Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 578Β_1991 | 1.18 MB |
4.1 ΜΕΛΕΤΗ ΠΥΡΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Η Μελέτη Πυροπροστασίας της εγκατάστασης συντάσσεται από την ενδιαφερόµενη επιχείρηση και υποβάλλεται στην αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία για έγκριση.
Στις περιπτώσεις εγκαταστάσεων υγρών καυσίµων που εξυπηρετούν τις λειτουργικές ανάγκες βιοµηχανιών-βιοτεχνιών, θα συντάσσεται ενιαία µελέτη πυροπροστασίας για τις επιχειρήσεις αυτές, θα λαµβάνονται δε όλα τα µέτρα και µέσα πυροπροστασίας που προβλέπονται από την παρούσα και την 7755/160/1988 Υπουργική Απόφαση.
Όπου από την παρούσα επιβάλλεται η εγκατάσταση µονίµων συστηµάτων πυροπροστασίας µαζί µε την µελέτη θα υποβάλλεται και τεχνική περιγραφή αυτών υπογεγραµµένη από πρόσωπο που έχει τα προσόντα, σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις.
Η µελέτη πρέπει να περιλαµβάνει σύµφωνα µε τους κανόνες της παρούσας απόφασης:
− Τα προληπτικά µέτρα πυροπροστασίας του συνόλου της εγκατάστασης.
− Τα κατασταλτικά µέσα καταπολέµησης πυρκαγιάς.
− Τη συγκρότηση οµάδας (ή οµάδων) πυροπροστασίας από το προσωπικό της εγκατάστασης.
Επίσης θα καθορίζει το είδος της εκπαίδευσης και τα ειδικά καθήκοντα της οµάδας (ή των οµάδων) Πυροπροστασίας, σε θέµατα πρόληψης, περιστολής και καταστολής της πυρκαγιάς, καθώς και τον τρόπο δράσης της (ή δράσης τους).
Για τη χορήγηση, από τις αρµόδιες Υπηρεσίες, των αδειών εγκαταστάσεως, επεκτάσεως ή εκσυγχρονισµού εγκαταστάσεων αποθήκευσης υγρών καυσίµων, απαιτείται πλην των λοιπών δικαιολογητικών και η υποβολή της Μελέτης Πυροπροστασίας θεωρηµένης από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία.
Η άδεια λειτουργίας των εν λόγω εγκαταστάσεων θα εκδίδεται εφόσον προσκοµισθεί, στην αρµόδια για την έκδοση της αδείας λειτουργίας Υπηρεσία, πιστοποιητικό της αρµόδιας Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ότι έχουν ληφθεί τα αναφερόµενα στη µελέτη µέτρα πυροπροστασίας.
Το πιστοποιητικό αυτό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ισχύει για 5 χρόνια.
Η Μελέτη Πυροπροστασίας και το πιστοποιητικό πυροπροστασίας εκδίδονται για οποιαδήποτε περίπτωση ίδρυσης, επέκτασης, διαρρύθµισης και εκσυγχρονισµού εγκαταστάσεων αποθήκευσης υγρών καυσίµων για τις οποίες θα εκδοθούν οι αντίστοιχες άδειες εγκαταστάσεως
και λειτουργίας.
Επίσης, Μελέτη Πυροπροστασίας και πιστοποιητικό πυροπροστασίας απαιτούνται για την προσαρµογή των υφιστάµενων εγκαταστάσεων µε τις διατάξεις της παρούσας.
Προκειµένου να εγκριθεί η µελέτη Πυροπροστασίας κάθε εγκατάστασης, από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, απαιτείται να υποβληθούν εκτός των άλλων απαραίτητων εντύπων, µελετών και σχεδίων και τα παρακάτω στοιχεία:
1. Λεπτοµερής κατάσταση των πιθανών κινδύνων, περιλαµβανοµένων των τοποθεσιών εκδήλωσης, της διάταξης των επικίνδυνων περιοχών και των επικίνδυνων (εύφλεκτων ή εκρηκτικών) υλικών που διακινούνται ή επεξεργάζονται.
2. Τύπος διατιθέµενου αφρογόνου και αναλογία ανάµιξης.
3. Απαιτούµενη µέγιστη ποσότητα αφροδιαλύµατος που δυνατόν να απαιτηθεί και το απόθεµα της εγκατάστασης σε αφρογόνο.
4. Υπολογισµοί, βάσει των οποίων προσδιορίσθηκε η µέγιστη απαίτηση σε αφρό.
5. Υδραυλικός υπολογισµός της εγκατάστασης αφρού.
6. Αναφορά όλων των διατιθέµενων αφροποιητικών µέσων (τύπος, παροχή).
7. Θέσεις γραµµών αφρού, ανιχνευτών (αν υπάρχουν) µηχανισµών χειρισµού, εγκαταστάσεων αφροπαραγωγής, στοµίων εξόδου αφρού, σηµείων σύνδεσης αυτοκινήτων (αν υπάρχουν), άλλων βοηθητικών πυροσβεστικών µηχανισµών.
8. Απαίτηση σε νερό (πόσο νερό για τη µέγιστη αφροπαραγωγή και πόσο για πρόσθετη χρήση).
9. ∆ιατιθέµενη συνολική ποσότητα νερού, χρόνος, παροχή, πίεση, χωρητικότητα δεξαµενής νερού, αναφορά µόνιµων ψυκτικών συστηµάτων και συστηµάτων καταιονισµού.
10. Σχέδιο µε υδρολήψεις, κατανοµή δικτύου νερού, µηχανισµούς λειτουργίας, βάνες κ.λπ.
11. Συνολικά γραµµικά σχέδια των παραπάνω (παρ. 7 και 10).
12. Λεπτοµέρειες και επεξηγήσεις των ειδικών περιπτώσεων και χαρακτηριστικών.
Προκειµένου να εκδοθεί το πιστοποιητικό πυροπροστασίας απαιτείται να υποβληθούν.
- Γενική κατάσταση όλου του υπόλοιπου φορητού, µόνιµου ή ηµιµόνιµου πυροσβεστικού εξοπλισµού (ποσότητα, τύπος, ικανότητα).
- Σχετικά µε τους πυροσβεστήρες, αυτοί θα συνοδεύονται µε πιστοποιητικά ετοιµότητας και ανελλιπούς περιοδικού ελέγχου.
- ∆ήλωση του Ν. 1599/86 υπογεγραµµένη από τον υπεύθυνο Μηχανολόγο ή Μηχανικό ή το Γενικό ∆ιευθυντή της Επιχείρησης, ότι όλος ο πυροσβεστικός εξοπλισµός συντηρείται τακτικά και ότι είναι σε πλήρη ετοιµότητα.
Η έγκριση της αρτιότητας του πυροσβεστικού συστήµατος ανήκει αποκλειστικά στην υπεύθυνη Πυροσβεστική Υπηρεσία της περιοχής που θα εκδόσει το απαραίτητο πιστοποιητικό.
Η Πυροσβεστική Υπηρεσία έχει το δικαίωµα να ενεργεί αυτεπάγγελτα έλεγχο οποτεδήποτε κρίνει σκόπιµο, για την εφαρµογή της παρούσας απόφασης. Σε περίπτωση διαπίστωσης µη τήρησης του κανονισµού έχει το δικαίωµα ανάκλησης του πιστοποιητικού µε ταυτόχρονη γνωστοποίηση στις αρµόδιες Υπηρεσίες του ΥΒΕΤ.
4.2. ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ ΥΓΡΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ
Σύµφωνα µε την ταξινόµηση σε οµάδες κινδύνου και κατηγορίες πυρκαγιών του Παραρτήµατος Ι, οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων κατατάσσονται από άποψη κινδύνου πυρκαγιάς στην ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Β, ήτοι:
Στις ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ – ΒΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ Βγ ΚΑ –32 ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΑΝΘΡΑΚΟΣ.
4.3 ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΠΥΡΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
4.3.1 ΓΕΝΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Αυτά περιλαµβάνουν σειρά προληπτικών µέτρων γενικής εφαρµογής ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο η πιθανότητα ανάφλεξης και παράλληλα να υπάρχει η δυνατότητα αποτελεσµατικής καταπολέµησης σε περίπτωση εκδήλωσης πυρκαγιάς, ήτοι:
1. Ανάρτηση πινακίδων σε εµφανή σηµεία της εγκατάστασης, µε οδηγίες πρόληψης πυρκαγιάς και τρόπους ενέργειας του προσωπικού της επιχείρησης σε περίπτωση έναρξης πυρκαγιάς.
2. Σήµανση θέσεων πυροσβεστικού υλικού, οδών διαφυγής και εξόδων κινδύνου.
3. Σήµανση επικίνδυνων υλικών και χώρων.
4. Απαγόρευση καπνίσµατος, χρήση γυµνής φλόγας (σπίρτων, αναπτήρων κ.τ.λ.) και πυροδοτικών συσκευών, σε επικίνδυνους χώρους.
5. Κατάλληλη διευθέτηση των χώρων αποθήκευσης υλών που µπορούν να αυταναφλεγούν και αποθήκευσή τους σε περιοχές που δεν περιλαµβάνουν ζώνες 0, 1 και 2, όπως αυτές ορίζονται στην παρ. 3.10.4 του Π.∆. 44/1987.
6. Αποµάκρυνση από τις αποθήκες διαδρόµους, ταράτσες, προαύλια κ.τ.λ. όλων των άχρηστων ευφλέκτων υλικών και τοποθέτηση αυτών σε ασφαλή µέρη για αποφυγή µετάδοσης της φωτιάς σ’ αυτά.
7. Τήρηση διόδων µεταξύ των αποθηκευοµένων υλικών, για τη διευκόλυνση επέµβασης σε περίπτωση έναρξης πυρκαγιάς.
8. Αποµάκρυνση ευφλέκτων υλών από φλόγες και σπινθήρες.
9. ∆ηµιουργία προϋποθέσεων για την αποφυγή τυχαίας ανάµιξης υλικών διάφορων φύσεων, που µπορούν να προκαλέσουν εξώθερµη αντίδραση.
10. Επιµελής συντήρηση των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων γενικά, για την πρόληψη βραχυκυκλωµάτων.
11. Θέση εκτός τάσεως των ηλεκτροµηχανολογικών εγκαταστάσεων κατά τις µη εργάσιµες ηµέρες και ώρες, εκτός αυτών που η λειτουργία τους είναι απαραίτητη και κατά τις µη εργάσιµες ηµέρες και ώρες.
12. Επαρκής και συχνός φυσικός ή τεχνητός αερισµός των χώρων παραγωγής και αποθήκευσης πρώτων υλών και τελικών προϊόντων.
13. Απαγορεύεται γενικά η αποθήκευση πετρελαιοειδών κατηγοριών Ι ή ΙΙ σε στεγασµένους χώρους και κτίρια. Η αποθήκευση πετρελαιοειδών κατηγορίας ΙΙΙ σε στεγασµένους χώρους και κτίρια επιτρέπεται µέχρι ποσότητας 50 κυβ. µέτρων, αλλά µόνο σε ισόγεια κτίρια και εφόσον υπάρχει επαρκής φυσικός ή τεχνητός αερισµός του χώρου και ο κατάλληλος πυροσβεστικός εξοπλισµός.
14. Όλος ο εξοπλισµός πυροπροστασίας της περιοχής, πρέπει να είναι εγκατεστηµένος σε προσιτές θέσεις και να είναι βαµµένος µε χαρακτηριστικό κόκκινο χρώµα, ώστε να εντοπίζεται άµεσα από το προσωπικό της περιοχής.
15. Συνεχής καθαρισµός όλων των διαµερισµάτων, γραφείων, διαδρόµων, προαυλίων, αποθηκών κ.τ.λ. της εγκατάστασης.
16. Επιθεώρηση, από υπεύθυνο πρόσωπο της επιχείρησης, όλων των διαµερισµάτων, αποθηκών κ.τ.λ. µετά τη διακοπή της εργασίας καθώς και κατά τις µη εργάσιµες ηµέρες και ώρες, για επισήµανση και εξάλειψη τυχόν υφισταµένων προϋποθέσεων εκδήλωσης πυρκαγιάς.
4.3.2 ΕΙ∆ΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ Βγ
Τα µέτρα αυτά αφορούν περιοχές µε εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων σε ποσότητα πάνω από 300 κυβ. µέτρα. Αναλυτικά απαιτούνται:
1. Συνεχής και συστηµατική αποψίλωση του γηπέδου από ξερά χόρτα, τουλάχιστον σε απόσταση 15 µέτρων από κάθε δεξαµενή καυσίµου.
2. Επαρκής ηλεκτροφωτισµός του γηπέδου.
3. Κατάλληλη περίφραξη της εγκατάστασης µε µανδρότοιχο ύψους 1 τουλάχιστον µέτρου, που να φέρει στην κορφή του ισχυρό δικτυωτό πλέγµα απολήγον σε αγκαθωτό σύρµα, έτσι ώστε το συνολικό ύψος της περίφραξης να είναι τουλάχιστο 2.20 µέτρα.
4. Ύπαρξη εσωτερικών και εξωτερικών δρόµων µε κατάλληλη επίστρωση, για την ευχερή προσπέλαση πυροσβεστικών οχηµάτων σε απόσταση το πολύ 20 µέτρων από την πιο αποµακρυσµένη δεξαµενή.
Όπου τα παραπάνω δεν µπορούν να εφαρµοστούν, εν όλω ή εν µέρει, λόγω διαµόρφωσης του εδάφους και της γειτονικής περιοχής, π.χ. απόκρηµνη περιοχή, ξένες ιδιοκτησίες κ.τ.λ., πρέπει να εξασφαλίζεται η δυνατότητα βολής προς τις µη προσπελάσιµες δεξαµενές µε πρόσθετα κανόνια και να τοποθετούνται σε κατάλληλη θέση υδροστόµια 2,5 ιντσών, για την εξασφάλιση τροφοδότησης του δικτύου µε νερό από πυροσβεστικό όχηµα.
Από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται τα ακατοίκητα νησιά. Οι εγκαταστάσεις θα διαθέτουν συνδέσµους κατάλληλου τύπου και διαστάσεων, ώστε να προσαρµόζονται στον εξοπλισµό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.
5. Φύλαξη των εγκαταστάσεων από φύλακα καθ’ όλο το 24ωρο, εκτός αν η εγκατάσταση βρίσκεται µέσα σε ευρύτερα φυλασσόµενο χώρο.
6. Εφαρµογή της διαδικασίας των αδειών εργασίας.
7. Πλήρως ενηµερωµένη για κάθε ουσιαστική µεταβολή και εγκεκριµένη από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, Μελέτη Πυροπροστασίας.
8. Για εγκαταστάσεις µε αριθµό δεξαµενών πάνω από 10, κέντρο επιχειρήσεων καθώς και σχέδιο οργάνωσης, συντονισµού και ελέγχου κατάστασης έκτακτης ανάγκης.
9. Συνεχής συστηµατική εκπαίδευση του προσωπικού σε θέµατα ασφάλειας και αντιµετώπισης έκτακτων καταστάσεων, µεταξύ των οποίων και πυρκαγιών, σύµφωνα µε τα προβλεπόµενα και από τη Μελέτη Πυροπροστασίας.
10. Ύπαρξη ανάρτηση σε όλες τις εισόδους της εγκατάστασης ευδιάκριτων πινακίδων που απαγορεύουν την είσοδο σε άτοµα που καπνίζουν ή φέρουν αναπτήρες ή σπίρτα, όπως παρακάτω:
- ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΑΥΣΤΗΡΑ ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΚΑΙ Η ΓΥΜΝΗ ΦΛΟΓΑ.
- ∆ΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΓΥΜΝΗΣ ΦΛΟΓΑΣ (ΑΝΑΠΤΗΡΩΝ ΚΑΙ ΣΠΙΡΤΩΝ) ΚΑΙ ΠΥΡΟ∆ΟΤΙΚΩΝ ΣΥΣΚΕΥΩΝ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ.
Πρέπει επίσης να δίνονται οδηγίες για τον τόπο όπου πρέπει να παραδοθούν τα σπίρτα και οι αναπτήρες. Παρόµοιες προειδοποιητικές πινακίδες πρέπει να αναρτώνται και στις εξόδους από µη επικίνδυνες σε επικίνδυνες περιοχές.
Οι χώροι καπνίσµατος πρέπει να είναι καθορισµένοι.
4.3.3 ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
Υποχρεωτική είναι η εκπαίδευση του προσωπικού στη χρήση των µέτρων προστασίας και πυρόσβεσης µε µέριµνα της ενδιαφερόµενης επιχείρησης.
Η υποχρεωτική εκπαίδευση του αρµόδιου προσωπικού περιλαµβάνει:
- Θεωρητική κατάρτιση επί των κινδύνων της φωτιάς.
- Γνώση διαδικασιών επέµβασης και εξάσκηση µε υποθετικά περιστατικά στις εγκαταστάσεις.
- Πρακτική εξάσκηση.
Στις µικρές επιχειρήσεις όλο το προσωπικό υποχρεούται να έχει γνώση επί των θεµάτων ασφάλειας και όλο το τεχνικό προσωπικό να είναι άρτια εκπαιδευµένο και καταρτισµένο για την αντιµετώπιση ανεπιθύµητων εκδηλώσεων. Επίσης άρτια εκπαιδευµένο υποχρεούται να
είναι και το προσωπικό της βάρδιας και να γνωρίζει τον τρόπο ενεργοποίησης του συστήµατος κλήσης εξωτερικής βοήθειας.
Οι µεγαλύτερες επιχειρήσεις υποχρεούνται να έχουν άριστα εκπαιδευµένο προσωπικό λειτουργίας ή τεχνικό προσωπικό για τις έκτακτες επεµβάσεις. Προσχεδιασµένες οµάδες επέµβασης έχουν την ευθύνη αντιµετώπισης των πυρκαγιών ή άλλων έκτακτων καταστάσεων κατά τη διάρκεια όλου του 24ώρου, εφόσον η εγκατάσταση ανήκει στην Κατηγορία Α.
Προκειµένου περί εγκαταστάσεων Κατηγορίας Β, προσχεδιασµένη οµάδα επέµβασης θα έχει την ευθύνη αντιµετώπισης µόνο κατά την ώρα λειτουργίας, ενώ το προσωπικό βάρδιας οφείλει να γνωρίζει τον τρόπο ενεργοποίησης του συστήµατος κλήσης εξωτερικής βοήθειας.
4.4.ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
4.4.1. ΓΕΝΙΚΑ
Τα µέσα πυρόσβεσης που σήµερα χρησιµοποιούνται στη Χηµική Βιοµηχανία και στα συγκροτήµατα του πετρελαίου είναι τα πιο κάτω:
− Νερό
− Σκόνες
− ∆ιοξείδιο του άνθρακα
− HALON
− Αφρός.
4.4.2. ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
1. ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΑ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
Α. ΓΕΝΙΚΑ
Ο όρος αφροποιητικά συστήµατα δεξαµενών χαρακτηρίζει τα συστήµατα που έχουν:
− Μόνιµα εγκατεστηµένες αφρογεννήτριες όπου γίνεται η παρασκευή του τελικού αφρού µε ανάµιξη του αφροδιαλύµατος µε την απαιτούµενη ποσότητα αέρα.
− Μόνιµα εγκατεστηµένες σωληνώσεις µεταφοράς του τελικού αφρού από τις αφρογεννήτριες προς το στόµιο εξόδου του αφρού στο εσωτερικό της δεξαµενής, για δεξαµενές σταθερής οροφής ή προς τον δακτύλιο, για δεξαµενές πλωτής οροφής.
− Μόνιµα εγκατεστηµένες σωληνώσεις µεταφοράς του αφροδιαλύµατος (δηλαδή του υπό κατάλληλη αναλογία διαλύµατος νερού και αφρογόνου, που δηµιουργείται στον ειδικό για το σκοπό αυτό αφροαναµίκτη) από ασφαλή θέση, ευρισκόµενη έξω από τη λεκάνη ασφάλειας της δεξαµενής, µέχρι τις αφρογεννήτριες.
Η ανωτέρω αναφερόµενη «ασφαλής» θέση, ευρίσκεται σε απόσταση από το περίβληµα της δεξαµενής τουλάχιστον ίση µε την προβλεπόµενη στις παρ. 4.4.2.2. Γ και 4.4.2.3. Γ αντίστοιχα για δεξαµενές σταθερής και πλωτής οροφής.
Ανάλογα µε την κατασκευή του υπόλοιπου συστήµατος, δηλαδή του τµήµατος που προηγείται της ανωτέρω οριζόµενης «ασφαλούς» θέσης, σχετικά µε την κατεύθυνση της ροής, τα εγκατεστηµένα συστήµατα, διακρίνονται σε:
− ΜΟΝΙΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
− ΗΜΙΜΟΝΙΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Η διάκριση αυτή, αφορά στο συγκρότηµα αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης µε το νερό του αφρογόνου, για την παρασκευή του επιθυµητού αφροδιαλύµατος, που οδεύει προς τις αφρογεννήτριες.
Σχεδόν παρόµοια µε τα περιγραφόµενα παραπάνω αφροποιητικά συστήµατα είναι και τα εγκατεστηµένα αφροποιητικά συστήµατα που χρησιµοποιούνται για την προστασία άλλων κατασκευών και χώρων, όπως οι σταθµοί φορτοεκφόρτωσης βυτιοφόρων κ.λπ.
Β. ΜΟΝΙΜΑ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Στο µόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, όλα τα µέρη του συγκροτήµατος αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης του αφρογόνου είναι επίσης µόνιµα εγκατεστηµένα και συνδέονται µεταξύ τους και προς το υδροδοτικό δίκτυο και το δίκτυο διανοµής αφροδιαλύµατος/αφρού µε µόνιµες σωληνώσεις.
Γενικά, η κατασκευή των µονίµων σωληνώσεων, που χρησιµοποιούνται σε όλη την έκταση των εγκατεστηµένων συστηµάτων, ακολουθεί τις προδιαγραφές κατασκευής του υδροδοτικού δικτύου διανοµής.
Ένα µόνιµο αφροποιητικό σύστηµα µπορεί να προστατεύει µια µόνο δεξαµενή ή µια οµάδα δεξαµενών που είναι συγκεντρωµένες στην ίδια περιοχή και ανήκουν σε µια ή περισσότερες γειτονικές λεκάνες ασφάλειας. Ακόµη, µπορεί το ίδιο σύστηµα να παρέχει προστασία µε αφρό των αντίστοιχων λεκανών ασφάλειας και επίσης, σε ορισµένες περιπτώσεις, εφόσον το επιτρέπουν οι υπάρχουσες αποστάσεις και επεκτείνεται για προστασία και άλλων κατασκευών και χώρων της περιοχής.
Το συγκρότηµα αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης αφρογόνου ενός τυπικού µόνιµου συστήµατος αποτελείται από:
− Την δεξαµενή αφρογόνου µε χωρητικότητα που υπερκαλύπτει την ελάχιστη απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου για άµεση και πλήρη λειτουργία (βλ. παρ. 4.4.10) και είναι µεταλλική ή πλαστική ελεύθερης αναπνοής.
− Τον αναµίκτη ρυθµιζόµενης αναλογίας αφροανάµιξης, συνήθως 1-6%. Αναµίκτης σταθερής αφροανάµιξης θεωρείται επίσης κατάλληλος και αποδεκτός, εφόσον έχει ρυθµισθεί στην απαιτούµενη αναλογία (3, 4 ή 5%).
− 2 αντλίες (ηλεκτροκίνητη και αυτόνοµης κίνησης εφεδρική) για την προώθηση του αφρογόνου προς τον αναµίκτη.
Η παροχή κάθε αντλίας πρέπει απαραιτήτως να υπερκαλύπτει κατά 20% τη µέγιστη απαίτηση του αφροαναµίκτη. Η πίεση κατάθλιψης των αντλιών αυτών πρέπει να είναι κατά 1-2 BAR µεγαλύτερη της µέγιστης πίεσης λειτουργίας νερού στο πυροσβεστικό δίκτυο διανοµής. Σύστηµα αγωγών, διανοµέων, βανών κ.τ.λ. προκειµένου να κατευθυνθεί η παροχή του αφροδιαλύµατος προς την επιθυµητή δεξαµενή, εφόσον το σύστηµα προστατεύει οµάδα δεξαµενών ή άλλο προστατευόµενο χώρο.
Ο χρόνος εµφάνισης του αφροδιαλύµατος στη δεξαµενή ή στους άλλους προστευόµενους χώρους και έναρξης αφροπαραγωγής, σε καµιά περίπτωση δεν πρέπει να είναι µεγαλύτερος των 3 λεπτών.
Η διατήρηση των γραµµών του αφροδιαλύµατος στη δεξαµενή ή στους άλλους προστατευόµενους χώρους και έναρξης αφροπαραγωγής, σε καµία περίπτωση δεν πρέπει να είναι µεγαλύτερος των 3 λεπτών.
Η διατήρηση των γραµµών του αφροδιαλύµατος γεµάτων µε αφροδιάλυµα, συντοµεύει το χρόνο έναρξης αφροπαραγωγής και επιτρέπει την κάλυψη δεξαµενών σε ικανές αποστάσεις. Εναλλακτικά, µπορούν να χρησιµοποιούνται στα µόνιµα αφροποιητικά συστήµατος κατάλληλοι αναµίκτες µε δυνατότητα ταυτόχρονης εισρόφησης του αφρογόνου, καταργώντας τις αντλίες προώθησης αφρογόνου. Οι αναµίκτες αυτοί είναι γνωστοί σαν «τζιφάρια» και αναρροφούν την αναγκαία ποσότητα αφρογόνου δηµιουργώντας τοπική υποπίεση σε ειδικό ακροφύσιο που περιέχουν.
Γ. ΗΜΙΜΟΝΙΜΑ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Στο ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, τα διάφορα µέρη του συγκροτήµατος αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης και οι συνδέσεις τους, δεν είναι εξ’ ολοκλήρου ή εν µέρει) µόνιµα. ∆ηλαδή χρησιµοποιούνται π.χ. δοχεία αφρογόνου αντί δεξαµενών, κινητοί αναµίκτες και ελαστικοί σωλήνες µε ταχυσυνδέσµους στα άκρα κ.τ.λ.
Στα συστήµατα αυτά µπορούν να χρησιµοποιούνται αναµίκτες/τζιφάρια.
Όλες οι µονάδες του εξοπλισµού θα βρίσκονται σε κατάλληλες σηµασµένες θέσεις της περιοχής άµεσα προσπελάσιµες, µαζί µε την ελάχιστη απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου (για άµεση και πλήρη λειτουργία) στα κατάλληλα δοχεία.
Τα ηµιµόνιµα συστήµατα είναι απόλυτα συµβατά µε την δυνατότητα άµεσης διαθεσιµότητας πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού.
2. ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΣΤΑΘΕΡΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
Α. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ
Ι. ∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ απαιτούν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, εφόσον η κάθε µία έχει χωρητικότητα µεγαλύτερη των 30 κυβ. µέτρων ή η συνολική χωρητικότητα της εγκατάστασης είναι µεγαλύτερη των 200 κυβ. µέτρων.
ΙΙ. ∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ δεν απαιτούν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, εφόσον ικανοποιούνται όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις.
α. Οι αποστάσεις ασφάλειας είναι οι προβλεπόµενες ή ισχύουν τα αναφερόµενα στην παράγραφο 4.4.5.
β. ∆ιαθέτουν λεκάνη ασφάλειας ή σύστηµα περισυλλογής επαρκούς χωρητικότητας.
γ. ∆εν πρόκειται εναλλακτικά να δεχθούν προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
δ. ∆εν βρίσκονται στην ίδια λεκάνη ασφάλειας µε δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
ε. ∆εν έχουν διάµετρο µεγαλύτερη των 48 µέτρων.
στ. Υπάρχει πρόβλεψη για χρήση άλλων αφροποιητικών µέσων σε επάρκεια. Από την υποχρέωση αυτή απαλλάσσονται δεξαµενές συνολικής χωρητικότητας µέχρι και 50 Μ3.
Με τον όρο άλλα αφροποιητικά µέσα εννοούµε:
Κανόνια αφρού.
Πύργους αφρού.
Αφρογεννήτριες χειρός.
Τα κανόνα θεωρούνται επαρκή για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 18 µέτρα, εκτός αν πρόκειται για δεξαµενές µαζούτ οπότε τα κανόνια θεωρούνται επαρκή για δεξαµενές µε διάµετρο µέχρι 48 µέτρα.
Για δεξαµενές µε διάµετρο µεταξύ 18 και 48 µέτρων, απαιτούνται πύργοι αφρού ή µόνιµα συστήµατα.
Οι αφρογεννήτριες χειρός θεωρούνται επαρκείς για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 9 µέτρα και ύψους µέχρι 6 µέτρα.
Β. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Υποχρεωτικός τρόπος προστασίας των δεξαµενών σταθερής οροφής είναι η αφροκάλυψη της φλεγόµενης επιφάνειας. Η σωστή προστασία απαιτεί να αρχίσει η διαδικασία αφροκάλυψης έγκαιρα, πριν υπερθερµανθούν οι µεταλλικές επιφάνειες και το περιεχόµενο προϊόν, ώστε η καταστολή της φωτιάς να αποβεί αποτελεσµατική και να µην προκύψει καθυστέρηση στην επέµβαση ή µη ενδεδειγµένος τρόπος στην καταστολή, και να δηµιουργηθεί η συνήθης εκτίναξη της οροφής (έκρηξη), η κατάρρευση των µεταλλικών τοιχωµάτων και η αχρήστευση του αφροποιητικού συστήµατος.
Η παράλληλη ψύξη της καιόµενης δεξαµενής (εφόσον βέβαια δεν είναι µονωµένη), είναι υποχρεωτική προϋπόθεση για τη σωστή και ασφαλή αντιµετώπιση της κατάστασης. Η ψύξη επιµηκύνει το χρόνο αντοχής των τοιχωµάτων, άρα του αφροποιητικού συστήµατος.
Οι υποχρεωτικοί τρόποι προστασίας των δεξαµενών αυτών µε σύστηµα αφρού, εφόσον απαιτείται από την παρούσα απόφαση, είναι:
− Επιφανειακή εφαρµογής
Έκχυση του αφρού πάνω από τη φλεγόµενη επιφάνεια του περιεχοµένου προϊόντος, µε σύστηµα αφρογεννητριών χαµηλής πίεσης και αφροκεφαλών, που είναι τοποθετηµένες στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής.
− Εισαγωγή από τον πυθµένα.
Εισαγωγή του αφρού υπό πίεση στο κάτω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής (50 εκατοστά από τον πυθµένα), µε σύστηµα αφρογεννητριών υψηλής πίεσης που βρίσκονται συνήθως εκτός λεκάνης ασφάλειας. Ο αφρός, εισερχόµενος εντός της µάζας του περιεχοµένου προϊόντος, ανεβαίνει στην επιφάνειά του και απλώνεται καλύπτοντάς την.
Γ. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΧΕ∆ΙΑΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Η ελάχιστη απόσταση των βανών χειρισµού και του σηµείου προβλεπόµενης σύνδεσης πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού από τη δεξαµενή, πρέπει απαραιτήτως να είναι το µεγαλύτερο µεταξύ των 15 µέτρων και µιας διαµέτρου της υπό προστασία δεξαµενής,
οπωσδήποτε όµως εκτός της λεκάνης ασφάλειας της δεξαµενής.
Εάν οι βάνες είναι τηλεχειριζόµενες ή µεταξύ αυτών και της υπό προστασία δεξαµενής υπάρχει αντιπυρικός τοίχος ύψους τουλάχιστον 2 µέτρων, τότε η ελάχιστη απόσταση ασφάλειας µπορεί να µειωθεί στα 5 µέτρα το πολύ.
Ο υπολογισµός των αγωγών πρέπει να γίνεται µε πιστή εφαρµογή των νόµων και των κανόνων της υδραυλικής, ώστε να επιτυγχάνεται η απαιτούµενη πίεση λειτουργίας.
Οι υδρολήψεις στον απαιτούµενο αριθµό, θα είναι σε αποστάσεις 15 έως 40 µέτρων από το σηµείο σύνδεσης του πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού.
Ι. ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Οι πίνακες που ακολουθούν την απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος ανά µονάδα ελεύθερης επιφάνειας περιεχόµενου προϊόντος της δεξαµενής και τον απαιτούµενο χρόνο εφαρµογής, περιλαµβάνουν δε εκτός της επιφανειακής εφαρµογής και την εισαγωγή από τον πυθµένα.
Σηµείωση:
Για όλα τα προϊόντα του παραπάνω πίνακα, εκτός των υδρογονανθράκων, χρησιµοποιείται αφρός αλκοολικού τύπου. ∆ηλαδή, ακόµη και υδρογονάνθρακες µε αλκοόλη 10% αντιµετωπίζονται µε αφρό αλκοολικού τύπου, όπως οι διάφορες πολικές ενώσεις που ακολουθούν στη στήλη «προϊόν» του πίνακα.
Η εισαγωγή αφρού γίνεται µε έκχυση πάνω από την επιφάνεια του καυσίµου και χρησιµοποιούνται αφρογεννήτριες χαµηλής πίεσης.
Οι αφρογεννήτριες αυτές θα εισάγουν τον αφρό στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους και σε απόσταση περίπου 40 εκατοστών κάτω από την οροφή της δεξαµενής. Απαγορεύεται η εισαγωγή του αφρού από την οροφή (ενδεχόµενη έκρηξη θα καταστρέψει το αφροποιητικό σύστηµα, µε την εκτίναξη της οροφής).
Κάθε τέτοια αφρογεννήτρια θα συνδυάζεται µε:
− Την αντίστοιχη σε παροχή αφροκεφαλή, που περιέχει τη µεµβράνη ή το γυαλί αποµόνωσης.
− Το αντίστοιχο σε παροχή εσωτερικό ράµφος.
− Το κατάλληλο δίκτυο διανοµής αφροδιαλύµατος στην απαιτούµενη παροχή.
Η ελάχιστη πίεση λειτουργίας (δυναµική) της πλέον αποµακρυσµένης και δυσµενούς αφρογεννήτριας πρέπει οπωσδήποτε να είναι 3,5 BAR.
Η διανοµή του αφρού γίνεται µε καρακόρυφους αγωγούς και ενδεχοµένως µε οριζόντιους ηµιδακτύλιους κατανοµής, µετά από την απαραίτητη υδραυλική µελέτη του συστήµατος.
Πρέπει υποχρεωτικώς να υπάρχει σύστηµα αποστράγγισης και έκπλυσης των αγωγών διανοµής.
Ο ελάχιστος απαιτούµενος αριθµός αφρογεννητριών καθορίζεται µε βάση το µέγεθος της διαµέτρου της δεξαµενής. Εξυπακούεται ότι το σύνολο των αφρογεννητριών πρέπει πάντοτε να παρέχει την απαραίτητη ποσότητα αφροδιαλύµατος που καθορίζεται από την συνολική απαίτηση της ελάχιστης αφροκάλυψης. Έτσι έχουµε:
Για δεξαµενές µε διάµετρο µεγαλύτερη των 60 µέτρων, θα τίθεται µια επιπλέον αφρογεννήτρια ανά 465 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας.
Σε όλες τις αφρογεννήτριες θα διασφαλίζεται ισόποση παροχή αφροδιαλύµατος.
Η εγκατάσταση συστηµάτων κατάσβεσης µε µέσα διάφορα του αφρού, είναι δυνατή εφόσον εγκρίνεται από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία.
ΙΙ. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΠΥΘΜΕΝΑ
Το σύστηµα αυτό εφαρµόζεται µόνο σε δεξαµενές σταθερής οροφής.
Κατ’ εξαίρεση δεν εφαρµόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
− Σε δεξαµενές που έχουν εσωτερικό πλωτό διάφραγµα µη ενδεδειγµένου τύπου.
− Σε δεξαµενές που περιέχουν βαρέα κλάσµατα υδρογονανθράκων, δηλαδή αταξινόµητα προϊόντα µε σηµείο ανάφλεξης πάνω από 100οC.
Η εφαρµογή του συστήµατος αυτού σε δεξαµενές που περιέχουν πολύ ελαφρείς υδρογονάνθρακες κατηγορίας Ι, γίνεται αποδεκτή εφόσον:
− Η παροχή του αφρού είναι αυξηµένη µέχρι 8,1 LIT/MIN/M2.
− Υπάρχει έγκριση των αρµόδιων αρχών.
Η εισαγωγή αφρού στον πυθµένα βρίσκει άριστη εφαρµογή σε δεξαµενές που περιέχουν κλάσµατα πετρελαίου όπως: βαρείς νάφθες, κηροζίνη, ντήζελ, µέχρι V.G. OIL και ελαφρό µαζούτ.
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος και ο απαιτούµενος χρόνος εφαρµογής, προκύπτουν από τους πίνακες της προηγούµενης παρ. Ι.
Ο χρόνος εφαρµογής, είναι µεγαλύτερος από τον αντίστοιχο της επιφανειακής εφαρµογής, επειδή η διόγκωση του αφροδιαλύµατος είναι στο σύστηµα αυτό µικρότερη. Η εισαγωγή του αφρού γίνεται µε µεγάλη πίεση κάτω από την επιφάνεια του περιεχόµενου καυσίµου της δεξαµενής. Χρησιµοποιούνται αφρογεννήτριες υψηλής πίεσης, που έχουν ελάχιστη πίεση λειτουργίας στην είσοδο τους προδιαγραφόµενη από τον κατασκευαστή τους. Κάθε αφρογεννήτρια ή συστοιχία αφρογεννητριών µέσω κεντρικού αγωγού κατάλληλης διαµέτρου, εισάγει τον αφρό στο κάτω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής, ύψος περίπου 50 εκατοστών πάνω από τον πυθµένα και σε ένα ή περισσότερα σηµεία.
Το σύστηµα αυτό λειτουργεί µε αφρογόνα κατάλληλα για τέτοια εισαγωγή. Το αφρογόνο πρωτείνη δεν είναι κατάλληλο, γιατί συµπαρασύρει σταγονίδια καυσίµου προς τη φλεγόµενη επιφάνεια.
Ο δηµιουργούµενος στις αφρογεννήτριες αφρός, λόγω της µεγαλύτερης πίεσης του συστήµατος, εµφανίζει διόγκωση 1:4.
Στις εξόδους των αφρογεννητριών τοποθετούνται εσωτερικά πτυσσόµενοι ανοξείδωτοι δίσκοι, που ανοίγουν µε την πίεση του εισερχόµενου αφρού. Το σύστηµα αυτό, που καλύπτεται από απρόσβλητη και άκαυστη µεµβράνη (συνήθως µίκα), διατηρεί κενούς τους αγωγούς διανοµής αφρού. Τελευταία, τα συστήµατα αυτά έχουν µία µόνο κεντρική βαλβίδα αντεπιστροφής. Στο σηµείο αυτό τοποθετείται ένας κεντρικός πτυσσόµενος δίσκος αντεπιστροφής (METALLIC RURTURE DISC).
Η µέγιστη επιτρεπτή ταχύτης εισόδου του αφρού στη δεξαµενή είναι 3 µέτρα/SEC για προϊόντα κατηγορίας 1 και 6 µέτρα SEC για προϊόντα κατηγορίας ΙΙ ή ΙΙΙ.
Η είσοδος του αφρού δεν πρέπει σε καµιά περίπτωση να γίνεται σε ύψος χαµηλότερο από την πιθανή στάθµη νερού στη δεξαµενή.
Σε δεξαµενές που λειτουργούν, υπάρχει η δυνατότητα εισαγωγής του αφρού από την είσοδο του προϊόντος, εφόσον καλύπτονται οι απαιτούµενες προδιαγραφές.
Ανάλογα µε το µέγεθος της διαµέτρου της δεξαµενής, καθορίζεται ο ελάχιστος επιτρεπτός αριθµός εισόδων αφρού στη δεξαµενή, σύµφωνα µε τον ακόλουθο πίνακα:
Για δεξαµενές διαµέτρου µεγαλύτερης των 60 µέτρων, πρέπει να προστίθεται ένα επί πλέον σηµείο εισόδου για κάθε 465 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας, για προϊόντα κατηγορίας Ι ή για κάθε 697 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας, για προϊόντα κατηγορίας ΙΙ ή ΙΙΙ.
Το σύνολο των αφρογεννητριών θα παρέχει υποχρεωτικά την απαραίτητη ποσότητα αφρού, που καθορίζεται από τη συνολική απαίτηση της ελάχιστης επιτρεπτής αφροκάλυψης.
3. ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΠΛΩΤΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
Α. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ
Γενικά απαιτούνται µόνιµα ή ηµιµόνιµα αφροποιητικά συστήµατα.
Β. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Με τον όρο δεξαµενές πλωτής οροφής, εννοούµε όλες τις δεξαµενές ανοιχτού τύπου µε κινητή επιπλέουσα οροφή. Η οροφή είναι είτε κατασκευής κοίλου δίσκου µε περιφερειακούς στεγανούς επισκέψιµους χώρους, είτε κατασκευής διπλού καταστρώµατος. Και στις δύο περιπτώσεις, πρέπει να διαθέτουν στο κέντρο σύστηµα περισυλλογής και αποµάκρυνσης του νερού της βροχής των υπερχειλίσεων και του νερού πυρόσβεσης.
Οι οροφές αυτές είναι εφοδιασµένες µε σύστηµα εσωτερικών ποδαρικών, ώστε να τερµατίζουν κατά την εκκένωση της δεξαµενής σε κατάλληλο ύψος από τον πυθµένα της δεξαµενής (θέσεις λειτουργίας και επιθεώρησης).
Κάτω από το ύψος αυτό, δεν συνιστάται να κατέρχεται η στάθµη του προϊόντος κατά την κανονική λειτουργία της δεξαµενής. ΤΟ σύστηµα προστασίας των δεξαµενών πλωτής οροφής περιλαµβάνει.
- Καλή στεγανότητα (φραγή) του διάκενου, πλάτους περίπου 30 εκατοστών, µεταξύ πλωτής οροφής και περιφερειακού κελύφους, που επιτυγχάνεται:
Με µηχανικό σύστηµα µεµβράνης και αντίβαρων, τύπου παντογράφου.
Με περιφερειακούς δακτύλιους µεµβράνης και ελαστικούς σωλήνες που έχουν διογκωθεί µε κηροζίνη ή άλλο καύσιµο ή πολυουραιθάνη, ώστε να επιτυγχάνεται στεγανότητα. Και τα δύο συστήµατα πρέπει να έχουν και δευτερεύουσα προστασία στεγανότητας µε ελαστική επικαλύπτουσα περιφερειακή µεµβράνη (µόνο για τις δεξαµενές). Όλα τα ανωτέρω ελαστικά ή συνθετικά υλικά πρέπει να είναι άκαυστα.
- Σύστηµα καιρικής προστασίας της φραγής µε υπερκείµενη κάλυψη από επιµήκη αλληλοεπικαλυπτόµενα µεταλλικά ελάσµατα, που στηρίζονται περιφερειακά στο άκρο της πλωτής οροφής και ολισθαίνουν επί της εσωτερικής επιφάνειας του περιφερειακού κέλυφους της δεξαµενής.
- Ελάσµατα επαγωγής στατικού ηλεκτρισµού.
- Περιφερειακά επί της πλωτής οροφής πρέπει να υπάρχει µεταλλικός δακτύλιος συγκράτησης του αφρού (DAM). Αυτός πρέπει να είναι καλά κολληµένος ή στεγανά συγκρατηµένος επί της οροφής και να έχει στο κάτω µέρος οπές εκροής του νερού.
Γ. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΧΕ∆ΙΑΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Οι προδιαγραφές του δακτυλίου συγκράτησης αφρού είναι:
- Ελάχιστο ύψος:
30 εκατοστά για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 15 µέτρα.
60 εκατοστά για δεξαµενές µεγαλύτερης διαµέτρου.
Το ύψος του δακτυλίου είναι υποχρεωτικά τουλάχιστον 5 εκατοστά πάνω από το άνω µέρος των µεταλλικών ελασµάτων καιρικής προστασίας.
- Ελάχιστο πάχος: 3,5 χιλιοστά.
- Απόσταση από περιφερειακό κέλυφος δεξαµενής: 60 έως 90 εκατοστά.
- Οι οπές εκροής έχουν ύψους 1-2 εκατοστά και πλάτος 6-8 εκατοστά και βρίσκονται συνήθως στο µέσον µεταξύ δύο διαδοχικών αφρογεννητριών (διευκολύνεται έτσι το άπλωµα του αφρού).
Για τον καθορισµό του αριθµού και του µεγέθους των οπών εκροής, λαµβάνεται υπόψη ότι απαιτούνται 3 τετρ. εκατοστά επιφάνειας εκροής για κάθε 1 τετρ. µέτρο επιφάνειας του εσωτερικού δακτυλίου.
Το σύστηµα αφρού µπορεί να στέλνει αφρό χαµηλής διόγκωσης είτε επί του συστήµατος στεγανοποίησης και του συστήµατος καιρικής προστασίας µέσα στο δακτύλιο (πλέον συνήθης τρόπος), είτε κατ’ ευθείαν κάτω από το σύστηµα καιρικής προστασίας και δευτερεύουσας στεγανότητας, επί του πρωτεύοντος δακτυλίου φραγής.
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος είναι 12,2 LIT/MIN/M2 επιφάνειας του περιφερειακού δακτυλίου συγκράτησης αφρού.
Ο χρόνος εφαρµογής του αφρού είναι: 20 ΜΙΝ.
Οι αφρογεννήτριες περιλαµβάνουν την κυρίως αφρογεννήτρια, συνήθως κατακόρυφης τοποθέτησης, τον αγωγό εξόδου αφρού µε ελάχιστο µήκος 70 εκατοστά και το ράµφος εκροής, αντίστοιχης παροχής µε την αφρογεννήτρια.
Όλες οι αφρογεννήτριες απαραίτητα να βρίσκονται σε περιφερειακή διάταξη µε τροφοδοσία από κατακόρυφο αγωγό και περιφερειακό δακτύλιο διανοµής του αφρού, να τοποθετούνται δε σε κορυφές κανονικού εγγεγραµµένου σχήµατος, ώστε η κατανοµή του αφρού να είναι οµοιόµορφη µεταξύ τους.
- Η ελάχιστη πίεση λειτουργίας (δυναµική) της πλέον αποµεµακρυσµένης αφρογεννήτριας πρέπει πάντοτε να είναι 3,5 BAR.
Η µέγιστη απόσταση µεταξύ διαδοχικών αφρογεννητριών, πρέπει πάντοτε να είναι:
12,2 µέτρα για ύψος δακτυλίου αφρού 30 εκατοστά.
24,4 µέτρα για ύψος δακτυλίου αφρού 60 εκατοστά.
Κάθε έξοδος αφρογεννήτριας εκβάλλει τον αφρό σε µεταλλικό έλασµα εκτροπής (ανακλαστήρα). Αυτά τοποθετούνται εφαπτοµενικά στην προέκταση του περιβλήµατος στο άνω µέρος της δεξαµενής και έχουν σχήµα τραπεζίου. Ο αγωγός εξόδου της αφρογεννήτριας, διαπερνά το άνω µέρος ή διέρχεται πάνω από τον ανακλαστήρα, σχηµατίζοντας κατάλληλη καµπύλη. Το πάχος του ανακλαστήρα πρέπει να είναι 5-8 χιλιοστά.
Απαραίτητος ύπαρξη συστήµατος αποστράγγισης και έκπλυσης των αγωγών διανοµής.
Τα παραπάνω ισχύουν για δεξαµενές που έχουν δακτύλιο συγκράτησης αφρού. Για δεξαµενές που δεν έχουν, µπορεί ο αφρός να εκβάλει µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής µε παροχή 20,4 LIT/MIN/M2 και για 10 ΜΙΝ τουλάχιστον. Ως επιφάνεια λαµβάνεται ο χώρος του δακτυλιοειδούς διακένου µεταξύ κελύφους και απλωτής οροφής. Τέτοια συστήµατα πρέπει οπωσδήποτε να κατασκευάζονται βάσει επίσηµων προδιαγραφών και να διαθέτουν κατάλληλο πέλµα επαφής στο κέλυφος. Ειδικότερα, για τα συστήµατα αυτά προβλέπονται τα ακόλουθα:
- Συστήµατα φραγής µε πέλµα επαφής: ∆εν απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 39 µέτρα.
- Συστήµατα φραγής µε απόσταση µεγαλύτερη των 15 εκατοστών µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής: ∆εν απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 18 µέτρα.
- Συστήµατα φραγής µε απόσταση µεγαλύτερη των 15 εκατοστών µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής: Απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 18 µέτρα.
Λόγω της µεγαλύτερης ασφάλειας που εξασφαλίζουν οι δεξαµενές αυτές σε περίπτωση πυρκαγιάς, δεν προβλέπονται περιορισµοί στην απόσταση των βαννών χειρισµού ή προβλεπόµενης σύνδεσης πυροσβεστικού αυτοκινήτου. Η ανάβαση στην δεξαµενή για πιθανή πυρόσβεση είναι επιτρεπτή.
4. ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
Όπου υπάρχουν περισσότερες από τέσσερες (4) θέσεις φορτοεκφόρτωσης προϊόντων κατηγορίας Ι ή ΙΙ απαιτείται ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα που θα καλύπτει όλο το χώρο των δραστηριοτήτων της φορτοεκφόρτωσης.
Η απαιτούµενη ελάχιστη παροχή αφροδιαλύµατος είναι 4.1 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας.
Ο ελάχιστος χρόνος εφαρµογής είναι 30 ΜΙΝ.
4.4.3. ΣΥΣΤΗΜΑ ΝΕΡΟΥ ΨΥΞΗΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
1. ΓΕΝΙΚΑ
Η ψύξη των δεξαµενών ατµοσφαιρικής πίεσης κατά την διάρκεια της πυρόσβεσης είναι επιβεβληµένη προκειµένου να αυξηθεί η ικανότητα αντοχής των µετάλλων, να δοθεί χρόνος για την επέµβαση και να κρατηθούν τα πυροσβεστικά συστήµατα σε καλή κατάσταση. Ειδικότερα η ψύξη της δεξαµενής κατά την διάρκεια της πυρκαγιάς µας παρέχει τις πιο κάτω περιπτώσεις προστασίας:
∆εξαµενές σταθερής οροφής.
Αυξάνεται ο χρόνος αντοχής των µετάλλων, ειδικά στην περιοχή πάνω από τη φλεγόµενη επιφάνεια και αποφεύγεται η σύντοµη κατάρρευση των τοιχωµάτων που συµπαρασύρουν και θα καταστρέψουν το αφροποιητικό σύστηµα της δεξαµενής.
∆εξαµενές πλωτής οροφής.
Περιορίζονται οι διογκώσεις και παραµορφώσεις του κελύφους από τη θερµική διαστολή λόγω πιθανής εσωτερικής ανάφλεξης. Αυτό έχει αποτέλεσµα την περιορισµένη εκροή αναφλέξιµου προϊόντος ή αερίου και τη διατήρηση της πυρκαγιάς υπό έλεγχο, µέχρι την τελική κατάσβεση.
∆εξαµενές σταθερής ή πλωτής οροφής (παρακείµενες).
Προστατεύεται η δεξαµενή από ανάφλεξη που έχει εκδηλωθεί σε παρακείµενη δεξαµενή. Σε περίπτωση εκδήλωσης πυρκαγιάς σε µια δεξαµενή είναι υποχρεωτικό να ψυχθεί η ίδια δεξαµενή και αναγκαίο να ψυχθούν οι παρακείµενες. Η επιλογή ψύξης των γειτονικών δεξαµενών γίνεται µε κριτήρια την απόσταση, την φορά του ανέµου και την ικανότητα της συνολικής παροχής νερού του δικτύου.
2. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΜΟΝΙΜΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΝΕΡΟΥ ΨΥΞΗΣ.
∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ, καθώς και δεξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ, που δεν έχουν θερµική µόνωση και βρίσκονται σε απόσταση µικρότερη των 20 µέτρων από δεξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ, απαιτούν µόνιµα συστήµατα νερού ψύξης, σύµφωνα µε τα περιγραφόµενα στη συνέχεια.
3. ΣΥΣΤΗΜΑ ΝΕΡΟΥ ΨΥΞΗΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΣΤΑΘΕΡΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
Το σύστηµα υποχρεωτικά περιλαµβάνει περιφερειακή ψύξη του κελύφους της δεξαµενής και αποτελείται από:
- Κεντρικό αγωγό νερού, που έχει λήψη από το κεντρικό υδροδοτικό πυροσβεστικό δίκτυο µέσω βάννας, που βρίσκεται εκτός της λεκάνης ασφάλειας της δεξαµενής.
- Κυκλικό διανοµέα παροχής νερού, µε µορφή 2 ηµιδακτυλίων ή 1 δακτυλίου, που περικλείει τη δεξαµενή στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους της, σε απόσταση περίπου 50-60 εκατοστά κάτω από την οροφή της.
- Ακροφύσια (sprinklers) διατεταγµένα επί του διανοµέα και τοποθετηµένα υπό σταθερή γωνία εκροής ως προς το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής, ώστε να διαβρέχεται όλο το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής οµοιόµορφα. Συνιστώνται ακροφύσια τύπου ριπιδίου.
- Στην περίπτωση διανοµέα µε δυο ηµιδακτυλίους, σύστηµα έκπλυσης και αποστράγγισης των αγωγών.
Το σύστηµα κατάκλυσης της οροφής της δεξαµενής µε νερό είναι προαιρετικό.
Η ψύξη της οροφής δεν είναι ζωτικής σηµασίας, γιατί γενικά δεν δέχεται η οροφή σηµαντικό ποσοστό θερµότητας από ακτινοβολία. Σε περίπτωση δε ανάφλεξης της ίδιας της δεξαµενής, συνήθως, η οροφή εκτινάσσεται και καταστρέφεται το σύστηµα ψύξης που βρίσκεται από πάνω της.
- Εάν υπάρχει εγκατεστηµένο τέτοιο σύστηµα, αυτό πρέπει απαραιτήτως να είναι τελείως ανεξάρτητο της περιφερειακής ψύξης του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής, µε ανεξάρτητες βάννες ενεργοποίησης και αποµόνωσης.
4. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΝΕΡΟΥ ΨΥΞΗΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΠΛΩΤΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
Το σύστηµα υποχρεωτικά εκτελεί περιφερειακή ψύξη του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής και αποτελείται από τα βασικά µέρη που περιγράφονται στην προηγούµενη παρ. 3. Ο κυκλικός διανοµέας παροχής νερού τοποθετείται έτσι ώστε να διαβρέχεται οµοιόµορφα όλο το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής κάτω από το ανώτατο επιτρεπτό ύψος πλήρωσης της δεξαµενής.
5. ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΧΕ∆ΙΑΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Τα πιο κάτω στοιχεία αφορούν στις δεξαµενές σταθερής αλλά και πλωτής οροφής.
- Ο κυκλικός διανοµέας παροχής νερού τοποθετείται σε απόσταση 40-50 εκατοστών από το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής, παρακάµπτοντας τις αφρογεννήτριες και τους αγωγούς.
- Η τοποθέτηση του κυκλικού διανοµέα παροχής νερού γίνεται:
Πάνω στα αντερείσµατα των δεξαµενών πλωτής οροφής και σε απόσταση 50-70 εκατοστών από το κάτω µέρος της πλατφόρµας.
Πάνω σε ειδικές µεταλλικές βάσεις, στηριγµένες ή κολληµένες στη δεξαµενή σταθερής οροφής και σε απόσταση 50-60 εκατοστών από το άνω άκρο του περιφερειακού κελύφους.
- Τα ακροφύσια του κυκλικού διανοµέα παροχής νερού είναι τυποποιηµένα µε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
Υλικό: Ορείχαλκος επινικελωµένος ή ανοξείδωτο µέταλλο.
Ονοµαστική παροχή: 7 LIT/MIN, 14 LIT/MIN, 28 LIT/MIN σε 5 BAR. Υπάρχουν και σε άλλα µεγέθη.
Σχήµα εκτόξευσης: Μορφή βεντάλιας µε άνοιγµα 160°.
Βάση: Αρσενικό σπείρωµα ½ ή ¾ . Υπάρχουν και άλλα µεγέθη.
Γωνία τοποθέτησης: Περίπου 70° πάνω από τον ορίζοντα.
Απαιτούµενη παροχή νερού: 2 LIT/MIN/M2 επιφάνειας του περιφερειακού κελύφους.
Η συνολική απαίτηση σε νερό ψύξης κάθε δεξαµενής, είναι ο παράγων που θα καθορίσει την παροχή των ακροφυσίων και το συνολικό τους αριθµό.
Ειδικά για το σύστηµα κατάκλυσης µε νερό της οροφής δεξαµενών σταθερής οροφής:
- Το ακροφύσιο τοποθετείται στο κέντρο της οροφής και έχει γωνία εκτόξευσης 150°.
- Η απαιτούµενη παροχή είναι 50 λίτρα ανά ώρα και τετρ. µέτρο επιφάνειας οροφής.
4.4.4. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΛΕΚΑΝΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΜΕ ΑΦΡΟ
Απαιτείται σε όλες τις περιπτώσεις όπου η λεκάνη περιέχει έστω και µια δεξαµενή µε προϊόν Ι ή ΙΙ.
Η προστασία γίνεται µε αφρογεννήτριες χειρός, παροχής 200-250/LIT/MIN που λειτουργούν µε έναν από τους εξής δύο τρόπους:
- Η παροχή του αφροδιαλύµατος λαµβάνεται από το εγκατεστηµένο για την προστασία των δεξαµενών µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, µε ελαστικούς σωλήνες συνδεόµενους σε κατάλληλες λήψεις.
- Η παροχή νερού λαµβάνεται από το υδροδοτικό πυροσβεστικό δίκτυο µε ελαστικούς σωλήνες συνδεόµενους σε κατάλληλες θέσεις και υπάρχει σε ετοιµότητα η απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου σε δοχεία φορητά, αλλά και το κατάλληλο προσωπικό χειρισµού όλων αυτών.
Ο αριθµός των αφρογεννητριών και ο ελάχιστος απαιτούµενος χρόνος εφαρµογής, φαίνονται στους παρακάτω πίνακες:
Οι παροχές αυτές είναι επιπλέον των παροχών αφρού που απαιτούν οι δεξαµενές για την πυρόσβεσή τους.
Σε περίπτωση που δεν έχουν προβλεφθεί οι παραπάνω αφρογεννήτριες χειρός, µπορούν εναλλακτικά να εγκατασταθούν µόνιµα συστήµατα αφρογεννητριών.
Οι αφρογεννήτριες αυτές τοποθετούνται περιφερειακά της λεκάνης, 1 ή 2 σε κάθε πλευρά και λαµβάνουν αφροδιάλυµα από αυτόνοµο αφροποιητικό σύστηµα (συνήθως το σύστηµα που προστατεύει τις δεξαµενές).
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος είναι 4,1 LIT/MIN/M2 ελεύθερης επιφάνειας της λεκάνης.
Ο ελάχιστος χρόνος εφαρµογής είναι 30 MIN.
4.4.5 ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Με τον όρο πρόσθετα µέτρα, εννοούµε σειρά προστατευτικών µέτρων, που αυξάνουν το βαθµό ασφάλειας της περιοχής.
Τα µέτρα αυτά είναι:
- Αφροποιητικό σύστηµα των δεξαµενών ανεξάρτητα των προϋποθέσεων των παρ. 4.4.2.2Α και 4.4.2.3.Α.
- Μόνιµο σύστηµα ψύξης των δεξαµενών ανεξάρτητο των προϋποθέσεων της παρ. 4.4.3.2.
- Εγκατάσταση αντιπυρικού τοιχείου (FIRE WALL)
Η επιβολή πρόσθετων µέτρων προστασίας καθώς και οι περιπτώσεις που αυτά απαιτούνται, αποφασίζονται από τον Υπουργό ΒΕΤ.
Ο Υπουργός ΒΕΤ, επίσης, µπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις να επιβάλει πρόσθετα µέτρα προστασίας πέραν των παραπάνω αναφεροµένων.
Ειδικότερα στις περιπτώσεις εγκαταστάσεων που υφίστανται εφόσον οι αποστάσεις ορισµένων δεξαµενών τους δεν πληρούν τις απαιτήσεις του Π.∆. 44/1987, τους επιβάλλονται τα παρακάτω µέτρα:
1. ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ
Α. ΟΜΑ∆ΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆εξαµενές διαµέτρου µικρότερης ή ίσης των 10 µέτρων, απέχουσες µεταξύ τους αποστάσεις µικρότερες των καθοριζοµένων στο Π.∆. 44/1987 και εφόσον το σύνολο της χωρητικότητάς τους δεν υπερβαίνει τα 8.000 κυβ. µέτρα, θεωρούνται ως µια δεξαµενή κατά τον υπολογισµό της µέγιστης απαιτούµενης παροχής στη δυσµενέστερη περίπτωση φωτιάς, σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της παρ. 4.4.9.6.
Εάν το σύνολο της χωρητικότητάς τους δεν υπερβαίνει τα 3.000 κυβ. µέτρα και η απόσταση της οποιασδήποτε ακραίας δεξαµενής της οµάδας από την πλησιέστερη γειτονική εκτός οµάδας, είναι µεγαλύτερη ή ίση των 8 µέτρων, καθώς και αν το σύνολο της χωρητικότητάς τους υπερβαίνει τα 3.000 κυβ. µέτρα (µέχρι 8.000 κυβ. µέτρα) και η παραπάνω απόσταση είναι µεγαλύτερη ή ίση των 13 µέτρων, δεν απαιτείται για την οµάδα των δεξαµενών άλλο πρόσθετο µέτρο πυρασφάλειας.
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ και οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 8 ή των 13 µέτρων αντίστοιχα και µέχρι 5 µέτρα, θα διαχωρίζεται η ακραία δεξαµενή της οµάδας από την πλησιέστερη εκτός οµάδας, µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της υψηλότερης των δύο δεξαµενών.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς και στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε η πλησιέστερη γειτονική δεξαµενή θα λαµβάνεται προσθετικά υπόψη κατά τον υπολογισµό της µέγιστης απαιτούµενης παροχής στη δυσµενέστερη περίπτωση φωτιάς, σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της παρ. 4.4.9.6. Σ’ αυτήν την περίπτωση και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ πρέπει να διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
Β. ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ
∆εξαµενές διαµέτρου µεγαλύτερης των 10 µέτρων καθώς και δεξαµενές διαµέτρου µικρότερης ή ίσης των 10 µέτρων, που δεν µπορούν όµως να συµπεριληφθούν σε κάποια οµάδα δεξαµενών, θεωρούνται µεµονωµένες.
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ και απέχει από γειτονικές της δεξαµενές αποστάσεις µικρότερες από τις καθοριζόµενες στο Π.∆. 44/1987 και µέχρι 5 µέτρα, πρέπει να διαχωρίζεται από αυτές µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της υψηλότερης των δύο δεξαµενών.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους καθώς και σε περίπτωση που οι αποστάσεις αυτές είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε οι δεξαµενές αντιµετωπίζονται αντίστοιχα όπως στην παραπάνω παρ. Α.
2. ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΠΕ∆ΟΥ
Α. ΟΜΑ∆ΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή της οµάδας περιέχει πετρελαιοειδές κατηγορίας Ι ή ΙΙ και η οποιαδήποτε ακραία δεξαµενή της οµάδας απέχει από τα όρια του οικοπέδου απόσταση µικρότερη από την καθοριζόµενη στο Π.∆. 44/1987 και η γειτονική περιοχή είναι κατοικηµένη ή δασική, η ακραία δεξαµενή θα διαχωρίζεται από το αντίστοιχο όριο του οικοπέδου µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ θα διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
Β. ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ
Εάν οποιαδήποτε τέτοια δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ απέχει από τα όρια του οικοπέδου απόσταση µικρότερη από την καθοριζόµενη στο Π.∆. 44/1987 και η γειτονική περιοχή είναι κατοικηµένη ή δασική πρέπει να διαχωρίζεται από το αντίστοιχο όριο του
οικοπέδου µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς και στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ, πρέπει να διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
3. ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΓΕΜΙΣΤΗΡΙΩΝ
Εάν σε οποιοδήποτε αντλιοστάσιο ή γεµιστήριο δεν τηρούνται οι αποστάσεις που καθορίζονται στο Π.∆. 44/1987 απαραίτητα να υπάρχουν, επιπλέον των καθοριζοµένων µε την παρούσα απόφαση µέτρων πυροπροστασίας και τα ακόλουθα:
Γεµιστήρια
Ένας τροχήλατος πυροσβεστήρας σκόνης των 50 KGS για κάθε 4 νησίδες (διπλές θέσεις φόρτωσης).
Αντλιοστάσια
Ένας τροχήλατος πυροσβεστήρας σκόνης των 50 KGS ανά 200 τετρ. µέτρα επιφάνειας, για αντλιοστάσια που περιλαµβάνουν αντλίες προϊόντων Ι ή ΙΙ.
4.4.6. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΣΤΑΘΜΩΝ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΣΗΣ ΒΥΤΙΟΦΟΡΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΜΕ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
1. ΓΕΝΙΚΑ
Το κεφάλαιο αυτό αφορά στους σταθµούς φόρτωσης (γεµιστήρια) βυτιοφόρων αυτοκινήτων και φορτοεκφόρτωσης σιδηροδροµικών βαγονιών.
2. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΜΕ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Τα αφροποιητικά µέσα απαιτούνται σε κάθε περίπτωση που µεταξύ των διακινουµένων από το σταθµό προϊόντων περιλαµβάνονται και προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
Το είδος των απαιτούµενων αφροποιητικών µέσων εξαρτάται από το µέγεθος του σταθµού.
Η απαιτούµενη ελάχιστη ποσότητα αφρού πρέπει να επαρκεί για λειτουργία των αφροποιητικών µέσων για 30 λεπτά τουλάχιστον.
3. ΓΕΜΙΣΤΗΡΙΑ ΒΥΤΙΟΦΟΡΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ
Το τυπικό γεµιστήριο βυτιοφόρων αυτοκινήτων αποτελείται από αριθµό παραλλήλων επιµήκων νησίδων, που κάθε µια έχει από δύο θέσεις βυτίων προς φόρτωση, µια από κάθε πλευρά της νησίδας.
Μεγάλα γεµιστήρια, µε πάνω από 6 νησίδες, πρέπει να έχουν µόνιµο σύστηµα κατάκλυσης αφρού/νερού, που προστατεύει όλη την έκταση των γεµιστηρίων ή µόνιµα εγκατεστηµένα κανόνια αφρού.
Ελάχιστη παροχή αφροκάλυψης: 6,5 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας θέσεων φόρτωσης.
Προκειµένου περί µονίµων συστηµάτων:
Το σύστηµα αφροκάλυψης είναι χωρισµένο σε ζώνες που κάθε µια προστατεύει σε επάρκεια µια νησίδα και δύο γειτονικές θέσεις φόρτωσης.
Ο αφρός διανέµεται επιλεκτικά στις διάφορες ζώνες, ανάλογα µε τη θέση που χρειάζεται προστασία.
Απαιτείται ηµιαυτόµατη ενεργοποίηση.
Για τα µικρότερα γεµιστήρια, απαιτείται η προστασία µε κανόνι αφρού/νερού, ελάχιστης παροχής 1.200 LIT/MIN και εµβέλειας 35-40 µέτρων περίπου. Αυτό µπορεί να είναι µόνιµα εγκατεστηµένο ή κινητό, ανάλογα µε τις συγκεκριµένες συνθήκες λειτουργίας. Στην περίπτωση που είναι κινητό, σταθµεύει υποχρεωτικά στην περιοχή του γεµιστηρίου.
4. ΣΤΑΘΜΟΙ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΣΗΣ ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΩΝ ΒΥΤΙΩΝ
Ο τυπικός σταθµός φορτοεκφόρτωσης σιδηροδροµικών βυτίων είναι εγκατεστηµένος δίπλα σε παρακαµπτήρια σιδηροδροµική γραµµή, που αποµονώνεται από τις άλλες γραµµές. Το µέγεθος του σταθµού χαρακτηρίζεται από τον αριθµό των βυτίων βαγονιών που εξυπηρετούνται ταυτόχρονα.
Για τους µεγάλους σταθµούς, αυτούς δηλαδή που έχουν τη δυνατότητα ταυτόχρονης πλήρωσης 3 διαδοχικών βαγονιών και άνω, απαιτείται µόνιµο σύστηµα που προστατεύει το σταθµό σε µήκος 3 διαδοχικών βυτίων, δηλαδή µια έκταση µήκους 40-45 µέτρων και πλάτους 6-7 µέτρων.
Το σύστηµα είναι κατάκλυσης αφρού/νερού, ελάχιστης παροχής αφροκάλυψης 6,5 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας. Πρόσθετη αφροπροστασία, κάτω από το βαγόνι, µε 4-6 ακροφύσια αφρού των 100 LIT/MIN, µε ηµιαυτόµατη ενεργοποίηση, είναι απαραίτητη.
Για τους µικρούς σταθµούς, απαιτούνται αφροποιητικά µέσα, π.χ. κανόνια, µε την ίδια ικανότητα αφροκάλυψης.
4.4.7 ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΜΕ ΑΦΡΟ
Απαιτείται προστασία µε αφρό, παράλληλα µε την ύπαρξη φορητών πυροσβεστήρων κατάλληλου τύπου, σε όλες τις περιπτώσεις όπου σε ενιαίο συγκρότηµα αντλιοστασίου/βανοστασίου, περιλαµβάνονται αντλίες προϊόντων Ι ή ΙΙ.
Ελάχιστη παροχή αφροκάλυψης: 4,1 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας.
Η προστασία γίνεται µε ακροφύσια αφρού παροχής 200-250 LIT/MIN ή αφρογεννήτριες χειρός, όπως κατά τα λοιπά περιγράφονται στην παρ. 4.4.4.
Παρόµοια προστασία µπορεί να επιβληθεί, κατά την εύλογη κρίση της αρµόδιας Πυροσβεστικής Αρχής και σε άλλες περιοχές, όπως λεβητοστάσια θέρµανσης µαζούτ κ.λπ.
Για την προστασία των παραπάνω χώρων, εκτός από αφρό, η Πυροσβεστική Αρχή δύναται κατά την κρίση της να κάνει δεκτά και άλλα κατασβεστικά υλικά.
4.4.8 ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΒΛΗΤΩΝ ΜΕ ΑΦΡΟ ΚΑΙ ΝΕΡΟ
Στις προβλήτες διενεργούνται εκφορτώσεις δεξαµενοπλοίων, για την πλήρωση των δεξαµενών των εγκαταστάσεων, αλλά και σε ορισµένες περιπτώσεις, φορτώσεις µικρών δεξαµενοπλοίων που διενεργούν ανεφοδιασµούς.
Αφροποιητικά µέσα απαιτούνται σε κάθε περίπτωση που µεταξύ των διακινουµένων προϊόντων περιλαµβάνονται προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ. Τα µέσα αυτά απαιτούνται ανεξάρτητα από την τυχόν προβλεπόµενη παρουσία πλοιαρίου (π.χ. ρυµουλκού επιφυλακής), που µπορεί να είναι εφοδιασµένο µε αντίστοιχα-ισοδύναµα µέσα.
Ο απαιτούµενος πυροσβεστικός εξοπλισµός εξαρτάται από:
- Το µέγιστο µέγεθος των πλευριζόντων δεξαµενοπλοίων.
- Το µέγεθος του προβλήτα.
- Τον τύπο κατασκευής και το υλικό κατασκευής του προβλήτα.
- Άλλους παράγοντες, π.χ. ειδικές συνθήκες γειτνίασης κ.τ.λ.
Ο εξοπλισµός προορίζεται για την προστασία και του ίδιου του προβλήτα, µαζί µε τις πάνω σ’ αυτόν ευρισκόµενες εγκαταστάσεις, αλλά και των δεξαµενοπλοίων που πλευρίζουν σ’ αυτόν. Η προστασία του ίδιου του πρόβλητα είναι απαραίτητη όταν είναι µεταλλικής κατασκευής. Σαν βάση του υπολογισµού θεωρούµε την περίπτωση που αντιµετωπίζεται πυρκαγιά στο µεγαλύτερου µεγέθους πλευρίζον δεξαµενόπλοιο, που εξυπηρετεί ο προβλήτας, αγνοώντας την ενδεχόµενη ταυτόχρονη παρουσία των άλλων πλοίων. Αν απαιτείται ιδιοπροστασία του προβλήτα, αυτή επιπροστίθεται.
1. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΕ ΑΦΡΟ
Ελάχιστη παροχή αφροδιαλύµατος.
Για κάθε θέση φορτοεκφόρτωσης, θα είναι 100 κυβ. µέτρα ανά ώρα και ανά 30 µέτρα µήκους του µεγαλύτερου πλευρίζοντος δεξαµενοπλοίου που µπορεί να δεχθεί ο προβλήτας, µε µέγιστο 500 κυβ. µέτρα ανά ώρα.
Η πίεση στα υδροστόµια πρέπει να είναι υποχρεωτικά 5 BAR τουλάχιστον στη δυσµενέστερη περίπτωση.
Ελάχιστος χρόνος εφαρµογής: 30 λεπτά.
Η συνολική απαιτούµενη παροχή επιτυγχάνεται µε σταθερά κανόνια 1 ή 2, τοποθετηµένα σε κατάλληλους πύργους.
Απαιτείται η χρήση κατάλληλου αφρογόνου, π.χ. AFFF ή παρόµοιου.
2. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΕ ΝΕΡΟ
Απαιτείται αριθµός σηµείων υδροληψίας από το υδροδοτικό σύστηµα, που προκύπτει ανάλογα µε το µέγεθος και τη διάταξη του προβλήτα.
Το υδροδοτικό σύστηµα πυρόσβεσης αποτελείται από κεντρικό αγωγό νερού µε κατάλληλο εξοπλισµό, που απολήγει σε διπλά υδροστόµια 2,5’’ τουλάχιστον ανά 30 µέτρα µήκους του µεγαλύτερου πλευρίζοντος δεξαµενοπλοίου που µπορεί να δεχθεί ο προβλήτας.
Η τροφοδότηση του δικτύου του προβλήτα µε νερό πυρόσβεσης, ανεξάρτητα από τη θέση του προβλήτα σε σχέση µε την υπόλοιπη εγκατάσταση, επιτρέπεται να γίνεται µε αντλητικό συγκρότηµα που µπορεί να είναι κοινό και για τις ανάγκες του δικτύου πυρόσβεσης της όλης εγκατάστασης.
Σε προβλήτες µεταλλικούς, που απαιτούν ιδιοπροστασία, υπολογίζεται µια επιπρόσθετη παροχή νερού µε παροχή 8 LIT/MIN/M2 επιφάνειας πλατφόρµας, για τη λειτουργία µόνιµου συστήµατος ψεκασµού στα υποστηλώµατα και τα άλλα ενδεδειγµένα σηµεία της µεταλλικής κατασκευής.
Σηµεία υδροληψίας προβλητών.
Σε κατάλληλες θέσεις του προβλήτα απαιτείται να υπάρχουν σηµεία λήψης, στα οποία να µπορούν να προσαρµοσθούν «σύνδεσµοι», που να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές διεθνούς συνδέσµου «ξηράς/πλοίου» (International ship/shore connection), για τη δυνατότητα υδροδότησης του οποιουδήποτε πλευρίζοντος πλοίου, µέσω ελαστικών σωλήνων, σε περίπτωση ανάγκης.
Ο διεθνής αυτός σύνδεσµος περιγράφεται στο I.O.T.T.S.G. (International Oil Tanker and Terminal Safety Guide).
Ο απαιτούµενος αριθµός και οι απαιτούµενες θέσεις των παραπάνω διεθνών συνδέσµων, επιβάλλονται κατά την κρίση των αρµοδίων Αρχών.
4.4.9 Υ∆ΡΟ∆ΟΤΙΚΟ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
1. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Το υδροδοτικό πυροσβεστικό σύστηµα πρέπει να περιλαµβάνει:
- Την πηγή τροφοδοσίας νερού.
- Το σύστηµα αντλιών.
- Το δίκτυο διανοµής.
- Τις υδρολήψεις και τις παροχές.
2. ΠΗΓΗ ΤΡΟΦΟ∆ΟΣΙΑΣ ΝΕΡΟΥ
Η πηγή τροφοδοσίας απαιτείται να είναι επαρκής για συνεχή πυρόσβεση τουλάχιστον επί τρεις ώρες µε τη «µέγιστη απαιτούµενη παροχή». Μπορεί να χρησιµοποιείται είτε γλυκό είτε θαλασσινό νερό. Σαν πηγή τροφοδοσίας χρησιµοποιούνται:
(α) Ανεξάντλητη πηγή, όπως δίκτυο πόλεως, θάλασσα, λίµνη ή ποτάµι, φυσική ή τεχνητή, απ’ όπου γίνεται απευθείας άντληση.
(β) ∆εξαµενές µεταλλικές ή από οπλισµένο σκυρόδεµα υπόγειες ή υπέργειες.
Αν το νερό που αντιστοιχεί στη συνολική χωρητικότητα των δεξαµενών της περίπτωσης (β) δεν επαρκεί για 3 ώρες, επιτρέπεται η ταυτόχρονη µετάγγιση νερού προς τις δεξαµενές αυτές µε απευθείας µετάγγιση νερού προς τις δεξαµενές αυτές µε απευθείας µετάγγιση νερού προς τις δεξαµενές αυτές µε απευθείας άντληση από ανεξάρτητη πηγή ώστε να επιτυγχάνεται τελικά η απαιτούµενη συνεχής 3ωρη λειτουργία. Προϋπόθεση είναι τότε η ύπαρξη ενός άλλου ανεξάρτητου (από τις κύριες αντλίες πυρόσβεσης) και αξιόπιστου αντλιοστασίου µετάγγισης που θα συνεκτιµηθεί µαζί µε τις υπόλοιπες συνθήκες για τη σχετική έγκριση από τις αρµόδιες αρχές.
3. ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΤΛΙΩΝ
Οι πυροσβεστικές αντλίες, 2 ή 3 σε αριθµό, απαιτείται να είναι συγκεντρωµένες στον ίδιο χώρο και να έχουν κατάθλιψη σε κοινό διανοµέα.
Ειδικότερα:
- Εάν αυτές είναι 2, τότε η αντλία της πρώτης ενεργοποίησης θα είναι ηλεκτροκίνητη ή αυτόνοµης κίνησης και θα παρέχει τη µέγιστη απαιτούµενη παροχή σε νερό.
Η αντλία της δεύτερης ενεργοποίησης θα είναι αυτόνοµης κίνησης µε µηχανή εσωτερικής καύσης της ίδιας τουλάχιστον παροχής και πίεσης και θεωρείται εφεδρική. Αυτή θα είναι εφοδιασµένη µε την απαραίτητη δεξαµενή καυσίµου για 8 ώρες, ώστε να εξασφαλίζεται η ανεξαρτησία του αντλιοστασίου από ενδεχόµενη ηλεκτρική διακοπή.
Το σύστηµα αυτό παρέχει 100% εφεδρεία.
- Εάν αυτές είναι 3 τότε η αντλία της πρώτης ενεργοποίησης απαιτείται να είναι ηλεκτροκίνητη ή αυτόνοµης κίνησης και να παρέχει το 50% της µέγιστης απαιτούµενης παροχής σε νερό. Η αντλία της δεύτερης ενεργοποίησης απαιτείται να είναι αυτόνοµης κίνησης µε µηχανή εσωτερικής καύσης της ίδιας παροχής και πίεσης µε την πρώτη.
Οι παραπάνω 2 αντλίες θα εξασφαλίζουν, σε σύγχρονη παράλληλη λειτουργία, τη συνολική µέγιστη απαίτηση σε νερό. Η τρίτη πυροσβεστική αντλία, αυτόνοµης κίνησης µε µηχανή εσωτερικής καύσης επίσης, χαρακτηρίζεται σαν εφεδρική και έχει τις ίδιες τουλάχιστον προδιαγραφές σε παροχή και πίεση µε τις δύο προηγούµενες.
Η εγκατάσταση δεξαµενών καυσίµου για 8 ώρες και για τις 2 ντηζελοκίνητες αντλίες εξασφαλίζουν και στην περίπτωση αυτή την ανεξαρτησία του αντλιοστασίου από ενδεχόµενη ηλεκτρική διακοπή.
Το σύστηµα αυτό παρέχει 50% εφεδρεία.
Η διασφάλιση της καταλληλότητας των πυροσβεστικών αντλιών επιβάλλει επιλογή αντλιών φυγοκεντρικού τύπου µε πεπλατυσµένη χαρακτηριστική καµπύλη λειτουργίας, µε δυνατότητα λειτουργίας τους µε κλειστή κατάθλιψη για αρκετό χρόνο χωρίς εκδήλωση ζηµιάς. Η επιλογή του συγκεκριµένου τύπου των αντλιών και του τρόπου εγκατάστασής τους είναι υποχρεωτικό να γίνεται µε βάση τα στοιχεία γενικής διάταξης και υπολογισµού.
Ο τύπος της πυροσβεστικής αντλίας που θα χρησιµοποιηθεί θα δηλώνεται και θα εγκρίνεται από την αρµόδια αρχή.
Παροχή και πίεση σχεδιασµού των αντλιών:
Η παροχή σχεδιασµού θα προκύπτει από τη µέγιστη απαιτούµενη παροχή πυρόσβεσης της εγκατάστασης (βλέπε κατωτέρω) και θα είναι ίση προς το 100% ή 50% ανάλογα, αν επιλέγεται αντίστοιχα σύστηµα 2 ή 3 αντλιών.
Η πίεση σχεδιασµού θα καθορίζεται κατόπιν υδραυλικών υπολογισµών έτσι ώστε όταν το σύστηµα των αντλιών αποδίδει τη µέγιστη απαιτούµενη παροχή, οι πιέσεις σε όλα τα σηµεία του δικτύου διανοµής ακόµη και στα πιο αποµακρυσµένα να διατηρούνται στα απαραίτητα επίπεδα λειτουργίας.
Παίρνοντας υπόψη την απαιτούµενη πίεση λειτουργίας των διαφόρων εγκατεστηµένων συστηµάτων ή του φορητού εξοπλισµού πυρόσβεσης, θα προκύπτει σαν γενικός κανόνας, που ισχύει ακόµα και για τις πολύ µικρής έκτασης επίπεδες εγκαταστάσεις µε επαρκούς διαµέτρου δίκτυο διανοµής, ότι απαιτούνται αντλίες µε πίεση κατάθλιψης τουλάχιστον 8 BAR.
Σύστηµα ενεργοποίησης:
Οι αντλίες πυρόσβεσης µπορούν να ενεργοποιούνται µε διάφορους τρόπους, την απλούστερη περίπτωση της θέσης σε λειτουργία µέσα από το αντλιοστάσιο, τον τηλεχειρισµό µε τη βοήθεια ηλεκτρικής σύνδεσης από διάφορα επιλεγµένα αποµακρυσµένα σηµεία ελέγχου ως τέλος την πιο εξελιγµένη περίπτωση πλήρους αυτοµατοποίησης, οπότε η θέση σε λειτουργία γίνεται αυτόµατα µε το άνοιγµα των βανών ή κρουνών του δικτύου ή τέλος µε πιο περίπλοκα συστήµατα πυρανίχνευσης - πυρόσβεσης.
Καθοριστικά κριτήρια για την επιλογή της µεθόδου ενεργοποίησης και τον καθορισµό των σχετικών λεπτοµερειών αποτελεί η δυνατότητα επίτευξης ενός ικανοποιητικού χρόνου περιστατικό και της χρονικής στιγµής που το σύστηµα είναι σε θέση να αρχίσει να αποδίδει αξιόπιστα τις απαιτούµενες πιέσεις και παροχές.
Με την προϋπόθεση ότι η εγκατάσταση του αντλιοστασίου είναι σωστή, έτσι ώστε να εξασφαλίζονται ικανοποιητικές συνθήκες λειτουργίας των αντλιών, για τα συνηθισµένα µεγέθη εγκαταστάσεων (κατηγορίας Α και Β) θεωρείται επαρκής η εγκατάσταση ενός συστήµατος τηλεχειρισµού που συνδέει το αντλιοστάσιο µε όλα τα αποµακρυσµένα στρατηγικά σηµεία της εγκατάστασης.
Τα σηµεία αυτά µπορεί να είναι οι προσπελάσεις προσωπικού προς τα γεµιστήρια βυτιοφόρων, προς αντλιοστάσιο προϊόντων, προς δεξαµενές, προς προβλήτα, τα τυχόν φυλάκια κ.α.
Με την έγκριση των αρµοδίων αρχών για πολύ µικρές και συγκεντρωµένες εγκαταστάσεις, κατηγορίας Β, µπορεί να γίνει αποδεκτή η θέση σε λειτουργία των αντλιών από το αντλιοστάσιο µόνο.
Για µεγάλες εγκαταστάσεις αποθηκευτικής ικανότητας πάνω από 70.000 µ3 είναι δυνατόν, εφόσον δεν συντρέχουν οι πιο πάνω προϋποθέσεις ή για άλλους συγκεκριµένους λόγους για τους οποίους κατά την κρίση των αρµοδίων αρχών το σύστηµα τηλεχειρισµού δεν θεωρείται επαρκές, να απαιτείται η εγκατάσταση αυτοµατοποιηµένου συστήµατος ενεργοποίησης µέσω «αντλιών διατήρησης πίεσης (Jockey Rumps), ήτοι αντλιών µικρής παροχής που λειτουργώντας αυτόµατα διατηρούν το δίκτυο υπό πίεση (π.χ. 6-9 BARS) συνεχώς. Οποιαδήποτε πτώση πιέσεως σηµειωθεί στο δίκτυο σε βαθµό που δεν µπορεί να αντισταθµιστεί από τη λειτουργία των αντλιών διατήρησης πίεσης (λ.χ. άνοιγµα βανών ή κρουνών) προκαλεί την αυτόµατη ενεργοποίηση των «κυρίων αντλιών». Ο όρος «κύριες αντλίες» χρησιµοποιείται εδώ για να γίνεται διάκριση µεταξύ αυτών και των αντλιών διατήρησης πίεσης.
Οι αντλίες προϊόντων ή άλλων χρήσεων σε καµία περίπτωση δε θα χρησιµοποιούνται σαν αντλίες πυρόσβεσης.
4. ∆ΙΚΤΥΟ ∆ΙΑΝΟΜΗΣ
Το δίκτυο διανοµής είναι σύστηµα αγωγών που έχει υπολογισθεί υδραυλικά ώστε να µεταφέρει τις απαιτούµενες παροχές νερού στις διάφορες περιοχές.
Οι κεντρικοί αγωγοί, υπέργειοι ή υπόγειοι, απαιτείται να είναι διάµετρου επαρκούς για να αποδώσουν το απαιτούµενο νερό.
Εξωτερικά οι αγωγοί θε να είναι προστατευµένοι είτε µε κατάλληλα χρώµατα για τα υπέργεια µέρη, είτε µε µονωτική ταινία για τα υπόγεια µέρη και κατάλληλη αντιδιαβρωτική προστασία.
Το δίκτυο απαιτείται να είναι υπέργειο ή υπόγειο, ανάλογα µε τις ανάγκες της περιοχής και να διατρέχεις όλους τους κρίσιµους χώρους των εγκαταστάσεων που απαιτούν πυροσβεστική προστασία.
Γενικά υπόγειο δίκτυο είναι απαραίτητο να προβλεφθεί σε χώρους που υπάρχουν έντονες λειτουργικές δραστηριότητες (π.χ. Μονάδες κτλ.) και διελεύσεις δρόµων. Η υπόγεια ανάπτυξη εξασφαλίζει για τις περιοχές άνετη προσπέλαση και δυνατότητα πυροσβεστικής επέµβασης.
Αντίθετα σε περιοχές δεξαµενών και άλλων εγκαταστάσεων οι υπέργειοι κλάδοι παρουσιάζουν το πλεονέκτηµα του συνεχούς οπτικού ελέγχου. Σοβαρός παράγοντας για την επιλογή είναι οι κλιµατολογικές συνθήκες.
Για ψυχρά κλίµατα, εφόσον δεν υπάρχουν άλλα συστήµατα αντιµετώπισης παγετού, όλο το σύστηµα θα είναι υπόγειο, σε βαθµός 1-2 µέτρα, προκειµένου το χειµώνα να αποφευχθούν ρήξεις των αγωγών από το πάγωµα του νερού.
Το πυροσβεστικό δίκτυο πρέπει να είναι ορθογωνικής διάταξης (σχηµατισµός βρόγχων ή κυψελωτό) ή κατανοµής δένδρου µε κλάδους προς διάφορες περιοχές.
Η πρώτη διάταξη εξασφαλίζει παροχή εκ δύο αντιθέτων διευθύνσεων για κάθε σηµείο απόληψης και συνίσταται για τις µεγάλες εγκαταστάσεις, όπου τούτο είναι τεχνικά εφικτό.
Ανεξάρτητα από τον τύπο του δικτύου αυτό θα έχει βάνες αποµόνωσης, υπέργειες ή υπόγειες (σε φρεάτια) για την τοπική αποµόνωση των κλάδων και αγωγών βρόγχων σε έκτακτες περιπτώσεις ή για συντήρηση. Οι βάνες αυτές τύπου γλώσσας ή άλλου κατάλληλου τύπου χωρίς ανεπιθύµητες υδραυλικές αντιστάσεις δεν θα απέχουν µεταξύ των υπερβολικά ώστε να αποφεύγονται αποµονώσεις µεγάλων τµηµάτων και παντελής έλλειψη νερού στην περιοχή.Επίσης η διάταξη των βανών θα είναι τέτοια ώστε να µην αποκλείεται τελείως η υδροδότηση της περιοχής από το δίκτυο.
Για περιοχές µεγάλου κινδύνου ισχύει η γενική αρχή ότι η διάταξη του δικτύου θα είναι ορθογωνική.
Οι αγωγοί του πυροσβεστικού δικτύου απαγορεύεται να διέρχονται κάτω από τα κτίρια, αποθήκες, υποσταθµούς κ.λπ.
Ειδικά τα µέρη του δικτύου που διατρέχουν αποστάσεις και φέρουν τις υδροληψίες θα είναι στο εσωτερικό µέρος των γραµµών των άλλων προϊόντων, δηλ. προς την πλευρά του εσωτερικού δρόµου. Για πολύ ψυχρά κλίµατα απαιτείται να προβλεφθούν συστήµατα εκκένωσης και αποστράγγισης των υπέργειων αγωγών.
Σηµεία εκτόνωσης υπό πίεση νερού για τον καθαρισµό των αγωγών πρέπει να προβλεφθούν.
5. Υ∆ΡΟΛΗΨΙΕΣ – ΠΑΡΟΧΕΣ
Το υδροδοτικό σύστηµα απαιτείται να είναι κατάλληλο ώστε να ικανοποιεί αποτελεσµατικά τις απαιτούµενες ανάγκες νερού στις διάφορες περιοχές. Αυτό γίνεται µε τις υδρολήψεις και τις διάφορες άλλες περιοχές.
Αναλυτικά έχουµε:
- Παροχές προς εγκατεστηµένα µόνιµα ή ηµιµόνιµα αφροποιητικά συστήµατα.
- Παροχές προς συστήµατα νερού ψύξης δεξαµενών.
- Παροχές προς σταθερά κανόνια αφρού/νερού.
- Παροχές προς µόνιµα συστήµατα καταιονισµού ή ψεκασµού.
- Υδρολήψεις για την τροφοδότηση ηµιµόνιµων συστηµάτων αφρού, κινητών κανονιών αφρού/νερού, αφρογεννητριών χειρός, ακροφυσίων εκτόξευσης νερού πυροσβεστικών αυτοκινήτων.
Οι χειροκίνητες βάνες τροφοδότησης των διαφόρων παροχών θα είναι υπέργειες σε απόσταση 15 µέτρων από επικίνδυνη περιοχή ή τον προστατευόµενο εξοπλισµό και απαραίτητα εκτός της λεκάνης ασφαλείας. Οι υδρολήψεις θα είναι ανεπτυγµένες περιφερειακά των υπό προστασία εγκαταστάσεων και θα απέχουν περίπου 10-15 µέτρα από επικίνδυνη περιοχή ή τον προστατευόµενο εξοπλισµό και απαραίτητα εκτός της λεκάνης ασφαλείας.
Αυτές θα τοποθετούνται πάντα στο άνω µέρος των αγωγών του πυροσβεστικού δικτύου για να αποφεύγονται οι αποφράξεις, σε εσωτερικό (προς την πλευρά των δρόµων) και προσιτό µέρος σε σχέση µε άλλους αγωγούς και σωληνώσεις το ύψος από το έδαφος πρέπει να είναι περίπου 1 µέτρο.
Οι υδρολήψεις έχουν κρουνούς τυποποιηµένου µεγέθους 2 ½΄΄.
Σε κάθε εγκατάσταση αφού καθορισθούν για κάθε περιοχή και για κάθε είδος αφρογόνου που τυχόν χρησιµοποιείται (φλουροπρωτεΐνη, A.FFF, αλκοολικού τύπου) οι ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες για άµεση λειτουργία, αθροίζονται αυτές ανά τύπο αφρογόνου, πλην της περίπτωσης κεντρικού αφροποιητικού συστήµατος, οπότε λαµβάνεται υπ’ όψη η δυσµενέστερη περίπτωση.
Τα προκύπτοντα αυτά αθροίσµατα αποτελούν τις ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες άµεσης λειτουργίας της όλης εγκατάστασης ανά τύπο αφρογόνου.
2. ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΑΦΡΟΓΟΝΟΥ
Εκτός των ανωτέρω ποσοτήτων απαιτείται η ύπαρξη αποθεµάτων για κάθε χρησιµοποιούµενο τύπο αφρογόνου σε κατάλληλη συσκευασία (βαρέλια, δοχεία) φυλασσόµενα σε εύκολα προσιτούς αποθηκευτικούς χώρους (υπόστεγα ή αποθήκες).
Τα αποθέµατα αυτά ανέρχονται σε 100% των αντιστοίχων ελαχίστων ποσοτήτων άµεσης λειτουργίας.
Οι κρουνοί και βάνες των υδροληψιών θα φέρουν Ευρωπαϊκούς συνδέσµους τύπου STORZ αντιστοίχων διαστάσεων.
Κάθε εγκατάσταση απαιτείται τελικά, να διαθέτει ανά περιοχή τόσο αριθµό κύριων υδροληψιών ώστε να καλύπτεται η απαίτηση σε νερό από το ½ των υδρολήψεων που περικλείουν την περιοχή (γιατί η προσβολή θα γίνει µόνο από τη µια πλευρά του εξοπλισµού).
Για την εκτίµηση της απαίτησης σε νερό από βοηθητικές υδροληψίες σε περιοχές που δεν συµπεριλαµβάνονται στο παραπάνω και ειδικά σε υπαίθριους χώρους όπου υπάρχουν αναφλέξιµα υλικά χρησιµοποιούνται µικρές υδρολήψεις παροχής τουλάχιστον 380 L/MIN.
(Ακτίνα κάλυψης 30 µ. και ελάχιστη πίεση 4,4 BAR).
Γενικά ικανοποιητικές αποστάσεις των κυρίων υδρολήψεων µεταξύ τους είναι περίπου 50 µέτρα µε µέγιστο 70 µέτρα.
6. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ
Το υδροδοτικό σύστηµα µιας βιοµηχανίας ή περιοχής µε λειτουργίες που απαιτούν πυροσβεστική προστασία θεωρείται ο κύριος παράγοντας ασφάλειας των εγκαταστάσεων. Σαν βάση υπολογισµού του υδροδοτικού συστήµατος θα ληφθεί υπόψη η επάρκεια του νερού για την ταυτόχρονη λειτουργία όλων των συστηµάτων πυροπροστασίας (αφροποιητικό, ψύξης, πυρόσβεσης) για την αντιµετώπιση της πλέον επικίνδυνης και δυσµενέστερης κατάστασης που είναι ενδεχόµενο να εκδηλωθεί στις εγκαταστάσεις, µε την βασική προϋπόθεση ότι αυτή θα είναι η µοναδική, δηλαδή δεν θα ληφθεί υπόψη η περίπτωση εµφάνισης ταυτόχρονα και δεύτερης κατάστασης στην ίδια ή διαφορετική περιοχή της εγκατάστασης.
4.4.10 ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΑΦΡΟΓΟΝΟΥ
Κάθε εγκατάσταση θα έχει απαραιτήτως:
- Τις ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες αφρογόνου για άµεση λειτουργία των αφροποιητικών µέσων της κάθε περιοχής, και
- Τα ελάχιστα απαιτούµενα αποθέµατα αφρογόνου.
1. ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΕΣ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΓΙΑ ΑΜΕΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Για κάθε περιοχή της εγκατάστασης και κάθε αφροποιητικό µέσο που ανήκει στην περιοχή υπολογίζονται οι ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες αφρογόνου για άµεση και πλήρη αντιµετώπιση των πλέον επικινδύνων καταστάσεων που είναι ενδεχόµενο να εκδηλωθούν στην περιοχή µε τη βασική προϋπόθεση ότι αυτές θα είναι οι µοναδικές, δηλαδή δεν θα ληφθεί υπόψη η περίπτωση εµφάνισης ταυτόχρονα και άλλων παρόµοιων καταστάσεων στην ίδια περιοχή.
4.4.11 ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΕΣ
Α΄ ΓΕΝΙΚΑ
Απαιτείται να διατίθεται φορητός εξοπλισµός (πυροσβεστήρες) πρώτης ανάγκης που να είναι σύµφωνος µε τις εθνικές ή διεθνείς προδιαγραφές κατασκευής και λειτουργίας, όπως παρακάτω:
Β΄ ΠΕΡΙΟΧΗ ΥΠΕΡΓΕΙΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG σε κάθε δίοδο προσπέλασης του αναχώµατος ή τοιχείου της λεκάνης ασφαλείας.
Ένας πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG στο βανοστάσιο κάθε δεξαµενής σταθερής ή πλωτής οροφής.
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG στην πλατφόρµα εισόδου της οροφής κάθε δεξαµενής πλωτής οροφής.
Ένας τροχήλατος πυροσβεστήρας ξηράς σκόνης των 50 KG και για την προστασία των λεκανών των δεξαµενών, εφόσον δεν προβλέπονται συστήµατα πυροπροστασίας.
Γ΄ ΠΕΡΙΟΧΗ ΣΤΕΓΑΣΜΕΝΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆ύο (2) πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά δεξαµενή και ένας (1) τροχήλατος πυροσβεστήρας των 50 χιλ/µων ανά δύο (2) δεξαµενές σε καµµία δε περίπτωση λιγώτεροι από ένας (1) τροχήλατος.
∆΄ ΠΕΡΙΟΧΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆ύο (2) πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά θέση φορτοεκφόρτωσης και ένας (1) τροχήλατος πυροσβεστήρας ξηράς σκόνης των 50 χιλ/µων ανά δύο (2) δεξαµενές, σε καµµία δε περίπτωση λιγώτεροι από ένας (1) τροχήλατος.
Ε΄ ΥΠΑΙΘΡΙΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ
(π.χ. ΒΑΡΕΛΙΑ)
Ένας (1) πυροσβεστήρας ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά 200 τ. µικτής επιφάνειας δαπέδου και όχι συνολικά λιγώτεροι από δύο (2).
ΣΤ΄ ΥΠΟΣΤΕΓΑ ΠΛΗΡΩΣΗΣ – ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ
α΄ Υγρά καύσιµα κατηγορίας Ι και ΙΙ.
Τέσσερις (4) πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά 200 τ.µ. µικτής επιφάνειας δαπέδου.
β΄ Υγρά καύσιµα κατηγορίας ΙΙΙ.
Ένας (1) πυροσβεστήρας ξηρής σκόνης των 12 χιλ/µων ανά 200 τ.µ. µικτής επιφάνειας δαπέδου και όχι συνολικά λιγώτεροι από δύο (2).
Ζ΄ ΣΤΑΘΜΟΙ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΣΗΣ ΒΥΤΙΟΦΟΡΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ
Ι. ΓΕΜΙΣΤΗΡΙΑ ΒΥΤΙΟΦΟΡΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ
Ένας πυροσβεστήρας σκόνης τροχήλατος των 50 KG για κάθε 4 νησίδες (2πλές θέσεις φόρτωσης).
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG για κάθε µια νησίδα (2πλή θέση φόρτωσης) σε γεµιστήρια τα οποία δεν απαιτείται να προστατεύονται µε µόνιµο σύστηµα κατάκλισης/αφρού.
Ένας πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG για κάθε µία νησίδα (2πλη θέση φόρτωσης) σε γεµιστήρια τα οποία απαιτείται να προστατεύονται µε µόνιµο σύστηµα κατάκλισης αφρού/νερού.
Στην περίπτωση ύπαρξης µιας µόνο νησίδας τοποθετούνται 2 πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG.
ΣΤΑΘΜΟΙ ΦΟΡΤΩΣΗΣ ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΩΝ ΒΥΤΙΩΝ
Ισχύουν γενικά οι ακόλουθες ελάχιστες απαιτήσεις:
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης τροχήλατοι των 50 KG που τοποθετούνται ένας σε κάθε πλευρά της σιδηροδροµικής γραµµής.
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG για κάθε µία θέση εξυπηρετούµενων βαγονιών.
Οι αρµόδιες αρχές κατά την κρίση τους µπορούν να απαιτήσουν την επαύξηση του αριθµού των πυροσβεστήρων λαµβάνοντας υπόψη τις συγκεκριµένες κατά περίπτωση συνθήκες.
Η΄ ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
Ι. ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Ι Ή ΙΙ(ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ)
Για έκταση αντλιοστασίου µέχρι 200 τ.µ. ο ελάχιστος αριθµός απαιτούµενων πυροσβεστήρων σκόνης των 12 KG είναι τρεις.
Για έκταση αντλιοστασίου πάνω από 200 τ.µ. προστίθεται ένας ακόµη πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG για κάθε επιπλέον 200 τ.µ.
ΙΙ. ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΙΙΙ (ΜΕΣΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ).
Για έκταση αντλιοστασίου µέχρι 400 τετρ. µέτρα ο ελάχιστος αριθµός απαιτουµένων πυροσβεστήρων σκόνης των 12 KG είναι τρεις.
Για έκταση αντλιοστασίου πάνω από 400 τ.µ. προστίθεται ένας ακόµη πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG για κάθε επιπλέον 400 τ.µ.
ΙΙΙ. ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΜΙΚΤΑ (ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ)
Μικτά είναι τα αντλιοστάσια που διακινούν προϊόντα κατηγοριών Ι ή ΙΙ µαζί µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ. Αυτά προστατεύονται µε πυροσβεστήρες όπως τα αντλιοστάσια κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
Θ΄ ΠΡΟΒΛΗΤΕΣ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΣΕΩΝ
Ο ελάχιστος αριθµός απαιτούµενων πυροσβεστήρων της περιοχής είναι:
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG για κάθε θέση φορτοεκφόρτωσης πλοίου.
Ο αριθµός συνολικά αναπτυσσόµενων πυροσβεστήρων σκόνης των 12 KG επαυξάνεται ανάλογα µε την επιφάνεια του προβλήτα προσθέτοντας από ένα πυροσβεστήρα για κάθε 200 τ.µ.
4.4.12 ΒΑΡΕΑ ΦΟΡΗΤΑ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ (ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ)
Εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων χωρητικότητας άνω των 150.000 µ3 υποχρεούνται να διαθέτουν κατάλληλο πυροσβεστικό όχηµα εκτόξευσης νερού – αφρού ή σκόνης ή αφρού υψηλής διαστολής.
Εγκαταστάσεις άνω των 250.000 µ3 υποχρεούνται να διαθέτουν δύο (2) σχήµατα του παραπάνω τύπου.
4.4.13 ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ
4.4.13.1 Εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων που υφίστανται και λειτουργούν νόµιµα από χρόνο προγενέστερο της δηµοσίευσης της απόφασης αυτής, υποχρεούνται να υποβάλουν για έγκριση στην Πυροσβεστική Υπηρεσία µελέτη πυροπροστασίας σύµφωνα µε τις διατάξεις της παρούσας, µέσα σε τρεις (3) µήνες από την δηµοσίευση της παρούσας.
4.4.13.2 Μέσα σε ένα (1) χρόνο από την έγκριση της αντίστοιχης µελέτης πυροπροστασίας από την Πυροσβεστική Υπηρεσία οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων της προηγούµενης παραγράφου υποχρεούνται να προσαρµοσθούν στις απαιτήσεις της Απόφασης αυτής.
4.4.13.3 Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας στις υφιστάµενες εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων της παραπάνω παραγρ.
4.4.13. κατά την περίοδο προσαρµογής τους σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της παρούσας Απόφασης θα λαµβάνεται υπόψη το πιστοποιητικό πυροπροστασίας που εκδόθηκε ή θα εκδοθεί µε βάση τον εγκεκριµένο Ειδικό Κανονισµό Πυρασφάλειας (ΕΚΠΥ) ή την εγκεκριµένη µελέτη πυροπροστασίας σύµφωνα µε το οποίο χορηγήθηκε η τελευταία άδεια λειτουργίας της εγκατάστασης.
4.4.14 ΕΝΑΡΞΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ – ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ
Από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης καταργούνται:
α. Το Π.∆. 460/1976 (ΦΕΚ 170 τ.Α΄) «περί λήψεως µέτρων πυρασφάλειας υπό βιοµηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων και αποθηκών», ως προς το είδος των εγκαταστάσεων που διαλαµβάνει η παρούσα.
β. Οι υπ’ αριθµ. 17483/281/1978 (ΦΕΚ 269 τ.Β΄ της 28.3.1978) «περί κατατάξεως των βιοµηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων από άποψη κινδύνου πυρκαγιάς» και υπ’ αριθµ. 17484/282/1978 (ΦΕΚ 283 τ.Β΄ της 30.3.1978) «περί εφαρµοστέων µέτρων πυροπροστασίας βιοµηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων» Αποφάσεις του Υπουργού Βιοµηχανίας και
Ενέργειας σε ότι αφορά τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης και διακίνησης υγρών καυσίµων για τις οποίες ισχύουν οι διατάξεις της παρούσας.
γ. Καθ’ όλο το περιεχόµενό της παράγραφος 3.5 «Πυρασφάλεια» του Π.∆. 44/17.2.1987 «Καθορισµός τεχνικών προδιαγραφών διαµόρφωσης, σχεδίασης, κατασκευής και ασφαλούς λειτουργίας των µηχανολογικών εγκαταστάσεων αποθήκευσης υγρών καυσίµων των επιχειρήσεων που δεν αποτελούν εταιρείες εµπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων».
Η Μελέτη Πυροπροστασίας της εγκατάστασης συντάσσεται από την ενδιαφερόµενη επιχείρηση και υποβάλλεται στην αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία για έγκριση.
Στις περιπτώσεις εγκαταστάσεων υγρών καυσίµων που εξυπηρετούν τις λειτουργικές ανάγκες βιοµηχανιών-βιοτεχνιών, θα συντάσσεται ενιαία µελέτη πυροπροστασίας για τις επιχειρήσεις αυτές, θα λαµβάνονται δε όλα τα µέτρα και µέσα πυροπροστασίας που προβλέπονται από την παρούσα και την 7755/160/1988 Υπουργική Απόφαση.
Όπου από την παρούσα επιβάλλεται η εγκατάσταση µονίµων συστηµάτων πυροπροστασίας µαζί µε την µελέτη θα υποβάλλεται και τεχνική περιγραφή αυτών υπογεγραµµένη από πρόσωπο που έχει τα προσόντα, σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις.
Η µελέτη πρέπει να περιλαµβάνει σύµφωνα µε τους κανόνες της παρούσας απόφασης:
− Τα προληπτικά µέτρα πυροπροστασίας του συνόλου της εγκατάστασης.
− Τα κατασταλτικά µέσα καταπολέµησης πυρκαγιάς.
− Τη συγκρότηση οµάδας (ή οµάδων) πυροπροστασίας από το προσωπικό της εγκατάστασης.
Επίσης θα καθορίζει το είδος της εκπαίδευσης και τα ειδικά καθήκοντα της οµάδας (ή των οµάδων) Πυροπροστασίας, σε θέµατα πρόληψης, περιστολής και καταστολής της πυρκαγιάς, καθώς και τον τρόπο δράσης της (ή δράσης τους).
Για τη χορήγηση, από τις αρµόδιες Υπηρεσίες, των αδειών εγκαταστάσεως, επεκτάσεως ή εκσυγχρονισµού εγκαταστάσεων αποθήκευσης υγρών καυσίµων, απαιτείται πλην των λοιπών δικαιολογητικών και η υποβολή της Μελέτης Πυροπροστασίας θεωρηµένης από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία.
Η άδεια λειτουργίας των εν λόγω εγκαταστάσεων θα εκδίδεται εφόσον προσκοµισθεί, στην αρµόδια για την έκδοση της αδείας λειτουργίας Υπηρεσία, πιστοποιητικό της αρµόδιας Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ότι έχουν ληφθεί τα αναφερόµενα στη µελέτη µέτρα πυροπροστασίας.
Το πιστοποιητικό αυτό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ισχύει για 5 χρόνια.
Η Μελέτη Πυροπροστασίας και το πιστοποιητικό πυροπροστασίας εκδίδονται για οποιαδήποτε περίπτωση ίδρυσης, επέκτασης, διαρρύθµισης και εκσυγχρονισµού εγκαταστάσεων αποθήκευσης υγρών καυσίµων για τις οποίες θα εκδοθούν οι αντίστοιχες άδειες εγκαταστάσεως
και λειτουργίας.
Επίσης, Μελέτη Πυροπροστασίας και πιστοποιητικό πυροπροστασίας απαιτούνται για την προσαρµογή των υφιστάµενων εγκαταστάσεων µε τις διατάξεις της παρούσας.
Προκειµένου να εγκριθεί η µελέτη Πυροπροστασίας κάθε εγκατάστασης, από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, απαιτείται να υποβληθούν εκτός των άλλων απαραίτητων εντύπων, µελετών και σχεδίων και τα παρακάτω στοιχεία:
1. Λεπτοµερής κατάσταση των πιθανών κινδύνων, περιλαµβανοµένων των τοποθεσιών εκδήλωσης, της διάταξης των επικίνδυνων περιοχών και των επικίνδυνων (εύφλεκτων ή εκρηκτικών) υλικών που διακινούνται ή επεξεργάζονται.
2. Τύπος διατιθέµενου αφρογόνου και αναλογία ανάµιξης.
3. Απαιτούµενη µέγιστη ποσότητα αφροδιαλύµατος που δυνατόν να απαιτηθεί και το απόθεµα της εγκατάστασης σε αφρογόνο.
4. Υπολογισµοί, βάσει των οποίων προσδιορίσθηκε η µέγιστη απαίτηση σε αφρό.
5. Υδραυλικός υπολογισµός της εγκατάστασης αφρού.
6. Αναφορά όλων των διατιθέµενων αφροποιητικών µέσων (τύπος, παροχή).
7. Θέσεις γραµµών αφρού, ανιχνευτών (αν υπάρχουν) µηχανισµών χειρισµού, εγκαταστάσεων αφροπαραγωγής, στοµίων εξόδου αφρού, σηµείων σύνδεσης αυτοκινήτων (αν υπάρχουν), άλλων βοηθητικών πυροσβεστικών µηχανισµών.
8. Απαίτηση σε νερό (πόσο νερό για τη µέγιστη αφροπαραγωγή και πόσο για πρόσθετη χρήση).
9. ∆ιατιθέµενη συνολική ποσότητα νερού, χρόνος, παροχή, πίεση, χωρητικότητα δεξαµενής νερού, αναφορά µόνιµων ψυκτικών συστηµάτων και συστηµάτων καταιονισµού.
10. Σχέδιο µε υδρολήψεις, κατανοµή δικτύου νερού, µηχανισµούς λειτουργίας, βάνες κ.λπ.
11. Συνολικά γραµµικά σχέδια των παραπάνω (παρ. 7 και 10).
12. Λεπτοµέρειες και επεξηγήσεις των ειδικών περιπτώσεων και χαρακτηριστικών.
Προκειµένου να εκδοθεί το πιστοποιητικό πυροπροστασίας απαιτείται να υποβληθούν.
- Γενική κατάσταση όλου του υπόλοιπου φορητού, µόνιµου ή ηµιµόνιµου πυροσβεστικού εξοπλισµού (ποσότητα, τύπος, ικανότητα).
- Σχετικά µε τους πυροσβεστήρες, αυτοί θα συνοδεύονται µε πιστοποιητικά ετοιµότητας και ανελλιπούς περιοδικού ελέγχου.
- ∆ήλωση του Ν. 1599/86 υπογεγραµµένη από τον υπεύθυνο Μηχανολόγο ή Μηχανικό ή το Γενικό ∆ιευθυντή της Επιχείρησης, ότι όλος ο πυροσβεστικός εξοπλισµός συντηρείται τακτικά και ότι είναι σε πλήρη ετοιµότητα.
Η έγκριση της αρτιότητας του πυροσβεστικού συστήµατος ανήκει αποκλειστικά στην υπεύθυνη Πυροσβεστική Υπηρεσία της περιοχής που θα εκδόσει το απαραίτητο πιστοποιητικό.
Η Πυροσβεστική Υπηρεσία έχει το δικαίωµα να ενεργεί αυτεπάγγελτα έλεγχο οποτεδήποτε κρίνει σκόπιµο, για την εφαρµογή της παρούσας απόφασης. Σε περίπτωση διαπίστωσης µη τήρησης του κανονισµού έχει το δικαίωµα ανάκλησης του πιστοποιητικού µε ταυτόχρονη γνωστοποίηση στις αρµόδιες Υπηρεσίες του ΥΒΕΤ.
Σύµφωνα µε την ταξινόµηση σε οµάδες κινδύνου και κατηγορίες πυρκαγιών του Παραρτήµατος Ι, οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων κατατάσσονται από άποψη κινδύνου πυρκαγιάς στην ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Β, ήτοι:
Στις ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ – ΒΙΟΤΕΧΝΙΕΣ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ Βγ ΚΑ –32 ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΑΝΘΡΑΚΟΣ.
4.3.1 ΓΕΝΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Αυτά περιλαµβάνουν σειρά προληπτικών µέτρων γενικής εφαρµογής ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο η πιθανότητα ανάφλεξης και παράλληλα να υπάρχει η δυνατότητα αποτελεσµατικής καταπολέµησης σε περίπτωση εκδήλωσης πυρκαγιάς, ήτοι:
1. Ανάρτηση πινακίδων σε εµφανή σηµεία της εγκατάστασης, µε οδηγίες πρόληψης πυρκαγιάς και τρόπους ενέργειας του προσωπικού της επιχείρησης σε περίπτωση έναρξης πυρκαγιάς.
2. Σήµανση θέσεων πυροσβεστικού υλικού, οδών διαφυγής και εξόδων κινδύνου.
3. Σήµανση επικίνδυνων υλικών και χώρων.
4. Απαγόρευση καπνίσµατος, χρήση γυµνής φλόγας (σπίρτων, αναπτήρων κ.τ.λ.) και πυροδοτικών συσκευών, σε επικίνδυνους χώρους.
5. Κατάλληλη διευθέτηση των χώρων αποθήκευσης υλών που µπορούν να αυταναφλεγούν και αποθήκευσή τους σε περιοχές που δεν περιλαµβάνουν ζώνες 0, 1 και 2, όπως αυτές ορίζονται στην παρ. 3.10.4 του Π.∆. 44/1987.
6. Αποµάκρυνση από τις αποθήκες διαδρόµους, ταράτσες, προαύλια κ.τ.λ. όλων των άχρηστων ευφλέκτων υλικών και τοποθέτηση αυτών σε ασφαλή µέρη για αποφυγή µετάδοσης της φωτιάς σ’ αυτά.
7. Τήρηση διόδων µεταξύ των αποθηκευοµένων υλικών, για τη διευκόλυνση επέµβασης σε περίπτωση έναρξης πυρκαγιάς.
8. Αποµάκρυνση ευφλέκτων υλών από φλόγες και σπινθήρες.
9. ∆ηµιουργία προϋποθέσεων για την αποφυγή τυχαίας ανάµιξης υλικών διάφορων φύσεων, που µπορούν να προκαλέσουν εξώθερµη αντίδραση.
10. Επιµελής συντήρηση των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων γενικά, για την πρόληψη βραχυκυκλωµάτων.
11. Θέση εκτός τάσεως των ηλεκτροµηχανολογικών εγκαταστάσεων κατά τις µη εργάσιµες ηµέρες και ώρες, εκτός αυτών που η λειτουργία τους είναι απαραίτητη και κατά τις µη εργάσιµες ηµέρες και ώρες.
12. Επαρκής και συχνός φυσικός ή τεχνητός αερισµός των χώρων παραγωγής και αποθήκευσης πρώτων υλών και τελικών προϊόντων.
13. Απαγορεύεται γενικά η αποθήκευση πετρελαιοειδών κατηγοριών Ι ή ΙΙ σε στεγασµένους χώρους και κτίρια. Η αποθήκευση πετρελαιοειδών κατηγορίας ΙΙΙ σε στεγασµένους χώρους και κτίρια επιτρέπεται µέχρι ποσότητας 50 κυβ. µέτρων, αλλά µόνο σε ισόγεια κτίρια και εφόσον υπάρχει επαρκής φυσικός ή τεχνητός αερισµός του χώρου και ο κατάλληλος πυροσβεστικός εξοπλισµός.
14. Όλος ο εξοπλισµός πυροπροστασίας της περιοχής, πρέπει να είναι εγκατεστηµένος σε προσιτές θέσεις και να είναι βαµµένος µε χαρακτηριστικό κόκκινο χρώµα, ώστε να εντοπίζεται άµεσα από το προσωπικό της περιοχής.
15. Συνεχής καθαρισµός όλων των διαµερισµάτων, γραφείων, διαδρόµων, προαυλίων, αποθηκών κ.τ.λ. της εγκατάστασης.
16. Επιθεώρηση, από υπεύθυνο πρόσωπο της επιχείρησης, όλων των διαµερισµάτων, αποθηκών κ.τ.λ. µετά τη διακοπή της εργασίας καθώς και κατά τις µη εργάσιµες ηµέρες και ώρες, για επισήµανση και εξάλειψη τυχόν υφισταµένων προϋποθέσεων εκδήλωσης πυρκαγιάς.
4.3.2 ΕΙ∆ΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ Βγ
Τα µέτρα αυτά αφορούν περιοχές µε εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων σε ποσότητα πάνω από 300 κυβ. µέτρα. Αναλυτικά απαιτούνται:
1. Συνεχής και συστηµατική αποψίλωση του γηπέδου από ξερά χόρτα, τουλάχιστον σε απόσταση 15 µέτρων από κάθε δεξαµενή καυσίµου.
2. Επαρκής ηλεκτροφωτισµός του γηπέδου.
3. Κατάλληλη περίφραξη της εγκατάστασης µε µανδρότοιχο ύψους 1 τουλάχιστον µέτρου, που να φέρει στην κορφή του ισχυρό δικτυωτό πλέγµα απολήγον σε αγκαθωτό σύρµα, έτσι ώστε το συνολικό ύψος της περίφραξης να είναι τουλάχιστο 2.20 µέτρα.
4. Ύπαρξη εσωτερικών και εξωτερικών δρόµων µε κατάλληλη επίστρωση, για την ευχερή προσπέλαση πυροσβεστικών οχηµάτων σε απόσταση το πολύ 20 µέτρων από την πιο αποµακρυσµένη δεξαµενή.
Όπου τα παραπάνω δεν µπορούν να εφαρµοστούν, εν όλω ή εν µέρει, λόγω διαµόρφωσης του εδάφους και της γειτονικής περιοχής, π.χ. απόκρηµνη περιοχή, ξένες ιδιοκτησίες κ.τ.λ., πρέπει να εξασφαλίζεται η δυνατότητα βολής προς τις µη προσπελάσιµες δεξαµενές µε πρόσθετα κανόνια και να τοποθετούνται σε κατάλληλη θέση υδροστόµια 2,5 ιντσών, για την εξασφάλιση τροφοδότησης του δικτύου µε νερό από πυροσβεστικό όχηµα.
Από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται τα ακατοίκητα νησιά. Οι εγκαταστάσεις θα διαθέτουν συνδέσµους κατάλληλου τύπου και διαστάσεων, ώστε να προσαρµόζονται στον εξοπλισµό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.
5. Φύλαξη των εγκαταστάσεων από φύλακα καθ’ όλο το 24ωρο, εκτός αν η εγκατάσταση βρίσκεται µέσα σε ευρύτερα φυλασσόµενο χώρο.
6. Εφαρµογή της διαδικασίας των αδειών εργασίας.
7. Πλήρως ενηµερωµένη για κάθε ουσιαστική µεταβολή και εγκεκριµένη από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, Μελέτη Πυροπροστασίας.
8. Για εγκαταστάσεις µε αριθµό δεξαµενών πάνω από 10, κέντρο επιχειρήσεων καθώς και σχέδιο οργάνωσης, συντονισµού και ελέγχου κατάστασης έκτακτης ανάγκης.
9. Συνεχής συστηµατική εκπαίδευση του προσωπικού σε θέµατα ασφάλειας και αντιµετώπισης έκτακτων καταστάσεων, µεταξύ των οποίων και πυρκαγιών, σύµφωνα µε τα προβλεπόµενα και από τη Μελέτη Πυροπροστασίας.
10. Ύπαρξη ανάρτηση σε όλες τις εισόδους της εγκατάστασης ευδιάκριτων πινακίδων που απαγορεύουν την είσοδο σε άτοµα που καπνίζουν ή φέρουν αναπτήρες ή σπίρτα, όπως παρακάτω:
- ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΑΥΣΤΗΡΑ ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΚΑΙ Η ΓΥΜΝΗ ΦΛΟΓΑ.
- ∆ΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΓΥΜΝΗΣ ΦΛΟΓΑΣ (ΑΝΑΠΤΗΡΩΝ ΚΑΙ ΣΠΙΡΤΩΝ) ΚΑΙ ΠΥΡΟ∆ΟΤΙΚΩΝ ΣΥΣΚΕΥΩΝ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ.
Πρέπει επίσης να δίνονται οδηγίες για τον τόπο όπου πρέπει να παραδοθούν τα σπίρτα και οι αναπτήρες. Παρόµοιες προειδοποιητικές πινακίδες πρέπει να αναρτώνται και στις εξόδους από µη επικίνδυνες σε επικίνδυνες περιοχές.
Οι χώροι καπνίσµατος πρέπει να είναι καθορισµένοι.
4.3.3 ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
Υποχρεωτική είναι η εκπαίδευση του προσωπικού στη χρήση των µέτρων προστασίας και πυρόσβεσης µε µέριµνα της ενδιαφερόµενης επιχείρησης.
Η υποχρεωτική εκπαίδευση του αρµόδιου προσωπικού περιλαµβάνει:
- Θεωρητική κατάρτιση επί των κινδύνων της φωτιάς.
- Γνώση διαδικασιών επέµβασης και εξάσκηση µε υποθετικά περιστατικά στις εγκαταστάσεις.
- Πρακτική εξάσκηση.
Στις µικρές επιχειρήσεις όλο το προσωπικό υποχρεούται να έχει γνώση επί των θεµάτων ασφάλειας και όλο το τεχνικό προσωπικό να είναι άρτια εκπαιδευµένο και καταρτισµένο για την αντιµετώπιση ανεπιθύµητων εκδηλώσεων. Επίσης άρτια εκπαιδευµένο υποχρεούται να
είναι και το προσωπικό της βάρδιας και να γνωρίζει τον τρόπο ενεργοποίησης του συστήµατος κλήσης εξωτερικής βοήθειας.
Οι µεγαλύτερες επιχειρήσεις υποχρεούνται να έχουν άριστα εκπαιδευµένο προσωπικό λειτουργίας ή τεχνικό προσωπικό για τις έκτακτες επεµβάσεις. Προσχεδιασµένες οµάδες επέµβασης έχουν την ευθύνη αντιµετώπισης των πυρκαγιών ή άλλων έκτακτων καταστάσεων κατά τη διάρκεια όλου του 24ώρου, εφόσον η εγκατάσταση ανήκει στην Κατηγορία Α.
Προκειµένου περί εγκαταστάσεων Κατηγορίας Β, προσχεδιασµένη οµάδα επέµβασης θα έχει την ευθύνη αντιµετώπισης µόνο κατά την ώρα λειτουργίας, ενώ το προσωπικό βάρδιας οφείλει να γνωρίζει τον τρόπο ενεργοποίησης του συστήµατος κλήσης εξωτερικής βοήθειας.
Αυτά περιλαµβάνουν σειρά προληπτικών µέτρων γενικής εφαρµογής ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο η πιθανότητα ανάφλεξης και παράλληλα να υπάρχει η δυνατότητα αποτελεσµατικής καταπολέµησης σε περίπτωση εκδήλωσης πυρκαγιάς, ήτοι:
1. Ανάρτηση πινακίδων σε εµφανή σηµεία της εγκατάστασης, µε οδηγίες πρόληψης πυρκαγιάς και τρόπους ενέργειας του προσωπικού της επιχείρησης σε περίπτωση έναρξης πυρκαγιάς.
2. Σήµανση θέσεων πυροσβεστικού υλικού, οδών διαφυγής και εξόδων κινδύνου.
3. Σήµανση επικίνδυνων υλικών και χώρων.
4. Απαγόρευση καπνίσµατος, χρήση γυµνής φλόγας (σπίρτων, αναπτήρων κ.τ.λ.) και πυροδοτικών συσκευών, σε επικίνδυνους χώρους.
5. Κατάλληλη διευθέτηση των χώρων αποθήκευσης υλών που µπορούν να αυταναφλεγούν και αποθήκευσή τους σε περιοχές που δεν περιλαµβάνουν ζώνες 0, 1 και 2, όπως αυτές ορίζονται στην παρ. 3.10.4 του Π.∆. 44/1987.
6. Αποµάκρυνση από τις αποθήκες διαδρόµους, ταράτσες, προαύλια κ.τ.λ. όλων των άχρηστων ευφλέκτων υλικών και τοποθέτηση αυτών σε ασφαλή µέρη για αποφυγή µετάδοσης της φωτιάς σ’ αυτά.
7. Τήρηση διόδων µεταξύ των αποθηκευοµένων υλικών, για τη διευκόλυνση επέµβασης σε περίπτωση έναρξης πυρκαγιάς.
8. Αποµάκρυνση ευφλέκτων υλών από φλόγες και σπινθήρες.
9. ∆ηµιουργία προϋποθέσεων για την αποφυγή τυχαίας ανάµιξης υλικών διάφορων φύσεων, που µπορούν να προκαλέσουν εξώθερµη αντίδραση.
10. Επιµελής συντήρηση των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων γενικά, για την πρόληψη βραχυκυκλωµάτων.
11. Θέση εκτός τάσεως των ηλεκτροµηχανολογικών εγκαταστάσεων κατά τις µη εργάσιµες ηµέρες και ώρες, εκτός αυτών που η λειτουργία τους είναι απαραίτητη και κατά τις µη εργάσιµες ηµέρες και ώρες.
12. Επαρκής και συχνός φυσικός ή τεχνητός αερισµός των χώρων παραγωγής και αποθήκευσης πρώτων υλών και τελικών προϊόντων.
13. Απαγορεύεται γενικά η αποθήκευση πετρελαιοειδών κατηγοριών Ι ή ΙΙ σε στεγασµένους χώρους και κτίρια. Η αποθήκευση πετρελαιοειδών κατηγορίας ΙΙΙ σε στεγασµένους χώρους και κτίρια επιτρέπεται µέχρι ποσότητας 50 κυβ. µέτρων, αλλά µόνο σε ισόγεια κτίρια και εφόσον υπάρχει επαρκής φυσικός ή τεχνητός αερισµός του χώρου και ο κατάλληλος πυροσβεστικός εξοπλισµός.
14. Όλος ο εξοπλισµός πυροπροστασίας της περιοχής, πρέπει να είναι εγκατεστηµένος σε προσιτές θέσεις και να είναι βαµµένος µε χαρακτηριστικό κόκκινο χρώµα, ώστε να εντοπίζεται άµεσα από το προσωπικό της περιοχής.
15. Συνεχής καθαρισµός όλων των διαµερισµάτων, γραφείων, διαδρόµων, προαυλίων, αποθηκών κ.τ.λ. της εγκατάστασης.
16. Επιθεώρηση, από υπεύθυνο πρόσωπο της επιχείρησης, όλων των διαµερισµάτων, αποθηκών κ.τ.λ. µετά τη διακοπή της εργασίας καθώς και κατά τις µη εργάσιµες ηµέρες και ώρες, για επισήµανση και εξάλειψη τυχόν υφισταµένων προϋποθέσεων εκδήλωσης πυρκαγιάς.
1. Ανάρτηση πινακίδων σε εµφανή σηµεία της εγκατάστασης, µε οδηγίες πρόληψης πυρκαγιάς και τρόπους ενέργειας του προσωπικού της επιχείρησης σε περίπτωση έναρξης πυρκαγιάς.
4. Απαγόρευση καπνίσµατος, χρήση γυµνής φλόγας (σπίρτων, αναπτήρων κ.τ.λ.) και πυροδοτικών συσκευών, σε επικίνδυνους χώρους.
13. Απαγορεύεται γενικά η αποθήκευση πετρελαιοειδών κατηγοριών Ι ή ΙΙ σε στεγασµένους χώρους και κτίρια. Η αποθήκευση πετρελαιοειδών κατηγορίας ΙΙΙ σε στεγασµένους χώρους και κτίρια επιτρέπεται µέχρι ποσότητας 50 κυβ. µέτρων, αλλά µόνο σε ισόγεια κτίρια και εφόσον υπάρχει επαρκής φυσικός ή τεχνητός αερισµός του χώρου και ο κατάλληλος πυροσβεστικός εξοπλισµός.
Τα µέτρα αυτά αφορούν περιοχές µε εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων σε ποσότητα πάνω από 300 κυβ. µέτρα. Αναλυτικά απαιτούνται:
1. Συνεχής και συστηµατική αποψίλωση του γηπέδου από ξερά χόρτα, τουλάχιστον σε απόσταση 15 µέτρων από κάθε δεξαµενή καυσίµου.
2. Επαρκής ηλεκτροφωτισµός του γηπέδου.
3. Κατάλληλη περίφραξη της εγκατάστασης µε µανδρότοιχο ύψους 1 τουλάχιστον µέτρου, που να φέρει στην κορφή του ισχυρό δικτυωτό πλέγµα απολήγον σε αγκαθωτό σύρµα, έτσι ώστε το συνολικό ύψος της περίφραξης να είναι τουλάχιστο 2.20 µέτρα.
4. Ύπαρξη εσωτερικών και εξωτερικών δρόµων µε κατάλληλη επίστρωση, για την ευχερή προσπέλαση πυροσβεστικών οχηµάτων σε απόσταση το πολύ 20 µέτρων από την πιο αποµακρυσµένη δεξαµενή.
Όπου τα παραπάνω δεν µπορούν να εφαρµοστούν, εν όλω ή εν µέρει, λόγω διαµόρφωσης του εδάφους και της γειτονικής περιοχής, π.χ. απόκρηµνη περιοχή, ξένες ιδιοκτησίες κ.τ.λ., πρέπει να εξασφαλίζεται η δυνατότητα βολής προς τις µη προσπελάσιµες δεξαµενές µε πρόσθετα κανόνια και να τοποθετούνται σε κατάλληλη θέση υδροστόµια 2,5 ιντσών, για την εξασφάλιση τροφοδότησης του δικτύου µε νερό από πυροσβεστικό όχηµα.
Από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται τα ακατοίκητα νησιά. Οι εγκαταστάσεις θα διαθέτουν συνδέσµους κατάλληλου τύπου και διαστάσεων, ώστε να προσαρµόζονται στον εξοπλισµό της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.
5. Φύλαξη των εγκαταστάσεων από φύλακα καθ’ όλο το 24ωρο, εκτός αν η εγκατάσταση βρίσκεται µέσα σε ευρύτερα φυλασσόµενο χώρο.
6. Εφαρµογή της διαδικασίας των αδειών εργασίας.
7. Πλήρως ενηµερωµένη για κάθε ουσιαστική µεταβολή και εγκεκριµένη από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία, Μελέτη Πυροπροστασίας.
8. Για εγκαταστάσεις µε αριθµό δεξαµενών πάνω από 10, κέντρο επιχειρήσεων καθώς και σχέδιο οργάνωσης, συντονισµού και ελέγχου κατάστασης έκτακτης ανάγκης.
9. Συνεχής συστηµατική εκπαίδευση του προσωπικού σε θέµατα ασφάλειας και αντιµετώπισης έκτακτων καταστάσεων, µεταξύ των οποίων και πυρκαγιών, σύµφωνα µε τα προβλεπόµενα και από τη Μελέτη Πυροπροστασίας.
10. Ύπαρξη ανάρτηση σε όλες τις εισόδους της εγκατάστασης ευδιάκριτων πινακίδων που απαγορεύουν την είσοδο σε άτοµα που καπνίζουν ή φέρουν αναπτήρες ή σπίρτα, όπως παρακάτω:
- ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΑΥΣΤΗΡΑ ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΚΑΙ Η ΓΥΜΝΗ ΦΛΟΓΑ.
- ∆ΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΓΥΜΝΗΣ ΦΛΟΓΑΣ (ΑΝΑΠΤΗΡΩΝ ΚΑΙ ΣΠΙΡΤΩΝ) ΚΑΙ ΠΥΡΟ∆ΟΤΙΚΩΝ ΣΥΣΚΕΥΩΝ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ.
Πρέπει επίσης να δίνονται οδηγίες για τον τόπο όπου πρέπει να παραδοθούν τα σπίρτα και οι αναπτήρες. Παρόµοιες προειδοποιητικές πινακίδες πρέπει να αναρτώνται και στις εξόδους από µη επικίνδυνες σε επικίνδυνες περιοχές.
Οι χώροι καπνίσµατος πρέπει να είναι καθορισµένοι.
Υποχρεωτική είναι η εκπαίδευση του προσωπικού στη χρήση των µέτρων προστασίας και πυρόσβεσης µε µέριµνα της ενδιαφερόµενης επιχείρησης.
Η υποχρεωτική εκπαίδευση του αρµόδιου προσωπικού περιλαµβάνει:
- Θεωρητική κατάρτιση επί των κινδύνων της φωτιάς.
- Γνώση διαδικασιών επέµβασης και εξάσκηση µε υποθετικά περιστατικά στις εγκαταστάσεις.
- Πρακτική εξάσκηση.
Στις µικρές επιχειρήσεις όλο το προσωπικό υποχρεούται να έχει γνώση επί των θεµάτων ασφάλειας και όλο το τεχνικό προσωπικό να είναι άρτια εκπαιδευµένο και καταρτισµένο για την αντιµετώπιση ανεπιθύµητων εκδηλώσεων. Επίσης άρτια εκπαιδευµένο υποχρεούται να
είναι και το προσωπικό της βάρδιας και να γνωρίζει τον τρόπο ενεργοποίησης του συστήµατος κλήσης εξωτερικής βοήθειας.
Οι µεγαλύτερες επιχειρήσεις υποχρεούνται να έχουν άριστα εκπαιδευµένο προσωπικό λειτουργίας ή τεχνικό προσωπικό για τις έκτακτες επεµβάσεις. Προσχεδιασµένες οµάδες επέµβασης έχουν την ευθύνη αντιµετώπισης των πυρκαγιών ή άλλων έκτακτων καταστάσεων κατά τη διάρκεια όλου του 24ώρου, εφόσον η εγκατάσταση ανήκει στην Κατηγορία Α.
Προκειµένου περί εγκαταστάσεων Κατηγορίας Β, προσχεδιασµένη οµάδα επέµβασης θα έχει την ευθύνη αντιµετώπισης µόνο κατά την ώρα λειτουργίας, ενώ το προσωπικό βάρδιας οφείλει να γνωρίζει τον τρόπο ενεργοποίησης του συστήµατος κλήσης εξωτερικής βοήθειας.
4.4.1. ΓΕΝΙΚΑ
Τα µέσα πυρόσβεσης που σήµερα χρησιµοποιούνται στη Χηµική Βιοµηχανία και στα συγκροτήµατα του πετρελαίου είναι τα πιο κάτω:
− Νερό
− Σκόνες
− ∆ιοξείδιο του άνθρακα
− HALON
− Αφρός.
4.4.2. ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
1. ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΑ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
Α. ΓΕΝΙΚΑ
Ο όρος αφροποιητικά συστήµατα δεξαµενών χαρακτηρίζει τα συστήµατα που έχουν:
− Μόνιµα εγκατεστηµένες αφρογεννήτριες όπου γίνεται η παρασκευή του τελικού αφρού µε ανάµιξη του αφροδιαλύµατος µε την απαιτούµενη ποσότητα αέρα.
− Μόνιµα εγκατεστηµένες σωληνώσεις µεταφοράς του τελικού αφρού από τις αφρογεννήτριες προς το στόµιο εξόδου του αφρού στο εσωτερικό της δεξαµενής, για δεξαµενές σταθερής οροφής ή προς τον δακτύλιο, για δεξαµενές πλωτής οροφής.
− Μόνιµα εγκατεστηµένες σωληνώσεις µεταφοράς του αφροδιαλύµατος (δηλαδή του υπό κατάλληλη αναλογία διαλύµατος νερού και αφρογόνου, που δηµιουργείται στον ειδικό για το σκοπό αυτό αφροαναµίκτη) από ασφαλή θέση, ευρισκόµενη έξω από τη λεκάνη ασφάλειας της δεξαµενής, µέχρι τις αφρογεννήτριες.
Η ανωτέρω αναφερόµενη «ασφαλής» θέση, ευρίσκεται σε απόσταση από το περίβληµα της δεξαµενής τουλάχιστον ίση µε την προβλεπόµενη στις παρ. 4.4.2.2. Γ και 4.4.2.3. Γ αντίστοιχα για δεξαµενές σταθερής και πλωτής οροφής.
Ανάλογα µε την κατασκευή του υπόλοιπου συστήµατος, δηλαδή του τµήµατος που προηγείται της ανωτέρω οριζόµενης «ασφαλούς» θέσης, σχετικά µε την κατεύθυνση της ροής, τα εγκατεστηµένα συστήµατα, διακρίνονται σε:
− ΜΟΝΙΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
− ΗΜΙΜΟΝΙΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Η διάκριση αυτή, αφορά στο συγκρότηµα αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης µε το νερό του αφρογόνου, για την παρασκευή του επιθυµητού αφροδιαλύµατος, που οδεύει προς τις αφρογεννήτριες.
Σχεδόν παρόµοια µε τα περιγραφόµενα παραπάνω αφροποιητικά συστήµατα είναι και τα εγκατεστηµένα αφροποιητικά συστήµατα που χρησιµοποιούνται για την προστασία άλλων κατασκευών και χώρων, όπως οι σταθµοί φορτοεκφόρτωσης βυτιοφόρων κ.λπ.
Β. ΜΟΝΙΜΑ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Στο µόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, όλα τα µέρη του συγκροτήµατος αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης του αφρογόνου είναι επίσης µόνιµα εγκατεστηµένα και συνδέονται µεταξύ τους και προς το υδροδοτικό δίκτυο και το δίκτυο διανοµής αφροδιαλύµατος/αφρού µε µόνιµες σωληνώσεις.
Γενικά, η κατασκευή των µονίµων σωληνώσεων, που χρησιµοποιούνται σε όλη την έκταση των εγκατεστηµένων συστηµάτων, ακολουθεί τις προδιαγραφές κατασκευής του υδροδοτικού δικτύου διανοµής.
Ένα µόνιµο αφροποιητικό σύστηµα µπορεί να προστατεύει µια µόνο δεξαµενή ή µια οµάδα δεξαµενών που είναι συγκεντρωµένες στην ίδια περιοχή και ανήκουν σε µια ή περισσότερες γειτονικές λεκάνες ασφάλειας. Ακόµη, µπορεί το ίδιο σύστηµα να παρέχει προστασία µε αφρό των αντίστοιχων λεκανών ασφάλειας και επίσης, σε ορισµένες περιπτώσεις, εφόσον το επιτρέπουν οι υπάρχουσες αποστάσεις και επεκτείνεται για προστασία και άλλων κατασκευών και χώρων της περιοχής.
Το συγκρότηµα αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης αφρογόνου ενός τυπικού µόνιµου συστήµατος αποτελείται από:
− Την δεξαµενή αφρογόνου µε χωρητικότητα που υπερκαλύπτει την ελάχιστη απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου για άµεση και πλήρη λειτουργία (βλ. παρ. 4.4.10) και είναι µεταλλική ή πλαστική ελεύθερης αναπνοής.
− Τον αναµίκτη ρυθµιζόµενης αναλογίας αφροανάµιξης, συνήθως 1-6%. Αναµίκτης σταθερής αφροανάµιξης θεωρείται επίσης κατάλληλος και αποδεκτός, εφόσον έχει ρυθµισθεί στην απαιτούµενη αναλογία (3, 4 ή 5%).
− 2 αντλίες (ηλεκτροκίνητη και αυτόνοµης κίνησης εφεδρική) για την προώθηση του αφρογόνου προς τον αναµίκτη.
Η παροχή κάθε αντλίας πρέπει απαραιτήτως να υπερκαλύπτει κατά 20% τη µέγιστη απαίτηση του αφροαναµίκτη. Η πίεση κατάθλιψης των αντλιών αυτών πρέπει να είναι κατά 1-2 BAR µεγαλύτερη της µέγιστης πίεσης λειτουργίας νερού στο πυροσβεστικό δίκτυο διανοµής. Σύστηµα αγωγών, διανοµέων, βανών κ.τ.λ. προκειµένου να κατευθυνθεί η παροχή του αφροδιαλύµατος προς την επιθυµητή δεξαµενή, εφόσον το σύστηµα προστατεύει οµάδα δεξαµενών ή άλλο προστατευόµενο χώρο.
Ο χρόνος εµφάνισης του αφροδιαλύµατος στη δεξαµενή ή στους άλλους προστευόµενους χώρους και έναρξης αφροπαραγωγής, σε καµιά περίπτωση δεν πρέπει να είναι µεγαλύτερος των 3 λεπτών.
Η διατήρηση των γραµµών του αφροδιαλύµατος στη δεξαµενή ή στους άλλους προστατευόµενους χώρους και έναρξης αφροπαραγωγής, σε καµία περίπτωση δεν πρέπει να είναι µεγαλύτερος των 3 λεπτών.
Η διατήρηση των γραµµών του αφροδιαλύµατος γεµάτων µε αφροδιάλυµα, συντοµεύει το χρόνο έναρξης αφροπαραγωγής και επιτρέπει την κάλυψη δεξαµενών σε ικανές αποστάσεις. Εναλλακτικά, µπορούν να χρησιµοποιούνται στα µόνιµα αφροποιητικά συστήµατος κατάλληλοι αναµίκτες µε δυνατότητα ταυτόχρονης εισρόφησης του αφρογόνου, καταργώντας τις αντλίες προώθησης αφρογόνου. Οι αναµίκτες αυτοί είναι γνωστοί σαν «τζιφάρια» και αναρροφούν την αναγκαία ποσότητα αφρογόνου δηµιουργώντας τοπική υποπίεση σε ειδικό ακροφύσιο που περιέχουν.
Γ. ΗΜΙΜΟΝΙΜΑ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Στο ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, τα διάφορα µέρη του συγκροτήµατος αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης και οι συνδέσεις τους, δεν είναι εξ’ ολοκλήρου ή εν µέρει) µόνιµα. ∆ηλαδή χρησιµοποιούνται π.χ. δοχεία αφρογόνου αντί δεξαµενών, κινητοί αναµίκτες και ελαστικοί σωλήνες µε ταχυσυνδέσµους στα άκρα κ.τ.λ.
Στα συστήµατα αυτά µπορούν να χρησιµοποιούνται αναµίκτες/τζιφάρια.
Όλες οι µονάδες του εξοπλισµού θα βρίσκονται σε κατάλληλες σηµασµένες θέσεις της περιοχής άµεσα προσπελάσιµες, µαζί µε την ελάχιστη απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου (για άµεση και πλήρη λειτουργία) στα κατάλληλα δοχεία.
Τα ηµιµόνιµα συστήµατα είναι απόλυτα συµβατά µε την δυνατότητα άµεσης διαθεσιµότητας πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού.
2. ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΣΤΑΘΕΡΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
Α. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ
Ι. ∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ απαιτούν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, εφόσον η κάθε µία έχει χωρητικότητα µεγαλύτερη των 30 κυβ. µέτρων ή η συνολική χωρητικότητα της εγκατάστασης είναι µεγαλύτερη των 200 κυβ. µέτρων.
ΙΙ. ∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ δεν απαιτούν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, εφόσον ικανοποιούνται όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις.
α. Οι αποστάσεις ασφάλειας είναι οι προβλεπόµενες ή ισχύουν τα αναφερόµενα στην παράγραφο 4.4.5.
β. ∆ιαθέτουν λεκάνη ασφάλειας ή σύστηµα περισυλλογής επαρκούς χωρητικότητας.
γ. ∆εν πρόκειται εναλλακτικά να δεχθούν προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
δ. ∆εν βρίσκονται στην ίδια λεκάνη ασφάλειας µε δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
ε. ∆εν έχουν διάµετρο µεγαλύτερη των 48 µέτρων.
στ. Υπάρχει πρόβλεψη για χρήση άλλων αφροποιητικών µέσων σε επάρκεια. Από την υποχρέωση αυτή απαλλάσσονται δεξαµενές συνολικής χωρητικότητας µέχρι και 50 Μ3.
Με τον όρο άλλα αφροποιητικά µέσα εννοούµε:
Κανόνια αφρού.
Πύργους αφρού.
Αφρογεννήτριες χειρός.
Τα κανόνα θεωρούνται επαρκή για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 18 µέτρα, εκτός αν πρόκειται για δεξαµενές µαζούτ οπότε τα κανόνια θεωρούνται επαρκή για δεξαµενές µε διάµετρο µέχρι 48 µέτρα.
Για δεξαµενές µε διάµετρο µεταξύ 18 και 48 µέτρων, απαιτούνται πύργοι αφρού ή µόνιµα συστήµατα.
Οι αφρογεννήτριες χειρός θεωρούνται επαρκείς για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 9 µέτρα και ύψους µέχρι 6 µέτρα.
Β. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Υποχρεωτικός τρόπος προστασίας των δεξαµενών σταθερής οροφής είναι η αφροκάλυψη της φλεγόµενης επιφάνειας. Η σωστή προστασία απαιτεί να αρχίσει η διαδικασία αφροκάλυψης έγκαιρα, πριν υπερθερµανθούν οι µεταλλικές επιφάνειες και το περιεχόµενο προϊόν, ώστε η καταστολή της φωτιάς να αποβεί αποτελεσµατική και να µην προκύψει καθυστέρηση στην επέµβαση ή µη ενδεδειγµένος τρόπος στην καταστολή, και να δηµιουργηθεί η συνήθης εκτίναξη της οροφής (έκρηξη), η κατάρρευση των µεταλλικών τοιχωµάτων και η αχρήστευση του αφροποιητικού συστήµατος.
Η παράλληλη ψύξη της καιόµενης δεξαµενής (εφόσον βέβαια δεν είναι µονωµένη), είναι υποχρεωτική προϋπόθεση για τη σωστή και ασφαλή αντιµετώπιση της κατάστασης. Η ψύξη επιµηκύνει το χρόνο αντοχής των τοιχωµάτων, άρα του αφροποιητικού συστήµατος.
Οι υποχρεωτικοί τρόποι προστασίας των δεξαµενών αυτών µε σύστηµα αφρού, εφόσον απαιτείται από την παρούσα απόφαση, είναι:
− Επιφανειακή εφαρµογής
Έκχυση του αφρού πάνω από τη φλεγόµενη επιφάνεια του περιεχοµένου προϊόντος, µε σύστηµα αφρογεννητριών χαµηλής πίεσης και αφροκεφαλών, που είναι τοποθετηµένες στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής.
− Εισαγωγή από τον πυθµένα.
Εισαγωγή του αφρού υπό πίεση στο κάτω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής (50 εκατοστά από τον πυθµένα), µε σύστηµα αφρογεννητριών υψηλής πίεσης που βρίσκονται συνήθως εκτός λεκάνης ασφάλειας. Ο αφρός, εισερχόµενος εντός της µάζας του περιεχοµένου προϊόντος, ανεβαίνει στην επιφάνειά του και απλώνεται καλύπτοντάς την.
Γ. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΧΕ∆ΙΑΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Η ελάχιστη απόσταση των βανών χειρισµού και του σηµείου προβλεπόµενης σύνδεσης πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού από τη δεξαµενή, πρέπει απαραιτήτως να είναι το µεγαλύτερο µεταξύ των 15 µέτρων και µιας διαµέτρου της υπό προστασία δεξαµενής,
οπωσδήποτε όµως εκτός της λεκάνης ασφάλειας της δεξαµενής.
Εάν οι βάνες είναι τηλεχειριζόµενες ή µεταξύ αυτών και της υπό προστασία δεξαµενής υπάρχει αντιπυρικός τοίχος ύψους τουλάχιστον 2 µέτρων, τότε η ελάχιστη απόσταση ασφάλειας µπορεί να µειωθεί στα 5 µέτρα το πολύ.
Ο υπολογισµός των αγωγών πρέπει να γίνεται µε πιστή εφαρµογή των νόµων και των κανόνων της υδραυλικής, ώστε να επιτυγχάνεται η απαιτούµενη πίεση λειτουργίας.
Οι υδρολήψεις στον απαιτούµενο αριθµό, θα είναι σε αποστάσεις 15 έως 40 µέτρων από το σηµείο σύνδεσης του πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού.
Ι. ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Οι πίνακες που ακολουθούν την απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος ανά µονάδα ελεύθερης επιφάνειας περιεχόµενου προϊόντος της δεξαµενής και τον απαιτούµενο χρόνο εφαρµογής, περιλαµβάνουν δε εκτός της επιφανειακής εφαρµογής και την εισαγωγή από τον πυθµένα.
Σηµείωση:
Για όλα τα προϊόντα του παραπάνω πίνακα, εκτός των υδρογονανθράκων, χρησιµοποιείται αφρός αλκοολικού τύπου. ∆ηλαδή, ακόµη και υδρογονάνθρακες µε αλκοόλη 10% αντιµετωπίζονται µε αφρό αλκοολικού τύπου, όπως οι διάφορες πολικές ενώσεις που ακολουθούν στη στήλη «προϊόν» του πίνακα.
Η εισαγωγή αφρού γίνεται µε έκχυση πάνω από την επιφάνεια του καυσίµου και χρησιµοποιούνται αφρογεννήτριες χαµηλής πίεσης.
Οι αφρογεννήτριες αυτές θα εισάγουν τον αφρό στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους και σε απόσταση περίπου 40 εκατοστών κάτω από την οροφή της δεξαµενής. Απαγορεύεται η εισαγωγή του αφρού από την οροφή (ενδεχόµενη έκρηξη θα καταστρέψει το αφροποιητικό σύστηµα, µε την εκτίναξη της οροφής).
Κάθε τέτοια αφρογεννήτρια θα συνδυάζεται µε:
− Την αντίστοιχη σε παροχή αφροκεφαλή, που περιέχει τη µεµβράνη ή το γυαλί αποµόνωσης.
− Το αντίστοιχο σε παροχή εσωτερικό ράµφος.
− Το κατάλληλο δίκτυο διανοµής αφροδιαλύµατος στην απαιτούµενη παροχή.
Η ελάχιστη πίεση λειτουργίας (δυναµική) της πλέον αποµακρυσµένης και δυσµενούς αφρογεννήτριας πρέπει οπωσδήποτε να είναι 3,5 BAR.
Η διανοµή του αφρού γίνεται µε καρακόρυφους αγωγούς και ενδεχοµένως µε οριζόντιους ηµιδακτύλιους κατανοµής, µετά από την απαραίτητη υδραυλική µελέτη του συστήµατος.
Πρέπει υποχρεωτικώς να υπάρχει σύστηµα αποστράγγισης και έκπλυσης των αγωγών διανοµής.
Ο ελάχιστος απαιτούµενος αριθµός αφρογεννητριών καθορίζεται µε βάση το µέγεθος της διαµέτρου της δεξαµενής. Εξυπακούεται ότι το σύνολο των αφρογεννητριών πρέπει πάντοτε να παρέχει την απαραίτητη ποσότητα αφροδιαλύµατος που καθορίζεται από την συνολική απαίτηση της ελάχιστης αφροκάλυψης. Έτσι έχουµε:
Για δεξαµενές µε διάµετρο µεγαλύτερη των 60 µέτρων, θα τίθεται µια επιπλέον αφρογεννήτρια ανά 465 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας.
Σε όλες τις αφρογεννήτριες θα διασφαλίζεται ισόποση παροχή αφροδιαλύµατος.
Η εγκατάσταση συστηµάτων κατάσβεσης µε µέσα διάφορα του αφρού, είναι δυνατή εφόσον εγκρίνεται από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία.
ΙΙ. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΠΥΘΜΕΝΑ
Το σύστηµα αυτό εφαρµόζεται µόνο σε δεξαµενές σταθερής οροφής.
Κατ’ εξαίρεση δεν εφαρµόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
− Σε δεξαµενές που έχουν εσωτερικό πλωτό διάφραγµα µη ενδεδειγµένου τύπου.
− Σε δεξαµενές που περιέχουν βαρέα κλάσµατα υδρογονανθράκων, δηλαδή αταξινόµητα προϊόντα µε σηµείο ανάφλεξης πάνω από 100οC.
Η εφαρµογή του συστήµατος αυτού σε δεξαµενές που περιέχουν πολύ ελαφρείς υδρογονάνθρακες κατηγορίας Ι, γίνεται αποδεκτή εφόσον:
− Η παροχή του αφρού είναι αυξηµένη µέχρι 8,1 LIT/MIN/M2.
− Υπάρχει έγκριση των αρµόδιων αρχών.
Η εισαγωγή αφρού στον πυθµένα βρίσκει άριστη εφαρµογή σε δεξαµενές που περιέχουν κλάσµατα πετρελαίου όπως: βαρείς νάφθες, κηροζίνη, ντήζελ, µέχρι V.G. OIL και ελαφρό µαζούτ.
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος και ο απαιτούµενος χρόνος εφαρµογής, προκύπτουν από τους πίνακες της προηγούµενης παρ. Ι.
Ο χρόνος εφαρµογής, είναι µεγαλύτερος από τον αντίστοιχο της επιφανειακής εφαρµογής, επειδή η διόγκωση του αφροδιαλύµατος είναι στο σύστηµα αυτό µικρότερη. Η εισαγωγή του αφρού γίνεται µε µεγάλη πίεση κάτω από την επιφάνεια του περιεχόµενου καυσίµου της δεξαµενής. Χρησιµοποιούνται αφρογεννήτριες υψηλής πίεσης, που έχουν ελάχιστη πίεση λειτουργίας στην είσοδο τους προδιαγραφόµενη από τον κατασκευαστή τους. Κάθε αφρογεννήτρια ή συστοιχία αφρογεννητριών µέσω κεντρικού αγωγού κατάλληλης διαµέτρου, εισάγει τον αφρό στο κάτω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής, ύψος περίπου 50 εκατοστών πάνω από τον πυθµένα και σε ένα ή περισσότερα σηµεία.
Το σύστηµα αυτό λειτουργεί µε αφρογόνα κατάλληλα για τέτοια εισαγωγή. Το αφρογόνο πρωτείνη δεν είναι κατάλληλο, γιατί συµπαρασύρει σταγονίδια καυσίµου προς τη φλεγόµενη επιφάνεια.
Ο δηµιουργούµενος στις αφρογεννήτριες αφρός, λόγω της µεγαλύτερης πίεσης του συστήµατος, εµφανίζει διόγκωση 1:4.
Στις εξόδους των αφρογεννητριών τοποθετούνται εσωτερικά πτυσσόµενοι ανοξείδωτοι δίσκοι, που ανοίγουν µε την πίεση του εισερχόµενου αφρού. Το σύστηµα αυτό, που καλύπτεται από απρόσβλητη και άκαυστη µεµβράνη (συνήθως µίκα), διατηρεί κενούς τους αγωγούς διανοµής αφρού. Τελευταία, τα συστήµατα αυτά έχουν µία µόνο κεντρική βαλβίδα αντεπιστροφής. Στο σηµείο αυτό τοποθετείται ένας κεντρικός πτυσσόµενος δίσκος αντεπιστροφής (METALLIC RURTURE DISC).
Η µέγιστη επιτρεπτή ταχύτης εισόδου του αφρού στη δεξαµενή είναι 3 µέτρα/SEC για προϊόντα κατηγορίας 1 και 6 µέτρα SEC για προϊόντα κατηγορίας ΙΙ ή ΙΙΙ.
Η είσοδος του αφρού δεν πρέπει σε καµιά περίπτωση να γίνεται σε ύψος χαµηλότερο από την πιθανή στάθµη νερού στη δεξαµενή.
Σε δεξαµενές που λειτουργούν, υπάρχει η δυνατότητα εισαγωγής του αφρού από την είσοδο του προϊόντος, εφόσον καλύπτονται οι απαιτούµενες προδιαγραφές.
Ανάλογα µε το µέγεθος της διαµέτρου της δεξαµενής, καθορίζεται ο ελάχιστος επιτρεπτός αριθµός εισόδων αφρού στη δεξαµενή, σύµφωνα µε τον ακόλουθο πίνακα:
Για δεξαµενές διαµέτρου µεγαλύτερης των 60 µέτρων, πρέπει να προστίθεται ένα επί πλέον σηµείο εισόδου για κάθε 465 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας, για προϊόντα κατηγορίας Ι ή για κάθε 697 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας, για προϊόντα κατηγορίας ΙΙ ή ΙΙΙ.
Το σύνολο των αφρογεννητριών θα παρέχει υποχρεωτικά την απαραίτητη ποσότητα αφρού, που καθορίζεται από τη συνολική απαίτηση της ελάχιστης επιτρεπτής αφροκάλυψης.
3. ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΠΛΩΤΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
Α. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ
Γενικά απαιτούνται µόνιµα ή ηµιµόνιµα αφροποιητικά συστήµατα.
Β. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Με τον όρο δεξαµενές πλωτής οροφής, εννοούµε όλες τις δεξαµενές ανοιχτού τύπου µε κινητή επιπλέουσα οροφή. Η οροφή είναι είτε κατασκευής κοίλου δίσκου µε περιφερειακούς στεγανούς επισκέψιµους χώρους, είτε κατασκευής διπλού καταστρώµατος. Και στις δύο περιπτώσεις, πρέπει να διαθέτουν στο κέντρο σύστηµα περισυλλογής και αποµάκρυνσης του νερού της βροχής των υπερχειλίσεων και του νερού πυρόσβεσης.
Οι οροφές αυτές είναι εφοδιασµένες µε σύστηµα εσωτερικών ποδαρικών, ώστε να τερµατίζουν κατά την εκκένωση της δεξαµενής σε κατάλληλο ύψος από τον πυθµένα της δεξαµενής (θέσεις λειτουργίας και επιθεώρησης).
Κάτω από το ύψος αυτό, δεν συνιστάται να κατέρχεται η στάθµη του προϊόντος κατά την κανονική λειτουργία της δεξαµενής. ΤΟ σύστηµα προστασίας των δεξαµενών πλωτής οροφής περιλαµβάνει.
- Καλή στεγανότητα (φραγή) του διάκενου, πλάτους περίπου 30 εκατοστών, µεταξύ πλωτής οροφής και περιφερειακού κελύφους, που επιτυγχάνεται:
Με µηχανικό σύστηµα µεµβράνης και αντίβαρων, τύπου παντογράφου.
Με περιφερειακούς δακτύλιους µεµβράνης και ελαστικούς σωλήνες που έχουν διογκωθεί µε κηροζίνη ή άλλο καύσιµο ή πολυουραιθάνη, ώστε να επιτυγχάνεται στεγανότητα. Και τα δύο συστήµατα πρέπει να έχουν και δευτερεύουσα προστασία στεγανότητας µε ελαστική επικαλύπτουσα περιφερειακή µεµβράνη (µόνο για τις δεξαµενές). Όλα τα ανωτέρω ελαστικά ή συνθετικά υλικά πρέπει να είναι άκαυστα.
- Σύστηµα καιρικής προστασίας της φραγής µε υπερκείµενη κάλυψη από επιµήκη αλληλοεπικαλυπτόµενα µεταλλικά ελάσµατα, που στηρίζονται περιφερειακά στο άκρο της πλωτής οροφής και ολισθαίνουν επί της εσωτερικής επιφάνειας του περιφερειακού κέλυφους της δεξαµενής.
- Ελάσµατα επαγωγής στατικού ηλεκτρισµού.
- Περιφερειακά επί της πλωτής οροφής πρέπει να υπάρχει µεταλλικός δακτύλιος συγκράτησης του αφρού (DAM). Αυτός πρέπει να είναι καλά κολληµένος ή στεγανά συγκρατηµένος επί της οροφής και να έχει στο κάτω µέρος οπές εκροής του νερού.
Γ. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΧΕ∆ΙΑΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Οι προδιαγραφές του δακτυλίου συγκράτησης αφρού είναι:
- Ελάχιστο ύψος:
30 εκατοστά για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 15 µέτρα.
60 εκατοστά για δεξαµενές µεγαλύτερης διαµέτρου.
Το ύψος του δακτυλίου είναι υποχρεωτικά τουλάχιστον 5 εκατοστά πάνω από το άνω µέρος των µεταλλικών ελασµάτων καιρικής προστασίας.
- Ελάχιστο πάχος: 3,5 χιλιοστά.
- Απόσταση από περιφερειακό κέλυφος δεξαµενής: 60 έως 90 εκατοστά.
- Οι οπές εκροής έχουν ύψους 1-2 εκατοστά και πλάτος 6-8 εκατοστά και βρίσκονται συνήθως στο µέσον µεταξύ δύο διαδοχικών αφρογεννητριών (διευκολύνεται έτσι το άπλωµα του αφρού).
Για τον καθορισµό του αριθµού και του µεγέθους των οπών εκροής, λαµβάνεται υπόψη ότι απαιτούνται 3 τετρ. εκατοστά επιφάνειας εκροής για κάθε 1 τετρ. µέτρο επιφάνειας του εσωτερικού δακτυλίου.
Το σύστηµα αφρού µπορεί να στέλνει αφρό χαµηλής διόγκωσης είτε επί του συστήµατος στεγανοποίησης και του συστήµατος καιρικής προστασίας µέσα στο δακτύλιο (πλέον συνήθης τρόπος), είτε κατ’ ευθείαν κάτω από το σύστηµα καιρικής προστασίας και δευτερεύουσας στεγανότητας, επί του πρωτεύοντος δακτυλίου φραγής.
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος είναι 12,2 LIT/MIN/M2 επιφάνειας του περιφερειακού δακτυλίου συγκράτησης αφρού.
Ο χρόνος εφαρµογής του αφρού είναι: 20 ΜΙΝ.
Οι αφρογεννήτριες περιλαµβάνουν την κυρίως αφρογεννήτρια, συνήθως κατακόρυφης τοποθέτησης, τον αγωγό εξόδου αφρού µε ελάχιστο µήκος 70 εκατοστά και το ράµφος εκροής, αντίστοιχης παροχής µε την αφρογεννήτρια.
Όλες οι αφρογεννήτριες απαραίτητα να βρίσκονται σε περιφερειακή διάταξη µε τροφοδοσία από κατακόρυφο αγωγό και περιφερειακό δακτύλιο διανοµής του αφρού, να τοποθετούνται δε σε κορυφές κανονικού εγγεγραµµένου σχήµατος, ώστε η κατανοµή του αφρού να είναι οµοιόµορφη µεταξύ τους.
- Η ελάχιστη πίεση λειτουργίας (δυναµική) της πλέον αποµεµακρυσµένης αφρογεννήτριας πρέπει πάντοτε να είναι 3,5 BAR.
Η µέγιστη απόσταση µεταξύ διαδοχικών αφρογεννητριών, πρέπει πάντοτε να είναι:
12,2 µέτρα για ύψος δακτυλίου αφρού 30 εκατοστά.
24,4 µέτρα για ύψος δακτυλίου αφρού 60 εκατοστά.
Κάθε έξοδος αφρογεννήτριας εκβάλλει τον αφρό σε µεταλλικό έλασµα εκτροπής (ανακλαστήρα). Αυτά τοποθετούνται εφαπτοµενικά στην προέκταση του περιβλήµατος στο άνω µέρος της δεξαµενής και έχουν σχήµα τραπεζίου. Ο αγωγός εξόδου της αφρογεννήτριας, διαπερνά το άνω µέρος ή διέρχεται πάνω από τον ανακλαστήρα, σχηµατίζοντας κατάλληλη καµπύλη. Το πάχος του ανακλαστήρα πρέπει να είναι 5-8 χιλιοστά.
Απαραίτητος ύπαρξη συστήµατος αποστράγγισης και έκπλυσης των αγωγών διανοµής.
Τα παραπάνω ισχύουν για δεξαµενές που έχουν δακτύλιο συγκράτησης αφρού. Για δεξαµενές που δεν έχουν, µπορεί ο αφρός να εκβάλει µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής µε παροχή 20,4 LIT/MIN/M2 και για 10 ΜΙΝ τουλάχιστον. Ως επιφάνεια λαµβάνεται ο χώρος του δακτυλιοειδούς διακένου µεταξύ κελύφους και απλωτής οροφής. Τέτοια συστήµατα πρέπει οπωσδήποτε να κατασκευάζονται βάσει επίσηµων προδιαγραφών και να διαθέτουν κατάλληλο πέλµα επαφής στο κέλυφος. Ειδικότερα, για τα συστήµατα αυτά προβλέπονται τα ακόλουθα:
- Συστήµατα φραγής µε πέλµα επαφής: ∆εν απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 39 µέτρα.
- Συστήµατα φραγής µε απόσταση µεγαλύτερη των 15 εκατοστών µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής: ∆εν απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 18 µέτρα.
- Συστήµατα φραγής µε απόσταση µεγαλύτερη των 15 εκατοστών µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής: Απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 18 µέτρα.
Λόγω της µεγαλύτερης ασφάλειας που εξασφαλίζουν οι δεξαµενές αυτές σε περίπτωση πυρκαγιάς, δεν προβλέπονται περιορισµοί στην απόσταση των βαννών χειρισµού ή προβλεπόµενης σύνδεσης πυροσβεστικού αυτοκινήτου. Η ανάβαση στην δεξαµενή για πιθανή πυρόσβεση είναι επιτρεπτή.
4. ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
Όπου υπάρχουν περισσότερες από τέσσερες (4) θέσεις φορτοεκφόρτωσης προϊόντων κατηγορίας Ι ή ΙΙ απαιτείται ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα που θα καλύπτει όλο το χώρο των δραστηριοτήτων της φορτοεκφόρτωσης.
Η απαιτούµενη ελάχιστη παροχή αφροδιαλύµατος είναι 4.1 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας.
Ο ελάχιστος χρόνος εφαρµογής είναι 30 ΜΙΝ.
4.4.3. ΣΥΣΤΗΜΑ ΝΕΡΟΥ ΨΥΞΗΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
1. ΓΕΝΙΚΑ
Η ψύξη των δεξαµενών ατµοσφαιρικής πίεσης κατά την διάρκεια της πυρόσβεσης είναι επιβεβληµένη προκειµένου να αυξηθεί η ικανότητα αντοχής των µετάλλων, να δοθεί χρόνος για την επέµβαση και να κρατηθούν τα πυροσβεστικά συστήµατα σε καλή κατάσταση. Ειδικότερα η ψύξη της δεξαµενής κατά την διάρκεια της πυρκαγιάς µας παρέχει τις πιο κάτω περιπτώσεις προστασίας:
∆εξαµενές σταθερής οροφής.
Αυξάνεται ο χρόνος αντοχής των µετάλλων, ειδικά στην περιοχή πάνω από τη φλεγόµενη επιφάνεια και αποφεύγεται η σύντοµη κατάρρευση των τοιχωµάτων που συµπαρασύρουν και θα καταστρέψουν το αφροποιητικό σύστηµα της δεξαµενής.
∆εξαµενές πλωτής οροφής.
Περιορίζονται οι διογκώσεις και παραµορφώσεις του κελύφους από τη θερµική διαστολή λόγω πιθανής εσωτερικής ανάφλεξης. Αυτό έχει αποτέλεσµα την περιορισµένη εκροή αναφλέξιµου προϊόντος ή αερίου και τη διατήρηση της πυρκαγιάς υπό έλεγχο, µέχρι την τελική κατάσβεση.
∆εξαµενές σταθερής ή πλωτής οροφής (παρακείµενες).
Προστατεύεται η δεξαµενή από ανάφλεξη που έχει εκδηλωθεί σε παρακείµενη δεξαµενή. Σε περίπτωση εκδήλωσης πυρκαγιάς σε µια δεξαµενή είναι υποχρεωτικό να ψυχθεί η ίδια δεξαµενή και αναγκαίο να ψυχθούν οι παρακείµενες. Η επιλογή ψύξης των γειτονικών δεξαµενών γίνεται µε κριτήρια την απόσταση, την φορά του ανέµου και την ικανότητα της συνολικής παροχής νερού του δικτύου.
2. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΜΟΝΙΜΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΝΕΡΟΥ ΨΥΞΗΣ.
∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ, καθώς και δεξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ, που δεν έχουν θερµική µόνωση και βρίσκονται σε απόσταση µικρότερη των 20 µέτρων από δεξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ, απαιτούν µόνιµα συστήµατα νερού ψύξης, σύµφωνα µε τα περιγραφόµενα στη συνέχεια.
3. ΣΥΣΤΗΜΑ ΝΕΡΟΥ ΨΥΞΗΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΣΤΑΘΕΡΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
Το σύστηµα υποχρεωτικά περιλαµβάνει περιφερειακή ψύξη του κελύφους της δεξαµενής και αποτελείται από:
- Κεντρικό αγωγό νερού, που έχει λήψη από το κεντρικό υδροδοτικό πυροσβεστικό δίκτυο µέσω βάννας, που βρίσκεται εκτός της λεκάνης ασφάλειας της δεξαµενής.
- Κυκλικό διανοµέα παροχής νερού, µε µορφή 2 ηµιδακτυλίων ή 1 δακτυλίου, που περικλείει τη δεξαµενή στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους της, σε απόσταση περίπου 50-60 εκατοστά κάτω από την οροφή της.
- Ακροφύσια (sprinklers) διατεταγµένα επί του διανοµέα και τοποθετηµένα υπό σταθερή γωνία εκροής ως προς το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής, ώστε να διαβρέχεται όλο το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής οµοιόµορφα. Συνιστώνται ακροφύσια τύπου ριπιδίου.
- Στην περίπτωση διανοµέα µε δυο ηµιδακτυλίους, σύστηµα έκπλυσης και αποστράγγισης των αγωγών.
Το σύστηµα κατάκλυσης της οροφής της δεξαµενής µε νερό είναι προαιρετικό.
Η ψύξη της οροφής δεν είναι ζωτικής σηµασίας, γιατί γενικά δεν δέχεται η οροφή σηµαντικό ποσοστό θερµότητας από ακτινοβολία. Σε περίπτωση δε ανάφλεξης της ίδιας της δεξαµενής, συνήθως, η οροφή εκτινάσσεται και καταστρέφεται το σύστηµα ψύξης που βρίσκεται από πάνω της.
- Εάν υπάρχει εγκατεστηµένο τέτοιο σύστηµα, αυτό πρέπει απαραιτήτως να είναι τελείως ανεξάρτητο της περιφερειακής ψύξης του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής, µε ανεξάρτητες βάννες ενεργοποίησης και αποµόνωσης.
4. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΝΕΡΟΥ ΨΥΞΗΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΠΛΩΤΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
Το σύστηµα υποχρεωτικά εκτελεί περιφερειακή ψύξη του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής και αποτελείται από τα βασικά µέρη που περιγράφονται στην προηγούµενη παρ. 3. Ο κυκλικός διανοµέας παροχής νερού τοποθετείται έτσι ώστε να διαβρέχεται οµοιόµορφα όλο το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής κάτω από το ανώτατο επιτρεπτό ύψος πλήρωσης της δεξαµενής.
5. ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΧΕ∆ΙΑΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Τα πιο κάτω στοιχεία αφορούν στις δεξαµενές σταθερής αλλά και πλωτής οροφής.
- Ο κυκλικός διανοµέας παροχής νερού τοποθετείται σε απόσταση 40-50 εκατοστών από το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής, παρακάµπτοντας τις αφρογεννήτριες και τους αγωγούς.
- Η τοποθέτηση του κυκλικού διανοµέα παροχής νερού γίνεται:
Πάνω στα αντερείσµατα των δεξαµενών πλωτής οροφής και σε απόσταση 50-70 εκατοστών από το κάτω µέρος της πλατφόρµας.
Πάνω σε ειδικές µεταλλικές βάσεις, στηριγµένες ή κολληµένες στη δεξαµενή σταθερής οροφής και σε απόσταση 50-60 εκατοστών από το άνω άκρο του περιφερειακού κελύφους.
- Τα ακροφύσια του κυκλικού διανοµέα παροχής νερού είναι τυποποιηµένα µε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
Υλικό: Ορείχαλκος επινικελωµένος ή ανοξείδωτο µέταλλο.
Ονοµαστική παροχή: 7 LIT/MIN, 14 LIT/MIN, 28 LIT/MIN σε 5 BAR. Υπάρχουν και σε άλλα µεγέθη.
Σχήµα εκτόξευσης: Μορφή βεντάλιας µε άνοιγµα 160°.
Βάση: Αρσενικό σπείρωµα ½ ή ¾ . Υπάρχουν και άλλα µεγέθη.
Γωνία τοποθέτησης: Περίπου 70° πάνω από τον ορίζοντα.
Απαιτούµενη παροχή νερού: 2 LIT/MIN/M2 επιφάνειας του περιφερειακού κελύφους.
Η συνολική απαίτηση σε νερό ψύξης κάθε δεξαµενής, είναι ο παράγων που θα καθορίσει την παροχή των ακροφυσίων και το συνολικό τους αριθµό.
Ειδικά για το σύστηµα κατάκλυσης µε νερό της οροφής δεξαµενών σταθερής οροφής:
- Το ακροφύσιο τοποθετείται στο κέντρο της οροφής και έχει γωνία εκτόξευσης 150°.
- Η απαιτούµενη παροχή είναι 50 λίτρα ανά ώρα και τετρ. µέτρο επιφάνειας οροφής.
4.4.4. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΛΕΚΑΝΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΜΕ ΑΦΡΟ
Απαιτείται σε όλες τις περιπτώσεις όπου η λεκάνη περιέχει έστω και µια δεξαµενή µε προϊόν Ι ή ΙΙ.
Η προστασία γίνεται µε αφρογεννήτριες χειρός, παροχής 200-250/LIT/MIN που λειτουργούν µε έναν από τους εξής δύο τρόπους:
- Η παροχή του αφροδιαλύµατος λαµβάνεται από το εγκατεστηµένο για την προστασία των δεξαµενών µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, µε ελαστικούς σωλήνες συνδεόµενους σε κατάλληλες λήψεις.
- Η παροχή νερού λαµβάνεται από το υδροδοτικό πυροσβεστικό δίκτυο µε ελαστικούς σωλήνες συνδεόµενους σε κατάλληλες θέσεις και υπάρχει σε ετοιµότητα η απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου σε δοχεία φορητά, αλλά και το κατάλληλο προσωπικό χειρισµού όλων αυτών.
Ο αριθµός των αφρογεννητριών και ο ελάχιστος απαιτούµενος χρόνος εφαρµογής, φαίνονται στους παρακάτω πίνακες:
Οι παροχές αυτές είναι επιπλέον των παροχών αφρού που απαιτούν οι δεξαµενές για την πυρόσβεσή τους.
Σε περίπτωση που δεν έχουν προβλεφθεί οι παραπάνω αφρογεννήτριες χειρός, µπορούν εναλλακτικά να εγκατασταθούν µόνιµα συστήµατα αφρογεννητριών.
Οι αφρογεννήτριες αυτές τοποθετούνται περιφερειακά της λεκάνης, 1 ή 2 σε κάθε πλευρά και λαµβάνουν αφροδιάλυµα από αυτόνοµο αφροποιητικό σύστηµα (συνήθως το σύστηµα που προστατεύει τις δεξαµενές).
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος είναι 4,1 LIT/MIN/M2 ελεύθερης επιφάνειας της λεκάνης.
Ο ελάχιστος χρόνος εφαρµογής είναι 30 MIN.
4.4.5 ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Με τον όρο πρόσθετα µέτρα, εννοούµε σειρά προστατευτικών µέτρων, που αυξάνουν το βαθµό ασφάλειας της περιοχής.
Τα µέτρα αυτά είναι:
- Αφροποιητικό σύστηµα των δεξαµενών ανεξάρτητα των προϋποθέσεων των παρ. 4.4.2.2Α και 4.4.2.3.Α.
- Μόνιµο σύστηµα ψύξης των δεξαµενών ανεξάρτητο των προϋποθέσεων της παρ. 4.4.3.2.
- Εγκατάσταση αντιπυρικού τοιχείου (FIRE WALL)
Η επιβολή πρόσθετων µέτρων προστασίας καθώς και οι περιπτώσεις που αυτά απαιτούνται, αποφασίζονται από τον Υπουργό ΒΕΤ.
Ο Υπουργός ΒΕΤ, επίσης, µπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις να επιβάλει πρόσθετα µέτρα προστασίας πέραν των παραπάνω αναφεροµένων.
Ειδικότερα στις περιπτώσεις εγκαταστάσεων που υφίστανται εφόσον οι αποστάσεις ορισµένων δεξαµενών τους δεν πληρούν τις απαιτήσεις του Π.∆. 44/1987, τους επιβάλλονται τα παρακάτω µέτρα:
1. ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ
Α. ΟΜΑ∆ΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆εξαµενές διαµέτρου µικρότερης ή ίσης των 10 µέτρων, απέχουσες µεταξύ τους αποστάσεις µικρότερες των καθοριζοµένων στο Π.∆. 44/1987 και εφόσον το σύνολο της χωρητικότητάς τους δεν υπερβαίνει τα 8.000 κυβ. µέτρα, θεωρούνται ως µια δεξαµενή κατά τον υπολογισµό της µέγιστης απαιτούµενης παροχής στη δυσµενέστερη περίπτωση φωτιάς, σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της παρ. 4.4.9.6.
Εάν το σύνολο της χωρητικότητάς τους δεν υπερβαίνει τα 3.000 κυβ. µέτρα και η απόσταση της οποιασδήποτε ακραίας δεξαµενής της οµάδας από την πλησιέστερη γειτονική εκτός οµάδας, είναι µεγαλύτερη ή ίση των 8 µέτρων, καθώς και αν το σύνολο της χωρητικότητάς τους υπερβαίνει τα 3.000 κυβ. µέτρα (µέχρι 8.000 κυβ. µέτρα) και η παραπάνω απόσταση είναι µεγαλύτερη ή ίση των 13 µέτρων, δεν απαιτείται για την οµάδα των δεξαµενών άλλο πρόσθετο µέτρο πυρασφάλειας.
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ και οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 8 ή των 13 µέτρων αντίστοιχα και µέχρι 5 µέτρα, θα διαχωρίζεται η ακραία δεξαµενή της οµάδας από την πλησιέστερη εκτός οµάδας, µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της υψηλότερης των δύο δεξαµενών.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς και στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε η πλησιέστερη γειτονική δεξαµενή θα λαµβάνεται προσθετικά υπόψη κατά τον υπολογισµό της µέγιστης απαιτούµενης παροχής στη δυσµενέστερη περίπτωση φωτιάς, σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της παρ. 4.4.9.6. Σ’ αυτήν την περίπτωση και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ πρέπει να διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
Β. ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ
∆εξαµενές διαµέτρου µεγαλύτερης των 10 µέτρων καθώς και δεξαµενές διαµέτρου µικρότερης ή ίσης των 10 µέτρων, που δεν µπορούν όµως να συµπεριληφθούν σε κάποια οµάδα δεξαµενών, θεωρούνται µεµονωµένες.
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ και απέχει από γειτονικές της δεξαµενές αποστάσεις µικρότερες από τις καθοριζόµενες στο Π.∆. 44/1987 και µέχρι 5 µέτρα, πρέπει να διαχωρίζεται από αυτές µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της υψηλότερης των δύο δεξαµενών.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους καθώς και σε περίπτωση που οι αποστάσεις αυτές είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε οι δεξαµενές αντιµετωπίζονται αντίστοιχα όπως στην παραπάνω παρ. Α.
2. ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΠΕ∆ΟΥ
Α. ΟΜΑ∆ΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή της οµάδας περιέχει πετρελαιοειδές κατηγορίας Ι ή ΙΙ και η οποιαδήποτε ακραία δεξαµενή της οµάδας απέχει από τα όρια του οικοπέδου απόσταση µικρότερη από την καθοριζόµενη στο Π.∆. 44/1987 και η γειτονική περιοχή είναι κατοικηµένη ή δασική, η ακραία δεξαµενή θα διαχωρίζεται από το αντίστοιχο όριο του οικοπέδου µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ θα διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
Β. ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ
Εάν οποιαδήποτε τέτοια δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ απέχει από τα όρια του οικοπέδου απόσταση µικρότερη από την καθοριζόµενη στο Π.∆. 44/1987 και η γειτονική περιοχή είναι κατοικηµένη ή δασική πρέπει να διαχωρίζεται από το αντίστοιχο όριο του
οικοπέδου µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς και στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ, πρέπει να διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
3. ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΓΕΜΙΣΤΗΡΙΩΝ
Εάν σε οποιοδήποτε αντλιοστάσιο ή γεµιστήριο δεν τηρούνται οι αποστάσεις που καθορίζονται στο Π.∆. 44/1987 απαραίτητα να υπάρχουν, επιπλέον των καθοριζοµένων µε την παρούσα απόφαση µέτρων πυροπροστασίας και τα ακόλουθα:
Γεµιστήρια
Ένας τροχήλατος πυροσβεστήρας σκόνης των 50 KGS για κάθε 4 νησίδες (διπλές θέσεις φόρτωσης).
Αντλιοστάσια
Ένας τροχήλατος πυροσβεστήρας σκόνης των 50 KGS ανά 200 τετρ. µέτρα επιφάνειας, για αντλιοστάσια που περιλαµβάνουν αντλίες προϊόντων Ι ή ΙΙ.
4.4.6. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΣΤΑΘΜΩΝ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΣΗΣ ΒΥΤΙΟΦΟΡΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΜΕ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
1. ΓΕΝΙΚΑ
Το κεφάλαιο αυτό αφορά στους σταθµούς φόρτωσης (γεµιστήρια) βυτιοφόρων αυτοκινήτων και φορτοεκφόρτωσης σιδηροδροµικών βαγονιών.
2. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΜΕ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Τα αφροποιητικά µέσα απαιτούνται σε κάθε περίπτωση που µεταξύ των διακινουµένων από το σταθµό προϊόντων περιλαµβάνονται και προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
Το είδος των απαιτούµενων αφροποιητικών µέσων εξαρτάται από το µέγεθος του σταθµού.
Η απαιτούµενη ελάχιστη ποσότητα αφρού πρέπει να επαρκεί για λειτουργία των αφροποιητικών µέσων για 30 λεπτά τουλάχιστον.
3. ΓΕΜΙΣΤΗΡΙΑ ΒΥΤΙΟΦΟΡΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ
Το τυπικό γεµιστήριο βυτιοφόρων αυτοκινήτων αποτελείται από αριθµό παραλλήλων επιµήκων νησίδων, που κάθε µια έχει από δύο θέσεις βυτίων προς φόρτωση, µια από κάθε πλευρά της νησίδας.
Μεγάλα γεµιστήρια, µε πάνω από 6 νησίδες, πρέπει να έχουν µόνιµο σύστηµα κατάκλυσης αφρού/νερού, που προστατεύει όλη την έκταση των γεµιστηρίων ή µόνιµα εγκατεστηµένα κανόνια αφρού.
Ελάχιστη παροχή αφροκάλυψης: 6,5 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας θέσεων φόρτωσης.
Προκειµένου περί µονίµων συστηµάτων:
Το σύστηµα αφροκάλυψης είναι χωρισµένο σε ζώνες που κάθε µια προστατεύει σε επάρκεια µια νησίδα και δύο γειτονικές θέσεις φόρτωσης.
Ο αφρός διανέµεται επιλεκτικά στις διάφορες ζώνες, ανάλογα µε τη θέση που χρειάζεται προστασία.
Απαιτείται ηµιαυτόµατη ενεργοποίηση.
Για τα µικρότερα γεµιστήρια, απαιτείται η προστασία µε κανόνι αφρού/νερού, ελάχιστης παροχής 1.200 LIT/MIN και εµβέλειας 35-40 µέτρων περίπου. Αυτό µπορεί να είναι µόνιµα εγκατεστηµένο ή κινητό, ανάλογα µε τις συγκεκριµένες συνθήκες λειτουργίας. Στην περίπτωση που είναι κινητό, σταθµεύει υποχρεωτικά στην περιοχή του γεµιστηρίου.
4. ΣΤΑΘΜΟΙ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΣΗΣ ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΩΝ ΒΥΤΙΩΝ
Ο τυπικός σταθµός φορτοεκφόρτωσης σιδηροδροµικών βυτίων είναι εγκατεστηµένος δίπλα σε παρακαµπτήρια σιδηροδροµική γραµµή, που αποµονώνεται από τις άλλες γραµµές. Το µέγεθος του σταθµού χαρακτηρίζεται από τον αριθµό των βυτίων βαγονιών που εξυπηρετούνται ταυτόχρονα.
Για τους µεγάλους σταθµούς, αυτούς δηλαδή που έχουν τη δυνατότητα ταυτόχρονης πλήρωσης 3 διαδοχικών βαγονιών και άνω, απαιτείται µόνιµο σύστηµα που προστατεύει το σταθµό σε µήκος 3 διαδοχικών βυτίων, δηλαδή µια έκταση µήκους 40-45 µέτρων και πλάτους 6-7 µέτρων.
Το σύστηµα είναι κατάκλυσης αφρού/νερού, ελάχιστης παροχής αφροκάλυψης 6,5 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας. Πρόσθετη αφροπροστασία, κάτω από το βαγόνι, µε 4-6 ακροφύσια αφρού των 100 LIT/MIN, µε ηµιαυτόµατη ενεργοποίηση, είναι απαραίτητη.
Για τους µικρούς σταθµούς, απαιτούνται αφροποιητικά µέσα, π.χ. κανόνια, µε την ίδια ικανότητα αφροκάλυψης.
4.4.7 ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΜΕ ΑΦΡΟ
Απαιτείται προστασία µε αφρό, παράλληλα µε την ύπαρξη φορητών πυροσβεστήρων κατάλληλου τύπου, σε όλες τις περιπτώσεις όπου σε ενιαίο συγκρότηµα αντλιοστασίου/βανοστασίου, περιλαµβάνονται αντλίες προϊόντων Ι ή ΙΙ.
Ελάχιστη παροχή αφροκάλυψης: 4,1 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας.
Η προστασία γίνεται µε ακροφύσια αφρού παροχής 200-250 LIT/MIN ή αφρογεννήτριες χειρός, όπως κατά τα λοιπά περιγράφονται στην παρ. 4.4.4.
Παρόµοια προστασία µπορεί να επιβληθεί, κατά την εύλογη κρίση της αρµόδιας Πυροσβεστικής Αρχής και σε άλλες περιοχές, όπως λεβητοστάσια θέρµανσης µαζούτ κ.λπ.
Για την προστασία των παραπάνω χώρων, εκτός από αφρό, η Πυροσβεστική Αρχή δύναται κατά την κρίση της να κάνει δεκτά και άλλα κατασβεστικά υλικά.
4.4.8 ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΒΛΗΤΩΝ ΜΕ ΑΦΡΟ ΚΑΙ ΝΕΡΟ
Στις προβλήτες διενεργούνται εκφορτώσεις δεξαµενοπλοίων, για την πλήρωση των δεξαµενών των εγκαταστάσεων, αλλά και σε ορισµένες περιπτώσεις, φορτώσεις µικρών δεξαµενοπλοίων που διενεργούν ανεφοδιασµούς.
Αφροποιητικά µέσα απαιτούνται σε κάθε περίπτωση που µεταξύ των διακινουµένων προϊόντων περιλαµβάνονται προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ. Τα µέσα αυτά απαιτούνται ανεξάρτητα από την τυχόν προβλεπόµενη παρουσία πλοιαρίου (π.χ. ρυµουλκού επιφυλακής), που µπορεί να είναι εφοδιασµένο µε αντίστοιχα-ισοδύναµα µέσα.
Ο απαιτούµενος πυροσβεστικός εξοπλισµός εξαρτάται από:
- Το µέγιστο µέγεθος των πλευριζόντων δεξαµενοπλοίων.
- Το µέγεθος του προβλήτα.
- Τον τύπο κατασκευής και το υλικό κατασκευής του προβλήτα.
- Άλλους παράγοντες, π.χ. ειδικές συνθήκες γειτνίασης κ.τ.λ.
Ο εξοπλισµός προορίζεται για την προστασία και του ίδιου του προβλήτα, µαζί µε τις πάνω σ’ αυτόν ευρισκόµενες εγκαταστάσεις, αλλά και των δεξαµενοπλοίων που πλευρίζουν σ’ αυτόν. Η προστασία του ίδιου του πρόβλητα είναι απαραίτητη όταν είναι µεταλλικής κατασκευής. Σαν βάση του υπολογισµού θεωρούµε την περίπτωση που αντιµετωπίζεται πυρκαγιά στο µεγαλύτερου µεγέθους πλευρίζον δεξαµενόπλοιο, που εξυπηρετεί ο προβλήτας, αγνοώντας την ενδεχόµενη ταυτόχρονη παρουσία των άλλων πλοίων. Αν απαιτείται ιδιοπροστασία του προβλήτα, αυτή επιπροστίθεται.
1. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΕ ΑΦΡΟ
Ελάχιστη παροχή αφροδιαλύµατος.
Για κάθε θέση φορτοεκφόρτωσης, θα είναι 100 κυβ. µέτρα ανά ώρα και ανά 30 µέτρα µήκους του µεγαλύτερου πλευρίζοντος δεξαµενοπλοίου που µπορεί να δεχθεί ο προβλήτας, µε µέγιστο 500 κυβ. µέτρα ανά ώρα.
Η πίεση στα υδροστόµια πρέπει να είναι υποχρεωτικά 5 BAR τουλάχιστον στη δυσµενέστερη περίπτωση.
Ελάχιστος χρόνος εφαρµογής: 30 λεπτά.
Η συνολική απαιτούµενη παροχή επιτυγχάνεται µε σταθερά κανόνια 1 ή 2, τοποθετηµένα σε κατάλληλους πύργους.
Απαιτείται η χρήση κατάλληλου αφρογόνου, π.χ. AFFF ή παρόµοιου.
2. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΕ ΝΕΡΟ
Απαιτείται αριθµός σηµείων υδροληψίας από το υδροδοτικό σύστηµα, που προκύπτει ανάλογα µε το µέγεθος και τη διάταξη του προβλήτα.
Το υδροδοτικό σύστηµα πυρόσβεσης αποτελείται από κεντρικό αγωγό νερού µε κατάλληλο εξοπλισµό, που απολήγει σε διπλά υδροστόµια 2,5’’ τουλάχιστον ανά 30 µέτρα µήκους του µεγαλύτερου πλευρίζοντος δεξαµενοπλοίου που µπορεί να δεχθεί ο προβλήτας.
Η τροφοδότηση του δικτύου του προβλήτα µε νερό πυρόσβεσης, ανεξάρτητα από τη θέση του προβλήτα σε σχέση µε την υπόλοιπη εγκατάσταση, επιτρέπεται να γίνεται µε αντλητικό συγκρότηµα που µπορεί να είναι κοινό και για τις ανάγκες του δικτύου πυρόσβεσης της όλης εγκατάστασης.
Σε προβλήτες µεταλλικούς, που απαιτούν ιδιοπροστασία, υπολογίζεται µια επιπρόσθετη παροχή νερού µε παροχή 8 LIT/MIN/M2 επιφάνειας πλατφόρµας, για τη λειτουργία µόνιµου συστήµατος ψεκασµού στα υποστηλώµατα και τα άλλα ενδεδειγµένα σηµεία της µεταλλικής κατασκευής.
Σηµεία υδροληψίας προβλητών.
Σε κατάλληλες θέσεις του προβλήτα απαιτείται να υπάρχουν σηµεία λήψης, στα οποία να µπορούν να προσαρµοσθούν «σύνδεσµοι», που να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές διεθνούς συνδέσµου «ξηράς/πλοίου» (International ship/shore connection), για τη δυνατότητα υδροδότησης του οποιουδήποτε πλευρίζοντος πλοίου, µέσω ελαστικών σωλήνων, σε περίπτωση ανάγκης.
Ο διεθνής αυτός σύνδεσµος περιγράφεται στο I.O.T.T.S.G. (International Oil Tanker and Terminal Safety Guide).
Ο απαιτούµενος αριθµός και οι απαιτούµενες θέσεις των παραπάνω διεθνών συνδέσµων, επιβάλλονται κατά την κρίση των αρµοδίων Αρχών.
4.4.9 Υ∆ΡΟ∆ΟΤΙΚΟ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
1. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Το υδροδοτικό πυροσβεστικό σύστηµα πρέπει να περιλαµβάνει:
- Την πηγή τροφοδοσίας νερού.
- Το σύστηµα αντλιών.
- Το δίκτυο διανοµής.
- Τις υδρολήψεις και τις παροχές.
2. ΠΗΓΗ ΤΡΟΦΟ∆ΟΣΙΑΣ ΝΕΡΟΥ
Η πηγή τροφοδοσίας απαιτείται να είναι επαρκής για συνεχή πυρόσβεση τουλάχιστον επί τρεις ώρες µε τη «µέγιστη απαιτούµενη παροχή». Μπορεί να χρησιµοποιείται είτε γλυκό είτε θαλασσινό νερό. Σαν πηγή τροφοδοσίας χρησιµοποιούνται:
(α) Ανεξάντλητη πηγή, όπως δίκτυο πόλεως, θάλασσα, λίµνη ή ποτάµι, φυσική ή τεχνητή, απ’ όπου γίνεται απευθείας άντληση.
(β) ∆εξαµενές µεταλλικές ή από οπλισµένο σκυρόδεµα υπόγειες ή υπέργειες.
Αν το νερό που αντιστοιχεί στη συνολική χωρητικότητα των δεξαµενών της περίπτωσης (β) δεν επαρκεί για 3 ώρες, επιτρέπεται η ταυτόχρονη µετάγγιση νερού προς τις δεξαµενές αυτές µε απευθείας µετάγγιση νερού προς τις δεξαµενές αυτές µε απευθείας µετάγγιση νερού προς τις δεξαµενές αυτές µε απευθείας άντληση από ανεξάρτητη πηγή ώστε να επιτυγχάνεται τελικά η απαιτούµενη συνεχής 3ωρη λειτουργία. Προϋπόθεση είναι τότε η ύπαρξη ενός άλλου ανεξάρτητου (από τις κύριες αντλίες πυρόσβεσης) και αξιόπιστου αντλιοστασίου µετάγγισης που θα συνεκτιµηθεί µαζί µε τις υπόλοιπες συνθήκες για τη σχετική έγκριση από τις αρµόδιες αρχές.
3. ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΤΛΙΩΝ
Οι πυροσβεστικές αντλίες, 2 ή 3 σε αριθµό, απαιτείται να είναι συγκεντρωµένες στον ίδιο χώρο και να έχουν κατάθλιψη σε κοινό διανοµέα.
Ειδικότερα:
- Εάν αυτές είναι 2, τότε η αντλία της πρώτης ενεργοποίησης θα είναι ηλεκτροκίνητη ή αυτόνοµης κίνησης και θα παρέχει τη µέγιστη απαιτούµενη παροχή σε νερό.
Η αντλία της δεύτερης ενεργοποίησης θα είναι αυτόνοµης κίνησης µε µηχανή εσωτερικής καύσης της ίδιας τουλάχιστον παροχής και πίεσης και θεωρείται εφεδρική. Αυτή θα είναι εφοδιασµένη µε την απαραίτητη δεξαµενή καυσίµου για 8 ώρες, ώστε να εξασφαλίζεται η ανεξαρτησία του αντλιοστασίου από ενδεχόµενη ηλεκτρική διακοπή.
Το σύστηµα αυτό παρέχει 100% εφεδρεία.
- Εάν αυτές είναι 3 τότε η αντλία της πρώτης ενεργοποίησης απαιτείται να είναι ηλεκτροκίνητη ή αυτόνοµης κίνησης και να παρέχει το 50% της µέγιστης απαιτούµενης παροχής σε νερό. Η αντλία της δεύτερης ενεργοποίησης απαιτείται να είναι αυτόνοµης κίνησης µε µηχανή εσωτερικής καύσης της ίδιας παροχής και πίεσης µε την πρώτη.
Οι παραπάνω 2 αντλίες θα εξασφαλίζουν, σε σύγχρονη παράλληλη λειτουργία, τη συνολική µέγιστη απαίτηση σε νερό. Η τρίτη πυροσβεστική αντλία, αυτόνοµης κίνησης µε µηχανή εσωτερικής καύσης επίσης, χαρακτηρίζεται σαν εφεδρική και έχει τις ίδιες τουλάχιστον προδιαγραφές σε παροχή και πίεση µε τις δύο προηγούµενες.
Η εγκατάσταση δεξαµενών καυσίµου για 8 ώρες και για τις 2 ντηζελοκίνητες αντλίες εξασφαλίζουν και στην περίπτωση αυτή την ανεξαρτησία του αντλιοστασίου από ενδεχόµενη ηλεκτρική διακοπή.
Το σύστηµα αυτό παρέχει 50% εφεδρεία.
Η διασφάλιση της καταλληλότητας των πυροσβεστικών αντλιών επιβάλλει επιλογή αντλιών φυγοκεντρικού τύπου µε πεπλατυσµένη χαρακτηριστική καµπύλη λειτουργίας, µε δυνατότητα λειτουργίας τους µε κλειστή κατάθλιψη για αρκετό χρόνο χωρίς εκδήλωση ζηµιάς. Η επιλογή του συγκεκριµένου τύπου των αντλιών και του τρόπου εγκατάστασής τους είναι υποχρεωτικό να γίνεται µε βάση τα στοιχεία γενικής διάταξης και υπολογισµού.
Ο τύπος της πυροσβεστικής αντλίας που θα χρησιµοποιηθεί θα δηλώνεται και θα εγκρίνεται από την αρµόδια αρχή.
Παροχή και πίεση σχεδιασµού των αντλιών:
Η παροχή σχεδιασµού θα προκύπτει από τη µέγιστη απαιτούµενη παροχή πυρόσβεσης της εγκατάστασης (βλέπε κατωτέρω) και θα είναι ίση προς το 100% ή 50% ανάλογα, αν επιλέγεται αντίστοιχα σύστηµα 2 ή 3 αντλιών.
Η πίεση σχεδιασµού θα καθορίζεται κατόπιν υδραυλικών υπολογισµών έτσι ώστε όταν το σύστηµα των αντλιών αποδίδει τη µέγιστη απαιτούµενη παροχή, οι πιέσεις σε όλα τα σηµεία του δικτύου διανοµής ακόµη και στα πιο αποµακρυσµένα να διατηρούνται στα απαραίτητα επίπεδα λειτουργίας.
Παίρνοντας υπόψη την απαιτούµενη πίεση λειτουργίας των διαφόρων εγκατεστηµένων συστηµάτων ή του φορητού εξοπλισµού πυρόσβεσης, θα προκύπτει σαν γενικός κανόνας, που ισχύει ακόµα και για τις πολύ µικρής έκτασης επίπεδες εγκαταστάσεις µε επαρκούς διαµέτρου δίκτυο διανοµής, ότι απαιτούνται αντλίες µε πίεση κατάθλιψης τουλάχιστον 8 BAR.
Σύστηµα ενεργοποίησης:
Οι αντλίες πυρόσβεσης µπορούν να ενεργοποιούνται µε διάφορους τρόπους, την απλούστερη περίπτωση της θέσης σε λειτουργία µέσα από το αντλιοστάσιο, τον τηλεχειρισµό µε τη βοήθεια ηλεκτρικής σύνδεσης από διάφορα επιλεγµένα αποµακρυσµένα σηµεία ελέγχου ως τέλος την πιο εξελιγµένη περίπτωση πλήρους αυτοµατοποίησης, οπότε η θέση σε λειτουργία γίνεται αυτόµατα µε το άνοιγµα των βανών ή κρουνών του δικτύου ή τέλος µε πιο περίπλοκα συστήµατα πυρανίχνευσης - πυρόσβεσης.
Καθοριστικά κριτήρια για την επιλογή της µεθόδου ενεργοποίησης και τον καθορισµό των σχετικών λεπτοµερειών αποτελεί η δυνατότητα επίτευξης ενός ικανοποιητικού χρόνου περιστατικό και της χρονικής στιγµής που το σύστηµα είναι σε θέση να αρχίσει να αποδίδει αξιόπιστα τις απαιτούµενες πιέσεις και παροχές.
Με την προϋπόθεση ότι η εγκατάσταση του αντλιοστασίου είναι σωστή, έτσι ώστε να εξασφαλίζονται ικανοποιητικές συνθήκες λειτουργίας των αντλιών, για τα συνηθισµένα µεγέθη εγκαταστάσεων (κατηγορίας Α και Β) θεωρείται επαρκής η εγκατάσταση ενός συστήµατος τηλεχειρισµού που συνδέει το αντλιοστάσιο µε όλα τα αποµακρυσµένα στρατηγικά σηµεία της εγκατάστασης.
Τα σηµεία αυτά µπορεί να είναι οι προσπελάσεις προσωπικού προς τα γεµιστήρια βυτιοφόρων, προς αντλιοστάσιο προϊόντων, προς δεξαµενές, προς προβλήτα, τα τυχόν φυλάκια κ.α.
Με την έγκριση των αρµοδίων αρχών για πολύ µικρές και συγκεντρωµένες εγκαταστάσεις, κατηγορίας Β, µπορεί να γίνει αποδεκτή η θέση σε λειτουργία των αντλιών από το αντλιοστάσιο µόνο.
Για µεγάλες εγκαταστάσεις αποθηκευτικής ικανότητας πάνω από 70.000 µ3 είναι δυνατόν, εφόσον δεν συντρέχουν οι πιο πάνω προϋποθέσεις ή για άλλους συγκεκριµένους λόγους για τους οποίους κατά την κρίση των αρµοδίων αρχών το σύστηµα τηλεχειρισµού δεν θεωρείται επαρκές, να απαιτείται η εγκατάσταση αυτοµατοποιηµένου συστήµατος ενεργοποίησης µέσω «αντλιών διατήρησης πίεσης (Jockey Rumps), ήτοι αντλιών µικρής παροχής που λειτουργώντας αυτόµατα διατηρούν το δίκτυο υπό πίεση (π.χ. 6-9 BARS) συνεχώς. Οποιαδήποτε πτώση πιέσεως σηµειωθεί στο δίκτυο σε βαθµό που δεν µπορεί να αντισταθµιστεί από τη λειτουργία των αντλιών διατήρησης πίεσης (λ.χ. άνοιγµα βανών ή κρουνών) προκαλεί την αυτόµατη ενεργοποίηση των «κυρίων αντλιών». Ο όρος «κύριες αντλίες» χρησιµοποιείται εδώ για να γίνεται διάκριση µεταξύ αυτών και των αντλιών διατήρησης πίεσης.
Οι αντλίες προϊόντων ή άλλων χρήσεων σε καµία περίπτωση δε θα χρησιµοποιούνται σαν αντλίες πυρόσβεσης.
4. ∆ΙΚΤΥΟ ∆ΙΑΝΟΜΗΣ
Το δίκτυο διανοµής είναι σύστηµα αγωγών που έχει υπολογισθεί υδραυλικά ώστε να µεταφέρει τις απαιτούµενες παροχές νερού στις διάφορες περιοχές.
Οι κεντρικοί αγωγοί, υπέργειοι ή υπόγειοι, απαιτείται να είναι διάµετρου επαρκούς για να αποδώσουν το απαιτούµενο νερό.
Εξωτερικά οι αγωγοί θε να είναι προστατευµένοι είτε µε κατάλληλα χρώµατα για τα υπέργεια µέρη, είτε µε µονωτική ταινία για τα υπόγεια µέρη και κατάλληλη αντιδιαβρωτική προστασία.
Το δίκτυο απαιτείται να είναι υπέργειο ή υπόγειο, ανάλογα µε τις ανάγκες της περιοχής και να διατρέχεις όλους τους κρίσιµους χώρους των εγκαταστάσεων που απαιτούν πυροσβεστική προστασία.
Γενικά υπόγειο δίκτυο είναι απαραίτητο να προβλεφθεί σε χώρους που υπάρχουν έντονες λειτουργικές δραστηριότητες (π.χ. Μονάδες κτλ.) και διελεύσεις δρόµων. Η υπόγεια ανάπτυξη εξασφαλίζει για τις περιοχές άνετη προσπέλαση και δυνατότητα πυροσβεστικής επέµβασης.
Αντίθετα σε περιοχές δεξαµενών και άλλων εγκαταστάσεων οι υπέργειοι κλάδοι παρουσιάζουν το πλεονέκτηµα του συνεχούς οπτικού ελέγχου. Σοβαρός παράγοντας για την επιλογή είναι οι κλιµατολογικές συνθήκες.
Για ψυχρά κλίµατα, εφόσον δεν υπάρχουν άλλα συστήµατα αντιµετώπισης παγετού, όλο το σύστηµα θα είναι υπόγειο, σε βαθµός 1-2 µέτρα, προκειµένου το χειµώνα να αποφευχθούν ρήξεις των αγωγών από το πάγωµα του νερού.
Το πυροσβεστικό δίκτυο πρέπει να είναι ορθογωνικής διάταξης (σχηµατισµός βρόγχων ή κυψελωτό) ή κατανοµής δένδρου µε κλάδους προς διάφορες περιοχές.
Η πρώτη διάταξη εξασφαλίζει παροχή εκ δύο αντιθέτων διευθύνσεων για κάθε σηµείο απόληψης και συνίσταται για τις µεγάλες εγκαταστάσεις, όπου τούτο είναι τεχνικά εφικτό.
Ανεξάρτητα από τον τύπο του δικτύου αυτό θα έχει βάνες αποµόνωσης, υπέργειες ή υπόγειες (σε φρεάτια) για την τοπική αποµόνωση των κλάδων και αγωγών βρόγχων σε έκτακτες περιπτώσεις ή για συντήρηση. Οι βάνες αυτές τύπου γλώσσας ή άλλου κατάλληλου τύπου χωρίς ανεπιθύµητες υδραυλικές αντιστάσεις δεν θα απέχουν µεταξύ των υπερβολικά ώστε να αποφεύγονται αποµονώσεις µεγάλων τµηµάτων και παντελής έλλειψη νερού στην περιοχή.Επίσης η διάταξη των βανών θα είναι τέτοια ώστε να µην αποκλείεται τελείως η υδροδότηση της περιοχής από το δίκτυο.
Για περιοχές µεγάλου κινδύνου ισχύει η γενική αρχή ότι η διάταξη του δικτύου θα είναι ορθογωνική.
Οι αγωγοί του πυροσβεστικού δικτύου απαγορεύεται να διέρχονται κάτω από τα κτίρια, αποθήκες, υποσταθµούς κ.λπ.
Ειδικά τα µέρη του δικτύου που διατρέχουν αποστάσεις και φέρουν τις υδροληψίες θα είναι στο εσωτερικό µέρος των γραµµών των άλλων προϊόντων, δηλ. προς την πλευρά του εσωτερικού δρόµου. Για πολύ ψυχρά κλίµατα απαιτείται να προβλεφθούν συστήµατα εκκένωσης και αποστράγγισης των υπέργειων αγωγών.
Σηµεία εκτόνωσης υπό πίεση νερού για τον καθαρισµό των αγωγών πρέπει να προβλεφθούν.
5. Υ∆ΡΟΛΗΨΙΕΣ – ΠΑΡΟΧΕΣ
Το υδροδοτικό σύστηµα απαιτείται να είναι κατάλληλο ώστε να ικανοποιεί αποτελεσµατικά τις απαιτούµενες ανάγκες νερού στις διάφορες περιοχές. Αυτό γίνεται µε τις υδρολήψεις και τις διάφορες άλλες περιοχές.
Αναλυτικά έχουµε:
- Παροχές προς εγκατεστηµένα µόνιµα ή ηµιµόνιµα αφροποιητικά συστήµατα.
- Παροχές προς συστήµατα νερού ψύξης δεξαµενών.
- Παροχές προς σταθερά κανόνια αφρού/νερού.
- Παροχές προς µόνιµα συστήµατα καταιονισµού ή ψεκασµού.
- Υδρολήψεις για την τροφοδότηση ηµιµόνιµων συστηµάτων αφρού, κινητών κανονιών αφρού/νερού, αφρογεννητριών χειρός, ακροφυσίων εκτόξευσης νερού πυροσβεστικών αυτοκινήτων.
Οι χειροκίνητες βάνες τροφοδότησης των διαφόρων παροχών θα είναι υπέργειες σε απόσταση 15 µέτρων από επικίνδυνη περιοχή ή τον προστατευόµενο εξοπλισµό και απαραίτητα εκτός της λεκάνης ασφαλείας. Οι υδρολήψεις θα είναι ανεπτυγµένες περιφερειακά των υπό προστασία εγκαταστάσεων και θα απέχουν περίπου 10-15 µέτρα από επικίνδυνη περιοχή ή τον προστατευόµενο εξοπλισµό και απαραίτητα εκτός της λεκάνης ασφαλείας.
Αυτές θα τοποθετούνται πάντα στο άνω µέρος των αγωγών του πυροσβεστικού δικτύου για να αποφεύγονται οι αποφράξεις, σε εσωτερικό (προς την πλευρά των δρόµων) και προσιτό µέρος σε σχέση µε άλλους αγωγούς και σωληνώσεις το ύψος από το έδαφος πρέπει να είναι περίπου 1 µέτρο.
Οι υδρολήψεις έχουν κρουνούς τυποποιηµένου µεγέθους 2 ½΄΄.
Σε κάθε εγκατάσταση αφού καθορισθούν για κάθε περιοχή και για κάθε είδος αφρογόνου που τυχόν χρησιµοποιείται (φλουροπρωτεΐνη, A.FFF, αλκοολικού τύπου) οι ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες για άµεση λειτουργία, αθροίζονται αυτές ανά τύπο αφρογόνου, πλην της περίπτωσης κεντρικού αφροποιητικού συστήµατος, οπότε λαµβάνεται υπ’ όψη η δυσµενέστερη περίπτωση.
Τα προκύπτοντα αυτά αθροίσµατα αποτελούν τις ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες άµεσης λειτουργίας της όλης εγκατάστασης ανά τύπο αφρογόνου.
2. ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΑΦΡΟΓΟΝΟΥ
Εκτός των ανωτέρω ποσοτήτων απαιτείται η ύπαρξη αποθεµάτων για κάθε χρησιµοποιούµενο τύπο αφρογόνου σε κατάλληλη συσκευασία (βαρέλια, δοχεία) φυλασσόµενα σε εύκολα προσιτούς αποθηκευτικούς χώρους (υπόστεγα ή αποθήκες).
Τα αποθέµατα αυτά ανέρχονται σε 100% των αντιστοίχων ελαχίστων ποσοτήτων άµεσης λειτουργίας.
Οι κρουνοί και βάνες των υδροληψιών θα φέρουν Ευρωπαϊκούς συνδέσµους τύπου STORZ αντιστοίχων διαστάσεων.
Κάθε εγκατάσταση απαιτείται τελικά, να διαθέτει ανά περιοχή τόσο αριθµό κύριων υδροληψιών ώστε να καλύπτεται η απαίτηση σε νερό από το ½ των υδρολήψεων που περικλείουν την περιοχή (γιατί η προσβολή θα γίνει µόνο από τη µια πλευρά του εξοπλισµού).
Για την εκτίµηση της απαίτησης σε νερό από βοηθητικές υδροληψίες σε περιοχές που δεν συµπεριλαµβάνονται στο παραπάνω και ειδικά σε υπαίθριους χώρους όπου υπάρχουν αναφλέξιµα υλικά χρησιµοποιούνται µικρές υδρολήψεις παροχής τουλάχιστον 380 L/MIN.
(Ακτίνα κάλυψης 30 µ. και ελάχιστη πίεση 4,4 BAR).
Γενικά ικανοποιητικές αποστάσεις των κυρίων υδρολήψεων µεταξύ τους είναι περίπου 50 µέτρα µε µέγιστο 70 µέτρα.
6. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ
Το υδροδοτικό σύστηµα µιας βιοµηχανίας ή περιοχής µε λειτουργίες που απαιτούν πυροσβεστική προστασία θεωρείται ο κύριος παράγοντας ασφάλειας των εγκαταστάσεων. Σαν βάση υπολογισµού του υδροδοτικού συστήµατος θα ληφθεί υπόψη η επάρκεια του νερού για την ταυτόχρονη λειτουργία όλων των συστηµάτων πυροπροστασίας (αφροποιητικό, ψύξης, πυρόσβεσης) για την αντιµετώπιση της πλέον επικίνδυνης και δυσµενέστερης κατάστασης που είναι ενδεχόµενο να εκδηλωθεί στις εγκαταστάσεις, µε την βασική προϋπόθεση ότι αυτή θα είναι η µοναδική, δηλαδή δεν θα ληφθεί υπόψη η περίπτωση εµφάνισης ταυτόχρονα και δεύτερης κατάστασης στην ίδια ή διαφορετική περιοχή της εγκατάστασης.
4.4.10 ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΑΦΡΟΓΟΝΟΥ
Κάθε εγκατάσταση θα έχει απαραιτήτως:
- Τις ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες αφρογόνου για άµεση λειτουργία των αφροποιητικών µέσων της κάθε περιοχής, και
- Τα ελάχιστα απαιτούµενα αποθέµατα αφρογόνου.
1. ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΕΣ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΓΙΑ ΑΜΕΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Για κάθε περιοχή της εγκατάστασης και κάθε αφροποιητικό µέσο που ανήκει στην περιοχή υπολογίζονται οι ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες αφρογόνου για άµεση και πλήρη αντιµετώπιση των πλέον επικινδύνων καταστάσεων που είναι ενδεχόµενο να εκδηλωθούν στην περιοχή µε τη βασική προϋπόθεση ότι αυτές θα είναι οι µοναδικές, δηλαδή δεν θα ληφθεί υπόψη η περίπτωση εµφάνισης ταυτόχρονα και άλλων παρόµοιων καταστάσεων στην ίδια περιοχή.
4.4.11 ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΕΣ
Α΄ ΓΕΝΙΚΑ
Απαιτείται να διατίθεται φορητός εξοπλισµός (πυροσβεστήρες) πρώτης ανάγκης που να είναι σύµφωνος µε τις εθνικές ή διεθνείς προδιαγραφές κατασκευής και λειτουργίας, όπως παρακάτω:
Β΄ ΠΕΡΙΟΧΗ ΥΠΕΡΓΕΙΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG σε κάθε δίοδο προσπέλασης του αναχώµατος ή τοιχείου της λεκάνης ασφαλείας.
Ένας πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG στο βανοστάσιο κάθε δεξαµενής σταθερής ή πλωτής οροφής.
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG στην πλατφόρµα εισόδου της οροφής κάθε δεξαµενής πλωτής οροφής.
Ένας τροχήλατος πυροσβεστήρας ξηράς σκόνης των 50 KG και για την προστασία των λεκανών των δεξαµενών, εφόσον δεν προβλέπονται συστήµατα πυροπροστασίας.
Γ΄ ΠΕΡΙΟΧΗ ΣΤΕΓΑΣΜΕΝΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆ύο (2) πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά δεξαµενή και ένας (1) τροχήλατος πυροσβεστήρας των 50 χιλ/µων ανά δύο (2) δεξαµενές σε καµµία δε περίπτωση λιγώτεροι από ένας (1) τροχήλατος.
∆΄ ΠΕΡΙΟΧΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆ύο (2) πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά θέση φορτοεκφόρτωσης και ένας (1) τροχήλατος πυροσβεστήρας ξηράς σκόνης των 50 χιλ/µων ανά δύο (2) δεξαµενές, σε καµµία δε περίπτωση λιγώτεροι από ένας (1) τροχήλατος.
Ε΄ ΥΠΑΙΘΡΙΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ
(π.χ. ΒΑΡΕΛΙΑ)
Ένας (1) πυροσβεστήρας ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά 200 τ. µικτής επιφάνειας δαπέδου και όχι συνολικά λιγώτεροι από δύο (2).
ΣΤ΄ ΥΠΟΣΤΕΓΑ ΠΛΗΡΩΣΗΣ – ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ
α΄ Υγρά καύσιµα κατηγορίας Ι και ΙΙ.
Τέσσερις (4) πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά 200 τ.µ. µικτής επιφάνειας δαπέδου.
β΄ Υγρά καύσιµα κατηγορίας ΙΙΙ.
Ένας (1) πυροσβεστήρας ξηρής σκόνης των 12 χιλ/µων ανά 200 τ.µ. µικτής επιφάνειας δαπέδου και όχι συνολικά λιγώτεροι από δύο (2).
Ζ΄ ΣΤΑΘΜΟΙ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΣΗΣ ΒΥΤΙΟΦΟΡΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ
Ι. ΓΕΜΙΣΤΗΡΙΑ ΒΥΤΙΟΦΟΡΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ
Ένας πυροσβεστήρας σκόνης τροχήλατος των 50 KG για κάθε 4 νησίδες (2πλές θέσεις φόρτωσης).
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG για κάθε µια νησίδα (2πλή θέση φόρτωσης) σε γεµιστήρια τα οποία δεν απαιτείται να προστατεύονται µε µόνιµο σύστηµα κατάκλισης/αφρού.
Ένας πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG για κάθε µία νησίδα (2πλη θέση φόρτωσης) σε γεµιστήρια τα οποία απαιτείται να προστατεύονται µε µόνιµο σύστηµα κατάκλισης αφρού/νερού.
Στην περίπτωση ύπαρξης µιας µόνο νησίδας τοποθετούνται 2 πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG.
ΣΤΑΘΜΟΙ ΦΟΡΤΩΣΗΣ ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΩΝ ΒΥΤΙΩΝ
Ισχύουν γενικά οι ακόλουθες ελάχιστες απαιτήσεις:
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης τροχήλατοι των 50 KG που τοποθετούνται ένας σε κάθε πλευρά της σιδηροδροµικής γραµµής.
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG για κάθε µία θέση εξυπηρετούµενων βαγονιών.
Οι αρµόδιες αρχές κατά την κρίση τους µπορούν να απαιτήσουν την επαύξηση του αριθµού των πυροσβεστήρων λαµβάνοντας υπόψη τις συγκεκριµένες κατά περίπτωση συνθήκες.
Η΄ ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
Ι. ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Ι Ή ΙΙ(ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ)
Για έκταση αντλιοστασίου µέχρι 200 τ.µ. ο ελάχιστος αριθµός απαιτούµενων πυροσβεστήρων σκόνης των 12 KG είναι τρεις.
Για έκταση αντλιοστασίου πάνω από 200 τ.µ. προστίθεται ένας ακόµη πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG για κάθε επιπλέον 200 τ.µ.
ΙΙ. ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΙΙΙ (ΜΕΣΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ).
Για έκταση αντλιοστασίου µέχρι 400 τετρ. µέτρα ο ελάχιστος αριθµός απαιτουµένων πυροσβεστήρων σκόνης των 12 KG είναι τρεις.
Για έκταση αντλιοστασίου πάνω από 400 τ.µ. προστίθεται ένας ακόµη πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG για κάθε επιπλέον 400 τ.µ.
ΙΙΙ. ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΜΙΚΤΑ (ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ)
Μικτά είναι τα αντλιοστάσια που διακινούν προϊόντα κατηγοριών Ι ή ΙΙ µαζί µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ. Αυτά προστατεύονται µε πυροσβεστήρες όπως τα αντλιοστάσια κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
Θ΄ ΠΡΟΒΛΗΤΕΣ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΣΕΩΝ
Ο ελάχιστος αριθµός απαιτούµενων πυροσβεστήρων της περιοχής είναι:
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG για κάθε θέση φορτοεκφόρτωσης πλοίου.
Ο αριθµός συνολικά αναπτυσσόµενων πυροσβεστήρων σκόνης των 12 KG επαυξάνεται ανάλογα µε την επιφάνεια του προβλήτα προσθέτοντας από ένα πυροσβεστήρα για κάθε 200 τ.µ.
4.4.12 ΒΑΡΕΑ ΦΟΡΗΤΑ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ (ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ)
Εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων χωρητικότητας άνω των 150.000 µ3 υποχρεούνται να διαθέτουν κατάλληλο πυροσβεστικό όχηµα εκτόξευσης νερού – αφρού ή σκόνης ή αφρού υψηλής διαστολής.
Εγκαταστάσεις άνω των 250.000 µ3 υποχρεούνται να διαθέτουν δύο (2) σχήµατα του παραπάνω τύπου.
4.4.13 ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ
4.4.13.1 Εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων που υφίστανται και λειτουργούν νόµιµα από χρόνο προγενέστερο της δηµοσίευσης της απόφασης αυτής, υποχρεούνται να υποβάλουν για έγκριση στην Πυροσβεστική Υπηρεσία µελέτη πυροπροστασίας σύµφωνα µε τις διατάξεις της παρούσας, µέσα σε τρεις (3) µήνες από την δηµοσίευση της παρούσας.
4.4.13.2 Μέσα σε ένα (1) χρόνο από την έγκριση της αντίστοιχης µελέτης πυροπροστασίας από την Πυροσβεστική Υπηρεσία οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων της προηγούµενης παραγράφου υποχρεούνται να προσαρµοσθούν στις απαιτήσεις της Απόφασης αυτής.
4.4.13.3 Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας στις υφιστάµενες εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων της παραπάνω παραγρ.
4.4.13. κατά την περίοδο προσαρµογής τους σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της παρούσας Απόφασης θα λαµβάνεται υπόψη το πιστοποιητικό πυροπροστασίας που εκδόθηκε ή θα εκδοθεί µε βάση τον εγκεκριµένο Ειδικό Κανονισµό Πυρασφάλειας (ΕΚΠΥ) ή την εγκεκριµένη µελέτη πυροπροστασίας σύµφωνα µε το οποίο χορηγήθηκε η τελευταία άδεια λειτουργίας της εγκατάστασης.
4.4.14 ΕΝΑΡΞΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ – ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ
Από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης καταργούνται:
α. Το Π.∆. 460/1976 (ΦΕΚ 170 τ.Α΄) «περί λήψεως µέτρων πυρασφάλειας υπό βιοµηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων και αποθηκών», ως προς το είδος των εγκαταστάσεων που διαλαµβάνει η παρούσα.
β. Οι υπ’ αριθµ. 17483/281/1978 (ΦΕΚ 269 τ.Β΄ της 28.3.1978) «περί κατατάξεως των βιοµηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων από άποψη κινδύνου πυρκαγιάς» και υπ’ αριθµ. 17484/282/1978 (ΦΕΚ 283 τ.Β΄ της 30.3.1978) «περί εφαρµοστέων µέτρων πυροπροστασίας βιοµηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων» Αποφάσεις του Υπουργού Βιοµηχανίας και
Ενέργειας σε ότι αφορά τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης και διακίνησης υγρών καυσίµων για τις οποίες ισχύουν οι διατάξεις της παρούσας.
γ. Καθ’ όλο το περιεχόµενό της παράγραφος 3.5 «Πυρασφάλεια» του Π.∆. 44/17.2.1987 «Καθορισµός τεχνικών προδιαγραφών διαµόρφωσης, σχεδίασης, κατασκευής και ασφαλούς λειτουργίας των µηχανολογικών εγκαταστάσεων αποθήκευσης υγρών καυσίµων των επιχειρήσεων που δεν αποτελούν εταιρείες εµπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων».
Τα µέσα πυρόσβεσης που σήµερα χρησιµοποιούνται στη Χηµική Βιοµηχανία και στα συγκροτήµατα του πετρελαίου είναι τα πιο κάτω:
− Νερό
− Σκόνες
− ∆ιοξείδιο του άνθρακα
− HALON
− Αφρός.
1. ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΑ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
Α. ΓΕΝΙΚΑ
Ο όρος αφροποιητικά συστήµατα δεξαµενών χαρακτηρίζει τα συστήµατα που έχουν:
− Μόνιµα εγκατεστηµένες αφρογεννήτριες όπου γίνεται η παρασκευή του τελικού αφρού µε ανάµιξη του αφροδιαλύµατος µε την απαιτούµενη ποσότητα αέρα.
− Μόνιµα εγκατεστηµένες σωληνώσεις µεταφοράς του τελικού αφρού από τις αφρογεννήτριες προς το στόµιο εξόδου του αφρού στο εσωτερικό της δεξαµενής, για δεξαµενές σταθερής οροφής ή προς τον δακτύλιο, για δεξαµενές πλωτής οροφής.
− Μόνιµα εγκατεστηµένες σωληνώσεις µεταφοράς του αφροδιαλύµατος (δηλαδή του υπό κατάλληλη αναλογία διαλύµατος νερού και αφρογόνου, που δηµιουργείται στον ειδικό για το σκοπό αυτό αφροαναµίκτη) από ασφαλή θέση, ευρισκόµενη έξω από τη λεκάνη ασφάλειας της δεξαµενής, µέχρι τις αφρογεννήτριες.
Η ανωτέρω αναφερόµενη «ασφαλής» θέση, ευρίσκεται σε απόσταση από το περίβληµα της δεξαµενής τουλάχιστον ίση µε την προβλεπόµενη στις παρ. 4.4.2.2. Γ και 4.4.2.3. Γ αντίστοιχα για δεξαµενές σταθερής και πλωτής οροφής.
Ανάλογα µε την κατασκευή του υπόλοιπου συστήµατος, δηλαδή του τµήµατος που προηγείται της ανωτέρω οριζόµενης «ασφαλούς» θέσης, σχετικά µε την κατεύθυνση της ροής, τα εγκατεστηµένα συστήµατα, διακρίνονται σε:
− ΜΟΝΙΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
− ΗΜΙΜΟΝΙΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Η διάκριση αυτή, αφορά στο συγκρότηµα αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης µε το νερό του αφρογόνου, για την παρασκευή του επιθυµητού αφροδιαλύµατος, που οδεύει προς τις αφρογεννήτριες.
Σχεδόν παρόµοια µε τα περιγραφόµενα παραπάνω αφροποιητικά συστήµατα είναι και τα εγκατεστηµένα αφροποιητικά συστήµατα που χρησιµοποιούνται για την προστασία άλλων κατασκευών και χώρων, όπως οι σταθµοί φορτοεκφόρτωσης βυτιοφόρων κ.λπ.
Β. ΜΟΝΙΜΑ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Στο µόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, όλα τα µέρη του συγκροτήµατος αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης του αφρογόνου είναι επίσης µόνιµα εγκατεστηµένα και συνδέονται µεταξύ τους και προς το υδροδοτικό δίκτυο και το δίκτυο διανοµής αφροδιαλύµατος/αφρού µε µόνιµες σωληνώσεις.
Γενικά, η κατασκευή των µονίµων σωληνώσεων, που χρησιµοποιούνται σε όλη την έκταση των εγκατεστηµένων συστηµάτων, ακολουθεί τις προδιαγραφές κατασκευής του υδροδοτικού δικτύου διανοµής.
Ένα µόνιµο αφροποιητικό σύστηµα µπορεί να προστατεύει µια µόνο δεξαµενή ή µια οµάδα δεξαµενών που είναι συγκεντρωµένες στην ίδια περιοχή και ανήκουν σε µια ή περισσότερες γειτονικές λεκάνες ασφάλειας. Ακόµη, µπορεί το ίδιο σύστηµα να παρέχει προστασία µε αφρό των αντίστοιχων λεκανών ασφάλειας και επίσης, σε ορισµένες περιπτώσεις, εφόσον το επιτρέπουν οι υπάρχουσες αποστάσεις και επεκτείνεται για προστασία και άλλων κατασκευών και χώρων της περιοχής.
Το συγκρότηµα αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης αφρογόνου ενός τυπικού µόνιµου συστήµατος αποτελείται από:
− Την δεξαµενή αφρογόνου µε χωρητικότητα που υπερκαλύπτει την ελάχιστη απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου για άµεση και πλήρη λειτουργία (βλ. παρ. 4.4.10) και είναι µεταλλική ή πλαστική ελεύθερης αναπνοής.
− Τον αναµίκτη ρυθµιζόµενης αναλογίας αφροανάµιξης, συνήθως 1-6%. Αναµίκτης σταθερής αφροανάµιξης θεωρείται επίσης κατάλληλος και αποδεκτός, εφόσον έχει ρυθµισθεί στην απαιτούµενη αναλογία (3, 4 ή 5%).
− 2 αντλίες (ηλεκτροκίνητη και αυτόνοµης κίνησης εφεδρική) για την προώθηση του αφρογόνου προς τον αναµίκτη.
Η παροχή κάθε αντλίας πρέπει απαραιτήτως να υπερκαλύπτει κατά 20% τη µέγιστη απαίτηση του αφροαναµίκτη. Η πίεση κατάθλιψης των αντλιών αυτών πρέπει να είναι κατά 1-2 BAR µεγαλύτερη της µέγιστης πίεσης λειτουργίας νερού στο πυροσβεστικό δίκτυο διανοµής. Σύστηµα αγωγών, διανοµέων, βανών κ.τ.λ. προκειµένου να κατευθυνθεί η παροχή του αφροδιαλύµατος προς την επιθυµητή δεξαµενή, εφόσον το σύστηµα προστατεύει οµάδα δεξαµενών ή άλλο προστατευόµενο χώρο.
Ο χρόνος εµφάνισης του αφροδιαλύµατος στη δεξαµενή ή στους άλλους προστευόµενους χώρους και έναρξης αφροπαραγωγής, σε καµιά περίπτωση δεν πρέπει να είναι µεγαλύτερος των 3 λεπτών.
Η διατήρηση των γραµµών του αφροδιαλύµατος στη δεξαµενή ή στους άλλους προστατευόµενους χώρους και έναρξης αφροπαραγωγής, σε καµία περίπτωση δεν πρέπει να είναι µεγαλύτερος των 3 λεπτών.
Η διατήρηση των γραµµών του αφροδιαλύµατος γεµάτων µε αφροδιάλυµα, συντοµεύει το χρόνο έναρξης αφροπαραγωγής και επιτρέπει την κάλυψη δεξαµενών σε ικανές αποστάσεις. Εναλλακτικά, µπορούν να χρησιµοποιούνται στα µόνιµα αφροποιητικά συστήµατος κατάλληλοι αναµίκτες µε δυνατότητα ταυτόχρονης εισρόφησης του αφρογόνου, καταργώντας τις αντλίες προώθησης αφρογόνου. Οι αναµίκτες αυτοί είναι γνωστοί σαν «τζιφάρια» και αναρροφούν την αναγκαία ποσότητα αφρογόνου δηµιουργώντας τοπική υποπίεση σε ειδικό ακροφύσιο που περιέχουν.
Γ. ΗΜΙΜΟΝΙΜΑ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Στο ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, τα διάφορα µέρη του συγκροτήµατος αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης και οι συνδέσεις τους, δεν είναι εξ’ ολοκλήρου ή εν µέρει) µόνιµα. ∆ηλαδή χρησιµοποιούνται π.χ. δοχεία αφρογόνου αντί δεξαµενών, κινητοί αναµίκτες και ελαστικοί σωλήνες µε ταχυσυνδέσµους στα άκρα κ.τ.λ.
Στα συστήµατα αυτά µπορούν να χρησιµοποιούνται αναµίκτες/τζιφάρια.
Όλες οι µονάδες του εξοπλισµού θα βρίσκονται σε κατάλληλες σηµασµένες θέσεις της περιοχής άµεσα προσπελάσιµες, µαζί µε την ελάχιστη απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου (για άµεση και πλήρη λειτουργία) στα κατάλληλα δοχεία.
Τα ηµιµόνιµα συστήµατα είναι απόλυτα συµβατά µε την δυνατότητα άµεσης διαθεσιµότητας πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού.
2. ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΣΤΑΘΕΡΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
Α. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ
Ι. ∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ απαιτούν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, εφόσον η κάθε µία έχει χωρητικότητα µεγαλύτερη των 30 κυβ. µέτρων ή η συνολική χωρητικότητα της εγκατάστασης είναι µεγαλύτερη των 200 κυβ. µέτρων.
ΙΙ. ∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ δεν απαιτούν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, εφόσον ικανοποιούνται όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις.
α. Οι αποστάσεις ασφάλειας είναι οι προβλεπόµενες ή ισχύουν τα αναφερόµενα στην παράγραφο 4.4.5.
β. ∆ιαθέτουν λεκάνη ασφάλειας ή σύστηµα περισυλλογής επαρκούς χωρητικότητας.
γ. ∆εν πρόκειται εναλλακτικά να δεχθούν προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
δ. ∆εν βρίσκονται στην ίδια λεκάνη ασφάλειας µε δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
ε. ∆εν έχουν διάµετρο µεγαλύτερη των 48 µέτρων.
στ. Υπάρχει πρόβλεψη για χρήση άλλων αφροποιητικών µέσων σε επάρκεια. Από την υποχρέωση αυτή απαλλάσσονται δεξαµενές συνολικής χωρητικότητας µέχρι και 50 Μ3.
Με τον όρο άλλα αφροποιητικά µέσα εννοούµε:
Κανόνια αφρού.
Πύργους αφρού.
Αφρογεννήτριες χειρός.
Τα κανόνα θεωρούνται επαρκή για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 18 µέτρα, εκτός αν πρόκειται για δεξαµενές µαζούτ οπότε τα κανόνια θεωρούνται επαρκή για δεξαµενές µε διάµετρο µέχρι 48 µέτρα.
Για δεξαµενές µε διάµετρο µεταξύ 18 και 48 µέτρων, απαιτούνται πύργοι αφρού ή µόνιµα συστήµατα.
Οι αφρογεννήτριες χειρός θεωρούνται επαρκείς για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 9 µέτρα και ύψους µέχρι 6 µέτρα.
Β. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Υποχρεωτικός τρόπος προστασίας των δεξαµενών σταθερής οροφής είναι η αφροκάλυψη της φλεγόµενης επιφάνειας. Η σωστή προστασία απαιτεί να αρχίσει η διαδικασία αφροκάλυψης έγκαιρα, πριν υπερθερµανθούν οι µεταλλικές επιφάνειες και το περιεχόµενο προϊόν, ώστε η καταστολή της φωτιάς να αποβεί αποτελεσµατική και να µην προκύψει καθυστέρηση στην επέµβαση ή µη ενδεδειγµένος τρόπος στην καταστολή, και να δηµιουργηθεί η συνήθης εκτίναξη της οροφής (έκρηξη), η κατάρρευση των µεταλλικών τοιχωµάτων και η αχρήστευση του αφροποιητικού συστήµατος.
Η παράλληλη ψύξη της καιόµενης δεξαµενής (εφόσον βέβαια δεν είναι µονωµένη), είναι υποχρεωτική προϋπόθεση για τη σωστή και ασφαλή αντιµετώπιση της κατάστασης. Η ψύξη επιµηκύνει το χρόνο αντοχής των τοιχωµάτων, άρα του αφροποιητικού συστήµατος.
Οι υποχρεωτικοί τρόποι προστασίας των δεξαµενών αυτών µε σύστηµα αφρού, εφόσον απαιτείται από την παρούσα απόφαση, είναι:
− Επιφανειακή εφαρµογής
Έκχυση του αφρού πάνω από τη φλεγόµενη επιφάνεια του περιεχοµένου προϊόντος, µε σύστηµα αφρογεννητριών χαµηλής πίεσης και αφροκεφαλών, που είναι τοποθετηµένες στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής.
− Εισαγωγή από τον πυθµένα.
Εισαγωγή του αφρού υπό πίεση στο κάτω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής (50 εκατοστά από τον πυθµένα), µε σύστηµα αφρογεννητριών υψηλής πίεσης που βρίσκονται συνήθως εκτός λεκάνης ασφάλειας. Ο αφρός, εισερχόµενος εντός της µάζας του περιεχοµένου προϊόντος, ανεβαίνει στην επιφάνειά του και απλώνεται καλύπτοντάς την.
Γ. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΧΕ∆ΙΑΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Η ελάχιστη απόσταση των βανών χειρισµού και του σηµείου προβλεπόµενης σύνδεσης πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού από τη δεξαµενή, πρέπει απαραιτήτως να είναι το µεγαλύτερο µεταξύ των 15 µέτρων και µιας διαµέτρου της υπό προστασία δεξαµενής,
οπωσδήποτε όµως εκτός της λεκάνης ασφάλειας της δεξαµενής.
Εάν οι βάνες είναι τηλεχειριζόµενες ή µεταξύ αυτών και της υπό προστασία δεξαµενής υπάρχει αντιπυρικός τοίχος ύψους τουλάχιστον 2 µέτρων, τότε η ελάχιστη απόσταση ασφάλειας µπορεί να µειωθεί στα 5 µέτρα το πολύ.
Ο υπολογισµός των αγωγών πρέπει να γίνεται µε πιστή εφαρµογή των νόµων και των κανόνων της υδραυλικής, ώστε να επιτυγχάνεται η απαιτούµενη πίεση λειτουργίας.
Οι υδρολήψεις στον απαιτούµενο αριθµό, θα είναι σε αποστάσεις 15 έως 40 µέτρων από το σηµείο σύνδεσης του πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού.
Ι. ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Οι πίνακες που ακολουθούν την απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος ανά µονάδα ελεύθερης επιφάνειας περιεχόµενου προϊόντος της δεξαµενής και τον απαιτούµενο χρόνο εφαρµογής, περιλαµβάνουν δε εκτός της επιφανειακής εφαρµογής και την εισαγωγή από τον πυθµένα.
Σηµείωση:
Για όλα τα προϊόντα του παραπάνω πίνακα, εκτός των υδρογονανθράκων, χρησιµοποιείται αφρός αλκοολικού τύπου. ∆ηλαδή, ακόµη και υδρογονάνθρακες µε αλκοόλη 10% αντιµετωπίζονται µε αφρό αλκοολικού τύπου, όπως οι διάφορες πολικές ενώσεις που ακολουθούν στη στήλη «προϊόν» του πίνακα.
Η εισαγωγή αφρού γίνεται µε έκχυση πάνω από την επιφάνεια του καυσίµου και χρησιµοποιούνται αφρογεννήτριες χαµηλής πίεσης.
Οι αφρογεννήτριες αυτές θα εισάγουν τον αφρό στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους και σε απόσταση περίπου 40 εκατοστών κάτω από την οροφή της δεξαµενής. Απαγορεύεται η εισαγωγή του αφρού από την οροφή (ενδεχόµενη έκρηξη θα καταστρέψει το αφροποιητικό σύστηµα, µε την εκτίναξη της οροφής).
Κάθε τέτοια αφρογεννήτρια θα συνδυάζεται µε:
− Την αντίστοιχη σε παροχή αφροκεφαλή, που περιέχει τη µεµβράνη ή το γυαλί αποµόνωσης.
− Το αντίστοιχο σε παροχή εσωτερικό ράµφος.
− Το κατάλληλο δίκτυο διανοµής αφροδιαλύµατος στην απαιτούµενη παροχή.
Η ελάχιστη πίεση λειτουργίας (δυναµική) της πλέον αποµακρυσµένης και δυσµενούς αφρογεννήτριας πρέπει οπωσδήποτε να είναι 3,5 BAR.
Η διανοµή του αφρού γίνεται µε καρακόρυφους αγωγούς και ενδεχοµένως µε οριζόντιους ηµιδακτύλιους κατανοµής, µετά από την απαραίτητη υδραυλική µελέτη του συστήµατος.
Πρέπει υποχρεωτικώς να υπάρχει σύστηµα αποστράγγισης και έκπλυσης των αγωγών διανοµής.
Ο ελάχιστος απαιτούµενος αριθµός αφρογεννητριών καθορίζεται µε βάση το µέγεθος της διαµέτρου της δεξαµενής. Εξυπακούεται ότι το σύνολο των αφρογεννητριών πρέπει πάντοτε να παρέχει την απαραίτητη ποσότητα αφροδιαλύµατος που καθορίζεται από την συνολική απαίτηση της ελάχιστης αφροκάλυψης. Έτσι έχουµε:
Για δεξαµενές µε διάµετρο µεγαλύτερη των 60 µέτρων, θα τίθεται µια επιπλέον αφρογεννήτρια ανά 465 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας.
Σε όλες τις αφρογεννήτριες θα διασφαλίζεται ισόποση παροχή αφροδιαλύµατος.
Η εγκατάσταση συστηµάτων κατάσβεσης µε µέσα διάφορα του αφρού, είναι δυνατή εφόσον εγκρίνεται από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία.
ΙΙ. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΠΥΘΜΕΝΑ
Το σύστηµα αυτό εφαρµόζεται µόνο σε δεξαµενές σταθερής οροφής.
Κατ’ εξαίρεση δεν εφαρµόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
− Σε δεξαµενές που έχουν εσωτερικό πλωτό διάφραγµα µη ενδεδειγµένου τύπου.
− Σε δεξαµενές που περιέχουν βαρέα κλάσµατα υδρογονανθράκων, δηλαδή αταξινόµητα προϊόντα µε σηµείο ανάφλεξης πάνω από 100οC.
Η εφαρµογή του συστήµατος αυτού σε δεξαµενές που περιέχουν πολύ ελαφρείς υδρογονάνθρακες κατηγορίας Ι, γίνεται αποδεκτή εφόσον:
− Η παροχή του αφρού είναι αυξηµένη µέχρι 8,1 LIT/MIN/M2.
− Υπάρχει έγκριση των αρµόδιων αρχών.
Η εισαγωγή αφρού στον πυθµένα βρίσκει άριστη εφαρµογή σε δεξαµενές που περιέχουν κλάσµατα πετρελαίου όπως: βαρείς νάφθες, κηροζίνη, ντήζελ, µέχρι V.G. OIL και ελαφρό µαζούτ.
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος και ο απαιτούµενος χρόνος εφαρµογής, προκύπτουν από τους πίνακες της προηγούµενης παρ. Ι.
Ο χρόνος εφαρµογής, είναι µεγαλύτερος από τον αντίστοιχο της επιφανειακής εφαρµογής, επειδή η διόγκωση του αφροδιαλύµατος είναι στο σύστηµα αυτό µικρότερη. Η εισαγωγή του αφρού γίνεται µε µεγάλη πίεση κάτω από την επιφάνεια του περιεχόµενου καυσίµου της δεξαµενής. Χρησιµοποιούνται αφρογεννήτριες υψηλής πίεσης, που έχουν ελάχιστη πίεση λειτουργίας στην είσοδο τους προδιαγραφόµενη από τον κατασκευαστή τους. Κάθε αφρογεννήτρια ή συστοιχία αφρογεννητριών µέσω κεντρικού αγωγού κατάλληλης διαµέτρου, εισάγει τον αφρό στο κάτω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής, ύψος περίπου 50 εκατοστών πάνω από τον πυθµένα και σε ένα ή περισσότερα σηµεία.
Το σύστηµα αυτό λειτουργεί µε αφρογόνα κατάλληλα για τέτοια εισαγωγή. Το αφρογόνο πρωτείνη δεν είναι κατάλληλο, γιατί συµπαρασύρει σταγονίδια καυσίµου προς τη φλεγόµενη επιφάνεια.
Ο δηµιουργούµενος στις αφρογεννήτριες αφρός, λόγω της µεγαλύτερης πίεσης του συστήµατος, εµφανίζει διόγκωση 1:4.
Στις εξόδους των αφρογεννητριών τοποθετούνται εσωτερικά πτυσσόµενοι ανοξείδωτοι δίσκοι, που ανοίγουν µε την πίεση του εισερχόµενου αφρού. Το σύστηµα αυτό, που καλύπτεται από απρόσβλητη και άκαυστη µεµβράνη (συνήθως µίκα), διατηρεί κενούς τους αγωγούς διανοµής αφρού. Τελευταία, τα συστήµατα αυτά έχουν µία µόνο κεντρική βαλβίδα αντεπιστροφής. Στο σηµείο αυτό τοποθετείται ένας κεντρικός πτυσσόµενος δίσκος αντεπιστροφής (METALLIC RURTURE DISC).
Η µέγιστη επιτρεπτή ταχύτης εισόδου του αφρού στη δεξαµενή είναι 3 µέτρα/SEC για προϊόντα κατηγορίας 1 και 6 µέτρα SEC για προϊόντα κατηγορίας ΙΙ ή ΙΙΙ.
Η είσοδος του αφρού δεν πρέπει σε καµιά περίπτωση να γίνεται σε ύψος χαµηλότερο από την πιθανή στάθµη νερού στη δεξαµενή.
Σε δεξαµενές που λειτουργούν, υπάρχει η δυνατότητα εισαγωγής του αφρού από την είσοδο του προϊόντος, εφόσον καλύπτονται οι απαιτούµενες προδιαγραφές.
Ανάλογα µε το µέγεθος της διαµέτρου της δεξαµενής, καθορίζεται ο ελάχιστος επιτρεπτός αριθµός εισόδων αφρού στη δεξαµενή, σύµφωνα µε τον ακόλουθο πίνακα:
Για δεξαµενές διαµέτρου µεγαλύτερης των 60 µέτρων, πρέπει να προστίθεται ένα επί πλέον σηµείο εισόδου για κάθε 465 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας, για προϊόντα κατηγορίας Ι ή για κάθε 697 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας, για προϊόντα κατηγορίας ΙΙ ή ΙΙΙ.
Το σύνολο των αφρογεννητριών θα παρέχει υποχρεωτικά την απαραίτητη ποσότητα αφρού, που καθορίζεται από τη συνολική απαίτηση της ελάχιστης επιτρεπτής αφροκάλυψης.
3. ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΠΛΩΤΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
Α. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ
Γενικά απαιτούνται µόνιµα ή ηµιµόνιµα αφροποιητικά συστήµατα.
Β. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Με τον όρο δεξαµενές πλωτής οροφής, εννοούµε όλες τις δεξαµενές ανοιχτού τύπου µε κινητή επιπλέουσα οροφή. Η οροφή είναι είτε κατασκευής κοίλου δίσκου µε περιφερειακούς στεγανούς επισκέψιµους χώρους, είτε κατασκευής διπλού καταστρώµατος. Και στις δύο περιπτώσεις, πρέπει να διαθέτουν στο κέντρο σύστηµα περισυλλογής και αποµάκρυνσης του νερού της βροχής των υπερχειλίσεων και του νερού πυρόσβεσης.
Οι οροφές αυτές είναι εφοδιασµένες µε σύστηµα εσωτερικών ποδαρικών, ώστε να τερµατίζουν κατά την εκκένωση της δεξαµενής σε κατάλληλο ύψος από τον πυθµένα της δεξαµενής (θέσεις λειτουργίας και επιθεώρησης).
Κάτω από το ύψος αυτό, δεν συνιστάται να κατέρχεται η στάθµη του προϊόντος κατά την κανονική λειτουργία της δεξαµενής. ΤΟ σύστηµα προστασίας των δεξαµενών πλωτής οροφής περιλαµβάνει.
- Καλή στεγανότητα (φραγή) του διάκενου, πλάτους περίπου 30 εκατοστών, µεταξύ πλωτής οροφής και περιφερειακού κελύφους, που επιτυγχάνεται:
Με µηχανικό σύστηµα µεµβράνης και αντίβαρων, τύπου παντογράφου.
Με περιφερειακούς δακτύλιους µεµβράνης και ελαστικούς σωλήνες που έχουν διογκωθεί µε κηροζίνη ή άλλο καύσιµο ή πολυουραιθάνη, ώστε να επιτυγχάνεται στεγανότητα. Και τα δύο συστήµατα πρέπει να έχουν και δευτερεύουσα προστασία στεγανότητας µε ελαστική επικαλύπτουσα περιφερειακή µεµβράνη (µόνο για τις δεξαµενές). Όλα τα ανωτέρω ελαστικά ή συνθετικά υλικά πρέπει να είναι άκαυστα.
- Σύστηµα καιρικής προστασίας της φραγής µε υπερκείµενη κάλυψη από επιµήκη αλληλοεπικαλυπτόµενα µεταλλικά ελάσµατα, που στηρίζονται περιφερειακά στο άκρο της πλωτής οροφής και ολισθαίνουν επί της εσωτερικής επιφάνειας του περιφερειακού κέλυφους της δεξαµενής.
- Ελάσµατα επαγωγής στατικού ηλεκτρισµού.
- Περιφερειακά επί της πλωτής οροφής πρέπει να υπάρχει µεταλλικός δακτύλιος συγκράτησης του αφρού (DAM). Αυτός πρέπει να είναι καλά κολληµένος ή στεγανά συγκρατηµένος επί της οροφής και να έχει στο κάτω µέρος οπές εκροής του νερού.
Γ. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΧΕ∆ΙΑΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Οι προδιαγραφές του δακτυλίου συγκράτησης αφρού είναι:
- Ελάχιστο ύψος:
30 εκατοστά για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 15 µέτρα.
60 εκατοστά για δεξαµενές µεγαλύτερης διαµέτρου.
Το ύψος του δακτυλίου είναι υποχρεωτικά τουλάχιστον 5 εκατοστά πάνω από το άνω µέρος των µεταλλικών ελασµάτων καιρικής προστασίας.
- Ελάχιστο πάχος: 3,5 χιλιοστά.
- Απόσταση από περιφερειακό κέλυφος δεξαµενής: 60 έως 90 εκατοστά.
- Οι οπές εκροής έχουν ύψους 1-2 εκατοστά και πλάτος 6-8 εκατοστά και βρίσκονται συνήθως στο µέσον µεταξύ δύο διαδοχικών αφρογεννητριών (διευκολύνεται έτσι το άπλωµα του αφρού).
Για τον καθορισµό του αριθµού και του µεγέθους των οπών εκροής, λαµβάνεται υπόψη ότι απαιτούνται 3 τετρ. εκατοστά επιφάνειας εκροής για κάθε 1 τετρ. µέτρο επιφάνειας του εσωτερικού δακτυλίου.
Το σύστηµα αφρού µπορεί να στέλνει αφρό χαµηλής διόγκωσης είτε επί του συστήµατος στεγανοποίησης και του συστήµατος καιρικής προστασίας µέσα στο δακτύλιο (πλέον συνήθης τρόπος), είτε κατ’ ευθείαν κάτω από το σύστηµα καιρικής προστασίας και δευτερεύουσας στεγανότητας, επί του πρωτεύοντος δακτυλίου φραγής.
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος είναι 12,2 LIT/MIN/M2 επιφάνειας του περιφερειακού δακτυλίου συγκράτησης αφρού.
Ο χρόνος εφαρµογής του αφρού είναι: 20 ΜΙΝ.
Οι αφρογεννήτριες περιλαµβάνουν την κυρίως αφρογεννήτρια, συνήθως κατακόρυφης τοποθέτησης, τον αγωγό εξόδου αφρού µε ελάχιστο µήκος 70 εκατοστά και το ράµφος εκροής, αντίστοιχης παροχής µε την αφρογεννήτρια.
Όλες οι αφρογεννήτριες απαραίτητα να βρίσκονται σε περιφερειακή διάταξη µε τροφοδοσία από κατακόρυφο αγωγό και περιφερειακό δακτύλιο διανοµής του αφρού, να τοποθετούνται δε σε κορυφές κανονικού εγγεγραµµένου σχήµατος, ώστε η κατανοµή του αφρού να είναι οµοιόµορφη µεταξύ τους.
- Η ελάχιστη πίεση λειτουργίας (δυναµική) της πλέον αποµεµακρυσµένης αφρογεννήτριας πρέπει πάντοτε να είναι 3,5 BAR.
Η µέγιστη απόσταση µεταξύ διαδοχικών αφρογεννητριών, πρέπει πάντοτε να είναι:
12,2 µέτρα για ύψος δακτυλίου αφρού 30 εκατοστά.
24,4 µέτρα για ύψος δακτυλίου αφρού 60 εκατοστά.
Κάθε έξοδος αφρογεννήτριας εκβάλλει τον αφρό σε µεταλλικό έλασµα εκτροπής (ανακλαστήρα). Αυτά τοποθετούνται εφαπτοµενικά στην προέκταση του περιβλήµατος στο άνω µέρος της δεξαµενής και έχουν σχήµα τραπεζίου. Ο αγωγός εξόδου της αφρογεννήτριας, διαπερνά το άνω µέρος ή διέρχεται πάνω από τον ανακλαστήρα, σχηµατίζοντας κατάλληλη καµπύλη. Το πάχος του ανακλαστήρα πρέπει να είναι 5-8 χιλιοστά.
Απαραίτητος ύπαρξη συστήµατος αποστράγγισης και έκπλυσης των αγωγών διανοµής.
Τα παραπάνω ισχύουν για δεξαµενές που έχουν δακτύλιο συγκράτησης αφρού. Για δεξαµενές που δεν έχουν, µπορεί ο αφρός να εκβάλει µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής µε παροχή 20,4 LIT/MIN/M2 και για 10 ΜΙΝ τουλάχιστον. Ως επιφάνεια λαµβάνεται ο χώρος του δακτυλιοειδούς διακένου µεταξύ κελύφους και απλωτής οροφής. Τέτοια συστήµατα πρέπει οπωσδήποτε να κατασκευάζονται βάσει επίσηµων προδιαγραφών και να διαθέτουν κατάλληλο πέλµα επαφής στο κέλυφος. Ειδικότερα, για τα συστήµατα αυτά προβλέπονται τα ακόλουθα:
- Συστήµατα φραγής µε πέλµα επαφής: ∆εν απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 39 µέτρα.
- Συστήµατα φραγής µε απόσταση µεγαλύτερη των 15 εκατοστών µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής: ∆εν απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 18 µέτρα.
- Συστήµατα φραγής µε απόσταση µεγαλύτερη των 15 εκατοστών µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής: Απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 18 µέτρα.
Λόγω της µεγαλύτερης ασφάλειας που εξασφαλίζουν οι δεξαµενές αυτές σε περίπτωση πυρκαγιάς, δεν προβλέπονται περιορισµοί στην απόσταση των βαννών χειρισµού ή προβλεπόµενης σύνδεσης πυροσβεστικού αυτοκινήτου. Η ανάβαση στην δεξαµενή για πιθανή πυρόσβεση είναι επιτρεπτή.
4. ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
Όπου υπάρχουν περισσότερες από τέσσερες (4) θέσεις φορτοεκφόρτωσης προϊόντων κατηγορίας Ι ή ΙΙ απαιτείται ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα που θα καλύπτει όλο το χώρο των δραστηριοτήτων της φορτοεκφόρτωσης.
Η απαιτούµενη ελάχιστη παροχή αφροδιαλύµατος είναι 4.1 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας.
Ο ελάχιστος χρόνος εφαρµογής είναι 30 ΜΙΝ.
Α. ΓΕΝΙΚΑ
Ο όρος αφροποιητικά συστήµατα δεξαµενών χαρακτηρίζει τα συστήµατα που έχουν:
− Μόνιµα εγκατεστηµένες αφρογεννήτριες όπου γίνεται η παρασκευή του τελικού αφρού µε ανάµιξη του αφροδιαλύµατος µε την απαιτούµενη ποσότητα αέρα.
− Μόνιµα εγκατεστηµένες σωληνώσεις µεταφοράς του τελικού αφρού από τις αφρογεννήτριες προς το στόµιο εξόδου του αφρού στο εσωτερικό της δεξαµενής, για δεξαµενές σταθερής οροφής ή προς τον δακτύλιο, για δεξαµενές πλωτής οροφής.
− Μόνιµα εγκατεστηµένες σωληνώσεις µεταφοράς του αφροδιαλύµατος (δηλαδή του υπό κατάλληλη αναλογία διαλύµατος νερού και αφρογόνου, που δηµιουργείται στον ειδικό για το σκοπό αυτό αφροαναµίκτη) από ασφαλή θέση, ευρισκόµενη έξω από τη λεκάνη ασφάλειας της δεξαµενής, µέχρι τις αφρογεννήτριες.
Η ανωτέρω αναφερόµενη «ασφαλής» θέση, ευρίσκεται σε απόσταση από το περίβληµα της δεξαµενής τουλάχιστον ίση µε την προβλεπόµενη στις παρ. 4.4.2.2. Γ και 4.4.2.3. Γ αντίστοιχα για δεξαµενές σταθερής και πλωτής οροφής.
Ανάλογα µε την κατασκευή του υπόλοιπου συστήµατος, δηλαδή του τµήµατος που προηγείται της ανωτέρω οριζόµενης «ασφαλούς» θέσης, σχετικά µε την κατεύθυνση της ροής, τα εγκατεστηµένα συστήµατα, διακρίνονται σε:
− ΜΟΝΙΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
− ΗΜΙΜΟΝΙΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Η διάκριση αυτή, αφορά στο συγκρότηµα αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης µε το νερό του αφρογόνου, για την παρασκευή του επιθυµητού αφροδιαλύµατος, που οδεύει προς τις αφρογεννήτριες.
Σχεδόν παρόµοια µε τα περιγραφόµενα παραπάνω αφροποιητικά συστήµατα είναι και τα εγκατεστηµένα αφροποιητικά συστήµατα που χρησιµοποιούνται για την προστασία άλλων κατασκευών και χώρων, όπως οι σταθµοί φορτοεκφόρτωσης βυτιοφόρων κ.λπ.
Β. ΜΟΝΙΜΑ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Στο µόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, όλα τα µέρη του συγκροτήµατος αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης του αφρογόνου είναι επίσης µόνιµα εγκατεστηµένα και συνδέονται µεταξύ τους και προς το υδροδοτικό δίκτυο και το δίκτυο διανοµής αφροδιαλύµατος/αφρού µε µόνιµες σωληνώσεις.
Γενικά, η κατασκευή των µονίµων σωληνώσεων, που χρησιµοποιούνται σε όλη την έκταση των εγκατεστηµένων συστηµάτων, ακολουθεί τις προδιαγραφές κατασκευής του υδροδοτικού δικτύου διανοµής.
Ένα µόνιµο αφροποιητικό σύστηµα µπορεί να προστατεύει µια µόνο δεξαµενή ή µια οµάδα δεξαµενών που είναι συγκεντρωµένες στην ίδια περιοχή και ανήκουν σε µια ή περισσότερες γειτονικές λεκάνες ασφάλειας. Ακόµη, µπορεί το ίδιο σύστηµα να παρέχει προστασία µε αφρό των αντίστοιχων λεκανών ασφάλειας και επίσης, σε ορισµένες περιπτώσεις, εφόσον το επιτρέπουν οι υπάρχουσες αποστάσεις και επεκτείνεται για προστασία και άλλων κατασκευών και χώρων της περιοχής.
Το συγκρότηµα αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης αφρογόνου ενός τυπικού µόνιµου συστήµατος αποτελείται από:
− Την δεξαµενή αφρογόνου µε χωρητικότητα που υπερκαλύπτει την ελάχιστη απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου για άµεση και πλήρη λειτουργία (βλ. παρ. 4.4.10) και είναι µεταλλική ή πλαστική ελεύθερης αναπνοής.
− Τον αναµίκτη ρυθµιζόµενης αναλογίας αφροανάµιξης, συνήθως 1-6%. Αναµίκτης σταθερής αφροανάµιξης θεωρείται επίσης κατάλληλος και αποδεκτός, εφόσον έχει ρυθµισθεί στην απαιτούµενη αναλογία (3, 4 ή 5%).
− 2 αντλίες (ηλεκτροκίνητη και αυτόνοµης κίνησης εφεδρική) για την προώθηση του αφρογόνου προς τον αναµίκτη.
Η παροχή κάθε αντλίας πρέπει απαραιτήτως να υπερκαλύπτει κατά 20% τη µέγιστη απαίτηση του αφροαναµίκτη. Η πίεση κατάθλιψης των αντλιών αυτών πρέπει να είναι κατά 1-2 BAR µεγαλύτερη της µέγιστης πίεσης λειτουργίας νερού στο πυροσβεστικό δίκτυο διανοµής. Σύστηµα αγωγών, διανοµέων, βανών κ.τ.λ. προκειµένου να κατευθυνθεί η παροχή του αφροδιαλύµατος προς την επιθυµητή δεξαµενή, εφόσον το σύστηµα προστατεύει οµάδα δεξαµενών ή άλλο προστατευόµενο χώρο.
Ο χρόνος εµφάνισης του αφροδιαλύµατος στη δεξαµενή ή στους άλλους προστευόµενους χώρους και έναρξης αφροπαραγωγής, σε καµιά περίπτωση δεν πρέπει να είναι µεγαλύτερος των 3 λεπτών.
Η διατήρηση των γραµµών του αφροδιαλύµατος στη δεξαµενή ή στους άλλους προστατευόµενους χώρους και έναρξης αφροπαραγωγής, σε καµία περίπτωση δεν πρέπει να είναι µεγαλύτερος των 3 λεπτών.
Η διατήρηση των γραµµών του αφροδιαλύµατος γεµάτων µε αφροδιάλυµα, συντοµεύει το χρόνο έναρξης αφροπαραγωγής και επιτρέπει την κάλυψη δεξαµενών σε ικανές αποστάσεις. Εναλλακτικά, µπορούν να χρησιµοποιούνται στα µόνιµα αφροποιητικά συστήµατος κατάλληλοι αναµίκτες µε δυνατότητα ταυτόχρονης εισρόφησης του αφρογόνου, καταργώντας τις αντλίες προώθησης αφρογόνου. Οι αναµίκτες αυτοί είναι γνωστοί σαν «τζιφάρια» και αναρροφούν την αναγκαία ποσότητα αφρογόνου δηµιουργώντας τοπική υποπίεση σε ειδικό ακροφύσιο που περιέχουν.
Γ. ΗΜΙΜΟΝΙΜΑ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Στο ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, τα διάφορα µέρη του συγκροτήµατος αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης και οι συνδέσεις τους, δεν είναι εξ’ ολοκλήρου ή εν µέρει) µόνιµα. ∆ηλαδή χρησιµοποιούνται π.χ. δοχεία αφρογόνου αντί δεξαµενών, κινητοί αναµίκτες και ελαστικοί σωλήνες µε ταχυσυνδέσµους στα άκρα κ.τ.λ.
Στα συστήµατα αυτά µπορούν να χρησιµοποιούνται αναµίκτες/τζιφάρια.
Όλες οι µονάδες του εξοπλισµού θα βρίσκονται σε κατάλληλες σηµασµένες θέσεις της περιοχής άµεσα προσπελάσιµες, µαζί µε την ελάχιστη απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου (για άµεση και πλήρη λειτουργία) στα κατάλληλα δοχεία.
Τα ηµιµόνιµα συστήµατα είναι απόλυτα συµβατά µε την δυνατότητα άµεσης διαθεσιµότητας πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού.
Ο όρος αφροποιητικά συστήµατα δεξαµενών χαρακτηρίζει τα συστήµατα που έχουν:
− Μόνιµα εγκατεστηµένες αφρογεννήτριες όπου γίνεται η παρασκευή του τελικού αφρού µε ανάµιξη του αφροδιαλύµατος µε την απαιτούµενη ποσότητα αέρα.
− Μόνιµα εγκατεστηµένες σωληνώσεις µεταφοράς του τελικού αφρού από τις αφρογεννήτριες προς το στόµιο εξόδου του αφρού στο εσωτερικό της δεξαµενής, για δεξαµενές σταθερής οροφής ή προς τον δακτύλιο, για δεξαµενές πλωτής οροφής.
− Μόνιµα εγκατεστηµένες σωληνώσεις µεταφοράς του αφροδιαλύµατος (δηλαδή του υπό κατάλληλη αναλογία διαλύµατος νερού και αφρογόνου, που δηµιουργείται στον ειδικό για το σκοπό αυτό αφροαναµίκτη) από ασφαλή θέση, ευρισκόµενη έξω από τη λεκάνη ασφάλειας της δεξαµενής, µέχρι τις αφρογεννήτριες.
Η ανωτέρω αναφερόµενη «ασφαλής» θέση, ευρίσκεται σε απόσταση από το περίβληµα της δεξαµενής τουλάχιστον ίση µε την προβλεπόµενη στις παρ. 4.4.2.2. Γ και 4.4.2.3. Γ αντίστοιχα για δεξαµενές σταθερής και πλωτής οροφής.
Ανάλογα µε την κατασκευή του υπόλοιπου συστήµατος, δηλαδή του τµήµατος που προηγείται της ανωτέρω οριζόµενης «ασφαλούς» θέσης, σχετικά µε την κατεύθυνση της ροής, τα εγκατεστηµένα συστήµατα, διακρίνονται σε:
− ΜΟΝΙΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
− ΗΜΙΜΟΝΙΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Η διάκριση αυτή, αφορά στο συγκρότηµα αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης µε το νερό του αφρογόνου, για την παρασκευή του επιθυµητού αφροδιαλύµατος, που οδεύει προς τις αφρογεννήτριες.
Σχεδόν παρόµοια µε τα περιγραφόµενα παραπάνω αφροποιητικά συστήµατα είναι και τα εγκατεστηµένα αφροποιητικά συστήµατα που χρησιµοποιούνται για την προστασία άλλων κατασκευών και χώρων, όπως οι σταθµοί φορτοεκφόρτωσης βυτιοφόρων κ.λπ.
Στο µόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, όλα τα µέρη του συγκροτήµατος αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης του αφρογόνου είναι επίσης µόνιµα εγκατεστηµένα και συνδέονται µεταξύ τους και προς το υδροδοτικό δίκτυο και το δίκτυο διανοµής αφροδιαλύµατος/αφρού µε µόνιµες σωληνώσεις.
Γενικά, η κατασκευή των µονίµων σωληνώσεων, που χρησιµοποιούνται σε όλη την έκταση των εγκατεστηµένων συστηµάτων, ακολουθεί τις προδιαγραφές κατασκευής του υδροδοτικού δικτύου διανοµής.
Ένα µόνιµο αφροποιητικό σύστηµα µπορεί να προστατεύει µια µόνο δεξαµενή ή µια οµάδα δεξαµενών που είναι συγκεντρωµένες στην ίδια περιοχή και ανήκουν σε µια ή περισσότερες γειτονικές λεκάνες ασφάλειας. Ακόµη, µπορεί το ίδιο σύστηµα να παρέχει προστασία µε αφρό των αντίστοιχων λεκανών ασφάλειας και επίσης, σε ορισµένες περιπτώσεις, εφόσον το επιτρέπουν οι υπάρχουσες αποστάσεις και επεκτείνεται για προστασία και άλλων κατασκευών και χώρων της περιοχής.
Το συγκρότηµα αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης αφρογόνου ενός τυπικού µόνιµου συστήµατος αποτελείται από:
− Την δεξαµενή αφρογόνου µε χωρητικότητα που υπερκαλύπτει την ελάχιστη απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου για άµεση και πλήρη λειτουργία (βλ. παρ. 4.4.10) και είναι µεταλλική ή πλαστική ελεύθερης αναπνοής.
− Τον αναµίκτη ρυθµιζόµενης αναλογίας αφροανάµιξης, συνήθως 1-6%. Αναµίκτης σταθερής αφροανάµιξης θεωρείται επίσης κατάλληλος και αποδεκτός, εφόσον έχει ρυθµισθεί στην απαιτούµενη αναλογία (3, 4 ή 5%).
− 2 αντλίες (ηλεκτροκίνητη και αυτόνοµης κίνησης εφεδρική) για την προώθηση του αφρογόνου προς τον αναµίκτη.
Η παροχή κάθε αντλίας πρέπει απαραιτήτως να υπερκαλύπτει κατά 20% τη µέγιστη απαίτηση του αφροαναµίκτη. Η πίεση κατάθλιψης των αντλιών αυτών πρέπει να είναι κατά 1-2 BAR µεγαλύτερη της µέγιστης πίεσης λειτουργίας νερού στο πυροσβεστικό δίκτυο διανοµής. Σύστηµα αγωγών, διανοµέων, βανών κ.τ.λ. προκειµένου να κατευθυνθεί η παροχή του αφροδιαλύµατος προς την επιθυµητή δεξαµενή, εφόσον το σύστηµα προστατεύει οµάδα δεξαµενών ή άλλο προστατευόµενο χώρο.
Ο χρόνος εµφάνισης του αφροδιαλύµατος στη δεξαµενή ή στους άλλους προστευόµενους χώρους και έναρξης αφροπαραγωγής, σε καµιά περίπτωση δεν πρέπει να είναι µεγαλύτερος των 3 λεπτών.
Η διατήρηση των γραµµών του αφροδιαλύµατος στη δεξαµενή ή στους άλλους προστατευόµενους χώρους και έναρξης αφροπαραγωγής, σε καµία περίπτωση δεν πρέπει να είναι µεγαλύτερος των 3 λεπτών.
Η διατήρηση των γραµµών του αφροδιαλύµατος γεµάτων µε αφροδιάλυµα, συντοµεύει το χρόνο έναρξης αφροπαραγωγής και επιτρέπει την κάλυψη δεξαµενών σε ικανές αποστάσεις. Εναλλακτικά, µπορούν να χρησιµοποιούνται στα µόνιµα αφροποιητικά συστήµατος κατάλληλοι αναµίκτες µε δυνατότητα ταυτόχρονης εισρόφησης του αφρογόνου, καταργώντας τις αντλίες προώθησης αφρογόνου. Οι αναµίκτες αυτοί είναι γνωστοί σαν «τζιφάρια» και αναρροφούν την αναγκαία ποσότητα αφρογόνου δηµιουργώντας τοπική υποπίεση σε ειδικό ακροφύσιο που περιέχουν.
Στο ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, τα διάφορα µέρη του συγκροτήµατος αποθήκευσης, προώθησης και ανάµιξης και οι συνδέσεις τους, δεν είναι εξ’ ολοκλήρου ή εν µέρει) µόνιµα. ∆ηλαδή χρησιµοποιούνται π.χ. δοχεία αφρογόνου αντί δεξαµενών, κινητοί αναµίκτες και ελαστικοί σωλήνες µε ταχυσυνδέσµους στα άκρα κ.τ.λ.
Στα συστήµατα αυτά µπορούν να χρησιµοποιούνται αναµίκτες/τζιφάρια.
Όλες οι µονάδες του εξοπλισµού θα βρίσκονται σε κατάλληλες σηµασµένες θέσεις της περιοχής άµεσα προσπελάσιµες, µαζί µε την ελάχιστη απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου (για άµεση και πλήρη λειτουργία) στα κατάλληλα δοχεία.
Τα ηµιµόνιµα συστήµατα είναι απόλυτα συµβατά µε την δυνατότητα άµεσης διαθεσιµότητας πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού.
Α. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ
Ι. ∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ απαιτούν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, εφόσον η κάθε µία έχει χωρητικότητα µεγαλύτερη των 30 κυβ. µέτρων ή η συνολική χωρητικότητα της εγκατάστασης είναι µεγαλύτερη των 200 κυβ. µέτρων.
ΙΙ. ∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ δεν απαιτούν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, εφόσον ικανοποιούνται όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις.
α. Οι αποστάσεις ασφάλειας είναι οι προβλεπόµενες ή ισχύουν τα αναφερόµενα στην παράγραφο 4.4.5.
β. ∆ιαθέτουν λεκάνη ασφάλειας ή σύστηµα περισυλλογής επαρκούς χωρητικότητας.
γ. ∆εν πρόκειται εναλλακτικά να δεχθούν προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
δ. ∆εν βρίσκονται στην ίδια λεκάνη ασφάλειας µε δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
ε. ∆εν έχουν διάµετρο µεγαλύτερη των 48 µέτρων.
στ. Υπάρχει πρόβλεψη για χρήση άλλων αφροποιητικών µέσων σε επάρκεια. Από την υποχρέωση αυτή απαλλάσσονται δεξαµενές συνολικής χωρητικότητας µέχρι και 50 Μ3.
Με τον όρο άλλα αφροποιητικά µέσα εννοούµε:
Κανόνια αφρού.
Πύργους αφρού.
Αφρογεννήτριες χειρός.
Τα κανόνα θεωρούνται επαρκή για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 18 µέτρα, εκτός αν πρόκειται για δεξαµενές µαζούτ οπότε τα κανόνια θεωρούνται επαρκή για δεξαµενές µε διάµετρο µέχρι 48 µέτρα.
Για δεξαµενές µε διάµετρο µεταξύ 18 και 48 µέτρων, απαιτούνται πύργοι αφρού ή µόνιµα συστήµατα.
Οι αφρογεννήτριες χειρός θεωρούνται επαρκείς για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 9 µέτρα και ύψους µέχρι 6 µέτρα.
Β. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Υποχρεωτικός τρόπος προστασίας των δεξαµενών σταθερής οροφής είναι η αφροκάλυψη της φλεγόµενης επιφάνειας. Η σωστή προστασία απαιτεί να αρχίσει η διαδικασία αφροκάλυψης έγκαιρα, πριν υπερθερµανθούν οι µεταλλικές επιφάνειες και το περιεχόµενο προϊόν, ώστε η καταστολή της φωτιάς να αποβεί αποτελεσµατική και να µην προκύψει καθυστέρηση στην επέµβαση ή µη ενδεδειγµένος τρόπος στην καταστολή, και να δηµιουργηθεί η συνήθης εκτίναξη της οροφής (έκρηξη), η κατάρρευση των µεταλλικών τοιχωµάτων και η αχρήστευση του αφροποιητικού συστήµατος.
Η παράλληλη ψύξη της καιόµενης δεξαµενής (εφόσον βέβαια δεν είναι µονωµένη), είναι υποχρεωτική προϋπόθεση για τη σωστή και ασφαλή αντιµετώπιση της κατάστασης. Η ψύξη επιµηκύνει το χρόνο αντοχής των τοιχωµάτων, άρα του αφροποιητικού συστήµατος.
Οι υποχρεωτικοί τρόποι προστασίας των δεξαµενών αυτών µε σύστηµα αφρού, εφόσον απαιτείται από την παρούσα απόφαση, είναι:
− Επιφανειακή εφαρµογής
Έκχυση του αφρού πάνω από τη φλεγόµενη επιφάνεια του περιεχοµένου προϊόντος, µε σύστηµα αφρογεννητριών χαµηλής πίεσης και αφροκεφαλών, που είναι τοποθετηµένες στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής.
− Εισαγωγή από τον πυθµένα.
Εισαγωγή του αφρού υπό πίεση στο κάτω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής (50 εκατοστά από τον πυθµένα), µε σύστηµα αφρογεννητριών υψηλής πίεσης που βρίσκονται συνήθως εκτός λεκάνης ασφάλειας. Ο αφρός, εισερχόµενος εντός της µάζας του περιεχοµένου προϊόντος, ανεβαίνει στην επιφάνειά του και απλώνεται καλύπτοντάς την.
Γ. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΧΕ∆ΙΑΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Η ελάχιστη απόσταση των βανών χειρισµού και του σηµείου προβλεπόµενης σύνδεσης πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού από τη δεξαµενή, πρέπει απαραιτήτως να είναι το µεγαλύτερο µεταξύ των 15 µέτρων και µιας διαµέτρου της υπό προστασία δεξαµενής,
οπωσδήποτε όµως εκτός της λεκάνης ασφάλειας της δεξαµενής.
Εάν οι βάνες είναι τηλεχειριζόµενες ή µεταξύ αυτών και της υπό προστασία δεξαµενής υπάρχει αντιπυρικός τοίχος ύψους τουλάχιστον 2 µέτρων, τότε η ελάχιστη απόσταση ασφάλειας µπορεί να µειωθεί στα 5 µέτρα το πολύ.
Ο υπολογισµός των αγωγών πρέπει να γίνεται µε πιστή εφαρµογή των νόµων και των κανόνων της υδραυλικής, ώστε να επιτυγχάνεται η απαιτούµενη πίεση λειτουργίας.
Οι υδρολήψεις στον απαιτούµενο αριθµό, θα είναι σε αποστάσεις 15 έως 40 µέτρων από το σηµείο σύνδεσης του πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού.
Ι. ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Οι πίνακες που ακολουθούν την απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος ανά µονάδα ελεύθερης επιφάνειας περιεχόµενου προϊόντος της δεξαµενής και τον απαιτούµενο χρόνο εφαρµογής, περιλαµβάνουν δε εκτός της επιφανειακής εφαρµογής και την εισαγωγή από τον πυθµένα.
Σηµείωση:
Για όλα τα προϊόντα του παραπάνω πίνακα, εκτός των υδρογονανθράκων, χρησιµοποιείται αφρός αλκοολικού τύπου. ∆ηλαδή, ακόµη και υδρογονάνθρακες µε αλκοόλη 10% αντιµετωπίζονται µε αφρό αλκοολικού τύπου, όπως οι διάφορες πολικές ενώσεις που ακολουθούν στη στήλη «προϊόν» του πίνακα.
Η εισαγωγή αφρού γίνεται µε έκχυση πάνω από την επιφάνεια του καυσίµου και χρησιµοποιούνται αφρογεννήτριες χαµηλής πίεσης.
Οι αφρογεννήτριες αυτές θα εισάγουν τον αφρό στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους και σε απόσταση περίπου 40 εκατοστών κάτω από την οροφή της δεξαµενής. Απαγορεύεται η εισαγωγή του αφρού από την οροφή (ενδεχόµενη έκρηξη θα καταστρέψει το αφροποιητικό σύστηµα, µε την εκτίναξη της οροφής).
Κάθε τέτοια αφρογεννήτρια θα συνδυάζεται µε:
− Την αντίστοιχη σε παροχή αφροκεφαλή, που περιέχει τη µεµβράνη ή το γυαλί αποµόνωσης.
− Το αντίστοιχο σε παροχή εσωτερικό ράµφος.
− Το κατάλληλο δίκτυο διανοµής αφροδιαλύµατος στην απαιτούµενη παροχή.
Η ελάχιστη πίεση λειτουργίας (δυναµική) της πλέον αποµακρυσµένης και δυσµενούς αφρογεννήτριας πρέπει οπωσδήποτε να είναι 3,5 BAR.
Η διανοµή του αφρού γίνεται µε καρακόρυφους αγωγούς και ενδεχοµένως µε οριζόντιους ηµιδακτύλιους κατανοµής, µετά από την απαραίτητη υδραυλική µελέτη του συστήµατος.
Πρέπει υποχρεωτικώς να υπάρχει σύστηµα αποστράγγισης και έκπλυσης των αγωγών διανοµής.
Ο ελάχιστος απαιτούµενος αριθµός αφρογεννητριών καθορίζεται µε βάση το µέγεθος της διαµέτρου της δεξαµενής. Εξυπακούεται ότι το σύνολο των αφρογεννητριών πρέπει πάντοτε να παρέχει την απαραίτητη ποσότητα αφροδιαλύµατος που καθορίζεται από την συνολική απαίτηση της ελάχιστης αφροκάλυψης. Έτσι έχουµε:
Για δεξαµενές µε διάµετρο µεγαλύτερη των 60 µέτρων, θα τίθεται µια επιπλέον αφρογεννήτρια ανά 465 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας.
Σε όλες τις αφρογεννήτριες θα διασφαλίζεται ισόποση παροχή αφροδιαλύµατος.
Η εγκατάσταση συστηµάτων κατάσβεσης µε µέσα διάφορα του αφρού, είναι δυνατή εφόσον εγκρίνεται από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία.
ΙΙ. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΠΥΘΜΕΝΑ
Το σύστηµα αυτό εφαρµόζεται µόνο σε δεξαµενές σταθερής οροφής.
Κατ’ εξαίρεση δεν εφαρµόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
− Σε δεξαµενές που έχουν εσωτερικό πλωτό διάφραγµα µη ενδεδειγµένου τύπου.
− Σε δεξαµενές που περιέχουν βαρέα κλάσµατα υδρογονανθράκων, δηλαδή αταξινόµητα προϊόντα µε σηµείο ανάφλεξης πάνω από 100οC.
Η εφαρµογή του συστήµατος αυτού σε δεξαµενές που περιέχουν πολύ ελαφρείς υδρογονάνθρακες κατηγορίας Ι, γίνεται αποδεκτή εφόσον:
− Η παροχή του αφρού είναι αυξηµένη µέχρι 8,1 LIT/MIN/M2.
− Υπάρχει έγκριση των αρµόδιων αρχών.
Η εισαγωγή αφρού στον πυθµένα βρίσκει άριστη εφαρµογή σε δεξαµενές που περιέχουν κλάσµατα πετρελαίου όπως: βαρείς νάφθες, κηροζίνη, ντήζελ, µέχρι V.G. OIL και ελαφρό µαζούτ.
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος και ο απαιτούµενος χρόνος εφαρµογής, προκύπτουν από τους πίνακες της προηγούµενης παρ. Ι.
Ο χρόνος εφαρµογής, είναι µεγαλύτερος από τον αντίστοιχο της επιφανειακής εφαρµογής, επειδή η διόγκωση του αφροδιαλύµατος είναι στο σύστηµα αυτό µικρότερη. Η εισαγωγή του αφρού γίνεται µε µεγάλη πίεση κάτω από την επιφάνεια του περιεχόµενου καυσίµου της δεξαµενής. Χρησιµοποιούνται αφρογεννήτριες υψηλής πίεσης, που έχουν ελάχιστη πίεση λειτουργίας στην είσοδο τους προδιαγραφόµενη από τον κατασκευαστή τους. Κάθε αφρογεννήτρια ή συστοιχία αφρογεννητριών µέσω κεντρικού αγωγού κατάλληλης διαµέτρου, εισάγει τον αφρό στο κάτω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής, ύψος περίπου 50 εκατοστών πάνω από τον πυθµένα και σε ένα ή περισσότερα σηµεία.
Το σύστηµα αυτό λειτουργεί µε αφρογόνα κατάλληλα για τέτοια εισαγωγή. Το αφρογόνο πρωτείνη δεν είναι κατάλληλο, γιατί συµπαρασύρει σταγονίδια καυσίµου προς τη φλεγόµενη επιφάνεια.
Ο δηµιουργούµενος στις αφρογεννήτριες αφρός, λόγω της µεγαλύτερης πίεσης του συστήµατος, εµφανίζει διόγκωση 1:4.
Στις εξόδους των αφρογεννητριών τοποθετούνται εσωτερικά πτυσσόµενοι ανοξείδωτοι δίσκοι, που ανοίγουν µε την πίεση του εισερχόµενου αφρού. Το σύστηµα αυτό, που καλύπτεται από απρόσβλητη και άκαυστη µεµβράνη (συνήθως µίκα), διατηρεί κενούς τους αγωγούς διανοµής αφρού. Τελευταία, τα συστήµατα αυτά έχουν µία µόνο κεντρική βαλβίδα αντεπιστροφής. Στο σηµείο αυτό τοποθετείται ένας κεντρικός πτυσσόµενος δίσκος αντεπιστροφής (METALLIC RURTURE DISC).
Η µέγιστη επιτρεπτή ταχύτης εισόδου του αφρού στη δεξαµενή είναι 3 µέτρα/SEC για προϊόντα κατηγορίας 1 και 6 µέτρα SEC για προϊόντα κατηγορίας ΙΙ ή ΙΙΙ.
Η είσοδος του αφρού δεν πρέπει σε καµιά περίπτωση να γίνεται σε ύψος χαµηλότερο από την πιθανή στάθµη νερού στη δεξαµενή.
Σε δεξαµενές που λειτουργούν, υπάρχει η δυνατότητα εισαγωγής του αφρού από την είσοδο του προϊόντος, εφόσον καλύπτονται οι απαιτούµενες προδιαγραφές.
Ανάλογα µε το µέγεθος της διαµέτρου της δεξαµενής, καθορίζεται ο ελάχιστος επιτρεπτός αριθµός εισόδων αφρού στη δεξαµενή, σύµφωνα µε τον ακόλουθο πίνακα:
Για δεξαµενές διαµέτρου µεγαλύτερης των 60 µέτρων, πρέπει να προστίθεται ένα επί πλέον σηµείο εισόδου για κάθε 465 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας, για προϊόντα κατηγορίας Ι ή για κάθε 697 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας, για προϊόντα κατηγορίας ΙΙ ή ΙΙΙ.
Το σύνολο των αφρογεννητριών θα παρέχει υποχρεωτικά την απαραίτητη ποσότητα αφρού, που καθορίζεται από τη συνολική απαίτηση της ελάχιστης επιτρεπτής αφροκάλυψης.
Ι. ∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ απαιτούν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, εφόσον η κάθε µία έχει χωρητικότητα µεγαλύτερη των 30 κυβ. µέτρων ή η συνολική χωρητικότητα της εγκατάστασης είναι µεγαλύτερη των 200 κυβ. µέτρων.
ΙΙ. ∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ δεν απαιτούν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, εφόσον ικανοποιούνται όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις.
α. Οι αποστάσεις ασφάλειας είναι οι προβλεπόµενες ή ισχύουν τα αναφερόµενα στην παράγραφο 4.4.5.
β. ∆ιαθέτουν λεκάνη ασφάλειας ή σύστηµα περισυλλογής επαρκούς χωρητικότητας.
γ. ∆εν πρόκειται εναλλακτικά να δεχθούν προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
δ. ∆εν βρίσκονται στην ίδια λεκάνη ασφάλειας µε δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
ε. ∆εν έχουν διάµετρο µεγαλύτερη των 48 µέτρων.
στ. Υπάρχει πρόβλεψη για χρήση άλλων αφροποιητικών µέσων σε επάρκεια. Από την υποχρέωση αυτή απαλλάσσονται δεξαµενές συνολικής χωρητικότητας µέχρι και 50 Μ3.
Με τον όρο άλλα αφροποιητικά µέσα εννοούµε:
Κανόνια αφρού.
Πύργους αφρού.
Αφρογεννήτριες χειρός.
Τα κανόνα θεωρούνται επαρκή για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 18 µέτρα, εκτός αν πρόκειται για δεξαµενές µαζούτ οπότε τα κανόνια θεωρούνται επαρκή για δεξαµενές µε διάµετρο µέχρι 48 µέτρα.
Για δεξαµενές µε διάµετρο µεταξύ 18 και 48 µέτρων, απαιτούνται πύργοι αφρού ή µόνιµα συστήµατα.
Οι αφρογεννήτριες χειρός θεωρούνται επαρκείς για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 9 µέτρα και ύψους µέχρι 6 µέτρα.
Υποχρεωτικός τρόπος προστασίας των δεξαµενών σταθερής οροφής είναι η αφροκάλυψη της φλεγόµενης επιφάνειας. Η σωστή προστασία απαιτεί να αρχίσει η διαδικασία αφροκάλυψης έγκαιρα, πριν υπερθερµανθούν οι µεταλλικές επιφάνειες και το περιεχόµενο προϊόν, ώστε η καταστολή της φωτιάς να αποβεί αποτελεσµατική και να µην προκύψει καθυστέρηση στην επέµβαση ή µη ενδεδειγµένος τρόπος στην καταστολή, και να δηµιουργηθεί η συνήθης εκτίναξη της οροφής (έκρηξη), η κατάρρευση των µεταλλικών τοιχωµάτων και η αχρήστευση του αφροποιητικού συστήµατος.
Η παράλληλη ψύξη της καιόµενης δεξαµενής (εφόσον βέβαια δεν είναι µονωµένη), είναι υποχρεωτική προϋπόθεση για τη σωστή και ασφαλή αντιµετώπιση της κατάστασης. Η ψύξη επιµηκύνει το χρόνο αντοχής των τοιχωµάτων, άρα του αφροποιητικού συστήµατος.
Οι υποχρεωτικοί τρόποι προστασίας των δεξαµενών αυτών µε σύστηµα αφρού, εφόσον απαιτείται από την παρούσα απόφαση, είναι:
− Επιφανειακή εφαρµογής
Έκχυση του αφρού πάνω από τη φλεγόµενη επιφάνεια του περιεχοµένου προϊόντος, µε σύστηµα αφρογεννητριών χαµηλής πίεσης και αφροκεφαλών, που είναι τοποθετηµένες στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής.
− Εισαγωγή από τον πυθµένα.
Εισαγωγή του αφρού υπό πίεση στο κάτω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής (50 εκατοστά από τον πυθµένα), µε σύστηµα αφρογεννητριών υψηλής πίεσης που βρίσκονται συνήθως εκτός λεκάνης ασφάλειας. Ο αφρός, εισερχόµενος εντός της µάζας του περιεχοµένου προϊόντος, ανεβαίνει στην επιφάνειά του και απλώνεται καλύπτοντάς την.
Η ελάχιστη απόσταση των βανών χειρισµού και του σηµείου προβλεπόµενης σύνδεσης πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού από τη δεξαµενή, πρέπει απαραιτήτως να είναι το µεγαλύτερο µεταξύ των 15 µέτρων και µιας διαµέτρου της υπό προστασία δεξαµενής,
οπωσδήποτε όµως εκτός της λεκάνης ασφάλειας της δεξαµενής.
Εάν οι βάνες είναι τηλεχειριζόµενες ή µεταξύ αυτών και της υπό προστασία δεξαµενής υπάρχει αντιπυρικός τοίχος ύψους τουλάχιστον 2 µέτρων, τότε η ελάχιστη απόσταση ασφάλειας µπορεί να µειωθεί στα 5 µέτρα το πολύ.
Ο υπολογισµός των αγωγών πρέπει να γίνεται µε πιστή εφαρµογή των νόµων και των κανόνων της υδραυλικής, ώστε να επιτυγχάνεται η απαιτούµενη πίεση λειτουργίας.
Οι υδρολήψεις στον απαιτούµενο αριθµό, θα είναι σε αποστάσεις 15 έως 40 µέτρων από το σηµείο σύνδεσης του πυροσβεστικού αυτοκινήτου αφρού.
Οι πίνακες που ακολουθούν την απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος ανά µονάδα ελεύθερης επιφάνειας περιεχόµενου προϊόντος της δεξαµενής και τον απαιτούµενο χρόνο εφαρµογής, περιλαµβάνουν δε εκτός της επιφανειακής εφαρµογής και την εισαγωγή από τον πυθµένα.
Σηµείωση:
Για όλα τα προϊόντα του παραπάνω πίνακα, εκτός των υδρογονανθράκων, χρησιµοποιείται αφρός αλκοολικού τύπου. ∆ηλαδή, ακόµη και υδρογονάνθρακες µε αλκοόλη 10% αντιµετωπίζονται µε αφρό αλκοολικού τύπου, όπως οι διάφορες πολικές ενώσεις που ακολουθούν στη στήλη «προϊόν» του πίνακα.
Η εισαγωγή αφρού γίνεται µε έκχυση πάνω από την επιφάνεια του καυσίµου και χρησιµοποιούνται αφρογεννήτριες χαµηλής πίεσης.
Οι αφρογεννήτριες αυτές θα εισάγουν τον αφρό στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους και σε απόσταση περίπου 40 εκατοστών κάτω από την οροφή της δεξαµενής. Απαγορεύεται η εισαγωγή του αφρού από την οροφή (ενδεχόµενη έκρηξη θα καταστρέψει το αφροποιητικό σύστηµα, µε την εκτίναξη της οροφής).
Κάθε τέτοια αφρογεννήτρια θα συνδυάζεται µε:
− Την αντίστοιχη σε παροχή αφροκεφαλή, που περιέχει τη µεµβράνη ή το γυαλί αποµόνωσης.
− Το αντίστοιχο σε παροχή εσωτερικό ράµφος.
− Το κατάλληλο δίκτυο διανοµής αφροδιαλύµατος στην απαιτούµενη παροχή.
Η ελάχιστη πίεση λειτουργίας (δυναµική) της πλέον αποµακρυσµένης και δυσµενούς αφρογεννήτριας πρέπει οπωσδήποτε να είναι 3,5 BAR.
Η διανοµή του αφρού γίνεται µε καρακόρυφους αγωγούς και ενδεχοµένως µε οριζόντιους ηµιδακτύλιους κατανοµής, µετά από την απαραίτητη υδραυλική µελέτη του συστήµατος.
Πρέπει υποχρεωτικώς να υπάρχει σύστηµα αποστράγγισης και έκπλυσης των αγωγών διανοµής.
Ο ελάχιστος απαιτούµενος αριθµός αφρογεννητριών καθορίζεται µε βάση το µέγεθος της διαµέτρου της δεξαµενής. Εξυπακούεται ότι το σύνολο των αφρογεννητριών πρέπει πάντοτε να παρέχει την απαραίτητη ποσότητα αφροδιαλύµατος που καθορίζεται από την συνολική απαίτηση της ελάχιστης αφροκάλυψης. Έτσι έχουµε:
Για δεξαµενές µε διάµετρο µεγαλύτερη των 60 µέτρων, θα τίθεται µια επιπλέον αφρογεννήτρια ανά 465 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας.
Σε όλες τις αφρογεννήτριες θα διασφαλίζεται ισόποση παροχή αφροδιαλύµατος.
Η εγκατάσταση συστηµάτων κατάσβεσης µε µέσα διάφορα του αφρού, είναι δυνατή εφόσον εγκρίνεται από την αρµόδια Πυροσβεστική Υπηρεσία.
Το σύστηµα αυτό εφαρµόζεται µόνο σε δεξαµενές σταθερής οροφής.
Κατ’ εξαίρεση δεν εφαρµόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
− Σε δεξαµενές που έχουν εσωτερικό πλωτό διάφραγµα µη ενδεδειγµένου τύπου.
− Σε δεξαµενές που περιέχουν βαρέα κλάσµατα υδρογονανθράκων, δηλαδή αταξινόµητα προϊόντα µε σηµείο ανάφλεξης πάνω από 100οC.
Η εφαρµογή του συστήµατος αυτού σε δεξαµενές που περιέχουν πολύ ελαφρείς υδρογονάνθρακες κατηγορίας Ι, γίνεται αποδεκτή εφόσον:
− Η παροχή του αφρού είναι αυξηµένη µέχρι 8,1 LIT/MIN/M2.
− Υπάρχει έγκριση των αρµόδιων αρχών.
Η εισαγωγή αφρού στον πυθµένα βρίσκει άριστη εφαρµογή σε δεξαµενές που περιέχουν κλάσµατα πετρελαίου όπως: βαρείς νάφθες, κηροζίνη, ντήζελ, µέχρι V.G. OIL και ελαφρό µαζούτ.
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος και ο απαιτούµενος χρόνος εφαρµογής, προκύπτουν από τους πίνακες της προηγούµενης παρ. Ι.
Ο χρόνος εφαρµογής, είναι µεγαλύτερος από τον αντίστοιχο της επιφανειακής εφαρµογής, επειδή η διόγκωση του αφροδιαλύµατος είναι στο σύστηµα αυτό µικρότερη. Η εισαγωγή του αφρού γίνεται µε µεγάλη πίεση κάτω από την επιφάνεια του περιεχόµενου καυσίµου της δεξαµενής. Χρησιµοποιούνται αφρογεννήτριες υψηλής πίεσης, που έχουν ελάχιστη πίεση λειτουργίας στην είσοδο τους προδιαγραφόµενη από τον κατασκευαστή τους. Κάθε αφρογεννήτρια ή συστοιχία αφρογεννητριών µέσω κεντρικού αγωγού κατάλληλης διαµέτρου, εισάγει τον αφρό στο κάτω µέρος του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής, ύψος περίπου 50 εκατοστών πάνω από τον πυθµένα και σε ένα ή περισσότερα σηµεία.
Το σύστηµα αυτό λειτουργεί µε αφρογόνα κατάλληλα για τέτοια εισαγωγή. Το αφρογόνο πρωτείνη δεν είναι κατάλληλο, γιατί συµπαρασύρει σταγονίδια καυσίµου προς τη φλεγόµενη επιφάνεια.
Ο δηµιουργούµενος στις αφρογεννήτριες αφρός, λόγω της µεγαλύτερης πίεσης του συστήµατος, εµφανίζει διόγκωση 1:4.
Στις εξόδους των αφρογεννητριών τοποθετούνται εσωτερικά πτυσσόµενοι ανοξείδωτοι δίσκοι, που ανοίγουν µε την πίεση του εισερχόµενου αφρού. Το σύστηµα αυτό, που καλύπτεται από απρόσβλητη και άκαυστη µεµβράνη (συνήθως µίκα), διατηρεί κενούς τους αγωγούς διανοµής αφρού. Τελευταία, τα συστήµατα αυτά έχουν µία µόνο κεντρική βαλβίδα αντεπιστροφής. Στο σηµείο αυτό τοποθετείται ένας κεντρικός πτυσσόµενος δίσκος αντεπιστροφής (METALLIC RURTURE DISC).
Η µέγιστη επιτρεπτή ταχύτης εισόδου του αφρού στη δεξαµενή είναι 3 µέτρα/SEC για προϊόντα κατηγορίας 1 και 6 µέτρα SEC για προϊόντα κατηγορίας ΙΙ ή ΙΙΙ.
Η είσοδος του αφρού δεν πρέπει σε καµιά περίπτωση να γίνεται σε ύψος χαµηλότερο από την πιθανή στάθµη νερού στη δεξαµενή.
Σε δεξαµενές που λειτουργούν, υπάρχει η δυνατότητα εισαγωγής του αφρού από την είσοδο του προϊόντος, εφόσον καλύπτονται οι απαιτούµενες προδιαγραφές.
Ανάλογα µε το µέγεθος της διαµέτρου της δεξαµενής, καθορίζεται ο ελάχιστος επιτρεπτός αριθµός εισόδων αφρού στη δεξαµενή, σύµφωνα µε τον ακόλουθο πίνακα:
Για δεξαµενές διαµέτρου µεγαλύτερης των 60 µέτρων, πρέπει να προστίθεται ένα επί πλέον σηµείο εισόδου για κάθε 465 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας, για προϊόντα κατηγορίας Ι ή για κάθε 697 τετρ. µέτρα πρόσθετης επιφάνειας, για προϊόντα κατηγορίας ΙΙ ή ΙΙΙ.
Το σύνολο των αφρογεννητριών θα παρέχει υποχρεωτικά την απαραίτητη ποσότητα αφρού, που καθορίζεται από τη συνολική απαίτηση της ελάχιστης επιτρεπτής αφροκάλυψης.
Α. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ
Γενικά απαιτούνται µόνιµα ή ηµιµόνιµα αφροποιητικά συστήµατα.
Β. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Με τον όρο δεξαµενές πλωτής οροφής, εννοούµε όλες τις δεξαµενές ανοιχτού τύπου µε κινητή επιπλέουσα οροφή. Η οροφή είναι είτε κατασκευής κοίλου δίσκου µε περιφερειακούς στεγανούς επισκέψιµους χώρους, είτε κατασκευής διπλού καταστρώµατος. Και στις δύο περιπτώσεις, πρέπει να διαθέτουν στο κέντρο σύστηµα περισυλλογής και αποµάκρυνσης του νερού της βροχής των υπερχειλίσεων και του νερού πυρόσβεσης.
Οι οροφές αυτές είναι εφοδιασµένες µε σύστηµα εσωτερικών ποδαρικών, ώστε να τερµατίζουν κατά την εκκένωση της δεξαµενής σε κατάλληλο ύψος από τον πυθµένα της δεξαµενής (θέσεις λειτουργίας και επιθεώρησης).
Κάτω από το ύψος αυτό, δεν συνιστάται να κατέρχεται η στάθµη του προϊόντος κατά την κανονική λειτουργία της δεξαµενής. ΤΟ σύστηµα προστασίας των δεξαµενών πλωτής οροφής περιλαµβάνει.
- Καλή στεγανότητα (φραγή) του διάκενου, πλάτους περίπου 30 εκατοστών, µεταξύ πλωτής οροφής και περιφερειακού κελύφους, που επιτυγχάνεται:
Με µηχανικό σύστηµα µεµβράνης και αντίβαρων, τύπου παντογράφου.
Με περιφερειακούς δακτύλιους µεµβράνης και ελαστικούς σωλήνες που έχουν διογκωθεί µε κηροζίνη ή άλλο καύσιµο ή πολυουραιθάνη, ώστε να επιτυγχάνεται στεγανότητα. Και τα δύο συστήµατα πρέπει να έχουν και δευτερεύουσα προστασία στεγανότητας µε ελαστική επικαλύπτουσα περιφερειακή µεµβράνη (µόνο για τις δεξαµενές). Όλα τα ανωτέρω ελαστικά ή συνθετικά υλικά πρέπει να είναι άκαυστα.
- Σύστηµα καιρικής προστασίας της φραγής µε υπερκείµενη κάλυψη από επιµήκη αλληλοεπικαλυπτόµενα µεταλλικά ελάσµατα, που στηρίζονται περιφερειακά στο άκρο της πλωτής οροφής και ολισθαίνουν επί της εσωτερικής επιφάνειας του περιφερειακού κέλυφους της δεξαµενής.
- Ελάσµατα επαγωγής στατικού ηλεκτρισµού.
- Περιφερειακά επί της πλωτής οροφής πρέπει να υπάρχει µεταλλικός δακτύλιος συγκράτησης του αφρού (DAM). Αυτός πρέπει να είναι καλά κολληµένος ή στεγανά συγκρατηµένος επί της οροφής και να έχει στο κάτω µέρος οπές εκροής του νερού.
Γ. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΧΕ∆ΙΑΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Οι προδιαγραφές του δακτυλίου συγκράτησης αφρού είναι:
- Ελάχιστο ύψος:
30 εκατοστά για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 15 µέτρα.
60 εκατοστά για δεξαµενές µεγαλύτερης διαµέτρου.
Το ύψος του δακτυλίου είναι υποχρεωτικά τουλάχιστον 5 εκατοστά πάνω από το άνω µέρος των µεταλλικών ελασµάτων καιρικής προστασίας.
- Ελάχιστο πάχος: 3,5 χιλιοστά.
- Απόσταση από περιφερειακό κέλυφος δεξαµενής: 60 έως 90 εκατοστά.
- Οι οπές εκροής έχουν ύψους 1-2 εκατοστά και πλάτος 6-8 εκατοστά και βρίσκονται συνήθως στο µέσον µεταξύ δύο διαδοχικών αφρογεννητριών (διευκολύνεται έτσι το άπλωµα του αφρού).
Για τον καθορισµό του αριθµού και του µεγέθους των οπών εκροής, λαµβάνεται υπόψη ότι απαιτούνται 3 τετρ. εκατοστά επιφάνειας εκροής για κάθε 1 τετρ. µέτρο επιφάνειας του εσωτερικού δακτυλίου.
Το σύστηµα αφρού µπορεί να στέλνει αφρό χαµηλής διόγκωσης είτε επί του συστήµατος στεγανοποίησης και του συστήµατος καιρικής προστασίας µέσα στο δακτύλιο (πλέον συνήθης τρόπος), είτε κατ’ ευθείαν κάτω από το σύστηµα καιρικής προστασίας και δευτερεύουσας στεγανότητας, επί του πρωτεύοντος δακτυλίου φραγής.
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος είναι 12,2 LIT/MIN/M2 επιφάνειας του περιφερειακού δακτυλίου συγκράτησης αφρού.
Ο χρόνος εφαρµογής του αφρού είναι: 20 ΜΙΝ.
Οι αφρογεννήτριες περιλαµβάνουν την κυρίως αφρογεννήτρια, συνήθως κατακόρυφης τοποθέτησης, τον αγωγό εξόδου αφρού µε ελάχιστο µήκος 70 εκατοστά και το ράµφος εκροής, αντίστοιχης παροχής µε την αφρογεννήτρια.
Όλες οι αφρογεννήτριες απαραίτητα να βρίσκονται σε περιφερειακή διάταξη µε τροφοδοσία από κατακόρυφο αγωγό και περιφερειακό δακτύλιο διανοµής του αφρού, να τοποθετούνται δε σε κορυφές κανονικού εγγεγραµµένου σχήµατος, ώστε η κατανοµή του αφρού να είναι οµοιόµορφη µεταξύ τους.
- Η ελάχιστη πίεση λειτουργίας (δυναµική) της πλέον αποµεµακρυσµένης αφρογεννήτριας πρέπει πάντοτε να είναι 3,5 BAR.
Η µέγιστη απόσταση µεταξύ διαδοχικών αφρογεννητριών, πρέπει πάντοτε να είναι:
12,2 µέτρα για ύψος δακτυλίου αφρού 30 εκατοστά.
24,4 µέτρα για ύψος δακτυλίου αφρού 60 εκατοστά.
Κάθε έξοδος αφρογεννήτριας εκβάλλει τον αφρό σε µεταλλικό έλασµα εκτροπής (ανακλαστήρα). Αυτά τοποθετούνται εφαπτοµενικά στην προέκταση του περιβλήµατος στο άνω µέρος της δεξαµενής και έχουν σχήµα τραπεζίου. Ο αγωγός εξόδου της αφρογεννήτριας, διαπερνά το άνω µέρος ή διέρχεται πάνω από τον ανακλαστήρα, σχηµατίζοντας κατάλληλη καµπύλη. Το πάχος του ανακλαστήρα πρέπει να είναι 5-8 χιλιοστά.
Απαραίτητος ύπαρξη συστήµατος αποστράγγισης και έκπλυσης των αγωγών διανοµής.
Τα παραπάνω ισχύουν για δεξαµενές που έχουν δακτύλιο συγκράτησης αφρού. Για δεξαµενές που δεν έχουν, µπορεί ο αφρός να εκβάλει µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής µε παροχή 20,4 LIT/MIN/M2 και για 10 ΜΙΝ τουλάχιστον. Ως επιφάνεια λαµβάνεται ο χώρος του δακτυλιοειδούς διακένου µεταξύ κελύφους και απλωτής οροφής. Τέτοια συστήµατα πρέπει οπωσδήποτε να κατασκευάζονται βάσει επίσηµων προδιαγραφών και να διαθέτουν κατάλληλο πέλµα επαφής στο κέλυφος. Ειδικότερα, για τα συστήµατα αυτά προβλέπονται τα ακόλουθα:
- Συστήµατα φραγής µε πέλµα επαφής: ∆εν απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 39 µέτρα.
- Συστήµατα φραγής µε απόσταση µεγαλύτερη των 15 εκατοστών µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής: ∆εν απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 18 µέτρα.
- Συστήµατα φραγής µε απόσταση µεγαλύτερη των 15 εκατοστών µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής: Απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 18 µέτρα.
Λόγω της µεγαλύτερης ασφάλειας που εξασφαλίζουν οι δεξαµενές αυτές σε περίπτωση πυρκαγιάς, δεν προβλέπονται περιορισµοί στην απόσταση των βαννών χειρισµού ή προβλεπόµενης σύνδεσης πυροσβεστικού αυτοκινήτου. Η ανάβαση στην δεξαµενή για πιθανή πυρόσβεση είναι επιτρεπτή.
Γενικά απαιτούνται µόνιµα ή ηµιµόνιµα αφροποιητικά συστήµατα.
Οι προδιαγραφές του δακτυλίου συγκράτησης αφρού είναι:
- Ελάχιστο ύψος:
30 εκατοστά για δεξαµενές διαµέτρου µέχρι 15 µέτρα.
60 εκατοστά για δεξαµενές µεγαλύτερης διαµέτρου.
Το ύψος του δακτυλίου είναι υποχρεωτικά τουλάχιστον 5 εκατοστά πάνω από το άνω µέρος των µεταλλικών ελασµάτων καιρικής προστασίας.
- Ελάχιστο πάχος: 3,5 χιλιοστά.
- Απόσταση από περιφερειακό κέλυφος δεξαµενής: 60 έως 90 εκατοστά.
- Οι οπές εκροής έχουν ύψους 1-2 εκατοστά και πλάτος 6-8 εκατοστά και βρίσκονται συνήθως στο µέσον µεταξύ δύο διαδοχικών αφρογεννητριών (διευκολύνεται έτσι το άπλωµα του αφρού).
Για τον καθορισµό του αριθµού και του µεγέθους των οπών εκροής, λαµβάνεται υπόψη ότι απαιτούνται 3 τετρ. εκατοστά επιφάνειας εκροής για κάθε 1 τετρ. µέτρο επιφάνειας του εσωτερικού δακτυλίου.
Το σύστηµα αφρού µπορεί να στέλνει αφρό χαµηλής διόγκωσης είτε επί του συστήµατος στεγανοποίησης και του συστήµατος καιρικής προστασίας µέσα στο δακτύλιο (πλέον συνήθης τρόπος), είτε κατ’ ευθείαν κάτω από το σύστηµα καιρικής προστασίας και δευτερεύουσας στεγανότητας, επί του πρωτεύοντος δακτυλίου φραγής.
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος είναι 12,2 LIT/MIN/M2 επιφάνειας του περιφερειακού δακτυλίου συγκράτησης αφρού.
Ο χρόνος εφαρµογής του αφρού είναι: 20 ΜΙΝ.
Οι αφρογεννήτριες περιλαµβάνουν την κυρίως αφρογεννήτρια, συνήθως κατακόρυφης τοποθέτησης, τον αγωγό εξόδου αφρού µε ελάχιστο µήκος 70 εκατοστά και το ράµφος εκροής, αντίστοιχης παροχής µε την αφρογεννήτρια.
Όλες οι αφρογεννήτριες απαραίτητα να βρίσκονται σε περιφερειακή διάταξη µε τροφοδοσία από κατακόρυφο αγωγό και περιφερειακό δακτύλιο διανοµής του αφρού, να τοποθετούνται δε σε κορυφές κανονικού εγγεγραµµένου σχήµατος, ώστε η κατανοµή του αφρού να είναι οµοιόµορφη µεταξύ τους.
- Η ελάχιστη πίεση λειτουργίας (δυναµική) της πλέον αποµεµακρυσµένης αφρογεννήτριας πρέπει πάντοτε να είναι 3,5 BAR.
Η µέγιστη απόσταση µεταξύ διαδοχικών αφρογεννητριών, πρέπει πάντοτε να είναι:
12,2 µέτρα για ύψος δακτυλίου αφρού 30 εκατοστά.
24,4 µέτρα για ύψος δακτυλίου αφρού 60 εκατοστά.
Κάθε έξοδος αφρογεννήτριας εκβάλλει τον αφρό σε µεταλλικό έλασµα εκτροπής (ανακλαστήρα). Αυτά τοποθετούνται εφαπτοµενικά στην προέκταση του περιβλήµατος στο άνω µέρος της δεξαµενής και έχουν σχήµα τραπεζίου. Ο αγωγός εξόδου της αφρογεννήτριας, διαπερνά το άνω µέρος ή διέρχεται πάνω από τον ανακλαστήρα, σχηµατίζοντας κατάλληλη καµπύλη. Το πάχος του ανακλαστήρα πρέπει να είναι 5-8 χιλιοστά.
Απαραίτητος ύπαρξη συστήµατος αποστράγγισης και έκπλυσης των αγωγών διανοµής.
Τα παραπάνω ισχύουν για δεξαµενές που έχουν δακτύλιο συγκράτησης αφρού. Για δεξαµενές που δεν έχουν, µπορεί ο αφρός να εκβάλει µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής µε παροχή 20,4 LIT/MIN/M2 και για 10 ΜΙΝ τουλάχιστον. Ως επιφάνεια λαµβάνεται ο χώρος του δακτυλιοειδούς διακένου µεταξύ κελύφους και απλωτής οροφής. Τέτοια συστήµατα πρέπει οπωσδήποτε να κατασκευάζονται βάσει επίσηµων προδιαγραφών και να διαθέτουν κατάλληλο πέλµα επαφής στο κέλυφος. Ειδικότερα, για τα συστήµατα αυτά προβλέπονται τα ακόλουθα:
- Συστήµατα φραγής µε πέλµα επαφής: ∆εν απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 39 µέτρα.
- Συστήµατα φραγής µε απόσταση µεγαλύτερη των 15 εκατοστών µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής: ∆εν απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 18 µέτρα.
- Συστήµατα φραγής µε απόσταση µεγαλύτερη των 15 εκατοστών µεταξύ πρωτεύοντος και δευτερεύοντος συστήµατος φραγής: Απαιτείται δακτύλιος αφρού. Μέγιστη απόσταση αφρογεννητριών 18 µέτρα.
Λόγω της µεγαλύτερης ασφάλειας που εξασφαλίζουν οι δεξαµενές αυτές σε περίπτωση πυρκαγιάς, δεν προβλέπονται περιορισµοί στην απόσταση των βαννών χειρισµού ή προβλεπόµενης σύνδεσης πυροσβεστικού αυτοκινήτου. Η ανάβαση στην δεξαµενή για πιθανή πυρόσβεση είναι επιτρεπτή.
Όπου υπάρχουν περισσότερες από τέσσερες (4) θέσεις φορτοεκφόρτωσης προϊόντων κατηγορίας Ι ή ΙΙ απαιτείται ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα που θα καλύπτει όλο το χώρο των δραστηριοτήτων της φορτοεκφόρτωσης.
Η απαιτούµενη ελάχιστη παροχή αφροδιαλύµατος είναι 4.1 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας.
Ο ελάχιστος χρόνος εφαρµογής είναι 30 ΜΙΝ.
1. ΓΕΝΙΚΑ
Η ψύξη των δεξαµενών ατµοσφαιρικής πίεσης κατά την διάρκεια της πυρόσβεσης είναι επιβεβληµένη προκειµένου να αυξηθεί η ικανότητα αντοχής των µετάλλων, να δοθεί χρόνος για την επέµβαση και να κρατηθούν τα πυροσβεστικά συστήµατα σε καλή κατάσταση. Ειδικότερα η ψύξη της δεξαµενής κατά την διάρκεια της πυρκαγιάς µας παρέχει τις πιο κάτω περιπτώσεις προστασίας:
∆εξαµενές σταθερής οροφής.
Αυξάνεται ο χρόνος αντοχής των µετάλλων, ειδικά στην περιοχή πάνω από τη φλεγόµενη επιφάνεια και αποφεύγεται η σύντοµη κατάρρευση των τοιχωµάτων που συµπαρασύρουν και θα καταστρέψουν το αφροποιητικό σύστηµα της δεξαµενής.
∆εξαµενές πλωτής οροφής.
Περιορίζονται οι διογκώσεις και παραµορφώσεις του κελύφους από τη θερµική διαστολή λόγω πιθανής εσωτερικής ανάφλεξης. Αυτό έχει αποτέλεσµα την περιορισµένη εκροή αναφλέξιµου προϊόντος ή αερίου και τη διατήρηση της πυρκαγιάς υπό έλεγχο, µέχρι την τελική κατάσβεση.
∆εξαµενές σταθερής ή πλωτής οροφής (παρακείµενες).
Προστατεύεται η δεξαµενή από ανάφλεξη που έχει εκδηλωθεί σε παρακείµενη δεξαµενή. Σε περίπτωση εκδήλωσης πυρκαγιάς σε µια δεξαµενή είναι υποχρεωτικό να ψυχθεί η ίδια δεξαµενή και αναγκαίο να ψυχθούν οι παρακείµενες. Η επιλογή ψύξης των γειτονικών δεξαµενών γίνεται µε κριτήρια την απόσταση, την φορά του ανέµου και την ικανότητα της συνολικής παροχής νερού του δικτύου.
2. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΜΟΝΙΜΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΝΕΡΟΥ ΨΥΞΗΣ.
∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ, καθώς και δεξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ, που δεν έχουν θερµική µόνωση και βρίσκονται σε απόσταση µικρότερη των 20 µέτρων από δεξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ, απαιτούν µόνιµα συστήµατα νερού ψύξης, σύµφωνα µε τα περιγραφόµενα στη συνέχεια.
3. ΣΥΣΤΗΜΑ ΝΕΡΟΥ ΨΥΞΗΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΣΤΑΘΕΡΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
Το σύστηµα υποχρεωτικά περιλαµβάνει περιφερειακή ψύξη του κελύφους της δεξαµενής και αποτελείται από:
- Κεντρικό αγωγό νερού, που έχει λήψη από το κεντρικό υδροδοτικό πυροσβεστικό δίκτυο µέσω βάννας, που βρίσκεται εκτός της λεκάνης ασφάλειας της δεξαµενής.
- Κυκλικό διανοµέα παροχής νερού, µε µορφή 2 ηµιδακτυλίων ή 1 δακτυλίου, που περικλείει τη δεξαµενή στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους της, σε απόσταση περίπου 50-60 εκατοστά κάτω από την οροφή της.
- Ακροφύσια (sprinklers) διατεταγµένα επί του διανοµέα και τοποθετηµένα υπό σταθερή γωνία εκροής ως προς το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής, ώστε να διαβρέχεται όλο το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής οµοιόµορφα. Συνιστώνται ακροφύσια τύπου ριπιδίου.
- Στην περίπτωση διανοµέα µε δυο ηµιδακτυλίους, σύστηµα έκπλυσης και αποστράγγισης των αγωγών.
Το σύστηµα κατάκλυσης της οροφής της δεξαµενής µε νερό είναι προαιρετικό.
Η ψύξη της οροφής δεν είναι ζωτικής σηµασίας, γιατί γενικά δεν δέχεται η οροφή σηµαντικό ποσοστό θερµότητας από ακτινοβολία. Σε περίπτωση δε ανάφλεξης της ίδιας της δεξαµενής, συνήθως, η οροφή εκτινάσσεται και καταστρέφεται το σύστηµα ψύξης που βρίσκεται από πάνω της.
- Εάν υπάρχει εγκατεστηµένο τέτοιο σύστηµα, αυτό πρέπει απαραιτήτως να είναι τελείως ανεξάρτητο της περιφερειακής ψύξης του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής, µε ανεξάρτητες βάννες ενεργοποίησης και αποµόνωσης.
4. ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΝΕΡΟΥ ΨΥΞΗΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΠΛΩΤΗΣ ΟΡΟΦΗΣ
Το σύστηµα υποχρεωτικά εκτελεί περιφερειακή ψύξη του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής και αποτελείται από τα βασικά µέρη που περιγράφονται στην προηγούµενη παρ. 3. Ο κυκλικός διανοµέας παροχής νερού τοποθετείται έτσι ώστε να διαβρέχεται οµοιόµορφα όλο το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής κάτω από το ανώτατο επιτρεπτό ύψος πλήρωσης της δεξαµενής.
5. ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΧΕ∆ΙΑΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
Τα πιο κάτω στοιχεία αφορούν στις δεξαµενές σταθερής αλλά και πλωτής οροφής.
- Ο κυκλικός διανοµέας παροχής νερού τοποθετείται σε απόσταση 40-50 εκατοστών από το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής, παρακάµπτοντας τις αφρογεννήτριες και τους αγωγούς.
- Η τοποθέτηση του κυκλικού διανοµέα παροχής νερού γίνεται:
Πάνω στα αντερείσµατα των δεξαµενών πλωτής οροφής και σε απόσταση 50-70 εκατοστών από το κάτω µέρος της πλατφόρµας.
Πάνω σε ειδικές µεταλλικές βάσεις, στηριγµένες ή κολληµένες στη δεξαµενή σταθερής οροφής και σε απόσταση 50-60 εκατοστών από το άνω άκρο του περιφερειακού κελύφους.
- Τα ακροφύσια του κυκλικού διανοµέα παροχής νερού είναι τυποποιηµένα µε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
Υλικό: Ορείχαλκος επινικελωµένος ή ανοξείδωτο µέταλλο.
Ονοµαστική παροχή: 7 LIT/MIN, 14 LIT/MIN, 28 LIT/MIN σε 5 BAR. Υπάρχουν και σε άλλα µεγέθη.
Σχήµα εκτόξευσης: Μορφή βεντάλιας µε άνοιγµα 160°.
Βάση: Αρσενικό σπείρωµα ½ ή ¾ . Υπάρχουν και άλλα µεγέθη.
Γωνία τοποθέτησης: Περίπου 70° πάνω από τον ορίζοντα.
Απαιτούµενη παροχή νερού: 2 LIT/MIN/M2 επιφάνειας του περιφερειακού κελύφους.
Η συνολική απαίτηση σε νερό ψύξης κάθε δεξαµενής, είναι ο παράγων που θα καθορίσει την παροχή των ακροφυσίων και το συνολικό τους αριθµό.
Ειδικά για το σύστηµα κατάκλυσης µε νερό της οροφής δεξαµενών σταθερής οροφής:
- Το ακροφύσιο τοποθετείται στο κέντρο της οροφής και έχει γωνία εκτόξευσης 150°.
- Η απαιτούµενη παροχή είναι 50 λίτρα ανά ώρα και τετρ. µέτρο επιφάνειας οροφής.
Η ψύξη των δεξαµενών ατµοσφαιρικής πίεσης κατά την διάρκεια της πυρόσβεσης είναι επιβεβληµένη προκειµένου να αυξηθεί η ικανότητα αντοχής των µετάλλων, να δοθεί χρόνος για την επέµβαση και να κρατηθούν τα πυροσβεστικά συστήµατα σε καλή κατάσταση. Ειδικότερα η ψύξη της δεξαµενής κατά την διάρκεια της πυρκαγιάς µας παρέχει τις πιο κάτω περιπτώσεις προστασίας:
∆εξαµενές σταθερής οροφής.
Αυξάνεται ο χρόνος αντοχής των µετάλλων, ειδικά στην περιοχή πάνω από τη φλεγόµενη επιφάνεια και αποφεύγεται η σύντοµη κατάρρευση των τοιχωµάτων που συµπαρασύρουν και θα καταστρέψουν το αφροποιητικό σύστηµα της δεξαµενής.
∆εξαµενές πλωτής οροφής.
Περιορίζονται οι διογκώσεις και παραµορφώσεις του κελύφους από τη θερµική διαστολή λόγω πιθανής εσωτερικής ανάφλεξης. Αυτό έχει αποτέλεσµα την περιορισµένη εκροή αναφλέξιµου προϊόντος ή αερίου και τη διατήρηση της πυρκαγιάς υπό έλεγχο, µέχρι την τελική κατάσβεση.
∆εξαµενές σταθερής ή πλωτής οροφής (παρακείµενες).
Προστατεύεται η δεξαµενή από ανάφλεξη που έχει εκδηλωθεί σε παρακείµενη δεξαµενή. Σε περίπτωση εκδήλωσης πυρκαγιάς σε µια δεξαµενή είναι υποχρεωτικό να ψυχθεί η ίδια δεξαµενή και αναγκαίο να ψυχθούν οι παρακείµενες. Η επιλογή ψύξης των γειτονικών δεξαµενών γίνεται µε κριτήρια την απόσταση, την φορά του ανέµου και την ικανότητα της συνολικής παροχής νερού του δικτύου.
∆εξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ, καθώς και δεξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ, που δεν έχουν θερµική µόνωση και βρίσκονται σε απόσταση µικρότερη των 20 µέτρων από δεξαµενές µε προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ, απαιτούν µόνιµα συστήµατα νερού ψύξης, σύµφωνα µε τα περιγραφόµενα στη συνέχεια.
Το σύστηµα υποχρεωτικά περιλαµβάνει περιφερειακή ψύξη του κελύφους της δεξαµενής και αποτελείται από:
- Κεντρικό αγωγό νερού, που έχει λήψη από το κεντρικό υδροδοτικό πυροσβεστικό δίκτυο µέσω βάννας, που βρίσκεται εκτός της λεκάνης ασφάλειας της δεξαµενής.
- Κυκλικό διανοµέα παροχής νερού, µε µορφή 2 ηµιδακτυλίων ή 1 δακτυλίου, που περικλείει τη δεξαµενή στο πάνω µέρος του περιφερειακού κελύφους της, σε απόσταση περίπου 50-60 εκατοστά κάτω από την οροφή της.
- Ακροφύσια (sprinklers) διατεταγµένα επί του διανοµέα και τοποθετηµένα υπό σταθερή γωνία εκροής ως προς το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής, ώστε να διαβρέχεται όλο το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής οµοιόµορφα. Συνιστώνται ακροφύσια τύπου ριπιδίου.
- Στην περίπτωση διανοµέα µε δυο ηµιδακτυλίους, σύστηµα έκπλυσης και αποστράγγισης των αγωγών.
Το σύστηµα κατάκλυσης της οροφής της δεξαµενής µε νερό είναι προαιρετικό.
Η ψύξη της οροφής δεν είναι ζωτικής σηµασίας, γιατί γενικά δεν δέχεται η οροφή σηµαντικό ποσοστό θερµότητας από ακτινοβολία. Σε περίπτωση δε ανάφλεξης της ίδιας της δεξαµενής, συνήθως, η οροφή εκτινάσσεται και καταστρέφεται το σύστηµα ψύξης που βρίσκεται από πάνω της.
- Εάν υπάρχει εγκατεστηµένο τέτοιο σύστηµα, αυτό πρέπει απαραιτήτως να είναι τελείως ανεξάρτητο της περιφερειακής ψύξης του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής, µε ανεξάρτητες βάννες ενεργοποίησης και αποµόνωσης.
Το σύστηµα υποχρεωτικά εκτελεί περιφερειακή ψύξη του περιφερειακού κελύφους της δεξαµενής και αποτελείται από τα βασικά µέρη που περιγράφονται στην προηγούµενη παρ. 3. Ο κυκλικός διανοµέας παροχής νερού τοποθετείται έτσι ώστε να διαβρέχεται οµοιόµορφα όλο το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής κάτω από το ανώτατο επιτρεπτό ύψος πλήρωσης της δεξαµενής.
Τα πιο κάτω στοιχεία αφορούν στις δεξαµενές σταθερής αλλά και πλωτής οροφής.
- Ο κυκλικός διανοµέας παροχής νερού τοποθετείται σε απόσταση 40-50 εκατοστών από το περιφερειακό κέλυφος της δεξαµενής, παρακάµπτοντας τις αφρογεννήτριες και τους αγωγούς.
- Η τοποθέτηση του κυκλικού διανοµέα παροχής νερού γίνεται:
Πάνω στα αντερείσµατα των δεξαµενών πλωτής οροφής και σε απόσταση 50-70 εκατοστών από το κάτω µέρος της πλατφόρµας.
Πάνω σε ειδικές µεταλλικές βάσεις, στηριγµένες ή κολληµένες στη δεξαµενή σταθερής οροφής και σε απόσταση 50-60 εκατοστών από το άνω άκρο του περιφερειακού κελύφους.
- Τα ακροφύσια του κυκλικού διανοµέα παροχής νερού είναι τυποποιηµένα µε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
Υλικό: Ορείχαλκος επινικελωµένος ή ανοξείδωτο µέταλλο.
Ονοµαστική παροχή: 7 LIT/MIN, 14 LIT/MIN, 28 LIT/MIN σε 5 BAR. Υπάρχουν και σε άλλα µεγέθη.
Σχήµα εκτόξευσης: Μορφή βεντάλιας µε άνοιγµα 160°.
Βάση: Αρσενικό σπείρωµα ½ ή ¾ . Υπάρχουν και άλλα µεγέθη.
Γωνία τοποθέτησης: Περίπου 70° πάνω από τον ορίζοντα.
Απαιτούµενη παροχή νερού: 2 LIT/MIN/M2 επιφάνειας του περιφερειακού κελύφους.
Η συνολική απαίτηση σε νερό ψύξης κάθε δεξαµενής, είναι ο παράγων που θα καθορίσει την παροχή των ακροφυσίων και το συνολικό τους αριθµό.
Ειδικά για το σύστηµα κατάκλυσης µε νερό της οροφής δεξαµενών σταθερής οροφής:
- Το ακροφύσιο τοποθετείται στο κέντρο της οροφής και έχει γωνία εκτόξευσης 150°.
- Η απαιτούµενη παροχή είναι 50 λίτρα ανά ώρα και τετρ. µέτρο επιφάνειας οροφής.
Απαιτείται σε όλες τις περιπτώσεις όπου η λεκάνη περιέχει έστω και µια δεξαµενή µε προϊόν Ι ή ΙΙ.
Η προστασία γίνεται µε αφρογεννήτριες χειρός, παροχής 200-250/LIT/MIN που λειτουργούν µε έναν από τους εξής δύο τρόπους:
- Η παροχή του αφροδιαλύµατος λαµβάνεται από το εγκατεστηµένο για την προστασία των δεξαµενών µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα, µε ελαστικούς σωλήνες συνδεόµενους σε κατάλληλες λήψεις.
- Η παροχή νερού λαµβάνεται από το υδροδοτικό πυροσβεστικό δίκτυο µε ελαστικούς σωλήνες συνδεόµενους σε κατάλληλες θέσεις και υπάρχει σε ετοιµότητα η απαιτούµενη ποσότητα αφρογόνου σε δοχεία φορητά, αλλά και το κατάλληλο προσωπικό χειρισµού όλων αυτών.
Ο αριθµός των αφρογεννητριών και ο ελάχιστος απαιτούµενος χρόνος εφαρµογής, φαίνονται στους παρακάτω πίνακες:
Οι παροχές αυτές είναι επιπλέον των παροχών αφρού που απαιτούν οι δεξαµενές για την πυρόσβεσή τους.
Σε περίπτωση που δεν έχουν προβλεφθεί οι παραπάνω αφρογεννήτριες χειρός, µπορούν εναλλακτικά να εγκατασταθούν µόνιµα συστήµατα αφρογεννητριών.
Οι αφρογεννήτριες αυτές τοποθετούνται περιφερειακά της λεκάνης, 1 ή 2 σε κάθε πλευρά και λαµβάνουν αφροδιάλυµα από αυτόνοµο αφροποιητικό σύστηµα (συνήθως το σύστηµα που προστατεύει τις δεξαµενές).
Η απαιτούµενη παροχή αφροδιαλύµατος είναι 4,1 LIT/MIN/M2 ελεύθερης επιφάνειας της λεκάνης.
Ο ελάχιστος χρόνος εφαρµογής είναι 30 MIN.
Με τον όρο πρόσθετα µέτρα, εννοούµε σειρά προστατευτικών µέτρων, που αυξάνουν το βαθµό ασφάλειας της περιοχής.
Τα µέτρα αυτά είναι:
- Αφροποιητικό σύστηµα των δεξαµενών ανεξάρτητα των προϋποθέσεων των παρ. 4.4.2.2Α και 4.4.2.3.Α.
- Μόνιµο σύστηµα ψύξης των δεξαµενών ανεξάρτητο των προϋποθέσεων της παρ. 4.4.3.2.
- Εγκατάσταση αντιπυρικού τοιχείου (FIRE WALL)
Η επιβολή πρόσθετων µέτρων προστασίας καθώς και οι περιπτώσεις που αυτά απαιτούνται, αποφασίζονται από τον Υπουργό ΒΕΤ.
Ο Υπουργός ΒΕΤ, επίσης, µπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις να επιβάλει πρόσθετα µέτρα προστασίας πέραν των παραπάνω αναφεροµένων.
Ειδικότερα στις περιπτώσεις εγκαταστάσεων που υφίστανται εφόσον οι αποστάσεις ορισµένων δεξαµενών τους δεν πληρούν τις απαιτήσεις του Π.∆. 44/1987, τους επιβάλλονται τα παρακάτω µέτρα:
1. ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ
Α. ΟΜΑ∆ΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆εξαµενές διαµέτρου µικρότερης ή ίσης των 10 µέτρων, απέχουσες µεταξύ τους αποστάσεις µικρότερες των καθοριζοµένων στο Π.∆. 44/1987 και εφόσον το σύνολο της χωρητικότητάς τους δεν υπερβαίνει τα 8.000 κυβ. µέτρα, θεωρούνται ως µια δεξαµενή κατά τον υπολογισµό της µέγιστης απαιτούµενης παροχής στη δυσµενέστερη περίπτωση φωτιάς, σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της παρ. 4.4.9.6.
Εάν το σύνολο της χωρητικότητάς τους δεν υπερβαίνει τα 3.000 κυβ. µέτρα και η απόσταση της οποιασδήποτε ακραίας δεξαµενής της οµάδας από την πλησιέστερη γειτονική εκτός οµάδας, είναι µεγαλύτερη ή ίση των 8 µέτρων, καθώς και αν το σύνολο της χωρητικότητάς τους υπερβαίνει τα 3.000 κυβ. µέτρα (µέχρι 8.000 κυβ. µέτρα) και η παραπάνω απόσταση είναι µεγαλύτερη ή ίση των 13 µέτρων, δεν απαιτείται για την οµάδα των δεξαµενών άλλο πρόσθετο µέτρο πυρασφάλειας.
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ και οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 8 ή των 13 µέτρων αντίστοιχα και µέχρι 5 µέτρα, θα διαχωρίζεται η ακραία δεξαµενή της οµάδας από την πλησιέστερη εκτός οµάδας, µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της υψηλότερης των δύο δεξαµενών.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς και στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε η πλησιέστερη γειτονική δεξαµενή θα λαµβάνεται προσθετικά υπόψη κατά τον υπολογισµό της µέγιστης απαιτούµενης παροχής στη δυσµενέστερη περίπτωση φωτιάς, σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της παρ. 4.4.9.6. Σ’ αυτήν την περίπτωση και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ πρέπει να διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
Β. ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ
∆εξαµενές διαµέτρου µεγαλύτερης των 10 µέτρων καθώς και δεξαµενές διαµέτρου µικρότερης ή ίσης των 10 µέτρων, που δεν µπορούν όµως να συµπεριληφθούν σε κάποια οµάδα δεξαµενών, θεωρούνται µεµονωµένες.
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ και απέχει από γειτονικές της δεξαµενές αποστάσεις µικρότερες από τις καθοριζόµενες στο Π.∆. 44/1987 και µέχρι 5 µέτρα, πρέπει να διαχωρίζεται από αυτές µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της υψηλότερης των δύο δεξαµενών.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους καθώς και σε περίπτωση που οι αποστάσεις αυτές είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε οι δεξαµενές αντιµετωπίζονται αντίστοιχα όπως στην παραπάνω παρ. Α.
2. ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΠΕ∆ΟΥ
Α. ΟΜΑ∆ΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή της οµάδας περιέχει πετρελαιοειδές κατηγορίας Ι ή ΙΙ και η οποιαδήποτε ακραία δεξαµενή της οµάδας απέχει από τα όρια του οικοπέδου απόσταση µικρότερη από την καθοριζόµενη στο Π.∆. 44/1987 και η γειτονική περιοχή είναι κατοικηµένη ή δασική, η ακραία δεξαµενή θα διαχωρίζεται από το αντίστοιχο όριο του οικοπέδου µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ θα διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
Β. ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ
Εάν οποιαδήποτε τέτοια δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ απέχει από τα όρια του οικοπέδου απόσταση µικρότερη από την καθοριζόµενη στο Π.∆. 44/1987 και η γειτονική περιοχή είναι κατοικηµένη ή δασική πρέπει να διαχωρίζεται από το αντίστοιχο όριο του
οικοπέδου µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς και στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ, πρέπει να διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
3. ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΓΕΜΙΣΤΗΡΙΩΝ
Εάν σε οποιοδήποτε αντλιοστάσιο ή γεµιστήριο δεν τηρούνται οι αποστάσεις που καθορίζονται στο Π.∆. 44/1987 απαραίτητα να υπάρχουν, επιπλέον των καθοριζοµένων µε την παρούσα απόφαση µέτρων πυροπροστασίας και τα ακόλουθα:
Γεµιστήρια
Ένας τροχήλατος πυροσβεστήρας σκόνης των 50 KGS για κάθε 4 νησίδες (διπλές θέσεις φόρτωσης).
Αντλιοστάσια
Ένας τροχήλατος πυροσβεστήρας σκόνης των 50 KGS ανά 200 τετρ. µέτρα επιφάνειας, για αντλιοστάσια που περιλαµβάνουν αντλίες προϊόντων Ι ή ΙΙ.
Α. ΟΜΑ∆ΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆εξαµενές διαµέτρου µικρότερης ή ίσης των 10 µέτρων, απέχουσες µεταξύ τους αποστάσεις µικρότερες των καθοριζοµένων στο Π.∆. 44/1987 και εφόσον το σύνολο της χωρητικότητάς τους δεν υπερβαίνει τα 8.000 κυβ. µέτρα, θεωρούνται ως µια δεξαµενή κατά τον υπολογισµό της µέγιστης απαιτούµενης παροχής στη δυσµενέστερη περίπτωση φωτιάς, σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της παρ. 4.4.9.6.
Εάν το σύνολο της χωρητικότητάς τους δεν υπερβαίνει τα 3.000 κυβ. µέτρα και η απόσταση της οποιασδήποτε ακραίας δεξαµενής της οµάδας από την πλησιέστερη γειτονική εκτός οµάδας, είναι µεγαλύτερη ή ίση των 8 µέτρων, καθώς και αν το σύνολο της χωρητικότητάς τους υπερβαίνει τα 3.000 κυβ. µέτρα (µέχρι 8.000 κυβ. µέτρα) και η παραπάνω απόσταση είναι µεγαλύτερη ή ίση των 13 µέτρων, δεν απαιτείται για την οµάδα των δεξαµενών άλλο πρόσθετο µέτρο πυρασφάλειας.
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ και οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 8 ή των 13 µέτρων αντίστοιχα και µέχρι 5 µέτρα, θα διαχωρίζεται η ακραία δεξαµενή της οµάδας από την πλησιέστερη εκτός οµάδας, µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της υψηλότερης των δύο δεξαµενών.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς και στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε η πλησιέστερη γειτονική δεξαµενή θα λαµβάνεται προσθετικά υπόψη κατά τον υπολογισµό της µέγιστης απαιτούµενης παροχής στη δυσµενέστερη περίπτωση φωτιάς, σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της παρ. 4.4.9.6. Σ’ αυτήν την περίπτωση και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ πρέπει να διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
Β. ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ
∆εξαµενές διαµέτρου µεγαλύτερης των 10 µέτρων καθώς και δεξαµενές διαµέτρου µικρότερης ή ίσης των 10 µέτρων, που δεν µπορούν όµως να συµπεριληφθούν σε κάποια οµάδα δεξαµενών, θεωρούνται µεµονωµένες.
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ και απέχει από γειτονικές της δεξαµενές αποστάσεις µικρότερες από τις καθοριζόµενες στο Π.∆. 44/1987 και µέχρι 5 µέτρα, πρέπει να διαχωρίζεται από αυτές µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της υψηλότερης των δύο δεξαµενών.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους καθώς και σε περίπτωση που οι αποστάσεις αυτές είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε οι δεξαµενές αντιµετωπίζονται αντίστοιχα όπως στην παραπάνω παρ. Α.
∆εξαµενές διαµέτρου µικρότερης ή ίσης των 10 µέτρων, απέχουσες µεταξύ τους αποστάσεις µικρότερες των καθοριζοµένων στο Π.∆. 44/1987 και εφόσον το σύνολο της χωρητικότητάς τους δεν υπερβαίνει τα 8.000 κυβ. µέτρα, θεωρούνται ως µια δεξαµενή κατά τον υπολογισµό της µέγιστης απαιτούµενης παροχής στη δυσµενέστερη περίπτωση φωτιάς, σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της παρ. 4.4.9.6.
Εάν το σύνολο της χωρητικότητάς τους δεν υπερβαίνει τα 3.000 κυβ. µέτρα και η απόσταση της οποιασδήποτε ακραίας δεξαµενής της οµάδας από την πλησιέστερη γειτονική εκτός οµάδας, είναι µεγαλύτερη ή ίση των 8 µέτρων, καθώς και αν το σύνολο της χωρητικότητάς τους υπερβαίνει τα 3.000 κυβ. µέτρα (µέχρι 8.000 κυβ. µέτρα) και η παραπάνω απόσταση είναι µεγαλύτερη ή ίση των 13 µέτρων, δεν απαιτείται για την οµάδα των δεξαµενών άλλο πρόσθετο µέτρο πυρασφάλειας.
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ και οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 8 ή των 13 µέτρων αντίστοιχα και µέχρι 5 µέτρα, θα διαχωρίζεται η ακραία δεξαµενή της οµάδας από την πλησιέστερη εκτός οµάδας, µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της υψηλότερης των δύο δεξαµενών.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς και στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε η πλησιέστερη γειτονική δεξαµενή θα λαµβάνεται προσθετικά υπόψη κατά τον υπολογισµό της µέγιστης απαιτούµενης παροχής στη δυσµενέστερη περίπτωση φωτιάς, σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της παρ. 4.4.9.6. Σ’ αυτήν την περίπτωση και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ πρέπει να διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
∆εξαµενές διαµέτρου µεγαλύτερης των 10 µέτρων καθώς και δεξαµενές διαµέτρου µικρότερης ή ίσης των 10 µέτρων, που δεν µπορούν όµως να συµπεριληφθούν σε κάποια οµάδα δεξαµενών, θεωρούνται µεµονωµένες.
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ και απέχει από γειτονικές της δεξαµενές αποστάσεις µικρότερες από τις καθοριζόµενες στο Π.∆. 44/1987 και µέχρι 5 µέτρα, πρέπει να διαχωρίζεται από αυτές µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της υψηλότερης των δύο δεξαµενών.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους καθώς και σε περίπτωση που οι αποστάσεις αυτές είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε οι δεξαµενές αντιµετωπίζονται αντίστοιχα όπως στην παραπάνω παρ. Α.
Α. ΟΜΑ∆ΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή της οµάδας περιέχει πετρελαιοειδές κατηγορίας Ι ή ΙΙ και η οποιαδήποτε ακραία δεξαµενή της οµάδας απέχει από τα όρια του οικοπέδου απόσταση µικρότερη από την καθοριζόµενη στο Π.∆. 44/1987 και η γειτονική περιοχή είναι κατοικηµένη ή δασική, η ακραία δεξαµενή θα διαχωρίζεται από το αντίστοιχο όριο του οικοπέδου µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ θα διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
Β. ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΕΣ ∆ΕΞΑΜΕΝΕΣ
Εάν οποιαδήποτε τέτοια δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ απέχει από τα όρια του οικοπέδου απόσταση µικρότερη από την καθοριζόµενη στο Π.∆. 44/1987 και η γειτονική περιοχή είναι κατοικηµένη ή δασική πρέπει να διαχωρίζεται από το αντίστοιχο όριο του
οικοπέδου µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς και στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ, πρέπει να διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
Εάν η οποιαδήποτε δεξαµενή της οµάδας περιέχει πετρελαιοειδές κατηγορίας Ι ή ΙΙ και η οποιαδήποτε ακραία δεξαµενή της οµάδας απέχει από τα όρια του οικοπέδου απόσταση µικρότερη από την καθοριζόµενη στο Π.∆. 44/1987 και η γειτονική περιοχή είναι κατοικηµένη ή δασική, η ακραία δεξαµενή θα διαχωρίζεται από το αντίστοιχο όριο του οικοπέδου µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ θα διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
Εάν οποιαδήποτε τέτοια δεξαµενή περιέχει καύσιµο κατηγορίας Ι ή ΙΙ απέχει από τα όρια του οικοπέδου απόσταση µικρότερη από την καθοριζόµενη στο Π.∆. 44/1987 και η γειτονική περιοχή είναι κατοικηµένη ή δασική πρέπει να διαχωρίζεται από το αντίστοιχο όριο του
οικοπέδου µε πυράντοχο τοίχο ύψους ίσου προς τα 4/5 του υπεράνω του φυσικού εδάφους ύψους της.
Σε περίπτωση που ο πυράντοχος τοίχος δεν µπορεί να κατασκευασθεί για τεχνικούς λόγους (π.χ. ακαταλληλότητα εδάφους κ.τ.λ.), καθώς και στις περιπτώσεις που οι παραπάνω αποστάσεις είναι µικρότερες των 5 µέτρων, τότε και οι δεξαµενές που περιέχουν προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ, πρέπει να διαθέτουν µόνιµο ή ηµιµόνιµο αφροποιητικό σύστηµα.
Εάν σε οποιοδήποτε αντλιοστάσιο ή γεµιστήριο δεν τηρούνται οι αποστάσεις που καθορίζονται στο Π.∆. 44/1987 απαραίτητα να υπάρχουν, επιπλέον των καθοριζοµένων µε την παρούσα απόφαση µέτρων πυροπροστασίας και τα ακόλουθα:
Γεµιστήρια
Ένας τροχήλατος πυροσβεστήρας σκόνης των 50 KGS για κάθε 4 νησίδες (διπλές θέσεις φόρτωσης).
Αντλιοστάσια
Ένας τροχήλατος πυροσβεστήρας σκόνης των 50 KGS ανά 200 τετρ. µέτρα επιφάνειας, για αντλιοστάσια που περιλαµβάνουν αντλίες προϊόντων Ι ή ΙΙ.
1. ΓΕΝΙΚΑ
Το κεφάλαιο αυτό αφορά στους σταθµούς φόρτωσης (γεµιστήρια) βυτιοφόρων αυτοκινήτων και φορτοεκφόρτωσης σιδηροδροµικών βαγονιών.
2. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΜΕ ΑΦΡΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Τα αφροποιητικά µέσα απαιτούνται σε κάθε περίπτωση που µεταξύ των διακινουµένων από το σταθµό προϊόντων περιλαµβάνονται και προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
Το είδος των απαιτούµενων αφροποιητικών µέσων εξαρτάται από το µέγεθος του σταθµού.
Η απαιτούµενη ελάχιστη ποσότητα αφρού πρέπει να επαρκεί για λειτουργία των αφροποιητικών µέσων για 30 λεπτά τουλάχιστον.
3. ΓΕΜΙΣΤΗΡΙΑ ΒΥΤΙΟΦΟΡΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ
Το τυπικό γεµιστήριο βυτιοφόρων αυτοκινήτων αποτελείται από αριθµό παραλλήλων επιµήκων νησίδων, που κάθε µια έχει από δύο θέσεις βυτίων προς φόρτωση, µια από κάθε πλευρά της νησίδας.
Μεγάλα γεµιστήρια, µε πάνω από 6 νησίδες, πρέπει να έχουν µόνιµο σύστηµα κατάκλυσης αφρού/νερού, που προστατεύει όλη την έκταση των γεµιστηρίων ή µόνιµα εγκατεστηµένα κανόνια αφρού.
Ελάχιστη παροχή αφροκάλυψης: 6,5 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας θέσεων φόρτωσης.
Προκειµένου περί µονίµων συστηµάτων:
Το σύστηµα αφροκάλυψης είναι χωρισµένο σε ζώνες που κάθε µια προστατεύει σε επάρκεια µια νησίδα και δύο γειτονικές θέσεις φόρτωσης.
Ο αφρός διανέµεται επιλεκτικά στις διάφορες ζώνες, ανάλογα µε τη θέση που χρειάζεται προστασία.
Απαιτείται ηµιαυτόµατη ενεργοποίηση.
Για τα µικρότερα γεµιστήρια, απαιτείται η προστασία µε κανόνι αφρού/νερού, ελάχιστης παροχής 1.200 LIT/MIN και εµβέλειας 35-40 µέτρων περίπου. Αυτό µπορεί να είναι µόνιµα εγκατεστηµένο ή κινητό, ανάλογα µε τις συγκεκριµένες συνθήκες λειτουργίας. Στην περίπτωση που είναι κινητό, σταθµεύει υποχρεωτικά στην περιοχή του γεµιστηρίου.
4. ΣΤΑΘΜΟΙ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΣΗΣ ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΩΝ ΒΥΤΙΩΝ
Ο τυπικός σταθµός φορτοεκφόρτωσης σιδηροδροµικών βυτίων είναι εγκατεστηµένος δίπλα σε παρακαµπτήρια σιδηροδροµική γραµµή, που αποµονώνεται από τις άλλες γραµµές. Το µέγεθος του σταθµού χαρακτηρίζεται από τον αριθµό των βυτίων βαγονιών που εξυπηρετούνται ταυτόχρονα.
Για τους µεγάλους σταθµούς, αυτούς δηλαδή που έχουν τη δυνατότητα ταυτόχρονης πλήρωσης 3 διαδοχικών βαγονιών και άνω, απαιτείται µόνιµο σύστηµα που προστατεύει το σταθµό σε µήκος 3 διαδοχικών βυτίων, δηλαδή µια έκταση µήκους 40-45 µέτρων και πλάτους 6-7 µέτρων.
Το σύστηµα είναι κατάκλυσης αφρού/νερού, ελάχιστης παροχής αφροκάλυψης 6,5 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας. Πρόσθετη αφροπροστασία, κάτω από το βαγόνι, µε 4-6 ακροφύσια αφρού των 100 LIT/MIN, µε ηµιαυτόµατη ενεργοποίηση, είναι απαραίτητη.
Για τους µικρούς σταθµούς, απαιτούνται αφροποιητικά µέσα, π.χ. κανόνια, µε την ίδια ικανότητα αφροκάλυψης.
Το κεφάλαιο αυτό αφορά στους σταθµούς φόρτωσης (γεµιστήρια) βυτιοφόρων αυτοκινήτων και φορτοεκφόρτωσης σιδηροδροµικών βαγονιών.
Τα αφροποιητικά µέσα απαιτούνται σε κάθε περίπτωση που µεταξύ των διακινουµένων από το σταθµό προϊόντων περιλαµβάνονται και προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
Το είδος των απαιτούµενων αφροποιητικών µέσων εξαρτάται από το µέγεθος του σταθµού.
Η απαιτούµενη ελάχιστη ποσότητα αφρού πρέπει να επαρκεί για λειτουργία των αφροποιητικών µέσων για 30 λεπτά τουλάχιστον.
Το τυπικό γεµιστήριο βυτιοφόρων αυτοκινήτων αποτελείται από αριθµό παραλλήλων επιµήκων νησίδων, που κάθε µια έχει από δύο θέσεις βυτίων προς φόρτωση, µια από κάθε πλευρά της νησίδας.
Μεγάλα γεµιστήρια, µε πάνω από 6 νησίδες, πρέπει να έχουν µόνιµο σύστηµα κατάκλυσης αφρού/νερού, που προστατεύει όλη την έκταση των γεµιστηρίων ή µόνιµα εγκατεστηµένα κανόνια αφρού.
Ελάχιστη παροχή αφροκάλυψης: 6,5 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας θέσεων φόρτωσης.
Προκειµένου περί µονίµων συστηµάτων:
Το σύστηµα αφροκάλυψης είναι χωρισµένο σε ζώνες που κάθε µια προστατεύει σε επάρκεια µια νησίδα και δύο γειτονικές θέσεις φόρτωσης.
Ο αφρός διανέµεται επιλεκτικά στις διάφορες ζώνες, ανάλογα µε τη θέση που χρειάζεται προστασία.
Απαιτείται ηµιαυτόµατη ενεργοποίηση.
Για τα µικρότερα γεµιστήρια, απαιτείται η προστασία µε κανόνι αφρού/νερού, ελάχιστης παροχής 1.200 LIT/MIN και εµβέλειας 35-40 µέτρων περίπου. Αυτό µπορεί να είναι µόνιµα εγκατεστηµένο ή κινητό, ανάλογα µε τις συγκεκριµένες συνθήκες λειτουργίας. Στην περίπτωση που είναι κινητό, σταθµεύει υποχρεωτικά στην περιοχή του γεµιστηρίου.
Ο τυπικός σταθµός φορτοεκφόρτωσης σιδηροδροµικών βυτίων είναι εγκατεστηµένος δίπλα σε παρακαµπτήρια σιδηροδροµική γραµµή, που αποµονώνεται από τις άλλες γραµµές. Το µέγεθος του σταθµού χαρακτηρίζεται από τον αριθµό των βυτίων βαγονιών που εξυπηρετούνται ταυτόχρονα.
Για τους µεγάλους σταθµούς, αυτούς δηλαδή που έχουν τη δυνατότητα ταυτόχρονης πλήρωσης 3 διαδοχικών βαγονιών και άνω, απαιτείται µόνιµο σύστηµα που προστατεύει το σταθµό σε µήκος 3 διαδοχικών βυτίων, δηλαδή µια έκταση µήκους 40-45 µέτρων και πλάτους 6-7 µέτρων.
Το σύστηµα είναι κατάκλυσης αφρού/νερού, ελάχιστης παροχής αφροκάλυψης 6,5 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας. Πρόσθετη αφροπροστασία, κάτω από το βαγόνι, µε 4-6 ακροφύσια αφρού των 100 LIT/MIN, µε ηµιαυτόµατη ενεργοποίηση, είναι απαραίτητη.
Για τους µικρούς σταθµούς, απαιτούνται αφροποιητικά µέσα, π.χ. κανόνια, µε την ίδια ικανότητα αφροκάλυψης.
Απαιτείται προστασία µε αφρό, παράλληλα µε την ύπαρξη φορητών πυροσβεστήρων κατάλληλου τύπου, σε όλες τις περιπτώσεις όπου σε ενιαίο συγκρότηµα αντλιοστασίου/βανοστασίου, περιλαµβάνονται αντλίες προϊόντων Ι ή ΙΙ.
Ελάχιστη παροχή αφροκάλυψης: 4,1 LIT/MIN/M2 οριζόντιας επιφάνειας.
Η προστασία γίνεται µε ακροφύσια αφρού παροχής 200-250 LIT/MIN ή αφρογεννήτριες χειρός, όπως κατά τα λοιπά περιγράφονται στην παρ. 4.4.4.
Παρόµοια προστασία µπορεί να επιβληθεί, κατά την εύλογη κρίση της αρµόδιας Πυροσβεστικής Αρχής και σε άλλες περιοχές, όπως λεβητοστάσια θέρµανσης µαζούτ κ.λπ.
Για την προστασία των παραπάνω χώρων, εκτός από αφρό, η Πυροσβεστική Αρχή δύναται κατά την κρίση της να κάνει δεκτά και άλλα κατασβεστικά υλικά.
Στις προβλήτες διενεργούνται εκφορτώσεις δεξαµενοπλοίων, για την πλήρωση των δεξαµενών των εγκαταστάσεων, αλλά και σε ορισµένες περιπτώσεις, φορτώσεις µικρών δεξαµενοπλοίων που διενεργούν ανεφοδιασµούς.
Αφροποιητικά µέσα απαιτούνται σε κάθε περίπτωση που µεταξύ των διακινουµένων προϊόντων περιλαµβάνονται προϊόντα κατηγορίας Ι ή ΙΙ. Τα µέσα αυτά απαιτούνται ανεξάρτητα από την τυχόν προβλεπόµενη παρουσία πλοιαρίου (π.χ. ρυµουλκού επιφυλακής), που µπορεί να είναι εφοδιασµένο µε αντίστοιχα-ισοδύναµα µέσα.
Ο απαιτούµενος πυροσβεστικός εξοπλισµός εξαρτάται από:
- Το µέγιστο µέγεθος των πλευριζόντων δεξαµενοπλοίων.
- Το µέγεθος του προβλήτα.
- Τον τύπο κατασκευής και το υλικό κατασκευής του προβλήτα.
- Άλλους παράγοντες, π.χ. ειδικές συνθήκες γειτνίασης κ.τ.λ.
Ο εξοπλισµός προορίζεται για την προστασία και του ίδιου του προβλήτα, µαζί µε τις πάνω σ’ αυτόν ευρισκόµενες εγκαταστάσεις, αλλά και των δεξαµενοπλοίων που πλευρίζουν σ’ αυτόν. Η προστασία του ίδιου του πρόβλητα είναι απαραίτητη όταν είναι µεταλλικής κατασκευής. Σαν βάση του υπολογισµού θεωρούµε την περίπτωση που αντιµετωπίζεται πυρκαγιά στο µεγαλύτερου µεγέθους πλευρίζον δεξαµενόπλοιο, που εξυπηρετεί ο προβλήτας, αγνοώντας την ενδεχόµενη ταυτόχρονη παρουσία των άλλων πλοίων. Αν απαιτείται ιδιοπροστασία του προβλήτα, αυτή επιπροστίθεται.
1. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΕ ΑΦΡΟ
Ελάχιστη παροχή αφροδιαλύµατος.
Για κάθε θέση φορτοεκφόρτωσης, θα είναι 100 κυβ. µέτρα ανά ώρα και ανά 30 µέτρα µήκους του µεγαλύτερου πλευρίζοντος δεξαµενοπλοίου που µπορεί να δεχθεί ο προβλήτας, µε µέγιστο 500 κυβ. µέτρα ανά ώρα.
Η πίεση στα υδροστόµια πρέπει να είναι υποχρεωτικά 5 BAR τουλάχιστον στη δυσµενέστερη περίπτωση.
Ελάχιστος χρόνος εφαρµογής: 30 λεπτά.
Η συνολική απαιτούµενη παροχή επιτυγχάνεται µε σταθερά κανόνια 1 ή 2, τοποθετηµένα σε κατάλληλους πύργους.
Απαιτείται η χρήση κατάλληλου αφρογόνου, π.χ. AFFF ή παρόµοιου.
2. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΕ ΝΕΡΟ
Απαιτείται αριθµός σηµείων υδροληψίας από το υδροδοτικό σύστηµα, που προκύπτει ανάλογα µε το µέγεθος και τη διάταξη του προβλήτα.
Το υδροδοτικό σύστηµα πυρόσβεσης αποτελείται από κεντρικό αγωγό νερού µε κατάλληλο εξοπλισµό, που απολήγει σε διπλά υδροστόµια 2,5’’ τουλάχιστον ανά 30 µέτρα µήκους του µεγαλύτερου πλευρίζοντος δεξαµενοπλοίου που µπορεί να δεχθεί ο προβλήτας.
Η τροφοδότηση του δικτύου του προβλήτα µε νερό πυρόσβεσης, ανεξάρτητα από τη θέση του προβλήτα σε σχέση µε την υπόλοιπη εγκατάσταση, επιτρέπεται να γίνεται µε αντλητικό συγκρότηµα που µπορεί να είναι κοινό και για τις ανάγκες του δικτύου πυρόσβεσης της όλης εγκατάστασης.
Σε προβλήτες µεταλλικούς, που απαιτούν ιδιοπροστασία, υπολογίζεται µια επιπρόσθετη παροχή νερού µε παροχή 8 LIT/MIN/M2 επιφάνειας πλατφόρµας, για τη λειτουργία µόνιµου συστήµατος ψεκασµού στα υποστηλώµατα και τα άλλα ενδεδειγµένα σηµεία της µεταλλικής κατασκευής.
Σηµεία υδροληψίας προβλητών.
Σε κατάλληλες θέσεις του προβλήτα απαιτείται να υπάρχουν σηµεία λήψης, στα οποία να µπορούν να προσαρµοσθούν «σύνδεσµοι», που να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές διεθνούς συνδέσµου «ξηράς/πλοίου» (International ship/shore connection), για τη δυνατότητα υδροδότησης του οποιουδήποτε πλευρίζοντος πλοίου, µέσω ελαστικών σωλήνων, σε περίπτωση ανάγκης.
Ο διεθνής αυτός σύνδεσµος περιγράφεται στο I.O.T.T.S.G. (International Oil Tanker and Terminal Safety Guide).
Ο απαιτούµενος αριθµός και οι απαιτούµενες θέσεις των παραπάνω διεθνών συνδέσµων, επιβάλλονται κατά την κρίση των αρµοδίων Αρχών.
Ελάχιστη παροχή αφροδιαλύµατος.
Για κάθε θέση φορτοεκφόρτωσης, θα είναι 100 κυβ. µέτρα ανά ώρα και ανά 30 µέτρα µήκους του µεγαλύτερου πλευρίζοντος δεξαµενοπλοίου που µπορεί να δεχθεί ο προβλήτας, µε µέγιστο 500 κυβ. µέτρα ανά ώρα.
Η πίεση στα υδροστόµια πρέπει να είναι υποχρεωτικά 5 BAR τουλάχιστον στη δυσµενέστερη περίπτωση.
Ελάχιστος χρόνος εφαρµογής: 30 λεπτά.
Η συνολική απαιτούµενη παροχή επιτυγχάνεται µε σταθερά κανόνια 1 ή 2, τοποθετηµένα σε κατάλληλους πύργους.
Απαιτείται η χρήση κατάλληλου αφρογόνου, π.χ. AFFF ή παρόµοιου.
Απαιτείται αριθµός σηµείων υδροληψίας από το υδροδοτικό σύστηµα, που προκύπτει ανάλογα µε το µέγεθος και τη διάταξη του προβλήτα.
Το υδροδοτικό σύστηµα πυρόσβεσης αποτελείται από κεντρικό αγωγό νερού µε κατάλληλο εξοπλισµό, που απολήγει σε διπλά υδροστόµια 2,5’’ τουλάχιστον ανά 30 µέτρα µήκους του µεγαλύτερου πλευρίζοντος δεξαµενοπλοίου που µπορεί να δεχθεί ο προβλήτας.
Η τροφοδότηση του δικτύου του προβλήτα µε νερό πυρόσβεσης, ανεξάρτητα από τη θέση του προβλήτα σε σχέση µε την υπόλοιπη εγκατάσταση, επιτρέπεται να γίνεται µε αντλητικό συγκρότηµα που µπορεί να είναι κοινό και για τις ανάγκες του δικτύου πυρόσβεσης της όλης εγκατάστασης.
Σε προβλήτες µεταλλικούς, που απαιτούν ιδιοπροστασία, υπολογίζεται µια επιπρόσθετη παροχή νερού µε παροχή 8 LIT/MIN/M2 επιφάνειας πλατφόρµας, για τη λειτουργία µόνιµου συστήµατος ψεκασµού στα υποστηλώµατα και τα άλλα ενδεδειγµένα σηµεία της µεταλλικής κατασκευής.
Σηµεία υδροληψίας προβλητών.
Σε κατάλληλες θέσεις του προβλήτα απαιτείται να υπάρχουν σηµεία λήψης, στα οποία να µπορούν να προσαρµοσθούν «σύνδεσµοι», που να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές διεθνούς συνδέσµου «ξηράς/πλοίου» (International ship/shore connection), για τη δυνατότητα υδροδότησης του οποιουδήποτε πλευρίζοντος πλοίου, µέσω ελαστικών σωλήνων, σε περίπτωση ανάγκης.
Ο διεθνής αυτός σύνδεσµος περιγράφεται στο I.O.T.T.S.G. (International Oil Tanker and Terminal Safety Guide).
Ο απαιτούµενος αριθµός και οι απαιτούµενες θέσεις των παραπάνω διεθνών συνδέσµων, επιβάλλονται κατά την κρίση των αρµοδίων Αρχών.
1. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Το υδροδοτικό πυροσβεστικό σύστηµα πρέπει να περιλαµβάνει:
- Την πηγή τροφοδοσίας νερού.
- Το σύστηµα αντλιών.
- Το δίκτυο διανοµής.
- Τις υδρολήψεις και τις παροχές.
2. ΠΗΓΗ ΤΡΟΦΟ∆ΟΣΙΑΣ ΝΕΡΟΥ
Η πηγή τροφοδοσίας απαιτείται να είναι επαρκής για συνεχή πυρόσβεση τουλάχιστον επί τρεις ώρες µε τη «µέγιστη απαιτούµενη παροχή». Μπορεί να χρησιµοποιείται είτε γλυκό είτε θαλασσινό νερό. Σαν πηγή τροφοδοσίας χρησιµοποιούνται:
(α) Ανεξάντλητη πηγή, όπως δίκτυο πόλεως, θάλασσα, λίµνη ή ποτάµι, φυσική ή τεχνητή, απ’ όπου γίνεται απευθείας άντληση.
(β) ∆εξαµενές µεταλλικές ή από οπλισµένο σκυρόδεµα υπόγειες ή υπέργειες.
Αν το νερό που αντιστοιχεί στη συνολική χωρητικότητα των δεξαµενών της περίπτωσης (β) δεν επαρκεί για 3 ώρες, επιτρέπεται η ταυτόχρονη µετάγγιση νερού προς τις δεξαµενές αυτές µε απευθείας µετάγγιση νερού προς τις δεξαµενές αυτές µε απευθείας µετάγγιση νερού προς τις δεξαµενές αυτές µε απευθείας άντληση από ανεξάρτητη πηγή ώστε να επιτυγχάνεται τελικά η απαιτούµενη συνεχής 3ωρη λειτουργία. Προϋπόθεση είναι τότε η ύπαρξη ενός άλλου ανεξάρτητου (από τις κύριες αντλίες πυρόσβεσης) και αξιόπιστου αντλιοστασίου µετάγγισης που θα συνεκτιµηθεί µαζί µε τις υπόλοιπες συνθήκες για τη σχετική έγκριση από τις αρµόδιες αρχές.
3. ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΤΛΙΩΝ
Οι πυροσβεστικές αντλίες, 2 ή 3 σε αριθµό, απαιτείται να είναι συγκεντρωµένες στον ίδιο χώρο και να έχουν κατάθλιψη σε κοινό διανοµέα.
Ειδικότερα:
- Εάν αυτές είναι 2, τότε η αντλία της πρώτης ενεργοποίησης θα είναι ηλεκτροκίνητη ή αυτόνοµης κίνησης και θα παρέχει τη µέγιστη απαιτούµενη παροχή σε νερό.
Η αντλία της δεύτερης ενεργοποίησης θα είναι αυτόνοµης κίνησης µε µηχανή εσωτερικής καύσης της ίδιας τουλάχιστον παροχής και πίεσης και θεωρείται εφεδρική. Αυτή θα είναι εφοδιασµένη µε την απαραίτητη δεξαµενή καυσίµου για 8 ώρες, ώστε να εξασφαλίζεται η ανεξαρτησία του αντλιοστασίου από ενδεχόµενη ηλεκτρική διακοπή.
Το σύστηµα αυτό παρέχει 100% εφεδρεία.
- Εάν αυτές είναι 3 τότε η αντλία της πρώτης ενεργοποίησης απαιτείται να είναι ηλεκτροκίνητη ή αυτόνοµης κίνησης και να παρέχει το 50% της µέγιστης απαιτούµενης παροχής σε νερό. Η αντλία της δεύτερης ενεργοποίησης απαιτείται να είναι αυτόνοµης κίνησης µε µηχανή εσωτερικής καύσης της ίδιας παροχής και πίεσης µε την πρώτη.
Οι παραπάνω 2 αντλίες θα εξασφαλίζουν, σε σύγχρονη παράλληλη λειτουργία, τη συνολική µέγιστη απαίτηση σε νερό. Η τρίτη πυροσβεστική αντλία, αυτόνοµης κίνησης µε µηχανή εσωτερικής καύσης επίσης, χαρακτηρίζεται σαν εφεδρική και έχει τις ίδιες τουλάχιστον προδιαγραφές σε παροχή και πίεση µε τις δύο προηγούµενες.
Η εγκατάσταση δεξαµενών καυσίµου για 8 ώρες και για τις 2 ντηζελοκίνητες αντλίες εξασφαλίζουν και στην περίπτωση αυτή την ανεξαρτησία του αντλιοστασίου από ενδεχόµενη ηλεκτρική διακοπή.
Το σύστηµα αυτό παρέχει 50% εφεδρεία.
Η διασφάλιση της καταλληλότητας των πυροσβεστικών αντλιών επιβάλλει επιλογή αντλιών φυγοκεντρικού τύπου µε πεπλατυσµένη χαρακτηριστική καµπύλη λειτουργίας, µε δυνατότητα λειτουργίας τους µε κλειστή κατάθλιψη για αρκετό χρόνο χωρίς εκδήλωση ζηµιάς. Η επιλογή του συγκεκριµένου τύπου των αντλιών και του τρόπου εγκατάστασής τους είναι υποχρεωτικό να γίνεται µε βάση τα στοιχεία γενικής διάταξης και υπολογισµού.
Ο τύπος της πυροσβεστικής αντλίας που θα χρησιµοποιηθεί θα δηλώνεται και θα εγκρίνεται από την αρµόδια αρχή.
Παροχή και πίεση σχεδιασµού των αντλιών:
Η παροχή σχεδιασµού θα προκύπτει από τη µέγιστη απαιτούµενη παροχή πυρόσβεσης της εγκατάστασης (βλέπε κατωτέρω) και θα είναι ίση προς το 100% ή 50% ανάλογα, αν επιλέγεται αντίστοιχα σύστηµα 2 ή 3 αντλιών.
Η πίεση σχεδιασµού θα καθορίζεται κατόπιν υδραυλικών υπολογισµών έτσι ώστε όταν το σύστηµα των αντλιών αποδίδει τη µέγιστη απαιτούµενη παροχή, οι πιέσεις σε όλα τα σηµεία του δικτύου διανοµής ακόµη και στα πιο αποµακρυσµένα να διατηρούνται στα απαραίτητα επίπεδα λειτουργίας.
Παίρνοντας υπόψη την απαιτούµενη πίεση λειτουργίας των διαφόρων εγκατεστηµένων συστηµάτων ή του φορητού εξοπλισµού πυρόσβεσης, θα προκύπτει σαν γενικός κανόνας, που ισχύει ακόµα και για τις πολύ µικρής έκτασης επίπεδες εγκαταστάσεις µε επαρκούς διαµέτρου δίκτυο διανοµής, ότι απαιτούνται αντλίες µε πίεση κατάθλιψης τουλάχιστον 8 BAR.
Σύστηµα ενεργοποίησης:
Οι αντλίες πυρόσβεσης µπορούν να ενεργοποιούνται µε διάφορους τρόπους, την απλούστερη περίπτωση της θέσης σε λειτουργία µέσα από το αντλιοστάσιο, τον τηλεχειρισµό µε τη βοήθεια ηλεκτρικής σύνδεσης από διάφορα επιλεγµένα αποµακρυσµένα σηµεία ελέγχου ως τέλος την πιο εξελιγµένη περίπτωση πλήρους αυτοµατοποίησης, οπότε η θέση σε λειτουργία γίνεται αυτόµατα µε το άνοιγµα των βανών ή κρουνών του δικτύου ή τέλος µε πιο περίπλοκα συστήµατα πυρανίχνευσης - πυρόσβεσης.
Καθοριστικά κριτήρια για την επιλογή της µεθόδου ενεργοποίησης και τον καθορισµό των σχετικών λεπτοµερειών αποτελεί η δυνατότητα επίτευξης ενός ικανοποιητικού χρόνου περιστατικό και της χρονικής στιγµής που το σύστηµα είναι σε θέση να αρχίσει να αποδίδει αξιόπιστα τις απαιτούµενες πιέσεις και παροχές.
Με την προϋπόθεση ότι η εγκατάσταση του αντλιοστασίου είναι σωστή, έτσι ώστε να εξασφαλίζονται ικανοποιητικές συνθήκες λειτουργίας των αντλιών, για τα συνηθισµένα µεγέθη εγκαταστάσεων (κατηγορίας Α και Β) θεωρείται επαρκής η εγκατάσταση ενός συστήµατος τηλεχειρισµού που συνδέει το αντλιοστάσιο µε όλα τα αποµακρυσµένα στρατηγικά σηµεία της εγκατάστασης.
Τα σηµεία αυτά µπορεί να είναι οι προσπελάσεις προσωπικού προς τα γεµιστήρια βυτιοφόρων, προς αντλιοστάσιο προϊόντων, προς δεξαµενές, προς προβλήτα, τα τυχόν φυλάκια κ.α.
Με την έγκριση των αρµοδίων αρχών για πολύ µικρές και συγκεντρωµένες εγκαταστάσεις, κατηγορίας Β, µπορεί να γίνει αποδεκτή η θέση σε λειτουργία των αντλιών από το αντλιοστάσιο µόνο.
Για µεγάλες εγκαταστάσεις αποθηκευτικής ικανότητας πάνω από 70.000 µ3 είναι δυνατόν, εφόσον δεν συντρέχουν οι πιο πάνω προϋποθέσεις ή για άλλους συγκεκριµένους λόγους για τους οποίους κατά την κρίση των αρµοδίων αρχών το σύστηµα τηλεχειρισµού δεν θεωρείται επαρκές, να απαιτείται η εγκατάσταση αυτοµατοποιηµένου συστήµατος ενεργοποίησης µέσω «αντλιών διατήρησης πίεσης (Jockey Rumps), ήτοι αντλιών µικρής παροχής που λειτουργώντας αυτόµατα διατηρούν το δίκτυο υπό πίεση (π.χ. 6-9 BARS) συνεχώς. Οποιαδήποτε πτώση πιέσεως σηµειωθεί στο δίκτυο σε βαθµό που δεν µπορεί να αντισταθµιστεί από τη λειτουργία των αντλιών διατήρησης πίεσης (λ.χ. άνοιγµα βανών ή κρουνών) προκαλεί την αυτόµατη ενεργοποίηση των «κυρίων αντλιών». Ο όρος «κύριες αντλίες» χρησιµοποιείται εδώ για να γίνεται διάκριση µεταξύ αυτών και των αντλιών διατήρησης πίεσης.
Οι αντλίες προϊόντων ή άλλων χρήσεων σε καµία περίπτωση δε θα χρησιµοποιούνται σαν αντλίες πυρόσβεσης.
4. ∆ΙΚΤΥΟ ∆ΙΑΝΟΜΗΣ
Το δίκτυο διανοµής είναι σύστηµα αγωγών που έχει υπολογισθεί υδραυλικά ώστε να µεταφέρει τις απαιτούµενες παροχές νερού στις διάφορες περιοχές.
Οι κεντρικοί αγωγοί, υπέργειοι ή υπόγειοι, απαιτείται να είναι διάµετρου επαρκούς για να αποδώσουν το απαιτούµενο νερό.
Εξωτερικά οι αγωγοί θε να είναι προστατευµένοι είτε µε κατάλληλα χρώµατα για τα υπέργεια µέρη, είτε µε µονωτική ταινία για τα υπόγεια µέρη και κατάλληλη αντιδιαβρωτική προστασία.
Το δίκτυο απαιτείται να είναι υπέργειο ή υπόγειο, ανάλογα µε τις ανάγκες της περιοχής και να διατρέχεις όλους τους κρίσιµους χώρους των εγκαταστάσεων που απαιτούν πυροσβεστική προστασία.
Γενικά υπόγειο δίκτυο είναι απαραίτητο να προβλεφθεί σε χώρους που υπάρχουν έντονες λειτουργικές δραστηριότητες (π.χ. Μονάδες κτλ.) και διελεύσεις δρόµων. Η υπόγεια ανάπτυξη εξασφαλίζει για τις περιοχές άνετη προσπέλαση και δυνατότητα πυροσβεστικής επέµβασης.
Αντίθετα σε περιοχές δεξαµενών και άλλων εγκαταστάσεων οι υπέργειοι κλάδοι παρουσιάζουν το πλεονέκτηµα του συνεχούς οπτικού ελέγχου. Σοβαρός παράγοντας για την επιλογή είναι οι κλιµατολογικές συνθήκες.
Για ψυχρά κλίµατα, εφόσον δεν υπάρχουν άλλα συστήµατα αντιµετώπισης παγετού, όλο το σύστηµα θα είναι υπόγειο, σε βαθµός 1-2 µέτρα, προκειµένου το χειµώνα να αποφευχθούν ρήξεις των αγωγών από το πάγωµα του νερού.
Το πυροσβεστικό δίκτυο πρέπει να είναι ορθογωνικής διάταξης (σχηµατισµός βρόγχων ή κυψελωτό) ή κατανοµής δένδρου µε κλάδους προς διάφορες περιοχές.
Η πρώτη διάταξη εξασφαλίζει παροχή εκ δύο αντιθέτων διευθύνσεων για κάθε σηµείο απόληψης και συνίσταται για τις µεγάλες εγκαταστάσεις, όπου τούτο είναι τεχνικά εφικτό.
Ανεξάρτητα από τον τύπο του δικτύου αυτό θα έχει βάνες αποµόνωσης, υπέργειες ή υπόγειες (σε φρεάτια) για την τοπική αποµόνωση των κλάδων και αγωγών βρόγχων σε έκτακτες περιπτώσεις ή για συντήρηση. Οι βάνες αυτές τύπου γλώσσας ή άλλου κατάλληλου τύπου χωρίς ανεπιθύµητες υδραυλικές αντιστάσεις δεν θα απέχουν µεταξύ των υπερβολικά ώστε να αποφεύγονται αποµονώσεις µεγάλων τµηµάτων και παντελής έλλειψη νερού στην περιοχή.Επίσης η διάταξη των βανών θα είναι τέτοια ώστε να µην αποκλείεται τελείως η υδροδότηση της περιοχής από το δίκτυο.
Για περιοχές µεγάλου κινδύνου ισχύει η γενική αρχή ότι η διάταξη του δικτύου θα είναι ορθογωνική.
Οι αγωγοί του πυροσβεστικού δικτύου απαγορεύεται να διέρχονται κάτω από τα κτίρια, αποθήκες, υποσταθµούς κ.λπ.
Ειδικά τα µέρη του δικτύου που διατρέχουν αποστάσεις και φέρουν τις υδροληψίες θα είναι στο εσωτερικό µέρος των γραµµών των άλλων προϊόντων, δηλ. προς την πλευρά του εσωτερικού δρόµου. Για πολύ ψυχρά κλίµατα απαιτείται να προβλεφθούν συστήµατα εκκένωσης και αποστράγγισης των υπέργειων αγωγών.
Σηµεία εκτόνωσης υπό πίεση νερού για τον καθαρισµό των αγωγών πρέπει να προβλεφθούν.
5. Υ∆ΡΟΛΗΨΙΕΣ – ΠΑΡΟΧΕΣ
Το υδροδοτικό σύστηµα απαιτείται να είναι κατάλληλο ώστε να ικανοποιεί αποτελεσµατικά τις απαιτούµενες ανάγκες νερού στις διάφορες περιοχές. Αυτό γίνεται µε τις υδρολήψεις και τις διάφορες άλλες περιοχές.
Αναλυτικά έχουµε:
- Παροχές προς εγκατεστηµένα µόνιµα ή ηµιµόνιµα αφροποιητικά συστήµατα.
- Παροχές προς συστήµατα νερού ψύξης δεξαµενών.
- Παροχές προς σταθερά κανόνια αφρού/νερού.
- Παροχές προς µόνιµα συστήµατα καταιονισµού ή ψεκασµού.
- Υδρολήψεις για την τροφοδότηση ηµιµόνιµων συστηµάτων αφρού, κινητών κανονιών αφρού/νερού, αφρογεννητριών χειρός, ακροφυσίων εκτόξευσης νερού πυροσβεστικών αυτοκινήτων.
Οι χειροκίνητες βάνες τροφοδότησης των διαφόρων παροχών θα είναι υπέργειες σε απόσταση 15 µέτρων από επικίνδυνη περιοχή ή τον προστατευόµενο εξοπλισµό και απαραίτητα εκτός της λεκάνης ασφαλείας. Οι υδρολήψεις θα είναι ανεπτυγµένες περιφερειακά των υπό προστασία εγκαταστάσεων και θα απέχουν περίπου 10-15 µέτρα από επικίνδυνη περιοχή ή τον προστατευόµενο εξοπλισµό και απαραίτητα εκτός της λεκάνης ασφαλείας.
Αυτές θα τοποθετούνται πάντα στο άνω µέρος των αγωγών του πυροσβεστικού δικτύου για να αποφεύγονται οι αποφράξεις, σε εσωτερικό (προς την πλευρά των δρόµων) και προσιτό µέρος σε σχέση µε άλλους αγωγούς και σωληνώσεις το ύψος από το έδαφος πρέπει να είναι περίπου 1 µέτρο.
Οι υδρολήψεις έχουν κρουνούς τυποποιηµένου µεγέθους 2 ½΄΄.
Σε κάθε εγκατάσταση αφού καθορισθούν για κάθε περιοχή και για κάθε είδος αφρογόνου που τυχόν χρησιµοποιείται (φλουροπρωτεΐνη, A.FFF, αλκοολικού τύπου) οι ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες για άµεση λειτουργία, αθροίζονται αυτές ανά τύπο αφρογόνου, πλην της περίπτωσης κεντρικού αφροποιητικού συστήµατος, οπότε λαµβάνεται υπ’ όψη η δυσµενέστερη περίπτωση.
Τα προκύπτοντα αυτά αθροίσµατα αποτελούν τις ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες άµεσης λειτουργίας της όλης εγκατάστασης ανά τύπο αφρογόνου.
2. ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΑΦΡΟΓΟΝΟΥ
Εκτός των ανωτέρω ποσοτήτων απαιτείται η ύπαρξη αποθεµάτων για κάθε χρησιµοποιούµενο τύπο αφρογόνου σε κατάλληλη συσκευασία (βαρέλια, δοχεία) φυλασσόµενα σε εύκολα προσιτούς αποθηκευτικούς χώρους (υπόστεγα ή αποθήκες).
Τα αποθέµατα αυτά ανέρχονται σε 100% των αντιστοίχων ελαχίστων ποσοτήτων άµεσης λειτουργίας.
Οι κρουνοί και βάνες των υδροληψιών θα φέρουν Ευρωπαϊκούς συνδέσµους τύπου STORZ αντιστοίχων διαστάσεων.
Κάθε εγκατάσταση απαιτείται τελικά, να διαθέτει ανά περιοχή τόσο αριθµό κύριων υδροληψιών ώστε να καλύπτεται η απαίτηση σε νερό από το ½ των υδρολήψεων που περικλείουν την περιοχή (γιατί η προσβολή θα γίνει µόνο από τη µια πλευρά του εξοπλισµού).
Για την εκτίµηση της απαίτησης σε νερό από βοηθητικές υδροληψίες σε περιοχές που δεν συµπεριλαµβάνονται στο παραπάνω και ειδικά σε υπαίθριους χώρους όπου υπάρχουν αναφλέξιµα υλικά χρησιµοποιούνται µικρές υδρολήψεις παροχής τουλάχιστον 380 L/MIN.
(Ακτίνα κάλυψης 30 µ. και ελάχιστη πίεση 4,4 BAR).
Γενικά ικανοποιητικές αποστάσεις των κυρίων υδρολήψεων µεταξύ τους είναι περίπου 50 µέτρα µε µέγιστο 70 µέτρα.
6. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ
Το υδροδοτικό σύστηµα µιας βιοµηχανίας ή περιοχής µε λειτουργίες που απαιτούν πυροσβεστική προστασία θεωρείται ο κύριος παράγοντας ασφάλειας των εγκαταστάσεων. Σαν βάση υπολογισµού του υδροδοτικού συστήµατος θα ληφθεί υπόψη η επάρκεια του νερού για την ταυτόχρονη λειτουργία όλων των συστηµάτων πυροπροστασίας (αφροποιητικό, ψύξης, πυρόσβεσης) για την αντιµετώπιση της πλέον επικίνδυνης και δυσµενέστερης κατάστασης που είναι ενδεχόµενο να εκδηλωθεί στις εγκαταστάσεις, µε την βασική προϋπόθεση ότι αυτή θα είναι η µοναδική, δηλαδή δεν θα ληφθεί υπόψη η περίπτωση εµφάνισης ταυτόχρονα και δεύτερης κατάστασης στην ίδια ή διαφορετική περιοχή της εγκατάστασης.
Το υδροδοτικό πυροσβεστικό σύστηµα πρέπει να περιλαµβάνει:
- Την πηγή τροφοδοσίας νερού.
- Το σύστηµα αντλιών.
- Το δίκτυο διανοµής.
- Τις υδρολήψεις και τις παροχές.
Η πηγή τροφοδοσίας απαιτείται να είναι επαρκής για συνεχή πυρόσβεση τουλάχιστον επί τρεις ώρες µε τη «µέγιστη απαιτούµενη παροχή». Μπορεί να χρησιµοποιείται είτε γλυκό είτε θαλασσινό νερό. Σαν πηγή τροφοδοσίας χρησιµοποιούνται:
(α) Ανεξάντλητη πηγή, όπως δίκτυο πόλεως, θάλασσα, λίµνη ή ποτάµι, φυσική ή τεχνητή, απ’ όπου γίνεται απευθείας άντληση.
(β) ∆εξαµενές µεταλλικές ή από οπλισµένο σκυρόδεµα υπόγειες ή υπέργειες.
Αν το νερό που αντιστοιχεί στη συνολική χωρητικότητα των δεξαµενών της περίπτωσης (β) δεν επαρκεί για 3 ώρες, επιτρέπεται η ταυτόχρονη µετάγγιση νερού προς τις δεξαµενές αυτές µε απευθείας µετάγγιση νερού προς τις δεξαµενές αυτές µε απευθείας µετάγγιση νερού προς τις δεξαµενές αυτές µε απευθείας άντληση από ανεξάρτητη πηγή ώστε να επιτυγχάνεται τελικά η απαιτούµενη συνεχής 3ωρη λειτουργία. Προϋπόθεση είναι τότε η ύπαρξη ενός άλλου ανεξάρτητου (από τις κύριες αντλίες πυρόσβεσης) και αξιόπιστου αντλιοστασίου µετάγγισης που θα συνεκτιµηθεί µαζί µε τις υπόλοιπες συνθήκες για τη σχετική έγκριση από τις αρµόδιες αρχές.
Οι πυροσβεστικές αντλίες, 2 ή 3 σε αριθµό, απαιτείται να είναι συγκεντρωµένες στον ίδιο χώρο και να έχουν κατάθλιψη σε κοινό διανοµέα.
Ειδικότερα:
- Εάν αυτές είναι 2, τότε η αντλία της πρώτης ενεργοποίησης θα είναι ηλεκτροκίνητη ή αυτόνοµης κίνησης και θα παρέχει τη µέγιστη απαιτούµενη παροχή σε νερό.
Η αντλία της δεύτερης ενεργοποίησης θα είναι αυτόνοµης κίνησης µε µηχανή εσωτερικής καύσης της ίδιας τουλάχιστον παροχής και πίεσης και θεωρείται εφεδρική. Αυτή θα είναι εφοδιασµένη µε την απαραίτητη δεξαµενή καυσίµου για 8 ώρες, ώστε να εξασφαλίζεται η ανεξαρτησία του αντλιοστασίου από ενδεχόµενη ηλεκτρική διακοπή.
Το σύστηµα αυτό παρέχει 100% εφεδρεία.
- Εάν αυτές είναι 3 τότε η αντλία της πρώτης ενεργοποίησης απαιτείται να είναι ηλεκτροκίνητη ή αυτόνοµης κίνησης και να παρέχει το 50% της µέγιστης απαιτούµενης παροχής σε νερό. Η αντλία της δεύτερης ενεργοποίησης απαιτείται να είναι αυτόνοµης κίνησης µε µηχανή εσωτερικής καύσης της ίδιας παροχής και πίεσης µε την πρώτη.
Οι παραπάνω 2 αντλίες θα εξασφαλίζουν, σε σύγχρονη παράλληλη λειτουργία, τη συνολική µέγιστη απαίτηση σε νερό. Η τρίτη πυροσβεστική αντλία, αυτόνοµης κίνησης µε µηχανή εσωτερικής καύσης επίσης, χαρακτηρίζεται σαν εφεδρική και έχει τις ίδιες τουλάχιστον προδιαγραφές σε παροχή και πίεση µε τις δύο προηγούµενες.
Η εγκατάσταση δεξαµενών καυσίµου για 8 ώρες και για τις 2 ντηζελοκίνητες αντλίες εξασφαλίζουν και στην περίπτωση αυτή την ανεξαρτησία του αντλιοστασίου από ενδεχόµενη ηλεκτρική διακοπή.
Το σύστηµα αυτό παρέχει 50% εφεδρεία.
Η διασφάλιση της καταλληλότητας των πυροσβεστικών αντλιών επιβάλλει επιλογή αντλιών φυγοκεντρικού τύπου µε πεπλατυσµένη χαρακτηριστική καµπύλη λειτουργίας, µε δυνατότητα λειτουργίας τους µε κλειστή κατάθλιψη για αρκετό χρόνο χωρίς εκδήλωση ζηµιάς. Η επιλογή του συγκεκριµένου τύπου των αντλιών και του τρόπου εγκατάστασής τους είναι υποχρεωτικό να γίνεται µε βάση τα στοιχεία γενικής διάταξης και υπολογισµού.
Ο τύπος της πυροσβεστικής αντλίας που θα χρησιµοποιηθεί θα δηλώνεται και θα εγκρίνεται από την αρµόδια αρχή.
Παροχή και πίεση σχεδιασµού των αντλιών:
Η παροχή σχεδιασµού θα προκύπτει από τη µέγιστη απαιτούµενη παροχή πυρόσβεσης της εγκατάστασης (βλέπε κατωτέρω) και θα είναι ίση προς το 100% ή 50% ανάλογα, αν επιλέγεται αντίστοιχα σύστηµα 2 ή 3 αντλιών.
Η πίεση σχεδιασµού θα καθορίζεται κατόπιν υδραυλικών υπολογισµών έτσι ώστε όταν το σύστηµα των αντλιών αποδίδει τη µέγιστη απαιτούµενη παροχή, οι πιέσεις σε όλα τα σηµεία του δικτύου διανοµής ακόµη και στα πιο αποµακρυσµένα να διατηρούνται στα απαραίτητα επίπεδα λειτουργίας.
Παίρνοντας υπόψη την απαιτούµενη πίεση λειτουργίας των διαφόρων εγκατεστηµένων συστηµάτων ή του φορητού εξοπλισµού πυρόσβεσης, θα προκύπτει σαν γενικός κανόνας, που ισχύει ακόµα και για τις πολύ µικρής έκτασης επίπεδες εγκαταστάσεις µε επαρκούς διαµέτρου δίκτυο διανοµής, ότι απαιτούνται αντλίες µε πίεση κατάθλιψης τουλάχιστον 8 BAR.
Σύστηµα ενεργοποίησης:
Οι αντλίες πυρόσβεσης µπορούν να ενεργοποιούνται µε διάφορους τρόπους, την απλούστερη περίπτωση της θέσης σε λειτουργία µέσα από το αντλιοστάσιο, τον τηλεχειρισµό µε τη βοήθεια ηλεκτρικής σύνδεσης από διάφορα επιλεγµένα αποµακρυσµένα σηµεία ελέγχου ως τέλος την πιο εξελιγµένη περίπτωση πλήρους αυτοµατοποίησης, οπότε η θέση σε λειτουργία γίνεται αυτόµατα µε το άνοιγµα των βανών ή κρουνών του δικτύου ή τέλος µε πιο περίπλοκα συστήµατα πυρανίχνευσης - πυρόσβεσης.
Καθοριστικά κριτήρια για την επιλογή της µεθόδου ενεργοποίησης και τον καθορισµό των σχετικών λεπτοµερειών αποτελεί η δυνατότητα επίτευξης ενός ικανοποιητικού χρόνου περιστατικό και της χρονικής στιγµής που το σύστηµα είναι σε θέση να αρχίσει να αποδίδει αξιόπιστα τις απαιτούµενες πιέσεις και παροχές.
Με την προϋπόθεση ότι η εγκατάσταση του αντλιοστασίου είναι σωστή, έτσι ώστε να εξασφαλίζονται ικανοποιητικές συνθήκες λειτουργίας των αντλιών, για τα συνηθισµένα µεγέθη εγκαταστάσεων (κατηγορίας Α και Β) θεωρείται επαρκής η εγκατάσταση ενός συστήµατος τηλεχειρισµού που συνδέει το αντλιοστάσιο µε όλα τα αποµακρυσµένα στρατηγικά σηµεία της εγκατάστασης.
Τα σηµεία αυτά µπορεί να είναι οι προσπελάσεις προσωπικού προς τα γεµιστήρια βυτιοφόρων, προς αντλιοστάσιο προϊόντων, προς δεξαµενές, προς προβλήτα, τα τυχόν φυλάκια κ.α.
Με την έγκριση των αρµοδίων αρχών για πολύ µικρές και συγκεντρωµένες εγκαταστάσεις, κατηγορίας Β, µπορεί να γίνει αποδεκτή η θέση σε λειτουργία των αντλιών από το αντλιοστάσιο µόνο.
Για µεγάλες εγκαταστάσεις αποθηκευτικής ικανότητας πάνω από 70.000 µ3 είναι δυνατόν, εφόσον δεν συντρέχουν οι πιο πάνω προϋποθέσεις ή για άλλους συγκεκριµένους λόγους για τους οποίους κατά την κρίση των αρµοδίων αρχών το σύστηµα τηλεχειρισµού δεν θεωρείται επαρκές, να απαιτείται η εγκατάσταση αυτοµατοποιηµένου συστήµατος ενεργοποίησης µέσω «αντλιών διατήρησης πίεσης (Jockey Rumps), ήτοι αντλιών µικρής παροχής που λειτουργώντας αυτόµατα διατηρούν το δίκτυο υπό πίεση (π.χ. 6-9 BARS) συνεχώς. Οποιαδήποτε πτώση πιέσεως σηµειωθεί στο δίκτυο σε βαθµό που δεν µπορεί να αντισταθµιστεί από τη λειτουργία των αντλιών διατήρησης πίεσης (λ.χ. άνοιγµα βανών ή κρουνών) προκαλεί την αυτόµατη ενεργοποίηση των «κυρίων αντλιών». Ο όρος «κύριες αντλίες» χρησιµοποιείται εδώ για να γίνεται διάκριση µεταξύ αυτών και των αντλιών διατήρησης πίεσης.
Οι αντλίες προϊόντων ή άλλων χρήσεων σε καµία περίπτωση δε θα χρησιµοποιούνται σαν αντλίες πυρόσβεσης.
Το δίκτυο διανοµής είναι σύστηµα αγωγών που έχει υπολογισθεί υδραυλικά ώστε να µεταφέρει τις απαιτούµενες παροχές νερού στις διάφορες περιοχές.
Οι κεντρικοί αγωγοί, υπέργειοι ή υπόγειοι, απαιτείται να είναι διάµετρου επαρκούς για να αποδώσουν το απαιτούµενο νερό.
Εξωτερικά οι αγωγοί θε να είναι προστατευµένοι είτε µε κατάλληλα χρώµατα για τα υπέργεια µέρη, είτε µε µονωτική ταινία για τα υπόγεια µέρη και κατάλληλη αντιδιαβρωτική προστασία.
Το δίκτυο απαιτείται να είναι υπέργειο ή υπόγειο, ανάλογα µε τις ανάγκες της περιοχής και να διατρέχεις όλους τους κρίσιµους χώρους των εγκαταστάσεων που απαιτούν πυροσβεστική προστασία.
Γενικά υπόγειο δίκτυο είναι απαραίτητο να προβλεφθεί σε χώρους που υπάρχουν έντονες λειτουργικές δραστηριότητες (π.χ. Μονάδες κτλ.) και διελεύσεις δρόµων. Η υπόγεια ανάπτυξη εξασφαλίζει για τις περιοχές άνετη προσπέλαση και δυνατότητα πυροσβεστικής επέµβασης.
Αντίθετα σε περιοχές δεξαµενών και άλλων εγκαταστάσεων οι υπέργειοι κλάδοι παρουσιάζουν το πλεονέκτηµα του συνεχούς οπτικού ελέγχου. Σοβαρός παράγοντας για την επιλογή είναι οι κλιµατολογικές συνθήκες.
Για ψυχρά κλίµατα, εφόσον δεν υπάρχουν άλλα συστήµατα αντιµετώπισης παγετού, όλο το σύστηµα θα είναι υπόγειο, σε βαθµός 1-2 µέτρα, προκειµένου το χειµώνα να αποφευχθούν ρήξεις των αγωγών από το πάγωµα του νερού.
Το πυροσβεστικό δίκτυο πρέπει να είναι ορθογωνικής διάταξης (σχηµατισµός βρόγχων ή κυψελωτό) ή κατανοµής δένδρου µε κλάδους προς διάφορες περιοχές.
Η πρώτη διάταξη εξασφαλίζει παροχή εκ δύο αντιθέτων διευθύνσεων για κάθε σηµείο απόληψης και συνίσταται για τις µεγάλες εγκαταστάσεις, όπου τούτο είναι τεχνικά εφικτό.
Ανεξάρτητα από τον τύπο του δικτύου αυτό θα έχει βάνες αποµόνωσης, υπέργειες ή υπόγειες (σε φρεάτια) για την τοπική αποµόνωση των κλάδων και αγωγών βρόγχων σε έκτακτες περιπτώσεις ή για συντήρηση. Οι βάνες αυτές τύπου γλώσσας ή άλλου κατάλληλου τύπου χωρίς ανεπιθύµητες υδραυλικές αντιστάσεις δεν θα απέχουν µεταξύ των υπερβολικά ώστε να αποφεύγονται αποµονώσεις µεγάλων τµηµάτων και παντελής έλλειψη νερού στην περιοχή.Επίσης η διάταξη των βανών θα είναι τέτοια ώστε να µην αποκλείεται τελείως η υδροδότηση της περιοχής από το δίκτυο.
Για περιοχές µεγάλου κινδύνου ισχύει η γενική αρχή ότι η διάταξη του δικτύου θα είναι ορθογωνική.
Οι αγωγοί του πυροσβεστικού δικτύου απαγορεύεται να διέρχονται κάτω από τα κτίρια, αποθήκες, υποσταθµούς κ.λπ.
Ειδικά τα µέρη του δικτύου που διατρέχουν αποστάσεις και φέρουν τις υδροληψίες θα είναι στο εσωτερικό µέρος των γραµµών των άλλων προϊόντων, δηλ. προς την πλευρά του εσωτερικού δρόµου. Για πολύ ψυχρά κλίµατα απαιτείται να προβλεφθούν συστήµατα εκκένωσης και αποστράγγισης των υπέργειων αγωγών.
Σηµεία εκτόνωσης υπό πίεση νερού για τον καθαρισµό των αγωγών πρέπει να προβλεφθούν.
Το υδροδοτικό σύστηµα απαιτείται να είναι κατάλληλο ώστε να ικανοποιεί αποτελεσµατικά τις απαιτούµενες ανάγκες νερού στις διάφορες περιοχές. Αυτό γίνεται µε τις υδρολήψεις και τις διάφορες άλλες περιοχές.
Αναλυτικά έχουµε:
- Παροχές προς εγκατεστηµένα µόνιµα ή ηµιµόνιµα αφροποιητικά συστήµατα.
- Παροχές προς συστήµατα νερού ψύξης δεξαµενών.
- Παροχές προς σταθερά κανόνια αφρού/νερού.
- Παροχές προς µόνιµα συστήµατα καταιονισµού ή ψεκασµού.
- Υδρολήψεις για την τροφοδότηση ηµιµόνιµων συστηµάτων αφρού, κινητών κανονιών αφρού/νερού, αφρογεννητριών χειρός, ακροφυσίων εκτόξευσης νερού πυροσβεστικών αυτοκινήτων.
Οι χειροκίνητες βάνες τροφοδότησης των διαφόρων παροχών θα είναι υπέργειες σε απόσταση 15 µέτρων από επικίνδυνη περιοχή ή τον προστατευόµενο εξοπλισµό και απαραίτητα εκτός της λεκάνης ασφαλείας. Οι υδρολήψεις θα είναι ανεπτυγµένες περιφερειακά των υπό προστασία εγκαταστάσεων και θα απέχουν περίπου 10-15 µέτρα από επικίνδυνη περιοχή ή τον προστατευόµενο εξοπλισµό και απαραίτητα εκτός της λεκάνης ασφαλείας.
Αυτές θα τοποθετούνται πάντα στο άνω µέρος των αγωγών του πυροσβεστικού δικτύου για να αποφεύγονται οι αποφράξεις, σε εσωτερικό (προς την πλευρά των δρόµων) και προσιτό µέρος σε σχέση µε άλλους αγωγούς και σωληνώσεις το ύψος από το έδαφος πρέπει να είναι περίπου 1 µέτρο.
Οι υδρολήψεις έχουν κρουνούς τυποποιηµένου µεγέθους 2 ½΄΄.
Σε κάθε εγκατάσταση αφού καθορισθούν για κάθε περιοχή και για κάθε είδος αφρογόνου που τυχόν χρησιµοποιείται (φλουροπρωτεΐνη, A.FFF, αλκοολικού τύπου) οι ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες για άµεση λειτουργία, αθροίζονται αυτές ανά τύπο αφρογόνου, πλην της περίπτωσης κεντρικού αφροποιητικού συστήµατος, οπότε λαµβάνεται υπ’ όψη η δυσµενέστερη περίπτωση.
Τα προκύπτοντα αυτά αθροίσµατα αποτελούν τις ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες άµεσης λειτουργίας της όλης εγκατάστασης ανά τύπο αφρογόνου.
2. ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΑΦΡΟΓΟΝΟΥ
Εκτός των ανωτέρω ποσοτήτων απαιτείται η ύπαρξη αποθεµάτων για κάθε χρησιµοποιούµενο τύπο αφρογόνου σε κατάλληλη συσκευασία (βαρέλια, δοχεία) φυλασσόµενα σε εύκολα προσιτούς αποθηκευτικούς χώρους (υπόστεγα ή αποθήκες).
Τα αποθέµατα αυτά ανέρχονται σε 100% των αντιστοίχων ελαχίστων ποσοτήτων άµεσης λειτουργίας.
Οι κρουνοί και βάνες των υδροληψιών θα φέρουν Ευρωπαϊκούς συνδέσµους τύπου STORZ αντιστοίχων διαστάσεων.
Κάθε εγκατάσταση απαιτείται τελικά, να διαθέτει ανά περιοχή τόσο αριθµό κύριων υδροληψιών ώστε να καλύπτεται η απαίτηση σε νερό από το ½ των υδρολήψεων που περικλείουν την περιοχή (γιατί η προσβολή θα γίνει µόνο από τη µια πλευρά του εξοπλισµού).
Για την εκτίµηση της απαίτησης σε νερό από βοηθητικές υδροληψίες σε περιοχές που δεν συµπεριλαµβάνονται στο παραπάνω και ειδικά σε υπαίθριους χώρους όπου υπάρχουν αναφλέξιµα υλικά χρησιµοποιούνται µικρές υδρολήψεις παροχής τουλάχιστον 380 L/MIN.
(Ακτίνα κάλυψης 30 µ. και ελάχιστη πίεση 4,4 BAR).
Γενικά ικανοποιητικές αποστάσεις των κυρίων υδρολήψεων µεταξύ τους είναι περίπου 50 µέτρα µε µέγιστο 70 µέτρα.
Το υδροδοτικό σύστηµα µιας βιοµηχανίας ή περιοχής µε λειτουργίες που απαιτούν πυροσβεστική προστασία θεωρείται ο κύριος παράγοντας ασφάλειας των εγκαταστάσεων. Σαν βάση υπολογισµού του υδροδοτικού συστήµατος θα ληφθεί υπόψη η επάρκεια του νερού για την ταυτόχρονη λειτουργία όλων των συστηµάτων πυροπροστασίας (αφροποιητικό, ψύξης, πυρόσβεσης) για την αντιµετώπιση της πλέον επικίνδυνης και δυσµενέστερης κατάστασης που είναι ενδεχόµενο να εκδηλωθεί στις εγκαταστάσεις, µε την βασική προϋπόθεση ότι αυτή θα είναι η µοναδική, δηλαδή δεν θα ληφθεί υπόψη η περίπτωση εµφάνισης ταυτόχρονα και δεύτερης κατάστασης στην ίδια ή διαφορετική περιοχή της εγκατάστασης.
Κάθε εγκατάσταση θα έχει απαραιτήτως:
- Τις ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες αφρογόνου για άµεση λειτουργία των αφροποιητικών µέσων της κάθε περιοχής, και
- Τα ελάχιστα απαιτούµενα αποθέµατα αφρογόνου.
1. ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΕΣ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΓΙΑ ΑΜΕΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Για κάθε περιοχή της εγκατάστασης και κάθε αφροποιητικό µέσο που ανήκει στην περιοχή υπολογίζονται οι ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες αφρογόνου για άµεση και πλήρη αντιµετώπιση των πλέον επικινδύνων καταστάσεων που είναι ενδεχόµενο να εκδηλωθούν στην περιοχή µε τη βασική προϋπόθεση ότι αυτές θα είναι οι µοναδικές, δηλαδή δεν θα ληφθεί υπόψη η περίπτωση εµφάνισης ταυτόχρονα και άλλων παρόµοιων καταστάσεων στην ίδια περιοχή.
Για κάθε περιοχή της εγκατάστασης και κάθε αφροποιητικό µέσο που ανήκει στην περιοχή υπολογίζονται οι ελάχιστες απαιτούµενες ποσότητες αφρογόνου για άµεση και πλήρη αντιµετώπιση των πλέον επικινδύνων καταστάσεων που είναι ενδεχόµενο να εκδηλωθούν στην περιοχή µε τη βασική προϋπόθεση ότι αυτές θα είναι οι µοναδικές, δηλαδή δεν θα ληφθεί υπόψη η περίπτωση εµφάνισης ταυτόχρονα και άλλων παρόµοιων καταστάσεων στην ίδια περιοχή.
Α΄ ΓΕΝΙΚΑ
Απαιτείται να διατίθεται φορητός εξοπλισµός (πυροσβεστήρες) πρώτης ανάγκης που να είναι σύµφωνος µε τις εθνικές ή διεθνείς προδιαγραφές κατασκευής και λειτουργίας, όπως παρακάτω:
Β΄ ΠΕΡΙΟΧΗ ΥΠΕΡΓΕΙΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG σε κάθε δίοδο προσπέλασης του αναχώµατος ή τοιχείου της λεκάνης ασφαλείας.
Ένας πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG στο βανοστάσιο κάθε δεξαµενής σταθερής ή πλωτής οροφής.
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG στην πλατφόρµα εισόδου της οροφής κάθε δεξαµενής πλωτής οροφής.
Ένας τροχήλατος πυροσβεστήρας ξηράς σκόνης των 50 KG και για την προστασία των λεκανών των δεξαµενών, εφόσον δεν προβλέπονται συστήµατα πυροπροστασίας.
Γ΄ ΠΕΡΙΟΧΗ ΣΤΕΓΑΣΜΕΝΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆ύο (2) πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά δεξαµενή και ένας (1) τροχήλατος πυροσβεστήρας των 50 χιλ/µων ανά δύο (2) δεξαµενές σε καµµία δε περίπτωση λιγώτεροι από ένας (1) τροχήλατος.
∆΄ ΠΕΡΙΟΧΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ∆ΕΞΑΜΕΝΩΝ
∆ύο (2) πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά θέση φορτοεκφόρτωσης και ένας (1) τροχήλατος πυροσβεστήρας ξηράς σκόνης των 50 χιλ/µων ανά δύο (2) δεξαµενές, σε καµµία δε περίπτωση λιγώτεροι από ένας (1) τροχήλατος.
Ε΄ ΥΠΑΙΘΡΙΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ
(π.χ. ΒΑΡΕΛΙΑ)
Ένας (1) πυροσβεστήρας ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά 200 τ. µικτής επιφάνειας δαπέδου και όχι συνολικά λιγώτεροι από δύο (2).
ΣΤ΄ ΥΠΟΣΤΕΓΑ ΠΛΗΡΩΣΗΣ – ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ
α΄ Υγρά καύσιµα κατηγορίας Ι και ΙΙ.
Τέσσερις (4) πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά 200 τ.µ. µικτής επιφάνειας δαπέδου.
β΄ Υγρά καύσιµα κατηγορίας ΙΙΙ.
Ένας (1) πυροσβεστήρας ξηρής σκόνης των 12 χιλ/µων ανά 200 τ.µ. µικτής επιφάνειας δαπέδου και όχι συνολικά λιγώτεροι από δύο (2).
Ζ΄ ΣΤΑΘΜΟΙ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΣΗΣ ΒΥΤΙΟΦΟΡΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ
Ι. ΓΕΜΙΣΤΗΡΙΑ ΒΥΤΙΟΦΟΡΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ
Ένας πυροσβεστήρας σκόνης τροχήλατος των 50 KG για κάθε 4 νησίδες (2πλές θέσεις φόρτωσης).
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG για κάθε µια νησίδα (2πλή θέση φόρτωσης) σε γεµιστήρια τα οποία δεν απαιτείται να προστατεύονται µε µόνιµο σύστηµα κατάκλισης/αφρού.
Ένας πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG για κάθε µία νησίδα (2πλη θέση φόρτωσης) σε γεµιστήρια τα οποία απαιτείται να προστατεύονται µε µόνιµο σύστηµα κατάκλισης αφρού/νερού.
Στην περίπτωση ύπαρξης µιας µόνο νησίδας τοποθετούνται 2 πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG.
ΣΤΑΘΜΟΙ ΦΟΡΤΩΣΗΣ ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΩΝ ΒΥΤΙΩΝ
Ισχύουν γενικά οι ακόλουθες ελάχιστες απαιτήσεις:
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης τροχήλατοι των 50 KG που τοποθετούνται ένας σε κάθε πλευρά της σιδηροδροµικής γραµµής.
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG για κάθε µία θέση εξυπηρετούµενων βαγονιών.
Οι αρµόδιες αρχές κατά την κρίση τους µπορούν να απαιτήσουν την επαύξηση του αριθµού των πυροσβεστήρων λαµβάνοντας υπόψη τις συγκεκριµένες κατά περίπτωση συνθήκες.
Η΄ ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
Ι. ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Ι Ή ΙΙ(ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ)
Για έκταση αντλιοστασίου µέχρι 200 τ.µ. ο ελάχιστος αριθµός απαιτούµενων πυροσβεστήρων σκόνης των 12 KG είναι τρεις.
Για έκταση αντλιοστασίου πάνω από 200 τ.µ. προστίθεται ένας ακόµη πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG για κάθε επιπλέον 200 τ.µ.
ΙΙ. ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΙΙΙ (ΜΕΣΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ).
Για έκταση αντλιοστασίου µέχρι 400 τετρ. µέτρα ο ελάχιστος αριθµός απαιτουµένων πυροσβεστήρων σκόνης των 12 KG είναι τρεις.
Για έκταση αντλιοστασίου πάνω από 400 τ.µ. προστίθεται ένας ακόµη πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG για κάθε επιπλέον 400 τ.µ.
ΙΙΙ. ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΜΙΚΤΑ (ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ)
Μικτά είναι τα αντλιοστάσια που διακινούν προϊόντα κατηγοριών Ι ή ΙΙ µαζί µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ. Αυτά προστατεύονται µε πυροσβεστήρες όπως τα αντλιοστάσια κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
Θ΄ ΠΡΟΒΛΗΤΕΣ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΣΕΩΝ
Ο ελάχιστος αριθµός απαιτούµενων πυροσβεστήρων της περιοχής είναι:
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG για κάθε θέση φορτοεκφόρτωσης πλοίου.
Ο αριθµός συνολικά αναπτυσσόµενων πυροσβεστήρων σκόνης των 12 KG επαυξάνεται ανάλογα µε την επιφάνεια του προβλήτα προσθέτοντας από ένα πυροσβεστήρα για κάθε 200 τ.µ.
Απαιτείται να διατίθεται φορητός εξοπλισµός (πυροσβεστήρες) πρώτης ανάγκης που να είναι σύµφωνος µε τις εθνικές ή διεθνείς προδιαγραφές κατασκευής και λειτουργίας, όπως παρακάτω:
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG σε κάθε δίοδο προσπέλασης του αναχώµατος ή τοιχείου της λεκάνης ασφαλείας.
Ένας πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG στο βανοστάσιο κάθε δεξαµενής σταθερής ή πλωτής οροφής.
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG στην πλατφόρµα εισόδου της οροφής κάθε δεξαµενής πλωτής οροφής.
Ένας τροχήλατος πυροσβεστήρας ξηράς σκόνης των 50 KG και για την προστασία των λεκανών των δεξαµενών, εφόσον δεν προβλέπονται συστήµατα πυροπροστασίας.
∆ύο (2) πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά δεξαµενή και ένας (1) τροχήλατος πυροσβεστήρας των 50 χιλ/µων ανά δύο (2) δεξαµενές σε καµµία δε περίπτωση λιγώτεροι από ένας (1) τροχήλατος.
∆ύο (2) πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά θέση φορτοεκφόρτωσης και ένας (1) τροχήλατος πυροσβεστήρας ξηράς σκόνης των 50 χιλ/µων ανά δύο (2) δεξαµενές, σε καµµία δε περίπτωση λιγώτεροι από ένας (1) τροχήλατος.
Ένας (1) πυροσβεστήρας ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά 200 τ. µικτής επιφάνειας δαπέδου και όχι συνολικά λιγώτεροι από δύο (2).
α΄ Υγρά καύσιµα κατηγορίας Ι και ΙΙ.
Τέσσερις (4) πυροσβεστήρες ξηράς σκόνης των 12 χιλ/µων ανά 200 τ.µ. µικτής επιφάνειας δαπέδου.
β΄ Υγρά καύσιµα κατηγορίας ΙΙΙ.
Ένας (1) πυροσβεστήρας ξηρής σκόνης των 12 χιλ/µων ανά 200 τ.µ. µικτής επιφάνειας δαπέδου και όχι συνολικά λιγώτεροι από δύο (2).
Ι. ΓΕΜΙΣΤΗΡΙΑ ΒΥΤΙΟΦΟΡΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ
Ένας πυροσβεστήρας σκόνης τροχήλατος των 50 KG για κάθε 4 νησίδες (2πλές θέσεις φόρτωσης).
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG για κάθε µια νησίδα (2πλή θέση φόρτωσης) σε γεµιστήρια τα οποία δεν απαιτείται να προστατεύονται µε µόνιµο σύστηµα κατάκλισης/αφρού.
Ένας πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG για κάθε µία νησίδα (2πλη θέση φόρτωσης) σε γεµιστήρια τα οποία απαιτείται να προστατεύονται µε µόνιµο σύστηµα κατάκλισης αφρού/νερού.
Στην περίπτωση ύπαρξης µιας µόνο νησίδας τοποθετούνται 2 πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG.
ΣΤΑΘΜΟΙ ΦΟΡΤΩΣΗΣ ΣΙ∆ΗΡΟ∆ΡΟΜΙΚΩΝ ΒΥΤΙΩΝ
Ισχύουν γενικά οι ακόλουθες ελάχιστες απαιτήσεις:
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης τροχήλατοι των 50 KG που τοποθετούνται ένας σε κάθε πλευρά της σιδηροδροµικής γραµµής.
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG για κάθε µία θέση εξυπηρετούµενων βαγονιών.
Οι αρµόδιες αρχές κατά την κρίση τους µπορούν να απαιτήσουν την επαύξηση του αριθµού των πυροσβεστήρων λαµβάνοντας υπόψη τις συγκεκριµένες κατά περίπτωση συνθήκες.
Ι. ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Ι Ή ΙΙ(ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ)
Για έκταση αντλιοστασίου µέχρι 200 τ.µ. ο ελάχιστος αριθµός απαιτούµενων πυροσβεστήρων σκόνης των 12 KG είναι τρεις.
Για έκταση αντλιοστασίου πάνω από 200 τ.µ. προστίθεται ένας ακόµη πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG για κάθε επιπλέον 200 τ.µ.
ΙΙ. ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΙΙΙ (ΜΕΣΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ).
Για έκταση αντλιοστασίου µέχρι 400 τετρ. µέτρα ο ελάχιστος αριθµός απαιτουµένων πυροσβεστήρων σκόνης των 12 KG είναι τρεις.
Για έκταση αντλιοστασίου πάνω από 400 τ.µ. προστίθεται ένας ακόµη πυροσβεστήρας σκόνης των 12 KG για κάθε επιπλέον 400 τ.µ.
ΙΙΙ. ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΜΙΚΤΑ (ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ)
Μικτά είναι τα αντλιοστάσια που διακινούν προϊόντα κατηγοριών Ι ή ΙΙ µαζί µε προϊόντα κατηγορίας ΙΙΙ. Αυτά προστατεύονται µε πυροσβεστήρες όπως τα αντλιοστάσια κατηγορίας Ι ή ΙΙ.
Ο ελάχιστος αριθµός απαιτούµενων πυροσβεστήρων της περιοχής είναι:
∆ύο πυροσβεστήρες σκόνης των 12 KG για κάθε θέση φορτοεκφόρτωσης πλοίου.
Ο αριθµός συνολικά αναπτυσσόµενων πυροσβεστήρων σκόνης των 12 KG επαυξάνεται ανάλογα µε την επιφάνεια του προβλήτα προσθέτοντας από ένα πυροσβεστήρα για κάθε 200 τ.µ.
Εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών καυσίµων χωρητικότητας άνω των 150.000 µ3 υποχρεούνται να διαθέτουν κατάλληλο πυροσβεστικό όχηµα εκτόξευσης νερού – αφρού ή σκόνης ή αφρού υψηλής διαστολής.
Εγκαταστάσεις άνω των 250.000 µ3 υποχρεούνται να διαθέτουν δύο (2) σχήµατα του παραπάνω τύπου.
1.1 ΠΗΓΕΣ ΑΝΑΦΛΕΞΗΣ
Οι κύριες πηγές ανάφλεξης, που απαιτείται να λαµβάνονται υπόψη σ’ ένα αποτελεσµατικό
πρόγραµµα πυροπροστασίας καθώς και στον προσδιορισµό των προληπτικών µέτρων
πυροπροστασίας, είναι:
1. Ηλεκτροσυγκολήσεις
2. Σφυρηλάτηση, αµµοβολή, σκάψιµο, κόψιµο και τα παρόµοια.
3. Θερµές γραµµές και επιφάνειες.
4. Εξώθερµη αντίδραση θερµίτη σε µέταλλα µε αλουµινόχρωµα.
5. Πυροφορικές ενώσεις Θειούχου σιδήρου.
6. Θερµότητα και τριβή.
7. Στατικός ηλεκτρισµός.
8. Σπινθήρες από ηλεκτρολογικό εξοπλισµό.
9. Κεραυνοί.
10. Αυταναφλέξεις.
11. Καταλυτική επίδραση των αναγεννηµένων ή φρέσκων µεταλλικών επιφανειών.
12. Μείγµατα υδρογονανθράκων κάτω από αναλογίες εκρηκτικότητας.
13. Κάπνισµα και χρήση σπίρτων ή άλλων εξαρτηµάτων παραγωγής φλόγας σε επικίνδυνες
περιοχές.
1.2. ΟΜΑ∆ΕΣ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ
ΟΜΑ∆Α ΜΙΚΡΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ (α)
Χώροι όπου υπάρχουν µικρές ποσότητες στερεών ή υγρών καυσίµων, π.χ. γραφεία, σχολεία,
εκκλησίες, αίθουσες συγκέντρωσης, τηλεφωνικά κέντρα κ.τ.λ. Χαρακτηριστικό στοιχείο: α.
ΟΜΑ∆Α ΜΕΣΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ (β)
Χώροι όπου υπάρχουν σε κάποια σηµαντική ποσότητα καύσιµα στερεά ή υγρά π.χ. µεγάλες
εµπορικές αποθήκες και εκθέσεις, συνεργεία αυτοκινήτων, γκαράζ, βιοτεχνίες, συνεργεία κ.τ.λ.
µε την προϋπόθεση ότι τα παραπάνω δεν χαρακτηρίζονται «σαν µεγάλου κινδύνου».
Χαρακτηριστικό στοιχείο: β.
ΟΜΑ∆Α ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΙΝ∆ΥΝΟΥ (γ)
Χώροι και περιοχές όπου τα καύσιµα και τα εύφλεκτα προϊόντα υπάρχουν σε τέτοια ποσότητα,
ώστε να είναι αυξηµένος ο κίνδυνος ανάφλεξης και να προβλέπεται περίπτωση µεγάλης
πυρκαγιάς, π.χ. αεροδρόµια, αποθήκες καυσίµων, εργοστάσια ξυλείας, εργοστάσια εκρηκτικών
εµφιαλωτήρια, διυλιστήρια, χρωµατουργεία, χηµικές βιοµηχανίες, βιοµηχανίες πλαστικών κ.τ.λ.
Χαρακτηριστικό στοιχείο: γ.
1.3 ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΠΥΡΚΑΓΙΩΝ – ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ
Οι κατηγορίες των πυρκαγιών είναι οι ακόλουθες πέντε:
Κατηγορία Α: Στερεά συνηθισµένα καύσιµα, π.χ. ξύλα, χαρτιά, λάστιχα, υφάσµατα, πλαστικά
κ.τ.λ.
Κατηγορία Β: Υγρά καύσιµα, π.χ. βενζίνες, πετρέλαια, λάδια, γράσσα, αλκοόλες κ.τ.λ.
Κατηγορία Γ ή C: Αέρια καύσιµα, π.χ. υγραέριο, φυσικό αέριο, µεθάνιο, προπάνιο, βουτάνιο,
υδρογόνο κ.τ.λ.
Κατηγορία ∆ ή D: Μέταλλα και χηµικές ενώσεις που καίγονται, π.χ. µαγνήσιο, τιτάνιο, κάλιο,
θειούχος σίδηρος, θειάφι κ.τ.λ.
Κατηγορία Ε: Ηλεκτρικός και ηλεκτρονικός εξοπλισµός, π.χ. κινητήρες, µετασχηµατιστές,
πίνακες οργάνων κ.τ.λ.
Οι εγκαταστάσεις διακρίνονται στις ίδιες παραπάνω κατηγορίες, ανάλογα µε το αν
επεξεργάζονται, παράγουν ή διακινούν αντίστοιχα πρώτες ύλες και προϊόντα στερεά, υγρά,
αέρια, µέταλλα ή χηµικά.