Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 3637 - 3672 of 9229
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Εργασία σε βάρδια
Αγγλικός όρος:
Shiftwork
Μετάφραση:
Shiftwork
Ελληνικός όρος:
Εργασία σε εξωτερικό χώρο
Αγγλικός όρος:
Outdoor work
Μετάφραση:
Outdoor work
Ελληνικός όρος:
Εργασία σε στέγες
Αγγλικός όρος:
Roof work
Μετάφραση:
Roof work
Ελληνικός όρος:
Εργασιακές απαιτήσεις
Αγγλικός όρος:
Work demands
Μετάφραση:
Work demands
Ελληνικός όρος:
Εργασιακή ασφάλεια
Αγγλικός όρος:
Occupational safety
Μετάφραση:
Occupational safety
Ελληνικός όρος:
Εργασιακή υγεία
Αγγλικός όρος:
Occupational health
Μετάφραση:
Occupational health
Ελληνικός όρος:
Εργασιακό περιβάλλον ή περιβάλλον εργασίας
Αγγλικός όρος:
Occupational environment, work environment
Μετάφραση:
Occupational environment, work environment
Ελληνικός όρος:
Εργασιακό στρες
Αγγλικός όρος:
Work-related stress
Μετάφραση:
Work-related stress
Ελληνικός όρος:
Εργασιακοί κίνδυνοι
Αγγλικός όρος:
Hazards at work
Μετάφραση:
Hazards at work
Ελληνικός όρος:
Εργασίες βαφής και καθαρισμού
Αγγλικός όρος:
Painting and cleaning work
Μετάφραση:
Painting and cleaning work
Ελληνικός όρος:
Εργασίες εργαστηρίου
Αγγλικός όρος:
Laboratory work
Μετάφραση:
Laboratory work
Ελληνικός όρος:
Εργασίες υλοτόμησης
Αγγλικός όρος:
Logging operations
Μετάφραση:
Logging operations
Ελληνικός όρος:
Εργάσιμες ημέρες
Αγγλικός όρος:
Working days
Μετάφραση:
Working days
Ελληνικός όρος:
Εργασιοθεραπεία
Αγγλικός όρος:
Occupational therapy
Μετάφραση:
Occupational therapy
Ελληνικός όρος:
Εργαστηριακή δοκιμή
Αγγλικός όρος:
Laboratory test
Μετάφραση:
Laboratory test
Ελληνικός όρος:
Εργαστηριακή εργασία
Αγγλικός όρος:
Laboratory work
Μετάφραση:
Laboratory work
Ελληνικός όρος:
Εργαστηριακή μέθοδος
Αγγλικός όρος:
Laboratory method
Μετάφραση:
Laboratory method
Ελληνικός όρος:
Εργαστηριακή συσκευή
Αγγλικός όρος:
Laboratory apparatus
Μετάφραση:
Laboratory apparatus
Ελληνικός όρος:
Εργαστηριακό δείγμα
Αγγλικός όρος:
Laboratory sample
Μετάφραση:
Laboratory sample
Ελληνικός όρος:
Εργαστηριακό πλαίσιο
Αγγλικός όρος:
Laboratory frame
Μετάφραση:
Laboratory frame
Ελληνικός όρος:
Εργαστηριακό προσωπικό
Αγγλικός όρος:
Laboratory personnel
Μετάφραση:
Laboratory personnel
Ελληνικός όρος:
Εργαστηριακός εξοπλισμός
Αγγλικός όρος:
Laboratory equipment
Μετάφραση:
Laboratory equipment
Ελληνικός όρος:
Εργαστήριο
Αγγλικός όρος:
Laboratory, workshop
Μετάφραση:
Laboratory, workshop
Ελληνικός όρος:
Εργαστήριο διακριβώσεων
Αγγλικός όρος:
Calibration laboratory
Μετάφραση:
Calibration laboratory
Ελληνικός όρος:
Εργαστήριο δοκιμών
Αγγλικός όρος:
Testing laboratory
Μετάφραση:
Testing laboratory
Ελληνικός όρος:
Εργάτης
Αγγλικός όρος:
Worker
Μετάφραση:
Worker
Ελληνικός όρος:
Εργάτης βιομηχανίας
Αγγλικός όρος:
Industrial worker
Μετάφραση:
Industrial worker
Ελληνικός όρος:
Εργατική νομοθεσία
Αγγλικός όρος:
Labour law
Μετάφραση:
Labour law
Ελληνικός όρος:
Εργατικό ατύχημα
Αγγλικός όρος:
Accident at work
Μετάφραση:
Accident at work
Ελληνικός όρος:
Εργατικό δυναμικό
Αγγλικός όρος:
Workforce
Μετάφραση:
Workforce
Ελληνικός όρος:
Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Αθηνών
Αγγλικός όρος:
Centre of Athens Labor Unions (EKA)
Μετάφραση:
Centre of Athens Labor Unions (EKA)
Ελληνικός όρος:
Έργο τυποποίησης
Αγγλικός όρος:
Standards project
Μετάφραση:
Standards project
Ελληνικός όρος:
Εργοδότης
Αγγλικός όρος:
Employer
Μετάφραση:
Employer
Ελληνικός όρος:
Εργοδοτική εισφορά
Αγγλικός όρος:
Employers’ insurance contribution
Μετάφραση:
Employers’ insurance contribution
Ελληνικός όρος:
Εργοκαλσιφερόλη
Αγγλικός όρος:
Ergocalciferol, calciferol, vitamin D2
Μετάφραση:
Ergocalciferol, calciferol, vitamin D2
Ελληνικός όρος:
Εργολαβία
Αγγλικός όρος:
Undertaking
Μετάφραση:
Undertaking
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
98
Page
99
Page
100
Page
101
Current page
102
Page
103
Page
104
Page
105
Page
106
…
Next page
››
Last page
τελευταία »