Ο αμίαντος αποτελεί την κοινή ονομασία μιας ομάδας φυσικών ορυκτών, ινώδους μορφής, που ανήκουν σε δύο κατηγορίες: των σερπεντινών και των αμφιβόλων. Βρίσκονται στο έδαφος και τα πετρώματα. Από άποψη χημικής σύστασης πρόκειται για ένυδρα πυριτικά άλατα του μαγνησίου, τα οποία περιέχουν επίσης ασβέστιο, σίδηρο και νάτριο, σε διαφορετικούς χημικούς τύπους, καθώς και ελεύθερο πυρίτιο. Τα ορυκτά αυτά, μπορούν να διαχωρίζονται σε μακριά, λεπτά και ανθεκτικά νήματα και είναι γνωστά για τις σπουδαίες φυσικές και χημικές ιδιότητές τους: υψηλή μηχανική αντοχή, σταθερότητα, αντοχή στις φλόγες, στη θερμότητα και στα διαβρωτικά χημικά (όξινα και αλκαλικά διαλύματα).
Ο αμίαντος υπάρχει σε αφθονία στα 3/4 περίπου του στερεού φλοιού της γης, η περισσότερη όμως ποσότητα σε εκμεταλλεύσιμα μεγέθη βρίσκεται στα επιφανειακά ορυχεία του Quebec στον Καναδά, στη Ρωσία και τη νότια Αφρική. Απαντάται επίσης στην Κίνα, την Ιταλία, την Κύπρο, στις Η.Π.Α. και στη δυτική Αυστραλία. Στην Ελλάδα υπάρχει στη δυτική Μακεδονία και την Ήπειρο. Το μεγαλύτερο κοίτασμα βρίσκεται στο Ζιδάνι του νομού Κοζάνης.
Η χρήση του αμιάντου ήταν γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων. Οι αρχαίοι Έλληνες τον χρησιμοποιούσαν ως φυτίλι στα λυχνάρια. Και τα δύο ονόματα asbestos και amiante, όπως είναι γνωστός παγκοσμίως, είναι ελληνικής προέλευσης. Asbestos από τη λέξη άσβεστος, επειδή δεν καιγόταν κατά τη χρήση του στα λυχνάρια, και αμίαντος από το ότι δεν «υφίστατο μίανσιν». Λόγω της υψηλής μονωτικής του ικανότητας και της υψηλής αντοχής του στη φωτιά και τη διάβρωση, ο αμίαντος χρησιμοποιούνταν ευρέως στη βιομηχανία μέχρι την απαγόρευση τής χρήσης του την 1/1/2005.
Οι κύριοι τύποι αμιάντου, οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν εμπορικά, είναι οι εξής:
Ο Χρυσότιλος Mg3Si2O5(OH)4 (γνωστός ως λευκός αμίαντος), είναι η μοναδική μορφή αμιάντου στην ομάδα των σερπεντινών. Είναι η πλέον χρησιμοποιούμενη μορφή αμιάντου σε ποσοστό 95% επί του συνόλου των προϊόντων του αμιάντου. Οι ίνες του είναι λεπτές, μεταξωτές, ελαστικές, κυματοειδείς, άσπρες προς γκριζοπράσινες.
Η ομάδα των αμφιβόλων περιλαμβάνει πέντε μορφές αμιάντου:
Τον αμοσίτη ή γρυνερίτη [(Fe‘’,Mg)7Si8O22(OH)2] (γνωστό ως καφέ αμίαντο) που αποτελεί τη δεύτερη πιο διαδεδομένη μορφή. Οι ίνες του είναι ευθυτενείς, εύθραυστες και στη φυσική τους κατάσταση έχουν χρώμα καφέ προς ελαφρύ γκρίζο.
Τον κροκιδόλιθο [Νa2Fe‘’3 Fe‘’ 2 Si8 O22 (OH,F)2] (γνωστό ως μπλε αμίαντο) του οποίου οι ίνες είναι ευθυτενείς, ελαστικές με χρώμα μπλε.
Στην ομάδα των αμφιβόλων περιλαμβάνονται άλλες τρεις μορφές αμιάντου: ο ανθοφυλλίτης, ο ακτινόλιθος και ο τρεμολίτης. Οι μορφές αυτές είναι σπάνιες και έχουν χρησιμοποιηθεί ελάχιστα.
Ο κροκιδόλιθος και ο αμοσίτης είναι τα δύο πλέον επικίνδυνα είδη αμιάντου, καθώς παρουσιάζουν τους υψηλότερους κινδύνους για την υγεία σε περίπτωση εισπνοής των ινών τους. Ο κροκιδόλιθος καταργήθηκε σταδιακά από τη δεκαετία του 1970. Παρόλα αυτά, εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλες ποσότητες σε παλαιές κατασκευές.
Οι σπουδαίες ιδιότητες του αμιάντου, όπως η αντοχή στη θερμότητα και τη φωτιά, στα χημικά, η ευκαμψία και η στερεότητα, καθώς και το χαμηλό του κόστος και η αφθονία, τον έκαναν πρώτη ή δευτερεύουσα ύλη για πάνω από 3.000 τεχνικές εφαρμογές και καταναλωτικά προϊόντα. Η εμπορική του εκμετάλλευση άρχισε στη Βόρεια Αμερική, όταν ανακαλύφθηκε ένα μεγάλο κοίτασμα στον Καναδά το 1870. Εκτεταμένη χρήση του αμιάντου έγινε κατά τη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου και από τότε χρησιμοποιήθηκε σε πολλές βιομηχανικές εφαρμογές. Για παράδειγμα, η κατασκευαστική βιομηχανία τον χρησιμοποίησε για να ενδυναμώσει το τσιμέντο και τα πλαστικά, όπως επίσης για θερμική μόνωση, πυροπροστασία και ηχομόνωση. Στα πλοία χρησιμοποιήθηκε ως μονωτικό υλικό για λέβητες, δεξαμενές και αγωγούς μεταφοράς ατμού και ζεστού νερού και στα αυτοκίνητα, αεροσκάφη και τρένα για δίσκους συμπλεκτών και σιαγόνες τροχοπέδησης. Τα κυριότερα υλικά που περιέχουν αμίαντο εμφανίζονται παρακάτω σε σειρά, ανάλογα με τη συχνότητα χρήσης τους:
Αμίαντος μπορεί να βρεθεί:
Στην Ελλάδα ο αμίαντος χρησιμοποιήθηκε ευρέως, κυρίως με τη μορφή του αμιαντοτσιμέντου. Τα προϊόντα αυτά συνήθως περιέχουν άσπρο αμίαντο. Η περιεκτικότητα σε αμίαντο ποικίλει ανάλογα με τη χρήση τους και μπορεί να φθάσει μέχρι και το 50% κατά βάρος. Συνήθως τα φύλλα αμιαντοτσιμέντου περιέχουν 10 - 15% αμίαντο κατά βάρος. Προϊόντα αμιαντοτσιμέντου χρησιμοποιήθηκαν σε οροφές, ως διαχωριστικά διαφόρων κατασκευών, ως σωλήνες μεταφοράς νερού και σωλήνες που χρησιμοποιούνται ως καπναγωγοί. Η χώρα μας αποτέλεσε μια από τις πιο σημαντικές χώρες εξόρυξης και παραγωγής προϊόντων αμιάντου: το 1995 βρισκόταν στην 7η θέση στον κατάλογο των αμιαντοπαραγωγών χωρών του κόσμου με παραγωγή που πλησίαζε τους 100.000 τόνους χρυσότιλου το χρόνο.