Κωδικοποιήθηκε από:
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 75Α_2021 | 161.86 KB |
1. Τις διατάξεις των άρθρων 3 και 4 του ν. 1338/1983 «Εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου» (Α’ 34), όπως το μεν πρώτο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του ν. 1892/1990 (Α’ 101), το δε δεύτερο αντικαταστάθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 1440/1984 (Α’ 70) και τροποποιήθηκε εν τέλει με το άρθρο 20 του ν. 4753/2020 (Α’ 227).
2. Τις διατάξεις του άρθρου δεύτερου του ν. 3671/2008 «Κύρωση της Συνθήκης της Λισσαβώνας που τροποποιεί τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ορισμένες συναφείς πράξεις» (Α’ 129).
3. Τις διατάξεις του π.δ. 81/2019 «Σύσταση, συγχώνευση, μετονομασία και κατάργηση Υπουργείων και καθορισμός των αρμοδιοτήτων τους - Μεταφορά υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων» (Α’ 119).
4. Τις διατάξεις του π.δ. 134/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης» (Α’ 168).
5. Τις διατάξεις του π.δ 83/2019 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α’ 121).
6. Τις διατάξεις του άρθρου 7 του π.δ. 84/2019 «Σύσταση και κατάργηση Γενικών Γραμματειών και Ειδικών Γραμματειών/Ενιαίων Διοικητικών Τομέων Υπουργείων» (Α’ 123).
7. Τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 1 του π.δ. 70/2015 «Ανασύσταση των Υπουργείων Πολιτισμού και Αθλητισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Ανασύσταση του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και μετονομασία του σε Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Μετονομασία του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων σε Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, του Υπουργείου Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού σε Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και του Υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας σε Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μεταφορά Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας στο Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού» (Α’ 114).
8. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (Α’ 98), σε συνδυασμό με την περ. 22 του άρθρου 119 του ν. 4622/2019 (Α’ 133).
9. Την υπό στοιχεία ΔΝΣα/οικ. 59172/7775/ν. 459/2019 (ΕΚ Β 3058) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Υποδομών και Μεταφορών Ιωάννη Κεφαλογιάννη».
10. Την υπ’ αρ. οικ. 30158/1630/23-07-2020 εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του
Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
11. Το γεγονός ότι με την εφαρμογή του παρόντος προεδρικού διατάγματος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
12. Την υπ’ αρ. 5/2021 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας μετά από πρόταση των Υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Εργασίας και Κοινωνικών
Υποθέσεων, Δικαιοσύνης, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και του Υφυπουργού Υποδομών και Μεταφορών, αποφασίζουμε:
1. Σκοπός του παρόντος π.δ. είναι η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (E.E.L. 18/1/21.1.1997) και της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/957 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 2018 για την τροποποίηση της Οδηγίας 96/71/ΕΚ σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (L 173/2016/9.7.2018).
2. Το παρόν π.δ. διασφαλίζει την προστασία των αποσπασμένων εργαζομένων κατά τη διάρκεια της απόσπασής τους σε σχέση με την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, θεσπίζοντας υποχρεωτικές διατάξεις που πρέπει να τηρούνται όσον αφορά τους όρους εργασίας και την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων.
3. Οι διατάξεις του παρόντος π.δ. δε θίγουν σχετικές διατάξεις που ορίζουν και κατοχυρώνουν τα θεμελιώδη δικαιώματα της συνδικαλιστικής ελευθερίας και δράσης των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην απεργία, τη διαδικασία ενημέρωσης και
διαβούλευσης, καθώς και το δικαίωμα διαπραγμάτευσης, σύναψης και εφαρμογής συλλογικών συμβάσεων εργασίας, όπως εκάστοτε ισχύουν.
4. α) Το παρόν π.δ. εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε κράτος που έχει υπογράψει τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες, στο πλαίσιο διεθνικής παροχής υπηρεσιών, προβαίνουν σε απόσπαση εργαζομένων, σύμφωνα με τις περιπτώσεις β) και γ) της παρούσας, στο έδαφος της Ελλάδας.
β) Το παρόν π.δ. εφαρμόζεται, όταν η απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο διεθνικής παροχής υπηρεσιών
στο έδαφος της Ελλάδας, από τις επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής αυτού, εμπίπτει σε μια από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
βα) απόσπαση ενός εργαζόμενου για λογαριασμό τους και υπό τη διεύθυνσή τους με σκοπό την εκτέλεση σύμβασης που συνάπτεται μεταξύ της επιχείρησης που αποσπά τον εργαζόμενο και του αποδέκτη της παροχής των υπηρεσιών που ασκεί τις δραστηριότητές του στην Ελλάδα, εφόσον υφίσταται εργασιακή σχέση μεταξύ της επιχείρησης που αποσπά τον εργαζόμενο και του εργαζομένου κατά τη χρονική περίοδο της απόσπασης,
ββ) απόσπαση ενός εργαζόμενου σε εγκατάσταση ή σε επιχείρηση του ομίλου, του οποίου η επιχείρηση που αποσπά τον εργαζόμενο αποτελεί μέλος, εφόσον υφίσταται εργασιακή σχέση μεταξύ της επιχείρησης που αποσπά τον εργαζόμενο και του εργαζόμενου κατά τη χρονική περίοδο της απόσπασης,
βγ) απόσπαση ενός εργαζόμενου από επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης ή από επιχείρηση που διαθέτει εργαζόμενους σε έμμεσο εργοδότη που είναι εγκατεστημένος ή ασκεί τις δραστηριότητές του στο έδαφος της Ελλάδας, εφόσον κατά τη χρονική περίοδο της απόσπασης υφίσταται εργασιακή σχέση μεταξύ της επιχείρησης προσωρινής απασχόλησης ή της επιχείρησης που διαθέτει εργαζόμενους και του εργαζόμενου,
γ) εργαζόμενος ο οποίος έχει διατεθεί από επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης ή από επιχείρηση που διαθέτει εργαζόμενους σε έμμεσο εργοδότη εγκατεστημένο στο έδαφος της Ελλάδας, σύμφωνα με την υποπερ. βγ) της περ. β) της παρούσας παραγράφου, και αποστέλλεται από τον έμμεσο εργοδότη για να παράσχει εργασία στο πλαίσιο διεθνικής παροχής υπηρεσιών, σύμφωνα με τα στοιχεία α), β) ή γ) της παρ. 3 του άρθρου 1 της Οδηγίας 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, στο έδαφος κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο εργάζεται συνήθως, είτε για την επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης ή την επιχείρηση που διαθέτει εργαζόμενους, είτε για τον έμμεσο εργοδότη, θεωρείται ότι έχει αποσπαστεί στο έδαφος του τελευταίου κράτους μέλους από την επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης ή την επιχείρηση που διαθέτει εργαζόμενους, με την οποία ο εργαζόμενος συνδέεται με σχέση ή σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Η επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης ή η επιχείρηση που διαθέτει εργαζόμενους θεωρείται ότι είναι επιχείρηση κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 1 της Οδηγίας 96/71/ΕΚ και οφείλει να συμμορφώνεται πλήρως με τις σχετικές διατάξεις της Οδηγίας 96/71/ΕΚ, της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/957 και της Οδηγίας 2014/67/ΕΕ, εφαρμοζόμενων και των σχετικών διατάξεων του παρόντος π.δ. και του π.δ. 101/2016 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2014/67/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαΐου 2014 για την εφαρμογή της Οδηγίας 96/71/ΕΚ σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) υπ’ αρ. 1024/2012 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά («κανονισμός ΙΜΙ»)» (Α’ 178). Τα ανωτέρω ισχύουν ανάλογα και στην περίπτωση που ο έμμεσος εργοδότης είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος και το κράτος μέλος στο οποίο έχει τελικά αποσπαστεί και παρέχει την εργασία του ο εργαζόμενος είναι η Ελλάδα, εφαρμοζόμενων και των σχετικών διατάξεων του παρόντος π.δ. και του π.δ. 101/2016. Ομοίως τα ανωτέρω ισχύουν ανάλογα και στην περίπτωση που η επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης είναι εγκατεστημένη στην Ελλάδα και ο εργαζόμενος αποσπάται κατά τα ανωτέρω για να παράσχει τελικά την εργασία του στο έδαφος κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο εργάζεται συνήθως είτε για την επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης, είτε για τον έμμεσο εργοδότη. Στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου της παρούσας περιπτώσεως ο έμμεσος εργοδότης που είναι εγκατεστημένος στην Ελλάδα ενημερώνει την επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης ή την επιχείρηση που διαθέτει εργαζόμενους, σχετικά με την ανάληψη υπηρεσίας του εργαζόμενου σε άλλο κράτος μέλος, σε εύλογο χρόνο και σε κάθε περίπτωση πριν την ανάληψη υπηρεσίας.
5. Το παρόν π.δ. δεν εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις εμπορικής ναυτιλίας, όσον αφορά στο προσωπικό που απασχολείται σε θαλασσοπλοούντα πλοία.
6. Οι επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες στο έδαφος κράτους άλλου από αυτά που αναφέρονται στην περίπτωση α) της παρ. 4 του παρόντος άρθρου, δεν μπορούν να τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης σε σχέση με τις επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος π.δ.
Για την εφαρμογή του παρόντος π.δ.:
1. Ως εργαζόμενος νοείται, κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο συνδέεται με σχέση εξαρτημένης εργασίας με επιχείρηση που υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος π.δ.
2. Ως αποσπασμένος εργαζόμενος νοείται, κάθε εργαζόμενος κατά τον ορισμό της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, ο οποίος εργάζεται συνήθως στο έδαφος άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στο έδαφος κράτους που έχει υπογράψει τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον οποίο η επιχείρηση αποσπά στο έδαφος της Ελλάδας, σύμφωνα με τις περ. β) και γ) της παρ. 4 του άρθρου 1 του παρόντος, για να εκτελέσει την εργασία του για περιορισμένο χρονικό διάστημα.
3. Ως όμιλος επιχειρήσεων νοείται, κάθε όμιλος ο οποίος περιλαμβάνει ελέγχουσα και ελεγχόμενες επιχειρήσεις, κατά τους ορισμούς του άρθρου 51 του ν. 4052/2012 (Α’ 41).
1. Οι επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος π.δ. και προβαίνουν σε απόσπαση εργαζόμενων στο έδαφος της Ελλάδας, σύμφωνα με τις περ. β) και γ) της παρ. 4 του άρθρου 1 του παρόντος, υποχρεούνται να εγγυώνται, βάσει της αρχής της ίσης μεταχείρισης, στους εργαζόμενους που αποσπούν, ανεξάρτητα από το δίκαιο που διέπει τη σχέση εργασίας τους, την εφαρμογή των όρων εργασίας που καθορίζονται από:
Α) την ελληνική νομοθεσία (νόμοι, διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις),
Β) τις εκάστοτε ισχύουσες εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας που καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας, που ισχύουν για τους εργαζόμενους όλης της χώρας και τους μισθολογικούς όρους, στο μέτρο που αυτές δεσμεύουν τον αποδέκτη της παροχής υπηρεσιών,
Γ) τις εκάστοτε ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή διαιτητικές αποφάσεις που έχουν κηρυχθεί γενικώς υποχρεωτικές, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1876/1990 (Α’ 27) ή
Δ) τις κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας που έχουν συναφθεί από τις πλέον αντιπροσωπευτικές οργανώσεις, όπως ισχύουν στον οικείο γεωγραφικό χώρο και στον οικείο κλάδο ή επάγγελμα, στο μέτρο που αυτές δεσμεύουν τον αποδέκτη της παροχής υπηρεσιών και αφορούν στα κατωτέρω θέματα:
α) τις μέγιστες περιόδους εργασίας και τις ελάχιστες περιόδους ανάπαυσης,
β) την ελάχιστη διάρκεια της ετήσιας κανονικής άδειας με αποδοχές,
γ) τις αποδοχές κατά την έννοια της παρ. 2 του παρόντος άρθρου,
δ) την προστασία των παιδιών και των νέων κατά την εργασία,
ε) την προστασία των γυναικών που βρίσκονται σε κατάσταση εγκυμοσύνης ή λοχείας κατά την εργασία,
στ) την προστασία της υγείας, της ασφάλειας και της υγιεινής των εργαζομένων κατά την εργασία,
ζ) την ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών και την εν γένει μη διάκριση στην εργασία,
η) την τοποθέτηση εργαζόμενων σε έμμεσο εργοδότη από επιχειρήσεις προσωρινής απασχόλησης ή από επιχειρήσεις που διαθέτουν εργαζόμενους,
θ) τις συνθήκες στέγασης των εργαζόμενων, όταν παρέχονται από τον εργοδότη σε εργαζόμενους μακριά από τον συνήθη τόπο εργασίας τους,
ι) την πρόσθετη αποζημίωση, πέραν καταβολής των οδοιπορικών εξόδων, για εκτός έδρας διανυκτέρευση για την κάλυψη των εξόδων ταξιδίου, διατροφής και στέγης των εργαζόμενων που βρίσκονται εκτός της χώρας τους για επαγγελματικούς λόγους.
Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται αποκλειστικά για τα έξοδα ταξιδιού, διατροφής και στέγης αποσπασμένων στο έδαφος της Ελλάδας εργαζόμενων όταν υποχρεούνται να ταξιδέψουν από και προς τον συνήθη τόπο εργασίας τους τόσο εντός της Ελλάδας όσο και σε άλλο κράτος μέλος κατά τη χρονική περίοδο της απόσπασης.
2. Για την εφαρμογή του π.δ., ως αποδοχές νοούνται οι μικτές αποδοχές που καθορίζονται από την ελληνική νομοθεσία (νόμοι, διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις), και από τις εφαρμοστέες, σύμφωνα με την παρ. 1 του παρόντος άρθρου, συλλογικές συμβάσεις εργασίας στο μέτρο που αυτές δεσμεύουν τον αποδέκτη της παροχής υπηρεσιών, και οι οποίες συνίστανται από το βασικό μισθό και τα επιμέρους προβλεπόμενα επιδόματα, συμπεριλαμβανομένων και των αμοιβών και προσαυξήσεων για επιπλέον εργασία, όπως ιδίως για παροχή υπερεργασίας ή υπερωρίας ή πρόσθετης εργασίας. Δεν περιλαμβάνονται στις αποδοχές οι εισφορές στα συμπληρωματικά συνταξιοδοτικά συστήματα καθώς και οι χορηγούμενες από αυτά παροχές.
3. Δεν περιλαμβάνονται στην έννοια των αποδοχών τα επιδόματα που χορηγούνται στους αποσπασμένους εργαζόμενους εξαιτίας της απόσπασης, εφόσον καταβάλλονται με σκοπό την κάλυψη των εξόδων που προκλήθηκαν πράγματι λόγω της απόσπασης, όπως έξοδα ταξιδίου, στέγης ή διατροφής. Οι επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος π.δ. και προβαίνουν σε απόσπαση εργαζόμενων στο έδαφος της Ελλάδας, σύμφωνα με τις περ. β) και γ) της παρ. 4 του άρθρου 1 και της παρ. 2 του άρθρου 2 του παρόντος π.δ., υποχρεούνται, υπό την επιφύλαξη του στοιχείου ι) της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, να καταβάλουν στους αποσπασμένους εργαζόμενους τα παραπάνω έξοδα, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή/και πρακτική που εφαρμόζεται στην εργασιακή σχέση του αποσπασμένου εργαζόμενου. Εφόσον οι όροι εργασίας και απασχόλησης που εφαρμόζονται στην εργασιακή σχέση δεν καθορίζουν αν και ποια στοιχεία των σχετικών με την απόσπαση επιδομάτων καταβάλλονται ως επιστροφή εξόδων που προέκυψαν πράγματι λόγω της απόσπασης ή ποια αποτελούν τμήμα των αποδοχών, τότε οι παροχές αυτές στο σύνολό τους θεωρείται ότι καταβλήθηκαν ως επιστροφή των εξόδων αυτών.
4. Οι επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος π.δ. και προβαίνουν σε απόσπαση εργαζόμενων στο έδαφος της Ελλάδας, σύμφωνα με την υποπερ. βγ) της περ. β) και της περ. γ) της παρ. 4 του άρθρου 1 του παρόντος π.δ., υποχρεούνται, πέραν των όρων εργασίας της παρ. 1 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 4 του παρόντος π.δ., να εγγυώνται στους εργαζόμενους που αποσπούν, τουλάχιστον τους ίδιους βασικούς όρους εργασίας, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι αποδοχές, οι οποίοι εφαρμόζονται σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 117 του ν. 4052/2012 «Νόμος αρμοδιότητας Υπουργείων Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για εφαρμογή του νόμου «Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη διάσωση της εθνικής οικονομίας» και άλλες διατάξεις» (Α’ 41).
Ο έμμεσος εργοδότης ενημερώνει τις ανωτέρω επιχειρήσεις σχετικά με τους όρους εργασίας που εφαρμόζει στο πλαίσιο του προηγούμενου εδαφίου.
Στην περ. γ) της παρ. 4 του άρθρου 1 του παρόντος π.δ. η ανωτέρω υποχρέωση ενημέρωσης βαρύνει και τον τελικό αποδέκτη της παροχής υπηρεσιών.
5. Οι διατάξεις των περ. β) και γ) της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, που αφορούν στην ελάχιστη διάρκεια της ετήσιας κανονικής άδειας με αποδοχές και στις αποδοχές, δεν εφαρμόζονται στις αποσπάσεις εργαζόμενων που προβλέπονται στις υποπερ. βα) και ββ) της περ. β) της παρ. 4 του άρθρου 1 σε περίπτωση εκτέλεσης εργασιών αρχικής συναρμολόγησης ή/και πρώτης εγκατάστασης ενός αγαθού, εφόσον οι εργασίες αυτές προβλέπονται στη σύμβαση παροχής αγαθών, είναι απαραίτητες για τη θέση σε λειτουργία του παρεχομένου αγαθού, εκτελούνται από εργαζόμενους με ειδικά προσόντα ή/και εξειδικευμένους εργαζόμενους της επιχείρησης που παρέχει το αγαθό και η διάρκεια της απόσπασης δεν υπερβαίνει τις οκτώ (8) ημέρες.
Το ανωτέρω εδάφιο δεν εφαρμόζεται στις δραστηριότητες του οικοδομικού τομέα με σκοπό την κατασκευή, την αποκατάσταση, την τακτική συντήρηση, τη μετατροπή ή την κατεδάφιση οικοδομών και συγκεκριμένα στις ακόλουθες εργασίες: εκσκαφή, χωματουργικά (ισοπέδωση), ανέγερση, συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγηση προκατασκευασμένων στοιχείων, διαρρύθμιση, εξοπλισμό, μετατροπές, ανακαίνιση, επισκευή, διάλυση, κατεδάφιση, προληπτική συντήρηση, τακτική συντήρηση, χρωματισμό, καθαρισμό, εξυγίανση.
6. Για την εφαρμογή της παρ. 5 του παρόντος άρθρου, η διάρκεια της απόσπασης υπολογίζεται με βάση περίοδο αναφοράς ενός (1) έτους μετά την έναρξή της. Κατά τον υπολογισμό αυτής της διάρκειας, λαμβάνεται υπόψη η διάρκεια της απόσπασης που ενδεχόμενα έχει συμπληρωθεί από τον προς αντικατάσταση αποσπασμένο εργαζόμενο.
7. Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του π.δ. 101/2016, πληροφορίες σχετικά με τα θέματα του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων των αποδοχών της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, καθώς και όροι εργασίας που άπτονται της μακροχρόνιας απόσπασης, σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος π.δ., είναι διαθέσιμες με σαφήνεια και σε προσβάσιμο μορφότυπο, στην ελληνική και στην αγγλική γλώσσα, στον επίσημο δικτυακό τόπο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του ν. 4727/2020 (Α’ 184) και ιδίως των άρθρων 35, 39 και 40 αυτού.
Η Γενική Διεύθυνση Εργασιακών Σχέσεων, Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία και Ένταξης στην Εργασία, σε συνεργασία, όπου ανακύπτουν τεχνικά ζητήματα, με τη
Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Εξυπηρέτησης του Πολίτη της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικών Υπηρεσιών και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, έχει την υποχρέωση να διαχειρίζεται την ανωτέρω ηλεκτρονική σελίδα και ειδικότερα να επικαιροποιεί και να διαμορφώνει το περιεχόμενό της.
Όταν η διάρκεια της απόσπασης υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες, οι επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος π.δ. και προβαίνουν σε απόσπαση εργαζομένων στο έδαφος της Ελλάδας, σύμφωνα με τις περ. β) και γ) της παρ. 4 του άρθρου 1 και την παρ. 2 του άρθρου 2 του παρόντος, υποχρεούνται να εγγυώνται, βάσει της αρχής της ίσης μεταχείρισης, στους εργαζόμενους που αποσπούν, επιπλέον των όρων εργασίας που προβλέπονται στο άρθρο 3 του παρόντος, την εφαρμογή όλων των λοιπών όρων εργασίας που καθορίζονται από την ελληνική εργατική νομοθεσία (νόμοι, διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις), τις εκάστοτε ισχύουσες εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας που καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας, που ισχύουν για τους εργαζόμενους όλης της χώρας και τους μισθολογικούς όρους στο βαθμό που δεσμεύουν τον αποδέκτη της παροχής υπηρεσιών, τις εκάστοτε ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή διαιτητικές αποφάσεις που έχουν κηρυχθεί γενικώς υποχρεωτικές, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1876/1990, ή τις κατ’ άλλον τρόπο ισχύουσες, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 3, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, εφόσον δεσμεύουν τον αποδέκτη της παροχής υπηρεσιών.
Το ανωτέρω εδάφιο δεν εφαρμόζεται:
α) σε διατάξεις που αφορούν τη σύναψη και τη λύση της σύμβασης εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των ρητρών μη ανταγωνισμού,
β) σε συμπληρωματικά συνταξιοδοτικά συστήματα.
Το ανωτέρω χρονικό όριο των δώδεκα (12) μηνών παρατείνεται σε δεκαοχτώ (18) μήνες σε περίπτωση που οι ανωτέρω επιχειρήσεις υποβάλλουν, στο πλαίσιο του άρθρου 7 του π.δ. 101/2016, αιτιολογημένη γνωστοποίηση, στο αρμόδιο Τμήμα της Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων του τόπου παροχής υπηρεσιών πριν την εκπνοή του δωδεκαμήνου. Όταν επιχείρηση, όπως αναφέρεται στην περ. α) της παρ. 4 του άρθρου 1 του παρόντος, αντικαθιστά έναν αποσπασμένο εργαζόμενο με άλλον αποσπασμένο εργαζόμενο που εκτελεί την ίδια εργασία στον ίδιο τόπο, η διάρκεια της απόσπασης, για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, είναι η αθροιστική διάρκεια των περιόδων απόσπασης των εν λόγω μεμονωμένων αποσπασμένων εργαζόμενων.
Ως, κατά το ανωτέρω εδάφιο, ίδια εργασία στον ίδιο τόπο, νοείται, μεταξύ άλλων, εκείνη η οποία καθορίζεται με βάση τη φύση της παρεχόμενης υπηρεσίας, το επιτελούμενο έργο και τη διεύθυνση ή τις διευθύνσεις του
τόπου όπου οι αποσπασμένοι εργαζόμενοι παρέχουν την εργασία τους. Κατά τον υπολογισμό της διάρκειας της απόσπασης, λαμβάνεται υπόψη η ημερήσια και εβδομαδιαία ανάπαυση καθώς και η ετήσια κανονική άδεια με αποδοχές, ενώ δε λαμβάνονται υπόψη χρονικές περίοδοι κατά τη διάρκεια των οποίων η υποχρέωση παροχής εργασίας είναι σε αναστολή, όπως σε περίπτωση απουσίας λόγω ασθένειας
1. Στο πλαίσιο της ενίσχυσης του πνεύματος συνεργασίας και της παροχής αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής με σκοπό την αποτελεσματική εφαρμογή και τήρηση των διατάξεων της Οδηγίας 96/71/ΕΚ, της Οδηγίας 2014/67/ΕΕ και της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/957, η Γενική Διεύθυνση Εργασιακών Σχέσεων, Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία και Ένταξης στην Εργασία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, καθώς και η Κεντρική Υπηρεσία και οι Περιφερειακές Διευθύνσεις του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές ή στους φορείς των άλλων κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων αρχών, οι οποίες, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, είναι αρμόδιες για την επίβλεψη και τον έλεγχο εφαρμογής των όρων εργασίας που προβλέπονται στο άρθρο 3 της Οδηγίας 96/71/ΕΚ, όπως έχει τροποποιηθεί με την Οδηγία (ΕΕ) 2018/957 και έχει ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο, προκειμένου να τους παρασχεθεί κάθε αναγκαία πληροφορία και συνδρομή. Επίσης, οι ανωτέρω ελληνικές αρμόδιες αρχές παρέχουν στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές ή φορείς των άλλων κρατών μελών, την αναγκαία πληροφορία και συνδρομή.
2. Η συνεργασία αυτή περιλαμβάνει, ειδικότερα, την απάντηση στις αιτιολογημένες αιτήσεις πληροφοριών που υποβάλλουν οι ανωτέρω αρμόδιες αρχές και οι εν λόγω φορείς των άλλων κρατών μελών για παροχή πληροφοριών σχετικά με τη διεθνική διάθεση εργαζόμενων και την αντιμετώπιση των περιπτώσεων προδήλου καταχρήσεως ή διασυνοριακών δραστηριοτήτων που εικάζονται παράνομες, όπως διεθνικές περιπτώσεις αδήλωτης εργασίας και ψευδούς αυτοαπασχόλησης που συνδέονται με την απόσπαση εργαζόμενων. Εάν η αρμόδια ελληνική αρχή, σε περίπτωση απόσπασης εργαζόμενου από την Ελλάδα, δεν έχει στην κατοχή της τις πληροφορίες που ζητεί η αρμόδια αρχή ή ο φορέας του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου είναι αποσπασμένος ο εργαζόμενος, ζητεί τις εν λόγω πληροφορίες από άλλες αρχές στην Ελλάδα.
3. Σε περίπτωση που ελληνική αρμόδια αρχή απευθύνει αίτημα σε αρμόδια αρχή κράτους μέλους από το οποίο έχει αποσπαστεί ο εργαζόμενος στην Ελλάδα, η ελληνική αρχή ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την ενδεχόμενη επίμονη καθυστέρηση διαβίβασης των πληροφοριών εκ μέρους της ανωτέρω αρμόδιας αρχής του άλλου κράτους μέλους.
4. Η αμοιβαία διοικητική συνεργασία και συνδρομή παρέχονται δωρεάν.
5. H Επιτροπή και οι ελληνικές αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου συνεργάζονται στενά για την εξέταση των δυσκολιών που ενδεχομένως ανακύπτουν από την εφαρμογή του πρώτου
εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 3 του παρόντος π.δ.
1. Οι ελληνικές αρμόδιες αρχές είτε η Ελλάδα αποτελεί κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου είναι αποσπασμένος ο εργαζόμενος είτε κράτος μέλος από το οποίο αποσπάται ο εργαζόμενος, είναι υπεύθυνες για την παρακολούθηση, τον έλεγχο και την επιβολή των υποχρεώσεων που απορρέουν από το παρόν π.δ., από το π.δ. 101/2016, καθώς και από τις Οδηγίες 2014/67/ΕΕ και (ΕΕ) 2018/957 και λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα σε περίπτωση μη τήρησης του παρόντος π.δ. και της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/957.
2. Οι οικείες συνδικαλιστικές οργανώσεις, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, και άλλοι τρίτοι, όπως ενώσεις, οργανώσεις και άλλα νομικά πρόσωπα, που δικαιολογούν σχετικό έννομο συμφέρον, μπορούν να κινήσουν εξ ονόματος των αποσπασμένων εργαζόμενων και με τη συναίνεσή τους, κάθε διοικητική ή δικαστική διαδικασία για την εφαρμογή του παρόντος π.δ., όπως και να παρεμβαίνουν προς υπεράσπισή τους ενώπιον των αρμόδιων δικαστικών και διοικητικών αρχών. Τα κατά τα ανωτέρω δικαιώματα ή οποιαδήποτε άλλη νόμιμη ενέργεια, μπορούν να ασκηθούν ακόμη και μετά τη λήξη ή λύση της σχέσης εργασίας, στο πλαίσιο της οποίας προέκυψε η, κατά την παρ. 3 του άρθρου 8 του π.δ. 101/2016, εργατική διαφορά, με την επιφύλαξη των ισχυουσών διατάξεων περί παραγραφής και περί προθεσμιών διοικητικής και δικαστικής προσφυγής, καθώς και περί εκπροσώπησης εργαζόμενων και εργοδοτών.
3. Όταν έπειτα από συνολική αξιολόγηση εκ μέρους των ελληνικών αρμόδιων αρχών, λαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, υπόψη και το άρθρο 6 του π.δ. 101/2016 αποδεικνύεται ότι μια επιχείρηση καλλιεργεί καταχρηστικώς ή δολίως την εντύπωση ότι η κατάσταση εργαζομένου εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος π.δ., ο εργαζόμενος πρέπει να επωφελείται από το εφαρμοστέο δίκαιο και πρακτική. Η εφαρμογή του παρόντος άρθρου δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την υπαγωγή του εν λόγω εργαζόμενου σε λιγότερο ευνοϊκούς όρους εργασίας από αυτούς που εφαρμόζονται στους αποσπασμένους εργαζόμενους, σύμφωνα με το παρόν π.δ.
1. Για κάθε παράβαση των διατάξεων του παρόντος π.δ. για μη τήρηση των όρων εργασίας και απασχόλησης των άρθρων 3, 4, 6, 10 και 12 επιβάλλεται στον εργοδότη, ύστερα από προηγούμενη πρόσκληση για παροχή εξηγήσεων, πρόστιμο σύμφωνα με τις παρ. 1Α, 2 και 3 του άρθρου 24 του ν. 3996/2011, όπως ισχύουν και τις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση των παρ. 3, 4 και 7 του ιδίου άρθρου, με αιτιολογημένη πράξη κατά τις κείμενες διατάξεις είτε του αρμόδιου Προϊσταμένου Περιφερειακής Διεύθυνσης του Σ.ΕΠ.Ε., κατόπιν σχετικής εισήγησης του διενεργήσαντος τον έλεγχο Επιθεωρητή Εργασίας, είτε του Ειδικού Επιθεωρητή Εργασίας, υπό την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων αναφορικά με την επιβολή διοικητικών κυρώσεων της παρ. 2γ του άρθρου 73 του ν. 4412/2016 (Α’ 147) και της περ. γ της παρ. 2 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010 (Α’ 115), καθώς και των διοικητικών κυρώσεων στον τομέα των οδικών μεταφορών.
2. Η απουσία ή πλημμέλεια στην παροχή των πληροφοριών που περιέχει ο ενιαίος επίσημος εθνικός ιστότοπος σχετικά με τους όρους εργασίας και απασχόλησης που εφαρμόζονται στους αποσπασμένους στην Ελλάδα εργαζόμενους, λαμβάνεται υπόψη από τα ανωτέρω όργανα ελέγχου προκειμένου για επιβολή και επιμέτρηση του προστίμου. Το πρόστιμο μπορεί στην περίπτωση αυτή να αναπροσαρμοσθεί μειούμενο από το αρμόδιο όργανο ελέγχου μέχρι και στο ήμισυ του καθορισθέντος χρηματικού ποσού, προκειμένου να διασφαλιστεί η αναλογικότητά του.
3. Όταν ο έμμεσος εργοδότης παραλείπει την υποχρέωση ενημέρωσης του τρίτου εδαφίου της υποπερ. ii) της περ. γ) της παρ. 1) και του δεύτερου εδαφίου της υποπερ. 1β της περ. β) της παρ. 2) του άρθρου 1 της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/957 που υπέχει προς την επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης ή την επιχείρηση που διαθέτει εργαζόμενους η οποία αφορά την περίπτωση που αποσπασμένος εργαζόμενος αποστέλλεται από τον έμμεσο εργοδότη σε έδαφος κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο εργάζεται συνήθως, είτε για την επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης ή την επιχείρηση που διαθέτει εργαζόμενους, είτε για τον έμμεσο εργοδότη, με συνέπεια να μην τηρούνται οι σχετικές διατάξεις του π.δ. 101/2016 και του παρόντος π.δ. για την εν λόγω απόσπαση του εργαζόμενου αυτού στην Ελλάδα (ως κράτος μέλος υποδοχής), το γεγονός αυτό δεν ασκεί επιρροή ως προς την επιβολή κυρώσεων στον εργοδότη (επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης ή την επιχείρηση που διαθέτει εργαζόμενους) για τη μη τήρηση των διατάξεων αυτών.
4. Το διοικητικό πρόστιμο της παρ. 1 δεν επιβάλλεται, εφόσον η ποινική διαδικασία κατά του εργοδότη για τα αδικήματα της παράβασης των άρθρων 3, 4, 6, 10 και 12, όσον αφορά τα αυτά πραγματικά περιστατικά, έχει περατωθεί με αμετάκλητη καταδικαστική ή αθωωτική απόφαση ή με αμετάκλητο αθωωτικό βούλευμα.
1. Κάθε εργοδότης ή διευθυντής ή επιτετραμμένος ή με οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα εκπρόσωπος επιχείρησης που υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος π.δ., ο οποίος παραβαίνει τις υποχρεώσεις των άρθρων 3, 4, 6, 10 και 12 αυτού τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών ή με χρηματική ποινή, τουλάχιστον τριακοσίων (300) ημερησίων μονάδων ή και με τις δύο αυτές ποινές (άρθρο 28 του ν. 3996/2011). Το ύψος κάθε ημερήσιας μονάδας δεν μπορεί να είναι κατώτερο από τρία (3) ευρώ.
2. Αν με διοικητική πράξη, η οποία κατέστη οριστική με αμετάκλητη δικαστική απόφαση ή δεν προσβλήθηκε δικαστικώς, έχει επιβληθεί διοικητικό πρόστιμο, για τα αυτά πραγματικά περιστατικά που οδήγησαν στην ποινική δίωξη, το ποινικό δικαστήριο συνεκτιμά το επιβληθέν πρόστιμο κατά την επιμέτρηση της ποινής και μπορεί να απαλλάξει τον υπαίτιο από κάθε ποινή.
3. Ειδικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας που προβλέπουν διαφορετική ποινική μεταχείριση εξακολουθούν να ισχύουν.
Ανεξάρτητα από το δίκαιο που διέπει τη σχέση εργασίας, διαφορές που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 3, 4, 6, 10 και 12 του παρόντος
δύναται να επιλυθούν και από τα Ελληνικά Δικαστήρια, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Κατά τον υπολογισμό της διάρκειας της απόσπασης για τους σκοπούς του άρθρου 4 του παρόντος π.δ., λαμβάνεται υπόψη η συνολική διάρκεια της απόσπασης, συμπεριλαμβανομένης αυτής που έχει τυχόν διανυθεί και πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος π.δ.
Σε περίπτωση υπέρβασης του δεκαοκτάμηνου κατά την ανωτέρω ημερομηνία, τίθεται τότε αυτοδίκαια σε εφαρμογή το άρθρο 4 του παρόντος π.δ. Σε περίπτωση υπέρβασης του δωδεκάμηνου αλλά όχι του δεκαοκτάμηνου κατά την ανωτέρω ημερομηνία, οι ανωτέρω επιχειρήσεις υποχρεούνται να υποβάλουν, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος π.δ., στο πλαίσιο του άρθρου 7 του π.δ. 101/2016, αιτιολογημένη γνωστοποίηση, στο αρμόδιο Τμήμα της Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων του τόπου παροχής υπηρεσιών και η εφαρμογή όλων των όρων εργασίας σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος άρχεται με τη συμπλήρωση του δεκαοκτάμηνου.
Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται η υποχρέωση συμμόρφωσης ή επιβολή κυρώσεων αναφορικά με τις διατάξεις του π.δ. 219/2000 (Α’ 190) νοούνται οι παραβάσεις των αντίστοιχων διατάξεων του παρόντος π.δ.
Το παρόν π.δ. εφαρμόζεται στον τομέα των οδικών μεταφορών από την ημερομηνία εφαρμογής πράξης ενωσιακού δικαίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/22/ΕΚ όσον αφορά τις απαιτήσεις επιβολής και τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με την οδηγία 96/71/ΕΚ και την οδηγία 2014/67/ΕΕ για την απόσπαση οδηγών στον τομέα των οδικών μεταφορών.
Τα άρθρα 3 και 4 του παρόντος π.δ. δεν θίγουν την εφαρμογή όρων εργασίας ευνοϊκότερων για τους αποσπασμένους εργαζόμενους.
Η ισχύς του παρόντος π.δ. αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καταργούνται οι διατάξεις του Π.Δ. 219/2000.
Κατά τα λοιπά εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του Π.Δ. 101/2016.
Στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος.
Αθήνα, 29 Απριλίου 2021
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ
Οι Υπουργοί
Ανάπτυξης και Επενδύσεων ΣΠΥΡΙΔΩΝ - ΑΔΩΝΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ |
Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ |
Δικαιοσύνης ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΑΡΑΣ |
Υφυπουργός Υποδομών ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΕΦΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ |
Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής
ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΛΑΚΙΩΤΑΚΗΣ