Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 5509 - 5544 of 9229
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Μέτρο εγγενούς ασφάλειας
Αγγλικός όρος:
Inherently safe design measure
Μετάφραση:
Inherently safe design measure
Ελληνικός όρος:
Μέτρο προστασίας
Αγγλικός όρος:
Protective measure
Μετάφραση:
Protective measure
Ελληνικός όρος:
Μετρολογία
Αγγλικός όρος:
Metrology
Μετάφραση:
Metrology
Ελληνικός όρος:
Μετωπική θερμοσυγκόλληση
Αγγλικός όρος:
Butt- fusion
Μετάφραση:
Butt- fusion
Ελληνικός όρος:
Μετωπική χρωματογραφία
Αγγλικός όρος:
Frontal chromatography
Μετάφραση:
Frontal chromatography
Ελληνικός όρος:
Μεφαιναμικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Mefenamic acid
Μετάφραση:
Mefenamic acid
Ελληνικός όρος:
Μη - μόνιμη μόλυνση
Αγγλικός όρος:
Non-fixed contamination
Μετάφραση:
Non-fixed contamination
Ελληνικός όρος:
Μη ακραίο θερμικό περιβάλλον
Αγγλικός όρος:
Moderate thermal environment
Μετάφραση:
Moderate thermal environment
Ελληνικός όρος:
Μη αμειβόμενη εργασία
Αγγλικός όρος:
Unpaid work
Μετάφραση:
Unpaid work
Ελληνικός όρος:
Μη αναστρέψιμες οφθαλμικές επιπτώσεις
Αγγλικός όρος:
Irreversible effects on the eye
Μετάφραση:
Irreversible effects on the eye
Ελληνικός όρος:
Μη ανοσολογική δερματίτιδα εξ επαφής
Αγγλικός όρος:
Non immunological contact dermatitis
Μετάφραση:
Non immunological contact dermatitis
Ελληνικός όρος:
Μη απομονωμένο ενδιάμεσο προϊόν
Αγγλικός όρος:
Non-isolated intermediate
Μετάφραση:
Non-isolated intermediate
Ελληνικός όρος:
Μη ασφαλείς για τον άνθρωπο – μη ασφαλείς για θερμές εργασίες
Αγγλικός όρος:
Not safe for men – not safe for fire
Μετάφραση:
Not safe for men – not safe for fire
Ελληνικός όρος:
Μη -βιοαποικοδομήσιμα απόβλητα
Αγγλικός όρος:
Non-biodegradable wastes
Μετάφραση:
Non-biodegradable wastes
Ελληνικός όρος:
Μη βιώσιμα υπολείμματα
Αγγλικός όρος:
Non-viable residues
Μετάφραση:
Non-viable residues
Ελληνικός όρος:
Μη γραμμικά οπτικά υλικά
Αγγλικός όρος:
Non-linear optics, NLO
Μετάφραση:
Non-linear optics, NLO
Ελληνικός όρος:
Μη διατηρείτε το δοχείο ερμητικά κλεισμένο
Αγγλικός όρος:
Do not keep the container sealed
Μετάφραση:
Do not keep the container sealed
Ελληνικός όρος:
Μη εκπέμπον θόριο
Αγγλικός όρος:
Unirradiated thorium
Μετάφραση:
Unirradiated thorium
Ελληνικός όρος:
Μη εκπέμπον ουράνιο
Αγγλικός όρος:
Unirradiated uranium
Μετάφραση:
Unirradiated uranium
Ελληνικός όρος:
Μη ενεργοποιημένος
Αγγλικός όρος:
Inactivated
Μετάφραση:
Inactivated
Ελληνικός όρος:
Μη ενισχυμένο (π.χ. υλικό)
Αγγλικός όρος:
Undoped
Μετάφραση:
Undoped
Ελληνικός όρος:
Μη επαγγελματίας χρήστης
Αγγλικός όρος:
Non-professional user
Μετάφραση:
Non-professional user
Ελληνικός όρος:
Μη επικίνδυνη περιοχή
Αγγλικός όρος:
Non-hazardous area
Μετάφραση:
Non-hazardous area
Ελληνικός όρος:
Μη επικίνδυνος χώρος
Αγγλικός όρος:
Non-hazardous place
Μετάφραση:
Non-hazardous place
Ελληνικός όρος:
Μη εύφλεκτο
Αγγλικός όρος:
Non Flammable
Μετάφραση:
Non Flammable
Ελληνικός όρος:
Μη θανατηφόρα ατυχήματα
Αγγλικός όρος:
Non-fatal accidents
Μετάφραση:
Non-fatal accidents
Ελληνικός όρος:
Μη ιοντίζουσα ακτινοβολία
Αγγλικός όρος:
Non-ionising radiation
Μετάφραση:
Non-ionising radiation
Ελληνικός όρος:
Μη ιοντικές επιφανειοδραστικές ουσίες
Αγγλικός όρος:
Non-ionic surfactant
Μετάφραση:
Non-ionic surfactant
Ελληνικός όρος:
Μη καταστροφικός ανιχνευτής
Αγγλικός όρος:
Nondestructive detector
Μετάφραση:
Nondestructive detector
Ελληνικός όρος:
Μη κοινοτικός παρασκευαστής
Αγγλικός όρος:
Non-community manufacturer
Μετάφραση:
Non-community manufacturer
Ελληνικός όρος:
Μη κυβερνητική οργάνωση (ΜΚΟ)
Αγγλικός όρος:
Non-governmental organisation, NGO
Μετάφραση:
Non-governmental organisation, NGO
Ελληνικός όρος:
Μη μόνιμη μόλυνση
Αγγλικός όρος:
Non-fixed contamination
Μετάφραση:
Non-fixed contamination
Ελληνικός όρος:
Μη σταδιακά εισαγόμενη ουσία
Αγγλικός όρος:
Non phase-in substance
Μετάφραση:
Non phase-in substance
Ελληνικός όρος:
Μη τοξικό
Αγγλικός όρος:
Non toxic
Μετάφραση:
Non toxic
Ελληνικός όρος:
Μη υποχρεωτικό
Αγγλικός όρος:
Not mandatory, NM
Μετάφραση:
Not mandatory, NM
Ελληνικός όρος:
Μη χημικώς τροποποιημένη ουσία
Αγγλικός όρος:
Not chemically modified substance
Μετάφραση:
Not chemically modified substance
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
150
Page
151
Page
152
Page
153
Current page
154
Page
155
Page
156
Page
157
Page
158
…
Next page
››
Last page
τελευταία »