Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 33Α_2020 | 553.71 KB |
Σκοπός της παρούσας σύμβασης είναι η προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος από τις ανθρωπογενείς εκπομπές και εκλύσεις υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου.
Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης:
α) ως «βιοτεχνική και μικρής κλίμακας εξόρυξη χρυσού» νοείται η εξόρυξη χρυσού που πραγματοποιείται από μεμονωμένους μεταλλωρύχους ή μικρές επιχειρήσεις περιορισμένου επενδυτικού κεφαλαίου και περιορισμένης παραγωγής·
β) ως «βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές» νοούνται οι πλέον αποτελεσματικές τεχνικές για την πρόληψη και, όπου αυτό δεν είναι πρακτικά εφικτό, τη μείωση των εκπομπών και εκλύσεων υδραργύρου στην ατμόσφαιρα, τα ύδατα και το έδαφος, καθώς και των επιπτώσεων των εν λόγω εκπομπών και εκλύσεων στο περιβάλλον συνολικά, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών και τεχνικών εκτιμήσεων για ένα δεδομένο συμβαλλόμενο μέρος ή μια δεδομένη εγκατάσταση στην επικράτεια του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους.
Στο πλαίσιο αυτό:
ως «βέλτιστες» νοούνται οι πλέον αποτελεσματικές όσον αφορά την επίτευξη υψηλού γενικού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του·ως
«διαθέσιμες» τεχνικές νοούνται, για δεδομένο συμβαλλόμενο μέρος και για δεδομένη εγκατάσταση στην επικράτεια του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους, οι τεχνικές που αναπτύσσονται σε τέτοιο βαθμό ώστε να επιτρέπεται η εφαρμογή τους σε συναφή βιομηχανικό κλάδο υπό οικονομικά και τεχνικά βιώσιμες συνθήκες, λαμβανομένου υπόψη του κόστους και του οφέλους, ανεξαρτήτως εάν οι εν λόγω τεχνικές χρησιμοποιούνται ή αναπτύσσονται στην επικράτεια του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους, υπό τον όρο ότι είναι προσβάσιμες για τον φορέα εκμετάλλευσης της εγκατάστασης όπως ορίζεται από το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος· και ως
«τεχνικές» νοούνται οι τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται, οι πρακτικές λειτουργίας και οι τρόποι με τους οποίους σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, συντηρούνται, λειτουργούν και παροπλίζονται οι εγκαταστάσεις·
γ) ως «βέλτιστες περιβαλλοντικές πρακτικές» νοείται η εφαρμογή του καταλληλότερου συνδυασμού μέτρων και στρατηγικών περιβαλλοντικού ελέγχου·
δ) ως «υδράργυρος» νοείται ο στοιχειακός υδράργυρος [Hg(0), αριθ. CAS 7439-97-6]·
ε) ως «ένωση υδραργύρου» νοείται οιαδήποτε ουσία περιέχει άτομα υδραργύρου και ένα ή περισσότερα άτομα άλλων χημικών στοιχείων τα οποία μπορούν να διαχωριστούν σε διαφορετικά συστατικά στοιχεία μόνο με χημικές αντιδράσεις·
στ) ως «προϊόν με προσθήκη υδραργύρου» νοείται το προϊόν ή το συστατικό προϊόντος το οποίο περιέχει υδράργυρο ή ένωση υδραργύρου που έχει σκοπίμως προστεθεί·
ζ) ο όρος «μέρος» σημαίνει κράτος ή περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης που έχει συμφωνήσει να δεσμεύεται από την παρούσα σύμβαση και έναντι του οποίου ισχύει η παρούσα σύμβαση·
η) ως «παρόντα και ψηφίζοντα συμβαλλόμενα μέρη» νοούνται τα συμβαλλόμενα μέρη τα οποία παρίστανται και συμμετέχουν με θετική ή αρνητική ψήφο σε συνεδριάσεις των συμβαλλόμενων μερών·
θ) ως «πρωτογενής εξόρυξη υδραργύρου» νοείται η εξόρυξη στην οποία το κύριο υλικό που αναζητείται είναι ο υδράργυρος·
ι) ως «οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης» νοείται ο οργανισμός που έχει συσταθεί από κυρίαρχα κράτη μιας δεδομένης περιφέρειας, στον οποίο τα κράτη μέλη του έχουν μεταβιβάσει αρμοδιότητες όσον αφορά θέματα που διέπονται από την παρούσα σύμβαση και ο οποίος έχει δεόντως εξουσιοδοτηθεί, σύμφωνα με τον εσωτερικό του κανονισμό, να ασκεί καθήκοντα υπογραφής, κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης της παρούσας σύμβασης ή προσχώρησης σε αυτή· και
ια) ως «επιτρεπόμενη χρήση» νοείται οιαδήποτε χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου από συμβαλλόμενο μέρος κατ’ εφαρμογή της παρούσας σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά, των χρήσεων που συνάδουν με τα άρθρα 3, 4, 5, 6 και 7.
1. Το παρόν άρθρο αφορά τον έλεγχο και, εφόσον είναι εφικτό, τη μείωση των εκπομπών υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου, που εκφράζονται συχνά με τον όρο «συνολικός υδράργυρος», στην ατμόσφαιρα μέσω μέτρων ελέγχου των εκπομπών από τις σημειακές πηγές, οι οποίες υπάγονται στις κατηγορίες πηγών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Δ ́.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:
α) ως «εκπομπές» νοούνται οι εκπομπές υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου στην ατμόσφαιρα·
β) ως «σχετική πηγή» νοείται η πηγή η οποία υπάγεται σε μία από τις κατηγορίες πηγών που συμπεριλαμβάνονται στο παράρτημα Δ ́. Οιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος δύναται, εφόσον το επιλέξει, να θεσπίσει κριτήρια για τον προσδιορισμό των πηγών που εμπίπτουν σε μία από τις κατηγορίες πηγών του παραρτήματος Δ, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω κριτήρια για οποιαδήποτε κατηγορία περιλαμβάνουν τουλάχιστον το 75 τοις εκατό των εκπομπών από τη συγκεκριμένη κατηγορία·
γ) ως «νέα πηγή» νοείται οιαδήποτε σχετική πηγή, η οποία υπάγεται σε κατηγορία του παραρτήματος Δ και της οποίας η κατασκευή ή ουσιαστική τροποποίηση ξεκίνησε τουλάχιστον ένα έτος μετά την ημερομηνία:
i) έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το αντίστοιχο συμβαλλόμενο μέρος· ή
ii) έναρξης ισχύος για το αντίστοιχο συμβαλλόμενο μέρος τυχόν τροποποίησης του παραρτήματος Δ, βάσει της οποίας η πηγή υπόκειται στις διατάξεις της παρούσας σύμβασης αποκλειστικά και μόνο δυνάμει της εν λόγω τροποποίησης·
δ) ως «ουσιαστική τροποποίηση» νοείται η τροποποίηση σχετικής πηγής η οποία συνεπάγεται σημαντική αύξηση των εκπομπών, εξαιρουμένης οιασδήποτε μεταβολής των εκπομπών που οφείλεται σε ανάκτηση υποπροϊόντος. Η απόφαση σχετικά με το εάν μια τροποποίηση είναι ουσιαστική ή όχι εναπόκειται στο συμβαλλόμενο μέρος·
ε) ως «υφιστάμενη πηγή» νοείται οιαδήποτε σχετική πηγή, η οποία δεν είναι νέα πηγή·
στ) ως «οριακή τιμή εκπομπής» νοείται η οριακή τιμή του ποσοστού περιεκτικότητας, μάζας ή εκπομπών υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου, που εκφράζεται συχνά με τον όρο «συνολικός υδράργυρος», το οποίο εκπέμπεται από μια σημειακή πηγή.
3. Οιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος διαθέτει σχετικές πηγές οφείλει να λάβει μέτρα για τον έλεγχο των εκπομπών και μπορεί να καταρτίσει εθνικό σχέδιο, στο οποίο καθορίζονται τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για τον έλεγχο των εκπομπών, καθώς και οι επιδιωκόμενοι ποσοτικοί στόχοι, σκοποί και τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Τυχόν σχέδιο υποβάλλεται στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εντός προθεσμίας τεσσάρων ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της πα-ρούσας σύμβασης για το συγκεκριμένο συμβαλλόμενο μέρος. Εάν ένα συμβαλλόμενο μέρος καταρτίσει σχέδιο εφαρμογής σύμφωνα με το άρθρο 20, το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να το συμπεριλάβει στο σχέδιο που καταρτίζεται κατ’ εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
4. Όσον αφορά τις νέες πηγές του, κάθε συμβαλλόμενο μέρος απαιτεί τη χρήση βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και βέλτιστων περιβαλλοντικών πρακτικών για τον έλεγχο και, εφόσον είναι εφικτό, τη μείωση των εκπομπών το συντομότερο δυνατόν, αλλά το αργότερο εντός πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το συγκεκριμένο συμβαλλόμενο μέρος. Τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να κάνουν χρήση οριακών τιμών εκπομπών, οι οποίες συνάδουν με την εφαρμογή των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών.
5. Όσον αφορά τις υφιστάμενες πηγές τους, τα συμβαλλόμενα μέρη περιλαμβάνουν σε κάθε εθνικό σχέδιο που καταρτίζουν και θέτουν σε εφαρμογή ένα ή περισσότερα από τα μέτρα που παρατίθενται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές συνθήκες, καθώς και τον οικονομικά και τεχνικά εφικτό και προσιτό χαρακτήρα των μέτρων, το συντομότερο δυνατόν, αλλά το αργότερο εντός προθεσμίας δέκα ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το οικείο συμβαλλόμενο μέρος:
α) καθορισμός ποσοτικού στόχου για τον έλεγχο και, εφόσον είναι εφικτό, τη μείωση των εκπομπών από τις σχετικές πηγές·
β) προσδιορισμός οριακών τιμών εκπομπών για τον έλεγχο και, εφόσον είναι εφικτό, τη μείωση των εκπομπών από τις σχετικές πηγές·
γ) χρήση βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και βέλτιστων περιβαλλοντικών πρακτικών για τον έλεγχο των εκπομπών από τις σχετικές πηγές·
δ) υιοθέτηση στρατηγικής ελέγχου πολλαπλών ρύπων, η οποία θα αποφέρει παράλληλα οφέλη για τον έλεγχο των εκπομπών υδραργύρου·
ε) εναλλακτικά μέτρα για τη μείωση των εκπομπών από σχετικές πηγές.
6. Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν είτε να εφαρμόσουν τα ίδια μέτρα σε όλες τις σχετικές υφιστάμενες πηγές είτε να θεσπίσουν διαφορετικά μέτρα για διαφορετικές κατηγορίες πηγών. Στόχος της εφαρμογής των εν λόγω μέτρων από τα συμβαλλόμενα μέρη είναι η επίτευξη εύλογης προόδου όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών σε βάθος χρόνου.
7. Όλα τα συμβαλλόμενα μέρη καταρτίζουν, το συντομότερο δυνατόν, αλλά το αργότερο εντός πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το εκάστοτε συμβαλλόμενο μέρος, και τηρούν στη συνέχεια κατάλογο απογραφής των εκπομπών από τις σχετικές πηγές.
8. Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εκδίδει, κατά την πρώτη συνεδρίασή της, έγγραφα καθοδήγησης σχετικά με τα ακόλουθα:
α) βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και βέλτιστες περιβαλλοντικές πρακτικές, λαμβανομένων υπόψη τυχόν διαφορών μεταξύ των νέων και των υφιστάμενων πηγών και της ανάγκης ελαχιστοποίησης των πολύτροπων επιδράσεων· και β) παροχή στήριξης στα συμβαλλόμενα μέρη κατά την εφαρμογή των μέτρων που καθορίζονται στην παράγραφο 5, ιδίως όσον αφορά τον καθορισμό των στόχων και τον προσδιορισμό των οριακών τιμών εκπομπών.
9. Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εκδίδει, το συντομότερο δυνατόν, έγγραφα καθοδήγησης σχετικά με τα ακόλουθα:
α) τα κριτήρια που δύνανται να θεσπίζουν τα συμβαλλόμενα μέρη βάσει της παραγράφου 2 στοιχείο β)·
β) τη μεθοδολογία για την κατάρτιση των καταλόγων απογραφής των εκπομπών.
10. Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών επανεξετάζει και, κατά περίπτωση, επικαιροποιεί σε διαρκή βάση τα έγγραφα καθοδήγησης που εκδίδει δυνάμει των παραγράφων 8 και 9. Τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν υπόψη τα έγγραφα καθοδήγησης κατά την εφαρμογή των συναφών διατάξεων του παρόντος άρθρου.
11. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος συμπεριλαμβάνει στις εκθέσεις που υποβάλλει σύμφωνα με το άρθρο 21 πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή εκ μέρους τους των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ιδίως όσον αφορά τα μέτρα που έχει λάβει βάσει των παραγράφων 4 έως 7 και την αποτελεσματικότητα των μέτρων αυτών
1. Το παρόν άρθρο αφορά τον έλεγχο και, εφόσον είναι εφικτό, τη μείωση των εκλύσεων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου, που εκφράζονται συχνά με τον όρο«συνολικός υδράργυρος», στο έδαφος και στα ύδατα από τις σχετικές σημειακές πηγές που δεν αναφέρονται σε άλλες διατάξεις της παρούσας σύμβασης.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:
α) ως «εκλύσεις» νοούνται οι εκλύσεις υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου στο έδαφος ή στα ύδατα·
β) ως «σχετική πηγή» νοείται οιαδήποτε σημαντική ανθρωπογενής σημειακή πηγή έκλυσης, κατά τον χαρακτηρισμό που παρέχει ένα συμβαλλόμενο μέρος, η οποία δεν αναφέρεται σε άλλες διατάξεις της παρούσας σύμβασης·
γ) ως «νέα πηγή» νοείται οιαδήποτε σχετική πηγή της οποίας η κατασκευή ή ουσιαστική τροποποίηση ξεκίνησε τουλάχιστον ένα έτος μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το αντίστοιχο συμβαλλόμενο μέρος·
δ) ως «ουσιαστική τροποποίηση» νοείται η τροποποίηση σχετικής πηγής η οποία συνεπάγεται σημαντική αύξηση των εκλύσεων, εξαιρουμένης οιασδήποτε μεταβολής των εκλύσεων που οφείλεται σε ανάκτηση υποπροϊόντος. Η απόφαση σχετικά με το εάν μια τροποποίηση είναι ουσιαστική ή όχι εναπόκειται στο συμβαλλόμενο μέρος·
ε) ως «υφιστάμενη πηγή» νοείται οιαδήποτε σχετική πηγή, η οποία δεν είναι νέα πηγή·
στ) ως «οριακή τιμή έκλυσης» νοείται η οριακή τιμή της συγκέντρωσης ή μάζας υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου, που εκφράζονται συχνά με τον όρο «συνολικός υδράργυρος», η οποία εκλύεται από μια σημειακή πηγή.
3. Όλα τα συμβαλλόμενα μέρη προσδιορίζουν, το αργότερο εντός τριών ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το εκάστοτε συμβαλλόμενο μέρος και, κατόπιν αυτού, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, τις κατηγορίες σχετικών σημειακών πηγών.
4. Ένα συμβαλλόμενο μέρος που διαθέτει σχετικές πηγές οφείλει να λάβει μέτρα για τον έλεγχο των εκλύσεων και μπορεί να καταρτίσει εθνικό σχέδιο, στο οποίο καθορίζονται τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για τον έλεγχο των εκλύσεων, καθώς και οι επιδιωκόμενοι ποσοτικοί στόχοι, σκοποί και τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Τυχόν σχέδιο υποβάλλεται στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εντός προθεσμίας τεσσάρων ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το συγκεκριμένο συμβαλλόμενο μέρος. Εάν ένα συμβαλλόμενο μέρος καταρτίσει σχέδιο εφαρμογής σύμφωνα με το άρθρο 20, το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να το συμπεριλάβει στο σχέδιο που καταρτίζεται κατ’ εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
5. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται, κατά περίπτωση, ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:
α) προσδιορισμός οριακών τιμών εκλύσεων για τον έλεγχο και, εφόσον είναι εφικτό, για τη μείωση των εκλύσεων από τις σχετικές πηγές·
β) χρήση βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών και βέλτιστων περιβαλλοντικών πρακτικών για τον έλεγχο των εκλύσεων από τις σχετικές πηγές·
γ) υιοθέτηση στρατηγικής ελέγχου πολλαπλών ρύπων η οποία θα αποφέρει παράλληλα οφέλη για τον έλεγχο των εκλύσεων υδραργύρου·
δ) εναλλακτικά μέτρα για τη μείωση των εκλύσεων από σχετικές πηγές.
6. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος δημιουργεί, το συντομότερο δυνατόν, αλλά το αργότερο εντός πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος, και τηρεί στη συνέχεια κατάλογο απογραφής των εκλύσεων από τις σχετικές πηγές.
7. Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εκδίδει, το συντομότερο δυνατόν, έγγραφα καθοδήγησης σχετικά με τα ακόλουθα:
α) βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και βέλτιστες περιβαλλοντικές πρακτικές, λαμβανομένων υπόψη τυχόν διαφορών μεταξύ των νέων και των υφιστάμενων πηγών και της ανάγκης ελαχιστοποίησης των πολύτροπων επιδράσεων·
β) τη μεθοδολογία για την κατάρτιση των καταλόγων απογραφής των εκλύσεων.
8. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος συμπεριλαμβάνει στις εκθέσεις που υποβάλλει σύμφωνα με το άρθρο 21 πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή εκ μέρους τους των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ιδίως όσον αφορά τα μέτρα που έχει λάβει βάσει των παραγράφων 3 έως 6 και την αποτελεσματικότητα των μέτρων αυτών.
1. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου διέπουν την προσωρινή αποθήκευση του υδραργύρου και των ενώσεων υδραργύρου κατά την έννοια του άρθρου 3 που δεν εμπίπτουν στον ορισμό των αποβλήτων υδραργύρου, ο οποίος παρέχεται στο άρθρο 11.
2. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει μέτρα ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι η προσωρινή αποθήκευση των εν λόγω ποσοτήτων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου που προορίζονται για επιτρεπόμενη χρήση στο οικείο συμβαλλόμενο μέρος δυνάμει της παρούσας σύμβασης πραγματοποιείται με περιβαλλοντικά ορθό τρόπο, λαμβανομένων υπόψη τυχόν κατευθυντήριων γραμμών και σύμφωνα με τυχόν απαιτήσεις που θεσπίζονται βάσει της παραγράφου 3.
3. Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την περιβαλλοντικά ορθή προσωρινή αποθήκευση αυτών των συγκεκριμένων ποσοτήτων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου, λαμβάνοντας υπόψη τυχόν σχετικές κατευθυντήριες γραμμές που καταρτίστηκαν δυνάμει της σύμβασης της Βασιλείας για τον έλεγχο της διασυνοριακής διακίνησης επικίνδυνων αποβλήτων και της διάθεσής τους και άλλες σχετικές οδηγίες. Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών μπορεί να εγκρίνει απαιτήσεις όσον αφορά την προσωρινή αποθήκευση σε συμπληρωματικό παράρτημα στην παρούσα σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο 27.
4. Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται, κατά περίπτωση, τόσο μεταξύ τους όσο και με αρμόδιους διακυβερνητικούς οργανισμούς και άλλους φορείς, με σκοπό την προώθηση της ανάπτυξης ικανοτήτων για την περιβαλλοντικά ορθή προσωρινή αποθήκευση των εν λόγω ποσοτήτων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου.
1. Οι σχετικοί ορισμοί της σύμβασης της Βασιλείας για τον έλεγχο της διασυνοριακής διακίνησης επικίνδυνων αποβλήτων και της διάθεσής τους ισχύουν για τα απόβλητα, τα οποία διέπονται από τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης για τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης της Βασιλείας. Τα συμβαλλόμενα μέρη της παρούσας σύμβασης τα οποία δεν είναι συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης της Βασιλείας χρησιμοποιούν τους ορισμούς αυτούς ως οδηγό όσον αφορά τα απόβλητα που διέπονται από τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης.
2. Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, ως απόβλητα υδραργύρου νοούνται οι ουσίες ή τα αντικείμενα:
α) που αποτελούνται από υδράργυρο ή ενώσεις υδραργύρου·
β) που περιέχουν υδράργυρο ή ενώσεις υδραργύρου· ή
γ) που έχουν μολυνθεί από υδράργυρο ή ενώσεις υδραργύρου, σε ποσότητα η οποία υπερβαίνει τα σχετικά ανώτατα όρια που ορίζονται από τη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών, σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς της σύμβασης της Βασιλείας και με εναρμονισμένο τρόπο, και που διατίθενται ή πρόκειται να διατεθούν ή πρέπει να διατεθούν βάσει των διατάξεων του εθνικού δικαίου ή της παρούσας σύμβασης. Από τον παρόντα ορισμό αποκλείονται τα υπερκείμενα, τα στείρα εξόρυξης και τα απορρίμματα κατεργασίας, εξαιρουμένης της πρωτογενούς εξόρυξης υδραργύρου, εκτός εάν περιέχει υδράργυρο ή ενώσεις υδραργύρου σε συγκέντρωση που υπερβαίνει τα ανώτατα όρια που ορίζονται από τη διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών.
3. Όλα τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα, ούτως ώστε τα απόβλητα υδραργύρου:
α) να υπόκεινται σε περιβαλλοντικά ορθή διαχείριση, λαμβανομένων υπόψη των κατευθυντήριων γραμμών που καταρτίστηκαν δυνάμει της σύμβασης της Βασιλείας και σύμφωνα με τις απαιτήσεις που επιβάλλει η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών σε συμπληρωματικό παράρτημα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 27. Κατά την κατάρτιση των απαιτήσεων, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών λαμβάνει υπόψη τους κανονισμούς και τα προγράμματα διαχείρισης αποβλήτων των συμβαλλόμενων μερών·
β) να ανακτώνται, να ανακυκλώνονται, να αποκαθίστανται ή να επαναχρησιμοποιούνται άμεσα με σκοπό την επιτρεπόμενη χρήση τους στο οικείο συμβαλλόμενο μέρος δυνάμει της παρούσας σύμβασης ή για την περιβαλλοντικά ορθή διάθεσή τους σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο α)·
γ) να μη μεταφέρονται, στην περίπτωση των συμβαλλόμενων μερών της σύμβασης της Βασιλείας, πέραν των εθνικών συνόρων, για σκοπούς άλλους από εκείνους της περιβαλλοντικά ορθής διάθεσής τους σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και της σύμβασης της Βασιλείας. Στις περιπτώσεις στις οποίες η σύμβαση της Βασιλείας δεν εφαρμόζεται για μεταφορά πέραν των εθνικών συνόρων, τα συμβαλλόμενα μέρη επιτρέπουν την εν λόγω μεταφορά μόνον εφόσον ληφθούν υπόψη οι συναφείς διεθνείς κανόνες, προδιαγραφές και κατευθυντήριες γραμμές.
4. Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών επιδιώκει τη στενή συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς της σύμβασης της Βασιλείας κατά την επανεξέταση και επικαιροποίηση, κατά περίπτωση, των κατευθυντήριων γραμμών που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο α).
5. Τα συμβαλλόμενα μέρη προτρέπονται να συνεργάζονται τόσο μεταξύ τους όσο και με τους αρμόδιους διακυβερνητικούς οργανισμούς και άλλους φορείς, κατά περίπτωση, με σκοπό την ανάπτυξη και διατήρηση διεθνών, περιφερειακών και εθνικών ικανοτήτων για τη διαχείριση των αποβλήτων υδραργύρου με περιβαλλοντικά ορθό τρόπο.
1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για τη χάραξη κατάλληλων στρατηγικών με σκοπό τον εντοπισμό και την αξιολόγηση χώρων που έχουν μολυνθεί από υδράργυρο ή από ενώσεις υδραργύρου.
2. Όλες οι ενέργειες που αποσκοπούν στη μείωση των κινδύνων που ενέχουν οι εν λόγω χώροι υλοποιούνται με περιβαλλοντικά ορθό τρόπο, με ενσωμάτωση, κατά περίπτωση, της αξιολόγησης των κινδύνων που συνεπάγεται για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον η παρουσία υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου.
3. Η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών εκδίδει κατευθυντήρια έγγραφα σχετικά με τη διαχείριση των μολυσμένων χώρων, τα οποία περιλαμβάνουν ενδεχομένως μεθόδους και προσεγγίσεις όσον αφορά τα εξής:
α) τον εντοπισμό και τον χαρακτηρισμό του χώρου·
β) την ευαισθητοποίηση του κοινού·
γ) τις αξιολογήσεις των κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον·
δ) τις επιλογές όσον αφορά τη διαχείριση των κινδύνων που ενέχουν οι μολυσμένοι χώροι·
ε) την αξιολόγηση κόστους-οφέλους· και
στ) την επαλήθευση των αποτελεσμάτων.
4. Τα συμβαλλόμενα μέρη ενθαρρύνονται να συνεργάζονται μεταξύ τους για τη χάραξη στρατηγικών και την υλοποίηση δραστηριοτήτων με σκοπό τον εντοπισμό, την αξιολόγηση, την ιεράρχηση, τη διαχείριση και, κατά περίπτωση, την αποκατάσταση μολυσμένων χώρων.
1. Τα συμβαλλόμενα μέρη ενθαρρύνονται:
α) να προάγουν τη χάραξη και την εφαρμογή στρατηγικών και προγραμμάτων για τον προσδιορισμό και την προστασία πληθυσμών που διατρέχουν κίνδυνο, ιδίως των ευπαθών πληθυσμών, και που μπορούν να περιλαμβάνουν επιστημονικά τεκμηριωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την υγεία σε σχέση με την έκθεση στον υδράργυρο και στις ενώσεις υδραργύρου, τον καθορισμό στόχων για τη μείωση της έκθεσης στον υδράργυρο, κατά περίπτωση, και τη δημόσια εκπαίδευση, με τη συμμετοχή του τομέα της δημόσιας υγείας και άλλων σχετικών τομέων·
β) να προωθούν την κατάρτιση και την εφαρμογή επιστημονικά τεκμηριωμένων εκπαιδευτικών και προληπτικών προγραμμάτων σχετικά με την επαγγελματική έκθεση στον υδράργυρο και στις ενώσεις υδραργύρου·
γ) να προάγουν κατάλληλες υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης σε επίπεδο πρόληψης, θεραπευτικής αγωγής και φροντίδας για τους πληττόμενους πληθυσμούς από την έκθεση στον υδράργυρο ή στις ενώσεις υδραργύρου· και
δ) να δημιουργούν και να ενισχύουν, κατά περίπτωση, τις ικανότητες των θεσμικών οργάνων και των επαγγελματιών της υγείας για την πρόληψη, τη διάγνωση, την αντιμετώπιση και την παρακολούθηση των κινδύνων για την υγεία που συνδέονται με την έκθεση στον υδράργυρο και στις ενώσεις υδραργύρου.
2. Κατά την εξέταση ζητημάτων ή δραστηριοτήτων που αφορούν την υγεία, η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών πρέπει:
α) να συμβουλεύεται και να συνεργάζεται με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας και άλλους αρμόδιους διακυβερνητικούς οργανισμούς, κατά περίπτωση· και
β) να προάγει τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας και άλλους αρμόδιους διακυβερνητικούς οργανισμούς, κατά περίπτωση.
1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος διευκολύνει την ανταλλαγή:
α) επιστημονικών, τεχνικών, οικονομικών και νομικών πληροφοριών σχετικά με τον υδράργυρο και τις ενώσεις υδραργύρου, συμπεριλαμβανομένων των τοξικολογικών, οικοτοξικολογικών πληροφοριών και των πληροφοριών σχετικά με την ασφάλεια·
β) πληροφοριών σχετικά με τη μείωση ή εξάλειψη της παραγωγής, χρήσης, εμπορίας, καθώς και των εκπομπών και εκλύσεων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου·
γ) πληροφοριών σχετικά με τεχνικά και οικονομικά βιώσιμες εναλλακτικές επιλογές όσον αφορά:
i) τα προϊόντα με προσθήκη υδραργύρου·
ii) τις διαδικασίες παραγωγής με τη χρήση υδραργύρου ή ενώσεων υδραργύρου· και
iii) τις δραστηριότητες και τις διαδικασίες που εκπέμπουν ή εκλύουν υδράργυρο ή ενώσεις υδραργύρου· συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που αφορούν τους κινδύνους για την υγεία και το περιβάλλον, καθώς και το οικονομικό και κοινωνικό κόστος και τα αντίστοιχα οφέλη των εν λόγω εναλλακτικών επιλογών· και
δ) επιδημιολογικών στοιχείων σχετικά με τις επιπτώσεις στην υγεία που συνδέονται με την έκθεση στον υδράργυρο και στις ενώσεις υδραργύρου, σε στενή συνεργασία με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας και άλλους αρμόδιους οργανισμούς, κατά περίπτωση.
2. Τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να ανταλλάσσουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 άμεσα, μέσω της γραμματείας, ή σε συνεργασία με άλλους αρμόδιους οργανισμούς, μεταξύ άλλων με τις γραμματείες των συμβάσεων για τα χημικά προϊόντα και απόβλητα, κατά περίπτωση.
3. Η γραμματεία διευκολύνει τη συνεργασία στο πλαίσιο της ανταλλαγής των πληροφοριών που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, καθώς και με τους αρμόδιους οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων των γραμματειών πολυμερών περιβαλλοντικών συμφωνιών και άλλων διεθνών πρωτοβουλιών. Επιπλέον των στοιχείων που υποβάλλουν τα συμβαλλόμενα μέρη, οι εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνουν στοιχεία από διακυβερνητικούς οργανισμούς και μη κυβερνητικές οργανώσεις που διαθέτουν εμπειρογνωμοσύνη σε θέματα υδραργύρου, καθώς και από εθνικά και διεθνή θεσμικά όργανα με αντίστοιχη εμπειρογνωμοσύνη.
4. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος ορίζει εθνικό σημείο αναφοράς για την ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει της παρούσας σύμβασης, μεταξύ άλλων και όσον αφορά τη συναίνεση των συμβαλλόμενων μερών εισαγωγής κατ’ εφαρμογή του άρθρου 3.
5. Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, οι πληροφορίες σχετικά με την ανθρώπινη υγεία και ασφάλεια και το περιβάλλον δεν θεωρούνται εμπιστευτικές. Τα συμβαλλόμενα μέρη που προβαίνουν σε ανταλλαγή άλλων πληροφοριών στο πλαίσιο της παρούσας σύμβασης εξασφαλίζουν την προστασία τυχόν εμπιστευτικών πληροφοριών κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας.
1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος προάγει και διευκολύνει στο πλαίσιο των δυνατοτήτων του: α) την παροχή στο ευρύ κοινό των διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με τα εξής:
i) τις επιπτώσεις του υδραργύρου και των ενώσεων υδραργύρου στην υγεία και το περιβάλλον·
ii) τις εναλλακτικές επιλογές σε σχέση με τον υδράργυρο και τις ενώσεις υδραργύρου·
iii) τα θέματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1·
iv) τα αποτελέσματα των οικείων δραστηριοτήτων έρευνας, ανάπτυξης και παρακολούθησης δυνάμει του άρθρου 19· και
v) τις δραστηριότητες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που υπέχει δυνάμει της παρούσας σύμβασης·
β) την εκπαίδευση, την κατάρτιση και την ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τις επιπτώσεις που έχει στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον η έκθεση στον υδράργυρο και στις ενώσεις υδραργύρου, σε συνεργασία με αρμόδιους διακυβερνητικούς οργανισμούς και μη κυβερνητικές οργανώσεις και ευπαθείς πληθυσμούς, κατά περίπτωση.
2. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος κάνει χρήση των υφιστάμενων μηχανισμών ή εξετάζει το ενδεχόμενο θέσπισης μηχανισμών, όπως Μητρώα έκλυσης και μεταφοράς ρύπων, κατά περίπτωση, για τη συγκέντρωση και τη διάδοση πληροφοριών σχετικά με τις εκτιμήσεις των ετήσιων ποσοτήτων υδραργύρου και ενώσεων υδραργύρου που εκπέμπονται, εκλύονται ή διατίθενται στο έδαφός τους μέσω των ανθρώπινων δραστηριοτήτων.