Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 198Α_1984 | 15.95 MB |
1.1. Εκτός αν ρητά ορίζεται διαφορετικά, το Κεφάλαιο αυτό θα εφαρμόζεται σε πλοία που οι τρόπιδες τους τοποθετήθηκαν ή που ευρίσκοντο σε παρεμφερές στάδιο κατασκευής την ή μετά την 1 Σεπτεμβρίου 1984.
1.2 Για το σκοπό του Κεφαλαίου αυτού ο όρος «παρεμφερές στάδιο κατασκευής» σημαίνει το στάδιο κατά το οποίο:
.1. Αρχίζει η κατασκευή που χαρακτηρίζει συγκεκριμένο πλοίο, και
.2. Η συναρμολόγηση του πλοίου αυτού έχει αρχίσει περιλαμβάνοντας τουλάχιστο 50 τόννους η 1% της προβλεπόμενης μάζας όλων των κατασκευαστικών υλικών, οποιοδήποτε είναι μικρότερο.
1.3. Για το σκοπό του Κεφαλαίου αυτού:
.1. Ο «όρος πλοία που έχουν κατασκευασθεί» σημαίνει «πλοία που οι τροπιδές τους τοποθετήθηκαν ή που ευρίσκοντο : σε παρεμφερές στάδιο κατασκευής».
.2.όρος τα πλοία» σημαίνει «πλοία πού. έχουν κατασκευασθεί πριν, την ή μετά την 1 Σεπτεμβρίου 1984».
.3. Ένα φορτηγό πλοίο, ανεξάρτητα από την ημερομηνία ναυπήγησής του που μετασκευάζεται σε επιβατηγό πλοίο, θα θεωρείται σαν επιβατηγό πλοίο που έχει κατασκευασθεί την ημερομηνία που αρχίζει η μετασκευή αυτή.
2. Εκτός αν ρητά ορίζεται διαφορετικά:
.1. Για πλοία που έχουν κατασκευασθεί πριν από την 1 Σεπτεμβρίου 1984 η Αρχή θα εξασφαλίζει ότι, με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2,2, πληρούνται οι απαιτήσεις του Κεφαλαίου II - I της Διεθνούς Σύμβασις για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη θάλασσα 1974* που έχουν εφαρμογή στα νέα ή υπάρχοντα πλοία όπως ορίζονται στο Κεφάλαιο εκείνο.
.2. Για δεξαμενόπλοια που έχουν κατασκευασθεί πριν από την 1 Σεπτεμβρίου 1984 η Αρχή θα εξασφαλίζει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του Κεφαλαίου II -1 του Παραρτήματος του Πρωτοκόλλου 1978 που αναφέρεται στην Διεθνή Σύμβαση για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη θάλασσα, 1974, όπως τροποποιήθηκε το 1981, που έχουν εφαρμογή στα νέα ή υπάρχοντα πλοία, όπως ορίζονται στο Κεφάλαιο εκείνο.
.3. Όλα τα πλοία στα οποία εκτελούνται επισκευές, μετασκευές, μετατροπές και σχετικοί εξοπλισμοί πρέπει να συνεχίσουν να συμμορφώνονται τουλάχιστον με τις απαιτήσεις που είχαν προηγουμένως εφαρμογή στα πλοία αυτά. Τέτοια πλοία αν έχουν κατασκευασθεί πριν από την 1η Σεπτεμβρίου 1984 πρέπει κατά κανόνα, να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις για πλοία που έχουν κατασκευασθεί την η μετά την ημερομηνία αυτή, στην ίδια τουλάχιστον έκταση που συμμορφωνόντουσαν πριν υποστούν τέτοιες επισκευές, μετασκευές, μετατροπές ή εξοπλισμούς. Επισκευές μετασκευές και μετατροπές ευρείας έκτασης και σχετικοί εξοπλισμοί, πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις για πλοία που έχουν κατασκευασθεί την ή μετά την 1 Σεπτεμβρίου 1984 σε τόση έκταση όση η Αρχή κρίνει λογική και πρακτική.
4. Η Αρχή ενός Κράτους μπορεί, εάν κρίνει ότι η προασπισμένη φύση και οι συνθήκες του ταξιδιού είναι τέτοιες που θα καθιστούν την εφαρμογή οποιωνδήποτε συγκεκριμένων απαιτήσεων του Κεφαλαίου αυτού παράλογη ή μη αναγκαία, να εξαιρέσει από τις απαιτήσεις αυτές συγκεκριμένα πλοία ή κατηγορίες πλοίων που έχουν το δικαίωμα να φέρουν την σημαία αυτού του κράτους, εφ’ όσον κατά πορεία του ταξιδιού του, δεν απομακρύνονται περισσότερο από 20 μιλιά από τη πλησιέστερη ξηρά.
5. Κάθε επιβατηγό πλοίο που επιτρέπεται, σύμφωνα με τον Κανονισμό ΙΙΙ/27(γ) να φέρει αριθμό ατόμων μεγαλύτερο από τη χωρητικότητα των σωσιβίων λέμβων που διαθέτει, πρέπει να συμμορφώνεται με τους ειδικούς κανόνες υποδιαίρεσης πού περιέχονται στον Κανονισμό 6.5 και τις σχετικές ειδικές διατάξεις που αναφέρονται στην διαπερατότητα του Κανονισμού 5.4, εκτός αν η Αρχή, αφού λάβει υπόψη, την φύση και τις συνθήκες του ταξιδιού, θεωρήσει επαρκή την συμμόρφωση με τις άλλες διατάξεις των Κανονισμών αυτού του Κεφαλαίου και του Κεφαλαίου 11-2.
6. Στην περίπτωση επιβατηγών πλοίων που χρησιμοποιούνται σε ταξίδια για την μεταφορά μεγάλου αριθμού επιβατών ειδικών μεταφορών, όπως οι μεταφορές προσκυνητών, η Αρχή του Κράτους του οποίου την σημαία τέτοια πλοία έχουν το δικαίωμα να φέρουν, αν κρίνει ότι δεν είναι πρακτικά δυνατό να επιβάλει συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του Κεφαλαίου αυτού μπορεί να εξαιρέσει τέτοια πλοία, από εκείνες τις απαιτήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι συμμορφώνονται πλήρως με τις διατάξεις:
.1. Των Κανονισμών που επισυνάπτονται στην Συμφωνία επιβατηγών πλοίων Ειδικών Μεταφορών, 1971 και
.2. Των Κανονισμών που επισυνάπτονται στο Πρωτόκολλο περί Απαιτήσεων Χώρων για επιβατηγά πλοία Ειδικών Μεταφορών, 1973.
* Το κείμενο όπως υιοθετήθηκε από την Διεθνή Διάσκεψη για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα 1974.
Για τους σκοπούς (αυτού του Κεφαλαίου, εκτός αν ρητά ορίζεται διαφορετικά: .
1.1 «Εμφορτή ίσαλός γραμμή υποδιαίρεσης», είναι η ίσαλος γραμμή που λαμβάνεται. υπ’ όψή κατά τον προσδιορισμό της υποδιαίρεσής του πλοίου.
1.2 «Ανώτατη έμφορτη ίσαλος γραμμή υποδιαίρεσης» είναι η ίσαλος γραμμή που αντιστοιχεί στο μέγιστο βύθισμα που επιτρέπεται από τις εφαρμοζόμενες απαιτήσεις υποδιαίρεσης.
.2. «Μήκος του πλοίου» είναι το μήκος που μετράται μεταξύ καθέτων που φέρονται στα άκρα της ανώτατης έμφορτης ισάλου γραμμής υποδιαίρεσης.
.3. «Πλάτος του πλοίου» είναι το μέγιστο πλάτος εξωτερικά από τους νομείς, που μετράται στην ή κάτω από την ανώτατη έμφορτο ίσαλο γραμμή υποδιαίρεσης.
.4. «Βύθισμα» είναι η κατακόρυφη απόσταση στο μέσο του πλοίου μετράται από την άνω όψη της τρόπιδας μέχρι την έμφορτη ίσαλο γραμμή υποδιαίρεσης.
.5. «Κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων» είναι το ανώτατο κατάστρωμα μέχρι το οποίο φθάνουν τα εγκάρσια στεγανά διαφράγματα.
.6. «Γραμμή ορίου βύθισης» είναι μία γραμμή που χαράσσεται τουλάχιστο 76 χιλιοστόμετρα κάτω από την άνω επιφάνεια του καταστρώματος στεγανών διαφραγμάτων στην πλευρά του πλοίου.
.7. «Διαχωρητότητα ενός χώρου» είναι το εκατοστιαίο ποσοστό του χώρου αυτού που μπορεί να καταληφθεί από νερό. Ο όγκος ενός χώρους που εκτείνεται πάνω από τη γραμμή ορίου βύθισης θα μετράται μόνο μέχρι το ύψος της γραμμής αυτής.
.8. Ως «χώρος μηχανών» λαμβάνεται ο χώρος που εκτείνεται από την άνω όψη της τρόπιδας μέχρι τη γραμμή ορίου βύθισης και μεταξύ των ακραίων κύριων εγκαρσίων στεγανών διαφραγμάτων που αποτελούν τα όρια των χώρων που περιέχουν τις κύριες και βοηθητικές μηχανές πρόωσης, τους λέβητες που εξυπηρετούν ανάγκες πρόωσης και όλες τις μόνιμες αποθήκες γαιανθράκων. Στην περίπτωση ασυνήθιστης διάταξης, των χώρων, η Αρχή μπορεί να ορίζει τα όρια των χώρων μηχανών.
.9. «Χώροι επιβατών» είναι οι χώροι που προορίζονται για την ενδιαίτηση και χρήση των επιβατών, εκτός από τους χώρους αποσκευών, αποθηκών, τροφαποθηκών και χώρων ταχυδρομείου; Για τους σκοπούς των Κανονισμών 5 και 6, χώροι κάτω από τη γραμμή ορίου βύθισης που προορίζονται για ενδιαίτηση και χρήση του πληρώματος θα θεωρούνται σαν χώροι επιβατών.
.10. Σε όλες τις περιπτώσεις οι όγκοι και οι επιφάνειες θα υπολογίζονται μέχρι τις γραμμές του πλοίου εξωτερικά από τους νομείς και τα ζυγά.
.11. «Καιροστεγές» σημαίνει ότι, σε οποιαδήποτε κατάσταση θάλασσας, δεν θα συμβεί είσοδος νερού στο πλοίο.
Για τους σκοπούς των Μερών Γ, Δ και Ε εκτός αν ρητά ορίζεται διαφορετικά:
1. «Σύστημα ελέγχου μηχανισμού πηδάλιου» είναι οι συσκευές με τις οποίες μεταδίδονται εντολές από την γέφυρα ναυσιπλοίας στις μηχανοκίνητες μονάδες του μηχανισμού πηδαλίου. Τα συστήματα ελέγχου μηχανισμού πηδαλίου περιλαμβάνουν πομπούς, δέκτες, υδραυλικές αντλίες ελέγχου και τους σχετικούς κινητήρες, διατάξεις ελέγχου κινητήρων, σωληνώσεις και καλωδιώσεις.
2. «Κύριος μηχανισμός πηδαλίου» είναι τα μηχανήματα, οι διατάξεις ενεργοποίησης του πηδαλίου οι μηχανοκίνητες μονάδες μηχανισμού πηδαλίου, αν υπάρχουν, και οι μηχανοκίνητες μονάδες μηχανισμού, αν υπάρχουν, και οι βοηθητικές συσκευές και τα μέσα για την εφαρμογή ροπής στον κορμό του πηδαλίου (π.χ. οίακας ή τόξο πηδαλίου) αναγκαία για την πραγματοποίηση κίνησης πηδαλίου με σκοπό την πηδαλιούχηση του πλοίου σε κανονικές συνθήκες λειτουργίας.
3. «Μηχανοκίνητη μονάδα μηχανισμού πηδαλίου» είναι:
.1. Στην περίπτωσή ηλεκτρικού μηχανισμού πηδαλίου, ένας ηλεκτρικός κινητήρας και τα σχετικά ηλεκτρικά εξαρτημάτά του.
.2. Στην περίπτωση ηλεκτροΰδραυλικού μηχανισμού πηδαλίου ένας ηλεκτρικός κινητήρας και τα σχετικά ηλεκτρικά εξαρτήματα του και η συνδεδεμένη αντλία.
.3. Στην περίπτωσή άλλου υδραυλικού μηχανισμού πηδαλίου, μια κινητήρια μηχανή κα η συνδεδεμένη αντλία.
4. «Βοηθητικός μηχανισμός πηδαλίου» είναι οι συσκευές, εκτός από οποιοδήποτε μέρος του κύριου μηχανισμού πηδαλίου, οι αναγκαίες για την πηδαλιούχηση του πλοίου όμως να περιλαμβάνονται ο οίακας και το τόξο πηδαλίου ή εξαρτήματα που εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό.
5. «Κατάσταση κανονικής λειτουργίας και διαβίωσης» είναι μία κατάσταση στην οποία το πλοίο σαν σύνολο, τα μηχανήματα, οι υπηρεσίες τα μέσα και βοηθήματα που εξασφαλίζουν την πρόωση, η ικανότητα για πηδαλιούχηση, η ασφαλής ναυσιπλοΐα, η ασφάλεια έναντι πυρκαϊάς και κατάκλυσης εσωτερικές επικοινωνίες και σήματα, τα μέσα διαφυγής και τα βαρούλκα λέμβων ανάγκης καθώς και οι σχεδιασμένες άνετες συνθήκες διαβίωσης είναι σε κατάσταση λειτουργίας και εργάζονται κανονικά.
6. «Κατάσταση ανάγκης» είναι μία κατάσταση στην οποία οποιεσδήποτε υπηρεσίες που απαιτούνται για κανονική λειτουργία και διαβίωση δεν είναι σε κατάσταση λειτουργίας λόγω βλάβης της κύριας πηγής ηλεκτρικής ενέργειας.
7. «Κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας» είναι μία πηγή προορισμένη να παρέχει ηλεκτρική ενέργεια στον κύριο ηλεκτρικό πίνακα για διανομή σε όλες τις αναγκαίες υπηρεσίες για τη διατήρηση του πλοίου σε κατάσταση κανονικής λειτουργίας και διαβίωσης.
8. «Κατάσταση νεκρού πλοίου» είναι ή κατάσταση κατά την οποία η κύρια εγκατάσταση πρόωσης, οι λέβητες και τα βοηθητικά μηχανήματα δεν λειτουργούν λόγω έλλειψης ισχύος.
9. «Κύριος ηλεκτροπαραγωγός σταθμός» είναι ο χώρος στον οποίο ευρίσκεται η κύριά πηγή ηλεκτρικής ενέργειας.
10. «Κύριος ηλεκτρικός πίνακας» είναι ένας ηλεκτρικός πίνακας που τροφοδοτείται απ' εyθείας από την κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας και αποσκοπεί στη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας στις υπηρεσίες του πλοίου.
11. «Ηλεκτρικός πίνακας ανάγκης» είναι ένας ηλεκτρικός πίνακας που σε περίπτωση βλάβης του κύριου συστήματος παροχής ηλεκτρικής ενεργείας τροφοδοτείται απ’ ευθείας από τη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης ή από τη μεταβατική πηγή της ενέργειας ανάγκης και αποσκοπεί στη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας στις υπηρεσίες ανάγκης.
12. «Πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης» είναι πηγή ηλεκτρικής ενέργειας που αποσκοπεί στην τροφοδότηση του ηλεκτρικού πίνακα ανάγκης σε περίπτωση βλάβης, της τροφοδότησης από κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας.
13. «Μηχανοκίνητο Σύστημα μετάδοσης κίνησης» είναι ο υδραυλικός εξοπλισμός που διατίθεται για την παροχή ισχύος για τη στρέψη ίου κορμού του πηδαλίου, περιλαμβανομένων μιας ή περισσοτέρων μηχανοκινήτων μονάδων μηχανισμού πηδαλίου μαζί με τις σχετικές σωληνώσεις και εξαρτήματα και μια διάταξη ενεργοποίησης πηδαλίου. Τα μηχανοκίνητα συστήματα ενεργοποίησης μπορεί να έχουν κοινά μηχανικά εξαρτήματα π.χ. οίακα, τόξο πηδάλιου και κορμό πηδαλίου, ή εξαρτήματα που εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό.
14. «Μέγιστη υπηρεσιακή ταχύτητα πρόωσης» είναι η μέγιστη ταχύτητα την οποία το πλοίο είναι σχεδιασμένο να διατηρεί κατά την πλεύση του στη θάλασσα στο μέγιστο βύθισμα πλεύσης.
15. «Μέγιστη ταχύτητα αναπόδισης» είναι η ταχύτητα που εκτιμάται ότι το πλοίο μπορεί να επιτύχει στη μέγιστη προς τα πίσω ισχύ σχεδίασης στο μέγιστο βύθισμα πλεύσης.
16. «Χώροι μηχανών» είναι όλοι οι χώροι μηχανών Κατηγορίας «Λ» και όλοι οι άλλοι χώροι που περιέχουν μηχανές πρόωσης, λέβητες, μονάδες καύσιμου πετρελαίου, μηχανές ατμού και εσωτερικής καύσης, γεννήτριες και μεγάλες ηλεκτρικές μηχανές, σταθμούς παραλαβής πετρελαίου, ψυκτικά μηχανήματα, σταθεροτήρες, μηχανήματα αερισμού και κλιματισμού, και παρόμοιοι χώροι και οχετοί προς τέτοιους χώρους.
17. «Χώροι μηχανών Κατηγορίας Α» είναι εκείνοι οι χώροι και οχετοί προς τέτοιους χώρους, που περιέχουν:
.1. Μηχανές εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιούνται για κύρια πρόωση ή
.2. Μηχανές εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιούνται για σκοπούς άλλους από την κύρια πρόωση όπου τέτοιες μηχανές έχουν αθροιστικά συνολική ισχύ εξόδου όχι μικρότερη από 375 KW ή
.3. Οποιοδήποτε πετρελαιολέβητα ή μονάδα καυσίμου πετρελαίου.
18. «Σταθμοί ελέγχου» είναι οι χώροι στους οποίους ευρίσκονται ο ασύρματος του πλοίου ή τα όργανα ναυσιπλοΐας ή η πηγή ενέργειας ανάγκης ή όπου είναι συγκεντρωμένες οι συσκευές καταγραφής ή, ελέγχου πυρκαϊάς.
19. «Χημικό δεξαμενόπλοιο» είναι ένα φορτηγό πλοίο που κατασκευάσθηκε ή προσαρμόσθηκε και χρησιμοποιείται για τη μεταφορά χύμα οποιοσδήποτε υγρού προϊόντος που είναι καταχωρημένο στην περίληψη των ελάχιστων απαιτήσεων του Κώδικα για την Κατασκευή και εξοπλισμό των Πλοίων που Μεταφέρουν Επικίνδυνα Χημικά Χύμα που πρόκειται να υιοθετηθή από την Επιτροπή Ναυτικής Ασφάλειας υπό την εξουσιοδότηση της Συνέλευσης του Οργανισμού που παρέχεται από την απόφαση A 490 (XII), που στο εξής θα αναφέρεται σαν «Κώδικας Χημικών χύμα» όπως μπορεί να τροποποιηθεί από τον Οργανισμό, ή οποιαδήποτε υγρή ουσία καταχωρημένη ή προσωρινά καθορισμένη σαν κατηγορία Α,Β ή Γ στο Προσάρτημα II του Παραρτήματος II της Διεθνούς Σύμβασης για την Αποφυγή Ρύπανσης από Πλοία που ισχύει.
20. «Υγραεριοφόρο» είναι ένα φορτηγό πλοίο που κατασκευάσθηκε ή προσαρμόσθηκε και χρησιμοποιείται για τη μεταφορά χύμα οποιοσδήποτε υγροποιημένου αερίου ή άλλης ουσίας, καταχωρημένων στο Κεφάλαιο XIX του Κώδικα για τη Κατασκευή και Εξοπλισμό των πλοίων που μεταφέρουν Υγροποιημένα Αέρια Χύμα υιοθετημένου από τη Συνέλευση του Οργανισμού με την απόφαση A 328 (IX), που στο εξής θα αναφέρεται σαν «Κώδικας Υγραεριοφόρων» όπως έχει ή μπορεί να τροποποιηθεί από τον Οργανισμό.
21. «Νεκρό βάρος» είναι η διαφορά σε τόννους μεταξύ του εκτοπίσματος ενός πλοίου σε νερό ειδικού βάρους 1,025 στην έμφορτη γραμμή ισάλου που αντιστοιχεί στο καθορισμένο ύψος εξάλων θέρους και του άφορτου εκτοπίσματος του πλοίου.
22. «'Αφορτο εκτόπισμα» είναι το εκτόπισμα ενός πλοίου σε τόννους χωρίς φορτίο kαύσιμα, λιπαντικά, θαλασσέρμα πόσιμo και τροφoδοτικό νερό στις δεξαμενές, αναλώσιμα υλικά, και επιβάτες και πλήρωμα και τα προσωπικά τους είδη.
1. Το κατακλύσιμο μήκος σε οποιοδήποτε σημείο του μήκους του πλοίου, θα καθορίζεται με μέθοδο υπολογισμού, που λαμβάνει υπόψη το σχήμα, το βύθισμα και άλλα χαρακτηριστικά του εξεταζόμενου πλοίου.
2. Σε πλοίο με συνεχές κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων, το κατακλύσιμο μήκος σε δεσμένο σημείο είναι το μέγιστο τμήμα τού μήκους του πλοίου, που έχοντας μέσο το σημείο αυτό, μπορεί να κατακλυσθεί με τις συγκεκριμένες παραδοχές που καθορίζονται στον κανονισμό 5, χωρίς το πλοίο να βυθισθεί κάτω από τη γραμμή ορίου βύθισης.
.1. Στην περίπτωση πλοίου χωρίς συνεχές κατάστρωμα στεγανών διαταφραγμάτων το κατακλύσιμο μήκος σε οποιοδήποτε σημείο δεν θα ευρίσκεται σε απόσταση μικρότερη από 76 ΜΜ κάτω από το άνω μέρος του καταστρώματος (στη πλευρά) μέχρι το οποίο τα εξεταζόμενα στεγανά διαφράγματα και το εξωτερικό περίβλημα του σκάφους διατηρούνται στεγανά.
.2. Όπου ένα τμήμα της υποθετικής γραμμής ορίου βύθισης είναι αισθητά κάτω από το κατάστρωμα μέχρι το οποίο εκτείνονται τα στεγανά διαφράγματα, η Αρχή μπορεί να επιτρέψει περιωρισμένη απόκλιση στη στεγανότητα των τμημάτων εκείνων των διαφραγμάτων που βρίσκονται πάνω από τη γραμμή ορίου βύθισης και αμέσως κάτω από το ανώτερο κατάστρωμα.
1. Όταν σ’ ένα τμήμα ή τμήματα του πλοίου, τα στεγανά διαφράγματα εκτείνονται μέχρις ενός υψηλότερου καταστρώματος απ’ ότι στα υπόλοιπα τμήματα του πλοίου και είναι επιθυμητό να γίνει επωφελής χρήση τής υψηλότερης αυτής επέκτασης των διαφραγμάτων κατά τον υπολογισμό του κατακλύσιμου μήκους μπορεί να χρησιμοποιηθούν. ξεχωριστές γραμμές ορίου βύθισής για κάθε ένα τέτοιο τμήμα του πλοίου, υπό την προϋπόθεση ότι:
.1. Οι πλευρές τού πλοίου εκτείνονται καθ’ όλο το μήκος του πλοίου μέχρι το. κατάστρωμα που αντιστοιχεί στην ανώτερη γραμμή ορίου βύθισης και όλα τα ανοίγματα στο εξωτερικό περίβλημα κάτω από το κατάστρωμα αυτό καθ’ όλο το μήκος του πλοίου, θεωρούνται ότι ευρίσκονται κάτω από τη γραμμή ορίου βύθισης για τους σκοπούς του Κανονισμού 17, και
.2. Τα δύο παρακείμενα διαμερίσματα στη βαθμίδα του καταστρώματος στεγανών διαφραγμάτων είναι καθένα μέσα στα όρια του επιτρεπόμενου μήκους που ανταποκρίνεται στις αντίστοιχες γραμμές ορίου βύθισης και επιπρόσθετα, το συνδυασμένο μήκος τους δεν υπερβαίνει το διπλάσιο του επιτρεπόμενου μήκους με βάση την κατώτερη γραμμή ορίου βύθισης.
2.1. Ένα διαμέρισμα μπορεί να έχει μήκος που να υπερβαίνει το επιτρεπόμενο μήκος που ορίζεται από τις διατάξεις του Κανονισμού 6, με την προϋπόθεση ότι το συνδυασμένο μήκος κάθε ζεύγους παρακειμένων διαμερισμάτων προς τα οποία το διαμέρισμα αυτό συνορεύει δεν υπερβαίνει το κατακλύσιμο μήκος ή το διπλάσιο του επιτρεπόμενου μήκους, οποιοδήποτε είναι μικρότερο. .
2.2. Αν το ένα από τα δύο παρακείμενα διαμερίσματα ευρίσκεται μέσα στο χώρο μηχανών και το δεύτερο ευρίσκεται έξω από το χώρο μηχανών και η μέση διαχωρητότητα του τμήματος του πλοίου στο οποίο ευρίσκεται το δεύτερο διαμέρισμα διαφέρει αυτής του χώρου μηχανών, το συνδυασμένο μήκος των δύο διαμερισμάτων θα προσαρμόζεται στη μέση διαχωρητότητα των δύο τμημάτων του πλοίου στα οποία ευρίσκονται τα δύο διαμερίσματα.
2.3. Όπου τα δύο παρακείμενα διαμερίσματα έχουν διαφορετικούς συντελεστές υποδιαίρεσης, το συνδυασμένο μήκος των δύο διαμερισμάτων θα προσδιορίζεται αναλογικά.
3. Σε πλοία μήκους 100 μέτρων και άνω ένα από τα κύρια, εγκάρσια διαφράγματα πρυμναίως της πρωραίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης, θα τοποθετείται σε απόσταση από τη πρωραία κάθετο, όχι μεγαλύτερη από το επιτρεπόμενο μήκος.
4. Ένα κύριο εγκάρσιο διάφραγμα μπορεί να έχει εσοχή, με τη προϋπόθεση ότι όλα τα τμήματα τής εσοχής ευρίσκονται εσωτερικά κατακορύφων επιφανειών και στις δύο· πλευρές του πλοίου, που απέχουν από τα ελάσματα του περιβλήματος απόσταση ίση προς το ένα' πέμπτο του πλάτους του πλοίου, όπως ορίζεται στον Κανονισμό 2 μετρούμενη κάθετα προς την κεντρική γραμμή στο ύψος της ανώτατης έμφορτης ισάλου γραμμής υποδιαίρεσης. Οποιοδήποτε μέρος εσοχής που ευρίσκεται έξω απ’ αυτά τα όρια θα θεωρείται σαν βαθμίδα σύμφωνα με την παρ, 5.
5. Κύριο εγκάρσιο, διάφραγμα μπορεί να σχηματίζει βαθμίδα υπό τον όρο ότι πληροί μια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
.1. Το συνδυασμένο μήκος των δύο διαμερισμάτων, πού χωρίζονται από το διάφραγμα αυτό δεν υπερβαίνει είτε τα 90% του κατακλύσιμου μήκους ή το διπλάσιο του επιτρεπόμενου μήκους με την εξαίρεση ότι σε πλοία με συντελεστή υποδιαίρεσης, μεγαλύτερο από 0,9 το συνδυασμένο μήκος των δύο εξεταζομένων διαμερισμάτων δεν υπερβαίνει το επιτρεπόμενο μήκος.
.2. Προβλέπεται πρόσθετη υποδιαίρεση στην περιοχή της βαθμίδας ώστε να διατηρείται το ίδιο επίπεδο ασφάλειας όπως εκείνο που εξασφαλίζεται με ένα επίπεδο διάφραγμα.
.3. Το διαμέρισμα πάνω από το οποίο εκτείνεται η βαθμίδα, δεν υπερβαίνει το επιτρεπόμενο μήκος που αντιστοιχεί σε μία γραμμή ορίου βύθισης που λαμβάνεται 76 χιλιοστόμετρα κάτω από τη βαθμίδα.
.6. Όπου ένα κύριο εγκάρσιο διάφραγμα σχηματίζει εσοχή ή βαθμίδα θα λαμβάνεται ένα ισοδύναμο επίπεδο διάφραγμα κατά τον προσδιορισμό της υποδιαίρεσης.
.7. Αν η απόσταση μεταξύ δύο παρακειμένων κύριων εγκάρσιων διαφραγμάτων ή των ισοδυνάμων επιπέδων διαφραγμάτων, ή η απόσταση μεταξύ των εγκάρσιων επιπέδων που διέρχονται από τα πλησιέστερα σημεία των βαθμίδων των διαφραγμάτων είναι μικρότερη από 3,0 μέτρα συν 3% του μήκους του πλοίου, ή από 11,0 μέτρα, οποιοδήποτε είναι το μικρότερο τότε ένα μόνο από αυτά τα διαφράγματα θα θεωρείται ότι αποτελεί μέρος της υποδιαίρεσης του πλοίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 6.
.8. Όπου ένα' κύριο εγκάρσιο στεγανό διαμέρισμα περιέχει τοπική υποδιαίρεση και μπορεί να αποδειχθεί κατά τρόπο που να ικανοποιεί την Αρχή ότι, μετά από οποιαδήποτε υποθετική πλευρική βλάβη που εκτείνεται σε μήκος 3,0 μέτρων συν 3% του μήκους του πλοίου ή 11,0 μέτρων οποιοδήποτε είναι μικρότερο, ο συνολικός όγκος του κύριου διαμερίσματος .δεν θα κατακλυσθεί, μπορεί να επιτραπεί ανάλογη επαύξηση του επιτρεπόμενου μήκους, το οποίο διαφορετικά θα απαιτείτο γι’ αυτό το διαμέρισμα. Σ’, αυτή τη περίπτωση ο όγκος της πραγματικής άντωσης, που λαμβάνεται στη πλευρά χωρίς βλάβη δεν θα είναι μεγαλύτερος από τον όγκο που λαμβάνεται στη πλευρά της βλάβης.
9. Όπου ο απαιτούμενος συντελεστής υποδιαίρεσης είναι 0,50 ή μικρότερος το συνδυασμένο μήκος οποιωνδήποτε δύο παρακείμενων διαμερισμάτων δεν θα υπερβαίνει το κατακλύσιμο μήκος.
1.1. Πρέπει να προβλέπεται επαρκής ευστάθεια στην άθικτη κατάσταση σε όλες τις συνθήκες υπηρεσίας ώστε το πλοίο να μπορεί να αντιμετωπίζει το τελικό στάδιο κατάκλυσης οποιουδήποτε κύριου διαμερίσματος τού οποίου το μήκος απαιτείται να μη υπερβαίνει το κατακλύσιμο μήκος.
1.2. Όπου δύο παρακείμενα κύρια διαμερίσματα χωρίζονται με διάφραγμα που σχηματίζει βαθμίδα υπό τις προϋποθέσεις του Κανονισμού 7.5.1. η ευστάθεια στην άθικτη κατάσταση θα είναι επαρκής να αντέξει την κατάκλυση των δύο αυτών παρακείμενων κύριων διαμερισμάτων.
1.3. Όπου, ο απαιτούμενος συντελεστής υποδιαίρεσης είναι 0,50 ή μικρότερος, αλλά μεγαλύτερος από 0,33 η ευστάθεια στην άθικτη κατάσταση θα είναι επαρκής να αντέξει την κατάκλυση δύο οποιωνδήποτε παρακείμενων κύριων διαμερισμάτων.
1.4. Όπου ο απαιτούμενος συντελεστής υποδιαίρεσης είναι 0,33 ή μικρότερος η ευστάθεια στην άθικτη κατάσταση θα είναι επαρκής να αντέξει την κατάκλυση οποιωνδήποτε τριών παρακείμενων κύριων διαμερισμάτων.
2.1. Οι απαιτήσεις της παρ. 1 θα καθορίζονται με υπολογισμούς σύμφωνα με τις πάρ. 3, 4 και 6 που λαμβάνουν υπόψη τις αναλογίες με και τα. χαρακτηριστικά σχεδίασης του πλοίου καθώς και τη διάταξη και διαμόρφωση των διαμερισμάτων που έπαθαν βλάβη. Κατά την εκτέλεση των υπολογισμών αυτών το πλοίο πρέπει να θεωρείται ότι ευρίσκεται υπό. τις χειρότερες αναμενόμενες συνθήκες υπηρεσίας από άποψη ευστάθειας;
2.2. Όπου προτείνεται η εγκατάσταση καταστρωμάτων, εσωτερικών περιβλημάτων ή διαμηκών διαφραγμάτων επαρκούς στεγανότητας για τον σημαντικό περιορισμό της ροής νερού, οι περιορισμοί αυτοί θα λαμβάνονται κατάλληλα υπόψη κατά τους υπολογισμούς, κατά τρόπο πού να ικανοποιείται η Αρχή.
2.3. Στις περιπτώσεις που ή Αρχή έχει αμφιβολίες ως προς την έκταση της ευστάθειας στην κατάσταση βλάβης, μπορεί να ζητήσει την έρευνα του θέματος αυτού.
3. Για τον υπολογισμό της ευστάθειας σε περίπτωση βλάβης, οι διαχωρητότητες όγκου και επιφάνειας θα είναι γενικά οι εξής:
* Όποιοδήποτε έχει σαν αποτέλεσμα αυστηρότερες απαιτήσεις.
Μεγαλύτερες διαχωρητότητες επιφάνειας θα λαμβάνονται για τους χώρους οι. οποίοι, στην περιοχή της επιφάνειας του νερού στο σημείο της ζημιάς δεν περιέχουν σημαντική ποσότητα ενδιαιτημάτων ή μηχανημάτων και για τους χώρους που δεν. καταλαμβάνονται γενικά από σημαντικές ποσότητες φορτίου ή εφοδίων.
4. Η υποθετική έκταση βλάβης θα είναι ως εξής:
.1. Διαμήκης έκταση: 3,0 μέτρα σύν 3% του μήκους του πλοίου ή 11,0.μέτρα, οποιοδήποτε είναι μικρότερο. Όπου ο απαιτούμενος συντελεστής υποδιαίρεσης είναι 0,33 ή μικρότερος, η υποθετική έκταση της βλάβης θα αυξάνεται όσο χρειάζεται ώστε να περιλάβει' οποιαδήποτε δύο διαδοχικά κύρια εγκάρσιά στεγανά διαφράγματα.
.2. Εγκάρσια έκταση (μετρούμενη από το εσωτερικό της πλευράς του πλοίου, ορθογώνια προς .την κεντρική γραμμή στο ύψος της ανώ¬τατης .έμφορτής ισάλου γραμμής υποδιαίρεσης): Απόσταση ίση προς το ένα πέμπτο του πλάτους του πλοίου, όπως τούτο καθορίζεται στον Κανονισμό 2, και
.3. Κάθετη έκταση από την βασική γραμμή προς τα άνω απεριόριστα.
4. Αν οποιαδήποτε) βλάβη μικρότερης έκτασης από εκείνη που 'αναφέρεται στις παραγράφους 4.1, 4.2 και 4.3 θα είχε σαν αποτέλεσμα σοβαρότερη κατάσταση. από άποψη πλευρικής κλίσης ή απώλειας του μετακεντρικού ύψους η βλάβη αυτή θα λαμβάνεται υπ’ όψη κατά τους υπολογισμούς.
5. Η ασύμμετρη κατάκλυση θα διατηρείται στο ελάχιστο με αποτελεσματικές διατάξεις. Όπου είναι αναγκαία η διόρθωση μεγάλων γωνιών εγκάρσιας κλίσης, τα αποδεκτά μέσα για την επαναφορά πρέπει, όπου είναι πρακτικά, δυνατό, να είναι αυτόματα, αλλά οπωσδήποτε όπου προβλέπονται μέσα ελέγχου των διατάξεων αντίρροπης κατάκλυσης αυτά θα χειρίζονται πάνω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων. Οι διατάξεις αυτές μαζί με τα μέσα ελέγχου των καθώς και η μεγίστη πλευρική κλίση του πλοίου πριν από την επαναφορά θα είναι αποδεκτές από την Αρχή. Όπου απαιτούνται διατάξεις αντίρροπης κατάκλυσης ο χρόνος επαναφοράς δεν θα υπερβαίνει τα 15 πρώτα λεπτά. Κατάλληλες οδηγίες σχετικά με την χρήση των διατάξεων αντίρροπης, κατάκλυσης θα χορηγούνται στον Πλοίαρχο τού πλοίου*.
6. Η τελική κατάσταση του πλοίου μετά τη βλάβη και, στην περίπτωση ασύμμετρης κατάκλυσης, μετά την λήψη των μέτρων επαναφοράς, θα είναι ως εξής:
7. Στην περίπτωση συμμετρικής κατάκλυσης, πρέπει να υπάρχει ένα απομένον θετικό μετακεντρικό ύψος τουλάχιστο 50 χιλιοστομέτρων όπως υπολογίζεται με τη μέθοδο σταθερού εκτοπίσματος.
8. Στην περίπτωση ασύμμετρης κατάκλυσης η συνολική κλίσή δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 7° με την εξαίρεση ότι σε ειδικές περιπτώσεις η Αρχή μπορεί να επιτρέψει πρόσθετη κλίση λόγω ασύμμετρης ροπής, αλλά σε καμιά περίπτωση η τελική κλίση θα υπερβεί τις 15°.
9. Σε καμιά περίπτωση η γραμμή ορίου βύθισης θα βυθισθεί κατά το τελικό στάδιο κατάκλυσης. Αν θεωρηθεί ότι η γραμμή ορίου βύθισης μπορεί να βυθισθεί σ’ ένα ενδιάμεσό στάδιο κατάκλυσης η Αρχή μπορεί να απαιτήσει όσες έρευνες και διατάξεις θεωρεί αναγκαίες για την ασφάλεια του πλοίου.
7. Ο πλοίαρχός του πλοίου θα εφοδιάζεται με τα απαραίτητα στοιχεία ώστε να διατηρεί κατά τις συνθήκες υπηρεσίας επαρκή ευστάθεια στην άθικτη κατάσταση που να επιτρέπει στο πλοίο να αντέξει την επικίνδυνη βλάβη. Στην περίπτωση πλοίων που απαιτούν αντίρροπη κατάκλυση, ο πλοίαρχός του πλοίου θα ενημερώνεται για τις συνθήκες ευστάθειας στις οποίες βασίζονται οι υπολογισμοί πλευρικής κλίσης και θα προειδοποιείται ότι. το πλοίο, μπορεί να λάβει υπερβολική κλίση αν υποστεί βλάβη όταν ευρίσκεται σε λιγότερο ευνοϊκή κατάσταση ευστάθειας.
8.1. Η Αρχή δεν μπορεί να εξετάσει αποκλίσεις από τις απαιτήσεις ευστάθειας σε περίπτωση βλάβης, εκτός αν αποδειχθεί ότι το μετακεντρικό ύψος του πλοίου στην άθικτη κατάσταση σε οποιαδήποτε συνθήκη υπηρεσίας, το οποίο απαιτείται για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις αυτές, είναι υπεραρκετό για την προβλεπόμενη υπηρεσία.
8.2. Αποκλίσεις από τις απαιτήσεις ευστάθειας σε περίπτωση βλάβης θα επιτρέπονται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και με την προϋπόθεση ότι η Αρχή κρίνει ότι οι αναλογίες, διατάξεις και άλλα χαρακτηριστικά του πλοίου είναι, για την ευστάθεια σε περίπτωση βλάβης, τα πιο ευνοϊκά που μπορούν πρακτικά και λογικά να γίνουν αποδεκτά στις συγκεκριμένες περιπτώσεις.
1. Έρμα νερού δεν θα μεταφέρεται γενικά σε δεξαμενές που προορίζονται για καύσιμο πετρέλαιο. Σε πλοία στα οποία δεν είναι πρακτική η αποφυγή διοχέτευσης νερού σε δεξαμενές καυσίμου πετρελαίου, θα τοποθετείται συσκευή διαχωρισμού πετρελαίου — νερού που να ικανοποιεί την αρχή ή θα προβλέπονται άλλα εναλλακτικά μέσα, αποδεκτά από την Αρχή, όπως εκφόρτωση του ακάθαρτου έρματος σε ευκολίες υποδοχής ξηράς.
2. Οι διατάξεις του Κανονισμού αυτού δεν θίγουν τις διατάξεις της Διεθνούς Σύμβασης για την Αποφυγή Ρύπανσης από πλοία, που ισχύει..
1. Θα τοποθετείται διάφραγμα πρωραίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης ή σύγκρουσης που θα είναι στεγανό μέχρι το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων. Το διάφραγμα αυτό θα ευρίσκεται σε απόσταση (από την πρωραία κάθετο όχι μικρότερη από 5% του μήκους του πλοίου και όχι μεγαλύτερη από 3.0 μέτρα συν 5% του μήκους του πλοίου.
2. Όπου κάποιο τμήμα του πλοίου κάτω από την ίσαλο εκτείνεται πρωραίως της πρωραιάς καθέτου π.χ. μία βολβοειδής πλώρη οι /αποστάσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 1 θα μετρώνται από ένα σημείο είτε:
.1. στο μέσο του μήκους της επέκτασης αυτής, είτε
.2. σε απόσταση ίση με 1,5% του μήκους του πλοίου πρωραίως της πρωραίας καθέτου, είτε
.3. σε απόσταση 3 μέτρων πρωραίως της πρωραίας καθέτου, οποιοδήποτε δίνει την μικρότερη μέτρηση.
3. Όπου υπάρχει μακριά πρωραία υπερκατασκευή, το διάφραγμα της πρωραίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης ή σύγκρουσης θα επεκτείνεται καιροστεγώς μέχρι το επόμενο κατάστρωμα πάνω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων. Η επέκταση δεν χρειάζεται να τοποθετείται ακριβώς πάνω από το υποκείμενο διάφραγμα εφ’ όσον ευρίσκεται μέσα στα όρια που καθορίζονται στην παράγραφο 1 ή 2 με την επιτρεπόμενη εξαίρεση από την παράγραφο 4 και το τμήμα του καταστρώματος που σχηματίζει την βαθμίδα είναι αποτελεσματικά καιροστεγές.
4. Όπου τοποθετούνται πρωραίες θύρες και ένα κεκλιμένο επίπεδο φόρτωσης (ράμπα) σχηματίζει μέρος της επέκτασης του διαφράγματος σύγκρουσης πάνω από το κατάστρωμα στεγανών, το μερός του κεκλιμένου επιπέδου που απέχει περισσότερο από 2, 3 μέτρα πάνω από το κατάστρωμα στεγανών μπορεί να εκτείνεται πρωραιώς του ορίου που καθορίζεται στην παράγραφο 1 και 2. Το κεκλιμένο επίπεδο θα είναι καιροστεγές σε ολόκληρο το μήκος του;
5. Θα τοποθετούνται επίσης διαφράγματα πρυμναίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης, και διαφράγματα που διαχωρίζουν τον χώρο μηχανών, όπως ορίζεται στον Κανονισμό 2, από τους χώρους φορτίου και επιβατών προς πλώρη και πρύμνη τα οποία θα είναι στεγανά μέχρι το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων. Πάντως το διάφραγμα της πρυμναίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης μπορεί να έχει βαθμίδα κάτω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων εφόσον ο βαθμός ασφάλειας του πλοίου, σε ότι αφορά την υποδιαίρεση, δεν μειώνεται απ’ αυτή τη διάταξη.
6. Σε όλες τις περιπτώσεις οι χοάνες των ελικοφόρων αξόνων θα είναι κλεισμένες μέσα σε στεγανούς χώρους περιωρισμένου όγκου. Ο πρυμναίας στυπιοθλίπτης θα είναι τοποθετημένος σε μία στεγανή σήραγγα άξονα ή σε άλλο στεγανό χώρο χωριστό από τον χώρο της χοάνης του ελικοφόρου άξονα και τέτοιου όγκου ώστε αν κατακλυσθεί από διαρροή του στυπιοθλίπτη να μην βυθιστεί η γραμμή ορίου βύθισης.
1. Για τον σκοπό του Κανονισμού αυτού οι όροι «κατάστρωμα εξάλων» «μήκος πλοίου» και «πρωραία κάθετος» έχουν τις έννοιες που ορίζονται στην ισχύουσα Διεθνή Σύμβαση περί Γραμμών Φόρτωση.
2. Θα τοποθετείται διάφραγμα σύγκρουσης που θα είναι στεγανό μέχρι το κατάστρωμα εξάλων. Το διάφραγμα αυτό θα ευρίσκεται σε απόσταση από την πρωραία κάθετό όχι μικρότερη από 5% του μήκους του πλοίου ή 10 μέτρα, οποιοδήποτε είναι μικρότερο και εκτός αν επιτραπεί από την Αρχή, όχι. μεγαλύτερη από 8% του μήκους του πλοίου.
3. Όπου κάποιο τμήμα του πλοίου κάτω από την ίσαλο, εκτείνεται πρωραίως της πρωραίας καθέτου π.χ. μια βολβοειδής πλώρη, οι αποστάσεις που καθορίζονται στη παράγραφο 2 θα μετρώνται από ένα σημείο είτε:
.1. στο μέσο του μήκους της επέκτασης αυτής, είτε
.2 σε απόστασή ίση με 1,5% του μήκους του πλοίου πρωραίως της πρωραίας καθέτου, είτε:
.3 σε απόσταση 3 μέτρων πρωραίως της πρωραίας καθέτου οποιοδήποτε δίνει την μικρότερη μέτρηση.
4. Το διάφραγμα μπορεί να έχει βαθμίδες ή εσοχές εφ’ όσον αυτές είναι μέσα στα όρια που καθορίζονται στην παράγραφο 2 ή 3. Σωληνώσεις, που διαπερνούν το στεγανό σύγκρουσης θα εφοδιάζονται με κατάλληλα επιστόμια χειριζόμενα πάνω από το κατάστρωμα εξάλων και το σώμα του επιστομίου θα τοποθετείται ασφαλώς στο διάφραγμα .εσωτερικά της πρωραίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης. Τα επιστόμια μπορούν να τοποθετούνται στην πρυμναία πλευρά του διαφράγματος σύγκρουσης εφ’ όσον είναι αμέσως προσιτά σε όλες τις συνθήκες υπηρεσίας και ο χώρος στον οποίο ευρίσκονται δεν είναι χώρος φορτίου. Όλα τα επιστόμια θα είναι από χάλυβα, ορείχαλκο ή άλλο εγκεκριμένο ελατό υλικό. Επιστόμια από συνήθη χυτοσίδηρο ή παρόμοιο υλικό δεν είναι αποδεκτά. Στο διάφραγμα αυτό δεν θα τοποθετούνται θύρες, ανθρωποθυρίδες, αγωγοί αερισμού ή οποιοδήποτε άλλο άνοιγμα.
5. Όπου υπάρχει μακριά πρωραία υπερκατασκευή το διάφραγμα σύγκρουσης θα εκτείνεται καιροστεγώς μέχρι το επόμενο κατάστρωμα πάνω από το κατάστρωμα εξάλων. Η επέκταση δεν χρειάζεται να τοποθετείται ακριβώς πάνω από το υποκείμενο διάφραγμα, εφ’ όσον ευρίσκεται μέσα στα όρια που καθορίζονται στην παράγραφο 2 ή 3 με την επιτρεπόμενη εξαίρεση από την παράγραφο 6 και το τμήμα του καταστρώματος που σχηματίζει την βαθμίδα είναι αποτελεσματικά καιροστεγές.
6. Όπου τοποθετούνται πρωραίες θύρες και ένα κεκλιμένο επίπεδο φόρτωσης (ράμπα) σχηματίζει μέρος της επέκτασης του διαφράγματος σύγκρουσης πάνω από το κατάστρωμα εξάλων, το μέρος του κεκλιμένου επιπέδου που απέχει περισσότερο από 2, 3 μέτρα πάνω από το κατάστρωμα εξάλων μπορεί να εκτείνεται πρωραίως του ορίου, που καθορίζεται στην παράγραφο 2 ή 3. Το κεκλιμένο επίπεδο θα είναι καιροστεγές σε ολόκληρο το μήκος του.
7. Ο αριθμός των ανοιγμάτων στην επέκταση του διαφράγματος σύγκρουσης πάνω από το κατάστρωμα εξάλων θα περιορίζεται στο ελάχιστο δυνατό σύμφωνα με την σχεδίαση και κανονική λειτουργία του πλοίου. Όλα αυτά τα ανοίγματα θα μπορούν να κλείνουν καιρόστεγώς.
1. Θα τοποθετείται διπύθμενο εκτεινόμενο από το διάφραγμα της πρωραίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης μέχρι το διάφραγμα της πρυμναίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης, όσο αυτό είναι πρακτικά-δυνατό και συμβιβαστό με τη σχεδίαση και την κανονική λειτουργία του πλοίου.
.1. Σε πλοία μήκους 50 μέτρων και άνω αλλά μικρότερα από 61 μέτρα θα τοποθετείται διπύθμενο τουλάχιστον από το χώρο του μηχανοστασίου μέχρι το διάφραγμα της πρωραίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης ή όσο πλησιέστερα σ’ αυτό είναι πρακτικά δυνατό.
.2. Σε πλοία μήκους 61 μέτρων και άνω αλλά μικρότερα από 76 μέτρα θα τοποθετείται διπύθμενο τουλάχιστο εκτός του χώρου μηχανών και θα εκτείνεται μέχρι τα διαφράγματα της πρωραίας και πρυμναίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης ή όσο πλησιέστερα σ’ αυτά είναι πρακτικά δυνατό.
.3. Σε πλοία μήκους 76 μέτρων και άνω θα τοποθετείται διπύθμενο στο μέσο του πλοίου και θα εκτείνεται μέχρι τα διαφράγματα της πρωραίας και πρυμναίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης ή όσο πλησιέστερα σ’ αυτά είναι πρακτικά δυνατό.
2. Όπου απαιτείται η τοποθέτησή διπύθμενου το ύψος του θα ικανοποιεί την Αρχή και ο εσωτερικός πυθμένας θα συνεχίζεται μέχρι τις πλευρές του πλοίου, κατά τέτοιο τρόπο ώστε ο πυθμένας να προστατεύεται μέχρι το κυρτό μέρος της γάστρας.
Η προστασία αυτή θα θεωρείται επαρκής αν οποιοδήποτε σημείο της γραμμής τομής της εξωτερικής' ακμής του πλευρικού ελάσματος του διπύθμενου με τα ελάσματα της γάστρας δεν ευρίσκεται χαμηλότερα από ένα οριζόντιο επίπεδο που διέρχεται από το σημείο τομής με το εξωτερικό ίχνος του μέσου νομέα μιας εγκάρσιας διαγώνιας γραμμής με κλίση 25° ως προς τη βασική γραμμή αναφοράς την οποία τέμνει σε σημείο που ευρίσκεται σε απόσταση από τον άξονα του πλοίου, ίση προς το μισό του πλάτους του πλοίου εξωτερικά από τους νομείς.
3. Μικρά φρεάτια που κατασκευάζονται μέσα στο διπύθμενο που έχουν σχέση με τις διατάξεις απάντλησης των κυτών κ.λπ. δεν θα εκτείνονται προς τα κάτω περισσότερο από όσο είναι αναγκαίο. Το βάθος του φρεατίου σε καμιά περίπτωση θα είναι μεγαλύτερο από το βάθος του διπύθμενου στην κεντρική γραμμή πλην 460 χιλιοστόμετρα και δεν θα εκτείνεται κάτω από το οριζόντιο επίπεδο που αναφέρεται στη παρ. 2. Όμως .στο πρυμναίο άκρο της σήραγγας άξονα,, επιτρέπεται φρεάτιο εκτεινόμενο μέχρι τον εξωτερικό πυθμένα. Η Αρχή μπορεί να επιτρέψη άλλα φρεάτια (π.χ. για λιπαντικό έλαιο . κάτω από τις κύριες μηχανές) αν κρίνει ότι οι διατάξεις παρέχουν ισοδύναμη προστασία με εκείνη που παρέχεται από διπύθμενο που πληροί τον Κανονισμό αυτό.
4. Δεν είναι αναγκαία, η εγκατάσταση διπύθμενου σε στεγανά δια-μερίσματα μέτριου μεγέθους, που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την μεταφορά υγρών, εφ’ 'όσον κατά την. κρίση της Αρχής, η ασφάλεια του πλοίου σε περίπτωση βλάβης του πυθμένα ή των πλευρών δεν επηρεάζεται δυσμενώς από αυτή την αιτία.
5. Στην περίπτωση πλοίων στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κανονισμού 1.5 και τα οποία απασχολούνται σε κανονική υπηρεσία μέσα στα όρια βραχύ διεθνούς πλού, όπως ορίζεται στον Κανονισμό 111/2, η Αρχή μπορεί να επιτρέψει την μη τοποθέτηση διπύθμενου σε οποιοδήποτε σημείο του πλοίου το οποίο υποδιαιρείται με συντελεστή που δεν υπερβαίνει το 0,50 αν κρίνει ότι η εγκατάσταση δίπύθμενου σ’ αυτό το τμήμα δεν συμβιβάζεται με τη σχεδίαση και την κανονική λειτουργία του πλοίου.
1. Για να διατηρηθεί ο απαιτούμενος βαθμός υποδιαίρεσης, πρέπει να προσδιορισθεί και να χαραχθεί στις πλευρές του πλοίου μία γραμμή φόρτωσης που να αντιστοιχεί στο εγκεκριμένο βύθισμα υποδιαίρεσης. Πλοίο που διαθέτει χώρους ειδικά διασκευασμένους για ενδιαίτηση επιβατών και μεταφορά φορτίου εναλλακτικά, μπορεί, εφ’ όσον οι πλοιοκτήτες επιθυμούν, να έχει μία ή περισσότερες πρόσθετες γραμμές φόρτωσης προσδιορισμένες και χαραγμένες. πού να αντιστοιχούν στα βυθίσματα υποδιαίρεσης τα όποια η Αρχή μπορεί να εγκρίνει, για τις .εναλλακτικές συνθήκες υπηρεσίας.
2. Οι προσδιορισμένες και χαραγμένες γραμμές φόρτωσης υποδιαίρεσης θα καταχωρούνται στο πιστοποιητικό Ασφάλειας Επιβατηγού Πλοίου και θα χαρακτηρίζονται με την ένδειξή C.I. για κατάσταση κυρίως επιβατηγού πλοίου και C.2, C.3. κ.λπ. για τις εναλλακτικές καταστάσεις.
3. Το ύψος εξάλων που αντιστοιχεί σε κάθε μία από αυτές τις γραμμές φόρτωσης θα μετράται στην ίδια θέση' και από την ίδια γραμμή καταστρώματος, όπως προσδιορίζονται τα ύψη εξάλων σύμφωνα με την Διεθνή Σύμβαση περί Γραμμών Φόρτωσης πού ισχύει.
4. Το ύψος εξάλων που αντιστοιχεί σε κάθε εγκεκριμένη έμφορτη ίσαλο γραμμή υποδιαίρεσης, και οι συνθήκες υπηρεσίας για τις οποίες είναι εγκεκριμένα αναγράφονται σαφώς στο Πιστοποιητικό Ασφάλειας Επιβατηγού Πλοίου.
5. Σε καμιά περίπτωση η χάραξη οποιοσδήποτε έμφορτης ισάλου γραμμής υποδιαίρεσης θα γίνεται πάνω από την ανώτατη γραμμή φόρτωσης σε θαλάσσιο νερό, όπως αυτή προσδιορίζεται από την αντοχή του πλοίου ή τη Διεθνή Σύμβαση περί Γραμμών Φόρτωσης που ισχύει.
6. Οποιαδήποτε κι αν είναι η θέση χάραξης των εμφόρτων ισάλων γραμμών υποδιαίρεσης, το πλοίο σε καμιά περίπτωσή θα φορτώνεται έτσι ώστε να βυθίζεται η γραμμή φόρτωσης που αντιστοιχεί στην εποχή και την περιοχή, όπως, καθορίζεται σύμφωνα με την Διεθνή Σύμβαση περί Γραμμών Φόρτωσης που ισχύει.
7. Ένα πλοίο, σε καμιά περίπτωση θα φορτώνεται έτσι ώστε όταν ευρίσκεται σε θαλάσσιο νερό, να βυθίζεται η έμφορτη ίσαλος γραμμή υποδιαίρεσής, που αντιστοιχεί στο συγκεκριμένο ταξίδι και συνθήκη υπηρεσίας.
1. Κάθε στεγανό διάφραγμα υποδιαίρεσης είτε εγκάρσιο είτε διάμηκες, θα κατασκευάζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ικανό να υφίσταται με κατάλληλο περιθώριο αντοχής, την πίεση που οφείλεται στη μέγιστη στήλη νερού που μπορεί να χρειαστεί να αντέξει σε περίπτωση βλάβης του. πλοίου, τουλάχιστον όμως την πίεση που οφείλεται σε στήλη νερού που φθάνει μέχρι το ύψος της γραμμής ορίου βύθισης. Η κατασκευή των διαφραγμάτων αυτών θα ικανοποιεί την Αρχή.
2.1. Οι βαθμίδες και οι εσοχές των διαφραγμάτων θα είναι στεγανές και ίσης αντοχής με το διάφραγμα στη θέση όπου παρουσιάζεται κάθε μία.
2.2. Όπου νομείς ή ζυγά διέρχονται μέσα από στεγανό κατάστρωμα ή διάφραγμα αυτό θα κατασκευάζεται στεγανό χωρίς χρήση ξύλου ή τσιμέντου.
3. Η δοκιμή στεγανότητας των κύριων διαμερισμάτων γεμίζοντας τα με νερό δεν είναι υποχρεωτική. Όταν δεν εκτελείται η δοκιμή αυτή, τότε η δοκιμή με εκτόξευση νερού από εύκαμπτο σωλήνα είναι υποχρεωτική η δοκιμή αυτή θα εκτελείται κατά το πιο προχωρημένο στάδιο της κατασκευής του πλοίου. Σε κάθε περίπτωση θα εκτελείται λεπτομερής επιθεώρηση των στεγανών διαφραγμάτων.
4. Η πρωραία δεξαμενή ζυγαστάθμισης, τα διπύθμενα (περιλαμβάνονται οι σωληνοειδείς τρόπιδες) και οι εσωτερικοί πυθμένες, θα δοκιμάζονται με στήλη νερού που αντιστοιχεί στις απαιτήσεις της παρ. 1.
5. Δεξαμενές που προορίζονται για υγρά και που αποτελούν τμήμα της υποδιαίρεσης του πλοίου, θα δοκιμάζονται ως προς τη στεγανότητα, με στήλη νερού που φθάνει μέχρι την ανώτατη έμφορτη ίσαλο γραμμή υποδιαίρεσης ή μέχρι τα δύο τρίτα του ύψους από την άνω όψη της τρόπιδας μέχρι τη γραμμή ορίου βύθισης στη θέση των δεξαμενών, οποιοδήποτε είναι μεγαλύτερο, με την προϋπόθεση όμως ότι σε καμιά περίπτωση το ύψος της στήλης θα είναι μικρότερο από 0,9 μέτρα πάνω από την οροφή της δεξαμενής.
6. Οι δοκιμές που αναφέρονται στις παρ. 4 και 5 έχουν σκοπό την εξασφάλιση της στεγανότητας των κατασκευαστικών διατάξεων της υποδιαίρεσης και δεν θα πρέπει να θεωρούνται σαν δοκιμές καταλληλότητας οποιοσδήποτε διαμερίσματος για την αποθήκευση καύσιμου., πετρελαίου ή για άλλους) ειδικούς σκοπούς για τους οποίους μπορεί) να απαιτείται δοκιμή αυστηρότεροι), χαρακτήρα που εξαρτάται από) το ύψος στο οποίο μπορεί να φθάσει το υγρό στη δεξαμενή ή στις συνδέσεις της.
1. Ο αριθμός των ανοιγμάτων στα στεγανά διαφράγματα θα περιορίζεται στο ελάχιστο σύμφωνα με τη σχεδίαση και την κανονική λειτουργία του πλοίου. Θα προβλέπονται ικανοποιητικά μέσα για το κλείσιμο των ανοιγμάτων αυτών.
2.1. Όπου σωλήνες, ευδιαίοι, ηλεκτρικά καλώδια κ.λπ. διέρχονται από διαφράγματα στεγανής υποδιαίρεσης, θα λαμβάνονται μέτρα που θα εξασφαλίζουν την στεγανή ακεραιότητα των διαφραγμάτων.
2.2. Επιστόμια που δεν αποτελούν μέρος του συστήματος σωληνώσεων δεν επιτρέπονται στα διαφράγματα στεγανής υποδιαίρεσης.
2.3. Μόλυβδος ή άλλα ευαίσθητα στη θερμότητα υλικά δεν θα χρησιμοποιούνται σε συστήματα που διαπερνούν στεγανά διαφράγματα υποδιαίρεσης, όπου η βλάβη των συστημάτων αυτών σε περίπτωση πυρκαϊάς θα είχε δυσμενή επίδραση στη στεγανή ακεραιότητα των διαφραγμάτων.
3.1. Δεν θα επιτρέπονται θύρες, ανθρωποθυρίδες ή ανοίγματα επικοινωνίας:
.1. Στο διάφραγμα σύγκρουσης κάτω από την γραμμή ορίου βύθισης,
.2. Στα εγκάρσια στεγανά, διαφράγματα που χωρίζουν ένα χώρο φορτίου από γειτονικό χώρο φορτίου, ή από μόνιμη ή εφεδρική αποθήκη καυσίμου, με τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 12 και στον κανονισμό 16.
3.2. Με την εξαίρεση που προβλέπεται στην παράγραφο 3.3, το διάφραγμα .σύγκρουσης επιτρέπεται να διαπερνάται κάτω από τη γραμμή ορίου βύθισης το πολύ από ένα σωλήνα που διοχετεύει υγρό στην πρωραία δεξαμενή ζυγοστάθμισης, με την προϋπόθεση ότι ο σωλήνας αυτός είναι εφοδιασμένος με κοχλιωτό επιστόμιο ικανό να χειρίζεται πάνω από το κατάστρωμα στεγανών, το δε σώμα του επιστομίου είναι στερεωμένο πάνω στο διάφραγμα σύγκρουσης μέσα στην πρωραία δεξαμενή ζυγοστάθμισης.
3.3. Αν η πρωραία δεξαμενή ζυγοστάθμισης υποδιαιρείται κατά τρόπο ώστε να δέχεται δύο διαφορετικά είδη υγρών η Αρχή μπορεί να επιτρέψει το διάφραγμα σύγκρουσης να διαπερνάται κάτω από τη γραμμή ορίου βύθισης από δύο σωλήνες, κάθε ένας από τους οποίους είναι τοποθετημένος όπως απαιτείται από την παράγραφο 3.2., εφ' όσον η Αρχή κρίνει ότι δεν υπάρχει άλλος πρακτικός τρόπος εγκαταστάσης του δεύτερου αυτού σωλήνα, και ότι η ασφάλεια του πλοίου διατηρείται λαμβανομένης υπ’ όψη της παρεχομένης πρόσθετης υποδιαίρεσης στην πρωραία δεξαμενή ζυγοστάθμισης.
4.1. Στεγανές θύρες τοποθετημένες σε διαφράγματα μεταξύ μονίμων και εφεδρικών αποθηκών καυσίμων, θα είναι πάντοτε προσιτές, με την εξαίρεση που προβλέπεται στην παράγραφο 11.2 για θύρες αποθηκών καυσίμου σε υποφράγματα.
4.2. Θα λαμβάνονται ικανοποιητικά μέτρα με τη χρήση προφυλακτήρων ή άλλων μέσων για να αποφεύγεται η παρεμπόδιση του κλεισίματος των στεγανών θυρών των αποθηκών καυσίμου από τους γαιάνθρακες.
5. Στους χώρους που περιέχουν τις κύριες και βοηθητικές μηχανές πρόωσης, περιλαμβανόμενων των λεβήτων που εξυπηρετούν ανάγκες πρόωσης και όλες τις μόνιμες αποθήκες καυσίμων, δεν μπορούν να τοποθετηθούν περισσότερες από μία θύρες σε κάθε κύριο εγκάρσιο στεγανό διάφραγμα, εκτός από τις θύρες αποθηκών καυσίμου και σηράγγων αξόνων. Αν υπάρχουν δύο ή περισσότεροι άξονες οι σήραγγες θα συνδέονται με διάδρομο εσωτερικής επικοινωνίας. Θα υπάρχει μόνο μία θύρα μεταξύ του χώρου μηχανών και του χώρου των σηράγγων όπου υπάρχουν δύο άξονες και μόνο δύο θύρες όπου υπάρχουν περισσότεροι από δύο. Όλες αυτές οι θύρες θα είναι ολισθαίνουσες και τοποθετημένες κατά τέτοιο τρόπο ώστε να έχουν τα κατώφλια τους όσο είναι πρακτικά δυνατό ψηλότερα. Ο χειροκίνητος μηχανισμός για τον χειρισμό των θυρών αυτών πάνω από το κατάστρωμα στεγανών, θα ευρίσκεται έξω από τους χώρους που περιέχουν μηχανήματα αν αυτό συμβιβάζεται με ικανοποιητική διάταξη .του αναγκαίου μηχανισμού.
6.1. Οι στεγανές θύρες θα είναι ολισθαίνουσες ή γιγγλυμωτές ή άλλου ισοδύναμου τύπου. Ελασμάτινες θύρες που στερεώνονται μόνο με κοχλίες και θύρες που κλείνουν με τη βαρύτητα ή με βάρος που πέφτει δεν επιτρέπονται.
6.2. Οι ολισθαίνουσες θύρες μπορεί να είναι είτε:
χειροκίνητες μόνο, είτε
μηχανοκίνητες καθώς και χειροκίνητες.
6.3. Οι επιτρεπόμενες στεγανές θύρες μπορούν επομένως να διαιρεθούν σε τρεις κλάσεις:
Κλάση 1 — Γιγγλυμωτές θύρες.
Κλάση 2 — Χειροκίνητες ολισθαίνουσες θύρες.
Κλάση 3 — Ολισθαίνουσες θύρες που λειτουργούν μηχανοκίνητα καθώς και χειροκίνητα.
6.4. Τα μέσα χειρισμού οποιασδήποτε στεγανής θύρας είτε λειτουργεί μηχανοκίνητα είτε όχι θα είναι ικανά να κλείνουν την θύρα με κλίση του πλοίου 15ο προς οποιαδήποτε πλευρά.
6.5. Σε όλες τις κλάσεις στεγανών θυρών θα τοποθετούνται ενδείκτες που θα δείχνουν, σε όλους τους σταθμούς χειρισμού από τους οποίους οι θύρες δεν είναι ορατές, αν οι θύρες είναι κλειστές ή ανοικτές. Αν οποιαδήποτε από τις στεγανές θύρες, οποιασδήποτε κλάσης δεν έχει διάταξη τέτοια ώστε να. μπορεί να κλείνει από κεντρικό σταθμό ελέγχου θα προβλέπεται η ύπαρξη ενός μηχανικού, ηλεκτρικού, τηλεφωνικού ή οποιουδήποτε άλλου κατάλληλου μέσου άμεσης επικοινωνίας που θα επιτρέπει στον αξιωματικό φυλακής να επικοινωνεί γρήγορα με τον υπεύθυνο για το κλείσιμο της αναφερόμενης θύρας, ύστερα από προηγηθείσες εντολές.
7. Οι γιγγλυμωτές θύρες (Κλάση 1) θα εφοδιάζονται με μηχανισμούς κλεισίματος ταχείας λειτουργίας, όπου σφιγκτήρες που μπορούν να χειρίζονται από κάθε πλευρά του διαφράγματος.
8. Οι χειροκίνητες ολισθαίνουσες θύρες (Κλάση 2) μπορούν να έχουν οριζόντια ή κατακόρυφη κίνηση. Ο μηχανισμός της θύρας θα μπορεί να χειρισθεί τοπικά από οποιαδήποτε πλευρά της θύρας και επί πλέον από μία προσιτή θέση πάνω από το κατάστρωμα στεγανών με κίνηση περιστρεφόμενου στρόφαλου ή με άλλη κίνηση, που παρέχει την ίδια εγγύηση ασφάλειας και είναι εγκεκριμένου τύπου Μπορεί να επιτραπούν αποκλίσεις από την απαίτηση χειρισμού και από τις δύο πλευρές, αν η απαίτηση αυτή είναι αδύνατη λόγω της διαρρύθμισης των χώρων. Κατά την λειτουργία του χειροκίνητου μηχανισμού ο απαιτούμενος χρόνος για το πλήρες κλείσιμο της θύρας όταν το πλοίο είναι σε όρθια θέση δεν θα υπερβαίνει τα 90 δευτερόλεπτα.
9.1. Οι ολισθαίνουσες θύρες που λειτουργούν μηχανοκίνητα (Κλάση 3) μπορεί να έχουν κατακόρυφη ή οριζόντια κίνηση. Αν μια θύρα απαιτείται να λειτουργεί μηχανοκίνητα από ένα κεντρικό σταθμό ελέγχου, ο μηχανισμός θα έχει τέτοια διάταξη, ώστε η θύρα να μπορεί επιπλέον να λειτουργεί μηχανοκίνητα τοπικά και από τις δύο πλευρές. Η διάταξη θα είναι τέτοια ώστε η θύρα να κλείνει αυτόματα αν ανοιχθεί με τοπικό χειρισμό μετά το κλείσιμό της από τον κεντρικό σταθμό, και επίσης οποιαδήποτε θύρα να μπορεί να παραμένει κλειστή με τοπικά συστήματα που θα εμποδίζουν το άνοιγμα της θύρας από τον ανώτερο σταθμό ελέγχου. Θα προβλέπονται σε κάθε πλευρά του διαφράγματος χειριστήρια επιτόπιου ελέγχου, συνδεόμενα με τον μηχανοκίνητο μηχανισμό και θα έχουν διάταξη τέτοια, που να επιτρέπει σε άτομα διερχόμενα από το άνοιγμα τής θύρας να κρατούν και τα δύο χειριστήρια στην ανοικτή θέση χωρίς να μπορούν να θέσουν ακούσια σε λειτουργία τον μηχανισμό κλεισίματος. Οι μηχανοκίνητες ολισθαίνουσες θύρες θα είναι εφοδιασμένες με χειροκίνητο μηχανισμό που θα λειτουργεί τοπικά από οποιαδήποτε πλευρά και από προσιτή θέση πάνω από το κατάστρωμα στεγανών με κίνηση περιστρεφόμενου στρόφαλου ή με άλλη κίνηση που παρέχει την ίδια εγγύηση ασφάλειας και είναι εγκεκριμένου τύπου, θα προβλέπεται προειδοποίηση με ηχητικό σήμα ότι η θύρα άρχισε να κλείνει και θα συνεχίσει να κινείται μέχρι να κλείσει τελείως. Το κλείσιμο της θύρας θα γίνεται σε αρκετό χρόνο ώστε να-παρέχεται ασφάλεια.
9.2. θα υπάρχουν δύο τουλάχιστον ανεξάρτητες πηγές ενέργειας ικανές για το άνοιγμα και το κλείσιμο όλων των ελεγχομένων θυρών, και κάθε μία απ’ αυτές θα είναι ικανή για την λειτουργία όλων των θυρών ταυτόχρονα. Οι δύο πηγές ενέργειας θα ελέγχονται από τον κεντρικό σταθμό στη γέφυρα ναυσιπλοΐας, ο οποίος θα περιλαμβάνει όλους τους αναγκαίους ενδείκτες, για τον έλεγχο ότι κάθε μία από τις δύο πηγές ενεργείας είναι ικανή να- εξασφαλίζει ικανοποιητικά την απαιτούμενη υπηρεσία.
9.3. Στην περίπτωση υδραυλικής λειτουργίας κάθε πηγή ενέργειας ,θα αποτελείται από μια αντλία ικανή να κλείνει όλες τις θύρες σε χρόνο το πολύ 60 δευτερολέπτων. Επί πλέον θα υπάρχουν για το σύνολο της εγκατάστασής υδραυλικοί συσσωρευτές ικανοποιητικής, χωρητικότητας για τη λειτουργία όλων των θυρών τουλάχιστον τρεις φορές, δηλαδή κλείσιμο —άνοιγμά — κλείσιμο.
Το χρησιμοποιούμενο ρευστό δεν θα πήζει στις θερμοκρασίες που είναι ενδεχόμενο να παρουσιασθούν-κατά την υπηρεσία του πλοίου.
10.1. Γιγγλυμωτές στεγανές θύρες (Κλάσις 1) σε χώρους επιβατών, πληρώματος και εργασίας επιτρέπονται μόνο,'εφ’-όσον ευρίσκονται πάνω από το κατάστρωμα του οποίου ή κάτω όψη, στο χαμηλότερο σημείο της στην πλευρά του πλοίου είναι τουλάχιστον 2,0 μέτρα πάνω από την ανώτατη έμφορτη ίσαλο γραμμή υποδιαίρεσης.
10.2. Στεγανές θύρες, τα κωτώφλια των οποίων ευρίσκονται πάνω από-την ανώτατη γραμμή φόρτωσης και κάτω από τη γραμμή που καθορίζεται στην παράγραφο 10.1 θα είναι ολισθαίνουσες και μπορούν να είναι χειροκίνητες (Κλάση 2), εκτός από τέτοιες θύρες πλοίων που εκτελούν βραχείς διεθνείς πλόες και απαιτείται να έχουν συντελεστή υποδιαίρεσης 0,50 ή μικρότερο, οι οποίες πρέπει να είναι όλες μηχανοκίνητες. Όταν οχετοί συνδεόμενοι με χώρους κατεψυγμένου φορτίου και αγωγοί, αερισμού ή τεχνητού ελκυσμού διέρχονται από περισσότερα από ένα κύρια στεγανά διαφράγματα υποδιαίρεσης οι θύρες στα ανοίγματα αυτά θα λειτουργούν μηχανοκίνητα.
11.1. Στεγανές θύρες οι οποίες μπορούν μερικές φορές να ανοίγονται κατά την διάρκεια του πλου και των οποίων τα κατώφλια βρίσκονται κάτω από την ανώτατη έμφορτη ίσαλο γραμμή υποδιαίρεσης θα είναι ολισθαίνουσες. Οι ακόλουθοι κανόνες θα εφαρμόζονται:
.1. Όταν ο αριθμός τέτοιων θυρών (εξαιρουμένων των θυρών εισόδου στις σήραγγες αξόνων) υπερβαίνει τις πέντε, όλες οι θύρες αυτές καθώς και εκείνες στην είσοδο σηράγγων αξόνων ή αγωγών αερισμού ή τεχνητού ελκυσμού, θα είναι μηχανοκίνητες (Κλάση 3) και θα μπορούν να κλείνονται ταυτόχρονα από κεντρικό σταθμό που ευρίσκεται στη γέφυρα ναυσιπλοΐας.
.2. Όταν ο αριθμός τέτοιων θυρών (εξαιρουμένων των θυρών εισόδου στις σήραγγες αξόνων) είναι μεγαλύτερος από μία αλλά δεν υπερβαίνει τις πέντε.
.2.1. Όπου το πλοίο δεν διαθέτει χώρους επιβατών κάτω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων όλες οι παραπάνω αναφερόμενες θύρες μπορούν να είναι χειροκίνητες (Κλάση 2).
.2.2. Όπου το πλοίο διαθέτει χώρους επιβατών κάτω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων όλες οι παραπάνω αναφερόμενες θύρες θα είναι μηχανοκίνητες (Κλάση 3), και θα μπορούν να κλείνονται ταυτόχρονα από κεντρικό σταθμό, πού ευρίσκεται στη γέφυρα ναυτιπλοΐας.
.3. Σε οποιοδήποτε πλοίο, όπου υπάρχουν μόνο δύο τέτοιες στεγανές θύρες και ευρίσκονται στο χώρο μηχανών ή πάνω στα διαφράγματα που περικλείουν αυτό το χώρο, η Αρχή μπορεί να επιτρέψει οι δύο αυτές θύρες να είναι μόνο χειροκίνητες. (Κλάση 2).
11.2. Αν ολισθαίνουσες στεγανές θύρες, που πρέπει μερικές φορές να ανοίγονται κατά τη διάρκεια του πλού, για διευθέτηση γαιανθράκων, είναι τοποθετημένες μεταξύ αποθηκών καυσίμου σε υποφράγματα κάτω από το κατάστρωμα στεγανών, οι θύρες αυτές θα λειτουργούν μηχανοκίνητα. Το άνοιγμα και το κλείσιμο των θυρών αυτών θα καταχωρούνται σε ημερολόγιό που μπορεί να καθορίζει η Αρχή.
12.1. Αν η Αρχή κρίνει ότι τέτοιες θύρες είναι αναγκαίες, μπορεί να τοποθετούνται στεγανές θύρες ικανοποιητικής κατασκευής σε στεγανά διαφράγματα που χωρίζουν χώρους φορτίου υποφραγμάτων. Οι θύρες αυτές μπορούν να είναι γιγγλυμωτές, κυλιόμενες ή ολισθαίνουσες, αλλά δεν θα είναι τηλεχειριζόμενες. Θα τοποθετούνται στο ανώτατο επίπεδο και σε απόσταση όσο μεγαλύτερη είναι πρακτικά δυνατό από το εξωτερικό περίβλημα, αλλά σε καμιά περίπτωση οι εξωτερικές κατακόρυφες ακμές των θυρών αυτών θα απέχουν από το εξωτερικό περίβλημα του πλοίου, απόσταση μικρότερη από το ένα πέμπτο, του πλάτους του πλοίου, όπως ορίζεται στον κανονισμό 2, η απόσταση δε αυτή θα μετράται κάθετα προς την κεντρική γραμμή του πλοίου στο ύψος της ανώτατης έμφορτης ισάλου γραμμής υποδιαίρεσης.
12.2. Οι θύρες αυτές θα κλείνονται πριν από την έναρξη του πλου και θα παραμένουν κλειστές κατά την διάρκεια της ναυσιπλοΐας ο χρόνος του ανοίγματος των θυρών αυτών στο λιμάνι, και του κλεισίματος αυτών πριν από την αναχώρηση του πλοίου από το λιμάνι θα καταχωρούνται στο' ημερολόγιο. Αν οποιαδήποτε από τις θύρες είναι προσιτή, κατά τον πλου θα εφοδιάζεται με διάταξη που να εμποδίζει το άνοιγμά της από μη εξουσιοδοτημένα άτομα. Όταν προτείνεται η εγκατάσταση τέτοιων θυρών ο. αριθμός και οι διατάξεις τους θα εξετάζονται ειδικά από την Αρχή.
13. Δεν θα επιτρέπονται φορητά ελάσματα στα διαφράγματα παρά μόνον στους χώρους μηχανών. Τα ελάσματα αυτά θα ευρίσκονται πάντοτε στη θέση τους πριν από την αναχώρησή του πλοίου από το λιμάνι και δεν θα αφαιρούνται κατά την ναυσιπλοΐα εκτός αν υπάρχει επείγουσα ανάγκη.
Θα λαμβάνονται οι αναγκαίες προφυλάξεις κατά την αντικατάστασή τους ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι συνδέσεις είναι στεγανές.
14. Όλες οι στεγανές θύρες θα τηρούνται κλειστές κατά τη ναυσιπλοΐα εκτός αν υπάρξει ανάγκη να ανοιχθούν για τη λειτουργία του πλοίου οπότε θα πρέπει να είναι πάντοτε έτοιμες για άμεσο κλείσιμο.
15.1. Όπου οχετοί ή σήραγγες για την επικοινωνία των ενδιαιτημάτων του πληρώματος με το λεβητοστάσιο ή για τη δίοδό σωληνώσεων ή για οποιοδήποτε άλλο σκοπό διέρχονται από κύρια εγκάρσια στεγανά διαγράγματα, θα είναι στεγανοί και σύμφωνοι με τις απαιτήσεις του κανονισμού 19. Η πρόσβαση στο ένα τουλάχιστο άκρο κάθε τέτοιας σήραγγας ή οχετού, εφ’ όσον χρησιμοποιείται σαν δίοδος κατά την διάρκεια του πλου, θα γίνεται μέσω ενός οχετού που θα εκτείνεται στεγανά μέχρις αρκετό ύψος ώστε να επιτρέπει την πρόσβαση' πάνω από τη γραμμή ορίου βύθισης. Η πρόσβαση στο άλλο άκρο του οχετού ή της σήραγγας μπορεί να γίνεται μέσω στεγανής θύρας του τύπου που απαιτείται από τη θέση της στο πλοίο. Τέτοιοι οχετοί ή σήραγγες δεν θα εκτείνονται πέραν, του πρώτου διαφράγματος υποδιαίρεσης, πρυμναίως του διαφράγματος σύγκρουσης.
15.2. Όπου προτείνεται η τοποθέτηση σηράγγων η οχετών τεχνητού ελκυσμού που διαπερνούν κύρια εγκάρσια στεγανά διαφράγματα, η περίπτωση θα εξετάζεται ειδικά από την Αρχή.
1.Ο Κανονισμός αυτός εφαρμόζεται σε επιβατηγό πλοία ανεξάρτητα από την ημερομηνία κατασκευής τους που είναι σχεδιασμένα ή προσαρμοσμένα για μεταφορά φορτηγών οχημάτων και του προσωπικού που τα συνοδεύει όπου ο συνολικός αριθμός των επιβαινόντων εκτός εκείνων που ορίζονται στον κανονισμό 1/2 (ε) (ι) και (ιι) υπερβαίνει τους 12.
2. Αν σε ένα τέτοιο πλοίο ο συνολικός αριθμός των επιβατών που περιλαμβάνει το προσωπικό που συνοδεύει τα οχήματα δεν υπερβαίνει το αριθμό Ν = 12 + Α/25, όπου Α η συνολική επιφάνεια καταστρώματος (σε τετραγωνικά μέτρα) των διαθέσιμων χώρων για τη στοιβασία των φορτηγών οχημάτων και όπου το καθαρό ύψος στη θέση στοιβασίας και στην είσοδο των χώρων αυτών δεν είναι μικρότερο από 4 μέτρα τότε εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κανονισμού 15.12 που αφορούν στις στεγανές θύρες με την εξαίρεση ότι οι θύρες μπορούν να τοποθετούνται σε οποιοδήποτε ύψος στα στεγανά διαφράγματα, που χωρίζουν χώρους φορτίου. Επί πλέον, απαιτούνται ενδείκτες στη γέφυρα ναυσιπλοΐας για να δείχνουν αυτόματα αν κάθε θύρα είναι κλειστή και όλα τα μέσα στερεώσεως των θυρών είναι ασφαλισμένα.
3. Όταν εφαρμόζονται οι διατάξεις αυτού του Κεφαλαίου σε ένα τέτοιο πλοίο, ως Ν θα λαμβάνεται ο μέγιστος αριθμός επιβατών για τον οποίον το πλοίο μπορεί να λάβει πιστοποιητικό σύμφωνα με τον Κανονισμό αυτό.
4. Κατά την εφαρμογή του Κανονισμού 8 για τις χειρότερες συνθήκες, λειτουργίας, η διαχωρητότητα για τους χώρους φορτίου που προορίζονται για τη στοιβασία φορτηγών οχημάτων και εμπορευματοκιβωτίων θα προκύπτει με υπολογισμό κατά τον οποίο τα φορτηγά οχήματα και τα εμπορευματοκιβώτια θα θεωρούνται σαν όχι στεγανά και η διαχωρητότητά τους θα λαμβάνεται 65. Για πλοία που απασχολούνται σε αποκλειστικές υπηρεσίες, μπορεί να εφαρμόζεται η πραγματική τιμή της διαχωρητότητας των φορτηγών οχημάτων ή εμπορευματοκιβωτίων. Σε καμιά περίπτωση η διαχωρητότητα των χώρων φορτίου στους οποίους μεταφέρονται φορτηγά οχήματα και εμπορευματοκιβώτια θα λαμβάνεται μικρότερη από 60.
1. Ο αριθμός των ανοιγμάτων στο εξωτερικό περίβλημα θα περιορίζεται στο ελάχιστο σύμφωνα με τη σχεδίαση και την κανονική λειτουργία του πλοίου.
2. Η διάταξη και αποτελεσματικότητα των μέσων κλεισίματος οποιουδήποτε ανοίγματος στο εξωτερικό περίβλημα, θα είναι σύμφωνες με το σκοπό για τον οποίο αυτό προορίζεται και την θέση στην οποία ευρίσκεται και γενικά θα ικανοποιούν την Αρχή.
3.1. Εφαρμοζομένων των απαιτήσεων της ισχύουσας Διεθνούς Σύμβασης περί γραμμών Φόρτωσης, καμιά παραφωτίδα θα τοποθετείται σε τέτοια θέση ώστε το κατώφλι της να είναι κάτω από μία γραμμή, που χαράσσεται παράλληλη προς το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων στην πλευρά, και που το κατώτατο σημείο της ευρίσκεται σε απόσταση ίση με 2,5% του πλάτους του πλοίου πάνω από την ανώτατη έμφορτη ίσαλο γραμμή υποδιαίρεσης ή 500 χιλιοστόμετρα, οποιοδήποτε είναι μεγαλύτερο.
3.2. Όλες οι παραφωτίδες των οποίων τα κατώφλια ευρίσκονται κάτω από τη γραμμή ορίου βύθισης, όπως επιτρέπεται από την παράγραφο 3.1, θα είναι έτσι κατασκευασμένες ώστε να εμποδίζεται αποτελεσματικά το άνοιγμά τους από οποιοδήποτε άτομο χωρίς τη συγκατάθεση του πλοιάρχου του πλοίου.
3.3.1. Όπου σ’ ένα υπόφραγμα τα κατώφλια οποιασδήποτε παραφωτίδας, που αναφέρεται στην παράγραφο 3.2 είναι κάτω από μία γραμμή που χαράσσεται παράλληλα προς το κατάστρωμα στεγανών . διαφραγμάτων στην πλευρά και που το κατώτατο σημείο της απέχει 1,4 μέτρα συν 2,5% του πλάτους του πλοίου πάνω από το νερό κατά την αναχώρηση του πλοίου από οποιοδήποτε λιμάνι, όλες οι παραφωτίδες του υποφράγματος αυτού θα κλείνονται στεγανά και θα κλειδώνονται πριν τον απόπλου, και δεν θα ανοίγονται πριν το πλοίο φθάσει στο επόμενο λιμάνι. Κατά την εφαρμογή αυτής της παραγράφου, θα γίνεται, κατάλληλη διόρθωσή για γλυκό νερό, αν αυτό είναι εφαρμόσιμο.
3.3.2. Ο χρόνος ανοίγματος τέτοιων παραφωτίδων στο λιμάνι και κλεισίματος και κλειδώματος αυτών πριν την αναχώρηση του πλοίου από λιμάνι θα καταχωρούνται σε ημερολόγιο που μπορεί να φθορίζει η Αρχή.
3.3.3. Για οποιοδήποτε πλοίο, που έχει μία ή περισσότερες παραφωτίδες έτσι τοποθετημένες ώστε να εφαρμόζονται οι απαιτήσεις της παραγράφου 3.3.1., όταν πλέει στην ανώτατη έμφορτη ίσαλο γραμμή Υποδιαίρεσης. Η Αρχή μπορεί να καθορίσει το οριακό μέσο βύθισμα στο οποίο οι παραφωτίδες αυτές θα έχουν το κατώφλι τους πάνω από τη γραμμή που χαράσσεται παράλληλα προς το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων στην πλευρά και που το κατώτατο σημείο της απέχει 1,4 μέτρα σύν 2,5% του πλάτους του πλοίου πάνω από την ίσαλο γραμμή που αντιστοιχεί στο οριακό μέσο βύθισμα και στο οποίο επομένως, θα επιτρέπεται ο απόπλους χωρίς προηγούμενο κλείσιμο και κλείδωμα των παραφωτίδων και το άνοιγμά τους κατά τη διάρκεια του πλου προς το επόμενο λιμάνι με ευθύνη του πλοιάρχου. Σε τροπικές ζώνες όπως ορίζονται στη Διεθνή Σύμβαση περί Γραμμών Φόρτωσης που ισχύει, το οριακό αυτό βύθισμα μπορεί να αυξηθεί κατά 0,3 μέτρα.
4. Αποτελεσματικά εσωτερικά γιγγλυμωτά καλύμματα, που να μπορούν εύκολα και αποδοτικά να κλείνονται και να ασφαλίζονται (στεγανά, θα τοποθετούνται σε όλες τις παραφωτίδες με την εξαίρεση ότι πρυμναίως από το ένα όγδοο του μήκους του πλοίου από την Πρωραία κάθετο και πάνω από τη γραμμή που χαράσσεται παράλληλα προς το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων στην πλευρά και που το κατώτατο σημείο της ευρίσκεται σε ύψος 3,7 μέτρα σύν 2,5% του πλάτους του πλοίου πάνω από την ανώτατη έμφορτη ίσαλο γραμμή υποδιαίρεσης, τα καλύμματα μπορεί να είναι φορητά στα ενδιαιτήματα επιβατών, όχι όμως στα ενδιαιτήματα, που προορίζονται για επιβάτες καταστρώματος, εκτός αν τα καλύμματα απαιτούνται από την Διεθνή Σύμβαση περί Γραμμών Φόρτωσης που ισχύει να είναι μόνιμα τοποθετημένα στις κανονικές θέσεις τους. Τέτοια φορητά καλύμματα θα στοιβάζονται κοντά στις παραφωτίδες που εξυπηρετούν.
5. Οι παραφωτίδες και τα καλύμματά τους, που δεν θα είναι προσιτές κατά την διάρκεια του πλου θα κλείνονται και θα ασφαλίζονται πριν από την αναχώρηση του πλοίου από το λιμάνι.
6.1. Δεν θα τοποθετούνται παραφωτίδες σε χώρους που προορίζονται αποκλειστικά για μεταφορά φορτίου ή γαιανθράκων.
6.2 Είναι όμως δυνατό να τοποθετούνται παραφωτίδες σε χώρους που προορίζονται εναλλακτικά για μεταφορά επιβατών ή φορτίων αλλά θα είναι έτσι κατασκευασμένες, ώστε να εμποδίζεται αποτελεσματικά το άνοιγμά τους ή το άνοιγμα των καλυμμάτων τους χωρίς τη συγκατάθεση του πλοιάρχου.
6.3. Αν μεταφέρεται φορτίο σε τέτοιους χώρους, οι παραφωτίδες και τα καλύμματά τους θα κλείνονται στεγανά και θα κλειδώνονται πριν από τη φόρτωση του φορτίου και το κλείσιμο και κλείδωμα αυτό θα καταχωρούνται σε ημερολόγιο που μπορεί να καθορίζει ή Αρχή.
7. Παραφωτίδες αυτόματου αερισμού, δεν θα τοποθετούνται στο εξωτερικό περίβλημα κάτω από τη γραμμή ορίου βύθισης χωρίς την ειδική συγκατάθεση της Αρχής.
8. Ο αριθμός των ευδιαίων, εξαγωγών υγιεινής και άλλων παρομοίων ανοιγμάτων στο εξωτερικό περίβλημα θα περιορίζεται στο ελάχιστο είτε με την εξυπηρέτηση από κάθε εξαγωγή όσο το δυνατόν περισσότερων σωλήνων υγιεινής και άλλων σωλήνων, είτε με οποιοδήποτε άλλο ικανοποιητικό τρόπο.
9.1. Όλες, οι εισαγωγές και εξαγωγές στο εξωτερικό περίβλημα θα είναι εφοδιασμένες με αποτελεσματικές και προσιτές διατάξεις για την παρεμπόδιση τυχαίας εισροής νερού μέσα στο πλοίο.
9.2. Εφαρμοζομένων των απαιτήσεων της Διεθνούς Σύμβασης Γραμμών Φόρτωσης που ισχύει και με την εξαίρεσή που προβλέπεται στην παράγραφο 9.3, κάθε χωριστή εξαγωγή που διέρχεται από το εξωτερικό περίβλημα από χώρους κάτω από τη γραμμή ορίου βύθισης θα εφοδιάζεται είτε με ένα αυτόματο ανεπίστροφο επιστόμιο εφοδιασμένο με αποτελεσματικό μέσο κλεισίματός του πάνω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων είτε με δύο αυτόματα, ανεπίστροφα, επιστόμια, χωρίς αποτελεσματικά μέσα κλεισίματος, με την προϋπόθεση ότι το εσωτερικό επιστόμιο ευρίσκεται πάνω από την ανώτατη έμφορτη ίσαλο γραμμή υποδιαίρεσης .και είναι πάντοτε προσιτό για επιθεώρηση υπό συνθήκες υπηρεσίας. Όπου τοποθετείται επιστόμιο με αποτελεσματικό μέσο κλεισίματος ή θέση χειρισμού πάνω από το κατάστρωμα στεγανών, θα είναι πάντοτε εύκολα προσιτή και θα προβλέπονται μέσα ένδειξης αν το επιστόμιο είναι ανοικτό ή κλειστό.
9.2.2. Οι απαιτήσεις της Διεθνούς Σύμβασης Γραμμών Φόρτωσης που ισχύει θα εφαρμόζονται στις εξαγωγές που διέρχονται από το εξωτερικό περίβλημα από χώρους πάνω από τη γραμμή ορίου βύθισης.
9.3. Οι κύριες και βοηθητικές εισαγωγές και εξαγωγές θάλασσας του χώρου μηχανών που έχουν σχέση με τη λειτουργία των μηχανημάτων θα είναι εφοδιασμένες με επιστόμια σε εύκολα προσιτές θέσεις μεταξύ των σωλήνων και του εξωτερικού περιβλήματος ή μεταξύ των σωλήνων και των κιβωτίων που είναι προσαρμοσμένα στο εξωτερικό περίβλημα. Τα επιστόμια μπορούν να χειρίζονται τοπικά και θα είναι εφοδιασμένα με ενδείκτες που θα δείχνουν αν είναι ανοικτά ή κλειστά.
9.4. Όλα τα εξαρτήματα του εξωτερικού περιβλήματος και τα επιστόμια που απαιτούνται από τον Κανονισμό αυτό θα είναι από χάλυβα, ορείχαλκο, ή άλλο εγκεκριμένο ελατό υλικό. Επιστόμια από κοινό χυτοσίδηρο ή παρόμοιο υλικό δεν είναι αποδεκτά. Όλες οι σωληνώσεις που αναφέρονται στον Κανονισμό αυτό θα είναι από χάλυβα ή άλλο ισοδύναμο υλικό, που να ικανοποιεί την Αρχή.
10.1. Θύρες επιβίβασης, φόρτωσης και ανθράκευσης, τοποθετημένες κάτω από τη γραμμή ορίου βύθισης, θα είναι επαρκούς αντοχής. Θα κλείνονται αποτελεσματικά και θα ασφαλίζονται στεγανά πριν από την αναχώρηση του πλοίου από το λιμάνι και θα τηρούνται κλειστές κατά την ναυτιπλοΐα.
10.2. Τέτοιες θύρες δεν θα είναι τοποθετημένες, σε καμιά περίπτωση έτσι ώστε να έχουν το κατώτατο σημείο τους κάτω από την ανώτατη έμφορτη ίσαλο γραμμή υποδιαίρεσης.
11.1 Τα εσωτερικά ανοίγματα κάθε στομίου απόρριψης τέφρας, αποριμμάτων κ.λ.π. θα είναι εφωδιασμένα με αποτελεσματικό κάλυμμα.
11.2 Αν το εσωτερικό άνοιγμα ευρίσκεται κάτω από τη γραμμή ορίου βύθισης, το κάλυμμα θα είναι στεγανό και επί πλέον θα τοποθετείται ένα αυτόματο ανεπίστροφο επιστόμιο στο στόμιο απόρριψης σε μία εύκολα προσιτή θέση πάνω από την ανώτατη έμφορτη ίσαλο γραμμή υποδιαίρεσης. Όταν το στόμιο απόρριψης δεν χρησιμοποιείται, τόσο το κάλυμμα όσο και το επιστόμιό θα τηρούνται κλειστά και ασφαλισμένα.
1. Σε επιβατηγό πλοία:
.1. Η σχεδίαση, τα υλικά και η κατασκευή όλων των στεγανών θυρών, παραφωτίδων, θυρών επιβίβασης, φόρτωσης και ανθράκευσης, επιστομίων, σωληνώσεων, στομίων απόρριψης, τέφρας και αποριμμάτων που αναφέρονται στους Κανονισμούς αυτούς θα ικανοποιούν την Αρχή.
.2. Τα πλαίσια των κατακορύφων στεγανών θυρών δεν θα έχουν αυλάκωση στο κάτω μέρος τους μέσα στην οποία θα μπορούσαν να συγκεντρωθούν ακαθαρσίες και να εμποδίσουν το κανονικό κλείσιμο των θυρών.
2. Σε επιβατηγά πλοία και φορτηγά πλοία κάθε στεγανή θύρα θα δοκιμάζεται με υδραυλική πίεση ύψους στήλης νερού μέχρι το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων ή το κατάστρωμα εξάλων αντίστοιχα. Η δοκιμή αυτή θα εκτελείται πριν το πλοίο τεθεί σε υπηρεσία, είτε πριν είτε μετά την τοποθέτηση της θύρας.
1. Στεγανά καταστρώματα, οχετοί σήραγγες, σωληνοειδείς τρόπιδες και αεραγωγοί θα έχουν ίδια αντοχή με τα στεγανά διαφράγματα, στα αντίστοιχα ύψη. Τα μέσα που χρησιμοποιούνται για την επίτευξη της στεγανότητάς τους και οι διατάξεις που εφαρμόζονται για το κλείσιμο των ανοιγμάτων σ’ αυτά θα ικανοποιούν την Αρχή. Οι στεγανοί αεραγωγοί και οχετοί θα φθάνουν τουλάχιστον μέχρι το κατάστρωμα στεγνών διαφραγμάτων στα επιβατηγά πλοία και μέχρι το κατάστρωμά εξάλων στα φορτηγά πλοία.
2. Μετά το πέρας της κατασκευής, θα εκτελείται στα στεγανά καταστρώματα δοκιμή εκτόξευση νερού από εύκαμπτο σωλήνα ή δοκιμή κατάκλυσης με νερό, και στους στεγανούς οχετούς, σήραγγες και αεραγωγούς δοκιμή με εκτόξευση νερού από εύκαμπτο σωλήνα.
1. Η Αρχή μπορεί να απαιτήσει την λήψη όλων των λογικών και πρακτικών μέτρων για τον περιορισμό της εισροής και εξάπλωσης νερού πάνω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων. Τέτοια μέτρα μπορούν να περιλαμβάνουν, μερικά διαφράγματα ή πλαίσια. Όταν τοποθετούνται μερικά στεγανά διαφράγματα και πλαίσια στο κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων πάνω από τα ή πολύ κοντά. στα κύρια στεγανά διαφράγματα υποδιαίρεσης θα συνδέονται στεγανά με το εξωτερικό περίβλημα του πλοίου και το κατάστρωμα στεγανών, έτσι ώστε να περιορίζουν την ροή του νερού κατά μήκος του καταστρώματος όταν το πλοίο έχει εγκάρσια, κλίση κατόπιν βλάβης. Όπου το μερικό στεγανό διάγραμμα δεν ευθυγραμμίζεται με το υποκείμενο διάφραγμα, το μεταξύ τους κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων θα κατασκευάζεται αποτελεσματικά στεγανό.
2. Το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων ή το κατάστρωμα πάνω απ’ αυτό θα είναι καιροστεγές.
Όλα τα ανοίγματα στο εκτεθειμένο καιροστεγές κατάστρωμα θα έχουν τοιχώματα αρκετού ύψους και αντοχής και θα είναι εφοδιασμένα με αποτελεσματικά μέσα για το γρήγορο καιροστεγές κλείσιμό τους, θυρίδες εκροής, κιγκλιδώματα και ευδιαίοι θα τοποθετούνται όπως χρειάζεται, για γρήγορη απαλλαγή του εκτεθειμένου στον καιρό καταστρώματος σε όλες τις καιρικές συνθήκες.
3. Παραφωτίδες, θύρες επιβίβασης, φόρτωσης και ανθράκευσης και άλλα μέσα για το κλείσιμο ανοιγμάτων στο εξωτερικό περίβλημα πάνω από τη γραμμή ορίου βύθισης θα είναι αποτελεσματικά σχεδιασμένα και κατασκευασμένα και θα έχουν επαρκή αντοχή, λαμβανομένων υπόψη των χώρων στους οποίους είναι τοποθετημένα και των θέσεων τους σε σχέση με την ανώτατη έμφορτη ίσαλο γραμμή υποδιαίρεσης.
4. Αποτελεσματικά εσωτερικά καλύμματα τοποθετημένα έτσι ώστε να μπορούν να κλείνουν εύκολα και αποδοτικά και να ασφαλίζονται στεγανά, θα προβλέπονται για όλες’ τις παραφωτίδες χώρων κάτω από το πρώτο κατάστρωμα πάνω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων.
1. Επιβατηγά και φορτηγά πλοία.
1.1. θα προβλέπεται αποτελεσματικό σύστημα απάντλησης κυτών ικανό να αντλεί από, και να αποστραγγίζει, οποιοδήποτε στεγανό διαμέρισμα, εκτός χώρων που προορίζονται μόνιμα για την μεταφορά γλυκού νερού, θαλάσσιου έρματος, καυσίμου πετρελαίου ή υγρού φορτίου και για τους οποίους προβλέπονται άλλα αποτελεσματικά μέσα άντλησης σε όλες τις συνθήκες που παρουσιάζονται στην πράξη, θα προβλέπονται αποτελεσματικά μέσα για την αποστράγγιση του νερού από κύτη με μόνωση.
1.2. Αντλίες υγιεινής, έρματος και γενικής χρήσης μπορούν να γίνουν αποδεκτές σαν ανεξάρτητες μηχανοκίνητες αντλίες κυτών, αν έχουν τις αναγκαίες συνδέσεις με το σύστημα απάντλησης κυτών.
1.3. Όλοι οι σωλήνες κυτών, που χρησιμοποιούνται μέσα ή κάτω από αποθήκες γαιανθράκων ή δεξαμενές αποθήκευσης καυσίμου ή σε χώρους λεβήτων ή μηχανών, περιλαμβανομένων χώρων στους οποίους ευρίσκονται δεξαμενές κατακάθισης πετρελαίου ή μονάδες άντλησης καύσιμου πετρελαίου θα είναι χαλύβδινοι ή από άλλο κατάλληλο υλικό.
1.4. Η διάταξη του συστήματος απάντλησης κυτών και έρματος θα είναι τέτοια ώστε να αποκλείεται ή δυνατότητα εισροής νερού από τη θάλασσα και από χώρους έρματος νερού μέσα στους χώρους φορτίου και μηχανών, ή από ένα διαμέρισμα σε άλλο, θα λαμβάνεται πρόνοια ώστε να εμποδίζεται η κατάκλυση από απροσεξία οποιασδήποτε δεξαμενής κύτους που συνδέεται με το δίκτυο κυτών και έρματος με θαλάσσιο νερό όταν περιέχει φορτίο, ή η εκκένωσή της από κάποια σωλήνα απάντλησης κυτών όταν περιέχει έρμα νερού.
1.5. Όλα τα κιβώτια διανομής και τα χειροκίνητα επιστόμια που έχουν σχέση με. τις διατάξεις απάντλησης κυτών θα είναι σε θέσεις προσιτές υπό κανονικές συνθήκες.
2. Επιβατηγά πλοία.
2.1. Το σύστημα απάντλησης κυτών που απαιτείται από την παράγραφο 1.1. θα είναι ικανό να λειτουργεί σε όλες τις καταστάσεις που μπορούν να παρουσιασθούν μετά από ατύχημα είτε το πλοίο είναι στην κατακόρυφη θέση είτε έχει κλίση. Γι’ αυτό το σκοπό θα τοποθετούνται γενικά πλευρικές αναρροφήσεις, με εξαίρεση στενά διαμερίσματα που ευρίσκονται στα άκρα του πλοίου όπου μία αναρρόφηση μπορεί να θεωρηθεί επαρκής. Σε διαμερίσματα ασυνήθους σχήματος μπορεί να απαιτηθούν πρόσθετες αναρροφήσεις, θα εξασφαλίζονται, διατάξεις, με τις οποίες Τα νερά του διαμερίσματος θα μπορούν να ρέουν προς τους σωλήνες αναρρόφησης. Όπου η Αρχή κρίνει ότι, για ορισμένα διαμερίσματα, δεν είναι επιθυμητή η ύπαρξη διατάξεων αποστράγγισης, μπορεί να επιτρέψει την μη τοποθέτησή τους, αν οι υπολογισμοί που γίνονται σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του Κανονισμού 8.2.1 μέχρι 8.2.3 αποδεικνύουν ότι η ικανότητα επιβίωσης του πλοίου δεν θα επηρεασθεί δυσμενώς.
2.2. θα εγκαθίστανται τρεις τουλάχιστον μηχανοκίνητες αντλίες συνδεδεμένες με τον κύριο αγωγό απάντλησης κυτών, από τις οποίες η μία μπορεί να κινείται από τα προωστήρια μηχανήματα. Όπου ο δείκτης κριτηρίου είναι 30 ή μεγαλύτερος, θα προβλέπεται ακόμη μία ανεξάρτητη μηχανοκίνητη αντλία.
2.3. Όπου είναι πρακτικά δυνατό, οι μηχανοκίνητες αντλίες κυτών θα τοποθετούνται σε χωριστά, , στεγανά διαμερίσματα και θα έχουν τέτοια διάταξη ή θέση ώστε τα διαμερίσματα αυτά να μην κατακλύζονται από την ίδια βλάβη. Αν τα κύρια μηχανήματα πρόωσης, τα βοηθητικά μηχανήματα και οι λέβητες ευρίσκονται σε δύο ή περισσότερα στεγανά διαμερίσματα, οι διαθέσιμες αντλίες για την απάντληση των κυτών θα κατανέμονται όσο είναι δυνατόν σ’ αυτά τα διαμερίσματα.
2.4. Σε πλοίο που έχει μήκος 91,5 μέτρα ή δείκτη κριτηρίου 30 ή παραπάνω, οι διατάξεις θα είναι τέτοιες ώστε μία τουλάχιστον μηχανοκίνητη αντλία να είναι διαθέσιμη για χρήση σε όλες τις καταστάσεις κατάκλυσης τις οποίες, το πλοίο, απαιτείται να αντιμετωπίσει, ως εξής:
.1. Μία από τις απαιτούμενες αντλίες (κυφών, θα είναι αντλία, ανάγκης αξιόπιστου υποβρύχιου τύπου της οποίας ή πηγή ενέργειας θα ευρίσκεται πάνω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτών, ή,
.2. οι αντλίες κυτών και οι πηγές ενέργειάς των θα είναι έτσι κατανεμημένες σε όλο το μήκος του πλοίου ώστε, να είναι διαθέσιμη μία τουλάχιστον αντλία σε διαμέρισμα που δεν έχει υποστεί βλάβη.
2.5. Με την εξαίρεση των πρόσθετων αντλιών που μπορεί να προβλέπονται μόνο για τις ακραίες δεξαμενές ζυγοστάθμισης, κάθε απαιτούμενη αντλία κυτών θα έχει τέτοια διάταξη ώστε να αντλεί νερό από οποιοδήποτε χώρο που απαιτείται να αποστραγγίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1.1.
2.6. Κάθε μηχανοκίνητη αντλία κυτών θα είναι ικανή να αντλεί νερό με τον απαιτούμενο κύριο αγωγό απάντλησης κυτών με ταχύτητα όχι μικρότερη από 2 μέτρα ανά δευτερόλεπτο. Ανεξάρτητες μηχανοκίνητες αντλίες κυτών οι οποίες ευρίσκονται στους χώρους μηχανών, θα έχουν άπ’ ευθείας αναρροφήσεις από τους χώρους αυτούς, με την εξαίρεση ότι δεν θα απαιτούνται περισσότερες από δύο τέτοιες αναρροφήσεις σε οποιοδήποτε χώρο. Όταν υπάρχουν δύο ή περισσότερες τέτοιες αναρροφήσεις θα ευρίσκεται τουλάχιστον μία σε κάθε πλευρά του πλοίου. Η Αρχή μπορεί να απαιτήσει όπως ανεξάρτητες μηχανοκίνητες αντλίες κυτών ευρισκόμενες σε άλλους χώρους έχουν χωριστές απ’ ευθείας αναρροφήσεις. Οι απ’ ευθείας αναρροφήσεις θα έχουν κατάλληλη διάταξη και εκείνες που ευρίσκονται σε χώρο μηχανών θα έχουν διάμετρο όχι μικρότερη από τη διάμετρο που απαιτείται για τον κύριο αγωγό απάντλησης κυτών.
2.7.1. Επί πλέον της απ’ ευθείας αναρροφήσεως ή αναρροφήσεων κυτών που απαιτούνται από την παράγραφο 2.6 θα προβλέπεται στο χώρο μηχανών μία απ’ ευθείας αναρρόφηση από την κύρια αντλία κυκλοφορίας που θα φθάνει στο επίπεδο αποστράγγισης του χώρου μηχανών και θα είναι εφοδιασμένη με ανεπίστροφο επιστόμιο. Η διάμετρος του σωλήνα αυτής της απ’ ευθείας αναρρόφησης θα είναι τουλάχιστο ίση με τα 2/3 της διαμέτρου του σωλήνα εισαγωγής της αντλίας στην περίπτωση των ατμόπλοιων, και με την ίδια διάμετρο του σωλήνα εισαγωγής της αντλίας στην περίπτωση πλοίων Μ.Ε.Κ.
2.7.2. Όπου, κατά τη γνώμη της Αρχής, η κύρια αντλία κυκλοφορίας δεν είναι κατάλληλη για το σκοπό αυτό, θα τοποθετείται μία απ’ ευθείας αναρρόφηση κύτους ανάγκης από την μεγαλύτερη διαθέσιμη ανεξάρτητη μηχανοκίνητη, αντλία μέχρι το επίπεδο αποστράγγισης του χώρου μηχανών. Η διάμετρος της αναρρόφησης θα είναι ίση με την διάμετρο του σωλήνα της κύριας εισαγωγής της χρησιμοποιούμενης αντλίας. Η παροχή της αντλίας που είναι έτσι συνδεδεμένη, θα υπερβαίνει την παροχή μιας απαιτούμενης αντλίας κυτών κατά ποσότητα, που η Αρχή θεωρεί ικανοποιητική.
2.7.3. Τα βάκτρα των επιστομίων λήψης θάλασσας και απ’ ευθείας αναρροφήσεως θα εκτείνονται αρκετά πάνω από το δάπεδο του μηχανοστασίου.
2.8. Όλες οι σωληνώσεις απάντλησης κυτών μέχρι την σύνδεσή τους με τις αντλίες θα είναι ανεξάρτητες από άλλες σωληνώσεις.
2.9.Η διάμετρος d του κύριου αγωγού απάντλησης κυτών θα υπολογίζεται σύμφωνα με τον παρακάτω τύπο. Πάντως η πραγματική εσωτερική διάμετρος του κύριου αγωγού απάντλησης κυτών μπορεί να στρογγυλοποιείται στο πλησιέστερο τυποποιημένο μέγεθος που θα αποδέχεται η Αρχή:
«όπου d είναι η εσωτερική διάμετρος του κύριου αγωγού απάντλησης «κυτών (χιλιοστόμετρα), L και Β είναι το μήκος και το πλάτος του Γ πλοίου (μέτρα) όπως ορίζονται στον κανονισμό 2, και D είναι το πλευρικό ύψος του πλοίου μέχρι το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων (μέτρα). Η διάμετρός των διακλαδώσεων του κύριου αγωγού απάντλησης θα πληροί τις απαιτήσεις της Αρχής.
2.10 Θα λαμβάνεται μέριμνα ώστε να εμποδίζεται η κατάκλυση διαμερίσματος που εξυπηρετείται από οποιοδήποτε σωλήνα αναρρόφησης του δικτύου απάντλησης κυτών αν ο σωλήνας αυτός αποκοπεί ή υποστεί βλάβη από σύγκρουση ή προσάραξη σε οποιοδήποτε άλλο διαμέρισμά. Για το σκοπό, αυτό, όπου ο σωλήνας ευρίσκεται σε οποιοδήποτε τμήμα σε απόσταση από την πλευρά του πλοίου μικρότερη από το ένα πέμπτο του πλάτους του πλοίου όπως ορίζεται στον Κανονισμό 2, (μετρημένη κάθετα προς την κεντρική γραμμή στο επίπεδο της ανώτατης έμφορτης ισάλου γραμμής υποδιαίρεσης) ή ευρίσκεται μέσα σε σωληνοειδή τρόπιδα, θα τοποθετείται ανεπίστροφο /επιστόμιο στο σωλήνα, στο διαμέρισμα που περιέχει το ανοικτό άκρο του.
2.11. Κιβώτια διανομής, κρουνοί και επιστόμια που έχουν σχέση με το σύστημα απάντλησης κυτών, θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε, σε περίπτωση κατάκλυσης, μία από τις αντλίες κύτους να μπορεί να αναρροφήσει από οποιοδήποτε διαμέρισμα. Επί πλέον, βλάβη σε μία αντλία ή στο σωλήνα της που συνδέεται με τον κύριο αγωγό απάντλησης κυτών, εξωτερικά, (προς την πλευρά του πλοίου) μιας γραμμής που χαράσσεται στο ένα πέμπτο του πλάτους του πλοίου, δεν θα θέτει «εκτός λειτουργίας το σύστημα απάντλησης κυτών. Αν υπάρχει ένα μόνο σύστημα σωληνώσεων κοινό για όλες τις αντλίες, τα αναγκαία επιστόμια για τον έλεγχο των αναρροφήσεων κύτους θα μπορούν να χειρίζονται πάνω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων. Όπου, επί πλέον του κυρίου συστήματος απάντλησης κυτών προβλέπεται σύστημα απάντλησης κυτών ανάγκης, αυτό θα είναι ανεξάρτητο από το κύριο, σύστημα και θα έχει τέτοια διάταξη ώστε μία αντλία να μπορεί να εξυπηρετεί οποιοδήποτε διαμέρισμα σε κατάσταση κατάκλυσης όπως καθορίζεται στην παράγραφο 2.1. Σ’ αυτή την περίπτωση μόνο τα αναγκαία .επιστόμια για τη λειτουργία του συστήματος ανάγκης χρειάζεται να .μπορούν να χειρίζονται πάνω .από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων.
2.12. Όλοι οι κρουνοί και τα επιστόμια που αναφέρονται στην παράγραφο 2.11 που μπορούν να χειρίζονται πάνω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων θα έχουν τα χειριστήριά τους ευκρινώς σημασμένα στη θέση χειρισμών, και θα διαθέτουν μέσα που θα δείχνουν αν είναι ανοικτά ή κλειστά.
3. Φορτηγά πλοία
θα προβλέπονται δύο τουλάχιστον μηχανοκίνητες αντλίες, συνδεδεμένες με το κύριο σύστημα απάντλησης κυτών, από τις οποίες η μία μπορεί να κινείται από τα προωστήρια μηχανήματα. Αν η Αρχή κρίνει ότι η ασφάλεια τού πλοίου δεν επηρεάζεται δυσμενώς, μπορεί να απαλλάξει ορισμένα διαμερίσματα του πλοίου από διατάξεις απάντλησης κυτών.
.
1. Σε κάθε επιβατηγό πλοίο ανεξάρτητα από το μέγεθος του και σε κάθε φορτηγό πλοίο που έχει μήκος, όπως ορίζεται στην Διεθνή Σύμβαση Γραμμών Φόρτωσης που ισχύει, 24 μέτρα και άνω, θα εκτελείται, μετά την αποπεράτωσή του, πείραμα ευστάθειας και θα καθορίζονται τα στοιχεία ευστάθειάς του. Ο πλοίαρχος θα εφοδιάζεται με τέτοια στοιχεία, ικανοποιητικά για την Αρχή, όσο χρειάζεται για να μπορεί με γρήγορες και απλές μεθόδους να λαμβάνει ακριβείς οδηγίες για την ευστάθεια του πλοίου σε διάφορες συνθήκες λειτουργίας. Αντίγραφο των στοιχείων ευστάθειας θα υποβάλλεται στην Αρχή
2. Όταν γίνονται μετατροπές σε πλοίο, που επηρεάζουν σημαντικά τα στοιχεία ευστάθειας που έχουν δοθεί στον πλοίαρχο, θα παρέχονται τροποποιημένα στοιχεία ευστάθειας. Αν είναι αναγκαίο, θα γίνεται νέο πείραμα ευστάθειας στο πλοίο.
3. Η Αρχή μπορεί να απαλλάξει συγκεκριμένο πλοίο από το πείραμα ευστάθειας εφ’ όσον, υπάρχουν διαθέσιμα βασικά στοιχεία ευστάθειας από το πείραμα ευστάθειας άλλου αδελφού πλοίου και αποδεικνύεται κατά τρόπο που να ικανοποιεί την Αρχή ότι, αξιόπιστα στοιχεία ευστάθειας, για το απαλλασσόμενο πλοίο μπορούν να ληφθούν από τέτοια βασικά στοιχεία.
4. Η Αρχή μπορεί επίσης να απαλλάξει από το πείραμα ευστάθειας . συγκεκριμένο πλοίο ή κατηγορία πλοίων, που έχουν ειδικά σχεδιασθεί για την μεταφορά υγρών ή μεταλλευμάτων χύμα, όταν η εξέταση υπαρχόντων στοιχείων για όμοια πλοία δείχνει σαφώς λόγω των διαστάσεων και των διατάξεων του πλοίου θα υπάρχει αρκετό μετακεντρικό ύψος σε, όλες τις πιθανές συνθήκες φόρτωσης.
Θα υπάρχουν μόνιμα εκτεθειμένα, για καθοδήγησή του υπεύθυνου αξιωματικού του πλοίου, σχέδιά που δείχνουν σαφώς, για κάθε κατάστρωμα και κύτος, τα όρια των στεγανών διαμερισμάτων, τα ανοίγματά τους με τα μέσα κλεισίματος και τη θέση των χειριστηρίων τους και τις διατάξεις για τη διόρθωση οποιασδήποτε κλίσης, που οφείλεται σε κατάκλυση. Επί πλέον, εγχειρίδια πού θα περιέχουν τα παραπάνω. στοιχεία θα διατίθενται στους αξιωματικούς του πλοίου.
1. Ο Κανονισμός αυτός εφαρμόζεται σε όλα τα πλοία.
2.1. Θα εκτελούνται εβδομαδιαία γυμνάσια λειτουργίας των στεγανών θυρών, παραφωτίδων, επιστομίων και μηχανισμών κλεισίματος ευδιαίων στομίων απόρριψης τέφρας και απορριμάτων. Σε πλοία στα οποία η διάρκεια του πλου είναι μεγαλύτερη από μία εβδομάδα θα εκτελείται πλήρες γυμνάσιο πριν από την αναχώρηση του πλοίου από το λιμάνι, και στη συνέχεια άλλα γυμνάσια τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα κατά την διάρκεια του πλου.
2.2. Όλες οι στεγανές θύρες, τόσο οι μηχανοκίνητες όσο και οι γιγγλυμωτές, σε κύρια εγκάρσια διαφράγματα που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια του πλου, θα λειτουργούν καθημερινά.
3.1. Οι στεγανές θύρες και όλοι οι σχετικοί μηχανισμοί και ενδείκτες, όλα τα επιστόμια, το κλείσιμο των οποίων είναι αναγκαίο για τη στεγανότητα ενός διαμερίσματος, και όλα τα επιστόμια, η λειτουργία των οποίων είναι αναγκαία για τις εγκάρσιες συνδέσεις ελέγχου βλαβών, θα επιθεωρούνται περιοδικά κατά τη διάρκεια του πλου τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα.
3.2. Τα επιστόμια αυτά, οι θύρες και οι μηχανισμοί τους, θα σημαίνοντα κατάλληλα ώστε να εξασφαλίζεται ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν σωστά για την επίτευξη μέγιστης ασφάλειας.
1. Ο Κανονισμός αυτός εφαρμόζεται σε όλα. τα πλοία.
2. Οι γιγγλυμωτές θύρες, τα φορητά ελάσματα, οι παραφωτίδες, οι θύρες επιβίβασης, φόρτωσης και ανθράκευσης και τα λοιπά ανοίγματα, που σύμφωνα με αυτούς τους Κανονισμούς πρέπει να τηρούνται κλειστά κατά τη ναυσιπλοΐα/ θα κλείνονται πριν από την αναχώρηση του πλοίου από το λιμάνι. Ο χρόνος κλεισίματος και ο χρόνος ανοίγματος (εφ' όσον επιτρέπεται από τους Κανονισμούς αυτούς) θα καταχωρούνται σε ημερολόγιο πού μπορεί να καθορίζει η Αρχή.
3. Όλα τα γυμνάσια και οι επιθεωρήσεις που απαιτούνται από τον Κανονισμό 24 θα καταχωρούνται στο ημερολόγιο και θα αναφέρεται σαφώς κάθε ελάττωμα που μπορεί να διαπιστώθηκε.
1. Τα μηχανήματα, οι λέβητες και άλλα δοχεία πίεσης, τα σχετικά συστήματα σωληνώσεων και εξαρτήματα θα έχουν σχεδίαση και κατασκευή κατάλληλη για την υπηρεσία που προορίζονται και θα είναι εγκατεστημένα και προστατευμένα έτσι ώστε να ελαττώνεται στο ελάχιστο οποιοσδήποτε κίνδυνος για τους επιβαίνοντες στο πλοίο, λαμβανομένων ιδιαίτερα υπ’ όψη των κινούμενων μερών, θερμών επιφανειών και άλλων κινδύνων. Η σχεδίαση θα λαμβάνει υπ’ όψη τα υλικά που χρησιμοποιούνται στη κατασκευή, τον σκοπό για τον οποίο προορίζεται ο εξοπλισμός, τις συνθήκες εργασίας τις οποίες θα αντιμετωπίσει και τις συνθήκες περιβάλλοντος στο πλοίο.
2. Η Αρχή θα δίδει ιδιαίτερη προσοχή στην αξιοπιστία των μοναδικών απαραιτήτων εξαρτημάτων, πρόωσης και μπορεί να απαιτήσει μια χωριστή πηγή ενέργειας πρόωσης ικανή να δώσει στο πλοίο μία ταχύτητα πλεύσης, ειδικά στην περίπτωση μη συμβατικών διατάξεων.
3. Θα προβλέπονται μέσα με τα οποία θα μπορεί να διατηρείται ή αποκαθίσταται η κανονική λειτουργία των μηχανημάτων πρόωσης, έστω και αν ένα από τα απαραίτητα βοηθητικά μηχανήματα τεθεί εκτός λειτουργίας, θα δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στην κακή λειτουργία:
.1. Του ηλεκτροπαραγωγού ζεύγους, που χρησιμεύει σαν κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας,
.2 . των πηγών παροχής ατμού,
.3. των συστημάτων τροφοδότησής νερού στους λέβητες,
.4.των συστημάτων παροχής καυσίμου πετρελαίου στους λέβητες ή μηχανές,
.5. των πηγών παροχής λιπαντικού ελαίου υπό πίεση,
.6. των πηγών παροχής νερού υπό πίεση,
.7. αντλίας συμπυκνώματος και των διατάξεων διατήρησης κενού στους συμπυκνωτές,
.8. της μηχανικής παροχής αέρα στους λέβητες,
.9. αεροσυμπιεστού και δοχείου αέρα για σκοπούς εκκίνησης ή ελέγχου,
.10. των υδραυλικών, με πεπιεσμένο αέρα ή ηλεκτρικών μέσων ελέγχου των κύριων μηχανημάτων πρόωσης περιλαμβανόμενων των ελίκων μεταβλητού βήματος.
Πάντως, η Αρχή λαμβάνοντας ύπ’ όψη το σύνολο των μέτρων ασφάλειας μπορεί να δεχθεί μερική μείωση της ικανότητας πρόωσης απ’ αυτήν της κανονικής λειτουργίας.
4. Θα προβλέπονται μέσα που εξασφαλίζουν ότι τα μηχανήματα μπορούν να τεθούν σε λειτουργία από την κατάσταση νεκρού πλοίου χωρίς εξωτερική βοήθεια.
5. Όλοι οι λέβητες, όλα τα μέρη των μηχανημάτων, όλα τα συστήματα ατμού, υδραυλικά, με πεπιεσμένο αέρα και άλλα και τα σχετικά εξαρτήματα, που ευρίσκονται υπό εσωτερική πίεση θα υπόκειται σε κατάλληλες δοκιμές, που περιλαμβάνουν μια δοκιμή πίεσης
6. Τα κύρια μηχανήματα πρόωσης και όλα τα απαραίτητα βοηθητικά μηχανήματα για την πρόωση και ασφάλεια του πλοίου, θα είναι, όπως έχουν εγκατασταθεί στο πλοίο, σχεδιασμένα για να λειτουργούν όταν το πλοίο είναι σε όρθια θέση και όταν είναι σε κλίση με οποιαδήποτε γωνία εγκάρσιας κλίσης μέχρι και 15° προς οποιαδήποτε πλευρά με στατικές συνθήκες και 22,5° με δυναμικές συνθήκη (διατοιχισμός) προς οποιαδήποτε πλευρά και ταυτόχρονα με δυναμική κλίση (προνευστασμός) 7,5° προς πλώρη ή πρύμνη. Η Αρχή λαμβάνοντας υπ’ όψη τον τύπο, μέγεθος και τις συνθήκες υπηρεσίας του πλοίου, μπορεί να επιτρέψει απόκλιση από αυτές τις γωνίες.
7. Θα λαμβάνεται μέριμνα για τη διευκόλυνση του καθαρισμού, της επιθεώρησης και συντήρησης των κύριων μηχανημάτων πρόωσης και των βοηθητικών μηχανημάτων περιλαμβανομένων λεβήτων και δοχείων πίεσης.
8. Θα δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη σχεδίαση, κατασκευή και εγκατάσταση συστημάτων μηχανημάτων πρόωσης ώστε οποιαδήποτε μορφή κραδασμών τους να μη προκαλεί υπερβολικές καταπονήσεις στα μηχανήματα αυτά στα συνήθη όρια λειτουργίας τους.
1. Όπου υπάρχει κίνδυνος από υπερτάχυνση των μηχανημάτων, θα προβλέπονται μέσα που θα εξασφαλίζουν ότι η ασφαλής ταχύτητα δεν θα υπερβαίνεται.
2. Όπου κύρια ή βοηθητικά μηχανήματα περιλαμβανομένων δοχείων πίεσης ή οποιαδήποτε μέρη τέτοιων μηχανημάτων υπόκεινται σε εσωτερική πίεση και μπορούν να υποβληθούν σε επικίνδυνη υπερπίεση, θα προβλέπονται μέσα όπου είναι πρακτικά δυνατό, για την προστασία από τέτοιες υπερβολικές πιέσεις.
3. Όλοι οι μηχανισμοί και κάθε άξονας και σύνδεσμός, που χρησιμοποιούνται για μετάδοση ενέργειας σε μηχανήματα απαραίτητα για την πρόωση και ασφάλεια του πλοίου ή για, την ασφάλεια των επιβαινόντων στο πλοίο, θα είναι σχεδιασμένοι και κατασκευασμένοι έτσι ώστε να αντέχουν στις μέγιστες καταπονήσεις-λειτουργίας στις οποίες είναι δυνατό να εκτεθούν σε όλες τις συνθήκες υπηρεσίας και θα δίνεται ιδιαίτερή προσοχή στον τύπο των μηχανών από τις οποίες λαμβάνουν κίνηση ή των οποίων αποτελούν τμήμα.
4. Μηχανές εσωτερικής καύσης με διάμετρο κυλίνδρου 200 χιλιοστόμετρα ή όγκο στροφαλοθάλαμου 0,6 κυβικά μέτρα και άνω θα εφοδιάζονται με ασφαλιστικές βαλβίδες έκρηξης στροφοθάλαμου κατάλληλου τύπου με επαρκή επιφάνεια απελευθέρωσης.
Οι ασφαλιστικές βαλβίδες θα έχουν τέτοια διάταξη ή θα εφοδιάζονται με τέτοια μέσα ώστε να εξασφαλίζεται ότι η εξαγωγή τους έχει διεύθυνση που να ελαχιστοποιεί την πιθανότητα τραυματισμού του προσωπικού.
5. Κύριες στροβιλομηχανές πρόωσης και, όπου είναι εφαρμόσιμο, κύριες μηχανές πρόωσης εσωτερικής καύσης και βοηθητικά μηχανήματα θα εφοδιάζονται με αυτόματες διατάξεις διακοπής λειτουργίας σε περίπτωσή βλαβών όπως βλάβη παροχής λιπαντικού ελαίου που θα μπορούσε να οδηγήσει γρήγορα σε πλήρη καταστροφή, σοβαρή βλάβη ή έκρηξη. Η Αρχή μπορεί να επιτρέπει διατάξεις που παρακάμπτουν τις αυτόματες συσκευές διακοπής λειτουργίας.
1. θα προβλέπεται επαρκής ισχύς για την αναπόδιση, ώστε να εξασφαλίζεται ο σωστός έλεγχος του πλοίου σε όλες τις κανονικές περιστάσεις.
2. Η ικανότητα των μηχανημάτων να αναστρέφουν την διεύθυνση ώσης τής έλικας σε επαρκή χρόνο, ώστε το πλοίο να ακινητεί από τη μεγίστη υπηρεσιακή ταχύτητα πρόωσης σέ λογική απόσταση, θα δοκιμάζεται και θα καταγράφεται.*
* Γίνεται μνεία τής Σύστασης για τα Πληροφοριακά Στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στα Εγχειρίδια Χειρισμών, που υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό με την Απόφαση A 209 (VII).
3. Οι χρόνοι κινητοποίησης, οι κατευθύνσεις του πλοίου και οι αποστάσεις που καταγράφονται στις δοκιμές μαζί με τα αποτελέσματα των δοκιμών για τον καθορισμό της ικανότητας των πλοίων που έχουν πολλαπλές έλικες να ναυσιπλοούν και να ελίσσονται με μία ή περισσότερες έλικες εκτός λειτουργίας, θα είναι διαθέσιμοι στο πλοίο για την χρήση του πλοιάρχου ή του αρμόδιου προσωπικού.*
*Γίνεται μνεία τής Σύστασης για τα Πληροφοριακά Στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στα Εγχειρίδια Χειρισμών, που υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό με την Απόφαση A 209 (VII).
4. Όπου το πλοίο είναι εφοδιασμένο με συμπληρωματικά μέσα για Ελιγμούς ή ακινητοποίηση η αποτελεσματικότητα τέτοιων μέσων θα δοκιμάζεται και καταγράφεται όπως αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3.
1. Έκτος αν ρητά προβλέπεται διαφορετικά, κάθε πλοίο, θα είναι εφοδιασμένο με κύριο και βοηθητικό μηχανισμό πηδαλίου που ικανοποιεί την Αρχή. Ο κύριος και ο βοηθητικός μηχανισμός πηδαλίου θα τέτοια διάταξη ώστε η βλάβη ενός από αυτούς δεν θα θέτει τον άλλον εκτός λειτουργίας.
2.1. Όλα τα εξαρτήματα μηχανισμού πηδαλίου και ο κορμός πηδαλίου θα είναι καλής και αξιόπιστης κατασκευής που να ικανοποιεί την Αρχή. θα εξετάζεται με ιδιαίτερη προσοχή η καταλληλότητα οποιουδήποτε απαραίτητου εξαρτήματος που δεν είναι διπλό. Οποιοδήποτε τέτοιο απαραίτητο εξάρτημα θα χρησιμοποιεί ανάλογα με την περίπτωση, έδρανα αντιτριβής όπως ένσφαιρους τριβείς, κυλινδροτριβείς ή δακτυλιοτριβείς οι οποίοι θα λιπαίνονται μόνιμα ή θα έχουν εξαρτήματα λίπανσης.
2.2. Η πίεση σχεδίασης για τους υπολογισμούς προσδιορισμού των διαστάσεων των σωληνώσεων και άλλων, εξαρτημάτων του μηχανισμού πηδαλίου που υπόκεινται σε εσωτερική υδραυλική πίεση θα είναι τουλάχιστον 1;25 φορές η μέγιστη πίεση λειτουργίας που αναμένεται στις συνθήκες λειτουργίας που καθορίζονται στην παράγραφο 3.2. λαμβανομένης υπ' όψη οποιασδήποτε πίεσης που μπορεί να υπάρχει στη πλευρά χαμηλής πίεσης του συστήματος. Κατά την κρίση της Αρχής θα εφαρμόζονται κριτήρια κόπωσης για τη σχεδίαση σωληνώσεων και εξαρτημάτων λαμβανομένων υπόψη εναλασσομένων πιέσεων που οφείλονται σε δυναμικά φορτία.
2.3. Θα τοποθετούνται ασφαλιστικές βαλβίδες σε σε οποιοδήποτε τμήμα του υδραυλικού συστήματος, που μπορεί να απομονωθεί και στο οποίο μπορεί να δημιουργηθεί πίεση από την πηγή ενέργειας ή από εξωτερικές δυνάμεις. Η ρύθμιση των ασφαλιστικών βαλβίδων δεν θα υπερβαίνει την πίεση σχεδίασης. Οι βαλβίδες θα έχουν επαρκές μέγεθος και τέτοια διάταξη ώστε να αποφεύγεται υπερβολική αύξηση πίεσης από την πίεση σχεδίασης.
3.Ο κύριος μηχανισμός πηδαλίου και ο κορμός του πηδαλίου θα είναι:
.1. επαρκούς αντοχής και ικανός για πηδαλιούχησή του πλοίου στη μέγιστη υπηρεσιακή ταχύτητα πρόωσης που θα δοκιμάζεται,
.2. ικανοί να θέτουν το πηδάλιο από γωνία 35° στη μία πλευρά σε γωνία 35° στην άλλη πλευρά με το πλοίο στο μέγιστο βύθισμα πλεύσης και κινούμενο με την μέγιστη υπηρεσιακή ταχύτητα πρόωσης και, στις ίδιες συνθήκες, από γωνία 35°, σε μία οποιαδήποτε πλευρά σε γωνία 30° στην άλλη πλευρά, σε χρόνο όχι περισσότερο από 28 δευτερόλεπτα,
.3. ικανοί να λειτουργούν με μηχανική ενέργεια όπου είναι αναγκαίο να πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 3.2. και σε οποιαδήποτε περίπτωση που η Αρχή απαιτεί κορμό πηδαλίου διαμέτρου πάνω από 120 χιλιοστόμετρα στη θέση του οίακα, εξαιρουμένης της ενίσχυσης για ναυσιπλοϊα σε πάγο και
4. έτσι σχεδιασμένοι ώστε να μην υφίστανται βλάβη στη μέγιστη ταχύτητα αναπόδισης. Πάντως αυτή η απαίτηση σχεδίασης δεν χρειάζεται να αποδεικνύεται με δοκιμές στη μέγιστη ταχύτητα αναπόδισης και στη μέγιστη γωνία πηδαλίου.
.4. Ο. βοηθητικός μηχανισμός πηδαλίου θα είναι:
.1. επαρκούς αντοχής και ικανός για πηδαλιούχηση του πλοίου σε ταχύτητα, πλεύσης καν για γρήγορη λειτουργία, σε περίπτωση ανάγκης.
.2. ικανός να θέτει το πηδάλιο από γωνία 15ο στη μια πλευρά σε γωνία 15ο στην άλλη πλευρά σε χρόνο όχι περισσότερο από 60 δευτερόλεπτά με το το πλοίο στο μέγιστο βύθισμα πλεύσης και κινούμενο προς τα πρόσω με το μισό της μέγιστης υπηρεσιακής ταχύτητας πρόωσης ή με 7 κόμβους, οποιοδήποτε είναι μεγαλύτερο, και
.3. ικανός να λειτουργεί με μηχανική ενέργεια όπου είναι αναγκαίο να πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 4.2. και σε οποιαδήποτε περίπτωση που η Αρχή, απαιτεί κορμό πηδαλίου διαμέτρου πάνω από 230 χιλιοστόμετρα στη θέση του οίακα, εξαιρουμένης της ενίσχυσης για ναυσιπλοία σε πάγο.
5. Οι μηχανοκίνητες μονάδες του κύριου και βοηθητικού μηχανισμού πήδαλίου θα έχουν:
. 1. διάταξη τέτοια ώστε να επανεκκινούν αυτόματα όταν αποκαθίσταται η παροχή ενέργειας μετά από τη διακοπή τους,
.2. δυνατότητα να τίθενται σε λειτουργία από θέση στη γέφυρα ναυσιπλοΐας. Σε περίπτωση διακοπής παροχής ενέργειας σε οποιαδήποτε από τις μηχανοκίνητες μονάδες μηχανισμού πηδαλίου, θα δίνεται ακουστικός και οπτικός συναγερμός στη γέφυρα ναυσιπλοΐας.
6.1. Όπου ο κύριος μηχανισμός πηδαλίου περιλαμβάνει δύο ή περισσότερες ίδιες μηχανοκίνητες μονάδες, δεν απαιτείται η εγκατάσταση βοηθητικού μηχανισμού πηδαλίου εφ’ όσον:
.1. σε επιβατηγό πλοίο, ο κύριος μηχανισμός πηδαλίου είναι ικανός να κινεί το πηδάλιο όπως απαιτείται από τη παράγραφο 3.2 ενώ μια οποιαδήποτε από τις μηχανοκίνητες μονάδες ευρίσκεται εκτός λειτουργίας,
.2. σε φορτηγό πλοίο ο κύριος μηχανισμός πηδαλίου είναι ικανός να κινεί το πηδάλιο όπως απαιτείται από τή παράγραφο 3.2 ενώ λειτουργούν όλες οι μηχανοκίνητες μονάδες,
.3. ο κύριος μηχανισμός πηδαλίου έχει τέτοια διάταξη ώστε μετά από μια μοναδική βλάβη στο δίκτυο σωληνώσεών του ή σε μια από τις μηχανοκίνητες μονάδες η βλάβη να μπορεί να απομονωθεί έτσι ώστε να μπορεί να διατηρηθεί η ικανότητα πηδαλιούχησης ή να επανακτηθεί γρήγορα.
6.2. Η Αρχή μπορεί, μέχρι 1 Σεπτεμβρίου 1986, να αποδεχθεί την εγκατάσταση μηχανισμού πηδαλίου αποδεδειγμένης αξιοπιστίας που δεν πληροί όμως τις απαιτήσεις της παραγράφου 6.1.3. για το υδραυλικό σύστημα.
6.3. Μηχανισμού πηδαλίου, άλλου τύπου από τον υδραυλικό, θα επιτυγχάνουν επιδόσεις ισοδύναμες προς τις απαιτήσεις αυτής της παραγράφου που να ικανοποιούν την Αρχή.
7. Θα προβλέπεται έλεγχος του μηχανισμού πηδαλίου:
.1. για τον κύριο μηχανισμό πηδαλίου τόσο στη γέφυρα ναυσιπλοϊας όσο και στο διαμέρισμα μηχανισμού πηδαλίου,
.2. Όπου ο κύριος μηχανισμός πηδαλίου έχει διάταξη σύμφωνα με την παράγραφο 6, από δύο ανεξάρτητα συστήματα ελέγχου, που να μπορούν και τα δύο να χειρισθούν από τη γέφυρα ναυσιπλοϊας. Αυτό δεν απαιτεί διπλό οιακοστρόφιο ή μοχλό πηδαλιούχησης. Όπου το σύστημα ελέγχου αποτελείται από από ένα υδραυλικό τηλεκινητήρα, δεν απαιτείται η εγκατάσταση δεύτερου ανεξάρτητου συστήματος, εκτός δεξαμενοπλοίων ή υγραεριοφόρων 10.000 κόρων ολικής χωρητικότητας και άνω.
.3. Για τον βοηθητικό μηχανισμό πηδαλίου, στο διαμέρισμα μηχανισμού πηδαλίου και, αν λειτουργεί μηχανοκίνητα, θα μπορεί να χειρίζεται από τη γέφυρα ναυσιπλοΐας και θα είναι ανεξάρτητος από το σύστημα ελέγχου για τον κύριο μηχανισμό πηδαλίου.
8. Οποιοδήποτε σύστημα ελέγχου κυρίου και βοηθητικού μηχανισμού πηδαλίου που μπορεί να χειρίζεται από τη γέφυρα ναυσιπλοΐας θα πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:
.1. αν είναι ηλεκτρικό, θα εξυπηρετείται από δικό του χωριστό κύκλωμα που θα τροφοδοτείται από το κύκλωμα ενέργειας μηχανισμού πηδαλίου από σημείο μέσα στο διαμέρισμα μηχανισμού πηδαλίου ή απ’ ευθείας από τους ζυγούς του ηλεκτρικού πίνακα που τροφοδοτούν αυτό το κύκλωμά ενέργειας του μηχανισμού πηδαλίου σέ σημείο του ηλεκτρικού πίνακα κοντά στη παροχή στο κύκλωμα ενέργειας του μηχανισμού πηδαλίου.
.2. θα προβλέπονται στο διαμέρισμα μηχανισμού πηδαλίου μέσα για την αποσύνθεση οποιουδήποτε συστήματος ελέγχου, που μπορεί να, χειρίζεται από τη γέφυρα ναυσιπλοΐας, από το μηχανισμό πηδαλίου που εξυπηρετεί,
.3. το σύστημα θα είναι ικανό να τίθεται σε λειτουργία από θέση στη γέφυρα ναυσιπλοΐας,
.4. στη περίπτωση διακοπής της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας στο σύστημα ελέγχου, θα δίνεται ακουστικός και οπτικός συναγερμός στη γέφυρα ναυσιπλοϊας, και
.5. θα προβλέπεται προστασία έναντι βραχυκυκλώματος μόνο για τα τροφοδοτικά κυκλώματα ελέγχου μηχανισμού πηδαλίου.
9. Τα ηλεκτρικά κυκλώματα ενέργειας και τα συστήματα ελέγχου μηχανισμού πηδαλίου με τα σχετικά εξαρτήματά τους, καλώδια και σωλήνες που απαιτούνται από αυτόν τον Κανονισμό και τον Κανονισμό 30 θα είναι διαχωρισμένα, όσο είναι πρακτικά δυνατό, σε όλο το μήκος τους.
10. θα προβλέπεται μέσο .επικοινωνίας μεταξύ της γέφυρας ναυσιπλοΐας και του διαμερίσματος μηχανισμού πηδαλίου. .
11. Η γωνιακή θέση του πηδαλίου:
.1. θα δείχνεται στη γέφυρα ναυσιπλοΐας) αν ο κύριός μηχανισμός πηδαλίου λειτουργεί μηχανοκίνητα. Η ένδειξη γωνίας πηδαλίου θα είναι ανεξάρτητη από το σύστημα ελέγχου μηχανισμού πηδαλίου.
.2. θα είναι αναγνωρίσιμη στο διαμέρισμα μηχανισμού πήδαλίου.
12. Ο υδραυλικός μηχανοκίνητος μηχανισμός πηδαλίου θα εφοδιάζεται με:
.1. Διατάξεις για τη διατήρηση της καθαρότητας του υδραυλικού υγρού λαμβανομένων υπ’ όψη του τύπου και της σχεδίασης του υδραυλικού συστήματος.
.2. Συναγερμό χαμηλής στάθμης για κάθε δοχείο υδραυλικού υγρού για να δίνει τη συντομώτερη δυνατή ένδειξη διαρροής υδραυλικού υγρού. Ακουστικοί και οπτικοί συναγερμοί θα δίνονται στη γέφυρα ναυτιπλοΐας και στον χώρο μηχανών, όπου μπορούν να γίνουν αμέσως αντιληπτοί, και
.3. Μόνιμη αποθηκευτική δεξαμενή με επαρκή χωρητικότητα για να ξαναγεμίσει τουλάχιστο ένα σύστημα μετάδοσης ενέργειας περιλαμβανομένου του δοχείου, όπου απαιτείται ο κύριος μηχανισμός πηδαλίου να είναι μηχανοκίνητος. Η αποθηκευτική δεξαμενή θα είναι μόνιμα συνδεδεμένη με σωληνώσεις κατά τέτοιο τρόπο ώστε τα υδραυλικά συστήματα, να μπορούν να ξαναγεμίσουν εύκολα από θέση μέσα στο διαμέρισμα μηχανισμού πηδαλίου και θα εφοδιάζεται με μετρητή περιεχομένου.
13.Το διαμέρισμα μηχανισμού πηδαλίου θα είναι:
.1. Εύκολα προσιτό και όσο είναι πρακτικά δυνατό, διαχωρισμένο από τους χώρους μηχανών, και
.2. Εφοδιασμένο με κατάλληλες διατάξεις που εξασφαλίζουν πρόσβαση για εργασία στα μηχανήματα και στα συστήματα ελέγχου μηχανισμού πηδαλίου. Οι διατάξεις αυτές θα περιλαμβάνουν χειρολαβές και δικτυωτά δάπεδα ή άλλες αντιολισθητικές επιφάνειες που εξασφαλίζουν κατάλληλες συνθήκες εργασίας στην περίπτωση διαρροής υδραυλικού υγρού.
14. Όπου απαιτείται ο κορμός του πηδαλίου να έχει διάμετρο μεγαλύτερη από 230 χιλιοστόμετρα στη θέση του οίακα, εξαιρουμένης της ενίσχυσης για ναυσιπλοΐα σε πάγο, μία εναλλακτική παροχή ενέργειας, επαρκής, τουλάχιστον για να τροφοδοτήσει τη μηχανοκίνητη μονάδα μηχανισμού πηδαλίου, που πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 4.2. καθώς επίσης και το σχετικό σύστημα ελέγχου και τον δείκτη γωνίας πηδαλίου, θα παρέχεται αυτόματα, μέσα σε 45 δευτερόλεπτα, είτε από τη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας τοποθετημένη στο διαμέρισμα μηχανισμού πηδαλίου. Αυτή η ανεξάρτητη πηγή ενέργειας θα χρησιμοποιείται μόνο γι' αυτό το σκοπό. Σε κάθε πλοίο 10.000 κόρων ολικής χωρητικότητας και άνω, η εναλλακτική παροχή ενέργειας θα έχει δυνατότητα συνεχούς λειτουργίας για τουλάχιστον 30 πρώτα λεπτά και σε οποιοδήποτε άλλο πλοίο για τουλάχιστο 10 πρώτα λεπτά.
15. Σε κάθε δεξαμενόπλοιο ή υγραεριοφόρο ολικής χωρητικότητας 10.000 κόρων και άνω σε κάθε άλλο πλοίο ολικής χωρητικότητας 70.000 κόρων και άνω, ο κύριος μηχανισμός πηδαλίου θα περιλαμβάνει δύο ή περισσότερες ίδιες μηχανοκίνητες μονάδες που πληρούν τις διατάξεις της παραγράφου 6.
16. Κάθε δεξαμενόπλοιο, χημικό δεξαμενόπλοιο ή υγραεριοφόρο ολικής χωρητικότητας 10.000 κόρων και άνω θα πληροί υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 17, τις ακόλουθες απαιτήσεις:
.1. Ο κύριος μηχανισμός πηδαλίου θα έχει τέτοια διάταξη ώστε στην περίπτωση απώλειας της ικανότητας πηδαλιούχησης εξαιτίας μιάς μοναδικής βλάβης σε οποιοδήποτε μέρος ενός από τα συστήματα ενεργοποίησης του κύριου μηχανισμού πηδαλίου, εξαιρουμένου του οίακα, τόξου πηδαλίου ή εξαρτημάτων που εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό, ή εμπλοκής των διατάξεων ενεργοποίησης πηδαλίου, η ικανότητα πηδαλιούχησης θα επανακτάται το πολύ σε 45 δευτερόλεπτα μετά την απώλεια ενός συστήματος ενεργοποίησης.
.2. Ο κύριός μηχανισμός πηδαλίου θα περιλαμβάνει είτε:
.2.1. Δύο ανεξάρτητα και χωριστά συστήματα ενεργοποίησης πού κάθε ένα θα είναι ικανό να πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 3.2. ή
.2.2. Τουλάχιστον δύο ίδια συστήματα ενεργοποίησης, τα οποία ενεργώντας ταυτόχρονα σε κανονική λειτουργία θα είναι ικανά να πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 3.2. Όπου είναι αναγκαία η συμμόρφωση με αυτή την απαίτηση θα προβλέπεται διασύνδεση των υδραυλικών συστημάτων ενεργοποίησης. Θα είναι δυνατή η ανίχνευση απώλειας υδραυλικού υγρού από ένα σύστημα και η αυτόματη απομόνωση του ελαττωματικού συστήματος έτσι ώστε το άλλο σύστημα ή συστήματα ενεργοποίησης να διατηρεί την ικανότητα πλήρους λειτουργίας.
.3. Μηχανισμοί πηδαλίου άλλου τύπου από τον υδραυλικό θα επιτυγχάνουν ισοδύναμες επιδόσεις.
17. Για δεξαμενόπλοια, χημικά δεξαμενόπλοια ή υγραεριοφόρα ολικής χωρητικότητας 10.000 κόρων και άνω, αλλά μικρότερα από 10.000 τόννους νεκρού βάρους, λύσεις άλλες από εκείνες που αναφερθήκανε στην παράγραφο 16 που δεν χρειάζεται να εφαρμόζουν το κριτήριο μοναδικής βλάβης στη διάταξη ή διατάξεις ενεργοποίησης πηδαλίου, μπορούν να επιτραπούν εφ’ όσον επιτυγχάνεται ισοδύναμο επίπεδο ασφάλειας και:
.1. Ύστερα από απώλεια της ικανότητας πηδαλιούχησης λόγω μοναδικής βλάβης οποιουδήποτε τμήματος του δικτύου σωληνώσεων ή σε μιά από τις μηχανοκίνητες μονάδες, η ικανότητα πηδαλιούχησης θα επανακτάται μέσα σε 45 δευτερόλεπτα, και
.2. Όπου ο μηχανισμός πηδαλίου περιλαμβάνει μόνο μία μοναδική διάταξη ενεργοποίησης πηδαλίου θα δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στην ανάλυση τάσεων για τη σχεδίαση, περιλαμβανόμενων ανάλυσής κόπωσης και ανάλυσης μηχανικής θραύσης ανάλογα με τη περίπτωση, στο χρησιμοποιούμενο υλικό, στην εγκατάσταση διατάξεων στεγανότητας και στη δοκιμή και επιθεώρηση και παροχή αποτελεσματικής συντήρησης. Κατά την εξέταση των παραπάνω, η Αρχή θα υιοθετεί κανονισμούς που περιλαμβάνουν τις διατάξεις Οδηγιών για Αποδοχή Μη Διπλών Διατάξεων Ενεργοποίησης Πηδαλίου για Δεξαμενόπλοια, Χημικά Δεξαμενόπλοια και Υγραεριοφόρα Ολικής Χωρητικότητας 10.000 κόρων και Άνω αλλά Μικρότερα από 100.000 Τόννους Νεκρού Βάρους, που έχουν υιοθετηθεί από τον Οργανισμό*.
*Γίνεται μνεία των Οδηγιών για Αποδοχή Μη-Διπλών Διατάξεων Ενεργοποίησης Πηδαλίου για Δεξαμενόπλοια, Χημικά Δεξαμενόπλοια και Υγραεριοφόρα Ολικής Χωρητικότητας 10.000 κόρων και Άνω αλλά Μικρότερα από 100.000 Τόννους Νεκρού Βάρους που υιοθετήθηκαν από τον Οργανισμό με την απόφαση Α467(ΧΙΙ)
18. Για δεξαμενόπλοιο, χημικό δεξαμενόπλοιο και υγραεριοφόρο ολικής χωρητικότητας 10.000 κόρων και άνω, αλλά μικρότερο από 70.000 τόννους νεκρού βάρους, η Αρχή μπορεί, μέχρι 1 Σεπτεμβρίου 1986, να αποδεχθεί ένα σύστημα μηχανισμού πηδαλίου αποδεδειγμένης αξιοπιστίας που όμως δεν πληροί το κριτήριο της μοναδικής βλάβης, που απαιτείται για ένα υδραυλικό σύστημα από την παράγραφο 16.
19. Κάθε δεξαμενόπλοιο, χημικό δεξαμενόπλοιο και υγραεριοφόρο ολικής χωρητικότητας 10.000 κόρων και άνω, που κατασκευάσθηκε πριν από την 1 Σεπτεμβρίου 1984, θα συμμορφώνεται, όχι αργότερα από την 1 Σεπτεμβρίου 1986, με τα εξής:
.1. Τις απαιτήσεις των παραγράφων 7.1, 8.2, 8.4, 10, 11, 12.2, 12.3 και 13.2.
.2. Θα προβλέπονται δύο ανεξάρτητα συστήματα ελέγχου μηχανισμού πηδαλίου κάθε ένα από τα οποία μπορεί να χειρίζεται από τη γέφυρα ναυσιπλοϊας. Αυτό δεν απαιτεί διπλό οιακοστρόφιο ή μοχλό πηδαλιούχησης.
.3. Αν το σύστημα ελέγχου μηχανισμού πηδαλίου που λειτουργεί, υποστεί βλάβη, το δεύτερο σύστημα θα είναι ικανό να τεθεί σε άμεση λειτουργία από τη γέφυρα ναυσιπλοϊας, και
.4. Κάθε σύστημα ελέγχου μηχανισμού πηδαλίου, αν είναι ηλεκτρικό, θα εξυπηρετείται από δικό του χωριστό κύκλωμα που θα τροφοδοτείται από το κύκλωμα ενέργειας μηχανισμού πηδαλίου ή απ' ευθείας από τους ζυγούς του ηλεκτρικού πίνακα που τροφοδοτούν αυτό το κύκλωμα ενέργειας του μηχανισμού πηδαλίου σε σημείο του ηλεκτρικού πίνακα κοντά στην παροχή στο κύκλωμα ενέργειας του μηχανισμού πηδαλίου.
20. Επί πλέον των απαιτήσεων της παραγράφου 19, σε κάθε δεξαμενόπλοιο, χημικό δεξαμενόπλοιο ή υγραεριοφόρο ολικής χωρητικότητας 40.000 κόρων και άνω, που έχει κατασκευασθεί πριν από 1 Σεπτεμβρίου 1984, ο μηχανισμός πηδαλίου, όχι αργότερα από την 1 Σεπτεμβρίου 1988, θα έχει τέτοια διάταξη ώστε, στη περίπτωση μίας μοναδικής βλάβης των σωληνώσεων ή μιάς από τις μηχανοκίνητες μονάδες, η ικανότητα πηδαλιούχησης να μπορεί να διατηρείται ή η κίνηση του πηδαλίου να μπορεί να περιορίζεται έτσι ώστε η ικανότητα πηδαλιούχησης να μπορεί γρήγορα να επανακτηθεί. Αυτό θα επιτυγχάνεται με:
.1. Ανεξάρτητο μέσο για τη συγκράτησή, του πηδαλίου, ή
.2. Επιστόμια ταχείας ενέργειας, που μπορούν να χειρισθούν χειροκίνητα για να απομονώνουν τη διάταξη ή διατάξεις ενεργοποίησης από τις εξωτερικές υδραυλικές σωληνώσεις, μαζί με μέσο απ’ ευθείας επαναπλήρωσης των διατάξεων ενεργοποίησης από μία μόνιμη ανεξάρτητη μηχανοκίνητη αντλία και σύστημα σωληνώσεων, ή
.3. Mια διάταξη τέτοια ώστε όπου υπάρχει διασύνδεση συστημάτων υδραυλικής ενέργειας, να ανιχνεύεται η απώλεια υδραυλικού υγρού από ένα σύστημα και να απομονώνεται το ελαττωματικό σύστημα είτε αυτόματα, είτε από τη γέφυρα ναυσιπλοΐας ώστε το άλλο σύστημα να διατηρεί την ικανότητα πλήρους λειτουργίας.
1. Θα εγκαθίστανται στη γέφυρα ναυσιπλοΐας και σε κατάλληλη θέση ελέγχου των κύριων μηχανημάτων, μέσα ενδείξεως λειτουργίας κινητήρων του ηλεκτρικού και ηλεκτροϋδραυλικού μηχανισμού πηδαλίου.
2. Κάθε ηλεκτρικός ή ηλεκτροϋδραυλικός μηχανισμός πηδαλίου που περιλαμβάνει μία ή περισσότερες μηχανοκίνητες μονάδες θα εξυπηρετείται από δύο τουλάχιστον αποκλειστικά κυκλώματα που τροφοδοτούνται απ' ευθείας από τον κύριο ηλεκτρικό πίνακα. Όμως, το ένα από τα κυκλώματα μπορεί να τροφοδοτείται μέσω του ηλεκτρικού πίνακα ανάγκης. Ένας βοηθητικός ηλεκτρικός ή ηλεκτροϋδραυλικός μηχανισμός πηδαλίου που συνεργάζεται με ένα κύριο ηλεκτρικό ή υδροϋλεκτρικό μηχανισμό πηδαλίου μπορεί να συνδέεται σε ένα από τα κυκλώματα που τροφοδοτούν αυτόν τον κύριον μηχανισμό πηδαλίου. Τα κυκλώματα, που τροφοδοτούν ένα ηλεκτρικό ή ηλεκτροϋδραυλικό μηχανισμό πηδαλίου θα έχουν επαρκή ικανότητα για την τροφοδότηση όλων των κινητήρων που μπορούν να συνδεθούν ταυτόχρονα σ' αυτά και που μπορεί να απαιτηθεί να λειτουργήσουν ταυτόχρονα.
3. Θα προβλέπεται προστασία από βραχυκύκλωμα και συναγερμός υπερφόρτωσης για τέτοια κυκλώματα και κινητήρες. Αν παρέχεται προστασία έναντι υπερβολικού ρεύματος, περιλαμβανόμενου του ρεύματος εκκίνησης, θα είναι για ρεύμα όχι μικρότερο από το διπλάσιο του υπό πλήρες φορτίο ρεύματος του κινητήρα ή του κυκλώματος που προστατεύεται έτσι, και θα έχει διάταξη που θα επιτρέπει τη διέλευση των καταλλήλων ρευμάτων εκκίνησης. Όπου χρησιμοποιείται τριφασική παροχή θα προβλέπεται συναγερμός που θα δείχνει απώλεια οποιασδήποτε των τριών φάσεων παροχής. Οι συναγερμοί που απαιτούνται σ’ αυτή τη παράγραφο θα είναι και ακουστικοί και οπτικοί και θα ευρίσκονται σε εμφανή θέση στο χώρο των κυρίων μηχανημάτων ή στο χώρο ελέγχου από όπου ελέγχονται κανονικά τα κύρια μηχανήματα και όπως μπορεί να απαιτηθεί από τον κανονισμό 51.
4 .Όταν σε ένα πλοίο ολικής χωρητικότητας μικρότερης από 1.600 κόρους ένας βοηθητικός μηχανισμός πηδαλίου που απαιτείται, τον Κανονισμό 29.4.3 να λειτουργεί μηχανοκίνητα δεν είναι ηλεκτροκίνητος ή κινείται από έναν ηλεκτρικό κινητήρα που προορίζεται πρωταρχικά για άλλες υπηρεσίες, ο κύριος μηχανισμός πηδαλίου μπορεί να τροφοδοτείται από κύκλωμα από τον κύριο ηλεκτρικό πίνακα. Όπου ένας τέτοιος κινητήρας που προορίζεται πρωταρχικά για άλλες υπηρεσίες, έχει τέτοια διάταξη ώστε να κινεί ένα τέτοιο μηχανισμό πηδαλίου, η απαίτηση της παραγράφου 3 μπορεί να αρθεί από την Αρχή αν ικανοποιείται με τη διάταξη προστασίας μαζί με τις απαιτήσεις του Κανονισμού 29.5.1 και 2. και 29.7.3 που έχουν εφαρμογή στο βοηθητικό μηχανισμό πηδαλίου.
1. Τα κύρια και βοηθητικά μηχανήματα τα απαραίτητα για τη πρόωση και ασφάλεια του πλοίου θα εφοδιάζονται με αποτελεσματικά μέσα για τη λειτουργία και τον έλεγχό τους.
2. Όπου προβλέπεται τηλεχειρισμός των μηχανημάτων πρόωσης από τη γέφυρα ναυσιπλοΐας και οι χώροι μηχανών προορίζονται να είναι επανδρωμένοι θα εφαρμόζονται τα εξής:
.1. Η ταχύτητα, διεύθυνση ώσης και, αν είναι εφαρμόσιμο, το βήμα της έλικας θα μπορούν να ελέγχονται πλήρως από τη γέφυρα ναυσιπλοΐας σε όλες τις συνθήκες πλεύσης, περιλαμβανομένων των χειρισμών.
.2. Ο τηλεχειρισμός θα εκτελείται, για κάθε ανεξάρτητη έλικα, από συσκευή ελέγχου σχεδιασμένη και κατασκευασμένη έτσι ώστε η λειτουργία της να μην απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή στις λειτουργικές λεπτομέρειες των μηχανημάτων. Όπου έχει σχεδιασθεί η ταυτόχρονη λειτουργία πολλαπλών ελίκων, αυτές μπορούν να ελέγχονται από μία συσκευή ελέγχου.
.3. Τα κύρια μηχανήματα πρόωσης θα εφοδιάζονται με συσκευή διακοπής ανάγκης στη γέφυρα ναυσιπλοΐας που θα είναι ανεξάρτητη από το σύστημα ελέγχου της γέφυρας ναυσιπλοΐας.
.4. Οι εντολές από τη γέφυρα ναυσιπλοΐας στα μηχανήματα πρόωσης θα δείχνονται στον χώρο ελέγχου των κυρίων μηχανημάτων ή στο επίπεδο χειρισμών, ανάλογα με την περίπτωση.
.5. Ο τηλεχειρισμός των μηχανημάτων πρόωσης θα είναι δυνατός μόνο από μία θέση κάθε στιγμή. Σε τέτοιες θέσεις επιτρέπονται αλληλοσυνδεόμενες διατάξεις ελέγχου. Σε κάθε θέση θα υπάρχει ενδείκτης που θα δείχνει από ποιά θέση ελέγχονται τα μηχανήματα πρόωσης. Η μεταβίβαση του ελέγχου μεταξύ της γέφυρας ναυσιπλοϊας και των χώρων μηχανών θα είναι δυνατή μόνο στο χώρο κυρίων μηχανημάτων ή στο χώρο ελέγχου κυρίων μηχανημάτων. Αυτό το σύστημα θα περιλαμβάνει μέσα που θα εμποδίζουν την σημαντική μεταβολή της ώσης της έλικας όταν μεταβιβάζεται ο έλεγχος από μία θέση σε άλλη.
6. Θα είναι δυνατός ο έλεγχος των μηχανημάτων πρόωσης τοπικά, ακόμη και στην περίπτωση βλάβης σε οποιοδήποτε τμήμα του συστήματος τηλεχειρισμού.
.7. Η σχεδίαση του συστήματος τηλεχειρισμού θα είναι τέτοια ώστε σε περίπτωση βλάβης του θα σημαίνεται συναγερμός. Η προκαθορισμένη ταχύτητα και διεύθυνση ώσης της έλικας θα διατηρούνται μέχρι να τεθεί σε λειτουργία ο τοπικός έλεγχος, εκτός αν η Αρχή θεωρήσει αυτό μη πρακτικό.
.8. Θα τοποθετούνται ενδείκτες στη γέφυρα ναυτιπλοΐας για ένδειξη:
.8.1. Ταχύτητας και διεύθυνσης περιστροφής της έλικας στη περίπτωση ελίκων σταθερού βήματος.
.8.2. Ταχύτητας έλικας και θέσης βήματος στην περίπτωση ελίκων μεταβλητού βήματος.
.9. Θα προβλέπεται σύστημα συναγερμού στη γέφυρα ναυσιπλοΐας και στο χώρο μηχανών για ένδειξη χαμηλής πίεσης του αέρα εκκίνησης, που θα ρυθμίζεται σε επίπεδο που να επιτρέπει παραπέρα χειρισμούς εκκίνησης της κύριας μηχανής. Αν το σύστημα τηλεχειρισμού των μηχανημάτων πρόωσης είναι σχεδιασμένο για αυτόματη εκκίνηση, ο αριθμός των αυτομάτων διαδοχικών, προσπαθειών που αποτυγχάνουν να πραγματοποιήσουν εκκίνηση θα είναι περιορισμένος ώστε να διαφυλάσσεται επαρκής πίεση αέρα εκκίνησης για τοπική εκκίνηση.
3. Όπου τα κύρια μηχανήματα πρόωσης και τα σχετικά μ’ αυτά μηχανήματα, περιλαμβανομένων των πηγών της κύριας ηλεκτρικής παροχής, είναι εφοδιασμένα με αυτόματους ελέγχους ή τηλεχειρισμούς διαφόρων βαθμών και ευρίσκονται υπό συνεχή χειροκίνητη επίβλεψη από χώρο ελέγχου, οι διατάξεις και τα μέσα ελέγχου θα είναι σχεδιασμένα, εξοπλισμένα και εγκατεστημένα έτσι ώστε η λειτουργία των μηχανημάτων να είναι τόσα ασφαλής και αποτελεσματική, όσο θα ήταν αν ευρίσκοντο υπό άμεση επίβλεψη. για το σκοπό αυτό θα εφαρμόζονται ανάλογα οι Κανονισμοί 46 μέχρι 50. Θα δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στην προστασία τέτοιων χώρων από πυρκαιά και κατάκλυση.
4. Γενικά, τα συστήματα λειτουργίας και ελέγχου αυτόματης εκκίνησης, θα περιλαμβάνουν χειροκίνητα μέσα παράκαμψης των διατάξεων αυτομάτου ελέγχου. Η βλάβη οποιουδήποτε τμήματος τέτοιων συστημάτων δεν θα εμποδίζει την χρήση των χειροκινήτων μέσων παράκαμψης.
1. Κάθε ατμολέβητας και κάθε ατμοπαραγωγός γεννήτρια χωρίς εστία θα εφοδιάζεται, με όχι λιγώτερες από δύο ασφαλιστικές βαλβίδες επαρκούς ικανότητας. Όμως έχοντας υπ’ όψη την έξοδο ή οποιαδήποτε άλλα χαρακτηριστικά οποιουδήποτε λέβητα ή ατμοπαραγωγού γεννήτριας χωρίς εστία, η Αρχή, μπορεί να επιτρέψει την τοποθέτηση μιας μόνον ασφαλιστικής βαλβίδας, αν ικανοποιείται ότι εξασφαλίζεται επαρκής προστασία έναντι υπερπίεσης.
2. Κάθε πετρελαιολέβητας που προορίζεται να λειτουργήσει χωρίς χειροκίνητη επίβλεψη θα έχει διατάξεις ασφάλειας που θα διακόπτουν την παροχή καύσιμου και θα σημαίνουν συναγερμό στη περίπτωση χαμηλής στάθμης νερού, ανωμαλίας στη παροχή αέρα ή στη φλόγα καύσης.
3. Υδραυλωτοί λέβητες που εξυπηρετούν στροβίλους πρόωσής θα εφοδιάζονται με σύστημα συναγερμού υψηλής στάθμης νερού.
4. Κάθε ατμοπαραγωγό σύστημα που παρέχει υπηρεσίες απαραίτητες για την ασφάλεια του πλοίου, ή που θα μπορούσε να καταστεί επικίνδυνα από βλάβη της τροφοδοσίας του με νερό θα εφοδιάζεται με όχι λιγώτερα από δύο χωριστά συστήματα τροφοδοσίας νερού από τις αντλίες τροφοδοσίας οι οποίες περιλαμβάνονται στα συστήματα αυτά, επισημαίνοντας ότι μία μοναδική διάτρηση του κελύφους του ατμοθάλαμου είναι αποδεκτή, θα προβλέπονται μέσα που θα εμποδίζουν την υπερπίεση σε οποιοδήποτε, τμήμα των συστημάτων, εκτός αν η υπερπίεση εμποδίζεται από τα χαρακτηριστικά της αντλίας.
5. Οι λέβητες θα εφοδιάζονται με μέσα επίβλεψης και ελέγχου της ποιότητας του τροφοδοτικού νερού θα προβλέπονται, κατάλληλες διατάξεις που θα αποκλείουν, όσο είναι πρακτικά δυνατό, την είσοδο ελαίου ή άλλων ρυπαντών που. μπορούν να, έχουν δυσμενή, επίδραση στο λέβητά.
6. Κάθε λέβητας απαραίτητος για την ασφάλεια του πλοίου και σχεδιασμένος να περιέχει νερό σε καθορισμένη στάθμη θα εφοδιάζεται με δύο τουλάχιστο μέσα ένδειξης στάθμης νερού, από τα οποία το ένα τουλάχιστον θα είναι ένα, γυάλινος δείκτης απ’ ευθείας ένδειξης.
1. Κάθε σωλήνας ατμού και κάθε εξάρτημα που συνδέεται σ’ αυτόν διά μέσου του οποίου μπορεί να περάσει ατμός, θα είναι σχεδιασμένος, κατασκευασμένος και τοποθετημένος έτσι ώστε να αντέχει στις μέγιστες καταπονήσεις λειτουργίας στις οποίες μπορεί να υποβληθεί.
2. θα προβλέπονται μέσα αποστράγγισης κάθε σωλήνα ατμού στον οποίο θα μπορούσε διαφορετικά να συμβεί επικίνδυνη υδραυλική κρούση.
3. Αν σωλήνας ατμού ή εξάρτημα μπορεί να δεχθεί ατμό από οποιαδήποτε πηγή σε υψηλότερη πίεση από αυτήν για την οποίαν έχει σχεδιασθεί, θα τοποθετούνται κατάλληλος ατμομειωτήρας, ασφαλιστική βαλβίδα και μανόμετρο.
1. Σε κάθε πλοίο θα προβλέπονται μέσα για να εμποδίζουν την υπερπίεση σε οποιοδήποτε τμήμα των συστημάτων πεπιεσμένου αέρα και οπουδήποτε χιτώνια νερού ή περιβλήματα, αεροσυμπιεστών και ψυκτών θα μπορούσαν να υποστούν επικίνδυνη υπερπίεση λόγω διαρροής μέσα σ’ αυτά από τμήματα συστημάτων πεπιεσμένου αέρα, θα προβλέπονται κατάλληλες διατάξεις ανακούφισης της πίεσης για όλα τα συστήματα.
2. Οι κύριες διατάξεις εκκίνησης με αέρα για τις κύριες μηχανές πρόωσης εσωτερικής καύσης θα προστατεύονται επαρκώς έναντι επιστροφής φλόγας και εσωτερικής έκρηξης στους σωλήνες αέρα εκκίνησης. 3. Όλοι οι σωλήνες κατάθλιψης από τους αεροσυμπιεστές, θα οδηγούνται απ’ ευθείας στις φιάλες αέρα εκκίνησης και όλοι οι σωλήνες εκκίνησης, από τις φιάλες αέρα ως τις κύριες ή βοηθητικές μηχανές θα είναι εντελώς χωριστοί από το σύστημα σωλήνων κατάθλιψης του αεροσυμπιεστή.
4. θα λαμβάνεται μέριμνα για την ελάττωση στο ελάχιστο της εισόδου ελαίου μέσα στα συστήματα πεπιεσμένου αέρα και για την αποστράγγιση των συστημάτων αυτών.
Οι χώροι μηχανών κατηγορίας Α' θα αερίζονται επαρκώς ώστε να εξασφαλίζεται ότι όταν στους χώρους αυτούς λειτουργούν μηχανήματα ή λέβητες στη πλήρη ισχύ τους σε όλες τις καιρικές συνθήκες περιλαμβανομένης ισχυρής κακοκαιρίας, διατηρείται επαρκής παροχή αέρα στους χώρους για την ασφάλεια και άνεση του προσωπικού και την λειτουργία των μηχανημάτων. Οποιοσδήποτε άλλος χώρος μηχανών θα αερίζεται επαρκώς ανάλογα με τον προορισμό του.
θα λαμβάνονται μέτρα για την ελάττωση του θορύβου των μηχανημάτων στους χώρους μηχανών σε αποδεκτά επίπεδα όπως καθορίζονται από την Αρχή. Αν αυτός ο θόρυβος δεν μπορεί να ελαττωθεί ικανοποιητικά, η πηγή του υπερβολικού θορύβου θα μονώνεται κατάλληλα ή θα απομονώνεται ή θα παρέχεται ένα καταφύγιο από τον θόρυβο αν απαιτείται ο χώρος να είναι επανδρωμένος. Θα προβλέπονται ωτασπίδες για το προσωπικό, που απαιτείται να εισέρχεται, αυτούς τους χώρους, αν είναι αναγκαίο.
Δύο τουλάχιστον, ανεξάρτητα μέσα θα προβλέπονται για τη διαβίβαση εντολών, από τη γέφυρα ναυσιπλοΐας, στη θέση χώρου μηχανών ή του χώρου ελέγχου από την οποία ελέγχονται κανονικά οι μηχανές: Το ένα απ’ αυτά τα μέσα θα είναι ένας τηλέγραφος μηχανοστασίου που παρέχει οπτική ένδειξη των εντολών και απαντήσεων τόσο στο χώρο μηχανών όσο και στη γέφυρα ναυσιπλοΐας. Κατάλληλα μέσα επικοινωνίας θα προβλέπονται σε οποιεσδήποτε άλλες θέσεις από τις οποίες μπορούν να ελεγχθούν οι μηχανές.
θα προβλέπεται σύστημα συναγερμού μηχανικών που θα λειτουργεί από το χώρο ελέγχου μηχανών ή το επίπεδο χειρισμών, ανάλογα με τη περίπτωση, και θα ακούγεται ευκρινώς στα ενδιαιτήματα των μηχανικών.
Οι πηγές ανάγκης της ηλεκτρικής ενέργειας, οι αντλίες πυρκαϊάς, οι αντλίες κυτών εκτός από εκείνες που ειδικά εξυπηρετούν τους χώρους πρωραίως του διαφράγματος σύγκρουσης, οποιοδήποτε μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς που απαιτείται από το Κεφάλαιο 11 γ 2 και άλλες εγκαταστάσεις ανάγκης που είναι απαραίτητες για την ασφάλεια του πλοίου, εκτός των βαρούλκων αγκύρας, δεν θα εγκαθίστανται πρωραίως του διαφράγματος σύγκρουσης.
1. Οι ηλεκτρικές εγκαταστάσεις θα είναι τέτοιες ώστε:
.1. Όλες οι βοηθητικές ηλεκτρικές υπηρεσίες οι αναγκαίες για την διατήρηση του πλοίου σε κανονικές συνθήκες λειτουργίας και διαβίωσης να εξασφαλίζονται χωρίς προσφυγή στη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης.
.2. Οι ηλεκτρικές υπηρεσίες που είναι απαραίτητες για την ασφάλεια να εξασφαλίζονται σε διάφορες καταστάσεις ανάγκης, και
.3. Η ασφάλεια των επιβατών, του πληρώματος και του πλοίου να εξασφαλίζεται από ηλεκτρικούς κινδύνους.
2. Η Αρχή θα λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση ομοιομορφίας στην εφαρμογή των διατάξεων του Μέρους αυτού που αφορούν στις ηλεκτρικές εγκαταστάσεις.*
*Γίνεται μνεία των Συστάσεων που εκδόθηκαν από τη Διεθνή Ηλεκτροτεχνική Επιτροπή και ιδιαίτερα της Έκδοσης 92 - Ηλεκτρικές Εγκαταστάσεις σε πλοία
1.1.θα προβλέπεται κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας επαρκούς ικανότηταςγια την τροφοδότηση όλων εκείνων των υπηρεσιών που αναφέρονται στον Κανονισμό 40.1.1. Αυτή η κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας θα αποτελείται από δύο τουλάχιστον ηλεκτροπαραγωγά ζεύγη.
1.2. Τα ηλεκτροπαράγωγα αυτά ζεύγη θα έχουν τέτοια ικανότητα ώστε στην περίπτωση που οποιοδήποτε από τα ηλεκτροπαραγωγά ζεύγη σταματήσει, να εξακολουθεί να είναι δυνατή η τροφοδότηση υπηρεσιών που είναι αναγκαίες για να εξασφαλίζουν κανονικές λειτουργικές συνθήκες πρόωσης και ασφάλειας. Θα εξασφαλίζονται επίσης οι ελάχιστες άνετες συνθήκες διαβίωσης που θα περιλαμβάνουν τουλάχιστον επαρκείς υπηρεσίες για μαγείρευμα, θέρμανση, ψυγεία ενδιαίτησης, μηχανικό αερισμό, νερό πόσιμο και υγιεινής.
1.3. Οι διατάξεις της κύριας πηγής ηλεκτρικής ενέργειας του πλοίου θα είναι τέτοιες ώστε οι υπηρεσίες, που αναφέρονται στον Κανονισμό 40.1.1. να μπορούν να διατηρούνται ανεξάρτητα από την ταχύτητα και διεύθυνση των μηχανημάτων πρόωσης ή των αξόνων του πλοίου.
1.4. Επί πλέον τα ηλεκτροπαραγωγικά ζεύγη θα είναι τέτοια ώστε να εξασφαλίζουν, ότι με οποιαδήποτε γεννήτρια ή με την πρωτεύουσα πηγή ενεργείας της εκτός λειτουργίας, τα ηλεκτροπαραγωγά ζεύγη που απομένουν θα είναι ικανά να παρέχουν τις ηλεκτρικές υπηρεσίες που είναι αναγκαίες για την εκκίνηση της κύριας εγκατάστασης πρόωσης από την κατάσταση νεκρού πλοίου. Η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό εκκίνησης από την κατάσταση νεκρού πλοίου αν, είτε μόνη της, είτε σε συνδυασμό με οποιαδήποτε άλλη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας έχει επαρκή ικανότητα για να παρέχει στον ίδιο χρόνο ηλεκτρική ενέργεια σ’ εκείνες τις υπηρεσίες που απαιτούνται να τροφοδοτηθούν από τους Κανονισμούς 42.2.1 μέχρι 42.2.3 ή 43.2.1 μέχρι 43.2.4.
1.5. Όπου μετασχηματιστές αποτελούν ουσιώδες τμήμα του συστήματος ηλεκτρικής παροχής που απαιτείται απ’ αυτήν την παράγραφο, το σύστημα θα έχει τέτοια διάταξη ώστε να εξασφαλίζεται η ίδια συνέχεια παροχής που αναφέρεται σ’ αυτήν την παράγραφο.
2.1 .Ένα κύριο ηλεκτρικό σύστημά φωτισμού που θα παρέχει φωτισμό σε όλα εκείνα τα μέρη του πλοίου τα οποία είναι κανονικά προσιτά και χρησιμοποιούνται από επιβάτες ή πλήρωμα, θα τροφοδοτείται από τη κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας.
2.2 Η διάταξη του κύριου ηλεκτρικού συστήματος φωτισμού θα είναι τέτοια ώστε πυρκαϊα ή άλλο ατύχημα σε χώρους που περιέχουν την κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας, τους σχετικούς μετασχηματιστές, αν υπάρχουν, τον κύριο ηλεκτρικό πίνακα και τον κύριο ηλεκτρικό πίνακα φωτισμού, δεν θα θέτει εκτός λειτουργίας το ηλεκτρικό σύστημα φωτισμού ανάγκης που απαιτείται από του Κανονισμούς 42.2.1 και 42.2.2 ή 43.2.1, 43.2.2 και 43.2.3.
2.3. Η διάταξη του ηλεκτρικού συστήματος φωτισμού ανάγκης θα είναι τέτοια ώστε πυρκαϊά ή άλλο ατύχημα σε χώρους που περιέχουν την πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης, τους σχετικούς μετασχηματιστές, αν υπάρχουν, τον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης και τον ηλεκτρικό πίνακα φωτισμού ανάγκης δεν θα θέτει εκτός λειτουργίας το κύριο ηλεκτρικό σύστημα φωτισμού που απαιτείται από αυτόν τον Κανονισμό.
3. Ο κύριος ηλεκτρικός πίνακας θα τοποθετείται κατά τέτοιο τρόπο σε σχέση με ένα κύριο ηλεκτροπαραγωγό σταθμό ώστε, όσο είναι πρακτικά δυνατό, η ακεραιότητα της κανονικής ηλεκτρικής παροχής να μπορεί να επηρεασθεί μόνο από πυρκαϊά ή άλλο ατύχημα σε ένα χώρο. Μία περίφραξη προστασίας του κύριου ηλεκτρικού πίνακα από το περιβάλλον που μπορεί να παρέχεται από το χώρο ελέγχου μηχανημάτων που ευρίσκεται εσωτερικά από τα κύρια οριακά χωρίσματα του χώρου δεν θα θεωρείται ότι διαχωρίζει τους ηλεκτρικούς πίνακες από τις γεννήτριες.
4. Όπου η συνολική εγκατεστημένη ηλεκτρική ισχύς των κύριων ηλεκτροπαραγωγών ζευγών υπερβαίνει τα 3 MW, οι κύριοι ζυγοί θα υποδιαιρούνται σε δύο τουλάχιστο τμήματα που κανονικά θα συνδέονται με αφαιρετούς συνδέσμους ή άλλα εγκεκριμένα μέσα. Όσο είναι πρακτικά δυνατό, η σύνδεση των ηλεκτροπαραγωγών ζευγών και οποιωνδήποτε άλλων διπλών συσκευών θα υποδιαιρείται εξ’ ίσου μεταξύ των μερών. Μπορεί να επιτρέπονται ισοδύναμες διατάξεις που να ικανοποιούν την Αρχή.
1.1. Θα προβλέπεται αυτόνομη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης.
1.2. Η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης, οι σχετικοί μετασχηματιστές, αν υπάρχουν, η μεταβατική πηγή ενέργειας ανάγκης, ο ηλεκτρικός πίνακας ανάγκης και ο ηλεκτρικός πίνακας φωτισμού ανάγκης θα ευρίσκονται πάνω από το ανώτατο συνεχές κατάστρωμα και θα είναι εύκολα προσιτοί από το ανοικτό κατάστρωμα. Δεν θα ευρίσκονται πρωραίως του διαφράγματος σύγκρουσης.
1.3. Η θέση της πηγής ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης και των σχετικών μετασχηματιστών, αν υπάρχουν, της μεταβατικής πηγής ενέργειας ανάγκης, του ηλεκτρικού πίνακα ανάγκης και των ηλεκτρικών πινάκων φωτισμού ανάγκης, σε σχέση με την κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας, τους σχετικούς μετασχηματιστές, αν υπάρχουν και τον κύριο ηλεκτρικό πίνακα θα είναι τέτοια ώστε να εξασφαλίζεται, κατά τρόπο που να ικανοποιεί την Αρχή, ότι πυρκαϊά ή άλλο ατύχημα σε χώρους που περιέχουν την κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας, τους σχετικούς μετασχηματιστές, αν υπάρχουν, και τον κύριο ηλεκτρικό πίνακα, ή σε οποιοδήποτε χώρο μηχανών κατηγορίας Α, δεν θα έχει επίδραση στην τροφοδότηση, έλεγχο και διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης. Όσο είναι πρακτικά δυνατό, ο χώρος που περιέχει τη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης, τους σχετικούς μετασχηματιστές, αν υπάρχουν, τη μεταβατική πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης και τον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης δεν θα έχει κοινά όρια με τους χώρους μηχανών Κατηγορίας Α ή με τους χώρους που περιέχουν την κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας, τους σχετικούς μετασχηματιστές, αν υπάρχουν, ή τον κύριο πίνακα ηλεκτρικής ενέργειας.
1.4. Με την προϋπόθεση ότι λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα για εξασφάλιση ανεξάρτητης, λειτουργίας ανάγκης, σε όλες τις περιστάσεις η γεννήτρια ανάγκης μπορεί να χρησιμοποιείται έκτακτα, και για μικρές χρονικές περιόδους για την τροφοδότηση κυκλωμάτων που δεν είναι κυκλώματα ανάγκης.
2. Η διαθέσιμη ηλεκτρική ενέργεια θα είναι επαρκής για την τροφοδότηση όλων των υπηρεσιών που είναι απαραίτητες για την ασφάλεια σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, λαμβανομένων υπ' όψη εκείνων των υπηρεσιών που μπορεί να χρειασθεί να λειτουργήσουν ταυτόχρονα. Η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης θα είναι ικανή, λαμβανομένων υπ’ όψη των ρευμάτων εκκίνησης και της μεταβατικής φύσης ορισμένων φορτίων να τροφοδοτεί ταυτόχρονα τουλάχιστο τις ακόλουθες υπηρεσίες για τις χρονικές περιόδους που καθορίζονται παρακάτω αν η λειτουργία τους εξαρτάται από ηλεκτρική πηγή.
2.1. Για χρονική περίοδο 36 ωρών, τον φωτισμό ανάγκης:
.1 Σε κάθε σταθμό επιβίβασης στο κατάστρωμα και εξωτερικά από τις πλευρές του πλοίου, όπως απαιτείται από τους Κανονισμούς 111/19 και 111/30.
.2. Σε όλους τους διαδρόμους υπηρεσίας και ενδιαίτησης, κλιμακοστάσια και εξόδους, θαλάμους ανελκυστήρων προσωπικού.
.3. Στους χώρους μηχανών και κύριους ηλεκτροπαραγωγούς σταθμούς περιλαμβανομένων των θέσεων ελέγχου τους.
.4. Σε όλους τους σταθμούς ελέγχου, χώρους ελέγχου μηχανημάτων και σε κάθε κύριο ηλεκτρικό πίνακα και ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης.
.5. Σε όλες τις θέσεις στοιβασίας των εξαρτήσεων πυροσβέστου.
.6. Στο μηχανισμό πηδαλίου, και
.7. Στην αντλία πυρκαϊάς, στην αντλία του συστήματος ραντισμού (SPRINKLER) και στην αντλία κυτών ανάγκης που αναφέρονται στη παράγραφο 2.4 και στη θέση εκκίνησης των κινητήρων τους.
2.2. Για χρονική περίοδο 36 ωρών, τα φώτα ναυσιπλοΐας και τα άλλα φώτα που απαιτούνται από τους Διεθνείς Κανονισμούς για Αποφυγή Συγκρούσεων στη θάλασσα που ισχύουν.
2.3. Για χρονική περίοδο 36 ωρών:
.1 Όλες τις συσκευές εσωτερικής επικοινωνίας που απαιτούνται σε κατάσταση ανάγκης.
.2 Τα βοηθήματα ναυσιπλοΐας που απαιτούνται από τον Κανονισμό V/12. Όπου τέτοια απαίτηση είναι μη λογική ή μη πρακτική, η Αρχή μπορεί να άρει αυτή την απαίτηση για πλοία μικρότερα από 5.000 κόρους ολικής χωρητικότητας.
.3 Το σύστημα ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς, και το σύστημα συγκράτησης και απελευθέρωσης των θυρών πυρασφάλειας, και
.4 Για διακοπτόμενη λειτουργία, τη λυχνία σημάτων ημέρας, τη σφυρίκτρα του πλοίου, τους χειροκίνητους αναγγελτήρες πυρκαϊάς και όλα τα εσωτερικά σήματα που απαιτούνται σε κατάσταση ανάγκης, εκτός αν αυτές οι υπηρεσίες έχουν μίαν ανεξάρτητη τροφοδότηση για περίοδο 36 ωρών από μία συστοιχία συσσωρευτών κατάλληλα τοποθετημένη για χρήση σε κατάσταση ανάγκης.
2.4. Για χρονική περίοδο 36 ωρών:
.1 Μία από τις αντλίες πυρκαϊάς που απαιτούνται από τον Κανονισμό 11 - 2/4.3.1 και 4.3.3.
.2 Την αντλία τού συστήματος αυτόματου ραντισμού (SPRINKLER) και
3. Την αντλία κυτών κινδύνου και όλες τις συσκευές που είναι απαραίτητες για τη λειτουργία των ηλεκτροκίνητων τηλεχειριζόμενων επιστομίων κύτους.
2.5. Για τη χρονική περίοδο που απαιτείται από τον Κανονισμό 29.14, τον μηχανισμό πηδαλίου, αν απαιτείται να έχει τέτοια τροφοδότηση από τον Κανονισμό εκείνο.
2.6. Για χρονική περίοδο μισής ώρας:
.1 Οποιεσδήποτε στεγανές θύρες που απαιτείται από τον Κανονισμό 15 να λειτουργούν μηχανοκίνητα μαζί με τούς ενδείκτες τους και τα προειδοποιητικά σήματα. Με την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του Κανονισμού 15.9.2, μπορεί να επιτραπεί η διαδοχική λειτουργία των θυρών εφ’ όσον όλες οι θύρες μπορούν να κλείσουν σε 60 δευτερόλεπτα.
.2. Οι διατάξεις ανάγκης για τη μεταφορά των θαλάμων των ανελκυστήρων στο επίπεδο του καταστρώματος για τη διαφυγή των ατόμων. Οι θάλαμοι των ανελκυστήρων επιβατών μπορούν να μεταφερθούν στο επίπεδο καταστρώματος διαδοχικά σε κατάσταση ανάγκης.
2.7. Σε πλοίο που κανονικά εκτελεί ταξίδια μικρής διάρκειας, η Αρχή, αν κρίνει ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί ικανοποιητικό επίπεδο ασφάλειας μπορεί να δεχθεί μικρότερη περίοδο από τη περίοδο των 36 ωρών που καθορίζεται στις παραγράφους 2.1 μέχρι 2.5 αλλά όχι μικρότερη από 12 ώρες.
3. Η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης μπορεί, να είναι είτε μία ηλεκτρογεννήτρια είτε μία συστοιχία συσσωρευτών, που θα πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:
3.1. Όπου η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης είναι μία ηλεκτρογεννήτρια:
.1. θα κινείται από κατάλληλη πρωτεύουσα πηγή κίνησης με ανεξάρτητη τροφοδότηση καύσιμου, πού έχει σημείο ανάφλεξης (δοκιμή κλειστού /δοχείου) όχι κατώτερο από 43°C.
.2. θα εκκινεί αυτόματα σε περίπτωση βλάβης της ηλεκτρικής παροχής από τη κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας και θα συνδέεται αυτόματα στον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης. Οι υπηρεσίες που αναφέρονται στη παράγραφο 4 θα μεταφέρονται τότε αυτόματα στο ηλεκτροπαραγωγό ζεύγος ανάγκης. Το σύστημα αυτόματης εκκίνησης και τα χαρακτηριστικά της πρωτεύουσας πηγής κίνησης θα είναι τέτοια πού θα επιτρέπουν στην ηλεκτρογεννήτρια ανάγκης να αναλάβει το πλήρες ονομαστικό φορτίο της τόσο γρήγορα όσο είναι ασφαλές και πρακτικά δυνατό, όχι όμως σε περισσότερα από 45 δευτερόλεπτα. Η μοναδική πηγή αποθηκευμένης ενέργειας θα προστατεύεται έτσι ώστε να αποκλείεται η πλήρης εκκένωσή της από το αυτόματο σύστημα εκκίνησης, εκτός αν υπάρχει δεύτερο ανεξάρτητο μέσο εκκίνησης του ηλεκτροπαραγωγού ζεύγους ανάγκης, και
.3 Θα εφοδιάζεται με μία μεταβατική πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης σύμφωνα με την παράγραφο 4.
3.2. Όπου η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης είναι μία συστοιχία συσσωρευτών, θα είναι ικανή:
.1. Να φέρει το ηλεκτρικό φορτίο ανάγκης χωρίς επαναφόρτιση ενώ διατηρεί την τάση του συσσωρευτή κατά την περίοδο της εκφόρτισης στα όρια της ονομαστικής τιμής της συν ή πλην 12%.
.2. Να συνδέεται αυτόματα στον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης σε περίπτωση βλάβης της κύριας πηγής ηλεκτρικής ενέργειας και
.3. Να τροφοδοτεί αμέσως εκείνες τουλάχιστον τις υπηρεσίες, που καθορίζονται στην παράγραφο 4.
.4. Η μεταβατική πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης που απαιτείται από την παράγραφο 3.1.3 θα αποτελείται από μία συστοιχία συσσωρευτών κατάλληλα τοποθετημένη για χρήση σε κατάσταση ανάγκης, που θα λειτουργεί χωρίς επαναφόρτιση ενώ διατηρεί την τάση του συσσωρευτή κατά την περίοδο της εκφόρτισης στα όρια της ονομαστικής τιμής της συν ή πλην 12% και θα έχει επαρκή χωρητικότητα και τέτοια διάταξη ώστε, σε περίπτωση βλάβης είτε της κύριας πηγής ηλεκτρικής ενέργειας είτε της πηγής ηλεκτρικής ενέργειας, ανάγκης, να τροφοδοτεί αυτόματα τις παρακάτω τουλάχιστον υπηρεσίες, αν η λειτουργία τους εξαρτάται από ηλεκτρική πηγή.
4.1. Για μισή ώρα:.
.1. Το φωτισμό που απαιτείται από τις παραγράφους 2.1 και 2.2.
.2. Όλες τις υπηρεσίες που απαιτούνται από τις παραγράφους 2.3.1, 2.3.3 και 2.3,4 εκτός αν αυτές οι υπηρεσίες έχουν ανεξάρτητη τροφοδότηση για τη χρονική περίοδο που καθορίζεται από μία συστοιχία συσσωρευτών κατάλληλα τοποθετημένη για χρήση σε κατάσταση ανάγκης.
4.2. Ενέργεια για το κλείσιμο των στεγανών θυρών, αλλά όχι αναγκαστικά όλων ταυτόχρονα μαζί με τους ενδείκτες τους και τα σήματα προειδοποίησης, που απαιτούνται από την παράγραφο 2.6.1.
5.1. Ο ηλεκτρικός πίνακας ανάγκης θα εγκαθίσταται όσο είναι πρακτικά δυνατό πλησιέστερα στην πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης.
5.2. Όπου η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης είναι ηλεκτρογεννήτρια, ο ηλεκτρικός πίνακας ανάγκης θα ευρίσκεται στον ίδιο χώρο, εκτός αν κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να επηρεασθεί δυσμενώς η λειτουργία του ηλεκτρικού πίνακα ανάγκης.
5.3. Δεν θα εγκαθίσταται συστοιχία συσσωρευτών, τοποθετημένη σύμφωνα μ’ αυτό τον Κανονισμό, στον ίδιο χώρο με τον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης. Στον κύριο ηλεκτρικό πίνακα ή στο χώρο ελέγχου μηχανημάτων θα τοποθετείται σε κατάλληλη θέση ενδείκτης που θα δείχνει πότε εκφορτίζονται οι συσσωρευτές που αποτελούν είτε την πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης ή την μεταβατική πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης, που αναφέρεται στις παραγράφους 3.1.3 ή 4.
5.4. Ο ηλεκτρικός πίνακας ανάγκης κατά τη διάρκεια κανονικής λειτουργίας θα τροφοδοτείται από τον κύριο ηλεκτρικό πίνακα με ένα τροφοδοτικό αγωγό διασύνδεσης που θα προστατεύεται επαρκώς στον κύριο ηλεκτρικό πίνακα έναντι υπερφόρτωσης και βραχυκυκλώματος και θα αποσυνδέεται αυτόματα, στον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης σε περίπτωση βλάβης της κύριας πηγής ηλεκτρικής ενέργειας. Όπου το σύστημα έχει διάταξη για ανάστροφη-τροφοδότηση, ο τροφοδοτικός αγωγός διασύνδεσης θα προστατεύεται επίσης στον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης, τουλάχιστον έναντι βραχυκυκλώματος.
5.5. Για την εξασφάλιση άμεσης διαθεσιμότητας της πηγής ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης θα υπάρχουν διατάξεις όπου είναι αναγκαίο για την αυτόματη αποσύνδεση των κυκλωμάτων που δεν είναι κυκλώματα ανάγκης από τον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης ώστε να εξασφαλίζεται η διάθεση ενέργειας στα κυκλώματα ανάγκης.
6. Η ηλεκτρογεννήτρια ανάγκης και η πρωτεύουσα πηγή κίνησής της και οποιαδήποτε συστοιχία συσσωρευτών ανάγκης θα είναι έτσι σχεδιασμένες και θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε να εξασφαλίζεται η λειτουργία τους στην πλήρη ονομαστική ισχύ όταν το πλοίο είναι σε όρθια θέση και όταν είναι σε κλίση με οποιαδήποτε γωνία εγκάρσιας κλίσης μέχρι 22,5° ή διαμήκους κλίσης μέχρι 10° προς πλώρη ή πρύμνη η ευρίσκεται σε οποιοδήποτε συνδυασμό γωνιών μέσα στα όρια αυτά.
7. θα προβλέπεται περιοδική δοκιμή του πλήρους συστήματος ανάγκης που θα περιλαμβάνει την δοκιμή των αυτόματων διατάξεων εκκίνησης.
1.1. Θα προβλέπεται αυτόνομη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης.
1.2. Η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης, οι σχετικοί μετασχηματιστές, αν υπάρχουν, ή μεταβατική πηγή ενέργειας ανάγκης, ο ηλεκτρικός πίνακας ανάγκης και ο ηλεκτρικός πίνακας φωτισμού ανάγκης, θα ευρίσκονται πάνω από το ανώτατο συνεχές κατάστρωμα και θα είναι εύκολα προσιτά από το ανοικτό κατάστρωμα. Δεν θα ευρίσκονται πρωραίως του διαφράγματος σύγκρουσης εκτός αν επιτρέπεται από την Αρχή σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
1.3. Η θέση της πηγής ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης και των σχετικών μετασχηματιστών, αν υπάρχουν, της μεταβατικής πηγής ενέργειας ανάγκης, του ηλεκτρικού πίνακα ανάγκης και του πίνακα φωτισμού ανάγκης σε σχέση με την κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας, τους σχετικούς μετασχηματιστές, αν υπάρχουν και τον κύριο ηλεκτρικό πίνακα θα είναι τέτοια ώστε να εξασφαλίζεται, κατά τρόπο που να ικανοποιεί την Αρχή, ότι πυρκαϊά ή άλλο ατύχημα στο χώρο που περιέχει την κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας, τους σχετικούς μετασχηματιστές, αν υπάρχουν, και τον κύριο ηλεκτρικό πίνακα, ή σε οποιοδήποτε χώρο μηχανών κατηγορίας Α, δεν θα έχει επίδραση στη τροφοδότηση, έλεγχο και διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης. Όσο είναι πρακτικά δυνατό, ο χώρος που περιέχει την πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης, τους σχετικούς μετασχηματιστές, αν υπάρχουν, τη μεταβατική πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης και τον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης δεν θα έχει κοινά όρια με τους χώρους μηχανών Κατηγορίας Α ή με τους χώρους που περιέχουν την κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας, τους σχετικούς μετασχηματιστές, αν υπάρχουν, ή τον κύριο πίνακα ηλεκτρικής ενέργειας.
1.4. Με την προϋπόθεση ότι λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα για εξασφάλιση ανεξάρτητης λειτουργίας ανάγκης, σε όλες τις περιστάσεις η γεννήτρια ανάγκης μπορεί να χρησιμοποιείται έκτακτα, και για μικρές χρονικές περιόδους για την τροφοδότηση κυκλωμάτων που δεν είναι κυκλώματα ανάγκης.
2. Η διαθέσιμη ηλεκτρική ενέργεια θα είναι επαρκής για την τροφοδότηση όλων των υπηρεσιών που είναι απαραίτητες για την ασφάλεια σε κατάσταση ανάγκης, λαμβανομένων υπ' όψη εκείνων των υπηρεσιών που μπορεί να χρειασθεί να λειτουργήσουν ταυτόχρονα. Η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης θα είναι ικανή, λαμβανομένων υπ' όψη των ρευμάτων εκκίνησης και της μεταβατικής φύσης ορισμένων φορτίων, να τροφοδοτεί ταυτόχρονα τουλάχιστο τις ακόλουθες υπηρεσίες για τις χρονικές περιόδους που καθορίζονται παρακάτω, αν η λειτουργία τους εξαρτάται από ηλεκτρική πηγή.
2.1. Για χρονική περίοδο 3 ωρών, τον φωτισμό ανάγκης σε κάθε σταθμό επιβίβασης στο κατάστρωμα και εξωτερικά από τις πλευρές του πλοίου όπως απαιτείται από τους Κανονισμούς 111/19 και 111/38.
2.2. Για χρονική περίοδο 18 ωρών τον φωτισμό ανάγκης:
.1. Σε όλους τους διαδρόμους υπηρεσίας και ενδιαίτησης, κλιμακοστάσια και εξόδους, θαλάμους ανελκυστήρων προσωπικού και φρεάτια ανελκυστήρων προσωπικού.
.2. Στους χώρους μηχανών και κύριους ηλεκτροπαραγωγούς σταθμούς περιλαμβανομένων των θέσεων ελέγχου τους.
.3. Σε όλους τους σταθμούς ελέγχου, χώρους ελέγχου μηχανημάτων και σε κάθε κύριο ηλεκτρικό πίνακα και ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης.
.4. Σε όλες τις θέσεις στοιβασίας και εξαρτήσεων πυροσβέστου.
.5. Στο μηχανισμό πηδαλίου, και
.6. Στην αντλία πυρκαϊάς που αναφέρεται στην παράγραφο 2.5, στην αντλία του συστήματος ραντισμού (SPRINKLER), αν υπάρχει, και στην αντλία, κυτών ανάγκης, αν υπάρχει, και στη θέση εκκίνησης των κινητήρων τους.
2.3. Για χρονική περίοδο 18 ωρών, τα φώτα ναυσιπλοΐας και τα άλλα φώτα που απαιτούνται από τους Διεθνείς Κανονισμούς για Αποφυγή Συγκρούσεων στη θάλασσα, που ισχύουν.
2.4. Για χρονική περίοδο 18 ωρών:
.1. Όλες τις συσκευές εσωτερικής επικοινωνίας που απαιτούνται σε κατάσταση ανάγκης.
.2. Τα βοηθήματα ναυσιπλοίας που απαιτούνται από τον Κανονισμό V/12. Όπου τέτοια απαίτηση είναι μη λογική ή μη πρακτική η Αρχή μπορεί να άρει αυτή την απαίτηση για πλοία μικρότερα από 5.000 κόρους ολικής χωρητικότητας.
.3. Το σύστημα ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς, και
.4. Για διακοπτόμενη λειτουργία τη λυχνία σημάτων ημέρας, τη σφυρίκτρα του πλοίου, τους χειροκίνητους αναγγελτήρες πυρκαϊάς και όλα τα εσωτερικά σήματα που απαιτούνται σε κατάσταση ανάγκης, εκτός αν αυτές οι υπηρεσίες έχουν μία ανεξάρτητη τροφοδότηση για περίοδο 18 ωρών από μία συστοιχία συσσωρευτών κατάλληλα τοποθετημένη για χρήση σε κατάσταση ανάγκης.
2.5. Για χρονική περίοδο 18 ωρών, μία από τις αντλίες πυρκαϊάς που απαιτούνται από τον Κανονισμό 11-2/4.3.1. και 4.3.3 αν η πηγή ενέργειάς της εξαρτάται από την ηλεκτρογεννήτρια ανάγκης.
2.6.1. Για τη χρονική περίοδο που απαιτείται από τον κανονισμό 29.14, τον μηχανισμό πηδαλίου, αν απαιτείται να έχει τέτοια τροφοδότηση από τον Κανονισμό εκείνο.
2.6.2. Σε πλοίο που κανονικά, εκτελεί ταξίδια μικρής διάρκειας, η Αρχή, αν κρίνει ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί ικανοποιητικό επίπεδο ασφάλειας μπορεί να δεχθεί μικρότερη περίοδο από τη περίοδο των 18ωρών που καθορίζεται στις παραγράφους 2.2 μέχρι 2.5 αλλά όχι μικρότερη από 12 ώρες.
3. Η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης μπορεί να είναι είτε μία ηλεκτρογεννήτρια είτε μία συστοιχία συσσωρευτών, που θα πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:
3.1. Όπου η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης είναι μία ηλεκτρογεννήτρια:
.1 θα κινείται από κατάλληλη πρωτεύουσα πηγή κίνησης με ανεξάρτητη τροφοδότηση καύσιμου, που έχει σημείο ανάφλεξης (δοκιμή κλειστού δοχείου) όχι κατώτερο από 43° C.
.2 Θα εκκινεί αυτόματα σε περίπτωση βλάβης της κύριας πηγής παροχής ηλεκτρικής ενέργειας εκτός αν υπάρχει μεταβατική πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης σύμφωνα με τη παράγραφο 3.1.3. Όπου η ηλεκτρογεννήτρια ανάγκης εκκινεί αυτόματα θα συνδέεται αυτόματα στον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης. Οι υπηρεσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 θα συνδέονται τότε αυτόματα στην ηλεκτρογεννήτρια ανάγκης. Η μοναδική πηγή αποθηκευμένης ενέργειας θα προστατεύεται έτσι ώστε να αποκλείεται η πλήρης εκκένωσή της από το αυτόματο σύστημα εκκίνησης, εκτός αν υπάρχει δεύτερο ανεξάρτητο μέσο εκκίνησης της ηλεκτρογεννήτριας ανάγκης, και
.3. Θα εφοδιάζεται με μεταβατική πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 4 εκτός αν υπάρχει ηλεκτρογεννήτρια ανάγκης ικανή να τροφοδοτεί τόσο τις υπηρεσίες που αναφέρονται στην παράγραφο εκείνη, όσο και να εκκινεί αυτόματα και να τροφοδοτεί το φορτίο που απαιτείται τόσο γρήγορα όσο είναι ασφαλές και πρακτικά δυνατό, όχι όμως σε περισσότερα από 45 δευτερόλεπτα.
3.2.Όπου η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης είναι μία συστοιχία συσσωρευτών, θα είναι ικανή:
.1. Να φέρει το ηλεκτρικό φορτίο ανάγκης χωρίς επαναφόρτιση, ενώ διατηρεί την τάση του συσσωρευτή κατά την περίοδο της εκφόρτισης στα όρια της ονομαστικής τιμής της συν ή πλην 12%.
.2. Να συνδέεται αυτόματα στον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης σε περίπτωση βλάβης της κύριας πηγής ηλεκτρικής ενέργειας και
.3. Να τροφοδοτεί αμέσως εκείνες τουλάχιστον τις υπηρεσίες, που καθορίζονται στην παράγραφο 4.
4. Η μεταβατική πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης, όπου απαιτείται από την παράγραφο 3.1.3 θα αποτελείται από μια συστοιχία συσσωρευτών κατάλληλα τοποθετημένη για χρήσεις σε κατάσταση ανάγκης, που θα λειτουργεί χωρίς επαναφόρτιση ενώ διατηρεί την τάση του συσσωρευτή κατά την περίοδο της εκφόρτισης στα όρια της ονομαστικής τιμής της συν ή πλην 12% και θα έχει επαρκή χωρητικότητα και τέτοια διάταξη ώστε, σε περίπτωση βλάβης είτε της κύριας πηγής ηλεκτρικής ενέργειας είτε της πηγής ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης να τροφοδοτεί αυτόματα για μισή ώρα τις παρακάτω τουλάχιστον υπηρεσίες, αν η λειτουργία τους εξαρτάται από ηλεκτρική πηγή.
.1. Το φωτισμό που απαιτείται από τις παραγράφους 2.1, 2.2 και 2.3. Γι' αυτή τη μεταβατική φάση, ο απαιτούμενος ηλεκτρικός φωτισμός ανάγκης που αφορά στο χώρο μηχανών και στους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας μπορεί να παρέχεται από μόνιμα τοποθετημένες, ανεξάρτητες, αυτόματα φορτιζόμενες λυχνίες συσσωρευτών που λειτουργούν με ηλεκτρονόμιο.
2. Όλες τις υπηρεσίες που απαιτούνται από τις παραγράφους 2.4.1, 2.4.3 και 2.4.4 εκτός αν αυτές οι υπηρεσίες έχουν ανεξάρτητη τροφοδότηση για τη χρονική περίοδο που καθορίζεται, από μια συστοιχία συσσωρευτών κατάλληλα τοποθετημένη για χρήση σε κατάσταση ανάγκης.
5.1. Ο ηλεκτρικός πίνακας ανάγκης θα εγκαθίσταται όσο είναι πρακτικά δυνατό πλησιέστερα στην πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης.
5.2. Όπου η πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης είναι ηλεκτρογεννήτρια, ο ηλεκτρικός πίνακας ανάγκης θα ευρίσκεται στον ίδιο χώρο, εκτός αν κατ' αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να επηρεασθεί δυσμενώς η λειτουργία του ηλεκτρικού πίνακα ανάγκης.
5.3. Δεν θα εγκαθίσταται συστοιχία συσσωρευτών, τοποθετημένη σύμφωνα μ' αυτό τον Κανονισμό, στον ίδιο χώρο με τον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης. Στον κύριο ηλεκτρικό πίνακα ή στο χώρο ελέγχου μηχανημάτων θα τοποθετείται σε κατάλληλη θέση ενδείκτης που θα δείχνει πότε εκφορτίζονται οι συσσωρευτές που αποτελούν είτε την πηγή ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης είτε την μεταβατική πηγή ηλεκτρικής ενέργειας, που αναφέρονται στις παραγράφους 3.2 ή 4.
5.4. Ο ηλεκτρικός πίνακας ανάγκης κατά τη διάρκεια κανονικής λειτουργίας θα τροφοδοτείται από τον κύριο ηλεκτρικό πίνακα με ένα τροφοδοτικό αγωγό διασύνδεσης που θα προστατεύεται επαρκώς στον κύριο ηλεκτρικό πίνακα έναντι υπερφόρτωσης και βραχυκυκλώματος και θα αποσυνδέεται αυτόματα στον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης σε περίπτωση βλάβης της κύριας πηγής ηλεκτρικής ενέργειας. Όπου το σύστημα έχει διάταξη για ανάστροφη τροφοδότηση, ο τροφοδοτικός αγωγός διασύνδεσης θα προστατεύεται επίσης στον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης, τουλάχιστον έναντι βραχυκυκλώματος.
5.5. Για την εξασφάλιση άμεσης διαθεσιμότητας της πηγής ηλεκτρικής ενέργειας ανάγκης θα υπάρχουν διατάξεις όπου είναι αναγκαίο, για την αυτόματη αποσύνδεση των κυκλωμάτων που δεν είναι κυκλώματα ανάγκης από τον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης ώστε να εξασφαλίζεται ότι ηλεκτρική ενέργεια θα διατίθεται αυτόματα στα κυκλώματα ανάγκης.
6. Η ηλεκτρογεννήτρια, ανάγκης και η πρωτεύουσα πηγή κίνησής της και οποιαδήποτε συστοιχία συσσωρευτών ανάγκης θα είναι έτσι σχεδιασμένες, και θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε να εξασφαλίζεται η λειτουργία τους στην πλήρη ονομαστική ισχύ όταν το πλοίο είναι σε όρθια, θέση και όταν είναι σε κλίση με οποιαδήποτε γωνία εγκάρσιας κλίσης μέχρι 22,5° ή διαμήκους κλίσης μέχρι 10° προς πλώρη ή πρύμνη, ή ευρίσκεται σε οποιοδήποτε συνδυασμό γωνιών μέσα στα όρια αυτά.
7. Θα προβλέπεται περιοδική δοκιμή του πλήρους συστήματος ανάγκης που θα περιλαμβάνει την δοκιμή των αυτομάτων διατάξεων εκκίνησης.
1. Τα ηλεκτροπαραγωγά ζεύγη ανάγκης θα είναι ικανά να εκκινούν εύκολα από ψυχρή κατάσταση σε θερμοκρασία 0°C. Αν αυτό δεν είναι πρακτικά δυνατό, ή αν είναι πιθανό να αντιμετωπισθούν χαμηλότερες θερμοκρασίες, θα λαμβάνεται μέριμνα, αποδεκτή από την Αρχή, για διατήρηση διατάξεων θέρμανσης ώστε να εξασφαλίζεται εύκολη εκκίνηση των ηλεκτροπαραγωγών ζευγών.
2. Κάθε, ηλεκτροπαραγωγή ζεύγος ανάγκης με διάταξη αυτόματης εκκίνησης θα είναι εφοδιασμένο με συσκευές εκκίνησης εγκεκριμένες από την Αρχή με ικανότητα αποθηκευμένης ενέργειας τριών τουλάχιστον διαδοχικών εκκινήσεων, θα προβλέπεται δεύτερη πηγή ενέργειας, για τρεις πρόσθετες εκκινήσεις μέσα σε 30 πρώτα λεπτά εκτός αν μπορεί να αποδειχθεί ότι η χειροκίνητη εκκίνηση είναι αποτελεσματική.
3. Η αποθηκευμένη ενέργεια θα διατηρείται σε κάθε στιγμή ως εξής:
.1. ηλεκτρικά και υδραυλικά συστήματα εκκίνησης θα διατηρούνται σε ετοιμότητα λειτουργίας από τον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης,
.2. συστήματα εκκίνησης πεπιεσμένου αέρα μπορούν να διατηρούνται σε ετοιμότητα, λειτουργίας από τις κύριες ή βοηθητικές φιάλες πεπιεσμένου αέρα μέσω κατάλληλης ανεπίστροφης βαλβίδας ή από ένα αεροσυμπιεστή ανάγκης, ο οποίος αν είναι ηλεκτροκίνητός, θα τροφοδοτείται από τον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης,
.3. όλες αυτές οι συσκευές εκκίνησης, φόρτισης και αποθήκευσης ενέργειας θα ευρίσκονται στο χώρο της ηλεκτρογεννήτριας ανάγκης. Οι συσκευές αυτές δεν θα χρησιμοποιούνται για οποιοδήποτε άλλο σκοπό εκτός από τη λειτουργία του ηλεκτροπαραγωγού ζεύγους ανάγκης. Αυτό δεν αποκλείει την τροφοδότηση της φιάλης αέρα του ηλεκτροπαραγωγού ζεύγους ανάγκης από το κύριο ή βοηθητικό σύστημα πεπιεσμένου αέρα μέσω της ανεπίστροφης βαλβίδας που είναι τοποθετημένη στο χώρο της ηλεκτρογεννήτριας ανάγκης.
4.1. Όπου δεν απαιτείται αυτόματο σύστημα εκκίνησης, επιτρέπεται, χειροκίνητη εκκίνηση, όπως: διάταξη χειροστροφάλου, εκκινητές αδράνειας, υδραυλικοί συσσωρευτές που φορτίζονται χειροκίνητα ή φύσσιγγες με γόμωση σκόνης, όπου μπορεί να αποδειχθεί η αποτελεσματικότητά τους.
4.2. Όπου χειροκίνητη εκκίνηση δεν είναι πρακτικά δυνατή, θα εφαρμόζονται οι απαιτήσεις των παραγράφων 2 και 3 με την εξαίρεση ότι η εκκίνηση μπορεί να προκληθεί χειροκίνητα.
1.1. Εκτεθειμένα μεταλλικά μέρη ηλεκτρικών μηχανών ή ηλεκτρικού εξοπλισμού που δεν προορίζονται να είναι υπό τάση, αλλά ενδέχεται, σε συνθήκες σφάλματος, να ευρεθούν υπό τάση, θα γειώνονται εκτός αν οι μηχανές ή ο εξοπλισμός:
.1. τροφοδοτούνται με τάση που δεν υπερβαίνει τα 55 V συνεχούς ρεύματος ή 55V R.M.S (ενεργός τιμή) μεταξύ των αγωγών. Δεν θα χρησιμοποιούνται αυτομετασχηματιστές για την επίτευξη αυτής τής τάσης, ή
.2. τροφοδοτούνται, με τάση που δεν υπερβαίνει τα 250 V από απομονωτικούς μετασχηματιστές ασφάλειας που τροφοδοτούν μονάχα μια συσκευή κατανάλωσης, ή
.3. έχουν κατασκευασθεί, σύμφωνα με την αρχή της διπλής μόνωσης.
1.2. Η Αρχή μπορεί να απαιτήσει πρόσθετες προφυλάξεις για φορητό ηλεκτρικό εξοπλισμό για χρήση σε περιορισμένους ή υπερβολικά υγρούς χώρους όπου μπορεί να υπάρχουν ιδιαίτεροι κίνδυνοι λόγω αγωγιμότητας .
1.3. Όλες οι ηλεκτρικές συσκευές θα είναι έτσι κατασκευασμένες και εγκατεστημένες ώστε να μην προκαλούν τραυματισμό όταν χειρίζονται ή αγγίζονται κατά τον κανονικό τρόπο.
2. Οι κύριοι ηλεκτρικοί πίνακες και οι πίνακες ανάγκης θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε να επιτρέπουν εύκολη πρόσβαση, εφ’ όσον χρειάζεται, σε συσκευές και εξοπλισμό, χωρίς κίνδυνο για το προσωπικό. Οι πλευρές και το πίσω μέρος και όπου είναι αναγκαίο, το εμπρός μέρος των ηλεκτρικών πινάκων θα είναι κατάλληλα προφυλαγμένο. Εκτεθειμένα μέρη υπό τάση ως προς γη, μεγαλύτερη από. την τάση που θα καθορίζεται από την Αρχή δεν θα τοποθετούνται στο εμπρός μέρος τέτοιων πινάκων. Όπου είναι αναγκαίο θα προβλέπονται μονωτικοί τάπητες ή δικτυωτά δάπεδα στο εμπρός και πίσω μέρος του ηλεκτρικού πίνακα.
3.1. Το σύστημα διανομής με επιστροφή μέσω του σκάφους δεν θα χρησιμοποιείται για οποιοδήποτε σκοπό σε δεξαμενόπλοιο ή για κίνηση, θέρμανση ή φωτισμό σε οποιοδήποτε άλλο πλοίο ολικής χωρητικότητας 1600 κόρων και άνω.
3.2. Η απαίτηση της παραγράφου 3.1 δεν αποκλείει, σε συνθήκες εγκεκριμένες από την Αρχή, την χρήση:
1 συστημάτων καθοδικής προστασίας επιβαλλομένου ρεύματος,
2 περιορισμένων και τοπικά γεωμένων συστημάτων, ή
3 συσκευών παρακολούθησης στάθμης μόνωσης εφ’ όσον το ρεύμα κυκλοφορίας δεν υπερβαίνει τα 30 mA στις πιο δυσμενείς συνθήκες.
3.3. Όπου χρησιμοποιείται το σύστημα επιστροφής μέσω του σκάφους όλα τα τελικά υποκυκλώματα, δηλαδή όλα τα κυκλώματα που είναι εγκατεστημένα μετά την τελευταία προστατευτική διάταξη θα είναι δύο αγωγών, και θα λαμβάνονται ειδικές προφυλάξεις που θα ικανοποιούν την Αρχή.
4.1. Συστήματα διανομής γειωμένα δεν θα χρησιμοποιούνται σε δεξαμενόπλοια. Η Αρχή μπορεί εξαιρετικά να επιτρέψει σε δεξαμενόπλοιο την γείωση του ουδέτερου για δίκτυα ισχύος εναλασσόμενου ρεύματος 3000V (μεταξύ φάσεων) και άνω εφ’ όσον οποιοδήποτε ρεύμα που μπορεί να προκύψει δεν διέρχεται απ’ ευθείας από οποιοδήποτε επικίνδυνο χώρο.
4·.2. Όταν .χρησιμοποιείται σύστημα διανομής, είτε πρωτεύον είτε δευτερεύον, για κίνηση, θέρμανση ή φωτισμό, χωρίς σύνδεση με την γη θα προβλέπεται συσκευή ικανή να ελέγχει συνέχεια τη στάθμη μόνωσης ως προς γη και να δίνει ακουστική ή οπτική ένδειξη ασυνήθως χαμηλών τιμών μόνωσης.
5.1. Όλες οι μεταλλικές επενδύσεις και ο οπλισμός των καλωδίων θα είναι ηλεκτρικά συνεχείς και γειωμένοι, εκτός αν η Αρχή επιτρέψει διαφορετικά σε εξαιρετικές περιστάσεις.
5.2. Όλοι οι ηλεκτρικοί αγωγοί και καλωδιώσεις, εξωτερικά των συσκευών, θα είναι τουλάχιστο επιβραδυντικού της μετάδοσης της φλόγας τύπου και θα είναι έτσι εγκατεστημένοι ώστε να μη παραβλάπτονται οι αρχικές τους ιδιότητες επιβράδυνσης της μετάδοσης της φλόγας. Όπου είναι αναγκαίο για ειδικές εφαρμογές η Αρχή μπορεί να επιτρέψει την χρήση ειδικών τύπων καλωδίων όπως καλώδια ραδιοσυχνοτήτων που δεν πληρούν τα προηγούμενα.
5.3. Ηλεκτρικοί αγωγοί και καλωδιώσεις που εξυπηρετούν ουσιώδη κυκλώματα ή κυκλώματα ανάγκης για κίνηση, φωτισμό, ενδοσυνεννόηση ή σήματα δεν θα διέρχονται, όσο είναι πρακτικά δυνατό από μαγειρεία, πλυντήρια, χώρους μηχανών Κατηγορίας Α' και τα περιφράγματά τους και άλλες περιοχές υψηλού κινδύνου πυρκαϊάς. Τα καλώδια που συνδέουν τις αντλίες πυρκαϊάς με τον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης θα είναι πυράντοχου τύπου όπου διέρχονται μέσω περιοχών υψηλού κινδύνου πυρκαϊάς. Όπου είναι πρακτικά δυνατό, όλα αυτά τα καλώδια θα έχουν διαδρομή τέτοια ώστε να αποκλείεται η αχρήστευση τους από τη θέρμανση των διαφραγμάτων που μπορεί να προκληθεί από πυρκαϊά σε γειτονικό χώρο.
5.4. Όπου καλώδια που είναι εγκατεστημένα σε επικίνδυνους χώρους παρουσιάζουν κίνδυνο πυρκαϊάς ή έκρηξης, στην περίπτωσή ηλεκτρικού σφάλματος σε τέτοιες περιοχές, θα λαμβάνονται ειδικές προφυλάξεις από τέτοιους κινδύνους, που ικανοποιούν την Αρχή.
5.5. Οι αγωγοί και οι καλωδιώσεις θα τοποθετούνται και θα στηρίζονται έτσι ώστε να αποφεύγεται ή τριβή τους ή άλλη ζημιά.
5.6. Οι ακροδέκτες και σύνδεσμοι όλων των αγωγών θα είναι έτσι κατασκευασμένοι, ώστε να διατηρούν τις αρχικές ηλεκτρικές, μηχανικές, επιβραδυντικές της μετάδοσης φλόγας, και όπου είναι αναγκαίο, πυράντοχες ιδιότητες του καλωδίου.
6.1. Κάθε χωριστό κύκλωμά θα προστατεύεται από βραχυκύκλωμα και υπερφόρτωση εκτός από τις περιπτώσεις που επιτρέπονται από τους Κανονισμούς 29 και 30 ή όπου η Αρχή κατ’ εξαίρεση, μπορεί να επιτρέψει διαφορετικά.
6.2. Θα υπάρχει μόνιμη ένδειξη της ονομαστικής τιμής ή της τιμής ρύθμισης της διάταξης προστασίας από υπερφόρτωση για κάθε κύκλωμα στη θέση της προστατευτικής διάταξης.
7. Τα εξαρτήματα φωτισμού θα έχουν τέτοια διάταξη, ώστε να εμποδίζουν ανόδους θερμοκρασίας που θα μπορούσαν να προκαλέσουν βλάβη των αγωγών και καλωδιώσεων και να εμποδίζουν την υπερβολική θέρμανση των γειτονικών υλικών.
8. Όλα τα κυκλώματα φωτισμού και κίνησης που καταλήγουν σε χώρο αποθήκευσης καύσιμου ή φορτίου θα εφοδιάζονται με πολυπολικό διακόπτη έξω από το χώρο αυτό για την αποσύνδεση τους.
9.1. Οι συστοιχίες συσσωρευτών θα είναι κατάλληλα τοποθετημένες και τα διαμερίσματα που χρησιμοποιούνται κυρίως για την εγκατάσταση τους θα είναι σωστά κατασκευασμένα και θα αερίζονται αποτελεσματικά.
9.2. Ηλεκτρικός ή άλλος εξοπλισμός που μπορεί να αποτελέσει πηγή ανάφλεξης εύφλεκτων ατμών δεν θα επιτρέπεται σ’ αυτά τα διαμερίσματα εκτός αν επιτρέπεται από την παρ. 10.
9.3. Συστοιχίες συσσωρευτών δεν θα τοποθετούνται σε υπνοδωμάτια εκτός αν είναι, ερμητικά κλειστές κατά τρόπο που ικανοποιεί την Αρχή.
10. Δεν θα εγκαθίσταται, ηλεκτρικός εξοπλισμός σε οποιοδήποτε χώρο όπου είναι δυνατό να συγκεντρωθούν αναφλέξιμα μίγματα, περιλαμβανομένων χώρων που ευρίσκονται σε δεξαμενόπλοια, ή σε διαμερίσματα που προορίζονται κυρίως για συστοιχίες συσσωρευτών, σε αποθήκες χρωμάτων, αποθήκες ασετυλίνης ή παρόμοιους χώρους, εκτός αν ο εξοπλισμός αυτός είναι κατά την κρίση της Αρχής:
.1. απαραίτητος για λειτουργικούς σκοπούς,
.2. τύπου που δεν θα προκαλέσει ανάφλεξη του σχετικού μίγματος,
.3; κατάλληλος για τον εξεταζόμενο χώρο, και
.4. κατάλληλα πιστοποιημένος για ασφαλή χρήση σε σκόνες, ατμούς ή αέρια που είναι πιθανόν να παρουσιασθούν.
11. Σε επιβατηγό πλοίο, τα συστήματα διανομής θα έχουν τέτοια διάταξη, ώστε πυρκαϊά σε οποιαδήποτε κύρια κατακόρυφη ζώνη όπως ορίζεται στον Κανονισμό 11 - 2/3.9 να μην επηρεάζει τις υπηρεσίες που είναι απαραίτητες για την ασφάλεια σε οποιαδήποτε άλλη τέτοια ζώνη. Η απαίτηση αυτή θα ικανοποιείται αν οι κύριοι τροφοδοτικοί αγωγοί και οι τροφοδοτικοί αγωγοί ανάγκης που διέρχονται μέσα από οποιαδήποτε τέτοια ζώνη διαχωρίζονται τόσο κατακόρυφα όσο και οριζόντια, όσο ευρύτερα είναι πρακτικά δυνατό.
1. Οι διατάξεις που προβλέπονται θα είναι τέτοιες ώστε να εξασφαλίζουν ότι η ασφάλεια του πλοίου σ’ όλες τις συνθήκες πλεύσης, περιλαμβανομένων των χειρισμών, είναι ισοδύναμη προς την ασφάλεια πλοίου που έχει τους χώρους μηχανών επανδρωμένους.
2. θα λαμβάνονται μέτρα που ικανοποιούν την Αρχή για να εξασφαλίζεται ότι ο εξοπλισμός λειτουργεί κατά αξιόπιστο τρόπο και ότι γίνονται ικανοποιητικές προετοιμασίες για κανονικές επιθεωρήσεις και συνήθεις δοκιμές ώστε να εξασφαλίζεται συνεχής αξιόπιστη λειτουργία.
3. Κάθε πλοίο θα εφοδιάζεται με έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία κατά την κρίση της Αρχής για την καταλληλότητά του να λειτουργεί με περιοδικά μη επανδρωμένους χώρους μηχανών
1. Θα προβλέπονται μέσα για την ανίχνευση και αναγγελία σε αρχικό στάδιο στη περίπτωση πυρκαϊών:
.1. Στα κελύφη αεροτροφοδότησης και στις εξαγωγές των λεβήτων, και
.2. Στους χώρους σάρωσής αέρα των μηχανημάτων πρόωσης, εκτός αν η Αρχή δεν το θεωρήσει αναγκαίο σε συγκεκριμένη περίπτωση.
2. Μηχανές εσωτερικής καύσης 2250 KW και άνω ή μηχανές που έχουν κυλίνδρους με διάμετρο μεγαλύτερη από 300 mm θα εφοδιάζονται με ανιχνευτές ελαιώδους ομίχλης στο στροφαλοθάλαμο ή συσκευές παρακολούθησης της θερμοκρασίας εδράνων της μηχανής ή ισοδύναμες συσκευές.
1. Τα φρεάτια κυτών σε περιοδικά μη επανδρωμένους χώρους μηχανών θα τοποθετούνται και ελέγχονται κατά τρόπο ώστε να ανιχνεύεται η συσσώρευση υγρών σε. κανονικές γωνίες διαγωγής και πλευρικής κλίσης και θα είναι αρκετά μεγάλα ώστε να χωρούν εύκoλα την κανονική αποχέτευση κατά τη διάρκεια της μη επανδρωμένης περιόδου.
2. Όπου οι αντλίες κυτών είναι ικανές να εκκινούν αυτόματα θα προβλέπονται μέσα που θα δείχνουν πότε η εισροή, υγρού είναι μεγαλύτερη από την ικανότητα της αντλίας ή πότε η αντλία λειτουργεί πιο συχνά απ’ ότι κανονικά θα αναμενόταν. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις μπορούν να επιτραπούν μικρότερα φρεάτια κυτών που να καλύπτουν μία εύλογη χρονική περίοδο. Όπου προβλέπονται αυτόματα ελεγχόμενες αντλίες κυτών, θα δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στις απαιτήσεις πρόληψης ρύπανσής από πετρέλαιο.
3. Η θέση των χειριστηρίων ελέγχου οποιουδήποτε επιστομίου, που εξυπηρετεί εισαγωγή ‘θάλασσας, εξαγωγή κάτω από την ίσαλο γραμμή ή σύστημα αναρρόφησης κυτών, θα· είναι τέτοια που να επιτρέπει επαρκή χρόνο-χειρισμού σε περίπτωση εισροής νερού στο χώρο, λαμβανομένου υπ’ όψη του πιθανού χρόνου που θα απαιτηθεί για την πρόσβαση στα χειριστήρια και τον χειρισμό τους. Αν η στάθμη μέχρι την οποία μπορεί να κατακλυσθεί ο χώρος ενώ το πλοίο ευρίσκεται σε κατάσταση πλήρους φόρτωσης το απαιτεί, θα προβλέπονται διατάξεις για τον χειρισμό των χειριστηρίων ελέγχου από θέση πάνω από τη στάθμης αυτή.
1. Σε όλες τις συνθήκες πλεύσης, περιλαμβανόμενων των χειρισμών η ταχύτητα, η διεύθυνση ώσης και, αν είναι εφαρμόσιμο, το βήμα της έλικας θα μπορούν να ελέγχονται πλήρως από τη γέφυρα ναυσιπλοΐας.
1.1. Ο τηλεχειρισμός αυτός θα εκτελείται με μία μοναδική συσκευή ελέγχου για κάθε ανεξάρτητη έλικα, με αυτόματη λειτουργία όλων των σχετικών υπηρεσιών, περιλαμβανόμενων, όπου είναι αναγκαίο, μέσων για την πρόληψη υπερφόρτωσης των μηχανημάτων πρόωσης.
1.2. Τα κύρια μηχανήματα πρόωσης θα εφοδιάζονται με συσκευή διακοπής ανάγκης στη γέφυρα ναυσιπλοΐας, που θα είναι ανεξάρτητη από το. σύστημά ελέγχου τής γέφυρας ναυσιπλοΐας.
2. Οι εντολές από τη γέφυρα ναυσιπλοΐας στα μηχανήματα πρόωσης θα δείχνονται στο χώρο ελέγχου των κύριων μηχανημάτων ή στη θέση ελέγχου των μηχανημάτων πρόωσης ανάλογα με την περίπτωση.
3. Ό τηλεχειρισμός των μηχανημάτων πρόωσης θα είναι δυνατός μόνο από μία θέση κάθε στιγμή. Σε τέτοιες θέσεις επιτρέπονται αλληλοσυνδεόμενες διατάξεις ελέγχου. Σε κάθε, θέση θα υπάρχει ενδείκτης που θα δείχνει από ποια θέση ελέγχονται τα μηχανήματα πρόωσης. Η μεταβίβαση του ελέγχου μεταξύ .της γέφυρας ναυσιπλοΐας και των χώρων μηχανών θα είναι δυνατή μόνο στο χώρο μηχανημάτων ή στο χώρο ελέγχου μηχανημάτων. Αυτό το σύστημα θα περιλαμβάνει μέσα που θα εμποδίζουν τη σημαντική μεταβολή της ώσης της έλικας όταν μεταβιβάζεται ο έλεγχος από μία θέση σε άλλη.
4. Θα είναι δυνατός ο έλεγχος όλων των απαραιτήτων για την ασφαλή λειτουργία του πλοίου μηχανημάτων τοπικά ακόμη και στην περίπτωση βλάβης σε οποιοδήποτε τμήμα του συστήματος τηλεχειρισμού.
5. Η σχεδίαση του. συστήματος τηλεχειρισμού θα είναι τέτοια ώστε σε περίπτωση βλάβης που θα σημαίνεται συναγερμός. Η προκαθορισμένη ταχύτητα και η διεύθυνση της ώσης θα διατηρούνται μέχρι να τεθεί σε λειτουργία ο τοπικός έλεγχός, εκτός αν η Αρχή θεωρήσει αυτό μη πρακτικό.
6. Θα τοποθετούνται ενδείκτες στη γέφυρα ναυσιπλοΐας για ένδειξη:
.1 ταχύτητας και διεύθυνσης περιστροφής της έλικας στη περίπτωση ελίκων σταθερού βήματος,
.2 ταχύτητας και θέσης βήματος στην περίπτωση ελίκων μεταβλητού βήματος.
7. Ο αριθμός των αυτομάτων διαδοχικών προσπαθειών, που αποτυγχάνουν να πραγματοποιήσουν εκκίνηση θα είναι περιορισμένος ώστε να διαφυλάσσεται επαρκής πίεση αέρα εκκίνησης. Θα προβλέπεται σύστημά συναγερμού για ένδειξη χαμηλής πίεσης του αέρα εκκίνησης ρυθμισμένο σε επίπεδο που επιτρέπει παραπέρα χειρισμούς εκκίνησης των μηχανημάτων πρόωσης.
Θα προβλέπονται αξιόπιστα μέσα φωνητικής επικοινωνίας μεταξύ του χώρου ελέγχου των κυριών μηχανημάτων ή της θέσης ελέγχου, των μηχανημάτων πρόωσης ανάλογα με τη περίπτωση, της γέφυρας ναυσιπλοΐας και των ενδιαιτημάτων των αξιωματικών μηχανής.
1. Θα προβλέπεται σύστημα αναγγελίας που θα παρέχει ένδειξη οποιουδήποτε σφάλματος που απαιτεί προσοχή και το σύστημα αυτό:
.1 Θα είναι ικανό να σημαίνει ακουστικό συναγερμό στο χώρο ελέγχου των κυρίων μηχανημάτων ή στη θέση ελέγχου των μηχανημάτων πρόωσης και να παρέχει οπτική ένδειξη κάθε χωριστής λειτουργίας συναγερμού σε κατάλληλη θέση.
.2 Θα συνδέεται με τους κοινόχρηστους χώρους των μηχανικών, και με κάθε καμπίνα μηχανικών μέσω επιλογικού διακόπτη ώστε να εξασφαλίζεται σύνδεση με μία τουλάχιστον από τις καμπίνες αυτές. Οι Αρχές μπορούν να επιτρέπουν ισοδύναμες διατάξεις.
.3 θα ενεργοποιεί ακουστικό και οπτικό συναγερμό στη γέφυρα ναυσιπλοΐας για κάθε κατάσταση που απαιτεί προσοχή ή ενέργεια από τον αξιωματικό φυλακής.
.4 Θα είναι σχεδιασμένο, όσο είναι πρακτικά δυνατό, σύμφωνα με την αρχή «ασφάλεια κατόπιν βλάβης» και
.5. Θα ενεργοποιεί το σύστημα συναγερμού μηχανικών που απαιτείται από τον Κανονισμό 38 αν μία λειτουργία συναγερμού δεν έχει τύχει προσοχής τοπικά μέσα σε περιορισμένο χρονικό διάστημα.
2.1. Το σύστημα αναγγελίας θα τροφοδοτείται συνεχώς και θα έχει αυτόματη δυνατότητα μεταγωγής σε εφεδρική παροχή ενέργειας σε περίπτωση απώλειας της κανονικής παροχής ενέργειας.
2.2. Βλάβη της κανονικής παροχής ενέργειας του συστήματος αναγγελίας θα σημαίνεται με συναγερμό.
3.1. Το σύστημα αναγγελίας θα είναι ικανό να παρέχει ένδειξη ταυτόχρονα περισσοτέρων του ενός, σφαλμάτων και η αποδοχή οποιουδήποτε συναγερμού δεν θα εμποδίζει άλλο συναγερμό.
3.2. Η αποδοχή στη θέση ού αναφέρεται στην παρ. 1 οποιασδήποτε κατάστασης συναγερμού θα δείχνεται στις θέσεις όπου αναγγέλθηκε. Τα σήματα συναγερμού θα διατηρούνται μέχρι να γίνουν δεκτά και οι οπτικές ενδείξεις των διαφόρων συναγερμών θα παραμένουν μέχρι την αποκατάσταση του σφάλματος οπότε το σύστημα αναγγελίας θα επανέρχεται αυτόματα στην κατάσταση κανονικής λειτουργίας.
Θα προβλέπεται σύστημα ασφάλειας ώστε να εξασφαλίζεται ότι σοβαρή ανωμαλία στις λειτουργίες των μηχανημάτων ή λεβήτων, που παρουσιάζει άμεσο κίνδυνο, θα θέτει σε λειτουργία το μηχανισμό αυτόματης διακοπής του μέρους εκείνου της εγκατάστασης και θα σημαίνεται συναγερμός. Η διακοπή του συστήματος πρόωσης δεν θα ενεργοποιείται αυτόματα εκτός από περιπτώσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε σοβαρή βλάβη, πλήρη καταστροφή ή έκρηξή. Όπου υπάρχουν διατάξεις παράκαμψης του μηχανισμού διακοπής των κύριων μηχανημάτων πρόωσης, θα είναι τέτοιες ώστε να αποκλείουν, λειτουργία από απροσεξία. Θα προβλέπονται οπτικά μέσα που θα παρέχουν ένδειξή της ενεργοποίησης των διατάξεων παράκαμψης.
1. Οι ειδικές απαιτήσεις για εγκαταστάσεις μηχανημάτων, λεβήτων και ηλεκτρικές εγκαταστάσεις θα ικανοποιούν την Αρχή και θα περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις απαιτήσεις του Κανονισμού αυτού.
2. Η κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας θα πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:
2.1 Όπου η ηλεκτρική ενέργεια μπορεί κανονικά να παρέχεται από μία ηλεκτρογεννήτρια, θα προβλέπονται κατάλληλες διατάξεις αποσύνδεσης φορτίων που εξασφαλίζουν ότι δεν θίγονται οι παροχές στις υπηρεσίες που απαιτούνται για πρόωση και πηδαλιούχηση καθώς επίσης και η ασφάλεια του πλοίου. Στην περίπτωση που η λειτουργούσα ηλεκτρογεννήτρια τεθεί εκτός λειτουργίας θα λαμβάνεται ικανοποιητική μέριμνα για την αυτόματη εκκίνηση και σύνδεση με το κύριο ηλεκτρικό πίνακα μιας εφεδρικής ηλεκτρογεννήτριας επαρκούς ικανότητας ώστε να επιτρέπει την πρόωση, την πηδαλιούχηση και να εξασφαλίζει την ασφάλεια του πλοίου με την αυτόματη επανεκκίνηση των απαραίτητων βοηθητικών μηχανημάτων περιλαμβανομένων, όπου είναι αναγκαίο, διαδοχικών λειτουργιών. Η Αρχή μπορεί να απαλλάξει από αυτή την απαίτηση πλοίο μικρότερο από 1600 κόρους ολικής χωρητικότητας αν κρίνει ότι η συμμόρφωση του δεν είναι πρακτικά δυνατή.
2.2 Αν η ηλεκτρική ενέργεια παρέχεται κανονικά από περισσότερες από μία ηλεκτρογεννήτριες που λειτουργούν ταυτόχρονα παραλληλισμένες, θα λαμβάνεται μέριμνα, με αποσύνδεση φορτίων π.χ., ώστε να εξασφαλίζεται ότι, στην περίπτωση που ένα από τα ηλεκτροπαραγωγά ζεύγη τεθεί εκτός λειτουργίας αυτά που απομένουν θα συνεχίσουν να λειτουργούν χωρίς υπερφόρτωση για να επιτρέψουν την πρόωση και πηδαλιούχηση, και να εξασφαλίσουν την ασφάλεια του πλοίου.
3. Όταν απαιτούνται εφεδρικές μηχανές για άλλα βοηθητικά μηχανήματα απαραίτητα για την πρόωση, θα προβλέπονται αυτόματες μεταγωγικές συσκευές.
4. Σύστημα αυτόματου ελέγχου και αναγγελίας.
4.1 Το σύστημα ελέγχου θα είναι τέτοιο ώστε οι αναγκαίες υπηρεσίες για τη λειτουργία των κύριων μηχανημάτων πρόωσης και των βοηθητικών τους μηχανημάτων να εξασφαλίζονται μέσω των αναγκαίων αυτομάτων διατάξεων.
4.2 Θα σημαίνεται συναγερμός κατά την αυτόματη μεταγωγή.
4.3 Θα προβλέπεται σύστημα αναγγελίας που πληροί τον Κανονισμό 51 για όλες τις σημαντικές πιέσεις, θερμοκρασίες και στάθμες υγρών και άλλες ουσιαστικές παραμέτρους.
4.4 Θα εξασφαλίζεται θέση κεντρικού ελέγχου με τους αναγκαίους πίνακες συναγερμού και τα όργανα ενδείξεως οποιοσδήποτε συναγερμού.
5. Όπου χρησιμοποιούνται μηχανές εσωτερικής καύσης για κύρια πρόωση, θα προβλέπονται μέσα για τη διατήρηση της πίεσης αέρα εκκίνησης στην απαιτούμενη τιμή.
Τα επιβατηγά πλοία θα εξετάζονται ειδικά από την Αρχή ως προς, το αν μπορούν ή όχι οι χώροι μηχανών τους να είναι περιοδικά μη επανδρωμένοι και αν είναι αναγκαίες πρόσθετες απαιτήσεις από εκείνες που καθορίζονται στους Κανονισμούς αυτούς για να επιτευχθεί ισοδύναμο επίπεδο ασφάλειας με εκείνο που παρέχεται από κανονικά επανδρωμένους χώρους μηχανών.
1.1 Εκτός αν ρητά ορίζεται διαφορετικά, το Κεφάλαιο αυτό θα εφαρμόζεται σε πλοία που οι τροπίδές τους τοποθετήθηκαν ή που ευρίσκοντο σε παρεμφερές στάδιο κατασκευής την ή μετά την 1 Σεπτεμβρίου 1984.
1.2 Για το σκοπό του Κεφαλαίου αυτού ο όρος «Παρεμφερές στάδιο κατασκευής» σημαίνει το στάδιο κατά το οποίο:
.1. Αρχίζει ή κατασκευή που χαρακτηρίζει, συγκεκριμένο πλοίο, και
.2. Η συναρμολόγησή του πλοίου αυτού έχει αρχίσει περιλαμβάνοντας τουλάχιστο 50 τόννους ή 1% της προβλεπόμενης μάζας όλων των κατασκευαστικών, υλικών, οποιοδήποτε είναι μικρότερο.
1.3. Για το σκοπό του Κεφαλαίου αυτού:
.1. Ο όρος «πλοία που έχουν κατασκευασθεί» σημαίνει «πλοία που οι τροπίδές τους τοποθετήθηκαν ή που ευρίσκοντο σε παραμφερές στάδιο κατασκευής».
.2. Ο όρος «όλα τα πλοία» σημαίνει «πλοία πού έχουν κατασκευασθεί πριν, την ή μετά την 1 Σεπτεμβρίου 1984».
.3. Ένα φορτηγό πλοίο, ανεξάρτητα από την ημερομηνία ναυπήγησης του, που μετασκευάζεται σε επιβατηγό πλοίο, θα θεωρείται σαν επιβατηγό πλοίο που έχει κατασκευασθεί την ημερομηνία που αρχίζει η μετασκευή αυτή.
2. Εκτός αν ρητά ορίζεται διαφορετικά:
.1. Για πλοία που έχουν κατασκευασθεί πριν από την 1 Σεπτεμβρίου 1984, η Αρχή θα εξασφαλίζει ότι, με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2.2, πληρούνται οι απαιτήσεις του Κεφαλαίου II - 2 της Διεθνούς Σύμβασης για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη θάλασσα 1974* που έχουν εφαρμογή στα νέα ή υπάρχοντα πλοία όπως Ορίζεται στο Κεφάλαιο εκείνο.
.2. Για δεξαμενόπλοια που έχουν κατασκευασθεί πριν από την 1 Σεπτεμβρίου 1984, ή Αρχή θα εξασφαλίζει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του Κεφαλαίου II - 2 του Παραρτήματος του Πρωτοκόλλου 1978 που αναφέρεται στη Διεθνή Σύμβαση για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη θάλασσα, 1974, που έχουν εφαρμογή στα νέα ή υπάρχοντα πλοία, όπως ορίζονται στο Κεφάλαιο εκείνο.
3. Όλα τα πλοία στα οποία εκτελούνται επισκευές, μετασκευές, μετατροπές και σχετικοί εξοπλισμοί πρέπει να συνεχίσουν να συμμορφώνονται τουλάχιστον με τις απαιτήσεις που είχαν προηγουμένως εφαρμογή στα πλοία αυτά. Τέτοια πλοία αν έχουν κατασκευασθεί πριν από την 1 Σεπτεμβρίου 1984 πρέπει κατά κανόνα, να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις για πλοία που έχουν κατασκευασθεί την ή μετά την ημερομηνία αυτή στην ίδια τουλάχιστον έκταση που συμμορφωνόντουσαν πριν υποστούν τέτοιες επισκευές, μετασκευές, μετατροπές ή εξοπλισμούς. Επισκευές, μετασκευές και μετατροπές ευρείας έκτασης και σχετικοί εξοπλισμοί πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις για πλοία που έχουν, κατασκευασθεί την ή μετά την 1 Σεπτεμβρίου 1984 σε τόση, έκταση όση η Αρχή κρίνει λογική και πρακτική.
4.1 Η Αρχή ενός Κράτους μπορεί, εάν κρίνει, ότι η προασπισμένη φύση και οι συνθήκες του ταξιδιού είναι τέτοιες που να καθιστούν την εφαρμογή οποιωνδήποτε συγκεκριμένων απαιτήσεων, του Κεφαλαίου αυτού παράλογη ή μη αναγκαία να εξαιρέσει από τις απαιτήσεις αυτές συγκεκριμένα πλοία ή κατηγορίες πλοίων, που έχουν το δικαίωμα να φέρουν σημαία αυτού του κράτους, εφ’ όσον κατά πορεία του ταξιδιού τους δεν απομακρύνονται περισσότερο από 20 μιλιά από τη πλησιέστερη ξηρά.
4.2 Στην περίπτωση επιβατηγών πλοίων που χρησιμοποιούνται σε ταξίδια για την μεταφορά μεγάλου αριθμού επιβατών ειδικών μεταφορών, όπως οι μεταφορές προσκυνητών, η Αρχή του Κράτους του οποίου την σημαία τέτοια πλοία έχουν το δικαίωμα να φέρουν, αν κρίνει ότι δεν είναι πρακτικά δυνατό να επιβάλει συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του Κεφαλαίου αυτού μπορεί να εξαιρέσει τέτοια πλοία, από εκείνες τις απαιτήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι συμμορφωνόνται πλήρως με τις διατάξεις:
.1. Των Κανονισμών που επισυνάπτονται στη Συμφωνία Επιβατηγών Πλοίων Ειδικών Μεταφορών, 1971 και
.2. των Κανονισμών που επισυνάπτονται στο Πρωτόκολλο περί Απαιτήσεων Χώρων για Επιβατηγά Πλοία Ειδικών Μεταφορών, 1973.
* Το κείμενο όπως υιοθετήθηκε από τη Διεθνή Διάσκεψη για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα 1974
1. Σκοπός του Κεφαλαίου αυτού είναι ο καθορισμός απαιτήσεων που θα εξασφαλίζουν στο μεγαλύτερο πρακτικά δυνατό βαθμό πυροπροστασία, ανίχνευση και κατάσβεση πυρκαϊάς στα πλοία.
2. Οι Κανονισμοί του Κεφαλαίου αυτού στηρίζονται στις ακόλουθες, βασικές αρχές οι οποίες έχουν κατάλληλα ενσωματωθεί σ’ αυτούς, λαμβανομένων υπ’ όψη των τύπων των πλοίων και του κινδύνου πυρκαϊάς που μπορεί να παρουσιασθεί:
.1. υποδιαίρεση του πλοίου σε κύριες κατακόρυφες ζώνες με χωρίσματα που έχουν θερμική και κατασκευαστική αντοχή,
.2. διαχωρισμός των χώρων ενδιαίτησης από το υπόλοιπο πλοίο με χωρίσματα πού έχουν θερμική και κατασκευαστική αντοχή,
.3. περιορισμένη χρήση καύσιμων υλικών,
.4. ανίχνευση οποιασδήποτε πυρκαϊας στη ζώνη προέλευσής της,
.5. περιορισμός και κατάσβεση οποιασδήποτε πυρκαϊας στο χώρο προέλευσής, της,
.6. προστασία των μέσων διαφυγής ή των οδών προσπέλασης για την καταπολέμηση της πυρκαϊας,
.7. άμεση διαθεσιμότητα των πυροσβεστικών μέσων,
.8. ελαχιστοποίηση της πιθανότητας ανάφλεξης ευφλέκτων ατμών φορτίου.
Για το σκοπό αυτού του Κεφαλαίου, εκτός αν ρητά προβλέπεται διαφορετικά:
1. «Άκαυστο υλικό» είναι υλικό που ούτε καίγεται ούτε αποδίδει εύφλεκτους ατμούς σε αρκετή ποσότητα για αυτανάφλεξη, όταν θερμανθεί σε θερμοκρασία περίπου 750°C, σύμφωνα με μία καθιερωμένη μέθοδο δοκιμής* που ικανοποιεί την Αρχή.
Οποιοδήποτε άλλο υλικό είναι καύσιμο υλικό.
2. «Τυποποιημένη δοκιμή πυρκαϊας» είναι η δοκιμή κατά την οποία δοκίμια διαφραγμάτων ή καταστρωμάτων εκτίθενται μέσα σε δοκιμαστικό κλίβανο σε θερμοκρασίες που ανταποκρίνονται περίπου στην τυποποιημένη καμπύλη χρόνου - θερμοκρασίας. Το δοκίμιο θα έχει εκτεθειμένη επιφάνεια όχι μικρότερη από 4,65 τετραγ. μέτρα και ύψος (ή μήκος για καταστρώματα) 2,44 μέτρα, και θα προσομοιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο στην επιδιωκόμενη κατασκευή και θα περιλαμβάνει, ανάλογα με την περίπτωση τουλάχιστον έναν αρμό. Η τυποποιημένη καμπύλη χρόνου - θερμοκρασίας ορίζεται από μία γραφική παράσταση, που διέρχεται από τα ακόλουθα σημεία που αντιστοιχούν σε θερμοκρασίες, που μετρούνται πάνω από την αρχική θερμοκρασία τού κλιβάνου:
3. «Χωρίσματα κλήσης «Α» είναι τα χωρίσματα που σχηματίζονται από διαφράγματα και καταστρώματα, που πληρούν τα ακόλουθα:
.1. είναι κατασκευασμένα από χάλυβα ή άλλο ισοδύναμο υλικό,
.2. είναι κατάλληλα ενισχυμένα,
.3. είναι κατασκευασμένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να εμποδίζουν τη δίοδο καπνού και φλόγας μέχρι το τέλος της τυποποιημένης δοκιμής πυρκαϊας διάρκειας μιας ώρας,
.4. είναι μονωμένα με εγκεκριμένα άκαυστα υλικά έτσι ώστε η μέση θερμοκρασία της μη εκτεθειμένης όψης να μην υψώνεται περισσότερο από 139° C πάνω από την αρχική θερμοκρασία ούτε ή θερμοκρασία σε οποιοδήποτε σημείο, περιλαμβανομένου οποιοσδήποτε αρμού, να υψώνεται περισσότερο από 180°C πάνω από την αρχική θερμοκρασία, μέσα στα χρονικά διαστήματα του παρακάτω πίνακα: .
.5. Η Αρχή μπορεί να απαιτήσει δοκιμή ενός πρωτότυπου διαφράγματος ή καταστρώματος για να βεβαιωθή ότι αυτό, πληροί τις παραπάνω απαιτήσεις ως προς την ακεραιότητα και την ανύψωση της θερμοκρασίας*.
4. «Χωρίσματα κλάσης Β» είναι τα χωρίσματα που σχηματίζονται από διαφράγματα, καταστρώματα, οροφές ή επενδύσεις που πληρούν τα ακόλουθα:
.1 είναι κατασκευασμένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να εμποδίζουν τη δίοδο φλόγας, μέχρι το τέλος της πρώτης μισής ώρας τής τυποποιημένης δοκιμής πυρκαϊας,
.2. έχουν τέτοιο βαθμό μόνωσης ώστε η μέση θερμοκρασία της μη εκτεθειμένης όψης να μην υψώνεται περισσότερο από 139°C πάνω από την αρχική θερμοκρασία ούτε η θερμοκρασία σε οποιοδήποτε σημείο περιλαμβανομένου οποιουδήποτε αρμού, να υψώνεται περισσότερο από 225°C πάνω από την αρχική-θερμοκρασία μέσα στα χρονικά διαστήματα του παρακάτω πίνακα:
Κλάση «Β—15» 15 λεπτά
Κλάση «Β—Ο» 0 λεπτά.
.3 είναι κατασκευασμένα από εγκεκριμένα άκαυστα υλικά και όλα τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή και τοποθέτησή των χωρισμάτων κλάσης «Β» είναι άκαυστα, με την εξαίρεση ότι μπορούν να επιτρέπονται καύσιμες επικαλύψεις εφ’ όσον πληρούν άλλες απαιτήσεις του Κεφαλαίου αυτού,
.4. Η Αρχή μπορεί να απαιτήσει δοκιμή ενός πρωτοτύπου χωρίσματος για να βεβαιωθή ότι αυτό πληροί τις παραπάνω απαιτήσεις ως προς την ακεραιότητα και την ανύψωση της θερμοκρασίας*.
5. «Χωρίσματα κλάσης C» είναι χωρίσματα που κατασκευάζονται από εγκεκριμένα άκαυστα υλικά. Δεν χρειάζεται να πληρούν ούτε απαιτήσεις σχετικές με τη δίοδο του καπνού και της φλόγας ούτε περιορισμούς σχετικούς με την ανύψωση της θερμοκρασίας. Καύσιμες επικαλύψεις επιτρέπονται εφ’ όσον πληρούν άλλες απαιτήσεις του Κεφαλαίου αυτού.
6. «Συνεχείς οροφές ή επενδύσεις κλάσης «Β» είναι οι οροφές ή οι επενδύσεις κλάσης «Β» που καταλήγουν μόνο σε χώρισμα κλάσης «Α» η «Β».
7. «Χάλυβας ή άλλο ισοδύναμο υλικό». Όπου συναντώνται οι λέξεις «χάλυβας ή άλλο ισοδύναμο υλικό» ο όρος «ισοδύναμο υλικό» σημαίνει οποιοδήποτε άκαυστο υλικό το οποίο είτε μόνο του είτε λόγω μόνωσής του παρουσιάζει ιδιότητες κατασκευής και ακεραιότητας ισοδύναμες προς αυτές του χάλυβα κατά το τέλος της εφαρμοζομένης έκθεσης, στην τυποποιημένη δοκιμή πυρκαϊας (π.χ. κράμα αλουμινίου με κατάλληλη μόνωση).
8. «Χαμηλή εξάπλωσή φλόγας» σημαίνει ότι ή επιφάνεια πού περιγράφεται έτσι θα περιορίζει αρκετά την εξάπλωσή της φλόγας, σύμφωνα με καθιερωμένη μέθοδο δοκιμής που θα ικανοποιεί την Αρχή.
9. «Κύριες κατακόρυφες ζώνες» είναι τα τμήματα στα οποία υποδιαιρείται το σκάφος, η υπερκατασκευή και τα υπερστεγάσματα με χωρίσματα κλάσης «Α» το μέσο μήκος των οποίων σε οποιοδήποτε κατάστρωμα δεν υπερβαίνει γενικά τα 40 μέτρα.
10. «Χώροι ενδιαίτησης» είναι οι χώροι πού χρησιμοποιούνται ως κοινόχρηστοι χώροι, διάδρομοι, χώροι υγιεινής, καμπίνες, γραφεία, νοσοκομεία, κινηματογράφοι, χώροι παιγνιδίων και ασχολιών, κουρεία, κυλικεία που δεν περιέχουν συσκευές μαγειρικής και παρόμοιοι χώροι.
11. «Κοινόχρηστοι χώροι» είναι τα τμήματα των χώρων ενδιαίτησης που χρησιμοποιούνται ως προθάλαμοι, τραπεζαρίες, σαλόνια και παρόμοιοι μόνιμα περίκλειστοι χώροι.
12. «Χώροι υπηρεσίας» είναι οι χώροι που χρησιμοποιούνται ως μαγειρεία, κυλικεία που περιέχουν συσκευές μαγειρικής, ερμάρια, χώροι ταχυδρομείου και αξιών, αποθήκες, εργαστήρια εκτός από εκείνα που αποτελούν μέρος του χώρου μηχανών, και παρόμοιοι χώροι και οχετοί προς τέτοιους χώρους.
13. «Χώροι φορτίου» είναι όλοι οι χώροι που χρησιμοποιούνται για φορτία (περιλαμβανομένων των πετρελαιοδεξαμενών φορτίου) και οι οχετοί προς τέτοιους χώρους.
14. «Χώροι φορτίου RO/RO> είναι οι χώροι, που δεν είναι κατά κανένα τρόπο κανονικά υποδιαιρεμένοι και εκτείνονται είτε σε σημαντικό μήκος είτε σε ολόκληρο το μήκος του πλοίου και στους οποίους εμπορεύματα (σε κιβώτια ή χύμα, μέσα ή πάνω σε σιδηροδρομικά ή οδικά οχήματα (περιλαμανομένων οδικών ή σιδηροδρομικών βιτυοφόρων) ρυμουλκούμενα οχήματα, εμπορευματοκιβώτια, παλλέτες, αφαιρούμενες δεξαμενές ή μέσα ή πάνω σε παρόμοιες μονάδες στοιβασίας ή άλλα δοχεία) μπορούν να φορτώνονται και να εκφορτώνονται κανονικά κατά οριζόντια διεύθυνση.
15. «Ανοικτοί χώροι φορτίου RO/RO» είναι οι χώροι φορτίου RO/RO που είτε είναι ακοικτοί και στα δύο άκρα, είτε είναι ανοκτοί στο ένα άκρο και τους οποίους παρέχεται επαρκής φυσικός αερισμός αποτελεσματικός σε ολόκληρο το μήκος τους, μέσω μόνιμων ανοιγμάτων στην πλευρά ή στην οροφή κατά τρόπο που να ικανοποιεί την Αρχή.
16. «Κλειστοί χώροι φορτίου RO/RO» είναι οι χώροι φορτίου RO/RO που δεν είναι ούτε ανοικτοί χώροι φορτίου RO/RO ούτε εκτεθειμένα στον καιρό καταστρώματα.
17. «Κατάστρωμα εκτεθειμένο στον καιρό» είναι ένα κατάστρωμα που είναι πλήρως εκτεθειμένο στον καιρό από πάνω και, από τουλάχιστον δύο πλευρές.
18. «Χώροι ειδικής κατηγορίας» είναι οι περίκλειστοι χώροι πάνω ή κάτω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων που προορίζονται για την μεταφορά μηχανοκινήτων οχημάτων με καύσιμα στις δεξαμενές τους για την κίνησή τους, προς και από τους οποίους χώρους τα οχήματα αυτά μπορούν να οδηγούνται και στους οποίους οι επιβάτες έχουν πρόσβαση.
19. «Χώροι μηχανών Κατηγορίας Α» είναι εκείνοι οι χώροι και οι οχετοί προς τέτοιους χώρους που περιέχουν:
.1. μηχανές εσωτερικής καύσης, που χρησιμοποιούνται για κύρια /πρόωση, ή
.2. μηχανές εσωτερικής καύσης, που χρησιμοποιούνται για σκοπούς άλλους από την κύρια πρόωση, όπου τέτοιες μηχανές έχουν αθροιστικά συνολική ισχύ εξόδου όχι μικρότερη από 375KW, ή
.3. οποιοδήποτε πετρελαιολέβητα ή μονάδα καυσίμου πετρελαίου.
20. «Χώροι μηχανών» είναι όλοι οι χώροι μηχανών Κατηγορίας Α και όλοι οι άλλοι χώροι που περιέχουν μηχανές πρόωσης, λέβητες, μονάδες καυσίμου πετρελαίου, μηχανές ατμού και εσωτερικής καύσης, γεννήτριες και μεγάλες ηλεκτρικές μηχανές, σταθμούς παραλαβής πετρελαίου, ψυκτικά μηχανήματα, σταθερωτήρες, μηχανήματα αερισμού και κλιματισμού και παρόμοιοι χώροι και οχετοί προς τέτοιους χώρους.
21. «Μονάδα καυσίμου πετρελαίου» είναι ο εξοπλισμός που χρησιμοποιείται για την προπαρασκευή καυσίμου πετρελαίου για την διοχέτευσή του σε πετρελαιολέβητα, ή ο εξοπλισμός που χρησιμοποιείται για την προπαρασκευή πετρελαίου που έχει θερμανθή για τη διοχέτευση του σε μηχανή εσωτερικής καύσης και περιλαμβάνει οποιαδήποτε αντλία κατάθλιψης πετρελαίου, φίλτρα και θερμαντήρες για πετρέλαιο σε πίεση μεγαλύτερη από 0,18 Ν/mm2.
22. «Σταθμοί ελέγχου» είναι οι χώροι εκείνοι στους οποίους ευρίσκονται οι ραδιοτηλεγραφικές συσκευές του πλοίου ή τα κύρια όργανα ναυσιπλοΐας ή η πηγή ενέργειας ανάγκης ή όπου είναι συγκεντρωμένες οι συσκευές καταγραφής ή ελέγχου πυρκαϊάς.
23. «Χώροι που περιέχουν επίπλωση και εξοπλισμό περιωρισμένου κινδύνου πυρκαϊάς» είναι για το σκοπό του Κανονισμού 26, οι χώροι που περιέχουν επίπλωση και εξοπλισμό περιωρισμένου κινδύνου πυρκαϊάς (είτε είναι καμπίνες, κοινόχρηστοι χώροι, γραφεία είτε άλλης μορφής ενδιαιτήματα) στους οποίους:
.1. όλα τα μόνιμα έπιπλα όπως γραφεία, ιματιοθήκες, τουαλέτες, μπουφέδες, είναι κατασκευασμένα ολοκληρωτικά από εγκεκριμένα άκαυστα υλικά με την εξαίρεση ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί καύσιμη επικάλυψη στις εκτεθειμένες επιφάνειες των παραπάνω αντικειμένων σε πάχος όχι μεγαλύτερο από 2mm,
.2. όλα τα κινητά έπιπλα όπως καρέκλες, καναπέδες, τραπέζια είναι κατασκευασμένα από σκελετό που αποτελείται από άκαυστα υλικά,
.3. όλες οι υφασμάτινες επιστρώσεις, τα παραπετάσματα και άλλα ανηρτημένα υφασμάτινα υλικά, έχουν σε βαθμό που ικανοποιεί την Αρχή, ιδιότητες, αντίστασης στη διάδοση της φλόγας όχι κατώτερες από εκείνες τις οποίες έχει μαλλί ειδικής μάζας 0,8 Kg/m2*
.4. Όλα τα καλύμματα δαπέδων έχουν σε βαθμό που ικανοποιεί την Αρχή, ιδιότητες αντίστασης στη διάδοση της φλόγας όχι κατώτερες από εκείνες τις οποίες έχει ισοδύναμο μάλλινο ύφασμα, που χρησιμοποιείται για τον ίδιο σκοπό.
.5. Όλες οι εκτεθειμένες επιφάνειες των διαφραγμάτων, επενδύσεων και οροφών έχουν χαρακτηριστικά χαμηλής εξάπλωσης φλόγας, και
.6. όλα τα έπιπλα με ταπετσαρία έχουν ιδιότητες αντίστασης στην ανάφλεξη και διάδοση φλόγας τέτοιες που να ικανοποιούν την Αρχή.
24. «Κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων» είναι το ανώτατο κατάστρωμα μέχρι το οποίο φθάνουν τα εγκάρσια στεγανά διαφράγματα.
25. «Νεκρό βάρος» είναι η διαφορά σε τόννους μεταξύ του εκτοπίσματος ενός πλοίου σε νερό ειδικού βάρους 1,025 στην έμφορτη γραμμή ισάλου που αντιστοιχεί στο καθορισμένο ύψος εξάλων θέρους και του άφορτου εκτοπίσματος του πλοίου.
26. «Άφορτο εκτόπισμα» είναι το εκτόπισμα ενός πλοίου σε τόννους χωρίς φορτίο, καύσιμα, λιπαντικά, θαλάσερμα, πόσιμο και τροφοδοτικό νερό στις δεξαμενές, αναλώσιμα υλικά και επιβάτες και πλήρωμα και τα προσωπικά τους είδη.
27. «Πλοίο συνδυασμένων μεταφορών» είναι δεξαμενόπλοιο σχεδιασμένο για τη μεταφορά πετρελαίου ή εναλλακτικά στερεών φορτίων χύμα.
28. «Ακατέργαστο πετρέλαιο» είναι οποιοδήποτε πετρέλαιο, που συναντάται φυσικά στη γή, είτε έχει κατεργασθεί για να καταστεί κατάλληλο για μεταφορά είτε όχι και περιλαμβάνει:
.1. ακατέργαστο πετρέλαιο από το οποίο μπορεί να έχουν αφαιρεθεί ορισμένα κλάσματα απόσταξης, και
.2 ακατέργαστο πετρέλαιο στο οποίο μπορεί να έχουν προστεθεί ορισμένα κλάσματα απόσταξης.
29. «Επικίνδυνα φορτία» είναι τα φορτία εκείνα, που αναφέρονται στον Κανονισμό VII/2.
30. «Χημικό Δεξαμενόπλοιο» είναι ένα δεξαμενόπλοιο που κατασκευάσθηκε ή προσαρμόσθηκε και χρησιμοποιείται για τη μεταφορά χύμα οποιουδήποτε υγρού προϊόντος εύφλεκτης φύσης, που είναι καταχωρημένο στην περίληψη των ελάχιστων απαιτήσεων του Κώδικα για την Κατασκευή και Εξοπλισμό των Πλοίων που μεταφέρουν Επικίνδυνα Χημικά Χύμα, που πρόκειται να υιοθετηθεί από την Επιτροπή Ναυτικής υπό την εξουσιοδότηση της Συνέλευσης του Οργανισμού που παρέχεται από την απόφαση Α 490 (ΧΙΙ), που στο εξής θα αναφέρεται σας «Κώδικας Χημικών Χύμα» όπως μπορεί να τροποποιηθεί από τον Οργανισμό.
31. «Υγραεριοφόρο» είναι ένα δεξαμενόπλοιο που κατασκευάστηκε ή προσαρμόσθηκε και χρησιμοποιείται για τη μεταφορά χύμα οποιουδήποτε υγροποιημένου αερίου ή ορισμένων άλλων ουσιών εύφλεκτης φύσης που είναι καταχωρημένες στο Κεφάλαιο XIX του Κώδικα για την κατασκευή και Εξοπλισμό των Πλοίων που μεταφέρουν Υγροποιημένα Αέρια Χύμα υιοθετημένου από τον οργανισμό με την Απόφαση Α.328 (ΙΧ) που στο εξής θα αναφέρεται σαν «Κώδικας Υγραεριοφόρων», όπως έχει ή μπορεί να τροποποιηθεί από τον Οργανισμό.
*Γίνεται μνεία της .Βελτιωμένης Σύστασης για τη μέθοδό Δοκιμής για τον χαρακτηρισμό υλικών Ναυτικών Κατασκευών ως Ακαύστων που υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό με την Απόφαση Α.472 (XII).
*Γίνεται μνεία της Σύστασης για τις μεθόδους Πυριμάχων Δοκιμών για χωρίσματα κλάσης «Α» και «Β», που υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό, με τις Αποφάσεις Α 163 (ESIV) και Α 215 (VII).
*Γίνεται μνεία της Σύστασης για τις μεθόδους Πυριμάχων Δοκιμών για χωρίσματα κλάσης «Α» και «Β», που υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό, με τις Αποφάσεις Α 163 (ESIV) και Α 215 (VII).
1. Κάθε πλοίο θα εφαρμόζεται με αντλίες πυρκαϊάς, κύριο δίκτυο πυρκαϊάς, λήψεις και εύκαμπτους σωλήνες που πληρούν, όπου είναι εφαρμόσιμο, τις απαιτήσεις του Κανονισμού αυτού.
2. Παροχή αντλιών πυρκαϊάς.
2.1. Οι απαιτούμενες αντλίες πυρκαϊάς θα είναι ικανές να παρέχουν για σκοπούς καταπολέμησης της πυρκαϊάς, την ακόλουθη ποσότητα νερού στην πίεση που καθορίζεται στην παράγραφο 4:
.1. οι αντλίες σε επιβατηγά πλοία, ποσότητα όχι μικρότερη από τα δύο τρίτα της ποσότητας, που απαιτείται να παρέχουν οι αντλίες κυτών όταν χρησιμοποιούνται για την απάντληση των κυτών, και
.2. οι αντλίες σε φορτηγά πλοία, εκτός από οποιαδήποτε αντλία ανάγκης, ποσότητα όχι μικρότερη από τα τέσσερα τρίτα της ποσότητας που απαιτείται σύμφωνα με τον Κανονισμό 11 - 1/21 να παρέχεται από κάθε ανεξάρτητη αντλία κυτών σε επιβατηγό πλοίο των ιδίων διαστάσεων όταν χρησιμοποιείται για την απάντληση κυτών, με την προϋπόθεση ότι σε κανένα φορτηγό πλοίο η συνολικά απαιτούμενη παροχή των αντλιών πυρκαϊάς χρειάζεται να υπερβαίνει τα 180μ3/ώρα.
2.2. Κάθε μια από τις απαιτούμενες αντλίες πυρκαϊάς (εκτός από οποιαδήποτε αντλία ανάγκης που απαιτείται από την παράγραφο 3.3.2. για φορτηγά πλοία) θα έχει παροχή μικρότερη από το 80% του πηλίκου της ολικής απαιτούμενης παροχής διά του ελάχιστου αριθμού των απαιτούμενων αντλιών πυρκαϊάς, αλλά σε καμία περίπτωση μικρότερη από 25μ3/ώρα και κάθε τέτοια αντλία θα είναι ικανή σε κάθε περίπτωση να παρέχει τουλάχιστον τις δυο απαιτούμενες προβολές νερού. Αυτές οι αντλίες πυρκαϊάς θα είναι ικανές να τροφοδοτούν το κύριο δίκτυο πυρκαϊάς στις απαιτούμενες συνθήκες. Όπου εγκαθίστανται περισσότερες αντλίες από τον ελάχιστο αριθμό των απαιτούμενων αντλιών, η παροχή αυτών των πρόσθετων αντλιών ικανοποιεί την Αρχή.
3. Διατάξεις των αντλιών πυρκαϊάς και του κύριου δικτύου πυρκαϊάς.
3.1. Τα πλοία θα εφοδιάζονται με αντλίες πυρκαϊάς ανεξάρτητης κίνησης ως εξής:
.1. Επιβατηγά πλοία ολικής χωρητικότητας 4000 κόρων και άνω: τουλάχιστον τρείς.
.2. επιβατηγά πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 4000 κόρων και φορτηγά πλοία ολικής χωρητικότητας 1000 κόρων και άνω: τουλάχιστον δύο.
.3. Φορτηγά πλοία ολικής χωρητικότητας κάτων των 1000 κόρων: κατά την κρίσιν της Αρχής.
3.2. Οι αντλίες υγιεινής, έρματος, κύτων ή γενικής χρήσης μπορεί να γίνουν αποδέκτες ως αντλίες πυρκαϊάς, με την προϋπόθεση ότι δεν χρησιμοποιούνται κανονικά για άντληση πετρελαίου και ότι αν μπορούν να χρησιμοποιηθούν περιστασιακά για μετάγγιση ή άντληση καυσίμου πετρελαίου, θα τοποθετούνται κατάλληλες διατάξεις μεταγωγής.
3.3 Η διάταξη των συνδέσμων θάλασσας, των αντλιών πυρκαϊάς και των πηγών ενέργειάς τους θα είναι τέτοια, ώστε να εξασφαλίζεται ότι:
.1. Σε επιβατηγά πλοία ολικής χωρητικότητας 1000 κόρων και άνω σε περίπτωση πυρκαϊάς σε ένα οποιοδήποτε διαμέρισμα, δεν θα τεθούν εκτός λειτουργίας όλες οι αντλίες πυρκαϊάς.
.2. Σε φορτηγά πλοία ολικής χωρητικότητας 2000 κόρων και άνω, αν πυρκαϊά σε ένα οποιοδήποτε διαμέρισμα μπορούσε να θέσει όλες τις αντλίες εκτός λειτουργίας, θα υπάρχει ένα εναλλακτικό μέσο που θα αποτελείται από μία μόνιμη αντλία ανάγκης ανεξάρτητης κίνησης ικανή να παρέχει δύο προβολές νερού κατά τρόπο που να ικανοποιεί την Αρχή. Η αντλία και η θέση της θα πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:
.2.1. Η παροχή της αντλίας δεν θα είναι μικρότερη από το 40% της ολικής παροχής των αντλιών πυρκαϊάς που απαιτούνται από τον Κανονισμό αυτό και σε καμία περίπτωση μικρότερη από 25μ3/ώρα.
.2.2. Όταν η αντλία παρέχει την ποσότητα νερού, που απαιτείται από την παράγραφο 3.3.2.1., η πίεση σε οποιαδήποτε λήψη δεν θα είναι μικρότερη από τις ελάχιστες πιέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4.2.
.2.3. Οποιαδήποτε ντηζελοκίνητη πηγή ενέργειας της αντλίας, θα είναι ικανή να εκκινεί αμέσως από την ψυχρή της κατάσταση μέχρι θερμοκρασίας 0οC με χειροστρόφαλο. Αν αυτό δεν είναι πρακτικά δυνατό ή αν είναι πιθανό να αντιμετωπισθούν χαμηλότερες θερμοκρασίες θα εξετάζεται η περίπτωση εγκατάστασης και συντήρησης διατάξεων θέρμανσης, αποδεκτών από την Αρχή, ώστε να εξασφαλίζεται άμεση εκκίνηση. Αν η χειροκίνητη εκκίνηση δεν είναι πρακτικά δυνατή, η Αρχή μπορεί να επιτρέψει άλλα μέσα εκκίνησης. Τα μέσα αυτά θα είναι τέτοια ώστε να επιτρέπουν την εκκίνηση της ντηζελοκίνητης πηγής ενέργειας, τουλάχιστον 6 φορές σε χρονική περίοδο 30 λεπτών, και τουλάχιστον 2 φορές στα πρώτα 10 λεπτά.
.2.4. Οποιαδήποτε δεξαμενή υπηρεσίας καυσίμου θα περιέχει επαρκή ποσότητα καυσίμου για τη λειτουργία της αντλίας σε πλήρες φορτία για τρεις τουλάχιστον ώρες και εκτός του κυρίου χώρου μηχανών θα είναι διαθέσιμη επαρκής εφεδρική ποσότητα καυσίμου για τη λειτουργία της αντλίας σε πλήρες φορτίο για 15 ώρες επιπλέον.
.2.5. Το συνολικό ύψος αναρρόφησης της αντλίας δεν θα υπερβαίνει τα 4,5 μέτρα σε όλες τις συνθήκες κλίσης και διαγωγής που είναι πιθανόν να αντιμετωπισθούν κατά την υπηρεσία και η σωλήνωση αναρρόφησης θα είναι σχεδιασμένη έτσι ώστε να ελαχιστοποιούνται οι απώλειες αναρρόφησης.
.2.6. Τα οριακά χωρίσματα του χώρου που περιέχει την αντλία πυρκαϊάς θα είναι μονωμένα σε βαθμό κατασκευαστικής πυροπροστασίας ισοδύναμο προς εκείνο που απαιτείται για «χώρο ελέγχου» στον Κανονισμό 44.
.2.7. Δεν θα επιτρέπεται απ' ευθείας επικοινωνία μεταξύ του χώρου μηχανών και του χώρου που περιέχει την αντλία πυρκαϊάς ανάγκης και την πηγή ενέργειάς της. Όταν αυτό δεν είναι πρακτικά δυνατό, μία Αρχή μπορεί να αποδεχθεί διάταξη όπου η πρόσβαση γίνεται μέσω αεροφράγματος, κάθε μία από τις δύο θύρες του οποίου είναι αυτόκλειστη, ή μέσω μιας στεγανής θύρας ικανής να χειρίζεται από χώρο απομακρυσμένο από τον χώρο μηχανών και από το χώρο που περιέχει την αντλία πυρκαϊάς ανάγκης και είναι απίθανο να αποκοπεί σε περίπτωση πυρκαϊάς σε εκείνους τους χώρους. Σ' αυτές τις περιπτώσεις θα προβλέπεται δεύτερο μέσο πρόσβασης στο χώρο που περιέχει την αντλία πυρκαϊάς ανάγκης και την πηγή ενέργειάς της.
.2.8. Οι διατάξεις αερισμού στο χώρο που περιέχει την ανεξάρτητη πηγή ενέργειας της αντλίας πυρκαϊάς ανάγκης θα είναι τέτοιες ώστε να αποκλείουν όσο είναι πρακτικά δυνατό, την πιθανότητα αναρρόφησης, στο χώρο αυτό, καπνού από πυρκαϊά σε χώρο μηχανών.
.3. Σε επιβατηγά πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 1000 κόρων και σε φορτηγά πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 2000 κόρων, αν πυρκαϊά σε ένα οποιοδήποτε διαμέρισμα μπορούσε να θέσει εκτός λειτουργίας όλες τις αντλίες, τα εναλλακτικά μέσα για παροχή νερού, για σκοπούς καταπολέμησης της πυρκαϊάς, θα ικανοποιούν την αρχή.
.4. Επί πλέον, σε φορτηγά πλοία όπου στο χώρο μηχανών είναι εγκατεστημένες άλλες αντλίες όπως γενικής χρήσης, κυτών και έρματος κ.λ.π., θα προβλέπονται διατάξεις που θα εξασφαλίζουν ότι τουλάχιστον μία απ' αυτές τις αντλίες, που έχει την παροχή και πίεση που απαιτείται από τις παραγράφους 2.2. και 4.2., είναι ικανή να παρέχει νερό, στο κύριο δίκτυο πυρκαϊάς.
3.4. Οι διατάξεις για την άμεση διαθεσιμότητα παροχής νερού θα είναι:
.1. σε επιβατηγά πλοία ολικής χωρητικότητας 1000 κόρων και άνω, τέτοιες ώστε μια τουλάχιστον αποτελεσματική προβολή νερού να είναι αμέσως διαθέσιμη από οποιαδήποτε λήψη σε εσωτερική θέση και τέτοιες ώστε να εξασφαλίζουν την συνέχιση παροχής νερού με την αυτόματη εκκίνηση μιας απαιτούμενης αντλίας πυρκαϊάς,
.2. σε επιβατηγά πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 1000 κόρων και σε φορτηγά πλοία τέτοιες που να ικανοποιούν την Αρχή,
.3. σε φορτηγά πλοία με περιοδικά μη επανδρωμένο χώρο μηχανών ή όταν απαιτείται ένα μόνο άτομο για φυλακή, θα υπάρχει άμεση παροχή νερού από το κύριο δίκτυο πυρκαϊάς σε κατάλληλη πίεση, είτε με εκκίνηση από απόσταση μιας από τις κύριες αντλίες πυρκαϊάς από τη γέφυρα ναυσιπλοϊας και από το σταθμό ελέγχου, αν υπάρχει, είτε με μόνιμη πίεση του κύριου δικτύου πυρκαϊάς από μία από τις κύριες αντιλίες πυρκαϊάς, με την εξαίρεση ότι η Αρχή μπορεί να άρει αυτή την απαίτηση για φορτηγά πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 1600 κόρων αν η διάταξη της πρόσβασης του χώρου μηχανών δεν την καθιστά αναγκαία.
.4. σε επιβατηγά πλοία, αν διαθέτουν περιοδικά μη επενδρωμένους χώρους μηχανών σύμφωνα με τον Κανονισμό 11 - 1/54, η Αρχή θα καθορίζει τις απαιτήσεις για μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με νερό για τέτοιους χώρους, ισοδύναμες με εκείνες που απαιτούνται για κανονικά επανδρωμένους χώρους μηχανών.
3.5. Θα προβλέπονται ασφαλιστικές βαλβίδες για όλες τις αντλίες πυρκαϊάς αν οι αντλίες είναι ικανές να αναπτύξουν πίεση που υπερβαίνει την πίεση σχεδίασης των σωληνώσεων νερού, των λήψεων πυρκαϊάς και των εύκαμπτων σωλήνων. Οι βαλβίδες αυτές θα είναι τοποθετημένες και ρυθμισμένες έτσι ώστε να εμποδίζουν την υπερβολική πίεση σε οποιοδήποτε τμήμα του κυρίου δικτύου πυρκαϊάς.
3.6. Σε δεξαμενόπλοια θα τοποθετούνται απομονωτικά επιστόμια στο κύριο δίκτυο πυρκαϊάς στο πρωραίο μέρος του επιστέγου σε προστατευμένη θέση και στο κατάστρωμα των δεξαμενών κατά διαστήματα όχι μεγαλύτερα από 40 μέτρα ώστε να διατηρείται η ακεραιότητα του κυρίου δικτύου πυρκαϊάς, στην περίπτωση πυρκαϊάς ή έκρηξης.
4. Διάμετρος και πίεση κυρίου δικτύου πυρκαϊάς.
4.1. Η διάμετρος του κυρίου δικτύου πυρκαϊάς και των σωληνώσεων υπηρεσίας νερού θα είναι επαρκής για την αποτελεσματική διανομή της μέγιστης απαιτούμενης ποσότητας που καταθλίβεται από δύο αντλίες πυρκαϊάς που λειτουργούν ταυτόχρονα, με την εξαίρεση ότι στην περίπτωση φορτηγών πλοίων η διάμετρος χρειάζεται να επαρκεί μόνο για την κατάθλιψη 140 μ3/ώρα.
4.2. Όταν οι δύο αντλίες παρέχουν ταυτόχρονα με τα ακροσωλήνια, που καθορίζονται στην παράγραφο 8 την ποσότητα νερού, που καθορίζεται στην παράγραφο 4.1 από οποιεσδήποτε γειτονικές λήψεις πυρκαϊάς, οι ακόλουθες ελάχιστες πιέσεις θα διατηρούνται σε όλες τις λήψεις.
Επιβατηγά πλοία:
(?)1000 κόρων ολικής χωρητικότητας και άνω: 0,31 N/mm2
(?)1000 κόρων ολικής χωρητικότητας και άνω αλλά κάτω των 4000 κόρων ολικής χωρητικότητας: 0,27 N/mm2
Κάτω των 1000 κόρων ολικής χωρητικότητας: κατά την κρίση της Αρχής.
Φορτηγά πλοία:
(?)1000 κόρων ολικής χωρητικότητας και άνω: 0,27 N/mm2.
(?)1000 κόρων ολικής χωρητικότητας και άνω αλλά κάτω των 6000 κόρων ολικής χωρητικότητας: 0,25 N/mm2.
Κάτω των 1000 κόρων ολικής χωρητικότητας: Κατά την κρίση της Αρχής.
4.3. Η μεγίστη πίεση σε οποιαδήποτε λήψη δεν θα υπερβαίνει εκείνη στην οποία μπορεί να επιδειχθεί ότι επιτυγχάνεται αποτελεσματικός έλεγχος του εύκαμπτου σωλήνα.
5. Αριθμός και θέση των λήψεων πυρκαϊάς.
5.1. Ο αριθμός και η θέση των λήψεων πυρκαϊάς θα είναι τέτοια ώστε δύο τουλάχιστον προβολές νερού, που δεν παρέχονται από την δια λήψη πυρκαϊάς, και από τις οποίες η μία εκτοξεύεται από ένα ενιαίο τεμάχιο εύκαμπτου σωλήνα, να μπορούν να φθάσουν σε οποιοδήποτε μέρος του πλοίου, που είναι κανονικά προσιτό στους επιβάτες το πλήρωμα ενώ το πλοίο ναυσιπλοεί, και σε οποιοδήποτε μέρος οποιουδήποτε χώρου φορτίου όταν είναι κενός, οποιουδήποτε χώρου φορτίου RO/RO ή οποιουδήποτε χώρου, ειδικής κατηγορίας οπότε την τελευταία περίπτωση οι δύο προβολές θα φθάνουν σε οποιοδήποτε τμήμα του χώρου αυτού, εκτοξευόμενες κάθε μία από ενιαίο τεμάχιο ευκάμπτου σωλήνα. Επι πλέον οι λήψεις αυτές θα τοποθετούνται κοντά στις προσβάσεις στους προστατευόμενους χώρους.
5.2. Στους χώρους ενδιαίτησης, υπηρεσίας και μηχανών επιβατηγών πλοίων ο αριθμός και η θέση των λήψεων πυρκαϊάς θα είναι τέτοιοι, ώστε να πληρούνται οι απαιτήσεις της παραγράφου 5.1, όταν όλες οι στεγανές θύρες και όλες οι θύρες σε διαφράγματα των κυρίων κατακόρυφων ζωνών είναι κλειστές.
5.3. Όπου, σε επιβατηγό πλοίο, παρέχεται πρόσβαση σε χώρο μηχανών κατηγορίας Α σε χαμηλό επίπεδο από γειτονική σήραγγα αξόνων θα προβλέπονται δύο λήψεις εξωτερικά, αλλά κοντά στην είσοδο αυτού του χώρου μηχανών. Όπου παρέχεται τέτοια πρόσβαση από άλλους χώρους σ’ ένα απ’ αυτούς τους χώρους θα προβλέπονται δυο λήψεις πυρκαϊάς κοντά στην είσοδο του χώρου μηχανών κατηγορίας Α. Τέτοια πρόβλεψη δεν χρειάζεται να γίνει όπου η σήραγγα ή οι γειτονικοί χώροι δεν αποτελούν μέρος της οδού διαφυγής.
6. Σωληνώσεις και λήψεις πυρκαϊάς.
6.1. Για το δίκτυο πυρκαϊάς και τις λήψεις πυρκαϊάς δεν θα χρησιμοποιούνται υλικά που προσβάλλονται εύκολα από τη θερμότητα εκτός αν προστατεύονται επαρκώς. Οι σωληνώσεις και οι λήψεις πυρκαϊάς θα τοποθετούνται έτσι ώστε οι εύκαμπτοι σωλήνες πυρκαϊάς να προσαρμόζονται εύκολα σ’ αυτές. Η διάταξη των σωληνώσεων, και των λήψεων πυρκαϊάς θα είναι τέτοια ώστε να αποφεύγεται η πιθανότητα πήξης του νερού. Σε πλοία όπου ενδέχεται να μεταφέρεται φορτίο στο κατάστρωμα οι θέσεις των λήψεων πυρκαϊάς θα είναι τέτοιες ώστε να είναι πάντοτε αμέσως προσιτές και οι σωληνώσεις θα έχουν διάταξη ώστε να αποφεύγεται όσο είναι, πρακτικά δυνατό ο κίνδυνος να προκληθεί βλάβη από το φορτίο αυτό. Θα υπάρχει δυνατότητα πλήρους ανταλλαγής των συνδέσμων των ευκάμπτων σωλήνων και ακροσωληνίων εκτός αν προβλέπεται ένας εύκαμπτος σωλήνας και ακροσωλήνιο για κάθε λήψη πυρκαϊάς στο πλοίο.
6.2. Θα τοποθετείται επιστόμιο που θα εξυπηρετεί κάθε εύκαμπτο σωλήνα πυρκαϊάς έτσι ώστε οποιοσδήποτε εύκαμπτος σωλήνας πυρκαϊάς να μπορεί να αφαιρεθεί ενώ οι αντλίες πυρκαϊας ευρίσκονται σε λειτουργία.
6.3. θα τοποθετούνται απομονωτικα επιστόμια σε εύκολα προσιτή και προφυλαγμένη θέση έξω από τους χώρους μηχανών για να διαχωρίζουν το τμήμα του κυρίου δικτύου πυρκαϊάς μέσα στον χώρο μηχανών που περιέχει την κύρια αντλία ή αντλίες πυρκαϊάς από το υπόλοιπο τμήμα του κύριου δικτύου. Το δίκτυο πυρκαϊας θα έχει τέτοια διάταξη ώστε όταν τα απομονωτικά επιστόμια είναι κλειστά όλες οι λήψεις πυρκαϊάς του πλοίου εκτός απ’ αυτές που ευρίσκονται στο χώρο μηχανών που αναφέρεται παραπάνω, να μπορούν να τροφοδοτούνται με νερό από μια αντλία πυρκαϊάς που δεν ευρίσκεται σ’ αυτό το χώρο μηχανών με σωληνώσεις που δεν εισέρχονται στο χώρο αυτό. Κατ’ εξαίρεση η Αρχή μπορεί να επιτρέπει την διέλευση μέσα από το χώρο μηχανών μικρών τμημάτων των σωληνώσεων αναρρόφησης και κατάθλιψης της αντλίας πυρκαϊάς ανάγκης, αν είναι πρακτικά αδύνατο να διέλθουν εξωτερικά, υπό την προϋπόθεση ότι η ακεραιότητα του κυρίου δικτύου πυρκαϊάς, διατηρείται με την περίκλειση της σωλήνωσης σε ισχυρό χαλύβδινο περίβλημα.
7. 7. Εύκαμπτοι σωλήνες πυρκαϊάς.
7. 1 Οι εύκαμπτοι σωλήνες πυρκαϊάς θα είναι κατασκευασμένοι από υλικό εγκεκριμένο από την Αρχή και θα είναι επαρκούς μήκους για την εκτόξευση προβολής νερού σ’ οποιοδήποτε από τους χώρους στους οποίους μπορεί να απαιτηθεί η χρησιμοποίησή τους. Το μέγιστο μήκος τους θα είναι τέτοιο που θα ικανοποιεί την Αρχή. Κάθε εύκαμπτος σωλήνας θα εφοδιάζεται με ακροσωλήνιο και τους αναγκαίους σωλήνες. Οι εύκαμπτοι σωλήνες που χαρακτηρίζονται στο Κεφάλαιο αυτό ως «Εύκαμπτοι σωλήνες πυρκαϊάς» μαζί με οποιαδήποτε αναγκαία εξαρτήματα και εργαλεία θα είναι έτοιμοι για χρήση σε εμφανείς θέσεις κοντά στις λήψεις ή συνδέσεις υπηρεσίας νερού. Επί πλέον, σε εσωτερικές θέσεις επιβατηγών πλοίων, που μεταφέρουν περισσοτέρους από 36 επιβάτες οι εύκαμπτοι σωλήνες πυρκαϊάς θα είναι πάντοτε συνδεδεμένοι στις λήψεις πυρκαϊάς.
7. 2 Τα πλοία θα εφοδιάζονται με εύκαμπτους σωλήνες πυρκαϊάς, ο αριθμός και η διάμετρος των οποίων θα ικανοποιούν την Αρχή.
7. 3 Σε επιβατηγό πλοία θα υπάρχει τουλάχιστον ένας εύκαμπτος σωλήνας πυρκαϊάς για κάθε λήψη πυρκαϊάς που απαιτείται από την παράγραφο 5 και αυτοί οι εύκαμπτοι σωλήνες θα χρησιμοποιούνται μόνο για σκοπούς κατάσβεσης πυρκαϊών ή για δοκιμή των πυροσβεστικών συσκευών κατά τα γυμνάσια πυρκαϊάς και τις επιθεωρήσεις.
7. 4. 1 Σε φορτηγά πλοία ολικής χωρητικότητας 1000 κόρων και άνω, ο αριθμός των εύκαμπτων σωλήνων πυρκαϊάς που θα υπάρχουν, θα είναι ένας για κάθε 30 μέτρα μήκους του πλοίου και ένας εφεδρικός, αλλά σε καμμιά περίπτωση ο συνολικός αριθμός θα είναι μικρότερος από πέντε. Ο αριθμός αυτός δεν περιλαμβάνει οποιουσδήποτε εύκαμπτους σωλήνες που απαιτούνται σε οποιοδήποτε μηχανοστάσιο ή λεβητοστάσιο. Η αρχή μπορεί να αυξήσει τον αριθμό των εύκαμπτων σωλήνων που απαιτούνται ώστε να εξασφαλίζεται ότι εύκαμπτοι σωλήνες σε επαρκή αριθμό είναι διαθέσιμοι και προσιτοί σε κάθε στιγμή, λαμβανομένων υπ' όψη του τύπου του πλοίου και της
φύσης της εμπορικής μεταφοράς την οποία απασχολείται το πλοίο.
7. 4. 2 Σε φορτηγά πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 1000 κόρων ο αριθμός των ευκάμπτων σωλήνων πυρκαϊάς που θα υπάρχουν θα είναι τέτοιος που να ικανοποιεί την Αρχή.
8. Ακροσωλήνια.
8. 1 Για τους σκοπούς του κεφαλαίου αυτού οι τυποποιημένες διαστάσεις των ακροσωληνίων θα είναι 12 χιλιοστόμετρα, 16 χιλιοστόμετρα και 19 χιλιοστόμετρα ή όσο το δυνατό πλησιέστερα στις τιμές αυτές. Ακροσωλήνια μεγαλύτερης διαμέτρου μπορεί να χρησιμοποιηθούν κατά την κρίση της Αρχής.
8. 2 Για τους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας, δεν απαιτείται η χρησιμοποίηση ακροσωληνίων με διάμετρο μεγαλύτερη από 12 χιλιοστόμετρα.
8. 3. Για τους χώρους μηχανής και τις εξωτερικές θέσεις η διάμετρος του ακροσωληνίου θα είναι τέτοια ώστε να λαμβάνεται η μέγιστη, δυνατή παροχή από δύο προβολές, στην πίεση πού αναφέρεται στην παράγραφο 4 από την μικρότερη αντλία, με την προϋπόθεση ότι δεν απαιτείται η χρησιμοποίηση ακροσωληνίου με διάμετρο μεγαλύτερη από 19 χιλιοστόμετρα.
8. 4 Όλα τα ακροσωλήνια θα είναι εγκεκριμένου τύπου διπλής χρήσης (δηλ. ραντισμού/προβολής) και θα περιλαμβάνουν, μέσο διακοπής.
9. Θέση και διάταξη των αντλιών νερού, κ.λ,π., για άλλα συστήματα κατάσβεσης πυρκαϊάς.
Οι απαιτούμενες αντλίες για την παροχή νερού σε άλλα συστήματα κατάσβεσης πυρκαϊάς, που απαιτούνται από το Κεφάλαιο, αυτό, οι πηγές ενέργειας τους και τα μέσα ελέγχου τους θα εγκαθίστανται έξω από το χώρο ή τους χώρους που προστατεύονται από τα συστήματα αυτά και θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε πυρκαϊά στον χώρο ή στους χώρους που προστατεύονται, δεν θα θέτει εκτός λειτουργίας οποιοδήποτε τέτοιο σύστημα.
1. Γενικά
1.1. Δεν θα επιτρέπεται η χρήση μέσου κατάσβεσης πυρκαϊάς που κατά την κρίση της Αρχής, είτε μόνο του είτε στις αναμενόμενες συνθήκες χρήσης αναδίδει τοξικά αέρια σε ποσότητες τέτοιες ώστε να δημιουργούνται κίνδυνοι για άτομα.
1.2. Οι αναγκαίες σωληνώσεις για την μεταφορά του μέσου κατάσβεσης της πυρκάίάς στους προστατευόμενους χώρους θα εφοδιάζονται με επιστόμια ελέγχου που θα έχουν τέτοια σήμανση ώστε να δείχνουν καθαρά τους χώρους στους οποίους οδηγούνται οι σωληνώσεις αυτές. Θα λαμβάνεται κατάλληλη πρόνοια ώστε να εμποδίζεται η είσοδος του μέσου σε οποιοδήποτε χώρο, από απροσεξία. Όπου χώρος φορτίου, στον οποίον είναι εγκαταστημένο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αέριο, χρησιμοποιείται ως χώρος επιβατών, η σύνδεση του αερίου θα απομονώνεται κατά τη διάρκεια τέτοιας χρήσης.
1.3. Οι σωληνώσεις για την διανομή του μέσου κατάσβεσής πυρκαϊάς θα έχουν τέτοια διάταξη και τα ακροφύσια εκροής θα τοποθετούνται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται ομοιόμορφη κατανομή του μέσου.
1.4. Θα προβλέπονται μέσα κλεισίματος όλων των ανοιγμάτων, που μπορεί να επιτρέπουν την είσοδο αέρα ή την διαφυγή αερίου από τον προστατευόμενο χώρο.
1.5. Όπου ο όγκος του ελεύθερου αέρα, που περιέχεται μέσα σε αεροφιάλες σε οποιοδήποτε χώρο είναι τέτοιος ώστε αν απελευθερωθεί μέσα σ’ αυτό το χώρο σε περίπτωση πυρκαϊάς, η απελευθέρωση αυτή του αέρα μέσα σ’ αυτό το χώρο, θα μπορούσε να επηρεάσει σοβαρά την αποτελεσματικότητα του συστήματος κατάσβεσης πυρκαϊάς, η Αρχή θα απαιτεί την ύπαρξη πρόσθετης ποσότητας του μέσου κατάσβεσης της πυρκαϊάς.
1.6. θα προβλέπονται μέσα για αυτόματη ηχητική προειδοποίηση απελευθέρωσης του μέσου κατάσβεσης πυρκαϊάς σε οποιονδήποτε χώρο στον οποίο εργάζεται κανονικά ή έχει πρόσβαση προσωπικό. Ο συναγερμός θα λειτουργεί για κατάλληλη χρονική περίοδο πριν απελευθερωθεί το μέσο.
1.7 Τα μέσα ελέγχου οποιουδήποτε μονίμου συστήματος κατάσβεσης πυρκαϊάς με αέριο θα είναι αμέσως προσιτά και απλής χρήσης και θα είναι συγκεντρωμένα σε όσο το δυνατό λιγώτερες θέσεις, που δεν, θα είναι πιθανό να αποκοπούν σε περίπτωση πυρκαϊάς στον προστατευόμενο χώρο. Σε κάθε θέση θα υπάρχουν σαφείς οδηγίες σχετικά με την λειτουργία του συστήματος λαμβανομένης υπ’ όψη της ασφάλειας του προσωπικού.
1.8 Δεν θα επιτρέπεται αυτόματη απελευθέρωση του μέσου κατάσβεσης πυρκαϊάς εκτός από την. περίπτωση τής παραγράφου 3.3.5 και των τοπικών μονάδων αυτόματης λειτουργίας που αναφέρονται στις παραγράφους 3.4. και 3.5.
1.9. Όπου η ποσότητα του μέσου κατάσβεσής απαιτείται να προστατεύει περισσότερους από ένα χώρους, η διαθέσιμη ποσότητά του μέσου δεν απαιτείται να είναι περισσότερη από την μεγαλύτερη ποσότητα που απαιτείται για ένα οποιοδήποτε χώρο που προστατεύεται κατ’ αυτό τον τρόπο.
1.10 Εκτός αν επιτρέπεται. διαφορετικά από τις παραγράφους 3.3, 3.4 ή 3.5, τα δοχεία πίεσης που απαιτούνται για την αποθήκευση του μέσου κατάσβεσης πυρκαϊάς, εκτός από τον ατμό, θα τοποθετούνται έξω από τους προστατευόμενους χώρους σύμφωνα με την παράγραφο 1.13.
1.11 Θα προβλέπονται μέσα για τον ασφαλή έλεγχο από το πλήρωμα της ποσότητας του μέσου που περιλαμβάνεται στα δοχεία.
1.12. Τα δοχεία για την αποθήκευση του μέσου κατάσβεσης της πυρκαϊάς και τα σχετικά υπό πίεσή εξαρτήματα θα σχεδιάζονται σύμφωνα με κανόνες πρακτικής που αναφέρονται στην πίεσή κατά την κρίση της Αρχής, λαμβανομένων υπ’ όψη των θέσεων τους και των μεγίστων θερμοκρασιών περιβάλλοντος που αναμένονται κατά την υπηρεσία.
1.13. Όταν το μέσο κατάσβεσης πυρκαϊάς αποθηκεύεται έξω από προστατευόμενο χώρο, η αποθήκευσή του θα γίνεται σε χώρο που θα ευρίσκεται σε ασφαλή και εύκολα, προσιτή θέση και θα αερίζεται αποτελεσματικά κατά την κρίση της Αρχής. Οποιαδήποτε είσοδος σε τέτοιο χώρο αποθήκευσης θα γίνεται κατά προτίμηση από το ανοικτό κατάστρωμα και οπωσδήποτε θα είναι ανεξάρτητη από τον προστατευόμενο χώρο. Οι θύρες εισόδου θα ανοίγουν προς τα έξω και τα διαφράγματα και τα καταστρώματα, περιλαμβανομένων θυρών και άλλων μέσων κλεισίματος οποιωνδήποτε ανοιγμάτων σ’ αυτά, που αποτελούν τα οριακά χωρίσματα μεταξύ τέτοιων χώρων και γειτονικών κλειστών χώρων θα είναι αεροστεγή. Για το σκοπό εφαρμογής των πινάκων ακεραιότητας στους Κανονισμούς 26, 27, 44 και 53, τέτοιοι χώροι αποθήκευσης θα θεωρούνται ως σταθμοί ελέγχου.
1.14. Τα ανταλακτικά του συστήματος θα αποθηκεύονται στο πλοίο και θα ικανοποιούν την Αρχή.
2. Συστήματα διοξειδίου του άνθρακα.
2.1 Για χώρους φορτίου, η διαθέσιμη ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα θα είναι επαρκής, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά, να δίνει ελάχιστο όγκο ελεύθερου αερίου ίσο προς το 30% του ολικού όγκου του μεγαλύτερου χώρου φορτίου του πλοίου που προστατεύεται κατ’ αυτόν τον τρόπο.
5.2 Για χώρους μηχανών η ποσότητα του διοξειδίου του άνθρακα πού θα φέρεται θα είναι επαρκής να δίνει ελάχιστη ποσότητα ελεύθερου αερίου, ίση προς την μεγαλύτερη από τις ακόλουθες ποσότητες:
.1. 40% του ολικού όγκου του μεγαλύτερου χώρου μηχανών, που προστατεύεται κατ’ αυτόν τον τρόπο, χωρίς να περιλαμβάνεται στον όγκο αυτό το τμήμα του φωταγωγού πάνω από το επίπεδο στο οποίο η οριζόντια επιφάνεια του φωταγωγού είναι ίση προς το 40% ή λιγότερο της οριζόντιας επιφάνειας του εξεταζομένου χώρου, που θα μετράται στο μέσο της απόστασης μεταξύ της οροφής του διπυθμένου και του κατώτερου τμήματος του φωταγωγού.
.2. 35% του ολικού όγκου του μεγαλύτερου προστατευόμενου χώρου μηχανών περιλαμβανομένου του φωταγωγού με την προϋπόθεση ότι τα ποσοστά που αναφέρονται παραπάνω μπορούν να μειωθούν σε 35% και 30% αντίστοιχα για φορτηγά πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 2.000 κόρων και επίσης με την προϋπόθεση ότι αν δύο ή περισσότεροι χώροι μηχανών δεν είναι τελείως χωριστοί θα θεωρούνται ότι αποτελούν ένα χώρο.
2.3 Για τον σκοπό της παραγράφου, αυτής ο όγκος του ελεύθερου διοξειδίου του άνθρακα θα υπολογίζεται σε 0,56 μ3/Κg.
2.4. Για χώρους μηχανών το μόνιμο σύστημα σωληνώσεων θα είναι τέτοιο ώστε το 85% του αερίου να μπορεί να εκκενωθεί μέσα στο χώρο σε 2 πρώτα λεπτά.
3. Συστήματα αλογονωμένων υδρογονανθράκων.
3.1 Η χρήση των αλογονωμένων υδρογονοναθράκων ως μέσων κατάσβεσης πυρκαϊάς επιτρέπεται μόνο σε χώρους μηχανών αντλιοστάσια και χώρους φορτίου, που προορίζονται αποκλειστικά για τη μεταφορά σχημάτων που δεν μεταφέρουν οποιοδήποτε φορτίο,
3.2 Όταν χρησιμοποιούνται αλογονωμένοι υδρογονάνθρακες ως μέσα κατάσβεσης πυρκαϊάς σε συστήματα ολικής κατάκλυσης:
.1. Το σύστημα θα έχει διάταξη χειροκίνητης μόνον ενεργοποίησης της μηχανοκίνητης απελευθέρωσης του μέσου.
.2. Αν η ποσότητα του αλογονωμένου υδρογονάνθρακα απαιτείται να τροφοδοτεί περισσότερους από ένα χώρους, οι διατάξεις για την αποθήκευση και απελευθέρωση της θα είναι τέτοιες ώστε να επιτυγχάνεται συμμόρφωση, με τις παραγράφους 3.2.9 ή 3.2.10 αντίστοιχα.
.3. θα προβλέπονται μέσα για την αυτόματη διακοπή λειτουργίας όλων των ανεμιστήρων αερισμού που εξυπηρετούν τον προστατευόμενο χώρο πριν από την απελευθέρωση του μέσου.
.4. θα προβλέπονται μέσα για το χειροκίνητο κλείσιμο όλων των πυροφρακτών (DAMPERS) στο σύστημα αερισμού που εξυπηρετεί ένα προστατευόμενο χώρο.
.5 Οι διατάξεις εκροής θα έχουν σχεδιασθεί έτσι ώστε η ελάχιστη ποσότητα του μέσου που απαιτείται για χώρους, φορτίου ή χώρους μηχανών στις παραγράφους 3.2.9 ή 3.2.10 αντίστοιχα να μπορεί ουσιαστικά να εκχυθεί σε ονομαστικό χρόνο 20 δευτερολέπτων ή λιγότερο με βάση την εκροή της υγρής φάσης.
.6. Το σύστημα θα έχει σχεδιασθεί για λειτουργία σε περιοχή θερμοκρασιών που ικανοποιεί την Αρχή.
.7. Η εκροή δεν θα θέτει σε κίνδυνο το προσωπικό που ασχολείται με την συντήρηση του εξοπλισμού ή χρησιμοποιεί τις κανονικές κλίμακες πρόσβασης και τις εξόδους διαφυγής, που εξυπηρετούν τον χώρο.
.8. Θα προβλέπονται μέσα για τον ασφαλή έλεγχο, από το πλήρωμα της πίεσης μέσα στα δοχεία.
.9. Η ποσότητα του μέσου κατάσβεσης για χώρους φορτίου, που προορίζονται αποκλειστικά για την μεταφορά οχημάτων που δεν μεταφέρουν οποιοδήποτε φορτίο θα υπολογίζεται σύμφωνα με τον πίνακα 5.1. Η ποσότητα αυτή θα βασίζεται στον ολικό όγκο του προστατευομένου χώρου. Στην περίπτωση HALON 1301 και 1211, η ποσότητα θα υπολογίζεται με βάση την ογκομετρική, αναλογία, και στην περίπτωση HALON 2402 με βάση την αναλογία μάζας ανά μονάδα όγκου.
10. Η ποσότητα των μέσων κατάσβεσης για χώρους μηχανών θα υπολογίζεται σύμφωνα με τον πίνακα 5.2. Η ποσότητα αυτή θα βασίζεται στον ολικό όγκο του χώρου σε ότι αφορά την ελάχιστη συγκέντρωση και στον καθαρό όγκο του χώρου σε ότι αφορά την μέγιστη συγκέντρωση, περιλαμβανομένου του φωταγωγού. Στην περίπτωση HALON 1301 και 1211, η ποσότητα θα υπολογίζεται με βάση την ογκομετρική αναλογία και στη περίπτωση HALON 2402 με βάση την αναλογία μάζας ανά μονάδα όγκου.
11 Για το σκοπό των παραγράφων 3.2.9 και 3.2.10 ο όγκος του HALON 1301 θα υπολογίζεται σε 0,16 m3/Kg και ο όγκος του HALON 1211 θα υπολογίζεται σε 0,14 m3/Kg.
3.3 Μόνο HALON 1301 μπορεί να αποθηκεύεται μέσα σε προσταστευόμενο χώρο μηχανών. Τα δοχεία θα είναι ατομικά κατανεμημένα μέσα στο χώρο αυτό και οι ακόλουθες απαιτήσεις θα πληρούνται:
.1. θα προβλέπεται διάταξή χειροκίνητης ενεργοποίησης της μηχανοκίνητης απελευθέρωσης τού μέσου η οποία θα ευρίσκεται έξω από τον προστατευόμενο χώρο. Δύο πηγές ενέργειας θα προβλέπονται για την απελευθέρωση αυτή και θα ευρίσκονται έξω από τον προστατευόμενο χώρο και θα είναι αμέσως διαθέσιμες με την εξαίρεση ότι για χώρους μηχανών, μια από τις πηγές ενέργειας μπορεί να ευρίσκεται μέσα στον προστατευόμενο χώρο.
.2.Τα ηλεκτρικά κυκλώματα ενέργειας που συνδέουν τα δοχεία θα ελέγχονται συνεχώς με όργανα για διαπίστωση καταστάσεων σφάλματος και απώλειας ενέργειας. Θα προβλέπονται οπτικά και ηχητικά μέσα αναγγελίας για τις περιπτώσεις αυτές.
.3. Τα κυκλώματα πεπιεσμένου αέρα ή υδραυλικής ενέργειας που συνδέουν τα δοχεία θα είναι διπλά. Οι πηγές του πεπιεσμένου αέρα ή της υδραυλικής πίεσης θα ελέγχονται συνεχώς με όργανα για την περίπτωση απώλειας της πίεσης. Θα προβλέπονται οπτικά και ηχητικά μέσα αναγγελίας για τις περιπτώσεις αυτές.
4. Μέσα στον προστατευόμενο χώρο, τα απαραίτητα για την απελευθέρωση του συστήματος ηλεκτρικά κυκλώματα θα είναι ανθεκτικά στην θερμότητα π.χ. καλώδια μονωμένα με ορυκτά υλικά ή ισοδύναμα. Συστήματα σωληνώσεων απαραίτητα για την απευλευθέρωση συστημάτων που έχουν σχεδιασθεί για υδραυλική λειτουργία ή λειτουργία με πεπιεσμένο αέρα θα είναι από χάλυβα ή άλλο ισοδύναμο ανθεκτικό στη θερμότητα υλικό που να ικανοποιεί την Αρχή.
.5. Κάθε δοχείο πίεσης θα εφοδιάζεται με αυτόματη ασφαλιστική διάταξη υπερπίεσης η οποία στη περίπτωση έκθεσης του δοχείου στις επιδράσεις της πυρκαϊάς και μη λειτουργίας του συστήματος, θα διοχετεύει ασφαλώς το περιεχόμενο του δοχείου μέσα στον προστατευμένο χώρο.
6. Η διάταξη των δοχείων και τα απαραίτητα ηλεκτρικά κυκλώματα και σωληνώσεις για την απελευθέρωση οποιουδήποτε συστήματος θα είναι τέτοιες ώστε σε περίπτωση βλάβης σε οποιαδήποτε ενεργειακή γραμμή απελευθέρωσης από πυρκαϊά ή έκρηξη μέσα σε προστατευόμενο χώρο δηλ. με την παραδοχή μοναδικής βλάβης, τουλάχιστον τα δύο τρίτα της ποσότητας του μέσου κατάσβεσης που απαιτείται από τις παραγράφους 3.2.9. ή 3-2.10 για τον χώρο αυτό, να μπορεί ακόμη να διοχετευθεί λαμβανομένης υπ’ όψη της απαίτησης για ομοιόμορφη κατανομή του μέσου σέ ολόκληρο το χώρο. Οι διατάξεις που αφορούν σε συστήματα για χώρους που απαιτούν μόνο ένα ή δύο δοχεία θα ικανοποιούν την Αρχή.
.7. Θα προβλέπονται μέσα για τον ασφαλή έλεγχο από το πλήρωμα της πίεσης μέσα στα δοχεία.
.8 Η ολική ποσότητα του προβλεπομένου πυροσβεστικού μέσου στις τοπικές μονάδες αυτόματης λειτουργίας θα είναι, τόση ώστε η συγκέντρωση του μέσου στους 20 C με βάση τον καθαρό όγκο του κλειστού χώρου να μην υπερβαίνει το ποσοστό 7% στην περίπτωση του HALON 1301 και 5, 5% στην περίπτωση του HALON 1211. Αυτή η απαίτηση εφαρμόζεται όταν έχει λειτουργήσει είτε μία τοπική μονάδα αυτόματης λειτουργίας είτε ένα μόνιμο σύστημα εγκατεστημένο σύμφωνά με την παρ. 3.2, όχι όμως όταν έχουν λειτουργήσει και τα δύο. Ο όγκος του HALON 1301 θα υπολογίζεται σε 0,16 m3/ΚGκαι ο όγκος του HALON 1211 θα υπολογίζεται σε 0,14 m3/KG.
.9. Ο χρόνος εκκένωσης μιας μονάδας με βάση την εκροή της υγρής φάσης, δεν θα υπερβαίνει τα 10 δευτερόλεπτα.
.10 Η διάταξη των τοπικών πυροσβεστικών μονάδων αυτόματης λειτουργίας θα είναι τέτοια ώστε η απελευθέρωσή τους να μην προκαλεί απώλεια ηλεκτρικής ενέργειας ή ελάττωση της ικανότητας χειρισμών του πλοίου.
3.5 Οι πυροσβεστικές μονάδες αυτόματης λειτουργίας, όπως περιγράφονται στην παράγραφο 3.4, εγκατεστημένες σε χώρους μηχανών πάνω από συσκευές που παρουσιάζουν μεγάλο κίνδυνο πυρκαϊάς επί πλέον και ανεξάρτητα από οποιοδήποτε απαιτούμενο μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς μπορούν, να γίνουν αποδεκτές εφ’ όσον πληρούνται οι απαιτήσεις των παρ. 3.4.3 μέχρι 3.4.6, 3.4.9 και 3.4.10 μαζί με τις ακόλουθες:
.1. Η ποσότητα του προβλεπομένου μέσου στις τοπικές μονάδες αυτόματης λειτουργίας θα είναι τέτοια ώστε η συγκέντρωση ατμών στον αέρα, πού προκύπτει στη περίπτωση ταυτόχρονης λειτουργίας τους να μην είναι μεγαλύτερη από 1,25% στους 20° C με βάση τον ολικό όγκο του χώρου μηχανών.
2 Ο όγκος του HALON 1301 θα υπολογίζεται σε 0,16 m3/Kg και ο όγκος του HALON 1211 θα υπολογίζεται σε 0,14 m3/Kg.
4. Συστήματα ατμού.
Γενικά η Αρχή δεν θα επιτρέπει την χρήση ατμού ως πυροσβεστικού μέσου σε μόνιμα συστήματα κατάσβεσης πυρκαϊάς. Όπου η Αρχή επιτρέπει την χρήση ατμού, αυτός θα χρησιμοποιείται μόνο σε περιορισμένες περιοχές επί πλέον του απαιτούμενου πυροσβεστικού μέσου και με την προϋπόθεση ότι ·ο λέβητας ή οι λέβητες που διατίθενται για την παροχή ατμού θα έχουν ατμοπαραγωγή τουλάχιστον 1,0 Kg ατμού ανά ώρα και ανά 0,75 μ3 ολικού όγκου του μέγιστου χώρου, που προστατεύτεται κατ’ αυτόν τον τρόπο. Επί πλέον προς τη συμμόρφωση με τις προηγούμενες απαιτήσεις τα συστήματα θα είναι από κάθε άποψη σύμφωνα με τα καθοριζόμενα από την Αρχή και θα ικανοποιούν την Αρχή.
5. Άλλα συστήματα αερίου.
5.1 Όπου παράγεται αέριο στο πλοίο και χρησιμοποιείται ως πυροσβεστικό μέσο, εκτός από διοξείδιο του άνθρακα ή αλογονωμένους υδρογονάνθρακες, ή ατμό όπως επιτρέπεται από την παράγραφο 4, θα είναι ένα αεριώδες προϊόν καύσης καυσίμου στο οποίο το ποσοστό του οξυγόνου, το ποσοστό του μονοξειδίου του άνθρακα, τα διαβρωτικά στοιχεία και οποιαδήποτε στερεά καύσιμα στοιχεία έχουν ελαττωθεί σε μια ελάχιστη επιτρεπόμενη ποσότητα.
5.2 Όπου τέτοιο αέριο χρησιμοποιείται ως πυροσβεστικό μέσο σε μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς για την προστασία των χώρων μηχανών, θα παρέχει ισοδύναμη προστασία με εκείνη που παρέχει ένα μόνιμο σύστημα, που χρησιμοποιεί διοξείδιο του άνθρακα ως πυροσβεστικό μέσο.
5.3 Όπου τέτοιο αέριο χρησιμοποιείται ως πυροσβεστικό μέσο σε ένα μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς για την προστασία των χώρων φορτίου, θα διατίθεται επαρκής ποσότητα τέτοιου αερίου για να παρέχει ωριαίως όγκο ελεύθερου αερίου τουλάχιστον ίσο με το 25% του ολικού όγκου του μεγαλύτερου χώρου που προστατεύεται κατ’ αυτόν τον τρόπο για περίοδο 72 ωρών.
1. Όλοι οι πυροσβεστήρες θα είναι εγκεκριμένων τύπων και σχεδίων.
1.1. Η χωρητικότητα των απαιτούμενων φορητών πυροσβεστήρων υγρού δεν θα είναι μεγαλύτερη από 13,5 λίτρα ούτε μικρότερη από 9 λίτρα. Οι πυροσβεστήρες άλλου τύπου θα είναι τουλάχιστο τόσο φορητοί όσο ο πυροσβεστήρας υγρού 13,5 λίτρων και θα έχουν ικανότητα κατάσβεσης πυρκαϊάς τουλάχιστον ισοδύναμη με εκείνη του πυροσβεστήρα υγρού 9 λίτρων.
1.2. Η Αρχή θα καθορίζει τα ισοδύναμα των πυροσβεστήρων.
2. Θα προβλέπονται ανταλλακτικές γομώσεις σύμφωνα με απαιτήσεις που καθορίζονται από την Αρχή.
3. Δεν θα επιτρέπονται πυροσβεστήρες, που περιέχουν κατασβεστικό, μέσο το οποίο κατά την κρίση της Αρχής, είτε μόνο του είτε στις αναμενόμενες συνθήκες χρήσης αναδίδει τοξικά αέρια σε ποσότητες τέτοιες ώστε να δημιουργούνται κίνδυνοι για άτομα.
4. Μία φορητή, συσκευή παραγωγής αφρού θα αποτελείται από ένα ακροσωλήνιο αεραφρού που δημιουργεί ελκυσμό ικανό να συνδέεται στο κύριο δίκτυο πυρκαϊάς με ένα εύκαμπτο σωλήνα πυρκαϊάς, μαζί με ένα φορητό δοχείο που περιέχει τουλάχιστον 20 λίτρα αφροπαραγωγού υγρού και ένα εφεδρικό δοχείο. Το ακροσωλήνιο θα είναι ικανό να παράγει αποτελεσματικό αφρό κατάλληλο για κατάσβεση πυρκαϊάς πετρελαίου με απόδοση τουλάχιστον 1,5 κυβικά μέτρα ανά λεπτό.
5. Οι πυροσβεστήρες θα εξετάζονται περιοδικά και θα υποβάλλονται σε όσες δοκιμές μπορεί, να απαιτήσει η Αρχή.
6. Ένας από τους φορητούς πυροσβεστήρες που προορίζεται για χρήση σε οποιοδήποτε χώρο θα τοποθετείται κοντά στην είσοδο του χώρου αυτού.
7. Χώροι ενδιαίτησης, χώροι υπηρεσίας και σταθμοί ελέγχου θα εφοδιάζονται με φορητούς πυροσβεστήρες καταλλήλων τύπων και σε επαρκή αριθμό κατά την κρίση της Αρχής. Πλοία ολικής χωρητικότητας 1000 κόρων και άνω θα φέρουν τουλάχιστον πέντε φορητούς πυροσβεστήρες.
1.1. Χώροι μηχανών κατηγορίας Α που περιέχουν πετρελαιολέβητες ή μονάδες καυσίμου πετρελαίου θα εφοδιάζονται με ένα από τα ακόλουθα μόνιμα συστήματα κατάσβεσης πυρκαϊάς:
.1. σύστημα αερίου που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 5,
.2. σύστημα αφρού υψηλής εκτόνωσης που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 9,
.3. σύστημα ραντισμού νερού με πίεση που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 10.
Σε κάθε περίπτωση, αν το μηχανοστάσιο και λεβητοστάσιο δεν είναι τελείως χωριστά ή αν καύσιμο πετρέλατο μπορεί να διαρρευσεί από το λεβητοστάσιο στο μηχανοστάσιο, το σύνολο του μηχανοστασίου και λεβητοστασίου θα θεωρείται ως ένα διαμέρισμα.
1.2. Σε κάθε λεβητοστάσιο θα υπάρχει μία τουλάχιστο φορητή συσκευή παραγωγής αεραφρού που θα πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 6.4
1.3. Σε κάθε χώρο εστίας κάθε λεβητοστασίου και σε κάθε χώρο στον οποίο ευρίσκεται τμήμα της εγκατάστασης καυσίμου πετρελαίου θα υπάρχουν δύο τουλάχιστον φορητοί πυροσβεστήρες αφρού ή ισοδύναμοι. Σε κάθε λεβητοστάσιο θα υπάρχει ένας τουλάχιστον πυροσβεστήρας αφρού εγκεκριμένου τύπου, χωρητικότητας τουλάχιστον 135 λίτρων, ή ισοδύναμος. Οι πυροσβεστήρες αυτοί θα εφοδιάζονται με εύκαμπτους σωλήνες τυλιγμένους σε εξέλικτρα κατάλληλους για να φθάνουν σε οποιοδήποτε τμήμα του λεβητοστασίου. Στη περίπτωσή λεβήτων κάτω από 175 KW που εξυπηρετούν ανάγκες ενδιαίτησης σε φορτηγά πλοία η Αρχή μπορεί να εξετάσει την άρση των απαιτήσεων της παραγράφου αυτής.
1.4. Σε κάθε χώρο εστίας θα υπάρχει δοχείο που περιέχει άμμο πριονίδια εμβαπτισμένα σε ανθρακικό νάτριο, ή άλλο εγκεκριμένο ξηρό υλικό σε τόση ποσότητα όση μπορεί να απαιτήσει η Αρχή. Εναλλακτικά, μπορεί αυτό να αντικατασταθεί από ένα φορητό πυροσβεστήρα εγκεκριμένου τύπου.
2. Χώροι, που περιέχουν μηχανήματα εσωτερικής καύσης
Οι χώροι μηχανών κατηγορίας Α που περιέχουν μηχανήματα εσωτερικής καύσης θα εφοδιάζονται με:
.1. Ένα από τα συστήματα κατάσβεσής πυρκαϊάς που απαιτούνται από την παρ. 1.1.
.2. Μία τουλάχιστο φορητή συσκευή παραγωγής αεραφρού που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 6.4.
.3. Πυροσβεστήρες αφρού εγκεκριμένου τύπου, σε κάθε τέτοιο χώρο, καθένας από τους οποίους θα έχει χωρητικότητα τουλάχιστο 45 λίτρα ή ισοδύναμους πυροσβεστήρες, επαρκείς σε αριθμό ώστε να μπορεί ο αφρός ή το ισοδύναμό του μέσο να κατευθύνεται σε οποιοδήποτε τμήμα των συστημάτων καυσίμου πετρελαίου και λιπαντικού ελαίου υπό πίεση, των μηχανισμών μετάδοσης κίνησης και σε άλλες θέσεις που παρουσιάζουν κίνδυνο πυρκαϊάς. Επί πλέον θα προβλέπεται επαρκής αριθμός φορητών πυροσβεστήρων αφρού ή ισοδύναμου τύπου που θα είναι τοποθετημένοι έτσι ώστε κανένα σημείο του χώρου να ευρίσκεται σε απόσταση βαδίσματος μεγαλύτερη από 10 μέτρα από ένα πυροσβεστήρα και να υπάρχουν τουλάχιστον δύο τέτοιος πυροσβεστήρες σε κάθε τέτοιο χώρο. Για μικρότερους χώρους φορτηγών πλοίων ή Αρχή μπορεί να εξετάσει την άρση της απαίτησης αυτής.
3. Χώροι που περιέχουν ατμοστρόβιλους ή ατμομηχνές κλειστού τύπου.
Σε χώρους που. περιέχουν ατμοστρόβιλους ή ατμομηχανές κλειστού τύπου που χρησιμοποιούνται είτε για κύρια πρόωση είτε για άλλους σκοπούς όταν τα μηχανήματα αυτά έχουν συνολικά ολική ισχύ εξόδου όχι μικρότερη από 375 KW θα προβλέπονται:
.1. Πυροσβεστήρες αφρού εγκεκριμένου τύπου καθένας από τους, οποίους θα έχει χωρητικότητα τουλάχιστον 45 λίτρα ή ισοδύναμοι, πυροσβεστήρες επαρκείς σε αριθμό ώστε να μπορεί ο αφρός ή το ισοδύναμο του μέσο να κατευθύνεται σε οποιοδήποτε τμήμα του συστήματος λίπανσης υπό πίεση, σε οποιοδήποτε τμήμα των περιβλημάτων που περικλείουν λιπαινόμενα υπό πίεση τμήματά των ατμοστροβιλών, μηχανών, ή συναφών μηχανισμών μετάδοσης κίνησης και σε οποιεσδήποτε άλλες θέσεις που παρουσιάζουν κίνδυνο πυρκαϊάς. Πάντως, δε θα απαιτούνται τέτοιοι πυροσβεστήρες αν παρέχεται ισοδύναμη τουλάχιστον προστασία, προς αυτή που απαιτείται από την υποπαράγραφο αυτή σέ τέτοιους χώρους, από ένα μόνιμο σύστημα τύπου που θα είναι τοποθετημένοι έτσι ώστε κανένα σημείο του χώρου να ευρίσκεται σε απόσταση βαδίσματος μεγαλύτερη από 10 μέτρα από ένα πυροσβεστήρα και να υπάρχουν τουλάχιστον δύο τέτοιοι πυροσβεστήρες σε κάθε τέτοιο χώρο με την εξαίρεση ότι αυτοί οι πυροσβεστήρες δεν θα απαιτούνται επί πλέον εκείνων που προβλέπονται σύμφωνα με την παράγραφο 1.3.
.3. Ένα από τα συστήματα κατάσβεσης πυρκαϊάς που απαιτείται από την παράγραφο 1.1, όπου τέτοιοι χώροι παραμένουν περιοδικά μη επανδρωμένοι.
.4. Πυροσβεστικές συσκευές σε άλλους χώρους μηχανών. Όπου υπάρχει, κατά την κρίση της Αρχής, κίνδυνος πυρκαϊάς σε οποιοδήποτε χώρο μηχανών για τον οποίο δεν καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 ειδικές διατάξεις για πυροσβεστικές συσκευές, θα προβλέπονται μέσα στο χώρο αυτό ή σε γειτονικό χώρο φορητοί πυροσβεστήρες εγκεκριμένου τύπου ή άλλα μέσα κατάσβεσης πυρκαϊάς, με αριθμό που η Αρχή μπορεί να θεωρήσει επαρκή.
.5. Μόνιμα συστήματα κατάσβεσης πυρκαϊάς που δεν απαιτούνται από το Κεφάλαιο αυτό.
Όπου εγκαθίσταται μόνιμο σύστημα, κατάσβεσης πυρκαϊάς, που δεν απαιτείται απ’ αυτό το κεφάλαιο, το σύστημα αυτό θα ικανοποιεί την Αρχή.
6. Χώροι μηχανών κατηγορίας Α σε επιβατηγά πλοία.
Σε επιβατηγό πλοία που μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες κάθε χώρος μηχανών κατηγορίας Α θα εφοδιάζεται με δύο τουλάχιστον κατάλληλες συσκευές παραγωγής ομίχλης νερού *.
* Μια συσκευή παραγωγής ομίχλης νερού θα μπορούσε να αποτελείται από ένα μεταλλικό σωλήνα σχήματος L του οποίου το μεγάλο σκέλος θα έχε μήκος 2 μέτρα περίπου και θα μπορεί να προσαρμόζεται σε εύκαμπτο σωλήνα πυρκαϊάς και το μικρό σκέλος θα έχει μήκος 250 χιλιοστόμετρα περίπου και θα είναι εφοδιασμένο με μόνιμο ακροσωλήνιο ομίχλης νερού ή θα μπορεί να εφοδιασθεί με ακροσωλήνιο ραντισμού νερού.
1. οπού σε οποιοδήποτε χώρο μηχανών εγκαθίσταται μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αφρό χαμηλής εκτόνωσης επιπλέον των απαιτήσεων του Κανονισμού 7 το σύστημα αυτό θα είναι ικανό να παρέχει μέσω μονίμων στομίων εκροής, το πολύ σε πέντε πρώτα λεπτά ποσότητα αφρού ικανή να καλύψει σε βάθος 150 χιλιοστομέτρων την μεγίστη ενιαία επιφάνεια πάνω στην οποία μπορεί να διαχυθεί καύσιμο πετρέλαιο. Το σύστημα θα είναι ικανό να παράγει αφρό κατάλληλο για κατάσβεση πυρκαϊών πετρελαίου.
Θα προβλέπονται μέσα για την αποτελεσματική διανομή του αφρού μέσω ενός μονίμου συστήματος σωληνώσεων και επιστόμιων ελέγχου ή κρουνών σε κατάλληλα στόμια εκροής καθώς και μόνιμοι ψεκαστήρες για την αποτελεσματική εκτόξευση τού αφρού σε άλλες θέσεις που παρουσιάζουν μεγάλο κίνδυνο πυρκαϊάς μέσα στο προστατευόμενο χώρο. Ο λόγος εκτόνωσης του αφρού δεν θα υπερβαίνει την τιμή 12:1.
2. Τα μέσα ελέγχου οποιουδήποτε τέτοιου συστήματος θα είναι αμέσως προσιτά και απλής λειτουργίας και θα τοποθετούνται συγκεντρωμένα σε όσο το δυνατό λιγώτερες θέσεις και σε σημεία που δεν είναι πιθανό να αποκοπούν από πυρκαϊά στον προστατευόμενο χώρο.
1. Οποιοδήποτε απαιτούμενο μόνιμο σύστημα υψηλής εκτόνωσης αφρού σε χώρους μηχανών θα είναι ικανό να παρέχει γρήγορα μέσω μονίμων στομίων παροχής ποσότητα αφρού επαρκή για. την πλήρωση του μεγαλύτερου χώρου που θα προστατέυθεί με παροχή ενός τουλάχιστον μέτρου ύψους ανά λεπτό. Η διαθέσιμη ποσότητα του αφροπαραγωγού υγρού θα είναι επαρκής για την παραγωγή όγκου αφρού ίσου με το 5πλάσιο του όγκου του μεγαλύτεορυ χώρου που θα προστατευθεί . Ο λόγος εκτόνωσης του αφρού δεν θα υπερβαίνει την τιμή 1000:1.
1.2. Η Αρχή μπορεί να επιτρέψει εναλλακτικές διατάξεις και τιμές παροχής εφ’, όσον κρίνει ότι επιτυγχάνεται ισοδύναμη προστασία.
2. Οι τροφοδοτικοί αγωγοί παροχής αφρού, οι εισαγωγές αέρα της αφρογεννήτριας και ο αριθμός των μοναεδων παραγωγής αφρού θα είναι τέτοιοι ώστε να εξασφαλίζουν κατά την κρίση της Αρχής αποτελεσματική παραγωγή και διανομή αφρού.
3. Η διάταξη των αγωγών παροχής της αφρογεννήτριας θα είναι τέτοια ώστε πυρκαϊά στον προστατευόμενο χώρο να μην επηρεάζει τον εξοπλισμό παραγωγής αφρού.
4. Η αφρογεννήτρια, οι πηγές ενεργείας της, το αφροπαραγωγό υγρό και τα μέσα ελέγχου του συστήματος θα είναι αμέσως προσιτά και απλής λειτουργίας και θα τοποθετούνται συγκεντρωμένα σε όσο το δυνατό λιγότερες θέσεις που δεν θα είναι πιθανό να αποκοπούν από πυρκαϊά στον προστατευόμενο χώρο.
1. Οποιοδήποτε απαιτούμενο μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με ραντισμό νερού υπό πίεση σε χώρους μηχανών θα εφοδιάζεται με ακροφύσια ραντισμού εγκεκριμένου τύπου.
2. Ο αριθμός και η διάταξη των ακροφυσίων θα ικανοποιούν την Αρχή και θα είναι τέτοιοι ώστε να εξασφαλίζεται μία μέση αποτελεσματική κατανομή νερού τουλάχιστον ίση με 5 λίτρα ανά τετραγωνικό μέτρο και ανά πρώτο λεπτό στους χώρους που θα προστατευθούν. Όπου θεωρούνται αναγκαίες μεγαλύτερες παροχές, αυτές θα ικανοποιούν την Αρχή. Θα τοποθετούνται ακροφύσια πάνω από τους υδροσυλλέκτες, τις επιφάνειες των δεξαμενών διπυθμένων και άλλες περιοχές στις οποίες μπορεί να διαχυθεί καύσιμο πετρέλαιο καθώς και πάνω από άλλες ειδικές θέσεις που παρουσιάζουν κίνδυνο πυρκαϊάς στους χώρους μηχανών.
3. Το σύστημα μπορεί να υποδιαιρείται σε τμήματα των οποίων τα επιστόμια διανομής θα χειρίζονται από εύκολα προσιτές θέσεις έξω από τους χώρους που θα προστατευθούν και δεν θα αποκόπτονται εύκολα από πυρκαϊά στον προστατευόμενο χώρο.
4. Το σύστημα θα τηρείται φορτισμένο στην αναγκαία πίεση και η αντλία που παρέχει το νερό για το σύστημα θα τίθεται αυτόματα σε λειτουργία από πτώση της πίεσης στο σύστημα.
5. Η αντλία θα είναι ικανή να τροφοδοτεί συγχρόνως στην αναγκαία πίεση όλα τα τμήματα του συστήματος σε οποιοδήποτε διαμέρισμα που θα προστατευθεί. Η αντλία και τα μέσα ελέγχου της θα εγκαθίστανται έξω από το χώρο ή τους χώρους που προστατεύονται από το σύστημα ραντισμού νερού να θέσει το σύστημα εκτός λειτουργίας.
6. Η αντλία μπορεί να κινείται από ανεξάρτητη μηχανή εσωτερικής καύσης, αλλά αν η λειτουργία της εξαρτάται από ενέργεια που παρέχεται από την γεννήτρια ανάγκης, που είναι τοποθετημένη σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού ΙΙ - 1/44 ή του Κανονισμού ΙΙ - 1/45 ανάλογα με την περίπτωση, η γεννήτρια αυτή θα έχει τέτοια διάταξη ώστε να εκκινεί αυτόματα στη περίπτωση βλάβης της κύριας πηγής ενέργειας έτσι ώστε η ενέργεια για την αντλία που απαιτείται από την παράγραφο 5 να είναι αμέσως διαθέσιμη. Όταν η αντλία κινείται από ανεξάρτητη μηχανή εσωτερικής καύσης θα είναι τοποθετημένη έτσι ώστε πυρκαϊά στον προστατευόμενο χώρο να μην επηρεάζει την παροχή αέρα στην μηχανή.
7. Θα λαμβάνονται προφυλάξεις για την αποφυγή έμφραξης των ακροφυσίων από ακαθαρσίες του νερού ή από διάβρωση των σωληνώσεων, ακροφυσίων, επιστομίων και αντλίας.
1. Οι διατάξεις του Κανονισμού αυτού θα εφαρμόζονται σε χώρους μηχανών κατηγoρίας Α και όπου η Αρχή το θεωρεί επιθυμητό σε άλλους χώρους, μηχανών.
2.1. Ο αριθμός των αναφωτίδων, θυρών, ανεμοδόχων, ανοιγμάτων σε καπνοδόχους που επιτρέπουν τον εξαερισμό, και άλλων ανοιγμάτων στους χώρους μηχανών θα μειώνεται στο ελάχιστο που ανταποκρίνεται στις ανάγκες αερισμού και στην σωστή και ασφαλή λειτουργία του πλοίου.
2.2. Οι αναφωτίδες θα είναι χαλύβδινες και δεν θα περιέχουν γυαλί. Θα υπάρχουν κατάλληλες διατάξεις που θα επιτρέπουν την διαφυγή του καπνού στη περίπτωση πυρκαϊάς από το χώρο που θα προστατευθεί.
2.3. Σε επιβατηγά πλοία, οι θύρες, εκτός από τις μηχανοκίνητες στεγανές θύρες, θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε σε περίπτωση πυρκαϊάς μέσα στο χώρο, να εξασφαλίζεται αποτελεσματικό κλείσιμο με μηχανοκίνητες διατάξεις κλεισίματος ή με την ύπαρξη αυτοκλειόμενων θυρών που μπορούν να κλείνουν με κλίση του πλοίου 3,5° αντίθετη προς την φορά κλεισίματος και έχουν μέσο, συγκράτησης που παρέχει ασφάλεια σε περίπτωση βλάβης και είναι εφοδιασμένο με τηλεχειριζόμενη διάταξη απελευθέρωσης.
3. Δεν θα τοποθετούνται παράθυρα στα οριακά χωρίσματα των χωρών μηχανών. Αυτό δεν αποκλείει την χρήση γυαλιού σε χώρους ελέγχου μέσα στους χώρους μηχανών.
4. Θα προβλέπονται μέσα ελέγχου που θα επιτρέπουν:
.1 Το άνοιγμα και το κλείσιμο των αναφωτίδων, το κλείσιμο των ανοιγμάτων στις καπνοδόχους που παρέχουν κανονικά εξαερισμό, και το κλείσιμο των φρακτών (DAMPERS) των ανεμοδόχων.
.2 Την διαφυγή του καπνού.
.3 Το κλείσιμο των μηχανοκίνητων Θηρών ή την ενεργοποίηση του μηχανισμού απελευθέρωσης των θυρών εκτός από τις μηχανοκίνητες στεγανές θύρες.
.4 Την κράτηση των ανεμιστήρων αερισμού και
.5 Την κράτηση των ανεμιστήρων κατάθλιψης και ελκυσμού, των αντλιών μετάγγισης καυσίμου πετρελαίου, των αντλιών των μονάδων καυσίμου πετρελαίου και άλλων παρομοίων αντλιών καυσίμου.
5. Τα μέσα ελέγχου που απαιτούνται από την παράγραφο 4 και από τον Κανονισμό 15.2.5 θα ευρίσκονται έξω από τον αντίστοιχο χώρο, σε θέση όπου δεν θα αποκοπούν στην περίπτωση πυρκαϊάς στο χώρο που εξυπηρετούν. Σε επιβατηγά πλοία αυτά τα μέσα ελέγχου καθώς και τα μέσα ελέγχου για οποιοδήποτε απαιτούμενο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς θα ευρίσκονται σε μια θέση ελέγχου ή θα είναι συγκεντρωμένα σε όσο το δυνατό λιγώτερες θέσεις κατά την κρίση της Αρχής. Οι θέσεις αυτές θα έχουν ασφαλή πρόσβαση από το ανοικτό κατάστρωμα.
6. Όταν, σε οποιοδήποτε χώρο μηχανών κατηγορίας Α, προβλέπεται πρόσβαση σε χαμηλό επίπεδο από παρακείμενη σήραγγα αξόνων, θα υπάρχει στη σήραγγα αξόνων κοντά στη στεγανή θύρα, μία ελαφρή χαλύβδινη θύρα πυρασφαλείας που θα μπορεί να χειρίζεται από κάθε πλευρά.
7. Για περιοδικά μη επανδρωμένους χώρους μηχανών σε φορτηγά πλοία, η Αρχή θα εξετάζει ειδικά την διατήρηση της ακεραιότητας έναντι πυρκαϊάς των χώρων μηχανών, τη θέση και συγκέντρωση των μέσων ελέγχου του συστήματος κατάσβεσης πυρκαϊάς, τις απαιτούμενες διατάξεις διακοπής (π.χ. αερισμού, αντλιών καυσίμου κ.λ.π.) και μπορεί να απαιτήσει πρόσθετες πυροσβεστικές συσκευές και άλλο εξοπλισμό καταπολέμησης της πυρκαϊάς και αναπευστικές συσκευές. Σε επιβατηγό πλοία οι απαιτήσεις αυτές θα είναι τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες των κανονικά επανδρωμένων χώρων μηχανών.
8. Σε οποιοδήποτε χώρο μηχανών θα εγκαθίσταται ένα εγκεκριμένο σύστημα αυτόματης ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊας που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 14:
.1 Όπου, έχει εγκριθεί η εγκατάσταση αυτόματων και τηλεχειριζόμενων συστημάτων ελέγχου και εξοπλισμού αντί της συνεχούς επάνδρωσης του χώρου, και
.2 Όπου οι μηχανές κύριας, πρόωσης και τα σχετικά μηχανήματα περιλαμβανομένων των πηγών της κύριάς ηλεκτρικής παροχής είναι εφοδιασμένα με αυτοματισμούς ή τηλεχειρισμούς διαφόρων βαθμών και ευρίσκονται υπό συνεχή παρακολούθηση από επανδρωμένο χώρο ελέγχου.
1.1. Οποιοδήποτε απαιτούμενο σύστημα αυτόματου ραντισμού, ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς θα είναι ικανό για άμεση λειτουργία σε κάθε στιγμή και δεν θα είναι αναγκαία οποιαδήποτε ενέργεια του πληρώματος για να τεθεί σε λειτουργία. Θα είναι τύπου «υγρού σωλήνα» αλλά μικρά εκτεθειμένα τμήματα μπορούν να είναι τύπου «ξηρού σωλήνα» όπου, κατά την κρίση της Αρχής αυτό αποτελεί αναγκαία προφύλαξη. Οποιαδήποτε μέρη του συστήματος που μπορούν να εκτεθούν σε θερμοκρασίες πήξης κατά την υπηρεσία θα είναι κατάλληλα προστατευμένα από την πήξη. Το σύστημα τηρείται φορτισμένο στην αναγκαία πίεση και θα υπάρχει πρόβλεψη για συνεχή παροχή νερού όπως απαιτείται από τον Κανονισμό αυτό.
1.2. Κάθε τμήμα ραντιστήρων θα περιλαμβάνει μέσα που δίνουν αυτόματα οπτικό και ακουστικό σήμα αναγγελίας σε μία ή περισσότερες ενδεικτικές μονάδες οποτεδήποτε λειτουργήσει οποιοσδήποτε ραντιστήρας. Αυτά τα συστήματα αναγγελίας θα είναι τέτοια ώστε να δίνουν ένδειξη οποιασδήποτε βλάβης στο σύστημα.
1.2.1. Σε επιβατηγά πλοία, οι μονάδες αυτές θα δίνουν ένδειξη οποιασδήποτε πυρκαϊάς και της θέσης της σε οποιοδήποτε χώρο, που εξυπηρετείται από το σύστημα και θα ευρίσκονται συγκεντρωμένες στη γέφυρα ναυσιπλοΐας ή στον κύριο σταθμό ελέγχου πυρκαϊάς, που θα είναι επανδρωμένος ή εξοπλισμένος έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι οποιοδήποτε σήμα αναγγελίας από το σύστημα λαμβάνεται αμέσως από υπεύθυνο μέλος του πληρώματος.
1.2.2. Σε φορτηγά πλοία, οι μονάδες αυτές θα δείχνουν σε ποιο τμήμα, που εξυπηρετείται από το σύστημα συνέβη πυρκαϊά και θα ευρίσκονται συγκεντρωμένες στην γέφυρα ναυσιπλοΐας και επί πλέον, ηχητικά και οπτικά σήματα αναγγελίας από την μονάδα θα τοποθετούνται σε διαφορετική θέση από τη γέφυρα ναυσιπλοΐας, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι η ένδειξη πυρκαϊάς γίνεται αμέσως αντιληπτή από το πλήρωμα.
2.1. Οι ραντιστήρες θα κατανέμονται σε χωριστά τμήματα, κάθε ένα από τα οποία δεν θα περιλαμβάνει περισσότερους από 200 ραντιστήρες. Σε επιβατηγό πλοία οποιοδήποτε τμήμα ραντιστήρων δεν θα εξυπηρετεί περισσότερα από δύο καταστρώματα και δεν θα ευρίσκεται σε περισσότερες από μία κύριες κατακόρυφες ζώνες αν κρίνει ότι η προστασία του πλοίου από πυρκαϊά δεν θα ελαττωθεί με τον τρόπο αυτό.
2.2. Κάθε τμήμα ραντιστήρων θα είναι ικανό να απομονωθεί με ένα μόνον επιστόμιο διακοπής. Το επιστόμιο διακοπής σε κάθε τμήμα θα είναι αμέσως προσιτό και η θέση του θα σημαίνεται μόνιμα και σαφώς. Θα προβλέπονται μέσα για την αποφυγή χειρισμού των επιστομίων διακοπής από οποιοδήποτε μη εξουσιοδοτημένο πρόσωπο.
2.3. Θα προβλέπεται όργανο ένδειξης της πίεσης του συστήματος σε κάθε επιστόμιο διακοπής τμήματος και σ' ένα κεντρικό σταθμό.
2.4. Οι ραντιστήρες θα είναι ανθεκτικοί στη διάβρωση από την ατμόσφαιρα της θάλασσας. Σε χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας, οι ραντιστήρες θα τίθενται σε λειτουργία στην περιοχή θερμοκρασιών 68ο μέχρι 79οC με την εξαίρεση ότι σε χώρους όπως στεγνωτήρια, όπου μπορεί να αναμένονται υψηλές θερμοκρασίες περιβάλλοντος, η θερμοκρασία λειτουργίας μπορεί να αυξηθεί μέχρι 30οC το πολύ πάνω από τη μεγίστη θερμοκρασία της οροφής του χώρου.
2.5. Ένας πίνακας ή σχέδιο θα εκτίθεται σε κάθε ενδεικτική μονάδα που θα δείχνει τους καλυπτόμενους χώρους και τη θέση της ζώνης ως προς κάθε τμήμα, θα είναι διαθέσιμες κατάλληλες οδηγίες για δοκιμή και συντήρηση.
3. Οι ραντιστήρες θα τοποθετούνται σε υψηλές θέσεις και θα έχουν κατάλληλη διάταξη ώστε να διατηρούν μία μέση τιμή παροχής τουλάχιστον 51/Μ2 ανά λεπτό πάνω από την ονομαστική περιοχή που καλύπτεται από τους ραντιστήρες. Πάντως η Αρχή μπορεί να επιτρέψει την χρήση ραντιστήρων, που παρέχουν τέτοια εναλλακτική ποσότητα νερού κατάλληλα κατανεμημένη που έχει αποδειχθεί κατά την κρίση της Αρχής ότι είναι εξ ίσου αποτελεσματική.
4.1. Θα προβλέπεται μία δεξαμενή πίεσης, όγκου ίσου με το διπλάσιο τουλάχιστον του όγκου της ποσότητας νερού, που καθορίζεται στην υποπαράγροφο αυτή. Η δεξαμενή θα περιέχει μόνιμη ποσότητα γλυκού νερού, αντίστοιχη με την ποσότητα νερού που παρέχεται σε ένα πρώτο λεπτό από την αντλία, που αναφέρεται στην παράγραφο 5.2 και οι διατάξεις θα προβλέπουν την διατήρηση μέσα στη δεξαμενή τέτοιας πίεσης, αέρα ώστε να εξασφαλίζεται ότι, όταν χρησιμοποιηθεί η μόνιμη ποσότητα του γλυκού νερού της δεξαμενής, η πίεση δεν θα είναι μικρότερη από το άθροισμα της πίεσης λειτουργίας του ραντιστήρα και της πίεσης που οφείλεται σε στήλη νερού που μετράται από τον πυθμένα της δεξαμενής μέχρι τον υψηλότερο ραντιστήρα στο σύστημα. Θα προβλέπονται κατάλληλα μέσα αναπλήρωσης του αέρα υπό πίεση και αναπλήρωσης της ποσότητας του γλυκού νερού μέσα στη δεξαμενή. Θα- προβλέπεται γυάλινος μετρητής για την ένδειξη της ορθής στάθμης του νερού μέσα στη δεξαμενή.
4.2. Θα προβλέπονται μέσα για την αποφυγή εισόδου θαλάσσιου νερού στη δεξαμενή.
5.1. Θα προβλέπεται μία ανεξάρτητη μηχανοκίνητη αντλία αποκλειστικά για το σκοπό της αυτόματης συνέχισης της παροχής νερού από τους ραντιστήρες. Η αντλία θα τίθεται αυτόματα σε λειτουργία από την πτώση της πίεσης στο σύστημα πριν εξαντληθεί πλήρως η μόνιμη ποσότητα γλυκού νερού μέσα στη δεξαμενή πίεσης.
5.2. Η αντλία και το σύστημα σωληνώσεων θα είναι ικανά να διατηρούν την αναγκαία πίεση στο επίπεδο του υψηλότερου ραντιστήρα για την εξασφάλιση συνεχούς διοχέτευσης νερού επαρκούς για την ταυτόχρονη κάλυψή ελάχιστης επιφάνειας 280 M2 στην παροχή που καθορίζεται στην παράγραφο 3.
5.3. Η αντλία θα διαθέτει στην πλευρά κατάθλιψης ένα επιστόμιο δοκιμής με βραχύ σωλήνα εκροής ανοικτού άκρου. Η ωφέλιμη διατομή μέσω του επιστομίου και του σωλήνα θα είναι επαρκής ώστε να επιτρέπει την διοχέτευση της απαιτούμενης. παροχής της αντλίας ενώ διατηρείται στο σύστημα η πίεση που καθορίζεται στην παράγραφο 4.1.
5.4. Η αναρρόφηση θάλασσας της αντλίας θα ευρίσκεται, όπου αυτό είναι δυνατό στο χώρο που περιέχει την αντλία και θα έχει τέτοια διάταξη ώστε όταν το πλοίο πλέει, να μην είναι αναγκαία η διακοπή της παροχής θαλασσίου νερού στην αντλία για οποιοδήποτε λόγο εκτός από επιθεώρηση ή επισκευή της αντλίας.
6. Η αντλία ραντισμού και η δεξαμενή θα ευρίσκονται σε θέση αρκετά μακριά από οποιοδήποτε χώρο μηχανών κατηγορίας Α και δεν θα ευρίσκονται σε οποιονδήποτε χώρο, που απαιτείται να προστατεύεται από το σύστημα ραντισμού.
7.1. Σε επιβατηγά πλοία θα υπάρχουν τουλάχιστον δύο πηγές παροχής ενέργειας για την αντλία θαλάσσιου νερού και το αυτόματο σύστημα αναγγελίας και ανίχνευσης. Όπου οι πηγές ενέργειας για την αντλία είναι ηλεκτρικές, αυτές θα είναι μια κύρια γεννήτρια και μια πηγή ενέργειας ανάγκης. Μία παροχή της αντλίας θα λαμβάνεται από τον κύριο ηλεκτρικό πίνακα και μία από τον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης με χωριστούς τροφοδοτικούς αγωγούς, που διατίθενται αποκλειστικά για το σκοπό αυτό. Οι τροφοδοτικοί αγωγοί θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε να αποφεύγεται η διέλευσή τους από μαγειρεία, χώρους μηχανών και άλλους κλειστούς χώρους μεγάλου κινδύνου πυρκαϊάς εκτός από το τμήμα τους που είναι αναγκαίο να φθάσει στους κατάλληλους ηλεκτρικούς πίνακες και θα καταλήγουν σε ένα αυτόματο μεταγωγικό διακόπτη που θα ευρίσκεται κοντά στην αντλία ραντισμού. Ο διακόπτης αυτός θα επιτρέπει την παροχή ενέργειας από τον κύριο ηλεκτρικό πίνακα, εφ’ όσον διατίθεται παροχή ενέργειας από τον πίνακα αυτόν και θα είναι σχεδιασμένος έτσι ώστε σε περίπτωση διακοπής τής παροχής αυτής να μετάγεται αυτόματα στην παροχή από τον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης. Οι διακόπτες στον κύριο ηλεκτρικό πίνακα και στον ηλεκτρικό πίνακα ανάγκης θα έχουν ευκρινή σήμανση και κανονικά θα τηρούνται κλειστοί. Δεν θα επιτρέπεται άλλος διακόπτης στους τροφοδοτικούς αγωγούς αυτούς. Μία από τις πηγές ενέργειας για την τροφοδότηση του συστήματος αναγγελίας και ανίχνευσης θα είναι μία πηγή ανάγκης. Όπου μία από τις πηγές ενέργειας που τροφοδοτεί .την αντλία είναι μία μηχανή εσωτερικής καύσης, επί πλέον της υποχρέωσης να πληροί τις διατάξεις της παραγράφου 6, θα έχει τέτοια θέση ώστε πυρκαϊά σε οποιοδήποτε προστατευόμενο χώρο να μην επηρεάζει την παροχή αέρα στη μηχανή.
7.2. Σε φορτηγά πλοία θα υπάρχουν δυο τουλάχιστον πηγές, ενέργειας για την τροφοδότηση της αντλίας θαλάσσιου νερού και του αυτόματου συστήματος αναγγελίας και ανίχνευσης. Αν η αντλία κινείται ηλεκτρικά θα συνδέεται στην κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας, πού θα είναι ικανή να τροφοδοτείται από δύο τουλάχιστον γεννήτριες οποιοδήποτε προστατευόμενο χώρο να μην επηρεάζει την παροχή αέρα στη μηχανή.
8. Το σύστημα ραντισμού θα συνδέεται με το κύριο δίκτυο πυρκαϊάς του πλοίου μέσω ενός κοχλιωτού ανεπίστροφου επιστόμιου που θα μπορεί να ασφαλίζεται και που θα εμποδίζει αντίστροφη ροή από το σύστημα ραντισμού στο κύριο δίκτυο πυρκαϊάς.
9.1. Θα προβλέπεται επιστόμιο δοκιμής για τη δοκιμή της αυτόματης αναγγελίας για κάθε τμήμα ραντιστήρων με την εκκένωση ποσότητας νερού που ισοδυναμεί με την λειτουργία ενός ραντιστήρας. Το επιστόμιο δοκικής για κάθε τμήμα θα ευρίσκεται κοντά στο επιστόμιο διακοπής του τμήματος αυτού.
9.2. Θα προβλέποτναι μέσα για την δοκιμή της αυτόματης λειτουργίας της αντλίας με την ελάττωση της πίεσης στο σύστημα.
9.3. Θα προβλέπονται διακόπτες σε μία από τις αναφερόμενες στη παράγραφο 1.2 ενδεικτικές θέσεις που θα επιτρέπουν την δοκιμή του σήματος αναγγελίας και των ενδεικτών για κάθε τμήμα των ραντιστήρων.
10. Θα προβλέπονται αμοιβές κεφαλές ραντιστήρων για κάθε τμήμα ραντιστήρων κατά την κρίση της Αρχής.
1. Γενικές απαιτήσεις.
1.1. Οποιοδήποτε απαιτούμενο μόνιμο σύστημα ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς με χειροκίνητους αναγγελτήρες θα είναι ικανό για άμεση λειτουργία σε κάθε στιγμή.
1.2. Οι παροχές ενέργειας και τα αναγκαία ηλεκτρικά κυκλώματα για την λειτουργία του συστήματος θα ελέγχονται συνεχώς με όργανα για διαπίστωση καταστάσεων απώλειας ενέργειας ή βλάβης ανάλογα με την περίπτωση. Η εμφάνιση κατάστασης βλάβης θα θέτει σε λειτουργία ένα οπτικό και ακουστικό σήμα βλάβης στον πίνακα ελέγχου που θα διακρίνεται από το σήμα πυρκαϊάς.
1.3. Θα υπάρχουν τουλάχιστον δύο πηγές παροχής ενέργειας για τον ηλεκτρικό εξοπλισμό, που χρησιμοποιείται για την λειτουργία του συστήματος ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς, μία από τις οποίες θα είναι πηγή. Η ενέργεια θα παρέχεται με ξεχωριστούς τροφοδοτικούς αγωγούς που διατίθενται αποκλειστικά για το σκοπό αυτό. Αυτοί οι τροφοδοτικοί αγωγοί θα καταλήγουν σε ένα αυτόματο μεταγωγικό διακόπτη, που θα ευρίσκεται κοντά ή πάνω στο πίνακα ελέγχου του συστήματος ανίχνευσης πυρκαϊάς.
1.4. Oι ανιχνευτές και οι χειροκίνητοι αναγγελτήρες θα κατανέμονται σε τμήματα. Η ενεργοποίηση οποιουδήποτε ανιχνευτή ή χειροκίνητου αναγγελτήρα θα προκαλεί. οπτικό και ακουστικό σήμα πυρκαϊάς στον πίνακα ελέγχου και στις ενδεικτικές μονάδες. Αν τα σήματα δεν γίνουν αντιληπτά μέσε σε δύο πρώτα λεπτά, θα ηχεί αυτόματα ακουστικός συναγερμός στους χώρους ενδιαίτησης του πληρώματος και στους χώρους υπηρεσίας, στους σταθμούς ελέγχου και στους χώρους μηχανών κατηγορίας Α. Αυτό το σύστημα ακουστικού συναγερμού, δεν χρειάζεται να αποτελεί συμπληρωματικό τμήμα του συστήματος ανίχνευσης.
1.5. Ο πίνακας ελέγχου θα ευρίσκεται στη γέφυρα ναυσιπλοϊας ή στον κύριό σταθμό ελέγχου πυρκαϊάς.
1.6. Οι ενδεικτικές μονάδες θα δείχνουν το τμήμα στο οποίο έχει λειτουργήσει ανιχνευτής ή χειροκίνητος αναγγελτήρας. Μία τουλάχιστον μονάδα θα ευρίσκεται σε τέτοια θέση ώστε να είναι εύκολα προσιτή από υπεύθυνα μέλη του πληρώματος σε κάθε στιγμή, όταν το πλοίο ταξιδεύει ή ευρίσκεται σε λιμάνι με εξαίρεση τη περίπτωση που το πλοίο ευρίσκεται εκτός υπηρεσίας. Μία ενδεικτική μονάδα θα ευρίσκεται στη γέφυρα ναυσιπλοΐας αν ο πίνακας ελέγχου' ευρίσκεται στον κύριο σταθμό ελέγχου πυρκαϊάς.
1.7. Θα εκτίθενται σαφείς οδηγίες κοντά ή πάνω σε κάθε ενδεικτική μονάδα σχετικά με τους καλυπτόμενους χώρους και την θέση των τμημάτων.
1.8. Δεν θα επιτρέπεται κανονικά η κάλυψη από ένα τμήμα, χώρων ενδιαίτησης, υπηρεσίας και σταθμών ελέγχου σε περισσότερα από ένα καταστρώματα εκτός από τμήμα που καλύπτει περίκλειστο κλιμακοστάσιο. Για να αποφεύγεται καθυστέρηση στον προσδιορισμό της εστίας της πυρκαϊάς, θα περιορίζεται κατά την κρίση της Αρχής ο αριθμός των κλειστών χώρων που περιλαμβάνονται σε κάθε τμήμα. Δεν θα επιτρέπονται σε καμία περίπτωση περισσότεροι από πενήντα κλειστοί χώροι σε οποιοδήποτε τμήμα.
1.9. Σε επιβατηγά πλοία ένα τμήμα ανιχνευτών δεν θα εξυπηρετεί χώρους και στις δύο πλευρές του πλοίου ούτε σε περισσότερο από ένα καταστρώματα και δεν θα ευρίσκεται σε περισσότερες από μια κύριες κατακόρυφες ζώνες με την εξαίρεση ότι η Αρχή μπορεί να επιτρέψει ένα τμήμα ανιχνευτών να εξυπηρετεί και τις δυο πλευρές του πλοίου και περισσότερα από ένα καταστρώματα, αν κρίνει ότι η προστασία του πλοίου από πυρκαϊά δεν θα ελαττωθεί με τον τρόπο αυτό.
1.10. Ένα τμήμα ανιχνευτών πυρκαϊάς που καλύπτει σταθμό ελέγχου, χώρο υπηρεσίας ή χώρο ενδιαίτησης δεν θα περιλαμβάνει χώρο μηχανών κατηγορίας Α.
1.11. Οι ανιχνευτές θα τίθενται σε λειτουργία από την επίδραση θερμότητας, καπνού ή άλλων προϊόντων καύσης, φλόγας, ή οποιοσδήποτε συνδυασμού των παραγόντων αυτών. Ανιχνευτές πού λειτουργούν από την επίδραση άλλων παραγόντων ενδεικτικών πυρκαϊών σε αρχικό στάδιο, μπορούν να εξετασθούν από την Αρχή, με την προϋπόθεση ότι δεν είναι λιγώτερο ευαίσθητοι από τους άλλους ανιχνευτές. Οι ανιχνευτές φλόγας θα χρησιμοποιούνται μόνο επιπλέον των ανιχνευτών καπνού ή θερμότητας.
1.12. Θα προβλέπονται κατάλληλες οδηγίες και ανταλλακτικά εξαρτήματα για δοκιμή και συντήρηση.
1.13. Η λειτουργία του συστήματος ανίχνευσης θα δοκιμάζεται περιοδικά κατά την κρίση της Αρχής με την χρησιμοποίηση συσκευών που παράγουν θερμό αέρα στη κατάλληλη θερμοκρασία, ή καπνό, ή σωματίδια ψεκασμού που έχουν κατάλληλη πυκνότητα ή κατάλληλο μέγεθος ή άλλα φαινόμενα σχετικά με πυρκαϊές σε αρχικό στάδιο στα οποία ο ανιχνευτής έχει σχεδιασθεί να ανταποκρίνεται. Όλοι οι ανιχνευτές θα είναι τέτοιου τύπου ώστε να μπορούν να δοκιμάζονται για τον έλεγχο της σωστής λειτουργίας τους και να επανέρχονται στην κανονική κατάσταση επιτήρησης χωρίς την αντικατάσταση οποιοσδήποτε εξαρτήματος.
1.14. Το σύστημα ανίχνευσης πυρκαϊάς δεν θα χρησιμοποιείται για οποιοδήποτε άλλο σκοπό με την εξαίρεση ότι το κλείσιμο των θυρών πυρασφάλειας και παρόμοιες λειτουργίες μπορούν να επιτραπούν στον πίνακα ελέγχου.
2. Απαιτήσεις εγκατάστασης.
2.1. Στους χώρους ενδιαίτησης, υπηρεσίας και σταθμούς ελέγχου θα εγκαθίστανται χειροκίνητοι αναγγελτήρες. Σε κάθε έξοδο θα ευρίσκεται ένας χειροκίνητος αναγγελτήρας. Στους διαδρόμους κάθε καταστρώματος οι χειροκίνητοι αναγγελτήρες θα είναι εύκολα προσιτοί έτσι ώστε να μην υπάρχει μέρος του διαδρόμου σε απόσταση μεγαλύτερη από 20 μέτρα από χειροκίνητο αναγγελτήρα.
2.2 Οι ανιχνευτές καπνού θα εγκαθίστανται σε όλα τα κλιμακοστάσια διαδρόμους και οδούς διαφυγής στους χώρους ενδιαίτησης. Θα εξετάζεται ιδιαίτερα η εγκατάσταση ανιχνευτών καπνού για ειδικούς σκοπούς μέσα σε αγωγούς αερισμού.
2.3. Όπου απαιτείται μόνιμο σύστημα ανίχνευσης, και αναγγελίας πυρκαϊάς για την προστασία χώρων διαφορετικών από εκείνους που καθορίζονται στην παράγραφο 2.2. θα εγκαθίσταται ένας τουλάχιστον ανιχνευτής που πληροί τις διατάξεις της παραγράφου 1.11 σε κάθε τέτοιο χώρο.
2.4. Οι ανιχνευτές θα τοποθετούνται έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η καλύτερη απόδοσή τους. Θα αποφεύγονται θέσεις κοντά σε δοκούς και αγωγούς αερισμού ή άλλες θέσεις όπου η φορά της ροής του αέρα θα μπορούσε να επηρεάσει δυσμενώς την απόδοσή τους καθώς και θέσεις όπου είναι πιθανό να συμβεί κτύπημα ή φυσική βλάβη των ανιχνευτών. Γενικά οι ανιχνευτές που ευρίσκονται σε οροφές θα έχουν ελάχιστη απόσταση 0,5 Μ από τα διαφράγματα.
2.5. Οι μέγιστες αποστάσεις των ανιχνευτών θα είναι σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα:
Η Αρχή μπορεί να απαιτήσει ή να επιτρέψει άλλες αποστάσεις βάσει στοιχείων δοκιμών που φανερώνουν τα χαρακτηριστικά των ανιχνευτών.
2.6. Οι ηλεκτρικές καλωδιώσεις που αποτελούν μέρος του συστήματος θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε να αποφεύγεται η διέλευσή τους από μαγειρεία, χώρους μηχανών κατηγορίας Α και άλλους κλειστούς χώρους μεγάλου κινδύνου πυρκαϊάς, εκτός από τα αναγκαία τμήματά τους για την εξασφάλιση ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαίάς, σ’ αυτούς τους χώρους ή την σύνδεση με την κατάλληλη παροχή ενέργειας.
3. Απαιτήσεις σχεδίασης.
3.1. Το σύστημα και ο εξοπλισμός θα σχεδιάζονται κατάλληλα για να ανθίστανται στη μεταβολή της τάσης τροφοδοσίας και στα μεταβατικά φαινόμενα, στις αλλαγές της θερμοκρασίας περιβάλλοντος, κραδασμούς, υγρασία, κρούσεις, κτυπήματα και διάβρωση που κανονικά συναντώνται στα πλοία.
3.2. Οι ανιχνευτές καπνού, που απαιτούνται από την παράγραφο 2.2 θα πιστοποιείται ότι λειτουργούν πριν η πυκνότητα του καπνού υπερβεί το ποσοστό 12,5% σκίασής ανά μέτρο, αλλά όχι πριν υπερβεί το ποσοστό 2% σκίασης ανά μέτρο. Ανιχνευτές καπνού που θα εγκαθίστανται σε άλλους χώρους θα λειτουργούν σε όρια ευαισθησίας που ικανοποιούν την Αρχή, λαμβανομένου υπόψη ότι θα αποφεύγεται η έλλειψη ευαισθησίας ή η υπερευαισθησία του ανιχνευτή.
3.3. Οι ανιχνευτές θερμότητας θα πιστοποιείται ότι λειτουργούν πριν η θερμοκρασία υπερβεί τους 78°C αλλά όχι πριν υπερβεί τους 54°C, όταν η θερμοκρασία αυξάνεται σ’ αυτά τα όρια με ρυθμό μικρότερο από 1° C ανά λεπτό. Σε μεγαλύτερους ρυθμούς αύξησης της θερμοκρασίας, ο ανιχνευτής θα λειτουργεί σε όρια θερμοκρασίας, που ικανοποιούν την Αρχή λαμβανομένου υπόψη ότι θα αποφεύγεται η έλλειψη ευαισθησίας ή η υπερευαισθησία του ανιχνευτή.
3.4. Κατά την κρίση της Αρχής, η επιτρεπόμενη θερμοκρασία λειτουργίας των ανιχνευτών θερμότητας μπορεί να αυξηθεί μέχρι 30°C πάνω από τη μέγιστη θερμοκρασία της οροφής του χώρου σε στεγνωτήρια και παρόμοιους χώρους όπου κανονικά επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες περιβάλλοντος.
1. Σε περιοδικά μη επανδρωμένους χώρους μηχανών θα εγκαθίσταται μόνιμο σύστημα ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κανονισμού 13.
2. Αυτό το σύστημα ανίχνευσης πυρκαϊάς θα είναι έτσι σχεδιασμένο και οι ανιχνευτές τοποθετημένοι, κατά, τέτοιο τρόπο ώστε να ανιχνεύεται γρήγορα ή εκδήλωση πυρκαϊάς σε οποιοδήποτε μέρος των χώρων αυτών και σε οποιεσδήποτε κανονικές συνθήκες λειτουργίας την πιθανή περιοχή των θερμοκρασιών περιβάλλοντος. Δεν θα επιτρέπονται συστήματα ανίχνευσης, που χρησιμοποιούν μόνο θερμικούς ανιχνευτές εκτός από τη περίπτωση χώρων περιορισμένου ύψους και όπου η χρήση τους είναι ειδικά κατάλληλη. Το σύστημα ανίχνευσης θα προκαλεί ακουστικά και οπτικά σήματα αναγγελίας, διακεκριμένα και στις δύο περιπτώσεις από τα σήματα αναγγελίας οποιουδήποτε άλλου συστήματος, που δεν παρέχει ένδειξη πυρκαϊάς σε επαρκείς θέσεις ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα σήματα αναγγελίας ακούγονται και. παρατηρούνται στη γέφυρα ναυσιπλοΐας και από υπεύθυνο αξιωματικό μηχανής. Όταν η γέφυρα ναυσιπλοΐας δεν επανδρώνεται, το σήμα αναγγελίας θα ηχεί σε θέση όπου υπεύθυνο μέλος του πληρώματος είναι σε υπηρεσία.
3. Το σύστημα, μετά την εγκατάστασή του, θα δοκιμάζεται σε διαφορετικές συνθήκες λειτουργίας μηχανών και αερισμού.
1. Περιορισμοί στη χρήση πετρελαίου ως καυσίμου.
Οι ακόλουθοι περιορισμοί θα εφαρμόζονται στη χρήση πετρελαίου ως καυσίμου.
.1 Δεν θα χρησιμοποιείται καύσιμο πετρέλαιο που έχει σημείο ανάφλεξης μικρότερο από 60°C εκτός αν επιτρέπεται διαφορετικά από την παράγραφο αυτή.
.2 Σε γεννήτριες ανάγκης μπορεί να χρησιμοποιείται καύσιμο πετρέλαιο που έχει σημείο ανάφλεξης όχι μικρότερο από 43°C.
.3 Με την προϋπόθεση τήρησης πρόσθετων πρόσθετων προφυλάξεων που μπορεί να θεωρηθούν αναγκαίες και υπό τον όρο ότι η θερμοκρασία περιβάλλοντος του χοίρου στον οποίο αποθηκεύεται ή χρησιμοποιείται τέτοιο καύσιμο πετρέλαιο δεν θα επιτραπεί να ανυψωθεί πάνω από την θερμοκρασία που προκύπτει αφαιρώντας 10°C από το σημείο ανάφλεξης τού καυσίμου πετρελαίου, η Αρχή μπορεί να επιτρέψει την γενική χρήση καυσίμου πετρελαίου, που έχει, σημείο ανάφλεξης μικρότερο από 60°C αλλά όχι μικρότερο από 43°C.
.4 Σε φορτηγά πλοία η χρήση καυσίμου, που έχει σημείο ανάφλεξης μεγαλύτερο από το καθοριζόμενο σε άλλο σημείο της παραγράφου αυτής, για παράδειγμα αργό πετρέλαιο, μπορεί να επιτραπεί εφ’ όσον το καύσιμο αυτό δεν αποθηκεύεται σε οποιονδήποτε χώρο μηχανών και με την προϋπόθεση ότι η Αρχή θα εγκρίνει την πλήρη εγκατάσταση.
Το σημείο ανάφλεξης των πετρελαιοειδών θα καθορίζεται με εγκεκριμένη μέθοδο κλειστού δοχείου.
2.Διατάξεις καυσίμου πετρελαίου.
Σε πλοίο, στο οποίο χρησιμοποιείται καύσιμο πετρέλαιο, οι διατάξεις για την αποθήκευση, διανομή και χρησιμοποίηση του καυσίμου πετρελαίου θα είναι τέτοιες ώστε να εξασφαλίζουν την ασφάλεια του πλοίου και των επιβαινόντων και θα πληρούν τουλάχιστον τις ακόλούθες απαιτήσεις:
.1. Όσο είναι πρακτικά δυνατό δεν θα τοποθετούνται τμήματα του συστήματος καύσιμου πετρελαίου που περιέχουν, θερμαινόμενο πετρέλαιο υπό πίεση μεγαλύτερη από 0,18 N/mm2, σε κρυφές θέσεις τέτοιες ώστε να μη μπορούν να παρατηρηθούν αμέσως ελαττώματα και διαρροές. Οι χώροι μηχανών, στις θέσεις τέτοιων τμημάτων του συστήματος καυσίμου πετρελαίου θα φωτίζονται επαρκώς.
.2. Ο αερισμός των χώρων μηχανών θα είναι επαρκής σε όλες τις κανονικές συνθήκες ώστε να προλαμβάνεται συσσώρευση ατμών πετρελαίου.
.3. Όσο είναι πρακτικά δυνατό οι δεξαμενές καυσίμου πετρελαίου θα αποτελούν τμήμα της κατασκευής του πλοίου και θα ευρίσκονται έξω από τους χώρους μηχανών κατηγορίας Α. Όπου δεξαμενές καυσίμου πετρελαίου, εκτός από δεξαμενές διπύθμενων είναι, κατ' ανάγκη τοποθετημένες γειτονικά ή μέσα στους χώρους μηχανών κατηγορίας Α, τουλάχιστον μια κατακόρυψη πλευρά τους θα εφάπτεται στα οριακά χωρίσματα του χώρου μηχανών και θα έχουν κατά προτίμηση κοινό οριακό χώρισμα με τις δεξαμενές διπύθμενων και η επιφάνεια του κοινού οριακού χωρίσματος της δεξαμενής με τους χώρους μηχανών θα τηρείται στο ελάχιστο. Όπου τέτοιες δεξαμενές είναι έτσι τοποθετημένες ώστε να περικλείονται από τα οριακά χωρίσματα των χώρων κατηγορίας Α δεν θα περιέχουν καύσιμο πετρέλαιο, που έχει σημείο ανάφλεξης μικρότερο από 60°C. Γενικά η χρήση δεξαμενών καυσίμου πετρελαίου ελεύθερης στήριξης θα αποφεύγεται. Όταν χρησιμοποιούνται τέτοιες δεξαμενές, θα απαγορεύεται η χρήση τους σε χώρους μηχανών κατηγορίας Α επιβατηγών πλοίων. Όπου επιτρέπεται η χρήση τους θα τοποθετούνται μέσα σε ελαιοστεγανό δίσκο υπερχείλισης ικανού μεγέθους με κατάλληλο σωλήνα αποστράγγισης που καταλήγει σε δεξαμενή πετρελαίου υπερχείλισης κατάλληλου μεγέθους.
.4. Δεν θα τοποθετείται καμμιά δεξαμενή πετρελαίου εκεί όπου υπερχείλιση ή διαρροή από αυτή μπορεί να δημιουργήσει κίνδυνο από πτώση σε θερμές επιφάνειες. Θα λαμβάνονται. προφυλάξεις ώστε να αποφεύγεται η επαφή του πετρελαίου που μπορεί να διαφύγει υπό πίεση από οποιαδήποτε αντλία, φίλτρο ή θερμαντήρα με θερμές επιφάνειες.
.5. Κάθε σωλήνας καύσιμου πετρελαίου που σε περίπτωση καταστροφής του θα επέτρεπε την διαφυγή πετρελαίου από δεξαμενή αποθήκευσης, κατακάθισης ή ημερήσιας κατανάλωσης, τοποθετημένη πάνω από τα διπύθμενα, θα εφοδιάζεται με κρουνό ή επιστόμιο απ’ ευθείας στην δεξαμενή, ικανό να κλείνεται από ασφαλή θέση έξω από τον αντίστοιχο χώρο σε περίπτωση εκδήλωσης πυρκαϊάς στο χώρο στον οποίο ευρίσκονται τέτοιες δεξαμενές. Στην ειδική περίπτωση δεξαμενών κύτους (DEEP TANKS) που ευρίσκονται σε οποιαδήποτε σήραγγα αξόνων ή σωληνώσεων ή σε παρόμοιο χώρο, θα τοποθετούνται επιστόμια στη δεξαμενή, ο έλεγχος όμως στην περίπτωση πυρκαϊάς θα μπορεί να πραγματοποιείται με ένα πρόσθετο επιστόμιο στο σωλήνα ή σωλήνες έξω από τη σήραγγα ή τον παρόμοιο χώρο. Αν είναι τοποθετημένο τέτοιο πρόσθετο επιστόμιο στο χώρο μηχανών θα χειρίζεται από θέση έξω από τον χώρο αυτό.
.6. Θα προβλέπονται ασφαλή και αποτελεσματικά μέσα εξακρίβωσης της ποσότητας του καυσίμου πετρελαίου, που περιέχεται σ' οποιαδήποτε δεξαμενή καυσίμου πετρελαίου. Μετρητικοί σωλήνες δεν θα τερματίζουν σ' οποιοδήποτε χώρο όπου μπορεί να δημιουργηθεί κίνδυνος ανάφλεξης από υπερχείλιση του μετρητικού σωλήνα. Ειδικότερα, δεν θα τερματίζουν σε χώρους επιβατών ή πληρώματος. Μπορούν να επιτρέπουν άλλα μέσα εξακρίβωσης της ποσότητας του καυσίμου πετρελαίου, που περιέχεται σε οποιαδήποτε δεξαμενή καυσίμου πετρελαίου.
.6.1 Σε επιβατηγά πλοία, εφ' όσον τα μέσα αυτά δεν απαιτούν διάτρηση κάτω από την οροφή της δεξαμενής και με την προϋπόθεση ότι η βλάβη τους ή η υπερπλήρωση των δεξαμενών δεν θα επιτρέψει διαφυγή του καυσίμου.
.6.2 Σε φορτηγά πλοία με την προϋπόθεση ότι η βλάβη των μέσων αυτών ή η υπερπλήρωση των δεξαμενών δεν θα επιτρέψει διαφυγή του καυσίμου. Η χρήση κυλινδρικών γυάλινων μετρητών απαγορεύεται. Η Αρχή μπορεί να επιτρέψει τη χρήση μετρητών στάθμης πετρελαίου με επίπεδο γυαλί και αυτόκλειστα επιστόμια μεταξύ των μετρητών και των δεξαμενών πετρελαίου. Αυτά τα άλλα μέσα θα είναι αποδεκτά από την Αρχή και Θα διατηρούνται σε κατάλληλη κατάσταση ώστε να εξασφαλίζεται η συνεχής ακριβής λειτουργία τους κατά την υπηρεσία.
.7. Θα λαμβάνεται πρόνοια για την αποφυγή υπερπίεσης σε οποιαδήποτε δεξαμενή πετρελαίου ή σε οποιοδήποτε τμήμα του συστήματος καυσίμου πετρελαίου περιλαμβανομένων των σωλήνων πλήρωσης. Οποιεσδήποτε ανακουφιστικές βαλβίδες και σωλήνες εξαερισμού ή υπερχείλισης θα εκβάλλουν σε ασφαλή κατά την κρίση της Αρχής θέση.
.8. Οι σωλήνες καυσίμου πετρελαίου και τα επιστόμια και εξαρτήματά τους θα είναι από χάλυβα ή από άλλο εγκεκριμένο υλικό, με την εξαίρεση ότι μπορεί να. επιτραπεί περιωρισμένη χρήση ευκάμπτων σωλήνων σε θέσεις όπου η Αρχή θεωρεί αυτό αναγκαίο. Τέτοιοι εύκαμπτοι σωλήνες και τελικές συνδέσεις θα είναι από εγκεκριμένα κατά τρόπο, που να. ικανοποιεί την Αρχή.
3. Διατάξεις λιπαντικού ελαίου.
Οι διατάξεις για την αποθήκευση, διανομή και χρήση του ελαίου που χρησιμοποιείται σε συστήματα λίπανσης υπό πίεση θα. είναι τέτοιες ώστε να εξασφαλίζουν την ασφάλεια του πλοίου και των επιβαινόντων και οι διατάξεις αυτές στους χώρους μηχανών κατηγορίας Α και όπου είναι πρακτικά δυνατό σε άλλους χώρους μηχανών θα πληρούν τουλάχιστον τις απαιτήσεις των παραγράφων 2,1, 2.4, 2.5, 2.6, 2.7 και 2.8 χωρίς αυτό να αποκλείει την χρήση γυάλινων, θυρίδων παρατήρησης ροής σε συστήματα λίπανσης με την προϋπόθεση, ότι αποδείχθηκε από δοκιμές ότι έχουν κατάλληλο βαθμό αντοχής στην πυρκαϊά.
4. Διατάξεις γι’ άλλα εύφλεκτα πετρελαιοειδή.
Οι διατάξεις δια την αποθήκευση, διανομή και χρήση άλλων ευφλέκτων πετρελαιοειδών που χρησιμοποιούνται υπό πίεση σε μηχανοκίνητα συστήματα μετάδοσης κίνησης, συστήματα ελέγχου και ενεργοποίησης και συστήματα θέρμανσης θα είναι τέτοιες ώστε να εξασφαλίζουν την ασφάλεια του πλοίου και των επιβαινόντων. Σε θέσεις όπου υπάρχουν μέσα ανάφλεξης, τέτοιες διατάξεις θα πληρούν τουλάχιστον τις απαιτήσεις των παραγράφων 2.4 και 2.6 και τις απαιτήσεις των παραγράφων 2.7 και 2.8 που αφορούν στην αντοχή και κατασκευή.
5. Περιοδικά μη επανδρωμένοι χώροι μηχανών.
Επί πλέον των απαιτήσεων των παραγράφων 1 έως 4 τα συστήματα καυσίμου πετρελαίου και λιπαντικού ελαίου θα πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:
.1. Όπου είναι αναγκαίο, οι σωληνώσεις καυσίμου πετρελαίου και ελαίου λίπανσης θα προστατεύονται με προφυλακτήρες ή με άλλο κατάλληλο τρόπο για την αποφυγή όσο είναι πρακτικά δυνατό ραντισμού ή διαρροών πετρελαίου ή ελαίου πάνω σε θερμές επιφάνειες ή μέσα στις εισαγωγές αέρα των μηχανημάτων, Ο αριθμός των συνδέσμων σε τέτοια συστήματα σωληνώσεων θα περιορίζεται στο ελάχιστο και όπου είναι πρακτικά δυνατός οι διαρροές από τους σωλήνες καυσίμου πετρελαίου υψηλής πίεσης θα συλλέγονται και θα προβλέπονται διατάξεις για τη σήμανση συναγερμού.
.2. Όπου δεξαμενές καυσίμου πετρελαίου ημερήσιας κατανάλωσης πληρούνται αυτόματα ή με τηλεχειρισμό, θα προβλέπονται μέσα για την αποφυγή υπερχείλισης. Άλλες συσκευές που επεξεργάζονται αυτόματα εύφλεκτα υγρά π.χ. συσκευές διύλισης καυσίμου πετρελαίου οι οποίες, όταν είναι πρακτικά δυνατό, θα εγκαθίστανται σε ειδικό χώρο που θα διατίθεται για τις συσκευές διύλισης και τους θερμαντήρες τους, θα έχουν διατάξεις για την αποφυγή υπερχείλισης.
.3. Όπου δεξαμενές καυσίμου πετρελαίου ημερήσιας κατανάλωσης ή δεξαμενής κατακάθισης είναι εφοδιασμένες με διατάξεις θέρμανσης θα προβλέπεται σήμα αναγγελίας υψηλής θερμοκρασίας, αν μπορεί να συμβεί υπέρβαση του σημείου ανάφλεξης του καυσίμου πετρελαίου.
1. Οι αγωγοί αερισμού θα είναι από άκαυστο υλικό. Πάντως, βραχείς αγωγοί που το μήκος τους γενικά δεν υπερβαίνει τα 2 Μ και η διατομή τους δεν υπερβαίνει τα 0,02 M2 δεν απαιτείται να είναι άκαυστοι, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
.1 Οι αγωγοί αυτοί θα είναι από υλικό το οποίο, κατά την κρίση της Αρχής, παρουσιάζει μικρό κίνδυνο πυρκαϊάς,
.2 Μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο στα τελικά τμήματα του συστήματος αερισμού,
.3 Δεν θα ευρίσκονται σε απόσταση μικρότερη από 600 mm, που μετράται κατά μήκος του αγωγού, από άνοιγμα σε χώρισμα κλάσης «Α» ή «Β» περιλαμβανομένων των συνεχών οροφών κλάσης «Β».
2. Όπου οι αγωγοί αερισμού με ελεύθερη επιφάνεια διατομής που υπερβαίνει τα 0,02 M2 διέρχονται από διαφράγματα ή καταστρώματα κλάσης «Α» το άνοιγμα θα καλύπτεται με χαλύβδινο χιτώνιο, εκτός αν οι αγωγοί που διέρχονται από τα διαφράγματα ή καταστρώματα είναι από χάλυβα κοντά στη διέλευση από το κατάστρωμα ή το διάφραγμα και οι αγωγοί και τα χιτώνια θα πληρούν στο μέρος αυτό τις ακόλουθες απαιτήσεις: .1 Τα χιτώνια θα έχουν πάχος τουλάχιστον 3 mm και το μήκος τουλάχιστον 900 mm. Όταν διέρχονται από διαφράγματα, το μήκος αυτό θα χωρίζεται κατά προτίμηση, σε 450 mm σέ κάθε πλευρά του διαφράγματος. Οι αγωγοί αυτοί ή τα χιτώνια που καλύπτουν τέτοιους αγωγούς θα μονώνονται με μόνωσή πυρασφαλείας. Η μόνωση θα παρέχει τουλάχιστον την ίδια ακεραιότητα έναντι, πυρκαϊάς με το διάφραγμα ή το κατάστρωμα από το οποίο διέρχεται ό αγωγός. Μπορεί να προβλέπεται ισοδύναμη προστασία της διέλευσης, που να ικανοποιεί την Αρχή.
.2 Αγωγοί με ελεύθερη επιφάνεια διατομής που υπερβαίνει τα 0,075 M2, επιπλέον των απαιτήσεων της παραγράφου 2.1, θα εφοδιάζονται με πυροφράκτες. Ο πυροφράκτης θα λειτουργεί αυτόματα, αλλά θα έχει επίσης δυνατότητα χειροκίνητου κλεισίματος και από τις δύο πλευρές του διαφράγματος ή καταστρώματος. Ο πυροφράκτης θα εφοδιάζεται με ενδείκτη που θα δείχνει αν ο πυροφράκτης είναι ανοικτός ή κλειστός. Πάντως δεν απαιτούνται πυροφράκτές όπου οι αγωγοί διέρχονται από χώρους, που περιβάλλονται από χωρίσματα κλάσης «Α» χωρίς να εξυπηρετούν τους χώρους αυτούς, εφ’ όσον οι αγωγοί αυτοί έχουν την ίδια ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς με τα χωρίσματα που διαπερνούν.
3. Οι αγωγοί αερισμού χώρων μηχανών κατηγορίας Α, μαγειρείων, χώρων οχημάτων, χώρων φορτίου RO/RO ή χώρων ειδικής κατηγορίας δεν θα διέρχονται από χώρους ενδιαίτησης, χώρους υπηρεσίας ή σταθμούς ελέγχου εκτός αν οι αγωγοί είναι είτε:
.1.1 Κατασκευασμένοι από χάλυβα πάχους τουλάχιστον 3 mm ή 5mm για αγωγούς τα πλάτη ή οι διάμετροι των οποίων είναι μέχρι και 300mm και 760mm και άνω αντίστοιχα και στη περίπτωση τέτοιων αγωγών τα πλάτη ή οι διάμετροι των οποίων είναι μεταξύ 300mm και 760mm το πάχος του χάλυβα θα ευρίσκεται με παρεμβολή,
.1.2 κατάλληλα στηριγμένοι και ενισχυμένοι
.1.3 εφοδιασμένοι με αυτόματους πυροφράκτες κοντά στα οριακά χωρίσματα που διαπερνούν και
.1.4 μονωμένοι σε, βαθμό «Α—60» ως προς τους χώρους μηχανών, μαγειρεία, χώρους οχημάτων, χώρους φορτίου RO/RO ή χώρους ειδικής κατηγορίας, σε μήκος, τουλάχιστον 5 μέτρων από κάθε πυροφράκτη, είτε
.2.1 κατασκευασμένοι από χάλυβα σύμφωνα με τις παραγράφους 3.1.1. και 3.1.2 και
.2.2 μονωμένοι σε βαθμό «Α—60» μέσα στους χώρους ενδιαίτησης, χώρους υπηρεσίας και σταθμούς ελέγχου, με την εξαίρεσή ότι οι διελεύσεις από χωρίσματα κυρίων ζωνών θα πληρούν επίσης τις απαιτήσεις της παραγράφου 8.
4. Οι αγωγοί αερισμού χώρων ενδιαίτησης, χώρων υπηρεσίας ή σταθμών ελέγχου δεν θα διέρχονται από χώρους μηχανών Κατηγορίας Α, μαγειρεία, χώρους οχημάτων, χώρους φορτίου RO/RO ή χώρους ειδικής κατηγορίας εκτός αν είτε:
.1.1 Οι αγωγοί, όπου διέρχονται από χώρο μηχανών κατηγορίας Α, μαγειρείο, χώρο οχημάτων, χώρο φορτίου RO/RO ή χώρο ειδικής κατηγορίας, είναι κατασκευασμένοι από χάλυβα σύμφωνά με τις παραγράφους 3.1.1. και 3.1.2.
.1.2 Αυτόματοι πυροφράκτες είναι τοποθετημένοι κοντά στα οριακά χωρίσματα, που διαπερνώνται, και
.1.3 Διατηρείται η ακεραιότητα των οριακών χωρισμάτων του χώρου μηχανών, μαγειρείουj χώρου οχημάτων, χώρου φορτίου RO/RO ή χώρου ειδικής κατηγορίας στα σημεία διέλευσης, είτε
.2.1 Οι αγωγοί όπου διέρχονται από χώρο μηχανών κατηγορίας Α μαγειρείο, χώρο οχημάτων, χώρο φορτίου RO/RO ή χώρο ειδικής κατηγορίας είναι κατασκευασμένοι από χάλυβα, σύμφωνα με τις παραγράφους 3.1.1. και 3.1.2. και
2.2 Είναι μονωμένοι σε βαθμό «Α—60» μέσα στο χώρο μηχανών, μαγειρείο, χώρο οχημάτων, χώρο φορτίου RO/RO ή χώρο ειδικής κατηγορίας, με την εξαίρεση ότι οι διελεύσεις από χωρίσματα κυρίων ζωνών θα πληρούν επίσης τις απαιτήσεις της παραγράφου 8.
5. Αγωγοί αερισμού με ελεύθερη επιφάνεια διατομής, που υπερβαίνει τα 0,02m2 οι οποίοι διέρχονται από διαφράγματα κλάσης «Β» θα καλύπτονται με χαλύβδινα χιτώνια μήκους 900 mm που χωρίζονται κατά προτίμηση σε 450mm σε κάθε πλευρά των διαφραγμάτων εκτός αν ο αγωγός είναι από χάλυβα στο μήκος αυτό.
6. Θα λαμβάνονται μέτρα, όσο είναι πρακτικά δυνατό, αναφορικοί με τους σταθμούς ελέγχου έξω από τους χώρους μηχανών, που να εξασφαλίζουν την διατήρηση του αερισμού, της ορατότητας και της, απουσίας καπνού ώστε σε περίπτωση πυρκαϊάς, τα μηχανήματα και ο εξοπλισμός που περιέχονται σ’ αυτούς να μπορούν να ελέγχονται και να συνεχίζουν να λειτουργούν αποτελεσματικά. Θα προβλέπονται εναλλακτικά και χωριστά μέσα τροφοδότησης αέρα των δύο πηγών τροφοδότησης θα, έχουν τέτοια θέση ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος αναρρόφησης καπνού και από τις δύο εισαγωγές ταυτόχρονα.
Κατά την κρίση τής Αρχής, τέτοιες απαιτήσεις δεν χρειάζεται να εφαρμόζονται σέ σταθμούς ελέγχου, που ευρίσκονται και έχουν έξοδο σε ανοικτό κατάστρωμα ή όπου διατάξεις, τοπικού κλεισίματος θα ήταν εξ ίσου αποτελεσματικές.
7. Οι αγωγοί εξαγωγής, από χώρους μαγειρείων, όπου διέρχονται από χώρους ενδιαίτησης ή χώρους που περιέχουν καύσιμα υλικά θα είναι κατασκευασμένοι από χωρίσματα κλάσης Α. Κάθε αγωγός εξαγωγής θα εφοδιάζεται με:
.1 Λιποσυλλέκτη που θα μπορεί να αφαιρείται εύκολα για καθαρισμό.
2. Πυροφράκτη τοποθετημένο στο κατώτερο άκρο του αγωγού.
3. Διατάξεις που θα μπορούν να χειρίζονται μέσα από το μαγειρείο για την διακοπή των εξαεριστήρων, και
4. Μόνιμα μέσα για κατάσβεση πυρκαϊάς μέσα στον αγωγό.
8. Όπου σε επιβατηγό πλοίο είναι αναγκαία η διέλευση αγωγού αερισμού από χώρισμα κύριας κατακόρυύφης ζώνης θα τοποθετείται κοντά στο χώρισμα πυροφράκτης αυτομάτου κλεισίματος που θα παρέχει ασφάλεια σε περίπτωση βλάβης. Ο πυροφράκτης θα έχει επίσης δυνατότητα χειροκινήτου κλεισίματος από κάθε πλευρά του χωρίσματος. Η θέση χειρισμού θα είναι αμέσως προσιτή και θα σημαίνεται με κόκκινο ανακλαστικό χρώμα. Ο αγωγός μεταξύ του χωρίσματος και του πυροφράκτη θα είναι από χάλυβα ή άλλο ισοδύναμο υλικό και αν είναι αναγκαίο, θα μονώμεται ώστε να πληροί τις απαιτήσεις του Κανονισμού 18.1.1. Ο πυροφράκτης θα εφοδιάζεται τουλάχιστον στη μία πλευρά του χωρίσματος με ορατό ενδείκτη που θα δείχνει αν ο πυροφράκτης είναι στην ανοικτή θέση.
9. Οι κύριες εισαγωγές και εξαγωγές όλων των συστημάτων αερισμού θα μπορούν να κλείνονται έξω από τους αεριζόμενους χώρους.
10. Ο τεχνητός αερισμός των χώρων ενδιαίτησης, χώρων υπηρεσίας/ χώρων φορτίου, σταθμών ελέγχου και χώρων μηχανών θα μπορεί να διακόπτεται από εύκολα προσιτή θέση έξω από τον χώρο που εξυπηρετείται. Η θέση αύτη δεν θα αποκόπτεται εύκολα στην περίπτωση πυρκαϊάς στους χώρους που. εξυπηρετούνται. Τα μέσα που προβλέπονται για την διακοπή του τεχνητού αερισμού των χώρων θα είναι εντελώς χωριστά από τα μέσα που προβλέπονται διακοπή του αερισμού των άλλων χώρων.
1. Μία εξάρτηση πυροσβέστη θα αποτελείται από:
1.1.ατομικό εξοπλισμό, που περιλαμβάνει:
.1 Προστατευτική ενδυμασία από υλικό ικανό να προστατεύει το δέρμα από την θερμότητα που ακτινοβολείται από την πυρκαϊά και στα εγκαύματα και ζεμάτισμα από ατμό. Η εξωτερική επιφάνεια θα είναι ανθεκτική στο νερό.
.2 Μπότες και γάντια από ελαστικό ή άλλο μη ηλεκτρικά αγώγιμο υλικό.
.3 Άκαμπτο κράνος που παρέχει αποτελεσματική προστασία από κρούσεις.
.4. Ηλεκτρική λυχνία ασφαλείας (χειροφανό) εγκεκριμένου τύπου, με ελάχιστο χρόνο λειτουργίας τριών ωρών.
.5. Πέλεκυ που ικανοποιεί την Αρχή·
2. Αναπνευστική συσκευή εγκεκριμένου τύπου, που μπορεί να είναι
.1 Κράνος καπνού ή προσωπίδα καπνού που θα συνοδεύεται από κατάλληλη αεραντλία και εύκαμπτο σωλήνα αέρα επαρκούς μήκους φθάνει από αρκετά απομακρυσμένη, από άνοιγμα κύτους ή θύρα, θέση του ανοικτού καταστρώματος σέ οποιοδήποτε μέρος των κυτών ή των χώρων μηχανών. Εφ’ όσον για συμμόρφωση με αυτή την υποπαράγραφο, θα ήταν αναγκαίος εύκαμπτος σωλήνας αέρα μήκους μεγαλύτερου από 36m θα προβλέπεται σε αντικατάσταση ή επιπλέον αυτόνομη αναπνευστική συσκευή όπως θα καθορίζει η Αρχή, είτε
.2 Αυτόνομη αναπνευστική συσκευή πεπιεσμένου αέρα σε φιάλες που θα περιέχουν όγκο αέρα τουλάχιστον 1200 ή άλλη αυτόνομη αναπνευστική συσκευή που θα μπορεί να λειτουργεί για τουλάχιστον 30 πρώτα λεπτά. Θα υπάρχει στο πλοίο αριθμός αμοιβών γομώσεων κατάλληλων για χρήση με τις προβλεπόμενες συσκευές, που θα ικανοποιεί την Αρχή.
.2 Για κάθε αναπνευστική συσκευή θα προβλέπεται ένα πυράντοχο σωσίβιο σχοινί επαρκούς μήκους και αντοχής ικανό να συνδέεται με άγκιστρο στους ιμάντες της συσκευής ή σε ιδιαίτερη ζώνη για να αποφεύγεται η αποσύνδεση της αναπνευστικής συσκευής όταν χρησιμοποιείται το σωσίβιο σχοινί.
3. Όλα τα πλοία θα φέρουν τουλάχιστον δύο εξαρτήσεις πυροσβέστη που πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 1.
3.1. Επιπλέον θα προβλέπονται:
.1 Σε επιβατηγά πλοία για κάθε 80m ή μέρος αυτών από το άθροισμα των μηκών όλων των χώρων επιβατών και υπηρεσίας στο κατάστρωμα που ευρίσκονται τέτοιοι χώροι ή αν υπάρχουν περισσότερα από ένα τέτοια καταστρώματα, στο κατάστρωμα που έχει το μεγαλύτερο άθροισμα τέτοιων μηκών., δύο εξαρτήσεις πυροσβέστη και δυο σειρές ατομικού εξοπλισμού, που κάθε μία περιλαμβάνει τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1.1.1, 1.1.2., και 1.1.3 είδη.
.2 Σε δεξαμενόπλοια δύο εξαρτήσεις πυροσβέστου.
3.2. Σε επιβατηγά πλοία, που μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες για κάθε ζεύγος αναπνευστικών συσκευών θα προβλέπεται μία συσκευή παραγωγής ομίχλης νερού, που θα αποθηκεύεται κοντά σ’ αυτές τις αναπνευστικές συσκευές.
3.3. Η Αρχή μπορεί να απαιτήσει πρόσθετες, σειρές ατομικού εξοπλισμού και αναπνευστικές συσκευές λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος πλοίου.
4. Οι εξαρτήσεις πυροσβέστη ή οι σειρές ατομικού εξοπλισμού θα αποθηκεύονται έτσι ώστε να είναι εύκολα προσιτές και έτοιμες για χρήση και, όπου φέρονται περισσότερες από μία σειρές ατομικού εξοπλισμού θα αποθηκεύονται σε αρκετά απομακρυσμένες θέσεις. Σε επιβατηγά πλοία τουλάχιστο δυο εξαρτήσεις πυροσβέστη και μία σειρά ατομικού εξοπλισμού θα είναι διαθέσιμες σε οποιαδήποτέ θέση.
Όπου χωρίσματα κλάσης «Α» διαπερνώνται για τη διεύλευση ηλεκτρικών καλωδίων, σωλήνων, οχετών, αγωγών, κ.α ή για δοκούς, ζυγά ή άλλα κατασκευαστικά μέρη, θα υπάρχουν διατάξεις που θα εξασφαλίζουν ότι δεν επηρεάζεται δυσμενώς η αντίσταση στη πυρκαϊά, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του Κανονισμού 30.5.
1.2. Όπου χωρίσματα κλάσης «Β» διαπερνώνται για τη διέλευση ηλεκτρικών καλωδίων, σωλήνων, οχετών, αγωγών κ.α. ή για την τοποθέτηση τερματικών εξαρτημάτων αερισμού, φωτιστικών σωμάτων και παρόμοιών συσκευών, θα υπάρχουν διατάξεις, που θα εξασφαλίζουν ότι δεν επηρεάζεται δυσμενώς η αντίσταση στην πυρκαϊά.
2.1. Σωλήνες που διαπερνούν χωρίσματα κλάσης «Α» ή «Β» θα είναι από υλικά εγκεκριμένα από την Αρχή λαμβανομένης υπόψη της θερμοκρασίας στην οποία απαιτείται να αντέχουν τα χωρίσματα αυτά.
2.2. Όπου η Αρχή μπορεί να επιτρέψει την διοχέτευση πετρελαίου και καυσίμων υγρών μέσα από χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας, οι σωλήνες που διοχετεύουν το πετρέλαιο ή τα καύσιμα υγρά θα είναι από υλικό εγκεκριμένο από την Αρχή, λαμβανομένου υπόψη του κινδύνου πυρκαϊάς.
2:3. Υλικά, που προσβάλλονται εύκολα από την θερμότητα δεν θα χρησιμοποιούνται για ευδιαίους αποχέτευσης, εξαγωγές υγιεινής και άλλες εξαγωγές, που ευρίσκονται κοντά στην ίσαλο γραμμή και όπου η ζημιά του υλικού σε περίπτωση πυρκαϊάς θα μπορούσε να δημιουργήσει κίνδυνο κατάκλησης.
3. Ηλεκτρικά σώματα θέρμανσης, αν χρησιμοποιούνται, θα είναι στερεωμένα σε μόνιμες θέσεις και θα είναι έτσι κατασκευασμένα ώστε οι κίνδυνοι πυρκαϊάς να περιορίζονται στο ελάχιστο. Τα σώματα αυτά δεν θα έχουν το στοιχείο θέρμανσης εκτεθειμένο ώστε ιματισμός, παραπέτασμα ή άλλα παρόμοια υλικά να είναι δυνατόν να καούν επιφανειακά ή να αναφλεγούν από την θερμότητα του στοιχείου.
4. Κινηματογραφικές ταινίες, που έχουν βάση την νιτροκυτταρίνη δεν θα χρησιμοποιούνται στις κινηματογραφικές εγκαταστάσεις.
5. Όλα τα καλάθια αχρήστων θα κατασκευάζονται από άκαυστο υλικά, χωρίς ανοίγματα στις πλευρές ή τον πυθμένα..
6. Σε χώρους όπου είναι πιθανή διείσδυση πετρελαιοειδών, η επιφάνεια της μόνωσης θα είναι αδιαπέραστη από το πετρέλαιο ή τούς ατμούς του.
1. Πλοία ολικής χωρητικότητας 500 κόρων και άνω θα εφοδιάζονται με ένα τουλάχιστο διεθνή σύνδεσμο ξηράς που πληροί τις διατάξεις της παραγράφου 3.
2. Θα υπάρχει δυνατότητα χρησιμοποίησης του συνδέσμου αυτού σε οποιαδήποτε πλευρά του πλοίου.
3. Οι τυποποιημένες διαστάσεις των περιαυχενίων για τον διεθνή σύνδεσμο ξηράς θα είναι σύμφωνες με τον ακόλουθο πίνακα:
4. Ο σύνδεσμος θα είναι από χάλυβα ή άλλο κατάλληλο υλικό και θα είναι σχεδιασμένος για πίεση λειτουργίας 1,ON/mm2. Το περιαυχένιο θα έχει επίπεδη επιφάνεια, από τη μία πλευρά και από την άλλη πλευρά θα έχει μόνιμα προσαρμοσμένη σύνδεση που θα εφαρμόζει στην λήψη πυρκαϊάς και εύκαμπτο σωλήνα του πλοίου. Ο σύνδεσμος θα φυλάσσεται στο πλοίο μαζί με παρέμβυσμα από οποιοδήποτε υλικό κατάλληλο για πίεση λειτουργίας 1,ON/mm2 μαζί με τέσσερις κοχλίες διαμέτρου 16mm και μήκους 50mm και οκτώ παράκυκλους.
* Γίνεται μνεία της σύστασης, που περιέχεται στην, απόφαση Α.470 (XII) που υιοθετήθηκε από τον οργανισμό με τον τίτλο «Διεθνής Σύνδεσμος Ξηράς (πλευρά ξηράς)».
1. Σε όλα τα πλοία θα υπάρχουν μόνιμα εκτεθειμένα σχέδια γενικής διάταξης για καθοδήγηση των αξιωματικών του πλοίου, που θα απεικονίζουν καθαρά για κάθε κατάστρωμα τους σταθμούς ελέγχου, τους διάφορους πυρασφαλείς χώρους που περικλείονται από χωρίσματα κλάσης «Α», τους χώρους που περικλείονται από χωρίσματα κλάσης «Β» μαζί με στοιχεία των συστημάτων ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς, της εγκατάστασης αυτόματου, ραντισμού (SPRINKLER), των συσκευών κατάσβεσης πυρκαϊάς, των μέσων πρόσβασης στα διάφορα διαμερίσματα, καταστρώματα κ.λ.π. και του συστήματος αερισμού, περιλαμβανομένων στοιχείων για τις θέσεις ελέγχου των ανεμιστήρων, την θέση των πυροφρακτών και τους χαρακτηριστικούς αριθμούς των ανεμιστήρων αερισμού που εξυπηρετούν κάθε χώρο. Εναλλακτικά κατά την κρίση της Αρχής οι λεπτομέρειες που προαναφέρθηκαν μπορούν να καταχωρούνται σε εγχειρίδιο, αντίγραφο του οποίου θα χορηγείται σε κάθε αξιωματικό και ένα αντίγραφο θα είναι σε κάθε στιγμή διαθέσιμο στο πλοίο σε προσιτή θέση. Τα σχέδια και εγχειρίδια θα τηρούνται ενημερωμένα και κάθε αλλαγή θα καταχωρείται σ’ αυτά το ταχύτερο δυνατόν. Η περιγραφή στα σχέδια και εγχειρίδια αυτά θα είναι στην εθνική γλώσσα. Αν η εθνική γλώσσα δεν είναι η Αγγλική ή η Γαλλική, θα περιλαμβάνεται μετάφραση σε μία από αυτές τις γλώσσες. Επιπλέον οι οδηγίες που αφορούν στη συντήρηση και λειτουργία όλων των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού του πλοίου για την καταπολέμηση και εγκλωβισμό της πυρκαϊάς θα τηρούνται συγκεντρωμένες σε εγχειρίδιο εύκολα διαθέσιμο σε προσιτή θέση.
2. Σε όλα τα πλοία μία δεύτερη σειρά σχεδίων ελέγχου πυρκαϊάς ή ένα εγχειρίδιο, που περιέχει τέτοια σχέδια θα φυλάσσεται μόνιμα μέσα σε καιροστεγές περίβλημα με εμφανή σήμανση έξω από το υπερστέγασμα για υποβοήθηση του προσωπικού ξηράς που ασχολείται με την καταπολέμηση της πυρκαϊάς.
Σε όλα τα πλοία οι συσκευές κατάσβεσης πυρκαϊάς θα διατηρούνται σε καλή κατάσταση και θα είναι διαθέσιμες για άμεση χρήση σε κάθε στιγμή κατά τη διάρκεια του πλου.
1. Ο Κανονισμός αυτός εφαρμόζεται σε όλα τα πλοία.
2. Όπου στο Κεφάλαιο αυτό καθορίζεται οποιοσδήποτε τύπος συσκευής οργάνου, πυροσβεστικού μέσου ή διάταξής για οποιοδήποτε πλοίο, μπορεί να επιτραπεί οποιοσδήποτε άλλος τύπος συσκευής κ.λ.π. εφ’ όσον ’η Αρχή κρίνει ότι δεν είναι λιγότερο αποτελεσματικός.
1. Το σκάφος η υπερκατασκευή, τα κατασκευαστικά διαφράγματα, τα καταστρώματα και τα υπερστεγάσματα θα κατασκευάζονται από χάλυβα ή άλλο ισοδύναμο υλικό. Για το σκοπό εφαρμογής του ορισμού του χάλυβα ή άλλου, ισοδύναμου υλικού, όπως αυτός δίνεται στον Κανονισμό 3.7 η «εφαρμοζόμενη έκθεση στη φωτιά» θα συμφωνεί με τους βαθμούς ακεραιότητας και μόνωσης που δίνονται στους πίνακες των Κανονισμών 26 και 27. Για παράδειγμα, όπου χωρίσματα τέτοια, όπως καταστρώματα ή πλευρές και άκρα υπερστεγασμάτων, επιτρέπεται να έχουν ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς «Β—Ο» η «εφαρμοζόμενη έκθεση στη φωτιά» θα είναι διάρκειας μισής ώρας.
2. Πάντως στις περιπτώσεις όπου οποιοδήποτε τμήμα της κατασκευής είναι από κράμα αλουμινίου, θα εφαρμόζονται τα ακόλουθα:
.1 Η μόνωση των στοιχείων από κράμα αλουμινίου των χωρισμάτων κλάσης «Α» ή «Β» εκτός από την κατασκευή, που κατά την γνώμη της Αρχής, δεν φέρει φορτίο, θα είναι τέτοια ώστε η θερμοκρασία του κατασκευαστικού στελέχους (πυρήνα) να μην υψώνεται περισσότερο από 200°C, πάνω από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος σε κάθε στιγμή κατά τη διάρκεια της εφαρμοζόμενης έκθεσης στη φωτιά στη τυποποιημένη δοκιμή πυρκαϊάς.
.2 Ιδιαίτερη προσοχή θα δίνεται στη μόνωση των στοιχείων από κράμα αλουμινίου των στηλών, στυλιδίων και λοιπών κατασκευστικών μερών που απαιτούνται για την στήριξη των θέσεων στοιβασία σωσιβίων λέμβων και σωσιβίων σχεδιών, των περιοχών καθαίρεσης και επιβίβασης και των χωρισμάτων «Α» και «Β» κλάσης ώστε ναι εξασφαλίζεται:
.2.1 ότι για τα μέρη που υποστηρίζουν περιοχές σωσιβίων λέμβων και σωσιβίων σχεδιών και χωρίσματα κλάσης «Α» ο περιορισμός ανύψωσης της θερμοκρασίας που καθορίζεται στην παράγραφο 2.1 θα εφαρμόζεται στο τέλος της μιας ώρας, και
.2.2 ότι για τα μέρη που απαιτούνται να υποστηρίζουν χωρίσματα κλάσης «Β» ο περιορισμός ανύψωσης της θερμοκρασίας που καθορίζεται στην παράγραφο 2.1 θα εφαρμόζεται στο τέλος της μισής ώρας.
3. Οροφές και περιφράγματα των χώρων μηχανών Κατηγορίας Α θα είναι από χαλύβδινη κατασκευή, επαρκώς μονωμένη και τα ανοίγματά τους, αν υπάρχουν, θα έχουν κατάλληλη διάταξη και προστασία ώστε να εμποδίζουν την εξάπλωση της φωτιάς.
1.1 Για πλοία πoυ μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες, σκάφος, οι υπερκατασκευή και τα υπερστεγάσματα θα υποδιαιρούνται σε κύριες κατακόρυφες ζώνες με χωρίσματα κλάσης «Α». Οι βαθμίδες και οι εσοχές θα περιορίζονται στο ελάχιστο, αλλ' όπου είναι απαραίτητες θα είναι επίσης χωρίσματα κλάσης «Α».
Τα χωρίσματα αυτά θα έχουν βαθμούς μόνωσης σύμφωνα με τους πίνακες του Κανονισμού 26.
1.2 Για πλοία, που μεταφέρουν όχι περισσότερους από 36 επιβάτες, το σκάφος, η υπερκατασκευή και τα υπερστεγάσματα σε χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας θα υποδιαιρούνται σε κύριες κατακόρυφες ζώνες με χωρίσματα κλάσης «Α». Τα χωρίσματα αυτά θα έχουν βαθμούς μόνωσης σύμφωνα με τους πίνακες του Κανονισμού 27.
2. Όσο είναι πρακτικά δυνατό, τα διαφράγματα που σχηματίζουν τα όρια των κυρίων κατακορύφων ζωνών πάνω από το κατάστρωμά στεγανών θα αποτελούν συνέχεια των στεγανών διαφραγμάτων υποδιαίρεσης, που ευρίσκονται αμέσως κάτω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων.
3. Τα διαφράγματα αυτά θα εκτείνονται από κατάστρωμα σε κατάστρωμα και μέχρι το κέλυφος του πλοίου ή άλλα όρια.
4. Όπου μία κυρία κατακόρυφη ζώνη υποδιαιρείται από οριζόντια χωρίσματα κλάσης «Α» σε οριζόντιες ζώνες με σκοπό τον κατάλληλο διαχωρισμό ζωνών του πλοίου με σύστημα αυτομάτου ραντισμού (SPRINKLER) από ζώνες του πλοίου χωρίς τέτοιο σύστημα, τα χωρίσματα θα εκτείνονται μεταξύ γειτονικών διαφραγμάτων κυριών κατακορύφων ζωνών και μέχρι το κέλυφος ή τα εξωτερικά όρια του πλοίου και θα μονώνονται σύμφωνα με τους βαθμούς μόνωσης και ακεραιότητας έναντι πυρκαϊάς που δίνονται στον πίνακα 26.3 ή στον πίνακα 27.2.
5.1. Σε πλοία σχεδιασμένα για ειδικούς σκοπούς, όπως οχηματαγωγά που μεταφέρουν αυτοκίνητα ή σιδηροδρομικά οχήματα, όπου η πρόβλεψη διαφραγμάτων κυρίας κατακόρυφης ζώνης θα αχρήστευε το σκοπό για τον οποίο το πλοίο προορίζεται θα χρησιμοποιούνται σε αντικατάσταση ισοδύναμα μέσα για τον έλεγχο και τον περιορισμό της πυρκαϊάς ειδικά εγκεκριμένα από την Αρχή.
5.2. Πάντως σε πλοίο με χώρους ειδικής κατηγορίας, οποιοσδήποτε τέτοιος χώρος θα πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 37 που έχουν εφαρμογή, και εφ’ όσον τέτοια συμμόρφωση δεν θα ήταν σύμφωνη με την συμμόρφωση προς άλλες απαιτήσεις του Μέρους αυτού, οι απαιτήσεις του Κανονισμού 37 θα υπερισχύουν.
1.1. Για πλοία, που μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες, όλα τα διαφράγματα, που δεν απαιτείται να είναι χωρίσματα κλάσης «Α» θα είναι τουλάχιστον χωρίσματα κλάσης «Β» ή «C» όπως προσδιορίζει στους πίνακες του Κανονισμού 26. .
1.2. Για πλοία που μεταφέρουν όχι περισσότερους από 36 επιβάτες, όλα τα διαφράγματα μέσα στους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας που δεν απαιτείται να είναι χωρίσματα κλάσης «Α» θα είναι τουλάχιστον κλάσης «Β» ή «C» όπως προσδιορίζονται στους πίνακες του Κανονισμού 27.
1.3. Όλα τα χωρίσματα αυτά μπορούν να επικαλύπτονται με καύσιμα υλικά σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 34.
2. Όλα τα διαφράγματα των διαδρόμων, όπου δεν απαιτείται να είναι κλάσης «Α», θα είναι χωρίσματα κλάσης «Β» που θα εκτείνονται από κατάστρωμα σε κατάστρωμα εκτός από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
.1 Όταν συνεχείς οροφές ή επενδύσεις κλάσης «Β» είναι τοποθετημένες και στις δυο πλευρές του διαφράγματος, το τμήμα του διαφράγματος πίσω από τη συνεχή οροφή ή επένδυση θα είναι από υλικό που στο πάχος και στη σύνθεση είναι αποδεκτό για την κατασκευή χαρισμάτων κλάσης «Β» αλλά που απαιτείται να έχει βαθμό ακεραιότητας κλάσης «Β» μόνο όσο είναι λογικό και πρακτικό κατά την κρίση της Αρχής.
.2 Στη περίπτωση πλοίου που προστατεύεται με σύστημα αυτομάτου ραντισμού (SPRINKLER) που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 12, τα διαφράγματα των διαδρόμων από υλικά κλάσης «Β» μπορούν να καταλήγουν σε οροφή μέσα στο διάδρομο, με τη προϋπόθεση ότι μια τέτοια οροφή είναι από υλικό που, στο πάχος και στη σύνθεση είναι αποδεκτό για την κατασκευή χωρισμάτων κλάσης «Β». Ανεξάρτητα από τις απαιτήσεις των Κανονισμών 26 και 27, τέτοια διαφράγματα και οροφές θα απαιτείται να έχουν βαθμό ακεραιότητας κλάσης «Β» μόνο όσο είναι λογικό και πρακτικό κατά την κρίση της Αρχής. Όλες οι θύρες και τα πλαίσια σε τέτοια διαφράγματα θα είναι από άκαυστα υλικά και θα είναι κατασκευασμένες και τοποθετημένες κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται σημαντική αντίσταση στη πυρκαϊά κατά την κρίση της Αρχής.
3. Όλα τα διαφράγματα, πού απαιτείται να είναι χωρίσματα κλάσης «Β», εκτός από τα διαφράγματα των διαδρόμων, θα εκτείνονται από κατάστρωμα σε κατάστρωμα και μέχρι το κέλυφος του πλοίου ή άλλα όρια, εκτός αν συνεχείς οροφές ή επενδύσεις κλάσης «Β» είναι τοποθετημένες και στις δυο πλευρές του διαφράγματος οπότε το διάφραγμα μπορεί να καταλήγει στη συνεχή οροφή ή επένδυση.
1. Επιπλέον προς την συμμόρφωση με τις ειδικές διατάξεις για την ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς των διαφραγμάτων και καταστρωμάτων, που αναφέρονται σε άλλα σημεία του Μέρους αυτού, ή ελάγιστη ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς όλων των διαφραγμάτων και καταστρωμάτων θα είναι όπως καθορίζεται στους πίνακες 26.1 μέχρι 26.4 όπου λόγω οποιωνδήποτε ειδικών κατασκευαστικών διατάξεων του πλοίου, αντιμετωπίζεται δυσκολία στον προσδιορισμό από τους πίνακες της ελάχιστης ακεραιότητας έναντι πυρκαϊάς οποιωνδήποτε χωρισμάτων, οι τιμές αυτές θα καθορίζονται κατά την κρίση της Αρχής.
2. Οι ακόλουθες απαιτήσεις θα ρυθμίζουν την εφαρμογή των πινάκων:
.1 Ο πίνακας 26.1 θα εφαρμόζεται σε διαφράγματα, που αποτελούν όρια κυρίων κατακορύφων ζωνών ή οριζόντιων ζωνών.
Ο πίνακας 26.2 θα. εφαρμόζεται, σε διαφράγματα, που δεν αποτελούν όρια κυρίων κατακορύφων ζωνών ούτε οριζοντίων ζωνών.
Ο πίνακας 26.3 θα εφαρμόζεται σε καταστρώματος που σχηματίζουν βαθμίδες σε κύριες κατακόρυφες ζώνες ή αποτελούν όρια οριζοντίων ζωνών.
Ο πίνακας 26.4 θα εφαρμόζεται σε καταστρώματα, που δεν σχηματίζουν βαθμίδες σε κύριες κατακόρυφες ζώνες ούτε αποτελούν όρια οριζοντίων ζωνών.
.2 Με σκοπό τον καθορισμό των καταλλήλων βαθμών ακεραιότητας έναντι πυρκαϊάς που θα εφαρμόζονται σε χωρίσματα μεταξύ γειτονικών χώρων, οι χώροι αυτοί έχουν ταξινομηθεί σύμφωνα με τον κίνδυνο πυρκαϊάς, που παρουσιάζουν, όπως φαίνεται παρακάτω, στις κατηγορίες (1) μέχρι (14). Όπου τα περιεχόμενα και η χρήση ενός χώρου είναι τέτοια ώστε να δημιουργείται αμφιβολία ως προς την ταξινόμησή του για το σκοπό του Κανονισμού αυτού, θα θεωρεί μάλλον τυπικός παρά περιοριστικός. Ο αριθμός μέσα στις παρενθέσεις, που προηγείται κάθε κατηγορίας αναφέρεται στον αριθμό της στήλης ή γραμμής των πινάκων που έχει εφαρμογή.
(1) Σταθμοί ελέγχου
Χώροι που περιέχουν πηγές ενέργειας και φωτισμού ανάγκης.
Οιακιστήριο και θάλαμος χαρτών.
Χώροι που περιέχουν τις συσκευές ραδιοτηλεγραφίας του πλοίου.
Χώροι κατάσβεσης πυρκαϊάς, σταθμοί ελέγχου και καταγραφής πυρκαϊάς.
Χώρος ελέγχου των προωστηρίων μηχανημάτων, όταν ευρίσκεται έξω από το χώρο προωστηρίων μηχανημάτων.
Χώροι που περιέχουν τον κεντρικό εξοπλισμό συναγερμού πυρκαϊάς.
Χώροι, που περιέχουν τους σταθμούς και τον εξοπλισμό του κεντρικού συστήματος ενδοσυνεννόησης ανάγκης.
(2) Κλίμακες
Εσωτερικές κλίμακες, ανελκυστήρες, και κυλιόμενες κλίμακες (εκτός από εκείνες που περιέχονται εξ ολοκλήρου στους χώρους μηχανών) για επιβάτες και πλήρωμα και οι χώροι που περικλείονται από τα περιφράγματά τους. Σημειώνεται σχετικά ότι κλίμακα περίκλειστη σε ένα μόνο επίπεδο, θα θεωρείται ως τμήμα του χώρου από τον οποίο δεν διαχωρίζεται με θύρα πυρασφάλειας.
(3) Διάδρομοι
Διάδρομοι και προθάλαμοι επιβατών και πληρώματος.
(4) Σταθμοί χειρισμού και επιβίβασης σωσιβίων λεμβών και σχεδίων.
Ανοικτοί χώροι καταστρωμάτων και κλειστοί χώροι περιπάτου που σχηματίζουν σταθμούς επιβίβασης και καθαίρεσης σωσιβίων λέμβων και σωσιβίων σχεδιών.
(5) Ανοικτοί χώροι καταστρωμάτων
Ανοικτοί χώροι καταστρωμάτων και κλειστοί χώροι περίπατου μακριά από τους σταθμούς επιβίβασης, και καθαίρεσης σωσιβίων . λέμβων και σωσιβίων σχεδιών.
Υπαίθριος χώρος (ο εκτός των υπερκατασκευών και υπερστεγασμάτων χώρος).
(6) Χώροι ενδιαίτησης μικρού κινδύνου πυρκαϊάς
Καμπίνες που περιέχουν επίπλωση και εξοπλισμό περιορισμένου κινδύνου πυρκαϊάς.
Γραφεία και ιατρεία, που περιέχουν επίπλωση και εξοπλισμό περιορισμένου κινδύνου πυρκαϊάς.
Κοινόχρηστοι χώροι, που περιέχουν, επίπλωση και εξοπλισμό περιορισμένου κινδύνου πυρκαϊάς και καταλαμβάνουν επιφάνεια καταστρώματος μικρότερη από 50 τετραγωνικά μέτρα.
(7) Χώροι ενδιαίτησης μέσου κινδύνου πυρκαϊάς
Χώροι όπως της κατηγορίας (6) παραπάνω αλλά που περιέχουν επίπλωση και εξοπλισμό όχι περιορισμένου κινδύνου πυρκαϊάς.
Κοινόχρηστοι χώροι, που περιέχουν επίπλωση και εξοπλισμό περιορισμένου κινδύνου πυρκαϊάς και καταλαμβάνουν επιφάνεια καταστρώματος 50 τετραγωνικά μέτρα και άνω.
Απομονωμένα ερμάρια και μικρές αποθήκες σε χώρους ενδιαίτησης.
Καταστήματα πωλήσεων
Χώροι προβολής και φύλαξης κινηματογραφικών ταινιών.
Χώροι παρασκευής διαιτητικών φαγητών (που δεν περιέχουν γυμνές φλόγες).
Ερμάρια ειδών καθαρισμού (στα οποία δεν αποθηκεύονται εύφλεκτα υγρά).
Εργαστήρια (στα οποία δεν αποθηκεύονται εύφλεκτα υγρά).
Μικρά στεγνωτήρια (που καταλαμβάνουν επιφάνεια καταστρώματος 4 τετραγωνικά μέτρα ή μικρότερη)
Χώροι φύλαξης αξιών
(8) Χώροι ενδιαίτησης μεγάλου κινδύνου πυρκαϊάς
Κοινόχρηστοι χώροι, που περιέχουν επίπλωση και εξοπλισμό όχι περιορισμένου κινδύνου πυρκαϊάς και καταλαμβάνουν επιφάνεια καταστρώματος 50 τετραγωνικά μέτρα και άνω.
Κουρεία και αίθουσες καλλωπισμού
(9) Χώροι υγιεινής και παρόμοιοι χώροι
Κοινόχρηστοι χώροι υγιεινής, καταιονιστήρες, λουτρά, αποχωρητήρια κ.λπ.
Μικροί χώροι πλυντηρίων
Χώροι εσωτερικών κολυμβητηρίων
Χειρουργεία
Απομονωμένα κυλικεία μέσα στους χώρους ενδιαίτησης, που δεν περιέχουν συσκευές μαγειρικής.
Ιδιαίτεροι χώροι υγιεινής θα θεωρούνται ως τμήμα, του χώρου μέσα στον οποίο ευρίσκονται.
(10) Δεξαμενές, κενοί χώροι και χώροι βοηθητικών μηχανημάτων που έχουν μικρό ή καθόλου κίνδυνο πυρκαϊάς.
Δεξαμενές νερού, που αποτελούν τμήμα της κατασκευής του πλοίου.
Κενοί χώροι και στεγανοί διαχωριστικοί χώροι (COFFERDAM).
Χώροι βοηθητικών μηχανημάτων που δεν περιέχουν μηχανήματα που έχουν σύστημα λίπανσης με πίεση και όπου απαγορεύεται η αποθήκευση καυσίμων υλικών όπως:
Διαμερίσματα αερισμού και κλιματισμού, διαμέρισμα βαρούλκου αγκύρας, χώρος μηχανισμού πηδαλίου, διαμέρισμα σταθερωτήρων, διαμέρισμα κινητήρων ηλεκτρικής πρόωσης, διαμερίσματα που περιέχουν μερικούς ηλεκτρικούς πίνακες και αποκλειστικά ηλεκτρικό εξοπλισμό εκτός από μετασχηματιστές ελαίου (πάνω από 10 KVA), σήραγγες αξόνων και οχετοί σωληνώσεων, χώροι αντλιών και ψυκτικών μηχανημάτων (που δεν χρησιμοποιούν εύφλεκτα υγρά).
Κλειστοί οχετοί, που εξυπηρετούν τους παραπάνω χώρους.
Άλλοι κλειστοί οχετοί όπως οχετοί σωλήνων και καλωδίων.
(11) Χώροι βοηθητικών μηχανημάτων, χώροι φορτίου, χώροι ειδικής κατηγορίας δεξαμενές φορτίου πετρελαίου και άλλες πετρελαιοδεξαμενές και λοιποί παρόμοιοι χώροι μέσου κινδύνου πυρκαϊάς.
Δεξαμενές φορτίου πετρελαίου.
Κύτη φορτίου, οχετοί και στόμιά κυτών.
Ψυκτικοί θάλαμοι.
Δεξαμενές καυσίμου πετρελαίου (όπου είναι εγκατεστημένες σε χωριστό διαμέρισμα χωρίς μηχανήματα).
Σήραγγες άξονα και οχετοί σωληνώσεων, όπου επιτρέπεται η αποθήκευση ευφλέκτων υλικών.
Χώροι βοηθητικών μηχανημάτων, όπως της Κατηγορίας (10) που περιέχουν μηχανήματα που έχουν σύστημα λίπανσης με πίεση ή στους οποίους επιτρέπεται η αποθήκευση καυσίμων υλικών.
Σταθμοί πλήρωσης καυσίμου πετρελαίου
Χώροι που περιέχουν ηλεκτρικούς μετασχηματιστές ελαίου (πάνω από 1 O.KVA).
Χώροι που περιέχουν ατμοστροβίλους και παλινδρομικές ατμομηχανές που κινούν βοηθητικές ηλεκτρογεννήτριες και μικρές μηχανές εσωτερικής καύσης με ισχύ εξόδoυ μέχρι 110KW πoυ κινούν ηλεκτρογεννήτριες ανάγκης, αντλίες αυτομάτου ραντισμού, καταιονισμού ή πυρκαϊάς, αντλίες υδροσυλλεκτών κ.λπ.
Χώροι ειδικής κατηγορίας (εφαρμόζονται μόνο οι πίνακες 26.1 και 26.3).
Κλειστοί οχετοί, που εξυπηρετούν τους παραπάνω χώρους.
(12) χώροι μηχανών και κύρια μαγειρεία
Χώροι κυρίων μηχανών πρόωσης (εκτός από χώρους κινητήρων ηλεκτρικής πρόωσης) και χώροι λεβήτων.
Χώροι βοηθητικών μηχανημάτων, εκτός από εκείνους των κατηγοριών (10) και (11) που περιέχουν μηχανήματα εσωτερικής καύσης ή άλλες μονάδες καύσης πετρελαίου, θέρμανσης ή άντλησης.
Κύρια μαγειρεία και παραρτήματα, τους.
Οχετοί και αγωγοί που οδηγούν στους παραπάνω χώρους.
(13) Αποθήκες, εργαστήρια, κυλικεία κ.λπ.
Κύρια κυλικεία που δεν αποτελούν παραρτήματα των μαγειρείων Κύριο πλυντήριο.
Μεγάλα στεγνωτήρια (που καταλαμβάνουν επιφάνεια καταστρώματος μεγαλύτερη από 4 τετραγωνικά μέτρα).
Διάφορες αποθήκες.
Χώροι ταχυδρομείου και αποσκευών.
Χώροι απορριμάτων.
Συνεργεία (που δεν αποτελούν τμήμα των χώρων μηχανών μαγειρείων κ.λπ.)
(14) Άλλοι χώροι στους οποίους αποθηκεύονται εύφλεκτα υγρά Χώροι λυχνιών.
Χώροι χρωμάτων .
Αποθήκες που περιέχουν εύφλεκτα υγρά (περιλαμβανομένων βαφών, φαρμάκων κ.λπ.).
Εργαστήρια (στα οποία αποθηκεύονται εύφλεκτα υγρά)
.3 Όπου εμφανίζεται μία μοναδική τιμή για την ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς ενός χωρίσματος μεταξύ δυο χώρων, η τιμή αυτή θα εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις.
.4 Κατά τον καθορισμό του βαθμού ακεραιότητας έναντι πυρκαϊάς που θα εφαρμοσθεί σε χώρισμα μεταξύ δύο χώρων μέσα σε μία κύρια κατακόρυφη ζώνη ή οριζόντια ζώνη που δεν προστατεύεται από σύστημα αυτόματου ραντισμού που πληροί τις απαιτήσεις του Κανονισμού 12 ή μεταξύ τέτοιων ζωνών από τις οποίες καμιά δεν προστατεύεται κατ’ αυτό τον τρόπο θα εφαρμόζεται η υψηλότερη από τις δύο τιμές που δίνονται στους πίνακες.
.5 Κατά τον καθορισμό του βαθμού ακεραιότητας έναντι πυρκαϊάς που θα εφαρμοσθεί σε χώρισμα μεταξύ δύο χώρων μέσα σε μία κύρια κατακόρυφη ζώνη ή οριζόντια ζώνη που προστατεύεται από σύστημα αυτόματου ραντισμού που πληροί τις. απαιτήσεις του Κανονισμού 12 ή μεταξύ τέτοιων ζωνών, από τις οποίες και οι δύο προστατεύονται κατ’ αυτό τον τρόπο, θα εφαμρόζεται η χαμηλότερη από τις δύο τιμές που δίνοντας στους πίνακες. Όπου μία ζώνη που προστατεύεται από σύστημα αυτομάτου ραντισμού και, μία ζώνη που δεν προστατεύεται από σύστημά αυτομάτου ραντισμού συναντώνται μέσα σε χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας, ή υψηλότερη από τις δύο τιμές που δίνονται. στους πίνακες θα εφαρμόζεται στο χώρισμά μεταξύ των ζωνών.
.6 Χωρίς να αγνοούνται οι διατάξεις του Κανονισμού 35, δεν υπάρχουν ειδικές απαιτήσεις για το υλικό ή την ακεραιότητα χωρισμάτων όπου εμφανίζεται μόνο μία παύλα στους πίνακες.
.7 Η Αρχή θα καθορίζει, αναφορικά με τους χώρους κατηγορίας (5), αν οι τιμές μόνωσης στον πίνακα 26.1 ή 26.2 θα εφαρμόζονται στα άκρα υπερστεγασμάτων και υπερκατασκευών και αν οι τιμές μόνωσης στον πίνακα 26.3 ή 26.4 θα εφαρμόζονται στα εκτεθειμένα στον καιρό καταστρώματα. Σε καμιά περίπτωση οι απαιτήσεις της κατηγορίας (5) των πινάκων 26.1 μέχρι 26.4 θα επιβάλλουν κλείσιμο των χώρων που κατά την κρίση της Αρχής δεν χρειάζεται να είναι περίκλειστος
3. Μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι συνεχείς οροφές ή επενδύσεις κλάσης «Β» σε συνεργασία με τα αντίστοιχα καταστρώματα ή διαφράγματα μετέχουν εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στην απαιτούμενη μόνωση και ακεραιότητα ενός χωρίσματος.
4. Κατά την έγκριση κατασκευαστικών λεπτομερειών πυροπροστασίας η Αρχή θα λαμβάνει υπόψη τον κίνδυνο μετάδοσης θερμότητας στις τομές και στα τερματικά σημεία των απαιτουμένων θερμικών φραγμάτων.
1. Επί πλέον προς την συμμόρφωση με τις ειδικές διατάξεις για την ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς διαφραγμάτων και καταστρωμάτων, που αναφέρονται σε άλλα σημεία του Μέρους αυτού, η ελάχιστη ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς των διαφραγμάτων και καταστρωμάτων θα είναι όπως καθορίζεται στον πίνακα 27.1 και στον πίνακα 27.2.
2. Οι ακόλουθες απαιτήσεις θα ρυθμίζουν την εφαρμογή των πινάκων:
.1 Οι πίνακες 27.1 και 27.2 θα εφαρμόζονται αντίστοιχα στα διαφράγματα και καταστρώματα που χωρίζουν γειτονικούς χώρους.
.2 Για τον καθορισμό των καταλλήλων βαθμών ακεραιότητας έναντι πυρκαϊάς που θα εφαρμόζονται σε χωρίσματα μεταξύ γειτονικών χώρων, οι χώροι αυτοί έχουν ταξινομηθεί σύμφωνα με τον κίνδυνο πυρκαϊάς που παρουσιάζουν όπως φαίνεται παρακάτω στις κατηγορίες (1) μέχρι (11). Ο τίτλος κάθε κατηγορίας είναι μάλλον τυπικός παρά περιοριστικός. Ο αριθμός μέσα στις παρενθέσεις, που προηγείται κάθε κατηγορίας αναφέρεται στον αριθμό της στήλης ή γραμμής των πινάκων που έχει εφαρμογή.
(1) Σταθμοί ελέγχου:
Χώροι που περιέχουν πηγές ενέργειας και φωτισμού ανάγκης.
Οιακιστήριο και θάλαμος χαρτών.
Χώροι που περιέχουν τις συσκευές ραδιοτηλεγραφίας του πλοίου.
Χώροι κατάσβεσης πυρκαϊάς, σταθμοί ελέγχου και καταγραφής πυρκαϊάς.
Χώρος ελέγχου των προωστηρίων μηχανημάτων όταν ευρίσκεται έξω από το χώρο μηχανών.
Χώροι που περιέχουν τον κεντρικό εξοπλισμό συναγερμού πυρκαϊάς.
(2) Διάδρομοι
Διάδρομοι και προθάλαμοι επιβατών και πληρώματος
(3) Χώροι ενδιαίτησης
Χώροι όπως ορίζονται στον Κανονισμό 3.10 έκτος από διαδρόμους.
(4) Κλίμακες
Εσωτερικές, κλίμακες, ανελκυστήρες και κυλιόμενες κλίμακες (εκτός από εκείνες, πού περιέχονται εξ ολοκλήρου στους χώρους μηχανών) και οι χώροι πού περικλείονται από τα περιφράγματά τους.
Σημειώνεται σχετικά ότι κλίμακα περίκλειστη σε ένα μόνο επίπεδο θα θεωρείται ως τμήμα του χώρου από τον οποίο δεν χωρίζεται με θύρα πυρασφαλείας.
(5) Χώροι υπηρεσίας (μικρού κινδύνου πυρκαϊάς).
Ερμάρια και αποθήκες που έχουν επιφάνειες κάτω από 2m2, στεγνωστήρια και πλυντήρια.
(6) Χώροι μηχανών κατηγορίας Α:
Χώροι όπως ορίζονται στον Κανονισμό 3.19.
(7) Άλλοι χώροι μηχανών
Χώροι όπως ορίζονται στον Κανονισμό 3.20 εκτός από χώρους μηχανών κατηγορίας Α.
(8) Χώροι φορτίου
Όλοι οι χώροι που χρησιμοποιούνται για φορτίο (περιλαμβανομένων των δεξαμενών φορτίου πετρελαίου) και οχετοί και στόμια κυτών των χώρων αυτών, εκτός από τους χώρους ειδικής κατηγορίας.
(9) Χώροι υπηρεσίας (μεγάλου κινδύνου πυρκαϊάς)
Μαγειρεία, κυλικεία που περιέχουν συσκευές μαγειρικής, αποθήκες χρωμάτων και λυχνιών, ερμάρια και αποθήκες που έχουν επιφάνεια 2m2 ή μεγαλύτερη και συνεργεία εκτός από εκείνα που αποτελούν τμήμα των χώρων μηχανών.
(10) Ανοικτά καταστρώματα
Χώροι ανοικτών καταστρωμάτων και κλειστοί χώροι περιπάτου που δεν παρουσιάζουν κίνδυνο πυρκαϊάς. Υπαίθριοι χώροι (οι εκτός των υπερκατασκευών και υπερστεγασμάτων χώροι).
(11) Χώροι ειδικής κατηγορίας
Χώροι όπως ορίζονται στον Κανονισμό 3.18.
.3 Κατά τον καθορισμό του βαθμού ακεραιότητας έναντι πυρκαϊάς που θα εφαρμοσθεί σε χώρισμα μεταξύ δύο χώρων μέσα σε μια κύρια κατακόρυφη ζώνη ή οριζόντια ζώνη που δεν προστατεύεται από σύστημα αυτομάτου ραντισμού που πληροί τις απαιτήσεις του Κανονισμού 12, ή μεταξύ τέτοιων ζωνών από τις οποίες καμιά δεν προστατεύτεται κατ’ αυτό τον τρόπο θα εφαρμόζεται η υψηλότερη από τις δύο τιμές που δίνονται στους πίνακες.
.4 Κατά τον καθορισμό του βαθμού ακεραιότητας έναντι πυρκαϊάς που θα εφαρμοσθεί σε χώρισμα μεταξύ δύο χώρων μέσα σε μία κύρια κατακόρυφη ζώνη ή οριζόντια, ζώνη που προστατεύεται από σύστημα αυτόματου ραντισμού, που πληροί τις απαιτήσεις του Κανονισμού 12, ή μεταξύ τέτοιων ζωνών από τις οποίες και οι δύο προστατεύονται κατ’ αυτό τον τρόπο, θα εφαρμόζεται η χαμηλότερη από τις δύο τιμές που δίνονται στους πίνακες. Όπου μία ζώνη που προστατεύεται από σύστημα αυτόματου ραντισμού και μία ζώνη που δεν προστατεύεται από σύστημα, αυτόματου ραντισμού συναντώνται μέσα σέ χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας, ή υψηλότερη από τις δύο τιμές, που δίνονται στους πίνακες θα εφαρμόζεται στο χώρισμα μεταξύ των ζωνών.
3. Μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι, συνεχείς οροφές ή επενδύσεις κλάσης «Β» σε συνεργασία με τα αντίστοιχα καταστρώματα ή διαφράγματα, μετέχουν εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στην απαιτούμενη μόνωση και ακεραιότητα ενός χωρίσματος.
4. Σε εξωτερικά οριακά χωρίσματα που από τον Κανονισμό 23.1 απαιτείται να είναι από χάλυβα ή άλλο ισοδύναμο υλικό,· μπορεί να γίνονται οπές για την τοποθέτηση παραθύρων και παραφωτίδων εφ’ όσον δεν απαιτείται από άλλη διάταξη του Κεφαλαίου αυτού να έχουν τα χωρίσματα αυτά ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς κλάσης «Α».
Με όμοιο τρόπο, οι θύρες σε τέτοια διαφράγματα που δεν απαιτείται να έχουν ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς κλάσης «Α» μπορούν να είναι από υλικά που ικανοποιούν την Αρχή.
1. Τα κλιμακοστάσια και οι κλίμακες θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε να παρέχουν μέσα άμεσης διαφυγής προς το κατάστρωμα επιβίβασης στις σωσίβιες λέμβους και σχεδίες, από όλους τους χώρους επιβατών και πληρώματος και από τους χώρους, στους οποίους απασχολείται συνήθως το πλήρωμα, εκτός από τους χώρους μηχανών.
Ειδικότερα θα πληρούνται οι ακόλουθες διατάξεις:
.1 Κάτω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων θα προβλέπονται δύο μέσα διαφυγής, από τα οποία τουλάχιστον ένα θα είναι ανεξάρτητο στεγανών θυρών, από κάθε στεγανό διαμέρισμα ή παρόμοια περιορισμένο χώρο ή συγκρότημα χώρων. Κατ’ εξαίρεση η Αρχή μπορεί να επιτρέψει ένα μόνο μέσο διαφυγής, αφού λάβει κατάλληλα υπόψη της τη φύση και θέση των χώρων και τον αριθμό των ατόμων που θα μπορούσαν κανονικά να ενδιαιτηθούν ή να απασχοληθούν εκεί.
.2 Πάνω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων θα προ- βλέπονται δύο τουλάχιστον μέσα διαφυγής από κάθε κύρια κατακόρυφη ζώνη ή παρόμοια περιορισμένο χώρο ή συγκρότημα χώρων από τα οποία ένα τουλάχιστον θα παρέχει διέξοδο σε κλιμακοστάσιο, που αποτελεί κατακόρυφη διαφυγή.
.3 Αν ο σταθμός ραδιοτηλεγραφίας δεν έχει απ’ ευθείας διέξοδο στο ανοικτό κατάστρωμα θα προβλέπονται δύο μέσα διαφυγής ή πρόσβασης στο σταθμό αυτό ένα από τα οποία μπορεί να είναι παραφωτίδα ή παράθυρο επαρκούς μεγέθους ή άλλο μέσο που να ικανοποιεί την Αρχή.
.4 Διάδρομος ή τμήμα διαδρόμου από τον οποίον υπάρχει μία μόνο οδός διαφυγής δεν θα υπερβαίνει σε μήκος:
Τα 13 μέτρα, για πλοία που μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες και
τα 7 μέτρα για πλοία που δεν μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες.
.5 Ένα τουλάχιστον από τα μέσα διαφυγής που απαιτούνται από τις παραγράφους 1.1 και 1.2 θα αποτελείται από ένα εύκολα προσιτό περίκλειστο κλιμακοστάσιο που θα παρέχει συνεχή προστασία από την πυρκαϊά από το επίπεδο εκδήλωσης της μέχρι τα αντίστοιχα καταστρώματα επιβίβασης στις σωσίβιες λέμβους και σχεδίες, ή μέχρι το υψηλότερο επίπεδο που εξυπηρετείται από το κλιμακοστάσιο, οποιοδήποτε είναι υψηλότερο. Όπου όμως η Αρχή έχει χορηγήσει εξαίρεση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1.1, το μοναδικό μέσο διαφυγής θα παρέχει ασφαλή διαφυγή κατά τρόπο που να ικανοποιεί την Αρχή. Το πλάτος, ο αριθμός και η συνέχιση των κλιμάκων θα ικανοποιούν την Αρχή.
.6 Η προστασία της πρόσβασης από τα περιφράγματα των κλιμακοστασίων προς τις περιοχές επιβίβασης στις σωσίβιες λέμβους και σχεδίες θα ικανοποιεί την Αρχή.
.7 Κλίμακες που εξυπηρετούν μόνο ένα χώρο και ένα εξώστη στο χώρο αυτό δεν θα θεωρούνται ότι αποτελούν ένα από τα απαιτούμενα μέσα διαφυγής.
2.1. Στους χώρους ειδικής κατηγορίας ο αριθμός και η διάταξη των μέσων διαφυγής τόσο κάτω όσο και πάνω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων θα ικανοποιεί την Αρχή και γενικά η ασφάλεια πρόσβασης στο κατάστρωμα επιβίβασης θα είναι τουλάχιστον ισοδύναμη με εκείνη που προβλέπεται από τις παραγράφους 1.1, 1.2, 1.5 και 1.6.
2.2. Μία από τις οδούς διαφυγής από τους χώρους μηχανών, όπου απασχολείται κανονικά το πλήρωμα, θα αποφεύγει την άμεση πρόσβαση σε οποιοδήποτε χώρο ειδικής κατηγορίας.
3.1. Θα προβλέπονται δύο μέσα διαφυγής από κάθε χώρο μηχανών. Ειδικότερα θα πληρούνται οι ακόλουθες διατάξεις.
.1. Όπου ο χώρος ευρίσκεται .κάτω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων τα δύο μέσα διαφυγής θα αποτελούνται είτε:
.1.1 Από δύο συστήματα χαλύβδινων κλιμάκων, σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απόστασή μεταξύ τους, που οδηγούν σε θύρες στο ανώτερο τμήμα του χώρου κατά παρόμοιο τρόπο διαχωρισμένες, και από τις οποίες παρέχεται διέξοδος προς τα αντίστοιχα καταστρώματα επιβίβασης στις σωσίβιες λέμβους και σχεδίες. Μία από τις κλίμακες αυτές θα παρέχει συνεχή προστασία από την πυρκαϊά από το κατώτερο τμήμα του χώρου μέχρι μια ασφαλή θέση έξω από τον χώρο.
.1.2 Από μία χαλύβδινη κλίμακα, που οδηγεί σε θύρα, στο ανώτερο τμήμα του χώρου από την οποία παρέχεται διέξοδος προς το κατάστρωμα επιβίβασης, και επιπλέον, στο κατώτερο τμήμα του χώρου και σε θέση αρκετά απομακρυσμένη από την κλίμακα που αναφέρθηκε, από μία χαλύβδινη θύρα ικανή να χειρίζεται από κάθε πλευρά που θα παρέχει πρόσβαση προς ασφαλή οδό διαφυγής από το κατώτερο τμήμα του χώρου προς το κατάστρωμα επιβίβασης.
.2. Όπου ο χώρος ευρίσκεται πάνω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων τα δύο μέσα διαφυγής θα ευρίσκονται σε όσο το δυνατό μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ τους και οι θύρες στις οποίες καταλήγουν αυτά τα μέσα διαφυγής θα ευρίσκονται σε θέση από την οποία παρέχεται διέξοδος προς τα αντίστοιχα καταστρώματα επιβίβασης στις σωσίβιες λέμβους και σχεδίες. Όπου τέτοια μέσα διαφυγής απαιτούν την χρήση κλιμάκων, οι κλίμακες αυτές θα είναι χαλύβδινες.
3.2. Σε πλοίο ολικής χωρητικότητας κάτω από 1000 κόρους η Αρχή μπορεί να επιτρέψει ένα μόνο μέσο διαφυγής αφού λάβει κατάλληλα υπόψη της το πλάτος και τη διάταξη του ανώτερου τμήματος του χώρου και σε πλοίο ολικής χωρητικότητας 1000 κόρων και άνω μπορεί να επιτρέψει ένα μόνο μέσο διαφυγής από οποιοδήποτε τέτοιο χώρο, εφ’ όσον είτε μία θύρα είτε μία χαλύβδινη κλίμακα παρέχει ασφαλή οδό διαφυγής προς το κατάστρωμα επιβίβασης, αφού λάβει κατάλληλα υπόψη της τη φύση και θέση του χώρου και αν κανονικά απασχολούνται άτομα στο χώρο αυτό.
4. Οι ανελκυστήρες δεν θα θεωρούνται σε καμιά περίπτωση ότι αποτελούν ένα από τα απαιτούμενα μέσα διαφυγής.
1. Όλες οι κλίμακες θα έχουν σκελετό κατασκευασμένο από χάλυβα εκτός αν η Αρχή εγκρίνει την χρήση άλλου ισοδύναμου υλικού, και θα περιλείονται από περιφράγματα που αποτελούνται από χωρίσματα κλάσης «Α» με αποτελεσματικά μέσα κλεισίματος όλων των ανοιγμάτων, με τις ακόλουθες , εξαιρέσεις:
.1 Κλίμακα που συνδέει μόνο δύο καταστρώματα δεν χρειάζεται να είναι περίκλειστη εφ’ όσον η ακεραιότητα, του καταστρώματος διατηρείται με κατάλληλα διαφράγματα ή θύρες σε ένα χώρο μεταξύ καταστρωμάτων. Όταν μία κλίμακα είναι περίκλειστη σε ένα χώρο μεταξύ καταστρωμάτων, το περίφραγμα της κλίμακας θα προστατεύεται σύμφωνα με τους πίνακες για καταστρώματα στους Κανονισμούς 26 και 27.
.2 Κλίμακες μπορούν να τοποθετούνται χωρίς περιφράγματα σε κοινόχρηστο χώρο, με την προϋπόθεση ότι ευρίσκονται εξ ολοκλήρου μέσα στον κοινόχρηστο αυτό χώρο.
2. Τα περιφράγματα των κλιμάκων θα έχουν απ’ ευθείας επικοινωνία με τους διαδρόμους και επαρκή επιφάνεια για την αποφυγή συνωστισμού, λαμβανομένου υπ’ όψη του αριθμού των ατόμων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τις κλίμακες σε περίπτωση ανάγκης. Όσο είναι πρακτικά δυνατό, τα περιφράγματα των κλιμάκων δεν θα παρέχουν απ’ ευθείας πρόσβαση σε καμπίνες, ερμάρια υπηρεσίας ή άλλους περίκλειστους χώρους που περιέχουν καύσιμά στους οποίους είναι πιθανό να εκδηλωθεί πυρκαϊά.
3. Τα φρεάτια των ανελκυστήρων θα είναι έτσι κατασκευασμένα ώστε να εμποδίζουν την διέλευση καπνού και φλογών από ένα χώρο μεταξύ καταστρωμάτων σε άλλο τέτοιο χώρο και θα εφοδιάζονται με μέσα κλεισίματος τέτοια που να επιτρέπουν τον έλεγχο ρευμάτων αέρα και καπνού.
1. Εκτός από τα ανοίγματα φόρτωσης μεταξύ χώρων φορτίου, χώρων ειδικής κατηγορίας, αποθηκών και χώρων αποσκευών και μεταξύ τέτοιων χώρων και των εκτεθειμένων στον καιρό καταστρωμάτων όλα τα ανοίγματα θα εφοδιάζονται με μόνιμα προσαρμοσμένα μέσα κλεισίματος τα οποία θα είναι τουλάχιστον τόσο ανθεκτικά στην πυρκαϊά όσο τα χωρίσματα στα οποία τοποθετούνται.
2. Η κατασκευή όλων των θυρών και των πλαισίων τους στα χωρίσματα κλάσης «Α» μαζί με τα μέσα ασφάλισής τους στην κλειστή θέση, θα εξασφαλίζουν αντοχή στην πυρκαϊά καθώς και στη διέλευση καπνού και φλογών, όσο είναι πρακτικά δυνατό, ισοδύναμη με εκείνη των διαφραγμάτων στα οποία ευρίσκονται οι θύρες. Τέτοιες θύρες και πλαίσια θυρών θα κατασκευάζονται από χάλυβα ή άλλο ισοδύναμο υλικό. Οι στεγανές θύρες δεν χρειάζεται να μονώνονται.
3. Κάθε θύρα θα μπορεί να ανοίγει και να κλείνει από κάθε πλευρά, coir διαφράγματος από ένα μόνο άτομο.
4. Οι θύρες πυρασφαλείας στα διαφράγματα των κύριων κατακόρυφων ζωνών και των περιφραγμάτων των κλιμάκων εκτός από τις μηχανοκίνητες στεγανές θύρες και εκείνες που είναι κανονικά κλειδωμένες θα είναι αυτοκλειόμενου τύπου ικανές να κλείνουν με κλίση του πλοίου 3,5° πού να αντιτίθεται στο κλείσιμο. Η ταχύτητα κλεισίματος των θυρών θα ελέγχεται, αν απαιτείται έτσι ώστε να αποφεύγεται ο κίνδυνος για άτομα. Όλες οι θύρες αυτές εκτός από εκείνες που. κανονικά είναι κλειστές, θα είναι ικανές να απελευθερώνονται από ένα σταθμό ελέγχου είτε ταυτόχρονα είτε κατά ομάδες και επίσης ανεξάρτητα από θέση κοντά στη θύρα. Ο μηχανισμός απελευθέρωσης θα είναι κατά τέτοιο τρόπο σχεδιασμένος ώστε η θύρα να κλείνει αυτόματα στην περίπτωση βλάβης του συστήματος ελέγχου. Πάντως, εγκεκριμένες μηχανοκίνητες στεγανές θύρες θα θεωρούνται αποδεκτές για το σκοπό αυτό. Δεν θα επιτρέπονται άγκιστρα συγκράτησης που δεν απελευθερώνονται από σταθμό ελέγχου. Όταν επιτρέπονται διπλές περιστρεφόμενες θύρες αυτές θα έχουν διάταξη μανδάλωσης η οποία θα λειτουργεί αυτόματα με την λειτουργία του συστήματος απελευθέρωσης της θύρας.
5. Όπου ένας χώρος προστατεύεται από σύστημα αυτόματου ραντισμού που πληροί τις απαιτήσεις του Κανονισμού 12 ή έχει συνεχή οροφή κλάσης «Β», τα ανοίγματα σε καταστρώματα που δεν σχηματίζουν βαθμίδες σε κύριες κατακόρυφές ζώνες ούτε διαχωρίζουν οριζόντιες ζώνες θα κλείνουν κατά τρόπο εύλογα στεγανό και τα καταστρώματα αυτά θα πληρούν τις απαιτήσεις ακεραιότητας κλάσης «Α» όσο είναι λογικό και πρακτικό κατά την κρίση της Αρχής.
6. Οι απαιτήσεις για ακεραιότητα κλάσης «Α» των εξωτερικών οριακών χωρισμάτων του πλοίου δεν θα εφαρμόζονται στα γυάλινα τμήματα, στα παράθυρα και στις παραφωτίδες. Κατά παρόμοιο τρόπο οι απαιτήσεις για ακεραιότητα κλάσης «Α» δεν θα εφαρμόζονται σε εξωτερικές θύρες υπερκατασκευών και υπερστεγασμάτων.
1. Οι θύρες και τα πλαίσιά τους σε χωρίσματα κλάσης «Β» και τα μέσα ασφάλισης τους θα εξασφαλίζουν τρόπο κλεισίματος, που θα έχει αντίσταση στην πυρκαιά, όσο είναι πρακτικά δυνατό ισοδύναμη με εκείνη των χωρισμάτων, με την εξαίρεση ότι μπορεί να επιτρέπονται ανοίγματα αερισμού στο κατώτερο τμήμα τέτοιων θυρών. Όπου υπάρχει τέτοιο άνοιγμα στη θύρα ή κάτω από αυτήν, η ολική καθαρή επιφάνεια οποιουδήποτε. τέτοιου ανοίγματος ή ανοιγμάτων δεν θα υπερβαίνει τα 0,05m2. Όπου τέτοιο άνοιγμα έχει ανοιχθεί σε θύρα θα εφοδιάζεται με πλέγμα κατασκευασμένο από άκαυστο υλικό. Οι θύρες θα είναι άκαυστες.
2. Οι απαιτήσεις για ακεραιότητα κλάσης «Β» των εξωτερικών οριακών χωρισμάτων, του πλοίου δεν θα εφαρμόζονται στα γυάλινα τμήματα, στα παράθυρά και στις παραφωτίδες. Κατά παρόμοιο τρόπο οι απαιτήσεις για ακεραιότητα κλάσης «Β» δεν θα εφαρμόζονται σε εξωτερικές θύρες υπερκατασκευών και υπερστεγασμάτων. Για πλοία που δεν μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες η Αρχή μπορεί να επιτρέψει την χρήση καυσίμων υλικών σε θύρες που διαχωρίζουν καμπίνες από ατομικούς εσωτερικούς χώρους υγιεινής όπως λουτρά.
3. Όπου είναι εγκατεστημένο σύστημα αυτόματου ραντισμού που πληροί τις απαιτήσεις του Κανονισμού 12:
.1 Τα ανοίγματα σε καταστρώματα, που δεν σχηματίζουν βαθμίδες σε κύριες κατακόρυφες ζώνες ούτε διαχωρίζουν οριζόντιες ζώνες θα κλείνουν κατά τρόπο εύλογα στεγανό και τα καταστρώματα αυτά θα πληρούν τις απαιτήσεις ακεραιότητας κλάσης «Β» όσο είναι λογικό και πρακτικό κατά την κρίση, της Αρχής, και
.2 Τα ανοίγματα σε διαφράγματα διαδρόμων από υλικά κλάσης «Β» θα προστατεύονταν σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 25.
1. Επιβατηγά πλοία που μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες.
1.1 Το σύστημα αερισμού επιβατηγού πλοίου που μεταφέρει περισσότερους από 36 επιβάτες, επιπλέον προς τις απαιτήσεις του μέρους αυτού του Κανονισμού αυτού θα πληροί επίσης τις απαιτήσεις του Κανονισμού 16.2 μέχρι 16.9.
1.2 Γενικά, οι ανεμιστήρες αερισμού θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε οι αγωγοί που καταλήγουν σε διάφορους χώρους να παραμένουν μέσα στην κύρια κατακόρυφη ζώνη.
1.3 Όπου τα συστήματα αερισμού διαπερνούν καταστρώματα, θα λαμβάνονται προφυλάξεις, επί πλέον εκείνων που αναφέρονται στην ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς του καταστρώματος που απαιτείται από τους Κανονισμούς 18.1.1 και 30.5, για την μείωση της πιθανότητας διέλευσης καπνού και θερμών αερίων από ένα χώρο μεταξύ καταστρωμάτων σε άλλο τέτοιο χώρο μέσω του συστήματος. Επί πλέον προς τις απαιτήσεις μόνωσης που περιλαμβάνονται στον Κανονισμό αυτό οι κατακόρυφοι αγωγοί θα μονώνονται, αν είναι αναγκαίο, όπως απαιτείται από τους αντίστοιχους πίνακες του Κανονισμού 26.
1.4 Εκτός από τους χώρους φορτίου, οι αγωγοί αερισμού θα κατασκευάζονται από τα παρακάτω υλικά:
.1 Αγωγοί με επιφάνεια διατομής όχι μικρότερη από 0,07 5m2 και όλοι οι κατακόρυφοι αγωγοί, που εξυπηρετούν περισσότερους από ένα χώρο μεταξύ καταστρωμάτων θα κατασκευάζονται από χάλυβα ή άλλο ισοδύναμο υλικό,
.2 αγωγοί με επιφάνεια διατομής μικρότερη από 0,075m2 εκτός από τους κατακόρυφους αγωγούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1.4.1 θα κατασκευάζονται από άκαυστα υλικά. Όπου τέτοιοι αγωγοί διαπερνούν χωρίσματα κλάσης «Α» ή «Β» θα δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στην εξασφάλιση της ακεραιότητας έναντι πυρκαϊάς του διαφράγματος.
.3 τμήματα αγωγού μικρού μήκους που δεν υπερβαίνουν γενικά τα 0,02 m2 σε επιφάνεια διατομής ούτε τα 2 m σε μήκος δεν. χρειάζεται, να είναι άκαυστα, εφ’ όσον πληρούνται οι ακόλουθοι, όροι:
.3.1, ο αγωγός είναι κατασκευασμένος από υλικό περιορισμένου κινδύνου πυρκαϊάς που ικανοποιεί την Αρχή.
3.2 o αγωγός χρησιμοποιείται μονό στο ακραίο τελικό σημείο του συστήματος αερισμού, και
.3.3 ο αγωγός δεν ευρίσκεται πλησιέστερα από 600mm, μετρούμενα κατά το μήκος τούς, από διέλευση μέσω χωρίσματός κλάσης «Α» ή «Β» περιλαμβανομένων στοιχειών συνεχών, οροφών κλάσης «Β».
1.5 Όπου περίκλειστος χώρος κλιμακοστασίου αερίζεται, ο αγωγός ή οι αγωγοί θα λαμβάνονται από το διαμέρισμα ανεμιστήρων ανεξάρτητα από άλλους αγωγούς του συστήματος αερισμού, και δεν θα εξυπηρετούν οποιοδήποτε άλλο χώρο.
1.6 Όλος ο τεχνητός αερισμός, εκτός από τον αερισμό του χώρου μηχανών και φορτίου και οποιοδήποτε εναλλακτικό σύστημα που μπορεί να απαιτείται από τον Κανονισμό 16.6 θα εφοδιάζεται με μέσα ελέγχου συγκεντρωμένα έτσι ώστε να μπορούν όλοι οι ανεμιστήρες να σταματούν από οποιαδήποτε από δύο χωριστές θέσεις που θα ευρίσκονται σε όσο το δυνατό μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ τους. Τα μέσα ελέγχου που προβλέπονται για τον τεχνητό αερισμό που εξυπηρετεί τους χώρους μηχανών θα συγκεντρώνονται έτσι ώστε να μπορούν να χειρίζονται από δύο θέσεις, μια από τις οποίες θα ευρίσκεται έξω από τους χώρους αυτούς. Οι ανεμιστήρες που εξυπηρετούν τα συστήματα τεχνητού αερισμού των χώρων φορτίου θα μπορούν να σταματούν από μια ασφαλή θέση, έξω από τους χώρους αυτούς.
2. Επιβατηγά πλοία, που δεν μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες.
2.1 Το σύστημα αερισμού των επιβατηγών πλοίων, που δεν μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες θα πληροί τον Κανονισμό 16.
1. Όλα τα παράθυρα και οι παραφωτίδες σε διαφράγματα που ευρίσκονται μέσα στους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας και σταθμούς ελέγχου, εκτός από εκείνα στα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Κανονισμού 30.6 και του Κανονισμού 31.2, θα κατασκευάζονται έτσι ώστε να διατηρούν τις απαιτήσεις ακεραιότητας του τύπου των διαφραγμάτων, στα οποία είναι τοποθετημένα.
2. Χωρίς να αγνοούνται οι απαιτήσεις των πινάκων των Κανονισμών 26 και 27:
.1 όλα τα παράθυρα και οι παραφωτίδες σε διαφράγματα που χωρίζουν τους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας και σταθμούς ελέγχου από το ύπαιθρο θα κατασκευάζονται με πλαίσια από χάλυβα ή άλλο κατάλληλο υλικό. Το γυαλί θα συγκρατείται με στιλπνή αρμοκαλύπτρα ή γωνία.
.2 θα δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στην ακεραιότητα έναντι, πυρκαϊάς των παραθύρων, που αντικρύζουν ανοικτούς ή κλειστούς χώρους επιβίβασης στις σωσίβιες λέμβους και σχεδίες, και στην ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς των παραθύρων που ευρίσκονται κάτω από τέτοιους χώρους σε τέτοια θέση ώστε η καταστροφή τους κατά την διάρκεια πυρκαϊάς να μπορούσε να εμποδίσει την καθαίρεση ή την επιβίβαση στις σωσίβιες λέμβους ή σχεδίες.
1. Με εξαίρεση τους χώρους φορτίου, ταχυδρομείου, αποσκευών ή τους ψυκτικούς θαλάμους των χώρων υπηρεσίας όλες οι επενδύσεις, τα στηρίγματα, οι οροφές και οι μονώσεις θα είναι από άκαυστα υλικά. Τμήματα διαφραγμάτων ή καταστρωμάτων που χρησιμοποιούνται για την υποδιαίρεση ενός χώρου για σκοπούς χρήσης ή διακόσμησης θα είναι επίσης από άκαυστο υλικό.
2. Φράγματα ατμών και συγκολλητικές ουσίες που χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με μόνωση, καθώς επίσης και η μόνωσή των εξαρτημάτων σωληνώσεων για συστήματα ψύξης δεν χρειάζεται να είναι άκαυστα αλλά θα περιορίζονται στην ελάχιστη πρακτικά δυνατή ποσότητα και οι εκτεθειμένες επιφάνειές τους θα έχουν ιδιότητες αντίστασης στην εξάπλωση της φλόγας, που θα ικανοποιούν την Αρχή.
3. Οι ακόλουθες επιφάνειες θα έχουν χαρακτηριστικά χαμηλής εξάπλωσης φλόγας:* .
.1 Εκτεθειμένες επιφάνειες σε διαδρόμους και περιφράγματα κλιμακοστασίων και εκτεθειμένες επιφάνειες διαφραγμάτων και επενδύσεις τοιχωμάτων και οροφών σε όλους τους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας και σταθμούς ελέγχου.
.2 Επιφάνειες κρυφών ή απρόσιτων χώρων σε χώρους ενδιαίτησης, υπηρεσίας και σταθμούς ελέγχου.
4. Ο συνολικός όγκος των καυσίμων επικαλύψεων, σκαλισμάτων διακοσμήσεων και επιστρώσεων σε οποιοδήποτε χώρο ενδιαίτησης και υπηρεσίας, δεν θα υπερβαίνει όγκο ισοδύναμο προς επίστρωση πάχους 2,5 mm στην συνδυασμένη επιφάνεια των τοιχωμάτων, και των οροφών. Στην περίπτωση πλοίων εφοδιασμένων με σύστημα αυτόματου ραντισμού που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 12, ο παραπάνω όγκος μπορεί να περιλαμβάνει μερικά καύσιμα υλικά, που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή χωρισμάτων κλάσης «C».
5. Οι επιστρώσεις που χρησιμοποιούνται σε επιφάνειες και επενδύσεις που καλύπτονται από τις απαιτήσεις της παραγράφου 3 θα έχουν θερμαντική ικανότητα που δεν υπερβαίνει την τιμή 45MJ/m2 της επιφάνειας για το χρησιμοποιούμενο πάχος.
6. Η επίπλωση στους διαδρόμους και στους περίκλειστους χώρους κλιμακοστασίων θα περιορίζεται στο ελάχιστο.
7. Χρώματα, βερνίκια και άλλα τελικά επιχρίσματα, που χρησιμοποιούνται σε εκτεθειμένες εσωτερικές επιφάνειες δεν θα είναι ικανά, να παράγουν υπερβολική ποσότητα καπνού και ταξικών προϊόντων.
8. Οι πρωτεύουσες επιστρώσεις καταστρωμάτων, αν τοποθετούνται στους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας και στους, σταθμούς ελέγχου, θα είναι από εγκεκριμένο υλικό που δεν θα αναφλέγεται εύκολα, ή δεν θα προκαλεί κινδύνους τοξικότητας ή έκρηξης σε υψηλές θερμοκρασίες. **
* Γίνεται μνεία των Οδηγιών για την Αξιολόγηση των σχετικών με τον κίνδυνο Πυρκαϊάς Ιδιοτήτων Υλικών, που υιοθετήθηκαν από τον Οργανισμό με την απόφαση Α(166) (ES.IV)
** Γίνεται μνεία των Βελτιωμένων Προσωρινών Οδηγιών για τις Μεθόδους Δοκιμής Πρωτευουσών Επιστρώσεων Καταστρωμάτων που υιοθετήθηκαν από τον Οργανισμό με την Απόφαση A.214(VII).
1. Σε χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας, σταθμούς ελέγχου, διαδρόμους και κλίμακες:
.1. Κλειστοί κενοί χώροι πίσω από οροφές, χωρίσματα ή επενδύσεις θα υποδιαιρούνται κατάλληλα με φράγματα αέρα που εφαρμόζουν καλά, σε απόσταση μεταξύ τους όχι μεγαλύτερη από 14m.
.2 Κατά την κατακόρυφη διεύθυνση, τέτοιοι κλειστοί κενοί χώροι περιλαμβανόμενων των. χώρων πίσω από τις επενδύσεις κλιμάκων οχετών κ.λ.π. θα κλείνονται σε κάθε κατάστρωμα.
2. Η κατασκευή των οροφών και διαφραγμάτων θα είναι τέτοια ώστε, χωρίς να παραβλάπτεται ή αποτελεσματικότητα της πυροπροστασίας να είναι δυνατόν στις περιπολίες πυρκαϊάς να ανακαλύπτουν καπνό που προέρχεται από κρυφές και απρόσιτες θέσεις, εκτός αν κατά την γνώμη της Αρχής δεν υπάρχει κίνδυνος εκδήλωσης πυρκαϊάς στις θέσεις αυτές.
1. Σε οποιοδήποτε πλοίο στο οποίο εφαρμόζεται αυτό το Μέρος θα εγκαθίσταται σε όλη την έκταση κάθε χωριστής, ζώνης, είτε κατακόρυφης είτε οριζόντιας, σε όλους τους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας και όπου θεωρείται αναγκαίο από την Αρχή, στους σταθμούς ελέγχου, εκτός από τους χώρους που δεν παρουσιάζουν σημαντικό κίνδυνο πυρκαϊάς (όπως κενοί χώρος χώροι υγιεινής κ.λ,π.) είτε:
.1 Σύστημα αυτόματου ραντισμού, ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς εγκεκριμένου τύπου, που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 12 και έχει εγκατασταθεί και διαταχθεί έτσι ώστε να προστατεύει τους χώρους αυτούς, είτε
.2 Μόνιμο σύστημα ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς εγκεκριμένου τύπου, που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 13 και έχει εγκατασταθεί, και διαταχθεί έτσι ώστε να ανιχνεύει την παρουσία πυρκαϊάς στους χώρους αυτούς, με την εξαίρεση ότι οι ανιχνευτές καπνού που απαιτούνται από τον. Κανονισμό 13.2.2 δεν χρειάζεται να εγκατασταθούν.
1. Διατάξεις πού έχουν εφαρμογή σε χώρους ειδικής κατηγορίας είτε ευρίσκονται πάνω είτε κάτω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων.
1.1. Γενικά.
1.1.1 Η βασική αρχή, που διέπει τις διατάξεις του Κανονισμού αυτού είναι ότι, επειδή η συνηθισμένη υποδιαίρεση σε κύριες κατακόρυφες ζώνες, μπορεί να μην είναι πρακτικά δυνατή σε χώρους ειδικής κατηγορίας, πρέπει να επιτυγχάνεται ισοδύναμη προστασία σε τέτοιους χώρους με βάση τον διαχωρισμό τους, σε οριζόντιες ζώνες και την εγκατάσταση αποτελεσματικού μόνιμου συστήματος κατάσβεσης πυρκαϊάς. Με την έννοια αυτή, μια οριζόντια, ζώνη για τους σκοπούς τού Κανονισμού αυτού, μπορεί να περιλαμβάνει χώρους ειδικής κατηγορίας σε περισσότερα από ένα καταστρώματα εφ’ όσον το συνολικό καθαρό ύψος για τα οχήματα δεν υπερβαίνει τα 10m.
1.1.2 Οι απαιτήσεις των Κανονισμών 16,18, 30 και 32 για την διατήρηση της ακεραιότητας των κατακορύφων ζωνών θα εφαρμόζονται εξ’ ίσου σε καταστρώματα και διαφράγματα, που αποτελούν τα οριακά χωρίσματα των οριζοντίων ζωνών μεταξύ τους και από το υπόλοιπο πλοίο.
1.2. Κατασκευαστική προστασία.
1.2.1 Τα οριακά διαφράγματα των χώρων ειδικής κατηγορίας θα μονώνονται όπως απαιτείται για χώρους κατηγορίας (II) από τον πίνακα 26.1 ή τον πίνακα 27.1 και τα οριζόντια οριακά χωρίσματα όπως απαιτείται για χώρους κατηγορίας (II) από τον πίνακα 26.3 ή τον πίνακα 27.2.
1.2.2 Θα προβλέπονται ενδείκτες στη γέφυρα ναυσιπλοΐας, που θα δείχνουν πότε οποιαδήποτε θύρα πυρασφάλειας, που οδηγεί προς ή από χώρους ειδικής κατηγορίας, είναι κλειστή.
1.3. Μόνιμο σύστημά .κατάσβεσης πυρκαϊάς*
Σε κάθε χώρο ειδικής κατηγορίας θα εγκαθίσταται εγκεκριμένο μόνιμο σύστημα καταιονισμού, νερού υπό πίεση, χειροκίνητης λειτουργίας, που θα προστατεύει όλα τα τμήματα οποιουδήποτε καταστρώματος και δαπέδου οχημάτων σε τέτοιο χώρο, με την πρόβλεψη ότι η Αρχή μπορεί να επιτρέψει την χρήση οποιουδήποτε άλλου μόνιμου συστήματος κατάσβεσης πυρκαϊάς, που έχει αποδειχθεί με πραγματική δοκιμή σε συνθήκες που αναπαριστούν πυρκαϊά από βενζίνη που χύνεται σε χώρο ειδικής κατηγορίας, ότι δεν είναι λιγώτερο αποτελεσματικό στον έλεγχο πυρκαϊών, που είναι πιθανόν να συμβούν σε τέτοιο χώρο.
1. 4. Περιπολίες και ανίχνευση.
1.4.1 Σε χώρους ειδικής κατηγορίας θα τηρείται αποτελεσματικό σύστημα περιπολίας. Σε οποιοδήποτε τέτοιο χώρο στον οποίο δεν τελείται περιπολία από συνεχή φυλακή πυρκαϊάς σε κάθε στιγμή κατά την διάρκεια του πλου, θα προβλέπεται σύστημα αυτόματης ανίχνευσης πυρκαϊάς εγκεκριμένου, τύπου.
1.4.2 θα προβλέπονται χειροκίνητοι αναγγελτήρες, όπως είναι αναγκαίο, σε όλη την έκταση των χώρων ειδικής κατηγορίας και ένας θα τοποθετείται κοντά σε κάθε έξοδο από τους χώρους αυτούς.
1.5. Πυροσβεστικός εξοπλισμός.
Σε κάθε χώρο ειδικής κατηγορίας θα προβλέπονται:
.1 τρεις τουλάχιστον συσκευές παραγωγής ομίχλης νερού,
.2 μία φορητή συσκευή παραγωγής αφρού, που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 6.4 με την προϋπόθεση ότι δύο τουλάχιστον τέτοιες συσκευές είναι διαθέσιμες στο πλοίο για χρήση σε τέτοιους χώρους και
.3 φορητοί πυροσβεστήρες σε αριθμό που η Αρχή θεωρεί επαρκή, με την προϋπόθεση ότι ένας τουλάχιστον φορητός πυροσβεστήρας ευρίσκεται σε κάθε πρόσβαση στους χώρους αυτούς.
1.6. Σύστημα αερισμού
1.6.1 Θα προβλέπεται αποτελεσματικό σύστημα τεχνητού αερισμού για τους χώρους ειδικής κατηγορίας ικανό να παρέχει τουλάχιστον 10 εναλλαγές αέρα την ώρα. Το σύστημα για τους χώρους αυτούς θα είναι εντελώς χωριστό από άλλα, συστήματα αερισμού και θα λειτουργεί κάθε στιγμή όταν, ευρίσκονται οχήματα σε τέτοιους χώρους. Η Αρχή μπορεί να απαιτήσει αυξημένο .αριθμό εναλλαγών αέρα κατά την φορτοεκφόρτωση των οχημάτων. Οι οχετοί αερισμού που εξυπηρετούν χώρους ειδικής κατηγορίας, που μπορούν να κλείνονται αποτελεσματικά θα είναι χωριστοί για κάθε τέτοιο, χώρο. Το σύστημα θα μπορεί να ελέγχεται από θέση έξω από τους χώρους αυτούς.
1.6.2 Ο αερισμός θα είναι τέτοιος ώστε να εμποδίζει την διάταξή του αέρα κατά στρώματα και τον σχηματισμό αεροθυλάκών.
1.6.3 Θα προβλέπονται μέσα που θα δείχνουν στη γέφυρα ναυσιπλοϊας οποιαδήποτε απώλεια ή μείωση της ικανότητας αερισμού που απαιτείται.
1.6.4. Θα προβλέπονται διατάξεις που θα επιτρέπουν γρήγορη διακοπή και αποτελεσματικό κλείσιμο του συστήματος αερισμού σε περίπτωση πυρκαϊάς, λαμβανομένων υπόψη των καιρικών συνθηκών και της κατάστασης της θάλασσας.
1.6.5. Οι αγωγοί αερισμού, περιλαμβανομένων των πυροφρακτών, θα είναι κατασκευασμένοι από χάλυβα και η διάταξή τους θα ικανοποιεί την Αρχή.
2. Πρόσθετες διατάξεις που έχουν εφαρμογή μόνον σε χώρους ειδικής κατηγορίας πάνω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων.
2.1 Ευδιαίοι (μπούνια)
Έχοντας υπόψη τη σοβαρή απώλεια ευστάθειας που θα μπορούσε να προκύψει λόγω συσσώρευσης μεγάλων ποσοτήτων νερού στο κατάστρωμα ή καταστρώματα σαν συνέπεια της λειτουργίας του μόνιμου συστήματος καταιονισμού νερού οπό πίεση, θα τοποθετούνται ευδιαίοι έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι το νερό αυτό αποχετεύεται γρήγορα απ’ ευθείας εκτός πλοίου.
2.2 Προφυλάξεις κατά της ανάφλεξης εύφλεκτων ατμών.
2.2.1 Σε οποιοδήποτε κατάστρωμα στο οποίο μεταφέρονται οχήματα και στο οποίο θα μπορούσε να αναμένεται η συγκέντρωση εκρηκτικών ατμών, ο εξοπλισμός που μπορεί να αποτελέσει πηγή ανάφλεξης εύφλεκτων ατμών και ειδικότερα ηλεκτρικός εξοπλισμός και καλωδιώσεις θα εγκαθίσταται τουλάχιστον 450mm πάνω από το κατάστρωμα. Ο ηλεκτρικός εξοπλισμός που εγκαθίσταται σε ύψος μεγαλύτερο από 450mm από το κατάστρωμα θα είναι τύπου κλειστού και προστατευομένου κατά τρόπο ώστε να εμποδίζεται η διαφυγή σπινθήρων. Πάντως, αν η Αρχή κρίνει ότι η εγκατάσταση του ηλεκτρικού εξοπλισμού και καλωδιώσεων σε ύψος μικρότερο από 450mm πάνω από το κατάστρωμα είναι αναγκαία για την ασφαλή λειτουργία του πλοίου, αυτός ο ηλεκτρικός εξοπλισμός και οι καλωδιώσεις μπορούν να εγκατασταθούν με την προϋπόθεση ότι είναι εγκεκριμένου τύπου για χρήση σε εκρηκτικά μίγματα βενζίνης και αέρα.
2.2.2 Αν, μέσα σε αγωγό εξαερισμού, εγκαθίσταται ηλεκτρικός εξοπλισμός και καλωδιώσεις θα είναι εγκεκριμένου τύπου για χρήση σε εκρηκτικά μίγματα βενζίνης και αέρα και η εξαγωγή οποιουδήποτε αγωγού εξαερισμού θα ευρίσκεται σε ασφαλή θέση, λαμβανομένων υπ' όψη άλλων πιθανών πηγών ανάφλεξης.
3. Πρόσθετες διατάξεις που έχουν εφαρμογή μόνο σε χώρους ειδικής κατηγορίας κάτω από το κατάστρωμα στεγανών διαφραγμάτων.
3.1. Απάντληση κυτών και αποστράγγιση
Έχοντας υπόψη την σοβαρή απώλεια ευστάθειας που θα μπορούσε να προκύψει λόγω συσσώρευσης μεγάλων ποσοτήτων νερού στο κατάστρωμα ή στον πυθμένα του κύτους σαν συνέπεια της λειτουργίας του μόνιμου συστήματος καταιονισμού νερού υπό πίεση, η Αρχή μπορεί να απαιτήσει διατάξεις απάντλησης και αποστράγγισης επιπλέον των απαιτήσεων του Κανονισμού ΙΙ-Ι21.
3.2 Προφυλάξεις κατά της ανάφλεξης ευφλέκτων ατμών.
3.2.1 Ο ηλεκτρικός εξοπλισμός και οι καλωδιώσεις, εφ' όσον εγκαθίστανται, θα είναι τύπου κατάλληλου για χρήση σε εκρηκτικά μίγματα βενζίνης και αέρα. Δεν θα επιτρέπεται άλλος εξοπλισμός που μπορεί να αποτελέσει πηγή ανάφλεξης εύφλεκτων ατμών.
3.2.2 Αν σε αγωγό εξαερισμού εγκαθίστανται ηλεκτρικός εξοπλισμός και καλωδιώσεις, θα είναι εγκεκριμένου τύπου για χρήση σε εκρηκτικά μίγματα βενζίνης και αέρα και η εξαγωγή οποιουδήποτε αγωγού εξαερισμού θα ευρίσκεται σε ασφαλή θέση, λαμβανομένων υπόψη άλλων πιθανών πηγών ανάφλεξης.
*Γίνεται μνεία της Σύστασης για Μόνιμα Συστήματα Κατάσβεσης Πυρκαϊάς, για Χώρους Ειδικής Κατηγορίας, που υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό με την Απόφαση A. 123(V).
Σε οποιοδήποτε χώρο φορτίου εκτός χώρων ειδικής κατηγορίας που περιέχει μηχανοκίνητα οχήματα με καύσιμα στις δεξαμενές τους για την κίνηση τους θα πληρούνται οι ακόλουθες διατάξεις:
1. Ανίχνευση πυρκαϊάς.
Θα προβλέπεται εγκεκριμένο σύστημα αυτόματης ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς. Η σχεδίαση και οι διατάξεις του συστήματος αυτού θα εξετάζονται σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις αερισμού, που αναφέρονται στην παράγραφο 3.
2. Διατάξεις κατάσβεσης πυρκαϊάς.
2.1 Θα εγκαθίσταται μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς, που θα πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 5, με την εξαίρεση ότι αν εγκαθίσταται σύστημα διοξειδίου του άνθρακα, η διαθέσιμη ποσότητα του αερίου θα είναι τουλάχιστον ικανή να δώσει ελάχιστο όγκο ελεύθερου αερίου ίσο με το 45% του ολικού όγκου του μεγαλύτερου τέτοιου χώρου φορτίου, που μπορεί να κλεισθεί ερμητικά και οι διατάξεις θα είναι τέτοιες ώστε να εξασφαλίζουν ότι τα 2/3 τουλάχιστον της ποσότητας του αερίου που απαιτείται για τον αντίστοιχο χώρο θα διοχετευθούν σε 10 πρώτα λεπτά. Οποιοδήποτε άλλο μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αέριο ή μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αφρό υψηλής εκτόνωσης μπορεί να εγκατασταθεί με την προϋπόθεση ότι παρέχει ισοδύναμη προστασία. Επίσης οποιοσδήποτε χώρος φορτίου που προορίζεται μόνο για οχήματα, που δεν μεταφέρουν οποιοδήποτε φορτίο, μπορεί να εφοδιασθεί με μόνιμα συστήματα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αλογονωμένους υδρογονάνθρακες που θα πληρούν τις διατάξεις του Κανονισμού 5.
2.2 Εναλλακτικά, μπορεί να εγκατασταθεί σύστημα που πληροί τις απαιτήσεις του Κανονισμού 37.1.3, με την προϋπόθεση ότι πληρούται επίσης ο Κανονισμός 37.2.1 ή 37.3.1, ανάλογα με την περίπτωση.
2.3 Θα προβλέπονται για χρήση σε οποιοδήποτε τέτοιο χώρο, φορητοί πυροσβεστήρες σε αριθμό που η Αρχή θεωρεί επαρκή. Ένας τουλάχιστον φορητός πυροσβεστήρας θα ευρίσκεται σε κάθε πρόσβαση στους χώρους αυτούς.
3. Σύστημα αερισμού
3.1 Θα προβλέπεται αποτελεσματικό σύστημα τεχνητού αερισμού ικανό να παρέχει τουλάχιστον 10 εναλλαγές αέρα την ώρα για πλοία που μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες και 6 εναλλαγές αέρα την ώρα για πλοία, που 6εν μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες. Το σύστημα για τέτοιους χώρους φορτίου θα είναι εντελώς χωριστό από άλλα συστήματα αερισμού και θα λειτουργεί κάθε στιγμή όταν ευρίσκονται οχήματα στους χώρους αυτούς. Οι αγωγοί αερισμού, που εξυπηρετούν τέτοιους χώρους φορτίου που μπορούν να κλείνονται αποτελεσματικά θα είναι χωριστοί για κάθε τέτοιο χώρο. Το σύστημα θα μπορεί να ελέγχεται από θέση έξω από τους χώρους αυτούς.
3.2 Ο αερισμός θα είναι τέτοιος ώστε να εμποδίζει την διάταξη του αέρα κατά στρώματα και τον σχηματισμό αεροθυλάκων.
3.3 Θα προβλέπονται μέσα που θα δείχνουν στη γέφυρα ναυσιπλοΐας οποιαδήποτε απώλεια ή μείωση της ικανότητας αερισμού που απαιτείται.
3.4 Θα προβλέπονται διατάξεις που θα επιτρέπουν γρήγορη διακοπή και αποτελεσματικό κλείσιμο του συστήματος αερισμού σε περίπτωση πυρκαϊάς, λαμβανομένων υπόψη των καιρικών συνθηκών και της κατάστασης της θάλασσας.
3.5 Οι αγωγοί αερισμού, περιλαμβανομένων των πυροφρακτών, θα είναι κατασκευασμένοι από χάλυβα και η διαταξή τους θα ικανοποιεί την Αρχή.
4. Προφυλάξεις κατά της ανάφλεξης εύφλεκτων ατμών.
4.1 Ο ηλεκτρικός εξοπλισμός και οι καλωδιώσεις, εφ’ όσον εγκαθίστανται, θα είναι τύπου κατάλληλου για χρήση σε εκρηκτικά μίγματα βενζίνης και αέρα. Δεν θα επιτρέπεται άλλος εξοπλισμός, που μπορεί να αποτελέσει πηγή ανάφλεξης εύφλεκτων ατμών.
4.2 Αν σε αγωγό εξαερισμού, εγκαθίστανται ηλεκτρικός εξοπλισμός και καλωδιώσεις, θα είναι εγκεκριμένου τύπου για χρήση σε εκρηκτικά μίγματα βενζίνης και αέρα και η εξαγωγή οποιοσδήποτε αγωγού εξαερισμού θα ευρίσκεται σε ασφαλή θέση, λαμβανομένων υπόψη άλλων πιθανών πηγών ανάφλεξης.
4.3 Οι ευδιαίοι (μπούνια) δεν θα καταλήγουν σε χώρους μηχανών ή άλλους χώρους όπου μπορεί να υπάρχουν πηγές ανάφλεξης.
1. Με εξαίρεση την περίπτωση της παραγράφου 3, οι χώροι φορτίου πλοίων ολικής, χωρητικότητας 1000 κόρων και άνω θα προστατεύονται με μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αέριο που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 5, ή με μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αφρό υψηλής εκτόνωσης που παρέχει ισοδύναμη προστασία.
2. Όπου είναι φανερό, κατά την κρίση της Αρχής, ότι ένα πλοίο απασχολείται σέ ταξίδια τόσο μικρής διάρκειας ώστε θα ήταν παράλογο να εφαρμόσει τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 και επίσης σε πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω από 1000 κόρους οι διατάξεις στους χώρους φορτίου θα ικανοποιούν την Αρχή.
3. Πλοίο που ασχολείται με την μεταφορά επικινδύνων φορτίων θα εφοδιάζεται, σε οποιοδήποτε από τους χώρους φορτίου, με μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αέριο που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 5 ή με σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς που κατά την γνώμη της Αρχής παρέχει ισοδύναμη προστασία για τα φορτία που μεταφέρονται.
1. Σε όλους τους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας θα τοποθετούνται χειροκίνητα μέσα αναγγελίας για την άμεση μετάδοση του σήματος αναγγελίας στη γέφυρα ναυσιπλοΐας ή στον κύριο σταθμό ελέγχου πυρκαϊάς.
2. Θα προβλέπεται εγκεκριμένο σύστημα ανίχνευσης ή αναγγελίας πυρκαϊάς, που θα δείχνει αυτόματα σε ένα ή περισσότερα κατάλληλα σημεία ή σταθμούς την παρουσία ή εμφάνιση πυρκαϊάς και την θέση της σε οποιοδήποτε χώρο φορτίου που, κατά την γνώμη της Αρχής, δεν είναι προσιτός, εκτός αν είναι φανερό κατά την κρίση της Αρχής, ότι το πλοίο απασχολείται σε ταξίδια τόσο μικρής διάρκειας ώστε να ήταν παράλογο να εφαρμόσει την απαίτηση αυτή.
3. Όλα τα πλοία, σε κάθε στιγμή κατά την διάρκεια του πλου ή στο λιμάνι (εκτός αν το πλοίο είναι εκτός υπηρεσίας) θα είναι επανδρωμένα ή εξοπλισμένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται ότι οποιαδήποτε αρχική αναγγελία πυρκαϊάς γίνεται αμέσως αντιληπτή από υπεύθυνο μέλος του πληρώματος.
4. Θα εγκαθίσταται ειδικό σύστημα συναγερμού που θα χειρίζεται από την γέφυρα ναυσιπλοΐας ή τον σταθμό ελέγχου πυρκαϊάς, για την κλήση του πληρώματος. Αυτό το σύστημα συναγερμού μπορεί να αποτελεί μέρος του γενικού συστήματος συναγερμού του πλοίου αλλά θα μπορεί να σημαίνεται ανεξάρτητα από το σύστημα συναγερμού του χώρου επιβατών.
5. Θα υπάρχει σύστημα ενδοσυνεννόησης ή άλλα αποτελεσματικά μέσα επικοινωνίας σε όλους τους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας και σταθμούς ελέγχου.
6. Σε πλοία, που μεταφέρουν περισσότερους από 36 επιβάτες θα τηρείται αποτελεσματικό σύστημα περιπολίας ώστε να μπορεί να ανιχνευθεί γρήγορα ή εκδήλωση πυρκαϊάς. Κάθε μέλος της περιπολίας πυρκαϊάς θα εκπαιδεύεται ώστε να εξοικειώνεται με τις διατάξεις του πλοίου καθώς επίσης και με τη θέση και λειτουργία οποιασδήποτε συσκευής που μπορεί να κληθεί να χρησιμοποιήσει.
Ειδικές απαιτήσεις για πλοία, που μεταφέρουν επικίνδυνα φορτία. Οι απαιτήσεις του Κανονισμού 54 θα εφαρμόζονται ανάλογα με την περίπτωση, σε επιβατηγό πλοία που μεταφέρουν επικίνδυνα φορτία.
1. Με την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι διατάξεις της παραγράφου 4 το σκάφος,, η υπερκατασκευή, τα κατασκευαστικά διαφράγματα, καταστρώματα και υπερστεγάσματα θα κατασκευάζονται από χάλυβα ή άλλο ισοδύναμο υλικό.
2. Η μόνωση των στοιχείων από κράμα αλουμινίου των χωρισμάτων κλάσης «Α» ή «Β» εκτός από την κατασκευή, πού κατά την γνώμη της Αρχής, δεν φέρει φορτίο, θα είναι τέτοια ώστε η θερμοκρασία του κατασκευαστικού στελέχους (πυρήνα) να μην υψώνεται περισσότερο από 200°C πάνω από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος σε κάθε στιγμή κατά τη διάρκεια της εφαρμοζομένης έκθεσης στη τυποποιημένη δοκιμή πυρκαϊάς.
3. Ιδιαίτερη προσοχή θα δίνεται στη μόνωση των στοιχείων από κράμα αλουμινίου των στηλών, στυλιδίων και λοιπών κατασκευαστικών μερών που απαιτούνται για την στήριξη των θέσεων στοιβασίας σωσιβίων λέμβων και σχεδιών, των περιοχών καθαίρεσης και επιβίβασης και των χωρισμάτων «Α» και «Β» κλάσης ώστε να εξασφαλίζεται:
.1 ότι για τα μέρη που υποστηρίζουν περιοχές σωσιβίων λέμβων και σωσιβίων σχεδιών και χωρίσματα κλάσης «Α» ο περιορισμός ανύψωσης της θερμοκρασίας που καθορίζεται στην παράγραφο 2 θα εφαρμόζεται στο τέλος της μιας ώρας, και
.2 ότι για τα μέρη που· απαιτούνται να υποστηρίζουν χωρίσματα κλάσης «Β» ο περιορισμός ανύψωσης της θερμοκρασίας που καθορίζεται στην παράγραφο 2 θα εφαρμόζεται στο τέλος της μισής ώρας.
4. Οροφές και περιφράγματα των χώρων μηχανών Κατηγορίας Α θα είναι από χαλύβδινη κατασκευή, επαρκώς μονωμένη και τα ανοίγματά τους αν υπάρχουν, θα έχουν κατάλληλη διάταξη και προστασία ώστε να εμποδίζουν την εξάπλωση της φωτιάς.
5. Στους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας θα υιοθετείται μια από τις ακόλουθες μεθόδους προστασίας.
.1 Μέθοδος IC. Η κατασκευή όλων των εσωτερικών διαχωριστικών διαφραγμάτων από άκαυστα χωρίσματα κλάσης «Β» ή «C» γενικά χωρίς την εγκατάσταση συστήματος αυτόματου ραντισμού, ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς στους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας, εκτός από την απαίτηση του Κανονισμού 52.1, ή.
.2 Μέθοδος IIC. Η εγκατάσταση συστήματος αυτόματου ραντισμού, ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς, όπως απαιτείται από τον Κανονισμό 52.2 για την ανίχνευση και κατάθεση πυρκαϊάς σε όλους τους χώρους στους οποίους είναι πιθανό να αναμένεται η εκδήλωση πυρκαϊάς, γενικά χωρίς περιορισμό στο τόπο των εσωτερικών διαχωριστικών διαφραγμάτων, ή
.3 Μέθοδος IIIC. Η εγκατάσταση μόνιμου συστήματος ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς όπως απαιτείται από τον Κανονισμό 2.3 σε όλους τους χώρους στους οποίους είναι πιθανό να αναμένεται εκδήλωση πυρκαϊάς, γενικά χωρίς περιορισμό στον τύπο των εσωτερικών διαχωριστικών διαφραγμάτων, με την εξαίρεση ότι η επιφάνεια οποιοσδήποτε χώρου ενδιαίτησης ή χώρων που περικλείονται από χωρίσματα κλάσης «Α» ή «Β» δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση α υπερβαίνει τα 50m2. Η Αρχή μπορεί να εξετάσει την περίπτωση αύξησης της επιφάνειας αυτής για κοινόχρηστους χώρους.
6. Οι απαιτήσεις για την χρήση άκαυστων υλικών στην κατασκευή και μόνωση των οριακών διαφραγμάτων των χώρων μηχανών, σταθμών ελέγχου, χώρων υπηρεσίας κ.λ.π. και η προστασία των περιφραγμάτων των κλιμάκων και διαδρόμων θα είναι ίδιες και για τις τρεις μεθόδους που περιγράφονται στην παράγραφο 5.
1. Όλα τα διαφράγματα που απαιτείται να είναι χωρίσματα κλάσης «Β» θα εκτείνονται από κατάστρωμα σε κατάστρωμα και μέχρι το κέλυφος του πλοίου ή άλλα όρια, εκτός αν συνεχείς οροφές ή επενδύσεις κλάσης «Β» είναι τοποθετημένες και στις δύο πλευρές του διαφράγματος, οπότε το διάφραγμα μπορεί να καταλήγει στη συνεχή οροφή ή επένδυση.
2. Μέθοδος IC. Όλα τα διαφράγματα, που δεν απαιτείται από αυτόν άλλους Κανονισμούς του Μέρους αυτού να είναι χωρίσματα κλάσης «Α» ή «Β» θα είναι τουλάχιστον κλάσης «C».
3. Μέθοδος IIC. Δεν θα υπάρχει περιορισμός στη κατασκευή των διαφραγμάτων που δεν απαιτείται από αυτόν ή άλλους Κανονισμούς του Μέρους αυτού να είναι χωρίσματα κλάσης «Α» ή «B», εκτός από συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου απαιτούνται διαφράγματα κλάσης «C», σύμφωνα με τον πίνακα 44.1.
4. Μέθοδος IIIC. Δεν θα υπάρχει περιορισμός στην κατασκευή των διαφραγμάτων που δεν απαιτείται από το Μέρος αυτό να είναι χωρίσματα κλάσης «Α» ή «Β» με την εξαίρεση ότι η επιφάνεια οποιοσδήποτε χώρου ενδιαίτησης ή χώρων που περικλείονται από συνεχές χώρισμα κλάσης «Α» ή «Β» δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να υπερβαίνει τα 50m2 εκτός από συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου απαιτούνται διαφράγματα κλάσης «C» σύμφωνα με τον πίνακα 44.1 η Αρχή μπορεί να εξετάσει την περίπτωση αύξησης της επιφάνειας αυτής για κοινόχρηστους χώρους.
1. Επί πλέον προς τη συμμόρφωση με τις ειδικές διατάξεις για την ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς των διαφραγμάτων και καταστρωμάτων, που αναφέρονται σε άλλα σημεία του Μέρους αυτού, η ελάχιστη ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς των διαφραγμάτων και καταστρωμάτων θα είναι όπως καθορίζεται στους, πίνακες 44.1 και 44.2.
2. Οι ακόλουθες απαιτήσεις θα ρυθμίζουν την εφαρμογή των πινάκων:
.1 Οι πίνακες 44.1 και 44.2 θα εφαρμόζονται αντίστοιχα στα διαφράγματα και καταστρώματα που χωρίζουν γειτονικούς χώρους.
.2 Για τον καθορισμό των καταλλήλων βαθμών ακεραιότητας έναντι πυρκαϊάς που θα εφαρμόζονται σε χωρίσματα μεταξύ γειτονικών χώρων, οι χώροι αυτοί έχουν ταξινομηθεί σύμφωνα με τον κίνδυνο πυρκαϊάς που παρουσιάζουν όπως φαίνεται παρακάτω στις κατηγορίες (1) μέχρι (11). Ο τίτλος κάθε κατηγορίας είναι μάλλον τυπικός παρά περιοριστικός. Ο αριθμός μέσα στις παρενθέσεις, που προηγείται κάθε κατηγορίας αναφέρεται στον αριθμό της στήλης ή γραμμής των πινάκων που έχει εφαρμογή.
(1) Σταθμοί ελέγχου:
Χώροι που περιέχουν πηγές ενέργειας και φωτισμού ανάγκης,
Οιακιστήριο και θάλαμος χαρτών.
Χώροι που περιέχουν τις συσκευές ραδιοτηλεγραφίας του πλοίου.
Χώροι κατάσβεσης πυρκαϊάς, χώροι ελέγχου και σταθμοί καταγραφής πυρκαϊάς.
Χώρος ελέγχου των προωστηρίων μηχανημάτων όταν ευρίσκεται έξω από το χώρο μήχανών.
Χώροι που περιέχουν τον κεντρικό εξοπλισμό συναγερμού πυρκαϊάς.
(2) Διάδρομοι
Διάδρομοι και προθάλαμοι.
(3) Χώροι ενδιαίτησης
Χώροι όπως ορίζονται στον Κανονισμό 3.10 εκτός από διαδρόμους.
(4) Κλίμακες
Εσωτερικές κλίμακες, ανελκυστήρες και κυλιόμενες κλίμακες (εκτός από εκείνες, που περιέχονται εξ ολοκλήρου στους χώρους μηχανών) και οι χώροι που περικλείονται από τα περιφράγματα τους.
Σημειώνεται σχετικά ότι κλίμακα περίκλειστη σε ένα μόνο επίπεδο θα θεωρείται ως τμήμα του χώρου από τον οποίο δεν διαχωρίζεται με θύρα πυρασφαλείας.
(5) Χώροι υπηρεσίας (μικρού κινδύνου πυρκαϊάς).
Ερμάρια και αποθήκες που έχουν επιφάνειες κάτω από 2m2, στεγνωτήρια και πλυντήρια.
(6) Χώροι μηχανών κατηγορίας Α.
Χώροι όπως ορίζονται στον Κανονισμό. 3.19.
(7) Άλλοι χώροι μηχανών .
Χώροι όπως, ορίζονται στον Κανονισμό 3.20 εκτός από χώρους μηχανών κατηγορίας Α.
(8) Χώροι φορτίου.
Όλοι οι χώροι που .χρησιμοποιούνται για φορτίο (περιλαμβανομένων των δεξαμενών φορτίου πετρελαίου) και οχετοί και στόμια κυτών των χώρων αυτών.
(9) Χώροι υπηρεσίας (μεγάλου κινδύνου, πυρκαϊάς)
Μαγειρεία, κυλικεία που περιέχουν συσκευές μαγειρικής, αποθήκες χρωμάτων και λυχνιών ερμάρια και αποθήκες που έχουν επιφάνεια 2m2 ή μεγαλύτερη, συνεργεία εκτός από εκείνα που αποτελούν τμήμα χώρων μηχανών.
(10) Ανοικτά καταστρώματα.
Χώροι ανοικτών καταστρωμάτων και κλειστοί χώροι περιπάτου που δεν παρουσιάζουν κίνδυνο πυρκαϊάς. Υπαίθριοι χώροι (οι εκτός των υπερκατασκευών και υπερστεγασμάτων χώροι).
(11) Χώροι φορτίου RO/RO.
Χώροι όπως ορίζονται στον Κανονισμό 3.14. Χώροι φορτίου που προορίζονται για την μεταφορά μηχανοκινήτων οχημάτων με καύσιμα στις δεξαμενές τους για την κίνησή τους.
4. Μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι, συνεχείς οροφές ή επενδύσεις κλάσης «Β» σε συνεργασία με τα αντίστοιχα καταστρώματα ή διαφράγματα, μετέχουν εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στην απαιτούμενη μόνωση και ακεραιότητα ενός χωρίσματος.
5. Σε εξωτερικά οριακά χωρίσματα που από τον Κανονισμό 42.1 απαιτείται να είναι από χάλυβα ή άλλο ισοδύναμο υλικό μπορούν να γίνονταν οπές για την τοποθέτηση παραθύρων και παραφωτίδων εφ’ όσον δεν απαιτείται από άλλη διάταξη του Μέρους αυτού να έχουν τα χωρίσματα αυτά ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς κλάσης «Α». Με όμοιο τρόπο, οι θύρες σε τέτοια διαφράγματα που δεν απαιτείται να έχουν ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς κλάσης «Α» μπορούν να είναι από υλικά που ικανοποιούν την Αρχή.
1. Τα κλιμακοστάσια και οι κλίμακες θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε να παρέχουν από όλους τους χώρους ενδιαίτησης και από τους χώρους στους οποίους απασχολείται συνήθως το πλήρωμα, εκτός από τους χώρους μηχανών, μέσα άμεσης διαφυγής προς το ανοικτό κατάστρωμα και από εκεί προς τις σωσίβιες λέμβους και σχεδίες. Ειδικότερα θα πληρούνται οι ακόλουθες γενικές διατάξεις:
.1 Σε όλα τα επίπεδα ενδιαίτησης θα προβλέπονται δύο τουλάχιστο μέσα διαφυγής από κάθε περιορισμένο χώρο ή συγκρότημα χώρων σε αρκετή απόσταση μεταξύ τους.
.2.1 Κάτω από το κατώτατο ανοικτό κατάστρωμα το κύριο μέσο διαφυγής θα είναι μία κλίμακα και η δεύτερη διαφυγή μπορεί να είναι ένας οχετός ή κλίμακα.
.2.2 Πάνω από το κατώτατο ανοικτό κατάστρωμα τα μέσα διαφυγής θα είναι κλίμακες ή θύρες που οδηγούν σε ανοικτό κατάστρωμα ή συνδυασμός αυτών.
.3 Κατ’ εξαίρεση η Αρχή μπορεί να επιτρέψει ένα μόνο μέσο διαφυγής αφού λάβει κατάλληλα υπόψη της τη φύση και θέση των χώρων και τον αριθμό των ατόμων που θα μπορούσαν κανονικά να ενδιαιτηθούν ή να απασχοληθούν εκεί.
.4 Δεν θα γίνονται αποδεκτοί τυφλοί διάδρομοι που έχουν μήκος μεγαλύτερο από 7m. Τυφλός διάδρομος είναι διάδρομος ή τμήμα διαδρόμου απ’ όπου υπάρχει μία μόνο οδός διαφυγής.
.5 Το πλάτος και η συνέχιση των μέσων διαφυγής θα ικανοποιεί την Αρχή.
.6 Αν ο σταθμός ραδιοτηλεγραφίας δεν έχει απ’ ευθείας διέξοδο στο ανοικτό κατάστρωμα, θα προβλέπονται δύο μέσα πρόσβασης ή εξόδου από τον σταθμό αυτό, ένα από τα οποία μπορεί να είναι παραφωτίδα ή παράθυρο επαρκούς μεγέθους, ή άλλο μέσο που να ικανοποιεί την Αρχή ώστε να παρέχει διαφυγή ανάγκης.
2. Σε όλους τους χώρους φορτίου RO/RO στους οποίους κανονικά απασχολείται το πλήρωμα, ο αριθμός και οι θέσεις των οδών διαφυγής προς το ανοικτό κατάστρωμα θα ικανοποιεί την Αρχή, αλλά δεν θα είναι σε καμιά περίπτωση κάτω από δύο και θα ευρίσκονται σε αρκετή απόσταση μεταξύ τους.
3. Εκτός από την περίπτωση της παραγράφου 4, θα προβλέπονται δύο μέσα διαφυγής από κάθε χώρο μηχανών κατηγορίας Α. Ειδικότερα θα πληρούται μία από τις ακόλουθες διατάξεις:
.1 δύο συστήματα χαλύβδινων κλιμάκων, σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ τούς που οδηγούν σε θύρες στο ανώτερο τμήμα του χώρου κατά παρόμοιο τρόπο διαχωρισμένες και από τις οποίες παρέχεται διέξοδος προς το ανοικτό κατάστρωμα. Γενικά μία απ’ αυτές τις κλίμακες θα παρέχει συνεχή προστασία από την πυρκαϊά από το κατώτερο τμήμα του χώρου μέχρι μία ασφαλή θέση έξω από το χώρο. Πάντως η Αρχή μπορεί να μην απαιτήσει την προστασία αυτή αν λόγω ειδικής διάταξης ή διαστάσεων του χώρου μηχανών, παρέχεται ασφαλής οδός διαφυγής από το κατώτερο τμήμα του χώρου αυτού. Η προστασία αυτή θα είναι από χάλυβα με μόνωση όπου είναι αναγκαίο, κατά την κρίση της Αρχής και θα εφοδιάζεται με μία αυτόκλειστη χαλύβδινη θύρα στο κατώτερο σημείο, ή
.2 μία χαλύβδινη κλίμακα, που οδηγεί σε θύρα στο ανώτερο τμήμα του χώρου, από την οποία παρέχεται διέξοδος προς το ανοικτό κατάστρωμα και επί πλέον, στο. κατώτερο τμήμα του χώρου και σε θέση αρκετά, απομακρυσμένη από την κλίμακα που αναφέρθηκε, μία χαλύβδινη θύρα ικανή να χειρίζεται από κάθε πλευρά που θα παρέχει πρόσβαση προς ασφαλή οδό διαφυγής από το κατώτερο τμήμα του χώρου προς το ανοικτό κατάστρωμα.
4. Σε πλοίο ολικής χωρητικότητας κάτω από 1000 κόρους η Αρχή μπορεί να επιτρέψει ένα μόνο από τα μέσα διαφυγής, που απαιτούνται από την παράγραφο 3, αφού λάβει κατάλληλα υπόψη της τις διαστάσεις και τη διάταξη του ανώτερου τμήματος του χώρου.
5. Από τους χώρους μηχανών εκτός από εκείνους της κατηγορίας Α, θα προβλέπονται οδοί διαφυγής, που να ικανοποιούν την Αρχή, αφού ληφθούν υπόψη, η φύση και θέση του χώρου καθώς και αν απασχολούνται συνήθως άτομα στο χώρο αυτό.
6. Οι ανελυστήρες δεν θα θεωρούνται ότι αποτελούν ένα από τα απαιτούμενα μέσα διαφυγής, όπως απαιτείται από τον Κανονισμό αυτό.
1. Κλίμακες που διαπερνούν ένα μόνο κατάστρωμα θα προστατεύονται τουλάχιστον σε ένα επίπεδο με χωρίσματα κλάσης τουλάχιστον «Β - Ο» και αυτόκλειστες θύρες. Ανελκυστήρες, που διαπερνούν ένα μόνο κατάστρωμα θα περιβάλλονται από χωρίσματα κλάσης «Α - Ο» με χαλύβδινες θύρες και στα δύο επίπεδα. Κλίμακες και φρεάτια ανελκυστήρων, που διαπερνούν περισσότερα από ένα καταστρώματα θα περιβάλλονται από χωρίσματα κλάσης τουλάχιστον «Α - Ο» και θα προστατεύονται από αυτόκλειστες θύρες σε όλα τα επίπεδα.
2. Σε πλοία που διαθέτουν ενδιαίτηση για 12 ή ολιγώτερα άτομα, όπου οι κλίμακες διαπερνούν περισσότερα από ένα καταστρώματα και όπου υπάρχουν δύο τουλάχιστον οδοί διαφυγής απ’ ευθείας προς το ανοικτό κατάστρωμα σε κάθε επίπεδο ενδιαίτησης, η Αρχή μπορεί να εξετάσει την περίπτωση μείωσης των απαιτήσεων «Α - Ο» της παραγράφου I σε «Β - Ο».
3. Όλες οι κλίμακες θα έχουν σκελετό κατασκευασμένο από χάλυβα εκτός αν η Αρχή εγκρίνει τη χρήση άλλου ισοδύναμου υλικού.
1. Η αντίσταση των θυρών στην πυρκαϊά θα είναι, όσο είναι πρακτικά δυνατό, ισοδύναμη με εκείνη του χωρίσματος στο οποίο είναι τοποθετημένες. Θύρες και πλαίσια θυρών σε χωρίσματα κλάσης «Α» θα κατασκευάζονται από χάλυβα. Οι θύρες στα χωρίσματα κλάσης «Β» θα είναι άκαυστες. Θύρες τοποθετημένες σε οριακά διαφράγματα χώρων μηχανών κατηγορίας Α θα είναι επαρκώς αεριοστεγανές και αυτόκλειστες. Σε πλοία κατασκευασμένα σύμφωνα με τη μέθοδο IC, η Αρχή μπορεί να επιτρέψει τη χρήση καυσίμων υλικών σε θύρες, που χωρίζουν καμπίνες από ατομικούς εσωτερικούς χώρους υγιεινής όπως οι καταιονιστήρες.
2. Θύρες, που απαιτείται να είναι αυτόκλειστες δεν θα εφοδιάζονται με άγκιστρα συγκράτησης. Όμως μπορεί να χρησιμοποιηθούν διατάξεις συγκράτησης εφοδιασμένες με τηλεχειριζόμενους μηχανισμούς απελευθέρωσης, τύπου που παρέχει, ασφάλεια σε περίπτωση βλάβης.
3. Στα διαφράγματα των διαδρόμων μπορούν να επιτραπούν ανοίγματα αερισμού μόνο στις θύρες και κάτω από τις θύρες των καμπινών και κοινοχρήστων χώρων. Τα ανοίγματα θα υπάρχουν μόνον στο τμήμα της θύρας από τη μέση και κάτω. Όπου υπάρχει τέτοιο άνοιγμα στη θύρα ή κάτω από αυτήν η ολική καθαρή επιφάνεια οποιουδήποτε τέτοιου ανοίγματος ή ανοιγμάτων δεν θα υπερβαίνει το 0.05m2. Όπου τέτοιο άνοιγμα έχει ανοιχθεί σε θύρα θα εφοδιάζεται με πλέγμα κατασκευασμένο από άκαυστο υλικό.
4. Οι στεγανές θύρες δεν χρειάζονται να μονώνονται.
Τα συστήματα αερισμού των φορτηγών πλοίων θα πληρούν τις διατάξεις του Κανονισμού 16, εκτός από την παράγραφο 8.
1. Όλες οι εκτεθειμένες επιφάνειες στους διαδρόμους και τα περιφράγματα των κλιμάκων και οι επιφάνειες, περιλαμβανομένων των στηριγμάτων, σε κρυφούς ή απρόσιτους χώρους σε χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας και σταθμούς ελέγχου, θα έχουν χαρακτηριστικά χαμηλής εξάπλωσης φλόγας*. Οι εκτεθειμένες επιφάνειες οροφών σε χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας και σταθμούς ελέγχου θα έχουν χαρακτηριστικά χαμηλής εξάπλωσης φλόγας.
2. Χρώματα, βερνίκια και άλλα τελικά επιχρίσματα που χρησιμοποιούνται σε εκτεθειμένες εσωτερικές επιφάνειες δεν θα δημιουργούν σημαντικό κίνδυνο πυρκαϊάς κατά την κρίση της Αρχής και δεν θα είναι ικανά να παράγουν υπερβολική ποσότητα καπνού.
3. Οι πρωτεύουσες επιστρώσεις καταστρωμάτων, αν τοποθετούνται στους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας και στους σταθμούς ελέγχου θα είναι από εγκεκριμένο υλικό, που δεν θα αναφλέγεται εύκολα**.
*Γίνεται μνεία των Οδηγιών για την Αξιολόγηση των σχετικών με τον Κίνδυνο Πυρκαϊάς Ιδιοτήτων των Υλικών που υιοθετήθηκαν από τον οργανισμό με την απόφαση A166(ESIV).
** Γίνεται μνεία των Βελτιωμένων Προσωρινών οδηγιών για τις Μεθόδους Δοκιμής Πρωτευουσών Επιστρώσεων Καταστρωμάτων, που υιοθετήθηκαν από τον Οργανισμό με την απόφαση A. 214(VII).
1. Μέθοδος IC. Σε χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας και σταθμούς ελέγχου, όλες οι επενδύσεις, φράγματα αέρα, οροφές και τα σχετικά στηρίγματά τους θα είναι από άκαυστα υλικά.
2. Μέθοδοι IIC και IIIC. Σε διαδρόμους και περίκλειστους χώρους κλιμακοστάσιών που εξυπηρετούν χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας και σταθμούς ελέγχου, οι οροφές, οι επενδύσεις, τα φράγματα αέρα και τα σχετικά στηρίγματά τους θα είναι από άκαυστα υλικά.
3. Μέθοδοι IC, IIC και IHC.
3.1 Με εξαίρεση τους χώρους φορτίου ή τους ψυκτικούς θαλάμους των χώρων υπηρεσίας, τα μονωτικά υλικά θα είναι άκαυστα. Φράγματα ατμών και συγκολλητικές ουσίες που χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με μόνωση, καθώς επίσης και η μόνωση των σωληνώσεων για συστήματα ψήξης δεν χρειάζονται να είναι από άκαυστα υλικά, αλλά θα περιορίζονται στην ελάχιστη πρακτικά δυνατή ποσότητα και οι εκτεθειμένες επιφάνειές τους θα έχουν ιδιότητες αντίστασης στην εξάπλωση της φλόγας που θα ικανοποιούν την Αρχή.
3.2 Όπου τοποθετούνται στους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας άκαυστα διαφράγματα, επενδύσεις και οροφές, μπορούν να έχουν καύσιμη επίστρωση, που δεν θα υπερβαίνει τα 2.0mm σε πάχος σε οποιοδήποτε από τους χώρους αυτούς εκτός από τους διαδρόμους, τα περιφράγματα των κλιμάκων και τους σταθμούς ελέγχου, όπου η επίστρωση δεν θα υπερβαίνει τα 1.5mm σε πάχος.
3.3 Κλειστοί κενοί χώροι πίσω από οροφές, χωρίσματα ή επενδύσεις θα υποδιαιρούνται με φράγματα αέρα που εφαρμόζουν, καλά, σε απόσταση μεταξύ τους όχι μεγαλύτερη από 14m. Κατά την κατακόρυφη διεύθυνση, τέτοιοι κενοί χώροι περιλαμβανομένων των χώρων πίσω από τις επενδύσεις κλιμάκων, οχετών κ.λ.π. θα κλείνονται σε κάθε κατάστρωμα.
Όπου χρησιμοποιείται αέριο καύσιμο για ανάγκες ενδιαίτησης, οι διατάξεις, η αποθήκευση, η διανομή και η χρησιμοποίηση του καυσίμου θα είναι τέτοιες ώστε να διατηρείται η ασφάλεια του πλοίου και των επιβαινόντων, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων, πυρκαϊάς και έκρηξης που μπορεί να συνεπάγεται η χρήση τέτοιου καύσιμου.
1. Σε πλοία στα οποία υιοθετείται η μέθοδος IC, θα εγκαθίσταται σύστημα ανίχνευσης καπνού σύμφωνά με τις σχετικές απαιτήσεις του Κανονισμού 13 που θα έχει τέτοια διάταξη ώστε να προστατεύει όλους τους, διαδρόμους, τις κλίμακες και τις οδούς διαφυγής μέσα στους χώρους ενδιαίτησής.
2. Σε πλοία στα όποια υιοθετείται ή μέθοδος IIC, θα εγκαθίσταται σύστημα αυτομάτου ραντισμού, ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς εγκεκριμένου τύπου και σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Κανονισμού 12 που θα έχει τέτοια διάταξη ώστε να προστατεύει τους χώρους ενδιαίτησης, μαγειρεία και άλλους χώρους υπηρεσίας εκτός από τους χώρους που δεν παρουσιάζουν σημαντικό κίνδυνο πυρκαϊάς, όπως κενοί χώροι, χώροι υγιεινής κ.λ,π. Επί πλέον θα εγκαθίσταται σύστημά ανίχνευσης καπνού σύμφωνα με τις σχετικές απαιτήσεις του Κανονισμού 13 που θα έχει τέτοια διάταξη ώστε να προστατεύει τους διαδρόμους, τις κλίμακες και τις οδούς διαφυγής μέσα στους χώρους ενδιαίτησης.
3. Σε πλοία, στα όποια υιοθετείται η μέθοδος IHC, θα εγκαθίσταται μόνιμο σύστημα ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς εγκεκριμένου τύπου και σύμφωνα με τις σχετικές απαιτήσεις του Κανονιμού 13 που θα έχει τέτοια διάταξη ώστε να ανιχνεύει την παρουσία πυρκαϊάς σε όλους τους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας εκτός από τους χώρους που δεν παρουσιάζουν σημαντικό κίνδυνο πυρκαϊάς, όπως κενοί χώροι, χώροι υγιεινής κ.λ,π.
4. Χωρίς να αγνοούνται οι παραπάνω διατάξεις, η Αρχή δεν χρειάζεται να απαντήσει την εγκατάσταση των ανιχνευτών, που απαιτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 13.2.2 μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου 1985.
1. Γενικά.
1. 1 Εκτός από τους χώρους φορτίου, που καλύπτονται από τις παραγράφους 2 και 3, χώροι φορτίου πλοίων ολικής χωρητικότητας 2000 κόρων και άνω θα προστατεύονται με μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αέριο, που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 5 ή με σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς που παρέχει ισοδύναμη προστασία.
1. 2 Η Αρχή μπορεί να εξαιρέσει από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1.1. χώρους φορτίου οποιουδήποτε πλοίου, αν έχει κατασκευασθεί και προορίζεται αποκλειστικά για τη μεταφορά μεταλλεύματος άνθρακα, σιτηρών, μη αποξηραμένης ξυλείας και ακαύστων φορτίων ή φορτίων πού, κατά τη γνώμη της αρχής, παρουσιάζουν μικρό κίνδυνο πυρκαϊάς. Τέτοιες εξαιρέσεις μπορεί να χορηγούνται μόνο αν το πλοίο είναι εφοδιασμένο με χαλύβδινα καλύμματα κυτών και αποτελεσματικά μέσα κλεισίματός όλων των ανεμοδόχων και των άλλων ανοιγμάτων, που οδηγούν στους χώρους φορτίου.
1. 3 Χωρίς να αγνοούνται οι διατάξεις της παραγράφου 1.1., οποιοδήποτε πλοίο, που ασχολείται με τη μεταφορά επικίνδυνων φορτίων θα εφοδιάζεται σε οποιουσδήποτε χώρους φορτίου με μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αέριο, που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 5 ή με σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς, που κατά τη γνώμη της Αρχής παρέχει ισοδύναμη προστασία για τα μεταφερόμενα φορτία.
3. Χώροι φορτίου RO/RO .
2.1 Ανίχνευση πυρκαϊάς.
Θα προβλέπεται εγκεκριμένο σύστημα αυτόματης ανίχνευσης και αναγγελίας πυρκαϊάς. Η σχεδίαση καν οι διατάξεις του συστήματος αυτού θα εξετάζονται σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις αερισμού, που αναφέρονται στην παράγραφο 2.3.
2.2 Διατάξεις κατάσβεσης πυρκαϊάς.
2.2.1 Χώροι φορτίου RO/RO, ικανοί να κλείνουν ερμητικά θα εφοδιάζονται με μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αέριο, που θα πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 5, με τις ακόλουθες εξαιρέσεις:
.1 αν εγκαθίσταται σύστημα διοξειδίου του άνθρακα, η διαθέσιμη ποσότητα του αερίου θα είναι τουλάχιστον ικανή να δώσει ελάχιστο όγκο ελεύθερου αερίου ίσο με το 45% του ολικού όγκου του μεγαλύτερου τέτοιου χώρου φορτίου που μπορεί να κλεισθεί ερμητικά και οι διατάξεις θα είναι τέτοιες ώστε να εξασφαλίζουν ότι τα δύο τρίτα τουλάχιστον της ποσότητας του αερίου, που απαιτείται για τον αντίστοιχο χώρο θα διοχετευθούν σε 10 πρώτα λεπτά,
.2 σύστημα αλογονωμένων υδρογοναθράκων μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για χώρους που προορίζονται μόνο για οχήματα, που δεν μεταφέρουν οποιοδήποτε φορτίο,
.3 οποιοδήποτε άλλο μόνιμο σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αέριο ή μόνιμη σύστημα κατάσβεσης πυρκαϊάς με αφρό υψηλής εκτόνωσης μπορεί να εγκατασταθεί, εφ’ όσον επιτυγχάνεται ισοδύναμη προστασία κατά την κρίση της Αρχής,
.4 εναλλακτικά, μπορεί να εγκατασταθεί σύστημα που πληροί τις απαιτήσεις του Κανονισμού 37.1.3. Πάντως, οι διατάξεις αποστράγγισης και άντλησης .θα είναι τέτοιες ώστε να εμποδίζουν το σχηματισμό ελεύθερων επιφανειών. Αν αυτό δεν είναι δυνατό, η δυσμενής επίδραση στην ευστάθεια του βάρους που προστίθεται και της ελεύθερης επιφάνειας τού νερού, θα λαμβάνονται υπόψη, στην έκταση που η Αρχή θεωρεί αναγκαία κατά την έγκριση των πληροφοριακών στοιχείων ευστάθειας. Οι πληροφορίες αυτές θα περιλαμβάνονται στα στοιχεία ευστάθειας που δίνονται στον πλοίαρχο όπως απαιτείται από τον Κανονισμό 11 - 1/22. .
2.2.2 Χώροι φορτίου RO/RO που δεν μπορούν να κλεισθούν ερμητικά θα εφοδιάζονται με σύστημα, που πληροί τις απαιτήσεις του Κανονισμού 37.1.3. Πάντως οι διατάξεις αποστράγγισης και απάντλησης θα είναι τέτοιες ώστε να εμποδίζουν το. σχηματισμό ελεύθερων επιφανειών. Αν αυτό δεν είναι δυνατό η δυσμενής επίδραση στην ευστάθεια του βάρους που. προστίθεται και της ελεύθερης επιφάνειας του νερού, θα λαμβάνονται υπόψη, στην έκταση που η Αρχή θεωρεί αναγκαία, κατά την έγκριση των πληροφοριακών στοιχείων ευστάθειας*. Οι πληροφορίες αυτές θα περιλαμβάνονται στα στοιχεία ευστάθειας, που δίνονται στον πλοίαρχο όπως απαιτείται από τον Κανονισμό 11 - 1/22.
2.2.3 Θα προβλέπονται για χρήση σε οποιοδήποτε χώρο φορτίου RO/RO φορητοί πυροσβεστήρες σε αριθμό που η Αρχή θεωρεί επαρκή. Ένας τουλάχιστον φορητός πυροσβεστήρας θα ευρίσκεται σε κάθε πρόσβαση σε τέτοιους χώρους φορτίου.
2.2.4 Κάθε χώρος φορτίου RO/RO που προορίζεται για τη μεταφορά μηχανοκινήτων οχημάτων με καύσιμα στις δεξαμενές τους για την κίνησή τους, θα εφοδιάζεται με:
.1 τρεις τουλάχιστον συσκευές παραγωγής ομίχλης νερού,
.2 μία φορητή συσκευή παραγωγής αφρού που πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 6.4 με την προϋπόθεση ότι δύο τουλάχιστο τέτοιες συσκευές είναι διαθέσιμες στο πλοίο για χρήση σε τέτοιους χώρους φορτίου RO/RO.
2.3 Σύστημα αερισμού,.
2.3.1 Οι κλειστοί χώροι φορτίου RO/ROθα εφοδιάζονται με αποτελεσματικό σύστημα τεχνητού αερισμού, ικανό να παρέχει τουλάχιστον έξι εναλλαγές αέρα την ώρα, με βάση ένα κενό κύτος. Οι ανεμιστήρες αερισμού κανονικά θα λειτουργούν συνεχώς οποτεδήποτε ευρίσκονται οχήματα στο πλοίο. Όπου αυτό δεν είναι πρακτικά δυνατό, θα λειτουργούν για περιορισμένη χρονική περίοδο καθημερινά, όπως επιτρέπει ο καιρός και σε οποιαδήποτε περίπτωση για επαρκή χρονική περίοδο πριν από την εκφόρτωση μετά την οποία περίοδο θα διαπιστώνεται ότι ο χώρος φορτίου RO/RO είναι ελεύθερος από αέρια. Για το σκοπό αυτό θα φέρονται στο πλοίο ένα ή περισσότερα φορητά όργανα ανίχνευσης καύσιμων αεριών. Το σύστημα θα είναι εντελώς χωριστό από άλλα συστήματα αερισμού. Οι αγωγοί αερισμού, που εξυπηρετούν, χώρους φορτίου RO/RO που μπορούν να κλείνονται αποτελεσματικά θα είναι χωριστοί για κάθε χώρο φορτίου. Η αρχή μπορεί να απαιτήσει αυξημένο αριθμό εναλλαγών αέρα κατά τη φορτοεκφόρτωση των οχημάτων. Το σύστημα θα μπορεί να ελέγχεται από θέση έξω από τους χώρους αυτούς.
2.3.2 Η διάταξη του αερισμού θα είναι τέτοια ώστε ’να εμποδίζεται η στρωματοποίηση του αέρα και ο σχηματισμός αεροθυλάκων.
2.3.3 θα προβλέπονται μέσα που θα δείχνουν στη γέφυρα ναυσιπλοΐας οποιαδήποτε απώλεια της ικανότητας αερισμού που απαιτείται.
2.3.4 θα προβλέπονται διατάξεις, που θα επιτρέπουν γρήγορή διακοπή και αποτελεσματικό κλείσιμο τού συστήματος αερισμού, σε περίπτωση πυρκαϊάς λαμβανομένων υπόψη των καιρικών συνθηκών και της κατάστασης της θάλασσας.
2.3.5 Οι αγωγοί αερισμού, περιλαμβανομένων των πυροφρακτών θα είναι κατασκευασμένοι από χάλυβα και η διάταξή τους θα ικανοποιεί την Αρχή.
2.4 Προφυλάξεις κατά της ανάφλεξης εύφλεκτων ατμών.
Κλειστοί χώροι φορτίου RO/RO που μεταφέρουν μηχανοκίνητα; οχήματα με. καύσιμα στις δεξαμενές τους για την κίνησή τους θα πληρούν τις ακόλουθες πρόσθετες διατάξεις:
.1 Με εξαίρεση .την .περίπτωση της παραγράφου 2.4.2, ο ηλεκτρικός εξοπλισμός και οι καλωδιώσεις θα είναι τύπου κατάλληλου για χρήση σε εκρηκτικά μίγματα βενζίνης και αέρα.
.2 Σε ύψος μεγαλύτερο από 450mm από το κατάστρωμα, θα επιτρέπεται εναλλακτικά ηλεκτρικός εξοπλισμός τύπου κλειστού και προστατευμένου κατά τρόπο ώστε να εμποδίζεται η διαφυγή σπινθήρων υπό τον όρο ότι το σύστημα αερισμού είναι σχεδιασμένο και λειτουργεί έτσι ώστε να παρέχει συνεχή αερισμό των χώρων φορτίου με ρυθμό δέκα τουλάχιστον εναλλαγών αέρα την ώρα, οποτεδήποτε ευρίσκονται οχήματα στο πλοίο.
.3 Δεν θα επιτρέπεται άλλος εξοπλισμός που μπορεί να αποτελέσει πηγή ανάφλεξης εύφλεκτων ατμών.
.4 Ο ηλεκτρικός εξοπλισμός και οι καλωδιώσεις μέσα σε αγωγό εξαερισμού θα είναι εγκεκριμένου τύπου για χρήση σε εκρηκτικά μίγματα βενζίνης και αέρα και η εξαγωγή οποιοσδήποτε αγωγού εξαερισμού θα ευρίσκεται σε ασφαλή θέση λαμβανομένων υπόψη άλλων πιθανών πηγών ανάφλεξης.
.5 Οι ευδιαίοι (μπούνια) δεν θα καταλήγουν σε χώρους μηχανών ή άλλους χώρους όπου μπορεί να υπάρχουν πηγές ανάφλεξης.
3. Χώροι φορτίου, εκτός από χώρους φορτίου RO/RO που προορίζονται για τη μεταφορά μηχανοκινήτων οχημάτων, με καύσιμα στις δεξαμενές τους για την κίνησή τους.
Χώροι που προορίζονται για τη μεταφορά μηχανοκινήτων οχημάτων με καύσιμα στις δεξαμενές τους για την κίνησή τους θα πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 2, με την εξαίρεση ότι δεν χρειάζεται να πληρούν την παράγραφο 2.2.4.
1.Γενικά.
1.1 Επί πλέον προς τη συμμόρφωση των φορτηγών πλοίων με τις απαιτήσεις του Κανονισμού 53, και των επιβατηγών πλοίων, με τις απαιτήσεις των Κανονισμών 38 και 39 ανάλογα με την περίπτωση, τύποι πλοίων και χώροι φορτίου, που αναφέρονται στην παράγραφο 1.2, και προορίζονται για τη μεταφορά επικινδύνων φορτίων θα πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού αυτού ανάλογα με την περίπτωση, με εξαίρεση τις περιπτώσεις μεταφοράς επικίνδυνων φορτίων σε περιορισμένες ποσότητες*, εκτός αν τέτοιες απαιτήσεις ήδη πληρούνται κατόπιν συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που αναφέρονται σε άλλα σημεία τού Κεφαλαίου αυτού. Οι τύποι των πλοίων και οι τρόποι μεταφοράς των επικινδύνων φορτίων αναφέρονται στην παράγραφο 1.2 και στον πίνακα 54.1 όπου οι αριθμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 1.2 σημειώνονται στην πρώτη γραμμή.
1. 2 Οι ακόλουθοι τύποι πλοίων και χώροι φορτίου θα ρυθμίζουν την εφαρμογή των πινάκων 54.1 και 54. 2:
.1 Πλοία και χώροι φορτίου που δεν έχουν σχεδιασθεί ειδικά για τη μεταφορά εμπορευματοκιβωτίων, αλλά προορίζονται για τη μεταφορά επικινδύνων φορτίων σε συσκευασμένη μορφή περιλαμβανομένων φορτίων σε εμπορευματοκιβώτια και φορητές δεξαμενές.
.2 Πλοία ειδικά κατασκευασμένα για τη μεταφορά εμπορευματοκιβωτίων και χώροι φορτίου, που προορίζονται για τη μεταφορά επικινδύνων φορτίων σε εμπορευματοκιβώτια και φορητές δεξαμενές.
.3 Πλοία RO/RO και χώροι φορτίου RO/RO, που προορίζονται για τη μεταφορά επικινδύνων φορτίων.
.4 Πλοία και χώροι φορτίου που προορίζονται για τη μεταφορά στερεών επικινδύνων φορτίων χύμα.
.5 Πλοία και χώροι φορτίου που προορίζονται για τη μεταφορά επικινδύνων φορτίων εκτός από υγρά και αέρια χύμα σε φορτηγίδες που φέρονται στο πλοίο.
2.Ειδικές απαιτήσεις.
Εκτός αν καθορίζεται διαφορετικά, οι ακόλουθες απαιτήσεις θα ρυθμίζουν την εφαρμογή των πινάκων 54.1, 54.2 και 54.3 για τη στοιβασία των επικινδύνων φορτίων τόσο «πάνω στο κατάστρωμα» όσο και «κάτω από το κατάστρωμα», όπου οι αριθμοί των ακόλουθων παραγράφων σημειώνονται στην πρώτη στήλη.
2.1 Παροχές νερού,
2.1.1 Θα λαμβάνονται μέτρα για την εξασφάλιση της άμεσης διαθεσιμότητας νερού από το κύριο δίκτυο πυρκαϊάς στην απαιτούμενη πίεση είτε με μόνιμη διατήρηση της πίεσης είτε με κατάλληλα τοποθετημένες τηλεχειριζόμενες διατάξεις εκκίνησης των αντλιών
2.1.2 Η παρεχόμενη ποσότητα νερού θα μπορεί να τροφοδοτεί τέσσερα ακροσωλήνια τέτοιου μεγέθους και σε τέτοιες πιέσεις όπως φθορίζονται στον Κανονισμό 4, ικανά να κατευθύνονται προς οποιοδήποτε σημείο του χώρου φορτίου όταν είναι κενός. Αυτή η ποσότητα του νερού μπορεί να παρέχεται με ισοδύναμα μέσα κατά την κρίση της Αρχής.
2.1.3 Θα προβλέπονται μέσα για την αποτελεσματική ψύξη καθορισμένου χώρου φορτίου κάτω από το κατάστρωμα με άφθονες ποσότητες νερού, είτε με μόνιμη διάταξη ακροφυσίων ραντισμού, είτε με κατάκλυση του χώρου φορτίου με νερό. Γι’ αυτό το σκοπό μπορούν να χρησιμοποιούνται εύκαμπτοι σωλήνες σε μικρούς άωρους φορτίου και σε μικρές περιοχές μεγαλυτέρων χώρων φορτίου κατά την κρίση της Αρχής. Σ’ οποιαδήποτε περίπτωση οι διατάξεις αποστράγγισης και απάντλησης θα είναι τέτοιες ώστε να εμποδίζουν το σχηματισμό ελεύθερων επιφανειών. Αν αυτό δεν είναι δυνατό, η δυσμενής επίδραση στην ευστάθεια του βάρους που προστίθεται και της ελεύθερης επιφάνειας του νερού θα λαμβάνονται υπόψη στην έκταση που η Αρχή θεωρεί αναγκαία κατά την έγκριση των πληροφοριακών στοιχείων ευστάθειας*.
2.1.4 Η πρόβλεψη κατάκλυσης καθορισμένου χώρου φορτίου κάτω από το κατάστρωμα με ορισμένα κατάλληλα μέσα, μπορεί να αντικαταστήσει τις απαιτήσεις της παραγράφου 2.1.3.
2.2 Πηγές ανάφλεξης.
Δεν θα τοποθετούνται ηλεκτρικός εξοπλισμός και καλωδιώσεις σε [κλειστούς χώρους φορτίου, κλειστούς χώρους καταστρωμάτων οχημάτων, ή ανοικτούς χώρους καταστρωμάτων οχημάτων εκτός αν είναι απαραίτητο για λειτουργικούς σκοπούς κατά την κρίση της Αρχής. Πάντως, αν τοποθετείται ηλεκτρικός εξοπλισμός σε τέτοιους χώρους θα είναι πιστοποιημένου ασφαλούς τύπου** για χρήση σε επικίνδυνο περιβάλλον στο οποίο μπορεί να εκτεθεί εκτός αν είναι δυνατή ή πλήρης απομόνωση του ηλεκτρικού συστήματος, (με την αφαίρεση συνδέσμων στο σύστημα, εκτός από ασφάλειες). Τα ανοίγματά καταστρωμάτων και διαφραγμάτων για τη διεύλευση καλωδίων θα σφραγίζονται για να εμποδίζουν τη δίοδο αερίων η ατμών. Διερχόμενα καλώδια και καλώδια μέσα στους χώρους, φορτίου θα προστατεύονται έναντι βλάβης από κρούση. Οποιοσδήποτε άλλος εξοπλισμός, που μπορεί να αποτελέσει πηγή ανάφλεξης εύφλεκτων ατμών, δεν θα επιτρέπεται.
2.3 Σύστημα Ανίχνευσης.
Θα εγκαθίσταται εγκεκριμένο σύστημα ανίχνευσης και αναγγελίας ττυρκαϊάς σε όλους τους κλειστούς χώρους φορτίου περιλαμβανομένων των κλειστών χώρων καταστρωμάτων οχημάτων. Όπου το σύστημα ανίχνευσης χρησιμοποιεί δείγματα ατμόσφαιρας που αναρροφώνται από τέτοιους χώρους φορτίου θα λαμβάνεται μέριμνα για την αποφυγή σε περίπτωση διαρροής φορτίου, διοχέτευσης της μολυσμένης ατμόσφαιρας μέσω του συστήματος δειγματοληψίας στο χώρο που ευρίσκονται οι συσκευές ανίχνευσης. Θα τοποθετείται μόνιμα κοντά στις συσκευές επιγραφή που θα αναφέρει ότι τα δείγματα θα διοχετεύονται στον ανοικτό χώρο όταν μεταφέρονται φορτία, που αναδίδουν τοξικές αναθυμιάσεις.
2.4 Αερισμός.
2.4.1 Σε κλειστούς χώρους φορτίου θα προβλέπεται επαρκής τεχνητός αερισμός. Η διάταξη θα είναι τέτοια ώστε να, παρέχει τουλάχιστον έξι εναλλαγές αέρα την ώρα στον χώρο φορτίου με βάση ένα κενό χώρο φορτίου και να εξασφαλίζει την αφαίρεση των ατμών από τα ανώτερα ή κατώτερα μέρη του χώρου φορτίου, ανάλογα με την περίπτωση.
2.4.2 Οι ανεμιστήρες θα είναι τέτοιοι ώστε να αποφεύγεται η πιθανότητα ανάφλεξης εύφλεκτων μιγμάτων αερίων και αέρα. Κατάλληλα προφυλακτικά συρμάτινα πλέγματα θα τοποθετούνται στα ανοίγματα εισαγωγής και εξαγωγής του αερισμού.
2.5 Απάντληση κυτών.
Όπου αντιμετωπίζεται η μεταφορά εύφλεκτων ή τοξικών υγρών σε κλειστούς χώρους φορτίου, το σύστημα απάντλησης των κυτών θα είναι, έτσι σχεδιασμένο ώστε να εξασφαλίζεται η αποφυγή άντλησης τέτοιων υγρών από απροσεξία μέσω των σωληνώσεων ή αντλιών των χώρων μηχανών. Στην περίπτωση μεταφοράς μεγάλων ποσοτήτων τέτοιων υγρών, θα εξετάζεται η εγκατάσταση πρόσθετων μέσων άντλησης αυτών των χώρων φορτίου. Τα μέσα αυτά θα ικανοποιούν την Αρχή.
2.6 Προστασία προσωπικού.
2.6.1 Θα προβλέπονται τέσσερις σειρές πλήρους προστατευτικής ενδυμασίας κατά των χημικών προσβολών επί πλέον των εξαρτήσεων πυροσβέστου που απαιτούνται από τον Κανονισμό 17. Η προστατευτική ενδυμασία θα καλύπτει όλο το δέρμα ώστε να μη μένει απροστάτευτο κανένα μέρος του σώματος.
2.6.2 Θα προβλέπονται τουλάχιστον δύο αυτόνομες αναπνευστικές συσκευές επί πλέον εκείνων, που απαιτούνται από τον Κανονισμό 17.
2.7 Φορητοί πυροσβεστήρες.
Για τους χώρους φορτίου θα προβλέπονται φορητοί πυροσβεστήρες ολικής χωρητικότητας τουλάχιστον 12 Kg ξηρής σκόνης ή ισοδύναμοι. Οι πυροσβεστήρες αυτοί θα υπάρχουν επί πλέον οποιωνδήποτε φορητών πυροσβεστήρων, που απαιτούνται σε άλλα σημεία του Κεφαλαίου αυτού.
2.8 Μόνωση των οριακών χωρισμάτων του χώρου μηχανών.
Διαφράγματα, που αποτελούν οριακά χωρίσματα μεταξύ φορτίου και χώρων μηχανών κατηγορίας Α θα μονώνονται σε βαθμό «Α - 60», εκτός αν τα επικίνδυνα φορτία στοιβάζονται σε οριζόντια απόσταση τουλάχιστον 3m από τέτοια διαφράγματα. Άλλα οριακά χωρίσματα μεταξύ/τέτοιων χώρων θα μονώνονται σε βαθμό «Α - 60»,
2. 9 Σύστημα καταιονισμού νερού.
Σε κάθε ανοικτό χώρο φορτίου RO/ΚΟ, πάνω από τον οποίο υπάρχει κατάστρωμα και σε κάθε χώρο, που θεωρείται ότι είναι κλειστός χώρος φορτίου RO/RO και δεν μπορεί να κλεισθεί ερμητικά θα εγκαθίσταται εγκεκριμένο μόνιμο σύστημα καταιονισμού νερού υπό πίεση, χειροκίνητης λειτουργίας, που θα προστατεύει όλα τα τμήματα οποιουδήποτε καταστρώματος και δαπέδου οχημάτων σε τέτοιο χώρο, με την εξαίρεση ότι η Αρχή μπορεί να επιτρέψει τη χρήση οποιουδήποτε άλλου μόνιμου συστήματος κατάσβεσης πυρκαιάς, που έχει αποδειχθεί με πραγματική δοκιμή ότι δεν είναι λιγότερο αποτελεσματικό. Σε οποιαδήποτε περίπτωση οι διατάξεις αποστράγγισης και απάντλησης θα είναι τέτοιες ώστε να εμποδίζουν το σχηματισμό ελεύθερων επιφανειών. Αν αυτό δεν είναι δυνατό, η δυσμενής επίδραση στην ευστάθεια του βάρους που προστίθεται και της ελεύθερης επιφάνειας του νερού θα λαμβάνονται υπόψη στην έκταση που η αρχή θεωρεί αναγκαία, κατά την έγκριση των πληροφοριακών στοιχείων ευστάθειας***.
3. Έγγραφο συμμόρφωσης.
Η αρχή θα εφοδιάζει το πλοίο με κατάλληλο έγγραφο, ως απόδειξη της συμμόρφωσης της κατασκευής και του εξοπλισμού με τις απαιτήσεις του Κανονισμού αυτού.
*Γίνεται μνεία της παραγράφου 18 της Γενικής Εισαγωγής στο Διεθνή Ναυτιλιακό Κώδικα Επικινδύνων Φορτίων για τον ορισμό του όρου «περιορισμένες ποσότητες».
**Γίνεται μνεία των συστάσεων που εκδόθηκαν από τι Διεθνή Ηλεκτροτεχνική Επιτροπή και ιδιαιτέρα της Έκδοσης 92 - 11/Ηλεκτρικές Εγκαταστάσεις σε Πλοία.
***Γίνεται μνεία της Σύστασης για Μόνιμα Συστήματα Κατάσβεσης Πυρκαίάς για Χώρους Ειδικής Κατηγορίας, που υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό με την απόφαση A. 123(V).
1. Εκτός αν ρητά προβλέπεται διαφορετικά, το Μέρος αυτό θα εφαρμόζεται σε δεξαμενόπλοια που μεταφέρουν αργό πετρέλαιο και προϊόντα πετρελαίου με σημείο ανάφλεξης που δεν υπερβαίνει τους 60οC. (δοκιμή κλειστού δοχείου), όπως καθορίζεται με εγκεκριμένη συσκευή προσδιορισμού του σημείου ανάφλεξης, και με πίεση ατμών REID μικρότερη της ατμοσφαιρικής καθώς και άλλα υγρά προϊόντα που παρουσιάζουν παρόμοιο κίνδυνο πυρκαϊάς.
2. Όπου πρόκειται να μεταφερθούν υγρά φορτία, εκτός από εκείνα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή υγροποιημένα αέρια που δημιουργούν πρόσθετους κινδύνους πυρκαϊάς, θα απαιτούνται πρόσθετα μέτρα ασφαλείας κατά την κρίση της Αρχής, λαμβανομένων υπ' όψη των διατάξεων του Κώδικα Χημικών Χύμα και του Κώδικα Υγραεριοφόρων.
3. Η παράγραφος αυτή εφαρμόζεται σε όλα τα πλοία συνδυασμένων μεταφορών. Τέτοια πλοία δεν θα μεταφέρουν στερεά φορτία, εκτός αν όλες οι δεξαμενές φορτίου είναι κενές από πετρέλαιο και ελεύθερες από αέρια ή εκτός αν οι διατάξεις που προβλέπονται σε κάθε περίπτωση ικανοποιούν την Αρχή και συμφωνούν με τις σχετικές λειτουργικές απαιτήσεις που περιέχονται στις Οδηγίες για Συστήματα Αδρανούς Αερίου*.
4. Τα δεξαμενόπλοια, που μεταφέρουν προϊόντα πετρελαίου με σημείο ανάφλεξης, που υπερβαίνει τους 60οC (δοκιμή κλειστού δοχείου), όπως καθορίζεται με εγκεκριμένη συσκευή προσδιορισμού του σημείου ανάφλεξης, θα πληρούν τις διατάξεις του Μέρους Γ', με την εξαίρεση ότι αντί του μόνιμου συστήματος κατάσβεσης πυρκαϊάς, που απαιτείται από τον Κανονισμό 53 θα εφοδιάζονται με μόνιμο σύστημα αφρού καταστρώματος, που θα πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού 61.
5. Οι απαιτήσεις του Κανονισμού 60 για συστήματα αδρανούς αερίου δεν χρειάζεται να εφαρμόζονται σε όλα τα χημικά δεξαμενόπλοια ή υγραεριοφόρα όταν μεταφέρουν τα φορτία που περιγράφονται στην παράγραφο 1, με την προϋπόθεση ότι τοποθετούνται εναλλακτικές διατάξεις, που θα αναπτυχθούν από τον Οργανισμό*.
6. Χημικά δεξαμενόπλοια και υγραεριοφόρα θα πληρούν τις διατάξεις του Μέρους αυτούς εκτός αν προβλέπονται εναλλακτικές και συμπληρωματικές διατάξεις που ικανοποιούν την Αρχή, λαμβανομένων υπ' όψη των διατάξεων του Κώδικα Χημικών Χύμα και του Κώδικα Υγραεριοφόρων.
* Γίνεται μνεία των Οδηγιών για Συστήματα Αδρανούς Αερίου, που υιοθετήθηκαν από την Επιτροπή Ναυτικής Ασφάλειας, στην τεσσαρακοστή δεύτερη σύνοδό της από τον Μάιο 1980 (MSC/CIRC282).
* Γίνεται μνεία του Προσωρινού Κανονισμού για Συστήματα Αδρανούς Αερίου σε Χημικά Δεξαμενόπλοια που μεταφέρουν Προϊόντα Πετρελαίου, που υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό με την απόφαση Α. 473 (ΧΙΙ).
1. Χώροι μηχανών κατηγορίας Α εκτός από τέτοιους χώρους για πρωραίες έλικες και τον σχετικό τους εξοπλισμό, θα τοποθετούνται πρυμναίως των δεξαμενών φορτίου και δεξαμενών καταλοίπων, θα ευρίσκονται επίσης πρυμναίως των αντλιοστασίων φορτίου και των διαχωριστικών φρεατίων (COFFERDAMS) αλλά όχι κατ’ ανάγκη πρυμναίως των δεξαμενών αποθήκευσης καυσίμου πετρελαίου. Οποιοσδήποτε χώρος μηχανών κατηγορίας Α θα απομονώνεται από τις δεξαμενές φορτίου και δεξαμενές καταλοίπων με διαχωριστικό φρεάτιο, αντλιοστάσιο φορτίου ή δεξαμενή αποθήκευσης καυσίμου πετρελαίου. Πάντως το κατώτερο τμήμα του αντλιοστασίου μπορεί να δημιουργεί εσοχή, σε χώρους μηχανών κατηγορίας Α για τοποθέτηση αντλιών με την προϋπόθεση ότι η οροφή της εσοχής γενικά δεν ευρίσκεται σε ύψος μεγαλύτερο από το ένα τρίτο του πλευρικού ύψους του πλοίου πάνω από την τρόπιδα με την εξαίρεση ότι στην περίπτωση των πλοίων νεκρού βάρους μικρότερου από 25.000 τόννους για τα οποία μπορεί να δειχθεί ότι για λόγους πρόσβασης και ικανοποιητικής διάταξης των σωληνώσεων, αυτό δεν είναι πρακτικά δυνατό, η Αρχή μπορεί να επιτρέψει εσοχή που υπερβαίνει αυτό το ύψος, αλλά δεν υπερβαίνει το μισό του πλευρικού ύψους του πλοίου πάνω από την τρόπιδα.
2. Οι χώροι ενδιαίτησης, οι κύριοι σταθμοί ελέγχου του φορτίου, οι σταθμοί ελέγχου και οι χώροι υπηρεσίας (εκτός από απομονωμένα ερμάρια που περιέχουν εξοπλισμό για τον χειρισμό του φορτίου), θα τοποθετούνται πρυμναίως όλων των δεξαμενών φορτίου, δεξαμενών καταλοίπων, αντλιοστασίων φορτίου και διαχωριστικών φρεατίων, που απομονώνουν τις δεξαμενές φορτίου ή καταλοίπων από τους χώρους μηχανών κατηγορίας Α. Οποιαδήποτε κοινά διαφράγματα που διαχωρίζουν το αντλιοστάσιο φορτίου περιλαμβανομένης και της εισόδου του αντλιοστασίου φορτίου από τους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας και τους σταθμούς ελέγχου θα έχουν κατασκευή κλάσης «Α - 60». Όπου θεωρείται αναγκαίο, οι χώροι ενδιαίτησης, οι σταθμοί ελέγχου, οι χώροι μηχανών, εκτός από εκείνους Κατηγορίας Α, και οι χώροι υπηρεσίας, μπορεί να επιτραπεί να ευρίσκονται πρωραίους όλων των δεξαμενών φορτίου, δεξαμενών καταλοίπων, αντλιοστασίων φορτίου και διαχωριστικών φρεατίων με την προϋπόθεση ότι προβλέπονται ισοδύναμα επίπεδα ασφαλείας και ανάλογη διαθεσιμότητα διατάξεων κατάσβεσης πυρκαϊάς, που ικανοποιούν την Αρχή.
3. Όπου αποδείχνεται αναγκαία η εγκατάσταση χώρου ναυσιπλοΐας πάνω από την περιοχή δεξαμενών φορτίου, ο χώρος αυτός θα προορίζεται μόνον για σκοπούς ναυσιπλοϊας και θα διαχωρίζεται από το κατάστρωμα δεξαμενών φορτίου με ένα ανοιχτό χώρο ύψους τουλάχιστον 2m. Επί πλέον η πυροπροστασία αυτού του χώρου ναυσιπλοϊας θα είναι αυτή που απαιτείται για χώρους ελέγχου όπως καθορίζεται στους Κανονισμούς 58.1 και 58.2 και σε άλλες διατάξεις του Μέρους αυτού που έχουν εφαρμογή.
4. θα προβλέπονται μέσα, για την διατήρησή των υπερχειλίσεων καταστρώματος μακριά από τους χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την εγκατάσταση μονίμου συνεχούς τοιχώματος κατάλληλου ύψους, που θα εκτείνεται από την μία μέχρι την άλλη πλευρά. Θα εξετάζονται ειδικά οι διατάξεις, που αφορούν σε πρυμναία φόρτωση.
5. Τα εξωτερικά οριακά χωρίσματα των υπερκατασκευών και υπερστεγασμάτων, που περικλείουν χώρους ενδιαίτησης και υπηρεσίας περιλαμβανομένων καταστρωμάτων που προεξέχουν και υποστηρίζουν τέτοιους χώρους ενδιαίτησης, θα μονώνονται σε βαθμό «Α-60» σε ολόκληρη την επιφάνεια των τμημάτων τους που αντικρύζουν τις δεξαμενές φορτίου πετρελαίου και μέχρι 3m πρυμναίως του εμπρόσθιου οριακού χωρίσματος. Στις πλευρές αυτών των υπερκατασκευών και υπερστεγασμάτων, η μόνωση αυτή θα φθάνει σε ύψος που η Αρχή θα θεωρεί αναγκαίο.
6.1 Είσοδοι, εισαγωγές αέρα και ανοίγματα στους χώρους ενδιαίτησης, υπηρεσίας και σταθμούς ελέγχου δεν θα αντικρύζουν την περιοχή φορτίου. Θα ευρίσκονται στο ακραίο διάφραγμα, που δεν αντικρύζει την περιοχή φορτίου και ή στην εξωτερική πλευρά της υπερκατασκευής ή υπερστεγάσματος σε απόσταση τουλάχιστον ίση με το 25% του μήκους του πλοίου αλλά όχι μικρότερη από 3 μέτρα από το άκρο της υπερκατασκευής ή υπερστεγάσματος, που αντικρύζει την περιοχή φορτίου. Πάντως, η απόσταση αυτή δεν χρειάζεται να υπερβαίνει τα 5Μ.
6.2 Δεν θα επιτρέπεται η τοποθέτηση θυρών μέσα στα όρια, που αναφέρονται στην παράγραφο 6.1, με την εξαίρεση ότι η Αρχή μπορεί να επιτρέψει την τοποθέτηση θυρών σε χώρους, που δεν έχουν πρόσβαση στους χώρους ενδιαίτησης, υπηρεσίας και σταθμού ελέγχου, όπως είναι οι σταθμοί ελέγχου φορτίου, οι τροφαποθήκες και οι αποθήκες. Όπου τοποθετούνται τέτοιες θύρες, τα οριακά χωρίσματα του χώρου θα μονώνονται σε βαθμό «Α-60». Μέσα στα όρια που καθορίζονται στην παράγραφο 6.1 μπορούν να τοποθετούνται κοχλιωτά ελάσματα για την αφαίρεση μηχανημάτων. Οι θύρες της γέφυρας ναυσιπλοϊας και τα παράθυρα του οιακιστηρίου μπορούν να ευρίσκονται μέσα στα όρια που καθορίζονται στην παράγραφο 6.1 εφ' όσον έχουν τέτοια σχεδίαση ώστε να μπορεί να εξασφαλίζεται γρήγορη και αποτελεσματική στεγανοποίηση της γέφυρας ναυσιπλοϊας από αέρια και ατμούς.
6.3 Οι παραφωτίδες που αντικρύζουν την περιοχή φορτίου και αυτές που ευρίσκονται στις πλευρές των υπερκατασκευών και υπερστεγασμάτων μέσα στα όρια που καθορίζονται στη παράγραφο 6.1 θα είναι σταθερού (μη ανοιγόμενου) τύπου. Τέτοιες παραφωτίδες στη πρώτη σειρά του κύριου καταστρώματος θα εφοδιάζονται με εσωτερικά καλύμματα από χάλυβα ή άλλο ισοδύναμο υλικό.
1. Για την εφαρμογή των απαιτήσεων των Κανονισμών 42, 43 και 50 σε δεξαμενόπλοια, θα χρησιμοποιείται μόνον η μέθοδος IC όπως ορίζεται στον Κανονισμό 42.5.1.
2. Οι αναφωτίδες των αντλιοστασίων φορτίου θα είναι από χάλυβα, δεν θα περιέχουν γυαλί και θα μπορούν να κλείνονται εξωτερικά από το αντλιοστάσιο.
1. Αντί της εφαρμογής του Κανονισμού 44 και επί πλέον προς τη συμμόρφωση με τις ειδικές διατάξεις για την ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς των διαφραγμάτων και καταστρωμάτων, που αναφέρονται σε άλλα σημεία του Μέρους αυτού, η ελάχιστη ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς των διαφραγμάτων και καταστρωμάτων θα είναι όπως καθορίζεται στους πίνακες 58.1 και 58.2.
2. Οι ακόλουθες απαιτήσεις θα ρυθμίζουν την εφαρμογή των πινάκων:
.1. Οι πίνακες 58.1 και 58.2 θα εφαρμόζονται αντίστοιχα στα δια-φράγματα και καταστρώματα που χωρίζουν γειτονικούς χώρους.
.2 Για τον καθορισμό των κατάλληλων βαθμών ακεραιότητας έναντι πυρκαϊάς που θα εφαρμόζονται σε χωρίσματα μεταξύ γειτονικών χώρων, οι χώροι αυτοί έχουν ταξινομηθεί σύμφωνα με τον κίνδυνο πυρακαϊάς που παρουσιάζουν όπως φαίνεται παρακάτω στις κατηγορίες (1) μέχρι (10). Ο τίτλος κάθε κατηγορίας είναι μάλλον τυπικός παρά περιοριστικός. Ο αριθμός μέσα στις παρενθέσεις, που προηγείται κάθε κατηγορίας αναφέρεται στον αριθμό της στήλης ή γραμμής των πινάκων που έχει εφαρμογή.
(1) Σταθμοί ελέγχου
Χώροι που περιέχουν πηγές ενέργειας και φωτισμού ανάγκης, Οιακιστήριο και θάλαμος χαρτών.
Χώροι που περιέχουν τις συσκευές ραδιοτηλεγραφίας του πλοίου.
Χώροι κατάσβεσης πυρκαϊάς, χώροι ελέγχου και σταθμοί καταγραφής πυρκαϊάς.
Χώρος ελέγχου των προωστηρίων μηχανημάτων όταν ευρίσκεται έξω από το χώρο μηχανών.
Χώροι που περιέχουν τον κεντρικό εξοπλισμό συναγερμού πυρκαϊάς.
(2) Διάδρομοι
Διάδρομοι και προθάλαμοι, ενδιαίτησης
(3) Χώροι όπως ορίζονται στον Κανονισμό 3.10 εκτός από διαδρόμους
(4) Κλίμακες.
Εσωτερικές κλίμακες, ανελκυστήρες και κυλιόμενες κλίμακες (εκτός από εκείνες, που περιέχονται εξ ολοκλήρου στους χώρους μηχανών) και οι χώροι που περικλείονται από τα περιφράγματά τους. Σημειώνεται σχετικά ότι κλίμακά περίκλειστη σε ένα μόνο επίπεδο θα θεωρείται ως τμήμα του χώρου από τον οποίο δεν διαχωρίζεται με θύρα πυρασφαλείας.
(5) Χώροι υπηρεσίας (μικρού κινδύνου πυρκαϊάς).
Ερμάρια και αποθήκες που έχουν επιφάνεια κάτω από 2m2 , στεγνωτήρια και πλυντήρια.
(6) Χώροι μηχανών κατηγορίας Α
Χώροι όπως ορίζονται στον Κανονισμό 3.19.
(7) Άλλοι χώροι μηχανών
Χώροι όπως ορίζονται στον Κανονισμό 3.20 εκτός από χώρους μηχανών κατηγορίας Α.
(8) Αντλιοστάσια φορτίου
Χώροι που περιέχουν αντλίες φορτίου και εισόδους και οχετούς προς τους χώρους αυτούς.
(9) Χώροι υπηρεσίας (μεγάλου κινδύνου πυρκαϊάς) Μαγειρεία, κυλικεία που περιέχουν συσκευές μαγειρικής, αποθήκες χρωμάτων και λυχνιών, ερμάρια και αποθήκες που έχουν επιφάνεια 2 m2 ή μεγαλύτερη, συνεργεία εκτός από εκείνα που αποτελούν τμήμα των χώρων μηχανών.
(10) Ανοικτά καταστρώματα
Χώροι ανοικτών καταστρωμάτων και κλειστοί χώροι περιπάτου που δεν παρουσιάζουν κίνδυνο πυρκαϊάς. Υπαίθριοι χώροι (οι εκτός των υπερκατασκευών και υπερστεγασμάτων χώροι).
3. Μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι, συνεχείς οροφές ή επενδύσεις κλάσης «Β» σε συνεργασία με τα αντίστοιχα καταστρώματα ή διαφράγματα μετέχουν εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στην απαιτουμένη μόνωση και ακεραιότητά ενός χωρίσματος.
4. Σέ εξωτερικά οριακά χωρίσματα που από τον Κανονισμό 57.1 απαιτείται να είναι από χάλυβα ή άλλο ισοδύναμο υλικό μπορούν να έχουν τα χωρίσματα αυτά ακεραιότητα έναντι πυρκαϊας κλάσης «Α», Με όμοιο τρόπο, οι θύρες σε τέτοια διαφράγματα που δεν απαιτείται να έχουν ακεραιότητα έναντι πυρκαϊάς κλάσης «Α» μπορούν να είναι από υλικά που ικανοποιούν την Αρχή.
5. Μπορεί να επιτραπούν εγκεκριμένα αεροστεγανά μόνιμά φωτιστικά σώματα για τον φωτισμό των αντλιοστασίων φορτίου, στα διαφράγματα και καταστρώματα που διαχωρίζουν τα αντλιοστάσια φορτίου και άλλους χώρους, με την προϋπόθεση ότι είναι επαρκούς αντοχής και ότι διατηρείται η ακεραιότητα και η αεριοστεγανότητα του διαφράγματος ή καταστρώματος.
1.1. Τα συστήματα εξαερισμού των δεξαμενών φορτίου θα είναι εντελώς χωριστά από τους, αεραγωγούς των άλλων διαμερισμάτων του πλοίου. Οι διατάξεις και η θέση των ανοιγμάτων στο κατάστρωμα δεξαμενών φορτίου από τα οποία μπορεί να συμβεί διαφυγή εύφλεκτων ατμών, θα είναι τέτοιες ώστε να ελαχιστοποιείται η πιθανότητα (εισόδου εύφλεκτων ατμών σε κλειστούς χώρους, που περιέχουν πηγή ανάφλεξής, ή συγκέντρωσης αυτών κοντά σε μηχανήματα καταστρώματος και συσκευές που μπορεί να δημιουργήσουν κίνδυνο ανάφλεξης. Σύμφωνα με αυτή την γενική αρχή θα εφαρμόζονται τα κrιτήρια των παραγράφων 1.2 μέχρι 1.10.
1.2 Οι διατάξεις εξαερισμού θα είναι σχεδιασμένες και θα λειτουργούν έτσι ώστε ούτε η υπερπίεση ούτε η υποπίεση στις δεξαμενές φορτίου να υπερβαίνει τις παραμέτρους σχεδίασης, και θα είναι τέτοιες ώστε να εξασφαλίζουν:
.1 την ροή μικρών όγκων μιγμάτων ατμού, αέρα ή αδρανούς αερίου που προέρχονται από θερμικές μεταβολές σε δεξαμενή φορτίου, σε όλες τις περιπτώσεις μέσω βαλβίδων υπερπίεσης/υποπίεσης, και
.2 τη διέλευση μεγάλων όγκων μιγμάτων ατμού, αέρα ή αδρανούς αερίου κατά την φόρτωση και τον ερματισμό, ή κατά την εκφόρτωση.
1.3.1 Οι διατάξεις εξαερισμού σε κάθε δεξαμενή φορτίου μπορεί να είναι ανεξάρτητες ή συνδυασμένες με τις διατάξεις άλλων δεξαμενών φορτίων και μπορούν να ενσωματώνονται στις σωληνώσεις αδρανούς αερίου.
1.3.2 Όπου οι διατάξεις συνδυάζονται με τις διατάξεις άλλων δεξαμενών φορτίου, θα προβλέπονται είτε επιστόμια διακοπής είτε άλλα αποδεκτά μέσα για την απομόνωση κάθε δεξαμενής φορτίου. Όπου τοποθετούνται επιστόμια διακοπής, θα εφοδιάζονται με διατάξεις κλειδώματος, που θα ελέγχονται από τον υπεύθυνο αξιωματικό του πλοίου. Κάθε μέσο απομόνωσης πρέπει να συνεχίζει να επιτρέπει την ροή που προκαλείται από τις θερμικές μεταβολές σε μία δεξαμενή φορτίου σύμφωνα με την παρ. 1.2.1.
1.4 Οι διατάξεις εξαερισμού θα συνδέονται στην οροφή κάθε δεξαμενής φορτίου και θα αυτοαποστραγγίζονται στις δεξαμενές φορτίου σε όλες τις κανονικές συνθήκες διαγωγής και πλευρικής κλίσης του πλοίου. Όπου μπορεί να μην είναι δυνατή η πρόβλεψη γραμμών αυτοαποστράγγισης θα προβλέπονται μόνιμες διατάξεις για την αποστράγγιση των γραμμών εξαερισμού σε μία δεξαμενή φορτίου.
1.5 Το σύστημα εξαερισμού θα εφοδιάζεται με συσκευές που θα εμποδίζουν την διέλευση φλόγας μέσα στις δεξαμενές φορτίου. Η σχεδίαση, δοκιμή και θέση των συσκευών αυτών θα πληροί τις απαιτήσεις που καθορίζει η Αρχή οι οποίες θα περιέχουν τουλάχιστον τα πρότυπα που υιοθετούνται από τον Οργανισμό.
1.6 Θα υπάρχει πρόβλεψη για την αποφυγή ανύψωσης τής στάθμης υγρού στο σύστημα εξαερισμού, σε ύψος, πού θα υπερέβαινε το μανομετρικό ύψος σχεδίασης των δεξαμενών φορτίου. Αυτό θα επιτυγχάνεται με συναγερμούς υψηλής στάθμης ή συστήματα ελέγχου υπερπλήρωσης ή άλλα ισοδύναμα μέσα, μαζί με τις μετρητικές συσκευές και τις μεθόδους πλήρωσης των δεξαμενών φορτίου.
1.7. Τα ανοίγματα, που απαιτούνται από την παράγραφο 1.2.1. για την ανακούφιση της υπερπίεσης:
.1 θα έχουν όσο είναι πρακτικά δυνατό μεγαλύτερο ύψος πάνω από το κατάστρωμα δεξαμενών φορτίου για την επίτευξη μέγιστης διασποράς των ευφλέκτων ατμών, αλλά σε καμμία περίπτωσή μικρότερο από 2m πάνω από το κατάστρωμα δεξαμενών φορτίου.
.2. Θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε να απέχουν όσο είναι πρακτικά δυνατό περισσότερο αλλ’ όχι λιγώτερο από 5ώ, από τις πλησιέστερες εισαγωγές αέρα και ανοίγματα κλειστών χώρων, που περιέχουν πηγή ανάφλεξης και από μηχανήματα καταστρώματος και συσκευές που μπορεί να δημιουργήσουν κίνδυνο ανάφλεξης.
1.8 Τα επιστόμια υπερπίεσης/υποπίεσης, που απαιτούνται από την παρ. 1.2.1. μπορεί να εφοδιάζονται με διάταξη παράκαμψης (BYPASS) όταν ευρίσκονται στην κύρια γραμμή εξαερισμού ή στον εξαεριστικό σωλήνα ιστού. Όπου προβλέπεται τέτοια διάταξη, θα υπάρχουν κατάλληλοι ενδείκτες για να δείχνουν αν η παράκαμψη είναι κλειστή ή ανοικτή.
1.9 Οι εξαγωγές αερισμού για την φόρτωση, εκφόρτωση και ερματισμό, πού απαιτούνται από την παρ. 1.2.2.:
1.1 θα επιτρέπουν την ελεύθερη ροή των μιγμάτων των ατμών, ή
1.2 Θα επιτρέπουν τον στραγγαλισμό της εκροής των μιγμάτων ατμών ώστε να επιτυγχάνεται ταχύτητα όχι μικρότερη από 30m/sec,
.2 θα έχουν τέτοια διάταξη ώστε το μίγμα ατμών να απορρίπτεται κατακόρυφα προς τα άνω.
.3 Θα είναι τέτοιες ώστε, όπου εφαρμόζεται η μέθοδος της ελεύθερης ροής των μιγμάτων ατμών, να ευρίσκονται σε ύψος όχι μικρότερο από 6m πάνω από το κατάστρωμά δεξαμενών φορτίου ή από τον πρωραίο και πρυμναίο υπερυψωμένο διάδρομο, εφ’ όσον ευρίσκονται σε απόσταση μέχρι 4m από τον διάδρομο, και να απέχουν όχι λιγότερο από 10m κατά την οριζόντια διεύθυνση από τις πλησιέστερες εισαγωγές αέρα και ανοίγματά κλειστών χώρων που περιέχουν πηγή ανάφλεξης και από μηχανήματα και εξοπλισμό καταστρώματος που μπορεί να δημιουργήσει κίνδυνο ανάφλεξης.
.4 όπου εφαρμόζεται ή μέθοδος της απόρριψης με μεγάλη ταχύτητα, θα ευρίσκονται σε ύψος όχι μικρότερο από 2m πάνω από το κατάστρωμα δεξαμενών φορτίου και θα απέχουν όχι λιγώτερο από 10m κατά την οριζόντια διεύθυνση από τις πλησιέστερες εισαγωγές αέρα και ανοίγματα κλειστών χώρων που περιέχουν πηγή ανάφλεξης και σε όλες τις περιπτώσεις μέσω βαλβίδων υπερπίεσης/υποπίεσης, και από μηχανήματα και εξοπλισμό καταστρώματος που μπορεί να δημιουργήσει κίνδυνο ανάφλεξης. Οι εξαγωγές αυτές θα εφοδιάζονται με συσκευές υψηλής ταχύτητας εγκεκριμένου τύπου.
.5 Θα είναι σχεδιασμένες βάσει του μέγιστου ρυθμού φόρτωσης που έχει υπολογισθεί, πολλαπλασιασμένου με συντελεστή τουλάχιστον 1,25 για να ληφθεί υπόψη η ανάπτυξη αερίων, με σκοπό την αποφυγή δημιουργίας πίεσης σε οποιαδήποτε δεξαμενή φορτίου που να υπερβαίνει την πίεση σχεδίασης.
Ο πλοίαρχος θα εφοδιάζεται με πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με το μέγιστο επιτρεπόμενο ρυθμό φόρτωσης για κάθε δεξαμενή φορτίου και στην περίπτωση συνδυασμένων συστημάτων αερισμού, για κάθε ομάδα δεξαμενών φορτίου.
1. 10 Σε πλοία συνδυασμένων μεταφορών, η διάταξη απομόνωσης των δεξαμενών καταλοίπων, που περιέχουν πετρέλαιο ή κατάλοιπά πετρελαίου από τις άλλες δεξαμενές φορτίου θα αποτελείται από τυφλές φλάντζες που θα παραμένουν διαρκώς στις θέσεις τους όταν μεταφέρονται φορτία εκτός από τα υγρά φορτία, που αναφέρονται στον Κανονισμό 55.1.
2. Καθαρισμός δεξαμενών φορτίου και/ή απελευθέρωση από αέρια.
Οι διατάξεις για τον καθαρισμό και/ή την απελευθέρωση από αέρια θα είναι τέτοιες ώστε να ελαχιστοποιούν τους κινδύνους, που οφείλονται στη διασπορά των εύφλεκτων ατμών στην ατμόσφαιρα και στα εύφλεκτα μίγματα σε μια δεξαμενή φορτίου. Συνεπώς:
.1 Όταν το πλοίο είναι εφοδιασμένο με σύστημα αδρανούς αερίου οι δεξαμενές φορτίου θα καθαρίζονται πρώτα σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 62.13 μέχρις ότου η συγκέντρωση των ατμών υδρογοναθράκων στις δεξαμενές φορτίου ελαττωθεί σε ποσοστό μικρότερο από 2% κατ’ όγκο. Στη συνέχεια ο αερισμός μπορεί να γίνει στο επίπεδο του καταστρώματος των δεξαμενών φορτίου.
.2 Όταν το πλοίο δεν είναι εφοδιασμένο με σύστημα αδρανούς αερίου, η λειτουργία θα είναι τέτοια ώστε οι εύφλεκτοι ατμοί να απορρίπτονται αρχικά:
.2.1 μέσω των εξαγωγών εξαερισμού όπως καθορίζεται στην παράγραφο 1.9, ή
.2.2 με ταχύτητα κατακόρυφης εξόδου τουλάχιστον 20m/sec μέσω εξαγωγών που ευρίσκονται σε ύψος τουλάχιστον 2 μέτρων πάνω από το επίπεδό του καταστρώματος των δεξαμενών φορτίων και προστατεύονται με κατάλληλες συσκευές που εμποδίζουν τη διέλευση φλόγας.
Όταν η συγκέντρωση των εύφλεκτων αερίων στην εξαγωγή έχει ελαττωθεί στο 30% του κάτω ορίου ανάφλεξης η απόρριψη των αερίων μιγμάτων μπορεί να γίνει στο επίπεδο του καταστρώματος των δεξαμενών φορτίου.
3. Αερισμός.
3.1 Τα αντλιοστάσια φορτίου θα αερίζονται με μηχανικό αερισμό και οι εξαγωγές των ανεμιστήρων εξαερισμού θα καταλήγουν σε ασφαλή θέση στο ανοικτό κατάστρωμα. Ο αερισμός των χώρων αυτών θα έχει επαρκή ικανότητα ώστε να ελαχιστοποιείται η πιθανότητα συσσώρευσης ευφλέκτων ατμών. Ο αριθμός των εναλλαγών αέρα θα είναι τουλάχιστον 20 την ώρα με βάση τον ολικό όγκο τοι χώρου. Οι αεραγωγοί θα έχουν τέτοια διάταξή ώστε να αερίζεται αποτελεσματικά όλος ο χώρος. Ο αερισμός θα είναι αναρροφητικού τύπου και θα χρησιμοποιεί ανεμιστήρες που δεν δημιουργούν σπινθήρες.
3.2 Η διάταξή των εισαγωγών και εξαγωγών αερισμού και άλλων ανοιγμάτων σε οριακά χωρίσματα χώρων, υπερστεγασμάτών και υπερκατασκευών θα είναι τέτοια ώστε να ανταποκρίνεται στις διατάξεις της παραγράφου 1. Τέτοια ανοίγματα εξαερισμού, ειδικά για τους χώρους μηχανών θα ευρίσκονται όσο είναι πρακτικά δυνατό περισσότερο προς πρύμνη. Σχετικά, θα .εξετάζεται με ιδιαίτερη προσοχή η περίπτωση πλοίου εξοπλισμένου για πρυμναία φόρτωση ή εκφόρτωση. Πηγές, ανάφλεξης, όπως ηλεκτρικός εξοπλισμός, θα τοποθετούνται έτσι ώστε να αποφεύγεται κίνδυνος έκρηξης.
3.3 Σε πλοία συνδυασμένων μεταφορών όλοι οι χώροι φορτίου και οποιοιδήποτε κλειστοί χώροι γειτονικοί με τους χώρους φορτίου θα μπορούν να αερίζονται με μηχανικό αερισμό*. Ο μηχανικός αερισμός μπορεί να παρέχεται με φορητούς ανεμιστήρες. Ένα εγκεκριμένο μόνιμο σύστημα αναγγελίας αερίου ικανό να ελέγχει εύφλεκτους ατμούς, θα προβλέπεται στα αντλιοστάσια φορτίου και στους αγωγούς σωληνώσεων και στα διαχωριστικά φρεάτια που αναφέρονται στον Κανονισμό 56.1 που συνορεύουν με δεξαμενές καταλοίπων. Θα υπάρχουν κατάλληλες διατάξεις για τη διευκόλυνση της μέτρησης των ευφλέκτων ατμών σε όλους τους άλλους τους χώρους στην περιοχή δεξαμενών φορτίου.
Τέτοιες μετρήσεις θα είναι δυνατόν να γίνουν από το ανοικτό κατάστρωμα ή από εύκολα προσιτές θέσεις.
1. Για δεξαμενόπλοια νεκρού βάρους 20.000 τόννων και άνω η προστασία της περιοχής καταστρώματος των δεξαμενών φορτίου και των δεξαμενών φορτίου θα επιτυγχάνεται με ένα μόνιμο σύστημα αφρού καταστρώματος και ένα μόνιμο σύστημα αδρανούς αερίου σύμφωνα με τις απαιτήσεις των Κανονισμών 61 και 62, με την εξαίρεση ότι, αντί των παραπάνω εγκαταστάσεων, η Αρχή, αφού εξετάσει τις διατάξεις και τον εξοπλισμό του πλοίου, μπορεί να αποδεχθεί άλλους συνδυασμούς μόνιμων εγκαταστάσεων αν παρέχουν ισοδύναμη προστασία με την παραπάνω, σύμφωνα με τον Κανονισμό 1/5.
2. Το σύστημα που προτείνεται, για να θεωρηθεί ισοδύναμο με το σύστημα αφρού καταστρώματος, θα πρέπει:
.1 να είναι ικανό να σβύνει πυρκαΐές από υπερχείλιση και επίσης να εμποδίζει την ανάφλεξη χυμένου πετρελαίου, που δεν έχει ακόμη αναφλεγεί, και
.2 να είναι ικανό να καταπολεμά πυρκαΐές σε δεξαμενές που έχουν ρωγμές.
3. Το σύστημα που προτείνεται, για να θεωρηθεί ισοδύναμο με το σύστημα αδρανούς αερίου θα πρέπει:
.1 να είναι ικανό να εμποδίζει επικίνδυνες συσσωρεύσεις εκρηκτικών μιγμάτων σε άθικτες δεξαμενές φορτίου κατά την διάρκεια της κανονικής υπηρεσίας, σε όλο το ταξείδι με έρμα και κατά τις αναγκαίες εργασίες στις δεξαμενές, και
.2 να είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος ανάφλεξης από τη δημιουργία στατικού ηλεκτρισμού από το ίδιο το σύστημα.
4. Δεξαμενόπλοια νεκρού βάρους 20.000 τόννων και άνω, που έχουν κατασκευασθεί πριν από την 1η Σεπτεμβρίου 1984 και ασχολούνται με την μεταφορά αργού πετρελαίου θα εφοδιάζονται με σύστημα αδρανούς αερίου, που πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 1, όχι αργότερα από:
.1 την 1η Σεπτεμβρίου 1984, ή την ημερομηνία παράδοσης του πλοίου, οποιαδήποτε συμβεί αργότερα, για δεξαμενόπλοια νεκτού βάρους 70.000 τόννων και άνω, και
.2 την 1η Μαΐου 1985 ή την ημερομηνία παράδοσης του πλοίου, οποιαδήποτε συμβεί αργότερα, για δεξαμενόπλοια νεκρού βάρους κάτω από 70.000 μετρικούς τόννους, με την εξαίρεση ότι η Αρχή μπορεί να εξαιρέσει δεξαμενόπλοια νεκρού βάρους κάτω από 40.000 τόννους που δεν είναι εφοδιασμένα με μηχανές πλύσης των δεξαμενών με ατομική παροχή μεγαλύτερη από 60m3/ώρα, από τις απαιτήσεις της παραγράφου αυτής αν η εφαρμογή των απαιτήσεων αυτών, θα ήταν μη λογική και μη πρακτική λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών σχεδίασης του πλοίου.
5. Δεξαμενόπλοια νεκρού βάρους 40.000 τόννων και άνω, που έχουν κατασκευασθεί πριν από την 1η Σεπτεμβρίου 1984 και ασχολούνται με τη μεταφορά πετρελαίου, εκτός από αργό πετρέλαιο, και τέτοιά δεξαμενόπλοια νεκρού βάρους 20.000 τόννων και άνω που ασχολούνται με τη μεταφορά πετρελαίου, εκτός από αργό πετρέλαιο, εφοδιασμένα με μηχανές πλύσης των δεξαμενών, με ατομική παροχή μεγαλύτερη από 60m3/ώρα θα εφοδιάζονται με σύστημά αδρανούς αερίου, που πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 1, όχι αργότερα, από:
.1 την 1η Σεπτεμβρίου 1984 ή την ημερομηνία παράδοσης του, πλοίου, οποιαδήποτε συμβεί αργότερα, για δεξαμενόπλοια νεκρού βάρους 70.000 τόννων και άνω, και
.2 την 1η Μαΐου 1985 ή την ημερομηνία παράδοσης του πλοίου οποιαδήποτε συμβεί αργότερα, για δεξαμενόπλοια νεκρού βάρους κάτω από. 70.000 τόννους.
6. Όλα τα δεξαμενόπλοια που χρησιμοποιούν ως μέθοδο καθαρισμού των δεξαμενών φορτίου την πλύση με αργό πετρέλαιο, εφοδιάζονται με σύστημα αδρανούς αερίου, που πληροί τις απαιτήσεις του Κανονισμού 62, και με μόνιμες μηχανές πλύσης των δεξαμενών.
7. Όλα τα δεξαμενόπλοια που είναι εφοδιασμένα με σύστημα αδρανούς αερίου θα εφοδιάζονται με κλειστό σύστημα καταμέτρησης ........
8. Δεξαμενόπλοια νεκρού βάρους κάτω από 20.000 τόννους θα εφοδιάζονται με σύστημα αφρού καταστρώματος, που πληροί τις απαιτήσεις του Κανονισμού 61.
1. Οι διατάξεις για την παροχή αφρού θα είναι ικανές να παρέχουν αφρό σε ολόκληρη την περιοχή δεξαμενών φορτίου καθώς επίσης μέσα σε οποιαδήποτε δεξαμενή φορτίου της οποίας το κατάστρωμα έχει υποστεί ρωγμή.
2. Το σύστημα αφρού καταστρώματος θα μπορεί να λειτουργεί απλά και γρήγορα. Ο κύριος σταθμός ελέγχου του συστήματος θα ευρίσκεται σε κατάλληλη θέση έξω από την περιοχή δεξαμενών φορτίου, γειτονικά στους χώρους ενδιαίτησης, θα είναι εύκολα προσιτός και θα μπορεί να λειτουργεί αμέσως στην περίπτωση πυρκαϊάς στις περιοχές που προστατεύονται από το σύστημα.
3. Η παροχή τροφοδότησης του διαλύματος αφρού δεν θα είναι μικρότερη από την μεγαλύτερη από τις ακόλουθες τιμές:
.1 0,6l/ανά πρώτο λεπτό και ανά τετραγωνικό μέτρο τής επιφάνειας καταστρώματος φορτίου, όπου επιφάνεια καταστρώματος φορτίου σημαίνει το μέγιστο πλάτος του πλοίου πολλαπλασιασμένο με το συνολικό διάμηκες μήκος των χώρων των δεξαμενών φορτίου,
.2 6l/ανά πρώτο λεπτό και ανά τετραγωνικό μέτρο της οριζόντιας επιφάνειας διατομής του εμβαδού της δεξαμενής, που έχει τη μεγαλύτερη τέτοια επιφάνεια διατομής, ή
.3 3l/ανά πρώτο λεπτό και ανά τετραγωνικό μέτρο της επιφάνειας που προστατεύεται από το μεγαλύτερο εκτοξευτήρα, και ευρίσκεται ολόκληρη πρωραίως του εκτοξευτήρα αλλ' όχι κάτω από 1250l/πρώτο λεπτό.
4. θα παρέχεται επαρκής ποσότητα συμπυκνώματος αφρού ώστε να εξασφαλίζεται παραγωγή αφρού για τουλάχιστον 20 πρώτα λεπτά σε δεξαμενόπλοιά εφοδιασμένα με εγκατάσταση, αδρανούς αερίου ή για 30 πρώτα λεπτά σε δεξαμενόπλοια, που δεν είναι εφοδιασμένα με εγκατάσταση αδρανούς αεριού, όταν χρησιμοποιούνται οι παροχές διαλύματος αφρού που καθορίζονται στις παραγράφους 3.1, 3.2 ή 3.3 οποιαδήποτε είναι μεγαλύτερη. Ο λόγος εκτόνωσης τού αφρού (δηλ. ο λόγος του όγκου του παραγόμενου αφρού προς τον όγκο του μίγματος νερού και παρεχόμενου αφροπαραγωγού συμπυκνώματος) δεν θα υπερβαίνει γενικά την τιμή 12:1. Όπου συστήματα παράγουν βασικά αφρό χαμηλής εκτόνωσης αλλά με λόγο εκτόνωσης λίγο μεγαλύτερο από 12:1, η ποσότητα του διαθέσιμού διαλύματος αφρού θα υπολογίζεται όπως για τα συστήματα με λόγο εκτόνωσης 12 προς 1.
Όπου χρησιμοποιείται αφρός μέσης εκτόνωσης (λόγος εκτόνωσης μεταξύ 50 προς 1 και 150 προς 1 τότε η παροχή του αφρού και η ικανότητα μιας εγκατάστασης εκτοξευτήρων θα ικανοποιούν την Αρχή.
5. Ο αφρός από το μόνιμο σύστημα αφρού θα παρέχεται από εκτοξευτήρες και ακροσωλήνια αφρού. Τουλάχιστο το 50% της παροχής του διαλύματος αφρού, που απαιτείται από τις παραγράφους 3.1 και 3.2 θα παρέχεται από κάθε εκτοξευτήρα. Σε δεξαμενόπλοια νεκρού βάρους κάτω από 4.000 τόννους η Αρχή μπορεί να μην απαιτήσει εγκατάσταση εκτοξευτήρων αλλά μόνο ακροσωληνίων. Όμως, σε μια τέτοια περίπτωση η παροχή κάθε ακροσωλήνιου θα είναι τουλάχιστον ίση με το 25% της παροχής του διαλύματος αφρού, που απαιτείται από τις παραγράφους 3.1 ή 3.2.
6.1 Ο αριθμός και η θέση των εκτοξευτήρων θα είναι τέτοιοι ώστε να υπάρχει συμμόρφωση με την παράγραφο 1. Η παροχή οποιουδήποτε εκτοξευτήρα θα είναι τουλάχιστον 3l/πρώτο λεπτό διαλύματος αφρού ανά τετραγωνικό μέτρο της επιφάνειας καταστρώματος που προστατεύεται από τον εκτοξευτήρα αυτόν και ευρίσκεται ολόκληρη πρωραίως του εκτοξευτήρα. Η παροχή αυτή δεν θα είναι μικρότερη από 1.250l/πρώτο λεπτό.
6.2 Η απόσταση από τον εκτοξευτήρα μέχρι το πιο μακρινό άκρο της επιφάνειας που προστατεύεται πρωραίως του εκτοξευτήρα δεν θα είναι μεγαλύτερη από το 75% της προβολής (βεληνεκούς) του εκτοξευτήρα σε συνθήκες άπνοιας.
7. Ένας εκτοξευτήρας και μια σύνδεση εύκαμπτου σωλήνα για ακροσωλήνιο αφρού θα ευρίσκονται και αριστερά και δεξιά στο πρωραίο μέρος του επιστέγου ή των χώρων ενδιαίτησης που αντικρύζουν το κατάστρωμα φορτίου. Σε δεξαμενόπλοια νεκρού βάρους κάτω από 4.000 τόννους θα υπάρχει μια σύνδεση ευκάμπτου σωλήνα για ακροσωλήνιο αφρού και αριστερά και δεξιά στο πρωραίο μέρος του επιστέγου ή των χώρων ενδιαίτησης που αντικρύζουν το κατάστρωμα φορτίου.
8. Θα προβλέπονται ακροσωλήνια αφρού για την εξασφάλιση ευελιξίας δράσης κατά τις επιχειρήσεις καταπολέμησης της πυρκαϊάς και για την κάλυψη περιοχών που αποκρύπτονται από τους εκτοξευτήρες.
Η ικανότητα οποιουδήποτε ακροσωλήνιου αφρού δεν θα είναι μικρότερη από 4001 και η προβολή (βεληνεκές) του ακροσωλήνιου σε συνθήκες άπνοιας δεν θα είναι μικρότερη από 15m. Ο προβλεπόμενος αριθμός ακροσωληνίων αφρού δεν θα είναι μικρότερος από τέσσερα. Ο αριθμός και η διάταξη των λήψεων του κύριου δικτύου αφρού θα είναι τέτοιοι ώστε αφρός από δύο τουλάχιστον ακροσωλήνια να μπορεί να κατευθυνθεί σε οποιαδήποτε περιοχή του καταστρώματος των δεξαμενών φορτίου.
9. Θα προβλέπονται επιστόμια στο κύριο δίκτυο αφρού και στο κύριο δίκτυο πυρκαϊάς, όταν αυτό αποτελεί μέρος του συστήματος αφρού καταστρώματος, αμέσως πρωραίως οποιασδήποτε θέσης εκτοξευτήρα για την απομόνωση τμημάτων των δικτύων αυτών που έπαθαν βλάβη.
10. Η λειτουργία του συστήματος αφρού καταστρώματος στην απαιτούμενη παροχή του, θα επιτρέπει την ταυτόχρονη χρήση του ελάχιστου απαιτούμενου αριθμού προβολών νερού στην απαιτούμενη πίεση από το κύριο δίκτυο πυρκαϊάς.
1. Το σύστημα αδρανούς αερίου, που αναφέρεται στον Κανονισμό 60 θα έχει σχεδιασθεί, κατασκευασθεί και δοκιμασθεί κατά τρόπο που ικανοποιεί την Αρχή. Θα έχει σχεδιασθεί και θα χειρίζεται έτσι ώστε να καθιστά και να διατηρεί την ατμόσφαιρα των δεξαμενών φορτίου* σε κάθε στιγμή μη αναφλέξιμη εκτός από την περίπτωση, που οι δεξαμενές αυτές πρέπει να είναι ελεύθερες από αέρια. Στην περίπτωση πού το σύστημα αδρανούς αερίου δεν είναι ικανό να ανταποκριθεί στις παραπάνω λειτουργικές απαιτήσεις και εκτιμάται ότι δεν είναι πρακτικά δυνατή η πραγματοποίηση επισκευής, τότε η εκφόρτωση, ο αφερματισμός και ο αναγκαίος αφερματισμός και ο αναγκαίος καθαρισμός, των δεξαμενών. θα ξαναρχίζουν μόνο όταν ακολουθηθούν οι οδηγίες για «καταστάσεις ανάγκης», που αναφέρονται στις οδηγίες για Συστήματα Αδρανούς Αερίου**.
2. Το σύστημα θα είναι ικανό:
.1 Να αδρανοποιεί τις κενές δεξαμενές φορτίου ελαττώνοντας την περιεκτικότητα σε οξυγόνο της ατμόσφαιρας κάθε δεξαμενής σε επίπεδο στο οποίο δεν μπορεί να διατηρηθεί η καύση.
.2 Να διατηρεί στην ατμόσφαιρα οποιουδήποτε μέρους οποιασδήποτε δεξαμενής φορτίου ποσοστό οξυγόνου, που δεν υπερβαίνει το 8% κατ’ όγκο και υπερπίεση σε κάθε στιγμή στο λιμάνι και στο ταξίδι, εκτός από την περίπτωση που είναι αναγκαίο μια τέτοια δεξαμενή να είναι ελεύθερη από αέρια.
.3 Να αποκλείει την ανάγκη εισόδου αέρα σε μια δεξαμενή κατά τη διάρκεια των συνηθισμένων χειρισμών εκτός από την περίπτωση που είναι αναγκαίο μια τέτοια δεξαμενή να είναι ελεύθερη από αέρια.
.4 Να καθαρίζει τις κενές δεξαμενές φορτίου από αέρια υδρογονανθράκων έτσι ώστε οι επόμενοι χειρισμοί ελευθέρωσης από αέρια μέσα στη δεξαμενή.
3.1 Το σύστημα θα είναι ικανό να παρέχει αδρανές αέριο στις δεξαμενές φορτίου με παροχή ίση προς το 125% τουλάχιστον της μεγίστης παροχής εκφόρτωσης του πλοίου εκφρασμένη σε όγκο.
3.2 Το σύστημα θα είναι ικανό να παρέχει αδρανές αέριο, με περιεκτικότητα σε οξυγόνο όχι μεγαλύτερη από 5% κατ’ όγκο στον κύριο αγωγό τροφοδότησης των δεξαμενών φορτίου με αδρανές αέριο σε οποιαδήποτε απαιτούμενη παροχή.
4. Το παρεχόμενο αδρανές αέριο μπορεί να είναι επεξεργασμένο καυσαέριο από τούς κύριους ή βοηθητικούς λέβητες. Η Αρχή μπορεί να αποδεχθεί συστήματα που χρησιμοποιούν επεξεργασμένα καυσαέρια από μια ή περισσότερες χωριστές γεννήτριες καυσαερίου ή άλλες πηγές ή από οποιοδήποτε συνδυασμό αυτών, με την προϋπόθεση ότι επιτυγχάνεται ισοδύναμο επίπεδο ασφάλειας. Τέτοια συστήματα θα πληρούν όσο είναι πρακτικά δυνατό, τις απαιτήσεις του κανονισμού αυτού. Δεν θα επιτρέπονται συστήματα, που χρησιμοποιούν αποθηκευμένο διοξείδιο του άνθρακα εκτός αν η Αρχή κρίνει ότι ο κίνδυνος ανάφλεξης από τη δημιουργία στατικού ηλεκτρισμού από το ίδιο το σύστημα έχει ελαχιστοποιηθεί.
5. Στον κύριο αγωγό παροχής αδρανούς αερίου, μεταξύ των εξαγωγών των λεβήτων και του καθαριστήρα (SCRUBBER) των καυσαερίων θα τοποθετούνται απομονωτικά επιστόμια των καυσαερίων. Τα επιστόμια αυτά θα εφοδιάζονται με ενδείκτες, που θα δείχνουν αν είναι ανοικτά ή κλειστά και θα λαμβάνονται μέτρα για τη διατήρηση της αεριοστεγανότητας τους και την τήρηση των εδρών τους απαλλαγμένων από αιθάλη. Θα λαμβάνονται μέτρα που θα εξασφαλίζουν ότι οι ανεμιστήρες εκκαπνισμού των λεβήτων δεν μπορούν να λειτουργήσουν όταν είναι ανοικτό το αντίστοιχο επιστόμιο των καυσαερίων.
6.1 θα τοποθετείται ένας καθαριστήρας των καυσαερίων που θα ψύχει αποτελεσματικά τον όγκο των καυσαερίων που καθορίζεται στην παράγραφο 3 και θα απομακρύνει τα στερεά και τα θειούχα προϊόντα της καύσης. Οι διατάξεις του νερού ψύξης θα είναι τέτοιες ώστε να υπάρχει πάντοτε διαθέσιμη επαρκής παροχή νερού χωρίς να παρεμποδίζεται οποιαδήποτε ουσιώδης λειτουργία του πλοίου. Επίσης θα λαμβάνεται πρόνοια για εναλλακτική παροχή νερού ψύξης.
6.2 θα τοποθετούνται φίλτρα ή ισοδύναμες συσκευές για την ελαχιστοποίηση της ποσότητας του νερού, που μεταφέρεται στους ανεμιστήρες αδρανούς αερίου.
6.3 Ο καθαριστήρας (SCRUBBER) θα ευρίσκεται πρυμναίως όλων των δεξαμενών φορτίου, αντλιοστασίων, φορτίου και διαχωριστικών φρεατίων (COFFERDAMS) που διαχωρίζουν τους χώρους αυτούς από χώρους μηχανών, κατηγορίας Α.
7.1 θα εγκαθίστανται δύο τουλάχιστον, ανεμιστήρες που θα είναι ικανοί να παρέχουν και οι δυο μαζί στις δεξαμενές φορτίου, τουλάχιστον τον όγκο του αερίου, που απαιτείται από την παράγραφο 3. Στο σύστημα με γεννήτρια αδρανούς αερίου, η Αρχή μπορεί να επιτρέψει μόνο ένα ανεμιστήρα αν το σύστημα αυτό είναι ικανό να παρέχει τον ολικό όγκο του αερίου, που απαιτείται, από την παράγραφο 3 στις προστατευόμενες δεξαμενές φορτίου, με την προϋπόθεση ότι υπάρχουν στο πλοίο επαρκή ανταλλακτικά για τον ανεμιστήρα και τον κινητήρα του ώστε να είναι δυνατή η αποκατάσταση από το πλήρωμα του πλοίου, οποιασδήποτε βλάβης του ανεμιστήρα και του κινητήρα του.
7.2 Θα εγκαθίστανται δύο αντλίες καυσίμου πετρελαίου στη γεννήτρια αδρανούς αερίου. Η Αρχή μπορεί να επιτρέψει μια μόνο αντλία καυσίμου πετρελαίου υπό τον όρο ότι υπάρχουν στο πλοίο επαρκή ανταλλακτικά για την αντλία καυσίμου πετρελαίου και τον κινητήρα της ώστε να είναι δυνατή ή αποκατάσταση, από το πλήρωμα του πλοίου, οποιασδήποτε βλάβης της αντλίας καυσίμου πετρελαίου καν του κινητήρα της.
7.3 Το σύστημα αδρανούς αερίου θα έχει σχεδιασθεί έτσι ώστε η μέγιστη πίεση πού μπορεί να ασκήσει σε οποιαδήποτέ δεξαμενή φορτίου να μην υπερβαίνει την πίεση δοκιμής οποιασδήποτε δεξαμενής φορτίου. Στις συνδέσεις αναρρόφησης και κατάθλιψης κάθε ανεμιστήρα θα προβλέπονται κατάλληλες διατάξεις διακοπής. Θα προβλέπονται διατάξεις που θα επιτρέπουν την σταθεροποίηση της. λειτουργίας της εγκατάστασης αδρανούς αέριου πριν από την έναρξη της εκφόρτωσης. Αν οι ανεμιστήρες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για ελευθέρωση των δεξαμενών από αέρια, οι εισαγωγές αέρα αυτών θα εφοδιάζονται με απομονωτικές διατάξεις.
7.4 Οι ανεμιστήρες, θα ευρίσκονται πρυμναίως όλων των δεξαμενών φορτίου, αντλιοστασίων φορτίου και διαχωριστικών φρεατίων (COFFERDAMS) που διαχωρίζουν τους χώρους αυτούς από χώρους μηχανών, κατηγορίας Α.
8.1 Θα δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη σχεδίαση και θέση του καθαριστήρα (SCRUBBER) και των ανεμιστήρων με τις σχετικές σωληνώσεις και εξαρτήματα, για την πρόληψη διαρροών καυσαερίων μέσα σε κλειστούς χοίρους.
8.2 Για να επιτευχθεί ασφαλής συντήρηση, ένα πρόσθετο υδατόπωμα (WATER SEAL) ή άλλα αποτελεσματικά μέσα πρόληψης διαρροής καυσαερίου θα τοποθετούνται μεταξύ των απομονωτικών επιστομίων του καυσαερίου και του καθαριστήρα ή θα ενσωματώνονται στην εισαγωγή αερίων του καθαριστήρα.
9.1 Ένα ρυθμιστικό επιστόμιο καυσαερίων θα τοποθετείται στον κύριο αγωγό παροχής αδρανούς αερίου. Το επιστόμιο αυτό θα ελέγχεται αυτόματα ώστε να κλείνει όπως απαιτείται στις παραγράφους 19.2 και 19.3. Θα μπορεί επίσης να ρυθμίζει αυτόματα τη ροή του αδρανούς αερίου στις δεξαμενές φορτίου εκτός αν προβλέπεται μέσα για τον αυτόματο έλεγχο της ταχύτητας των ανεμιστήρων του αδρανούς αερίου, που απαιτούνται στην παράγραφο 7.
9.2 Το επιστόμιο που αναφέρεται στην παράγραφο 9.1 θα ευρίσκεται στο πρωραίο διάφραγμα του πιο πρωραίου ασφαλούς από αέρια χώρου*** από τον οποίο διέρχεται ο κύριος αγωγός παροχής του αδρανούς αερίου.
10.1 Τουλάχιστον δύο ανεπίστροφες συσκευές, από τις οποίες η μία θα είναι ένα υδατόπωμα (WATER SEAL) θα τοποθετούνται στον κύριο αγωγό παροχής αδρανούς αερίου για να εμποδίζουν την επιστροφή των ατμών υδρογονανθράκων στους καπναγωγούς του χώρου μηχανών ή σε οποιοδήποτε ασφαλή από αέρια χώρο, σε όλες τις κανονικές καταστάσεις διαγωγής, πλευρικής κλίσης και κίνησης του πλοίου. Οι συσκευές αυτές θα ευρίσκονται μεταξύ του αυτόματου επιστομίου, που απαιτείται από την παράγραφο 9.1 και της πιο πρυμναίας σύνδεσης σε οποιαδήποτε δεξαμενή φορτίου ή σωλήνωση φορτίου.
10.2 Οι συσκευές που αναφέρονται στην παράγραφο 10.1 θα ευρίσκονται στην περιοχή δεξαμενών φορτίου στο κατάστρωμα.
10.3 Το υδατόπωμα που αναφέρεται στην παράγραφο 10.1 θα μπορεί να τροφοδοτείται από δύο χωριστές αντλίες, κάθε μία από τις οποίες θα μπορεί να διατηρεί επαρκή παροχή σε κάθε στιγμή.
10.4 Η διάταξη του υδατοπώματος και των σχετικών εξαρτημάτων του θα είναι τέτοια, ώστε να εμποδίζει την αντίστροφη ροή ατμών υδρογονανθράκων και να εξασφαλίζει τη σωστή λειτουργία του υδατοπώματος σε συνθήκες λειτουργίας.
10.5 Θα λαμβάνεται μέριμνα ώστε να εξασφαλίζεται ότι το υδατόπωμα προστατεύεται από ψύξη κατά τέτοιο τρόπο ώστε η ακεραιότητα του να μην κινδυνεύει από υπερθέρμανση.
10.6 Ένας βρόχος νερού ή άλλες εγκεκριμένες διατάξεις θα τοποθετούνται επίσης σε κάθε σχετική παροχή νερού και σωλήνα αποστράγγισης και σε κάθε σωλήνα αερισμού ή ελέγχου πίεσής που οδηγεί σε χώρους ασφαλείς από αέρια. Θα προβλέπονται μέσα που θα εμποδίζουν την εκκένωση των βρόχων αυτών από υποπίεση.
10.7 Το υδατόπωμα καταστρώματος και όλες οι διατάξεις βρόχων θα είναι ικανές να εμποδίζουν την επιστροφή των ατμών υδρογονανθράκων σε πίεση ίση με την πίεση δοκιμής των δεξαμενών φορτίου.
10.8 Η δεύτερη συσκευή θα είναι ένα ανεπίστροφο επιστόμιο,ή5 ισοδύναμο εξάρτημα ικανό να εμποδίζει την επιστροφή ατμών ή υγρών, τοποθετημένο πρωραίως του υδατοπώματος που απαιτείται από την παράγραφο 10.1. Θα εφοδιάζεται με αποτελεσματικά μέσα κλεισίματος. Αντί των αποτελεσματικών μέσων κλεισίματος μπορεί να προβλέπεται πρόσθετο επιστόμιο που έχει τέτοια μέσα κλεισίματος πρωραίως του ανεπίστροφου επιστομίου για να απομονώνει το υδατόπωμα καταστρώματος από τον κύριο αγωγό αδρανούς αερίου προς τις δεξαμενές φορτίου.
10.9 Για πρόσθετη ασφάλεια έναντι πιθανής διαρροής ατμών ή υγρών υδρογονανθράκων από τον κύριο αγωγό καταστρώματος, θα^ προβλέπονται μέσα που θα επιτρέπουν τον ασφαλή εξαερισμό τού τμήματος του αγωγού μεταξύ του επιστόμιου με τα αποτελεσματικά μέσα κλεισίματος που αναφέρεται στην παράγραφο 10.8 και του επιστομίου, που αναφέρεται στην παράγραφο 9 όταν το πρώτο από τα επιστόμια αυτά είναι κλειστό.
11.1 Ο κύριος αγωγός αδρανούς αερίου μπορεί να χωρίζεται σε δύο ή περισσότερους κλάδους πρωραίως των ανεπιστρόφων συσκευών που απαιτούνται από την παράγραφο 10.
11.2.1 Οι κύριοι αγωγοί παροχής αδρανούς αερίου θα έχουν διακλαδώσεις που θα οδηγούν σε κάθε δεξαμενή φορτίου. Οι διακλαδώσεις του αδρανούς αερίου θα εφοδιάζονται είτε με επιστόμια διακοπής είτε με ισοδύναμα μέσα ελέγχου για την απομόνωση κάθε δεξαμενής. Όπου τοποθετούνται επιστόμια διακοπής θα εφοδιάζονται με διατάξεις ασφάλισης που θα ευρίσκονται υπό τον έλεγχο υπεύθυνου αξιωματικού του πλοίου.
11.2.2 Σε πλοία συνδυασμένων μεταφορών, οι διατάξεις για την απομόνωση των δεξαμενών καταλοίπων, που περιέχουν πετρέλαιο ή κατάλοιπα πετρελαίου από τις άλλες δεξαμενές θα αποτελούνται από τυφλές φλάντζες, που θα παραμένουν στις θέσεις τους σε κάθε στιγμή όταν μεταφέρονται άλλα, εκτός από πετρέλαιο φορτία εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο σχετικό τμήμα των Οδηγιών για τα Συστήματα Αδρανούς Αερίου.
11.3 Θα προβλέπονται μέσα για την προστασία των δεξαμενών φορτίου από την επίδραση υπερπίεσης ή υποπίεσης που προκαλούνται από θερμικές μεταβολές όταν οι δεξαμενές φορτίου είναι απομονωμένες από τον κύριο αγωγό αδρανούς αερίου.
11.4 Τα συστήματα σωληνώσεων θα είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να εμποδίζουν τη συσσώρευση φορτίου ή νερού στις σωληνώσεις σε όλες τις κανονικές συνθήκες.
11.5 Θα προβλέπονται κατάλληλες διατάξεις που θα επιτρέπουν τη σύνδεση του κύριου αγωγού αδρανούς αερίου σε εξωτερική παροχή αδρανούς αερίου.
12. Οι διατάξεις για τον εξαερισμό όλων των ατμών που εκτοπίζονται από τις δεξαμενές φορτίου κατά τη φόρτωση και τον ερματισμό, θα πληρούν τον Κανονισμό 59.1 και θα αποτελούνται είτε από ένα ή περισσότερους εξαεριστικούς σωλήνες ιστού είτε από αριθμό εξαεριστικών υψηλής ταχύτητας. Ο κύριος αγωγός αδρανούς αερίου μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον εξαερισμό αυτό.
13. Οι διατάξεις για την αδρανοποίηση, τον καθαρισμό και την ελευθέρωση από αέρια των κενών δεξαμενών, που απαιτούνται από την παράγραφο 2 θα ικανοποιούν την Αρχή και θα είναι τέτοιες ώστε ελαχιστοποιείται η συσσώρευση ατμών υδρογονανθράκων σε θύλακες που σχηματίζονται από τα εσωτερικά κατασκευαστικά στοιχεία μιας δεξαμενής, και επίσης:
.1 Σε κάθε μία δεξαμενή φορτίου ο σωλήνας εξαγωγής των αερίων, αν υπάρχει, θα τοποθετείται, όσο είναι πρακτικά δυνατό, μακρύτερα από την εισαγωγή του αδρανούς αερίου/αέρα και σύμφωνα με τον κανονισμό 59.1. Η εισαγωγή τέτοιων σωλήνων εξαγωγής μπορεί να ευρίσκεται είτε στο επίπεδο του καταστρώματος είτε σε απόσταση όχι μεγαλύτερη από 1 m πάνω από τον πυθμένα της δεξαμενής.
.2 Η επιφάνεια διατομής των σωλήνων εξαγωγής αερίων, που αναφέρονται στην παράγραφο 13.1 θα είναι τέτοια ώστε να μπορεί να διατηρείται ταχύτητα εξόδου των αερίων τουλάχιστον 20 m/sec όταν τρείς, οποιεσδήποτε δεξαμενές τροφοδοτούνται ταυτόχρονα με αδρανές αέριο. Οι εξαγωγές τους θα ευρίσκονται σε ύψος όχι μικρότερο από 2m πάνω από το επίπεδο του καταστρώματος.
.3 Κάθε εξαγωγή αερίων που αναφέρεται στην παράγραφο 13.2 θα εφοδιάζεται με κατάλληλες διατάξεις πωμάτισης.
.4.1 Αν έχει τοποθετηθεί σύνδεση μεταξύ του κύριου αγωγού παροχής αδρανούς αερίου και του συστήματος σωληνώσεων φορτίου, θα υπάρχουν διατάξεις που θα εξασφαλίζουν μια αποτελεσματική απομόνωση, λαμβανομένης υπόψη της μεγάλης διαφοράς πίεσης, που μπορεί να υπάρχει μεταξύ των συστημάτων. Αυτό θα επιτυγχάνεται είτε με δυο απομονωτικά επιστόμια με διάταξη εξαερισμού του χώρου μεταξύ των επιστομίων κατά ασφαλή τρόπο, είτε με διάταξη που θα αποτελείται από τμήμα σωλήνα μαζί με τα σχετικά πώματα.
.4.2 Το επιστόμιο, που χωρίζει τον κύριο αγωγό του αδρανούς αερίου από το κύριο δίκτυο φορτίου και ευρίσκεται στην πλευρά του δικτύου φορτίου θα είναι ανεπίστροφο με αποτελεσματικά μέσα κλεισίματος.
14.1 Στον κύριο αγωγό παροχής αδρανούς αερίου θα τοποθετούνται μία ή περισσότερες συσκευές προστασίας από υπερπίεση ή υποπίεση για να εμποδίζουν τη δημιουργία στις δεξαμενές φορτίου:
.1. Υπερπίεσης μεγαλύτερης από την πίεση δοκιμής της δεξαμενής φορτίου, υποθέτοντας ότι η φόρτωση γίνεται με τη μέγιστη καθορισμένη παροχή και όλες οι άλλες εξαγωγές παραμένουν κλειστές, ή
.2 Υποπίεσης μεγαλύτερης από 700mm στήλης νερού, υποθέτοντας ότι η εκφόρτωση γίνεται με τη μέγιστη ονομαστική παροχή των αντλιών φορτίου και οι ανεμιστήρες αδρανούς αερίου έχουν υποστεί βλάβη.
14.2 Η θέση και ή σχεδίαση των συσκευών που αναφέρονται στην παράγραφο 14.1 θα είναι σύμφωνες με τον Κανονισμό 59.1.
15. Θα προβλέπονται μέσα για τη συνεχή ένδειξη της θερμοκρασίας και της πίεσης του αδρανούς αερίου στην πλευρά της κατάθλιψης των ανεμιστήρων του αερίου, οποτεδήποτε οι ανεμιστήρες λειτουργούν.
16.1. Θα υπάρχουν όργανα για τη συνεχή ένδειξη και τη μόνιμη καταγραφή, όταν παρέχεται αδρανές αέριο:
.1 Της πίεσης του κύριου αγωγού παροχής αδρανούς αερίου πρωραίως των ανεπιστρόφων συσκευών που απαιτούνται από την παράγραφο 10.1, και
.2 Της περιεκτικότητας σε οξυγόνο του αδρανούς αερίου στον κύριο αγωγό αδρανούς αερίου στην πλευρά της κατάθλιψης των ανεμιστήρων του αερίου.
16.2 Οι συσκευές που αναφέρονται στην παράγραφο 16.1 θα τοποθετούνται στο χώρο ελέγχου του φορτίου, όπου υπάρχει. Όπου όμως δεν υπάρχει χώρος ελέγχου του φορτίου, οι συσκευές αυτές θα τοποθετούνται σε θέση εύκολα προσιτή από τον υπεύθυνο για τους χειρισμούς του φορτίου αξιωματικό.
16.3 Επί πλέον θα τοποθετούνται μετρητές:
.1 Στη γέφυρα ναυσιπλοΐας για την ένδειξη σε κάθε στιγμή της πίεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 16.1.1 και της πίεσης στις δεξαμενές καταλοίπων των πλοίων συνδυασμένων μεταφορών, οποτεδήποτε οι δεξαμενές αυτές είναι απομονωμένες από τον κύριο αγωγό παροχής του αδρανούς αερίου, και
.2 Στο χώρο ελέγχου μηχανημάτων ή στο χώρο μηχανών για την ένδειξη της περιεκτικότητας σε οξυγόνο, που αναφέρεται στην παράγραφο 16.1.2.
17. Θα προβλέπονται φορητά όργανα για τη μέτρηση συγκέντρωσης οξυγόνου και εύφλεκτων ατμών. Επιπλέον θα υπάρχουν κατάλληλες διατάξεις σε κάθε δεξαμενή φορτίου, ώστε να είναι δυνατός ο καθορισμός της κατάστασης της ατμόσφαιρας της δεξαμενής με τη χρήση των φορητών αυτών οργάνων.
18. Θα προβλέπονται κατάλληλα μέσα για τη μηδενική ρύθμιση και βαθμονόμηση τόσο των μονίμων όσο και των φορητών οργάνων μέτρησης, που αναφέρονται στις παραγράφους 16 και 17.
19.1 Θα προβλέπονται ακουστικά και οπτικά μέσα αναγγελίας για ένδειξη:
.1 χαμηλής πίεσης ή χαμηλής ροής νερού στον καθαριστήρα (SCRUBBER) των καυσαερίων, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 6.1,
.2 υψηλής στάθμης νερού στον καθαριστήρα (SCRUBBER) των καυσαερίων, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 6.1,
.3 υψηλής θερμοκρασίας αερίου, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 15,
.4 βλάβης των ανεμιστήρων του αδρανούς αερίου που αναφέρονται στην παράγραφο 7,
.5 ποσοστού οξυγόνου μεγαλύτερου από 8% κατ' όγκο, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 16.1.2,
.6 βλάβης στην παροχή ενέργειας στο σύστημα αυτόματου ελέγχου για το ρυθμιστικό επιστόμιο του αερίου και στις συσκευές ένδειξης, που αναφέρονται στις παραγράφους 9 και 16.1,
.7 χαμηλής στάθμης νερού στο υδατόπωμα (WATER SEAL) όπως αναφέρεται στην παράγραφο 10.1,
.8 πίεσης αερίου μικρότερης από 100 mm στήλης νερού όπως αναφέρεται στην παράγραφό 16.1.1. Η διάταξη αναγγελίας θα είναι τέτοια ώστε να εξασφαλίζεται ότι η πίεση στις δεξαμενές καταλοίπων των πλοίων συνδυασμένων μεταφορών μπορεί να ελέγχεται με όργανα σε κάθε στιγμή, και
.9 υψηλής πίεσης αερίου όπως αναφέρεται στην παράγραφο 16.1.1.
19.2 Στο σύστημα με γεννήτριες παραγωγής αερίου θα προβλέπονται ακουστικά και οπτικά μέσα αναγγελίας σύμφωνα με τις παραγράφους 19.1.1, 19.1.3, 19.1.5 μέχρι 19.1.9 και επιπλέον μέσα αναγγελίας για ένδειξη:
.1 ανεπαρκούς παροχής καυσίμου πετρελαίου,
.2 βλάβης στην παροχή ενέργειας στην γεννήτρια,
.3 βλάβης στην παροχή ενέργειας στο σύστημα αυτόματου ελέγχου για τη γεννήτρια.
19.3 Θα υπάρχει διάταξη αυτόματης διακοπής των ανεμιστήρων του αδρανούς αερίου και αυτόματου κλεισίματος του ρυθμιστικού επιστομίου όταν οι τιμές των μεγεθών που αναφέρονται στις παραγράφους 19.1.1, 19.1.2, και 19.1.3 φθάσουν προκαθορισμένα όρια.
19.4 Θα υπάρχει διάταξη αυτόματου κλεισίματος του ρυθμιστικού επιστομίου του αερίου στην περίπτωση της παραγράφου 19.1.4.
19.5 Στην περίπτωση της παραγράφου 19.1.5 όταν η περιεκτικότητα του οξυγόνου στο αδρανές αέριο υπερβεί το 8% κατ’ όγκο, θα γίνεται άμεση ενέργεια για τη βελτίωση της ποιότητας του αερίου. Εκτός αν βελτιωθεί η ποιότητα του αερίου, θα διακόπτονται όλες οι λειτουργίες των δεξαμενών φορτίου για την αποφυγή εισόδου ατμοσφαιρικού αέρα στις δεξαμενές και θα κλείνεται το απομονωτικό επιστόμιο, που αναφέρεται στην παράγραφο 10.8.
19.6 Τα μέσα αναγγελίας, που απαιτούνται από τις παραγράφους 19.1.5, 19.1.6. και 19.1.8 θα τοποθετούνται στο χώρο μηχανών και στο χώρο ελέγχου του φορτίου, όπου υπάρχει, αλλά σε κάθε, περίπτωση σε τέτοια θέση ώστε να γίνονται αμέσως αντιληπτά από υπεύθυνα μέλη του πληρώματος.
19.7 την περίπτωση της παραγράφου 19.1.7, η διατήρηση σε κάθε στιγμή επαρκούς αποθέματος νερού και η ακεραιότητα των διατάξεων που επιτρέπουν την αυτόματη δημιουργία του υδατοπώματος όταν διακοπεί η ροή του αερίου θα ικανοποιούν την Αρχή. Η ακουστική και οπτική αναγελία της χαμηλής στάθμης νερού στο υδατόπω μα θα λειτουργεί όταν δεν παρέχεται αδρανές αέριο.
19.8 θα προβλέπεται ακουστικό σύστημα αναγγελίας ανεξάρτητο από εκείνο που απαιτείται από την παράγραφο 19.1.8 ή αυτόματη διακοπή των αντλιών φορτίου που θα λειτουργεί όταν η πίεση στον κύριο αγωγό παροχής αδρανούς αερίου φθάσει στα χαμηλότερα προκαθορισμένα όρια.
20. Δεξαμενόπλοια, που έχουν κατασκευασθεί πριν από τη 1 Σεμπτεμβρίου 1984, και απαιτείται να έχουν σύστημα αδρανούς αερίου θα πληρούν τουλάχιστον τις απαιτήσεις τού Κανονισμού 62 του Κεφαλαίου II—2 της Διεθνούς Σύμβασης για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη θάλασσα, 1974****. Επί πλέον τα δεξαμενόπλοια αυτά θα πληρούν τις απαιτήσεις του Κανονισμού αυτού με την εξαίρεση ότι:
.1 Συστήματα αδρανούς αερίου, που έχουν εγκατασταθεί σε τέτοια δεξαμενόπλοια πριν από την 1 Ιουνίου 1981 δεν χρειάζεται να πληρούν τις απαιτήσεις των εξής παραγράφων: 3.2, 6.3, 7.4, 8, 9.2, 10.2, 10.7, 10.9, 11.3, 11.4, 13.2, 13.4.2, και 19.8,
.2 συστήματα αδρανούς αέριου, που έχουν εγκαταστατθεί σε τέτοια δεξαμενόπλοια την ή .μετά την 1 Ιουνίου 1981 δεν χρειάζεται να πληρούν τις απαιτήσεις, των εξής παραγράφων: 3.2, 6.3, 7.4, και 13.2.
21. Στο πλοίο θα υπάρχουν λεπτομερή εγχειρίδια οδηγιών: που θα καλύπτουν τις απαιτήσεις λειτουργίας, ασφαλείας και συντήρησης και τους κινδύνους στην υγεία από την εργασία που έχει σχέση με το σύστημα αδρανούς αερίου και την εφαρμογή του στο σύστημα δεξαμενών φορτίου*****. Τα εγχειρίδια θα περιλαμβάνουν οδηγίες για τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθηθούν σε περίπτωση σφάλματος ή βλάβης του συστήματος αδρανούς αερίου.
Στην υποπαράγραφο (γ) (ιιι) η αναφορά στην «παράγραφο (δ) τού Κανονισμού 1 του Κεφαλαίου II-1», τροποποιείται ως εξής:
Κανονισμού ΙΙ-1/1.5
Στην υποπαράγραφο (γ) (νιι), η αναφορά στην «παράγραφο (δ) του Κανονισμού 1 του Κεφαλαίου II-1», τροποποιείται ως εξής:
Κανονισμού ΙΙ-1/1.5
Στην παράγραφο (α), Η αναφορά στον «Κανονισμό 25 τού Κεφαλαίου ΙΙ-1», τροποποιείται ως εξής
Κανονισμού ΙΙ-1/42
Η αναφορά στον «Κανονισμό 26 του Κεφαλαίου II-1», τροποποιείται ως εξής:
Κανονισμού ΙΙ-1/43
(α) Για το σκοπό του Κανονισμού αυτού ο όρος «Πλοίο πού έχει κατασκευασθεί» αναφέρεται στο στάδιο κατασκευής κατά το οποίο :
(ι) τοποθετείται ή τρόπιδα ή
(ιι) αρχίζει η κατασκευή που χαρακτηρίζει συγκεκριμένο πλοίο ή
(ιιι) η συναρμολόγηση του πλοίου αυτού έχει αρχίσει περιλαμβάνοντας τουλάχιστον 50 τόννους ή 1% της προβλεπόμενης μάζας όλων των κατασκευαστικών υλικών, οποιοδήποτε είναι μικρότερο.
(β) (ι) Πλοία ολικής χωρητικότητας 150 κόρων και άνω θα είναι εφοδιασμένα με:
(1) μία διοπτηρία μαγνητική πυξίδα, εκτός από την περίπτωση της υποπαραγράφου (ιν),
(2) μία ιθυντηρία μαγνητική πυξίδα εκτός αν οι πληροφορίες πορείας που παρέχονται από την διοπτηρία πυξίδα που απαιτείται από το εδάφιο (ι) είναι διαθέσιμες και ευκρινώς αναγνώσιμες από τον πηδαλιούχο στην κύρια θέση πηδαλιούχίας,
(3) επαρκή μέσα επικοινωνίας μεταξύ της θέσης της διοπτηρίας πυξίδας και της κανονικής θέσης ελέγχου ναυσιπλοΐας κατά την κρίση της Αρχής, και
(4) μέσα για λήψη διοπτεύσεων σε τόξο του ορίζοντα που να πλησιάζει, όσο είναι πρακτικά δυνατό περισσότερο τις 360°.
(ιι) Κάθε μαγνητική πυξίδα που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (ι) θα είναι σωστά ρυθμισμένη και ο πίνακας ή η καμπύλη των αποκλίσεων που απομένουν, θά είναι διαθέσιμοι σε κάθε στιγμή.
(ιιι) Μία αμοιβή μαγνητική πυξίδα που θα μπορεί να εναλλάσεται με τη διοπτηρία πυξίδα θα φέρεται στο πλοίο, εκτός αν υπάρχουν η ευθυντηρία πυξίδα που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (ι) (2) ή μία γυροσκοπική πυξίδα.
(ιν) Η Αρχή, αν θεωρήσει ότι δεν είναι λογικό ή αναγκαίο να απαιτήση διοπτηρία μαγνητική πυξίδα, μπορεί να απαλλάξει συγκεκριμένα πλοία ή κατηγορίες πλοίων από τις απαιτήσεις αυτές, αν η φύση του ταξιδιού, η απόσταση του πλοίου από την ξηρά ή ο τύπος του πλοίου δεν δικαιολογούν διοπτηρία πυξίδα, με την προϋπόθεση ότι μία κατάλληλη ιθυντηρία πυξίδα φέρεται στο πλοίο σε όλες τις περιπτώσεις.
Το υπάρχον κείμενο της παραγράφου (δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο:
(δ) Σήματα που χρησιμοποιούνται από αεροσκάφος που απασχολείται σε επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης για να κατευθύνουν πλοία προς αεροσκάφος, πλοίο ή άτομο που κινδυνεύει:
(ι) Οι ακόλουθοι χειρισμοί που εκτελούνται κατά σειρά από αεροσκάφος σημαίνουν ότι το αεροσκάφος επιθυμεί να κατευθύνει ένα σκάφος επιφάνειας προς αεροσκάφος ή σκάφος επιφάνειας, που κινδυνεύει:
(1) Διαγράφει ένα τουλάχιστον κύκλο γύρω από το σκάφος επιφάνειας,
(2) Διασταυρώνεται με την προέκταση της πορείας του σκάφους επιφάνειας κοντά στην πλώρη του σε χαμηλό ύψος, και:
—ταλαντεύει τα πτερύγια, ή
—αυξομειώνει την παροχή καυσίμου, ή
—μεταβάλλει το βήμα της έλικας.
(Λόγω της υψηλής στάθμης θορύβου στο σκάφος επιφάνειας, τα ηχητικά σήματα μπορεί να είναι λιγώτερο αποτελεσματικά από το οπτικό σήμα και θεωρούνται ως εναλλακτικά μέσα για την προσέλκυση της προσοχής.)
(3) Κατευθύνεται προς τη διεύθυνση προς την οποία πρέπει να κατευθυνθεί το σκάφος επιφάνειας.
Η επανάληψη τέτοιων χειρισμών έχει την ίδια σημασία.
(ιι) Ο ακόλουθος χειρισμός από ένα αεροσκάφος σημαίνει ότι η βοήθεια του σκάφους επιφάνειας προς το οποίο το σήμα απευθύνεται δεν απαιτείται, πλέον:
διασταυρώνεται με τα απόνερα του σκάφους επιφάνειας κοντά στη πρύμνη ,του σε χαμηλό ύψος, και:
— ταλαντεύει τα πτερύγια, ή
— αυξομειώνει την παροχή, καυσίμου, ή
— μεταβάλλει το βήμα της έλικας.
(Λόγω της υψηλής στάθμης θορύβου στο σκάφος επιφάνειας, τα ηχητικά σήματα μπορεί να είναι λιγότερο αποτελεσματικά από το οπτικό σήμα και θεωρούνται ως εναλλακτικά μέσα για την προσέλευση της προσοχής.) .
Σημείωση: Ο Οργανισμός θα γνωστοποιεί έγκαιρα μεταβολές στα σήματα αυτά, όπως είναι αναγκαίο.
Α) ΓΕΝΙΚΑ
Η, δεύτερη παράγραφος τροποποιείται ως εξής:
Για το σκοπό του Μέρους αυτού ο όρος «Υπάρχον Πλοίο» σημαίνει πλοίο, η τρόπιδα του οποίου τοποθετήθηκε πριν από την 25 Μαΐου 980».
Β) ΣΤΟΙΒΑΣΙΑ ΣΕ ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΤΑΛΛΗΛΑ ΠΛΟΙΑ
Το υπάρχον κείμενον της υποπαραγράφου (α) (ιι) (2) αντικαθίσταται από το ακόλουθο:
2) Μέσα σε μισογεμάτα διαμερίσματα ή κύτη οι ελεύθερες επιφάνειες σιτηρών κατακάθονται και μετακινούνται όπως στη υποπαράγραφο (1) ή σε μεγαλύτερη γωνία που μπορεί να θεωρηθεί αναγκαία από την Αρχή ή από Συμβαλλόμενο Κράτος εξ ονόματος της Αρχής, και οι επιφάνειες σιτηρών, αν στοιβάζεται άλλο φορτίο από πάνω, με τα χύμα σιτηρά ισοπεδωμένα και συμληρωμένα από πάνω με σιτηρά σε σάκκους ή άλλο κατάλληλο φορτίο πυκνά στοιβαγμένο και εκτεινόμενο σε ύψος, όχι λιγώτερο από 1,22m, πάνω από την επιφάνεια των χύμα σιτηρών, μέσα σε χώρους που χωρίζονται με διαμήκες διάφραγμα ή παράφραγμα και όχι λιγότερο από 1,52m μέσα σε χώρους του δεν χωρίζονται έτσι και τα σιτηρά σε σάκκους ή άλλο κατάλληλο φορτίο στηριγμένα σε κατάλληλα δάπεδα που εκτείνονται πάνω από όλη την επιφάνεια των χύμα σιτηρών και αποτελούνται από υποστηρίγματα που απέχουν όχι περισσότερο από 1,22m μεταξύ τους και σανίδες πάχους 25mm που τοποθετούνται από πάνω και απέχουν όχι περισσότερο από 0,10m μεταξύ τους ή από ανθεκτικά διαχωριστικά υφάσματα με επαρκή υπερκάλυψη, θα μετακινηθούν μέχρι γωνίας 8ο ως προς τις αρχικές ισοπεδωμένες επιφάνειες. Για το σκοπό της παραγράφου αυτής, αν τοποθετούνται παραφραγμάτα, θα θεωρούνται ότι περιορίζουν την εγκάρσια μετακίνηση της επιφάνειας των σιτηρών.