Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Covid-19
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2025
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2006-2018
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 8353 - 8388 of 9229
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του αμμωνίου
Αγγλικός όρος:
Ammonium hydroxide
Μετάφραση:
Ammonium hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του αργίλιου
Αγγλικός όρος:
Aluminium hydroxide
Μετάφραση:
Aluminium hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του ασβεστίου
Αγγλικός όρος:
Calcium hydroxide
Μετάφραση:
Calcium hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του βαρίου
Αγγλικός όρος:
Barium hydroxide, baryta
Μετάφραση:
Barium hydroxide, baryta
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του βηρυλλίου
Αγγλικός όρος:
Beryllium hydroxide
Μετάφραση:
Beryllium hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του βορίου
Αγγλικός όρος:
Boron hydroxide
Μετάφραση:
Boron hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του καδμίου
Αγγλικός όρος:
Cadmium hydroxide
Μετάφραση:
Cadmium hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του καισίου
Αγγλικός όρος:
Cesium hydroxide
Μετάφραση:
Cesium hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του καλίου
Αγγλικός όρος:
Potassium hydroxide, potassa
Μετάφραση:
Potassium hydroxide, potassa
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του κοβαλτίου
Αγγλικός όρος:
Cobalt II hydroxide
Μετάφραση:
Cobalt II hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του λιθίου
Αγγλικός όρος:
Lithium hydroxide
Μετάφραση:
Lithium hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του μαγγανίου
Αγγλικός όρος:
Manganese hydroxide
Μετάφραση:
Manganese hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του μαγνησίου
Αγγλικός όρος:
Magnesium hydroxide
Μετάφραση:
Magnesium hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του νατρίου ή καυστική σόδα
Αγγλικός όρος:
Sodium hydroxide or caustic soda
Μετάφραση:
Sodium hydroxide or caustic soda
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του τετραμεθυλοαμμωνίου
Αγγλικός όρος:
Tetramethylammonium hydroxide
Μετάφραση:
Tetramethylammonium hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξείδιο του χαλκού
Αγγλικός όρος:
Copper hydroxide
Μετάφραση:
Copper hydroxide
Ελληνικός όρος:
Υδροξυ-1,3,5-τρινιτροβενζόλιο 2-
Αγγλικός όρος:
2-hydroxy-1,3,5-trinitrobenzene, Picric acid, 2,4,6-trinitrophenol
Μετάφραση:
2-hydroxy-1,3,5-trinitrobenzene, Picric acid, 2,4,6-trinitrophenol
Ελληνικός όρος:
Υδροξυ-2-μεθυλοπροπιονιτρίλιο 2-
Αγγλικός όρος:
2-hydroxy-2-methylpropionitrile, 2-methylacronitrile
Μετάφραση:
2-hydroxy-2-methylpropionitrile, 2-methylacronitrile
Ελληνικός όρος:
Υδροξυ-4-(μεθυλοθειο)βουτανοϊκό οξύ 2-
Αγγλικός όρος:
2-hydroxy-4-(methylthio)butanoic acid
Μετάφραση:
2-hydroxy-4-(methylthio)butanoic acid
Ελληνικός όρος:
Υδροξυαζωβενζόλιο p-
Αγγλικός όρος:
p-hydroxyazobenzene, p-(phenylazo)phenol
Μετάφραση:
p-hydroxyazobenzene, p-(phenylazo)phenol
Ελληνικός όρος:
Υδροξυαιθέρας
Αγγλικός όρος:
Hydroxy ether
Μετάφραση:
Hydroxy ether
Ελληνικός όρος:
Υδροξυαλδεΰδη β-
Αγγλικός όρος:
Aldose
Μετάφραση:
Aldose
Ελληνικός όρος:
Υδροξυανισόλη ο-
Αγγλικός όρος:
Guaiacol or o-hydroxyanisole
Μετάφραση:
Guaiacol or o-hydroxyanisole
Ελληνικός όρος:
Υδροξυβενζοϊκό οξύ
Αγγλικός όρος:
Hydrobenzoic acid
Μετάφραση:
Hydrobenzoic acid
Ελληνικός όρος:
Υδροξυβενζόλιο
Αγγλικός όρος:
Hydroxybenzene, Phenol, phenic acid, carbolic acid
Μετάφραση:
Hydroxybenzene, Phenol, phenic acid, carbolic acid
Ελληνικός όρος:
Υδροξυβενζολοδισουλφονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Hydroxy benzenedisulfonic acid
Μετάφραση:
Hydroxy benzenedisulfonic acid
Ελληνικός όρος:
Υδροξυβουτανάλη
Αγγλικός όρος:
Hydroxybutyraldehyde, hydroxybutanal
Μετάφραση:
Hydroxybutyraldehyde, hydroxybutanal
Ελληνικός όρος:
Υδροξυβουτανάλη 3-
Αγγλικός όρος:
3-hydroxybutanal, acetaldol
Μετάφραση:
3-hydroxybutanal, acetaldol
Ελληνικός όρος:
Υδροξυβουτυραλδεΰδη
Αγγλικός όρος:
Hydroxybutyraldehyde, hydroxybutanal
Μετάφραση:
Hydroxybutyraldehyde, hydroxybutanal
Ελληνικός όρος:
Υδροξυηλεκτρικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Hydroxysuccinic acid, malic acid
Μετάφραση:
Hydroxysuccinic acid, malic acid
Ελληνικός όρος:
Υδροξυλαμίνη
Αγγλικός όρος:
Hydroxylamine
Μετάφραση:
Hydroxylamine
Ελληνικός όρος:
Υδροξυλίωση
Αγγλικός όρος:
Hydroxylation
Μετάφραση:
Hydroxylation
Ελληνικός όρος:
Υδροξυλυσίνη
Αγγλικός όρος:
Hydroxylysine, Hyl
Μετάφραση:
Hydroxylysine, Hyl
Ελληνικός όρος:
Υδροξυοξύ
Αγγλικός όρος:
Hydroxy acid
Μετάφραση:
Hydroxy acid
Ελληνικός όρος:
Υδροξυπρολίνη
Αγγλικός όρος:
Hydroxyproline, Hyp
Μετάφραση:
Hydroxyproline, Hyp
Ελληνικός όρος:
Υδροξυπροπιονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Hydroxypropionic acid
Μετάφραση:
Hydroxypropionic acid
Σελιδοποίηση
First page
« αρχική
Προηγούμενη σελίδα
‹‹
…
Page
229
Page
230
Page
231
Page
232
Τρέχουσα σελίδα
233
Page
234
Page
235
Page
236
Page
237
…
Επόμενη σελίδα
››
Last page
τελευταία »