Σχετικό έγγραφο:
Τροποποιήθηκε από :
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 143Α_2011 | 687.54 KB |
Σκοπός των άρθρων 1 έως και 16 είναι η καθιέρωση των αναγκαίων όρων και προϋποθέσεων για την άσκηση συγκεκριμένης επαγγελματικής δραστηριότητας, που αναφέρεται στο άρθρο 3 του παρόντος.
Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, ισχύουν οι κάτωθι ορισμοί:
1. «Νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα»: η επαγγελματική δραστηριότητα ή το σύνολο των επαγγελματικών δραστηριοτήτων, των οποίων η ανάληψη, η άσκηση ή ένας τουλάχιστον από τους όρους άσκησης απαιτεί την κατοχή καθορισμένων επαγγελματικών προσόντων και τη λήψη σχετικής άδειας ή την αναγγελία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4 παρ. 1 ή αντίστοιχα στο άρθρο 5 παρ. 10.
2. «Επαγγελματικό προσόν»: το σύνολο των γενικών και ειδικών γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων που απαιτούνται για την άσκηση μιας επαγγελματικής δραστηριότητας.
3. «Επαγγελματικές Δραστηριότητες»: είναι οι εργασίες για την υλοποίηση της μελέτης μηχανολογικής ή ηλεκτρολογικής εγκατάστασης, για την κατασκευή της εν λόγω εγκατάστασης, τη συντήρηση αυτής, την επιτήρηση της λειτουργίας της και το χειρισμό του εξοπλισμού της, η παροχή τεχνικής υπηρεσίας, η εκτέλεση τεχνικού έργου, καθώς και οι συναφείς προς αυτές εργασίες.
4. «Αδειοδότηση»: η επίσημη πράξη της αρμόδιας αρχής, με την οποία παρέχεται το δικαίωμα σε φυσικό ή σε νομικό πρόσωπο να ασκεί συγκεκριμένη επαγγελματική δραστηριότητα ή σύνολο επαγγελματικών δραστηριοτήτων.
1. Οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 16 εφαρμόζονται σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο ασκεί ή προτίθεται να ασκήσει επαγγελματικές δραστηριότητες σε εγκαταστάσεις, το μέγεθος και το είδος των οποίων θα καθοριστεί, κατά περίπτωση, με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει της παρ. 4 του άρθρου 4. Οι επαγγελματικές δραστηριότητες ανάλογα με τη φύση τους και το είδος της εγκατάστασης στην οποία ασκούνται, διακρίνονται στις ακόλουθες κατηγορίες:
α) Κατηγορίες που αφορούν την υλοποίηση της μελέτης ηλεκτρολογικών ή μηχανολογικών εγκαταστάσεων, την κατασκευή των εν λόγω εγκαταστάσεων, τη συντήρηση και επισκευή αυτών, την επιτήρηση της λειτουργίας τους, καθώς και το χειρισμό του εξοπλισμού τους. Οι ως άνω εγκαταστάσεις αφορούν: αα) εγκαταστάσεις σε βιομηχανίες και βιοτεχνίες, αβ) εγκαταστάσεις εξόρυξης ορυκτών και μεταλλευμάτων, αγ) εγκαταστάσεις άντλησης αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου, αδ) εγκαταστάσεις παραγωγής και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου και ατμού, αε) ηλεκτρολογικές ή μηχανολογικές εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης κτιρίων, ήτοι ηλεκτρικά δίκτυα και συναφείς εγκαταστάσεις, υδραυλικές, ψυκτικές εγκαταστάσεις, εγκαταστάσεις καύσης υγρών και αερίων καυσίμων, καθώς και πάσης φύσεως λέβητες, αστ) λοιπές ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις, αζ) μη σταθερά μηχανήματα και εξοπλισμός, αη) εγκαταστάσεις συλλογής, επεξεργασίας και παροχής νερού, αθ) εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων, αι) εγκαταστάσεις συλλογής, επεξεργασίας και διάθεσης απορριμμάτων, αποβλήτων και ανάκτησης υλικών και ακ) εγκαταστάσεις αποθήκευσης επικίνδυνων υλικών, καθώς και εγκαταστάσεις κατάψυξης ή συντήρησης ευπαθών προϊόντων.
β) Κατηγορίες, σχετικές με την εκτέλεση τεχνικού έργου και παροχή τεχνικής υπηρεσίας, που αφορούν ηλεκτροσυγκολλήσεις, οξυγονοκολλήσεις, χειρισμό μηχανημάτων έργου, γόμωση και πυροδότηση εκρηκτικών σε έργα, καθώς και καύση πυροτεχνημάτων.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού καθορίζονται, για τις ως άνω κατηγορίες επαγγελματικών δραστηριοτήτων, αναλόγως του είδους της δραστηριότητας, επί μέρους ειδικότητες, ομάδες και αντίστοιχες βαθμίδες επαγγελματικών προσόντων, ως και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
1. Για την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 3, απαιτείται, με επιφύλαξη των προβλέψεων της παρ. 10 του άρθρου 5, η λήψη αντίστοιχης άδειας, η οποία εκδίδεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 9 του άρθρου 5, εφόσον ο ενδιαφερόμενος διαθέτει τις απαραίτητες γνώσεις, που αποδεικνύονται από αντίστοιχους τίτλους σπουδών, επαγγελματική εμπειρία και, εφόσον προβλέπεται, εξεταστεί επιτυχώς.
Η επαγγελματική εμπειρία δύναται να αντικαθίσταται με την παρακολούθηση ειδικών προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης, τα οποία παρέχονται από ειδικά εγκεκριμένους για το σκοπό αυτόν φορείς.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, καθορίζονται οι προϋποθέσεις:
α) έγκρισης των φορέων επαγγελματικής κατάρτισης, το περιεχόμενο και η διάρκεια της κατάρτισης για κάθε ειδικότητα, ομάδα και βαθμίδα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια και β) αντικατάστασης της επαγγελματικής εμπειρίας με παρακολούθηση προγραμμάτων επαγγελματικής (θεωρητικής και πρακτικής) κατάρτισης από εγκεκριμένους, για το σκοπό αυτόν, φορείς.
3. Για την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 3, από νομικά πρόσωπα απαιτείται η λήψη αντίστοιχης άδειας, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6.
4. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται, μετά από πρόταση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, καθορίζονται:
α) Τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την απόκτηση της επαγγελματικής άδειας, κατά ειδικότητα, ομάδα και βαθμίδα.
β) Οι επαγγελματικές δραστηριότητες, που μπορούν να ασκούνται από τον κάτοχο κάθε επαγγελματικής άδειας.
γ) Η διάρκεια ισχύος και οι προϋποθέσεις ανανέωσης των αδειών ή των αναφερόμενων στην παράγραφο 11 του άρθρου 5 καταχωρήσεων αναγγελίας.
δ) Η αντιστοίχιση των αδειών που υφίστανται κατά την έκδοση του παρόντος νόμου, με τις επαγγελματικές άδειες, που εκδίδονται με τον παρόντα νόμο, με εξαίρεση τα μηχανήματα έργου, για τα οποία η ως άνω αντιστοίχιση θα γίνει με την υπουργική απόφαση, η οποία προβλέπεται στην κατωτέρω παράγραφο 5.
ε) Οι αντικειμενικά διαπιστούμενες προϋποθέσεις, οι οποίες αναφέρονται στην παρ. 11 του άρθρου 5, καθώς και η κατά περίπτωση απαιτούμενη εξειδίκευσή τους.
στ) Το μέγεθος και η σημασία των εγκαταστάσεων που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 3.
ζ) Κάθε άλλο σχετικό ζήτημα.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής Τεχνικών Επαγγελμάτων του άρθρου 10 του παρόντος, κατατάσσονται τα μηχανήματα έργου σε ειδικότητες και ομάδες, όπως αυτές καθορίζονται με το προεδρικό διάταγμα για το χειρισμό μηχανημάτων έργου, το οποίο εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου και σύμφωνα με τα κριτήρια που καθιερώνονται με το εν λόγω προεδρικό διάταγμα. Με την ίδια απόφαση γίνεται η αντιστοίχιση των αδειών που υφίστανται κατά την έκδοση του ως άνω προεδρικού διατάγματος, με τις άδειες που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή του προεδρικού αυτού διατάγματος.
1. Αρμόδιες για την έκδοση των αδειών που προβλέπονται από το άρθρο 4 παρ. 1, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι άδειες, που αφορούν άσκηση επαγγελματικών δραστηριοτήτων για την εγκατάσταση, λειτουργία και συντήρηση των ανελκυστήρων, είναι οι υπηρεσίες των Περιφερειών του τόπου επαγγελματικής εγκατάστασης του ενδιαφερόμενου ή, αν δεν υπάρχει επαγγελματική εγκατάσταση, του τόπου μόνιμης διαμονής του. Οι άδειες που εκδίδονται αναρτώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3861/2010 (Α΄ 112).
2. Για την έκδοση των ως άνω αδειών ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει δικαιολογητικά, σχετικά με τεκμηρίωση της γνώσης και της εμπειρίας του και υποβάλλεται σε εξετάσεις, όπως αυτά ρυθμίζονται στα προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου 4 του άρθρου 4.
3. Οι άδειες εκδίδονται μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή της αίτησης, η οποία πρέπει να συνοδεύεται από τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Αν για τη χορήγηση της άδειας απαιτείται εξέταση, η ως άνω προθεσμία είναι δύο μήνες.
4. Οι εξετάσεις για την απόκτηση της άδειας από φυσικό πρόσωπο διενεργούνται, με επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7, από μία ή περισσότερες τριμελείς εξεταστικές επιτροπές, οι οποίες συγκροτούνται με απόφαση του Περιφερειάρχη, στην έδρα της Περιφέρειας. Κατ’ εξαίρεση, για την εξυπηρέτηση των νήσων, επιτρέπεται η σύσταση εξεταστικών επιτροπών και εκτός της έδρας της οικείας Περιφέρειας.
Οι εξεταστικές επιτροπές συγκροτούνται από έναν υπάλληλο της αρμόδιας διεύθυνσης της Περιφέρειας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, έναν εκπρόσωπο του Εθνικού Οργανισμού Πιστοποίησης Προσόντων (ΕΟΠΠ) και έναν εκπρόσωπο της οικείας Ομοσπονδίας. Οι εκπρόσωποι του ΕΟΠΠ και της ομοσπονδίας προτείνονται με τους αναπληρωτές τους από τους φορείς αυτούς, ύστερα από πρόσκληση του οικείου Περιφερειάρχη. Εάν ο φορέας δεν ορίσει τον εκπρόσωπό του εντός τριάντα ημερών από τη λήψη της σχετικής πρόσκλησης, η επιτροπή συγκροτείται χωρίς τη συμμετοχή εκπροσώπου του εν λόγω φορέα, στη θέση του οποίου ορίζεται υπάλληλος της οικείας Περιφέρειας.
Το έργο της Επιτροπής υποστηρίζεται χωρίς δικαίωμα ψήφου, όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο, από έναν εμπειρογνώμονα που προτείνεται από το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδος.
5. Οι υπηρεσίες της Περιφέρειας που ασκούν τις προβλεπόμενες από την παράγραφο 1 αρμοδιότητες και οι εξεταστικές επιτροπές οφείλουν να διαθέτουν ανεξαρτησία, αμεροληψία, ικανό προσωπικό, τις κατά περίπτωση αναγκαίες υποδομές για τη διενέργεια των εξετάσεων, καθώς και σύστημα εσωτερικού ελέγχου, όπως αυτά θα ρυθμιστούν με την απόφαση που θα εκδοθεί δυνάμει της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου.
Ειδικότερα, οι υπάλληλοι της Περιφέρειας και ο εκπρόσωπος του Εθνικού Οργανισμού Πιστοποίησης Προσόντων που μετέχουν στην εξεταστική επιτροπή πρέπει να κατέχουν τίτλο σπουδών ΑΕΙ ή ΑΤΕΙ συναφή προς το αντικείμενο της εξέτασης και ο εκπρόσωπος της οικείας Ομοσπονδίας να έχει άδεια ή βεβαίωση αναγγελίας για το σύνολο των επαγγελματικών δραστηριοτήτων που αφορούν το αντικείμενο της εξεταστικής επιτροπής. Επίσης, τα μέλη των εξεταστικών επιτροπών πρέπει να έχουν λάβει την επιμόρφωση που προβλέπεται στην απόφαση της παραραγράφου 7 του παρόντος άρθρου.
6. Η λειτουργία των εξεταστικών επιτροπών παρακολουθείται και υποστηρίζεται από τον Εθνικό Οργανισμό Πιστοποίησης Προσόντων.
7. Με αποφάσεις των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Εσωτερικών, Αποκέντρωσης
και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, καθορίζονται οι ειδικότερες απαιτήσεις για ανεξαρτησία, αμεροληψία και ικανότητα των μελών των εξεταστικών επιτροπών, το σύστημα εσωτερικού ελέγχου των αναφερόμενων στην ανωτέρω παράγραφο 1 υπηρεσιών και των εξεταστικών επιτροπών, η εξεταστέα ύλη, ο τρόπος και οι αναγκαίες υποδομές για τη διενέργεια των εξετάσεων, η διάρκεια, ο τρόπος και το περιεχόμενο της επιμόρφωσης των μελών των εξεταστικών επιτροπών, ο τύπος και το περιεχόμενο των εκδιδόμενων, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αδειών και, σύμφωνα με την παράγραφο 11 του παρόντος άρθρου βεβαιώσεων, ο τρόπος παρακολούθησης και υποστήριξης των εξεταστικών επιτροπών από τον Εθνικό Οργανισμό Πιστοποίησης Προσόντων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα.
8. Αν σε μια Περιφέρεια δεν έχει συγκροτηθεί εξεταστική επιτροπή, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να συμμετάσχει σε αντίστοιχες εξετάσεις, που διενεργεί επιτροπή, η οποία ορίζεται σύμφωνα με της προβλέψεις της υπουργικής απόφασης που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου.
9. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας,
Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης μπορεί να ορίζεται εξεταστική επιτροπή μιας Περιφέρειας για τη διενέργεια εξετάσεων για πλείονες περιφέρειες. 10. Αν ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος προτίθεται να ασκήσει μία ή περισσότερες επαγγελματικές δραστηριότητες του άρθρου 3, εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 6422/1934 ή οι προϋποθέσεις για την άσκηση των εν λόγω δραστηριοτήτων μπορεί να διαπιστωθούν αντικειμενικά, δεν υποχρεούται να εφοδιαστεί με την προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθρου 4 άδεια, αλλά ακολουθείται η διαδικασία που ορίζεται στην κατωτέρω παράγραφο 11.
Σε κάθε περίπτωση, για το χειρισμό μηχανημάτων έργου ή για την καύση πυροτεχνημάτων, απαιτείται αντίστοιχη άδεια, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τις προβλέψεις των παραγράφων 1 έως 9 του παρόντος άρθρου.
11. Ο ενδιαφερόμενος οφείλει να αναγγείλει εγγράφως στην αρμόδια αρχή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου την έναρξη άσκησης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων, υποβάλλοντας ταυτόχρονα τα προβλεπόμενα στο άρθρο 1 του ν. 6422/1934 διπλώματα ή πτυχία, μαζί με τη, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, άδεια άσκησης επαγγέλματος ή αντίστοιχα τα δικαιολογητικά, που πιστοποιούν τη συνδρομή των αντικειμενικά διαπιστούμενων προϋποθέσεων, όπως αυτές θα προσδιοριστούν με τα προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται δυνάμει της παρ. 4 του άρθρου 4.
Με την αναγγελία έναρξης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων και την υποβολή των ανωτέρω δικαιολογητικών, ο ενδιαφερόμενος ασκεί ελευθέρως τις αναγγελθείσες επαγγελματικές δραστηριότητες.
Η εν λόγω αρχή εξετάζει εντός μηνός τα υποβληθέντα δικαιολογητικά και εφόσον διαπιστώσει ότι συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, καταχωρεί εντός της ίδιας προθεσμίας τον ενδιαφερόμενο στο Μητρώο που προβλέπεται από το άρθρο 9 και εκδίδει σχετική βεβαίωση αναγγελίας.
Στη βεβαίωση αναγγελίας προσδιορίζονται οι επαγγελματικές δραστηριότητες οι οποίες, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται δυνάμει της παρ. 4 του άρθρου 4, επιτρέπεται να ασκούνται.
Εάν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, με απόφασή της απαγορεύει στον ενδιαφερόμενο την άσκηση της ως άνω επαγγελματικής δραστηριότητας.
12. Οι ως άνω υπηρεσίες καταχωρούν τις άδειες και τις αναγγελίες στο Ενιαίο Μητρώο, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 9.
13. Ο ενδιαφερόμενος καταβάλλει ανταποδοτικό παράβολο: α) για την έκδοση της άδειας ή της βεβαίωσης αναγγελίας, που κατατίθεται στον Ειδικό Τραπεζικό Λογαριασμό της Περιφέρειας που εκδίδει την άδεια ή τη βεβαίωση αναγγελίας και β) με επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7, για τη συμμετοχή του στις εξετάσεις, όπου αυτές απαιτούνται, που κατατίθεται στον Ειδικό Λογαριασμό της Περιφέρειας διενέργειας των εξετάσεων.
14. Στα μέλη των επιτροπών και στους εμπειρογνώμονες που υποστηρίζουν το έργο τους καταβάλλεται αποζημίωση σύμφωνα με τις προβλέψεις του ν. 3833/2010 (Α΄ 40), η οποία βαρύνει τον ως άνω Ειδικό Τραπεζικό Λογαριασμό της Περιφέρειας.
15. Το ύψος του παράβολου και ο τρόπος υπολογισμού της αποζημίωσης των μελών των εξεταστικών επιτροπών καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.
1. Οι άδειες για την άσκηση επαγγελματικών δραστηριοτήτων σε νομικά πρόσωπα χορηγούνται από τις υπηρεσίες των Περιφερειών που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 5, σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 5 της 158/25/ΦΓ9.1/10.1.2011 (B΄ 49) κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, όπως αυτή εκάστοτε ισχύει.
2. Τα αδειοδοτημένα νομικά πρόσωπα καταχωρούνται ως ιδιαίτερη κατηγορία στο Ενιαίο Μητρώο του άρθρου 9.
1. Οι προβλεπόμενες για τη χορήγηση της άδειας εξετάσεις μπορεί να διενεργούνται κατ’ επιλογή του ενδιαφερομένου και από ικανούς φορείς του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, ύστερα από αδειοδότηση αυτών από τον Εθνικό Οργανισμό Πιστοποίησης Προσόντων.
2. Για τον τρόπο διενέργειας των εξετάσεων και την εξεταστέα ύλη εφαρμόζονται οι διατάξεις της υπουργικής απόφασης, που εκδίδεται δυνάμει της παρ. 7 του άρθρου 5.
3. Οι ως άνω φορείς εκδίδουν βεβαίωση επιτυχούς εξέτασης του ενδιαφερόμενου, η οποία προσδιορίζει, κατά περίπτωση, τις αντίστοιχες ειδικότητες, ομάδες και βαθμίδες, τις οποίες καλύπτει.
Ο τύπος και το περιεχόμενο των βεβαιώσεων επιτυχούς εξέτασης καθορίζεται με την υπουργική απόφαση που προβλέπεται να εκδοθεί δυνάμει της παρ. 4 του άρθρου 8.
4. Ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει την ως άνω βεβαίωση εξέτασης στην αρμόδια Υπηρεσία της Περιφέρειας που αναφέρεται στο άρθρο 5 παρ. 1, η οποία εκδίδει την αιτούμενη άδεια μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή των προβλεπόμενων δικαιολογητικών.
5. Στον Εθνικό Οργανισμό Πιστοποίησης Προσόντων συνιστάται και τηρείται Μητρώο Αδειοδοτημένων Φορέων υπό τη μορφή ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων. Σκοπός του μητρώου είναι: α) η ενημέρωση των ενδιαφερομένων και β) η παρακολούθηση της τήρησης των υποχρεώσεων των αδειοδοτημένων φορέων.
6. Οι αποφάσεις αδειοδότησης των ως άνω φορέων αναρτώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3861/2010 (Α΄ 112).
1. Για την αδειοδότηση των φορέων, που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο, ο φορέας οφείλει να διαθέτει ανεξαρτησία, αμεροληψία, ικανό προσωπικό, τα κατά περίπτωση απαιτούμενα μέσα, καθώς και σύστημα εσωτερικού ελέγχου.
Η συμμόρφωση προς τις εφαρμόσιμες απαιτήσεις των διεθνών προτύπων διαπίστευσης φορέων πιστοποίησης προσώπων θεωρείται ότι ικανοποιεί τις απαιτήσεις του προηγούμενου εδαφίου και βεβαιώνεται όπως ορίζεται στην κατωτέρω παράγραφο 3.
2. Πέραν των ως άνω απαιτήσεων, ο φορέας οφείλει:
α) Να διαθέτει προσωπικό με αποδεδειγμένη εμπειρία στη διενέργεια εξετάσεων στην αντίστοιχη επαγγελματική δραστηριότητα ή στην άσκηση της αντίστοιχης επαγγελματικής δραστηριότητας.
β) Να διαθέτει τα απαιτούμενα τεχνικά μέσα για τη διενέργεια της πρακτικής εξέτασης, όπου αυτή απαιτείται.
γ) Να έχει τη δυνατότητα να διενεργεί την εξέταση του ενδιαφερομένου μέσα σε εύλογο χρόνο από την υποβολή της αίτησης και να εκδίδει τη σχετική βεβαίωση μέσα σε δύο μήνες από την υποβολή της αίτησης.
δ) Η ανεξαρτησία και η αμεροληψία του φορέα να ελέγχονται από συλλογικό όργανο, το οποίο συγκροτείται από το φορέα και στο οποίο συμμετέχουν και εκπρόσωποι των αρμόδιων κρατικών αρχών, καθώς και των οικείων επαγγελματικών οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών.
3. Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης φορέα με τις απαιτήσεις των ανωτέρω παραγράφων 1 και 2 πρέπει να γίνεται από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης ή από φορέα Διαπίστευσης άλλου κράτους − μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως τα σχετικά θέματα εξειδικεύονται με την υπουργική απόφαση, η οποία εκδίδεται δυνάμει της παρ. 4 εδάφια α΄ και β΄ του παρόντος άρθρου.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων καθορίζονται:
α) Το αναφερόμενο στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διεθνές πρότυπο διαπίστευσης φορέων πιστοποίησης προσώπων και οι εφαρμόσιμες απαιτήσεις του.
β) Η σύνθεση του συλλογικού οργάνου ελέγχου της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας του φορέα, η διαδικασία υποβολής ενστάσεων κατά των αποτελεσμάτων των εξετάσεων που διενεργεί ο φορέας, καθώς και τα δικαιολογητικά
και η διαδικασία για την αδειοδότηση του φορέα.
γ) Η διαδικασία και ο τρόπος διενέργειας του ελέγχου των αδειοδοτημένων φορέων, καθώς και οι υπηρεσίες επιβολής κυρώσεων σε αυτούς.
δ) Η εξειδίκευση των παραβάσεων, τα κριτήρια για την κλιμάκωση των προβλεπόμενων κυρώσεων στους αδειοδοτημένους φορείς, τα όργανα και η διαδικασία επιβολής τους.
ε) Ο τύπος και το περιεχόμενο της βεβαίωσης επιτυχούς εξέτασης.
στ) Ο τρόπος συγκρότησης και τήρησης του Μητρώου Αδειοδοτημένων Φορέων, καθώς και ο τρόπος δημοσιοποίησής του.
ζ) Κάθε άλλο σχετικό ζήτημα.
5. Οι αδειοδοτημένοι φορείς ελέγχονται για την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Ο εν λόγω έλεγχος συμπεριλαμβάνει και τη χωρίς προειδοποίηση παρουσία εκπροσώπων του Εθνικού Οργανισμού Πιστοποίησης Προσόντων ή του Εθνικού Συστήματος Διαπίστευσης στις εξετάσεις που διενεργεί ο φορέας, καθώς και επιθεώρηση, τουλάχιστον ετησίως, των εγκαταστάσεων, του προσωπικού και των αρχείων του φορέα, όπως τα σχετικά θέματα ρυθμίζονται με την υπουργική απόφαση η οποία εκδίδεται δυνάμει της παρ. 4 εδάφιο γ΄ του παρόντος άρθρου.
6. Αν κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί ότι αδειοδοτημένος φορέας δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του, επιβάλλονται κυρώσεις και ειδικότερα η προσωρινή ή η οριστική ανάκληση της χορηγηθείσας άδειας, η επιβολή προστίμου, το ύψος του οποίου κυμαίνεται από 5.000 ευρώ έως 100.000 ευρώ και καταβάλλεται υπέρ του Δημοσίου. Τα κριτήρια και η διαδικασία επιβολής των εν λόγω κυρώσεων θα καθοριστούν με την υπουργική απόφαση που εκδίδεται δυνάμει της παρ. 4 εδάφιο δ΄ του παρόντος άρθρου και αναρτώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3861/2010 (Α΄ 112 ).
7. Για την αδειοδότηση και τον έλεγχο των φορέων, οι φορείς καταβάλλουν στον Εθνικό Οργανισμό Πιστοποίησης Προσόντων ανταποδοτικά τέλη, το ύψος και ο τρόπος καταβολής των οποίων καθορίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.
8. Οι αδειοδοτημένοι φορείς οφείλουν:
α) Να τηρούν τους όρους έγκρισής τους.
β) Να γνωστοποιούν εκ των προτέρων εγγράφως στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Εθνικού Οργανισμού Πιστοποίησης Προσόντων τα προγράμματα εξετάσεων.
γ) Να υποβάλουν στις ως άνω Υπηρεσίες τις βεβαιώσεις εξέτασης που εκδίδουν όταν τούτο ζητηθεί.
δ) Να παρέχουν στις αρμόδιες Υπηρεσίες της Περιφέρειας που αναφέρεται στο άρθρο 5 παρ. 1 τις απαραίτητες πληροφορίες, για τη διεξαγωγή των αναφερόμενων στο άρθρο 11 ελέγχων.
1. Στη Διεύθυνση Υποστήριξης Βιομηχανιών της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας συνιστάται και τηρείται ηλεκτρονικά Ενιαίο Μητρώο, στο οποίο καταχωρούνται σε ιδιαίτερες κατηγορίες τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ασκούν, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 4, τις επαγγελματικές δραστηριότητες του άρθρου 3.
2. Το Ενιαίο Μητρώο ενημερώνεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες των Περιφερειών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παρ.1 με τα πληροφοριακά στοιχεία, που προβλέπονται στο άρθρο 3 της με αριθμό οικ. 12570/1106/Φ9.1/ 10.11.2010 (Β΄ 1830) απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, όπως αυτή εκάστοτε ισχύει και αντικαθιστά το προβλεπόμενο σε αυτή Μητρώο.
3. Σκοπός του Ενιαίου Μητρώου είναι η υποστήριξη των ελέγχων που διενεργούνται σύμφωνα με το άρθρο 11, η παρακολούθηση της τήρησης εκ μέρους των εγγεγραμμένων σε αυτό προσώπων των υποχρεώσεων, που απορρέουν από τις διατάξεις του ν. 3844/2010 (Α΄ 63), καθώς και ο έλεγχος της εξέλιξης των αντίστοιχων επαγγελματικών δραστηριοτήτων.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζονται ο τρόπος συγκρότησης και τήρησης του προβλεπόμενου στην παράγραφο 1 Ενιαίου Μητρώου, ο χρόνος έναρξης της λειτουργίας του, ο τρόπος της δημοσιοποίησής του, καθώς και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα.
1. Στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας συνιστάται Επιτροπή Τεχνικών Επαγγελμάτων με αρμοδιότητα να εισηγείται στον Υπουργό σχετικά για την επίλυση σημαντικών θεμάτων, που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή του παρόντος νόμου.
2. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και αποτελείται από τον Γενικό Γραμματέα Βιομηχανίας, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή τον Γενικό Διευθυντή Στήριξης Βιομηχανίας, τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Υποστήριξης Βιομηχανιών, έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, έναν
εκπρόσωπο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, έναν εκπρόσωπο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, έναν εκπρόσωπο από την Περιφέρεια Αττικής και από έναν εκπρόσωπο του ΤΕΕ, της Επιστημονικής Ένωσης Τεχνολογικής Εκπαίδευσης Μηχανικών, του ΣΕΒ, της ΓΣΕΒΕΕ και της ΓΣΕΕ, ως μέλη. Στην Επιτροπή συμμετέχουν, επίσης, ως μέλη, κατά περίπτωση, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου της Επιτροπής και εκπρόσωποι των οικείων επαγγελματικών ομοσπονδιών ή ενώσεων. Οι εκπρόσωποι των Υπουργείων, υπηρεσιών και φορέων, με τους αναπληρωτές τους, υποδεικνύονται από τους οικείους φορείς.
3. Η Επιτροπή συνεδριάζει τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο, προκειμένου να ασκήσει τις προβλεπόμενες από τον παρόντα νόμο αρμοδιότητες και να ανασκοπήσει την πρόοδο εφαρμογής του.
1. Για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών και γενικότερα των αποδεκτών των υπηρεσιών που παρέχονται από τους ασκούντες επαγγελματική δραστηριότητα του άρθρου 3, οι πάροχοι των αντίστοιχων υπηρεσιών ελέγχονται για την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Οι ανωτέρω έλεγχοι διενεργούνται είτε αυτεπάγγελτα είτε κατά την εξέταση καταγγελιών από αποδέκτες υπηρεσιών είτε ύστερα από ατύχημα.
2. Στους ανωτέρω ελέγχους συμπεριλαμβάνονται και οι προβλεπόμενοι έλεγχοι των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4483/1965 (Α΄ 118), όπως αυτός ισχύει. Για την υποστήριξη διενέργειας των εν λόγω ελέγχων συνιστάται στη Διεύθυνση Υποστήριξης Βιομηχανιών της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας Ενιαίο Μητρώο Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων στο οποίο θα καταχωρούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 2 παρ. 1 του ν. 4483/1965 υπεύθυνες δηλώσεις, όπως τα θέματα αυτά ρυθμίζονται με την υπουργική απόφαση που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.
3. Οι ως άνω έλεγχοι διενεργούνται από διμελή όργανα που συγκροτεί η αρμόδια υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 5 παρ. 1 της Περιφέρειας στην οποία παρασχέθηκε η ελεγχόμενη υπηρεσία. Τα προσόντα των μελών των ως άνω οργάνων ελέγχου είναι τα ίδια με αυτά των μελών της Εξεταστικής Επιτροπής αντίστοιχης ειδικότητας. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν πρόσωπα με τα παραπάνω προσόντα θα πρέπει τα μέλη του οργάνου ελέγχου να κατέχουν τουλάχιστον τίτλο Σπουδών ΑΕΙ ή ΤΕΙ ειδικότητας συναφούς με την προς εξέταση δραστηριότητα και το έργο τους να επικουρείται από την παρουσία εμπειρογνώμονα, ο οποίος ορίζεται από τον οικείο Περιφερειάρχη, ύστερα από πρόταση του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος ή της οικείας επαγγελματικής ομοσπονδίας.
4. Για τη διενέργεια ελέγχου ύστερα από καταγγελία, απαιτείται η καταβολή από τον καταγγέλλοντα παραβόλου ύψους 100 ευρώ, το οποίο κατατίθεται στον Ειδικό Τραπεζικό Λογαριασμό της Περιφέρειας της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου. Μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου και τη σύνταξη της αντίστοιχης έκθεσης, εάν η καταγγελία αποδειχθεί βάσιμη, το ανωτέρω παράβολο επιστρέφεται στον καταγγέλλοντα και, αναλόγως, επιβάλλονται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 12 κυρώσεις.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται ο τρόπος συγκρότησης και τήρησης του προβλεπόμενου στην ανωτέρω παράγραφο 2 Ενιαίου Μητρώου Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων, ο χρόνος έναρξης της λειτουργίας του, καθώς και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα.
1. Η άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, που εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 3, κατά παράβαση του άρθρου 4 παρ. 1, και η παροχή υπηρεσιών κακής ποιότητας, όπως αυτό αποδεικνύεται μετά από έλεγχο, που διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 11, επισύρει διοικητικές κυρώσεις και ειδικότερα προσωρινή ή οριστική ανάκληση της άδειας ή και επιβολή προστίμου ύψους από 1.000 ευρώ έως και 10.000 ευρώ. Τα κριτήρια και η διαδικασία επιβολής των εν λόγω κυρώσεων θα καθοριστούν με την υπουργική απόφαση που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.
2. Στις επιχειρήσεις, που απασχολούν με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, πρόσωπα, που δεν ικανοποιούν τις απαιτήσεις του παρόντος ή εκδίδουν ανακριβείς βεβαιώσεις προϋπηρεσίας, επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις, όπως η προσωρινή ή η οριστική ανάκληση της άδειας λειτουργίας τους ή και επιβολή προστίμου ύψους από 5.000 ευρώ έως και 50.000 ευρώ. Τα κριτήρια και η διαδικασία επιβολής των εν λόγω κυρώσεων θα καθοριστούν με την υπουργική απόφαση που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.
3. Τα ως άνω πρόστιμα κατατίθενται στον Ειδικό Τραπεζικό Λογαριασμό της Περιφέρειας της παραγράφου 3 του ως άνω άρθρου και αποτελούν πόρο για τη διενέργεια των προβλεπόμενων στο άρθρο 11 ελέγχων.
4. Οι αποφάσεις επιβολής κυρώσεων αναρτώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3861/2010 (Α΄ 112).
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζονται τα κριτήρια για την κλιμάκωση των προβλεπόμενων στις ως άνω παραγράφους κυρώσεων, τα όργανα, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζονται τα κριτήρια για την κλιμάκωση των προβλεπόμενων στις ως άνω παραγράφους κυρώσεων, τα όργανα, η διαδικασία επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα.
(Η προβλεπόμενη υπουργική απόφαση είναι:
1. Επιχειρήσεις που απασχολούν πρόσωπα που πρόκειται να ασκήσουν επαγγελματική δραστηριότητα του άρθρου 3, πριν την ανάθεση σε αυτούς οποιασδήποτε τεχνικής εργασίας, οφείλουν να τους εκπαιδεύουν κατάλληλα στις ιδιαίτερες απαιτήσεις του μηχανολογικού, του ηλεκτρολογικού και του λοιπού εξοπλισμού της
εγκατάστασης στην οποία εργάζονται.
2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής Τεχνικών Επαγγελμάτων, καθορίζεται ο τρόπος ελέγχου της τήρησης της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος υποχρέωσης των επιχειρήσεων για εκπαίδευση των απασχολούμενων σε αυτές προσώπων.
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, καθορίζονται οι απαιτήσεις για το χειρισμό και την επιτήρηση των ατμολεβήτων, καθώς και τα προσόντα των προσώπων, που αναλαμβάνουν το χειρισμό και την επιτήρησή τους.
1. Η παρ.1 του άρθρου 2 του ν. 4483/1965 (Α΄ 118) τροποποιείται ως ακολούθως:
«1. Για την ηλεκτροδότηση των εσωτερικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων και των υποσταθμών υποβάλλεται στο Ενιαίο Μητρώο Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων Υπεύθυνη Δήλωση του αδειούχου ηλεκτρολόγου εγκαταστάτη με την οποία βεβαιώνεται ότι η εγκατάσταση έχει κατασκευαστεί σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς ασφαλείας και παρέχεται εγγύηση για την επί διετία απρόσκοπτη λειτουργία της.
Η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (Δ.Ε.Η. Α.Ε.) ή άλλη Επιχείρηση Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας ενημερώνεται για την ως άνω υποβολή και αναλόγως ηλεκτροδοτεί την εγκατάσταση ή τον υποσταθμό, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις».
2. Η παρ.1 του άρθρου 6 του ν. 4483/1965 (Α΄ 118) τροποποιείται ως ακολούθως:
«1. Ο έλεγχος όλων των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων προκειμένου να διαπιστωθεί η τήρηση των διατάξεων του παρόντος διενεργείται από τις υπηρεσίες των Περιφερειών, που είναι αρμόδιες για την έκδοση των αδειών για την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων που αφορούν τις ελεγχόμενες υπηρεσίες.»
3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 6422/1934 τροποποιείται ως ακολούθως:
«Η διαδικασία της απονομής αδειών εξασκήσεως των επαγγελματικών δραστηριοτήτων των ανωτέρω κατηγοριών, καθώς και η διαδικασία εφαρμογής των προβλέψεων του άρθρου 3 του ν. 3919/2011 (Α΄ 32) για τους ασκούντες τις εν λόγω επαγγελματικές δραστηριότητες, καθώς και οι λοιπές λεπτομέρειες θα καθοριστούν με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται, μετά από πρόταση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού. Τα θέματα της συνθέσεως των τυχόν αναγκαίων εξεταστικών επιτροπών και καταβολής ανταποδοτικών παραβόλων ρυθμίζονται με βάση τις υφιστάμενες διατάξεις που καθιερώνουν τους αναγκαίους όρους και προϋποθέσεις για την άσκηση των σχετικών επαγγελματικών δραστηριοτήτων.»
4. Το άρθρο 5 του ν. 6422/1934 τροποποιείται ως ακολούθως:
«Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται, μετά από πρόταση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού καθορίζονται: α) Η κατά ειδικότητες και κατηγορίες αναλόγως της σημασίας και του μεγέθους αυτών διαίρεση των μηχανολογικών, ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων.
β) Ο τρόπος της συστηματικής διεξαγωγής του ελέγχου ιδρύσεως, επεκτάσεως, ανακαινίσεως ή διαρρυθμίσεως, ως και τα της επιβλέψεως της κανονικής λειτουργίας των ανωτέρω εγκαταστάσεων, καθοριζομένων λεπτομερώς και των σχετικών προς τις υποβαλλόμενες μελέτες σχεδίων, υπολογισμών, υπομνημάτων και περιγραφών.
γ) Ο τρόπος της αποκτήσεως πτυχίου εργολάβου για ηλεκτρομηχανολογικά εν γένει έργα.»
3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 6422/1934 τροποποιείται ως ακολούθως:
«Η διαδικασία της απονομής αδειών εξασκήσεως των επαγγελματικών δραστηριοτήτων των ανωτέρω κατηγοριών, καθώς και η διαδικασία εφαρμογής των προβλέψεων του άρθρου 3 του ν. 3919/2011 (Α΄ 32) για τους ασκούντες τις εν λόγω επαγγελματικές δραστηριότητες, καθώς και οι λοιπές λεπτομέρειες θα καθοριστούν με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται, μετά από πρόταση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού. Τα θέματα της συνθέσεως των τυχόν αναγκαίων εξεταστικών επιτροπών και καταβολής ανταποδοτικών παραβόλων ρυθμίζονται με βάση τις υφιστάμενες διατάξεις που καθιερώνουν τους αναγκαίους όρους και προϋποθέσεις για την άσκηση των σχετικών επαγγελματικών δραστηριοτήτων.»
4. Το άρθρο 5 του ν. 6422/1934 τροποποιείται ως ακολούθως:
«Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται, μετά από πρόταση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού καθορίζονται: α) Η κατά ειδικότητες και κατηγορίες αναλόγως της σημασίας και του μεγέθους αυτών διαίρεση των μηχανολογικών, ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων.
β) Ο τρόπος της συστηματικής διεξαγωγής του ελέγχου ιδρύσεως, επεκτάσεως, ανακαινίσεως ή διαρρυθμίσεως, ως και τα της επιβλέψεως της κανονικής λειτουργίας των ανωτέρω εγκαταστάσεων, καθοριζομένων λεπτομερώς και των σχετικών προς τις υποβαλλόμενες μελέτες σχεδίων, υπολογισμών, υπομνημάτων και περιγραφών.
γ) Ο τρόπος της αποκτήσεως πτυχίου εργολάβου για ηλεκτρομηχανολογικά εν γένει έργα.»
1. Δεν θίγονται τα ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζόμενων των οποίων οι ειδικότητες, με βάση τα προεδρικά διατάγματα της παρ. 4 του άρθρου 4, μεταβάλλονται.
2. Μέχρι την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων που προβλέπονται στην παρ. 4 του άρθρου 4 και της υπουργικής απόφασης, που προβλέπεται στην παρ. 7 του άρθρου 5, η άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων του άρθρου 3 και, αντίστοιχα, η διενέργεια εξετάσεων από τις υπηρεσίες των Περιφερειών για τη χορήγηση των επαγγελματικών αδειών γίνονται σύμφωνα με τις υφιστάμενες κατά την έκδοση του παρόντος νόμου διατάξεις.
3. Μέχρι τη σύσταση του προβλεπόμενου της παρ. 1 του άρθρου 9 Ενιαίου Μητρώου, οι αρμόδιες Υπηρεσίες της παρ.1 του άρθρου 5 καταχωρούν τα πρόσωπα που ασκούν τις επαγγελματικές δραστηριότητες του άρθρου 3, στο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 3 της με αριθμό οικ. 12570/1106/Φ9.1/10.11.2010 (Β΄ 1830) απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.
4. Μέχρι τη σύσταση του προβλεπόμενου της παρ. 2 του άρθρου 11 Μητρώου Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων, η ηλεκτροδότηση των εσωτερικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων και των υποσταθμών γίνεται σύμφωνα με τις υφιστάμενες κατά την έκδοση του παρόντος νόμου διατάξεις.
Με την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων που αναφέρονται στην παρ. 4 του άρθρου 4 και στην παρ. 3 του άρθρου 13 καταργούνται τα προεδρικά διατάγματα και οι υπουργικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 6422/1934 ή άλλου νόμου, τα οποία ρυθμίζουν τα θέματα αδειοδότησης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων του παρόντος ή θέματα σχετικά με την καθιέρωση απαιτήσεων για το χειρισμό και την επιτήρηση ατμολεβήτων, αντίστοιχα.
Για το σκοπό της αδειοδότησης των μεταποιητικών και των συναφών προς αυτές δραστηριοτήτων, εφαρμόζονται οι παρακάτω ορισμοί:
1. Βιομηχανία − Βιοτεχνία είναι η τεχνοοικονομική μονάδα που με μηχανικά, χημικά ή άλλα μέσα διαφοροποιεί τη μορφή ή την ιδιότητα πρώτων υλών ή προϊόντων, προκειμένου αυτά να καταστούν κατάλληλα για τη χρήση για την οποία προορίζονται.
2. Επαγγελματικό εργαστήριο είναι η τεχνοοικονομική μονάδα του προηγούμενου εδαφίου, η οποία πληροί όλες τις παρακάτω προϋποθέσεις:
α) Διαθέτει μηχανολογικές εγκαταστάσεις, των οποίων η εγκατεστημένη κινητήρια ισχύς δεν υπερβαίνει τα 22 kW ή η θερμική τα 50 kW. Στα όρια αυτά δεν περιλαμβάνεται η ισχύς η οποία δεν σχετίζεται άμεσα με την παραγωγική διαδικασία, καθώς και η ισχύς μηχανολογικής εγκατάστασης προορισμένης αποκλειστικά να προστατεύει το περιβάλλον από την ασκούμενη δραστηριότητα.
β) Κατατάσσεται στις δραστηριότητες χαμηλής όχλησης σύμφωνα με τις διατάξεις της 13737/724/2003 (Β΄ 1087) απόφασης των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων.
γ) Δεν αφορά επεξεργασία ουσιών ή μειγμάτων εύφλεκτων, εκρηκτικών, διαβρωτικών, οξειδωτικών, τοξικών ή επικίνδυνων για το περιβάλλον σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 1272/2008/EC (L 353/ 31.12.2008) και της 265/2002 (Β΄ 1214) απόφασης του Υπουργού και Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, καθώς και αερίων υπό πίεση, ανεξαρτήτως της επεξεργαζόμενης ποσότητας.
3. Μηχανολογικές εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών είναι οι ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις που παρέχουν υπηρεσίες προς τρίτους χωρίς μεταποίηση προϊόντων.
4. Αποθήκες είναι αποθηκευτικοί χώροι, στεγασμένοι ή μη, που βρίσκονται εκτός εργοστασιακών χώρων και διαθέτουν μόνιμα εγκατεστημένο μηχανολογικό εξοπλισμό για τη λειτουργία τους, καθώς και οι εγκαταστάσεις που αφορούν μία από τις πιο κάτω χρήσεις:
α) Αποθήκευση και συσκευασία ή ανασυσκευασία υλικών με χρήση κατάλληλου μηχανολογικού εξοπλισμού, χωρίς παραγωγή νέου προϊόντος.
β) Αποθήκευση εύφλεκτων, διαβρωτικών, οξειδωτικών ή τοξικών ουσιών.
γ) Κατάψυξη ή συντήρηση ευπαθών προϊόντων.
δ) Αποθήκευση υγρών ή αερίων καυσίμων και βιομηχανικών ή ιατρικών αερίων.
ε) Αποθήκευση, διαλογή και μηχανική επεξεργασία για ανακύκλωση άχρηστων υλικών σε υπαίθριους ή στεγασμένους χώρους.
5. Κτιριακές Εγκαταστάσεις:
α) Κάθε δομική κατασκευή που προορίζεται για την εξυπηρέτηση των πάσης φύσεως αναγκών των προαναφερόμενων δραστηριοτήτων υπό στοιχεία 1, 2, 3 και 4.
β) Βιομηχανικό – Βιοτεχνικό Κτίριο: Κάθε κτίριο για το οποίο έχει εκδοθεί άδεια οικοδομής για βιομηχανική βιοτεχνική χρήση.
γ) Ανεξάρτητο κτίριο: Το περιμετρικά ελεύθερο κτίσμα που χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο ως επαγγελματικός χώρος.
6. Φορέας: Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου έχουν εκδοθεί οι άδειες ή υποβάλλονται οι Υπεύθυνες Δηλώσεις σύμφωνα με το άρθρο 19 και το οποίο είναι υπόχρεο και υπεύθυνο για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος.
7. Εγκατάσταση (Ίδρυση) είναι η τοποθέτηση για πρώτη φορά του μηχανολογικού εξοπλισμού σε συγκεκριμένη θέση για άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας.
8. Λειτουργία είναι η ενεργοποίηση του εγκατασταθέντος μηχανολογικού εξοπλισμού.
9. Επέκταση δραστηριότητας που εμπίπτει στις διατάξεις του παρόντος νόμου νοείται κάθε επαύξηση, μετά την αρχική εγκατάσταση και λειτουργία της δραστηριότητας, της εγκατεστημένης ισχύος του μηχανολογικού εξοπλισμού ή προσθήκη κτιριακών εγκαταστάσεων ή αλλαγή ή συμπλήρωση της δραστηριότητας, που πραγματοποιείται μέσα στο γήπεδο όπου λειτουργεί η εγκατάσταση ή σε όμορό του. Όταν πρόκειται για αποθήκες του άρθρου 17 παρ. 4, επέκταση θεωρείται η αύξηση της αποθηκευτικής τους ικανότητας με οποιονδήποτε τρόπο.
10. Εκσυγχρονισμός δραστηριότητας νοείται η αντικατάσταση ή συμπλήρωση του μηχανολογικού εξοπλισμού, των κτιριακών εγκαταστάσεων και η αλλαγή ή συμπλήρωση της δραστηριότητας.
11. Δραστηριότητες υψηλής, μέσης ή χαμηλής όχλησης είναι αυτές που αναφέρονται στην υπ’ αριθμ. 13727/724/2003 (Β΄1087) κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων.
12. Υψηλό μηχάνημα: Το μηχάνημα, το οποίο, λόγω του εκ κατασκευής ύψους του, απαιτεί ύψος κτιριακών εγκαταστάσεων ανώτερο από αυτό που επιτρέπεται από τις κείμενες πολεοδομικές διατάξεις.
13. Υψηλή εγκατάσταση: Το σύνολο των μηχανημάτων, συσκευών, οργάνων ή και των λοιπών μηχανολογικών στοιχείων
που μπορούν, από τεχνολογική άποψη, να εγκατασταθούν και να λειτουργήσουν μόνο κατακορύφως, με αποτέλεσμα το συνολικό ύψος να υπερβαίνει το ανώτατο επιτρεπόμενο ύψος των κτιριακών εγκαταστάσεων, όπως αυτό προβλέπεται από τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις.
14. Αδειοδοτούσα Αρχή: Η Διεύθυνση Ανάπτυξης της οικείας Περιφερειακής Ενότητας σύμφωνα με το ν. 3852/2010 (Α΄ 87) και το π.δ. 78/2006 (Α΄ 80), η Διεύθυνση Ανάπτυξης και Συντονισμού του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας σύμφωνα με το ν.δ. 96/1973 (Α΄ 172), τα κατά τόπον αρμόδια για τις μεταποιητικές και συναφείς δραστηριότητες Επιμελητήρια και οι ενώσεις τους σύμφωνα με το ν. 2081/1992 (Α΄ 154), καθώς και το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα της 27.11/14.12.1926 (Α΄ 430).
1. Στις διατάξεις των άρθρων 17− 40 υπάγονται οι δραστηριότητες που ασκούνται στις εγκαταστάσεις, οι οποίες περιγράφονται στις διατάξεις του άρθρου 17 με στοιχεία 1, 2, 3, 4 και 5.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που θα εκδοθεί εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, εξειδικεύονται οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών. Κριτήρια για την ένταξη ή μη μιας μηχανολογικής εγκατάστασης παροχής υπηρεσιών στις διατάξεις των άρθρων 17− 40 είναι ο βαθμός επικινδυνότητας της
εγκατάστασης για τους εργαζόμενους και τους περιοίκους, καθώς και η βαρύτητα των επιπτώσεων από τη λειτουργία της εγκατάστασης στο περιβάλλον.
3. Δεν υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων αυτών:
α) Οι δραστηριότητες που ανήκουν ή την εκμετάλλευσή τους έχουν οι Ένοπλες Δυνάμεις, η Ελληνική Αστυνομία, το Πυροσβεστικό Σώμα και το Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή.
β) Τα πρατήρια υγρών και αερίων καυσίμων που προορίζονται για εφοδιασμό κάθε μεταφορικού μέσου.
γ) Τα συνεργεία επισκευής και συντήρησης, τα φανοποιία και τα λιπαντήρια αυτοκινήτων και αγροτικών μηχανημάτων.
δ) Οι αποθήκες καυσίμων κεντρικών θερμάνσεων.
ε) Οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης κτιρίων.
στ) Οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν αποκλειστικώς νοσοκομεία, ξενοδοχεία, εγκαταστάσεις διασκέδασης και ψυχαγωγίας, εστιατόρια και πολυκαταστήματα, εφόσον είναι εγκατεστημένες και λειτουργούν στο χώρο των επιχειρήσεων αυτών και εξυπηρετούν τις λειτουργικές ανάγκες τους.
ζ) Οι κινητές ή σταθερές μονάδες που εξυπηρετούν αποκλειστικά και μόνο συγκεκριμένο κατασκευαστικό δημόσιο ή ιδιωτικό έργο και βρίσκονται στον τόπο εκτέλεσης του έργου για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το έτος, με την προϋπόθεση ότι στην αντίστοιχη Εγκεκριμένη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων συμπεριλαμβάνεται και η λειτουργία των εν λόγω μονάδων.
η) Οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής που υπάγονται στις διατάξεις του ν. 2244/1994 (Α΄ 168).
θ) Οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις για την εξόρυξη, επεξεργασία μεταλλευτικών και λατομικών προϊόντων, όταν η επεξεργασία γίνεται εντός του μεταλλευτικού ή λατομικού χώρου και η άδεια λειτουργίας χορηγείται σύμφωνα με το ν.δ. 210/1973 (Α΄ 277) και το ν. 1428/1984 (Α΄ 43), όπως ισχύει.
ι) Παρασκευαστήρια καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος, τα οποία αδειοδοτούνται σύμφωνα με τα άρθρα 39, 43 και 45 της Υγειονομικής Διάταξης Αιβ8577/1983 (Β΄ 526) και των οποίων τα παραγόμενα προϊόντα διατίθενται από τα καταστήματα αυτά αποκλειστικά μέσω λιανικής πώλησης.
ια) Οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης λιμένων.
ιβ) Οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών χαμηλής όχλησης, πλην αυτών που περιλαμβάνονται στην κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 2.
4. Δεν θίγονται από τις διατάξεις των άρθρων 17 έως 40 ειδικές διατάξεις και κανονισμοί της κείμενης νομοθεσίας που ρυθμίζουν παράλληλα θέματα εγκατάστασης και λειτουργίας των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων.
1. Απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης και άδεια λειτουργίας τα επαγγελματικά εργαστήρια, οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις χαμηλής όχλησης και οι αποθήκες χαμηλής όχλησης, εφόσον η κινητήρια ή η θερμική ισχύς τού μηχανολογικού εξοπλισμού τους δεν υπερβαίνει τα όρια που καθορίζονται στο στοιχείο α΄ της παραγράφου 2 τού άρθρου 17. Για την έναρξη λειτουργίας τους, υποβάλλεται στην Αδειοδοτούσα Αρχή Υπεύθυνη Δήλωση, η οποία συνοδεύεται από τις απαραίτητες εγκρίσεις και δικαιολογητικά. Η κατάθεση της δήλωσης βεβαιώνεται σε αντίγραφό της από την Αδειοδοτούσα Αρχή, το οποίο υποχρεούται να τηρεί ο φορέας. Η Αδειοδοτούσα Αρχή διενεργεί εκ των υστέρων κατά περίπτωση επιτόπιο έλεγχο της ορθότητας του περιεχομένου της ως άνω Υπεύθυνης Δήλωσης. Ο εν λόγω έλεγχος αφορά τη θέση, τη δραστηριότητα, την ισχύ της εγκατάστασης και την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων.
2. Από την απαλλαγή της προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται:
α) οι μονάδες επεξεργασίας εύφλεκτων, εκρηκτικών, διαβρωτικών, οξειδωτικών, τοξικών ή άλλων επικίνδυνων ουσιών και αερίων υπό πίεση, ανεξαρτήτως της επεξεργαζόμενης ποσότητας,
β) οι αποθήκες όπου φυλάσσεται ποσότητα ανώτερη των 100 κιλών εύφλεκτων, διαβρωτικών, οξειδωτικών, τοξικών ή άλλων επικίνδυνων ουσιών,
γ) οι αποθήκες εκρηκτικών που υπερβαίνουν τα όρια της παρ. 2δ του άρθρου 1 της 3329/15.2.89 κοινής απόφασης των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Δημοσίας Τάξης και Μεταφορών και Επικοινωνιών και των Αναπληρωτών Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας (Β΄ 132), και
δ) οι αποθήκες, όπου φυλάσσεται ποσότητα αερίων υπό πίεση ανώτερη των 200 κιλών.
3. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, για την εγκατάσταση ή την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό των δραστηριοτήτων χαμηλής όχλησης η Αδειοδοτούσα Αρχή χορηγεί άδεια εγκατάστασης με την προσκόμιση των απαραίτητων δικαιολογητικών και εγκρίσεων.
Μετά την χορήγηση της άδειας και μέσα σε 15 ημέρες η Αδειοδοτούσα Αρχή διενεργεί επιθεώρηση. Για τη λειτουργία τους υποβάλλεται στην Αδειοδοτούσα Αρχή Υπεύθυνη Δήλωση, συνοδευόμενη από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, με την οποία δηλώνεται η έναρξη της λειτουργίας σύμφωνα με τους όρους της άδειας εγκατάστασης. Η κατάθεση της δήλωσης βεβαιώνεται σε αντίγραφό της από την Αδειοδοτούσα Αρχή, το οποίο υποχρεούται να τηρεί ο φορέας αντί αδείας. Η λειτουργία της μονάδας επιτρέπεται από της υποβολής της δηλώσεως. Η Αδειοδοτούσα Αρχή υποχρεούται, μέσα σε 15 ημέρες από την κατάθεση της δήλωσης, να ενεργήσει επιθεώρηση, για τη διαπίστωση της τήρησης ή μη των όρων της άδειας εγκατάστασης ή της βεβαίωσης συμβατότητας. Η έκθεση επιθεώρησης κοινοποιείται με ευθύνη της στον φορέα.
4. Για την εγκατάσταση ή την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό των δραστηριοτήτων μέσης όχλησης η Αδειοδοτούσα Αρχή χορηγεί άδεια εγκατάστασης ύστερα από επιθεώρηση. Για την λειτουργία τους ισχύουν οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, με την προϋπόθεση υποβολής από το φορέα με την Υπεύθυνη Δήλωση εγγυητικής επιστολής, η οποία επιστρέφεται με την ολοκλήρωση της επιθεώρησης, εφόσον προκύπτει η σαφής τήρηση των όρων της άδειας εγκατάστασης.
Αν ο φορέας δεν επιθυμεί την υποβολή εγγυητικής επιστολής, υποβάλλει στην Αδειοδοτούσα Αρχή αντί της Υπεύθυνης Δήλωσης, αίτηση έκδοσης άδειας λειτουργίας συνοδευόμενη από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά. Η Αδειοδοτούσα Αρχή ενεργεί επιθεώρηση μέσα δύο μήνες και χορηγεί άδεια λειτουργίας αορίστου χρόνου, εφόσον διαπιστωθεί ότι έχουν τηρηθεί οι όροι και περιορισμοί που αναγράφονται στην άδεια εγκατάστασης.
5. Για την εγκατάσταση ή την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό των δραστηριοτήτων υψηλής όχλησης η Αδειοδοτούσα Αρχή χορηγεί άδεια εγκατάστασης ύστερα από επιθεώρηση. Για τη λειτουργία τους, ο φορέας υποβάλλει στην Αδειοδοτούσα Αρχή αίτηση έκδοσης άδειας λειτουργίας συνοδευόμενη από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά. Η Αδειοδοτούσα Αρχή ενεργεί επιθεώρηση μέσα τρεις μήνες και χορηγεί άδεια λειτουργίας αορίστου χρόνου, εφόσον διαπιστωθεί ότι έχουν τηρηθεί οι όροι και περιορισμοί που αναγράφονται στην άδεια εγκατάστασης.
6. Σκοπός της άδειας εγκατάστασης και της άδειας λειτουργίας είναι η εξέταση των συνθηκών εγκατάστασης και λειτουργίας της δραστηριότητας και η κατάρτιση αντίστοιχων τεχνικών όρων, οι οποίοι πρέπει να τηρούνται, για την προστασία των εργαζομένων, των περιοίκων, του κοινού και του περιβάλλοντος, από κάθε κίνδυνο βλάβης της υγείας ή ενόχλησης ή ρύπανσης, που μπορεί να προκληθεί από τη λειτουργία της εν λόγω εγκατάστασης ή από τη διάθεση στην αγορά των προϊόντων που ενδεχομένως παράγονται σε αυτήν.
7. Ειδικά για την περίπτωση της παρ. 6 του άρθρου 4 του ν. 3325/2005 (Α΄ 68), η ισχύς της άδειας λειτουργίας δεν μπορεί να υπερβαίνει το χρόνο που απαιτείται για την πραγματοποίηση του έργου.
8. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, η οποία θα εκδοθεί μέσα σε τρεις μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος, καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο των Υπεύθυνων Δηλώσεων των παραγράφων 1 και 3, ο τύπος και το περιεχόμενο της άδειας εγκατάστασης, της άδειας λειτουργίας, της απόφασης χορήγησης προθεσμίας για μεταφορά ή για τεχνική ανασυγκρότηση, ο τύπος και το περιεχόμενο των τροποποιήσεων και ανανεώσεων των αποφάσεων αυτών, καθώς και τα δικαιολογητικά που τις συνοδεύουν και η διαδικασία που πρέπει να τηρείται. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται το ύψος της εγγυητικής επιστολής, που προβλέπεται στην παράγραφο 3 και οι περιπτώσεις κατάπτωσής της, καθώς και τα κριτήρια, η διαδικασία και η συχνότητα διενέργειας επιθεωρήσεων των όρων εγκατάστασης και λειτουργίας των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων από την Αδειοδοτούσα Αρχή.
Απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης και άδεια λειτουργίας τα επαγγελματικά εργαστήρια, οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις χαμηλής όχλησης και οι αποθήκες χαμηλής όχλησης, εφόσον η κινητήρια ή η θερμική ισχύς τού μηχανολογικού εξοπλισμού τους δεν υπερβαίνει τα όρια που καθορίζονται στο στοιχείο α΄ της παραγράφου 2 τού άρθρου 17. Για την έναρξη λειτουργίας τους, υποβάλλεται στην Αδειοδοτούσα Αρχή Υπεύθυνη Δήλωση, η οποία συνοδεύεται από τις απαραίτητες εγκρίσεις και δικαιολογητικά. Η κατάθεση της δήλωσης βεβαιώνεται σε αντίγραφό της από την Αδειοδοτούσα Αρχή, το οποίο υποχρεούται να τηρεί ο φορέας. Η Αδειοδοτούσα Αρχή διενεργεί εκ των υστέρων κατά περίπτωση επιτόπιο έλεγχο της ορθότητας του περιεχομένου της ως άνω Υπεύθυνης Δήλωσης. Ο εν λόγω έλεγχος αφορά τη θέση, τη δραστηριότητα, την ισχύ της εγκατάστασης και την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων.
Σκοπός της άδειας εγκατάστασης και της άδειας λειτουργίας είναι η εξέταση των συνθηκών εγκατάστασης και λειτουργίας της δραστηριότητας και η κατάρτιση αντίστοιχων τεχνικών όρων, οι οποίοι πρέπει να τηρούνται, για την προστασία των εργαζομένων, των περιοίκων, του κοινού και του περιβάλλοντος, από κάθε κίνδυνο βλάβης της υγείας ή ενόχλησης ή ρύπανσης, που μπορεί να προκληθεί από τη λειτουργία της εν λόγω εγκατάστασης ή από τη διάθεση στην αγορά των προϊόντων που ενδεχομένως παράγονται σε αυτήν.
1. Δεν απαιτείται άδεια για την εγκατάσταση δραστηριοτήτων των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 17 σε ΒΙΠΕ που έχουν οργανωθεί σύμφωνα με το ν. 4458/1965, σε Βιομηχανικές και Επιχειρηματικές Περιοχές, που έχουν οργανωθεί σύμφωνα με το ν. 2545/1997, καθώς και σε Επιχειρηματικά Πάρκα, που οργανώνονται σύμφωνα με τα άρθρα 41 έως 64.
2. Απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια εγκατάστασης για επέκταση ή εκσυγχρονισμό του μηχανολογικού εξοπλισμού οι φορείς που έχουν εφοδιασθεί με άδεια λειτουργίας, εφόσον από την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό:
α) Δεν μεταβάλλεται ο βαθμός όχλησης, προκειμένου για επαγγελματικά εργαστήρια, αποθήκες και μονάδες χαμηλής όχλησης εκτός αν απαιτείται τροποποίηση των περιβαλλοντικών όρων.
β) Δεν επέρχεται αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος, που αναφέρεται στην άδεια λειτουργίας των μονάδων μέσης και υψηλής όχλησης, σε ποσοστό μεγαλύτερο του 20% ανά τριετία από την έναρξη της λειτουργίας ή την προηγούμενη επέκταση ή εκσυγχρονισμό. Η αύξηση αυτή, με την προϋπόθεση ότι δεν επέρχεται μεταβολή του βαθμού όχλησης της μονάδας, δεν μπορεί, σε κάθε περίπτωση, να υπερβεί τα 600 kW κινητήριας και θερμικής ισχύος.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται για: α) τις μονάδες επεξεργασίας εύφλεκτων, εκρηκτικών, διαβρωτικών, οξειδωτικών και τοξικών ουσιών και αερίων υπό πίεση, ανεξαρτήτως της επεξεργαζόμενης ποσότητας, β) τις αποθήκες όπου φυλάσσεται ποσότητα ανώτερη των 100 Kg εύφλεκτων, διαβρωτικών, οξειδωτικών και τοξικών ουσιών, γ) τις αποθήκες εκρηκτικών που υπερβαίνουν τα όρια της παρ. 2δ΄του άρθρου 1 της κ.υ.α. 3329/15.2.1989 (Β΄132 ), όπως εκάστοτε ισχύει και δ) τις αποθήκες όπου φυλάσσεται ποσότητα αερίων υπό πίεση ανώτερη των 200 Kg.
Πριν την έναρξη της επέκτασης ή του εκσυγχρονισμού ενημερώνεται σχετικά η Αδειοδοτούσα Αρχή και υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση από το φορέα της δραστηριότητας ότι τηρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου αυτής.
3. Απαγορεύεται η εγκατάσταση των δραστηριοτήτων που υπάγονται στις παραγράφους 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 17 σε χώρους κτιρίων, οι οποίοι χαρακτηρίζονται στην οικοδομική τους άδεια ως βοηθητικοί ή κοινόχρηστοι χώροι.
4. Σε πολυώροφα κτίρια στα οποία έχουν συσταθεί ιδιοκτησίες κατ’ ορόφους, επιτρέπεται η χορήγηση άδειας εγκατάστασης μόνο για δραστηριότητες που δεν απαγορεύονται ρητά από τον κανονισμό συνιδιοκτησίας. Έλλειψη κανονισμού συνιδιοκτησίας δε συνιστά κώλυμα για την εγκατάσταση.
5. Οι όροι δόμησης για τα επαγγελματικά εργαστήρια είναι οι ίδιοι με αυτούς που ισχύουν για τα βιομηχανικά κτίρια.
6. Η άδεια εγκατάστασης ισχύει για τρία χρόνια και μπορεί να παραταθεί μέχρι τη συμπλήρωση μίας εξαετίας. Το αίτημα για την παράταση της άδειας εξετάζεται με βάση τα ίδια δεδομένα και τις συνθήκες που ίσχυαν κατά τη χορήγησή της, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
α. Το αίτημα να έχει υποβληθεί κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας.
β. Να έχει γίνει έναρξη υλοποίησης της εγκατάστασης κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας.
Σε κάθε άλλη περίπτωση, το αίτημα για παράταση της ισχύος ή τροποποίηση της άδειας εγκατάστασης εξετάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής του.
7. Οι αποφάσεις με τις οποίες χορηγούνται οι άδειες εγκατάστασης μπορεί να περιέχουν όρους ή και περιορισμούς και να επιβάλλουν στο φορέα την εκτέλεση ειδικών έργων, όπου απαιτείται, για την επίτευξη, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, του συγκερασμού της παραγωγικής δραστηριότητας με την προστασία του περιβάλλοντος, των περιοίκων και των εργαζομένων σύμφωνα και με τις υποδείξεις και εγκρίσεις των συναρμόδιων υπηρεσιών κατά τις οικείες διατάξεις. Οι φορείς των εγκαταστάσεων υποχρεούνται να τηρούν τους πιο πάνω όρους και περιορισμούς.
8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, η οποία θα εκδοθεί μέσα σε τρεις μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος, καθορίζεται ο τρόπος δημιουργίας και ενημέρωσης βάσης δεδομένων με τη μορφή γεωγραφικού συστήματος πληροφοριών (GIS) των χρήσεων γης και όρων δόμησης που αφορούν τις μεταποιητικές και συναφείς δραστηριότητες σε όλη την επικράτεια, η οποία θα είναι προσβάσιμη μέσω του διαδικτύου.
9. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μέσα σε τρείς μήνες από την δημοσίευση του παρόντος, οι μεταποιητικές και συναφείς δραστηριότητες κατατάσσονται σε κατηγορίες, ανάλογα με τον βαθμό όχλησης, με βάση τα κριτήρια και τις κατευθύνσεις της απόφασης 11508/2009 του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Α.Π.Π. 151/2009).
1. Εάν, κατά την επιθεώρηση, που διενεργείται, διαπιστωθούν παρεκκλίσεις από την άδεια εγκατάστασης, οι οποίες όμως δεν καθιστούν την μονάδα μη συμβατή με τις διατάξεις των άρθρων 17−40 και των κανονιστικών πράξεων, οι οποίες εκδίδονται βάσει αυτών, χορηγείται στις δραστηριότητες μέσης και υψηλής όχλησης άδεια λειτουργίας εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την υποβολή των απαιτούμενων δικαιολογητικών.
2. Εάν διαπιστωθούν παρεκκλίσεις από την άδεια εγκατάστασης τέτοιας φύσης ή έκτασης που καθιστούν τη μονάδα ασύμβατη με τις διατάξεις των άρθρων 17−40 και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτών, η Αδειοδοτούσα Αρχή μπορεί είτε να εφαρμόζει τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 29 για τις δραστηριότητες των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 17 ανεξαρτήτως βαθμού όχλησης όταν κρίνει ότι δεν είναι δυνατή η άρση των παρεκκλίσεων είτε να χορηγεί για τις δραστηριότητες μέσης και υψηλής όχλησης προσωρινή άδεια λειτουργίας διάρκειας μέχρι δώδεκα μηνών, με σκοπό την άρση των παρεκκλίσεων όταν κρίνει ότι είναι δυνατή η άρση αυτών. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, αν έχουν αρθεί οι παρεκκλίσεις, η Αδειοδοτούσα Αρχή χορηγεί οριστική άδεια λειτουργίας, άλλως εφαρμόζει τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 29.
3. Εάν η εγκατάσταση έχει αποδεδειγμένα κατασκευαστεί, επεκταθεί ή εκσυγχρονιστεί και λειτουργήσει μέσα στο χρόνο ισχύος της σχετικής άδειας, αλλά η υπεύθυνη δήλωση ή η αίτηση για χορήγηση άδειας λειτουργίας υποβλήθηκε μετά τη λήξη της ισχύος της άδειας εγκατάστασης, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 19 και των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον τελικά χορηγηθεί άδεια λειτουργίας, επιβάλλονται οι κυρώσεις της παρ. 3 του άρθρου 29.
1. Για τις δραστηριότητες των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 17, που το σύνολο ή μέρος των εγκαταστάσεών τους δεν είναι συμβατό με τις διατάξεις των άρθρων 17−40 και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτών, μπορεί, με αυτοτελή απόφαση της Αδειοδοτούσας Αρχής, να χορηγείται προθεσμία για τη μεταφορά τους σε άλλη κατάλληλη θέση ή για την τεχνική τους ανασυγκρότηση, εφόσον από τη συνέχιση της λειτουργίας τους δεν προκύπτει άμεσος κίνδυνος για: α) την προστασία του περιβάλλοντος, β) την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των εργαζομένων, γ) την ασφάλεια των περιοίκων και δ) την υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών.
2. Κατά τη διάρκεια της προθεσμίας για τη μεταφορά ή την τεχνική ανασυγκρότηση των εγκαταστάσεων των πιο πάνω δραστηριοτήτων επιτρέπεται η λειτουργία τους με όρους και περιορισμούς που θέτει η Αδειοδοτούσα Αρχή για: α) την προστασία του περιβάλλοντος, β) την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των εργαζομένων και γ) την ασφάλεια των περιοίκων και των καταναλωτών.
3. Η παραπάνω προθεσμία ορίζεται μέχρι δεκαοκτώ μήνες από την ημερομηνία που διαπιστώνεται, με σχετική πράξη της Αδειοδοτούσας Αρχής, η μη συμβατότητα του συνόλου ή μέρους των εγκαταστάσεων των πιο πάνω δραστηριοτήτων με τις διατάξεις των άρθρων 17−40 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών κανονιστικών πράξεων.
4. Η προθεσμία για τη μεταφορά, μπορεί να παραταθεί για ένα ακόμη έτος από τη λήξη της, υπό την προϋπόθεση ότι ο φορέας της επιχείρησης έχει εφοδιαστεί με άδεια εγκατάστασης για τη νέα θέση και για ένα ακόμα έτος, εφόσον η άδεια εγκατάστασης για τη νέα θέση περιλαμβάνει την ανέγερση νέων κτιρίων και ο φορέας της επιχείρησης έχει εφοδιαστεί με οικοδομική άδεια.
5. Μετά την άπρακτη παρέλευση των πιο πάνω προθεσμιών, δεν επιτρέπεται η συνέχιση λειτουργίας της δραστηριότητας στην ίδια θέση, αν δεν έχει αρθεί η μη συμβατότητά της με τις διατάξεις των άρθρων 17−40 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών κανονιστικών πράξεων και εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 29.
1. Οι άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας ή οι Υπεύθυνες Δηλώσεις που υποβάλλονται αντί αυτών τροποποιούνται στις εξής περιπτώσεις:
α) Εάν επέλθει αλλαγή στην επωνυμία του φορέα.
β) Εάν περιέλθει, με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο, η κυριότητα ή το δικαίωμα εκμετάλλευσης της δραστηριότητας και του μηχανολογικού εξοπλισμού σε νέο φορέα.
Η τροποποίηση στις περιπτώσεις αυτές αφορά μόνο τα στοιχεία του φορέα. Πιστοποιητικά ή εγκρίσεις που έχουν εκδοθεί στο όνομα του παλαιού φορέα, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τη λήξη τους.
Αν έχει λήξει ο χρόνος ισχύος της άδειας λειτουργίας, αυτή μπορεί να τροποποιείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο, με την προϋπόθεση ότι δεν έχει διακοπεί η παραγωγική και οικονομική λειτουργία της δραστηριότητας μέσω της διακοπής των εργασιών της στην οικεία ΔΟΥ ή ότι η αλλαγή του φορέα οφείλεται σε πτώχευση του φορέα στο όνομα του οποίου είχε εκδοθεί η άδεια λειτουργίας της δραστηριότητας.
2. Τόσο ο παλαιός όσο και νέος φορέας υποχρεούνται, μέσα σε δύο μήνες από την επέλευση της πιο πάνω μεταβολής, να ενημερώνουν με όποια παραστατικά πιστοποιούν τη μεταβολή αυτή την Αδειοδοτούσα Αρχή. Σε περίπτωση παράβασης της υποχρέωσης αυτής επιβάλλεται στον καθέναν από τους φορείς πρόστιμο, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 29.
3. Ο νέος φορέας ευθύνεται παράλληλα με τον παλαιό, για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος από το χρόνο περιέλευσης σε αυτόν της κυριότητας του μηχανολογικού εξοπλισμού ή του δικαιώματος εκμετάλλευσης μέρους ή όλης της δραστηριότητας μέχρι την, κατά την προηγούμενη παράγραφο, ειδοποίηση.
1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να απευθύνεται στη Διεύθυνση Ανάπτυξης της οικείας Περιφερειακής Ενότητας και, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας πιστοποίησής τους, στα κατά τόπον αρμόδια Επιμελητήρια και στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, καθώς και σε επιλεγμένα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών, προκειμένου να πληροφορείται σχετικά με τη διαδικασία, τα δικαιολογητικά, το χρόνο που απαιτείται και κάθε άλλο σχετικό θέμα που αφορά την αδειοδότηση της δραστηριότητας που τον ενδιαφέρει και να υποβάλλει τη σχετική αίτηση και το φάκελο των δικαιολογητικών. Σε περίπτωση υποβολής της αίτησης και του φακέλου των δικαιολογητικών στα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών, αυτά, αφού διενεργήσουν τον αρχικό έλεγχο πληρότητας του φακέλου, προωθούν αυτόν στην υπηρεσία προς την οποία απευθύνεται.
2. Τα κέντρα υποδοχής της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 οφείλουν να παρέχουν τις πληροφορίες της προηγούμενης παραγράφου και σε έντυπη μορφή, καθώς και να θέτουν στη διάθεση του ενδιαφερόμενου υποδείγματα όλων των αιτήσεων και άλλων εγγράφων που διέπουν τη διαδικασία της αδειοδότησης.
3. Η Διεύθυνση Ανάπτυξης και Συντονισμού της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, η Διεύθυνση Ανάπτυξης της Περιφέρειας, τα Επιμελητήρια και το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας υποχρεούνται σε ηλεκτρονική διασύνδεση και σε υποχρεωτική λειτουργία ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος, στο πλαίσιο του οποίου θα γίνεται και σε ηλεκτρονική μορφή η υποβολή των αιτήσεων, η ηλεκτρονική διακίνηση τους μεταξύ των συναρμόδιων υπηρεσιών και η τελική τους διεκπεραίωση και θα τηρείται συνολικό αρχείο αδειών.
4. Η Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας και όλα τα κέντρα υποδοχής της αίτησης της παραγράφου 1 υποχρεούνται σε λειτουργία δικτυακού τόπου, με σκοπό τη λεπτομερή ενημέρωση των επιχειρηματιών σχετικά με όλες τις διαδικασίες, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και τις διοικητικές πράξεις και γνωμοδοτήσεις που απαιτούνται για την αδειοδότηση των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζονται οι προδιαγραφές που πρέπει να ικανοποιούν τα επιλεγμένα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών, ο τρόπος λειτουργίας τους, ο τρόπος λειτουργίας του ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος στο οποίο θα συνδέονται ηλεκτρονικά η Διεύθυνση Ανάπτυξης και Συντονισμού της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, οι Διευθύνσεις Ανάπτυξης των Περιφερειακών Ενοτήτων, τα Επιμελητήρια και το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας και ο τρόπος διεκπεραίωσης των αιτήσεων μέσα σε αυτό.
1. Προκειμένου να εκδοθεί ή τροποποιηθεί άδεια εγκατάστασης ή άδεια λειτουργίας ή να χορηγηθεί προθεσμία για τεχνική ανασυγκρότηση ή μεταφορά, για τις μεταποιητικές και συναφείς δραστηριότητες, ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει αίτηση συνοδευόμενη με τα απαραίτητα δικαιολογητικά σε μία, κατ’ επιλογήν της, Αδειοδοτούσα Αρχή, εκ των οριζομένων στην παρ. 14 του άρθρου 17. Η σχετική διοικητική πράξη ολοκληρώνεται υποχρεωτικά εντός της ίδιας Αδειοδοτούσας Αρχής και δεν είναι δυνατή η κατάθεση ίδιας αίτησης σε άλλη Αδειοδοτούσα Αρχή.
2. Η Αδειοδοτούσα Αρχή, με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 19, ελέγχει μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών την πληρότητα του φακέλου και, όπου απαιτείται, διαβιβάζει αντίγραφα των δικαιολογητικών στις συναρμόδιες υπηρεσίες και στους οικείους Ο.Τ.Α..
3. Οι συναρμόδιες υπηρεσίες οφείλουν να εκδίδουν τις απαιτούμενες εγκρίσεις για την εγκατάσταση και λειτουργία των δραστηριοτήτων των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 17 μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών, με την προϋπόθεση ότι είναι διαθέσιμα τα απαιτούμενα για τις εγκρίσεις δικαιολογητικά. Οι υπηρεσίες και φορείς, των οποίων ζητείται η γνώμη για τη χορήγηση των παραπάνω εγκρίσεων, οφείλουν να διατυπώνουν τεκμηριωμένη απάντηση προς την αρμόδια Υπηρεσία, το αργότερο εντός τριάντα ημερών από τη λήψη του σχετικού ερωτήματος, άλλως τεκμαίρεται ως θετική η σχετική γνωμοδότησή τους και υποχρεούται η αρμόδια Υπηρεσία να εξετάσει το αίτημα για τη χορήγηση της σχετικής έγκρισης.
4. Σε όλες τις συναρμόδιες Υπηρεσίες για τις μεταποιητικές και συναφείς δραστηριότητες τηρείται ειδικό πρωτόκολλο.
5. Με την επιφύλαξη της νομοθεσίας περί περιβαλλοντικής αδειοδότησης, ειδικά για την απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, μετά την παρέλευση προθεσμίας εξήντα ημερών χωρίς αιτιολογημένη απάντηση, τεκμαίρεται ότι η έγκριση που έχει ζητηθεί έχει δοθεί σύμφωνα με τη σχετική αίτηση.
6. Η Αδειοδοτούσα Αρχή παρακολουθεί την προώθηση των σχετικών διαδικασιών, μεριμνά για την έγκαιρη λήψη γνώμης ή έγκρισης των συναρμόδιων υπηρεσιών, και ενημερώνει αναλόγως τον αιτούντα. Σε κάθε περίπτωση, η Αδειοδοτούσα Αρχή, με την ουσιαστική συμπλήρωση του φακέλου, δηλαδή μετά τη λήψη γνώμης ή έγκρισης των συναρμόδιων υπηρεσιών ή Ο.Τ.Α. ή μετά την άπρακτη παρέλευση των προθεσμιών της παραγράφου 3, οφείλει μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε ημερών να ολοκληρώσει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης εγκατάστασης ή λειτουργίας, είτε χορηγώντας την αιτηθείσα άδεια ή προθεσμία για τεχνική ανασυγκρότηση ή μεταφορά είτε απορρίπτοντας αιτιολογημένα τη σχετική αίτηση.
7. Αν παρέλθουν άπρακτες οι προθεσμίες που τίθενται στις προηγούμενες παραγράφους επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3528/2007 (Α΄ 26).
1. Η διενέργεια των επιθεωρήσεων, προκειμένου να εγκατασταθεί ή να λειτουργήσει μια δραστηριότητα, εκτελείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 από την Αδειοδοτούσα Αρχή, η οποία συντάσσει τις σχετικές εκθέσεις και αποσκοπεί:
α) Κατά την επιθεώρηση για την εγκατάσταση, στον έλεγχο της καταλληλότητας του χώρου, όπου αυτός προϋπάρχει, καθώς και των συνθηκών που επικρατούν στην περιοχή της υπό εγκατάσταση μονάδας.
β) Κατά την επιθεώρηση για τη λειτουργία, στον έλεγχο τήρησης ή μη των όρων και των περιορισμών της άδειας εγκατάστασης.
Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία, που προβλέπεται στο άρθρο 19, για τη διενέργεια των επιθεωρήσεων, εφαρμόζεται η παράγραφος 7 του προηγούμενου άρθρου και ο Προϊστάμενος της υπηρεσίας μεριμνά για την άμεση διενέργεια ή ολοκλήρωση της εντελλόμενης επιθεώρησης.
2. Η Αδειοδοτούσα Αρχή διενεργεί επίσης επιθεωρήσεις δειγματοληπτικές βάσει ετήσιου προγράμματος ή ύστερα από καταγγελία και συντάσσει σχετικές εκθέσεις για τη διαπίστωση της τήρησης των όρων λειτουργίας των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων.
1. Η διενέργεια περιοδικών επιθεωρήσεων των εγκαταστάσεων που λειτουργούν νόμιμα με Υπεύθυνη Δήλωση ή με άδεια λειτουργίας αορίστου χρόνου για τη διαπίστωση της τήρησης ή μη των όρων και των περιορισμών που προβλέπουν τα άρθρα 17 έως 40 και η λοιπή ισχύουσα νομοθεσία για την εγκατάσταση και λειτουργία μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων και η σύνταξη σχετικών εκθέσεων προς την Αδειοδοτούσα Αρχή, που έχει χορηγήσει την άδεια ή έχει υποδεχτεί τη σχετική Δήλωση, γίνεται από Πιστοποιημένους Επιθεωρητές, εγγραφόμενους σε ειδικό μητρώο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 4.
2. Οι Πιστοποιημένοι Επιθεωρητές πραγματοποιούν επιθεωρήσεις και σε περίπτωση έγγραφης, επώνυμης καταγγελίας από φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης ή
περιοίκους ή άλλους κοινωνικούς φορείς στις δραστηριότητες των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 17.
3. Το Μητρώο Πιστοποιημένων Επιθεωρητών είναι δημόσιο βιβλίο, το οποίο είναι ενιαίο για όλη τη χώρα και τηρείται στη Διεύθυνση Ανάπτυξης και Συντονισμού του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, υπό τη μορφή ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων.
4. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται:
α) τα προσόντα των Πιστοποιημένων Επιθεωρητών, οι κανόνες που διέπουν την εκτέλεση του έργου τους, και τα ζητήματα που αφορούν τη διαδικασία πιστοποίησής τους για την εγγραφή τους στο μητρώο,
β) η συγκρότηση επιτροπής που γνωμοδοτεί για τη χορήγηση ή την αφαίρεση άδειας Επιθεωρητή και εισηγείται στον Υπουργό Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας κάθε ρύθμιση σχετική με τους Πιστοποιημένους Επιθεωρητές και το αντικείμενο των επιθεωρήσεων,
γ) η διαδικασία ανάθεσης εντολής προς επιθεώρηση, η περιοδικότητα των επιθεωρήσεων ανά κατηγορία, η αμοιβή των Επιθεωρητών, οι ιδιότητες που είναι ασυμβίβαστες με το έργο τους και η διαδικασία τήρησης σε ηλεκτρονική μορφή Αρχείου Εκθέσεων Επιθεωρήσεων.
Η αμοιβή των Επιθεωρητών αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας,
δ) το όργανο και η διαδικασία ελέγχου και παρακολούθησης του έργου των Επιθεωρητών, οι διοικητικές κυρώσεις και τα χρηματικά πρόστιμα που επιβάλλονται σε αυτούς, τα όργανα, η διαδικασία και οι προϋποθέσεις επιβολής των κυρώσεων και των προστίμων, το ύψος και η διαβάθμισή τους και τα κριτήρια επιμέτρησής τους, οι διοικητικές προσφυγές κατά των κυρώσεων, οι προθεσμίες άσκησής τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
1. Για την εγκατάσταση ή λειτουργία, τον εκσυγχρονισμό ή την επέκταση, καθώς και για την έκδοση απόφασης χορήγησης προθεσμίας για τη μεταφορά ή την τεχνική ανασυγκρότηση των εγκαταστάσεων των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων καταβάλλεται από τους φορείς των δραστηριοτήτων αυτών παράβολο, το οποίο διπλασιάζεται αν η άδεια χορηγείται μετά από απόφαση διακοπής της λειτουργίας της δραστηριότητας.
2. Για την υποβολή καταγγελίας που αφορά μεταποιητική δραστηριότητα, καταβάλλεται από τον καταγγέλλοντα παράβολο, το οποίο του επιστρέφεται σε περίπτωση που η καταγγελία αποδειχθεί ότι ευσταθεί.
3. Τα παράβολα αποτελούν πόρο για την εκάστοτε Αδειοδοτούσα Αρχή και την αποζημίωση των Επιθεωρητών για τους διενεργούμενους από αυτούς ελέγχους.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζονται:
α) το ύψος των παραβόλων που καταβάλλονται για την εγκατάσταση και λειτουργία, για την έκδοση απόφασης χορήγησης προθεσμίας για μεταφορά ή για τεχνική ανασυγκρότηση των εγκαταστάσεων των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων, το οποίο είναι ανάλογο με την εγκατεστημένη ισχύ και την αξία του παραγωγικού εξοπλισμού της δραστηριότητας ή την αποθηκευτική ικανότητα, όταν πρόκειται για αποθήκες και ο τρόπος καταβολής τους,
β) ο τρόπος υπολογισμού και το ύψος του ποσού που θα καταβάλλεται με τη μορφή αποζημίωσης στους Επιθεωρητές, καθώς και ο τρόπος καταβολής της και γ) ο τρόπος κάλυψης της δαπάνης απομάκρυνσης επικίνδυνων ουσιών.
Ομοίως, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος των ως άνω παραβόλων.
1. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των άρθρων 17 έως 40 και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή τους, καθώς και σε περίπτωση μη τήρησης των όρων ή περιορισμών που τίθενται με αποφάσεις της Αδειοδοτούσας Αρχής, μπορεί να επιβληθεί, με απόφαση του Περιφερειάρχη, πλην των κυρώσεων της παραγράφου 3, η ολική ή μερική, προσωρινή ή οριστική, διακοπή της λειτουργίας της δραστηριότητας. Η διακοπή λειτουργίας της δραστηριότητας πραγματοποιείται από τα όργανα της Περιφέρειας, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών, με τη σφράγιση του παραγωγικού της εξοπλισμού ή σε περίπτωση αποθήκης ή άλλων επικινδύνων εγκαταστάσεων με τη σφράγιση αυτών. Ο Περιφερειάρχης, μετά από ενημέρωση του φορέα της επιχείρησης, μπορεί να ζητήσει τη διακοπή παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στη συγκεκριμένη εγκατάσταση από το Διαχειριστή του Δικτύου ή του Συστήματος Ηλεκτροδότησης, οι οποίοι υποχρεούνται να προβούν στη ζητούμενη διακοπή εντός προθεσμίας δύο μηνών από τη σχετική ειδοποίησή τους. Σε ειδικές περιπτώσεις και εφόσον επιβάλλεται σε εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου η διακοπή λειτουργίας των δραστηριοτήτων, ο Περιφερειάρχης επιτρέπει για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες, με απόφασή του που εκδίδεται, εφάπαξ, τη δυνατότητα συνέχισης της λειτουργίας τους για τη βιομηχανοποίηση αποθεμάτων πρώτων υλών, που είναι επικίνδυνες για το περιβάλλον ή την ασφάλεια της περιοχής. Όταν η Αδειοδοτούσα Αρχή είναι η Διεύθυνση Ανάπτυξης και Συντονισμού του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, οι πράξεις της παραγράφου αυτής ανήκουν στην αρμοδιότητα του Υπουργού.
2. Διακοπή της λειτουργίας μιας δραστηριότητας επιβάλλεται μόνο όταν από τη λειτουργία της προκαλείται άμεσος κίνδυνος για: α) την προστασία του περιβάλλοντος, β) την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των εργαζομένων, γ) την ασφάλεια των περιοίκων και δ) την υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών ή όταν έχουν παρέλθει άπρακτες οι προβλεπόμενες στο άρθρο 22 προθεσμίες.
3. Σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις των άρθρων 17 έως 40 και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτών ή δεν τηρούν τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται με τις αποφάσεις της Αδειοδοτούσας Αρχής, εφόσον δεν επιβάλλεται μερική ή ολική, προσωρινή ή οριστική διακοπή λειτουργίας της δραστηριότητας, επιβάλλεται, με απόφαση του Περιφερειάρχη, πρόστιμο που κυμαίνεται από χίλια (1.000) ευρώ μέχρι εβδομήντα πέντε χιλιάδες (75.000) ευρώ. Στην ίδια απόφαση αναφέρονται η προθεσμία και οι ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβεί ο φορέας της δραστηριότητας για να καταστεί αυτή συμβατή με τις διατάξεις των άρθρων 17έως 40 και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτών ή να συμμορφωθεί με τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται στις άδειες εγκατάστασης ή λειτουργίας. Στην περίπτωση μη συμμόρφωσης εντός της χορηγηθείσας προθεσμίας εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος και επιβάλλεται προσωρινή ή οριστική, διακοπή της λειτουργίας της δραστηριότητας.
4. Με απόφαση του Περιφερειάρχη επιβάλλεται στους μηχανικούς που υπογράφουν τις υπεύθυνες δηλώσεις του ν.1599/1986 (Α΄ 75) όπως εκάστοτε ισχύει, οι οποίες υποβάλλονται σύμφωνα με τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση των άρθρων 17 έως 40, πρόστιμο που κυμαίνεται από χίλια (1.000) ευρώ μέχρι δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ, εάν, ύστερα από επιθεώρηση των αρμόδιων οργάνων, αποδεικνύεται ότι οι υποβαλλόμενς δηλώσεις είναι αναληθείς. Το πρόστιμο επιβάλλεται πέραν των κυρώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 22 του ν. 1599/1986. Η πιο πάνω απόφαση κοινοποιείται υποχρεωτικώς και στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας.
5. Οι κυρώσεις των προηγούμενων παραγράφων επιβάλλονται, πέραν αυτών που προβλέπονται στο άρθρο 22 του ν.1599/1986, όπως ισχύει, και σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι δεν τηρούνται οι προβλεπόμενες προϋποθέσεις που έχουν τεθεί στις Υπεύθυνες Δηλώσεις των παραγράφων 1, 3 και 4 του άρθρου 19.
6. Οι πιο πάνω κυρώσεις επιβάλλονται πέραν των οποιωνδήποτε ποινικών, αστικών ή άλλων διοικητικών κυρώσεων που προβλέπονται από άλλες διατάξεις.
7. Τα πιο πάνω πρόστιμα αποτελούν πόρο της οικείας Περιφέρειας ή του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, κατά περίπτωση, και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.).
8. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας εξειδικεύονται τα κριτήρια και καθορίζεται η διαδικασία επιβολής των κυρώσεων, καθώς και ο τρόπος κλιμάκωσης των προστίμων των παραγράφων 3 και 4. Με όμοια απόφαση μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος των προστίμων.
1. Κατά των αποφάσεων της Αδειοδοτούσας Αρχής με τις οποίες χορηγούνται άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας στις μεταποιητικές και συναφείς δραστηριότητες, καθώς επίσης και κατά των αποφάσεων με τις οποίες επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου, χωρεί προσφυγή για παράβαση νόμου σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
2. Ειδικώς αν η αξία του μηχανολογικού εξοπλισμού υπερβαίνει το ποσό του 1.000.000 ευρώ ή η αποθηκευτική ικανότητα της αποθήκης υπερβαίνει τα 20.000 κυβικά μέτρα, οι αποφάσεις της Αδειοδοτούσας Αρχής, με τις οποίες απορρίπτονται αιτήματα για χορήγηση άδειας εγκατάστασης υπόκεινται σε ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Επιτροπής του άρθρου 31, που ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την κοινοποίηση στον ενδιαφερόμενο της απορριπτικής απόφασης.
Η άσκηση της προσφυγής αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων.
3. Για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου η αξία του μηχανολογικού εξοπλισμού ή η αποθηκευτική ικανότητα της αποθήκης καθορίζεται με βάση τα στοιχεία που υποβάλλονται από τον ενδιαφερόμενο για τη χορήγηση της άδειας εγκατάστασης.
4. Για την άσκηση της προσφυγής της παραγράφου 2 καταβάλλεται, με ποινή απαραδέκτου, παράβολο ίσο προς το 0,5 ‰ της αξίας του μηχανολογικού εξοπλισμού της δραστηριότητας ή το 2,5% της αποθηκευτικής ικανότητας της αποθήκης και μέχρι του ποσού των 1.500 ευρώ. Τα ποσά των παραβόλων αποτελούν πόρο της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και καλύπτουν την αποζημίωση των μελών της Επιτροπής του άρθρου 31.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας επιτρέπεται η αναπροσαρμογή του ποσού της αξίας του μηχανολογικού εξοπλισμού ή της αποθηκευτικής ικανότητας της αποθήκης που ορίζεται στην παράγραφο 2.
1. Συστήνεται στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας Επιτροπή με αρμοδιότητα την εξέταση των ενδικοφανών προσφυγών του άρθρου 30.
2. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και αποτελείται από τα εξής μέλη:
α) Τον Γενικό Γραμματέα Βιομηχανίας, ως Πρόεδρο.
β) Τον Νομικό Σύμβουλο στο γραφείο Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.
γ) Τον Γενικό Διευθυντή Στήριξης της Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.
δ) Τον Γενικό Διευθυντή Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
ε) Έναν εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων.
στ) Έναν εκπρόσωπο του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων (Σ.Ε.Β).
ζ) Έναν εκπρόσωπο της Ένωσης Περιφερειών.
η) Έναν εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας.
θ) Έναν εκπρόσωπο του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (Τ.Ε.Ε.).
ι) Έναν εκπρόσωπο του οικείου επιμελητηρίου στο οποίο η επιχείρηση είναι εγγεγραμμένη.
Αν η ενδικοφανής προσφυγή ασκείται κατά απόρριψης αιτήματος έκδοσης άδειας εγκατάστασης της περίπτωσης 29 του άρθρου 3 του π.δ. 78/2006 (Α΄ 80), της Επιτροπής προεδρεύει αντί του Γενικού Γραμματέα Βιομηχανίας, ο Γενικός Γραμματέας Ενέργειας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και συμμετέχει με δικαίωμα ψήφου αντί του Γενικού Διευθυντή Στήριξης της Βιομηχανίας ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
3. Εισηγητής για τα θέματα που εξετάζονται από την Επιτροπή ορίζεται υπάλληλος της αρμόδιας κάθε φορά υπηρεσίας για θέματα βιομηχανίας ή ενέργειας του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας ή του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής αντίστοιχα.
4. Ενώπιον της Επιτροπής καλείται πάντοτε για την υποστήριξη της προσφυγής του ο ενδιαφερόμενος.
5. Η Επιτροπή συνεδριάζει και αποφασίζει μέσα σε τριάντα ημέρες από την κατάθεση της προσφυγής. Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται κατά την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, τα οποία δεν μπορεί να είναι λιγότερα των πέντε. Η απόφαση της Επιτροπής διαβιβάζεται στην Αδειοδοτούσα Αρχή και γνωστοποιείται στον ενδιαφερόμενο. Αν η απόφαση της Επιτροπής κάνει δεκτό το αίτημα της προσφυγής, η Αδειοδοτούσα Αρχή υποχρεούται να εκδώσει την άδεια μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την κοινοποίηση σε αυτήν της απόφασης της Επιτροπής.
6. Η γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής παρέχεται από τη Διεύθυνση Ανάπτυξης και Συντονισμού της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.
1. Συστήνεται στη Διεύθυνση Ανάπτυξης και Συντονισμού της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας Κεντρική Συντονιστική Ομάδα Διοίκησης Αδειοδότησης, η οποία έχει ως έργο την παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος νόμου και τη διατύπωση προτάσεων προς τον Υπουργό Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας για τη βελτίωση των διαδικασιών, την αντιμετώπιση προβλημάτων και την εν γένει αποτελεσματική εφαρμογή του.
2. Η Ομάδα αποτελείται από τα εξής μέλη:
− τον Γενικό Διευθυντή Στήριξης της Βιομηχανίας της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας
− τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Συντονισμού της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας
− έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
− έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
− έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
− έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
− έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη
Η σύνθεση της Ομάδας μπορεί να διευρύνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και θα συμμετέχουν οι εκπρόσωποι ανάλογα.
3. Έργο της Ομάδας είναι ιδίως:
α) Η παροχή υποστήριξης της Αδειοδοτούσας Αρχής για θέματα εφαρμογής των διατάξεων 17 έως 40 και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή αυτών και η παρακολούθηση του έργου της.
β) Η παρέμβαση, εφόσον απαιτείται, με την έκδοση εγκυκλίων ή οδηγιών ή με πρόταση νομοθετικών παρεμβάσεων προκειμένου να επιτυγχάνεται η συνεχής βελτίωση του συστήματος αδειοδότησης των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων, καθώς και η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, με παράλληλη μέτρηση της αποτελεσματικότητας της διαδικασίας όσον αφορά το χρόνο, το κόστος και τη σύγκριση στοιχείων με άλλες ευρωπαϊκές χώρες σε ετήσια βάση.
γ) Η εκπαίδευση του προσωπικού της Αδειοδοτούσας Αρχής ανά την επικράτεια μέσω ετησίων προγραμμάτων.
δ) Η αναζήτηση, επεξεργασία, ανάλυση και παροχή πληροφοριακών και στατιστικών στοιχείων αδειοδοτήσεων μέσω του κεντρικού πληροφοριακού συστήματος.
4. Η Κεντρική Συντονιστική Ομάδα Διοίκησης Αδειοδότησης τον Ιανουάριο κάθε έτους υποβάλλει προς τον Υπουργό Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας απολογιστική έκθεση σχετικά με το έργο που υλοποίησε το προηγούμενο έτος βάσει της προηγούμενης παραγράφου.
5. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας συγκροτείται η Κεντρική Συντονιστική Ομάδα Διοίκησης Αδειοδότησης και καθορίζονται οι αρμοδιότητές της και ειδικότερα θέματα της λειτουργίας της.
Η Αδειοδοτούσα Αρχή οφείλει να αναρτά στο διαδικτυακό της τόπο τις Υπεύθυνες Δηλώσεις των παραγράφων 1, 3 και 4 του άρθρου 19 του παρόντος, τις άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας, που εκδίδονται στο πλαίσιο των άρθρων 17−40 από την Αδειοδοτούσα Αρχή, καθώς και όλες τις αποφάσεις, εγκρίσεις και τα αποτελέσματα ελέγχων που παρεμβάλλονται στο πλαίσιο της διαδικασίας αδειοδότησης των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων. Για την εφαρμογή της διάταξης και για κάθε σχετικό θέμα εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις του ν. 3861/2010 (A΄ 112).
1. Ο Περιφερειάρχης μπορεί με απόφασή του να συγκροτεί Ομάδες Διοίκησης Έργου (Ο.Δ.Ε.) στελεχωμένες από υπαλλήλους της Περιφέρειας, με έργο τον έλεγχο της συνδρομής όλων των τυπικών και ουσιαστικών προϋποθέσεων για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης, επέκτασης, εκσυγχρονισμού και λειτουργίας, όλων ή ορισμένων ή ορισμένης κατηγορίας όχλησης, μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων. Με την απόφαση συγκρότησης των Ο.Δ.Ε. ορίζονται ο υπεύθυνος και τα μέλη των Ομάδων και προσδιορίζεται αναλυτικά το έργο και ο χρόνος περαίωσής του.
2. Οι Ο.Δ.Ε. συγκροτούνται και λειτουργούν εντός αυτοτελούς τμήματος Αδειοδότησης, που συστήνεται στην Περιφέρεια ή την Περιφερειακή Ενότητα, με απόφαση του οικείου περιφερειακού συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 241 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87), με τροποποίηση του εσωτερικού κανονισμού οργάνωσης και λειτουργίας των οικείων Περιφερειών.
1. Στην παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 2081/1992 οι περιπτώσεις η΄ και θ΄ αναριθμούνται σε θ΄ και ι΄ και προστίθεται περίπτωση η΄ ως εξής:
«η. Χορηγούν άδειες εγκατάστασης, επέκτασης, εκσυγχρονισμού και λειτουργίας των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων σύμφωνα με τον οικείο νόμο και διενεργούν επιθεωρήσεις για τη διαπίστωση της τήρησης των όρων λειτουργίας τους. Εξαιρούνται αρμοδιότητες που σχετίζονται με τις περιβαλλοντικές
εγκρίσεις και τις άδειες χρήσης νερού.
Η υπηρεσία χορήγησης αδειών των Επιμελητηρίων πιστοποιείται από τη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας, μετά από αξιολόγηση της συνδρομής των εφαρμόσιμων απαιτήσεων του σχετικού προτύπου από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης.
Η ολοκλήρωση της διαδικασίας πιστοποίησης και η ικανότητα του Επιμελητηρίου να ασκεί τις παραπάνω αρμοδιότητες διαπιστώνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Βιομηχανίας, που αναρτάται στον οικείο διαδικτυακό τόπο. Δεν μπορεί να μετάσχει στις συνεδριάσεις του αρμόδιου οργάνου χορήγησης μιας άδειας πρόσωπο, εφόσον το ίδιο ή συγγενής του έως το δεύτερο βαθμό εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, έχει υλικό ή ηθικό συμφέρον.
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, ρυθμίζεται αναλυτικά η διαδικασία πιστοποίησης της υπηρεσίας χορήγησης αδειών των Επιμελητηρίων, τα σχετικά θέματα με τις αρμοδιότητες και τις επιθεωρήσεις για την έκδοση των αδειών και
τη διαπίστωση της τήρησης των τιθεμένων σε αυτές όρων, οι διοικητικές προσφυγές κατά των αποφάσεων και οι προθεσμίες άσκησης τους καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»
2. Στο άρθρο 4 του π.δ. της 17.11/14.12.1926 «περί κωδικοποιήσεως των περί συστάσεως του Τ.Ε.Ε. κείμενων διατάξεων» (Α΄ 430), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 του ν.1486/1984 (Α΄ 161), η παράγραφος 4 αναριθμείται σε 5 και προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Το Τ.Ε.Ε. χορηγεί άδειες εγκατάστασης, επέκτασης, εκσυγχρονισμού και λειτουργίας των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων σύμφωνα με τον οικείο νόμο και διενεργεί επιθεωρήσεις για τη διαπίστωση της τήρησης των όρων λειτουργίας τους. Εξαιρούνται αρμοδιότητες που σχετίζονται με τις περιβαλλοντικές εγκρίσεις και τις άδειες χρήσης νερού.
Η υπηρεσία χορήγησης αδειών του Τ.Ε.Ε. πιστοποιείται από τη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας, μετά από αξιολόγηση της συνδρομής των εφαρμόσιμων απαιτήσεων του σχετικού προτύπου από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης.
Η ολοκλήρωση της διαδικασίας πιστοποίησης και η ικανότητα του Τ.Ε.Ε. να ασκεί τις παραπάνω αρμοδιότητες διαπιστώνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Βιομηχανίας, που αναρτάται στον οικείο διαδικτυακό τόπο. Δεν μπορεί να μετάσχει στις συνεδριάσεις του αρμόδιου οργάνου χορήγησης μιας άδειας πρόσωπο, εφόσον το ίδιο ή συγγενής του έως το δεύτερο βαθμό
εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, έχει υλικό ή ηθικό συμφέρον.
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, ρυθμίζεται αναλυτικά η διαδικασία πιστοποίησης της υπηρεσίας χορήγησης αδειών του Τ.Ε.Ε., τα σχετικά θέματα με τις αρμοδιότητες και τις επιθεωρήσεις για την έκδοση των αδειών και τη διαπίστωση της τήρησης των τιθεμένων σε αυτές όρων, οι διοικητικές προσφυγές κατά των αποφάσεων και οι προθεσμίες άσκησης τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»
1. Μέσα σε τρεις μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος θα εκδοθεί κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, με την οποία καθορίζονται ειδικοί τυποποιημένοι, κατά κλάδο δραστηριότητας και είδος τόπου εγκατάστασης, περιβαλλοντικοί όροι ή δεσμεύσεις για μεταποιητικές και συναφείς δραστηριότητες της δεύτερης (Β) Κατηγορίας.
2. Για την αδειοδότηση των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων της δεύτερης (Β) Κατηγορίας, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, δεν απαιτείται υποβολή Περιβαλλοντικής Έκθεσης και έκδοση ξεχωριστής Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων, αλλά η απόφαση αυτή συγχωνεύεται με την Άδεια Εγκατάστασης – Λειτουργίας ή την Υπεύθυνη Δήλωση της παρ. 1 του άρθρου 19. Σε ξεχωριστό τμήμα της άδειας ή της δήλωσης περιλαμβάνονται οι τυποποιημένοι περιβαλλοντικοί όροι ή δεσμεύσεις, ανάλογα με τον κλάδο δραστηριότητας και το είδος του τόπου εγκατάστασης της αδειοδοτούμενης επιχείρησης. Επιπλέον, όπου απαιτείται, μπορεί να τίθενται πρόσθετοι όροι για την προστασία του περιβάλλοντος μετά από αιτιολογημένη σχετική πρόταση της Αδειοδοτούσας Αρχής.
3. Η Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων έχει διάρκεια ισχύος δέκα έτη, με την προϋπόθεση ότι δε θα έχει επέλθει εν τω μεταξύ μεταβολή των δεδομένων βάσει των οποίων εκδίδεται. Μετά την πάροδο της ισχύος της υπόκειται σε αναθεώρηση ή ανανέωση και τηρείται η διαδικασία έκδοσής της, μόνο εφόσον επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις ως προς τις επιπτώσεις στο περιβάλλον. Η Απόφαση Έγκρισης των Περιβαλλοντικών Όρων έχει ισχύ για δεκατέσσερα έτη για την περίπτωση μονάδων που διαθέτουν ως Σύστημα Περιβαλλοντικής Διαχείρισης την Οικολογική Διαχείριση και Οικολογικό Έλεγχο (EMAS) και για δώδεκα έτη για την περίπτωση μονάδων που διαθέτουν Σύστημα Περιβαλλοντικής Διαχείρισης ISO 14001 ή άλλο αντίστοιχο σε ισχύ και για όσο χρόνο το Σύστημα αυτό βρίσκεται σε ισχύ. Μη έγκαιρη ανανέωση του Συστήματος Περιβαλλοντικής Διαχείρισης συνεπάγεται, εφόσον έχουν παρέλθει δέκα έτη, αυτοδίκαιη λήξη της ισχύος της Απόφασης Έγκρισης των Περιβαλλοντικών Όρων. Επιπλέον ο φορέας υποχρεούται να διαθέτει σε ισχύ το Σύστημα Περιβαλλοντικής Διαχείρισης για τουλάχιστον πέντε έτη πριν την παρέλευση δέκα ετών από την ημερομηνία έκδοσης της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων.
4. Η Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων εξακολουθεί να ισχύει προσωρινά και μετά τη λήξη της, μέχρι την έκδοση νέας ανανεωμένης ή τροποποιημένης απόφασης, εφόσον όμως η υπόχρεη επιχείρηση αιτηθεί εγκαίρως την ανανέωση ή τροποποίηση της απόφασης αυτής τουλάχιστον δύο μήνες πριν από τη λήξη της, υποβάλλοντας προς τούτο τα εκάστοτε απαιτούμενα δικαιολογητικά.
5. Με απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζονται τα θέματα της συγχώνευσης στην άδεια εγκατάστασης της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων σύμφωνα με την παράγραφο 2.
Μέσα σε τρεις μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος θα τροποποιηθεί η 50910/2727/2003 (Β΄ 1909) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Υγείας και Πρόνοιας, Γεωργίας και Εμπορικής Ναυτιλίας, η 13588/725/2006 (Β΄ 383) κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Μεταφορών και Επικοινωνιών και Εμπορικής Ναυτιλίας και η Υγειονομική Διάταξη ΕΙΒ 221/1965 (Β΄ 138) των Υπουργών Εσωτερικών και Υγείας, που αφορούν τη διαχείριση αποβλήτων. Με την τροποποίηση αυτή:
α) Για τη διαχείριση των αποβλήτων των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων της πρώτης (Α) κατηγορίας:
αα) η μελέτη επεξεργασίας και διαχείρισης υγρών αποβλήτων, όπου αυτή απαιτείται, ενσωματώνεται στη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, αποτελώντας διακριτό τμήμα αυτής και εγκρίνεται μέσω της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων. Σε περίπτωση διάθεσης των υγρών αποβλήτων σε συλλογικό δίκτυο υποδοχής αποβλήτων, για την έγκριση της σχετικής μελέτης απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του φορέα διαχείρισης του δικτύου αυτού. Η άδεια διάθεσης υγρών αποβλήτων καταργείται, αντικαθιστάμενη από την Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων,
αβ) η μελέτη επεξεργασίας και διαχείρισης επικίνδυνων και στερεών μη επικίνδυνων αποβλήτων, όπου αυτή απαιτείται, ενσωματώνεται στη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, αποτελώντας διακριτό τμήμα αυτής και εγκρίνεται μέσω της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων. Η αντίστοιχη άδεια διαχείρισης διάθεσης επικίνδυνων και στερεών μη επικίνδυνων αποβλήτων, όπου αυτή απαιτείται, καταργείται, αντικαθιστάμενη από την Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων.
β) Για τη διαχείριση των αποβλήτων των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων της δεύτερης (Β) κατηγορίας:
βα) καταργείται η μελέτη επεξεργασίας και διαχείρισης υγρών αποβλήτων, ενώ η σχετική άδεια επεξεργασίας και διάθεσης, όπου αυτή απαιτείται. ενσωματώνεται στην Άδεια Εγκατάστασης ή στην Υπεύθυνη Δήλωση που υποβάλλεται στη θέση αυτής. Οι όροι και οι προϋποθέσεις διάθεσης των υγρών αποβλήτων συμπεριλαμβάνονται στους περιβαλλοντικούς όρους που εγκρίνονται με την προαναφερόμενη Άδεια, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 36,
ββ) καταργείται η μελέτη επεξεργασίας και διαχείρισης επικίνδυνων και στερεών μη επικίνδυνων αποβλήτων, ενώ η σχετική άδεια διαχείρισης, όπου αυτή απαιτείται, ενσωματώνεται στην Άδεια Εγκατάστασης ή στην Υπεύθυνη Δήλωση που υποβάλλεται στη θέση αυτής. Οι όροι και οι προϋποθέσεις διαχείρισης των αποβλήτων αυτών συμπεριλαμβάνονται στους περιβαλλοντικούς όρους που εγκρίνονται με την προαναφερόμενη Άδεια, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 36.
γ) Για τις μεταποιητικές και συναφείς δραστηριότητες, οι οποίες διαχειρίζονται επικίνδυνα απόβλητα και διαθέτουν ως Σύστημα Περιβαλλοντικής Διαχείρισης την Οικολογική Διαχείριση και Οικολογικό Έλεγχο (EMAS) σε ισχύ, το ποσό της ασφαλιστικής κάλυψης και του παραβόλου που καθορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2.3 της Κ.Υ.Α. Η.Π. 13588/725/2006 (Β΄ 383) μειώνεται στο 50%.
δ) Ο φορέας υφιστάμενης δραστηριότητας υποχρεούται να διαθέτει σε ισχύ ασφαλιστήριο συμβόλαιο ή εγγυητική επιστολή για τις αντίστοιχες εργασίες διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων, το οποίο θα πρέπει να προσκομίζεται στην αρμόδια υπηρεσία, σε περίπτωση ανανέωσης ή τροποποίησης των περιβαλλοντικών όρων της δραστηριότητας. Σε περίπτωση νέας δραστηριότητας, η έκδοση του ασφαλιστηρίου (ή εγγυητικής επιστολής) αποτελεί προϋπόθεση για την έναρξη λειτουργίας της δραστηριότητας.
Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας επιτρέπεται να καθορίζεται μείωση του ποσού χρηματοοικονομικής ασφάλειας, που προβλέπεται στο άρθρο 14 του π.δ. 148/2009 (Α΄ 190) περί Περιβαλλοντικής Ευθύνης, για τις δραστηριότητες που διαθέτουν ως Σύστημα Περιβαλλοντικής Διαχείρισης την Οικολογική Διαχείριση και Οικολογικό Έλεγχο (EMAS) σε ισχύ.
Το άρθρο 4 του ν.1360/1983 (Α΄ 65), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 21 του άρθρου 1 του ν. 2412/1996 (Α΄ 123) και το άρθρο 28 του ν. 3325/2005 (Α΄ 68), αντικαθίσταται ως εξής:
«Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής επιτρέπεται η επέκταση της άδειας εγκατάστασης ιδιαίτερα σημαντικών για την Εθνική Οικονομία παραγωγικών επενδύσεων, κατά παρέκκλιση του νόμου, εφόσον από τη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων αποδεικνύεται στο μέτρο που είναι δυνατόν ότι ο εκσυγχρονισμός δεν θα προκαλέσει πρόσθετη επιβάρυνση στο περιβάλλον.
Η επέκταση μπορεί να πραγματοποιείται μέσα σε γήπεδο όπου λειτουργεί η εγκατάσταση ή σε όμορό του ή σε γήπεδο έναντι του γηπέδου όπου λειτουργεί η μονάδα.
Η ανωτέρω διάταξη δεν έχει ισχύ σε περιοχές με καθεστώς ειδικής περιβαλλοντικής προστασίας.»
1. Για τις δραστηριότητες των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 17, οι οποίες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος δεν είναι εφοδιασμένες με άδεια εγκατάστασης ή λειτουργίας, στις περιπτώσεις που αυτό απαιτείται, είναι δυνατή η χορήγηση ενιαίας άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 έως 40. Στην περίπτωση αυτή επιβάλλεται πρόστιμο, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 29 του παρόντος.
Δραστηριότητες που εμπίπτουν στο ανωτέρω εδάφιο μπορούν να εφοδιασθούν με άδεια λειτουργίας, χωρίς την επιβολή προστίμου, εφόσον εντός ενός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου υποβάλλουν σχετική αίτηση συνοδευόμενη από όλα τα προβλεπόμενα και απαραίτητα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 έως 40 δικαιολογητικά και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών κανονιστικών πράξεων. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, η άδεια λειτουργίας χορηγείται με την επιβολή χρηματικού προστίμου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 29.
2. Οι άδειες λειτουργίας, που έχουν εκδοθεί για ορισμένη χρονική διάρκεια, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τη λήξη τους. Κατά τη διάρκεια της ισχύος τους εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο της έκδοσής τους. Αιτήματα για την ανανέωσή τους εξετάζονται ως αιτήματα για τη συνέχιση λειτουργίας της δραστηριότητας, με την προϋπόθεση ότι η επιχείρηση διατηρεί οικονομική και παραγωγική δραστηριότητα και χορηγούνται νέες άδειες λειτουργίας με αόριστη χρονική διάρκεια σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 έως 40.
3. Για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας δραστηριότητας, για την οποία υπάρχει ήδη σε ισχύ άδεια εγκατάστασης, η οποία και εκδόθηκε πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, θα εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν κατά την έκδοση της άδειας εγκατάστασης.
4. Δραστηριότητες των οποίων η εγκατάσταση, η λειτουργία, ο εκσυγχρονισμός, η επέκταση, η μετεγκατάσταση, η συγχώνευση ή ο διαχωρισμός έγιναν κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 3325/2005 (Α΄ 68 ), αλλά συνάδουν με τις διατάξεις των άρθρων 17 έως 40 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών κανονιστικών πράξεων, μπορούν πλέον να εφοδιάζονται με ενιαία άδεια εγκατάστασης και άδεια λειτουργίας.
5. Για τις δραστηριότητες, για τις οποίες η λειτουργία τους δεν είναι συμβατή με τις διατάξεις των άρθρων 17 έως 40, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 29.
6. Για τις δραστηριότητες χαμηλής όχλησης, οι οποίες κατά το χρόνο ίδρυσής τους δεν απαλλάσσονταν από την υποχρέωση εφοδιασμού τους με άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας και ταυτόχρονα η εγκατάσταση και η λειτουργία τους δεν απαγορευόταν από σχετικές διατάξεις, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 19, εφόσον δεν έχει διακοπεί οριστικά η λειτουργία τους.
7. Δραστηριότητες που απαλλάσσονταν κατά το χρόνο ίδρυσής τους από την υποχρέωση εφοδιασμού τους με άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας και δεν ίσχυαν διατάξεις που απαγόρευαν την εγκατάσταση και τη λειτουργία τους, εξακολουθούν να απαλλάσσονται από την υποχρέωση εφοδιασμού με τις ως άνω άδειες, ανεξάρτητα από τον φορέα της εκμετάλλευσής τους, εφόσον δεν έχει διακοπεί οριστικά η λειτουργία της δραστηριότητας υπό την οικονομική της έννοια και η εγκατεστημένη ισχύς του μηχανολογικού εξοπλισμού δεν έχει ξεπεράσει τα είκοσι δύο KW κινητήριας ή τα πενήντα KW θερμικής ισχύος. Εάν συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, αλλά από τη λειτουργία των μονάδων αυτών προκαλούνται δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον ή οχλήσεις στους περιοίκους, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 29.
Εάν οι μονάδες αυτές, λόγω εκσυγχρονισμού του μηχανολογικού τους εξοπλισμού, έχουν υπερβεί τα είκοσι δύο KW κινητήριας ή τα πενήντα KW θερμικής ισχύος, μπορούν να εφοδιάζονται με ενιαία άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
8. Εργαστήρια τα οποία κατά την έκδοση του παρόντος νόμου έχουν εφοδιαστεί με Ειδική Δήλωση ή άδεια λειτουργίας ή απαλλάσσονταν από την υποχρέωση εφοδιασμού δυνάμει των διατάξεων του ν. 3325/2005, εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται ως εργαστήρια.
9. Μέχρι την έκδοση της απόφασης της παρ. 11 του άρθρου 20, εφαρμόζεται η 13727/724/2003 (Β΄ 1087) κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων.
10. Τα προεδρικά διατάγματα και οι υπουργικές αποφάσεις, που έχουν εκδοθεί με βάση καταργούμενες με τον παρόντα νόμο διατάξεις του ν. 3325/2005, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την έκδοση των αντίστοιχων προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων που προβλέπονται από το νόμο αυτόν. Ειδικότερα, μέχρι να καθιερωθούν σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 36 οι ειδικοί, κατά κλάδο δραστηριότητας και είδος τόπου
εγκατάστασης, περιβαλλοντικοί όροι για τα επαγγελματικά εργαστήρια και τις λοιπές μεταποιητικές και συναφείς δραστηριότητες, οι εν λόγω μονάδες θα υποβάλουν την προβλεπόμενη από το ν. 3010/2002 ΜΠΕ.
Επιπλέον, όσον αφορά τα άρθρα του ν. 3325/2005 και κυρίως το δεύτερο μέρος αυτού που δεν καταργούνται:
α) όπου γίνεται παραπομπή στην παρ. 1β και στην παρ. 1γ του άρθρου 2, εφαρμόζεται το άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 4, β) όπου γίνεται παραπομπή στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 5 νοείται το άρθρο 19 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος, γ) όπου γίνεται παραπομπή στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 4 εφαρμόζονται οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 20, δ) όπου γίνεται παραπομπή στο άρθρο 24, εφαρμόζεται το άρθρο 29 του παρόντος και ε) όπου γίνεται παραπομπή στις διατάξεις του πρώτου Μέρους, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 17 έως 40 του παρόντος νόμου.
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται:
α) Το άρθρο 2 πλην της παρ.2, το άρθρο 3, το άρθρο 4 πλην των παραγράφων 6, 7, 8 περίπτωση β΄ και 9, το άρθρο 5, το άρθρο 6 πλην των παραγράφων 1, 2 και 7, το άρθρο 10 πλην της παρ. 8, τα άρθρα 11 έως 13 και τα άρθρα 24 έως 26 του ν. 3325/2005.
β) Κάθε άλλη διάταξη που αντιβαίνει στις διατάξεις του παρόντος.
1. Επιχειρηματικό Πάρκο (ΕΠ) είναι ένα οργανικά ολοκληρωμένο σύνολο δομών, υπηρεσιών και υποδομών που ιδρύεται και λειτουργεί για την υποστήριξη των δραστηριοτήτων του άρθρου 43. Τα ΕΠ διακρίνονται στους παρακάτω τύπους:
α. Επιχειρηματικό Πάρκο Τύπου Α΄: είναι ο χώρος που καθορίζεται, οριοθετείται, πολεοδομείται και οργανώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, για να λειτουργήσει ως χώρος υποδοχής δραστηριοτήτων κάθε βαθμού όχλησης.
β. Επιχειρηματικό Πάρκο Τύπου Β΄: είναι ο χώρος που καθορίζεται, οριοθετείται, πολεοδομείται και οργανώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, για να λειτουργήσει ως χώρος υποδοχής δραστηριοτήτων μέσης και χαμηλής όχλησης.
γ. Επιχειρηματικό Πάρκο Τύπου Γ΄: είναι ο χώρος που καθορίζεται, οριοθετείται, πολεοδομείται και οργανώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, για να λειτουργήσει ως χώρος υποδοχής δραστηριοτήτων χαμηλής όχλησης, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 43, καθώς και δραστηριοτήτων που δεν υπάγονται σε συγκεκριμένη κατηγορία όχλησης.
δ. Επιχειρηματικό Πάρκο Ειδικού Τύπου: είναι ο χώρος που καθορίζεται, οριοθετείται, πολεοδομείται και οργανώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, για να λειτουργήσει αποκλειστικά ως χώρος υποδοχής επιχειρήσεων ειδικών κλάδων, όπως:
αα. ΕΠ που καταλαμβάνουν δραστηριότητες του ίδιου ή συναφούς κλάδου,
ββ. τεχνοπόλεις, ήτοι χώροι, όπου εγκαθίστανται επιχειρηματικές δραστηριότητες νέας και υψηλής τεχνολογίας, ερευνητικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες, επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών και οι οποίοι χαρακτηρίζονται από υψηλή ποιότητα περιβάλλοντος,
γγ. ΕΠ περιβαλλοντικού χαρακτήρα και πράσινης επιχειρηματικότητας: είναι ο χώρος που σχεδιάζεται, λειτουργεί και φιλοξενεί επιχειρηματικές δραστηριότητες παραγωγής βιοκαυσίμων και μονάδες ανακύκλωσης, σύμφωνα με τις αρχές της αειφόρου ανάπτυξης.
ε. Επιχειρηματικό Πάρκο Εξυγίανσης (ΕΠΕ): είναι ένα ΕΠ το οποίο καθορίζεται, οριοθετείται, πολεοδομείται και οργανώνεται για την περιβαλλοντική εξυγίανση περιοχών, όπου υφίσταται άτυπη βιομηχανική συγκέντρωση.
στ. Επιχειρηματικό Πάρκο Ενδιάμεσου Βαθμού Οργάνωσης (ΕΠΕΒΟ): είναι ένα ΕΠ το οποίο δεν πολεοδομείται, καθορίζεται, οριοθετείται και οργανώνεται σε περιοχές όπου η υφιστάμενη πολεοδομική ή χωροταξική νομοθεσία προβλέπει τον καθορισμό ζωνών εκτός σχεδίου για την εγκατάσταση βιομηχανικών δραστηριοτήτων. Η οριοθέτηση ενδιάμεσων υποδοχέων είναι δυνατή μόνο σε περιοχές που δεν διαθέτουν τη δυναμική για δημιουργία ΕΠ άλλων τύπων και οπωσδήποτε εκτός των οκτώ περιοχών ρυθμιστικών σχεδίων του ν. 2508/1997 (Α΄ 124) και αφορά δραστηριότητες που προβλέπονται στα Επιχειρηματικά Πάρκα Τύπου Β΄.
2. Άτυπη βιομηχανική συγκέντρωση: Περιοχή που παρουσιάζει αυξημένη συγκέντρωση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, έλλειψη υποδομών, πολεοδομικά και περιβαλλοντικά προβλήματα.
3. Χώρος υποδοχής επιχειρήσεων: η έκταση ή η περιοχή που προσδιορίζεται σύμφωνα με τις κατευθύνσεις: α) γενικών ή ειδικών πλαισίων χωροταξικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης ή περιφερειακών πλαισίων χωροταξικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης του ν. 2742/1999 (Α΄ 207) είτε β) ρυθμιστικών σχεδίων του άρθρου 2 του ν. 2508/1997 (Α΄ 124), Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων και Σχεδίων Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης ή ρυθμίσεων χρήσεων γης και προορίζεται για την υποδοχή των δραστηριοτήτων του άρθρου 43. Εφόσον στις εν λόγω εκτάσεις, επιτρέπονται οι δραστηριότητες των άρθρων 5 και 6 του π.δ. της 3/6.3.1987 (Δ΄ 166), με την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης του άρθρου 47, μπορούν να αναπτύσσονται κατά περίπτωση οι δραστηριότητες του άρθρου 43.
4. Οργανωμένοι Υποδοχείς Μεταποιητικών και Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων: οι χώροι που έχουν οργανωθεί ή θα οργανωθούν για την υποδοχή των δραστηριοτήτων του παρόντος Μέρους και περιλαμβάνουν ΒΙΠΕ που οργανώθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4458/1965 (Α΄ 33), όπως τροποποιήθηκε με το ν. 742/1977 (Α΄ 319), ΒΙΠΕ, ΒΙΠΑ, ΒΙΟΠΑ, Τεχνοπόλεις και άλλες μορφές Βιομηχανικών και Επιχειρηματικών Περιοχών (ΒΕΠΕ), που οργανώθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2545/1997 (Α΄ 254), καθώς και τα Επιχειρηματικά Πάρκα που οργανώνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 εδάφια α΄, β΄, γ΄, δ΄, ε΄ του παρόντος άρθρου.
5. Ως δραστηριότητες υψηλής, μέσης και χαμηλής όχλησης, κατά την έννοια του παρόντος, νοούνται οι αναφερόμενες στα άρθρα 3 και 4 του ν. 1650/1986 (Α΄ 160 ) και στις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού.
6. Επιχειρηματικό Σχέδιο: το σύνολο των μελετών για τη σκοπιμότητα και οικονομική βιωσιμότητα του Επιχειρηματικού Πάρκου, καθώς και τη συμβατότητα του Επιχειρηματικού Πάρκου με την προστασία του περιβάλλοντος και την επιλογή της θέσης ανάπτυξης αυτού.
7. Εταιρία ανάπτυξης επιχειρηματικού πάρκου (ΕΑΝΕΠ): το νομικό πρόσωπο που έχει τη μορφή ανώνυμης εταιρίας του ν. 2190/1920 (Α΄ 37), το οποίο αναλαμβάνει τη σύνταξη και υλοποίηση του Επιχειρηματικού Σχεδίου και τη διοίκηση και διαχείριση του Επιχειρηματικού Πάρκου μέχρι τη μεταβίβασή της, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
8. Εταιρία Διαχείρισης Επιχειρηματικού Πάρκου (ΕΔΕΠ): Η εταιρία που δύναται να διαδέχεται την ΕΑΝΕΠ στην διοίκηση και διαχείριση των ΕΠ σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.
9. Κανονισμός Λειτουργίας: το σύνολο των κανόνων που ρυθμίζουν τους όρους λειτουργίας και χρήσης των υφιστάμενων υποδομών και των παρεχόμενων υπηρεσιών, τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των εγκατεστημένων επιχειρήσεων, τα τέλη που επιβάλλονται για την κάλυψη των εξόδων διοίκησης και διαχείρισης και την εκτέλεση των τυχόν απαιτούμενων συμπληρωματικών υποδομών και εγκαταστάσεων, ώστε να διασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία του Επιχειρηματικού Πάρκου, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες χορηγήθηκε η Έγκριση Ανάπτυξής του.
10. Έργα υποδομής: τα δίκτυα οδοποιίας, ύδρευσης, αποχέτευσης ακαθάρτων, αποχέτευσης όμβριων, τα τηλεπικοινωνιακά ή ευρυζωνικά δίκτυα, το δίκτυο πυρόσβεσης, το δίκτυο άρδευσης πρασίνου, τα δίκτυα ηλεκτροφωτισμού, τα δίκτυα ηλεκτροδότησης, το δίκτυο τηλεθέρμανσης, το δίκτυο φυσικού αερίου, τα έργα σύνδεσης δικτύων, η μονάδα καθαρισμού αποβλήτων, οι αγωγοί διάθεσης αποβλήτων και οι αγωγοί τροφοδοσίας νερού, τα έργα διαμόρφωσης τοπίου, τα συστήματα ενεργειακής διαχείρισης, το κτίριο διοίκησης του ΕΠ, το κτίριο για εγκατάσταση δημοσίων υπηρεσιών και κάθε έργο που προορίζεται για την εξυπηρέτηση των λειτουργιών των εγκατεστημένων επιχειρήσεων ή για την προστασία του περιβάλλοντος.
11. Κοινόχρηστοι χώροι: οι χώροι πρασίνου, οι χώροι πλατειών, οι χώροι στάθμευσης, οι δρόμοι, τα πεζοδρόμια και οι χώροι εγκατάστασης των έργων υποδομής.
12. Κοινόχρηστες εγκαταστάσεις: οι εγκαταστάσεις που εγκαθίστανται σε κοινόχρηστους χώρους.
13. Κοινωφελείς χώροι, κτίρια και εγκαταστάσεις: οι χώροι, τα κτίρια και οι εγκαταστάσεις που προορίζονται για την παροχή κάθε είδους υπηρεσιών για την εξυπηρέτηση των επιχειρήσεων και των εργαζομένων, όπως κτίριο διοίκησης, πυροσβεστικός σταθμός, παιδικοί σταθμοί, εκθετήρια προϊόντων, χώροι για διοργάνωση παρουσιάσεων ή συνεδρίων, χώροι ειδικά διαμορφωμένοι για επαγγελματική κατάρτιση των εργαζομένων ή χώροι ή εγκαταστάσεις για ποιοτικό έλεγχο προϊόντων ή για άλλες παρεμφερείς δραστηριότητες.
14. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας μπορεί να καθορίζονται και νέες μορφές Επιχειρηματικών Πάρκων, για τις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του παρόντος Μέρους.
1. Για την οικονομική πρόοδο και την επιχειρηματική ανάπτυξη της χώρας, στο πλαίσιο εφαρμογής του εθνικού χωροταξικού σχεδιασμού, την προστασία του περιβάλλοντος, την προώθηση της πράσινης ανάπτυξης και επιχειρηματικότητας και τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής των πολιτών αναπτύσσονται και οργανώνονται Επιχειρηματικά Πάρκα διαφόρων κατηγοριών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.
2. Η ανάπτυξη των ΕΠ γίνεται για λόγους δημόσιας ωφέλειας και αποσκοπεί:
α) στην περιφερειακή ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος στα πλαίσια της αειφόρου ανάπτυξης,
β) στη βελτίωση των υποδομών, ιδιαίτερα σε περιοχές που παρουσιάζουν προβλήματα αναπτυξιακής υστέρησης και περιβαλλοντικής υποβάθμισης,
γ) στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και της απασχόλησης,
δ) στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των εγκατεστημένων επιχειρήσεων,
ε) στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων πέριξ ή πλησίον των ανωτέρω περιοχών.
3. Το Υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας δια της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας μεριμνά για την εκπόνηση και εφαρμογή επιχειρησιακού σχεδίου για την ανάπτυξη Επιχειρηματικών Πάρκων στην Ελληνική Επικράτεια. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας ορίζονται οι βασικές αρχές του εν λόγω επιχειρησιακού σχεδίου, οι περιοχές των περιφερειακών ενοτήτων της Επικράτειας όπου καθίσταται απαραίτητη η ανάπτυξη ΕΠ, ο αριθμός και το είδος τους, η δυναμικότητα του καθενός από αυτά και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
1. Με την επιφύλαξη των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄, δ΄ και ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 41, στα ΕΠ εγκαθίστανται και ασκούνται:
α) Δραστηριότητες που υπάγονται στο δεύτερο μέρος.
β) Επιχειρηματικές δραστηριότητες του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα, με εξαίρεση τα εμπορικά κέντρα.
γ) Επιχειρήσεις Εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics), αποθήκες και συγκροτήματα αποθηκών οι οποίες δεν αποτελούν τμήματα των βιομηχανικών − βιοτεχνικών εγκαταστάσεων.
δ) Δραστηριότητες του ν. 1575/1985 (Α΄ 207).
ε) Ερευνητικά κέντρα και εργαστήρια που σχετίζονται με εφαρμοσμένη βιομηχανική, ενεργειακή, μεταλλευτική έρευνα, κέντρα τεχνολογικής υποστήριξης των επιχειρήσεων και των εργαζομένων, εργαστήρια παροχής υπηρεσιών υψηλής τεχνολογίας και ποιότητας, καθώς και εγκαταστάσεις που αξιοποιούν ή συνδέονται με τα αποτελέσματα των εργασιών των ερευνητικών κέντρων ή των εργαστηρίων, σχολές τεχνικής κατεύθυνσης και παραρτήματα πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.
στ) Θερμοκοιτίδες επιχειρήσεων.
ζ) Δραστηριότητες υποστηρικτικές ή υποβοηθητικές της λειτουργίας των επιχειρήσεων του Επιχειρηματικού Πάρκου, καθώς και παραρτήματα, υποσταθμοί ή υπηρεσιακές μονάδες δημοσίων υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ., κοινωφελών οργανισμών, υπηρεσίες υγείας, χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί και μονάδες καθαρισμού αποβλήτων.
η) Δραστηριότητες παραγωγής ηλεκτρικής ή και θερμικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και φυσικό
αέριο, συμπαραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας, με τις συνοδευτικές υποδομές τους (γραμμές μεταφοράς και διανομής και εγκαταστάσεις τροφοδοσίας με καύσιμα).
2. Στα Επιχειρηματικά Πάρκα οι δραστηριότητες που υπάγονται στο δεύτερο Μέρος, καταλαμβάνουν τουλάχιστον το εξήντα τοις εκατό (60%) της συνολικής εκτάσεως των γηπέδων του Επιχειρηματικού Πάρκου. Μετά την πρώτη δεκαετία λειτουργίας του ΕΠ με τροποποίηση της απόφασης έγκρισης ανάπτυξης Επιχειρηματικού Πάρκου, ύστερα από υποβολή εκ νέου τροποποιημένων των αντίστοιχων δικαιολογητικών του άρθρου 46, επιτρέπεται η άρση του περιορισμού αυτής της παραγράφου. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και
Ναυτιλίας ορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία τήρησης των πιο πάνω ορίων από την ΕΑΝΕΠ ή ΕΔΕΠ, ο τρόπος, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία μεταβολής τους, οι συνέπειες μη τήρησής τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Ο περιορισμός της παρούσας παραγράφου δεν έχει εφαρμογή σε Επιχειρηματικά Πάρκα Ειδικού Τύπου.
3. Σε ΕΠ τύπου Γ΄ επιτρέπεται η μετεγκατάσταση δραστηριοτήτων μέσης όχλησης, εφόσον δεν υπάρχει στην ίδια περιφερειακή ενότητα ΕΠ που να μπορεί να φιλοξενήσει τέτοιες δραστηριότητες ή δεν υπάρχει ελεύθερος χώρος σε υφιστάμενο ΕΠ τέτοιου τύπου.
Η παραπάνω μετεγκατάσταση δραστηριοτήτων επιτρέπεται μέχρι ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού εμβαδού των οικοδομικών τετραγώνων του ΕΠ και μόνο σε διακριτές ζώνες που προβλέπονται από την εγκεκριμένη πολεοδομική μελέτη. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται προηγουμένως τήρηση της διαδικασίας προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης και αξιολόγησης και έκδοση σχετικής θετικής γνωμοδότησης από την αρμόδια αρχή βάσει των διατάξεων της κοινής απόφασης Η.Π.11014/703/Φ104/2003 των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων (Β΄ 332).
4. Νομίμως λειτουργούσες δραστηριότητες, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος και προϋφίστανται σε εδαφικές εκτάσεις που καθορίζονται ως ΕΠ επιτρέπεται να λειτουργούν εντός του ΕΠ, οφείλουν όμως να συμμορφώνονται το αργότερο μέχρι την έκδοση της απόφασης του άρθρου 53 παράγραφος 3, με τους όρους του κανονισμού λειτουργίας του Επιχειρηματικού Πάρκου, που προβλέπονται στο άρθρο 59. Κατ’
εξαίρεση, νομίμως λειτουργούσες επιχειρήσεις που ανήκουν στην κατηγορία υψηλής όχλησης επιτρέπεται να λειτουργούν στο δημιουργούμενο ΕΠ, εφόσον αυτό είναι τύπου Β΄. Σε δημιουργούμενο ΕΠ τύπου Γ΄ επιτρέπεται να εξακολουθούν να λειτουργούν μόνον εάν ανήκουν στην κατηγορία μέσης ή χαμηλής όχλησης. Όλες όμως οφείλουν να συμμορφώνονται κατά τα λοιπά με τους όρους του κανονιστικού πλαισίου και του Κανονισμού Λειτουργίας του Επιχειρηματικού Πάρκου μέσα στην παραπάνω προθεσμία.
1. Τα Επιχειρηματικά Πάρκα των περιπτώσεων α΄− δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 41 αναπτύσσονται σε χώρους υποδοχής επιχειρήσεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 41 παράγραφος 3.
2. H οργάνωση Επιχειρηματικών Πάρκων σε χώρους που προστατεύονται από την κείμενη νομοθεσία, όπως εντός ζώνης προστασίας αρχαιολογικών χώρων, τόπων προστατευμένων από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας για την πολιτιστική κληρονομιά και το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον και δασικές εκτάσεις, όπως αυτά ορίζονται από τις οικείες διατάξεις, ενεργείται μόνον εφόσον επιτρέπεται από τη νομοθεσία αυτή και υπόκειται στους περιορισμούς που θέτουν οι σχετικές διατάξεις.
Ειδικότερα, σε περιοχές του δικτύου ΦΥΣΗ (NATURA) 2000, στις οποίες περιλαμβάνονται οι Ζώνες Ειδικής Προστασίας (Ζ.Ε.Π.) της ορνιθοπανίδας της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, η οργάνωση ΕΠ ενεργείται μόνον εφόσον επιτρέπεται από τα νομικά καθεστώτα προστασίας τους και υπό τους όρους και προϋποθέσεις που θεσπίζουν τα καθεστώτα αυτά. Δεν επιτρέπεται η οργάνωση ΕΠ στους οικότοπους προτεραιότητας, στις περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης που καθορίζονται κατά τις διατάξεις των άρθρων 19 παράγραφοι 1 και 2 και 21 του ν. 1650/1986, όπως εκάστοτε ισχύει, καθώς επίσης και στους πυρήνες εθνικών δρυμών, στα διατηρητέα μνημεία της φύσης και στα τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλους.
3. Το ΕΠ προορίζεται, αποκλειστικά, για την εξυπηρέτηση των σκοπών ανάπτυξης του Επιχειρηματικού Πάρκου και οι υποδομές του απαγορεύεται να χρησιμοποιούνται από οποιονδήποτε τρίτο χωρίς την άδεια της ΕΑΝΕΠ ή ΕΔΕΠ, με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του άρθρου 49. Για το σκοπό αυτόν η ΕΑΝΕΠ ή ΕΔΕΠ υποχρεούται να τοποθετεί στις εισόδους της οριοθετημένης περιοχής του ΕΠ διακριτή σήμανση που να υποδηλώνει της ύπαρξη οργανωμένου υποδοχέα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
4. Η ελάχιστη έκταση για την ίδρυση, οργάνωση και λειτουργία ΕΠ ορίζεται σε 150 στρέμματα για ΕΠ τύπου Α΄, σε 100 στρέμματα για ΕΠ τύπου Β΄ και σε 50 στρέμματα για ΕΠ Τύπου Γ΄ και για ΕΠ Ειδικού Τύπου.
5. Η έκταση στην οποία δημιουργείται το ΕΠ μπορεί να διακόπτεται από οδικά δίκτυα, εφόσον εξασφαλίζεται η λειτουργική ενότητά του και η ασφάλεια της κυκλοφορίας. Δημοτικοί, κοινοτικοί και αγροτικοί δρόμοι μπορούν να ενσωματωθούν στην έκταση του υποδοχέα, εφόσον αυτό δεν δημιουργεί κυκλοφοριακά προβλήματα.
6. Ο χώρος που προορίζεται για την ανάπτυξη ΕΠ πρέπει να πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) να είναι κατάλληλος για το αντίστοιχο είδος του ΕΠ. Για την καταλληλότητα λαμβάνονται υπόψη οι υφιστάμενες νόμιμες δραστηριότητες, β) να είναι ευχερής η μεταφορά πρώτων υλών και εμπορευμάτων, γ) να μην
υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για πλημμύρες ή άλλες φυσικές καταστροφές και δ) να υπάρχει προσβασιμότητα στα οδικά, ενεργειακά, τηλεπικοινωνιακά και λοιπά δίκτυα. Επίσης πρέπει να πληρούνται τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 8 του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τη Βιομηχανία.
7. Σε περιοχές για τις οποίες δεν έχει τηρηθεί η διαδικασία ίδρυσης και οργάνωσης του παρόντος νόμου, απαγορεύεται η χρήση του όρου «Επιχειρηματικό Πάρκο» ή οποιασδήποτε ξενόγλωσσης απόδοσής του και η τοποθέτηση της διακριτικής σήμανσης της παραγράφου 3 με αυτό το περιεχόμενο. Όποιος με πρόθεση παραβαίνει τη διάταξη αυτής της παραγράφου τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έως δώδεκα μήνες.
Στα Επιχειρηματικά Πάρκα ή σε τμήματα αυτών μπορεί με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας να συνιστώνται Ελεύθερες Ζώνες ή να αναγνωρίζονται Ελεύθερες Αποθήκες ή Τελωνειακές Αποθήκες ή Χώροι Προσωρινής Αποθήκευσης, η ίδρυση και λειτουργία των οποίων διέπεται από τις ισχύουσες σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.
1. Μετά από την ολοκλήρωση των έργων υποδομής και την έκδοση της απόφασης του άρθρου 53 παράγραφος 3 μπορεί να εκδίδονται άδειες οικοδομής και να εγκαθίστανται στο Επιχειρηματικό Πάρκο επιχειρήσεις. Η ΕΑΝΕΠ και οι επιχειρήσεις που εγκαθίστανται δεσμεύονται από τον Κανονισμό Λειτουργίας του Επιχειρηματικού Πάρκου, ο οποίος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των συμβάσεων μεταβίβασης των οικοπέδων του πάρκου.
2. Προϋπόθεση της εγκατάστασης επιχειρήσεων στο Επιχειρηματικό Πάρκο αποτελεί η χορήγηση από την ΕΑΝΕΠ βεβαίωσης συμβατότητας της δραστηριότητας της προς εγκατάσταση επιχείρησης με τον τύπο του Επιχειρηματικού Πάρκου που έχει εγκριθεί με την απόφαση του άρθρου 47 παράγραφος 1. Όμοια βεβαίωση απαιτείται σε περίπτωση εκσυγχρονισμού του παραγωγικού εξοπλισμού και επέκτασης των δραστηριοτήτων των εγκατεστημένων στο Επιχειρηματικό Πάρκο επιχειρήσεων. Σε περίπτωση μεταβίβασης της διοίκησης και διαχείρισης από την ΕΑΝΕΠ, τις πιο πάνω βεβαιώσεις χορηγεί η ΕΔΕΠ του Επιχειρηματικού Πάρκου. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της ανωτέρω βεβαίωσης.
3. Οι επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες του δεύτερου μέρους του παρόντος νόμου, οι οποίες εγκαθίστανται σε Επιχειρηματικά Πάρκα, δεν υποχρεούνται στη διαδικασία προκαταρτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης και αξιολόγησης με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 43 ούτε στην έκδοση άδειας εγκατάστασης.
4. Οι επιχειρήσεις που εγκαθίστανται σε Επιχειρηματικά Πάρκα και ασκούν δραστηριότητες που κατατάσσονται αφ’ ενός μεν στην υποκατηγορία 4 της Β΄ κατηγορίας και αφ’ ετέρου στην κατηγορία της χαμηλής όχλησης, σύμφωνα με τις κοινές υπουργικές αποφάσεις, που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 1650/1986 απαλλάσσονται από τη διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του ίδιου νόμου, εφόσον στον Κανονισμό Λειτουργίας του ΕΠ περιλαμβάνονται περιβαλλοντικοί όροι που καλύπτουν τις ως άνω απαλλασσόμενες κλαδικές δραστηριότητες. Στην περίπτωση αυτή, στην άδεια λειτουργίας των πιο πάνω δραστηριοτήτων επιβάλλονται συγκεκριμένοι περιβαλλοντικοί όροι σύμφωνα με τον εγκεκριμένο Κανονισμό Λειτουργίας του ΕΠ.
5. Για όλες τις επιχειρήσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 43, ανεξαρτήτως κατηγορίας και βαθμού όχλησης, οι οποίες εγκαθίστανται σε Επιχειρηματικά Πάρκα που προορίζονται για βιομηχανική – βιοτεχνική χρήση, δεν απαιτείται παροχή γνωμοδοτήσεων από εμπλεκόμενους φορείς κατά τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης των αντίστοιχων μονάδων τους, παρά μόνον από την ΕΑΝΕΠ ή την ΕΔΕΠ. Από την απαλλαγή αυτή εξαιρείται η διαδικασία δημοσιοποίησης της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων σύμφωνα με την κοινή απόφαση 37111/2021/2003 των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων (Β΄ 1391).
Η άδεια λειτουργίας σε αυτή την περίπτωση μπορεί να χορηγείται ύστερα από εισήγηση της ΕΑΝΕΠ ή ΕΔΕΠ μέσα σε προθεσμία 20 ημερών από την ημέρα κατάθεσης των προβλεπόμενων δικαιολογητικών στην Αδειοδοτούσα Αρχή.
6. Για την έκδοση των σχετικών αδειών οικοδομής απαιτείται η προσκόμιση της βεβαίωσης της παραγράφου 2. Αν στο Επιχειρηματικό Πάρκο λειτουργεί κεντρική Μονάδα Καθαρισμού Αποβλήτων (ΜΚΑ), για τις εγκαθιστάμενες δραστηριότητες, αντί άδειας διάθεσης υγρών αποβλήτων σύμφωνα με τις διατάξεις της κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Υγιεινής, Υγειονομικής Διάταξης Ε1β/221/1965 (Β΄138) προκειμένου για μη επικίνδυνα υγρά απόβλητα, ή της κοινής απόφασης 13588/725/2006 των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Μεταφορών και Επικοινωνιών και Εμπορικής Ναυτιλίας (Β΄ 383), προκειμένου για επικίνδυνα υγρά απόβλητα, απαιτείται βεβαίωση της ΕΑΝΕΠ ή της ΕΔΕΠ περί αποδοχής των
υγρών αποβλήτων στην κεντρική ΜΚΑ, η οποία δύναται να περιλαμβάνεται στη βεβαίωση συμβατότητας της παραγράφου 2. Στον Κανονισμό Λειτουργίας του ΕΠ πρέπει να περιλαμβάνονται μεταξύ των άλλων και οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη διάθεση των πιο πάνω αποβλήτων στις εγκαταστάσεις της κεντρικής ΜΚΑ.
Σε κάθε περίπτωση, εφόσον στο ΕΠ υπάρχει κοινόχρηστο δίκτυο συλλογής ακαθάρτων, ο φορέας διοίκησης και διαχείρισης του ΕΠ υποχρεούται να εφοδιαστεί με άδεια επεξεργασίας και διάθεσης των συνολικών υγρών αποβλήτων που διατίθενται μέσω του δικτύου αυτού, σύμφωνα με τις ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις.
7. Η λειτουργία των επιχειρήσεων επιτρέπεται μετά από την ολοκλήρωση των έργων υποδομής και την έκδοση της σχετικής απόφασης σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 53. Επιχειρήσεις που τυχόν είχαν εγκατασταθεί πριν από την ανάπτυξη του Επιχειρηματικού Πάρκου εξακολουθούν να λειτουργούν, να επεκτείνονται και να εκσυγχρονίζονται κατά τη διάρκεια ανάπτυξης και οργάνωσης του Επιχειρηματικού Πάρκου, σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 6 εδάφιο β΄, εφόσον εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 43 και συμφωνούν με τον Κανονισμό Λειτουργίας του ΕΠ.
8. Η χρήση των κτιρίων για την εγκατάσταση δημόσιων υπηρεσιών για την εξυπηρέτηση των δραστηριοτήτων του Επιχειρηματικού Πάρκου παρέχεται από την ΕΑΝΕΠ ή από την ΕΔΕΠ δωρεάν για όσες υπηρεσίες προκύπτουν ως υποχρεωτικές από τη σχετική νομοθεσία.
9. Οι απαλλαγές του παρόντος άρθρου αφορούν μόνο τα Επιχειρηματικά Πάρκα της παρ. 1 α΄έως ε΄ του άρθρου 41.
1. Οι εξωτερικές υποδομές που απαιτούνται, σύμφωνα με το Επιχειρηματικό Σχέδιο, να κατασκευαστούν για την απρόσκοπτη λειτουργία του Επιχειρηματικού Πάρκου, καταγράφονται στην απόφαση έγκρισης ανάπτυξης αυτού.
2. Τα έργα που αφορούν στις εξωτερικές υποδομές και η αρμοδιότητα κατασκευής τους ανήκει σε δημόσιους φορείς ή Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εντάσσονται, κατά προτεραιότητα στα προγράμματα των αντίστοιχων φορέων και υλοποιούνται εντός του χρονοδιαγράμματος ολοκλήρωσης των έργων του Επιχειρηματικού Πάρκου. Έγγραφη εκτίμηση του χρονοδιαγράμματος υλοποίησης των έργων αυτών, καθώς και του κόστους κατασκευής τους αποστέλλεται στον εποπτεύοντα τους ως άνω οργανισμούς φορέα και κοινοποιείται στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας μέσα σε δύο μήνες από την κοινοποίηση της απόφασης Έγκρισης Ανάπτυξης του Επιχειρηματικού Πάρκου στον εποπτεύοντα τους πιο πάνω οργανισμούς. Τα έργα της παραγράφου αυτής μπορεί να χρηματοδοτούνται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.
3. Τα έργα που αφορούν στις εξωτερικές υποδομές μπορεί να εκτελούνται και από την ΕΑΝΕΠ, εφόσον συσταθούν οι σχετικές δουλείες ή αποκτηθεί η κυριότητα γης και να συμπεριληφθούν στις επιχορηγούμενες δαπάνες του άρθρου 51.
4. Οι υποδομές του Επιχειρηματικού Πάρκου, οι κοινωφελείς χώροι και εγκαταστάσεις πρέπει να διασφαλίζουν στα άτομα με αναπηρία τη δυνατότητα προσανατολισμού και πρόσβασης.
1.α) Υφιστάμενες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ΒΕΠΕ που θεσμοθετήθηκαν με τις διατάξεις του ν. 2545/1997 ή εντάχθηκαν σε αυτόν δυνάμει της παρ. 2 του άρθρου 19 αυτού, οφείλουν να ολοκληρώσουν τις υποδομές τους και τα υπόλοιπα έργα σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2545/1997. Στην περίπτωση αυτή παρέχεται η δυνατότητα υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος νόμου, εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση από το φορέα ίδρυσης της ΒΕΠΕ και πληρούνται οι όροι του παρόντος νόμου.
β) Για τις ΒΕΠΕ αυτές που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο των κοινοτικών επενδυτικών προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως ισχύουν και δεν έχει ανακληθεί η απόφαση έγκρισης με τη σχετική διαπιστωτική απόφαση, οι προθεσμίες του άρθρου 5 παρ. 4 του ν. 2545/1997 προσμετρώνται από την ένταξή τους στο άρθρο 51 του παρόντος. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον εκτιμάται ότι το έργο μπορεί να ολοκληρωθεί μέσα σε πρόσθετη διετή χρονική διάρκεια, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, ύστερα από γνωμοδότηση της Επιτροπής του άρθρου 51 του παρόντος, μπορεί να χορηγείται ανάλογη παράταση.
γ) Οι κοινές υπουργικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί βάσει του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. 2545/1997, για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί η διαπιστωτική απόφαση ανάκλησης του άρθρου 5 παράγραφος 4 εδάφιο 7 του αυτού νόμου εξακολουθούν να ισχύουν για διάρκεια τριών ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον εκτιμάται ότι το έργο μπορεί να ολοκληρωθεί μέσα σε πρόσθετη τριετή χρονική διάρκεια, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, ύστερα από γνωμοδότηση της Επιτροπής του άρθρου 51 του παρόντος νόμου, μπορεί να χορηγείται ανάλογη παράταση.
2. Αιτήσεις για καθορισμό ΒΕΠΕ που υποβλήθηκαν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, για τις οποίες δεν έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες καθορισμού, αξιολογούνται και εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου με τα δικαιολογητικά που έχουν υποβληθεί και τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 3−5 του ν. 2545/1997. Η απόφαση έγκρισης ανάπτυξης του ΕΠ που μπορεί να εκδοθεί δυνάμει της παρ. 1 του άρθρου 47, τάσσει προθεσμία προσκόμισης των δικαιολογητικών των παραγράφων 5γ΄, δ΄, ε΄, ζ΄ και η΄ του άρθρου 46, η οποία δεν πρέπει να υπερβαίνει το ένα έτος. Με την εμπρόθεσμη προσκόμιση των δικαιολογητικών και εφόσον πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 47, τροποποιείται ανάλογα η απόφαση έγκρισης. Άπρακτη πάροδος της προθεσμίας αυτής της παραγράφου συνιστά λόγο αυτοδίκαιης ανάκλησης της απόφασης έγκρισης ανάπτυξης του ΕΠ.
3. Φορείς διοίκησης και διαχείρισης Οργανωμένων Υποδοχέων Μεταποιητικών και Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων που έχουν ήδη συσταθεί, εξακολουθούν να ασκούν τη διοίκηση και διαχείριση. Η υπαγωγή των χώρων αυτών στις διατάξεις του παρόντος νόμου δύναται να γίνει με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας ύστερα από αίτημα του φορέα διαχείρισης. Στην περίπτωση αυτή συντάσσεται και εγκρίνεται νέος Κανονισμός Λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
4. Μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, στους Οργανωμένους Υποδοχείς Μεταποιητικών και Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων του ν. 4458/1965 για τους οποίους δεν έχει εγκριθεί Κανονισμός Λειτουργίας, η ΕΤΒΑ ΒΙΠΕ Α.Ε. σε συνεργασία με τους ιδιοκτήτες γης καταρτίζει Κανονισμό Λειτουργίας και τον υποβάλλει για έγκριση στην αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.
5. Για τους υφιστάμενους κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου Οργανωμένους Υποδοχείς Μεταποιητικών και Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων για τους οποίους δεν έχουν συσταθεί φορείς διαχείρισης, παρέχεται η δυνατότητα υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος μέρους, εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση και πληρούνται οι όροι αυτού του μέρους.
6. Η απαλλαγή από τη διαδικασία προκαταρτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης και αξιολόγησης, από την έκδοση άδειας εγκατάστασης και τα κίνητρα του άρθρου 54 που ισχύουν για τις επιχειρήσεις οι οποίες εγκαθίστανται σε Επιχειρηματικά Πάρκα της παραγράφου 1α−ε΄ του άρθρου 41, ισχύουν και για τις εγκατεστημένες επιχειρήσεις σε όλους τους Οργανωμένους Υποδοχείς Μεταποιητικών και Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων.
7. Οι κοινές υπουργικές αποφάσεις του ν. 2545/1997 που εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης ζ΄ του άρθρου 50 του ν. 2965/2001 όπως ίσχυε, μέχρι τις 11.3.2005, εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την κατάργηση αυτών (των διατάξεων) με το ν. 3325/2005.
8. Οι διατάξεις του π.δ. 4/ 9 Μαρτίου 1932 (κ.ν. 5167/1931) δεν έχουν εφαρμογή στους λιμένες των ΕΠ, καθώς και των ΒΕΠΕ του ν. 2545/1997 και των ΒΙΠΕ του ν. 4458/1965.
9. Οι υφιστάμενες ΒΙΠΕ του ν. 4458/1965 και ΒΕΠΕ του ν. 2545/1997, οι οποίες δεν εντάσσονται, κατά τις παραγράφους 1, 3 και 5, στο νέο νόμο εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις του ν. 4458/1965 και του ν. 2545/1997 αντίστοιχα, καθώς και τις κανονιστικές πράξεις που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση αυτών.
1. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1, 3, 5 και 9 του άρθρου 63 του παρόντος νόμου, τα άρθρα 1 έως 21 του ν. 2545/1997 και οι κανονιστικές αυτού πράξεις:
το π.δ. 214/1999 (Α΄ 183), η με αριθμ. 22303/788/1998 (Β΄ 691) κ.υ.α., όπως τροποποιήθηκε από τη με αριθμό Φ/Α.18/οικ.7402/1022/2010 (Β΄ 1057) κ.υ.α., η με αριθμό Φ.1.2/43030/1641/1998 (Β΄ 1292) υ.α., η με αριθμό Οικ. 10391/425/27.3.1998 (Β΄ 318) κ.υ.α. όπως τροποποιήθηκε από τη με αριθμό Οικ. 26067/1186/1999 (Β΄ 1629) υ.α., η με αριθμό Οικ. 20009/1082/2003 (Β΄ 139) υ.α., η με αριθ. Οικ. 2584/99/2003 (Β΄ 139) υ.α., η με αριθμό Φ/Α/18/ΟΙΚ. 25268/2063/2005 (Β΄ 1628) υ.α., η με αριθμό οικ. 1852/116/5.2.2004 (Β΄ 208), όπως τροποποιήθηκε από τη με
αριθμό Φ/Α/7.0/8987/866/2005 (Β΄ 629) υ.α., τη με αριθμό Φ/Α.18/οικ.20199/1542/2008 (Β΄ 1858) υ.α. και τη με αριθμό Φ/Α.18/3284/299/2008 (Β΄ 530), πλην των διατάξεων των άρθρων 3 παρ.1, άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2, άρθρο 14 και του άρθρου 15 παράγραφοι 1 και 2, στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 29 του ν. 2545/1997, όπως ισχύει και οι οποίες για τις Περιοχές Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (ΠΟΤΑ) του άρθρου 29 του ν. 2545/1997 εξακολουθούν να ισχύουν και να εφαρμόζονται.
2. Οι παρεκκλίσεις στους όρους δόμησης που προβλέπονται για την εκτός σχεδίου πόλεως δόμηση βιομηχανικών εγκαταστάσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του από 24.5.1985 π.δ. (Δ 270/31.5.1985) πλην της παρέκκλισης ύψους και με εξαίρεση τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις για τις οποίες έχει εκδοθεί άδεια εγκατάστασης ή λειτουργίας μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος.
3. Κάθε άλλη διάταξη που αντιβαίνει στις διατάξεις του παρόντος.
Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως:
1) «αναθέτουσες αρχές», οι αναθέτουσες αρχές όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παρ. 1 περίπτωση α΄ του π.δ. 59/2007 (άρθρο 2 παρ.1 στοιχείο α΄ της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ) και στο άρθρο 2 παρ. 9 του π.δ. 60/2007 (άρθρο 1 παρ. 9 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ),
2) «αναθέτοντες φορείς», οι αναθέτοντες φορείς όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παρ. 2 του π.δ. 59/2007 (άρθρο 2 παρ. 2 της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ),
3) «όχημα οδικών μεταφορών», όχημα που υπάγεται στις κατηγορίες των οχημάτων του πίνακα 3 του παραρτήματος του παρόντος.
Εξαιρούνται από τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον παρόντα νόμο συμβάσεις για την αγορά των ακόλουθων οχημάτων, για τα οποία δεν απαιτείται έγκριση τύπου ή μεμονωμένη έγκριση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην κοινή απόφαση 29949/1841/29.9.2009 των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Μεταφορών και Επικοινωνιών (Β΄ 2112):
α) οχημάτων που σχεδιάζονται και κατασκευάζονται για χρήση κυρίως σε εργοτάξια, λατομεία, εγκαταστάσεις λιμένων ή αερολιμένων,
β) οχημάτων που σχεδιάζονται και κατασκευάζονται για χρήση από τις ένοπλες δυνάμεις, την πολιτική άμυνα, την πυροσβεστική υπηρεσία και τις δυνάμεις που είναι υπεύθυνες για την τήρηση της δημόσιας τάξης και
γ) κινητών μηχανημάτων, εφόσον τα οχήματα αυτά μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της ίδιας πιο πάνω κοινής υπουργικής απόφασης.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 16 Ιουνίου 2011
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟI ΥΠΟΥΡΓΟI
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ Ι. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ |
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ |
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ Μ. ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ |
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Κ. ΜΠΙΡΜΠΙΛΗ |
ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Α. ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ |
ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ Δ. ΡΕΠΠΑΣ |
ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ Α. ΛΟΒΕΡΔΟΣ |
ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Κ. ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ |
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ Χ. ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ |
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ Χ. ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ |
ΘΑΛΛΑΣΙΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ, ΝΗΣΩΝ ΚΑΙ ΑΛΙΕΙΑΣ Ι. ΔΙΑΜΑΝΤΙΔΗΣ |
Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ,ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ Σ. ΞΥΝΙΔΗΣ |
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 17 Ιουνίου 2011
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΧAΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ