Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Covid-19
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2025
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2006-2018
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 1981 - 2016 of 9229
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Για τον καθαρισμό του δαπέδου και όλων των αντικειμένων που έχουν μολυνθεί από το υλικό αυτό χρησιμοποιείτε …
Αγγλικός όρος:
To clean the floor and all objects contaminated by this material, use …
Μετάφραση:
To clean the floor and all objects contaminated by this material, use …
Ελληνικός όρος:
Γιατρός εργασίας
Αγγλικός όρος:
Occupational physician
Μετάφραση:
Occupational physician
Ελληνικός όρος:
Γιούτα
Αγγλικός όρος:
Jute
Μετάφραση:
Jute
Ελληνικός όρος:
Γλαύκωμα
Αγγλικός όρος:
Glaucoma
Μετάφραση:
Glaucoma
Ελληνικός όρος:
Γλουκονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Gluconic acid
Μετάφραση:
Gluconic acid
Ελληνικός όρος:
Γλουσιτόλη
Αγγλικός όρος:
Glucitol, sorbitol
Μετάφραση:
Glucitol, sorbitol
Ελληνικός όρος:
Γλουταθειόνη
Αγγλικός όρος:
Glutathione, glutamylcysteinylglycine
Μετάφραση:
Glutathione, glutamylcysteinylglycine
Ελληνικός όρος:
Γλουταμικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Glutamic acid, α-aminoglutaric acid, Glu, E
Μετάφραση:
Glutamic acid, α-aminoglutaric acid, Glu, E
Ελληνικός όρος:
Γλουταμίνη
Αγγλικός όρος:
Glutamine, Gln, Q
Μετάφραση:
Glutamine, Gln, Q
Ελληνικός όρος:
Γλουταμυλοκυστεΐνη
Αγγλικός όρος:
Glutamylcysteine, Glu-Cys
Μετάφραση:
Glutamylcysteine, Glu-Cys
Ελληνικός όρος:
Γλουταμυλοκυστεϊνυλογλυκίνη
Αγγλικός όρος:
Glutamylcysteinylglycine
Μετάφραση:
Glutamylcysteinylglycine
Ελληνικός όρος:
Γλουταραλδεΰδη
Αγγλικός όρος:
Glutaraldehyde, 1,5-pentanedione
Μετάφραση:
Glutaraldehyde, 1,5-pentanedione
Ελληνικός όρος:
Γλουταρικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Glutaric acid, pentanedioic acid, saccharic acid
Μετάφραση:
Glutaric acid, pentanedioic acid, saccharic acid
Ελληνικός όρος:
Γλουταρικός διμεθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Dimethyl glutarate
Μετάφραση:
Dimethyl glutarate
Ελληνικός όρος:
Γλυκεραλδεΰδη
Αγγλικός όρος:
Glyceraldehyde, 2,3-dihydroxypropanal
Μετάφραση:
Glyceraldehyde, 2,3-dihydroxypropanal
Ελληνικός όρος:
Γλυκερίδιο
Αγγλικός όρος:
Glyceride
Μετάφραση:
Glyceride
Ελληνικός όρος:
Γλυκεριναλδεΰδη
Αγγλικός όρος:
Glyceraldehyde, 2,3-dihydroxypropanal
Μετάφραση:
Glyceraldehyde, 2,3-dihydroxypropanal
Ελληνικός όρος:
Γλυκερίνη
Αγγλικός όρος:
Glycerin, glycerol, 1,2,3-trihydroxypropane
Μετάφραση:
Glycerin, glycerol, 1,2,3-trihydroxypropane
Ελληνικός όρος:
Γλυκερόλη
Αγγλικός όρος:
Glycerin, glycerol, 1,2,3-trihydroxypropane
Μετάφραση:
Glycerin, glycerol, 1,2,3-trihydroxypropane
Ελληνικός όρος:
Γλυκιδόλη
Αγγλικός όρος:
Glycidol or 2,3-epoxy-1-propanol (C3H6O2)
Μετάφραση:
Glycidol or 2,3-epoxy-1-propanol (C3H6O2)
Ελληνικός όρος:
Γλυκιδυλικός εστέρας
Αγγλικός όρος:
Glycidyl ester
Μετάφραση:
Glycidyl ester
Ελληνικός όρος:
Γλυκίνη
Αγγλικός όρος:
Glycine, aminoacetic acid, aminoethanoic acid, glycocoll, Gly, G
Μετάφραση:
Glycine, aminoacetic acid, aminoethanoic acid, glycocoll, Gly, G
Ελληνικός όρος:
Γλυκινικό αργίλιο
Αγγλικός όρος:
Aluminium glycinate
Μετάφραση:
Aluminium glycinate
Ελληνικός όρος:
Γλυκίνιο
Αγγλικός όρος:
Glucinium
Μετάφραση:
Glucinium
Ελληνικός όρος:
Γλυκοζαζόνη
Αγγλικός όρος:
Glucosazone
Μετάφραση:
Glucosazone
Ελληνικός όρος:
Γλυκόζη
Αγγλικός όρος:
Dextrose, glucose
Μετάφραση:
Dextrose, glucose
Ελληνικός όρος:
Γλυκοζίτης
Αγγλικός όρος:
Glucoside
Μετάφραση:
Glucoside
Ελληνικός όρος:
Γλυκολαιθέρες
Αγγλικός όρος:
Glycol ethers
Μετάφραση:
Glycol ethers
Ελληνικός όρος:
Γλυκόλες
Αγγλικός όρος:
Glycols
Μετάφραση:
Glycols
Ελληνικός όρος:
Γλυκόλυση
Αγγλικός όρος:
Glycolysis
Μετάφραση:
Glycolysis
Ελληνικός όρος:
Γλυκοπυρανόζη
Αγγλικός όρος:
Glucopyranose
Μετάφραση:
Glucopyranose
Ελληνικός όρος:
Γλυκουρονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Glucuronic acid
Μετάφραση:
Glucuronic acid
Ελληνικός όρος:
Γλυοξάλη
Αγγλικός όρος:
Glyoxal
Μετάφραση:
Glyoxal
Ελληνικός όρος:
Γλώσσα
Αγγλικός όρος:
Tongue
Μετάφραση:
Tongue
Ελληνικός όρος:
Γνάθος
Αγγλικός όρος:
Jaw
Μετάφραση:
Jaw
Ελληνικός όρος:
Γνωμοδοτικό συμβούλιο
Αγγλικός όρος:
Advisory board
Μετάφραση:
Advisory board
Σελιδοποίηση
First page
« αρχική
Προηγούμενη σελίδα
‹‹
…
Page
52
Page
53
Page
54
Page
55
Τρέχουσα σελίδα
56
Page
57
Page
58
Page
59
Page
60
…
Επόμενη σελίδα
››
Last page
τελευταία »