Τροποποιήθηκε από :
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 209Α_1981 | 2.43 MB |
Κατά την εφαρμογήν του παρόντος Κανονισμού νοείται:
α) Δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος: Το σκάφος το όποιον κινείται υπέρ ή επί της επιφάνειας του ύδατος και το όποιον έχει χαρακτηριστικά διάφορα από τα τοιαύτα των συμβατικών πλοίων επί των οποίων εφαρμόζονται αί ύφιστάμεναι έν ισχύϊ Διεθνείς Συμβάσεις ειδικώτερον δέ ή Διεθνής Σύμβασις περί ασφάλειας της ανθρωπίνης ζωής έν θαλάσση και ή τοιαύτη περί γραμμών φορτώσεως, ώστε να απαιτήται ή λήψις εναλλακτικών μέτρων προς επίτευξιν ισοδυνάμων επιπέδων ασφαλείας. 'Υπό την επιφύλαξιν της άνωτέρω γενικότητας, δύναται να θεωρηθή ώς δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος, το σκάφος το όποιον συγκεντρώνει έν έκ τών άκολούθων χαρακτηριστικών :
(1) Το βάρος του ή σημαντικόν τμήμα αυτού εξουδετερούται τη επιδράσει αντιρρόπων μή υδροστατικών δυνάμεων αναπτυσσομένων ύφ’ ώρισμένας συνθήκας λειτουργίας.
(2) Το σκάφος είναι ικανόν να λειτουργή είς ταχύτητας τοιαύτας ώστε ό όρος V/VgL να είναι ίσος ή μεγαλύτερος του 0,9 όπου :
V = ή μεγίστη ταχύτης,
L = το μήκος επί τής ισάλου και
g = η οφειλομένη εις την βαρύτητα επιτάχυνσις.
Τα ανωτέρω στοιχεία εκφράζονται εις μονάδας του αύτοϋ συστήματος.
β) Αερόστρωμνον όχημα (air cushion vehicle): Σκάφος τοιούτον ώστε το σύνολον ή σημαντικόν μέρος του βάρους του να δύναται να υποστηρίζεται είτε έν ακινησία είτε έν κινήσει ύπο συνεχώς παραγομένης στρωμνής αέρος τής οποίας ή αποδοτικότης εξαρτάται από την απόστασιν έκ τής επιφανείας υπεράνω τής οποίας λειτουργεί το σκάφος.
γ) Υδροπτέρυγον πλοίον (hydrofoil boat): Σκάφος το όποιον υπό ωρισμένας συνθήκας λειτουργίας ανυψούται σχεδόν καθ' ολοκληρίαν υπέρ την επιφάνειαν της θαλάσσης υπό υδροδυναμικών δυνάμεων αναπτυσσομένων επί πτερυγίων.
(δ) Σκάφος μετά πλευρικών τοιχωμάτων (side wall craft): Αερόστρωμνον όχημα του οποίου τα τοιχώματα εκτεινόμενα κατά μήκος των πλευρών του είναι μονίμως βυθισμέναι ισχυραί κατασκευαί.
(ε) Άφορτον εκτόπισμα: Το εκτόπισμα τού σκάφους άνευ φορτίου, καυσίμου, λιπαντικού ελαίου, έρματος, γλυκέος και τροφοδοτικού ύδατος είς τάς δεξαμενάς, αναλωσίμων εφοδίων, επιβατών και πληρώματος και των αποσκευών αυτών.
(στ) Μέγιστον βάρος λειτουργίας: Το μέγιστον βάρος μέχρι του οποίου επιτρέπεται υπό της Αρχής η λειτουργία είς την προβλεπομένην κατάστασιν.
(ζ) Δυσμενέσταται προβλεπόμεναι συνθήκαι: Αί καθορισμέναι συνθήκαι περιβάλλοντος, υπό τάς οποίας προβλέπεται η λειτουργία του σκάφους βάσει των σχετικών Πιστοποιητικών του. Είς τάς συνθήκας αυτάς θα ηδύναντο να ληφθούν ύπ’ όψιν οι ενδεικτικώς σημειούμενοι παράγοντες ως δυσμενέσταται συνθήκαι εντάσεως ανέμου, επιτρεπόμενοι ύψος κύματος (περιλαμβανομένων δυσμενών συνδυασμών μήκους και διευθύνσεις των κυμάτων), ελάχισται θερμοκρασίαι αέρος, ορατότης και βάθος ύδατος δι’ άσφαλή λειτουργίαν, ως και οιοσδήποτε άλλος παράγων ήθελε κριθή αναγκαίος υπό της Αρχής, αναλόγως προς τον τύπον του σκάφους έν σχέσει μέ τήν περιοχήν λειτουργίας.
(η) Κρίσιμοι συνθήκαι σχεδιάσεως: Αί καθορισμέναι οριακαί συνθήκαι αί οποίαι έπελέγησαν διά λόγους σχεδιάσεως καί αί οποίαι πρέπει νά είναι αυστηρότεραι από τάς δυσμενεστάτας προβλεπομένας συνθήκας, μέχρις ενός καταλλήλου ορίου αποδεκτοϋ υπό της αρχής.
(θ) Κυβερνήτης: Ό εντεταλμένος ή πράγματι ασκών τήν διακυβέρνησιν του σκάφους.
(ι) Πλήρωμα: Το σύνολον τών προσώπων τών ναυτολογημένων επί του σκάψους ή οπωσδήποτε χρησιμοποιουμένων υπό οιανδήποτε ιδιότητα επί του πλοίου, διά τάς ανάγκας αυτού, εκτός του Κυβερνήτου.
(ια) Επιβάτης: Παν πρόσωπον επιβαίνον του πλοίου έκτος:
α) Του Κυβερνήτου και τών μελών του πληρώματος, καί β) τών κάτω του ενός έτους παίδων.
(ιβ) Επιβαίνοντες: Ο Κυβερνήτης, το πλήρωμα καί οί επιβάται.
(ιγ) Διεθνής πλούς: Ο πλούς από τινος Ελληνικού λιμένος είς τινα λιμένα τής αλλοδαπής καί άντιστρόφως, ώς και ό πλούς μεταξύ λιμένων τής αλλοδαπής.
(ιδ) Ε.Ε.Π.: Η έν Πειραιεϊ εδρεύουσα Επιθεώρηση Εμπορικών Πλοίων.
(ιε) Νηογνώμων: Ο εξουσιοδοτημένος Νηογνώμων κατά τάς εκάστοτε εν ισχύει διατάξεις εξουσιοδοτήσεως Νηογνώμων.
(ιστ) Λιμήν (εκκινήσεως): Λιμήν διαθέτων :
(α) καταλλήλους ευκολίας διά τήν παροχήν συνεχούς ραδιοεπικοινωνίας με το σκάφος, καθ’ οίονδήποτε χρόνον τούτο ευρίσκεται εις λιμένας ή έν πλώ, εάν απαιτείται τούτο,
(β) 'Οσάκις απαιτείται διά το σκάφος λίαν υψηλή συχνότης:
ι) καταλλήλους ευκολίας διά ραδιοεπικοινωνία λίαν υψηλών συχνοτήτων (VHF) μέ το σκάφος καθ’ οιονδήποτε χρόνον ευρίσκεται πλησίον τού λιμένος, και
ιι) δυνατότητα επικοινωνίας τού σκάφους με ραδιοεπικοινωνιακάς ευκολίας, καθ’ οιονδήποτε χρόνον τούτο λειτουργεί (πέραν) εκτός τής ακτίνος τών ευκολιών VHF περί ών το έδάφιον (β) (ι) τής παρούσης παραγράφου.
(γ) Μέσα διά τήν λήψιν καταλλήλου μετεωρολογικού δελτίου διά τήν αντίστοιχον περιοχήν και την κατάλληλον μετάδοσή του εις όλα τα έν λειτουργία σκάφη.
(ιζ) Τόπος καταφυγής: Οιαδήποτε φυσικώς ή τεχνητώς προστατευμένη περιοχή ή οποία δύναται να χρησιμοποιηθή ώς καταφύγιον υπό σκάφους το όποιον δύναται νά θεωρηθή ότι είναι έν κινδύνω. Δέον νά διατίθενται κατάλληλοι ευκολίαι επικοινωνιών και μεταφορών.
Ό παρών Κανονισμός εφαρμόζεται επί τών δυναμικώς υποστηριζομένων σκαφών τα όποια :
α) Κατασκευάζονται είς Ελλάδα και προορίζονται διά τήν μεταφοράν επιβατών ή επιβατών και οχημάτων.
β) ’Ανεξαρτήτως χώρας κατασκευής των προορίζονται διά τήν μεταφοράν επιβατών ή επιβατών και οχημάτων ή περιήγησιν επιβατών μεταξύ Ελληνικών λιμένων ή και λιμένων τής αλλοδαπής.
Διά σκάφη μεταφέροντα επιβάτας και οχήματα δύναται ή Ε.Ε.Π. να απαιτήσει τήν συμμόρφωσιν αυτών και προς απαιτήσεις προβλεπομένας υπό άλλων τινών διατάξεων, έν ισχύι σχετικών Κανονισμών, τάς όποίας ήθελε κρίνει άναγκαίας.
1. Δυναμικώς υποστηριζόμενα σκάφη υπό ξένας σημαίας, παραλαμβάνοντα επιβάτας εξ Ελληνικών λιμένων, δέον να είναι εφωδιασμένα διά τών προβλεπομένων υπό τού άρθρου 21 παράγρ. 1 Πιστοποιητικών.
2. Τα σκάφη ταύτα υπόκεινται εις έλεγχον έκ μέρους τής Ε.Ε.Π. προς διαπίστωσιν ότι αι ενδείξεις τών Πιστοποιητικών των ανταποκρίνονται προς τήν πραγματικήν κατάστασιν τού σκάφους καί τού εξοπλισμού και εις έλεγχον έκ μέρους των Λιμενικών ’Αρχών προς τήρησιν τών περιορισμών λειτουργίας των.
3. Επιπροσθέτως των ανωτέρω ή Ε.Ε.Π. ελέγχει ότι το επίπεδον ασφαλείας και ενδιαιτησεως τών ανωτέρω σκαφών, δεν είναι κατώτερον τού απαιτουμένου δι’ Ελληνικά σκάφη αντιστοίχου κατηγορίας.
1. Δυναμικώς υποστηριζόμενα σκάφη κατασκευασθέντα εις αλλοδαπήν καί προοριζόμενα να λειτουργήσουν είς 'Ελλάδα κατά τάς διατάξεις τού άρθρου 2 έδάφ. β' τά όποια θα εγγραφούν εις τα 'Ελληνικά νηολόγια μετά εξάμηνον από της δημοσιεύσεως τού παρόντος Κανονισμού, αναγνωρίζονται ως Ελληνικά μόνον έφ’ όσον πληρούν τάς διατάξεις του Κανονισμού τούτου ή τάς τοιαύτας του «Κώδικος ασφαλείας δυναμικώς υποστηριζομένων σκαφών» του Διακυβερνητικού Ναυτιλιακού Συμβουλευτικού Οργανισμού.
2. Η συμμόρφωσις προς τας ανωτέρω διατάξεις αποδεικνύεται κατόπιν ελέγχου υπό της Ε.Ε.Π. :
(α) Των προβλεπομένων υπό τού άρθρου 22 παρ. 4 Πιστοποιητικών και λοιπών στοιχείων, και
(β) Τού σκάφους και τού εξοπλισμού αυτού δι’ επιτοπίου επιθεωρήσεως, προς διαπίστωσιν ότι πληρούνται αι διατάξεις τού παρόντος Κανονισμού.
3. Δυναμικώς υποστηριζόμενα σκάφη κατασκευασθέντα εις αλλοδαπήν και προοριζόμενα να λειτουργήσουν ή λειτουργούντα ήδη εις Ελλάδα κατά τάς διατάξεις τού άρθρου 2 έδάφ.. β', τα όποια θα εγγραφούν εντός εξαμήνου ή είναι ήδη εγγεγραμμένα εις τα Ελληνικά νηολόγια δέον όπως :
(α) Αναγνωρισθούν ως Ελληνικά (επιβατηγά) δυναμικώς υποστηριζόμενα σκάφη κατά τας διατάξεις των παράγρ. 1, 2 και 4 τού άρθρου 22, έφ’ όσον δεν έχουν αναγνωρισθή μέ το προϊσχύον καθεστώς ώς Ελληνικά επιβατηγά.
(β) Εφοδιασθούν διά του προβλεπομένου υπό του άρθρου 21 παρ. 1 έδάφ. α' προβλεπομένου Πιστοποιητικού αναλόγως τών πλόων τους οποίους θα εκτελούν.
(γ) Υποστούν γενικήν επιθεώρησιν ύπο της Ε.Ε.Π. κατά τάς διατάξεις του Β.Δ. 680/1969 και όσας έκ τών διατάξεων του παρόντος κρίνει ή Ε.Ε.Π. ώς αναγκαίας, και πρακτικώς δυνατάς.
4. Επί των αναφερομένων είς παρ. 3 του παρόντος άρθρου σκαφών εφαρμόζονται υποχρεωτικώς αι διατάξεις των Κεφαλαίων A, Β καί Γ τού παρόντος Κανονισμού.
5. Ο εγκεκριμένος υπό της αρμόδιας Αρχής της χώρας κατασκευής ανώτατος αριθμός επιβατών δύναται να μειωθή υπό τής Ε.Ε.Π., έφ’ όσον κατά την κρίσιν της συντρέχουν λόγοι ασφαλείας ή ανέσεων.
1. Η εκτέλεσις πλόων, είς δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος, επιτρέπεται μόνον εις περιοχάς είς τάς οποίας δύναται τούτο νά λειτουργή ασφαλώς συμφώνως προς τάς ενδείξεις των πιστοποιητικών και εγκεκριμένων εγχειριδίων του και κατόπιν διενεργείας τών προβλεπομένων υπό τού Κεφαλαίου Γ'. τού παρόντος Κανονισμού κατά περίπτωσιν επιθεωρήσεων.
2. Παν δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον νά λειτουργή πάντοτε εντός τών ορίων τα όποια καθορίζονται υπο τών πιστοποιητικών και εγκεκριμένων εγχειριδίων του και ουδέποτε πέραν τών δυσμενεστάτων προβλεπομένων συνθηκών.
3. Επιπροσθέτως τών έν παράγρ. 1 τού παρόντος άρθρου, απαιτήσεων, ή εκτέλεσις πλόων είς Ελληνικόν δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος έπιτρέπεται έφ’ όσον το σκάφος είναι εντεταγμένον εις κλάσιν Νηογνώμονας.
4. Οσάκις καθορίζονται περιορισμοί ως προς τας περιοχάς καί τάς καιρικάς συνθήκας εκτελέσεως πλόων, περί τών επικρατουσών, είς εκάστην περιοχήν πλόων, καιρικών συνθηκών ήτοι έντασις και φορά ανέμων, ύψος κυμάτων και λοιπών στοιχείων πού συνθέτουν τούς τιθέμενους περιορισμούς, πέραν των οποίων θά αναστέλλεται η εκτέλεσις πλοων, αποφαίνεται ή ’Επιτροπή τού άρθρου 74 τού Π.Δ. 95/1977.
5. Διά πλοία έχοντα τον περιορισμόν εκτελέσεως πλόων «κατά τήν διάρκεια τού φωτός τής ημέρας» είναι δυνατή μετά τήν επέλευση τού σκότους :
α) Η έκτέλεση έκτάκτως τμήματος πλού, διά τόν τελευταίο λιμένα δρομολογίου του, προς τον σκοπό ολοκληρωσεως τούτου, υπό συμβατικό εκτόπισμα.
β) Η εκτέλεσις βραχείας διάρκειας πλού, κατόπιν εντολής τής ’Αρχής λόγω ανωτέρας βίας ή εκτάκτου ανάγκης, υπό προϋποθέσεις και περιορισμούς πού ό Πλοίαρχος κρίνει αναγκαίους γιά την ασφαλήν εκτέλεσιν τούτου.
1. Ο απόπλους δυναμικώς υποστηριζομένου σκάφους υπό Ελληνικήν ή ξένας σημαίας απαγορεύεται έφ’ όσον ή πραγματική κατάστασις τού σκάφους ή τού εξοπλισμού του παύει νά ανταποκρίνεται είς τήν περιγραφομένην είς Πιστοποιητικά και εγκεκριμένα εγχειρίδια.
2. Ο απόπλους αναστελλεται οσάκις αι επικρατούσαι ή προβλεπόμεναι νά επικρατήσουν καιρικαί συνθήκαι είς τήν περιοχήν πλού, υπερβαίνουν τάς δυσμενεστάτας προβλεπομένας συνθήκας.
Όπου ο παρών Κανονισμός προβλέπει ότι ειδικόν τι εξάρτημα ή υλικόν ή συσκευαί ή ανάλογος τύπος αυτών δέον νά φέρεται έπί του σκάφους, ή ότι δέον νά εφαρμόζεται ειδική τις διάταξις, δύναται ή Ε.Ε.Π. νά επιτρέψη αντί αυτών έτερον έφ’ όσον πεισθή ότι τούτο παρέχει ισοδύναμον ασφάλειαν.
1. Άπαντα τα υλικά και μέσα κατασκευής και εξοπλισμού διά των οποίων κατασκευάζεται καί εφοδιάζεται δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος, δέον να είναι εγκεκριμένα υπό τής Ε.Ε.Π.
2. Η Ε.Ε.Π. δύναται να δέχεται υλικά καί μέσα κατασκευής και εξοπλισμού εγκεκριμένα από αρμοδίας Αρχής ετέρας χώρας ή υπό ανεγνωρισμένου και εξουσιοδοτημένου Νηογνώμονος
1. Εάν ή Ε.Ε.Π. κρίνη ότι ή εφαρμογή διατάξεως τινος τού παρόντος Κανονισμού καθίσταται πρακτικώς αδύνατος ή μή αναγκαία και λογική, δύναται να εξαιρή συγκεκριμένον δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος εκ τής υποχρεώσεως συμμορφώσεώς του προς τήν διάταξιν ταύτην, εφ’ όσον πεισθή ότι ή εξαίρεσις αύτη δεν πρόκειται νά επηρεάση τήν ικανότητα τού σκάφους προς ασφαλή πλούν.
2. Η Ε.Ε.Π. δύναται νά παρέχη προθεσμίας διά την αποκατάστασιν ελλείψεως τίνος ή την επισκευήν σημειωθείσης βλάβης έφ’ όσον κρίνει ότι δεν επηρεάζεται ή ικανότης τού σκάφους προς ασφαλή πλούν.
Πιστοποιητικόν καταμετρήσεως δυναμικώς υποστηριζομένου σκάφους κατασκευασθέντος είς αλλοδαπήν, δύναται νά γίνη δεκτόν ύπό τής Ε.Ε.Π. εφ’ όσον έχει έκδοθη υπό άρμοδίας Αρχής τής χώρας κατασκευής του ή εξουσιοδοτημένου υπ’ αυτής Νηογνώμονος.
Ο Κυβερνήτης και οι ’Αξιωματικοί παντός δυναμικώς υποστηριζομένου σκάφους δέον όπως εκτός τών /υπό τών κειμένων διατάξεων προβλεπομένων αποδεικτικών ναυτικής ικανότητος, κέκτηνται και πιστοποιητικόν εμφαίνον ότι έχουν υποστή ειδικήν εκπαίδευσιν υπό τής κατασκευαστρίας Εταιρείας ή ειδικώς προς τούτο εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου αυτής εις θέματα κυβερνήσεως, χειρισμών, συντηρήσεως και λειτουργίας εν γένει του σκάφους.
1. Οι πλοιοκτήται, ο κυβερνήτης και το πλήρωμα δυναμικώς υποστηριζομένου σκάφους υποχρεούνται
(α) Να τηρούν τάς οδηγίας τού κατασκευαστού, ως αυταί περιγράφονται είς τά εγχειρίδια του σκάφους.
(β) Να συντηρούν το σκάφος και τον εξοπλισμόν αυτού συμφώνως προς τάς οδηγίας του κατασκευαστοΰ.
(γ) Να συμμορφούνται προς τάς τυχόν οδηγίας της Ε.Ε. Π. και των Λιμενικών ’Αρχών.
(δ) Να τηρούν τούς περιορισμούς λειτουργίας, και
(ε) Να τηρούν τούς όρους υπό τούς όποιους εξεδόθη το πιστοποιητικόν Ασφαλείας.
2. Οι πλοιοκτήται και ο Κυβερνήτης καθίστανται άλληλεγγύως υπεύθυνοι διά τήν ακριβή τήρησιν των διατάξεων του παρόντος Κανονισμού.
1. Πλησίον εκάστης θέσεως επιβάτου δέον να υφίστανται οδηγίαι ανάγκης περιλαμβάνουσαι γενικόν διάγραμμα του σκάφους καί εμφαίνουσαι τήν θέσιν όλων τών εξόδων, οδών εγκαταλείψεως, εξοπλισμόν ασφαλείας ανάγκης και σωστικά μέσα μετά σχημάτων χρησιμοποιήσεως των σωσιβίων ζωνών.
2. Κατά τήν επιβίβασιν ή είς κατάλληλον χρόνον δέον να ενημερούνται οί επιβάται επί τών ανωτέρω οδηγιών.
3. Γυμνάσια πυρκαϊάς καί εγκαταλείψεως διά το πλήρωμα, δέον να διεξάγωνται επί του σκάφους κατά διαστήματα μή υπερβαίνοντα τάς επτά ημέρας. Περί της εκτελέσεως τών ανωτέρω γυμνασίων δέον να δίνεται ειδική μνεία είς το ημερολόγιον του σκάφους.
Η Ε.Ε.Π. δύναται να επιτρέψη τήν εκτέλεσιν μεμονωμένου πλού άνευ επιβατών είς δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος, είς περιοχήν εκτός της καθοριζομένης υπό του Πιστοποιητικού του, αφού καθορίσει τούς κατά την κρίσιν της αναγκαίους όρους ασφαλείας του πλού.
Οι πλοιοκτήται δυναμικώς υποστηριζομένων σκαφών, υποχρεούνται είς τήν έναντι ατυχήματος ασφάλισιν των επιβαινόντων αυτών.
1. Αερόστρωμνα οχήματα των οποίων τα ειδικά χαρακτηριστικά κατασκευής απαιτούν τήν ύπαρξιν ειδικών χώρων προσορμίσεως, δρομολογούνται μετά τήν κατασκευήν τών χώρων τούτων.
2. Προς πάσης ενάρξεως εργασιών δημιουργίας τοιούτων χώρων δέον να υποβάλωνται είς Ε.Ε.Π. τα οικεία σχέδια και στοιχεία, προς έγκρισιν από απόψεως καταλληλότητας και διατάξεως τών χώρων, διά τήν εξυπηρέτησιν τού υπό δρομολόγηση αεροστρώμνου όχήματος.
3. Δυναμικώς υποστηριζόμενα σκάφη διά τά όποια δεν απαιτείται η ύπαρξις τών έν παράγρ. 1 του παρόντος άρθρου χώρων, λειτουργούν μεταξύ λιμένων οι όποιοι δύνανται από απόψεως ευκολιών να δεχθούν ταύτα.
Οι παραβάται τού παρόντος Κανονισμού ανεξαρτήτως ετέρων συντρεχουσών ποινών προβλεπομένων υπό ετέρων διατάξεων, υπόκεινται είς τάς κυρώσεις τού άρθρου 45 τοϋ κυρωθέντος διά του Ν.Δ. ύπ’ άριθ. 187/1973 «Κώδικος Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου».
1. Έκαστον δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον νά συνοδεύεται υπό πληροφοριών και οδηγιών υπό τύπον τεχνικών εγχειριδίων, προς εξασφάλισιν ασφαλούς λειτουργίας και συντηρήσεως.
2. Τα ανωτέρω εγχειρίδια δέον να είναι τουλάχιστον τα ακόλουθα :
α) Εγχειρίδιον λειτουργίας.
β) Εγχειρίδιον συντηρήσεως.
3. Η Ε.Ε.Π. δύναται νά δεχθή έτερα εγχειρίδια αντί τών αναφερομένων είς παράγρ. 2 τοϋ παρόντος άρθρου, εφ’ όσον ταύτα περιέχουν αναλόγους πληροφορίας.
4. Τα εν παράγρ. 2 του παρόντος άρθρου εγχειρίδια, δέον νά φέρωνται επί του σκάφους.
1. Το εγχειρίδιον λειτουργίας δέον να περιέχη τας ακολούθους πληροφορίας :
(α) Δυσμενεστάτας προβλεπομένας συνθήκας.
(β) Επιτρεπομένας συνθήκας φορτώσεως, ως μέγιστον βάρος, κέντρον βάρους, θέσιν και διανομήν φορτίου·
(γ) Τυχόν οδηγίας φορτώσεως.
(δ) Οδηγίας διά το πλήρωμα διά τας περιπτώσεις ανάγκης
(ε) 'Οδηγίας ελέγχου της στεγανότητος τών διαμερισμάτων.
(στ) Ληπτέα μέτρα προς αποφυγήν εκρήξεως πυρκαϊας, ορθήν χρήσιν τών μέσων ανιχνεύσεως, κατασβέσεως και ελέγχου πυρκαϊας.
(ζ) Τρόπον εγκαταλείψεως του σκάφους υπό των επιβατών και χρήσιν των σωστικών μέσων.
(η) Περιορισμούς κατά τήν λειτουργίαν του σκάφους.
(θ) Οδηγίας προσορμίσεως, και
(ι) Μεγίστην επιτρεπομένην ταχύτητα και φορτία μηχανής.
2. Η Ε.Ε.Π. δύναται νσ μη απαιτήση τήν ύπαρξιν τινος τών αναφερομένων εις παράγρ. 1 του παρόντος πληροφοριών, εφ’ όσον κρίνει ότι αυτή δεν είναι αναγκαία διά το συγκεκριμένο σκάφος και τούς πλόας τούς οποίους εκτελεί.
Το εγχειρίδιον συντηρήσεως δέον να περιέχη τας ακολούθους πληροφορίας :
α) Χρονικά διαστήματα συντηρήσεως σκάφους και είδος εργασιών.
β) Χρονικά διαστήματα συντηρήσεως εξοπλισμού και είδος εργασιών.
γ) Χρονικά διαστήματα συντηρήσεως μηχανών και βοηθητικών μηχανημάτων και είδος εργασιών.
δ) Χρονικά διαστήματα επιθεωρήσεως, ελικοφόρων και τελικών αξόνων, ελίκων πηδαλίων, πτερυγίων και συντηρήσεως αυτών.
ε) Οιανδήποτε πληροφορίαν σχετικήν προς την συντήρησιν του σκάφους εις τρόπον ώστε τούτο να διατηρεί την ικανότητά του προς ασφαλή πλούν.
1. Μετά την ολοκλήρωσιν τών έν άρθρω 24 και 25 επιθεωρήσεων και την κατά το άρθρον 22 αναγνώρισιν εκδίδεται υπό τής Ε.Ε.Π. :
α) Προκειμένου μεν περί σκάφους έκ τελούντος διετείς πλόας «Πιστοποιητικόν ασφαλείας επιβατηγού δυναμικώς υποστηριζομένου σκάφους», προκειμένου δε περί σκάφους εκτελούντος πλόας εσωτερικού «Πρωτόκολλον Γενικής Επιθεωρήσεως δυναμικώς υποστηριζομένου σκάφους». Τα Πιστοποιητικά ταύτα ισχύουν επί έν έτος.
β) Πιστοποιητικόν εγκρίσεως τών έν άρθρω 18 παράγραφος 2 εγχειριδίων.
2. Τα αναφερόμενα εις παράγραφον 1 α) του παρόντος άρθρου Πιστοποιητικά, δέον να περιέχουν πλέον τών προβλεπομένων διά τά συμβατικά πλοία στοιχείων και επιπρόσθετα στοιχεία σχετικά με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τον τύπον του σκάφους, περιορισμούς είς τήν λειτουργίαν του, περιοχήν λειτουργίας και οιανδήποτε ετέραν πληροφορίαν κρίνει ή Ε.Ε.Π. ώς αναγκαίαν.
3. Τα εν παραγρ. 1 του παρόντος άρθρου Πιστοποιητικά δέον να φέρωνται επί του σκάφους.
1. Δια την αναγνώρισιν δυναμικώς υποστηριζομένου σκάφους, ως Ελληνικού, απαιτείται ή έκδοσις σχετικής αποφάσεως του 'Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας.
2. Η απόφασις αυτή εκδίδεται μετά την υποβολήν εκθέσεως τής Ε.Ε.Π., ή οποία περιέχει σχετικήν εισήγησιν περί τής αναγνωρίσεως.
3. Διά την εφαρμογήν των παραγράφων 1 καί 2 του παρόντος άρθρου απαιτείται :
α) Η ολοκλήρωσις τής αρχικής ή περιοδικής επιθεωρήσεως, προς διαπίστωσιν τής πλήρους συμμορφώσεως του σκάφους προς τας διατάξεις του παρόντος Κανονισμού.
β) Η έγκρισις των έν άρθρω 18 εγχειριδίων.
γ) Η υποβολή είς Ε.Ε.Π. Πιστοποιητικού Νηογνώμονας, εμφαίνοντος ότι το σκάφος παρακολουθείται ύπ’ αυτού και είναι εντεταγμένον εις κλάσιν του.
δ) Ο καθορισμός των περιορισμών λειτουργίας αναλόγως των δυσμενεστάτων προβλεπομένων συνθηκών και τής περιοχής λειτουργίας.
ε) Διά την αναγνώρισιν απαιτείται η υποβολή των κάτωθι σχεδίων : (α) Γενικής διατάξεως, (β) Ασφαλείας.
4. Προκειμένου περί δυναμικώς υποστηριζομένου σκάφους κατασκευασθέντος είς αλλοδαπήν διά την σύνταξιν τής κατά την παράγραφον 2 τού παρόντος άρθρου εκθέσεως, απαιτείται η υποβολή είς Ε.Ε.Π. των ακολούθων στοιχείων :
α) Πιστοποιητικού κατασκευής και καταλληλότητας ή πιστοποιητικού κατασκευής και εξοπλισμού δυναμικώς υποστηριζομένου σκάφους ή ετέρου αναλόγου πιστοποιητικού εκδοθέντος υπό τής αρμόδιας αρχής τής Χώρας κατασκευής ή εξουσιοδοτημένου ύπ’ αυτής ’Οργανισμού. Το πιστοποιητικών τούτο δέον να περιλαμβάνη τά έν άρθρω 21 παράγρ. 2 στοιχεία.
β) Πιστοποιητικού δρομολογήσεως ή άδειαν λειτουργίας δυναμικώς υποστηριζομένου σκάφους εκδοθείσαν ώς ανωτέρω εμφαίνον ότι σκάφη τού αυτού τύπου έχουν ήδη δρομολογηθή είς τήν Χώραν κατασκευής των προς μεταφοράν επιβατών καί τάς γραμμάς καί περιοχάς δρομολογήσεως καί περιορισμούς λειτουργίας των.
γ) Πιστοποιητικού κλάσεως εξουσιοδοτημένου υπό τής Χώρας κατασκευής Νηογνώμονας.
δ) Τα κατά το άρθρον 18 εγχειρίδια, εγκεκριμένα ώς ανωτέρω.
ε) Βεβαίωσιν τής Κρατικής Αρχής τής Χώρας κατασευής των ότι ή κατασκευή και ο εξοπλισμός του σκάφους πληρούν τας διατάξεις τού Κανονισμού τούτου ή τας διατάξεις τού «Κώδικος ασφαλείας διά τα δυναμικώς υποστηριζόμενα σκάφη» τού I.M.C.O.
5. Τής ανωτέρω παραγράφου 4 εξαιρούνται σκάφη διά τα όποια αποδεδειγμένως υπεγράφη Σύμβασις αγοράς προ τής ημερομηνίας δημοσιεύσεως τού παρόντος Κανονισμού, έφ’ όσον ταύτα θα εγγραφούν είς τα Ελληνικά Νηολόγια έπ’ ονόματι τών έν λόγο αγοραστών εντός εξάμηνου από τής ημερομηνίας ταύτης. Διά τα σκάφη αυτά εφαρμοζονται αί διατάξεις τού εγκριθέντος διά του Β. Διατάγματος 680/11.10.1969 Κανονισμού «περί επιβατηγών αεροστρώμνων οχημάτων » (AIR CUSHION VEHICLES).
Έκαστον δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος υποβάλλεται είς τάς άκολούθους έπιθεωρησεις :
α) Αρχικήν επιθεώρησιν, προ τής θέσεως αυτού εν υπηρεσία.
β) Περιοδικήν επιθεώρησιν.
γ) Ενδιαμέσους επιθεωρήσεις και έκτακτους τοιαύτας.
1. Η αρχική επιθεώρησις διενεργείται προ της θέσεως τού σκάφους έν υπηρεσία, προϋποθέτει, διά τα κατασκευαζόμενα είς τήν ήμεδαπήν έλεγχον από τού σταδίου σχεδιάσεως και κατασευής και περιλαμβάνει :
α) Έγκρισιν των προϋποθέσεων αι οποίαι ελήφθησαν ύπ όψιν και των περιορισμών οι όποιοι προτείνονται έν σχέσει με τα φορτία, το περιβάλλον, την ταχύτηταν και τάς ελικτικάς ιδιότητας.
β) Έγκρισιν τών δεδομένων ασφαλείας τής σχεδιάσεως, ώς ταύτα συνάγονται έκ των σχετικών σχεδίων, μελετών, υπολογισμών, δοκιμών και δοκιμαστικών πλόων.
γ) Έλεγχον τής καταλληλότητας τών διαφόρων εγχειριδίων τά όποια συνοδεύουν το σκάφος και
δ) Πλήρη επιθεώρησιν τής όλης κατασκευής τού σκάφους εξοπλισμοΰ, μηχανών, μηχανισμών, συσκευών καί υλικών.
2. Προκειμένου περί πλοίων κατασκευαζομένων είς τήν αλλοδαπήν, εφαρμογήν έχουν, όσον αφορά την αρχικήν επιθεώρησιν αυτών αι διατάξεις των εδαφίων (γ) και (δ) τής προηγουμένης παραγράφου.
Η περιοδική επιθεώρησις επαναλαμβάνεται καθ’ έκαστον έτος και περιλαμβάνει πλήρη επιθεώρησιν όλων τών τομέων ασφαλείας και τού τομέως ενδιαιτήσεως και υγιεινής. Ειδικώτερον επιθεωρείται το σκάφος έν ξηρά και έν (θαλάσση), ό πάσης φύσεως εξοπλισμός ασφαλείας, αι μηχαναί και βοηθητικά μηχανήματα, μηχανισμός, συσκευαί, εγκαταστάσεις ώς καί παν έν γένει τμήμα και εφόδιον τού όποιου ή λειτουργία επηρεάζει τήν ικανότητα του σκάφους προς ασφαλή πλούν, συμπεριλαμβανόμενων και δοκιμαστικών πλόων.
Ενδιάμεσοι επιθεωρήσεις διενεργούνται κατά διαστήματα καθοριζόμενα υπό τής Ε.Ε.Π. επί τή βάσει των ενδείξεων τών εγχειριδίων τού κατασκευαστού προς διαπίστωσιν ότι το σκάφος και ό εξοπλισμός, ειδικώτερον δε ό μηχανολογικός τοιούτος, συντηρείται κανονικώς.
Έκτακτοι επιθεωρήσεις διενεργούνται κατά τήν κρίσιν τής Ε.Ε.Π. και ειδικώτερον μετά επισυμβάσαν βλάβην είς το σκάφος, τας μηχανάς ή τον εξοπλισμόν αυτού προς διαπίστωσιν ότι και μετά την επισυμβάσαν βλάβην, το σκάφος δύναται ασφαλώς να επιτελεί τον προορισμόν του.
Μετά την συμπλήρωσιν τίνος των ανωτέρω επιθεωρήσεων, ουδεμία μεταβολή επιτρέπεται είς την κατασκευήν του σκάφους, είς τας μηχανάς, τον εξοπλισμόν αυτού, τας λειτουργικάς του ιδιότητας, τα υλικά και τα εξαρτήματά του, άνευ προηγουμένης εγκρίσεως τής Ε.Ε.Π.
1. Μετά την συμπλήρωσιν των κατά τα άρθρα 24 και 25 επιθεωρήσεων, εκδίδεται υπό τής Ε.Ε.Π. το οικείον Πιστοποιητικού ασφαλείας, διά τούς πλόας οι οποίοι ενεκρίθησαν.
2. Μετά την συμπλήρωσιν των κατά τα άρθρα 26 και 27 επιθεωρήσεων, καταχωρίζεται σχετική έγγραφή είς το ανωτέρω Πιστοποιητικού.
Παν δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον να διαθέτη : α) Χαρακτηριστικά ευστάθειας και συστήματα σταθεροποιήσεως παρέχοντα ασφάλειαν κατά την λειτουργίαν του σκάφους εις κατάστασιν άνευ έκτοπίσματος και κατά την μεταβατικήν περίοδον, και
β) Χαρακτηριστικά αντώσεως και ευστάθειας παρέχοντα ασφάλειαν κατά την λειτουργίαν του σκάφους εις κατάστασιν εκτοπίσματος, τόσον είς την περίπτωσιν άθικτου καταστάσεως, όσον και είς την περίπτωσιν βλάβης.
3. Διά τούς σκοπούς του παρόντος και των άλλων Κεφαλαίων του Κανονισμού, έχουν εφαρμογήν οι ακόλουθοι ορισμοί εκτός εάν αναφέρεται σαφώς έτερος ορισμός :
α) «Μήκος (L)» σημαίνει το μήκος του στερεού σκάφους, το όποιον μετράται επί τής ισάλου σχεδιάσεως του πλοίου είς την κατάστασιν εκτοπίσματος.
β.) «Πλάτος (Β)» σημαίνει το πλάτος του πλέον ευρέους τμήματος του στερεού σκάφους, το όποιον μετράται επί τής ισάλου σχεδιάσεως του πλοίου είς την κατάστασιν εκτοπίσματος.
γ) «Ίσαλος σχεδιάσεως» σημαίνει ή ίσαλος ή αντιστοιχούσα είς το έμφορτον εκτόπισμα του σκάφους όταν τούτο είναι ακίνητον.
δ) «Καιροστεγής» σημαίνει ότι το ύδωρ δεν θα εισέλθη είς το σκάφος υπό οιασδήποτε συνθήκας ανέμου και θαλάσσης μέχρις εκείνων οί όποιοι έχουν καθορισθή ώς κρίσιμοι συνθήκαι σχεδιάσεως.
ε) «Πλευρικός αεροθάλαμος» (SKIRT) σημαίνει εύκαμπτον κατασκευήν εκτεινομένην προς τα κάτω και χρησιμοποιουμένην διά να περιέχη ή να διαιρεί μίαν στρωμνήν αέρος.
στ) «Πτερύγων τέμνον την επιφάνειαν του ύδατος» σημαίνει ένα πτερύγιον το οποίον δεν έχει συνιστώσας αντώσεως αί οποίαι τέμνουν την επιφάνειαν του ύδατος όταν το σκάφος ευρίσκεται είς την κατάστασιν μη εκτοπίσματος, ήτοι φέρετα επί των πτερυγίων.
1. Κατά την σχεδίασιν δέον να προβλέπεται εφεδρική άντωσις όταν το σκάφος πλέη επί τής θαλάσσης, ούχι μικροτέρα του 100% τοΰ μεγίντου βάρους λειτουργίας. Διά τον υπολογισμόν τής έν λόγω εφεδρικής αντώσεως πρέπει να λαμβάνωνται ύπ’ όψιν μόνον εκείνα τα διαμερίσματα ταόποια είναι :
α) 'Υδατοστεγή.
β) Τα κρινόμενα υπό τής Ε.Ε.Π. ως έχοντα τοιαύτας κατασκευαστικάς ενισχύσεις και διατάξεις ώστε να δύνανται να διατηρούν την υδατοστεγανότητα των.
γ) Τα κείμενα κάτωθεν υδατοστεγούς, καταστρώματος ή ισοδυνάμου κατασκευής υδατοστεγανής κατά το εγκάρσιον και κατά το διάμηκες και τουλάχιστον από τμήμα της όποιας θα ηδύναντο να αποβιβασθούν έν περιπτώσει ανάγκης.
2. Δέον να προβλέπωνται μέσα διά τον έλεγχον τής υδατοστεγανότητος των διαμερισμάτων αντώσεως. Η Ε.Ε.Π. καθορίζει τας χρονικάς περιόδους και εγκρίνει τον τρόπον επιθεωρήσεως.
3. Οσάκις τυχόν είσοδος ύδατος είς κατασκευάς ευριρισκομένας άνωθεν των έν παραγρ. 1 (γ) του παρόντος άρθρου αναφερομένων κατασκευών, θα ηδύνατο νά επηρεάση ουσιωδώς την ευστάθειαν και άντωσιν του σκάφους. Τοιαύται κατασκευαί δέον να είναι επαρκούς αντοχής ώστε να διατηρήται ή καιροστεγανότης ή να προβλέπωνται μέσα απαντλήσεως των υδάτων. Είναι δυνατόν να εγκριθή συνδυασμός των δύο ανωτέρω μέτρων κατά τρόπον ικανοποιούντα την Ε.Ε.Π. Τα μέσα κλεισίματος όλων των ανοιγμάτων είς τας κατασκευάς ταύτας δέον να είναι ικανά να διατηρούν την καιροστεγανότητά των.
1. Η ευστάθεια παντώς δυναμικώς υποστηριζόμενου σκάφους είς την κατάστασιν εκτοπίσματος, δέον να είναι τοιαύτη ώστε υπό συνθήκας ήρεμου ύδατος η κλίσις του σκάφους από το οριζόντιον να μην υπερβαίνει τας 8 μοίρας είς οιανδήποτε διεύθυνσιν και υπό οιανδήποτε κατάστασιν φόρτου και μη ελεγχομένων κινήσεων των επιβατών.
2. Ο υπολογισμός τής δυναμικής ευστάθειας δέον να γίνεται διά τάς κρίσιμους συνθήκας σχεδιάσεως.
3. Διά τον προσδιορισμόν της ευσταθείας υδροπτερύγων πλοίων πρέπει να εφαρμόζωνται τα αναφερόμενα είς το Παράρτημα 1 του παρόντος Κανονισμού.
1. Υπό οιανδήποτε έκ των περιπτώσεων βλάβης των αναφερομένων είς τας παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου το σκάφος δέον να διαθέτη επαρκή άντωσιν και θετικήν ευστάθειαν είς τρόπον ώστε υπό συνθήκας ήρεμου ύδατος και είς κατάστασιν εκτοπίσματος να εξασφαλίζωνται τα ακόλουθα :
α) Η τελική ίσαλος γραμμή να ευρίσκεται τουλάχιστον 76 χιλ. κάτωθεν οιουδήποτε ανοίγματος έκ του όποιου θα ηδύνατο να λάβη χώραν προοδευτική κατάκλισις.
β) Η γωνία κλίσεως του σκάφους έκ του οριζοντίου να μη υπερβαίνει τας 8 μοίρας είς οιανδήποτε διεύθυνσιν δι’ όλας τας επιτρεπομένας καταστάσεις φόρτου καιί τοιαύτας μή ελεγχομένας κινήσεις επιβατών αί οποίαι είναι πιθαναί είς κατάστασιν ανάγκης.
Η Ε.Ε.Π. δύναται να επιτρέψη γωνίας κλίσεως μέχρι 16 μοιρών, περιοριζομένας όμως ταχέως είς τας 12 μοίρας, υπό τον όρον ότι :
(ι) υφίστανται κατάλληλοι χειραγωγοί και αντιολισθηραί επιφάνειαι καταστρωμάτων,
(ιι) είναι πρακτικώς αδύνατον να περιορισθή η γωνία κλίσεως είς τας 8 μοίρας. Είς εξαιρετικάς περιπτώσεις δύναται ή Ε.Ε.Π. να επιτρέψη μεγαλυτέρας γωνίας κατόπιν βλάβης υπό τον όρον ότι η γωνία κλίσεως περιορίζεται ταχέως είς τας 12 μοίρας και πληρούνται οι προϋποθέσεις των ανωτέρω παραγράφων (β) (ι) και (β) (ιι).
γ) Η κατάκλισις των διαμερισμάτων επιβατών ή των οδών διαφυγής δεν θα δυσχεράνη την εγκατάλειψιν τού πλοίου από τούς επιβάτας.
δ) Η Ε.Ε.Π. πρέπει να ικανοποιηθή διά το ότι ή έναπομένουσα μετά την βλάβην ευστάθεια είναι επαρκής.
2. Υπό οιανδήποτε έκ των περιπτώσεων βλάβης των αναφερομένων εις τας παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου, ή Ε.Ε.Π. δέον να κρίνη ότι ελήφθησαν όλα τα λογικά και πρακτικώς δυνατά μέτρα, προς εξασφάλισιν του ότι το σκάφος, είς τας δυσμενεστάτας προβλεπομένας συνθήκας, θα διατεθή έπαρκή άντωσιν καί θετικήν ευστάθειαν διά να παραμείνη έν έπιπλεύσει επί χρονικόν διάστημα τουλάχιστον 30 λεπτών ή επί διάστημα τριπλάσιον του άπαιτουμένου διά την εγκατάλειψιν του πλοίου σύν 7 λεπτά, εξασφαλιζομένου συγχρόνως του ότι εις κατάστασιν εκτοπίσματος.
α) οιαδήποτε κατάκλισις των διαμερισμάτων επιβατών ή οδών διαφυγής δεν θα δυσχεράνη σημαντικώς την εγκατάλειψιν του σκάφους από τους επιβάτας, και
β) ο βασικός εξοπλισμός ανάγκης, ασύρματος ανάγκης, πηγές ισχύος και γενικά συστήματα επικοινωνίας τα όποια απαιτούνται διά την οργάνωσιν της εγκαταλείψεως πλοίου παραμένουν προσιτά και λειτουργούν.
3. Οιαδήποτε βλάβη μικροτέρας εκτάσεως των αναφερόμενων είς τας κατωτέρω παραγράφους 4 και 5 ή όποια θά είχεν ώς άποτέλεσμα δημιουργίαν δυσμενεστέρας καταστάσεως δέον όπως επίσης εξετάζηται. Το σχήμα τής βλάβης δέον όπως υποτίθεται παραλληλεπίπεδον.
4. Αι ακόλουθοι περιπτώσεις πλευρικής βλάβης είς οιονδήποτε σημείον του περιβλήματος του σκάφους, δέον όπως λαμβάνωνται ύπ’ όψιν κατά τούς υπολογισμούς:
α) Το μήκος τής βλάβης δέον να είναι O,1L ή 3 μέτρα + 0.03L ή 11 μέτρα, οιαδήποτε τιμή είναι μικροτέρα.
β) Το βάθος τής βλάβης επί του σκάφους δέον να είναι 0,2Β ή 5 μέτρα, οιαδήποτε τιμή είναι μικροτέρα.
Εάν έν τούτοις το σκάφος φέρη πλευρικούς αεροθαλάμους ή πλευρικάς μή άντωτικάς κατασκευάς, τέ βάθος τής βλάβης δέον να είναι τουλάχιστον 0,12 του πλάτους του σκάφους κυρίας αντώσεως.
γ) Η κατακόρυφος έκτασις τής βλάβης δέον να λαμβάνεται υπ’ όψιν δι’ ολόκληρον το κοίλον του σκάφους.
5. Αί ακόλουθοι περιπτώσεις βλάβης πυθμένας, οπουδήποτε εις τον πυθμένα, δέον να λαμβάνωνται ύπ’ όψιν κατά τούς υπολογισμούς :
α) Το μήκος τής βλάβης κατά τη διαμήκη έννοιαν δέον να είναι O,1L ή 3 μέτρα + 0,03L ή 11 μέτρα, οιαδήποτε τιμή είναι μικροτέρα.
β) Το πλάτος τής βλάβης δέον να είναι: 0,2Β ή 5 μέτρα, οιαδήποτε τιμή είναι μικροτέρα, εξαιρέσει τής περιπτώσει πλοίου διπλού σκάφους (CATAMARAN) ή αεροστρώμνου οχήματος, όπου ή βλάβη εις τον πυθμένα του συνδέοντας τα σκάφη ή τα πλευρικά τοιχούματα καταστρώματος γεφύρας απαιτείται να υποτεθή μόνον εάν ή κατασκευή βυθίζεται είς το ύδωρ ότον το σκάφος ευρίσκεται εις την άβλαβή κατάστασιν εκτοπίσματος. Το πλάτος τής βλάβης είς την περίπτωσιν ταύτην δεν απαιτείται να είναι μεγαλύτερον τής αποστάσεις των σκαφών ή πλευρικών τοιχωμάτων.
γ) Το βάθος τής βλάβης εντός του σκάφους δέον να είναι 0,02Β ή 05 μέτρα, οιαδήποτε τιμή είναι μικροτέρα.
1. Η Ε.Ε.Π. ελέγχει ότι το σκάφος κατά την διάρκειαν τής λειτουργίας είς κατάστασιν μή εκτοπίσματος και είς τας μεταβατικάς καταστάσεις εντός των εγκεκριμένων περιορισμών λειτουργίας του, μετά διαταραχήν έχουσαν ώς συνέπειαν διατειχισμόν, πρόνευσιν, καθ’ ύψος ταλάντωσιν ή οιονδήποτε συνδυασμόν αυτών επανέρχεται είς την αρχικήν του θέσιν.
2. Η ευστάθεια είς διατειχισμόν και πρόνευσιν εκάστου σκάφους είς κατάστασιν μή εκτοπίσματος, δέον να προσδιορίζεται πειραματικώς πρό τής θέσεως του πλοίου είς υπηρεσίαν.
3. Είς την περίπτωσιν σκαφών εφωδιασμένων με κατασκευάς ή παρελκόμενα αί οποίαι τέμνουν την επιφάνειαν του ύδατος, δέον να λαμβάνωνται προφυλάξεις έναντι επικινδύνων στάσεων ή κλίσεων και απωλείας ευστάθειας συνεπεία συγκρούσεως με βυθισμένα ή επιπλέοντα αντικείμενα.
4. Η Ε.Ε.Π. δέον όπως βεβαιούται ότι αί κατασκευαί και τα εξαρτήματα διά των οποίων το σκάφος λειτουργεί είς τήν κατάστασιν μή εκτοπίσματος πρέπει εις περίπτωσιν προκαθορισμένης βλάβης ή ανωμαλίας να προσδίδουν επαρκή εφεδρικήν, ευστάθειαν, ούτως ώστε το σκάφος να δύναται να συνεχίση ασφαλή λειτουργίαν μέχρι το πλησιέστερον μέρος όπου οι επιβάται και το πλήρωμα να δύνανται να τεθούν έν ασφαλεία, υποτιθεμένου του ότι οι χειρισμοί γίνονται με προσοχήν.
5. Είς σκάφη είς τα όποια χρησιμοποιείται περιοδικώς παραμόρφωσις στρωμνής αέρος ως μέσον βοήθειας του ελέγχου του σκάφους ή χρησιμοποιείται περιοδικώς η εξαγωγή αέρος είς την ατμόσφαιραν διά χειρισμούς του σκάφους, δέον όπως προσδιορίζονται αί επιδράσεις επί τής ευστάθειας του σκάφους όταν αυτό φέρεται επί στρωμνής αέρος και δέον διαπιστούνται οι περιορισμοί είς την χρησιμοποίησιν λόγω τής ταχύτητας ή τής στάσεως σκάφους.
Όπου είς το παρόν Κεφάλαιον απαιτείται ο υπολογισμός της επιδράσεως του βάρους των επιβατών πρέπει να λαμβάνωνται ύπ’ όψιν τα αναφερόμενα είς τό Παράρτημα II του παρόντος Κανονισμού.
1. Αυτό το άρθρο καλύπτει τάς κατασκευαστικάς απαιτήσεις του κύτους καί τών υπερκατασκευών καθώς επίσης και των πετρυγίων άτινα είναι συνδεδεμένα με το κύτος και τάς υπερκατασκευάς.
2. Τα υλικά κατασκευής του κύτους και των υπερκατασκευών και των άλλων τμημάτων τής παρ. 1 του παρόντος άρθρου θα πρέπει να είναι κατάλληλα διά τήν προοριζομένην χρήσιν των επί του σκάφους. Ειδικώτερα όσον αφορά την πυρασφάλειαν του σκάφους τα υλικά δέον να πληρούν τας υπό τού Κεφαλαίου Θ τού παρόντος οριζομένας προϋποθέσεις (άρθρον 80 καί επόμενα).
3. Τα μέρη του σκάφους θα πρέπει να είναι ικανά να υποστούν τας στατικάς και δυναμικάς καταπονήσεις είς τας οποίας είναι δυνατόν το σκάφος να ευρεθή κατά την διάρκειαν της λειτουργίας του, χωρίς να υποστή ουδεμίαν παραμόρφωσιν και να επηρεασθή ή στεγανότης ή και ή ασφάλεια τού σκάφους.
4. Περιοδικαί καταπονήσεις, περιλαμβάνουσαι και τας καταπονήσεις εκ ταλαντώσεων, αι οποίαι είναι δυνατόν να λάβουν χώραν επί τού σκάφους δεν θα πρέπει να :
α) Επηρεάζουν την ακεραιότητα των τμημάτων τού σκάφους κατά την διάρκειαν τής ζωής αυτού.
β) Να κωλύουν την φυσιολογικήν λειτουργίαν των μηχανών και των συσκευών, και
γ) Να θίγουν την ικανότητα του πληρώματος διά την πραγματοποίησιν της εργασίας του.
5. Η Ε.Ε.Π. θα πρέπει να πεισθή ότι αι εκλεγείσαι συνθήκαι σχεδιασμού και καταπονήσεως ώς και οι γενόμενοι αποδεκτοί παράγοντες ασφαλείας πληρούν τας προϋποθέσεις των λειτουργικών συνθηκών διά τας οποίας επιδιώκεται ή πιστοποίησις.
6. Εάν ή Ε.Ε.Π. ήθελε κρίνει αναγκαίον, δύναται να απαιτήση πλήρεις δοκιμάς, διά τον προσδιορισμόν των καταπονήσεων. Τά αποτελέσματα αυτά θα πρέπει να συγκριθούν διά τον προσδιορισμόν της ταυτότητας των συνθηκών δοκιμής με τας αντιστοίχους συνθήκας σχεδιασμού.
1. Οι χώροι ενδιαιτήσεως επιβατών και πληρώματος δέον να σχεδιάζωνται, κατασκευάζωνται και διαρρυθμίζωνται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζωνται αι κατάλληλοι συνθήκαι υγιεινής και να παρέχεται επαρκής προστασία, εις τούς επιβαίνοντας, υπό φυσιολογικάς συνθήκας λειτουργίας και είς περίπτωσιν ανάγκης.
2. Οι χώροι ενδιαιτήσεως επιβατών απαγορεύεται να περιέχουν συστήματα ελέγχου, ήλεκτρικον εξοπλισμόν, σωληνώσεις, συσκευάς και εξαρτήματα περιστρεφόμενα ή λειτουργούντα είς ύψηλάς θερμοκρασίας ή άλλα εξαρτήματα τα όποια θα ηδύναντο να προκαλέσουν ατυχήματα είς τούς επιβάτας, έκτος εάν ταύτα φέρουν κατάλληλα μέσα μονώσεως και προστασίας.
3. Οι χώροι ενδιαιτήσεως επιβατών δέν επιτρέπεται να περιέχουν συστήματα ελέγχου και κυβερνήσεως του σκάφους έκτος εάν ταύτα είναι καταλλήλως προστατευμένα και τοποθετημένα είς τοιαύτην θέσιν ώστε η λειτουργία των υπό του πληρώματος να μην παρεμποδίζεται από τούς επιβάτας, υπό φυσιολογικάς συνθήκας ή εν περιπτωσει ανάγκης.
4. Εις τούς χώρους ενδιαιτήσεως επιβατών δέον να προβλέπωνται κατάλληλα μέσα παρέχοντα ένδειξιν διά την παραμονήν των επιβατών είς τα καθίσματα των, εκτός εάν ή Ε.Ε.Π. κρίνει ότι τούτο δεν είναι αναγκαίον.
5. Τα παράθυρα εις τούς χώρους ενδιαιτήσεως επιβατών και πληρώματος, δέον να φέρουν κρύσταλλα ασφαλείας ή άλλο ισοδύναμον υλικόν.
1. Δι’ έκαστον επιβάτην δέον να διατίθεται κατάλληλον κάθισμα.
2. Τα ανωτέρω καθίσματα δέον να είναι σχεδιασμένα, κατασκευασμένα και τοποθετημένα κατά τρόπον παρέχοντα προστασίαν και άνεσιν υπό φυσιολογικάς συνθήκας λειτουργίας και εις κατάστασιν ανάγκης.
3. Η θέσις των καθισμάτων πρέπει να είναι τοιαύτη ώστε να επιτρέπη την ταχεΐαν προσπέλασιν εις οίονδήποτε τμήμα του χώρου ενδιαιτήσεως και ειδικώτερον να μη παρεμποδίζουν την προσπέλασιν εις τάς εξόδους και την χρήσιν των μέσων ασφαλείας του σκάφους.
4. Αναλόγως του τύπου του σκάφους και των εκτελουμένων πλόων, ή Ε.Ε.Π. δύναται να απαιτήση την ύπαρξιν ενός καθίσματος δι' εκατόν μέλος του πληρώματος.
5. Καθίσματα ρυθμιζόμενα, περιστρεφόμενα ή πτυσσόμενα, εφ’ όσον υπάρχουν, θα πρέπει να εφοδιάζωνται με μηχανισμούς ασφαλίσεως, οι όποιοι θα είναι ούτω σχεδιασμένοι ούτως ώστε να ασφαλίζονται αυτομάτως εις οιανδήποτε θέσιν ρυθμίσεως όταν ό μηχανισμός ασφαλίσεως απελευθερωθή.
6. Τα καθίσματα δεν θα πρέπει να μετακινούνται ή να παραμορφώνονται υπό φυσιολογικάς λειτουργίας. Αυτά πρέπει, έν τούτοις να έχουν την δυνατότητα υποχωρήσεως εις τας αποτόμους πτώσεις των επιβαινόντων, προς το σκοπό αποφυγής ή ελαχιστοποιήσεως του τραυματισμού αυτών.
1. Εις όλα τα καθίσματα από τα όποια το σκάφος δύναται να κυβερνάται δέον να υπάρχουν ζώναι ασφαλείας, έκτος εάν ή Ε.Ε.Π. κρίνει ότι η υποχρέωσις αυτή δεν τυγχάνει αναγκαία.
2. Αναλόγως τού τύπου τού σκάφους και τών εκτελουμένων πλόων, ή Ε.Ε.Π. δύναται να απαιτήση την ύπαρξιν ζωνών ασφαλείας δι’ όλα τα καθίσματα των επιβατών, λαμβάνουσα ύπ’ όψιν τον επιδιωκόμενον βαθμόν προστασίας και τας αναπτυσσομένας επιταχύνσεις.
3. Οσάκις επιβάλλεται η ύπαρξις ζωνών ασφαλείας αυταί δέον να πληρούν τούς κάτωθι δρους :
α) Όταν είναι ασφαλισμέναι δέον να προλαμβάνουν οιανδήποτε επαφήν της κεφαλής και του σώματος του επιβάτου με το εμπρόσθιον κάθισμα ή με άλλα αντικείμενα τα οποία θα ήδύναντο νά προκαλέσουν ατύχημα υπό φυσιολογικάς συνθήκας λειτουργίας ή είς περίπτωσιν ανάγκης.
β) Δέον να είναι ικανοποιητικής αντοχής ώστε να αντέχουν εις τα φορτία τα όποια θα ηδύναντο να δημιουργηθούν είς περίπτωσιν συγκρούσεως.
γ) Δέον να διαθέτουν ικανοποιητικόν σύστημα διά την ταχείαν και εύχερη απασφάλισιν των.
1. Η σχεδίασις, κατασκευή και διαρρύθμισις του σκάφους δέον να είναι τοιαύτη ώστε να επιτρέπη είς τούς επιβαίνοντας τήν διαφυγήν προς τας σωσίβιους σχεδίας, είς τόν μικρότερον δυνατόν χρόνον υπό συνθήκας ανάγκης κατά τήν διάρκειαν τής ημέρας ή τής νυκτός.
2. Έκαστον σκάφος δέον να διαθέτη ικανόν αριθμόν εξόδων ανάγκης, εις τρόπον ώστε να καθίσταται ταχεία και εύχερης η εγκατάλειψις αυτού εις περίπτωσιν ατυχήματος ως π.χ. συγκρούσεως, πυρκαϊάς κ.λ.π.
3. Η θέσις όλων των εξόδων αι οποίαι δύνανται να χρησιμοποιηθούν εν περιπτώσει ανάγκης, η αποδοτικότης της μεθόδου εγκαταλείψεως του σκάφους και ο αντιπροσωπευτικός χρόνος εγκαταλείψεως αυτού υπό των επιβαινόντων ελέγχεται και εγκρίνεται υπό της Ε.Ε.Π.
1. Τα μέσα εγκαταλείψεως καθώς και οι προτεινόμενοι τρόποι εγκαταλείψεως θα πρέπει να υποβάλλωνται είς την Ε.Ε.Π. διά θεώρηση κατά το στάδιο σχεδιασμού του σκάφους.
2. Εάν ή Ε.Ε.Π. κρίνει τούτο αναγκαίον, ο υπολογισθείς χρόνος εγκαταλείψεως σκάφους θα πρέπει να ελέγχεται κατά το στάδιο σχεδιασμού διά να μπορέση να εξασφαλισθή ότι ή κατασκευαστική πυρίμαχος προστασία πληροί τα αντίστοιχα άρθρα :
α) Όταν δεν υπάρχουν περισσότερα αξιόπιστα στοιχεία, ο υπολογισθείς χρόνος εγκαταλείψεως σκάφους θα πρέπει να περιλαμβάνη τον απαραίτητο χρόνο διά την ρίψιν είς την θάλασσαν των ομαδικών σωστικών μέσων, την ετοιμότητα αυτών διά την επιβίβασιν σύν τον χρόνον επιβιβάσεως ο οποίος περιλαμβάνει 5 δευτερόλεπτα κατ’ άτομον ή ο υπολολογισθείς χρόνος εγκαταλείψεως σκάφους θα πρέπει να περιλαμβάνη τόν χρόνον ολοκληρώσεως επιβιβάσεως είς τα ανωτέρω ομαδικά σωστικά μέσα ο όποιος περιλαμβάνει 10 δευτερόλεπτα κατ’ άτομον οποτεδήποτε αυτός είναι μεγαλύτερος.
β) Όταν, διά κατασκευαστικούς λόγους, ή όπου υπάρχει ανεπαρκής αριθμός μελών πληρώματος των ομαδικών σωστικών μέσων διά την ταυτόχρονη προετοιμασία τούτων, ο υπολογισθείς χρόνος εγκαταλείψεως σκάφους θα πρέπει να περιλαμβάνη το άθροισμα των χρόνων προετοιμασίας των ομαδικών σωστικών μέσων είς τα όποια δεν είναι δυνατόν να γίνη ταυτοχρόνως.
γ) Όταν ή ταυτόχρονος προετοιμασία των ομαδικών σωστικών μέσων είναι εφικτή, ή Ε.Ε.Π. θα πρέπει να ελέγξη ότι τουλάχιστον έν μέλος πληρώματος έχει ορισθή είς εκάστην θέσιν επιβιβάσεως, διά τήν διοργάνωσιν τής επιβιβάσεως των επιβατών είς το σκάφος διασώσεως. ’Επί πλέον είς τον πίνακα συναγερμού, δ χειριστής ασυρμάτου δέν θα πρέπει να περιλαμβάνεται είς τα ανωτέρω μέλη τού πληρώματος. Είς όλας τας περιπτώσεις ή Ε.Ε.Π. θα πρέπει νά ελέγξη την πληρότητα των όρων οίτινες αφορούν τας οδούς διαφυγής.
3. Η Ε.Ε.Π. δύναται να απαιτήση μία πρακτική επίδειξη γυμνασίου εγκαταλείψεως τού σκάφους διά την εξακρίβωσιν τού χρόνου εγκαταλείψεως σκάφους. 'Ο χρόνος εγκαταλείψεως σκάφους είναι δυνατόν να πραγματοποιηθή με πλήρη αριθμόν επιβατών και πληρώματος ή με μερική, εγκατάλειψη σκάφους.
Αί κοιναί έξοδοι δέον να πληρούν τας ακολούθους προϋποθέσεις :
α) Να είναι ευχερώς προσπελάσιμοι και να οδηγούν ταχέως είς τα σημεία αποβιβάσεως έκ τού σκάφους.
β) Να χειρίζωνται ευχερώς από το εσωτερικόν και εξωτερικόν μέρος τού σκάφους κατά την διαρκειαν της ημέρας και τής νυκτός.
γ) Τα μέσα χειρισμού των να είναι εμφανή, εύχρηστα και ικανοποιητικής αντοχής.
δ) Να είναι τοιούτων διαστάσεων ώστε ή δι’ αυτών διέλευσις να καθίσταται ταχεία και άνευ κινδύνου ατυχημάτων.
ε) Να φέρουν κατάλληλον ενδεικτικήν σήμανσιν.
στ) Να δύνανται να θεωρηθούν και ώς έξοδοι ανάγκης.
Κλιμακοστάσια, κλίμακες κ.λπ. τα όποια οδηγούν έκ του εσωτερικού του σκάφους προς τας εξόδους διαφυγής, δέον να είναι ικανοποιητικής αντοχής και σταθερώς τοποθετημένα.
1. Η Ε.Ε.Π. ελέγχει τους χώρους αποσκευών, εφοδίων και φορτίου προς διαπίστωσιν ότι είναι κατάλληλοι διά τον σκοπόν διά τον όποιον προορίζονται και ότι η στοιβασία τών ανωτέρω πραγμάτων εντός αυτών δεν δημιουργεί κινδύνους+.
2. Ο Πλοίαρχος μεριμνά διά τον προ του απόπλου του σκάφους έλεγχον της καλής στοιβασίας και εάν κρίνη τούτο αναγκαίον, χρησιμοποιεί ειδικά μέσα ασφαλείας.
3. Τα εντός των ανωτέρω χώρων συστήματα ελέγχου, ηλεκτρικός εξοπλισμός εξαρτήματα και συσκευαί λειτουργούντα υπό υψηλήν θερμοκρασίαν, σωληνώσεις και άλλα εξαρτήματα τυχόν βλάβη των οποίων θα ηδύνατο να επηρεάση την ικανότητα του σκάφους προς ασφαλή πλούν, λόγω γειτνιάσεώς των με τας αποσκευάς, φορτίον και εφόδια, δέον να φέρουν ικανοποιητικήν μόνωσιν και προστασίαν πρός αποφυγήν φθοράς ή βλάβης.
4. Η Ε.Ε.Π. λαμβάνουσα ύπ’ όψιν τον τύπον του σκάφους και τους εκτελουμένους πλόας, δύναται να απαιτήση:
(α) Υδατοστεγή μέσα κλεισίματος των ανωτέρω χώρων, και
(β) Αναγραφήν εις εμφανή θέσιν του μεγίστου επιτρεπομένου βάρους.
Εις όλους τούς χώρους ενδιαιτήσεως, τας διόδους διαφυγής, τας εξόδους, τούς χώρους στοιβασίας σωσιβίων σχεδιών και σωσιβίων ζωνών και τα σημεία επιβιβάσεως δέον να υφίσταται εμφανής, μόνιμος σήμανσις και κατάλληλος φωτισμός κατά τας διατάξεις των άρθρων 72. και 77.
1. Ο αριθμός επιβατών, υπολογιζόμενος πάντοτε εντός των ορίων ασφαλείας, προϋποθέτει την πλήρη συμμόρφωσιν του σκάφους προς τας διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου.
2. Ανεξαρτήτως των ανωτέρω ή Ε.Ε.Π. λαμβάνουσα ύπ’ όψιν ειδικά χαρακτηριστικά εκάστου σκάφους, τας συνθήκας και τήν διάρκειαν τών πλόων, ώς και τυχόν άλλα στοιχεία τα όποια δύνανται να επηρεάσουν την άνετον, υγιεινήν και ασφαλή παραμονήν των επιβατών επί του πλοίου, δύναται να μειώση τον αριθμόν των επιβατών ή να καθορίση επιπροσθέτως απαιτήσεις ενδιαιτήσεως τας όποιας θα κρίνη αναγκαίας και λογικάς.
1. Αί μηχαναί δέον να σχεδιάζωνται, κατασκευάζωνται και εγκαθίστανται διά τας δυσμενεστάτας συνθήκας σχεδιάσεως.
2. Η σχεδίασις, κατασκευή, εγκατάστασις και τα χρησιμοποιούμενα ύλικά διά τας μηχανάς δέον να παρέχουν την μεγαλυτέραν δυνατήν ασφάλειαν.
3. Η Ε.Ε.Π. ελέγχει την ικανότητα του σκάφους, να ακινητοποιήται από την μεγίστην ταχύτητα εις το κρατεί εντός λογικού χρόνου και αποστάσεως.
1. Έκαστον δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον να φέρη δύο τουλάχιστον προωστηρίους μηχανάς εις τρόπον ώστε η διακοπή της λειτουργίας της μιας εξ αυτών να μη εμποδίζη την λειτουργίαν του σκάφους υπό μειωμένην ταχύτητα και συμβατικόν εκτόπισμα δια να καθίσταται δυνατή η κίνησις εις λιμένα καταφυγής.
2. Δέον να υφίστανται διατάξεις εις τρόπον ώστε βλάβη ή έκρηξις είς μίαν έκ των μηχανών να μη επηρεάζη κατά το δυνατόν, την λειτουργίαν τής ετέρας μηχανής.
1.Το μηχανοστάσιον δέον να αερίζεται επαρκώς εις τρόπον ώστε :
α) Να εξασφαλίζεται επαρκής ποσότης αέρος διά τας μηχανάς, και
β) Να υφίστανται αί αναγκαίαι συνθήκαι ασφαλείας κατά την εργασίαν του προσωπικού μηχανοστασίου υπό πλήρη λειτουργίαν των μηχανών.
Δέον να λαμβάνωνται τα κατάλληλα μέτρα διά την μείωσιν τού θορύβου και των δονήσεων εις το μηχανοστάσιον εντός ανεκτών ορίων διά το προσωπικόν. Εάν τούτο δεν καθίσταται δυνατόν δέον να προβλέπεται επαρκής και ικανοποιητική μόνωσις των χώρων μηχανοστασίου και να διατίθενται κατάλληλα μέσα προστασίας τής ακοής του προσωπικού μηχανοστασίου.
1. Η σχεδίασις των μηχανών δέον να είναι τοιαύτη ώστε :
α) Η αποδιδομένη ισχύς να ευρίσκεται πάντοτε εντός των εγκεκριμένων ορίων.
β) Να παρέχεται ή μεγαλυτέρα δυνατή ασφάλεια έναντι υπερταχύνσεως.
γ) Αί συσκευαί ασφαλείας να μη διακόπτουν την λειτουργίαν των μηχανών άνευ προηγουμένης αναγγελίας οπτικής ή και ακουστικής, έκτος εάν τούτο είναι αναγκαίον.
2. Εκάστη μηχανή δέον να είναι εφωδιασμένη διά: α) Συσκευής διακοπής τής λειτουργίας της είς περίπτωσιν υπερταχύνσεως.
β) Τουλάχιστον δύο μέσων διακοπής τής λειτουργίας της υπό οίασδήποτε συνθήκας λειτουργίας.
1. Τα κύρια εξαρτήματα των μηχανών δέον να είναι ικανοποιητικής αντοχής διά να υφίστανται επιτυχώς τας θερμικάς και δυναμικάς καταπονήσεις της φυσιολογικής λειτουργίας και τας τοιαύτας περιπτώσεις βλάβης.
2. Τα σκεύη πιέσεως δέον να είναι κατασκευασμένα κατά τρόπον ώστε να μη τίθεται έν κινδύνω η ασφάλεια του σκάφους έν περιπτώσει βλάβης.
3. Η σχεδίασις των μηχανών δέον να παρέχη την μεγαλυτέραν δυνατήν ασφάλειαν έναντι κινδύνων πυρκαϊάς ή εκρήξεως.
4. Δέον να προβλέπωνται επαρκή ενδεικτικά όργανα διά την παρακολούθησιν τής λειτουργίας των μηχανών.
1. Οι αεριοστρόβιλοι δέον να είναι σχεδιασμένοι, κατασκευασμένοι και εγκατεστημένοι κατά τρόπον αποκλείοντα επικίνδυνον αστάθειαν κατά την λειτουργίαν των και μέχρι τής μεγίστης εγκεκριμένης σταθερός ταχύτητος.
2. Δέον να προβλέπωνται ειδικά μέσα διά την αποφυγήν λειτουργίας υπό συνθήκας ύπερβολικών δονήσεων.
3. Η εγκατάστασις δέον να είναι τοιαύτη ώστε να αποφεύγωνται υπερβολικά δονήσεις εις το σκάφος.
1. Οιαδήποτε προωστήριος μηχανή ντήζελ δέον να έχη στρεπτικάς ταλαντώσεις και λοιπά χαρακτηριστικά δονήσεως εγκεκριμένας από τον Νηογνώμονα όστις παρακολουθεί το πλοίο.
2. Η εγκατάστασις δέον να είναι τοιαύτη ώστε να αποφεύγωνται υπερβολικαί δονήσεις εις το σκάφος.
3. Αί σωληνώσεις εγχύσεως του καυσίμου δέον να είναι τοποθετημέναι κατά τρόπον αποκλείοντα εκτόξευσιν του καυσίμου επί θερμών επιφανειών έν περιπτώσει διαρροής ή θραύσεως αυτών.
Εάν τούτο δεν καθίσταται δυνατόν ή Ε.Ε.Π. δύναται να απαίτηση την εγκατάστασιν διπλών σωληνώσεων και διατάξεις συγκεντρώσεων των διαρροών εις ασφαλή θέσιν οπού, W υφίσταται σύστημα αναγγελίας της διαρροής. Εις περίπτώσιν μή επανδρωμένων μηχανοστασίων η ανωτέρω διάταξις είναι υποχρεωτική.
4. Μηχαναί με διάμετρον κυλίνδρου μεγαλυτέραν των 200 χιλιοστομέτρων ή όγκου στροφαλοθαλάμου μεγαλυτέρου των 0,6 κυβικών μέτρων δέον να είναι εφωδιασμέναι με ανακουφιστικάς βαλβίδας εκρήξεως στροφαλοθαλάμου επαρκούς επιφανείας. Το έν λόγω σύστημα δέον να μη θέτη εις κίνδυνον την ασφάλειαν του προσωπικού.
5. Η λίπανσις δέον να είναι επαρκής δι’ όλας τάς στροφάς των μηχανών και να αποφεύγεται η εκτόξευσις ελαίου, υπό οιασδήποτε συνθήκας λειτουργίας του σκάφους.
6. Δέον να προβλέπεται σύστημα αναγγελίας ή αυτομάτου μειώσεως των στροφών ή διακοπής της λειτουργίας της μηχανής εις περίπτωσιν επικινδύνου πτώσεως της πιέσεως του ελαίου λιπάνσεως. Η αυτόματος διακοπή επιτρέπεται μόνον οσάκις υφίσταται κίνδυνος πυρκαϊας ή εκρήξεως.
7. Οσάκις προβλέπεται εκκίνησις, αναστροφή ή έλεγχος της μηχανής δια πεπιεσμένου αέρος, αι διατάξεις των αεροσυμπιεστών και αεροφυλακίων και του συστήματος εκκινήσεως δέον χα είναι τοιαύται ώστε να μειώνουν εις το ελάχιστο τους κινδύνους πυρκαϊας και εκρήξεως.
1. Η σχεδίασις, κατασκευή και εγκατάστασις των συστημάτων μεταδόσεως τής ισχύος, δέον να παρέχουν την μεγαλυτέραν δυνατήν ασφάλειαν.
2. Τα συστήματα μεταδόσεως της ισχύος δέον να είναι ικανοποιητικής αντοχής εις τρόπον ώστε να υφίστανται επιτυχώς τους πλέον αντιθέτους συνδυασμούς φορτίων άνευ κινδύνου βλάβης.
3. Η σχεδίασις των αξόνων δέον να είναι τοιαύτη ώστε να μη δέχωνται περιστροφάς ή δονήσεις πλέον των 105 % της μεγίστης ταχύτητος περιστροφής την οποίαν δύνανται να υποστούν.
4. Δέον να προβλέπωνται μέσα έγκαιρου αναγγελίας τυχόν βλάβης του συστήματος τροφοδοτήσεως λιπαντικού ρευστού ή πτώσεως της πιέσεως του εις σημείον δυνάμενον να προκαλέση επικινδύνους συνθήκας.
1. Αι συνθήκαι προώσεως και ανυψώσεως δύνανται να επιτυγχάνωνται υπό ιδιαιτέρων μηχανισμών ή ενός μόνον ειδικού μηχανισμού προώσεως και ανυψώσεως. Οι μηχανισμοί προώσεως δύνανται να είναι προωστήρες έλικες αέρος ή ύδατος ή προωστήρες εκτοξεύσεως ύδατος δι’ όλους τούς τύπους των σκαφών. Οι μηχανισμοί ανυψώσεως αφορούν μόνον εις τα αερόστρωμνα οχήματα.
2. Οι μηχανισμοί προώσεως είναι εκείνοι οι όποιοι παρέχουν αμέσως την προωστήριον δύναμιν και περιλαμβάνουν μηχανάς και αγωγούς, επιστόμια, πτερύγια, προφύσια και ακροφύσια η κυρία λειτουργία των οποίων αποβλέπει εις την διανομήν της προωστηρίου δυνάμεως.
3. Οι μηχανισμοί ανυψώσεως είναι εκείνοι οι μηχανισμοί οι όποιοι υψώνουν αμέσως την πίεσιν του αέρος και κινούν τούτον με κύριον σκοπόν την δημιουργίαν ανυψωτικής δυνάμεως διά τα αερόστρωμνα οχήματα.
4. Οι μηχανισμοί προώσεως και ανυψώσεως δέον να είναι ικανοποιητικής αντοχής και να παρέχουν την μεγαλυτέραν δυνατήν άσφάλειαν.
5. Οι ανωτέρω μηχανισμοί δέον να είναι σχεδιασμένοι, κατεσκευασμένοι και εγκατεστημένοι εις τρόπον ώστε:
α) Να μειούται είς το ελάχιστον δυνατόν ο κίνδυνος αναρροφήσεως ξένων αντικειμένων.
β) Να μειούται είς το ελάχιστον δυνατόν ο κίνδυνος ατυχημάτων εις το προσωπικόν συνεπεία της λειτουργίας των, και
γ) Να καθίσταται δυνατός ο ασφαλής καθαρισμός αυτών από τυχόν ξένα αντικείμενα κατά την διάρκειαν της υπηρεσίας.
1. Η κατασκευή και διάταξις των συστημάτων ρευστών δέον να είναι τοιαύτη ώστε να εξασφαλίζη ασφαλή και αποδοτικήν ροήν των ρευστών εις την προβλεπομένην ποσότητα και πίεσιν υπό όλας τάς συνθήκας λειτουργίας του σκάφους.
2. Η μεγίστη επιτρεπομένη πίεσις λειτουργίας είς οιονδήποτε σημείον του συστήματος ρευστών δέον να μη υπερβαίνη την μέγιστην αποδεκτήν υπό της Ε.Ε.Π. πίεσιν σχεδιάσεως του συστήματος, λαμβανομένης πάντοτε ύπ’ όψιν της αντοχής των υλικών κατασκευής του. Συστήματα τα οποία δύνανται να εκτίθενται είς πιέσεις μεγαλυτέρας τής μεγίστης επιτρεπομένης πιέσεως λειτουργίας, δέον να προστατεύωνται διά καταλλήλων ανακουφιστικών βαλβίδων.
3. Αί δεξαμεναί και σωληνώσεις δέον να υποβάλωνται είς δοκιμάς πιέσεως καθοριζομένας υπό τής Ε.Ε.Π. είς όρια εξασφαλίζοντα την ασφάλειαν των συστημάτων. Κατά τάς ανωτέρω δοκιμάς δέον να λαμβάνωνται ύπ’ όψιν τυχόν στατικαί δυνάμεις λόγω υπερχειλίσεως και αί δυναμικαί κοπώσεις έκ των δονήσεων και κραδασμών τού σκάφους.
4. Το υλικόν κατασκευής των σωληνώσεων δέον να είναι κατάλληλον διά τα ρευστά τα οποία θα διέρχωνται δι’ αυτών, λαμβανομένης ύπ’ όψιν και τής αντοχής αυτού είς το πύρ κατά τας διατάξεις της παραγρ. 4 του άρθρου 85.
5. Η Ε.Ε.Π. δύναται να επιτρέψη την χρήσιν μη μεταλλικών σωλήνων υπό την προϋπόθεσιν ότι δεν θα θιγή η αντοχή του σκάφους και ή στεγανότης καταστρωμάτων και φρακτών.
1. Αί σωληνώσεις καυσίμων δέον να είναι προσιταί, προστατευμέναι έναντι μηχανικής βλάβης, ασφαλισμέναι έναντι κραδασμών και δονήσεων και τοποθετημέναι είς τρόπον ώστε να μη διέρχωνται διά των διαμερισμάτων επιβατών, φορτίου ή πληρώματος. Αί εύκαμπτοι σωληνώσεις καυσίμου δέον να φέρουν καταλλήλους συνδέσμους, ανθεκτικούς είς το άλας, ύδωρ, έλαιον και είς τους κραδασμούς και δονήσεις, να είναι δραταί, ευχερώς προσιταί και να μη διέρχωνται διά των υδατοστεγών φρακτών.
2. Αί σωληνώσεις πληρώσεως, εξαερισμού και υγρών δέον να είναι καταλλήλου μεγέθους και να καταλήγουν είς σημείον ασφαλές.
3. Η Ε.Ε.Π. δύναται να απαιτήση σύστημα ελέγχου του συστήματος καυσίμων έκ θέσεως ευύχερώς προσιτής είς το πλήρωμα. Εάν υπάρχουν δεξαμεναί βαρύτητος δέον να προβλέπεται η ύπαρξις είς τας δεξαμενάς ταύτας τηλεχειριζόμενων βαλβίδων διακοπής.
Κατά την σχεδίασιν των σωληνώσεων υδραυλικών συστημάτων, δέον όπως επί πλέον των απαιτήσεων της παραγρ. 2 του άρθρου 57 υπολογίζεται και η επιπρόσθετος πίεσις συνεπεία υδραυλικών πληγμάτων ώς και ο λόγος αυξήσεως της πιέσεως έκ της ανωτέρω αίτιας.
Η Ε.Ε.Π. ελέγχει και εγκρίνει την καταλληλότητα αντοχήν και αποδοτικότητα των συστημάτων πεπιεσμένου αέρος.
Τα συστήματα ελαίου λιπάνσεως δέον να σχεδιάζωνται, κατασκευάζωνται, εγκαθίστανται και δοκιμάζωνται κατά τας οδηγίας της Ε.Ε.Π.
1. Δέον να προβλέπωνται συστήματα αντλήσεως των υδάτων από όλα τα υδατοστεγή διαμερίσματα, εκτός εάν η Ε.Ε.Π. κρίνη ότι είς τινα διαμερίσματα τοιαύτα συστήματα δεν είναι αναγκαία.
2. Διατάξεις διά την απάντλησιν των κυτών όλων των διαμερισμάτων, δέον να προβλέπωνται κατά την σχεδίασιν του σκάφους. Τα συστήματα ταύτα δέον να είναι εγκατεστημένα κατά τρόπον αποκλείοντα την διαρροήν έξ ενός διαμερίσματος είς έτερον και να δύνανται να λειτουργούν υπό όλας τας συνθήκας λειτουργίας του σκάφους.
3. Δέον να υφίστανται δύο τουλάχιστον αντλίαι διά την απάντλησιν των κυτών, έξ ών ή μία να χρησιμοποιήται αποκλειστικώς προς τον σκοπόν τούτον. Οιαδήποτε ετέρα αντλία δύναται να χρησιμοποιηθή ώς δευτέρα τοιαύτη, εξαιρέσει τής αντλίας ελαίου και καυσίμων.
4. Αι ανωτέρω αντλίαι δύνανται να είναι μόνιμοι ή φορηταί, παροχής τουλάχιστον 1,5 τόνου ανά ώραν.
5. Η παροχή εκάστης αντλίας απαντλήσεως κυτών δέον γενικώς να είναι σύμφωνος προς τον κάτωθι τύπον:
όπου Q = παροχή εις τόννους ανά ώραν
L = το μήκος του πλοίου είς μέτρα.
6. Η Ε.Ε.Π. αναλόγως του τύπου και μεγέθους του σκάφους δύναται να επιτρέψη την εγκατάστασιν αντλιών μικροτέρας παροχής, αλλά είς ουδεμίαν περίπτωσιν μικροτέρας του
Q = 0,05 LW
όπου Q = Παροχή είς τόννους ανά ώραν με ελάχιστον 1 τόννον ανά ώραν και
LW — άφορτον εκτόπισμα του σκάφους.
7. Αί εσωτερικαί διάμετροι των δικτύων Αναρροφήσεως δεν επιτρέπεται να είναι μικρότεραι των 25 χιλιοστομέτρων. Τα δίκτυα αναρροφήσεως πρέπει να φέρουν κατάλληλα φίλτρα.
8. Χώροι κείμενοι υπεράνω της επιφάνειας του ύδατος, δέον να δύνανται να αποστραγγίζωνται, είς την χειροτέραν περίπτωσιν βλάβης διά πλευρικών ανοιγμάτων φερόντων ανεπιστρόφους βαλβίδας.
9. Είς τούς χώρους είς τους οποίους απαιτείται εγκατάστασις απαντλήσεως κυτών, δέον να υφίσταται διατάξεις αυτομάτου αναγγελίας συγκεντρώσεως υδάτων εις τους υδροσυλλέκτας.
Εάν υφίστανται συστήματα έρματος, ή Ε.Ε.Π. ελέγχει τας αντλίας και σωληνώσεις των.
Τα υφιστάμενα συστήματα και διατάξεις ψύξεως δέον να είναι ικανά να τηρούν τας θερμοκρασίας των λιπαντικών και υδραυλικών ρευστών εντός των ορίων του κατασκευαστού, υπό οιασδήποτε συνθήκας λειτουργίας του σκάφους.
Δέον να προβλέπωνται διατάξεις διά την εισαγωγήν επαρκούς ποσότητος αέρος εις τας μηχανάς. Αί διατάξεις αυταί δέον να είναι ικανοποιητικής αντοχής.
Τα συστήματα και αί διατάξεις αερισμού δέον να είναι τοιαύτα ώστε να εξασφαλίζεται η ασφαλής λειτουργία του σκάφους. Κατά την σχεδίασιν και εγκατάστασιν των συστημάτων τούτων δέον όπως πληρούνται αί προϋποθέσεις του Κεφαλαίου Θ'.
1. Όλα τα συστήματα εξαγωγής καυσαερίων των μηχανών δέον να είναι τοιαύτα ώστε να εξασφαλίζεται η καλή λειτουργία των μηχανών και να μη δημιουργούνται κίνδυνοι εις την ασφαλή λειτουργίαν του σκάφους.
2. Τα ανωτέρω, συστήματα δέον να είναι εγκατεστημένα κατά τρόπον αποκλείοντα την εισαγωγήν καυσαερίων εις τούς χώρους ενδιαιτήσεως ή ετέρους χώρους όπου κινούνται οι επιβαίνοντες ή εις συστήματα κλιματισμού ή αγωγούς εισαγωγής αέρος.
3. Σωληνώσεις εξαγωγής καυσαερίων διερχόμεναι διά του σκάφους πλησίον τής ισάλου γραμμής, δέον να φέρουν βαλβίδας διακοπής επί των πλευρών, έκτος εάν ή Ε.Ε.Π. καθορίση έτερα ισοδύναμα μέσα.
Τα ηλεκτρικά συστήματα επί των δυναμικώς υποστηριζομένων σκαφών, δέον να είναι σχεδιασμένα, κατασκευασμένα και εγκατεστημένα, εις τρόπον ώστε :
α) να εξασφαλίζεται η μεγαλυτέρα δυνατή ασφάλεια αυτών, λαμβανομένων ύπ’ όψιν των κάτωθι παραγόντων:
(ι) λειτουργίας άνευ εμφανίσεως ελαττωμάτων,
(ιι) εμφανίσεως βλάβης, και
(ιιι) εμφανίσεως ειδικών συνθηκών συνεπεία βλάβης εις έτερον σύστημα του σκάφους.
β) Να εξασφαλίζεται η ασφάλεια των επιβαινόντων (π.χ. έναντι ηλεκτροπληξίας) και τού σκάφους (π.χ. έναντι πυρκαϊάς).
Eπιτρεπόμεναι τάσεις καi διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας.
1. Αί τάσεις διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας επί του πλοίου διά συνεχές ή εναλλασσόμενον ρεύμα δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν
α) 500 βολτ διά ρεύμα προοριζόμενον δι' ισχύν, δια μαγειρεία, θέρμανσιν ή έτερον μόνιμον εξοπλισμόν, και
β) 250 βόλτ διά φωτισμόν, ενδοσυνεννοησίν κ.λπ.
2. Η Ε.Ε.Π. δύναται να δεχθή υψηλοτέράς τάσεις διά πρόωσιν.
3. Διά την διανομήν της ηλεκτρικής ενεργείας δέον να χρησιμοποιούνται μονωμένα συστήματα δύο ή τριών αγωγών.
4. Απαγορεύεται γενικώς η γείωσις συστημάτων διανομής επί του σκάφους εξαιρέσει τάσιν μικροτέραν των 55 βόλτ τα οποία δύνανται να γειώνωνται επί του σκάφους, υπό τον δέον ότι θα τηρούνται άι ακόλουθοι προϋποθέσεις:
(α) Μελέτη ενδεχομένης γαλβανικής διαβρώσεως υπό φυσιολογικάς συνθήκας
(β) Μελέτη των σημείων γειώσεως είς τρόπον ώστε να δύνανται να δέχωνται ανεύ κινδύνου τυχόν έτερα ρεύματα.
Τα ανωτέρω συστήματα επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται μόνον μέχρι τους πίνάκας διανομής.
Τα τελικά υπολυκλώματα δέον είς πάσαν περίπτωσιν, να έχουν μονωμένην γείωσιν.
6. Το σύστημα γειώσεως επί του σκάφους δύναται να χρησιμοποιήται διά τους εκκινητάς των κυρίων και βοηθητικών μηχανών.
7. Οσάκις χρησιμοποιήται σύστημα διανομής δια κίνησιν, θέρμανσιν ή φωτισμόν άνευ γειώσεως, δέον να προβλέπεται συσκευή ελέγχου τής αντιστάσεως μονώσεως.
1. Όλα τα ηλεκτρικά καλώδια δέον να είναι τουλάχιστον βραδυφλεγούς τύπου και καταλλήλως τοποθετημένα εις τρόπον ώστε να αποφεύγεται βλάβη ή φθορά των.
2. Τα καλώδια τα όποια εξυπηρετούν τας αναφερομένας εις το άρθρον 77 παρ. 4 υπηρεσίας δεν επιτρέπεται να διέρχωνται δια περιοχών επικινδύνων διά πυρκαϊάν, ώς χώρους μηχανοστασίου κ.λπ. έκτος εκείνων τα όποια εξυπηρετούν τους χώρους τούτους.
3. Όλαι αι μεταλλικαί θωρακήσεις και ο οπλισμός των καλωδίων δέον να είναι ηλεκτρικώς συνεχείς και γειωμέναι, εκτός εάν εις εξαιρετικάς περιπτώσεις ή Ε.Ε.Π. παράσχη εξαιρέσεις εκ της υποχρεώσεως ταύτης.
4. Aι καταλήξεις και συνδέσεις των καλωδίων δέον να λαμβάνουν χώραν εις κιβώτια ενώσεων.
5. Η Ε.Ε.Π. καθορίζει τας ειδικάς απαιτήσεις προς αποφυγήν κινδύνου πυρκαϊας ή εκρήξεως εξ αιτίας βλάβης καλωδίων διερχομένων διά περιοχών επικινδύνων διά πυρκαϊάν ή έκρηξιν.
6. Αι διατάξεις τροφοδοτήσεως εκ τής κυρίας πηγής και πηγής ανάγκης των συστημάτων διανομής, αί οποίαι διέρχονται διά μέσου περιοχής επικινδύνου διά πυρκαϊάν, δέον να διαχωρίζωνται κατακορύφως, και οριζοντίως και εις επαρκές εύρος.
7. Αί βασικαί υπηρεσίαι δέον νά τροφοδοτούνται δι’ ιδιαιτέρων προστατευομένων κυκλωμάτων.
8. Υπό την επιφύλαξιν του άρθρου 71 παρ. 1 όλα τα κυκλώματα δέον να προστατεύωνται έναντι βραχυκυκλώματος και υπερφορτίσεως. At συσκευαί προστασίας του κυκλώματος, έφ’ όσον καθίσταται πρακτικώς δυνατόν, δέον να είναι εγκατεστημέναι κατά τρόπον ώστε τυχόν υπερφόρτισις ή βραχυκύκλωμα να απομονώνη μόνον το κύκλωμα το όποιον εθίγη.
1. Η πηδαλιουχία ή η σταθεροποίησις του σκάφους ή αμφότεραι αι έν λόγω υπηρεσίαι οσάκις εξαρτώνται βασικώς από μίαν συσκευήν, της οποίας ή λειτουργία εξαρτάται από την παροχήν ηλεκτρικής ενεργείας, δέον να εξυπηρετούνται υπό δυο τουλάχιστον ανεξαρτήτων κυκλωμάτων τροφοδουμένων εκ του κυρίου πίνακος, με δυνατότητα τροφοδοτήσεως του ενός έξ αύτών έκ του πίνακος ανάγκης. Τα κυκλώματα ταΰτα δέον νά προστατεύωνται έναντι βραχυκυκλώματος και να φέρουν σύστημα Αναγγελίας υπερφορτίσεως.
2. Aι διατάξεις των άρθρων 98 και 100 διά την τροφοδότησιν δι' ηλεκτρικής ενεργείας εφαρμόζονται αναλόγως.
1. Το σύστημα κυρίου φωτισμού το όποιον παρέχει φωτισμόν εις τους χώρους του σκάφους οι οποίοι είναι προσιτοί και χρησιμοποιούνται από τους επιβάτας και το πλήρωμα δέον να τροφοδοτήται έκ τής κυρίας πηγής ενεργείας.
2. Αι διατάξεις του συστήματος κυρίου φωτισμού δέον να είναι τοιαύται ώστε τυχόν πυρκαϊά ή έτερα περιστατικά εις τον χώρον εντός τού οποίου ευρίσκεται ή κυρία πηγή ενεργείας να μη θέτη εκτός λειτουργίας το σύστημα φωτισμού ανάγκης.
3. Η έντασις του συστήματος κυρίου φωτισμού δέον να είναι κατάλληλος εις τρόπον ώστε να επιτυγχάνεται:
α) ο έλεγχος όλων των βασικών μηχανημάτων και διατάξεων,
β) ευχέρεια αναγνώσεως όλων των ενδεικτικών και καταγραφικών οργάνων,
γ) ευχέρεια αναγνώσεως όλων των ενδείξεων και επιγραφών, και
δ) καλή ορατότης εντός των χρησιμοποιουμένων υπό των επιβατών και του πληρώματος χώρων.
4. Ο φωτισμός ανάγκης δέον να τίθεται αυτομάτως εις λειτουργίαν έν περιπτώσει βλάβης της κυρίας τροφοδοτήσεως και να είναι κατάλληλος διά να διευκολύνη την εγκατάλειψιν τού σκάφους από τους επιβάτας και το πλήρωμα.
1. O ηλεκτρικός εξοπλισμός δέον να είναι σχεδιασμένος, κατασκευασμένος και εγκατεστημένος κατά τρόπον ώστε να είναι κατάλληλος διά οιανδήποτε τάσιν με την όποιαν προβλέπεται να τροφοδοτηθή και να μή δημιουργή κίνδυνον ή προξενή ατυχήματα εις τό προσωπικόν υπό φυσιολογικοί συνθήκας λειτουργίας.
2. Δέον νζ προβλέπωνται κατάλληλα μέσα διακοπής της τροφοδοτήσεως εις οιονδήποτε κύριον ή δευτερεύον κύκλωμα κατά την κρίσιν της Ε.Ε.Π.
3. Ο ηλεκτρικός εξοπλισμός δέον να είναι σχεδιασμένος κατά τρόπον αποκλείοντα οιονδήποτε Ατύχημα λόγω επαφής με εκτεθειμένα τμήματα του ή τμήματα κινούμενα ή περιστρεφόμενα ή θερμαινομένας επιφανείας αί οποίαι θα ηδύναντο να προξενήσουν εγκαύματα ή να προκαλέσουν πυρκαϊάν.
4. Ο ηλεκτρικός εξοπλισμός δέον να προστατεύεται κατά τρόπον ικανοποιητικόν είς τρόπον ώστε να μειουται εις το ελάχιστον δυνατόν ο κίνδυνος πυρκαϊας ή ετέρων επικινδύνων καταστάσεων εις περίπτωσιν φθοράς του.
5. Όλα τα εκτεθειμένα μεταλλικά τμήματα του ηλεκτρικού εξοπλισμού εκ των οποίων δεν προβλέπεται να διέρχεται ρεύμα, είς τας περιπτώσεις βλάβης, δέον να είναι γειωμένα εκτός εάν :
α) ο εξοπλισμός τροφοδοτείται με ρεύμα μη υπερβαίνον τα 55 βόλτ ή
β) ο εξοπλισμός είναι κατασκευασμένος συμφώνως προς την αρχήν της διπλής μονώσεως.
6. Τα εξαρτήματα φωτισμού δέον να είναι τοποθετημένα κατά τρόπον αποκλείοντα την υπερθέρμανσιν των καλωδίων και λοιπών γειτνιαζόντων υλικών.
7. Είς όλους τούς χώρους όπου δύνανται να συγκεντρούνται εύφλεκτα μίγματα η εγκατάστασις ηλεκτρικού εξοπλισμού επιτρέπεται υπό την προϋπόθεσιν ότι ούτος είναι :
(α) αναγκαίος διά την λειτουργίαν των χώρων τούτων,
(β) κατάλληλος διά τούς χώρους τούτους, και
(γ) ηλεγμένος δι’ ασφαλή λειτουργίαν εντός χώρων είς τους οποίους συγκεντρούνται ατμός, αέρια κ.λ.π.
1. Οι κύριοι ηλεκτρικοί πίνακες και οι τοιούτοι ανάγκης δέον όπως είναι:
α) Σχεδιασμένοι και κατασκευασμένοι εις τρόπον ώστε ο εξοπλισμός να τοποθετήται ευχερώς.
β) Είναι προστατευμένοι περιφερειακώς.
γ) Φέρουν όλα τα εκτεθειμένα τμήματα των είς την οπισθίαν πλευράν των.
δ) Φέρουν ενδεικτικάς επιγραφάς διά την προστασίαν του προσωπικού.
2. Ο ηλεκτρικός πίναξ ανάγκης δέον να είναι τοποθετημένος πλησίον της πηγής ενεργείας ανάγκης και συμφώνως προς τας διατάξεις των παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 77.
1. Αί συστοιχίαι συσσωρευτών δέον να είναι καταλλήλως τοποθετημέναι εντός διαμερισμάτων ειδικώς διευθετημένων και αεριζομένων επαρκώς.
2. Αί χρησιμοποιούμεναι διά την εκκίνησιν των κυρίων μηχανών και βοηθητικών μηχανημάτων συστοιχίαι συσσωρευτών δέον να τοποθετούνται είς το μηχανοστάσιον εντός αεροστεγών κιβωτίων αεριζομένων κεχωρισμένως.
3. Εις τους χώρους όπου ευρίσκονται συστοιχίαι συσσωρευτών, απαγορεύεται η εγκατάστασις ηλεκτρικού η ετέρου εξοπλισμού ο όποιος συνιστά πηγή αναφλέξεως ευφλέκτων αερίων.
4· Εάν αί χρησιμοποιούμενοι διά την εκκίνησιν των κυρίων μηχανών και βοηθητικών μηχανημάτων συσσωρευτών είναι τοποθετημέναι συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 76 παρ. 1, 2, 3 και έχουν επιπρόσθετον χωρητικότητα συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 76 παρ. 4 και 5, ή Ε.Ε.ΓΙ. δύναται είς εξαιρετικάς περιπτώσεις να επιτρέψη την χρήσιν των συστοιχιών τούτων και ως πηγής ενεργείας ανάγκης, υπό τον όρον ότι θα πληρούνται αι λοιπαί διατάξεις του άρθρου 77 ως προς την χωρητικότητά των.
1. Έκαστον δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος, εις το οποίον η ηλεκτρική ενέργεια αποτελεί το μοναδικόν μέσον λειτουργίας των βοηθητικών υπηρεσιών, μηχανημάτων και αναγκαίων διατάξεων διά την φυσιολογικήν λειτουργίαν του σκάφους και την διατήρησιν καταλλήλων συνθηκών ενδιαιτήσεως, δέον να διαθέτη δύο τουλάχιστον κυρίας πηγάς ηλεκτρικής ενεργείας.
2. Αί κύριαι πηγαί ηλεκτρικής ενεργείας δύνανται να είναι:
α) Γεννήτριαι κινούμεναι υπό ανεξαρτήτων μηχηνημάτων ή
β) γεννήτριαι κινούμεναι υπό των κυρίων μηχανών ή
γ) συστοιχίαι συσσωρευτών ή
δ) συνδυασμός των ανωτέρω περιπτώσεων.
3. Αί κύριαι πηγαί ηλεκτρικής ενεργείας δέον να είναι σχεδιασμέναι κατά τρόπον ώστε :
α) Να λειτουργούν κανονικώς όταν είναι ανεξάρτητοι ή συνδεδεμέναι μεταξύ των, οσάκις προβλέπεται τοιαύτη σύνδεσις,
β) Βλάβη εις μίαν έξ αυτών να μη επηρεάζη την λειτουργίαν των ετέρων, αί οποίαι δέον να καλύπτουν όλα τα βασικά φορτία, και
γ) Η τάσις και συχνότης είς όλας τας βασικάς υπηρεσίας να τηρήται εντός των ορίων διά τα όποια έχει σχεδιασθή ο εξοπλισμός κατά την διάρκειαν οιασδήποτε συνθήκης λειτουργίας.
4. Η σχεδίασις των κατά τας παρ. 2 και 3 του παρόντος άρθρου κυρίων πηγών ηλεκτρικής ενεργείας δέον να είναι τοιαύτη ώστε να εξασφαλίζεται η τροφοδότησις των υπηρεσιών αί οποίαι συμβάλλουν εις οιοανδήποτε συνθήκη λειτουργίας του σκάφους.
5. Όταν αί ανωτέρω πηγαί ενεργείας λειτουργούν συγχρόνως δέον να είναι ικαναί να παρέχουν την αναγκαίαν ενέργειαν διά την διατήρησιν των καταλλήλων συνθηκών ενδιαιτήσεως καί δι’ οιανδήποτε συνθήκην λειτουργίας του σκάφους.
6. Είς περίπτωσιν βλάβης οιασδήποτε έκ των ανωτέρω πηγών ενεργείας, αί απομένουσαι τοιαύται δέον να είναι ικαναί να τροφοδοτούν όλας τας υπηρεσίας τας οποίας ή Ε.Ε.Π. ήθελε κρίνει αναγκαίας διά την πρόωσιν, πηδαλιουχίαν, εξάντλησιν κυτών, πυρασφάλειαν, στοιχειώδη ενδοσυνεννόησιν και ασφαλή ναυσιπλοΐαν του σκάφους, περιλαμβανομένης και της εκκινήσεως των κυρίων προωστηρίων μηχανών από την κατάστασιν ακινησίας.
7. Εάν ώς κύριαι πηγαί ενεργείας χρησιμοποιούνται μόνον συστοιχίαι συσσωρευτών ή συνδυασμός τούτων με γεννήτριας, η χωρητικότης των συστοιχιών δέον να είναι επαρκής διά την τροφοδότησιν όλων των υπηρεσιών αι οποίαι αναφέρονται είς την παρ. 6 του παρόντος άρθρου, δια περίοδον καθοριζομένην υπό της Ε.Ε.Π. έν σχέσει με την περιοχήν ναυσιπλοΐας του σκάφους.
8. Οσάκις, ώς κύριαι πηγαί ενεργείας, χρησιμοποιούνται συστοιχίαι συσσωρευτών, δέον να προβλέπωνται κατάλληλοι διατάξεις φορτίσεώς των είς διάστημα, δι’ έκαστον συσσωρευτήν, μικρότερον των 8 ωρών. 'Η φόρτισις δέον να επιτυγχάνεται διά γεννήτριας κινουμένης είτε υπό της κυρίας μηχανής είτε δι’ ιδίων μέσων. Διά πολύ μικρούς πλόας ή Ε.Ε.Π. δύναται να εγκρίνη μικροτέρας αποδόσεις φορτίσεώς.
9. Αί διατάξεις φορτίσεως των συσσωρευτών δέον να είναι τοιαύται ώστε να επιτρέπεται η τροφοδότησις ανεξαρτητως εάν ούτοι τελούν η μη υπό φόρτισιν.
1. Έκαστον δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον να φέρη αυτόματον πηγήν ηλεκτρικής ενεργείας ανάγκης, τοποθετημένην είς θέσιν ευρισκομένην υπεράνω της ισάλου γραμμής, ώς αύτη καθορίζεται είς Κεφάλαιον Δ' δια την περίπτωσιν βλάβης.
2. Η τροφοδότησις της ενεργείας ανάγκης δέον να επιτυγχάνεται αυτομάτως και εις χρόνον μη υπερβαίνοντα τα 20 δευτερόλεπτα.
3. Η θέσις της πηγής ενεργείας ανάγκης δέον να είναι τοιαύτη ώστε να εξασφαλίζεται ότι η πυρκαϊά ή ετέρα σοβαρά βλάβη εντός τού χώρου όπου ευρίσκεται η κυρία ττηγή ενεργείας ή εντός τού μηχανοστασίου δεν θα επηρεάση την τροφοδότησιν και διανομήν της ενεργείας ανάγκης.
4. Η πηγή ενεργείας ανάγκης δέον να είναι ικανή να τροφοδοτή συγχρόνως τας ακολούθους υπηρεσίας :
α) Διά περίοδον 2 ωρών, φωτισμόν ανάγκης εις (ι) τούς χώρους στοιβασίας των σωστικών μέσων (ιι) τας οδούς διαφυγής και σημεία επιβιβάσεως (ιιι) τα διαμερίσματα επιβατών
(ιν) το μηχανοστάσιον και τον χώρον της πηγής ενεργείας ανάγκης
(ν) τούς σταθμούς ελέγχου
(νι) τούς χώρους στοιβασίας των μέσων πυρασφαλείας, και
(νιι) το πηδάλιον.
β) Διά περίοδον 2 ωρών :
(ι) τούς κυρίους φανούς ναυσιπλοΐας
(ιι) τα μέσα ενδοσυνεννοήσεων προς τους επιβάτας και το πλήρωμα
(ιιι) τα συστήματα ζνιχνεύσεως πυρκαϊας και γενικού συναγερμού, και
(ιν) τους τηλεχειριζομένους μηχανισμούς των συστημάτων κατασβέσεως πυρκαϊας εάν ταύτα είναι ηλεκτρικά.
γ) Διά περίοδον 4 ωρών διακοπτομένης λειτουργίας:
(ι) την σειρήνα τού σκάφους εάν αυτή είναι ηλεκτρική, και
(ιι) τον μόνιμον προβολέα εάν δεν τροφοδοτήται υπό ιδίων συσσωρευτών.
δ) Διά περίοδον 4 ωρών :
(ι) τας συσκευάς ραδιοεπικοινωνιών τας οποίας θα καθορίση ή Ε.Ε.Π. εκτός εάν αυταί τροφοδοτούνται υπό ιδιαιτέρων συσσωρευτών.
(ιι) τα στοιχειώδη ηλεκτρικά όργανα και ελέγχους διά την πρόωσιν των μηχανών, εάν δεν τροφοδοτούνται υπό ιδιαιτέρων μέσων.
5. Το σύστημα φωτισμού ανάγκης δέον να είναι τοιούτον ώστε έκρηξις πυρκαϊας ή εμφάνισις ετέρου περιστατικού εντός των χώρων είς τους όποιους ευρίσκεται η πηγή ενέργειας ανάγκης να μη θέτη τούτο έκτος λειτουργίας.
6. Η πηγή ηλεκτρικής ενεργείας ανάγκης δύναται να είναι συστοιχία συσσωρευτών ή γεννήτρια, κινουμένη δι' ιδίων μέσων και τροφοδοτουμένη διά καυσίμου ιδιαιτέρας δεξαμενής.
7. Η συστοιχία συσσωρευτών δέον να είναι ικανή να παρέχη το φορτίον ανάγκης, εκφορτιζομένη με σταθεράν τάσιν ή τουλάχιστον με ±12 % της ονομαστικης τάσεως.
8. Εις την θέσιν ελέγχου του σκάφους δέον να υφίσταται ενδεικτικόν όργανον εμφαίνον εάν η συστοιχία συσσωρευτών ανάγκης τελή υπό εκφόρτισιν ή εάν η γεννήτρια ανάγκης είναι εν λειτουργία.
9. Το σύστημα ανάγκης δέον να λειτουργή ικανοποιητικώς υπό τάς δυσμενεστάτας προβλεπομένας συνθήκας και να περιλαμβάνη μηχανισμούς ελέγχου των αυτομάτων διατάξεων.
Κατά την εφαρμογήν του παρόντος Κεφαλαίου, νοείται:
α) Περιοχαί επικίνδυνοι δια πυρκαϊάν: | Τα διαμερίσματα προς τα όποια ή γειτνίασις με καύσιμα υλικά ή εύφλεκτα υγρά και δυναμικάς πηγάς εναύσεως (ηλεκτρικός εξοπλισμός, θερμαί επιφάνειαι κλπ.) δύναται να προκαλέσουν έναρξιν πυρκαϊας (χώροι μηχανοστασίου κλπ.) |
β) Σταθμοί ελέγχου: | Οι χώροι οι όποιοι περιέχουν κύρια όργανα ελέγχου και όργανα ελέγχου ανάγκης κυρίους ή δευτερεύοντας, τας τηλεπικοινωνιακάς εγκαταστάσεις ή κύριον εξοπλισμόν ναυσιπλοΐας ή την πηγήν ενεργείας ανάγκης ή οι χώροι εις τους όποιους ευρίσκεται συγκεντρωμένος ο εξοπλισμός ελέγχου πυρασφαλείας. |
γ) Χώροι ειδικής κατηγορίας: |
Οι κλειστοί χώροι οι οποίοι προορίζονται διά την μεταφοράν αυτοκινήτων με καύσιμα εις τας δεξαμενάς των διά την κίνησίν των, εις τούς οποίους τα αυτοκίνητα δύνανται να εισέρχωνται και εξέρχωνται δι’ ιδίων μέσων και οι οποίοι είναι προσπελάσιμοι από τους επιβάτας. |
δ) «Τυποποιημένη Δοκιμή πυρός» είναι ή δοκιμή κατά την οποίαν δείγματα διαφραγμάτων εκτίθενται εντός δοκιμαστικού κλίβανου εις θερμοκρασίας ανταποκρινομένας περίπου προς την τυποποιημένην καμπύλην χρόνου - θερμοκρασίας. Τα δείγματα θα έχουν εκτεθειμένην επιφάνειαν ούχι μικροτέραν των 4,65 τετραγ. μέτρων και ύψος (ή μήκος επί καταστρωμάτων) 2,44 μέτρων, θα προσομοιάζουν όσον το δυνατόν περισσότερον προς την επιδιωκομένην κατασκευήν και θα περιλαμβάνουν οπού τούτο είναι αναγκαίον τουλάχιστον έναν αρμόν. Η τυποποιημένη καμπύλη χρόνου - θερμοκρασίας καθορίζεται διά μίας γραφικής παραστάσεως συνδεούσης τα ακόλουθα σημεία :
ε) «Άκαυστον υλικόν» σημαίνει υλικόν, το οποίον δεν καίγεται ούτε αποδίδει ευφλέκτους ατμούς εις αρκετήν ποσότητα δι’ αυτανάφλεξιν, όταν θα θερμανθούν είς θερμοκρασίαν περίπου 750°C τούτου κρινομένου υπό της Αρχής προς ικανοποίησιν της, κατόπιν της χρησιμοποιήσεως μιας έκ των καθιερωμένων διαδικασιών δοκιμής. (*)
Οιονδήποτε έτερον υλικόν είναι καύσιμον υλικόν.
στ) «Χάλυψ ή άλλο ισοδύναμον υλικόν». Όπου απαντάται η φράσις «χάλυψ ή άλλο ισοδύναμον υλικόν» αί λέξεις «ισοδύναμον υλικόν» σημαίνουν παν υλικόν το οποίον, άφ’ εαυτού ή κατόπιν γενομένης μονώσεως παρουσιάζει ιδιότητας κατασκευαστικάς και αντοχής ισοδυνάμους προς τας του χάλυβος κατά το τέλος της εφαρμοζομένης εκθέσεως είς το πύρ της τυποποιημένης δοκιμής πυρός (π.χ. το αλουμίνιον μετά καταλλήλου μονώσεως).
ζ) «Χαμηλή εξάπλωσις φλογός» σημαίνει ότι η ούτω περιγραφομένη επιφάνεια θα ανθίσταται επαρκώς είς την εξάπλωσιν της φλογός, τούτου καθοριζομένου διά καταλλήλου τρόπου δοκιμής είς την εξάπλωσιν τής φλογός, τούτου καθοριζομένου διά καταλλήλου τρόπου δοκιμής της εγκρίσεως της Αρχής.
η) «Σημείον αναφλέξεως» σημαίνει το σημείον αναφλέξεως το οποίον προσδιορίζεται υπό μιας εγκεκριμένης συσκευής δοκιμής κλειστού δοχείου.
(*) Γίνεται μνεία της Συστάσεως ήτις υιοθετήθη υπό του Οργανισμού διά της Αποφάσεως Α. 270 (νιιι) επί των μεθόδων Δοκιμής διά την πιστοποίησιν υλικών ναυτικών κατασκευών ως ακαύστων.
Διά την διατήρησιν των προβλεπομένων επιπέδων πυρασφαλείας δέον να πληρούνται αί ακόλουθοι προϋποθέσεις:
1. Είς περίπτωσιν εντοπισμού πυρκαϊάς το πλήρωμα δέον να είναι ικανόν να:
α) θέση είς άμεσον λειτουργίαν τα πυροσβεστικά μέσα, β) ενημερώση αμέσως τον λιμένα εκκινήσεως περί τού περιστατικού,
γ) λάβη τα αναγκαία μέτρα διά τυχόν αναγκαίαν εγκατάλειψιν τού σκάφους.
2. Η χρήσις καυσίμου με σημείον αναφλέξεως κάτω των 43°C δεν συνίσταται. Η Ε.Ε.Π. δύναται να επιτρέψη την χρήσιν καυσίμου με χαμηλότερου σημείον αναφλέξεως, ουχί όμως κάτω των 38°C, υπό τον όρον ότι θα καθορίση τα επιπρόσθετα, κατά την κρίσιν της, μέτρα ασφαλείας προς αποφυγήν κινδύνων πυρκαϊας και εκρήξεως.
3. Τα μέλη του πληρώματος δέον να είναι καλώς εκπαιδευμένα δια να ενεργούν αποτελεσματικώς έν περιπτώσει πυρκαϊάς και εκτελούνται συχνά γυμνάσια πυρκαϊάς.
4. Η συντήρησις και αί επισκευαί του σκάφους και τού εξοπλισμού του, διενεργούνται κατά τας οδηγίας του κατασκευαστού και τάς τυχόν συμπληρωματικάς οδηγίας της Ε.Ε.Π.
1. Το σκάφος δέον να κατασκευάζεται δι’ εγκεκριμένων ακαύστων υλικών ικανοποιητικής αντοχής. Η Ε.Ε.Π. δύναται να επιτρέψη την χρήσιν ετέρων υλικών υπό τον όρον ότι θα καθορίση επιπροσθέτως απαιτήσεις προς εξασφάλισιν ισοδυνάμου αντοχής και πυρασφαλείας.
2. Περιοχαί επικίνδυνοι διά πυρκαϊάν δέον να περικλείωνται υπό πυριμάχων υποδιαιρέσεων πληρουσών τας απαιτήσεις της παρ. 4 του παρόντος άρθρου και έχουν ικανοποιητικήν κατασκευαστικήν αντοχήν. Η Ε.Ε.Π. δύναται να παράσχη εξαιρέσεις εκ της εν λόγω υποχρεώσεως εάν κρίνη ότι δεν τυγχάνει εν όλω ή έν μέρει αναγκαία.
3. Σταθμοί ελέγχου, χώροι στοιβασίας σωστικών μέσων, οδού διαφυγής και χώροι επιβιβάσεως επί των σωσιβίων σχεδιών, δέον όπως κατά το δυνατόν μη γειτνιάζουν με περιοχάς επικινδύνους διά πυρκαϊάν. Η Ε.Ε.Π. καθορίζει την πυρίμαχον προστασίαν των έν λόγω χώρων σταθμών ελέγχου.
4. Αί πυρίμαχοι υποδιαιρέσεις δέον να είναι κατά προτίμησιν κατασκευασμέναι με άκαυστα υλικά όμως η Ε.Ε.Π δύναται να επιτρέψη την χρήσιν άλλων καταλλήλων μεμονωμένων υλικών τα όποια θα δύνανται να εμποδίζουν την δι' αυτών διέλευσιν φλογών και καπνού κατα την διάρκειαν τυποποιημένης δοκιμής πυρός και διά χρονικόν διάστημα ίσον ή μεγαλύτερου των 30 λεπτών.
5. Γενικώς, η πυρίμαχος και η ακουστική μόνωσις θα πρέπει να είναι από άκαυστα υλικά.
6. Όλαι αι οροφαί και εσωτερικάι επενδύσεις θα πρέπει να κατασκευαζωνται έξ ακαύστων υλικών. Διά τα εξωτερικά τοιχώματα είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν καύσιμα υλικά τα όποια δεν έχουν πάχος μεγαλύτερον των 1,5 χιλιοστών και να έχουν χαρακτηριστικά «χαμηλής εξαπλώσεως φλογός. »
7. Η επίπλωσις (ο εξοπλισμός) του σκάφους πρέπει να κατασκευάζεται από άκαυστα υλικά. Έν τούτοις τα υλικά πού χρησιμοποιούνται διά την επίστρωσίν και τον ευρπεπισμόν είναι δυνατόν να είναι καύσιμα υλικά αλλά θα πρέπει να έχουν χαρακτηριστικό «χαμηλής διαδόσεως φλογός».
8. Η Ε.Ε.Π. δύναται να επιτρέψη την χρήσιν άλλων υλικών εκτός εκείνων άτινα δεν συμπεριλαμβάνονται εις τας παραγράφους 5,6,7 του παρόντος άρθρου έφ’ όσον διαπίστωση ότι οι επιπρόσθετες διαφυλάξεις λαμβάνονται διά την εξασφάλισιν της ασφαλείας έναντι πυρκαϊάς.
1. Αί επικίνδυνοι διά πυρκαϊάν περιοχαί δέον να:
α) διαθέτουν εγκεκριμένου τύπου αυτόματον σύστημα ανιχνεύσεως πυρκαϊάς, το όποιον θα δύναται να παρέχη ένδειξιν εις τον σταθμόν ελέγχου περί του χώρου εντός του όποιου εξεράγη πυρκαϊά, υπό όλας τας συνθήκας φυσιολογικής λειτουργίας των εγκαταστάσεων.
β) Προστατεύωνται με εγκεκριμένου τύπου τηλεχειριζόμενον, μόνιμον, ταχείας ενεργείας σύστημα κατασβέσεως κατάλληλον διά την φύσιν τής πυρκαϊάς η όποια ενδέχεται, να εκραγή εις τούς χώρους τούτους. Αναλόγως της αποδοτικότητος και των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών του συστήματος τηλεχειρισμού, δύναται η Ε.Ε.Π. να απαίτηση την εγκατάστασιν του συστήματος επιτοπίου χειρισμού.
2. Οι σταθμοί ελέγχου, χώροι ενδιαιτήσεως και επικίνδυνοι διά πυρκαϊάν περιοχαί, δέον να διαθέτουν φορητούς πυροσβεστήρας, είς αριθμόν και είδος καθοριζόμενον υπό τής Ε.Ε.Π., δυναμένους να χρησιμοποιηθούν αμέσως.
3. Δέον να διατίθενται αντλίαι πυρκαϊάς ύπατος, τροφοδοτούσαι επαρκείς εις αριθμόν λήψεις πυρκαϊάς εκάστης εφοδιασμένης με oθόνινο σωλήνα και ακροσωληνίων, ώστε μία προβολή ύδατος να δύναται να φθάση εις οιονδήποτε σημείον τον πλοίου.
4. Εις τούς χώρους ειδικής κατηγορίας θα διατίθεται αυτόματον σύστημα ανιχνεύσεως πυρκαϊάς.
5. Εάν χρησιμοποιήται το αυτό αυτόματον σύστημα ανιχνεύσεως πυρκαϊάς διά την προστασίαν των επικίνδυνων δια πυρκαϊάν περιοχών και των λοιπών χώρων, τα ηλεκτρικά δίκτυα προς τα οποία συνδέονται οι ανιχνευταί δέον να είναι ανεξάρτητα.
1. ’Έκαστος χώρος ειδικής κατηγορίας δέον κατά την κρίσιν της Ε.Ε.Π. είναι εφοδιασμένος με ένα εκ των ακολούθων συστημάτων κατασβέσεως πυρκαϊάς αναλόγως του μεγέθους του και του αριθμού των οχημάτων τα οποία δύναται να περιλάβη:
(α) Εγκεκριμένου τύπου, μόνιμον σύστημα, ραντίσεως δι’ ύδατος κατάλληλον διά χειροκίνητον, ή αυτόματον λειτουργίαν δυνάμενον να προστατεύη οιονδήποτε σημείον του χώρου.
(β) Εγκεκριμένου τύπου σύστημα κατασβέσεως πυρσός δι’ αερίου κατάλληλον διά πυρκαϊάς υγρών καυσίμων.
(γ) Εγκεκριμένου τύπου σύστημα δυνάμενον να παρογάγη αφρόν υψηλής εκτονώσεως είς σημαντικάς ποσότητας είς τρόπον ώστε να καθίσταται δυνατή ή προστασία οιουδήποτε σημείου τού χώρου
(δ) Ημιφορητούς πυροσβεστήρας δυναμένους να χρησιμοποιηθούν ταχέως διά την προστασίαν του χώρου υπό τον όρον ότι θα υφίστανται δυο τοιούτοι πυροσβεστήρες έφ’ όσον ο χώρος ούτος είναι μικρότερος των 32 Μ2.
2. Τα υπό στοιχεία (α), (β) και (γ) συστήματα της ανωτέρω παραγράφου δέον όπως είναι ικανά να χειρίζωνται εκ θέσεως εκτός του χώρου.
3. Ο εξοπλισμός ο όποιος δύναται να θεωρηθή ως πηγή αναφλέξεως ευφλέκτων αερίων, και ειδικώτερον ο ηλεκτρικός εξοπλισμός εις τους χώρους τούτους δέον να τοποθετήται εις ύψος τουλάχιστον 0,45 μέτρων υπεράνω του καταστρώματος.
4. Οι χώροι ειδικής κατηγορίας δέον να μονούνται έκ του διαμερίσματος κυβερνήσεως των χώρων ενδιαιτήσεως επιβατών και των διόδων διαφυγής καθ’ όσον καθίσταται πρακτικώς δυνατόν.
Ο χειρισμός των συστημάτων ελέγχου τα όποια αναφέρονται εις τα άρθρα 81, παρ. 1 85 παρ. 3 και 86 παρ. 3, δέον να είναι ευχερής Τα συστήματα ταύτα δέον να είναι συγκεκριμένα εις την αυτήν θέσιν και κατά προτίμησιν είς τον σταθμόν ελέγχου.
Η ΕΕΠ λαμβάνουσα υπ' όψιν τον τύπον του σκάφους το μέγεθος αυτού τους εκτελουμένους πλόας και τυχόν ετέρας ειδικάς συνθήκας, καθορίζει ποίαι έκ των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου ή άλλες τινές διατάξεις του ειδικού Κανονισμού περί πυροσβεστικών μέσων των πλοίων δέον να εφαρμόζωνται διά την έναντι πυρκαϊάς προστασίαν των χώρων φορτίου.
1. Αί δεξαμεναί αί οποίαι περιέχουν καύσιμα και έτερα εύφλεκτα υγρά δέον να διαχωρίζωνται από τους χώρους επιβατών πληρώματος και αποσκευών διά μέσων κλεισίματος στεγανών είς την δίοδον ατμών ή διά στεγανών κενών χώρων καταλλήλως αεριζομένων και στραγγιζομένων.
2. Καθ’ όσον καθίσταται πρακτικώς δυνατόν αί ανωτέρω δεξαμεναί δεν θα κείνται εντός ή πλησίον περιοχών επικινδύνων διά πυρκαϊάν. Εάν κείνται εντός ή πλησίον των ανωτέρω χώρων δέον να είναι κατασκευσμέναι έκ χάλυβας ή ετέρου ισοδυνάμου υλικού.
3. Δέον να προβλέπωνται μέσα διακοπής τής ροής ευφλέκτων υγρών εις περιοχάς επικινδύνους διά πυρκαϊάν. Τα μέσα ταύτα και ό έλεγχος αυτών δέον να κείνται εκτός των επικινδύνων διά πυρκαϊάν περιοχών. Η απομένουσα εντός σωλήνων, φίλτρων κλπ. ποσότης πετρελαίου εις τοιαύτας περιοχάς δέον να περιορίζεται εις το ελάχιστον δυνατόν.
4. Αί σωληνώσεις, επιστόμια και σύνδεσμοι διά των όποιων διέρχονται εύφλεκτα υγρά δέον να είναι κατασκευασμένοι έκ χάλυβος ή ετέρου ισοδυνάμου υλικού το όποιον ήθελε εγκρίνει η Ε.Ε.Π. λαμβάνουσα ύπ’ όψιν την αντοχήν του εις τοό πύρ και την γενικωτέραν αντοχήν του έν σχέσει προς την πίεσιν την όποιαν θα δέχεται και τούς χώρους είς τούς όποιους θα ευρίσκεται. Καθ’ όσον καθίσταται πρακτικώς δυνατόν, δέον να αποφεύγεται η χρήσις ευκάμπτων σωληνώσεων έκτος εάν τυγχάνουν τής εγκρίσεως τής Ε.Ε.Π.
1. Οι χώροι εις τους οποίους δύνανται να συγκεντρωθούν εύφλεκτα αέρια δέον να διαθέτουν αποδοτικόν σύστημα αερισμού της εγκρίσεως τής Ε.Ε.Π.
2. Εις τας επικινδύνους διά πυρκαϊάν περιοχάς και είς ετέρους χώρους τους οποίους δύναται να καθορίση η Ε.Ε.Π., ο έλεγχος και το κλείσιμον των ανοιγμάτων αερισμού δέον να είναι δυνατός εκ θέσεως εκτός των χώρων και εάν κρίνεται αναγκαίον και έκ θέσεως εντός αυτών.
3. Όλοι οι ανεμιστήρες δέον να διαθέτουν σύστημα διακοπής της λειτουργίας των έκ θέσεως εκτός των χώρων τους όποιους εξυπηρετούν.
4. Περιοχαί επικίνδυνοι διά πυρκαϊάν δέον να διαθέτουν ιδιαίτερα συστήματα και αγωγούς αερισμού. Αγωγοί αερισμού εξυπηρετούντες επικινδύνους διά πυρκαϊάν περιοχάς δεν επιτρέπεται να διέρχωνται διά μέσου ετέρων χώρων και αντιστρόφως. Η Ε.Ε.Π. δύναται να μη απαίτηση εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσης παραγράφου, υπό τον όρον ότι οι αγωγοί ούτοι είναι κατασκευασμένοι έκ του αυτού πυριμάχου υλικού και ότι εις τα διαφράγματα τα όποια διαπερνούν υφίσταται κατάλληλος μόνωσις ή αυτόματοι διακόπται άέρος.
5. Είς τους χώρους ειδικής κατηγορίας, δέον να καθίσταται δυνατή εναλλαγή του αέρος δεκάκις τουλάχιστον ανά ώραν. Οι χώροι ούτοι δέον επιπροσθέτως να διαθέτουν μέσα είς τον σταθμόν ελέγχου παρέχοντα ενδειξίν τυχόν βλάβης ή μειώσεως τής αποδόσεως του συστήματος αερισμού.
1. Έκαστον δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον να διαθέτη κατάλληλα και επαρκή σωστικά μέσα δι’ όλους τούς επιβαίνοντας.
2. Το είδος και ο αριθμός των ανωτέρω σωστικών μέσων, καθορίζονται υπό του παρόντος Κεφαλαίου αναλόγως προς τον τύπον εκάστου σκάφους και τους εκτελουμένους ύπ’ αυτού πλόας.
1. Έκαστον σκάφος δέον να διαθέτη σωσίβιους σχεδίας ρίψεως είς τρόπον ώστε να δύναται να καλύψη ποσοστόν (110%) των επιβαινόντων, τούς οποίους επιτρέπεται να φέρη κατ’ ανώτατον δριον.
2. Ανεξαρτήτως αριθμού επιβαινόντων, ουδέν σκάφος επιτρέπεται να φέρη ολιγωτέρας των δύο σωσιβίων σχεδίων.
1. Αί σωσίβιοι σχεδίαι δέον να είναι ασφαλώς τοποθετημέναι είς θέσιν εκτός των χώρων ενδιαιτήσεως.
2. Η στοιβασία των σωσιβίων σχεδίων δέον να είναι τοιαύτη ώστε η καθαίρεσις εις την θάλασσαν να γίνεται ευχερώς και ταχέως και να παραμένουν έν ασφαλεία καθ’ όλην την διάρκειαν τη διαδικασίας καθαιρέσεως και να δύνανται να επιπλέουν αυτομάτως είς περίπτωσιν βυθίσεως του πλοίου.
3. Η καθαίρεσις δέον να γίνεται κατά τρόπον επιτρέποντα την εύχερη επιβίβασιν επιβατών και πληρώματος.
4. Η καθαίρεσις των σωσιβίων σχεδιών δέον να καθίσταται δυνατή υπό δεσμενείς συνθήκας διατειχισμού και προνευστασμού.
1. Έκαστον σκάφος δέον να διαθέτη σωσίβιους ζώνας είς τρόπον ώστε να δύναται να καλύψη ποσοστόν 110% των επιβαινόντων.
2. Το σκάφος δέον να διαθέτη και παιδικάς σωσίβιους ζώνας είς ποσοστον 10 % του αριθμού των επιβατών έκτος εάν αί υπάρχουσες σωσίβιες ζώνες ενηλίκων δύνανται να προσαρμόζωνται και διά παιδιά.
1. Έκαστον σκάφος δέον να διαθέτη έν κυκλικόν σωσίβιου μετά επιπλέοντος σχοινιού μήκους τουλάχιστον 27,5 μέτρων, είς εκάστην κοινήν έξοδον του σκάφους.
2. Ανεξαρτήτως του αριθμού εξόδων, ουδέν σκάφος επιτρέπεται να διαθέτη ολιγώτερα των δύο, κυκλικά σωσίβια.
3. Εφ’ όσον οι επιβάται επιτρέπεται να εξέρχωνται είς εκτεθειμένα καταστρώματα, υπό φυσιολογικάς συνθήκας λειτουργίας του σκάφους, τουλάχιστον ανά έν κυκλικόν σωσίβιον είς εκάστην πλευράν δέον να φέρη φωτιστικήν και καπνογόνον συσκευήν.
Έκαστον σκάφος δέον να φέρη τουλάχιστον :
α) 12 φωτιστικά σήματα κινδύνου και 4 καπνογόνα, πληρούντα τας διατάξεις περί φωτοβολίδων αλεξιπτώτου γεφύρας πλοίων του εκάστοτε ισχύοντος Κανονισμού «περί σωστικών μέσων των πλοίων».
β) Έναν φορητόν προβολέα σημάτων (ALDIS) ικανόν να λειτουργή ανεξαρτήτως τής κυρίας πηγής ήλεκτρικής ενεργείας του σκάφους, τοποθετημένον εντός του διαμερίσματος ελέγχου και έτοιμον προς χειρισμόν ανά πάσαν στιγμήν.
Η Ε.Ε.Π. λαμβάνουσα ύπ’ όψιν την περιοχήν εκτελέσεως των πλόων και τον τύπον και μέγεθος του πλοίου, δύναται να απαιτήση τον εφοδιασμόν του δι’ ορμιδοβόλου συσκευής.
Παν δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον να είναι εφωδιασμένον με μέσα ελέγχου διευθύνσεως ικανοποιητικής αντοχής και καταλλήλου σχεδιάσεως είς τρόπον ώστε να καθίσταται δυνατή η κυβέρνησις του σκάφους και η τήρησις της πορείας του να επιτυγχάνεται άνευ ύπερβολικής φυσικής προσπάθειας είς όλας τα ταχύτητας και δι’ όλας τάς συνθήκας λειτουργίας του σκάφους.
1. Ο έλεγχος της διευθύνσεως δέον να επιτυγχάνεται διά πηδαλίων αέρος ή ύδατος, πτερυγίων, κατευθυτηρίων ελίκων ή προσωστήρων εκτοξεύσεως, διαφορικών προωστήρων, μεταβλητού σχήματος του σκάφους ή συστήματος συσκευών άνυψώσεως ή διά καταλλήλου συνδυασμού των ανωτέρω συσκευών και συστημάτων.
2. Το σύστημα ελέγχου διευθύνσεως περιλαμβάνει οιανδήποτε συσκευήν ή συσκευάς πηδαλιουχώσεως, οιασδήποτε μηχανικάς συνδέσεις και όλας τάς μηχανοκινήτους και χειροκινήτους συσκευάς, ελέγχου και συστήματα ενεργοποιήσεως αυτών.
3. Κατά την σχεδίασιν και εγκατάστασιν του ανωτέρω συστήματος δέον να λαμβάνεται ύπ’ όψιν τυχόν ταυτόχρονος χρησιμοποίησις του συστήματος σταθεροποιήσεως. Εις την περίπτωσιν ταύτην και όταν τα αυτά εξαρτήματα χρησιμοποιούνται δι’ άμφοτέρας τάς λειτουργίας, δέον να εφαρμόζωνται αί διατάξεις των άρθρων 97 καί 109.
1. Δέον να λαμβάνεται μέριμνα κατά την σχεδίασιν, κατασκευήν και εγκατάστασιν, είς τρόπον ώστε η πιθανότης βλάβης του συστήματος κατά την κανονικήν λειτουργίαν του σκάφους να είναι κατά το δυνατόν μηδαμινή, εξαιρεί των περιπτώσεων ανάγκης, ως προσαράξεως, συγκρούσεως ή εκτεταμένης πυρκαϊας.
2. Σχεδίασις προβλέπουσα μηχανοκίνητον σύστημα ενεργοποιήσεως ή τοιούτον εφοδιασμένον με εξαρτήματα μηχανοκίνητα δέον να περιλαμβάνει και δευτερεύοντα μέσα ενεργοποιήσεως του συστήματος διευθύνσεως εκτός εάν υφίσταται εναλλακτικόν σύστημα.
3. Τα συστήματα ελέγχου διευθύνσεως δέον όπως κατά το δυνατόν κατασκευάζωνται κατά τρόπον ώστε βλάβη είς ένα μηχανισμόν ή συσκευήν του να μη θέτη εκτός λειτουργίας οιονδήποτε έτερον σύστημα ή συσκευήν.
1. Όλα τα συστήματα ελέγχου διευθύνσεως δέον όπως υπό φυσιολογικάς συνθήκας χειρίζονται από την θέσιν κυβερνήσεως του σκάφους.
2. Εάν τα συστήματα ταύτα δύνανται να χειρίζονται και έξ ετέρον θέσεων, δέον να προβλέπεται ειδικόν σύστημα μεταθέσεως του χειρισμού λειτουργίας από την μίαν θέσιν είς την έτέραν.
3. Καθ’ όσον καθίσταται πρακτικός δυνατόν, δέον να υφίστανται κατάλληλοι διατάξεις παρέχουσαι ενδείξεις είς τον κυβερνήτην του σκάφους περί της κοίλης λειτουργίας του συστήματος ελέγχου της διευθύνσεως ως και τυχόν κακής λειτουργίας αυτού.
1. Οσάκις προβλέπονται υπό του καταστατικού συστήματα σταθερωτήρον, ταύτα δέον να είναι σχεδιασμένα είς τρόπον ώστε εν περιπτόσει βλάβης ή κακής λειτουργίας οιασδήποτε έκ τον συσκευών σταθεροποιήσεος ή του οικείου εξοπλισμού αυτής να καθίσταται δυνατή η διατήρησις των βασικών χαρακτηριστικών κινήσεως του σκάφους, των ορίων ασφαλείας με τας λοιπάς συσκευάς και εξοπλισμόν σταθεροποιήσεως ή διά τας θέσεις του σκάφους είς κατάστασιν συμβατικού εκτοπίσματος ή διοίουδήποτε ετέρου ασφαλούς τρόπου.
2. Δυναμικώς υποστηριζόμενα σκάφη διαθέτοντα αυτόματον σύστημα σταθεροποιήσεως δέον όπως είναι εφωδιασμένα με αυτόματον σύστημα ελέγχου ασφαλείας εκτός εάν η Ε.Ε.Π. κρίνη ότι και μόνον το σύστημα σταθεροποιήσεως παρέχει ισοδύναμον ασφάλειαν. Εάν είναι τοποθετημένον αυτόματον σύστημα ελέγχου ασφαλείας, δέον να προβλέπεται διάταξις διά την θέσιν αυτού εκτός λειτουργίας και διά την επαναλειτουργίαν του ε τής θέσεως κυβερνήσεως του σκάφους.
3. Η Ε.Ε.Π. ελέγχει τας προϋποθέσεις υπό της οποίας εγκατεστημένον αυτόματον σύστημα ελέγχου ασφαλείας δίδει την εντολήν μειώσεως τής ταχύτητος και θέτει το σκάφος ασφαλώς είς συμβατικόν εκτόπισμα ή άλλην μορφήν.
Το σύστημα ασφαλείας δέον να διακόπτη αυτομάτως την λειτουργίαν οιουδήποτε μέρους της υπό προστασίαν εγκαταστάσεως, το όποιον τίθεται έν κινδύνω εν περιπτώσει βλάβης της μηχανής ή των βοηθητικών της μηχανημάτων. Η λειτουργία της προώσεως και των ανελκυστήρων δέον να διακόπτεται μόνον είς περιπτώσεις κίνδυνου εκρήξεως. Το σύστημα τούτο δέον να είναι σχεδιασμένον είς τρόπον ώστε τυχόν βλάβη του κυκλώματός τους, να μη προκαλή αναίτιον διακοπήν τής λειτουργίας των εγκαταστάσεων τας οποίας προστατεύει.
1. Όλα τα συστήματα ελέγχου και λειτουργίας χειρισμών του σκάφους δέον να χειρίζωνται εκ της θέσεως κυβερνήσεως ή ελέγχου του σκάφους.
2. Η Ε.Ε.Π. δύναται να απαιτήση την εγκατάστασιν συστήματος ανάγκης, ανεξαρτήτου προς το κύριον τηλεχειρισμού, προς εξασφάλισιν ότι έν περιπτώσει βλάβης του κυρίου συστήματος τηλεχειρισμού, θα είναι δυνατή η απομόνωσις της προωστηρίου δυνάμεως και η θέσις του σκάφους είς κατάστασιν συμβατικού εκτοπίσματος.
3. Οσάκις υφίσταται σύστημα τηλεχειρισμού μηχανών είς θέσιν εκτός του χώρου κυβερνήσεως ή ελέγχου του σκάφους, δέον να προβλέπωνται μέσα επικοινωνίας μεταξύ των χώρων τούτων.
Μεταφορά του ελέγχου έκ του ενός σταθμού είς τον άλλο επιτρέπεται μόνον από την θέσιν κυβερνήσεως ή ελέγχου του σκάφους.
1. Έκαστον δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον να διαθέτη σύστημα αναγγελίας δυνάμενον να εντοπίση οιανδήποτε βλάβην η οποία απαιτεί άμεσον προσοχήν. Το σύστημα τούτον δέον να πληροί τας ακολούθους προϋποθέσεις.
α) Να ενεργοποιή οπτικόν σήμα είς την θέσιν ελέγχου του σκάφους ώς και ηχητικόν τοιούτον κατά την κρίσιν της Ε.Ε.Π. Ιδιαίτερα οπτικά σήματα ευρισκόμενα είς κατάλληλον θέσιν δέον να δεικνύουν ποίον σήμα αναγγελίας ευρίσκεται έν λειτουργία.
β) Να περιλαμβάνη σύστημα δοκιμής λειτουργίας του και να ενεργοποιήται εν περιπτώσει βλάβης του κυκλώματος του.
γ) Να δύναται να λειτουργήση έξ ετέρας πηγής ενεργείας έν περιπτώσει βλάβης της κυρίας πηγής ενεργείας. Οπτικόν σήμα δέον να αναγγέλη τυχόν βλάβην της κυρίας πηγής ενεργείας.
δ) Το σύστημα ανιχνεύσεως πυρκαϊας δέον να είναι εφωδιασμένον με αυτόματον συσκευήν η οποία, έν περιπτώσει διακοπής λειτουργίας του συστήματος, θα ενεργοποιή είς τον σταθμόν ελέγχου ειδικόν οπτικόν σήμα. Το σύστημα ανιχνεύσεως πυρκαϊας του μηχανοστασίου δέον να τροφοδοτήται αυτομάτως υπό της πηγής ενεργείας ανάγκης, έν περιπτώσει βλάβης της κυρίας πηγής ενεργείας.
Παν δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον να διαθέτη κατάλληλον άγκυραν δυναμένην να χρησιμοποιηθεί έν περιπτώσει ανάγκης.
1. Παν δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον να είναι ικανόν να ρυμουλκηθή υπό τας δυσμενεστάτας προβλεπομένας συνθήκας.
2. Δια την εφαρμογήν της ανωτέρω παραγράφου του παρόντος άρθρου, δέον να διαθέτη τα κατάλληλα μέσα τα όποια θα επιτρέψουν την ρυμούλκησιν.
Η Ε.Ε.Π. δύναται αναλόγως του τύπου του σκάφους να απαιτήση την ύπαρξιν ειδικών εξαρτημάτων διά τον ασφαλή δεξαμενισμόν.
1. Έκαστον δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον να είναι εφωδιασμένον με τα ακόλουθα ναυτιλιακά όργανα, βιβλία και λοιπά βοηθήματα :
α) Βιβλία, χάρτας και ναυτιλιακά βοηθήματα προβλεπόμενα διά συμβατικόν πλοίον των αυτών πλόων.
β) Μέσα μετρήσεως της ταχύτητος και όταν το σκάφος λειτουργή υπεράνω του ύδατος.
γ) Μέσα μετρήσεως του βάθους του ύδατος.
δ) Ραντάρ καταλλήλως τοποθετημένον.
ε) Πυξίδα κατάλληλον διά το μέγεθος και τους πλόας του.
στ) Οιονδήποτε έτερον όργανον κρίνει αναγκαίον η Ε.Ε.Π.
2. Η Ε.Ε.Π. δύναται να μη απαιτήση τον εφοδιασμόν δυναμικώς υποστηριζομένου σκάφους δια ενός ή πλειόνων έκ των αναφερομένων είς την παρ. 1 του παρόντος άρθρου οργάνων και βοηθημάτων εάν κρίνη ότι ταύτα δεν τυγχάνουν αναγκαία.
3. Η εγκατάστασης των ανωτέρω οργάνων θα πραγματοποιήται διά τας κρίσιμους συνθήκας σχεδιάσεως.
Έκαστον δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον να είναι εφωδιασμένον διά του προβλεπομένου δια συμβατικόν πλοίον αναλόγων πλόων φαρμακευτικού και υγειονομικού υλικού.
1. Παν δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος δέον να φέρη φανούς και σήματα προβλεπόμενα υπό του Διεθνούς Κανονισμού προς αποφυγήν συγκρούσεως υπό την προϋπόθεσιν ότι ταύτα θα δύνανται να προσαρμοσθούν προς τον τύπον του σκάφους τούτου.
2. Ανεξαρτήτως των υπό της παρ. 1 του παρόντος άρθρου προβλεπομένων, παν αερόστρωμνον όχημα δέον να φέρη περίβλεπτον αναλάμποντα ηλεκτρόχρουν (AMBER) φανόν εκπέμποντα 60 αναλαμπάς ανά πρώτον λεπτόν, και ορατόν έξ αποστάσεως 5 τουλάχιστον ναυτικών μιλλίων. Έφ’ όσον το σκάφος κινείται, ούτος θα είναι ανημμένος τόσον έν ημέρα όσον και έν νυκτί.
3. Ως προς τα ηχητικά σήματα δέον να ληφθή μέριμνα ώστε ή έντασις να είναι τοιαύτη ώστε να μη παρεμβάληται ο υπό των μηχανών και ελίκων του αεροστρώμνου οχήματος δημιουργούμενος έντονος θόρυβος.
1. Έκαστον δυναμικώς υποστηριζόμενον σκάφος, δέον να φέρη τα διά την κατηγορίαν του προβλεπόμενα τηλεπικοινωνιακά μέσα και εγκαταστάσεις, ώς ταύτα ορίζονται υπό του Κανονισμού «περί τηλεπικοινωνιακών μέσων των πλοίων».
2. Τα ανωτέρω μέσα και εγκαταστάσεις δέον όπως πέραν των προβλεπομένων υπό του ανωτέρω Κανονισμού προδιαγραφών, πληρούν και τους κατωτέρω όρους :
α) Δεν επηρεάζονται κατά την λειτουργίαν των υπό των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων του σκάφους.
β) Έχουν εγκατασταθή διά τας κρισίμους συνθήκας σχεδιάσεως.
γ) Δεν επηρεάζονται υπό τυχόν κραδασμών και δυνάμεων του σκάφους.
δ) Η θέσις των επί του σκάφους είναι τοιαύτη ώστε η λειτουργία των κατά τον χρόνον κινήσεως του σκάφους να καθίσταται ευχερής.
ε) Η συντήρησις των να μη απαιτή ειδικάς εργασίας λόγω θέσεως των.
3. Επίσης θα πρέπει να εξασφαλίζεται συνεχής ικανοποιητική επικοινωνία με παρακτίους σταθμούς ή τον λιμένα εκκινήσεως.
1. Η σχεδίασις και διάταξις του διαμερίσματος ή χώρου κυβερνήσεως του σκάφους δέον να είναι τοιαύτη ώστε να επιτρέπη είς το πλήρωμα να επιτελή τα καθήκοντά του κατά τρόπον ασφαλή, άνευ δυσχερειών και κινδύνων ατυχημάτων εις τούτο ή ζημιών είς τα όργανα κυβερνήσεως.
2. Το διαμέρισμα ή χώρος κυβερνήσεως δέον είδικώτερον να πληρούν τάς ακολούθους προϋποθέσεις :
α) Να έχουν ικανοποιητικήν θέαν επιτρέπουσαν την ασφαλή και ευχερή κυβέρνησιν κατά την διάρκειαν του πλού και των χειρισμών.
β) Να υφίσταται κατάλληλον σύστημα καθαρισμού των κρυστάλλων.
γ) Να περιέχη όλα τα αναγκαία διά την κυβέρνησιν του σκάφους όργανα και μηχανισμούς.
δ) Τα όργανα και οι μηχανισμοί κυβερνήσεως να χειρίζωνται ευχερώς.
ε) Να διαθέτη κατάλληλον φωτισμόν.
στ) Να διαθέτη τα κατάλληλα κατά την κρίσιν της Ε.Ε.Π. μέσα επικοινωνίας με τους λοιπούς χώρους του σκάφους.
Η Ε.Ε.Π. ελέγχει ότι :
α) Όλα τα συστήματα και μηχανισμοί ελέγχου και κυβερνήσεως είναι κατεσκευασμένα και τοποθετημένα διά τάς κρισίμους συνθήκας σχεδιάσεως.
β) Το σκάφος χειρίζεται ευχερώς και λειτουργεί ικανοποιητικώς είς την περιοχήν λειτουργίας του και είς τας κρισίμους συνθήκας σχεδιάσεως.
γ) Αί επιταχύνσεις, επιβραδύνσεις και πλήρης ακινησία του σκάφους από την μεγίστην ταχύτητα, γίνονται ασφαλώς και άνευ ατυχημάτων διά τους επιβαίνοντας.
Η ευστάθεια των ανωτέρω πλοίων πρέπει να εξετάζεται είς την κατάστασιν εκτοπίσματος, την μεταβατικήν και την κατάστασιν πτήσεως.
Υδροπτέρυγα έχοντα πτερύγια τα όποια τέμνουν την επιφάνειαν τής θαλάσσης :
1.1 Κατάστασις εκτοπίσματος.
1.1.1 Η ευστάθεια του πλοίου θα είναι επαρκής διά να ικανοποιούνται οι απαιτήσεις των άρθρων 32,33 και 34 τού Κανονισμού.
1.1.2 Ροπή εγκαρσιάς κλίσεως οφειλομένη εις στροφήν.
Η ροπή εγκαρσίας κλίσεως η οποία δημιουργείται κατά την διάρκειαν χειρισμών του πλοίου είς την κατάστασιν εκτοπίσματος δύναται να ευρεθή από την άκόλουθον σχέσιν:
όπου MR =ροπή εγκαρσίας κλίσεως
Vo =ταχύτης του πλοίου κατά την στροφήν (είς μέτρα ανά δευτερόλεπτον).
Δ =εκτόπισμα (είς μετρικούς τόννους).
L =μήκος ισάλου του πλοίου (είς μέτρα).
KG =ύψος του κέντρου βάρους του πλοίου από την τρόπιδα (είς μέτρα).
Η ανωτέρω σχέσις έχει εφαρμογήν όταν ο λόγος τής ακτίνος κύκλου στροφής προς το μήκος του πλοίου είναι μεταξύ 2 και 4.
1.1.3 Σχέσις μεταξύ της ροπής ανατροπής και της ροπής εγκαρσίας κλίσεως διά να ικανοποιήται το κριτήριον ανέμου.
Η ευστάθεια ενός υδροπτερύγου πλοίου είς την κατάστασιν εκτοπίσματος δύναται να ελεγχθή διά συμμόρφωσιν προς το κριτήριον ανέμου Κ ώς ακολούθως:
όπου :
Mc =ελαχίστη ροπή ανατροπής όπως αυτή υπολογίζεται όταν λαμβάνεται ύπ’ όψιν ο διατοιχισμός.
Μν =δυναμικώς εφαρμοζομένη ροπή εγκαρσίας κλίσεως οφειλομένη είς την πίεσιν του ανέμου.
1.4. Ροπή έγκαρσίας κλίσεως όειλομένη είςπίεσιν άνέ-
Η ροπή εγκαρσίας κλίσεως Μν είναι ένα γινόμενο της πιέσεως ανέμου Ρν της πλευρικής επιφανείας των εξάλων του πλοίου Αν και του μοχλοβραχίονας της επιφανείας αυτής Ζ.
Μν =0,001 ΡνΑνΖ (KILOMEWTON-METRES).
Η τιμή της ροπής εγκαρσίας κλίσεως λαμβάνεται σταθερά κατά την διάρκειαν ολοκλήρου της περιόδου κλίσεως· Η πλευρική επιφάνεια των εξάλων Αν θεωρείται ότι περιλαμβάνει τας προβολάς των πλευρικών επιφανειών του σκάφους της υπερκατασκευής και των διαφόρων κατασκευών άνωθεν ισάλου. Ο μοχλοβραχίων Ζ είναι ή κατακόρυφος απόστασις από την ίσαλον μέχρι το γεωμετρικόν κέντρον της επιφανείας Αν.
Αί τιμαί της πιέσεως ανέμου εις PASCAL, αί οποίαι αντιστοιχούν εις έντασιν 7 της κλίμακος BEAUFORT συναρτήσει της θέσεως του κέντρου της επιφανείας Αν δίδονται εις τον κατωτέρω πίνακα:
Χαρακτηριστικαί πιέσεις ανέμου διά έντασιν 7 BEAUFORT (100 ναυτικά μίλα από την ξηρά)
Σημείωσις : Αί τιμαι του ;νωτέρω πίνακος δυνατόν να μην είναι εφαρμόσιμοι είς όλας τας περιοχάς.
1.5 Υπολογισμός της ελάχιστης ροπής ανατροπής Mc είς τήν κατάστασιν εκτοπίσματος.
Η ελαχίστη ροπή ανατροπής υπολογίζεται από τάς καμπύλας στατικής και δυναμικής ευσταθείας λαμβανομένου ύπ’ όψιν του διατοιχισμού.
α) Όταν χρησιμοποιήται η καμπύλη στατικής ευσταθείας, η ροπή Mc υπολογίζεται δι’ εξισώσεως των επιφανειών κάτωθεν των καμπυλών των ροπών (ή μοχλοβραχιόνων) ανατροπής και επαναφοράς λαμβανομένου ύπ’ όψιν του διατοιχισμού-όπως δεικνύεται εις το σχήμα 1 όπου Θz είναι το εύρος της γωνίας διατοιχισμού και ΜΚ είναι μία γραμμή η οποία φέρεται παραλλήλως προς τον άξονα των τετμημένων κατά τοιούτον τρόπον ώστε αί γραμμοσκιασμέναι επιφάνειαι S1 και S2 να είναι ίσαι.
Μc=ΟΜ αν ή κλίμαξ τεταγμένων παριστά ροπάς
Mc =ΟΜ X εκτόπίσμα αν η κλίμαξ τεταγμένων παριστά μοχλοβραχίονας
Σχήμα 1. Καμπύλη στατικής ευσταθείας
β) Όταν χρησιμοποιείται η καμπύλη δυναμικής ευσταθείας πρέπει κατ’ αρχήν να προσδιορισθή ένα βοηθητικόν σημείον Α. Διά τον σκοπόν αυτόν το εύρος της γωνίας διατοιχισμού σχεδιάζεται προς τα δεξιά τής αρχής των συντεταγμένων και προσδιορίζεται το σημείον Α όπως φαίνεται είς το σχήμα 2. Φέρεται μία γραμμή Α.Α παράλληλος προς τον άξονα των τετμημένων και ίση προς το δι
Σχήμα 2. Καμπύλη δυναμικής ευσταθείας
πλάσιο του εύρους διατοιχισμού (ΑΑ' =2Θz) και τοιουτοτρόπως ευρίσκεται το βοηθητικόν σημείον Α. Φέρεται η ευθεία Ac εφαπτομένη είς τήν καμπύλην δυναμικής ευσταθείας. Από το σημείον Α φέρεται η ευθεία ΑΒ παράλληλος προς τον άξονα των τετμημένων και ίση προς 57,3° (1 ακτίνιον). Από το σημείον Β φέρεται μία κάθετος προς την ευθείαν ΑΒ μέχρι να τμήση την ανωτέρω εφαπτομένην εις το σημείον Ε. Η απόστασις BE ισούται προς την ροπήν ανατροπής αν ο άξων των τεταγμένων δίδη ροπάς.
Άν, έν τούτοις, ο άξων των τεταγμένων δίδη μοχλοβραχίονας η ροπή ανατροπής MC υπολογίζεται δια πολλαπλασιασμού της αποστάσεως BE (εις μέτρα) επί το αντίστοιχον εκτόπίσμα (εις μετρικούς τόννους).
Mc =9,81 Δ BE (KILONEWTON-METRES)
γ) Το εύρος της γωνίας διατοιχισμού ευρίσκεται με δοκιμάς προτύπου και φυσικού μεγέθους είς τεταραγμένην θάλασσαν ως μία μεγίστη τιμή γωνίας διατοιχισμού 50 διαδοχικών ταλαντώσεων ενός πλοίου το όποιον πλέει με κατεύθυνσιν 90° προς την διεύθυνσιν των κυμάτων όταν η κατάστασις θαλάσσης είναι η χειροτέρα κατάστασις η οποία προβλέπεται από την σχεδίασιν του πλοίου. Αν δεν υπάρχουν στοιχεία ως τα ανωτέρω το εύρος της γωνίας διατοιχισμοσμού λαμβάνεται ίσον προς 15°.
δ) Η αποτελεσματικότης των καμπύλών ευσταθείας πρέπει να περιορίζεται μέχρι την γωνίαν κατακλύσεως.
1.2 Ευστάθεια είς την μεταβατικήν κατάστασιν και την κατάστασιν πτήσεως.
1.2.1 Η ευστάθεια του πλοίου πρέπει να ικανοποιή τας απαιτήσεις του άρθρου 34 του Κανονισμού.
1.2.2 (α) Η ευστάθεια είς την μεταβατικήν κατάστασιν και την κατάστασιν πτήσεως πρέπει να ελέγχηται δι’ όλας τας περιπτώσεις.
β) Η ευστάθεια εις την μεταβατικήν κατάστασιν και την κατάστασιν πτήσεως δόναται να προσδιορισθή είτε δι’ υπολογισμού είτε επί τη βάσει στοιχείων προερχόμενων από πειράματα προτύπων και πρέπει να επαληθεύωνται με δοκιμάς φυσικού μεγέθους διά της εφαρμογής σειράς γνωστών ροπών εγκαρσίας κλίσεως με έκκεντρα φορτία και σημειώσεις των δημιουργουμένων από αυτές γωνιών εγκαρσίας κλίσεως. Όταν τα αποτελέσματα αυτά ληφθοΰν είς τας καταστάσεις εκτοπίσματος, ενάρξεως πτήσεως, σταθερός πτήσεως και επανόδου είς την κατάστασιν εκτοπίσματος θα δώσουν μίαν ένδειξιν των τιμών της ευσταθείας διά τας διαφόρους θέσεις του πλοίου κατά την διάρκειαν της μεταβατικής καταστάσεως.
γ) Ο χρόνος ο όποιος απαιτείται διά την μετάβασιν του πλοίου από την κατάστασιν εκτοπίσματος είς την κατάστασιν πτήσεως πρέπει να προσδιορίζεται.
Ο χρόνος αυτός δεν πρέπει να υπερβαίνη τα δυο πρώτα λεπτά.
δ) Η γωνία εγκαρσίας κλίσεως η οποία δημιουργείται κατά την διάρκειαν της πτήσεως λόγω της μετακινήσεως των επιβατών εις την μίαν πλευράς του πλοίου δεν πρέπει να υπερβαίνη τας 8°. Κατά την διάρκειαν της μεταβατικής καταστάσεως η ανωτέρω γωνία δεν πρέπει να υπερβαίνη τας 12°. Η συγκέντρωσις των επιβατών πρέπει να καθορίζεται από την Ε.Ε.Π. λαμβανομένων ύπ’ όψιν των οδηγιών του Παραρτήματος 2 του Κανονισμού.
1.2.3 Μια μέθοδος υπολογισμού του μετακεντρικού ύψους (GM) του πλοίου κατά την κατάστασιν πτήσεως εις το στάδιον σχεδιάσεως διά μίαν ωρισμένην διάταξιν πτερυγίων δεικνύεται εις το σχήμα 3.
ΤΟΜΗ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΡΑΙΟΥ ΠΤΕΡΥΓΙΟΥ
οπού :
ΠΒ =ποσοστόν βάρους του πλοίου φερόμενον από το πρωραίον πτερύγιον.
ΠΗ = ποσοστόν βάρους του πλοίου φερόμενον από το πρυμναίον πτερύγιον.
LB =πλάτος πρωραίου πτερυγίου κάτωθι της επιφάνειας της θαλάσσης.
LH =πλάτος πρυμναίου πτερυγίου κάτωθι της επιφάνειας της θαλάσσης.
α =απόστασις μεταξύ της τρόπιδος του πλοίου και της έπιφανείας της θαλάσσης.
g =ύψος του κέντρου βάρους του πλοίου από την τρόπιδα.
1Β =γωνία σχηματιζομένη μεταξύ του πρωραίου πτερυγίου και της οριζόντιας.
1Η =γωνία σχηματιζομένη μεταξύ του πρυμναίου πτερυγίου και της οριζοντίας.
2. Υδροπτέρυγα έχοντα πλήρως βυθιζόμενα πτερύγια.
2.1 Κατάστασις εκτοπίσματος.
α) Η ευστάθεια εις την κατάστασιν εκτοπίσματος πρέπει να είναι επαρκής διά να ικανοποιούνται αι απαιτήσεις των άρθρων 32,33 και 34 του Κανονισμού.
β) Αί παράγραφοι 1.1.2 μέχρι 1.1.5 του παρόντος Παραρτήματος έχουν εφαρμογήν και διά τα πλοία του τύπου αυτού.
2.2. Μεταβατική κατάστασις.
α) Η ευστάθεια πρέπει να εξετασθή με την χρήσιν προσομοιάσεων ηλεκτρονικού υπολογιστού δι' υπολογισμόν των κινήσεων του σκάφους, συμπεριφοράς και αποκρίσεων αυτού υπό φυσιολογικάς συνθήκας και ορίων λειτουργίας, και υπό την επίδρασιν οιασδήποτε ανωμαλίας.
β) Πρέπει να εξετάζωνται αί συνθήκαι ευσταθείας αι οποίαι είναι συνέπειαι οιωνδήποτε πιθανών ανωμαλιών είς τα συστήματα ή τας διαδικασίας λειτουργίας του πλοίου κατά την διάρκειαν της μεταβατικής καταστάσεως αί οποίαι θα ήτο δυνατόν να αποδειχθούν επικίνδυναι διά την υδατοστεγανότητα και την ευστάθεια του πλοίου.
2.3 Κατάστασις πτήσεως.
Η ευστάθεια του πλοίου είς την κατάστασιν πτήσεως πρέπει να ικανοποιή τας απαιτήσεις του άρθρου 34 του Κανονισμού. Η παράγραφος 1.2.2 του παρόντος Παραρτήματος δέον όπως εφαρμόζεται και διά τα πλοία του τύπου αυτού κατ’ αναλογίαν και οιασδήποτε προσομοιάσεις ηλεκτρονικού υπολογιστού ή υπολογισμοί σχεδιάσεως πρέπει να επαληθεύωνται δια δοκιμών φυσικού μεγέθους.
ΤΟΜΗ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΥΜΝΑΙΟΥ ΠΤΕΡΥΓΙΟΥ
1. Δι’ έκαστον επιβάτην πρέπει να υποτίθεται έν βάρος 75 χιλιογράμμων εκτός από περιπτώσεις είς τας οποίας υπάρχει δικαιολογία μειώσεως του βάρους αυτού είς τα 60 χιλιόγραμμα. Επιπροσθέτως το βάρος και η διάταξις των αποσκευών πρέπει να είναι τοιαύτα ώστε να ικανοποιούν την Ε.Ε.Π.
2. Το ύψος του κέντρου βάρους των επιβατών πρέπει να υποτίθεται ίσον πρός :
α) 1 μέτρον άνωθεν του καταστρώματος δι’ όρθιους επιβάτας. Αν είναι ανάγκη πρέπει να λαμβάνωνται ύπ’ όψιν η κυρτότης και η σιμότης του καταστρώματος.
β) 300 χιλιοστά άνωθεν τού καθίσματος διά καθημένους επιβάτας.
3. Οι επιβάται και αί αποσκευαί πρέπει να θεωρήται ότι καταλαμβάνουν τους χώρους οι όποιοι διατίθενται είς αυτούς υπό φυσιολογικάς συνθήκας.
4. Οι επιβάται πρέπει να θεωρήται ότι κατανέμονται κατά τοιούτον τρόπον ώστε να προκαλούν τον πλέον δυσμενή συνδυασμόν ροπής εγκαρσίας κλίσεως λόγω μετακινήσεως επιβατών και αρχικού μετακεντρικού ύψους δ όποιος είναι δυνατόν να επιτευχθή είς την πράξιν. Διά τον σκοπόν αυτόν η πυκνότης των επιβατών υποτίθεται ίση προς 4 άτομα ανά τετραγωνικόν μέτρον επιφανείας του καταστρώματος.
Από της θέσεως είς εφαρμογήν του ανωτέρω Κανονισμού, καταργείται:
α) Η παράγραφος 1 τού άρθρου 1 του εγκριθέντος διά του Β.Δ. 550/1968 Κανονισμού «περί τροποποιήσεως του διά του ύπ’ αριθ. 350/1966 εγκριθέντος Κανονισμού «περί του αριθμού των μηχανών δηζελοκινήτων επιβατηγών πλοίων».
β) Το ύπ’ άριθ. 680/1969 Β. Διάταγμα «περί εγκρίσεως και θέσεως είς εφαρμογήν Κανονισμού «περί των επιβατηγών αεροστρώμνων οχημάτων (AIR CUSHION VEHICLES).
Είς τον επί της ’Εμπορικής Ναυτιλίας Υπουργόν, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Διατάγματος.