Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Covid-19
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2025
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2006-2018
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 3961 - 3996 of 9229
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Ήπαρ
Αγγλικός όρος:
Liver
Μετάφραση:
Liver
Ελληνικός όρος:
Ηπατικές παθήσεις
Αγγλικός όρος:
Liver diseases
Μετάφραση:
Liver diseases
Ελληνικός όρος:
Ηπατίτιδα
Αγγλικός όρος:
Hepatitis
Μετάφραση:
Hepatitis
Ελληνικός όρος:
Ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα
Αγγλικός όρος:
Hepatocellular carcinoma
Μετάφραση:
Hepatocellular carcinoma
Ελληνικός όρος:
Ηπατοτοξικά
Αγγλικός όρος:
Hepatotoxicants
Μετάφραση:
Hepatotoxicants
Ελληνικός όρος:
Ηπατοτοξικολογία
Αγγλικός όρος:
Hepatotoxicology
Μετάφραση:
Hepatotoxicology
Ελληνικός όρος:
Ηπατοτοξικότητα
Αγγλικός όρος:
Hepatotoxicity
Μετάφραση:
Hepatotoxicity
Ελληνικός όρος:
Ήπια εκκίνηση
Αγγλικός όρος:
Soft start
Μετάφραση:
Soft start
Ελληνικός όρος:
Ηρεμιστικό
Αγγλικός όρος:
Tranquillizers
Μετάφραση:
Tranquillizers
Ελληνικός όρος:
Ηρωΐνη
Αγγλικός όρος:
Heroin or diamorphine
Μετάφραση:
Heroin or diamorphine
Ελληνικός όρος:
Ηφαιστειακός
Αγγλικός όρος:
Volcanic
Μετάφραση:
Volcanic
Ελληνικός όρος:
Ηχητική πηγή
Αγγλικός όρος:
Sound source
Μετάφραση:
Sound source
Ελληνικός όρος:
Ηχητική πίεση κορυφής
Αγγλικός όρος:
Peak sound pressure
Μετάφραση:
Peak sound pressure
Ελληνικός όρος:
Ηχητική στάθμη
Αγγλικός όρος:
Sound pressure level
Μετάφραση:
Sound pressure level
Ελληνικός όρος:
Ηχοανακλαστικό επίπεδο
Αγγλικός όρος:
Reflecting plane
Μετάφραση:
Reflecting plane
Ελληνικός όρος:
Ηχοδοσίμετρο
Αγγλικός όρος:
Sound dose meter
Μετάφραση:
Sound dose meter
Ελληνικός όρος:
Ηχοέκθεση
Αγγλικός όρος:
Noise exposure
Μετάφραση:
Noise exposure
Ελληνικός όρος:
Ηχόμετρο
Αγγλικός όρος:
Sound level meter or echometer
Μετάφραση:
Sound level meter or echometer
Ελληνικός όρος:
Ηχομόνωση
Αγγλικός όρος:
Sound insulation, sound proofing
Μετάφραση:
Sound insulation, sound proofing
Ελληνικός όρος:
Ηχοπέτασμα
Αγγλικός όρος:
Sound sceen
Μετάφραση:
Sound sceen
Ελληνικός όρος:
Ηχορύπανση
Αγγλικός όρος:
Noise pollution
Μετάφραση:
Noise pollution
Ελληνικός όρος:
Ήχος
Αγγλικός όρος:
Sound
Μετάφραση:
Sound
Ελληνικός όρος:
Ηχώ
Αγγλικός όρος:
Reverberation
Μετάφραση:
Reverberation
Ελληνικός όρος:
Θάλαμος
Αγγλικός όρος:
Cabinet, chamber
Μετάφραση:
Cabinet, chamber
Ελληνικός όρος:
Θάλαμος αμμοβολής
Αγγλικός όρος:
Sand blasting chamber
Μετάφραση:
Sand blasting chamber
Ελληνικός όρος:
Θάλαμος ασθενών
Αγγλικός όρος:
Sick room
Μετάφραση:
Sick room
Ελληνικός όρος:
Θάλαμος ψύξεως
Αγγλικός όρος:
Cooling chamber
Μετάφραση:
Cooling chamber
Ελληνικός όρος:
Θαλάσσια ρύπανση
Αγγλικός όρος:
Marine pollution
Μετάφραση:
Marine pollution
Ελληνικός όρος:
Θάλλιο
Αγγλικός όρος:
Thallium (Tl)
Μετάφραση:
Thallium (Tl)
Ελληνικός όρος:
Θάμβωση
Αγγλικός όρος:
Glare
Μετάφραση:
Glare
Ελληνικός όρος:
Θανατηφόρα ατυχήματα
Αγγλικός όρος:
Fatalities, fatal accidents
Μετάφραση:
Fatalities, fatal accidents
Ελληνικός όρος:
Θανατηφόρα δόση (για το 50% πληθυσμού πειραματοζώων)
Αγγλικός όρος:
Lethal dose (LD50)
Μετάφραση:
Lethal dose (LD50)
Ελληνικός όρος:
Θανατηφόρα συγκέντρωση (για το 50% πληθυσμού πειραματοζώων)
Αγγλικός όρος:
Lethal concentration 50% (LC50)
Μετάφραση:
Lethal concentration 50% (LC50)
Ελληνικός όρος:
Θανατηφόρο σε επαφή με το δέρμα
Αγγλικός όρος:
Fatal with contact with skin
Μετάφραση:
Fatal with contact with skin
Ελληνικός όρος:
Θανατηφόρο σε περίπτωση εισπνοής
Αγγλικός όρος:
Fatal if inhaled
Μετάφραση:
Fatal if inhaled
Ελληνικός όρος:
Θανατηφόρο σε περίπτωση κατάποσης
Αγγλικός όρος:
Fatal if swallowed
Μετάφραση:
Fatal if swallowed
Σελιδοποίηση
First page
« αρχική
Προηγούμενη σελίδα
‹‹
…
Page
107
Page
108
Page
109
Page
110
Τρέχουσα σελίδα
111
Page
112
Page
113
Page
114
Page
115
…
Επόμενη σελίδα
››
Last page
τελευταία »