Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 2436Β_2013 | 496.28 KB |
1. Τις διατάξεις των άρθρων 10, 11 (παρ. 8) και 12 του N. 4014/2011 «Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, ρύθμιση αυθαιρέτων σε συνάρτηση με δημιουργία περιβαλλοντικού ισοζυγίου και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής» (ΦΕΚ Α΄ 209).
2. Τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 1650/1986 «για την προστασία του περιβάλλοντος, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του Ν. 3010/2002 «Εναρμόνιση του Ν. 1650/1986 με τις οδηγίες 7/11/ΕΕ και 96/61/ΕΕ κ.λπ. (ΦΕΚ Α΄ 91)».
3. Τις διατάξεις του Ν. 3937/2011 «Διαχείριση της βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 60).
4. Τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 33318/3028/1998 κοινής υπουργικής απόφασης «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων» (ΦΕΚ Β΄ 1289), όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. 14849/853/2008 κοινή υπουργική απόφαση (ΦΕΚ Β΄ 645).
5. Την υπ’ αριθμ. 414985/1985 κοινή υπουργική απόφαση «Μέτρα διαχείρισης της άγριας πτηνοπανίδας» σε συμμόρφωση με την οδηγία 79/409/ΕΟΚ (ΦΕΚ B΄ 757)
6. Την υπ’ αριθμ. ΗΠ 37338/1807/Ε.183/2010 (ΦΕΚ 1495/Β΄/6.9.2010) «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων / ενδιαιτημάτων σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ … όπως κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2009/147/Ε.Ε.», όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την υπ’ αριθμ. Η.Π. 8353/276/ε103/2012 κοινή υπουργική απόφαση (ΦΕΚ 415/Β΄).
7. Τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 3 της υπ’ αριθμ. 49828/2008 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ Β΄ 2464) «Έγκριση Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων αυτού».
8. Tο έγγραφο κατευθύνσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Εκτίμηση σχεδίων και έργων που επηρεάζουν σημαντικά τις περιοχές Natura 2000 – Μεθοδολογικός οδηγός για τις απαιτήσεις του άρθρου 6(3) και (4) της Οδηγίας των Οικοτόπων 92/43/ΕΚ», Νοέμβριος 2001.
9. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.Δ. 63/2005 (ΦΕΚ Α΄ 98).
10. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζει:
Σκοπός της παρούσας είναι ο καθορισμός των προδιαγραφών της Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης (Ε.Ο.Α.), σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 2 του Ν. 4014/2011 (ΦΕΚ Α΄ 209), για έργα και δραστηριότητες της κατηγορίας Β.
Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται όταν συντρέχουν ταυτόχρονα οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) για νέα έργα και δραστηριοτήτες της κατηγορίας Β, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 1958/2012 (ΦΕΚ Β΄ 21) υπουργική απόφαση, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, καθώς και για υφιστάμενα της ίδιας κατηγορίας εφόσον πραγματοποιείται επέκταση τους με παράλληλη αύξηση του χώρου που καταλαμβάνουν και απαιτείται, μετά την επέκταση, υπαγωγή του έργου σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (Π.Π.Δ.),
β) τα έργα και δραστηριότητες του προηγούμενου εδαφίου βρίσκονται εντός των περιοχών του Δικτύου Natura 2000 της παραγράφου 6 του άρθρου 9 του Ν. 3937/2011 (ΦΕΚ Α΄60), όπως ισχύει, με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του Ν. 4014/2011 για την ύπαρξη σχετικής ειδικότερης πρόνοιας στις οικείες κανονιστικές πράξεις προστασίας και διαχείρισης και τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 10 του Ν. 4014/2011. Η Ε.Ο.Α. εφαρμόζεται και στους προτεινόμενους από την αρμόδια εθνική αρχή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τόπους Κοινοτικής Σημασίας (προτεινόμενοι Τ.Κ.Σ.).
1. Η Ε.Ο.Α. αξιολογείται από την αρμόδια υπηρεσία που είναι η Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού (ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ.Σ.) της οικείας Περιφέρειας στην οποία και υποβάλλεται από το φορέα του έργου ή της δραστηριότητας ή από τον εξουσιοδοτημένο από αυτόν μελετητή, προκειμένου να εκδοθούν, εφόσον προκύπτει ότι κινδυνεύει η ακεραιότητα της προστατευόμενης περιοχής Natura 2000, πρόσθετοι όροι στις Π.Π.Δ. με απόφαση Περιφερειάρχη, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν. 4014/2011.
2. Στην περίπτωση που η ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ.Σ. της οικείας Περιφέρειας, δεν είναι η αρμόδια υπηρεσία για την υπαγωγή σε Π.Π.Δ. του έργου ή της δραστηριότητας, η διαδικασία αξιολόγησης της Ε.Ο.Α. προηγείται της υπαγωγής σε Π.Π.Δ. και η σχετική απόφαση του Περιφερειάρχη εκδίδεται σύμφωνα με το υπόδειγμα 1 του Παραρτήματος Ι.
3. Στην περίπτωση που αρμόδια υπηρεσία για την υπαγωγή σε Π.Π.Δ. είναι η ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ.Σ. της οικείας Περιφέρειας, η διαδικασία αξιολόγησης της Ε.Ο.Α. ενσωματώνει και την υπαγωγή σε Π.Π.Δ. με την έκδοση ενιαίας διοικητικής πράξης του Περιφερειάρχη για την υπαγωγή σε Π.Π.Δ. και την έκδοση των ενδεχομένως απαιτούμενων πρόσθετων όρων της παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν. 4014/2011 σύμφωνα με το υπόδειγμα 2 του Παραρτήματος Ι. Το υπόδειγμα 2 του Παραρτήματος εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που δεν περιλαμβάνεται αντίστοιχο υπόδειγμα στις αντίστοιχες υπουργικές αποφάσεις για την υπαγωγή σε Π.Π.Δ.
4. Η Ε.Ο.Α. διαβιβάζεται από τη ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ.Σ. εντός 5 εργάσιμων ημερών από την υποβολή της, με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, στους φορείς του άρθρου 15 του Ν. 2742/1999 (ΦΕΚ Α΄ 207), όπως ισχύει, εφόσον έχουν θεσμοθετηθεί και λειτουργούν, και εφόσον πρόκειται για έργα και δραστηριότητες εντός των ορίων της χωρικής τους αρμοδιότητας, προκειμένου να γνωμοδοτήσουν επί του περιεχομένου της. Για τη διατύπωση της γνώμης τους, οι γνωμοδοτούντες φορείς συμπληρώνουν το τυποποιημένο έντυπο αξιολόγησης / γνωμοδότησης του Παραρτήματος ΙΙ. Οι ανωτέρω γνωμοδοτήσεις οφείλουν να περιέλθουν στην αρμόδια ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ.Σ. μέσα σε χρονικό διάστημα είκοσι (25) εργασίμων ημερών. Οι γνωμοδοτούντες φορείς μπορεί να ζητήσουν από τη ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ.Σ. τεκμηριωμένα σχετικές συμπληρώσεις της Ε.Ο.Α.
5. Η ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ.Σ. μπορεί τεκμηριωμένα να ζητήσει από το φορέα του έργου ή της δραστηριότητας ή από τον εξουσιοδοτημένο από αυτόν μελετητή σχετικές συμπληρώσεις της Ε.Ο.Α. Στην περίπτωση αυτή, ο χρόνος από την αποστολή του αιτήματος μέχρι την υποβολή των συμπληρώσεων δεν υπολογίζεται στο συνολικό χρόνο γνωμοδότησης.
6. Μετά την πάροδο του χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου και ανεξαρτήτως του αν έχουν γνωμοδοτήσει οι φορείς της παραγράφου 4, η ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ.Σ., συμπληρώνει το τυποποιημένο έντυπο αξιολόγησης / γνωμοδότησης του Παραρτήματος Ι.
7. Η διαδικασία έκδοσης των πρόσθετων όρων στις Π.Π.Δ. με απόφαση Περιφερειάρχη δεν μπορεί να υπερβαίνει το χρονικό διάστημα των 35 εργάσιμων ημερών, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 5.
Στην περίπτωση που ο χρόνος παρέλθει και δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία, ο φορέας του έργου ή της δραστηριότητας ή ο εξουσιοδοτημένος από αυτόν μελετητής μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ.Σ. να ενημερωθεί εγγράφως σχετικά προκειμένου να προχωρήσει στην υπαγωγή σε Π.Π.Δ. Η ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ.Σ. υποχρεούνται να απαντήσει εγγράφως εντός 5 εργάσιμων ημερών, με κοινοποίηση στην αρμόδια για την υπαγωγή σε Π.Π.Δ. υπηρεσία, άλλως τεκμαίρεται ότι έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία αξιολόγησης της Ε.Ο.Α. και η αρμόδια υπηρεσία προβαίνει στην υπαγωγή σε Π.Π.Δ.
8. Εφόσον από την αξιολόγηση της Ε.Ο.Α. προκύπτει ότι ανεξαρτήτως τυχόν πρόσθετων όρων, παραβλάπτεται η ακεραιότητα της προστατευόμενης περιοχής, η ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ.Σ., ενημερώνει τεκμηριωμένα εντός 35 εργάσιμων ημερών από την υποβολή της Ε.Ο.Α. εγγράφως το
φορέα του έργου ή της δραστηριότητας ή τον εξουσιοδοτημένο από αυτόν μελετητή ότι δεν είναι δυνατή η υλοποίηση του έργου.
9. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, για έργα υποδομών, Α.Π.Ε. και ερευνητικές εργασίες για ανεύρεση ορυκτών, εάν, παρά τα αρνητικά συμπεράσματα της Ε.Ο.Α. ένα έργο ή δραστηριότητα πρέπει να πραγματοποιηθεί για άλλους επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημόσιου συμφέροντος, περιλαμβανομένων λόγων κοινωνικής ή οικονομικής φύσεως, εξετάζονται εναλλακτικές λύσεις οι οποίες αξιολογούνται εκ νέου με τη διαδικασία του παρόντος άρθρου και ελλείψει εναλλακτικών λύσεων, λαμβάνεται κάθε αναγκαίο αντισταθμιστικό μέτρο ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής των περιοχών του δικτύου Natura 2000, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 4 του άρθρου 10 του Ν. 4014/2011.
1. Η Ε.Ο.Α. περιλαμβάνει την καταγραφή στοιχείων φυσικού περιβάλλοντος με έμφαση στα προστατευτέα αντικείμενα της περιοχής Natura που δύναται να επηρεαστούν και την εκτίμηση των πιθανών επιπτώσεων, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλα έργα ή δραστηριότητες, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης των συγκεκριμένων περιοχών Natura. Ως περιοχή εκτίμησης των πιθανών επιπτώσεων στη δομή και τις λειτουργίες και τους οικείους στόχους διατήρησής της θεωρείται η περιοχή Natura 2000 εντός της οποίας πραγματοποιείται το έργο ή η δραστηριότητα.
2. Η καταγραφή στοιχείων φυσικού περιβάλλοντος, σύμφωνα με το άρθρο 11, παρ. 8 του Ν. 4014/2011 (ΦΕΚ Α΄ 209) είναι συνοπτική και δίνεται από βιβλιογραφικές αναφορές (Παράρτημα ΙΙΙ της παρούσας). Εφόσον πρόκειται για πουλιά, τα βιβλιογραφικά αυτά στοιχεία ενέχουν τη θέση των εξειδικευμένων ορνιθολογικών στοιχείων του άρθρου 5Α της υπ’ αριθμ. 37338/1807/2010 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ Β΄ 1495), όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. Η.Π. 8353/276/Ε103/2012 κοινή υπουργική απόφαση (ΦΕΚ Β΄ 415).
3. Ως περιοχή καταγραφής στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος της Ε.Ο.Α. θεωρείται η περιοχή που περιλαμβάνεται εντός μιας νοητής γραμμής που περικλείει όλα τα τμήματα του έργου ή της δραστηριότητας και όλες τις συνοδευτικές υποδομές και εγκαταστάσεις καθώς και μια περιφερειακή ζώνη, η οποία ορίζεται κατά
περίπτωση από τον/τους συντάκτες της Ε.Ο.Α. ανάλογα με το προστατευτέο αντικείμενο, τον τύπο του έργου, τα χαρακτηριστικά του και τις επιπτώσεις του και η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 300 μέτρα.
4. Για την εκπόνηση της Ε.Ο.Α. λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη οι στόχοι διατήρησης της οικείας περιοχής Natura 2000 που έχουν ως σκοπό την επίτευξη ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης των τύπων οικοτόπων
και των ειδών που απαντώνται σε κάθε μια περιοχή, και περιγράφονται στο τυποποιημένο έντυπο δεδομένων, με εξαίρεση εκείνα που θεωρούνται μη σημαντικά σύμφωνα με το προαναφερόμενο έντυπο. Στην περίπτωση που οι στόχοι διατήρησης δεν έχουν οριστεί, λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη τα αναφερόμενα στο άρθρο 8 του Ν. 3937/2011 (ΦΕΚ Α΄ 60), δηλαδή:
α) οι οικολογικές απαιτήσεις των ειδών και τύπων οικοτόπων για τα οποία έχουν καθοριστεί οι οικείες περιοχές Natura 2000,
β) η κατάσταση διατήρησης των ανωτέρω ειδών και τύπων οικοτόπων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, γ) οι απειλές και οι κίνδυνοι υποβάθμισης, καταστροφής ή όχλησής τους,
δ) η εθνική και ευρωπαϊκή σημασία τους για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας,
ε) η συνολική συνοχή του δικτύου «Natura 2000».
Προκειμένου να αναλυθούν τα ανωτέρω αναφερόμενα, πηγές δεδομένων που κατά περίπτωση λαμβάνονται υπόψη, εφόσον υπάρχουν, είναι οι ακόλουθες:
α) Το Τυποποιημένο Δελτίο Δεδομένων της οικείας περιοχής Natura 2000 το οποίο είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Υ.ΠΕ.Κ.Α.).
β) Η πλέον πρόσφατη χαρτογράφηση των τύπων οικοτόπων κοινοτικού ενδιαφέροντος που διατίθεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες.
γ) Οι πλέον πρόσφατες εκθέσεις εφαρμογής της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ και 2009/147/ΕΚ σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
δ) Η κοινή υπουργική απόφαση ή το Προεδρικό διάταγμα χαρακτηρισμού της οικείας περιοχής Natura 2000.
ε) Η εγκεκριμένη Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη της οικείας περιοχής Natura 2000.
στ) Το εγκεκριμένο Σχέδιο Διαχείρισης της οικείας περιοχής Natura 2000.
ζ) Τα εγκεκριμένα Σχέδια Διαχείρισης των ειδών και τύπων οικοτόπων σε τοπικό, εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο.
η) Τα πλέον πρόσφατα Κόκκινα Βιβλία των απειλούμενων σπονδυλόζωων, ασπονδύλων και χλωρίδας.
θ) Ο θεσμοθετημένος εθνικός κατάλογος σημαντικών ειδών χλωρίδας, πανίδας και άλλων ομάδων οργανισμών, καθώς και τύπων φυσικών οικοτόπων.
5. Οι πηγές δεδομένων που λαμβάνονται υπόψη παρατίθενται ως κατάλογος στην Ε.Ο.Α.
6. Η Ε.Ο.Α. περιλαμβάνει:
6.1 Συνοπτική περιγραφή του έργου ή της δραστηριότητας. Η περιγραφή του έργου ή της δραστηριότητας περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, την τοποθεσία, το μέγεθος, τη συνολική έκταση που καταλαμβάνει, τις μεθόδους κατασκευής, τις μεθόδους λειτουργίας, πιθανά απόβλητα που παράγονται, τυχόν απαιτήσεις σε φυσικούς πόρους, τις μεθόδους απομάκρυνσης των εγκαταστάσεων, χρονοδιαγράμματα (κατασκευής, λειτουργίας), καθώς και σύντομη περιγραφή πιθανών εναλλακτικών λύσεων.
6.2 Φωτογραφικό υλικό της θέσης του έργου ή της δραστηριότητας από χαρακτηριστικά σημεία της άμεσης και ευρύτερης περιοχής.
6.3 Περιγραφή των υφιστάμενων και ήδη εγκεκριμένων έργων ή δραστηριοτήτων που μπορεί να έχουν αλληλεπιδρώσες ή αθροιστικές επιπτώσεις με το υπό αξιολόγηση έργο ή δραστηριότητα.
6.4 Συνοπτική καταγραφή των στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος με έμφαση στα προστατευτέα αντικείμενα της περιοχής Natura που δύναται να επηρεαστούν σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στο Παράρτημα ΙΙΙ.
6.5 Αξιολόγηση των επιπτώσεων του έργου ή της δραστηριότητας στην ακεραιότητα της περιοχής του Δικτύου Natura 2000 σε σχέση με τους στόχους διατήρησης της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου που έχουν ως σκοπό την επίτευξη ικανοποιητικής κατάστασης διατήρησης των τύπων οικοτόπων και των ειδών που απαντώνται σε κάθε μια περιοχή, λαμβάνοντας υπόψη την υφιστάμενη κατάσταση της εν λόγω προστατευόμενης περιοχής σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, για κάθε εναλλακτική λύση. Ειδικότερα αξιολογείται εάν ενδέχεται το έργο ή η δραστηριότητα να:
Α) Προκαλέσει καθυστέρηση ή να διακόψει την πρόοδο επίτευξης των στόχων διατήρησης της οικείας περιοχής Natura 2000.
Β) Ελαττώσει την έκταση ή κατακερματίσει τους τύπους οικοτόπων της περιοχής Natura 2000 ή να επηρεάσει την αντιπροσωπευτικότητα και το βαθμό διατήρησης της δομής και των λειτουργιών τους.
Γ) Ελαττώσει το μέγεθος του πληθυσμού των ειδών ή να επηρεάσει το βαθμό διατήρησης των βιοτόπων τους ή να τους κατακερματίσει ή να επηρεάσει την ισορροπία μεταξύ των ειδών ή να επηρεάσει το βαθμό απομόνωσής τους.
Δ) Προξενήσει αλλαγές σε ζωτικής σημασίας παραμέτρους (π.χ. ισορροπία θρεπτικών, υποβάθμιση του εδάφους από πιθανή διάβρωση, δυναμική των σχέσεων μεταξύ βιοτικών και αβιοτικών παραμέτρων), οι οποίες καθορίζουν το πώς λειτουργεί η οικεία περιοχή Natura 2000.
Ε) Έχει αλληλεπιδράσεις με προβλεπόμενες ή αναμενόμενες φυσικές αλλαγές στην οικεία περιοχή Natura 2000.
6.6 Στις περιπτώσεις που απαιτείται, με βάση την αξιολόγηση που διεξήχθη, εκτίμηση των δυνατοτήτων αποτροπής ή μετριασμού των πιθανών σημαντικών αρνητικών επιπτώσεων, πρόταση μέτρων μαζί με το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής τους και επεξήγηση του τρόπου υλοποίησής τους και του πώς το κάθε προτεινόμενο μέτρο θα αποτρέψει ή θα μετριάσει τις δυσμενείς επιπτώσεις στην οικεία περιοχή Natura 2000.
6.7 Κατά την αξιολόγηση των εναλλακτικών λύσεων, εφόσον προκύπτει ότι δεν παραβλάπτεται η ακεραιότητα της προστατευόμενης περιοχή του Δικτύου Natura 2000 σε σχέση με τους στόχους διατήρησης της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, για την επιλογή της προτεινόμενης λύσης λαμβάνονται υπόψη λόγοι οικονομικής ή τεχνικής φύσεως, με την επιφύλαξη της παραγράφου 9 του άρθρου 3.
7. Η Ε.Ο.Α. εκπονείται και υπογράφεται από επιστήμονα/ες κατάλληλης ειδικότητας.
1. Κατ’ εξαίρεση, για Αιολικούς Σταθμούς Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας (Α.Σ.Π.Η.Ε.) εντός Ζωνών Ειδικής Προστασίας (Ζ.Ε.Π.) του Δικτύου Natura 2000, τα εξειδικευμένα ορνιθολογικά στοιχεία του άρθρου 5Α της υπ’ αριθμ. 37338/1807/2010 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ Β΄ 1495), όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. Η.Π. 8353/276/Ε103/2012 κοινή υπουργική απόφασης (ΦΕΚ Β΄ 415), συλλέγονται με αναγνωριστική μελέτη πεδίου.
Η αναγνωριστική μελέτη πεδίου για Α.Σ.Π.Η.Ε. αποτελεί τμήμα της Ειδικής Ορνιθολογικής Μελέτης του άρθρου 6, παρ. 3 της υπ’ αριθμ. 49828/2008 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ Β΄ 2464). Στην περίπτωση αυτή, η Ε.Ο.Α. περιλαμβάνει αναλυτική περιγραφή των εργασιών πεδίου, αξιολόγηση της ποιότητας των δεδομένων της αναγνωριστικής μελέτης πεδίου και βάση δεδομένων.
2. Η αναγνωριστική μελέτη πεδίου απαιτείται για να σχηματιστεί μια γενική εικόνα της περιοχής όσον αφορά στην τοπογραφία, τους οικοτόπους, τα ενδιαιτήματα και τη χρήση αυτών από τα πουλιά, καθώς και για τα είδη που μπορεί να χρησιμοποιούν την περιοχή. Στις πιθανές χρήσεις των ενδιαιτημάτων συγκαταλέγονται δραστηριότητες όπως αναπαραγωγή / φώλιασμα, χρήση ως μεταναστευτικού διαδρόμου ή/και σταθμού, διαχείμαση, διανυκτέρευση / ξεκούραση και τροφοληψία. Η αναγνωριστική μελέτη πεδίου γίνεται στην κατάλληλη κατά περίπτωση εποχή και έχει περιορισμένη διάρκεια.
Για την εκπόνηση της αναγνωριστικής μελέτης πεδίου εφαρμόζονται οι διεθνώς παραδεκτές μέθοδοι καταγραφής τύπων οικοτόπων και ειδών. Η περίοδος και η διάρκεια υλοποίησης της αναγνωριστικής μελέτης πεδίου παρουσιάζονται και τεκμηριώνονται συνοπτικά από τον/τους συντάκτη/ες της Ε.Ο.Α. Η επιλεγμένη μεθοδολογία πεδίου τεκμηριώνεται βιβλιογραφικά.
3. Στην περίπτωση των Α.Σ.Π.Η.Ε. σε Ζ.Ε.Π. η εκτίμηση των δυνατοτήτων μετριασμού των πιθανών σημαντικών αρνητικών επιπτώσεων περιλαμβάνει και πρόταση προγράμματος παρακολούθησης επιπτώσεων στη δομή και λειτουργίες της περιοχής Natura 2000 κατά τη φάση κατασκευής ή/και κατά τη φάση λειτουργίας του έργου με σκοπό την καταγραφή των ενδεχόμενων μεταβολών στο μέγεθος και την πυκνότητα των πληθυσμών ειδών ορνιθοπανίδας, την κατάσταση διατήρησης, την απομόνωσή τους και σε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο της συμπεριφοράς τους, που ενδεχομένως επηρεάζεται από τον Α.Σ.Π.Η.Ε.
Οι φάκελοι περιβαλλοντικών εκθέσεων, καθώς και αντίστοιχοι φάκελοι αιτημάτων για ανανέωση ή τροποποίηση Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (Α.Ε.Π.Ο.) που έχουν υποβληθεί πριν την έναρξη ισχύος της παρούσας και σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 30 του Ν. 4014/2011 (ΦΕΚ Α΄ 209) για την περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης, ολοκληρώνονται ως προς την αξιολόγησή τους και εκδίδονται αντίστοιχα οι Α.Ε.Π.Ο. και οι αποφάσεις ανανέωσης ή τροποποίησης Α.Ε.Π.Ο., σύμφωνα με τις προϊσχύουσες διατάξεις, εκτός εάν ο φορέας του έργου ή της δραστηριότητας ζητήσει την υπαγωγή του στις διατάξεις της παρούσας απόφασης.
Για περιπτώσεις έργων και δραστηριοτήτων για τα οποία έχουν υποβληθεί δηλώσεις υπαγωγής σε Π.Π.Δ. πριν την έναρξη ισχύος της παρούσας, ολοκληρώνεται η διαδικασία και υπάγονται τα έργα σε Π.Π.Δ. σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των αντίστοιχων υπουργικών αποφάσεων καθορισμού Π.Π.Δ. των εν λόγω έργων και δραστηριοτήτων.
Καταργούνται οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 4 της υπ’ αριθμ. 8353/276/Ε103/2012 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ B΄ 415).
Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της παρούσης το Παράρτημα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ που ακολουθούν.
Η παρούσα απόφαση τίθεται σε ισχύ δύο (2) μήνες από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 25 Σεπτεμβρίου 2013
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΝΙΑΤΗΣ