Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Covid-19
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2025
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2006-2018
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 2917 - 2952 of 9229
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Ειδική τοξικότητα στα όργανα- στόχους ύστερα από μία εφάπαξ έκθεση
Αγγλικός όρος:
Specific target organ toxicity — single exposure
Μετάφραση:
Specific target organ toxicity — single exposure
Ελληνικός όρος:
Ειδική χρωματογραφία στοιχείων
Αγγλικός όρος:
Element specific chromatography
Μετάφραση:
Element specific chromatography
Ελληνικός όρος:
Ειδική ως προς την ηλικία θνησιμότητα
Αγγλικός όρος:
Age-specific mortality
Μετάφραση:
Age-specific mortality
Ελληνικός όρος:
Ειδικής μορφής ραδιενεργό υλικό
Αγγλικός όρος:
Special form radioactive material
Μετάφραση:
Special form radioactive material
Ελληνικός όρος:
Ειδικό βάρος
Αγγλικός όρος:
Specific gravity (sp.gr)
Μετάφραση:
Specific gravity (sp.gr)
Ελληνικός όρος:
Ειδικότητα
Αγγλικός όρος:
Specificity
Μετάφραση:
Specificity
Ελληνικός όρος:
Ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας
Αγγλικός όρος:
Occupational medicine specialty
Μετάφραση:
Occupational medicine specialty
Ελληνικός όρος:
Εικονόγραμμα
Αγγλικός όρος:
Pictogram
Μετάφραση:
Pictogram
Ελληνικός όρος:
Εικονόγραμμα κινδύνου
Αγγλικός όρος:
Hazard pictogram
Μετάφραση:
Hazard pictogram
Ελληνικός όρος:
Εικοσάνιο
Αγγλικός όρος:
Icosane
Μετάφραση:
Icosane
Ελληνικός όρος:
Εισαγωγέας
Αγγλικός όρος:
Importer
Μετάφραση:
Importer
Ελληνικός όρος:
Εισαγωγή
Αγγλικός όρος:
Import
Μετάφραση:
Import
Ελληνικός όρος:
Είσοδος
Αγγλικός όρος:
Entrance
Μετάφραση:
Entrance
Ελληνικός όρος:
Είσοδος (π.χ ηλεκτρονικού σήματος)
Αγγλικός όρος:
Input
Μετάφραση:
Input
Ελληνικός όρος:
Εισπνεόμενα αλλεργιογόνα
Αγγλικός όρος:
Respiratory sensitisers
Μετάφραση:
Respiratory sensitisers
Ελληνικός όρος:
Εισπνεύσιμο κλάσμα
Αγγλικός όρος:
Inhalable fraction
Μετάφραση:
Inhalable fraction
Ελληνικός όρος:
Εισπνοή
Αγγλικός όρος:
Inhalation
Μετάφραση:
Inhalation
Ελληνικός όρος:
Εκ των προτέρων γνωστοποίηση
Αγγλικός όρος:
Prior notice
Μετάφραση:
Prior notice
Ελληνικός όρος:
Εκατομμύρια σωματίδια ανα κυβικό πόδι
Αγγλικός όρος:
Million particles per cubic foot (mppcf)
Μετάφραση:
Million particles per cubic foot (mppcf)
Ελληνικός όρος:
Εκατοστιαία ανάκτηση
Αγγλικός όρος:
Percent recovery
Μετάφραση:
Percent recovery
Ελληνικός όρος:
Εκγλυπτική μηχανή οδών
Αγγλικός όρος:
Road-milling machine
Μετάφραση:
Road-milling machine
Ελληνικός όρος:
Έκζεμα
Αγγλικός όρος:
Eczema
Μετάφραση:
Eczema
Ελληνικός όρος:
Έκθεση
Αγγλικός όρος:
Exposure
Μετάφραση:
Exposure
Ελληνικός όρος:
Έκθεση αξιολόγησης
Αγγλικός όρος:
Assessment report
Μετάφραση:
Assessment report
Ελληνικός όρος:
Έκθεση αξιολόγησης κινδύνου
Αγγλικός όρος:
Risk Assessment Report (RAR)
Μετάφραση:
Risk Assessment Report (RAR)
Ελληνικός όρος:
Έκθεση ελέγχου
Αγγλικός όρος:
Inspection report
Μετάφραση:
Inspection report
Ελληνικός όρος:
Έκθεση ελέγχου ή έκθεση δοκιμής
Αγγλικός όρος:
Test report
Μετάφραση:
Test report
Ελληνικός όρος:
Έκθεση εξέτασης
Αγγλικός όρος:
Examination report
Μετάφραση:
Examination report
Ελληνικός όρος:
Έκθεση σε ακτινοβολία
Αγγλικός όρος:
Radiant exposure
Μετάφραση:
Radiant exposure
Ελληνικός όρος:
Έκθεση Χημικής Ασφάλειας
Αγγλικός όρος:
Chemical Safety Report, CSR
Μετάφραση:
Chemical Safety Report, CSR
Ελληνικός όρος:
Εκθέτης
Αγγλικός όρος:
Exponent
Μετάφραση:
Exponent
Ελληνικός όρος:
Εκθετική συνάρτηση
Αγγλικός όρος:
Exponential function
Μετάφραση:
Exponential function
Ελληνικός όρος:
Εκκενώσεις
Αγγλικός όρος:
Evacuations
Μετάφραση:
Evacuations
Ελληνικός όρος:
Εκκένωση
Αγγλικός όρος:
Purging
Μετάφραση:
Purging
Ελληνικός όρος:
Εκκενώστε την περιοχή
Αγγλικός όρος:
Evacuate area
Μετάφραση:
Evacuate area
Ελληνικός όρος:
Εκκίνηση
Αγγλικός όρος:
Start
Μετάφραση:
Start
Σελιδοποίηση
First page
« αρχική
Προηγούμενη σελίδα
‹‹
…
Page
78
Page
79
Page
80
Page
81
Τρέχουσα σελίδα
82
Page
83
Page
84
Page
85
Page
86
…
Επόμενη σελίδα
››
Last page
τελευταία »