Τροποποιήθηκε από:
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 46Α_1912 | 1.76 MB |
Απαγορεύεται νά χρητιμοποιωνται ώς εργαται ή μαθητευόμενοι παιδιά μη συμπληρώσαντα το 12 έτος της ήλικίας αυτών, είς:
α) βιομηχανικά και βιοτεχνικά εργοστάσια και εργαστήρια,
β) λατομεία, μεταλλεία καί ορυχεία παντός είδους,
γ) οικοδομικάς ή άλλας παρεμφερείς υπαιθρίους εργασίας,
δ) επιχειρήσεις μεταφοράς προσόπων ή πραγμάτων διά γής ή δι'ύδατος
ε) εμπορικά, καταστήματα και πρατήρια παντός είδους,
στ) εστιατόρια, καφενεία, οινοπωλεία, ζαχαροπλαστεία και τα τουτοις όμοια, καταστήματα,
ζ') ξενοδοχεία.
Ή άνωτερω άπαγόρευσις δεν ισχύει προκειμενου περί χρησιμοποιήσεως παιδίων, ΰπερβάντων το 10 έτος τής ηλικίας των, υπό των ιδίων γονέων ή επίτρόπων εις Εργασίας, εις τάς όποιας ασχολούνται μόνον μέλη τής ιδίας οικογενείας, υπό τήν διευθυνσιν τού πατρός, τής μητρός ή του επιτρόπου, έκτος άν ή εργασία εΐνε έκ των επικινδύνων ή επιβλαβων κατά τό άρθρον 17, ή γίνεται διά μηχανικής κινητήριου δυνάμεως. Έν πάση όμως η περιπτωσει δεν επιτρέπεται ή χρησιμοποιησις των ρηθέντων παιδίων να είναι τοιαύτη, ώστε να παρεμποδίζη τήν κανονικήν φοίτησιν είς τό σχολειον τής στοιχειώδους εκπαιδεύσεως, οΰδέ να υπερβαίνει τάς τρεις ώρας καθ’, έκάστην.
Εις τά Ορφάνοτροφεϊα καί φιλανθρωπικά καταστήματα, είς τα οποία προς τή στοιχειώδει έκπαιδεισει γίνεται και επαγγελματική τοιαύτη, δεν επιτρέπεται νά άσχολωνται τά εν τή πρώτη παραγράφω του άρθρου τούτου αναφερόμενα παιδία’εις τήν Επαγγελματικήν διδασκαλίαν ή εις χειροτεχνικήν εργασίαν έν γένει πλέον των τριών ώρων καθ' εκάστην.
Μετά παρελευσιν πενταετίας από της ισχύος του νόμου τούτου απαγόρευσις επεκτείνεται και εΐς παιδία ύπερβάντα μεν τό 12 καί μη συμπληρωσαντα το 14 τής ηλικίας, άλλα μήπω περατώσαντα τάς σπουδάς τής στοιχειώδους έκπαιδεύσεως.
Είς τάς έν τω άρθρω 1 ύπο τα στοιχεία α'~ γ' αναφερομενας επιχειρήσεις καί έργασίας ό χρόνος τής ήμερησίας Εργασίας των μεν μή ύπερβάντων το 14 έτος τής ήλικιας των παιδιών δεν επιτρέπεται νά είνε μακρότερος των 6 ώρών, των δέ μή ύπερβάντων το 18 ετος τής ηλικίας των νεαρών προσώπων καί τών γυναικών μακροτερος των 10 όρων πλήν του Σαββάτου καί των παραμονώνν τών έν τω άρθρω 2 του ΓΥΝΕ νόμου όριζομένων εορτών, οπότε δεν δύναται νά έινε μακρότερος τών 8 ώρών
Η διάρκεια τής εργασίας υπολογίζεται άπο της στιγμης της εισόδου έν τω έργαστηρίω ή τω τόπω της Εργασίας μέχρι της στιγμής της έξοδου, αφαιρουμενου τού ολικού χρόνου τών κατά το επόμενον άρθρον διακοπών.
Μεταξύ τών ώρών της διά τοϋ άρθρου 2 ρυθμιζομένης έργασίας πρέπει νά παρέχεταιεΐς τούς έν τω ρηθέντι άρθρω άναφερομένους έργάτας καί έργάτιδας έκάστην μία ή πλείονες κανονικι διακοπαι διαρκείας κατ’ ελάχιστου ορον ήμισείας μεν ώρας εΐς τά παιδια, δυο δε ώρών εις τά νεαρά πρόσωπα και τάς γυναίκας πάσας τάς εργασίμους ημέρας, πλήν τοϋ Σαββάτου, οπότε επιτρέπεται νά περιορίζηται η διάρκεια τών διακοπών εΐς μίαν ώραν.
Αί άνωτεοω διακοπαί επιβάλλεσαι νά παρέχωνται έν έκάστω εργοστάσιω ή εργασία συγχρόνως εις πάντα τα ρηθέντα πρόσωπα, έκτος τών εργαζόμενων εις μεταλλεία, λατομεία. ορυχεία και εις εργοστάσια, εργαζόμενα με ακατάπαυστον πϋρ.
Διά Β. Διατάγματος, έκδιδομενου ποοτάσει τού Ύπουργοϋ της Εθνικής Οικονομίας, μετά γνωμοδοτησιν τοϋ άνωτάτου συμβουλίου έργασίαι. δύνανται νά μεταβληθοϋν αί ανωτέρω διατάζεις περί διακοπών εις ώρισμένας κατηγορίας επιχειρήσεων, εάν η φύσις της έργασίας η το συμφέρον των εργατών απαιτεί τούτο.
Εν οϋδεμια ομως περιπτώσει δύναται νά επιτραπη συνεχής εργασία τών έν τω άρθρω τούτω άναφερομένων προσώπων, υπερβαίνουσα τας εξ ώρας άνευ διακοπής τίνος, διάρκειας μιας τουλάχιστον ώρας.
Απαγορεύεται η παραχώρησις εργασίας προς έκτέλεσιν έκτος τού καταστήματος ή τοϋ τόπου της εργασίας ύπο του εργοδότου δι’ εαυτόν ή διά λογαριασμόν τρίτου είς τι τών έν τώ άρθρω 2 άναφερομενων προσώπων καθ’ ην ήμέραν έξηντλησεν αυτό το 'ύπο του νόμου τούτου επιτρεπόμενου χρονικόν οριον εργασίας. Έν ή δέ περιπτώσει δεν έξήντλησε το oριοv τούτο, επιτρέπεται η παραχώρησις τόσης μόνον έργασιας προς έκτελεσιν έκτος τοϋ καταστήματος ή τοϋ τόπου τής εργασίας, όσην θα ήδυνατο νά έκτελεση συνήθης έργατης τής αυτής κατηγορίας κατά τον ύπόλοιπον έπιτρεπτον χρονον εργασίας.
Προτωπζ μή συμπληρωσαντα το 16 έτος τής ηλικίας και γυναίκες δεν έπιτρεπεται ν’ ασχολώνται εις τάς έν τω αρθρω 1 ύπο τά στοιχεία ζ-γ καί ε’-ζ' άνζφερομενες έπιχειρήσεις και εργασίας κατά τάς Κυριακάς καί κατά τάς εν τω άρθρω 2 τοϋ ΓΥΝΕ νόμου όριζομένας έορτάς, έξαιρέσει των έν τοΐς αρθροις 5 § 4, 15 καί 17 του ρηθεντος νομου οριζομενον Κυριακών και περιπτωσεων.
Κατ’ άποφζσιν τοϋ οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου δύναται νά έπιτραπή, όπως εις ώρισμένας έπιχειρήσης η εργασίας όρισθή άντι τής Κυριακής άλλη ήμερα τής έβδομάδος προς αργίαν τών ανωτέρω προσώπων, εάν άπαιτώσι τούτο τεχνικοί λόγοι ή τοπικαί έμπορικαί συνθήκαι ή το κοινωνικόν συμφέρον, ύπο τον όρον νά μή καθίσταται δυνατόν διά τής τοιαύτης μεταβολής νά γίνονται εΐς τόπους, ένθα εφαρμόζονται οί περί Κυριακής αργίας νόμοι, κατά τάς Κυριακάς έργασίαι αϊτινες κατά τους ρηθέντας νομούς άπαγορεύεται νά διεξάγωνται κατ’ αύτώς.
Ποόσωπα, μή συμπλήρωσαντα το 18ον ετος τής ηλικίας καί γυναίκες δεν επιτρέπεται νά χρησιμοποιώνται εΐς τάς έν τω άρθρω 1 ύπο τά στοιχεία α'-γ' και ε' αναφερομένας έπιχειρήσεις καί εργασίας μετά την 9ην νυκτερινήν και προ της 5ης πρωινης ώρας.
Ή εΐς τά άνωτέροϊ πρόσωπα παρεχόμενη συνεχής διακοπή προς νυκτερινήν άνάπαυσιν πρέπει νά εΐνε διάρκειας ένδεκα τουλάχιστον ώρών.
Οί άνώτέρω Περιορισμοί ισχύουν και επί χρησιμοποιήσεως παιδιών, μή συμπληρωσάντων το 14ον έτος τής ηλικίας των εΐς τά έν τω άρθρω 1 ύπο τά στοιχειά στ' καί ζ' άναφερόμενα καταστήματα καί έργασίας, δυναμένης τής εΐς αύτάς χρησιμοποιήσεως των έν λόγω παιδιών νά παραταθή μέχρι τής 10ης νυκτερινής ώρας.
Εις περιπτώσεις απροβλέπτων και μή περιοδικώς έπαναλαμβανομένων διακοπών τής εργασίας συνεπεία δυστυχημάτων δύναται νά επιτραπή επί 8 μεν ημέρας ύπο τής οικείας αστυνομικής αρχής, έπί τέσσαρας δέ εβδομάδας ύπο του οικείου Νομάρχου ύπέρβάσις τών περί ανώτατου ορίου έργασίας, διακοπών καί νυκτερινής έργασίας διατάξεων τών αρθρων 2, 3 καί 6 άναφορικώς εΐς πρόσωπα, άτινα ύπερεβησαν το 16 έτος τής ηλικίας.
Εΐς τάς έπιχειρήσεις ή έρασίας εΐς τάς οποίας εΐς ώρισμένας έποχάς τοϋ έτους λαμβάνει χώραν κανονικώς αϋξησις ζητήσεως έργασίας (περιοδικάι, βιομηχανίαι.) ή έπί όλως εξαιρετικής σωρεύσεως έργασίας δύναται να έπιτραπή έπί 8 μέν ημέρας έντος τοϋ αΰτοϋ έτους άδεια τής οικείας αστυνομικής άρχής, έπί τέσσαρας δέ εβδομάδας άδεία τοϋ Νομάρχου, αϋξησις του άνωτάτου ορίου ημερήσιας έργασίας νεαρών προσώπων καί γυναικών εΐς 12 ώρας διά πάσας τάς έργασίμους ήμέρας πλήν τοϋ Σαββάτου και ο περιορισμός τής συνεχούς νυκτερινής άναπαύσεως εΐς δέκα ώρας, νά .όρισθή δέ ή έναρξις αυτής άπο τής 10 νυκτερινής ώρας.
Διά Β. Διατάγματος, έκδιδομένου προτάσει τοϋ Ύπουργοϋ τής Εθνικής Οικονομίας μετά γνωμοδότησιν τοϋ ανώτατου συμβουλίου εργασίας, δύναται άναοορικώς εΐς την άπασχόλησιν έργατίδων, αίτινες συνεπλήρωσην το 18ον έτος τής ηλικίας, νά απαλλαγούν τής έφαρμογής τής διατάξεως τής α' παραγράφου του άρθρου 6 ώρισμέναι κατηγορίαι έπιχειρήσεων, εΐς τας όποιας ή νυκτερινή έργασία εΐνε απαραίτητος προς παρεμποδισιν τής καταστροφής τών πρώτων ύλών ή τών προϊόντων τής έργασίας.
Παιδία μή συμπληρώσαντα το 14 έτος τής ηλικίας αυτών δεν επιτρέπεται νά πωλώσιν οίαδήποτε αντικείμενα εΐς τας οδούς, πλατείας, ή δημοσίους τόπους έν γενει ή άπο οικίας εις οικίαν, άνευ προηγούμενης παραγγελίας.
Μετά τήν ένάτην έσπερινήν καί προ τής πέμπτης ποωϊνής ώρας δέν έπιτρεπεται εις νεαρά πρόσωπα μή συμπληρώσαντα το 16ον ετος τής ηλικίας να πώλώσιν είς τά έν τή προηγούμενη παραγράφω άναφερόμενα μέρη οιαδήποτε άντικείμενα ή νά παρέχωσιν οιανδήποτε εργασίαν.
Των ανώτεροι απαγορεύσεων, εξαιρουνται οι αρρενες πωληταί εφημερίδων, οι συμπληρώσαντες το 12ον έτος της ηλικίας αύτών.
Παιδιά μη συμπληρώσαντα το 14ον έτος της ηλικίας των δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιώνται εις θεατρικάς και τας προς αυτάς παρεμφερείς δημόσιας παραστάσεις.
Η οικεία αστυνομική αρχή δύναται να επιτρέψη εξαίρεσιν της ανωτέρω απαγορεύσεως προκειμένου περί παραστάσεων, σκοπουσών την ανωτέραν εξυπηρέτησιν της τέχνης.
Απαγορευεται η χρησιμοποιησις προσωπων μη υπερβάντων το 15ον έτος τής ηλικίας των καί γυναικών είς υπογείους εργασίας μεταλλείων, λατομείων και ορυχείων εν γενει.
Εις τα εν τω άρθρω 1 άναφερομένας επιχειρήσεις καί εργασίας δεν επιτρέπεται νά χρηημοποιώνται εργάτιδες επί οκτώ εν ολω εβδομάδας προ τοϋ τοκετού καί μετ αυτόν, ουδέ προ της παρελευσεώς τεσσάρων εβδομάδων μετά τον τοκετόν. Κατά τον χρόνον τούτον αι εργάτιδες θεωρούνται εν άδεια διατελούσαι και δεν επιτρέπεται η οριστική αντικαταστασις των.
Πρόσωπα, μή συμπληρωσαντα το 16ον ετος τής ηλικίας των δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιώνται εις εν τω άρθρω 1 υπο στοιχεία α'-δ' άναφερόμενα καταστήματα εργασίας, εάν δεν εΐνε εφωδιασμέχα διά πιστοποιήσεως ιατροϋ, βεβαιούσης, ότι εχουσιν εμβολιασθή και είνε υγιή ικανα προς έξάσκησιν τής σχετικής εργασίας, ανευ βλάβης τής υγείας αυτών ή τής σωματικής των αναπτύξεως.
Ή ανωτέρω πιστοποίησις παρέχεται έγγράφως έν ειδικω «βιβλιαρίω εργασίας» χορηγουμένω δωρεάν ύπο τοΰ υπουργείου τής Εθνικής Οικονομίας διά τών δημάρχων, ούτινοε ό τόπος ορίζεται διά Β. Διατάγματος, έκδιδομένου προτάσει τόΰ Υπουργοϋ τοΰ μνησθεντος 'Υπουργείου.
Εις τό βιβλιάριον εργασίας αναγράφεται παρά τοΰ χορηγούντος αϋτο δημάρχου το όνοματεπώνυμον τοϋ αιτοϋντος αυτό, ό τόπος καί ό χρόνος τής γεννήσεώς του καί ή κατοικία αύτοΰ.
Aι άνωτερω πιστοποιήσεις δεν ύπόκεινται εις τέλος χαρτόσήμου.
Οί δημοτικοί ιατροί ΰποχρεουνται νά παρέχουν δωρεάν τήν ανωτέρω πιστοποίησην ή να σημειούν εν τω βιβλιαρίω τοΰς λόγους, δι’ οΰς δεν επιτρέπεται ή χορήγησις αυτής.
Οί έργοδόται οφείλουσι νά σημειώνωσιν εν τω βιβλιαρίω εργασίας τον χρόνον τής προσλήψεως τοϋ σχετικού Εργάτου εις την Εργασίαν των και τον χρόνον τής άπολύσεώς του έξ αυτής, άλλ’ εΐνε εις αυτούς άπηγορευμένον να γράφωσιν οίασδηποτε παρατηρήσεις έν τω βιβλιαρίω περί τής διαγωγής η ικανότητος τών εργατών ή νά κατακρατώσι τά βιβλιάρια Εργασίας.
Οι δημόσιοί υπάλληλοι, εις ούς είναι ανατεθιμένη η επιβλεψις τής εφαρμογής τοϋ νόμου τούτου, δικαιούνται απαιτώσιν οποτεδήποτε την δαπάναις τοϋ εργοδότου ιατρικήν εξετάσιν των εν τη πρώτη παραγράφο του άρθρου τούτου αναφερομένων προσώπων, όπως εξακριβώσι εάν η ανατιθέμενη εργασία εις αυτά είνε επιβλαβής, οπότε δικαιούνται να διαταξωσι την απόλυσιν αυτών εκ της σχετικής εργασίας. Κατ’ άπαίτησιν τοϋ πατρος η τοΰ. έπιτροποϋ ως ανίκανου κριθέντος εργάτου επαναλαμβάνεται η ιατρικη εξετασις επι παρουσία του.
Προκειμενου νά χρησιμοποιηθή εις τινα των εν τω άρθρω 1 υπο τα στοιχεία α'—γ' αναφερομενων επιχειρήσεων και εργασιών πρόσωπον μη συμπληρώσαν το 18ον ετόν της ηλικίας η γυνή, υποχρεούται ο εργοδότης πρό της ενάρξεως της εργασίας νά γνωστοποιώ εις την. οίκείαν αστυνομικήν άρχην το ονοματεπώνυμον αύτου, τάς ημέρας καθ’ άς θά γίνεται ή εργασία, τον χρονον της καθ’ εκάστην ημέραν άρχης και λήξεως της εργασίας καί τών διακοπών ώς καί τό ειδος της εργασίας.
Προ πάσης οίασδηποτε μεταβολης εις τούς άνωτέρω ορούς έκτος των προσωρινων μεταβολών, άς καθιστα αναγκαίας η αντίκατάστασις κωλυόμενων εργατών, πρέπει να γίνεται γνωστοποίησις εις την οικοίαν Αστυνομικήν άρχην.
Έντος τριών μηνών από της ισχύος του νόμου τούτου ΰποχρεουται πας Εργοδότης τών Ανωτέρω άναφερορένων επιχειρήσεων και εργασιών να ΰποβάλη εις τήν άστυνομικήν άρχήν γενικόν πίνακα τών ύπ' αΰτοΰ απασχολούμενων παιδιών, νεαρών προσώπων και γυναικών καί τών όρων, ύφ’ ούς εργάζονται ουτοι κατά τά έν τή α' παραγράφω τοϋ άρθρου τούτου οριζόμενα. "Ομοιον δέ πίνακα οφείλει νά ύποβάλλη εις τούς έχοντας την έπίβλεψιν τής εφαρμογής τοΰ νόμου τούτου δημόσιους ΰπαλλήλους. οσάκις ήθελον ζητήσει τοιοΰτον.
Εις εκάστην των ανωτέρω Επιχειρήσεων, εις τάς όποιας χρησιμοποιούνται παιδία, νεαρά πρόσωπά και γυναίκες πρέπει να αναρταται φροντίδι τοΰ Εργοδότου είς τά διαμερίσματα εις α εργάζονται ούτοι καί εις εμφανές μέρος πίναξ, περιλαμβάνων τά ονόματα αυτών, τάς ημε'ρας καθ’ άς εργάζονται, τον χρόνον τής καθ' εκάστην ήμέραν ενάρξεως καί παύσεως της έργασίας καί των διακοπών.
Επίσης ο εργοδότης υποχρεουται να ανχρτα εις τα αυτα διαμερίσματα πίνακα περιεχοντα κατα το υπο του 'Υπουργείου τής 'Εθνικής Οικονομίας έκδοθησόμενον δείγμα περίληψιν τών την Εργασίαν τών γυναικών και των ανηλίκων κανονιζούσών νομικών διατάξεων.
Οι έργωδόται τών εν τω άρθρω 1 αναφερομενων εργασιών, οί άπασχολούντες πρόσωπα μή ύπερβάντα το 18ον της ηλικίας των ή γυναίκας, οφείλουv νά τηροϋν εις την διασκευήν του Εργοστασίου ή της Εργασίας των και τον κανονισμόν αυτής ορούς εξασφαλίζοντας την ηθικήν, την υγείαν καί τήν σωματικήν ακεραιότητα αΰτων.
Δια Β. Διατάγματος, εκδιδομένου προτάσει τοϋ Ύπουργου τής Εθν, Οικονομία, μετά γνωμοδότησιν τοϋ άνωτάτου συμβουλίου εργασίας, δύναται νά απαγορευθή να περιοσθεί ή να υποβληθεί εις ορισμένους όρους η χρησιμοποίησης παιδιών, νεαρών προσώπων και γυναίκων εις εργασίας δυσαναλόγως βαρειάς προς τις δυνάμεις αυτών ή επικινδύνους εις την υγείαν, την ήθικήν ή την σωματικήν αυτών ακεραιότητα.
Αι παραβάσεις του νόμου τούτου καταδιώκονται αυταπαγγέλτως. Οι εργοδόται και διευθυνταί επιχειρήσεων και εργασιών τιμωρούνται δια πάσαν παράβασιν του νόμου τούτου με χρηματικήν ποινήν δρ. 25—100.
Η χρηματική ποινή επιβάλλεται τόσας φοράς όσα είνε τα πρόσωπα τα οποία χρησιμοποιήσαν εις εργασίαν κατα παράβαση τούτου, του συνόου της χρηματικής ποινής επί πλειόνων εμού παραβάσεων μη δυναμένου να υπερβή τας 500 δραχμάς.
Έν περιπτωσει ύποτροπης, λαμβανούσης χώραν εντός έτους από της τελευταίας τιμωρίας, αι ποιναί διπλασιάζονται, του συνόλου αυτών μη δυναμένου να υπερβή τας 1.000 δραχμάς.
Οι ιδιοκτήται των επιχειρήσεων είνε αστικώς υπεύθυνοι δια τας εις τους διευθυντάς των επιχειρήσεων αυτών επιβαλλομένας χρηματικάς ποινάς.
Δια προστίμου 1-25 δραχμών τιμωρούνται ο πατήρ, ή μητήρ ή ο επίτροπος, εάν έδωσαν εις εργασίαν ή επέτρεψαν νά εργασθη παρά τάς διατάξεις τού νόμου τούτου τό τέκνον ή τον Επιτροπευόμενον αυτών.
Έν περιπτώσει υποτροπής εντός έτους άπο τής τελευταίας τιμωρίάς τό πρόστιμον δυνατοί να διπλασιασθή.
Αι κατά τας, διατάξεις του προηγούμενου άρθρου επιβαλλόμεναι χρηματικαί ποιναί κατατίθενται παρά τη Εθνική Τραπεζη της Ελλάδος εις έντοκον λογαριασμόν ύπο τον τίτλον «Ταμείον προνοίας υπερ των εργατών». Ιδιαίτερος νόμος θέλει κανονίσει το της διαθέσεως του κεφαλαίου τούτου.
Η επίβλεψις της εφαρμογής του νόμου ως και των λοιπών προστατευτικών των εργατών νόμων, πλην των κανονιζόντων την εν τοις μεταλλείοις, λατομείοις, ορυχείοις και τοις σιδηροδρόμοις εργασίαν, ανατίθεται εις τε τα αστυνομικά όργανα και εις ειδικόν σώμα Επιθεωρήσεως της εργασίας (τμήμα εργασίας και κοινων. πρόνοιας). Προς τούτο συνιστώνται δυο θέσεις επιθεωρητών εργασίας α' και β΄ τάξεως, και δυο θέσεις επόπτων εργασίας α΄ ή β' τάξεως.
Ο επιθεωρητής α' τάξεως έχει βαθμόν και μισθόν τμηματάρχου α' τάξεως, ο δ' επιθεωρητής β' τάξεως βαθμόν και μισθόν τμηματάρχου β' τάξεως.
Ο επόπτης α' τάξεως έχει βαθμόν και μισθόν υπουργικού γραμματέως β' τάξεως, ο δ' επόπτης β' τάξεως έχει βαθμόν και μισθόν υπουργικού γραφέως α' τάξεως.
Καθήκοντα επιθεωρητού δύναται να εκτελέση και ο τμηματάρχης ή ο διευθύνων το τμήμα της «Εργασίας και κοινωνικής πρόνοιας» του υπουργείου της Εθνικής Οικονομίας.
Επιθεωρητής α' τάξεως διορίζεται κατ' απόφασιν του Υπουργικού συμβουλίου εντός εξ μηνών από της ισχύος του νόμου τούτου ο έχων δίπλωμα μηχανικού ανωτέρας Ευρωπαϊκής πολυτεχνικής ή βιοτεχνικής σχολής.
Επιθεωρητής β' τάξεως διορίζεται ο έχων δίπλωμα μηχανικού του ημετέρου ή αλλοδαπού ισοτίμου Πολυτεχνείου και επιτυγχάνων εν διαγωνισμώ, ου αι λεπτομέρειαι κανονισθήσονται δια Β. Διατάγματος.
Μετά τριετή υπηρεσίας ο επιθεωρητής β' τάξεως δύναται να προαχθή εις επιθεωρητήν α' τάξεως,
Επόπτης α' ή β' τάξεως διορίζεται ο επιτυγχάνων εν διαγωνισμώ και έχων προς τω απολυτήριω Ελληνικού Σχολείου, πρακτικάς μηχανικάς γνώσεις ή δεκαετή τουλάχιστον δημοσίαν υπηρεσίας και θέσιν γραφέως α' τάξεως. Δια Β. Διατάγματος θέλουσι καθορισθή αι λεπτμέρειαι του διαγωνισμού και τα λοιπά προσόντα των εποπτών α' και β' τάξεως.
Μετά διετή υπηρεσίαν δύναται ο επόπτης β' τάξεως να προαχθή εις τοιούτων α' τάξεως.
Οι αποτελούντες το σώμα της Επιθεωρήσεως της εργασίας δικαιούνται προς ενέργειαν επιθεωρήσεως να εισέρχωνται εις τα καταστήματα και τους τόπους της εργασίας των συμφώνως προς το άρθρον 21 εις την δικαιοδοσίαν αυτών υπογομένων επιχειρήσεων, οποτεδήποτε της ημέρας ή και εν καιρώ νυκτός, εάν κατ' αυτήν γίνεται εργασία, υποχρεούνται δε να καταγγέλουν αρμοδίως πάσαν εις την αντίληψιν των προσπιπτούσαν παράβασιν των νόμων, των οποιών υποχρεούνται να επιβλέπουν την εφαρμογήν και να τηρώσιν αυστηράν εχεμύθειαν αναφορικώς εις τα βιομηχανικά μυστικά και τας μεθόδους παραγωγής των επιχειρήσεων ας επιθεωρούν.
Οι διευθυνται επιχειρήσεων, περί ων το άρθρον 1 του παρόντος νόμου, υποχρεούνται να χορηγώσιν εις το Υπουργείον της Εθνικής Οικονομίας και τους κατά τον παρόντα νόμον επιθεωρητάς πληροφορίας περί του αριθμού, φύλου και της ηλικίας των εργατών, ως και πάσαν δια την εφαρμογήν των περί αυτών νόμων αναγκαίαν πληροφορίαν. Οι αρνούμενοι να χορηγώσι τας αιτουμένας πληροφορίας ή αλλοιούντες την αλήθειαν από σκοπού τιμωρούνται δια προστίμου 10-100 δρχ. κατ' έγκλησιν των αρμοδίων υπαλλήλων.
Τιμωρείται δια χρηματικής ποινής μέχρι 500 δραχμών ο παρεμβάλλων προσκόμματα εις το έργον των ασκούντων την επιθεώρησιν υπαλλήλων. Εν υποτροπή επιβάλλεται χρηματική ποινή μέχρι 1,000 δραχμών.
Οι επιθεωρηταί υποχρεούνται να υποβάλλουν κατ' έτος εις τον προϊστάμενον αυτών Υπουργόν της Εθνικής Οικονομίας έκθεσιν περί των διεξαγομένων επιθεωρήσεων.
Τα της εκτελέσεως και εφαρμογής του νόμου τούτου κανονισθήσοντα δια Β. Διαταγμάτων, εκδιδομένων μετά γνωμοδότησιν του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας προτάσει του Υπουργού της Εθνικής Οικονομίας.
Η ισχύς του νόμου τούτου άρχεται τρείς μήνες μετά την δημοσίευσιν αυτού.
Πάσα διάταξις αντικειμένη εις τον παρόντα νόμον καταργείται.
Ο παρών νόμος, ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ' Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτων ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 24 Ιανουαρίου 1912
Γεώργιος