Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Covid-19
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2025
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2006-2018
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 8857 - 8892 of 9229
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Φωτεινή διαπερατότητα
Αγγλικός όρος:
Luminous transmittance
Μετάφραση:
Luminous transmittance
Ελληνικός όρος:
Φωτεινή ένταση
Αγγλικός όρος:
Luminous
Μετάφραση:
Luminous
Ελληνικός όρος:
Φωτιά
Αγγλικός όρος:
Fire
Μετάφραση:
Fire
Ελληνικός όρος:
Φωτισμός
Αγγλικός όρος:
Lighting, illumination
Μετάφραση:
Lighting, illumination
Ελληνικός όρος:
Φωτοβολία
Αγγλικός όρος:
Luminous
Μετάφραση:
Luminous
Ελληνικός όρος:
Φωτοβολταϊκά στοιχεία
Αγγλικός όρος:
Photovoltaic cells
Μετάφραση:
Photovoltaic cells
Ελληνικός όρος:
Φωτοδιάσπαση
Αγγλικός όρος:
Photodegradation
Μετάφραση:
Photodegradation
Ελληνικός όρος:
Φωτοευαισθησία
Αγγλικός όρος:
Photosensitivity
Μετάφραση:
Photosensitivity
Ελληνικός όρος:
Φωτοηλεκτρική κερατίτιδα
Αγγλικός όρος:
Photochemic keratitis
Μετάφραση:
Photochemic keratitis
Ελληνικός όρος:
Φωτοηλεκτρικό στοιχείο
Αγγλικός όρος:
Photoelectric element
Μετάφραση:
Photoelectric element
Ελληνικός όρος:
Φωτοηλεκτρικός ανιχνευτής
Αγγλικός όρος:
Photoelectric detector
Μετάφραση:
Photoelectric detector
Ελληνικός όρος:
Φωτοηλεκτρονική φασματοσκοπία
Αγγλικός όρος:
Photoelectron spectroscopy
Μετάφραση:
Photoelectron spectroscopy
Ελληνικός όρος:
Φωτοϊονισμού
Αγγλικός όρος:
Photoionization
Μετάφραση:
Photoionization
Ελληνικός όρος:
Φωτοκύτταρο
Αγγλικός όρος:
Photocell
Μετάφραση:
Photocell
Ελληνικός όρος:
Φωτόλυση
Αγγλικός όρος:
Photolysis
Μετάφραση:
Photolysis
Ελληνικός όρος:
Φωτολυχνίες
Αγγλικός όρος:
Phototubes
Μετάφραση:
Phototubes
Ελληνικός όρος:
Φωτομετρικός ανιχνευτής φλόγας
Αγγλικός όρος:
Flame photometric detector, FPD
Μετάφραση:
Flame photometric detector, FPD
Ελληνικός όρος:
Φωτοτοξικότητα
Αγγλικός όρος:
Phototoxicity
Μετάφραση:
Phototoxicity
Ελληνικός όρος:
Φωτοχημική αντίδραση
Αγγλικός όρος:
Photochemical reaction
Μετάφραση:
Photochemical reaction
Ελληνικός όρος:
Χαλαζίας
Αγγλικός όρος:
Quartz
Μετάφραση:
Quartz
Ελληνικός όρος:
Χαλκός
Αγγλικός όρος:
Copper, Cu
Μετάφραση:
Copper, Cu
Ελληνικός όρος:
Χάλυβας αναφοράς
Αγγλικός όρος:
Reference steel
Μετάφραση:
Reference steel
Ελληνικός όρος:
Χαλυβοκατασκευή
Αγγλικός όρος:
Steel construction
Μετάφραση:
Steel construction
Ελληνικός όρος:
Χαμηλή συχνότητα
Αγγλικός όρος:
Low frequency, LF
Μετάφραση:
Low frequency, LF
Ελληνικός όρος:
Χαμηλής διασποράς ραδιενεργό υλικό
Αγγλικός όρος:
Low dispersible radioactive material
Μετάφραση:
Low dispersible radioactive material
Ελληνικός όρος:
Χαμηλής ειδικής δραστικότητας υλικό
Αγγλικός όρος:
Low specific activity material, LSA material
Μετάφραση:
Low specific activity material, LSA material
Ελληνικός όρος:
Χαμηλής τοξικότητας άλφα εκπομποί
Αγγλικός όρος:
Low toxicity alpha emitters
Μετάφραση:
Low toxicity alpha emitters
Ελληνικός όρος:
Χαμηλό μοριακό βάρος
Αγγλικός όρος:
Low molecular weight, LMW
Μετάφραση:
Low molecular weight, LMW
Ελληνικός όρος:
Χαμηλότερη συγκέντρωση όπου παρατηρείται αποτέλεσμα (βλάβη στο ζωντανό οργανισμό)
Αγγλικός όρος:
Lowest observed effects concentration, LOEC
Μετάφραση:
Lowest observed effects concentration, LOEC
Ελληνικός όρος:
Χαμηλότερη συγκέντρωση όπου παρατηρούνται επιβλαβή αποτελέσματα
Αγγλικός όρος:
Lowest observed adverse effects concentration, LOAEC
Μετάφραση:
Lowest observed adverse effects concentration, LOAEC
Ελληνικός όρος:
Χαμηλότερο επίπεδο όπου παρατηρείται αποτέλεσμα
Αγγλικός όρος:
Lowest observed effects level, LOEL
Μετάφραση:
Lowest observed effects level, LOEL
Ελληνικός όρος:
Χαμηλότερο όριο
Αγγλικός όρος:
Lower limit
Μετάφραση:
Lower limit
Ελληνικός όρος:
Χάνιο
Αγγλικός όρος:
Hahniun (Ha)
Μετάφραση:
Hahniun (Ha)
Ελληνικός όρος:
Χαραγή με οξέα
Αγγλικός όρος:
Etching
Μετάφραση:
Etching
Ελληνικός όρος:
Χαρακτηριστικά επίδοσης
Αγγλικός όρος:
Efficiency characteristics
Μετάφραση:
Efficiency characteristics
Ελληνικός όρος:
Χαρακτηριστικά ποιότητας
Αγγλικός όρος:
Quality characteristics
Μετάφραση:
Quality characteristics
Σελιδοποίηση
First page
« αρχική
Προηγούμενη σελίδα
‹‹
…
Page
243
Page
244
Page
245
Page
246
Τρέχουσα σελίδα
247
Page
248
Page
249
Page
250
Page
251
…
Επόμενη σελίδα
››
Last page
τελευταία »