Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 4681 - 4716 of 9229
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Κινητός προφυλακτήρας
Αγγλικός όρος:
Movable guard
Μετάφραση:
Movable guard
Ελληνικός όρος:
Κινιλίνη
Αγγλικός όρος:
Quiniline
Μετάφραση:
Quiniline
Ελληνικός όρος:
Κινίνη
Αγγλικός όρος:
Quinine
Μετάφραση:
Quinine
Ελληνικός όρος:
Κινναμωμική αλδεΰδη ή 3-φαινυλοπροπενάλη ή 3-πεντυλο-2-προπενάλη
Αγγλικός όρος:
Cinnamaldehyde, 3-phenylpropenal, 3-phenyl-2-propenal
Μετάφραση:
Cinnamaldehyde, 3-phenylpropenal, 3-phenyl-2-propenal
Ελληνικός όρος:
Κινναμωμική αλκοόλη ή 3-φαινυλο-2-προπεν-1-όλη
Αγγλικός όρος:
Cinnamyl alcohol, 3-phenyl-2-propen-1-ol
Μετάφραση:
Cinnamyl alcohol, 3-phenyl-2-propen-1-ol
Ελληνικός όρος:
Κινναμωμικό οξύ ή 3-φαινυλο-2-προπενοϊκό οξύ
Αγγλικός όρος:
Cinnamic acid, 3-phenyl-2-propenoic acid
Μετάφραση:
Cinnamic acid, 3-phenyl-2-propenoic acid
Ελληνικός όρος:
Κινναμωμικός αιθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Ethyl cinnamate
Μετάφραση:
Ethyl cinnamate
Ελληνικός όρος:
Κινολίνη
Αγγλικός όρος:
Quinoline
Μετάφραση:
Quinoline
Ελληνικός όρος:
Κινόνη
Αγγλικός όρος:
Quinone
Μετάφραση:
Quinone
Ελληνικός όρος:
Κινοξαλίνη
Αγγλικός όρος:
Quinoxaline
Μετάφραση:
Quinoxaline
Ελληνικός όρος:
Κινούμενα μέρη
Αγγλικός όρος:
Moving parts
Μετάφραση:
Moving parts
Ελληνικός όρος:
Κινούμενα οχήματα
Αγγλικός όρος:
Moving vehicles
Μετάφραση:
Moving vehicles
Ελληνικός όρος:
Κινούμενες ζώνες
Αγγλικός όρος:
Moving boundaries
Μετάφραση:
Moving boundaries
Ελληνικός όρος:
Κινυδρόνη
Αγγλικός όρος:
Quinhydrone
Μετάφραση:
Quinhydrone
Ελληνικός όρος:
Κιούριο
Αγγλικός όρος:
Curium, Cm
Μετάφραση:
Curium, Cm
Ελληνικός όρος:
Κίρρωση
Αγγλικός όρος:
Cirrhosis
Μετάφραση:
Cirrhosis
Ελληνικός όρος:
Κιτράλη
Αγγλικός όρος:
Citral
Μετάφραση:
Citral
Ελληνικός όρος:
Κιτρική ορφεναδρίνη
Αγγλικός όρος:
Orphenadrine citrate
Μετάφραση:
Orphenadrine citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό δικάλιο
Αγγλικός όρος:
Dipotassium citrate
Μετάφραση:
Dipotassium citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό δινάτριο
Αγγλικός όρος:
Disodium citrate
Μετάφραση:
Disodium citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό ιόν
Αγγλικός όρος:
Citric ion
Μετάφραση:
Citric ion
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό κάλιο
Αγγλικός όρος:
Potassium citrate
Μετάφραση:
Potassium citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό μονοκάλιο
Αγγλικός όρος:
Monopotassium citrate
Μετάφραση:
Monopotassium citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό μονονάτριο
Αγγλικός όρος:
Monosodium citrate
Μετάφραση:
Monosodium citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό οξύ ή 2-υδροξυ-1,2,3-προπανοτρικαρβονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Citric acid, 2-hydroxy-1,2,3-propanetricarboxylic acid
Μετάφραση:
Citric acid, 2-hydroxy-1,2,3-propanetricarboxylic acid
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό τρικάλιο
Αγγλικός όρος:
Tripotassium citrate
Μετάφραση:
Tripotassium citrate
Ελληνικός όρος:
Κιτρικό τρινάτριο
Αγγλικός όρος:
Trisodium citrate
Μετάφραση:
Trisodium citrate
Ελληνικός όρος:
Κλαδικά τεχνικά συμβούλια
Αγγλικός όρος:
Technical sector boards
Μετάφραση:
Technical sector boards
Ελληνικός όρος:
Κλαδικό Ινστιτούτο Εργασίας Πετρελαίου και Χημικής Βιομηχανίας
Αγγλικός όρος:
Labour Institute Petroleum and Chemical Industry
Μετάφραση:
Labour Institute Petroleum and Chemical Industry
Ελληνικός όρος:
Κλάδος-στόχος
Αγγλικός όρος:
Target sector
Μετάφραση:
Target sector
Ελληνικός όρος:
Κλάσεις θερμοκρασίας
Αγγλικός όρος:
Temperature classes
Μετάφραση:
Temperature classes
Ελληνικός όρος:
Κλάσμα μάζας
Αγγλικός όρος:
Mass fraction
Μετάφραση:
Mass fraction
Ελληνικός όρος:
Κλειδί (γαλλικό)
Αγγλικός όρος:
Wrench
Μετάφραση:
Wrench
Ελληνικός όρος:
Κλείσιμο
Αγγλικός όρος:
Closure
Μετάφραση:
Closure
Ελληνικός όρος:
Κλειστή πηγή
Αγγλικός όρος:
Sealed source
Μετάφραση:
Sealed source
Ελληνικός όρος:
Κλειστή φορτάμαξα
Αγγλικός όρος:
Closed wagon
Μετάφραση:
Closed wagon
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
127
Page
128
Page
129
Page
130
Current page
131
Page
132
Page
133
Page
134
Page
135
…
Next page
››
Last page
τελευταία »