνοι ασφάλειας πλοίων, διαχειριστριών εταιριών τους και λιμενικών εγκαταστάσεων εφαρμόζουν τα εγκεκριμένα σχέδια ασφάλειας, προγραμματίζουν τη διεξαγωγή γυμνασίων και μεριμνούν για τη συμμετοχή σε ασκήσεις των κατά τόπους αρμόδιων Αρχών. Επίσης, έχουν την ευθύνη για την ανασκόπηση των αξιολογήσεων ασφάλειας και των σχεδίων ασφάλειας κατ’ έτος και την αναθεώρησή τους, οποτεδήποτε κριθεί τούτο αναγκαίο. Οι Υπεύθυνοι Ασφάλειας Λιμένων (ΥΑΛ) λειτουργούν ως σημεία επαφής για θέματα σχετικά με την ασφάλεια λιμένων.»
9. Η παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 3622/2007 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Η εκπαίδευση των ΑΑΠ, των αναπληρωτών τους και των πληρωμάτων των πλοίων, των ΥΑΛΕ, των αναπληρωτών τους και του προσωπικού ασφάλειας των λιμενικών εγκαταστάσεων, καθώς και των ΥΑΕ και των αναπληρωτών τους, διενεργείται από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς εκπαίδευσης, οι οποίοι παρέχουν την προβλεπόμενη στις παραγράφους 13.1, 13.2, 13.3, 13.4, 18.1, 18.2 και 18.3 του Μέρους Β΄ του Κώδικα ISPS εκπαίδευση.»
10. Η παρ. Α.1.β του άρθρου 17 του ν. 3622/2007 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«β) Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου και μετά από εισήγηση του Συντονιστικού Κέντρου και προηγούμενη έγγραφη σύσταση του τελευταίου προς το φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης της λιμενικής εγκατάστασης για συμμόρφωση εντός εύλογης προθεσμίας, αναστέλλεται η λειτουργία αυτής για όσο διάστημα δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος, του Κανονισμού και του Κώδικα ISPS. Ειδικά για την αναστολή λειτουργίας λιμενικών εγκαταστάσεων που δεν εποπτεύονται από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Αιγαίου, απαιτείται επιπροσθέτως και η προηγούμενη γνώμη της αρμόδιας διοικητικής αρχής που τις εποπτεύει.
Με όμοια απόφαση παύει να ισχύει η εν λόγω αναστολή, εφόσον διαπιστωθεί ότι: αα) οι προϋποθέσεις που δικαιολογούσαν την έκδοση της σχετικής απόφασης έχουν εκλείψει και η λειτουργία της λιμενικής εγκατάστασης μπορεί να συνεχισθεί, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλειά της ή την ασφάλεια των πλοίων που βρίσκονται εντός αυτής και ββ) έχει καταβληθεί το διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος, καθώς και όλα τα έξοδα που προέκυψαν από το διενεργηθέντα έλεγχο σχετικά με την τήρηση των διατάξεων του παρόντος.»
11. Στο τέλος του στοιχείου Α΄ του άρθρου 17 του ν. 3622/2007 προστίθεται παράγραφος 3 ως ακολούθως:
«3. α) Όταν η Αρχή Ασφάλειας Λιμένα διαπιστώσει τη μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων, από τους αναφερόμενους στην παράγραφο 1 του άρθρου 5 του παρόντος, φορείς διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα ή παρακείμενων περιοχών που έχουν επίπτωση στην ασφάλειά του, με έκθεσή της ενημερώνει στην περίπτωση δημόσιων φορέων τον εποπτεύοντα τους φορείς αυτούς Υπουργό, ο οποίος προβαίνει στον πειθαρχικό έλεγχο της Διοίκησής τους, ενώ στην περίπτωση μη δημόσιων φορέων την οικεία Λιμενική Αρχή, η οποία προβαίνει στην επιβολή διοικητικού προστίμου, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 45 του ν.δ. 187/1973 (ΚΔΝΔ).
β) Σε περίπτωση που η Αρχή Ασφάλειας Λιμένα διαπιστώσει ότι δραστηριοποιούμενος οικονομικά, σε τμήμα υπόχρεου λιμένα ή παρακείμενης περιοχής που έχει επίπτωση στην ασφάλειά του, φορέας δεν εφαρμόζει τα προβλεπόμενα στο Σχέδιο Ασφάλειας Λιμένα μέτρα και τις διαδικασίες ασφαλείας στους χώρους ευθύνης του, αφού προβεί σε έγγραφη σύσταση προς το φορέα αυτόν για συμμόρφωσή του εντός εύλογης προθεσμίας, ενημερώνει εγγράφως σχετικά την αρμόδια Αρχή ή φορέα αδειοδότησής της δραστηριοποίησής του, ο οποίος υποχρεούται να αναστείλει άμεσα την ισχύ της σχετικής άδειας, για όσο διάστημα δεν συμμορφώνεται.»
12. Η παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 3622/2007 καταργείται.
Το άρθρο 7 του ν. 3622/2007 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 7
Αξιολογήσεις ασφάλειας
1. Για τις λιμενικές εγκαταστάσεις και τους λιμένες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 του παρόντος, εκπονούνται μελέτες αξιολόγησης ασφάλειας από εξουσιοδοτημένους προς τούτο Αναγνωρισμένους Οργανισμούς Ασφάλειας (Α.Ο.Α.). Η Ενιαία Αρμόδια Αρχή διατηρεί το δικαίωμα εκπόνησης μελετών αξιολογήσεων ασφάλειας λιμενικών εγκαταστάσεων και λιμένων.
Κατά την εκπόνηση των εν λόγω μελετών λαμβάνονται υπ’ όψιν οι απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 15.3 και 15.4 του Μέρους Β΄ του Κώδικα ISPS, όσον αφορά στις λιμενικές εγκαταστάσεις και στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας όσον αφορά στους λιμένες. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου μεταφέρεται στο εθνικό δίκαιο το Παράρτημα Ι της Οδηγίας και ρυθμίζεται το ανάλογο θέμα.
2. Οι μελέτες αξιολόγησης ασφάλειας λιμένα λαμβάνουν επιπλέον υπ’ όψιν τις ιδιαιτερότητες των διάφορων τμημάτων κάθε λιμένα, καθώς και των παρακείμενων περιοχών, εάν οι περιοχές αυτές έχουν επίπτωση στην ασφάλειά του. Επίσης, λαμβάνουν υπόψη τις εγκεκριμένες αξιολογήσεις ασφάλειας των επιμέρους λιμενικών εγκαταστάσεων εντός των ορίων του εν λόγω λιμένα.
Στην περίπτωση που από την αξιολόγηση ασφάλειας λιμένα, εντός του οποίου βρίσκεται μια μόνο υπόχρεη λιμενική εγκατάσταση, προκύψει ότι τα όριά του συμπίπτουν με τα όρια της λιμενικής εγκατάστασης αυτής, υπερισχύουν οι διατάξεις του Κανονισμού.
3. Οι μελέτες αξιολόγησης ασφάλειας λιμενικών εγκαταστάσεων και οι αναθεωρήσεις αυτών εγκρίνονται από το Συντονιστικό Κέντρο. Οι μελέτες αξιολόγησης ασφάλειας λιμένων και οι αναθεωρήσεις αυτών εγκρίνονται από το Συντονιστικό Κέντρο, κατόπιν εισηγήσεως της Αρχής Ασφάλειας Λιμένα, στις περιπτώσεις που αυτή απαιτείται να έχει συγκροτηθεί, καθώς και γνώμης της Γενικής Γραμματείας Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου.»
Οι μελέτες αξιολόγησης ασφάλειας λιμένα λαμβάνουν επιπλέον υπ’ όψιν τις ιδιαιτερότητες των διάφορων τμημάτων κάθε λιμένα, καθώς και των παρακείμενων περιοχών, εάν οι περιοχές αυτές έχουν επίπτωση στην ασφάλειά του. Επίσης, λαμβάνουν υπόψη τις εγκεκριμένες αξιολογήσεις ασφάλειας των επιμέρους λιμενικών εγκαταστάσεων εντός των ορίων του εν λόγω λιμένα.
Στην περίπτωση που από την αξιολόγηση ασφάλειας λιμένα, εντός του οποίου βρίσκεται μια μόνο υπόχρεη λιμενική εγκατάσταση, προκύψει ότι τα όριά του συμπίπτουν με τα όρια της λιμενικής εγκατάστασης αυτής, υπερισχύουν οι διατάξεις του Κανονισμού.
Οι μελέτες αξιολόγησης ασφάλειας λιμενικών εγκαταστάσεων και οι αναθεωρήσεις αυτών εγκρίνονται από το Συντονιστικό Κέντρο. Οι μελέτες αξιολόγησης ασφάλειας λιμένων και οι αναθεωρήσεις αυτών εγκρίνονται από το Συντονιστικό Κέντρο, κατόπιν εισηγήσεως της Αρχής Ασφάλειας Λιμένα, στις περιπτώσεις που αυτή απαιτείται να έχει συγκροτηθεί, καθώς και γνώμης της Γενικής Γραμματείας Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου.»
Η παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 3622/2007 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Η εκπαίδευση των ΑΑΠ, των αναπληρωτών τους και των πληρωμάτων των πλοίων, των ΥΑΛΕ, των αναπληρωτών τους και του προσωπικού ασφάλειας των λιμενικών εγκαταστάσεων, καθώς και των ΥΑΕ και των αναπληρωτών τους, διενεργείται από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς εκπαίδευσης, οι οποίοι παρέχουν την προβλεπόμενη στις παραγράφους 13.1, 13.2, 13.3, 13.4, 18.1, 18.2 και 18.3 του Μέρους Β΄ του Κώδικα ISPS εκπαίδευση.»
1. Στο άρθρο 2 του π.δ. 345/2000 (Α΄ 298) προστίθεται παράγραφος 9 ως εξής:
«9. Δεν επιτρέπεται η συμμετοχή στα Τοπικά Κλιμάκια Επιθεώρησης Πλοίων (ΤΚΕΠ) ιδιωτών, των οποίων η επιχειρηματική ή εμπορική δραστηριότητα των ιδίων, των μελών της οικογένειάς τους και των συγγενών τους μέχρι και 2ου βαθμού, σχετίζεται με την κατηγορία στην οποία εκτελούν ελέγχους ή επιθεωρήσεις.»
2. α) Στην περίπτωση 1.2 του άρθρου 3 του π.δ. 345/2000 προστίθεται νέα υποπερίπτωση 1.2.5. ως εξής:
«1.2.5. Οι αρχικές και περιοδικές επιθεωρήσεις του συστήματος αυτόματης αναγνώρισης (AIS) των πλοίων δύνανται να διενεργούνται και από επιθεωρητές τηλεπικοινωνιακού τομέα−μέλη των Τοπικών Κλιμακίων Επιθεώρησης Πλοίων».
β) Οι υποπεριπτώσεις 1.2.5 έως 1.2.11 αναριθμούνται σε 1.2.6 έως 1.2.12 αντιστοίχως.
3. Το στοιχείο i της περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 4 του άρθρου πρώτου του π.δ. 38/2011 (Α΄ 96) αντικαθίσταται ως εξής :
«i) ενός (1) ατόμου ανά τρεις (3) πνευστές σωσίβιες σχεδίες για τα πλοία που υπάγονται στις διατάξεις του π.δ. 103/1999 (Α΄110), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, και εκτελούν πλόες κατηγοριών Β΄, Γ΄ ή Δ΄, καθώς και στα πλοία που υπάγονται στις διατάξεις του β.δ. 36/1967 (Α΄ 9), όπως ισχύει».
4. Θέματα ελαχίστων κριτηρίων προσόντων ελεγκτών και επιθεωρητών του Κλάδου Ελέγχου Εμπορικών Πλοίων, που δεν ορίζονται ως υποχρεωτικά από την ενωσιακή ή διεθνή νομοθεσία, μπορεί να ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου.
5. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Αιγαίου καταρτίζεται πρόγραμμα εκπαίδευσης των στελεχών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου που διαθέτουν κατά περίπτωση τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα που απαιτούνται για την πιστοποίησή τους ως ελεγκτών και επιθεωρητών για τη διενέργεια ελέγχων και επιθεωρήσεων, αρμοδιότητας του Κλάδου Ελέγχου Εμπορικών Πλοίων.
6. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου δύνανται να ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στα ελάχιστα κριτήρια προσόντων, γνώσεων και εμπειρίας των στελεχών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου, προκειμένου αυτά να εκπαιδεύουν τους ελεγκτές και τους επιθεωρητές του Κλάδου Ελέγχου Εμπορικών Πλοίων.
1. Οι παράγραφοι 1 και 3 του άρθρου δεύτερου του ν. 3482/2006 (Α΄ 163) αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Κάθε «πρόσωπο», σύμφωνα με τον ορισμό του Πρωτοκόλλου, το οποίο παραλαμβάνει μέσα στην Επικράτεια «πετρέλαιο» που μεταφέρεται με πλοία σε συνολική ποσότητα μεγαλύτερη από 150.000 μετρικούς τόνους το χρόνο, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφοι 1(α) και (β) του Πρωτοκόλλου, οφείλει να καταβάλει σε καθορισμένη προθεσμία, συνεισφορά στο «Συμπληρωματικό Κεφάλαιο», η οποία καθορίζεται από τη συνέλευση του «Συμπληρωματικού Κεφαλαίου», σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 11 του Πρωτοκόλλου, δια του λογαριασμού που τηρεί το «πρόσωπο» αυτό σε οποιαδήποτε ελληνική ή αλλοδαπή τράπεζα.»
«3. Τα ποσά των συνεισφορών κατατίθενται στο λογαριασμό που τηρεί το οριζόμενο στη σύμβαση «πρόσωπο» σε οποιαδήποτε ελληνική ή αλλοδαπή τράπεζα και στη συνέχεια εμβάζονται στον Διευθυντή του Συμπληρωματικού Κεφαλαίου ή, άλλως, κατατίθενται απευθείας στο λογαριασμό του «Συμπληρωματικού Κεφαλαίου». Με
απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Ναυτιλίας και Αιγαίου, καθορίζεται η διαδικασία με την οποία διενεργείται η ανωτέρω κατάθεση, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»
2. α) Οι παράγραφοι 1 και 4 του άρθρου τρίτου του ν. 1638/1986 (Α΄ 108) αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Κάθε «πρόσωπο», σύμφωνα με τον ορισμό της σύμβασης, το οποίο παραλαμβάνει μέσα στην Επικράτεια «πετρελαιοειδή» μεταφερόμενα με πλοία σε ποσότητα μεγαλύτερη από 150.000 μετρικούς τόνους το χρόνο, οφείλει να καταβάλει σε καθορισμένη προθεσμία, συνεισφορά στο «Κεφάλαιο», η οποία καθορίζεται από τη
συνέλευση του «Κεφαλαίου», σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12 της Σύμβασης, στο λογαριασμό δια του λογαριασμού που τηρεί το «πρόσωπο» αυτό σε οποιαδήποτε ελληνική ή αλλοδαπή τράπεζα.»
«4. Τα ποσά των συνεισφορών κατατίθενται στο λογαριασμό που τηρεί το οριζόμενο στη σύμβαση «πρόσωπο» σε οποιαδήποτε ελληνική ή αλλοδαπή τράπεζα και στη συνέχεια εμβάζονται στον Διευθυντή του Διεθνούς Κεφαλαίου ή, άλλως, κατατίθενται απευθείας στο λογαριασμό του «Κεφαλαίου». Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Ναυτιλίας και Αιγαίου, καθορίζεται η διαδικασία με την οποία διενεργείται η ανωτέρω κατάθεση, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»
β) Μέχρι την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου τρίτου του ν. 1638/1986, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2α του παρόντος άρθρου, εξακολουθεί να ισχύει η με αριθμό 747/Φ183507/87/29.4.1987 κ.υ.α. (Β΄ 226).
1. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου τρίτου του ν. 3393/2005 (Α΄ 242) αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«1. α) Οι διατάξεις του παρόντος νόμου, της «Σύμβασης» και των προεδρικών διαταγμάτων που εκδίδονται σε εκτέλεσή του, εφαρμόζονται σε πλοία υπό ελληνική σημαία, ολικής χωρητικότητας (ο.χ.) πάνω από 1000 (GT), ανεξαρτήτως των πλόων που εκτελούν και του τρόπου καταμέτρησης τους, καθώς και σε πλοία υπό ξένη σημαία, ολικής χωρητικότητας (ο.χ.) πάνω από 1000 (GT), που έχουν καταμετρηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της Διεθνούς Σύμβασης για τη μέτρηση της χωρητικότητας των πλοίων, 1969, για τις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής που προσδιορίζει το άρθρο 2 της «Σύμβασης».
β) Έως την 31η Δεκεμβρίου 2013 για τα πλοία υπό ελληνική σημαία που εκτελούν αποκλειστικά πλόες εσωτερικού και έχουν καταμετρηθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 973/1971 (Α΄194) για την εφαρμογή της «Σύμβασης», η ολική χωρητικότητα (GT) των ως άνω πλοίων θα λαμβάνεται ως ίση με την αριθμητική τιμή, στον πλησιέστερο προηγούμενο ακέραιο αριθμό, των κόρων ολικής τους χωρητικότητας.
2. Με διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου, μπορεί να επεκτείνεται η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου και των προεδρικών διαταγμάτων που εκδίδονται σε εκτέλεση αυτού, στα υπό ελληνική σημαία πλοία, τα οποία εκτελούν αποκλειστικά πλόες εσωτερικού, ολικής χωρητικότητας (ο.χ.) μικρότερης των 1000 (GT).»
2. Η ισχύς της παρούσας διάταξης αρχίζει ένα μήνα μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
1. Ως βοηθητικό σκάφος υδατοκαλλιεργειών ή ως πλωτό βοηθητικό ναυπήγημα υδατοκαλλιεργειών ορίζεται κάθε σκάφος ή πλωτό ναυπήγημα, ανεξαρτήτως χωρητικότητας, το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για σκοπούς υποστήριξης της υδατοκαλλιεργητικής δραστηριότητας, ιδίως για μεταφορά προσωπικού, ιχθυοτροφών, εφοδίων, ρυμούλκηση κλωβών, δεξαμενών, της φύλαξης.
2. Κάθε βοηθητικό σκάφος υδατοκαλλιεργειών ή πλωτό βοηθητικό ναυπήγημα υδατοκαλλιεργειών εφοδιάζεται με άδεια, η οποία εκδίδεται από τις αρμόδιες Λιμενικές Αρχές, εάν πρόκειται για σκάφος ή ναυπήγημα που δραστηριοποιείται στη θάλασσα, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου υδατοκαλλιεργητή και έγκριση της αρμόδιας για θέματα αλιείας υπηρεσίας που εκδίδει την άδεια ίδρυσης και λειτουργίας της μονάδας υδατοκαλλιέργειας. Εάν πρόκειται για σκάφος ή ναυπήγημα που δραστηριοποιείται σε εσωτερικά ύδατα (λίμνες, ποτάμια, λιμνοθάλασσες και λοιπούς υδάτινους σχηματισμούς), η άδεια εκδίδεται από την υπηρεσία που εκδίδει την άδεια ίδρυσης και λειτουργίας της μονάδας υδατοκαλλιέργειας, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου υδατοκαλλιεργητή. Η άδεια ισχύει για πέντε (5) έτη από την ημερομηνία έκδοσής της και ανανεώνεται από την αρμόδια αρχή εντός του τελευταίου τριμήνου πριν από τη λήξη της. Για τη χορήγηση και την ανανέωση της άδειας, ο ενδιαφερόμενος καταθέτει διπλότυπο είσπραξης τέλους υπέρ του Δημοσίου, ύψους δεκαπέντε (15) ευρώ, το ύψος του οποίου δύναται να αναπροσαρμόζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Αιγαίου.
3. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου καθορίζονται τα ειδικότερα τεχνικά και λεπτομερειακά κριτήρια για το χαρακτηρισμό σκάφους ή πλωτού ναυπηγήματος ως βοηθητικό υδατοκαλλιεργειών, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για τη χορήγηση και ανανέωση άδειας και για την οργανική σύνθεση πληρώματος.
4. Κάτοχοι επί δύο (2) τουλάχιστον έτη άδειας χειριστή ταχύπλοου σκάφους ή άδειας διακυβέρνησης ιδιωτικού πλοίου αναψυχής επιτρέπεται να κυβερνούν βοηθητικά σκάφη υδατοκαλλιεργειών ή/και πλωτά βοηθητικά ναυπηγήματα υδατοκαλλιεργειών μικρότερα των είκοσι (20) μέτρων και σε κάθε περίπτωση ολικής χωρητικότητας μέχρι είκοσι πέντε (25) κόρων.
5. Στους παραβάτες των διατάξεων του παρόντος άρθρου επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (ν.δ. 187/1973, Α΄ 261), σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο ως άνω άρθρο, από τις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 του παρόντος.
6. Η άδεια βοηθητικού σκάφους υδατοκαλλιεργειών ή πλωτού βοηθητικού ναυπηγήματος υδατοκαλλιεργειών ανακαλείται με αιτιολογημένη απόφαση του οργάνου που την εξέδωσε, σε περίπτωση αλλαγής χρήσης του βοηθητικού σκάφους υδατοκαλλιεργειών ή του πλωτού βοηθητικού ναυπηγήματος υδατοκαλλιεργειών ή σε περίπτωση που ο υπεύθυνος για το βοηθητικό σκάφος υδατοκαλλιεργειών ή το πλωτό βοηθητικό ναυπήγημα υδατοκαλλιεργειών δεν συμμορφώθηκε καθ’ υποτροπή με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ή σε περίπτωση που παρέβη την ισχύουσα σχετική νομοθεσία. Μετά το πέρας ενός (1) έτους από την ανάκληση, ο ενδιαφερόμενος δύναται να υποβάλει εκ νέου δικαιολογητικά και να ακολουθήσει τη διαδικασία για την έκδοση νέας άδειας.
7. Έως την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 3, τα βοηθητικά σκάφη και τα πλωτά ναυπηγήματα συνεχίζουν να αδειοδοτούνται και να λειτουργούν, σύμφωνα με τις ισχύουσες γενικές διατάξεις.
1. Στο άρθρο 8 του ν. 4033/2011 (Α΄ 264) προστίθεται παράγραφος 13 ως ακολούθως:
«13. Οι μετακινήσεις του Προϊσταμένου, του Διευθυντή και του προσωπικού της Υπηρεσίας στο εσωτερικό ή το εξωτερικό πραγματοποιούνται ως ακολούθως:
α) Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου πραγματοποιούνται οι μετακινήσεις του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας.
β) Με απόφαση του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας πραγματοποιούνται οι μετακινήσεις του Διευθυντή, με απόφαση του Διευθυντή πραγματοποιούνται οι μετακινήσεις του προσωπικού.»
2. Στο τέλος του άρθρου 9 του ν. 4033/2011 προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:
«Οι δαπάνες λειτουργίας της Υπηρεσίας βαρύνουν τις πιστώσεις του ειδικού φορέα Υπουργείο Ναυτιλίας και Αιγαίου, 41/140 «Α.ΛΣ−ΕΛ.ΑΚΤ»».
3. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 11 του ν. 4033/2011 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Με την επιφύλαξη του ν. 2742/1997 (Α΄50) (Οδηγία 95/46/ΕΚ, ΕΕ L 31995L0046) «για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», εξασφαλίζεται ότι οι ακόλουθες πληροφορίες παρέχονται αποκλειστικώς και μόνο για τους σκοπούς της διερεύνησης, εκτός εάν αρμόδια Εισαγγελική Αρχή, μετά το πέρας της διερεύνησης, αποφασίσει ότι υπέρτατο δημόσιο συμφέρον δικαιολογεί την αποκάλυψη των κάτωθι:».
4. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παρ. 3 του άρθρου 26 του ν. 4033/2011 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«β) Για πλοία τα οποία έχουν ήδη εγγραφεί στα ελληνικά νηολόγια, κατά την έκδοση ή θεώρηση του Πιστοποιητικού Ασφαλείας ή Πιστοποιητικού Ασφαλείας Κατασκευής ή Πρωτοκόλλου Γενικής Επιθεώρησης ή Πιστοποιητικού Ασφαλείας Ταχυπλόου Σκάφους ή Πιστοποιητικού Ασφαλείας Δυναμικώς Υποστηριζόμενου Σκάφους:».
5. Στην παρ. 3 του άρθρου 26 του ν. 4033/2011 προστίθενται περιπτώσεις ε΄, στ΄ και ζ΄ ως ακολούθως:
«ε) Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013 για τα πλοία που εκτελούν αποκλειστικά πλόες εσωτερικού και έχουν καταμετρηθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 973/1971 (Α΄ 194), για τον υπολογισμό του ύψους του παραβόλου, η ολική χωρητικότητα (GT) των ως άνω πλοίων θα λαμβάνεται ως ίση με την αριθμητική τιμή των κόρων ολικής τους χωρητικότητας, στον πλησιέστερο προηγούμενο ακέραιο αριθμό.
στ) Σε πλοία, τα οποία εξαιρούνται της υποχρέωσης υπολογισμού και πιστοποίησης της χωρητικότητάς τους σε ο.χ. (GT), το ύψος του παραβόλου υπολογίζεται με τη διαδικασία που προβλέπεται στην προηγούμενη περίπτωση.
ζ) Αναγνωρισμένοι Οργανισμοί εξουσιοδοτημένοι από την ελληνική Αρχή να παρέχουν υπηρεσίες έκδοσης ή θεώρησης πιστοποιητικών της περίπτωσης β΄, μεριμνούν για τη βεβαίωση καταβολής από τους υπόχρεους του σχετικού παραβόλου».
1. Με διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Ναυτιλίας και Αιγαίου, καθορίζονται οι ελάχιστες υποχρεωτικές απαιτήσεις εκπαίδευσης για την απόκτηση πιστοποιητικών ναυτικής ικανότητας από τους αξιωματικούς που προέρχονται από το Πολεμικό Ναυτικό ή το Λιμενικό Σώμα− Ελληνική Ακτοφυλακή, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζει η Διεθνής Σύμβαση STCW 1978, όπως αυτές έχουν εξειδικευθεί από τον κυρωτικό αυτής ν. 1314/1983 (Α΄ 2) και τις σχετικές κανονιστικές ρυθμίσεις. Με το ίδιο διάταγμα καθορίζεται ο τρόπος απόδειξης και πιστοποίησης των νομίμων προσόντων των αξιωματικών, οι σχετικές διαδικασίες ελέγχου αυτών, θέματα σχετικά με την κάλυψη δαπανών φοίτησης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
2. Τα άρθρα 17−25 του β.δ. της 3/18.2.1954 (Α΄ 27), όπως και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη περί απόκτησης αποδεικτικών ναυτικής ικανότητας για προερχόμενους από Πολεμικό Ναυτικό, Λιμενικό Σώμα − Ελληνική Ακτοφυλακή και άλλες ειδικές κατηγορίες, κατά το μέρος που ρυθμίζουν την απόκτηση πιστοποιητικών ναυτικής ικανότητας με τρόπο διαφορετικό σε σχέση με την ανωτέρω Διεθνή Σύμβαση και τις σχετικές κανονιστικές ρυθμίσεις, καταργούνται.
1. Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 25 του ν. 27/1975 (Α΄ 77), όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Γραφεία ή υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων οποιουδήποτε τύπου ή μορφής, ασχολούμενα αποκλειστικά με τη διαχείριση, εκμετάλλευση, ναύλωση, ασφάλιση, διακανονισμό αβαριών, μεσιτεία αγοραπωλησιών ή ναυπηγήσεων ή ναυλώσεων ή ασφαλίσεων πλοίων με ελληνική ή ξένη σημαία, πάνω από πεντακόσιους (500) κόρους ολικής χωρητικότητας, εξαιρουμένων των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων και των εμπορικών πλοίων που εκτελούν εσωτερικούς πλόες, καθώς και με την αντιπροσώπευση πλοιοκτητριών εταιριών, ως και επιχειρήσεων που έχουν ως αντικείμενο εργασιών τις ίδιες με τις παραπάνω αναφερόμενες δραστηριότητες, δύνανται, υποβάλλοντας σχετική αίτηση στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Αιγαίου, να εγκαθίστανται στην Ελλάδα κατόπιν άδειας που χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου και η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η ανωτέρω δυνατότητα παρέχεται κατ’ εξαίρεση και σε ναυτιλιακές επιχειρήσεις, πλοιοκτήτριες ή διαχειρίστριες, ναυαγοσωστικών ή ρυμουλκών πλοίων υπό ξένη σημαία οποιασδήποτε χωρητικότητας. Στην απόφαση αυτή καθορίζεται το είδος των εργασιών ή υπηρεσιών, τις οποίες παρέχει το γραφείο ή υποκατάστημα και γενικά οι όροι λειτουργίας του.
Η παρεχόμενη κατά τα ανωτέρω άδεια εγκατάστασης έχει πενταετή ισχύ και δεν δύναται να ανακληθεί πριν από την πάροδο του χρόνου αυτού, ο οποίος αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα δεν δύναται να μεταβληθούν οι όροι με τους οποίους χορηγήθηκε άδεια εγκαταστάσεως, χωρίς τη συναίνεση της επιχειρήσεως.
Η άδεια εγκατάστασης ανανεώνεται μετά την λήξη της πενταετίας αυτοδίκαια για ίσο χρονικό διάστημα, χωρίς να απαιτείται έκδοση νέας υπουργικής απόφασης, εφόσον κατά το χρόνο λήξης της εξακολουθούν να ισχύουν οι γενικοί και ειδικοί όροι που ισχύουν κατά το χρόνο έκδοσης της αρχικής άδειας εγκατάστασης.
Σε περίπτωση παραβάσεως κάποιου όρου της άδειας εγκαταστάσεως, του α.ν. 378/1968 ή των διατάξεων του παρόντος άρθρου εκ μέρους της επιχειρήσεως στην οποία χορηγήθηκε η άδεια, δύναται αυτή να ανακαλείται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου.
Οι απαλλαγές που προβλέπονται στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 3 αίρονται από το χρόνο που έγινε η παράβαση.
Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Ναυτιλίας και Αιγαίου ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα που αφορούν στα απαιτούμενα δικαιολογητικά και τη διαδικασία για την εγκατάσταση στην Ελλάδα γραφείων ή υποκαταστημάτων αλλοδαπών ναυτιλιακών επιχειρήσεων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 27/1975 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Ναυτιλίας και Αιγαίου δύναται να αυξάνεται το προβλεπόμενο στην προηγούμενη παράγραφο κατώτατο όριο εισαγωγής συναλλάγματος ή ευρώ για κάλυψη δαπανών λειτουργίας γραφείων ή υποκαταστημάτων, τα οποία εγκαθίστανται μετά την έναρξη της ισχύος της απόφασης αυτής.
Το ποσό της τραπεζικής εγγύησης προς το Δημόσιο για τη συμμόρφωση του γραφείου ή υποκαταστήματος προς τους όρους της απόφασης, καθώς και η προβλεπόμενη διαδικασία για την κατάπτωση ή την επιστροφή της, καθορίζονται με αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Ναυτιλίας και Αιγαίου. Η εγγύηση κατατίθεται στο Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και η κατάπτωση ή η επιστροφή της πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, κατόπιν εισηγήσεως της αρμόδιας Διευθύνσεως του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Η εκδούσα την εγγύηση Τράπεζα υποχρεούται εντός δέκα (10) ημερών από της κοινοποιήσεως της σχετικής αποφάσεως καταπτώσεως του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, να καταθέσει το προϊόν της εγγύησης στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (ΔΟΥ) Εσόδων Αθηνών.
Το ποσό της εγγύησης δεν δύναται να είναι κατώτερο των πέντε χιλιάδων (5.000) δολαρίων ΗΠΑ.
Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Ναυτιλίας και Αιγαίου ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα που αφορούν στα δικαιολογητικά υποβολής των ετησίων στοιχείων δραστηριότητας των ναυτιλιακών εταιριών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.»
3. Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 25 του ν. 27/1975, όπως ισχύει, καταργούνται, οι δε παράγραφοι 6, 7, 8, 9 και 10 αναριθμούνται σε 4, 5, 6, 7 και 8 αντιστοίχως.
4. Η παράγραφος 6, όπως αναριθμήθηκε σύμφωνα με την ως άνω παράγραφο 3, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Επιχειρήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 5 του παρόντος άρθρου, οι οποίες διαχειρίζονται πλοία με ελληνική σημαία, δύνανται κατ’ εξαίρεση να συμμετέχουν σε διαγωνισμούς που διενεργούνται από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και να εισπράττουν το ναύλο σε ευρώ. Ο εισπραττόμενος για τις ανωτέρω μεταφορές ναύλος δύναται να χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη λοιπών δαπανών εκτός των ετησίων δαπανών λειτουργίας του γραφείου στην Ελλάδα.»
Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 52Α του ν. 2696/1999 (Α΄ 57), όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 4058/2012 (Α΄ 63) και ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Μέτρα που αφορούν στη ρύθμιση της κυκλοφορίας, στον καθορισμό των μονόδρομων, ποδηλατοδρόμων και κατευθύνσεων της κυκλοφορίας, στην προτεραιότητα οδών, στην αλλαγή της διατομής του οδοστρώματος ή της οδού, στον προσδιορισμό και τη λειτουργία χώρων στάθμευσης οχημάτων και γενικά στον καθορισμό χώρων στάθμευσης έως 150 τετραγωνικών μέτρων και στην επιβολή περιορισμών ή απαγορεύσεων κυκλοφορίας ή στάθμευσης, σε λιμένες τοπικής σημασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 3450/2006, όπως ισχύει, για τους οποίους δεν έχουν συνταχθεί αναπτυξιακά προγράμματα και μελέτες διαχείρισης (Master Plan), λαμβάνονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης και γνώμη του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου μετά από εισήγηση των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και της οικείας Λιμενικής Αρχής, με βάση μελέτες των οικείων φορέων διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένων οι οποίες έχουν εκπονηθεί από τις αρμόδιες τεχνικές τους υπηρεσίες, ή ελλείψει αυτών, από τεχνικές υπηρεσίες των οικείων δήμων ή περιφερειών, με μέριμνα των φορέων.
2. Όσον αφορά στους τουριστικούς λιμένες της επικράτειας, τα μέτρα της παραγράφου 1 λαμβάνονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης και σύμφωνη γνώμη του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Τουρισμού μετά από εισήγηση των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Τουρισμού και της οικείας Λιμενικής Αρχής, με βάση μελέτες που έχουν συνταχθεί με μέριμνα του φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης. Οι μελέτες για τους τουριστικούς λιμένες, αφού τύχουν της σύμφωνης γνώμης της Λιμενικής Αρχής, διαβιβάζονται από τον οικείο φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης στην αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Τουρισμού για προώθηση και έγκριση από την επιτροπή τουριστικών λιμένων του άρθρου 30 του ν. 2160/1993 (Α΄ 118), όπως ισχύει.»
1. Η εκτέλεση έργων εντός θαλάσσιας και χερσαίας ζώνης Οργανισμού Λιμένος ανώνυμης εταιρίας ρυθμίζεται αποκλειστικά από τις ακόλουθες διατάξεις, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης ρύθμισης.
2. Τα έργα της λιμενικής υποδομής και ανωδομής διακρίνονται σε: α) κύρια λιμενικά έργα, τα οποία αποτελούν τα έργα που εκτελούνται εντός της θαλάσσιας ζώνης και στη χερσαία ζώνη και έχουν ως αποκλειστικό σκοπό την εξυπηρέτηση των λιμενικών υπηρεσιών που παρέχει ο συγκεκριμένος λιμένας, όπως έργα επέκτασης/βελτίωσης/προστασίας, προσχώσεις, εγκατάσταση μηχανημάτων και κάθε ανωδομή που εξυπηρετεί άμεσα τις λιμενικές λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένων των αλιευτικών δραστηριοτήτων εκφόρτωσης και εμπορίας, β) βοηθητικά λιμενικά έργα, που έχουν ως σκοπό την εξυπηρέτηση των χρηστών του λιμένα και συνδέονται έμμεσα με τις λιμενικές λειτουργίες, όπως χώροι στάθμευσης αυτοκινήτων, χώροι αναψυχής και εστίασης, ξενοδοχεία, επιβατικοί σταθμοί, εγκαταστάσεις
μεταφοράς επιβατών, γραφεία, καταστήματα.
Στην περίπτωση κατασκευής νέων ή συντήρησης, επισκευής και βελτίωσης υφιστάμενων έργων του ως άνω υπό β΄ στοιχείου, διασφαλίζεται υποχρεωτικά η προσβασιμότητα στα άτομα με αναπηρία.
3. Για την εκτέλεση λιμενικού έργου απαιτείται προηγούμενη ένταξή του στο αναπτυξιακό πρόγραμμα και τη μελέτη διαχείρισης του λιμένα (Master Plan), με απόφαση της Ε.Σ.Α.Λ., κατόπιν αιτήσεως του Οργανισμού Λιμένος.
4. Για την εκτέλεση των έργων που έχουν ενταχθεί στο αναπτυξιακό πρόγραμμα και τη μελέτη διαχείρισης λιμένος (Master Plan) σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, απαιτείται:
(α) Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης.
(β) Έλεγχος συμβατότητας των τεχνικών μελετών με το εγκεκριμένο από την Ε.Σ.Α.Λ. αναπτυξιακό πρόγραμμα και τη μελέτη διαχείρισης (Master Plan).
(γ) Απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο ν. 4014/2011, όπως ισχύει.
Αν το έργο ανήκει στην υποκατηγορία Α1 του άρθρου 3 του ν. 4014/2011, οι προθεσμίες που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 4014/2011 και οι οποίες είναι άνω των πέντε (5) εργάσιμων ημερών έως και δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες, μειώνονται κατά πέντε (5) εργάσιμες ημέρες, ενώ όλες οι υπόλοιπες μειώνονται κατά δέκα (10) εργάσιμες ημέρες.
(δ) Απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου, η οποία επέχει θέση άδειας κατασκευής του έργου. Η απόφαση αυτή εκδίδεται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή του σχετικού αιτήματος από το φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης, συνοδευόμενο από τα ανωτέρω υπό α΄ και γ΄ στοιχεία.
(ε) Για την έναρξη εργασιών, απαιτείται κοινοποίηση της άδειας του προηγούμενου υπό δ΄ στοιχείου στην κατά τόπο αρμόδια Λιμενική Αρχή.
5. Η συντήρηση και η επισκευή των εγκαταστάσεων των εκτελεστέων έργων λιμενικής υποδομής και ανωδομής επιτρέπονται, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της παρ. 3α του άρθρου δεύτερου του ν. 2688/1999 (Α΄ 40), όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 208 του ν. 4072/2012 (Α΄ 86) και ισχύει, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης, η οποία κοινοποιείται στην αρμόδια Λιμενική Αρχή, συνοδευόμενη από το σύνολο των μελετών και σχεδίων.
6. Για έργα που εκτελούνται με παραχώρηση, ο παραχωρησιούχος, εφόσον τούτο προβλέπεται στη σχετική σύμβαση, νομιμοποιείται να υποβάλει ο ίδιος την αίτηση έκδοσης της άδειας εκτέλεσης του έργου στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Αιγαίου, υποκαθιστώντας το φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης, έναντι των αρμόδιων Αρχών.
7. Τα έργα που εκτελούνται σε Οργανισμούς Λιμένος ΑΕ, και στην περίπτωση κατά την οποία σύμφωνα με τη σχετική σύμβαση την επίβλεψη και εποπτεία εκτέλεσής τους δεν ασκεί ο κατά περίπτωση αρμόδιος Οργανισμός Λιμένος, εποπτεύονται από τη Γενική Γραμματεία Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου. Η εποπτεία ασκείται είτε ευθέως από τις αρμόδιες υπηρεσίες της ανωτέρω Γενικής Γραμματείας είτε από την ίδια μέσω της πρόσληψης ανεξάρτητων εταιριών, με τη διαδικασία που προβλέπεται στην αντίστοιχη σύμβαση.
1. Το άρθρο 211 του ν. 4072/2012 (Α΄ 86) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 211
Τοποθέτηση προστατευτικών διχτύων
1. Η τοποθέτηση, από φορείς διοίκησης λιμένων ή από φορείς στους οποίους παραχωρείται ή εκμισθώνεται χώρος του αιγιαλού ή της παραλίας ή της ζώνης λιμένα, προστατευτικών διχτύων (πλωτών φραγμάτων), κατά τις διατάξεις του π.δ. 23/2000 (Α΄ 18) για την προστασία των ακτών και των λουομένων από θαλάσσια ρύπανση (συστήματα περισυλλογής και συγκράτησης απορριμμάτων σε υδάτινο περιβάλλον) σε θαλάσσιες λουτρικές εγκαταστάσεις, που βρίσκονται εκτός περιοχών NATURA 2000, επιτρέπεται για εποχική χρήση με άδεια της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, χωρίς πάκτωση στον πυθμένα. Ο χώρος τοποθέτησης των προστατευτικών διχτύων γνωστοποιείται από τη Λιμενική Αρχή στην Υδρογραφική Υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού για την έκδοση αναγγελίας προς τους ναυτιλλομένους.
2. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, τα όργανα και η διαδικασία ελέγχου, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για τη χορήγηση της άδειας της προηγούμενης παραγράφου.»
2. Στο άρθρο 21 του ν. 2971/2001 (Α΄ 285), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 4 ως ακολούθως:
«4. Η διαδικασία καθορισμού της χερσαίας και θαλάσσιας ζώνης λιμένα της παραγράφου 1 δεν κωλύεται από την ύπαρξη στους χώρους αυτούς έργων της παραγράφου 1 του άρθρου 14, τα οποία έχουν κατασκευασθεί από φορείς του δημόσιου τομέα, χωρίς άδεια ή με υπέρβαση αυτής, πριν από την ισχύ του παρόντος νόμου και εφόσον έχει ήδη εκκινήσει η διαδικασία νομιμοποίησής τους, με την υποβολή σχετικής αίτησης στην αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 9 του άρθρου 27.»
3. Στο άρθρο 18 του ν. 2971/2001, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 6 ως ακολούθως:
«6. Η έκδοση της απόφασης εκτέλεσης των έργων της παραγράφου 1 δεν κωλύεται από την ύπαρξη υφισταμένων μη νομίμως εκτελεσθέντων έργων, εφόσον προβλέπεται από την υποβαλλόμενη τεχνική μελέτη η πλήρης κατεδάφισή τους. Η κατεδάφιση των έργων του προηγούμενου εδαφίου δύναται να ολοκληρωθεί μέχρι το πέρας της εκτέλεσης των νέων έργων, σύμφωνα με πρωτόκολλο που εκδίδεται βάσει της παραγράφου 2 του άρθρου 27».
1. Συνιστάται Επιτροπή αποτελούμενη από τους Υπουργούς Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Ναυτιλίας και Αιγαίου για τη διαμόρφωση συνολικού σχεδίου, προς το σκοπό εκδόσεως των αναγκαίων κανονιστικών ρυθμίσεων, για την επίλυση των εκκρεμών θεμάτων που σχετίζονται με τη χωροθέτηση, την οριοθέτηση και την περιβαλλοντική αδειοδότηση των δραστηριοτήτων στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη αρμοδιότητας του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς (Ο.Λ.Π.), σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο ν. 3654/2008 (Α΄ 57).
2. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου, η οποία εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, συστήνεται μη αμειβόμενη συμβουλευτική επιτροπή από εκπροσώπους των κοινωνικών και οικονομικών εταίρων και φορέων που εκπροσωπούν το σύνολο των εμπλεκομένων με τη ναυπηγοεπισκευαστική δραστηριότητα, εκπροσώπους των συναρμόδιων Υπουργείων, της ΟΛΠ Α.Ε. και του ΤΑΙΠΕΔ για την εξέταση και διατύπωση προτάσεων επί του συνόλου των θεμάτων που σχετίζονται με την ανάπτυξη της εν γένει ναυπηγοεπισκευαστικής δραστηριότητας στην ως άνω Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη. Η επιτροπή οφείλει να έχει ολοκληρώσει την επεξεργασία και διατύπωση των προτάσεών της εντός χρονικού διαστήματος τριών (3) μηνών από τη σύστασή της.
3. Με όμοια απόφαση, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καταρτίζεται Κανονισμός Λειτουργίας της ως άνω Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης, ύστερα από πρόταση του αρμόδιου φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης και αφού προηγηθεί διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης. Με τον ως άνω Κανονισμό ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης, καθώς και με τις επιτρεπόμενες σε αυτή δραστηριότητες, είτε για μέρος είτε για το σύνολο της περιοχής. Με την ίδια ως άνω διαδικασία τροποποιείται ο παραπάνω Κανονισμός.
Το στοιχείο α΄ της παρ. 2 του άρθρου 19 του π.δ. 44/2011 (Α΄ 110) αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Σε επιβατηγά πλοία που εκτελούν πλόες ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ VII, ένα (1) κοινόχρηστο αποχωρητήριο ανά εξήντα (60) επιβάτες και όχι λιγότερα από δύο (2). Σε επιβατηγά πλοία που εκτελούν πλόες ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ V και VI, ένα (1) κοινόχρηστο αποχωρητήριο ανά πενήντα (50) επιβάτες και όχι λιγότερα από δύο (2). Σε επιβατηγά πλοία που έχουν αναγνωριστεί πριν τις 13.7.2011, εκτελούν πλόες κατηγοριών V, VI και VII και παραλαμβάνουν συνολικό αριθμό επιβατών μέχρι πενήντα (50) επιβάτες απαιτείται τουλάχιστον ένα (1) κοινόχρηστο αποχωρητήριο.
Σε επιβατηγά πλοία που έχουν αναγνωριστεί πριν τις 13.7.2011, εκτελούν πλόες ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ VII, εάν κατά τον υπολογισμό των απαιτούμενων αποχωρητηρίων ο αριθμός που προκύπτει είναι δεκαδικός, αυτός στρογγυλοποιείται στον προηγούμενο ή επόμενο ακέραιο, ανάλογα με το αν τα δεκαδικά ψηφία είναι κάτω ή άνω του 0,50 αντίστοιχα.»
1. Το στοιχείο 8 της παραγράφου ΙΑ.7 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄ 222), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«8. Με απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Ναυτιλίας και Αιγαίου δύναται να καθορίζονται τυχόν δικαιώματα, αμοιβές και αποζημιώσεις υπέρ τρίτων που επιβαρύνουν τα φορτία κατά τις φορτοεκφορτώσεις στους λιμένες.»
2. Με τη δημοσίευση του παρόντος καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη της ισχύουσας νομοθεσίας που προβλέπει σχετική επιβάρυνση.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 29 Απριλίου 2013
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 29 Απριλίου 2013
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΡΟΥΠΑΚΙΩΤΗΣ