Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Covid-19
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2025
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2006-2018
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 7633 - 7668 of 9229
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Συμπυκνώματα μεταλλευμάτων
Αγγλικός όρος:
Ore concentrates
Μετάφραση:
Ore concentrates
Ελληνικός όρος:
Συμπυκνωμένο αφρογόνο
Αγγλικός όρος:
Foam compound, foam concentrate
Μετάφραση:
Foam compound, foam concentrate
Ελληνικός όρος:
Συμπύκνωση
Αγγλικός όρος:
Compaction, consolidation, condensation
Μετάφραση:
Compaction, consolidation, condensation
Ελληνικός όρος:
Συμφωνηθείσες εγγραφές
Αγγλικός όρος:
Agreed entries
Μετάφραση:
Agreed entries
Ελληνικός όρος:
Συναγερμοί πυρκαγιάς
Αγγλικός όρος:
Fire alarms
Μετάφραση:
Fire alarms
Ελληνικός όρος:
Συναγερμός
Αγγλικός όρος:
Alarm
Μετάφραση:
Alarm
Ελληνικός όρος:
Συναίνεση
Αγγλικός όρος:
Consensus
Μετάφραση:
Consensus
Ελληνικός όρος:
Συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγηση προκατασκευασμένων στοιχείων
Αγγλικός όρος:
Assembly and disassembly of prefabricated elements
Μετάφραση:
Assembly and disassembly of prefabricated elements
Ελληνικός όρος:
Συνάρτηση
Αγγλικός όρος:
Function
Μετάφραση:
Function
Ελληνικός όρος:
Συνάρτηση απόκρισης
Αγγλικός όρος:
Response function
Μετάφραση:
Response function
Ελληνικός όρος:
Συνάφεια
Αγγλικός όρος:
Adhesion, relevance
Μετάφραση:
Adhesion, relevance
Ελληνικός όρος:
Συναφή πιστοποιητικά
Αγγλικός όρος:
Related certificates
Μετάφραση:
Related certificates
Ελληνικός όρος:
Σύναψη συμβάσεων
Αγγλικός όρος:
Contracting
Μετάφραση:
Contracting
Ελληνικός όρος:
Συνδεόμενες διεργασίες
Αγγλικός όρος:
Connecting processes
Μετάφραση:
Connecting processes
Ελληνικός όρος:
Σύνδεση κεντρικού σπειρώματος
Αγγλικός όρος:
Centre thread connection
Μετάφραση:
Centre thread connection
Ελληνικός όρος:
Σύνδεση σε σειρά (ηλεκτρική)
Αγγλικός όρος:
Summation of voltage
Μετάφραση:
Summation of voltage
Ελληνικός όρος:
Σύνδεσμος
Αγγλικός όρος:
Connector
Μετάφραση:
Connector
Ελληνικός όρος:
Σύνδεσμος (ήλος, βίδα, κοχλίας κ.λ.π.)
Αγγλικός όρος:
Fastener
Μετάφραση:
Fastener
Ελληνικός όρος:
Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ηλεκτρονικής
Αγγλικός όρος:
Electronic Industries Association
Μετάφραση:
Electronic Industries Association
Ελληνικός όρος:
Σύνδεσμος Ελληνικής Χημικής Βιομηχανίας
Αγγλικός όρος:
Federation of Greek Chemical Industries
Μετάφραση:
Federation of Greek Chemical Industries
Ελληνικός όρος:
Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών
Αγγλικός όρος:
Federation of Greek Industries (SEV)
Μετάφραση:
Federation of Greek Industries (SEV)
Ελληνικός όρος:
Σύνδεσμος Ευρωπαϊκής Χημικής Βιομηχανίας
Αγγλικός όρος:
European Chemical Industry Council
Μετάφραση:
European Chemical Industry Council
Ελληνικός όρος:
Σύνδεσμος Τεχνικών Επιτροπών (Κεμπέκ, Καναδάς)
Αγγλικός όρος:
Joint Technical Committee (Quebec, Canada)
Μετάφραση:
Joint Technical Committee (Quebec, Canada)
Ελληνικός όρος:
Σύνδεσμος Τηλεπικοινωνιακών Βιομηχανιών
Αγγλικός όρος:
Telecommunications Industry Association
Μετάφραση:
Telecommunications Industry Association
Ελληνικός όρος:
Συνδετικό ή συνδετικό μέσο
Αγγλικός όρος:
Binder
Μετάφραση:
Binder
Ελληνικός όρος:
Συνδετικό υλικό
Αγγλικός όρος:
Binder
Μετάφραση:
Binder
Ελληνικός όρος:
Συνδικαλισμός
Αγγλικός όρος:
Trade unionism
Μετάφραση:
Trade unionism
Ελληνικός όρος:
Συνδικαλιστικά στελέχη
Αγγλικός όρος:
Union officials
Μετάφραση:
Union officials
Ελληνικός όρος:
Συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων ή σωματεία
Αγγλικός όρος:
Trade unions
Μετάφραση:
Trade unions
Ελληνικός όρος:
Συνδικαλιστικός χρόνος
Αγγλικός όρος:
Facility time
Μετάφραση:
Facility time
Ελληνικός όρος:
Σύνδρομο ασθενούς (άρρωστου) κτηρίου (ΣΑΚ)
Αγγλικός όρος:
Sick Building Syndrome
Μετάφραση:
Sick Building Syndrome
Ελληνικός όρος:
Σύνδρομο δόνησης άκρας χειρός-βραχίονα
Αγγλικός όρος:
Hand-arm vibration syndrome
Μετάφραση:
Hand-arm vibration syndrome
Ελληνικός όρος:
Σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα
Αγγλικός όρος:
Carpal tunnel syndrome
Μετάφραση:
Carpal tunnel syndrome
Ελληνικός όρος:
Σύνδρομο οξείας αναπνευστικής ανεπάρκειας
Αγγλικός όρος:
Severe acute respiratory syndrome
Μετάφραση:
Severe acute respiratory syndrome
Ελληνικός όρος:
Σύνδρομο του μετατραυματικού άγχους
Αγγλικός όρος:
Post-traumatic stress syndrome
Μετάφραση:
Post-traumatic stress syndrome
Ελληνικός όρος:
Συνδυασμένη μεταφορά ξηράς
Αγγλικός όρος:
Piggyback transport
Μετάφραση:
Piggyback transport
Σελιδοποίηση
First page
« αρχική
Προηγούμενη σελίδα
‹‹
…
Page
209
Page
210
Page
211
Page
212
Τρέχουσα σελίδα
213
Page
214
Page
215
Page
216
Page
217
…
Επόμενη σελίδα
››
Last page
τελευταία »