Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Covid-19
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2025
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2006-2018
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 37 - 72 of 150
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Θειικός διαιθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Diethyl sulphate
Μετάφραση:
Diethyl sulphate
Ελληνικός όρος:
Θειικός διμεθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Dimethyl sulfate
Μετάφραση:
Dimethyl sulfate
Ελληνικός όρος:
Θειικός χαλκός ή γαλαζόπετρα
Αγγλικός όρος:
Copper sulphate, vitriol blue
Μετάφραση:
Copper sulphate, vitriol blue
Ελληνικός όρος:
Θειικός ψευδάργυρος
Αγγλικός όρος:
Zinc sulphate
Μετάφραση:
Zinc sulphate
Ελληνικός όρος:
Θεικό βηρύλλιο
Αγγλικός όρος:
Beryllium sulphate
Μετάφραση:
Beryllium sulphate
Ελληνικός όρος:
Θείο ή σουλφούριο
Αγγλικός όρος:
Sulfur (S)
Μετάφραση:
Sulfur (S)
Ελληνικός όρος:
Θειοαιθέρας ή σουλφίδιο
Αγγλικός όρος:
Thioether or sulfide
Μετάφραση:
Thioether or sulfide
Ελληνικός όρος:
Θειοαιθέρες
Αγγλικός όρος:
Thioethers
Μετάφραση:
Thioethers
Ελληνικός όρος:
Θειοαλκοόλες
Αγγλικός όρος:
Thioalcohols
Μετάφραση:
Thioalcohols
Ελληνικός όρος:
Θειογλυκολικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Thioglycolic acid
Μετάφραση:
Thioglycolic acid
Ελληνικός όρος:
Θειοδις(6-τριτοταγές βουτυλο-m-κρεσόλη) 4,4-
Αγγλικός όρος:
4,4-thiobis(6-tert-butyl-m-cresol)
Μετάφραση:
4,4-thiobis(6-tert-butyl-m-cresol)
Ελληνικός όρος:
Θειόλες
Αγγλικός όρος:
Thiols, mercaptans
Μετάφραση:
Thiols, mercaptans
Ελληνικός όρος:
Θειονυλοχλωρίδιο
Αγγλικός όρος:
Thionyl chloride
Μετάφραση:
Thionyl chloride
Ελληνικός όρος:
Θειοπροπάνιο 2-
Αγγλικός όρος:
Dimethyl sulphide, 2-thiopropane
Μετάφραση:
Dimethyl sulphide, 2-thiopropane
Ελληνικός όρος:
Θειουρία
Αγγλικός όρος:
Thiourea
Μετάφραση:
Thiourea
Ελληνικός όρος:
Θειούχο βάριο ή μελανή τέφρα
Αγγλικός όρος:
Barium sulphide, black ash
Μετάφραση:
Barium sulphide, black ash
Ελληνικός όρος:
Θειούχο διμεθύλιο
Αγγλικός όρος:
Dimethyl sulphide, 2-thiopropane
Μετάφραση:
Dimethyl sulphide, 2-thiopropane
Ελληνικός όρος:
Θειούχο κάδμιο
Αγγλικός όρος:
Cadmium sulphide
Μετάφραση:
Cadmium sulphide
Ελληνικός όρος:
Θειούχο υδρογόνο
Αγγλικός όρος:
Hydrogen sulfide, hydrosulfuric acid
Μετάφραση:
Hydrogen sulfide, hydrosulfuric acid
Ελληνικός όρος:
Θειούχος αιθοξυ-4-νιτροφαινοξυ φαινυλοφωσφίνη ή αιθοξυ-4-νιτροφαινοξυ θειοφαινυλοφωσφίνη
Αγγλικός όρος:
Ethoxy-4-nitrophenoxy-phenylphosphine sulphide, EPN
Μετάφραση:
Ethoxy-4-nitrophenoxy-phenylphosphine sulphide, EPN
Ελληνικός όρος:
Θειούχος μόλυβδος
Αγγλικός όρος:
Lead sulfide
Μετάφραση:
Lead sulfide
Ελληνικός όρος:
Θειοφαίνιο
Αγγλικός όρος:
Thiopene, thiphene
Μετάφραση:
Thiopene, thiphene
Ελληνικός όρος:
Θειοφαινόλες
Αγγλικός όρος:
Thiophenols
Μετάφραση:
Thiophenols
Ελληνικός όρος:
Θειράμ ή θειώδες τετραμεθυλοδιουράνιο
Αγγλικός όρος:
Thiram, tetramethyldiurane sulfite, tetrathiuram disulphide, TMTD
Μετάφραση:
Thiram, tetramethyldiurane sulfite, tetrathiuram disulphide, TMTD
Ελληνικός όρος:
Θειώδες ασβέστιο
Αγγλικός όρος:
Calsium sulfite
Μετάφραση:
Calsium sulfite
Ελληνικός όρος:
Θειώδες οξύ
Αγγλικός όρος:
Sulphurous acid (H2SO3)
Μετάφραση:
Sulphurous acid (H2SO3)
Ελληνικός όρος:
Θειώδες οξύ αλκυλοβενζολίου
Αγγλικός όρος:
Alkylbenzene sulphonic acid
Μετάφραση:
Alkylbenzene sulphonic acid
Ελληνικός όρος:
Θεματικά κέντρα (του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Υγεία και την Ασφάλεια)
Αγγλικός όρος:
Topic Centres (TC)
Μετάφραση:
Topic Centres (TC)
Ελληνικός όρος:
Θεμελίωση
Αγγλικός όρος:
Foundation
Μετάφραση:
Foundation
Ελληνικός όρος:
Θεοφυλλίνη
Αγγλικός όρος:
Theophylline
Μετάφραση:
Theophylline
Ελληνικός όρος:
Θεραπεία
Αγγλικός όρος:
Treatment or therapy
Μετάφραση:
Treatment or therapy
Ελληνικός όρος:
Θεραπευτική αποτυχία
Αγγλικός όρος:
Treatment failure
Μετάφραση:
Treatment failure
Ελληνικός όρος:
Θέρμανση
Αγγλικός όρος:
Heating
Μετάφραση:
Heating
Ελληνικός όρος:
Θερμαντήρας καύσης
Αγγλικός όρος:
Combustion heater
Μετάφραση:
Combustion heater
Ελληνικός όρος:
Θερμαντική πλάκα
Αγγλικός όρος:
Hot plate
Μετάφραση:
Hot plate
Ελληνικός όρος:
Θερμή εργασία
Αγγλικός όρος:
Hot work
Μετάφραση:
Hot work
Σελιδοποίηση
First page
« αρχική
Προηγούμενη σελίδα
‹‹
Page
1
Τρέχουσα σελίδα
2
Page
3
Page
4
Page
5
Επόμενη σελίδα
››
Last page
τελευταία »