Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 5113 - 5148 of 9229
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Μαθητευόμενος
Αγγλικός όρος:
Apprentice
Μετάφραση:
Apprentice
Ελληνικός όρος:
Μακεδονικό Ινστιτούτο Εργασίας
Αγγλικός όρος:
Macedonian Work Institute
Μετάφραση:
Macedonian Work Institute
Ελληνικός όρος:
Μακριά από θερμότητα
Αγγλικός όρος:
Keep away from heat
Μετάφραση:
Keep away from heat
Ελληνικός όρος:
Μακριά από θερμότητα/σπινθήρες/φλόγες/θερμές επιφάνειες
Αγγλικός όρος:
Keep away from heat/sparks/open flames/hot surfaces
Μετάφραση:
Keep away from heat/sparks/open flames/hot surfaces
Ελληνικός όρος:
Μακριά από κατοικημένους χώρους
Αγγλικός όρος:
Keep away from living quarters
Μετάφραση:
Keep away from living quarters
Ελληνικός όρος:
Μακριά από καύσιμα υλικά
Αγγλικός όρος:
Keep away from combustible material
Μετάφραση:
Keep away from combustible material
Ελληνικός όρος:
Μακριά από παιδιά
Αγγλικός όρος:
Keep out of reach of children
Μετάφραση:
Keep out of reach of children
Ελληνικός όρος:
Μακριά από πηγές ανάφλεξης
Αγγλικός όρος:
Keep away from sources of ignition
Μετάφραση:
Keep away from sources of ignition
Ελληνικός όρος:
Μακριά από τρόφιμα, ποτά και ζωοτροφές
Αγγλικός όρος:
Keep away from food, drink and animal feedingstuffs
Μετάφραση:
Keep away from food, drink and animal feedingstuffs
Ελληνικός όρος:
Μακρομόρια
Αγγλικός όρος:
Macromolecules
Μετάφραση:
Macromolecules
Ελληνικός όρος:
Μακροπρόθεσμος κίνδυνος
Αγγλικός όρος:
Chronic hazard, long term hazard
Μετάφραση:
Chronic hazard, long term hazard
Ελληνικός όρος:
Μακροσκοπική κλίμακα
Αγγλικός όρος:
Macroscopic scale
Μετάφραση:
Macroscopic scale
Ελληνικός όρος:
Μακρόχρονη λανθάνουσα περίοδος
Αγγλικός όρος:
Long latency period
Μετάφραση:
Long latency period
Ελληνικός όρος:
Μακροχρόνια έκθεση σε υπερβολικό θόρυβο
Αγγλικός όρος:
Long-term exposure to excessive noise
Μετάφραση:
Long-term exposure to excessive noise
Ελληνικός όρος:
Μαλαθείον
Αγγλικός όρος:
Malathion
Μετάφραση:
Malathion
Ελληνικός όρος:
Μαλακό ξύλο
Αγγλικός όρος:
Soft wood
Μετάφραση:
Soft wood
Ελληνικός όρος:
Μαλακός χάλυβας
Αγγλικός όρος:
Mild steel
Μετάφραση:
Mild steel
Ελληνικός όρος:
Μαλλί ή έριο
Αγγλικός όρος:
Wool
Μετάφραση:
Wool
Ελληνικός όρος:
Μαλτάση
Αγγλικός όρος:
Maltase
Μετάφραση:
Maltase
Ελληνικός όρος:
Μαλτοβιονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Maltobionic acid
Μετάφραση:
Maltobionic acid
Ελληνικός όρος:
Μαλτόζη
Αγγλικός όρος:
Maltose
Μετάφραση:
Maltose
Ελληνικός όρος:
Μανδύας καλωδίου
Αγγλικός όρος:
Cable sheath
Μετάφραση:
Cable sheath
Ελληνικός όρος:
Μανίκι
Αγγλικός όρος:
Sleeve
Μετάφραση:
Sleeve
Ελληνικός όρος:
Μαννάνη
Αγγλικός όρος:
Mannan
Μετάφραση:
Mannan
Ελληνικός όρος:
Μανναρικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Mannaric acid, mannosaccharic acid
Μετάφραση:
Mannaric acid, mannosaccharic acid
Ελληνικός όρος:
Μαννιτόλη
Αγγλικός όρος:
Mannitol
Μετάφραση:
Mannitol
Ελληνικός όρος:
Μαννόζη
Αγγλικός όρος:
Mannose (C6H12O6)
Μετάφραση:
Mannose (C6H12O6)
Ελληνικός όρος:
Μαννονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Mannonic acid
Μετάφραση:
Mannonic acid
Ελληνικός όρος:
Μαννοπυρανόζη
Αγγλικός όρος:
Mannopyranose
Μετάφραση:
Mannopyranose
Ελληνικός όρος:
Μαννοσακχαρικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Mannosaccharic acid, mannaric acid
Μετάφραση:
Mannosaccharic acid, mannaric acid
Ελληνικός όρος:
Μαννουρονικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Mannuronic acid
Μετάφραση:
Mannuronic acid
Ελληνικός όρος:
Μανομετρική πίεση
Αγγλικός όρος:
Gauge pressure
Μετάφραση:
Gauge pressure
Ελληνικός όρος:
Μάρμαρο
Αγγλικός όρος:
Marble
Μετάφραση:
Marble
Ελληνικός όρος:
Μαρμαροτεχνίτες
Αγγλικός όρος:
Marble workers
Μετάφραση:
Marble workers
Ελληνικός όρος:
Μαρμαρυγία
Αγγλικός όρος:
Mica, biotite, muscovite
Μετάφραση:
Mica, biotite, muscovite
Ελληνικός όρος:
Μάσκα
Αγγλικός όρος:
Mask
Μετάφραση:
Mask
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
139
Page
140
Page
141
Page
142
Current page
143
Page
144
Page
145
Page
146
Page
147
…
Next page
››
Last page
τελευταία »