Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Επικοινωνία
e-νημέρωση
e-γνώμη
English Site
Greek Site
Greek
English
Αρχική
Ταυτότητα
Ποιοί είμαστε
Ιστορική αναδρομή
Όραμα-Αποστολή
Δραστηριότητες
Κατάρτιση - Εκπαίδευση
Προγράμματα κατάρτισης
Ασύγχρονη εκπαίδευση
Προσεχή
Μετρήσεις - Αναλύσεις - Προσδιορισμοί
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Πίνακας Μετρήσεων, Αναλύσεων & Προσδιορισμών
Έρευνες - Μελέτες - Προγράμματα
Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
Βιβλιοθήκη
Κατάλογος βιβλιοθήκης
Θεματικά βιβλιογραφικά δελτία
Βιβλιοθήκες Τρίτων
Ηλεκτρονικό λεξικό
Ορισμοί
Σύνδεσμοι (links)
Εμπειρογνωμοσύνες
Δίκτυο Ενδυνάμωσης Γυναικών
Θέματα ΥΑΕ
Αμίαντος
Ακτινοβολία
ΒΑΜΕ-Οδηγία SEVESO
Βία και παρενόχληση
Βιολογικοί παράγοντες
Δονήσεις
Εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου
Επαγγελματικές ασθένειες
Εργασία σε ύψος
Εργατικά ατυχήματα
Εργονομία
Ηλεκτρισμός
Θερμική καταπόνηση
Θόρυβος
Μέσα ατομικής προστασίας
Περιορισμένοι χώροι
Πυροπροστασία
Φυσικές καταστροφές
Χημικές ουσίες
Covid-19
Νομοθεσία
Εθνική Νομοθεσία
Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί
Διεθνείς συμβάσεις
Νομολογία
Εκδόσεις
Μελέτες – Βιβλία – Φυλλάδια
Περιοδικό
e-δησεόγραμμα
Βίντεο
Νέα - Εκδηλώσεις
Νέα
Εκδηλώσεις
Συνέδρια
Παγκόσμια Ημέρα ΑΥΕ
2025
2024
2023
2022
2021
2020
2019
2006-2018
e-νημέρωση
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Breadcrumb
Home
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 9001 - 9036 of 9229
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Χλωριούχος τριβουτυλοκασσίτερο
Αγγλικός όρος:
Tributyltin chloride
Μετάφραση:
Tributyltin chloride
Ελληνικός όρος:
Χλωριούχος ψευδάργυρος
Αγγλικός όρος:
Zinc chloride
Μετάφραση:
Zinc chloride
Ελληνικός όρος:
Χλωριώδες
Αγγλικός όρος:
Chlorite
Μετάφραση:
Chlorite
Ελληνικός όρος:
Χλωριωμένα γαλακτώματα
Αγγλικός όρος:
Chlorinated emulsions
Μετάφραση:
Chlorinated emulsions
Ελληνικός όρος:
Χλωριωμένες οργανικές ενώσεις
Αγγλικός όρος:
Chlorinated organic compounds
Μετάφραση:
Chlorinated organic compounds
Ελληνικός όρος:
Χλωριωμένο διφαινυλοξείδιο
Αγγλικός όρος:
Chlorinated diphenyl oxide
Μετάφραση:
Chlorinated diphenyl oxide
Ελληνικός όρος:
Χλωριωμένο καμφαίνιο
Αγγλικός όρος:
Chlorinated camphene, toxaphene, camphechlor
Μετάφραση:
Chlorinated camphene, toxaphene, camphechlor
Ελληνικός όρος:
Χλωριωμένοι υδρογονάνθρακες
Αγγλικός όρος:
Chlorinated hydrocarbons
Μετάφραση:
Chlorinated hydrocarbons
Ελληνικός όρος:
Χλωρίωση
Αγγλικός όρος:
Chlorination
Μετάφραση:
Chlorination
Ελληνικός όρος:
Χλωρο-1-προπένιο 3-
Αγγλικός όρος:
Allyl chloride or 3-chloropropene or 3-chloropropylene or 3-chloro-1-propene
Μετάφραση:
Allyl chloride or 3-chloropropene or 3-chloropropylene or 3-chloro-1-propene
Ελληνικός όρος:
Χλωρο-2-μεθυλοβουτάνιο 2-
Αγγλικός όρος:
2-chloro-2-methylbutane, tert-pentyl chloride
Μετάφραση:
2-chloro-2-methylbutane, tert-pentyl chloride
Ελληνικός όρος:
Χλωρο-2-μεθυλοφαινοξυ-α-προπιονικό οξύ 4-
Αγγλικός όρος:
4-chloro-2-methylphenoxy-α-propionic acid, 2-(4-chloro-2-methylphenoxy)propionic acid
Μετάφραση:
4-chloro-2-methylphenoxy-α-propionic acid, 2-(4-chloro-2-methylphenoxy)propionic acid
Ελληνικός όρος:
Χλωροαιθάνιο
Αγγλικός όρος:
Ethyl chloride, chloroethane
Μετάφραση:
Ethyl chloride, chloroethane
Ελληνικός όρος:
Χλωροαιθένιο
Αγγλικός όρος:
Chloroethene, chloroethylene, vinyl chloride, VC
Μετάφραση:
Chloroethene, chloroethylene, vinyl chloride, VC
Ελληνικός όρος:
Χλωροαιθυλένιο
Αγγλικός όρος:
Chloroethene, chloroethylene, vinyl chloride, VC
Μετάφραση:
Chloroethene, chloroethylene, vinyl chloride, VC
Ελληνικός όρος:
Χλωροακεταλδεΰδη
Αγγλικός όρος:
Chloroacetaldehyde
Μετάφραση:
Chloroacetaldehyde
Ελληνικός όρος:
Χλωροακετόνη
Αγγλικός όρος:
Chloroacetone
Μετάφραση:
Chloroacetone
Ελληνικός όρος:
Χλωροακετοφαινόνη
Αγγλικός όρος:
Chloroacetophenone
Μετάφραση:
Chloroacetophenone
Ελληνικός όρος:
Χλωροακετυλοχλωρίδιο
Αγγλικός όρος:
Chloroacetyl chloride
Μετάφραση:
Chloroacetyl chloride
Ελληνικός όρος:
Χλωροακμή
Αγγλικός όρος:
Chlorance
Μετάφραση:
Chlorance
Ελληνικός όρος:
Χλωροακρυλονιτρίλιο
Αγγλικός όρος:
Chloroacrylonitrile
Μετάφραση:
Chloroacrylonitrile
Ελληνικός όρος:
Χλωροαλκάνιο
Αγγλικός όρος:
Chloroalkane, alkyl chloride
Μετάφραση:
Chloroalkane, alkyl chloride
Ελληνικός όρος:
Χλωροανθρακικός αιθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Ethyl chlorocarbonate
Μετάφραση:
Ethyl chlorocarbonate
Ελληνικός όρος:
Χλωροανιλίνη
Αγγλικός όρος:
Chloroaniline
Μετάφραση:
Chloroaniline
Ελληνικός όρος:
Χλωροβενζοϊκό οξύ
Αγγλικός όρος:
Chlorobenzoic acid
Μετάφραση:
Chlorobenzoic acid
Ελληνικός όρος:
Χλωροβενζόλιο
Αγγλικός όρος:
Chlorobenzene
Μετάφραση:
Chlorobenzene
Ελληνικός όρος:
Χλωροβενζυλιδενομηλονονιτρίλιο
Αγγλικός όρος:
Chlorobenzylidene malononitrile
Μετάφραση:
Chlorobenzylidene malononitrile
Ελληνικός όρος:
Χλωροβενζυλοσουλφονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Chlorobenzenesulfonic acid
Μετάφραση:
Chlorobenzenesulfonic acid
Ελληνικός όρος:
Χλωροβρωμομεθάνιο
Αγγλικός όρος:
Chlorobromomethane, methylene bromochloride
Μετάφραση:
Chlorobromomethane, methylene bromochloride
Ελληνικός όρος:
Χλωροδιφαινύλιο
Αγγλικός όρος:
Chlorodiphenyl
Μετάφραση:
Chlorodiphenyl
Ελληνικός όρος:
Χλωροδιφαινυλοξείδιο
Αγγλικός όρος:
Chloro diphenyloxide
Μετάφραση:
Chloro diphenyloxide
Ελληνικός όρος:
Χλωροδιφθοροαιθάνιο
Αγγλικός όρος:
Chlorodifluoroethane
Μετάφραση:
Chlorodifluoroethane
Ελληνικός όρος:
Χλωροδιφθορομεθάνιο
Αγγλικός όρος:
Chlorodifluoromethane
Μετάφραση:
Chlorodifluoromethane
Ελληνικός όρος:
Χλωροεξένιο
Αγγλικός όρος:
Chlorohexene
Μετάφραση:
Chlorohexene
Ελληνικός όρος:
Χλωροεποξυπροπάνιο
Αγγλικός όρος:
Chloroepoxypropane
Μετάφραση:
Chloroepoxypropane
Ελληνικός όρος:
Χλωροϊωδομεθανοσουλφονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Chloroiodomethanesulfonic acid
Μετάφραση:
Chloroiodomethanesulfonic acid
Σελιδοποίηση
First page
« αρχική
Προηγούμενη σελίδα
‹‹
…
Page
247
Page
248
Page
249
Page
250
Τρέχουσα σελίδα
251
Page
252
Page
253
Page
254
Page
255
…
Επόμενη σελίδα
››
Last page
τελευταία »