Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Covid-19
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2025
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2006-2018
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 37 - 72 of 288
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Υγροκρυσταλλικά πολυμερή
Αγγλικός όρος:
Liquid crystal polymers
Μετάφραση:
Liquid crystal polymers
Ελληνικός όρος:
Υγροποιημένα αέρια υπό ψύξη
Αγγλικός όρος:
Refrigerated liquefied gas
Μετάφραση:
Refrigerated liquefied gas
Ελληνικός όρος:
Υγροποιημένο αέριο πετρελαίου ή υγραέριο
Αγγλικός όρος:
Liquified petroleum gas, LPG
Μετάφραση:
Liquified petroleum gas, LPG
Ελληνικός όρος:
Υγροποιημένο φυσικό αέριο, ΥΦΑ
Αγγλικός όρος:
1η Μετάφραση:
Liquified natural gas, LNG
Με σχετικά Links:
Υ.Α. 378266/2023 (ΦΕΚ 7274/Β` 22.12.2023)
(άρθ.2§2)
Ελληνικός όρος:
Υγρός ψεκασμός
Αγγλικός όρος:
Wet spraying
Μετάφραση:
Wet spraying
Ελληνικός όρος:
Υγροσκοπική ουσία
Αγγλικός όρος:
Hygroscopic substance
Μετάφραση:
Hygroscopic substance
Ελληνικός όρος:
Υγροστάτης
Αγγλικός όρος:
Hygrostat
Μετάφραση:
Hygrostat
Ελληνικός όρος:
Υδαρείς λάσπες
Αγγλικός όρος:
Aqueous sludges
Μετάφραση:
Aqueous sludges
Ελληνικός όρος:
Υδαρή υγρά πλύσης
Αγγλικός όρος:
Aqueous washing liquids
Μετάφραση:
Aqueous washing liquids
Ελληνικός όρος:
Υδαρή υδατικά απόβλητα
Αγγλικός όρος:
Aqueous liquid waste
Μετάφραση:
Aqueous liquid waste
Ελληνικός όρος:
Υδατικά αιωρήματα
Αγγλικός όρος:
Aqueous suspensions
Μετάφραση:
Aqueous suspensions
Ελληνικός όρος:
Υδατικά μείγματα διαλυτών
Αγγλικός όρος:
Aqueous solvent mixes
Μετάφραση:
Aqueous solvent mixes
Ελληνικός όρος:
Υδατικά υγρά πλυσίματος
Αγγλικός όρος:
Aqueous washing liquids
Μετάφραση:
Aqueous washing liquids
Ελληνικός όρος:
Υδατικό περιβάλλον
Αγγλικός όρος:
Aquatic environment
Μετάφραση:
Aquatic environment
Ελληνικός όρος:
Υδάτινη στήλη
Αγγλικός όρος:
Water column
Μετάφραση:
Water column
Ελληνικός όρος:
Υδραζίδιο ισονικοτινικού οξέος ή ισονιαζίδιο
Αγγλικός όρος:
Isonicotinic acid hydrazide, isoniazid
Μετάφραση:
Isonicotinic acid hydrazide, isoniazid
Ελληνικός όρος:
Υδραζίνη
Αγγλικός όρος:
Hydrazine
Μετάφραση:
Hydrazine
Ελληνικός όρος:
Υδραζινοδιοξικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Hydrazinodiacetic acid
Μετάφραση:
Hydrazinodiacetic acid
Ελληνικός όρος:
Υδραζόνη
Αγγλικός όρος:
Hydrazone
Μετάφραση:
Hydrazone
Ελληνικός όρος:
Υδραζωικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Hydrazoic acid or azoimide
Μετάφραση:
Hydrazoic acid or azoimide
Ελληνικός όρος:
Υδράργυρος
Αγγλικός όρος:
Mercury
Μετάφραση:
Mercury
Ελληνικός όρος:
Υδραυλικά έλαια
Αγγλικός όρος:
Hydraulic oils
Μετάφραση:
Hydraulic oils
Ελληνικός όρος:
Υδραυλικά εργαλεία
Αγγλικός όρος:
Hydraulic power tools
Μετάφραση:
Hydraulic power tools
Ελληνικός όρος:
Υδραυλικές πρέσες
Αγγλικός όρος:
Hydraulic presses
Μετάφραση:
Hydraulic presses
Ελληνικός όρος:
Υδραυλική δοκιμή
Αγγλικός όρος:
Guarantee welds
Μετάφραση:
Guarantee welds
Ελληνικός όρος:
Υδραυλική στράντζα
Αγγλικός όρος:
Hydraulic press brake
Μετάφραση:
Hydraulic press brake
Ελληνικός όρος:
Υδραυλικό έμβολο
Αγγλικός όρος:
Hydraulic piston
Μετάφραση:
Hydraulic piston
Ελληνικός όρος:
Υδραυλικό πλήγμα
Αγγλικός όρος:
Pressure surge
Μετάφραση:
Pressure surge
Ελληνικός όρος:
Υδραυλικό ψαλίδι
Αγγλικός όρος:
Hydraulic guillotine shear cutting
Μετάφραση:
Hydraulic guillotine shear cutting
Ελληνικός όρος:
Υδραυλικός
Αγγλικός όρος:
Plumber
Μετάφραση:
Plumber
Ελληνικός όρος:
Υδραυλικός εκσκαφέας
Αγγλικός όρος:
Hydraulic excavator
Μετάφραση:
Hydraulic excavator
Ελληνικός όρος:
Υδρίδιο
Αγγλικός όρος:
Hydrid
Μετάφραση:
Hydrid
Ελληνικός όρος:
Υδρίδιο του βρωμίου
Αγγλικός όρος:
Hydrogen bromide, hydrobromic acid
Μετάφραση:
Hydrogen bromide, hydrobromic acid
Ελληνικός όρος:
Υδρίδιο του θείου
Αγγλικός όρος:
Hydrogen sulfide, hydrosulfuric acid
Μετάφραση:
Hydrogen sulfide, hydrosulfuric acid
Ελληνικός όρος:
Υδρίδιο του κασσιτέρου
Αγγλικός όρος:
Tin hydride
Μετάφραση:
Tin hydride
Ελληνικός όρος:
Υδρίδιο του κυανίου
Αγγλικός όρος:
Hydrogen cyanide, hydrocyanic acid, formonitrile, prussic acid
Μετάφραση:
Hydrogen cyanide, hydrocyanic acid, formonitrile, prussic acid
Σελιδοποίηση
First page
« αρχική
Προηγούμενη σελίδα
‹‹
Page
1
Τρέχουσα σελίδα
2
Page
3
Page
4
Page
5
Page
6
Page
7
Page
8
Επόμενη σελίδα
››
Last page
τελευταία »