Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Covid-19
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2025
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2006-2018
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 217 - 252 of 721
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοϊσοπροπυλοκετόνη
Αγγλικός όρος:
Methyl isopropyl ketone, isopropyl methyl ketone, 3-methyl-2-butanone, MIPK
Μετάφραση:
Methyl isopropyl ketone, isopropyl methyl ketone, 3-methyl-2-butanone, MIPK
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοϊωδίδιο ή ιωδομεθάνιο ή ιωδιούχο μεθύλιο
Αγγλικός όρος:
Methyl iodide
Μετάφραση:
Methyl iodide
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοκαπρονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Methylcaproic acid
Μετάφραση:
Methylcaproic acid
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοκινναμωμικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Methylcinnamic acid
Μετάφραση:
Methylcinnamic acid
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοκινολίνη 2-
Αγγλικός όρος:
2-methyloquinoline, quinaldine
Μετάφραση:
2-methyloquinoline, quinaldine
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοκυανίδιο
Αγγλικός όρος:
Ethanenitrile, acetonitrile, methyl cyanide
Μετάφραση:
Ethanenitrile, acetonitrile, methyl cyanide
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοκυκλοεξάνιο
Αγγλικός όρος:
Methylocyclohexane
Μετάφραση:
Methylocyclohexane
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοκυκλοεξανόλη
Αγγλικός όρος:
Methylcyclohexanol
Μετάφραση:
Methylcyclohexanol
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοκυκλοεξανόνη
Αγγλικός όρος:
Methylcyclohexanone
Μετάφραση:
Methylcyclohexanone
Ελληνικός όρος:
Μεθυλομερκαπτάνη
Αγγλικός όρος:
Methyl mercaptan, methanethiol
Μετάφραση:
Methyl mercaptan, methanethiol
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοναφθαλίνιο
Αγγλικός όρος:
Methylnaphthalene
Μετάφραση:
Methylnaphthalene
Ελληνικός όρος:
Μεθυλο-ν-βουτυλοκετόνη
Αγγλικός όρος:
Methyl n-butyl ketone
Μετάφραση:
Methyl n-butyl ketone
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοοξικός εστέρας
Αγγλικός όρος:
Methyl acetate, methyl acetic ester, methyl ethanoate
Μετάφραση:
Methyl acetate, methyl acetic ester, methyl ethanoate
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπαραθείο
Αγγλικός όρος:
Methyl-parathion
Μετάφραση:
Methyl-parathion
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπεντανάλη
Αγγλικός όρος:
Methylvaleraldehyde, methylpentanal
Μετάφραση:
Methylvaleraldehyde, methylpentanal
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπεντανάλη 4-
Αγγλικός όρος:
Isocaproaldehyde, γ-methylvaleraldehyde, 4-methylpentanal
Μετάφραση:
Isocaproaldehyde, γ-methylvaleraldehyde, 4-methylpentanal
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπεντάνιο
Αγγλικός όρος:
Isohexane, methyl pentane
Μετάφραση:
Isohexane, methyl pentane
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπεντανοϊκό οξύ
Αγγλικός όρος:
Methylvaleric acid, methylpentanoic acid
Μετάφραση:
Methylvaleric acid, methylpentanoic acid
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπεντανοϊκό οξύ 4-
Αγγλικός όρος:
Isocaproic acid, 4-methylpentanoic acid
Μετάφραση:
Isocaproic acid, 4-methylpentanoic acid
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπροπάνιο Ι
Αγγλικός όρος:
Methylpropane, isobutane
Μετάφραση:
Methylpropane, isobutane
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπροπενοϊκό οξύ 2-
Αγγλικός όρος:
Methylpropenoic acid 2-, Methacrylic acid
Μετάφραση:
Methylpropenoic acid 2-, Methacrylic acid
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπροπυλοκετόνη
Αγγλικός όρος:
Methyl propyl ketone, pentanone
Μετάφραση:
Methyl propyl ketone, pentanone
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπροπυλομηλονικός αιθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Ethyl methyl propylmalonate
Μετάφραση:
Ethyl methyl propylmalonate
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπυριδίνη
Αγγλικός όρος:
Methylpyridine
Μετάφραση:
Methylpyridine
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπυρολιδόνη
Αγγλικός όρος:
Methyl pyrolidone
Μετάφραση:
Methyl pyrolidone
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοπυρρολιδίνη
Αγγλικός όρος:
Methylpyrrolidine
Μετάφραση:
Methylpyrrolidine
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοτριτοβουτυλαιθέρας
Αγγλικός όρος:
Bio-MTBE, methyl-tertio-butyl-ether
Μετάφραση:
Bio-MTBE, methyl-tertio-butyl-ether
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοφαινοξυοξικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Methylphenoxyacetic acid
Μετάφραση:
Methylphenoxyacetic acid
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοφαινυλοαιθέρας
Αγγλικός όρος:
Anisole, methyl phenyl ether, methoxybenzene
Μετάφραση:
Anisole, methyl phenyl ether, methoxybenzene
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοφαινυλοκετόνη
Αγγλικός όρος:
Methyl phenyl ketone, Acetophenone
Μετάφραση:
Methyl phenyl ketone, Acetophenone
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοχλωρίδιο ή χλωρομεθάνιο ή χλωριούχο μεθύλιο
Αγγλικός όρος:
Methyl chloride, chloromethane
Μετάφραση:
Methyl chloride, chloromethane
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοχλωροπινδόλη
Αγγλικός όρος:
Clopidol, methylchloropindol
Μετάφραση:
Clopidol, methylchloropindol
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοχλωροφόρμιο
Αγγλικός όρος:
Methyl chloroform
Μετάφραση:
Methyl chloroform
Ελληνικός όρος:
Μεθυλοχολανθρένιο
Αγγλικός όρος:
Methylocholanthrene
Μετάφραση:
Methylocholanthrene
Ελληνικός όρος:
Μεθυλυδραζίνη
Αγγλικός όρος:
Methyl hydrazine
Μετάφραση:
Methyl hydrazine
Ελληνικός όρος:
Μείγματα αερίου-αέρα
Αγγλικός όρος:
Gas-air mixtures
Μετάφραση:
Gas-air mixtures
Σελιδοποίηση
First page
« αρχική
Προηγούμενη σελίδα
‹‹
…
Page
3
Page
4
Page
5
Page
6
Τρέχουσα σελίδα
7
Page
8
Page
9
Page
10
Page
11
…
Επόμενη σελίδα
››
Last page
τελευταία »