Η κώφωση γενικά προκαλείται από βλάβη στο σύστημα του κοχλία του αυτιού. Η βλάβη αυτή έχει ως αποτέλεσμα, τόσο τη μείωση της ευαισθησίας της ακοής στις υψηλές συχνότητες ήχου όσο και την αύξηση του κατωφλίου της ακοής. Αυτό σημαίνει ότι οι διάφοροι ήχοι θα πρέπει να είναι δυνατότεροι από πριν για να γίνουν αντιληπτοί.
Μερικές φορές μία σύντομη έκθεση σε δυνατούς θορύβους προκαλεί μερική κώφωση, η οποία όμως είναι αναστρέψιμη και υποχωρεί μετά από μικρό χρονικό διάστημα. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται “προσωρινή μετατόπιση του κατωφλίου της ακοής”. Ωστόσο, έπειτα από μία στιγμιαία έκθεση σε υπερβολικά δυνατό κρουστικό ήχο (π.χ. πυροβολισμό, έκρηξη) ή συνηθέστερα, χρόνια έκθεση σε υψηλής έντασης ήχους για σειρά ετών, είναι δυνατό να οδηγήσει σε μόνιμη απώλεια της ακοής. Το χειρότερο όμως είναι ότι η πτώση αυτή της ακοής γίνεται αντιληπτή μόνο όταν η βλάβη είναι πλέον μη αναστρέψιμη και αρχίσει να δημιουργεί προβλήματα στην καθημερινή κοινωνική ζωή. Ενδεικτικά της ύπαρξης προβλήματος μπορεί να είναι η παρακολούθηση τηλεόρασης με τον ήχο σε μεγαλύτερη ένταση (συχνά ενοχλητική για τους υπόλοιπους), η δυσκολία συμμετοχής σε ομαδικές συζητήσεις ή ακόμα και η δυσκολία στη χρήση του τηλεφώνου.
Το νεαρό της ηλικίας και η καλή φυσική κατάσταση δεν παρέχουν καμιά προστασία από θορυβογενείς βλάβες της ακοής. Έτσι, οι νέοι μπορούν να υποστούν εξίσου σοβαρές βλάβες με τους ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας, εάν οι συνθήκες έκθεσης σε θόρυβο είναι παρόμοιες. Γενικά οι θορυβογενείς βλάβες της ακοής είναι μη αναστρέψιμες και δεν θεραπεύονται.
Η απώλεια της ακοής δεν είναι δυστυχώς το μόνο πρόβλημα. Μπορεί επίσης να παρουσιαστούν εμβοές, σφυρίγματα ή κουδούνισμα στα αυτιά, συμπτώματα που ορισμένοι άνθρωποι βρίσκουν πιο ενοχλητικά από την ίδια την πτώση της ακοής.
Αυτό εξαρτάται από το πόσο δυνατός είναι ο θόρυβος και από τη χρονική διάρκεια της έκθεσης σε αυτόν. Σε γενικές γραμμές θα πρέπει να ληφθούν κάποια μέτρα ελέγχου του θορύβου εάν ισχύει ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω:
• Ο θόρυβος είναι ενοχλητικός – όπως ένας πολυσύχναστος δρόμος, μία ηλεκτρική σκούπα σε λειτουργία ή ένα γεμάτο εστιατόριο – κατά το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου εργασίας.
• Οι εργαζόμενοι χρειάζεται να υψώνουν τη φωνή τους αρκετά, κατά τη διάρκεια της εργασίας τους, προκειμένου να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, σε απόσταση περίπου 2 μέτρων.
• Οι εργαζόμενοι χειρίζονται θορυβώδη εργαλεία ισχύος ή άλλα μηχανήματα για περισσότερο από μισή ώρα κάθε μέρα.
• Το αντικείμενο εργασίας περιλαμβάνει δραστηριότητες υψηλού θορύβου, π.χ. κατασκευές, κατεδαφίσεις, επισκευές οδών, επεξεργασία ξυλείας, επεξεργασία πλαστικών, μηχανουργική κατεργασία (σφυρηλατήσεις, πρέσες κ.ά.), κλωστοϋφαντουργία, επεξεργασία χάρτου, κονσερβοποιία, εμφιάλωση ή χύτευση.
• Υπάρχουν κρουστικοί θόρυβοι (όπως θόρυβοι από σφυρηλατήσεις, πρέσες, κρουστικά πνευματικά εργαλεία κ.ά.) ή θόρυβοι από εκρήξεις (χρήση εργαλείων ή πυροκροτητών που λειτουργούν με φυσίγγια ή χρήση πυροβόλων όπλων).
Το όριο ανάληψης δράσης αποτελεί βασικά μία οριακή τιμή έκθεσης πέρα από την οποία οι εργοδότες καλούνται να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα προκειμένου να μειωθούν οι βλαβερές επιπτώσεις του θορύβου στην ακοή. Υπάρχουν δύο κύρια όρια ανάληψης δράσης για συνεχή έκθεση σε θόρυβο:
• Η κατώτερη τιμή έκθεσης για ανάληψη δράσης αντιστοιχεί σε μία μέση ημερήσια στάθμη έκθεσης σε θόρυβο ίση με 80 dB, πέρα από την οποία ο εργοδότης οφείλει να παράσχει στους εκτιθέμενους εργαζόμενους πληροφόρηση, εκπαίδευση και μέσα προστασίας της ακοής.
• Η ανώτερη τιμή έκθεσης για ανάληψη δράσης αντιστοιχεί σε μία μέση ημερήσια στάθμη έκθεσης σε θόρυβο ίση με of 85 dB, πάνω από την οποία ο εργοδότης καλείται να εφαρμόσει πρόγραμμα, το οποίο συνίσταται σε τεχνικά ή/ και οργανωτικά μέτρα, με σκοπό τη μείωση της έκθεσης στο θόρυβο. Η χρήση των μέσων ατομικής προστασίας είναι υποχρεωτική.
• Τέλος, υπάρχει η οριακή τιμή έκθεσης των 87 dB, πάνω από την οποία δεν επιτρέπεται να εκτίθενται οι εργαζόμενοι (συνυπολογίζοντας την ηχοεξασθένηση που επιτυγχάνεται από τα μέσα ατομικής προστασίας)
Τα Μέσα Ατομικής Προστασίας της ακοής πρέπει να παρέχονται από τον εργοδότη όταν η έκθεση των εργαζομένων σε θόρυβο βρίσκεται ανάμεσα στην κατώτερη και την ανώτερη τιμή έκθεσης για την ανάληψη δράσης, χωρίς ωστόσο η χρήση τους να είναι υποχρεωτική. Σε περίπτωση που η έκθεση σε θόρυβο υπερβαίνει την ανώτερη τιμή έκθεσης για την ανάληψη δράσης, ο εργοδότης θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι τα χρησιμοποιούν υποχρεωτικά και με το σωστό τρόπο.
Οι εργαζόμενοι οφείλουν να χρησιμοποιούν τα μέσα προστασίας της ακοής:
• Όπου απαιτείται επιπλέον προστασία παρά τα μέτρα (τεχνικά ή οργανωτικά) που έχουν ληφθεί για τον έλεγχο του θορύβου
• Όταν απαιτείται προστασία και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, σε χώρους όπου ο σχεδιασμός ή η εφαρμογή άλλων μεθόδων μείωσης του θορύβου βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη.
Οι εργοδότες δεν θα πρέπει να υιοθετούν τη χρήση των ΜΑΠ της ακοής ως εναλλακτική λύση για τον έλεγχο του θορύβου έναντι της λήψης άλλων τεχνικών ή οργανωτικών μέτρων. Επιπλέον, οι εργαζόμενοι θα πρέπει να εκπαιδεύονται στη σωστή εφαρμογή και χρήση των μέσων ατομικής προστασίας που τους χορηγούνται.
Τα κυριότερα είδη μέσων προστασίας της ακοής είναι:
• Ακουστικά που καλύπτουν πλήρως το αυτί
• Ωτοασπίδες, οι οποίες εισέρχονται στον ακουστικό πόρο και
• Ωτοπώματα που καλύπτουν την είσοδο του ακουστικού πόρου.
Στο πλαίσιο της κατάλληλης επιλογής των μέσων προστασίας της ακοής θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν τα αποτελέσματα από την εκτίμηση του θορύβου καθώς και οι πληροφορίες που παρέχουν οι προμηθευτές ΜΑΠ ακοής. Στόχος είναι η ηχοεξασθένιση που προσφέρει το ΜΑΠ ακοής να μειώνει τη στάθμη του θορύβου στο αυτί κάτω από 85dB. Επίσης θα πρέπει να εξασφαλίζεται η συμβατότητα των ΜΑΠ ακοής με τυχόν άλλο προστατευτικό εξοπλισμό που χρησιμοποιεί ο εργαζόμενος (κράνος προστασίας, μάσκα για τη σκόνη, γυαλιά ασφαλείας).
Τέλος όπου είναι εφικτό, θα πρέπει να παρέχεται στους εργαζόμενους μία ποικιλία αποτελεσματικών ΜΑΠ ακοής, ώστε να μπορούν να επιλέξουν αυτά που τους ταιριάζουν καλύτερα.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι μείωσης του θορύβου και της έκθεσης στο θόρυβο. Σχεδόν όλες οι επιχειρήσεις μπορούν να εφαρμόσουν πρακτικές και οικονομικά αποδοτικές δράσεις για τον έλεγχο των κινδύνων που εγκυμονεί ο θόρυβος.
Η καλύτερη προσέγγιση είναι η εξάλειψη των πηγών του θορύβου. Για παράδειγμα, η εγκατάσταση ενός θορυβώδους μηχανήματος σε απομονωμένο χώρο, μακριά από τους εργαζόμενους. Εάν αυτό δεν είναι δυνατό, μπορούν να διερευνηθούν άλλες λύσεις όπως:
• Χρήση εξοπλισμού που παράγει λιγότερο θόρυβο, ή κατάλληλη τροποποίηση της παραγωγικής διαδικασίας.
• Μηχανολογικά / τεχνικά μέτρα για τη μείωση του εκπεμπόμενου από τον εξοπλισμό θορύβου στην πηγή του.
• Χρήση ηχομονωτικών πετασμάτων, περιφράξεων, περιβλημάτων και απορροφητικών υλικών για τη μείωση του θορύβου στη διαδρομή του προς τους εκτιθέμενους εργαζόμενους
• Σχεδιασμός και διαμόρφωση του χώρου εργασίας για δημιουργία θέσεων εργασίας, προστατευμένων από θορύβους.
• Περιορισμός της πρόσβαση ή/και του χρόνου που περνούν οι εργαζόμενοι σε θορυβώδεις χώρους.