Σχετικά έγγραφα :
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 15Α_2013 | 315.9 KB |
1. Τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1, 2, 3 και 5 του ν. 1338/1983 (Α΄ 34), όπως οι παρ. 1 και 5 τροποποιήθηκαν, αντιστοίχως, με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 6 του ν. 1440/1984 (Α΄ 70) και του άρθρου 3 του ν. 1338/1983, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του ν. 1892/1990 (Α΄ 101).
2. Τις διατάξεις του άρθρου δεύτερου, παρ. 2, του ν. 2077/1992 «Κύρωση της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και των σχετικών πρωτοκόλλων και δηλώσεων που περιλαμβάνονται στην τελική Πράξη» (Α΄ 136).
3. Τις διατάξεις των άρθρων 41 και 73 παρ. 1 του «ΚΩΔΙΚΑ ΝΟΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ» (Κ.Ν.Υ.Α.Ε.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3850/2010 «Κύρωση του Κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων» (Α΄ 84).
4. Την υπ’ αριθμ. 14362/20/18−7−2012 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Νικόλαο Παναγιωτόπουλο» (Β΄ 2166).
5. Την υπ’ αριθμ. Υ48/9−7−2012 απόφαση του Πρωθυπουργού «Καθορισμός αρμοδιοτήτων του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα» (Β΄ 2105).
6. Την υπ’ αριθμ. 5/10−07−2012 γνώμη του Συμβουλίου Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων (Σ.Υ.Α.Ε.).
7. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (Α΄ 98).
8. Ότι με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος δεν θα προκληθεί πρόσθετη δαπάνη σε βάρος του προϋπολογισμού του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ή του κρατικού προϋπολογισμού ή προϋπολογισμού N.Π.Δ.Δ., δεδομένου ότι οι δαπάνες εντάσσονται στα πλαίσια των ήδη εγκεκριμένων προϋπολογισμών (ΚΑΕ 0843, 0871, 0873, 0879, 1211, 1219) για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 2 παρ. 1 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε.
9. Την υπ’ αριθμ. Δ 191/2012 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, μετά από πρόταση των Υπουργών Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Υγείας, του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, αποφασίζουμε:
1. Σκοπός του παρόντος διατάγματος είναι η εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας περί ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων προς τις διατάξεις της οδηγίας 2010/32/ΕΕ του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2010 (ΕΕ L 134/1.6.2010) «Για την εφαρμογή της συμφωνίας−πλαισίου σχετικά με την πρόληψη των τραυματισμών που προκαλούνται από αιχμηρά αντικείμενα στο νοσοκομειακό και υγειονομικό τομέα, η οποία συνήφθη από τις οργανώσεις HOSPEEM και EPSU» και ειδικότερα αποσκοπεί στην εφαρμογή της συμφωνίας−πλαίσιο που συνήφθη από τις ευρωπαϊκές οργανώσεις κοινωνικών εταίρων HOSPEEM (Ευρωπαϊκή Ένωση Εργοδοτών του Νοσοκομειακού και Υγειονομικού Τομέα) και EPSU (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Συνδικάτων Δημοσίων Υπηρεσιών) στις 17 Ιουλίου 2009, σχετικά με την πρόληψη των τραυματισμών που προκαλούνται από αιχμηρά αντικείμενα στο νοσοκομειακό και υγειονομικό τομέα.
2. Με τη συμφωνία αυτή επιδιώκεται:
α) η επίτευξη του ασφαλέστερου, κατά το δυνατό, εργασιακού περιβάλλοντος,
β) η πρόληψη των τραυματισμών των εργαζομένων από κάθε είδους ιατρικό αιχμηρό αντικείμενο (συμπεριλαμβανομένων των βελονών),
γ) η προστασία των εργαζομένων που διατρέχουν κίνδυνο,
δ) η διαμόρφωση ολοκληρωμένης προσέγγισης για τον καθορισμό πολιτικών σχετικά με την εκτίμηση του κινδύνου, την πρόληψη του κινδύνου, την κατάρτιση, την ενημέρωση, την ευαισθητοποίηση και την παρακολούθηση,
ε) η θέσπιση διαδικασιών αντίδρασης και παρακολούθησης
3. Διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας που περιέχουν ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για την προστασία των εργαζομένων από τους τραυματισμούς από ιατρικά αιχμηρά αντικείμενα, από τις καθοριζόμενες με το παρόν διάταγμα, εξακολουθούν να ισχύουν.
1. Το παρόν προεδρικό διάταγμα εφαρμόζεται σε όλους τους εργαζομένους του νοσοκομειακού και του υγειονομικού τομέα, καθώς και σε όλους όσοι υπάγονται στη διοικητική εξουσία και εποπτεία των εργοδοτών, στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Οι εργοδότες οφείλουν να καταβάλλουν προσπάθειες για να εξασφαλίζουν ότι οι εργολάβοι και οι υπεργολάβοι συμμορφώνονται με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.
2. Ο «ΚΩΔΙΚΑΣ ΝΟΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ» (Κ.Ν.Υ.Α.Ε.) εφαρμόζεται πλήρως στους τομείς που αναφέρονται στην παρ. 1, με την επιφύλαξη των αυστηρότερων διατάξεων του παρόντος διατάγματος.
Για τους σκοπούς του παρόντος προεδρικού διατάγματος, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) Εργαζόμενοι: τα πρόσωπα που απασχολούνται από εργοδότη με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των μαθητευομένων και των ασκουμένων σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις ή/και πρακτικές, στον τομέα των υπηρεσιών και των δραστηριοτήτων που συνδέονται άμεσα με το νοσοκομειακό και τον υγειονομικό τομέα.
β) Καλυπτόμενοι χώροι εργασίας: οι υγειονομικοί οργανισμοί/υπηρεσίες του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και κάθε άλλος χώρος/υγειονομική μονάδα όπου εκτελούνται και παρέχονται υπηρεσίες/ δραστηριότητες υγείας, υπό τη διοικητική εξουσία και εποπτεία του εργοδότη.
γ) Εργοδότες: τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή οργανισμοί που συνδέονται με σχέση εργασίας με τους εργαζομένους και έχουν την ευθύνη για τη διαχείριση, οργάνωση και παροχή υγειονομικής περίθαλψης και τις άμεσα συνδεόμενες υπηρεσίες ή/και δραστηριότητες που παρέχονται από τους εργαζομένους.
δ) Αιχμηρά αντικείμενα: αντικείμενα ή εργαλεία αναγκαία για την άσκηση συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα της υγείας, τα οποία μπορούν να κόβουν, να τρυπούν, να προκαλούν τραυματισμό ή/και λοίμωξη. Τα αιχμηρά αντικείμενα θεωρούνται εξοπλισμός εργασίας υπό την έννοια του άρθρου 2 παρ. 1 του π.δ. 395/1994 «Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζόμενους κατά την εργασία τους σε συμμόρφωση με την οδηγία του Συμβουλίου 89/655/ΕΟΚ» (Α΄ 220).
ε) Ιεράρχηση μέτρων: ιεράρχηση των μέτρων ανάλογα με την αποτελεσματικότητά τους και τις γενικές αρχές πρόληψης, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 42 παρ. 7 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. και στα άρθρα 3, 5 και 6 του π.δ. 186/1995 «Προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία σε συμμόρφωση µε τις οδηγίες του Συμβουλίου 90/679/EOK και 93/88/EOK» (Α΄ 97).
στ) Ειδικά προληπτικά μέτρα: μέτρα που λαμβάνονται για την αποτροπή των τραυματισμών ή/και της μετάδοσης λοιμώξεων κατά την παροχή υπηρεσιών και την εκτέλεση δραστηριοτήτων που συνδέονται άμεσα με το νοσοκομειακό και τον υγειονομικό τομέα, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης του ασφαλέστερου απαιτούμενου εξοπλισμού, με βάση την εκτίμηση κινδύνου, τη διεθνή βιβλιογραφία και πρακτική και τις ασφαλείς μεθόδους διάθεσης των ιατρικών αιχμηρών αντικειμένων.
ζ) Εκπρόσωπος των εργαζομένων: κάθε πρόσωπο που εκλέγεται, επιλέγεται ή ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 18, κεφ. Β΄, ν. 1767/1988 «Συμβούλια εργαζομένων και άλλες εργατικές διατάξεις – Κύρωση της 135 διεθνούς σύμβασης εργασίας» (Α΄ 63) για να εκπροσωπεί τους εργαζόμενους.
η) Εκπρόσωποι των εργαζομένων σε θέματα υγείας και ασφάλειας: κάθε άτομο που εκλέγεται με ειδική αρμοδιότητα σε θέματα προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων σύμφωνα με τα άρθρα 4, 5, 6 και 7 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. και τα άρθρα 1, 2, 3, 4 και 5 του ν. 1767/1988.
θ) Εργολάβος ή υπεργολάβος: κάθε πρόσωπο που δραστηριοποιείται σε υπηρεσίες και δραστηριότητες που συνδέονται άμεσα με το νοσοκομειακό και τον υγειονομικό τομέα, στο πλαίσιο συμβατικών σχέσεων εργασίας που συνάπτει με τον εργοδότη.
1. Οι εργαζόμενοι του υγειονομικού τομέα που διαθέτουν ορθή κατάρτιση, επαρκείς πόρους και προστασία αποτελούν καθοριστικό παράγοντα για την πρόληψη των κινδύνων που συνδέονται με τραυματισμούς και λοιμώξεις από ιατρικά αιχμηρά αντικείμενα. Η αποτροπή της έκθεσης αποτελεί τη βασική στρατηγική για την εξάλειψη και την ελαχιστοποίηση του κινδύνου των τραυματισμών ή των λοιμώξεων που προκαλούνται στον χώρο της εργασίας.
2. Ο ρόλος των εκπροσώπων των εργαζομένων σε θέματα υγείας και ασφάλειας είναι πρωταρχικός για την πρόληψη κινδύνου και την προστασία.
3. Ο εργοδότης υποχρεούται να μεριμνά για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων σε κάθε πτυχή που συνδέεται με την εργασία, συμπεριλαμβανομένων των ψυχοκοινωνικών παραγόντων και της οργάνωσης της εργασίας.
4. Αποτελεί υποχρέωση του κάθε εργαζομένου να φροντίζει, ανάλογα με τις δυνατότητές του, για την ασφάλεια και την υγεία του, καθώς και για την ασφάλεια και την υγεία των άλλων προσώπων που επηρεάζονται από τις πράξεις του κατά την εργασία, σύμφωνα με την κατάρτισή του και τις οδηγίες του εργοδότη του.
5. Ο εργοδότης διαμορφώνει ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο οι εργαζόμενοι και οι εκπρόσωποί τους συμμετέχουν στην ανάπτυξη πολιτικών και πρακτικών για την υγεία και την ασφάλεια.
6. Η αρχή που διέπει τα ακόλουθα ειδικά προληπτικά μέτρα που διατυπώνονται στις ρήτρες 5−10 της παρούσας συμφωνίας σημαίνει ότι ποτέ δεν προεξοφλείται η έλλειψη κινδύνου. Εφαρμόζεται η ιεράρχηση των γενικών αρχών πρόληψης σύμφωνα με το άρθρο 43 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε και τα άρθρα 3, 5 και 6 του π.δ. 186/1995.
7. Οι εργοδότες και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων συνεργάζονται στο κατάλληλο επίπεδο για την εξάλειψη και την πρόληψη των κινδύνων, την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων και τη διαμόρφωση ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος, μεταξύ άλλων με διαβουλεύσεις σχετικά με την επιλογή και τη χρήση ασφαλούς εξοπλισμού, με τον καθορισμό του βέλτιστου τρόπου για την εφαρμογή των διαδικασιών κατάρτισης, ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης.
8. Πρέπει να αναληφθεί δράση μέσω διαδικασίας ενημέρωσης και διαβούλευσης, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο ή/και τις συλλογικές συμβάσεις.
9. Για να είναι αποτελεσματικά τα μέτρα ευαισθητοποίησης πρέπει να γίνεται καταμερισμός των υποχρεώσεων μεταξύ των εργοδοτών, των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους.
10. Για την επίτευξη του ασφαλέστερου δυνατού εργασιακού περιβάλλοντος, είναι σκόπιμο να συνδυάζονται μέτρα σχεδιασμού, ευαισθητοποίησης, ενημέρωσης, κατάρτισης, πρόληψης και παρακολούθησης.
11. Πρέπει να καλλιεργηθεί η νοοτροπία του «μη στιγματισμού». Η αναφορά των περιστατικών πρέπει να επικεντρώνεται στους συστημικούς παράγοντες και όχι στα ατομικά σφάλματα. Η συστηματική αναφορά των περιστατικών πρέπει να θεωρείται ως φυσιολογική διαδικασία.
1. Ο εργοδότης οφείλει να έχει στη διάθεσή του μια γραπτή εκτίμηση των υφισταμένων κατά την εργασία κινδύνων, σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 6 του π.δ. 186/1995 και τα άρθρα 42 και 43 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε.
2. Η εκτίμηση κινδύνου περιλαμβάνει τον προσδιορισμό της έκθεσης, την κατανόηση της σημασίας ενός ορθώς εξοπλισμένου και οργανωμένου εργασιακού περιβάλλοντος και καλύπτει όλες τις περιπτώσεις που συνδέονται με τραυματισμό, αίμα ή άλλο δυνητικά μολυσματικό υλικό.
3. Η εκτίμηση κινδύνου λαμβάνει υπόψη την τεχνολογία, την οργάνωση της εργασίας, το επίπεδο των προσόντων, τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες που συνδέονται με την εργασία και την επίδραση των παραγόντων που συνδέονται με το εργασιακό περιβάλλον. Η εκτίμηση κινδύνου:
α) προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να αποτραπεί η έκθεση,
β) εξετάζει πιθανά εναλλακτικά συστήματα (εργασιακές μέθοδοι, διαδικασίες, εξοπλισμός κ.ά.).
1. Στις περιπτώσεις που από τα αποτελέσματα της εκτίμησης κινδύνου προκύπτει ότι υπάρχει κίνδυνος τραυματισμού από αιχμηρά αντικείμενα ή/και λοίμωξης, πρέπει να διακόπτεται η έκθεση των εργαζομένων στον κίνδυνο με τη λήψη των ακόλουθων μέτρων χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η σειρά προτεραιότητας:
α) καθορίζονται και εφαρμόζονται ασφαλείς διαδικασίες για τη χρήση και διάθεση των αιχμηρών ιατρικών εργαλείων και των μολυσμένων αποβλήτων. Οι διαδικασίες αυτές επαναξιολογούνται τακτικά και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των μέτρων για ενημέρωση και κατάρτιση των εργαζομένων που αναφέρεται στο άρθρο 8,
β) με βάση τα αποτελέσματα της εκτίμησης κινδύνου, παύει η μη αναγκαία χρήση των αιχμηρών αντικειμένων με αλλαγές στην πρακτική, εξασφαλίζοντας ιατρικές συσκευές που περιέχουν μηχανισμούς ασφάλειας και προστασίας,
γ) καταργείται με το παρόν διάταγμα η πρακτική της επανατοποθέτησης καλυμμάτων στις βελόνες.
2. Όσον αφορά τη δραστηριότητα και την εκτίμηση κινδύνου, ο κίνδυνος της έκθεσης πρέπει να μειώνεται σε τόσο χαμηλό επίπεδο ώστε να προστατεύεται επαρκώς η ασφάλεια και η υγεία των εργαζομένων. Με βάση τα αποτελέσματα της εκτίμησης κινδύνου πρέπει να εφαρμόζονται τα ακόλουθα μέτρα:
α) εφαρμόζονται αποτελεσματικές διαδικασίες διάθεσης και τοποθετούνται ασφαλείς, από τεχνική άποψη, υποδοχείς με σαφή επισήμανση για το χειρισμό των αιχμηρών αντικειμένων και των εργαλείων έγχυσης μιας χρήσης, όπου χρησιμοποιούνται ή ευρίσκονται τα αιχμηρά αντικείμενα σύμφωνα και με το Παράρτημα Ι, παρ. 1.1.2.1 της κοινής υπουργικής απόφασης 146163/2012 «Μέτρα και Όροι για τη Διαχείριση Αποβλήτων Υγειονομικών Μονάδων» (Β΄ 1537),
β) γίνεται πρόληψη του κινδύνου των λοιμώξεων με την εφαρμογή ασφαλών συστημάτων εργασίας με τους εξής τρόπους:
αα) ανάπτυξη συνεκτικής πολιτικής πρόληψης η οποία καλύπτει την τεχνολογία, την οργάνωση της εργασίας, τις συνθήκες εργασίας, τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες που συνδέονται με την εργασία καθώς και την επίδραση παραγόντων που συνδέονται με το εργασιακό περιβάλλον,
ββ) κατάρτιση,
γγ) εφαρμογή διαδικασιών για την ιατρική παρακολούθηση σύμφωνα με το άρθρο 14 του π.δ. 186/1995.
γ) χρήση μέσων ατομικής προστασίας
3. Όταν από την εκτίμηση που αναφέρεται στο άρθρο 5 προκύπτει η ύπαρξη κινδύνων για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες για τους οποίους υπάρχουν αποτελεσματικά εμβόλια, αυτά πρέπει να παρέχονται για τον εμβολιασμό των εργαζομένων.
4. Ο εμβολιασμός και, εφόσον απαιτείται, ο επαναληπτικός εμβολιασμός συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού του είδους των εμβολίων, πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες σχετικές διατάξεις και πρακτικές, καθώς και το συνιστώμενο κώδικα συμπεριφοράς που περιέχεται στο παράρτημα VII του άρθρου 17 του π.δ. 186/1995.
α) Οι εργαζόμενοι ενημερώνονται σχετικά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα τόσο του εμβολιασμού όσο και του μη εμβολιασμού.
β) Ο εμβολιασμός πρέπει να παρέχεται δωρεάν σε όλους τους εργαζομένους και τους φοιτητές που εκτελούν υγειονομικές και συναφείς δραστηριότητες στο χώρο εργασίας, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις ή/και πρακτικές.
Δεδομένου ότι τα αιχμηρά αντικείμενα θεωρούνται εξοπλισμός εργασίας κατά την έννοια του άρθρου 2 του π.δ. 395/1994, εκτός από την ενημέρωση και τις γραπτές οδηγίες που παρέχονται στους εργαζόμενους, σύμφωνα με το άρθρο 6 του π.δ. 395/1994, τα άρθρα 40, 43 και 47 παρ. 1 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. και με το άρθρο 4 παρ.1(δ) της υ.α. υπ’ αριθμ. Υ1/οικ.4234/2001 «Συγκρότηση Επιτροπών Νοσοκομειακών Λοιμώξεων στα Νοσοκομεία» (Β΄ 733), ο εργοδότης λαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα:
α) εφιστά την προσοχή στους διάφορους κινδύνους,
β) παρέχει επεξηγήσεις όσον αφορά την ισχύουσα νομοθεσία,
γ) προάγει ορθές πρακτικές όσον αφορά την πρόληψη και την καταγραφή των συμβάντων/ατυχημάτων,
δ) προβαίνει σε ενέργειες ευαισθητοποίησης αναπτύσσοντας δραστηριότητες και ενημερωτικό υλικό σε συνεργασία με αντιπροσωπευτικά συνδικάτα ή/και εκπροσώπους εργαζομένων,
ε) παρέχει ενημέρωση σχετικά με διαθέσιμα προγράμματα στήριξης.
1. Επιπλέον των μέτρων που προσδιορίζονται στο άρθρο 9 του π.δ. 186/1995, παρέχεται κατάλληλη εκπαίδευση σχετικά με τις πολιτικές και τις διαδικασίες που συνδέονται με τους τραυματισμούς από αιχμηρά αντικείμενα, μεταξύ άλλων για τα εξής:
α) την ορθή χρήση ιατρικών συσκευών που περιέχουν μηχανισμούς για την προστασία από αιχμηρά αντικείμενα,
β) την ικανοποιητική ένταξη των νεοεισερχομένων και του προσωρινού προσωπικού,
γ) τον κίνδυνο που συνδέεται με την έκθεση σε αίμα και βιολογικά υγρά,
δ) τα μέτρα πρόληψης, όπως τις συνήθεις προφυλάξεις, τα ασφαλή συστήματα εργασίας, τις ορθές διαδικασίες χρήσης και διάθεσης, τη σημασία του εμβολιασμού, σύμφωνα με τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στο χώρο εργασίας,
ε) τις διαδικασίες αναφοράς, αντίδρασης και παρακολούθησης και τη σημασία τους,
στ) τα μέτρα που λαμβάνονται σε περίπτωση τραυματισμού.
2. Ο εργοδότης πρέπει να διοργανώνει και να παρέχει εκπαίδευση που να είναι υποχρεωτική για τους εργαζόμενους. Ο εργοδότης πρέπει να δίνει άδεια στους εργαζομένους που υποχρεούνται να συμμετέχουν σε εκπαίδευση. Η εν λόγω εκπαίδευση παρέχεται τακτικά, με βάση τα αποτελέσματα της παρακολούθησης, τον εκσυγχρονισμό και τις εξελίξεις.
1. Πραγματοποιείται αναθεώρηση των διαδικασιών αναφοράς που εφαρμόζονται σε συνεργασία με τους εκπροσώπους των εργαζομένων για θέματα υγείας και ασφάλειας ή/και των αρμοδίων εκπροσώπων των εργοδοτών/εργαζομένων. Οι μηχανισμοί αναφοράς θα πρέπει να περιλαμβάνουν τυπικά, εθνικά και ευρωπαϊκά συστήματα.
2. Οι εργαζόμενοι αναφέρουν αμέσως κάθε ατύχημα ή περιστατικό που σχετίζεται με το χειρισμό αιχμηρών αντικειμένων υποχρεωτικά στον εργοδότη ή/και στον άμεσα προϊστάμενο, ή/και σε άλλο πρόσωπο ή θεσμό υπεύθυνο για την υγεία στο χώρο εργασίας.
1. Πρέπει να προβλέπονται από τον εργοδότη πολιτικές και διαδικασίες για την περίπτωση τραυματισμού από αιχμηρό αντικείμενο. Όλοι οι εργαζόμενοι πρέπει να γνωρίζουν τις εν λόγω πολιτικές και διαδικασίες. Οι διαδικασίες αυτές θα πρέπει να συνάδουν με την ευρωπαϊκή και την εθνική νομοθεσία καθώς και με τις συλλογικές συμβάσεις, ανάλογα με την περίπτωση.
Ειδικότερα, ο εργοδότης πρέπει:
α) να μεριμνά αμέσως για την περίθαλψη του τραυματισμένου εργαζόμενου, μεταξύ άλλων, με την παροχή προληπτικής αγωγής μετά την έκθεση και τη διενέργεια κάθε αναγκαίας ιατρικής εξέτασης, όταν ενδείκνυται για ιατρικούς λόγους, καθώς και με την κατάλληλη παρακολούθηση της υγείας σύμφωνα με το άρθρο 14 του π.δ. 186/1995,
β) να διερευνά τις αιτίες και τις περιστάσεις του ατυχήματος/περιστατικού και να το καταγράφει, λαμβάνοντας, εφόσον ενδείκνυται, τα αναγκαία μέτρα. Ο εργαζόμενος πρέπει να παρέχει τις σχετικές πληροφορίες την κατάλληλη χρονική στιγμή για να συμπληρωθούν τα στοιχεία που αφορούν το ατύχημα ή το περιστατικό,
γ) σε περίπτωση τραυματισμού, να εξετάζει τις ενέργειες που απαιτούνται, συμπεριλαμβανομένης της παροχής υποστήριξης στους εργαζομένους εφόσον κρίνεται σκόπιμο, και εξασφαλισμένης ιατρικής αγωγής. Η αποκατάσταση, η συνέχιση της σχέσης εργασίας και η δυνατότητα αποζημίωσης, πρέπει να είναι σύμφωνες με τις εθνικές ή/και τομεακές διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας.
2. Το απόρρητο όσον αφορά τον τραυματισμό, τη διάγνωση και την αγωγή είναι θεμελιώδες και πρέπει να τηρείται.
1. Σε περίπτωση παραβάσεων των διατάξεων του παρόντος επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 71 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. Μετά την επιβολή κύρωσης κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 71 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. δεν επιβάλλεται κύρωση κατά την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού για την ίδια παράβαση.
2. Ως προς την ποινική ευθύνη για παραβάσεις του παρόντος, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 72 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε.
3. Οι διοικητικές κυρώσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 71 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. δεν επιβάλλονται εφόσον ο φερόμενος ως παραβάτης αποδείξει ότι έχει ήδη καταδικαστεί ή αθωωθεί με τελεσίδικη απόφαση ποινικού δικαστηρίου για ποινικό αδίκημα, η αντικειμενική υπόσταση του οποίου ταυτίζεται κατά τα ουσιώδη στοιχεία της με το παράπτωμα, το οποίο αφορούν οι διοικητικές κυρώσεις.
4. Ο έλεγχος της εφαρμογής του παρόντος ανατίθεται στα αρμόδια όργανα, τα οποία καθορίζονται από το άρθρο 69 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε.
Η ισχύς του παρόντος διατάγματος αρχίζει από την ενδέκατη Μαΐου 2013. Στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ανατίθεται η δημοσίευση και η εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.
Αθήνα, 15 Ιανουαρίου 2013
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ |
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ, ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ |
ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ |
ΥΓΕΙΑΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΥΚΟΥΡΕΝΤΖΟΣ |