Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 8065 - 8100 of 9229
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Τιμή εκπομπής
Αγγλικός όρος:
Emission value
Μετάφραση:
Emission value
Ελληνικός όρος:
Τιμή εκπομπής θορύβου
Αγγλικός όρος:
Noise emission value
Μετάφραση:
Noise emission value
Ελληνικός όρος:
Τιμή κριτηρίου p
Αγγλικός όρος:
P value
Μετάφραση:
P value
Ελληνικός όρος:
Τιτάνιο
Αγγλικός όρος:
Titanium (Ti)
Μετάφραση:
Titanium (Ti)
Ελληνικός όρος:
Τμήμα Εργασίας
Αγγλικός όρος:
Department of Labor
Μετάφραση:
Department of Labor
Ελληνικός όρος:
Τμήμα Υγείας και Ανθρωπίνων Πόρων
Αγγλικός όρος:
Department of Health and Human Services
Μετάφραση:
Department of Health and Human Services
Ελληνικός όρος:
Το δοχείο να διατηρείται ερμητικά κλεισμένο και να προστατεύεται από την υγρασία
Αγγλικός όρος:
Keep container tightly closed and dry
Μετάφραση:
Keep container tightly closed and dry
Ελληνικός όρος:
Το δοχείο να διατηρείται ερμητικά κλεισμένο και σε καλά αεριζόμενο μέρος
Αγγλικός όρος:
Keep container tightly closed and in a well-ventilated place
Μετάφραση:
Keep container tightly closed and in a well-ventilated place
Ελληνικός όρος:
Το δοχείο να προστατεύεται από την υγρασία
Αγγλικός όρος:
Keep container dry
Μετάφραση:
Keep container dry
Ελληνικός όρος:
Το κατάλληλο υλικό καθορίζεται από τον παραγωγό
Αγγλικός όρος:
Appropriate material to be specified by the manufacturer
Μετάφραση:
Appropriate material to be specified by the manufacturer
Ελληνικός όρος:
Το περιεχόμενο αποθηκεύεται σε …
Αγγλικός όρος:
Store contents under …
Μετάφραση:
Store contents under …
Ελληνικός όρος:
Το υλικό αυτό και ο περιέκτης του να εναποτεθούν σε χώρο συλλογής επικινδύνων ή ειδικών αποβλήτων
Αγγλικός όρος:
Dispose of this material and its container to hazardous or special waste collection point
Μετάφραση:
Dispose of this material and its container to hazardous or special waste collection point
Ελληνικός όρος:
Το υλικό και ο περιέκτης του να θεωρηθούν κατά τη διάθεση τους επικίνδυνα απόβλητα
Αγγλικός όρος:
This material and its container must be disposed of as hazardous waste
Μετάφραση:
This material and its container must be disposed of as hazardous waste
Ελληνικός όρος:
Το υλικό και ο περιέκτης του πρέπει να διατεθεί με ασφαλή τρόπο
Αγγλικός όρος:
This material and its container must be disposed of in a safe way
Μετάφραση:
This material and its container must be disposed of in a safe way
Ελληνικός όρος:
Τοίχος
Αγγλικός όρος:
Wall
Μετάφραση:
Wall
Ελληνικός όρος:
Τολιδίνη
Αγγλικός όρος:
Tolidine
Μετάφραση:
Tolidine
Ελληνικός όρος:
Τολουαλδεΰδη
Αγγλικός όρος:
Tolualdehyde
Μετάφραση:
Tolualdehyde
Ελληνικός όρος:
Τολουιδίνη ή αμινοτολουόλιο ή μεθυλοανιλίνη
Αγγλικός όρος:
Toluidine or aminotoluene or methylaniline
Μετάφραση:
Toluidine or aminotoluene or methylaniline
Ελληνικός όρος:
Τολουικό οξύ
Αγγλικός όρος:
Toluic acid
Μετάφραση:
Toluic acid
Ελληνικός όρος:
Τολουόλιο ή τολουένιο ή μεθυλοβενζόλιο
Αγγλικός όρος:
Toluene or methylbenzene
Μετάφραση:
Toluene or methylbenzene
Ελληνικός όρος:
Τολουολοσουλφονικός αιθυλεστέρας ή τοσυλοαιθυλεστέρας
Αγγλικός όρος:
Ethyl toluenesulfonate, ethyl tosylate
Μετάφραση:
Ethyl toluenesulfonate, ethyl tosylate
Ελληνικός όρος:
Τολουολοσουλφονυλοχλωρίδιο p-
Αγγλικός όρος:
p-toluenesulfonyl chloride, tosyl chloride
Μετάφραση:
p-toluenesulfonyl chloride, tosyl chloride
Ελληνικός όρος:
Τολυλφλουανίδη
Αγγλικός όρος:
Tolylfluanid
Μετάφραση:
Tolylfluanid
Ελληνικός όρος:
Τομέας
Αγγλικός όρος:
Sector
Μετάφραση:
Sector
Ελληνικός όρος:
Τοξαφαίνιο
Αγγλικός όρος:
Chlorinated camphene, toxaphene, camphechlor
Μετάφραση:
Chlorinated camphene, toxaphene, camphechlor
Ελληνικός όρος:
Τοξικά μέταλλα
Αγγλικός όρος:
Toxic metals
Μετάφραση:
Toxic metals
Ελληνικός όρος:
Τοξική ουσία
Αγγλικός όρος:
Toxic substance (T, T+)
Μετάφραση:
Toxic substance (T, T+)
Ελληνικός όρος:
Τοξικό αέριο
Αγγλικός όρος:
Toxic gas
Μετάφραση:
Toxic gas
Ελληνικός όρος:
Τοξικό για τη χλωρίδα
Αγγλικός όρος:
Toxic to flora
Μετάφραση:
Toxic to flora
Ελληνικός όρος:
Τοξικό για την πανίδα
Αγγλικός όρος:
Toxic to fauna
Μετάφραση:
Toxic to fauna
Ελληνικός όρος:
Τοξικό για τις μέλισσες
Αγγλικός όρος:
Toxic to bees
Μετάφραση:
Toxic to bees
Ελληνικός όρος:
Τοξικό για τους οργανισμούς του εδάφους
Αγγλικός όρος:
Toxic to soil organisms
Μετάφραση:
Toxic to soil organisms
Ελληνικός όρος:
Τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς, μπορεί να προκαλέσει μακροχρόνιες δυσμενείς επιπτώσεις στο υδάτινο περιβάλλον
Αγγλικός όρος:
Toxic to aquatic organisms, may cause long-term adverse effects in the aquatic environment
Μετάφραση:
Toxic to aquatic organisms, may cause long-term adverse effects in the aquatic environment
Ελληνικός όρος:
Τοξικό νέφος
Αγγλικός όρος:
Toxic load
Μετάφραση:
Toxic load
Ελληνικός όρος:
Τοξικό όταν εισπνέεται, σε επαφή με το δέρμα και σε περίπτωση καταπόσεως
Αγγλικός όρος:
Toxic by inhalation, in contact with skin and if swallowed
Μετάφραση:
Toxic by inhalation, in contact with skin and if swallowed
Ελληνικός όρος:
Τοξικό σε επαφή με τα μάτια
Αγγλικός όρος:
Toxic by eye contact
Μετάφραση:
Toxic by eye contact
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
221
Page
222
Page
223
Page
224
Current page
225
Page
226
Page
227
Page
228
Page
229
…
Next page
››
Last page
τελευταία »